ΤΟ ΚΟΣΜΗΜΑ

exofulo-angela-Το καράβι της απόγνωσης
Άντζελα Ελέζι

Σαν ήρθε η αυγή, η μητέρα Λουΐζα ξύπνησε τα παιδιά της για τις καθημερινές τους αγγαρείες. Ο Κωνσταντίνος πήγε για ψάρεμα, ενώ η Ελένη βοήθησε με τις δουλειές του σπιτιού.

Καθώς πλησίαζε το μεσημέρι, το νεαρό παιδί μάζεψε την ψαριά του και πήρε τον δρόμο για το σπίτι, αλλά, ενώ βάδιζε δίπλα από το δασάκι, παρατήρησε πως σε αρκετά σημεία η βλάστηση δεν ήταν παντού πυκνή και πως τα δέντρα σχημάτιζαν έναν δρόμο. Η περιέργεια του τον ώθησε να εξερευνήσει, οπότε τρυπώνοντας ανυπόμονα μέσα από τους θάμνους βρέθηκε σε ένα μονοπάτι.

Όμως, κάτι δεν πήγαινε καλά. Όλο το μέρος φαινόταν εγκαταλελειμμένο· παπούτσια, μαντίλια, υφάσματα και αλυσίδες υπήρχαν παντού, στα κλαδιά, στο χώμα, μισοθαμμένα.

Αφότου περπάτησε για μερικά λεπτά, ο Κωνσταντίνος βρέθηκε στην άλλη άκρη του μονοπατιού και, έχοντας ήδη δει αρκετά, ετοιμαζόταν να γυρίσει σπίτι, αλλά κάτι γυαλιστερό που ξετρύπωνε από το χώμα τού τράβηξε την προσοχή. Μετά από λίγο σκάψιμο, ο Κώστας  βρέθηκε να κρατάει ένα μεγάλο σμαραγδένιο κολιέ με περίτεχνες λεπτομέρειες . Χωρίς καμία ιδέα τι μπορεί να είναι και με τον φόβο μην του το αρπάξει κανείς, έτρεξε γρήγορα στο σπίτι του, για να δείξει στην οικογένεια του τι βρήκε.

«Γύρισες, αγόρι μου;» είπε η Λουΐζα

«Μαμά, βρήκα αυτό, καθώς γυρνούσα.»

Η μητέρα πήρε το κολιέ στα χέρια της. Έμεινε άναυδη, όταν διάβασε το όνομα που ήταν χαραγμένο στο εσωτερικό του: «Μαρία Αετού».

«Μα, αυτή δεν ήταν η γιαγιά;» ρώτησε η κόρη της.

«Ναι».

«Και γιατί δεν μιλάς ποτέ για αυτήν;»

«Γιατί πότε δεν έμαθα νέα της από την ημέρα που εξαφανίστηκε…»