ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Τι θέλουμε στη ζωή; Ανταγωνισμό ή συνεργατικότητα;
Ίσως να είναι το πιο δύσκολο, διπολικό ζευγάρι στην κοινωνικές μας λειτουργίες, στα επαγγελματικά πεδία, στην προσωπική μας ζωή, στο αξιακό μας φορτίο. Φυσικά η μεταξύ ανταγωνισμού και συνεργατικότητας σχέση στη σημερινή περίοδο είναι απόλυτα ασύμμετρη και εξόφθαλμα ετεροβαρής.
Το πρόταγμα της οικονομίας και της αγοράς εργασίας είναι ο σκληρός ανταγωνισμός με δέλεαρ την προσωπική επιτυχία, την κοινωνική ανέλιξη, τη συσσώρευση υλικών αγαθών ακόμα και την επιβίωση του ανθρώπου. “Αν δεν είσαι καλύτερος από τον άλλον, δεν έχεις καμιά τύχη”, σου διαμηνύουν εργοδότες και κεφαλαιούχοι, οι παράγοντες που κρατάνε στα χέρια τους σε σημαντικό βαθμό την επαγγελματική δραστηριότητα.
Αλλά καλύτερος ως προς τι; Εδώ η απάντηση έχει τεθεί πριν από την ερώτηση – καλύτερος στην απόδοση της εργασίας του. Όλες οι άλλες πτυχές του ανθρώπου ή θεωρούνται δευτερεύουσες ή ασήμαντες ή δεν απαιτούνται καθόλου. Ο χαρακτήρας του πολίτη, η προσωπικότητά του, η ηθική του εικόνα, ο κοινωνικός του ρόλος αποτελούν μια θεωρητική κατασκευή, που μικρή πέραση έχει στην επαγγελματική του διαδρομή και μάλιστα αποτελούν μόνο συμπληρώματα και βοηθήματα στην εργασιακή του απόδοση με την ευρεία έννοια. Η αυταξία του ανθρώπου δεν έχει νόημα στη σημερινή, αγοραία εκδοχή της ιστορίας
Πρόκειται για το κυρίαρχο μοντέλο της ιδεολογίας του καπιταλιστικού τρόπου ζωής και του νεοφιλελευθερισμού, το μοντέλο του ιδιώτη, που αντιστοιχεί στην ιδιωτικοποίηση σχεδόν όλων των οικονομικών λειτουργιών. Η έννοια του πολίτη εξαντλείται στις εκλογικές, βουλευτικές διαδικασίες και το πολύ – πολύ στην συμμετοχή του στον οικείο επαγγελματικό κλάδο. Η ζωή του ανθρώπου είναι καναλιζαρισμένη στα πλαίσια που θέτει η εμπορευματοποίηση. Το μήνυμα είναι σαφές. “Αν δεν συμφωνείς με αυτή την αντίληψη και πρακτική, σε περιμένει η ανεργία και η περιθωριοποίηση”.
Η πρώτη λοιπόν επίπτωση της κατίσχυσης του ανταγωνισμού έναντι της συνεργατικότητας αφορά το πως βλέπουμε τον εαυτό μας (περισσότερο ως επαγγελματία και λιγότερο ως πολίτη και ως άνθρωπο) και τι άποψη έχουμε για τη ζωή μας και το πως τη βιώνουμε – περισσότερο ως παραγωγοί και ως καταναλωτές υλικών αγαθών και λιγότερο ως δημιουργούς πολιτισμού και ως υποκείμενα αυτοπραγμάτωσης.
Αλλά και στον τομέα της εργασίας αν πάμε, τίθεται πάλι σοβαρό πρόβλημα. Το πολύ μεγάλο μέρος των σύγχρονων μορφών εργασίας αποτελεί συλλογική (μικρής ή μεγάλης έκτασης) υπόθεση και κατά ένα μικρό μόνο μέρος είναι ατομική εκδήλωση. Τούτου δοθέντος, η συλλογικότητα για να έχει νόημα και αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να διαπνέεται από κλίμα συνεργασίας, σύμπνοιας και κοινής ως έναν βαθμό αντίληψης. Ο ανταγωνισμός σε αυτό το πεδίο κρύβει απαξιώσεις, υπονομεύσεις και άλλα τέτοια “αγκάθια”.
Υπάρχει και το ευρύτερο πεδίο, εκείνο της κοινωνίας και της πολιτείας. Πώς μπορούν να λειτουργούν οι τόσοι και τόσοι θεσμοί τους αν δεν χαρακτηρίζονται από κλίμα συνεργασίας και κοινής στόχευσης; Υπάρχει επίσης ευρύτερο πεδίο, εκείνο της χώρας – και ακόμα πέραν αυτής. Η οικονομική κρίση και η πανδημία κατέδειξαν με τον πιο εμφαντικό τρόπο την αλληλοεξάρτηση των ανθρώπων.
Στο θέμα μας τίθενται μερικά κίβδηλα ερωτήματα. Μπορεί να υπάρξει πρόοδος χωρίς ανταγωνισμό, που συνεργεί στη διαρκή βελτίωσή μας; Η απάντηση είναι ναι, αν μιλήσουμε για άμιλλα και για συνεργασία ταυτόχρονα. Η συνεργασία δεν δημιουργεί αγελαίες πρακτικές; Καθόλου, στην συνεργασία δεν ισοπεδώνονται οι προσωπικές δυνατότητες, καθένας διατηρεί τη δική του “επικράτεια” και απλώς αθροίζονται συνολικά οι δυνατότητες. Και μάλιστα, ο πολίτης κερδίζει από κάθε μορφή συνεργασίας, αφού γίνεται δέκτης και άλλων εμπειριών, γνώσεων και πρακτικών. Ας σκεφτούμε τι συναισθήματα γεννάει ο ανταγωνισμός και τι η συνεργατικότητα.
Η ζωή μας είναι μια διαρκής, δυναμική, διαλεκτική σχέση μεταξύ του προσωπικού μας κόσμου και των ποικίλων μορφών της κοινωνικότητάς μας. Και απαιτείται μια κουλτούρα συνύπαρξης, συνεννόησης και συνδημιουργικότητας. Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να νοηθεί σε ένα κουκούλι εγωισμού έξω από τις συλλογικές μας ούτως ή άλλως λειτουργίες και απαιτήσεις της ζωής!
ΚΕΙΜΕΝΟ 2 “Σοκολατένια αμαρτία” 
Γράφει η Σοφία Παπαχριστοφίλου
Ουφ, λαχάνιασα! Τι τρέξιμο ήταν κι αυτό! Κι αυτές οι ζυγαριές να με κυνηγούν με μίσος και μανία. Τι όμορφη είσοδος! Τι κτήριο είναι αυτό; Σαν πύργος μοιάζει, σαν κάστρο, αστράφτει από μακριά. Ο ιδιοκτήτης θα πληρώνει ένα σωρό χρήματα για τη φωταγώγησή του! Εντυπωσιακή η φωτεινή επιγραφή: «Εργαστήριο Σοκολάτας»! Μπήκα μέσα σπρώχνοντας την πόρτα και βρέθηκα σε ένα χωλ μικρό μα απαστράπτον, καλυμμένο παντού από καθρέφτες. Απέφευγα να παρατηρήσω το είδωλό μου ξέροντας καλά πως ο καθρέφτης προσθέτει κιλά. Άλλο ένα εμπόδιο για να μπω στο εσωτερικό του κτηρίου: μια ζυγαριά ακριβείας συνδεόταν με την πόρτα. Ζυγίστηκα και μπήκα μέσα. Κόντεψα να λιποθυμήσω από τις μυρωδιές που βασάνιζαν την όσφρησή μου παραπέμποντας σε αλμυρές και γλυκές γεύσεις. Αλλά και τα ράφια ήταν γεμάτα λιχουδιές: πίτες αρμυρές και γλυκές, κρέπες, κρουασάν, μα και η γυάλινη βιτρίνα φιλοξενούσε όλου του κόσμου τα γλυκά: σιροπιαστά πολίτικα κι ανατολίτικα, τούρτες σε αμέτρητες γεύσεις και χρώματα και φυσικά την πανδαισία της σοκολάτας σε όλες της τις μορφές: πάστες, σοκολατάκια, τρουφάκια, εκλεράκια, προφιτερόλ, σοκολατένια μπακλαβαδάκια, μους-σοκολά, τάρτες σοκολατένιες με φράουλες και σαντιγύ. Η χαριστική βολή ήταν η γωνιά των παγωτών σε αμέτρητες γεύσεις και εκδοχές.
Ξαφνικά θυμήθηκα ότι δεν είχα φάει τις τελευταίες ώρες, οπότε δικαιούμουν να βάλω κάτι στο στόμα μου. Έτσι πλησίασα το ράφι με τα αρμυρά και άπλωσα να πάρω ένα κρουασάν τυριού. Ακούστηκε μια φωνή από το μεγάφωνο της οροφής: « Μπορείτε να φάτε, αφού ζυγιστείτε πριν και μετά την κατανάλωση της λιχουδιάς». Υπάκουσα στη φωνή, απόλαυσα το κρουασάν αλλά με το δεύτερο ζύγισμα διαπίστωσα ότι η ζυγαριά έδειχνε αρκετά κιλά περισσότερα από την πρώτη μέτρηση. « Ένα μικρό σοκολατάκι πόση ζημιά μπορεί να κάνει;» Πλησίασα τη σοκολατένια βιτρίνα και άρπαξα με βουλιμία ένα τρουφάκι. Νοστιμότατο, αν και μικρούτσικο, όμως πάλι η φωνή από το μεγάφωνο ήρθε αμείλικτη να με προστάξει να ζυγιστώ. Ανέβηκα με κλειστά μάτια στη ζυγαριά και όταν τα άνοιξα αυτή έδειξε τρία κιλά περισσότερα από την προηγούμενη ένδειξη. « Πρέπει να φύγω από εδώ, γιατί όσο μένω, κινδυνεύω να γίνω θεόχοντρη». Ξαφνικά με κυρίευσε μια μανία να δοκιμάσω όλες τις λιχουδιές του δωματίου. «Έλα μωρέ θα κάνω μια βδομάδα δίαιτα και θα τα χάσω». Ξαφνικά ζυγαριές εμφανίζονταν σε κάθε γωνιά της αίθουσας ακόμα και οι πολύχρωμες τούρτες μεταμορφώνονταν σε ζυγαριές. Δύσπνοια με έπιασε και άρχισα να αναζητώ την πόρτα εξόδου. Η πόρτα από όπου μπήκα είχε στενέψει επικίνδυνα. Από τις λιχουδιές του δωματίου έβγαινε μια γλυκιά μελωδία που αιχμαλώτιζε τα αυτιά μου και οι γαργαλιστικές μυρωδιές βασάνιζαν σαδιστικά τη μύτη μου. «Πρέπει να φύγω όσο πιο γρήγορα μπορώ». Σε ένα κουτί έβαλα μερικές λιχουδιές και έτρεξα προς την πόρτα. «Νομίζω θα τα καταφέρω. Αν ρουφήξω λίγο την κοιλιά μου
θα χωρέσω. Ωχ είναι αδύνατον να περάσω, η πόρτα με πιέζει, νιώθω δυσφορία, βοήθεια, ας με βοηθήσει κάποιος, πνίγομαι! Βοήθεια! Βοήθειααα….»
Ευτυχώς χτύπησε το ξυπνητήρι!
ΘΕΜΑΤΑ
Α. Να αναφερθείτε συνοπτικά στο μοντέλο του σύγχρονου επαγγελματία που περιγράφει ο συντάκτης του κειμένου.Μ.15
Β1.Ποια είναι η πρόθεση του συντάκτη του κειμένου 1 και με ποιους τρόπους την γνωστοποιεί; Μ.10
Β2.Να σχολιάσετε το ύφος του κειμένου, δεδομένου ότι είναι άρθρο στο διαδίκτυο, και τις γλωσσικές επιλογές του συντάκτη οι οποίες υποστηρίζουν το συγκεκριμένο ύφος. Μ.10
Β3.Να εντοπίσετε τέσσερα χαρακτηριστικά του κειμενικού τύπου του άρθρου.Μ.10
Β4.Πώς σχολιάζετε την επιλογή του συγγραφέα να χρησιμοποιεί ερωτήματα στα οποία απαντά ο ίδιος; Μ.10
Γ. Να αναζητήσετε το βασικό ερώτημα του λογοτεχνικού κειμένου και να γράψετε την προσωπική σας θέση πάνω στο ερώτημα αυτό. Να σταθείτε στον κειμενικό δείκτη της αυτοαναφορικότητας και της περιγραφής.Μ.15
Δ. Σε μια διαδικτυακή συζήτηση για το σύγχρονο επαγγελματικό τοπίο προτείνετε τους τρόπους εκείνους με τους οποίους εσείς, ως μελλοντικοί επαγγελματίες, θα ισορροπήσετε ανάμεσα στις ανταγωνιστικές σχέσεις και στις επιταγές του ανθρωπισμού.Λέξεις 350 και Μ.30