Πανελλήνια Ημέρα Σχολικού Αθλητισμού
Την πρώτη Δευτέρα του Οκτώβρη κάθε σχολικού έτους γιορτάζεται η Πανελλήνια Ημέρα Σχολικού Αθλητισμού. Για το σχολικό έτος 2015-16 ως 2η Πανελλήνια Ημέρα Σχολικού Αθλητισμού ορίζεται η 5η Οκτωβρίου 2015. Ο φετινός θεματικός της άξονας είναι: «Σχολικός Αθλητισμός-Συμμετέχω και Μαθαίνω τα Ολυμπιακά Ιδεώδη μέσα από τα Ολυμπιακά και Παραολυμπιακά Αθλήματα», καθώς το 2016 είναι έτος διεξαγωγής Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων.
Στόχος της καθιέρωσης της ημέρας αυτής είναι η ανάδειξη των ιδανικών που πρεσβεύει η Ολυμπιακή Ιδέα, όπως η ισότητα, η αποδοχή του διαφορετικού, ο σεβασμός και η καλύτερη κατανόηση μεταξύ των ατόμων και των κοινωνιών. Η ειρήνη, η φιλία και το ευ αγωνίζεσθαι είναι θεμελιώδεις προϋποθέσεις για τη δημιουργία μιας κοινωνίας με λιγότερη βία και ανταγωνισμό.
Στην αρχαία Ελλάδα, όπου γεννήθηκε η Ολυμπιακή Ιδέα, ακριβώς αυτές οι έννοιες της καλοκαγαθίας, της ευγενούς άμιλλας και του κάλλους αποτελούσαν τα κορυφαία στοιχεία του αθλητικού πνεύματος. Σκοπός της άσκησης στην αρχαιότητα ήταν να διαπλάσει πολίτες «καλούς και αγαθούς» και «τέλειους άνδρες» που θα προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στην πόλη που τους ανέδειξε. Τα γυμνάσια και οι παλαίστρες εξελίχθηκαν σταδιακά σε ιδρύματα γενικής παιδείας που σκοπό είχαν την ολοκληρωμένη διαπαιδαγώγηση των νέων. Μέσα από την άμιλλα ο άνθρωπος μπορούσε να επιτύχει τη σωματική και πνευματική του ολοκλήρωση. Στην αρχαιότητα οι αθλητές θεωρούνταν τα ιδανικότερα πρότυπα κάλλους=ομορφιάς, υγείας και δύναμης. Αυτό το πνεύμα της αρχαίας άθλησης είναι εκείνο που εμπνέει και το σύγχρονο Ολυμπιακό κίνημα, που αναζητά τα ίδια πρότυπα και ιδανικά με εκείνα της αρχαιότητας.
Η Ολυμπιακή Εκεχειρία είναι πανανθρώπινη και οικουμενική αξία, είναι μία ιδέα 2.700 ετών, μια ιδέα δηλαδή που διατηρεί τη διαχρονικότητά της. Στα αρχαία χρόνια η διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων συνδυάστηκε με την κατάπαυση του πυρός μεταξύ των κρατών-πόλεων, ώστε αθλητές, καλλιτέχνες και θεατές να ταξιδεύουν στην Ολυμπία και να επιστρέφουν στον τόπο τους ασφαλείς και υπό ειρηνικές συνθήκες. Έτσι γεννήθηκε η Ολυμπιακή Εκεχειρία, η οποία έγινε σεβαστή για 1200 χρόνια.
Στη σύγχρονη εποχή, σε πολλά μέρη του κόσμου υπάρχουν εντάσεις και συγκρούσεις, γίνονται πόλεμοι εθνικοί και εμφύλιοι, ερχόμαστε συχνά οι άνθρωποι αντιμέτωποι με αδικίες, βιαιότητες, και σε κάποιες περιπτώσεις φρικαλεότητες, βλ. Συρία, από όπου χιλιάδες κατατρεγμένοι από πόλεμο και φτώχεια άνθρωποι φτάνουν στην Ελλάδα και επιβιώνουν κάτω από αντίξοες συνθήκες, κι άλλοι πρόσφυγες πολέμου, οικονομικοί μετανάστες που ζητούν την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά μας να εκφραστεί έμπρακτα και με πολύμορφο τρόπο.
Ο αθλητισμός δεν φέρνει αυτή καθεαυτή την Ειρήνη, ωστόσο, μπορεί να αποτελέσει το εργαλείο για να προωθήσουμε τα ιδανικά που θα αναδείξουν τη σημασία της και θα εμπεδώσουν τα νοήματά της. Η Ολυμπιακή Εκεχειρία πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει για να δώσει ελπίδα και προοπτική ειρήνης, για να καλλιεργήσει, μέσα από τον αθλητισμό, μία κουλτούρα ειρηνικής συνύπραξης, να στείλει ένα μήνυμα να πάψουν πια οι εχθροπραξίες που έχουν γεννήσει μίση και στερεότυπα. Να αλλάξουμε τη στάση μας και τη συμπεριφορά μας απέναντι στο συνάθρωπό μας, να προτρέψουμε τους λαούς να εργαστούν για να εδραιώσουν την ειρήνη, να κατανοήσουμε ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε μέλη της ίδιας οικογένειας (αυτής του ανθρώπινου γένους) και ότι αυτά που μας ενώνουν είναι πολύ περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν. Πρέπει να ξαναβρούμε τις ανθρωπιστικές μας αξίες: την αλληλεγγύη, την αλληλοκατανόηση, τη δικαιοσύνη, το σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα. Πρέπει να αποκτήσουμε μια κουλτούρα ειρήνης, ένα κώδικα συμπεριφοράς που θα υπερβαίνει τη σύγκρουση, το μίσος, τις ιδεοληψίες και το φανατισμό. Εσείς οι νέοι άνθρωποι πρέπει να πιστεύσετε στο ιδανικό της ειρήνης και να παλέψετε για την επιβολή και τη διατήρησή της. Να βρείτε τους δρόμους που θα σας φέρνουν κοντά με τους συναθρώπους σας, να καταργείτε τείχη και διαχωριστικές γραμμές, να γεφυρώνετε χάσματα και διαφορές. Αυτό είναι και το νόημα της Εκεχειρίας. Κι αν παραβιάζεται σήμερα από λαούς, εσείς κρατείστε την ιδέα, αυτή τη λέξη με τη βαθιά διαχρονική ελληνικότητα, ψηλά, ώστε να μην είναι μια απλή λέξη, ξεχασμένη στα βιβλία της ιστορίας μας, αλλά να αποκτήσει και στις ημέρες μας τη σημασία που της αξίζει και θα έπρεπε να έχει.