Κατά τον 19ο αιώνα χρησιμοποιούνταν ως το ασφαλέστερο καταφύγιο για τον λήσταρχο Νταβέλη. Πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχαν σχέδια μετατροπής του σπηλαίου σε κέντρο διασκέδασης. Αργότερα, τα σχέδια αξιοποίησής του εγκαταλείφθηκαν, λόγω της μαζικής οικοδόμησης και λόγω της καταστροφής των σταλακτιτών και των σταλαγμιτών από το αποχετευτικό σύστημα. Κατά τη διάρκεια ερευνών τη δεκαετία του ’60 αποκαλύφθηκε ότι το σπήλαιο κατοικούνταν κατά τη Νεολιθική εποχή και κατά την εποχή του Μπρούντζου (προϊστορική περίοδος ανάμεσα στην εποχή του Χαλκού και την εποχή του Σιδήρου, που ανάγεται στην 3η χιλιετηρίδα π.Χ.).
Η αρχαιολογική έρευνα άρχισε το 1994 υπό τη διεύθυνση της Dr. Μαργαρίτας Κουμουζέλη. Εκτός από τη συλλογή αντικειμένων που βρέθηκαν στην επιφάνεια, η ανασκαφή κοντά στην είσοδο αποκάλυψε στρώματα φωτιάς, πέτρινα και κοκάλινα εργαλεία, μέχρι και κεραμικά (βάζα κτλ) και ρήγματα από τη Νεολιθική περίοδο.