ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

ΚΕΙΜΕΝΟ 1

ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ

Αυτογνωσία είναι η συνειδητή πρόσβαση σε περιοχές της σκέψης, των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς μας και η εμπειρική γνώση που προκύπτει μέσα από μια τέτοιου τύπου ενδοσκόπηση. Η διαδικασία καλλιέργειας αυτογνωσίας αποτελεί συχνά μύηση σε έναν καινούργιο τρόπο σκέψης, εμπειρίας και δράσης. Μια βιωματική πορεία εκμάθησης σε αυτοπαρατήρηση και καταγραφής όλων εκείνων των αυθόρμητων σκέψεων, συναισθημάτων και αναγκών, όπως εμφανίζονται στη ζωή μας μέσα από την καθημερινή τριβή, αναλύοντας πλευρές του εαυτού μας όσο και σχέσεις με άλλους ανθρώπους. H αυτογνωσία δεν θα μπορούσε να νοηθεί ως μετρήσιμο χαρακτηριστικό ή ως αντικειμενική ποιότητα, αφού αναφέρεται στην ανθρώπινη συνείδηση που εξ ορισμού είναι υποκειμενική.

Στην εποχή μας οι κοινωνικές επιταγές είναι πολλές και συχνά αλληλοσυγκρουόμενες. Ο άνθρωπος γίνεται αποδέκτης πολλαπλών μηνυμάτων από διαφορετικές πηγές, με συνέπεια να κινδυνεύει να απολέσει το προσωπικό του βλέμμα, χάνοντας μαζί την αυθόρμητη τάση του για ενδοσκόπηση και αυτογνωσία. Η διαδικασία διερεύνησης του εαυτού είναι που δίνει στο άτομο τη δυνατότητα να τον αγαπήσει, να ζήσει μέσα από τις δικές του επιλογές, χωρίς να γίνεται πιόνι στα χέρια άλλων και δίχως να παρασύρεται από τη δικιά του θέληση υιοθετώντας μια ‘’ιδανική’’, πλην όμως ψεύτικη, εικόνα.

Η αυτοεκτίμηση είναι στενά συνυφασμένη με την αυτο-αντίληψη. Η αυτοεκτίμηση αντιπροσωπεύει τη συναισθηματική πλευρά της αυτογνωσίας και δείχνει τον βαθμό στον οποίο το άτομο αποδέχεται και επιδοκιμάζει τον εαυτό του. Για ορισμένους, αυτοεκτίμηση είναι η συνειδητή αποδοχή της αξίας και της σημαντικότητας, ο σεβασμός δηλαδή προς τον εαυτό μας. Η αυτοεκτίμηση είναι λοιπόν κάτι που μαθαίνεται. Η εικόνα του εαυτού προκύπτει σταδιακά, καθώς το άτομο μεγαλώνει, μέσα από τις εμπειρίες του και κυρίως μέσα από τη σχέση του με τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής του, όπως η μητέρα, ο πατέρας, τα αδέρφια, οι δάσκαλοι, οι φίλοι και οι συμμαθητές ή οι συνομήλικοι.

Εμπειρίες μέσα στην οικογένεια, στο σχολείο ή μέσα στην κοινωνία, επηρεάζουν την αυτοεκτίμησή μας. Αν το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουμε είναι υποστηρικτικό και παρέχει ενθάρρυνση, το άτομο θα αναπτύξει μια αίσθηση εμπιστοσύνης προς τον εαυτό του και τον κόσμο και μια αίσθηση αυτονομίας. Αντίθετα, αν υπάρχει έλλειψη στήριξης, αστάθεια, υπερπροστασία, έλλειψη ευκαιριών, επικρίσεις, ειρωνεία, απόρριψη και μη ρεαλιστικές προσδοκίες, το άτομο μαθαίνει ότι δεν μπορεί να εμπιστευθεί τις ικανότητές του, τον εαυτό του και τον κόσμο, και βιώνει αισθήματα ανασφάλειας και κατωτερότητας.

 

Άτομα με υψηλή αυτοεκτίμηση συνήθως χαρακτηρίζονται από:

  • Υπευθυνότητα για τις πράξεις τους
  • Αισιοδοξία, δημιουργικότητα και τόλμη
  • Συγκρότηση, αυτοέλεγχο και εσωτερική ισορροπία
  • Ανθεκτικότητα στις αρνητικές κριτικές των άλλων
  • Ανεκτικότητα και σεβασμό για τους άλλους
  • Πίστη στις ικανότητες τους
  • Αγάπη και σεβασμό για τον εαυτό τους

Άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση συνήθως χαρακτηρίζονται από:

  • Αισθήματα κατωτερότητας και ανασφάλειας
  • Δυσκολία κοινωνικής ένταξης και μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες—διακατέχονται συνεπώς από αισθήματα μοναξιάς
  • Υπερβολική ευθιξία και χαμηλές αντοχές στις συντροφικές σχέσεις
  • Υπερβολική ενασχόληση με αυτό που οι άλλοι σκέπτονται για εκείνους—αναζητούν λοιπόν συνεχώς επιβεβαίωση της αξίας τους
  • Διάχυτο άγχος και αίσθημα απογοήτευσης
  • Επικέντρωση στα αρνητικά στοιχεία μιας κατάστασης
  • Ελλειψη εμπιστοσύνης στις προσωπικές τους απόψεις
  • Αναπάντεχες εκρηκτικές συμπεριφορές
  • Διαταραχές στη συγκέντρωση, τον ύπνο και τη διατροφή

Ο ψυχολόγος μπορεί να επέμβει στον τρόπο σκέψης μας και να μας βοηθήσει έτσι ώστε να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθησή μας, να αποδεχθούμε τον εαυτό μας και να δημιουργήσουμε το κατάλληλο περιβάλλον γύρω μας για να χρησιμοποιήσουμε, να καλλιεργήσουμε και να εξελίξουμε το μέγιστο των δυνατοτήτων μας.

Έρη Τζαβέλα

ΚΕΙΜΕΝΟ 2

ΤΟ ΕΓΩ ΚΑΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ

Όσα ισχύουν για τη νοητική και συναισθηματική λειτουργία, ισχύουν επίσης και για τη βουλητική λειτουργία. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν πεισθεί πως όσο δεν εξαναγκάζονται απροκάλυπτα από μια εξωτερική δύναμη να κάνουν κάτι, οι αποφάσεις τους είναι ολόδικές τους και πως αν θέλουν κάτι, είναι δική τους επιθυμία. Αυτή όμως είναι μια από τις μεγάλες αυταπάτες που τρέφουμε για τους εαυτούς μας. Πολλές από τις αποφάσεις μας δεν είναι πραγματικά δικές μας αλλά μας επιβάλλονται από τα έξω. Έχουμε κατορθώσει να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι είμαστε εμείς που παίρνουμε τις αποφάσεις, ενώ ουσιαστικά προσαρμοζόμαστε στις απαιτήσεις των άλλων ωθούμενοι από τον φόβο της απομόνωσης και από πιο άμεσες απειλές για τη ζωή, την ελευθερία και την άνεσή μας. 

Όταν ρωτάμε τα παιδιά αν θέλουν να πηγαίνουν κάθε μέρα στο σχολείο και η απάντησή τους είναι “φυσικά θέλω”, λένε αλήθεια; Σε πολλές περιπτώσεις ασφαλώς όχι. Το παιδί μπορεί να θέλει να πηγαίνει συχνά στο σχολείο, πολλές φορές όμως θέλει να παίζει αντί να πηγαίνει σχολείο ή να κάνει κάτι άλλο. Αν πραγματικά αισθάνεται “θέλω να πηγαίνω στο σχολείο κάθε μέρα”, καταπνίγει την απέχθειά του για τη ρουτίνα της σχολικής ζωής. Νιώθει πως περιμένουν από αυτό να θέλει να πηγαίνει στο σχολείο κάθε μέρα, και αυτή η πίεση είναι αρκετά ισχυρή, ώστε να πνίγει το αίσθημα πως πηγαίνει τόσο συχνά μόνο και μόνο επειδή είναι υποχρεωμένο να πηγαίνει. Το παιδί θα αισθανόταν πιο ευτυχισμένο αν μπορούσε να αντιληφθεί το γεγονός ότι άλλοτε θέλει να πηγαίνει στο σχολείο και άλλοτε είναι υποχρεωμένο να το κάνει. Αλλά η πίεση του αισθήματος του καθήκοντος είναι αρκετά ισχυρή ,ώστε να του δημιουργήσει το αίσθημα πως το ίδιο θέλει αυτό που υποτίθεται πως θέλει.[…….]

Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε πολλές περιπτώσεις της καθημερινής ζωής, κατά τις οποίες οι άνθρωποι φαίνονται πως παίρνουν αποφάσεις, φαίνεται πως θέλουν κάτι, αλλά ακολουθούν την εσωτερική ή εξωτερική πίεση του να είναι “υποχρεωμένοι” να επιθυμούν αυτό που πρόκειται να κάνουν. Πραγματικά, παρατηρώντας το φαινόμενο των ανθρωπίνων αποφάσεων, ξαφνιάζεται κανείς με την έκταση κατά την οποία οι άνθρωποι ξεγελιούνται εκλαμβάνοντας σαν “δικές τους” αποφάσεις αυτό που στην πραγματικότητα είναι υποταγή στη συμβατικότητα, στο καθήκον ή στην απλή πίεση. Φαίνεται πως η πρωτότυπη απόφαση αποτελεί ένα σπάνιο φαινόμενο σε μια κοινωνία, η οποία υποτίθεται ότι θεωρεί την απόφαση του ατόμου σαν ακρογωνιαίο λίθο της ύπαρξής της.

Έριχ Φρομ,Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία     

 

ΚΕΙΜΕΝΟ 3

Καλά, θ’ απορροφήσουν κάτι από την έγνοια σου

η μέρα, η κίνηση, η δουλειά σου, οι φίλοι,

και θα μπορέσεις ύστερα να πας

σε κάνα θέατρο ή κέντρον ή όπου αλλού.

Όμως όταν τελειώσουν όλα

τα θέατρα και τα κέντρα κλείσουν,

και πουν οι φίλοι καληνύχτα,

και πρέπει να γυρίσεις πια στο σπίτι, τι θα γίνει;

Το ξέρεις πως σκληρή, αδυσώπητη

σε περιμένει στο κρεβάτι σου η έγνοια.

Θα ‘σαι μονάχος.

Και τότες θα λογαριαστείτε.

Θες ή δε θες θα μπουν κάτω όλα, να λογαριαστείτε.

Θα ‘σαι μονάχος

κι ανυπεράσπιστος απ’ τα θέατρα και τα κέντρα,

κι απ’ τη δουλειά σου και τους φίλους.

Σε περιμένει στο κρεβάτι σου η έγνοια.

Θά ‘ρθεις, δεν γίνεται. Είν’ τόσο σίγουρη γι’ αυτό, και περιμένει.

Είναι στο σπίτι και σε περιμένει.

Κώστας Μόντης, Νύχτες

 

ΘΕΜΑΤΑ

Α. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της αυτογνωσίας και της αυτοεκτίμησης σύμφωνα με το πρώτο κείμενο; Λέξεις 70,Μ.15

 

Β1.Στο κείμενο 1 υπάρχουν στις κουκκίδες κάποια χαρακτηριστικά όπως “Υπερβολική ενασχόληση με αυτό που οι άλλοι σκέπτονται για εκείνους—αναζητούν λοιπόν συνεχώς επιβεβαίωση της αξίας τους” και “Ελλειψη εμπιστοσύνης στις προσωπικές τους απόψεις”.Να συνδέσετε τα παραπάνω χαρακτηριστικά με αυτά που περιγράφονται για τις μη πρωτόβουλες αποφάσεις στο κείμενο 2 σε μια παράγραφο 120 λέξεων με αιτιολόγηση.Μ.12

 

Β2.Στο δεύτερο κείμενο ο συγγραφέας χρησιμοποιεί παράδειγμα και αφήγηση για να μας γνωστοποιήσει την εξαρτημένη από το κοινωνικό σύνολο συμπεριφορά του ανθρώπου. Να σχολιάσετε το επικοινωνιακό αποτέλεσμα αυτών των μέσων που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας σε μια παράγραφο 80 λέξεων.Μ.8

 

Β3.Σε αρκετά σημεία και των δύο κειμένων (πρώτου και δεύτερου) εντοπίζεται εναλλαγή προσώπων, από το τρίτο πρόσωπο στο πρώτο. Να επιλέξετε δύο περιπτώσεις(Μ.4),μία από το ένα κείμενο και μία από το άλλο, και να αιτιολογήσετε την επιλογή αυτή των συγγραφέων λαμβάνοντας υπ’όψιν και τα περικειμενικά στοιχεία (Μ.6).Σύνολο μονάδων: 10 

 

Β4α.Ενδοσκόπηση,απολέσει,σημαντικότητας,διακατέχονται.Οι παραπάνω λέξεις χαρακτηρίζουν το επιστημονικό και επίσημο ύφος. Να τις αντικαταστήσετε με πιο καθημερινές και απλές λέξεις, ώστε το ύφος να γίνει περισσότερο οικείο στον μέσο αναγνώστη.Μ.4

β. Όταν ρωτάμε τα παιδιά αν θέλουν να πηγαίνουν κάθε μέρα στο σχολείο και η απάντησή τους είναι “φυσικά θέλω”, λένε αλήθεια; 

Στην προηγούμενη φράση χρησιμοποιείται ο ευθύς λόγος. Να ξαναγράψετε τη φράση σε πλάγιο λόγο(Μ.2) και να σχολιάσετε το υφολογικό και επικοινωνιακό αποτέλεσμα(Μ.4).Μ.6 

 

Γ.Ποιο είναι το ερώτημα του ποιητικού υποκειμένου στο κείμενο 3(Μ.3);Να απαντήσετε στηριζόμενοι/ες σε τέσσερις διαφορετικούς κειμενικούς δείκτες,δύο μορφής και δύο περιεχομένου(Μ.8).Να καταθέσετε τη δική σας στάση απέναντι στο ερώτημα του ποιήματος(Μ.4).Μ.15

 

Δ. Μετά από προβλήματα συμπεριφοράς στον χώρο του σχολείου σας, προβαίνετε σε μια ανάρτηση στον διαδικτυακό σχολικό σας χώρο και αναφέρεστε στο δικαίωμα των νέων να είναι ο εαυτός τους, σεβόμενοι ταυτόχρονα το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζουν και δραστηριοποιούνται. Εξηγείτε τους λόγους αυτού του σεβασμού και προτείνετε τρόπους απόκτησης  της αυτογνωσίας και της αυτοεκτίμησης με σκοπό την εξασφάλιση της ψυχικής ισορροπίας στην εφηβική ηλικία. Λέξεις 400.Μ.30