ΒΙΑ ΚΑΙ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Λίγα λόγια για τις γυναικοκτονίες από μια φεμινιστική σκοπιά
Τι είναι οι γυναικοκτονίες;
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα και τι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά έχει αυτό το φαινόμενο;
Πώς αναπαρίσταται στα Μ.Μ.Ε.;
Τι σημαίνει για εμάς με λίγα λόγια, αυτός ο νεοεμφανιζόμενος όρος και γιατί χρειάζεται να διακριθεί από άλλου τύπου δολοφονίες;
Εδώ θα μιλήσουμε για όλα αυτά, ως ένα ζήτημα κεντρικής σημασίας για το φεμινιστικό κίνημα. Κατά καιρούς σε διάφορες παγκόσμιες ημέρες μνήμης ενάντια στη βία κατά των γυναικών, γίνεται αναφορά στην κατεξοχήν αιτία θανάτου των γυναικών στον Δυτικό κόσμο: τη δολοφονία τους από κάποιο άντρα. Ο όρος γυναικοκοκτονία ο οποίος άρχισε να χρησιμοποιείται τη δεκαετία του ’80 και να αναγνωρίζεται ως τέτοιος από επίσημους φορείς, ΜΚΟ κλπ, φαίνεται να απουσιάζει και να αποσιωπάται από την κοινωνική σφαίρα. Τα τελευταία χρόνια, πολλές από εμάς προσπαθούμε να κεντρικοποιήσουμε την σημασία του λέγοντας πως: η κακοποίηση που ασκείται στα γυναικεία σώματα εκφράζεται με ποικίλους τρόπους. Μπορεί να είναι κακοποίηση φυσική, συναισθηματική, λεκτική και σεξουαλική. Η γυναικοκτονία είναι η πιο ακραία και θανατηφόρα εκδήλωση της βίας κατά των γυναικών, η οποία βάζει στο επίκεντρο το θάνατο της γυναίκας, τον τερματισμό της ύπαρξής της πέρα από την υποτίμηση, τον έλεγχο, την αντικειμενοποίηση και πειθάρχηση του σώματός της, στο οποίο στοχεύουν οι άλλες μορφές έμφυλης βίας. Η γυναικοκτονία διαπράττεται κατά βάση στην οικογενειακή εστία, από ερωτικούς συντρόφους, συζύγους, πατεράδες, αδερφούς, και είναι από τις πιο βίαιες επιθέσεις εναντίον του γυναικείου πληθυσμού, που όμως παρά την έντασή του, δεν αποτυπώνεται ως τέτοια. Παρότι τα γεγονότα αυτά, λαμβάνουν χώρα καθημερινά ανά τον κόσμο, παρουσιάζονται σαν μεμονωμένα περιστατικά κι ερμηνεύονται σαν εγκλήματα πάθους, επειδή μία γυναίκα που δεν υπάκουσε, ξύπνησε το «αντρικό επιθετικό αντανακλαστικό» κάποιου από τους κοντινούς της άντρες.
Γιατί οι κοντινοί άντρες δολοφονούν γυναίκες;
Μεγαλωμένες στην ελληνική κοινωνία, ήρθαμε αντιμέτωπες από μικρές με μια σειρά πειθαρχήσεων που ρίζωναν μέσα μας. Καλούμασταν να προσέχουμε, να έχουμε δεύτερες, τρίτες σκέψεις, να οφείλουμε να σιωπούμε σε περιστατικά παραβιαστικά (λεκτικής και σωματικής φύσης). Το οικογενειακό σπίτι στην καλύτερη και στην χειρότερή του έκφραση, ήταν ο πρώτος και βασικός τόπος που ήρθαμε σε επαφή με τον καθοριστικό λόγο του πατέρα πάνω στη συμπεριφορά μας, την ενδυμασία μας, ακόμη και τη σεξουαλικότητα μας. Όπου δεν έφτανε η παρέμβαση του πατέρα, ενεργό, συμπληρωματικό ρόλο αναλάμβαναν άλλες αντρικές οικογενειακές φιγούρες, τα αδέρφια, ξαδέρφια, θείοι. Αυτή η κυρίαρχη συνθήκη, μεταφέρεται σε ύστερο χρόνο και στις ερωτικές και οικείες σχέσεις. Είτε είναι γκόμενοι, είτε σύζυγοι, έχουν κοινωνικοποιηθεί και οι ίδιοι με τέτοιο τρόπο απ’ τους πατεράδες και τις αντροπαρέες, ώστε να μπορούν να αναλάβουν το πλέον ρυθμιστικό ρόλο στα γυναικεία σώματα και έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, στο τι θα κάνουμε σε κάθε επιλογή μας. Οργανικό ρόλο σ’ αυτή την πειθάρχηση καταλαμβάνουν και οι μητέρες μας. Με καθημερινές νουθετήσεις στο πως να υπάρχουμε ως θηλυκότητες και με ρητή ή όχι στήριξη πατριαρχικών επιταγών στις οποίες πρέπει να υπακούσουμε, διευκολύνουν στην μετατόπιση της όποιας ευθύνης στα χέρια μας.
Στην ελληνική περίπτωση συγκεκριμένα, οι χριστιανικές και παραδοσιακές αξίες συντηρητισμού διαπερνούν όλο τον οικογενειακό ιστό, η σεξουαλικότητα αφορά κατά βάση τα αρσενικά μέλη του σπιτιού και οι θηλυκότητες αλλά και οποιαδήποτε άτομο παρεκκλίνει απ’ το δίπολο των φύλων, εκτοπίζεται στη σφαίρα του ανήθικου, του αφύσικου. Με βάσει αυτά διαμορφώνεται η πατριαρχική κουλτούρα που επιτρέπει και τη βία κατά των γυναικών.
Την ίδια στιγμή, η ελληνική κοινωνία, αναγνωρίζει και αναπαράγει την cis straight αρρενωπότητα με πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Η οικοδόμηση της ως «προστάτη του σπιτικού», «καλό παιδί», ωκουβαλητή» και συντηρητή της ευταξίας της οικογένειας, αποκρυσταλλώνεται στην ενδεικτική λέξη «λεβέντης». Σε μια πρώτη επαφή με το τι σημαίνει να είσαι λεβέντης στο σήμερα – πέρα απ’ το να είσαι σίγουρα cis straight άντρας – απ’ την κοινωνική μας εμπειρία, καταλαβαίνουμε πως συνδέεται με χαρακτηριστικά όπως η αντρική υπερηφάνεια, η τιμή και η με κάθε κόστος διατήρηση αυτών. Σε συνάρτηση με το γεγονός, πως το γυναικείο σώμα γίνεται αντιληπτό ως ιδιοκτησία του κάθε άντρα καταλαβαίνουμε, πως αυτός, πρέπει να φροντίσει ώστε καμιά να μη τολμήσει να διαταράξει εκείνες τις ιδιότητες του, εντός και εκτός σπιτιού, είτε είναι κάποια γνωστή του γυναίκα, είτε όχι. Το δικαίωμα παρέμβασης στα σώματα μας εκφράζεται με διαφορετικό τρόπο, αλλά με κοινό αίτιο στον δημόσιο χώρο. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε δει άντρες να αντιδρούν με τον πιο βίαιο και επιθετικό τρόπο απέναντι σε γυναίκες που έχουν απαντήσει στις παρενοχλήσεις τους στο δρόμο. Δεν είναι επίσης λίγες οι φορές που ακούσαμε σε αντροπαρέες πως «με κεράτωσε και εγώ δεν τα σηκώνω αυτά …». Η αντρική υπερηφάνεια που έχει ποικίλες επιτελέσεις, σίγουρα στην ελληνική συνθήκη, διαμορφώνεται με τους πιο βίαιους, καθημερινούς, αόρατους τρόπους αλλά και αναμφισβήτητα κοινωνικά νομιμοποιημένους. Η ιδιότητα του λεβέντη σε συνδυασμό με βιολογικές αφηγήσεις περί τεστοστερόνης και άκρατης σεξουαλικότητας, έχουν συνδράμει στη δικαιολόγηση κακοποιητικών συμπεριφορών απέναντι σε γυναίκες, με την πιο ακραία μισογυνίστικη έκφραση αυτών, τη γυναικοκτονία κοντινών και όχι μόνο γυναικών. Η απόρριψη, η απιστία, η μη συμμόρφωση με τον κυρίαρχο, κοινωνικό ρόλο της γυναίκας, προβάλλεται ως απαξίωση της αντρική τιμής και πρέπει να τιμωρηθεί.
Σε Ελλάδα, Τουρκία, Ισπανία ο εχθρός είναι και η πατριαρχία!
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έκρηξη φεμινιστικών κινήσεων παγκοσμίως, με πιο χαρακτηριστικό το μαζικό φεμινιστικό κίνημα «Ni una menos» (καμία λιγότερη) στην Αργεντινή, όπου αποτελεί κεντρικό σύνθημα φεμινιστριών σε πολλές χώρες. Το κίνημα έφερε στο προσκήνιο τον όρο γυναικοκτονία και διεκδίκησε μια σειρά δικαιωμάτων αναφορικά με τη νόμιμη έκτρωση, τη δημιουργία κέντρων υποστήριξης για γυναίκες που υπέστησαν έμφυλη βία, καθώς και αναθεωρήσεις πάνω στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία από έμφυλη σκοπιά.
Σε ισπανία, ιταλία, ελλάδα και τουρκία, γυναίκες βγαίνουν στον δρόμο και διεκδικούν την κοινωνική και νομική αναγνώριση των δικαιωμάτων τους απέναντι στην έμφυλη βία που βιώνουν. Τα στατιστικά γυναικοκτονιών σε κάθε χώρα μπορεί να διαφέρουν, αλλά μαρτυρίες γυναικών, δημοσιεύματα σε εφημερίδες με ανατριχιαστικές ιστορίες που εκτυλίσσονται μέσα στα νοικοκυριά και στις ερωτικές σχέσεις, δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης: οι άντρες έχουν δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στα σώματα μας. Αυτή ήταν και η κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία των παραπάνω πρωτοβουλιών. Η διεκδίκηση της ύπαρξης μας, της αυτοδιάθεσης των σωμάτων μας, της νόμιμης αυτοάμυνας μας απέναντι στην αντρική κυριαρχία γεφυρώθηκε με την ιστορικότητα φεμινιστικών κινήσεων του παρελθόντος και διευρύνθηκε.
Το Μεξικό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα συμπύκνωσης των παραπάνω, όπου και είδαμε γυναίκες να διαδηλώνουν για τη καθημερινή σεξουαλικοποιημένη βία που βιώνουν χωρίς να ικανοποιούνται από κάποιο αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης απ’ τους εκεί θεσμούς. Μπορεί να μην υπήρξε κάποιος μαζικός συντονισμός των κινήσεων αυτών, αλλά με τη συνεχή πυροδότηση τέτοιων κινημάτων και την ασταμάτηση διάδοσή τους μέσω social media, μαθαίνουμε η μια από την άλλη και νιώθουμε λιγότερο μόνες και όχι φοβισμένες να διεκδικήσουμε τις ζωές μας πίσω. Με σεβασμό στα ιδιαίτερα στοιχεία κάθε κουλτούρας και της επιλογής των μέσων αντίστασης, στεκόμαστε αλληλέγγυες σε όσες/α βάλλονται, υπονομεύονται και κινδυνεύουν από την αντρική επιβολή.
Τα trans άτομα
Η τρανς κοινότητα εν γένει είναι μια απ΄τις πιο υποτιμημένες κοινότητες στην ελληνική κοινωνία. Τα περιστατικά βίας που βιώνουν, φτάνουν στα αυτιά μας πλέον πιο συχνά, αλλά γνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα μεγάλο σκοτεινό κενό μεταξύ της πραγματικότητας που αντιμετωπίζουν και αυτής που δημοσιοποιείται.
Η τρανς κοινότητα δέχεται πολλαπλούς αποκλεισμούς και βαθιά κοινωνική υποτίμηση, ως ένα σώμα στο περιθώριο της κοινωνικής, έμφυλης κατανομής των προνομίων και των δικαιωμάτων, τόσο απ’ την κοινωνία, όσο και απ’ το κράτος ως μηχανισμός παροχής δικαιωμάτων. Η καθημερινή τρανσφοβία που βιώνουν ξεκινάει απ’ τα πολύ βασικά και αυτονόητα δικαιώματα, με τη μη αναγραφή του ονόματος που νιώθουν ότι εκφράζει το φύλο τους σε επίσημα έγγραφα (π.χ. ταυτότητα), τη δυσκολία να βρουν μια δουλειά και ένα σπίτι, πράγματα βασικά για την ανθρώπινη συντήρηση και αξιοπρέπεια. Όσες και όσοι επιχειρούν τη μετάβαση στο φύλο της επιθυμίας τους, έρχονται αντιμέτωπες-οι με την γραφειοκρατία, τους ψυχολογικούς ελέγχους, τον φόβο απ΄ τον οικογενειακό περίγυρο της μη στήριξης και πολλές φορές την παρεμπόδιση της ίδιας της μετάβασης με όχημα την αστυνομία και τις ψυχιατρικές κλινικές. Η τρανσφοβία στην ελλάδα του σήμερα είναι μια σκληρή, απάνθρωπη διαδικασία απέναντι σε υποκείμενα που «διαταράσσουν» την ετεροκανονική πραγματικότητα.
Οι τρανς γυναίκες συγκεκριμένα έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με τις πιο επιθετικές εκφάνσεις έμφυλης βίας. Οι ιδιαίτερες συνθήκες που αντιμετωπίζουν δεν μας επιτρέπουν να τις εντάξουμε, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, στο πλαίσιο των γυναικοκτονιών και μόνο. Αν και οι δολοφονίες των τρανς γυναικών, εκπορεύονται απ’ την ίδια πατριαρχική μήτρα, συμπυκνώνουν και επανεγγράφουν τη σημασία της μη παρέκκλισης του κοινωνικού φύλου, απ’ αυτό που οφείλει να είναι, το ετεροκανονικό δίπολο του άντρα και της γυναίκας. Η βία απέναντι στα τρανς σώματα, είναι τιμωρητική, με υπόρρητη πρόθεση την εξόντωση τους. Οι συνήθεις θύτες, ως προς τη φυσική βία τουλάχιστον, είναι άντρες, ισχυρές ή μη αρρενωπότητες, που δεν μπορούν να επιτρέψουν κανένα ξεστράτισμα απ΄ αυτό που θεωρούν δικό τους σώμα, το αντρικό. Ως κυρίαρχα υποκείμενα, πρέπει να το οριοθετήσουν ξανά, με τι άλλο, τη βία που τόσα χρόνια έχει γίνει σάρκα απ’ τη σάρκα τους και βασικό μέσο της επιτέλεσης τους.
Η ίδια η κοινωνία και το κράτος έχουν χτίσει το έδαφος, για να μη μαθαίνουμε τι γίνεται όταν κάποια δέχεται επίθεση. Όσες από αυτές μάλιστα, βιοπορίζονται από τη σεξεργασία, ένα εργασιακό πλαίσιο αόρατο σε σύγκριση με τη νόμιμη εργασιακή συνθήκη, έρχονται σε επαφή ακόμα πιο συχνά με τη βία. Από τον κάθε πελάτη, τον κάθε περαστικό που θέλει να τους υπενθυμίσει «ποια είναι η θέση τους», μέχρι την αστυνομία με τους ελέγχους σε πιάτσες, ζουν την πειθάρχηση και τον καθημερινό κίνδυνο.
Τα Μ.Μ.Ε. σκοτώνουν μαζί με τους γυναικοκτόνους.
Ανατρέξαμε σε εφημερίδες, ειδησεογραφικά sites για να δούμε πως αναπαρίστανται οι γυναικοκτονίες. Τίτλοι, παράγραφοι ολόκληροι μας υπενθύμισαν για άλλη μια φορά, πόσο υπεύθυνες μπορεί να είμαστε ακόμη και για την ίδια μας τη δολοφονία. Με την παραδοχή πως τα Μ.Μ.Ε. δεν είναι ουδέτεροι φορείς ενημέρωσης, αλλά παραγωγοί και αναπαραγωγοί των κυρίαρχων τάσεων, δειλά δειλά συγκεντρώσαμε ένα υλικό για το πως καθημερινά δικαιολογούν τόσους γυναικοκτόνους και προετοιμάζουν το έδαφος για τις επόμενες δολοφονίες γυναικών.
Η εκστρατεία δικαιολόγησης/ξεπλύματος ξεκινάει με τίτλους άρθρων που μιλάνε για «οικογενειακές τραγωδίες», «στυγερή δολοφονία» σε βάρος «άτυχης» γυναίκας, «τη σκότωσε γιατί την αγαπούσε», «έγκλημα πάθους», και κάποτε αλλά ακόμη και σήμερα, «εγκλήματα τιμής». Τα Μ.Μ.Ε. και ο κυρίαρχος λόγος προσπαθούν σε κάθε περίπτωση να αποκρύψουν και να σχετικοποιήσουν το βασικό κίνητρο δολοφονιών γυναικών: τον βαθύ μισογυνισμό που διαπερνά όλη την κοινωνία και γαλουχεί καθημερινούς άντρες ως δολοφόνους γυναικών. Έτσι στην πλειονότητα των περιπτώσεων ο μιντιακός λόγος θα προβάλει ρομαντικοποιημένες εικόνες περί αγάπης, ανεξέλεγκτου πάθους που οδηγεί σε μια δολοφονία και σε κάποιες περιπτώσεις κάτι το τόσο μοιρολατρικό, σαν μια κακιά στιγμή, λες και βρέθηκες σε ανοιχτά πυρά, και δεν υπάρχει πρότερη κοινωνική σχέση με τον θύτη. Σε αυτή τη συνθήκη ο βασικός ομιλητής και υπερασπιστής είναι αυτός που είναι εν ζωή, ο θύτης. Ο λόγος του θύματος δεν υπάρχει και όταν επιχειρήσουν να μιλήσουν γι’ αυτό, θα είναι σε συνάρτηση του τι έκανε, πως το προκάλεσε με τη συμπεριφορά του, για να «φτάσει» κάποιον στο να γίνει δολοφόνος. Οι γυναίκες ακόμη και απ΄ τον τάφο τους διαθέτουν την κατεξοχήν ευθύνη για το τι τους συνέβη. Οι θύτες στις περιπτώσεις αυτές παρουσιάζονται είτε ως μετανοημένοι, που οδηγήθηκαν εκεί μέσα σε μια θολωμένη στιγμή, είτε ως κτήνη, τέρατα, «τρελοί». Σίγουρα όμως, δεν είναι μέρος, κομμάτι της κοινωνίας αυτής, των έμφυλων σχέσεων εξουσίας, του δικαιώματος ζωής και θανάτου πάνω σε όποιο γυναικείο σώμα θεωρείται πως τους ανήκει.
Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον πως πολλές φορές μια ψυχική ασθένεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν γραμμή υπεράσπισης του θύτη. Πρόσφατο παράδειγμα ο ένστολος αξιωματικός στην κύπρο όπου δολοφόνησε φιλιππινέζες εργάτριες. Του αποδόθηκε ο όρος «τρελός» για να μπορέσουν τα μίντια, η κοινωνία ολόκληρη να ξεμπερδεύει με αυτή την τόσο αιματηρή και βίαιη ιστορία, και να μην αντιμετωπίσει την πραγματικότητα ως είχε και έχει. Οι θεσμοί, αποσύρθηκαν απ΄ τη συλλογική ευθύνη που τους αντιστοιχούσε, με τα σώματα ασφαλείας να μην παίρνουν την ευθύνη τους ως κλάδοι που χτίζουν λεβέντες με όλες τις αξιώσεις που αυτό μπορεί να φέρει. Η αστυνομία απ’ την άλλη μιας και επρόκειτο για γυναίκες μετανάστριες με ένα συγκεκριμένο κοινωνικό κεφάλαιο στην κυπριακή κοινωνία, μετά τις «εξελίξεις’» και τις πιέσεις κόσμου της φιλιππινέζικης κοινότητας και αλληλέγγυου, υποχώρησε και ζήτησε ένα ξερό συγνώμη. Το συγνώμη αυτό απλά, επιβεβαιώνει την καθημερινή αντιμετώπιση και υποτίμηση γυναικών μεταναστριών που βιώνουν κακοποίηση και οι αρχές είναι στην καλύτερη εκδοχή διεκπεραιωτικές και στη χειρότερη άφαντες. Τίποτα δεν μπορεί να δεν μας καθησυχάσει πως και σε άλλες αντίστοιχες εξαφανίσεις γυναικών μεταναστριών θα το μάθουμε προτού να είναι αργά.
Είναι αρκετά οξύμωρη, σε σύγκριση με όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, η αναπαράσταση γυναικών που έχουν υπάρξει θύτες, είτε σκοτώνοντας τους άντρες τους, είτε τα παιδιά τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα Μ.Μ.Ε. δεν εμφανίζονται τόσο συμπονετικά και υποστηρικτικά. Οι πιο κλασικές εκφράσεις που ντύνουν τα δελτία των 8, είναι ότι ήταν η γυναίκα αράχνη/δηλητήριο/μάγισσα. Οποιαδήποτε εμπρόθετη επιθετικότητα προς το άλλο φύλο δεν γίνεται αντιληπτή με βάση το παρελθόν αυτής της σχέσης, είτε είναι ερωτική, είτε οικογενειακή, άρα δεν λαμ΄βανεται υπόψη και οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης. Στη γυναίκα αποδίδονται χαρακτηριστικά υποτιμητικά, όπως η πανουργία και η πονηριά, και ποτέ δεν εξετάζεται αν ήταν σε αυτοάμυνα. Η τακτική αυτή είναι αρκετά συνεπής, άλλωστε, με την κυρίαρχη αφήγηση, περί γυναικείου κοινωνικού ρόλου. Ο ρόλος αυτός οφείλει, φυσικά, να είναι τρυφερός, συναισθηματικός, καθόλου επιθετικός και εν γένει παθητικός.
Αντίστοιχα, όταν η γυναίκα βρίσκεται σε μια θέση όπου για χ ψ λόγους κατηγορείται για τη δολοφονία του παιδιού της (θα προσπαθήσουμε να τα εντάξουμε όλα σ ένα κοινό μοτίβο), σπάει κοινωνικά μεμιάς το βασικό της καθήκον, τη μητρότητα. Η οικεία σε όλες και όλα μας εικόνα της Μήδειας, προοικονομεί τη βαθιά δαιμονοποίηση που θα υποστεί μια τέτοια γυναίκα απ’ την κοινωνία, θα εξοριστεί στο μη ανθρώπινο, αφού ποια μάνα θα σκότωνε τα παιδιά της; Μια παιδοκτόνος μάνα, δεν παρεκκλίνει απλά απ΄ τον ρόλο της, τον αποδομεί σ΄ ένα έσχατο σημείο, που κοινωνικά ακουμπάει τον αποτροπιασμό, και εκεί πέρα δεν υπάρχουν δικαιολογίες, είτε μιλάμε για αμέλεια, είτε μιλάμε για σκόπιμη βία, η μάνα είναι εκεί για να φροντίζει,να ξεσκατίζει, να ακούει, ακόμη και και αν κακοπερνάει. Δεν υπάρχει διέξοδος/εναλλακτική.
Ένα απ’ τα πολλά συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε είναι ότι η αναπαράσταση γυναικών ως υποκείμενα βίαια, υποκύπτει στα κατεξοχήν στερεότυπα, ρόλους που έχουν δομηθεί χρόνια τώρα για το γυναικείο φύλο. Όσο και να μετασχηματίζονται οι έμφυλοι ρόλοι, μια γυναίκα δολοφόνος έχει ξεστρατίσει από τη «φυσική» της πορεία και θα δικαστεί και για το αδίκημα της αλλά και για αυτή της την παρέκκλιση, απ’ όλη την κοινωνία.
Τι θέλουμε από τους φεμινισμούς μας
Στο σήμερα πολλές φεμινιστικές τάσεις αγγίζουν, επικαιροποιούν τον όρο γυναικοκτονία και πέραν της αμιγώς φεμινιστικής κοινότητας, τον κοινωνικοποιούν στο ευρύτερο αντικαπιταλιστικό κίνημα. Είναι σημαντικό η ατζέντα υπεράσπισης των σωμάτων μας να σταθεί λίγο παραπάνω σ’ αυτόν τον όρο. Αν μπορούν να μας σκοτώνουν και να μην είναι κοινωνικά αναγνωρισμένο γιατί έγινε, για ότι άλλο και αν μιλήσουμε θα είναι μερικό. Επειδή μάλιστα, λείπουν πολλές που δεν ακούστηκαν, και δεν μπορούμε να τις καλέσουμε να μας συντροφεύσουν σε αυτή τη μάχη, πρέπει να μιλήσουμε εμείς. Εμείς που εν δυνάμει μπορεί και να βρεθούμε σε αυτή τη θέση, που δεν θα φύγουμε με το που μυριστούμε ότι θα παίξει βία απ’ τον γκόμενο μας, που ντρεπόμαστε γιατί ανεχτήκαμε το σπασμένο ποτήρι που έσπασε μπροστά μας, εμείς που πήραμε τηλέφωνο την κολλητή μας γιατί φοβόμαστε μη και μας παρακολουθεί ο πρώην μας, εμείς που του είπαμε αυτά να τα κάνει στον πατέρα του, όχι σε εμάς…
Εμείς που έχουμε τις αδυναμίες μας, που δεν τα έχουμε λήξει όλα, αλλά σιγοβράζει μέσα μας ο θυμός για καθεμία που μάθαμε πως «έφυγε», εμείς θέλουμε να σηκώσουμε τη συλλογική ευθύνη να μην επιτρέψουμε οι γυναικοκτονίες να συνεχίσουν να είναι μία κανονικότητα. Εμείς που όπως γίνεται κατανοητό, δεν είμαστε ένα ομοιογενές σύνολο, αλλά τόσο ετερόκλητες ως προς το πως θα αντιδρούσαμε σε ένα περιστατικό βίας από κοντινό μας άντρα, θέλουμε να μην επιτρέψουμε καμία άλλη δίκη γυναικοκτόνου να περάσει στην αφάνεια. Θεωρούμε πως πρέπει ως φεμινίστριες να στηρίζουμε τις δίκες των γυναικών που αμύνθηκαν σε περιστατικά κακοποίησης/ σεξουαλικής παρενόχλησης, και τα ελληνικά δικαστήρια ,μαζί με τις τοπικές κοινωνίες, τους έχουν ετοιμάσει χρόνια τώρα μπόλικες ταφόπλακες.
Για τα θύματα της βίας και το περιβάλλον τους:
- στηρίζουμε τις φίλες μας, τις γνωστές, τις συντρόφισσες μας που μάθαμε ότι κακοποιήθηκαν ή κακοποιούνται, αναγνωρίζοντας τη δυσκολία του να το πεις.
- σε μια κακοποιητική σχέση(είτε ψυχολογική, είτε σωματική) πρέπει να σκεφτούμε τις εαυτές μας και τι είναι καλύτερο για εμάς.
- καμιά δεν είναι λιγότερο δυναμική επειδή δεν ανταπέδωσε σε μια πράξη βίας, επειδή πάγωσε, φοβήθηκε.
- υπενθυμίζουμε σε μια γυναίκα που έχει υποστεί βία, πως δεν φταίει ποτέ αυτή, η ντροπή και το στίγμα πρέπει να είναι μέρος του θύτη.
- δεν μεταφέρουμε σε τρίτους το βίωμα της και γενικά δεν μιλάμε γι’ αυτό χωρίς τη συγκατάθεση της.
- στηρίζουμε την απομάκρυνση της από τον κακοποιητή, όσο και αν ισχυρίζεται πως έχει αλλάξει.
ΚΕΙΜΕΝΟ 2
Η ΒΙΑ ΣΤΑ ΓΗΠΕΔΑ
Η βία στα γήπεδα είναι ένα βαθιά κοινωνικό φαινόμενο με συγκεκριμένες αιτίες. Αποτελεί ένα κοινωνικό πεδίο δραστηριότητας και ως εκ τούτου επηρεάζεται και επηρεάζει πολιτικά, πολιτισμικά, οικονομικά και κοινωνικά συμβάντα. Όσο αυξάνεται η επιθετικότητα στην κοινωνία με αντίστοιχο αναλογικό τρόπο θα αυξάνεται και στον αθλητισμό. Η ρεαλιστική αντιμετώπιση του αρνητικού αυτού κοινωνικού φαινομένου όμως δεν μπορεί να προέλθει μέσα από μια κατασταλτική στρατηγική, αλλά μέσα από την κοινωνικό – προληπτική δράση και την αντιμετώπιση των γενεσιουργών παραγόντων του.
Η εξέλιξη του φαινομένου
Το φαινόμενο της βίας στα γήπεδα σε οργανωμένο επίπεδο δεν είναι καθόλου πρόσφατο αφού η εμφάνιση του τοποθετείται στα τέλη του 19ου αιώνα, δηλαδή λίγο μετά την οργάνωση της σύγχρονης μορφής του ποδοσφαίρου στην Αγγλία και την εξάπλωσή της στα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης. Βέβαια, πρέπει να αναφερθεί ότι οι ιστορικές έρευνες σχετικά με την προέλευση και την προϊστορία του ποδοσφαίρου, το οποίο πρωτοεμφανίζεται τον 13ο αιώνα στην Αγγλία, καταδεικνύουν ότι, ήδη από τους μεσαιωνικούς χρόνους, ήταν συνδεδεμένο με βίαιες εκδηλώσεις, ακόμη και με θανατηφόρα επεισόδια οφειλόμενα σε τοπικισμό, σε χρήση αλκοόλ ή σε φανατισμούς – εχθρότητες εκτός γηπέδων.
Στην αρχαία Ελλάδα το φαινόμενο των βίαιων ξεσπασμάτων εντός κάποιων αθλημάτων θεωρούνταν σχεδόν κάτι το δεδομένο, μάλιστα υπήρχαν πολλά Ολυμπιακά αθλήματα τα οποία είχαν πολύ βίαιο περιεχόμενο και ψυχαγωγούσαν τους φίλαθλους που “διψούσαν” για βία και αιματηρά επεισόδια (π.χ. Παγκράτιο, Πυγμαχία κτλ). Εκτός αυτού πολλοί αθλητές ήταν υπερήφανοι που συμμετείχαν σε τέτοιου είδους αθλήματα και έθεταν την ζωή τους σε κίνδυνο. Ακόμη και στην αρχαία Ρώμη οι μονομάχοι που πάλευαν μέχρι θανάτου φώναζαν στον Καίσαρα “Χαίρε Καίσαρ, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν”. Έτσι μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε πως το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα οι οπαδοί θέλουν να δουν εξάρσεις βίας και την επικράτηση της ομάδας τους μέσω αυτής είναι φυσιολογικό, πόσο μάλλον όταν δεν λαμβάνονται τα σωστά μέτρα για να αποφευχθούν τέτοια σκηνικά, αφού οι ρίζες τέτοιων φαινομένων είναι βαθιές στον ελληνικό χώρο και στα ελληνικά αθλήματα.
ΑΙΤΙΕΣ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΤΗ ΒΙΑ ΣΤΑ ΓΗΠΕΔΑ
Αν και το αθλητικό ιδεώδες είναι παγκόσμια αποδεκτό, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρούνται φαινόμενα φανατισμού και βίας στους αθλητικούς χώρους.
α) Ο κύριος παράγοντας που συμβάλλει στα επεισόδια είναι η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού, η οποία καλλιεργεί την επιδίωξη της νίκης με κάθε μέσο, οξύνει τον ανταγωνισμό και δυναμιτίζει το κλίμα των αθλητικών συναντήσεων.
β) Η ανοχή και υπόθαλψη του φανατισμού από τους παράγοντες που διοικούν τα σωματεία ενθαρρύνουν την «οπαδοποίηση» των φιλάθλων και την εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών στους αθλητικούς χώρους.
γ) Οι συνεχείς αναπόδεικτες καταγγελίες για ευνοϊκές διαιτησίες έχουν δηλητηριάσει πλέον κάθε Έλληνα φίλαθλο που πηγαίνει στο γήπεδο πρώτα για να αποδοκιμάσει τον διαιτητή και μετά να υποστηρίξει την ομάδα του.
δ) Οι πιεστικές συνθήκες ζωής, κυρίως στις μεγαλουπόλεις, η ανεργία και τα γενικότερα προβλήματα, που συνιστούν τη σκληρή σημερινή πραγματικότητα και προκαλούν τη δυσαρέσκεια και την αντίδραση των νέων, η οποία συχνά διοχετεύεται σε αντικοινωνικές πράξεις, καθώς επίσης και η έλλειψη ισχυρής πολιτικής βούλησης και η ελαστικότητα στην εφαρμογή των νόμων που ενθαρρύνουν την παραβατική και αξιόποινη συμπεριφορά.
ε) Ο χουλιγκανισμός πλέον έχει γίνει τρόπος ζωής για πολλούς νέους στη χώρα μας.
ζ) Άλλος ένας παράγοντας που συμβάλλει στα επεισόδια είναι η μερίδα του αθλητικού τύπου, που πολλές φορές εξάπτει τον φανατισμό – άμεσα ή έμμεσα – με προκλητικά πρωτοσέλιδα. Αλλά και η αναμετάδοση των περιστατικών βίας από την τηλεόραση, λειτουργεί επίσης ως πιθανός πολλαπλασιαστής της βίας. Η όποια κοινωνική έκρηξη πρέπει να έχει στόχο, όραμα, ελπίδα, αγώνα. Αυτά που οι Αρχές συντρίβουν μέσα κι έξω απ’ τους χώρους αθλητικών συναντήσεων. Εκεί όπου εχθρός παρουσιάζεται ο οπαδός, ο προπονητής, ο ποδοσφαιριστής, ο παράγοντας της αντίπαλης ομάδας. Ζούμε την απόλυτη παρακμή του ελληνικού ποδοσφαίρου. Το Στοίχημα, τις κασέτες, τα παιχνίδια των μάνατζερ, των ανθρώπων του υποκόσμου που εισέβαλαν στο ποδόσφαιρο για να γεμίσουν τις τσέπες τους. Το σκηνικό τρόμου που στήνεται δεν συνδυάζεται με τον αθλητισμό.
-Το οικογενειακό περιβάλλον
-Κοινωνικά προβλήματα
-Ο ρόλος των φίλων
-Ο ρόλος των ΜΜΕ
Χουλιγκανισμός!
Ο χουλιγκανισμός ονομάστηκε έτσι από τον όρο “hooliganism” που χρησιμοποιείται από τη δεκαετία του 1890 για να χαρακτηρίσει τη συμπεριφορά συμμοριών των δρόμων. Η χρήση του όρου εμφανίζεται σε μια αναφορά της Αστυνομίας του Λονδίνου το 1898, αλλά ενδεχομένως δεν είναι η πρώτη. Η επικρατέστερη θεωρία αναφέρει πως ο όρος πάρθηκε από το όνομα του Πάτρικ Χούλιχαν ο οποίος ήταν Ιρλανδός βάνδαλος που έμενε στο Λονδίνο. Μια άλλη θεωρία αναφέρει πως ο όρος προέρχεται από τον απολίτιστο τρόπο ζωής μιας Ιρλανδικής αγροτικής οικογένειας. Άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι ο όρος πάρθηκε από μία συμμορία του δρόμου στο Ισλινγτον του Λονδίνου που είχε το όνομα “Χούλι”.Ως χουλιγκανισμός αναφέρεται η ανάρμοστη και βίαιη συμπεριφορά οπαδών αθλητικών ομάδων που οδηγεί στη διατάραξη της τάξης. Εκφάνσεις χουλιγκανισμού συνήθως θεωρούνται πράξεις όπως η υβριστική συμπεριφορά σε γήπεδα κατά τη διάρκεια αγώνων πολλές φορές με ρατσιστική διάθεση, η επιθετική συμπεριφορά σε αυτούς τους χώρους, οι εισβολές οπαδών στον αγωνιστικό χώρο πολλές φορές με βίαιες διαθέσεις, οι ομαδικές συγκρούσεις οπαδών εντός και εκτός γηπέδων καθώς και δολοφονίες που γίνονται μεταξύ οπαδών που τάσσονται υπέρ διαφορετικών ομάδων. Σύμφωνα με τα παραπάνω μπορούμε να τους χωρίσουμε σε τέσσερις κατηγορίες χούλιγκαν:
1) Αυτοί που προκαλούν καταστροφές χωρίς ιδιαίτερη αφορμή, από έλλειψη παιδείας.
2) Αυτοί που μεταφέρουν εκτός έδρας εσωτερικές διαφορές και εθνικές αντιπαλότητες.
3) Οι οπαδοί από χώρες με υψηλό ποσοστό ανεργίας και αλκοολισμού.
4) Οι κάτοικοι φτωχών χωρών που βλέπουν τα επεισόδια ως φυσική προέκταση ενός σημαντικού ποδοσφαιρικού αγώνα ή, αλλιώς, ως ενεργό προσφορά των φιλάθλων στον αγώνα των ομοϊδεατών τους ποδοσφαιριστών.
Νόμοι που εισήχθησαν κατά του χουλιγκανισμού κυρίως μετά τα επεισόδεια στο EURO το 2οοο
Δανία: Όσοι μετέχουν σε επεισόδια δεν ξαναμπαίνουν στη χώρα.
Αγγλία: Όσοι Άγγλοι έχουν καταδικαστεί για χουλιγκανισμό στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό δεν μπορούν να βγουν από τη χώρα. Ισχύει από το 1999.
Γαλλία: Από το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1998 επιτράπηκαν δια νόμου οι ομαδικές συλλήψεις οπαδών, αλλά δεν προβλέπονται περιοριστικά μέτρα.
Γερμανία: Η πιο αυστηρή νομοθεσία της Ευρώπης «προσφέρει» μια μεγάλη σειρά ποινών στους δικαστές, ανάμεσα στις οποίες και η κατάσχεση διαβατηρίων και αστυνομικών ταυτοτήτων.
Συνέπειες της ΒΙΑΣ στα γήπεδα
Στην κοινωνία και στην οικονομία
Με τη γηπεδική βία καταστρέφονται ιδιοκτησίες (π.χ. γήπεδα, προπονητικά κέντρα, γραφεία κτλ.) Έτσι, οι σύλλογοι και οι ομοσπονδίες αναγκάζονται να διαθέσουν μεγάλα ποσά για την επιδιόρθωση των ζημιών. Οι οπαδοί των ομάδων πολύ συχνά τιμωρούνται από τις ομοσπονδίες και δεν μπορούν να παρευρεθούν στο γήπεδο για να δουν την ομάδα τους σε ορισμένους αγώνες. Έτσι, ακόμα και οπαδοί που δεν προκαλούν εντάσεις και ζημιές, δεν μπορούν να δουν την ομάδα τους, όταν δεν φταίνε αυτοί, αλλά οι ανεγκέφαλοι οπαδοί που υπάρχουν. Με σοβαρά επεισόδια, μπορούν να προκληθούν διάφοροι τραυματισμοί, ακόμα και θάνατοι, παικτών, προπονητών, φιλάθλων κτλ. Όλα αυτά τα γεγονότα αποτρέπουν πολλούς φιλάθλους απ’ το να πηγαίνουν στα γήπεδα με αποτέλεσμα να βλέπουμε γήπεδα με λίγο κόσμο, το οποίο γεγονός είναι κακό θέαμα και δυσφημίζει το ποδόσφαιρο.
Συνέπειες στο άτομο
Ο χουλιγκανισμός έχει ολέθριες επιπτώσεις στο άτομο της κάθε κοινωνίας. Αρχικά διακυβεύεται η προσωπική ασφάλεια των πολιτών καθώς συχνά πυκνά παρατηρούμε θύματα μετά από συγκρούσεις φανατισμένων οπαδών. Επιπλέον καταρρακώνεται η αξιοπρέπεια των θυμάτων και όλοι ανεξαιρέτως πάσχουν από ψυχολογικά προβλήματα. Επομένως, σύμφωνα με τα παραπάνω, επιτείνονται οι ανασφάλειες και οι καθημερινοί φόβοι των πολιτών. Υπονομεύονται οι σχέσεις, επιτείνεται η καχυποψία με φυσικό επακόλουθο την κοινωνική απομόνωση ορισμένων ανεγκέφαλων οπαδών. Αναμφίβολα, η σοβαρότερη συνέπεια του κοινωνικού αυτού προβλήματος αποδίδεται στην αλλοίωση της ελεύθερης έκθεσης.
Ο Ρολος της Θατσερ στο ποδοσφαιρο
Η Βαρόνη Μάργκαρετ Θάτσερ μία από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής άφησε την τελευταία της πνοή σε ηλικία 87 ετών από εγκεφαλικό επεισόδιο.Η Μάργκαρετ Ρόμπερτς όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, διετέλεσε πρωθυπουργός της Μ. Bρετανίας από το 1979 μέχρι το 1990.Ήταν η πρώτη γυναίκα που βρέθηκε στον πρωθυπουργικό θώκο έχοντας αναλάβει τα ηνία των Συντηρητικών το 1975 και κερδίζοντας τις εκλογές, εκτός από το 1979, το 1983 και το 1987.Η”Σιδηρά Κυρία” δεν είναι λίγες οι φορές που μνημονεύεται ακόμη και στη χώρα μας για την ακραία στάση που τήρησε αναφορικά με την πάταξη του χουλιγκανισμού στη Γηραιά Αλβιόνα. Στις 29 Μαϊου 1985 μία ώρα πριν την έναρξη του τελικού του πάλαι ποτέ Κυπέλλου Πρωταθλητριών ανάμεσα στη Λίβερπουλ και την Γιουβέντους, οι οπαδοί των “reds” παραβίασαν ένα κιγκλίδωμα που τους χώριζε από τους Ιταλούς με συνέπεια οι φίλοι των “μπιανκονέρι” να οπισθοχωρήσουν προς έναν τοίχο. Όσοι βρίσκονταν εκεί συνεθλίβησαν από την πίεση χιλιάδων ανθρώπων. Ο τοίχος τελικά κατέρρευσε με συνέπεια 39 οπαδοί να χάσουν την ζωή τους, ενώ περισσότεροι από 600 τραυματίστηκαν. Η Μάργκαρετ Θάτσερ αποφάσισε να εξαντλήσει την αυστηρότητα της προτείνοντας τιμωρία αποκλεισμού πέντε ετών για κάθε αγγλική ομάδα από τις διοργανώσεις της UEFΑ και επιπλέον μέτρα προκειμένου να εκλείψει κάθε μορφή χουλιγκανισμού στο “Νησί”. Η αγγλική ποδοσφαιρική ομοσπονδία επικύρωσε τις εισηγήσεις της τότε Αγγλίδας πρωθυπουργού προλαβαίνοντας ουσιαστικά τον πέλεκυ της UEFA. Πρέπει να πατάξουμε τον χουλιγκανισμό και θα διαβούμε ξανά τη θάλασσα για να παίξουμε σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις, μόνο αν και όταν τελειώσουμε με αυτό το πρόβλημα” είχε πει η Μάργκαρετ Θάτσερ.
Η ΒΙΑ ΣΤΑ ΤΟΠΙΚΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑΤΑ
Έχει στοιχίσει ανθρώπινες ζωές, σοβαρούς τραυματισμούς αλλά και την περιουσία, τόσο των πολιτών, όσο και της χώρας μας. Το θέμα αυτό είναι η βία στα γήπεδα, κυρίως ποδοσφαίρου και καλαθοσφαίρισης, αφού συχνά μετατρέπονται σε ρινγκ, όπου οπαδοί, αθλητές και διαιτητές χάνουν τον έλεγχο βιαιοπραγώντας με μίσος αδικαιολόγητο. Η συμπεριφορά αυτή δεν λαμβάνει χώρα μόνο σε μεγάλες διοργανώσεις. Είναι φαινόμενο που παρατηρείται από μερικά τοπικά πρωταθλήματα μέχρι το Κύπελλο και το πρωτάθλημα Ελλάδας. Οι παράγοντες που προκαλούν και εξάπτουν αυτή τη συμπεριφορά είναι πολλοί. Οι λέσχες των οργανωμένων οπαδών με την σημερινή λειτουργία τους, οι εκστατικοί τίτλοι στις αθλητικές εφημερίδες, η ανάγκη για ξέσπασμα ακόμη και λόγω ψυχολογικών προβλημάτων ορισμένων ατόμων, αποτελούν ένα επικίνδυνο συνονθύλευμα που μόνο αρνητικό αποτέλεσμα μπορεί να έχει. Ας μην ξεχνάμε ότι η ψυχολογική βία που προκαλούν οι θερμοκέφαλοι οπαδοί με ακατονόμαστες εκφράσεις στους αθλητές ή στους διαιτητές αποτελεί την πιο συχνή αιτία για να ξεσπάσει μια διαμάχη.
ΚΕΙΜΕΝΟ 3
Η ΒΙΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
Η βια μεσα στην οικογενεια και γενικοτερα μεσα στο κοινωνικο συνολο δεν υπηρχε παντοτε.Οι αρχαιολογοι,οι κοινωνιολογοι και οι αλλοι ερευνητες και ειδικοι επιστημ-ονες υποστηριζουν οτι η βια κανει την εμφανιση της περιπου γυρω στο 4000 π.χ.μαζι με το πατριαρχικο συστημα και την εμφανιση του θεσμου της ιδιοκτησιας.Τη προπα-τριαρχικη περιοδο οι ανθρωποι ζουν ειρηνικα χωρις διενεξεις και συγκρουσεις.Οι μεν ανδρες στις δικες τους ομαδες,οι δε γυναικες στις δικες τους.Κανεις δεν διεκδικει κυ-ριαρχικα δικαιωματα πανω στον αλλο.Οταν εμφανιζεται το πατριαρχικο συστημα,ενα συστημα που χαρακτηριζεται ως ιεραρχικο και εξουσιαστικο,που στηριζεται κυριως στη δυναμη του ισχυρου,οι ανθρωποι διαχωριζονται σε ταξεις.Στ ανωτερο μερος της ιεραρχιας βρισκεται ο ισχυρος,ο Πατριαρχης,ο οποιος ασκει κυριαρχικα δικαιωματα πανω στους αδυνατους η κατωτερους του η υπηκοους του.Για να επιβληθει και να υποταξει τους ανθρωπους που αλλοτε ηταν ισοτιμοι ο θυτης χρησιμοποιει πολλα και διαφορα μεσα.Μεταξυ των μεσων αυτων ειν η τιμωρια και οι πατριαρχικοι νομοι που επιβαλλονται με τη βια και τις απειλες καθως και οι πολεμοι.Μεσα σ ενα πατριαρχικο κρατος η οικογενεια αποτελει μια μικρογραφια της πιο μεγαλης οικογενειας,του κρατους και λειτουργει με τον ιδιο εξουσιαστικο τροπο.Ανωτατος αρχων της πατριαρχικης οικογενειας ειν ο ανδρας που ονομαζεται αρχηγος της οικογενειας.Τα μελη της οικογενειας του,ειν η ιδιοκτησια του.Οι νομοι του επιτρεπουν να τους συμπεριφερεται οπως αυτος θελει,χωρις να δινει λογαριασμο σε κανεναν..
Μεσα σε μια πατριαρχικη οικογενεια δεν υφισταται ισοτητα και επικοινωνια.Ο αρχηγος της οικογενειας,ο ανδρας,μιλαει,διατασσει,υποδεικνυει και οι υπολοιποι υπακουουν πιστα σ αυτον και εκτελουν τις διαταγες του.Αν αντιδρασουν η αν δεν υπακουσουν στις εντολες του,τοτε οι νομοι του δινουν το δικαιωμα να τους τιμωρησει,οπως αυτος θελει..Τ αγορια που βλεπουν συνεχως το πατερα τους να χτυπα μαθαινουν απο πολυ νωρις οτι η βια ειν ενας εξαιρετικα αποτελεσματικος τροπος για την επιβολη της θελησης του ισχυροτερου.Οταν θα μεγαλωσουν θα τη χρησιμοποιουν πανω στις δικες τους συζυγους,διαιωνιζοντας την βια μ αυτο το τροπο απο γενια σε γενια.Η κακοποιηση,ο ξυλοδαρμος ιδιαιτερως,της συζυγου για «διορθωτικους σκοπους» προβλεπεται απ τη νομοθεσια αρκετων πατριαρχικων κρατων ακομη και μεχρι τον 20ο αιωνα.Και οταν καποιοι νομοι αρχιζουν δειλα-δειλα να την απαγορευουν η κακοποιηση συνεχι-ζεται απο συνηθεια.Το κρατος και ο κοινωνικος περιγυρος συνεχιζουν να την ανεχο-νται.Αν τολμησει καποιο απ τα θυματα να διαμαρτυρηθει γι αυτο που υπεστη ολοι το ρωτουν τι εκεινο εκανε για να προκαλεσει τη βιαιη αντιδραση του συζυγου της,ριχν-ουν δηλαδη ολη την ευθυνη σ αυτην.Επειδη το κοινωνικο συνολο γενικα θεωρει ως υπευθυνες τις γυναικες για τη κακοποιηση που αυτες υφιστανται,γι αυτο και οι γυναικες αρνουνται να μιλησουν για το προβλημα που τις απασχολει.Φοβουνται οτι θα κα-τηγορηθουν και γι αυτο επιλεγουν τη σιωπη.Ετσι λοιπον παρα το γεγονος οτι γνωριζ-ουμε απο παλια κειμενα οτι ο ξυλοδαρμος της γυναικας ειναι πλατια διαδεδομενος δεν μπορουμε ακριβως να υπολογισουμε την εκταση του.Η διεξαγωγη ερευνας πανω σ αυτο τ αντικειμενο ειναι πολυ δυσκολη.
Απόσπασμα από Διπλωματική εργασία μεταπτυχιακού φοιτητή Μπακογιώργου Γεώργιου
ΚΕΙΜΕΝΟ 4
Η ΒΙΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ 
Ακόμα και στις μέρες μας αρκετά παιδιά πέφτουν θύματα κακοποίησης, κυρίως από τους γονείς τους, οι οποίοι χρησιμοποιούν τη βία ως μέσο πειθαρχίας, αλλά και από άλλα σημαντικά πρόσωπα του περιβάλλοντος τους. Τα τελευταία χρόνια, έχει διαπιστωθεί και κακοποίηση μεταξύ συνομηλίκων.
Κακοποίηση είναι η άσκηση βίας με σκοπό την “επιβολή ελέγχου” ή την υποταγή. Είναι μια επιθετική συμπεριφορά που προκαλεί τραύμα, πόνο, φόβο, δυσφορία, ενοχή και έχει πολλές αρνητικές συνέπειες για το άτομο που τη δέχεται. Όταν υπάρχει κακοποίηση υπάρχει και ανισορροπία δυνάμεων ψυχική ή σωματική.
Αυτός που κακοποιεί αισθάνεται ή και είναι πιο ισχυρός από αυτόν που κακοποιείται, ο οποίος νιώθει ανήμπορος να αντιδράσει. Έτσι δημιουργούνται οι θύτες και τα θύματα.
Οι μορφές που μπορεί να πάρει η κακοποίηση είναι οι εξής:
- Σωματική (χτυπήματα με το χέρι ή με τη χρήση αντικειμένων, τσιμπήματα, τράβηγμα μαλλιών, δαγκώματα, κλωτσιές, κάψιμο με αντικείμενα π.χ. τσιγάρο, ακατάλληλες μέθοδοι πειθαρχίας για την ηλικία του παιδιού).
- Συναισθηματική. Περιλαμβάνει λεκτικές κυρίως συμπεριφορές που πλήττουν την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Τέτοιου είδους συμπεριφορές θεωρούνται οι φωνές, οι αρνητικοί χαρακτηρισμοί, η έλλειψη στοργής και αγάπης, η δημιουργία ενοχών, η ταπείνωση, οι απειλές εγκατάλειψης ή βίας.
- Σεξουαλική. Αναφέρεται σε οποιαδήποτε συμπεριφορά που αποβλέπει στη σεξουαλική διέγερση του ενήλικα (επαφή ή διείσδυση με οποιοδήποτε τρόπο στα γεννητικά όργανα ή τον πρωκτό του παιδιού από ενήλικα ή το αντίστροφο, έκθεση παιδιού σε πορνογραφικό υλικό κ.α.)
- Παραμέληση και έκθεση σε κίνδυνο. Αφορά τη στέρηση του παιδιού από τις βασικές και απαραίτητες για τη διαβίωση και την υγιή του ανάπτυξη ανάγκες. Τέτοιες ανάγκες είναι η σίτιση, η ένδυση, η στέγαση, το καθαρό και υγιές περιβάλλον, η ιατρική φροντίδα, η εκπαίδευση.
- Εκμετάλλευση. Αναφέρεται στη χρησιμοποίηση του παιδιού προς οικονομικό κυρίως όφελος του ενήλικα. Η παιδική εργασία, επαιτεία ή πορνεία είναι μορφές εκμετάλλευσης.
Εξετάζοντας τα αίτια του φαινομένου κακοποίησης, θα πρέπει να το δούμε μέσα στο εκάστοτε κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο, στο οποίο εμφανίζεται. Αυτό σχετίζεται με το πόσο ανεκτική και επιτρεπτική είναι μια κοινωνία στην άσκηση βίας ως μέσο πειθαρχίας και διαπαιδαγώγησης του παιδιού. Οι υποβαθμισμένες μορφωτικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες ενοχοποιούνται για την επιθετική συμπεριφορά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κακοποίηση δε μπορεί να εμφανιστεί και σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα.
Από τους βασικότερους αιτιολογικούς παράγοντες θεωρούνται κάποια χαρακτηριστικά της οικογένειας και της προσωπικότητας των γονέων. Φτωχή επικοινωνία μεταξύ των μελών της οικογένειας, δυσλειτουργικές σχέσεις, διαζύγια έντονης αντιδικίας, δύσκολες συνθήκες επιβίωσης είναι μερικοί από τους παράγοντες που σχετίζονται με την οικογένεια.
Όσον αφορά τους γονείς, αυτοί στις περισσότερες περιπτώσεις είναι άτομα που και τα ίδια έχουν βιώματα κακοποίησης ή αποστέρησης κατά την παιδική τους ηλικία.
Συχνά έχουν ψυχιατρικά προβλήματα, εγκληματικό παρελθόν και διαταραχές προσωπικότητας. Ως γονείς έχουν δυσκολία να ταυτιστούν με το ρόλο τους, έχουν υπερβολικές προσδοκίες από το παιδί τους και προβάλουν σε αυτό δικά τους συναισθήματα και σκέψεις. Επίσης είναι ελάχιστα ανεκτικοί σε ερεθίσματα που προέρχονται από το παιδί (π.χ. δεν αντέχουν το κλάμα του μωρού).
Σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξουν και παράγοντες που αφορούν το ίδιο το παιδί, όπως για παράδειγμα το εάν ήταν ένα επιθυμητό ή όχι παιδί, το εάν έχει κάποιο χρόνιο νόσημα, νοητική υστέρηση ή κάποια άλλη διαταραχή.
Για να γίνει διάγνωση της κακοποίησης απαιτούνται ιατρικές εξετάσεις, παιδοψυχιατρική αξιολόγηση, ένα πλήρες κοινωνικό ιστορικό και παρατήρηση της συμπεριφοράς του ίδιου του παιδιού. Η κλινική εικόνα ενός κακοποιημένου παιδιού περιλαμβάνει εξωτερικές και εσωτερικές κακώσεις. Εξωτερικά εμφανίζονται μώλωπες, εκδορές, εγκαύματα, εικόνες υποσιτισμού και καθυστέρηση της ανάπτυξης. Εσωτερικά υπάρχουν κατάγματα, κακώσεις των ζωτικών οργάνων και εσωτερική αιμορραγία.
Οι σημαντικότερες όμως επιπτώσεις της κακοποίησης είναι στην ψυχική υγεία του παιδιού. Ένα παιδί που έχει κακοποιηθεί εμφανίζει δυσκολίες προσαρμογής στην καθημερινότητα και προβλήματα συμπεριφοράς. Φοβάται για την ασφάλεια τη δική του και των άλλων και δυσκολεύεται να αναπτύξει το αίσθημα της εμπιστοσύνης προς τους γύρω του. Συχνά εμφανίζει μετατραυματικό στρες, διαταραχές της διάθεσης ή της ανάπτυξης της προσωπικότητας του.
Στο σχολείο απομονώνεται από τους συμμαθητές του και αναπτύσσει το συναίσθημα της ντροπής, έχει τάση μυστικοπάθειας και η επίδοση του πέφτει εξαιτίας της εμφάνισης μαθησιακών διαταραχών. Το παιδί αυτό έχει υψηλά επίπεδα άγχους, νιώθει συνεχώς φόβο και έχει προβλήματα στον ύπνο με συχνούς εφιάλτες. Αισθάνεται ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα., ότι κανείς δεν μπορεί να το βοηθήσει και ότι η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει.
Μεγαλώνοντας υπάρχουν πολλά ψυχικά τραύματα και τα παιδιά αυτά αδυνατούν να αναπτύξουν υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις. Στο ρόλο τους ως γονείς έχουν και οι ίδιοι προβλήματα και είναι ανεπαρκείς.
Σοβαρές επιπτώσεις όμως υπάρχουν και όταν τα παιδιά γίνονται μάρτυρες της κακοποίησης κάποιου άλλου, για παράδειγμα της μητέρας. Τότε είναι πιθανό να πάρουν το ρόλο του «προστάτη», προσπαθώντας να παρέμβουν για να σώσουν αυτόν που κακοποιείται. Αυτό μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους. Με το να εμπλακούν τα ίδια στη βία, με το να αρνούνται να αφήσουν μόνο του το θύμα, με το να το παροτρύνουν να φύγει από το σπίτι για να γλιτώσει.
Συχνές είναι οι περιπτώσεις των παιδιών που μπορεί να εμφανίσουν ακόμα και σχολική άρνηση φοβούμενα ότι κατά την απουσία τους στο σχολείο η μητέρα μπορεί να πάθει κάτι. Επίσης είναι πιθανό και τα ίδια να αναπτύξουν βίαιη συμπεριφορά εφόσον θεωρούν πλέον τη βία ως συνήθη συνθήκη μεταξύ των ατόμων. Τα επίπεδα άγχους και φόβου είναι εξίσου υψηλά με αυτά ενός παιδιού που κακοποιείται το ίδιο. Άλλωστε με το να είναι ένα παιδί μάρτυρας της κακοποίησης κάποιου άλλου, κακοποιείται και το ίδιο συναισθηματικά.
Η παρέμβαση σε περιπτώσεις κακοποίησης αρχίζει από τη στιγμή που θα γίνει η καταγγελία ή που κάποιος θα απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό. Η βασική προτεραιότητα είναι η προστασία του θύματος με κάθε τρόπο, ακόμα και με την απομάκρυνση του από το κακοποιητικό περιβάλλον.
Στην περίπτωση των παιδιών συνήθως προτείνεται νοσηλεία για μερικές μέρες όπου θα γίνουν και όλες οι απαραίτητες εξετάσεις και μετά η ομάδα των ειδικών θα αποφασίσει εάν το παιδί θα γυρίσει σπίτι του ή θα πάει σε ίδρυμα, σε ανάδοχη οικογένεια ή θα δοθεί για υιοθεσία. Σε περίπτωση που το παιδί επιστρέψει σπίτι απαραίτητη είναι η συνεχής επίβλεψη της οικογένειας και η συχνή επανεκτίμηση της κατάστασης. Η κινητοποίηση του κοινωνικού περιβάλλοντος (συγγενείς, γειτονιά, σχολείο, τοπικές υπηρεσίες) μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην προστασία του παιδιού.
Σε κάθε περίπτωση, η ψυχοθεραπευτική παρέμβαση είναι απαραίτητη για όλα τα εμπλεκόμενα μέλη από έναν έμπειρο σε θέματα κακοποίησης θεραπευτή.
Συγγραφή – Επιμέλεια Άρθρου Ιωάννα Κούρια Ψυχολόγος – Παιδοψυχολόγος.
ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΤΛΗΘΗΚΑΝ ΑΠΌ ΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
ΘΕΜΑΤΑ
Α1.Να συνοψίσετε την οπτική του συντάκτη/τησ συντάκτριας του πρώτου κειμένου σε 80 λέξεις.Μ.15
Β1.Εάν σκοπός του συντάκτη του δευτέρου κειμένου είναι να πείσει,να εντοπίσετε τέσσερις τρόπους με τους οποίους επιτυγχάνει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και να τους εξηγήσετε .Μ.12
Β2.Να εντοπίσετε τέσσερα στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι το τέταρτο κείμενο αποτελεί δείγμα επιστημονικού λόγου.Μ.8
Β3α.Σε τι εξυπηρετούν οι ενδιάμεσοι τίτλοι του κειμένου 2 και και η κατάταξη με κουκκίδες του κειμένου 4.Γιατί οι συντάκτες επέλεξαν αυτούς τους τρόπους μορφοποίησης των κειμένων τους; Μ.6
Β3β.Να εντοπίσετε στο κείμενο 1 μία παράγραφο λιτότητας και μία παράγραφο πειστικότητας και να τις αιτιολογήσετε.Μ.8
Β4.Να εξηγήσετε τον ρόλο της αυθεντίας στην παράγραφο του κειμένου 2 όπου γίνεται αναφορά στη Μάργκαρετ Θάτσερ. Μ.6
ΚΕΙΜΕΝΟ 5
«Family affair» του Θανάση Λιακόπουλου
Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε αυτός ο χαμός απ’ τη συγκεκριμένη μονοκατοικία. Όπως κι άλλες φορές είχε καταφθάσει η αστυνομία αρκετά αργοπορημένη. Τους ήξεραν πια. Ενδοοικογενειακοί καβγάδες. Ο γιος βιαιοπραγούσε κατά της μάνας κι ο πατέρας έμπαινε στη μέση να τους χωρίσει. Άγρια εφηβεία, έλεγαν γείτονες κι αστυνομικοί. Το κακό όμως είχε παραγίνει. Και αυτή την τελευταία φορά είχε φθάσει στο απροχώρητο. Η Σούλα βρισκόταν αιμόφυρτη και ξέπνοη στο πάτωμα. Σχεδόν μια μάζα σάρκας και οστών διαλυμένων – ιδίως το κρανίο. Οι φωνές ακούγονταν σε απόσταση δεκάδων μέτρων. Οι φωνές… οι βρισιές δηλαδή του Κώστα, οι παρακλήσεις του πατέρα του να σταματήσει και οι κραυγές πόνου της μάνας του, της Σούλας.
Όταν έφθασε η πρώτη ομάδα ΔΙ.ΑΣ. όλα είχαν τελειώσει. Η Σούλα δεν είχε σφυγμό. Κλήθηκε ασθενοφόρο. Ο Κώστας άφαντος. Το ίδιο κι ο Γιώργος, ο πατέρας του. Οι ανακρίσεις άρχισαν αμέσως στους περίοικους. Αν και όλοι ήξεραν τα καθέκαστα. Τα γνωστά. Η μάνα ξυλοφορτωμένη. Ο πατέρας στη μέση να προσπαθεί να συγκρατήσει τον γιο. Ο γιος φτάνει στο απροχώρητο και την αφήνει μισοπεθαμένη. Έφυγε σαν κυνηγημένος, είπαν οι γείτονες που παραφυλούσαν πίσω απ’ τα μισάνοιχτα παντζούρια. Ο πατέρας στο κατόπι να τον πιάσει, μάλλον, έλεγαν. Ο λόγος; Ρωτούσαν επίμονα οι αστυνομικοί, γιατί αυτή τη φορά έχουμε φόνο, καταλαβαίνετε. Μάλλον δε θα τη βγάλει η κυρία Σούλα, όπως έλεγαν οι διασώστες του ΕΚΑΒ που την παρέλαβαν. Τα γνωστά, απαντούσαν. Απ’ το τίποτα. Δεν ακούστηκε κάτι καινούργιο. Τις προάλλες ήθελε να πάει σινεμά. Με τον πατέρα του μαζί. Να δουν μια ταινία, κάτι με Αβένγκερ, Αβέτζερ, κάπως έτσι. Η Σούλα δεν τον άφησε και τα ’βαλε με τον άντρα της. Και πάλι ο μικρός τής επιτέθηκε. Και τώρα πάλι τα ίδια. Ήθελε να πάει για καφέ. Η Σούλα του ’πε όχι. Προθυμοποιήθηκε να πάει κι ο Γιώργος μαζί. Η Σούλα έγινε έξω φρενών με τον Γιώργο. Άρχισε να τον βρίζει και να τον απειλεί πως θα τον χωρίσει. Πως θα τον καταδώσει στην αστυνομία. Πως θα τον κλείσει μέσα. Και μάλλον κάπου εκεί τρελάθηκε ο Κώστας και της ξαναεπιτέθηκε. Πολύ πιο βίαια αυτή τη φορά. Ο Γιώργος ακούστηκε να μπαίνει στη μέση. Αλλά ως φαίνεται δεν τον πρόλαβε. Το κακό το ’χε κάνει.Οι αστυνομικοί, εκ φύσεως καχύποπτοι, το τραβούσαν – καίτοι γνώριζαν. Όμως τώρα ήταν κατάθεση για πιθανή ανθρωποκτονία. Άλλαζε το πράμα… Και πού είναι ο πατέρας τώρα; Γνωρίζετε; Το πιο πιθανό είναι να τον πήρε στο κυνήγι. Ακούσαμε ένα τρεχαλητό δυνατό και είδαμε… Τον Κωστάκη να βγαίνει κρατώντας έναν σάκο… κι από πίσω τον Γιώργο να τον κυνηγάει και να του φωνάζει να σταματήσει. Πήρε κανείς τους κάποιο όχημα; Έχει κάποιο όχημα η οικογένεια; Μα φυσικά, είναι καλοβαλμένοι. Όλοι τους έχουν. Και η Σούλα, ένα παλιό Χιουντάι, και ο Γιώργος, ένα Γκολφ καινούργιο, και ο Κώστας ένα παπάκι. Ακούσατε τον ήχο κάποιου; Της μηχανής σίγουρα του Κωστάκη κι ενός αυτοκινήτου λίγο πιο μετά. Ο Κωστάκης τι επαγγέλλεται; Ξέρετε, μαθητής λυκείου, τελειώνει φέτος. Και ο Γιώργος; Ιδιωτικός υπάλληλος μεγαλοεπιχείρησης. Και η Σούλα, το θύμα; Οικιακά…
Φως φανάρι τα πράγματα για τους έμπειρους. Φώναξαν τη Δίωξη να κάνει τη δουλειά της. Έπεσαν στα τηλέφωνα και στους ασυρμάτους. Κι ενώ η λίμνη αίματος παρέμενε βουβή κι ακίνητη, γύρω της τριβέλιζαν κινητά και σύριζαν ασύρματοι. Η ευρύχωρη κουζίνα γινόταν θέατρο συνεννοήσεων. Όταν κόπασε η θύελλα φωνών και διαταγών, τσιγάρα άναψαν. Μια σιγή απλώθηκε, που έκανε το αίμα να ταραχτεί… Ένας ήχος απ’ την εξώπορτα του σπιτιού θρυμμάτισε τον αιμάτινο καθρέφτη της σιωπής. Ο Γιώργος μπήκε καταρρακωμένος. Μια σκιά του εαυτού του. Οι ΔΙ.ΑΣ. έπεσαν πάνω του. Κατάθεση. Κάτσε. Στρώσου. Μίλα. Πες, τι έγινε; Είσαι ο μόνος αυτόπτης. Δεν ολοκλήρωσαν τις ερωτήσεις. Μπούκαρε αλλόφρων ένας αστυνόμος. Μάγκες, ανθρωποκτονία. Η γυναίκα κατέληξε στο Παπαγεωργίου. Τη δουλειά σας. Σήματα για αναζητήσεις… ποιος είναι αυτός; Ο Γιώργος δε φάνηκε ούτε ν’ ακούει ούτε να καταλαβαίνει. Οι ΔΙ.ΑΣ. ενημέρωσαν. Αλλάζει το πράμα. Πηγαίντε τον στο Τμήμα. Αναζήτηση μόνο για Κωνσταντίνο Αζουτζίδη. Τα γνωστά, σήματα και τα ρέστα. Πανελληνίως. Μέσω συστήματος. Έρχεται η σήμανση με δίωξη κ.λπ. Φέρτε τον μέσα για κατάθεση και πάμε να συνεχίσουμε. Ο Γιώργος συνέχιζε να μην καταλαβαίνει. Τον σήκωσαν δύο. Τον έβαλαν σ’ ένα περιπολικό απ’ τα πολλά που ’χαν μαζευτεί. Άχνα δεν έβγαλε.
Ένα παπάκι κατηφόριζε με όσο έπιανε την εθνική οδό. Πέρασε τα τρία πρώτα διόδια από Θεσσαλονίκη. Φούλαρε βενζίνη και συνέχισε την κάθοδο. Ξαναγέμισε σ’ έναν ΣΕΑ και έμεινε από καύσιμα, μέσα στη νύχτα, λίγο μετά τη Λαμία. Ο Κώστας άρχισε να το τσουλάει. Ο προορισμός Αθήνα δε φαινόταν πια και τόσο εύκολος. Σκέφτηκε να γυρίσει, επιτόπια, για Λαμία. Το τσιμεντένιο διάζωμα τον εμπόδιζε. Θα το σήκωνε. Θα το πέταγε απ’ την άλλη. Θα ξέφευγε…
Στον δρόμο για το Τμήμα ο Γιώργος έδειξε αδιαθεσία. Μια ζαλάδα, τους είπε. Και σε δευτερόλεπτα άρχισε να χτυπιέται σαν τρελός στο πίσω κάθισμα. Οι αστυνομικοί τα χρειάστηκαν. Αλλαγή πορείας για Παπαγεωργίου. Εφημέρευε. Νευρικό κλονισμό είπαν στους νοσηλευτές όταν έφτασαν. Υπό κράτηση. Θα έρθουμε μαζί σας. Στα εξωτερικά τού έκαναν μια ηρεμιστική ένεση. Αποκοιμήθηκε αμέσως. Τον πήγαν συνοδεία σε δωμάτιο και του πέρασαν χειροπέδες ασφαλισμένες στο κρεβάτι.
Η υπερπροσπάθεια να το ανεβάσει στο διάζωμα τον εξόντωσε. Με ήδη σπασμένα νεύρα τσάκισε. Απ’ την υπερπροσπάθεια δεν είδε ένα αυτοκίνητο που ερχόταν στο ανέβασμα. Στην κίνηση να το κατεβάσει ομαλά στην αντίθετη κατεύθυνση το αυτοκίνητο ίσα που ακούμπησε την μηχανή και την έσπρωξε να πέσει. Μαζί της και τον Κώστα. Ένα τσιριχτό και απότομο φρενάρισμα από πιο μπροστά και δυο μεσήλικες πετάχτηκαν πανικόβλητοι. Φωνές, μπινελίκια, βρισιές, το κινητό… να πάρουμε αστυνομία. Στο άκουσμα ο Κώστας πετάχτηκε όρθιος. Είμαι καλά, είμαι καλά… Έτσι ξέπνοος δεν ακούστηκε. Τον πλησίασαν, αφού πρώτα έδωσαν ακριβή θέση στην αστυνομία. Εκείνος συνέχισε να λέει πως ήταν καλά. Είχε την αίσθηση πως φώναζε, αλλά ίσα που ακουγόταν. Ένας απ’ τους μεσήλικες πλησίασε το αυτί του σχεδόν στο στόμα του Κωστάκη για να τον ακούσει. Αφού κατάλαβε τι έλεγε ο μικρός, βάλθηκε να τον καθησυχάσει. Δεν πειράζει, καλύτερα να έρθουν, αφού είσαι και καλά… Η μηχανή εντάξει; Μια χαρά, τους διαβεβαίωσε. Τους πήρατε; Έρχονται. Άρχισε να χτυπιέται και να φωνάζει. Οι μεσήλικες τα ’χασαν. Κι όταν έφτασε να τους απειλεί, τον έπιασαν κι οι δυο και τον έριξαν μέσα στο αυτοκίνητο. Περίμεναν.
Το Α.Τ. Λαμίας ήταν άδειο. Οδήγησαν τον Κώστα σε ένα δώμα του ισογείου και τον κλείδωσαν εκεί, αφού του πήραν κινητό και ταυτότητα, δίπλωμα κ.λπ. Τους δυο μεσήλικες τους οδήγησαν σε ένα ξενοδοχείο, με την εντολή να εμφανιστούν το πρωί στον διοικητή για κατάθεση. Αν διαφύγουν, το βράδυ θα έχουν κυρώσεις. Αυτή ήταν η εντολή του διοικητή, που τον είχαν ξυπνήσει χαράματα. Το πρωί…
Ο διοικητής, παλιά καραβάνα στο κουρμπέτι. Στέλεχος της ασφάλειας στην Αθήνα για χρόνια. Με μεγάλες επιτυχίες στο παλμαρέ του. Λίγο πριν τη σύνταξη κατάφερε να πετύχει μια μετάθεση κοντά στη γενέτειρά του, για να τελειώσει ήρεμα την πολυτάραχη καριέρα του. Είχε πάει απ’ τις έξι και έψαχνε στοιχεία για τον νεαρό και τους άλλους δύο. Βρήκε τα σήματα για την αναζήτηση του Κ. Αζουτζίδη. Έκανε τηλέφωνα. Έμαθε για τον πατέρα. Το πρωί ακόμα δεν είχε ξυπνήσει. Για τη μάνα. Άρα οι συνάδελφοι από πάνω δεν ήξεραν τίποτα. Τους είπε πως κρατούσε τον υιό Αζουτζίδη. Θα έστελναν κλούβα να τον παραλάβει. Ζήτησε άδεια προανάκρισης. Θα τους έβγαζε κι από έναν κόπο παραπάνω, αν τον άφηναν να κάνει τη δουλειά του. Δεν τον ήξεραν. Δεν τον εμπιστεύονταν. Αλλά άμα ήταν να γλιτώσουν δουλειά, γιατί όχι.
Λίγο πριν πλακώσουν τα μεσήλικα, μπήκε στο δώμα όπου τον κρατούσαν. Άυπνος ο μικρός. Ξεθωριασμένος. Κάτασπρος. Ο διοικητής έβγαλε το κινητό του και το άφησε στο τραπέζι. Είχε ρυθμίσει ήδη την ηχογράφηση. Μπροστά του πήρε τηλέφωνο και του παράγγειλε μπρέκφαστ αγγλικό. Ο Κωστάκης τα ’χασε. Τον ρώτησε αν καπνίζει. Λίγο, του απάντησε, γιατί ο μπαμπάς δεν επιτρέπει. Δεν πειράζει, τον καθησύχασε, δε σε βλέπει τώρα. Κάνε τσιγάρο, του ’πε και του πάσαρε τα Ντάνχιλ του, ξεκλειδώνοντας τη χειροπέδη. Το πρώτο το ρούφηξε σε δυο λεπτά. Άναψε κι άλλο. Ήρθε και το μπρέκφαστ. Ξεκίνα να τρως. Όλο δικό σου. Και λέγε μου… Πάνω που έπεσε με τα μούτρα, σταμάτησε απότομα. Τι να σου πω; Όλη την αλήθεια, για το πώς βρέθηκες με παπάκι, βραδιάτικα, μετά τη Λαμία… Ο Κώστας ανάσανε και συνέχισε να μασάει ένα κρουασάν που ’χε μασαμπουκώσει ολόκληρο σχεδόν. Είχε πάνω από τρεις ώρες το ξημέρωμα να καταστρώσει την ιστορία που θα τους έλεγε. Παραλίγο όμως να πνιγεί, όταν ο διοικητής τού ’πε πως ο πατέρας του τα ξέρασε όλα.
Αποκλείεται, ψέλλισε με γεμάτο στόμα. Ο διοικητής τού ’δειξε το παράθυρο και σηκώθηκε να φύγει. Αν δε με πιστεύεις, σε λίγο θα καταφθάσει μια κλούβα από Θεσσαλονίκη να σε παραλάβει για δικαστήριο και μπουντρού. Τα ξέρουν όλα. Και θα σε περιποιηθούν καταλλήλως απ’ τη στιγμή που θα σε παραλάβουν μέχρι και την τελική δίκη. Η μάνα σου πέθανε. Κι ο πατέρας σου ομολόγησε. Οπότε, αν θες να με κάνεις να κάνω βόλτες τους ορόφους εδώ μέσα, με γεια σου…
Ο Κωστάκης κόντεψε να λιποθυμήσει. Ο διοικητής τον άρπαξε αμέσως και τον τίναξε δυνατά όρθιο. Τον άφησε ξέπνοο στη θέση του και περίμενε ν’ αρχίσει να κελαηδάει. Δεν άργησε…
Οι αστυνομικοί στη μεταγωγή βαριόντουσαν οικτρά. Ραδιόφωνο χαλασμένο, κουβέντες bigbrother-στρατώνα εξαντλημένες, ο συνοδηγός, ένας νέος αστυφύλακας, βούτηξε τον απομαγνητοφωνημένο φάκελο της προανάκρισης κι άρχισε να διαβάζει. Πέρασε διαγώνια τις ερωταπαντήσεις της ανάκρισης του διοικητή και πήγε απευθείας στα συμπεράσματα. Είχε ακούσει για τον διοικητή Λαμίας, τι σόι μάρκα ήταν. Διάβασε φωναχτά.
Εκ των ανωτέρω και συνοψίζοντας, ο κατηγορούμενος Κώστας Αζουτζίδης, ανήλικος, αφού συνήλθε απ’ την παρ’ ολίγον λιποθυμία του και αλλάζοντας στάση, μου επετέθη λεκτικά καθυβρίζοντάς με και απειλώντας με, σε φανερή παράκρουση, ουρλιάζοντας και σε έκσταση, σε σημείο που αναγκάστηκα να του ξαναφορέσω τις χειροπέδες με τη βοήθεια του αστυνομικού οργάνου που είχα αναθέσει τη φύλαξή του, ομολόγησε τα ακόλουθα, πάντα στον ίδιο τόνο και ύφος, δίχως την παραμικρή διάθεση ενοχών διά το έγκλημά του: α) πως διατηρούσε αιμομικτική και παρά φύσιν σχέση με τον πατέρα του που τον λάτρευε με πάθος, όπως και ο πατέρας αυτόν, β) πως η μητέρα του, Χρυσούλα Αζουτζίδη, είχε αντιληφθεί τη σχέση τους, τους είχε μάλιστα παραφυλάξει και συλλάβει σε ερωτικές περιπτύξεις προ καιρού και ήθελε τη διακοπή της σχέσης αυτής. Το επεδίωκε με καβγάδες και απειλές πως θα τους καταδώσει και θα τους διασύρει στην κοινωνία, αν δεν διέκοπταν, γ) ο πατέρας του θύτη, Γεώργιος Αζουτζίδης, μεγαλοστέλεχος κορυφαίου ασφαλιστικού γραφείου στην πόλη σας με έδρα το Λονδίνο, δεν ήθελε να βλάψει τη γυναίκα του ενώ ο κατηγορούμενος επέμενε να τη σκοτώσει ο ίδιος για να τη βγάλουν απ’ τη μέση και «να ζήσουν τον έρωτά τους ελεύθερα, με νέες ταυτότητες, που δε θα αποκάλυπταν την πραγματική τους σχέση, στο εξωτερικό» δ) ο κατηγορούμενος καταλάβαινε πως και ο πατέρας του, μολονότι ήταν αντίθετος με τη δολοφονία της συζύγου του, δεν έβλεπε κάποια άλλη λύση και γι’ αυτό άφηνε να γίνονται αυτοί οι ακραίοι καβγάδες ε) πως αυτός ο ίδιος φρόντιζε να ανεβαίνουν οι εντάσεις των καβγάδων με τη μητέρα του προκαλώντας την πολλές φορές, με διάφορους τρόπους, γνωρίζοντας πως κάποια στιγμή θα ξέφευγαν τα πράγματα, όπως κι έγινε, και τέλος στ) πως ο πατέρας του μετά τον τελευταίο ξυλοδαρμό της μάνας του κατηγορούμενου και συζύγου του, έπρεπε να φτιάξει ένα σχέδιο, γι’ αυτό και τον ακολούθησε, δήθεν κυνηγώντας τον, στην πραγματικότητα όμως για να του δώσει λεφτά και να φύγει με ΚΤΕΛ για Αθήνα, να κρυφτεί κάπου μέχρι να ετοιμάσει εκείνος όλα τα υπόλοιπα απ’ εκεί και να διαφύγουν αργότερα με πλαστές ταυτότητες στο εξωτερικό. Ο ίδιος αποφάσισε να φύγει με το μηχανάκι, φοβούμενος την επικινδυνότητα του ΚΤΕΛ. Σχετικά με την τελευταία παραδοχή του κατηγορούμενου, όπως διαφαίνεται και από τα άνωθι, δεν είναι απολύτως ξεκάθαρη, αφού πλέον βρισκόταν φανερώς σε παραλήρημα και ο λόγος του δεν έχει σχεδόν κανέναν ειρμό.
Ο Γεώργιος Αζουτζίδης, όταν συνήλθε απ’ τον ηρεμιστικό ύπνο και πληροφορήθηκε απ’ τους αστυνομικούς πως ο γιος του συνελήφθη και ομολόγησε, έκανε μια κίνηση να σηκωθεί και να κινηθεί προς το παράθυρο. Εννοείται πως οι αστυνομικοί τον πρόλαβαν…
Θανάσης Λιακόπυλος Δημοσιεύτηκε 17 Ιανουαρίου 2021
Γ.Να γράψετε κειμενικό σχόλιο για το κείμενο Γ όπου θα αναφέρεστε στο θέμα και το ερώτημα του κειμένου (Μ.4),στην οπτική γωνία του συγγραφέα (Μ.2) και στους κειμενικούς δείκτες μικροπερίοδου λόγου,χαρακτήρων προσώπων,χώρου και χρόνου.(Μ.4).Να καταθέσετε τη δική σας οπτική απέναντι στο θέμα της ενδοικογενειακής βίας.Μ.5
Δ.Σε διαδικτυακή συζήτηση στην οποία λαμβάνετε μέρος υπερασπίζεστε τα θύματα της βίας, από όπου κι αν αυτή προέρχεται, και ερμηνεύετε τα κίνητρα του θύτη με βάση κοινωνικά και ψυχολογικά κριτήρια.Μ.30 