Μνήμη Ζωσιμάδων και ευεργετών

της Ιωάννας Βούλγαρη, θεολόγου του 4ου ΓΕΛ Ιωαννίνων “ΑΚΑΔΗΜΙΑ”

Zosimas
Νικόλαος Ζωσιμάς (1758 – 1842), ο εξ Ηπείρου ευεργέτης – Πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα



Λήψη αρχείου

Ο λόγος εκφωνήθηκε στο μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των αδελφών Ζωσιμάδων και πάντων των μεγάλων ευεργετών και δωρητών του Έθνους, ιδιαιτέρως δε της πόλεως των Ιωαννίνων, το οποίο τελέστηκε στις 8 Νοεμβρίου 2024 στον ιερό μητροπολιτικό ναό αγίου Αθανασίου στα Ιωάννινα.

Ενδιαφέρουσες συνδέσεις:

Η αυταδελφότητα των Ζωσιμάδων

Διαθήκη του αοιδίμου Νικολάου Π: Ζωσιμά ευγενούς Γραικού και ιππότου του τάγματος του Σωτήρος. Εν Μόσχα: Εκ της Τυπογραφίας Α. Σεμέν, 1844

“Το αμάρτημα της μητρός μου”, του Γεωργίου Βιζυηνού

Πρόταση βιβλίου για τους μαθητές/τριες της Γ΄ Λυκείου

Εμβληματικό έργο της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Είναι το πρώτο διήγημα του Βιζυηνού και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό Εστία. Πρόκειται για αυτοβιογραφικό οικογενειακό δράμα. Είναι το πρώτο νεοελληνικό διήγημα που αναφέρεται στο ψυχικό μαρτύριο και το βάρος της συνείδησης, διεισδύοντας σε βάθος στην ανθρώπινη ψυχή.



Λήψη αρχείου

Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896) – Συνοπτικὴ Βιογραφία

bizyhnos2Ὁ Γεώργιος Βιζυηνὸς γεννήθηκε στὴ Βιζύη τῆς Ἀν. Θρᾴκης τὸ 1848. Σὲ πολὺ νεαρὰ ἡλικία τὸν στείλανε στὴν Κωνσταντινούπολι κοντὰ σ᾿ ἕνα θεῖο του, γιὰ νὰ μάθῃ ραφτική, αὐτὸς ὅμως κατώρθωσε νὰ εἰσαχθῇ σπουδαστὴς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, ὅπου μεταξὺ τῶν καθηγητῶν του εἶχε καὶ τὸν ποιητὴ Ἠλία Τανταλίδη. Ὁ τυφλὸς Κωνσταντινουπολίτης καθηγητὴς διέκρινε στὸ νεαρὸ σπουδαστὴ ἰδιοφυΐα καὶ τὸν σύστησε στὸν ἐθνικὸ εὐεργέτη Γεώργιο Ζαρίφη· μὲ δαπάνες αὐτοῦ ὁ Βιζυηνὸς κατέβηκε στὰς Ἀθήνας, ὅπου σπούδασε φιλολογία στὸ Πανεπιστήμιο, κατόπιν ἐπῆγε στὴ Γερμανία, κι᾿ ὅταν ἀνηγορεύθη διδάκτωρ, κατέβηκε πάλι στὰς Ἀθήνας καὶ διωρίσθη καθηγητὴς τοῦ δραματικοῦ τμήματος στὸ Ὠδεῖο Ἀθηνῶν. Τὸ 1892 προσεβλήθη ἀπὸ φρενικὴ νόσο καὶ μετὰ τέσσαρα ἔτη ἀπέθανε στὸ Δρομοκαΐτειο φρενοκομεῖο.

Ὁ Γεώργιος Βιζυηνὸς πρωτοπαρουσιάσθηκε στὰ ἑλληνικὰ γράμματα μὲ τὸ ποίημά του «Κόδρος», ποὺ φοιτητὴς στὰς Ἀθήνας, τὸ ὑπέβαλε σ᾿ ἕνα ποιητικὸ διαγωνισμὸ τοῦ 1874 κι᾿ ἐβραβεύθη. Τὸ 1878 ἔστειλε ἀπὸ τὴ Γερμανία στὸν Βουτσιναῖο διαγωνισμὸ συλλογὴ ποιημάτων μὲ τὸν τίτλο «Ἄρες μάρες κουκουνάρες», ποὺ βραβεύθηκε κι᾿ αὐτή. Τὸ 1884 ἐξέδωκε στὸ Λονδίνο ἄλλη συλλογὴ ποιημάτων μὲ τὸν τίτλο «Ἀτθίδες αὖραι» κι᾿ ὅταν πιὰ ἐγκατεστάθη στὰς Ἀθήνας, ἐδημοσίευσε διηγήματα καὶ ποιήματα στὰ περιοδικὰ «Ἑστία» καὶ «Διάπλασις τῶν παίδων».

Πηγή, Πηγή βιογραφικών στοιχείων

“1984”, του George Orwell

Πρόταση βιβλίου για τους μαθητές/τριες της Γ΄ Λυκείου

Το μυθιστόρημα “1984″ υπήρξε ένα από τα πλέον εμβληματικά έργα της δυστοπικής λογοτεχνίας. Πραγματεύεται μυθοπλαστικά την έννοια του ολοκληρωτισμού και εκφράζει την αγωνία για το μέλλον που διαμορφώνεται από τη δογματική έννοια της προόδου όπως κυριάρχησε κατά τον 20ο αιώνα. Επιπλέον, το μυθιστόρημα προβάλλει το ζήτημα της μαζικής επικοινωνίας η οποία οδηγεί στην αλλοτρίωση, στην έλλειψη αγάπης και πίστης και στην αποδυνάμωση και, εν τέλει, στην εξάλειψη της ατομικής ταυτότητας, με αποτέλεσμα τη συγκρότηση της «κοινωνίας της μάζας» και του «μοναχικού πλήθους».



Λήψη αρχείου

Ο συγγραφέας

13069Ο Έρικ Άρθουρ Μπλερ (Τζορτζ Όργουελ) γεννήθηκε το 1903 στην Ινδία. Η οικογένειά του μετακόμισε στην Αγγλία το 1907, και το 1917 ο Όργουελ έγινε δεκτός στο Κολέγιο Ίτον. Την περίοδο 1922-1927 υπηρέτησε ως μέλος της Αυτοκρατορικής Αστυνομίας Ινδιών στη Βιρμανία, από όπου εμπνεύστηκε το πρώτο του μυθιστόρημα “Μέρες της Μπούρμα” (1934). Ακολούθησαν πολλά χρόνια ανέχειας και διάφορες δουλειές, στο Παρίσι και στο Λονδίνο, που αποτυπώνονται στο “Down and Out in Paris and London” (1933). Πολέμησε στον εμφύλιο της Ισπανίας με το μέρος των Δημοκρατικών και τραυματίστηκε, εμπειρίες που περιγράφει στο “Φόρος τιμής στην Καταλωνία”. Το 1938 εισήχθη σε σανατόριο και από τότε δεν ανένηψε ποτέ εντελώς. Στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εργάστηκε στην Ανατολική Υπηρεσία του BBC. Η αξεπέραστη πολιτική αλληγορία του “Η φάρμα των ζώων” (1945) τον έκανε παγκοσμίως γνωστό, ενώ η φήμη του έφτασε στο απόγειό της με το σκοτεινό, μελλοντολογικό “1984” (1949). Πέθανε στο Λονδίνο το 1950.

Πηγή, Πηγή βιογραφικών στοιχείων

“Η τιμή και το χρήμα”, του Κωνσταντίνου Θεοτόκη

Πρόταση βιβλίου για τους μαθητές/τριες της Β΄ Λυκείου

Στο έργο «Η τιμή και το χρήμα» αποτυπώνεται η οικογένεια των αρχών του 20ου αιώνα, οι σχέσεις και ο ρόλος της προίκας στον γάμο. Παράλληλα αναδεικνύεται με ρεαλιστικό τρόπο η θέση της νεαρής ερωτευμένης γυναίκας, της Ρήνης, που υπερασπίζεται θαρραλέα τα δικαιώματά της στη ζωή. Η αξιοπρεπής στάση που συνδέεται άμεσα με το πρόταγμα της μητρότητας διαμορφώνουν ένα σύμπαν που συγκινεί και τον σημερινό αναγνώστη.



Λήψη αρχείου

Ο συγγραφέας

Painting of Kontsantinos Theotokis by Andreas Vranas
Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης σε πίνακα του Ανδρέα Βρανά

Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης (1872 – 1923) ήταν Έλληνας συγγραφέας και μεταφραστής, σημαντικός εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής. Ασχολήθηκε τόσο με την πεζογραφία όσο και με την ποίηση, ενώ μετέφρασε έργα των Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε και άλλων. Τα πιο γνωστά του έργα είναι οι νουβέλες Η Τιμή και το Χρήμα, Κατάδικος και το μυθιστόρημα Οι Σκλάβοι στα Δεσμά τους.

 

 

Πηγή

“Περηφάνια και προκατάληψη”, της Jane Austen

Πρόταση βιβλίου για τους μαθητές/τριες της  Α΄ Λυκείου

Το ρομαντικό μυθιστόρημα Περηφάνια και Προκατάληψη είναι κλασικό έργο της αγγλικής λογοτεχνίας, γραμμένο με αιχμηρό πνεύμα και εξαιρετική σκιαγράφηση των χαρακτήρων. Είναι το διασημότερο και επιδραστικότερο μυθιστόρημα της σπουδαίας Βρετανίδας συγγραφέως. Το Περηφάνια και Προκατάληψη αποτελεί κυρίως μια σπουδή της μοίρας της γυναίκας σε μια κοινωνία όπως αυτή του 18ου αιώνα, στην οποία ήταν αδύνατο να αντιμετωπιστεί κοινωνικά με ίσους όρους, δηλαδή ως άνθρωπος με κρίση, απόψεις και επιλογές, χαρακτηριστικά που αποδίδονταν αποκλειστικά στους άντρες.



Λήψη αρχείου

Η συγγραφέας

Η 13114Jane Austen γεννήθηκε το 1775 στο Στίβεντον του Χαμσάιρ, και ήταν η έβδομη από τα οχτώ παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας της, ο αιδεσιμότατος Τζορτζ Ώστιν, ήταν πολυμαθής και καλλιεργημένος, και η Τζέιν μορφώθηκε κυρίως στο σπίτι. Διάβαζε ασταμάτητα από παιδί, ιδιαίτερα τα έργα του Φίλντινγκ, του Στερν, του Ρίτσαρντσον και του Σκοτ. Άρχισε να γράφει από πολύ μικρή ηλικία. ‘Εγραψε το “Αγάπη και φιλία” όταν ήταν μόλις δεκατεσσάρων ετών. Ακολούθησε η “Ιστορία της Αγγλίας” στα δεκάξι και το “Μια συλλογή επιστολών” στα δεκαεπτά. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, το 1805, αυτή και η μητέρα της μετακόμισαν στο Σαουθάμπτον, για να εγκατασταθούν τελικά στο Τσότον του Χαμσάιρ το 1809, όπου και έγραψε τα μεγαλύτερα μυθιστορήματά της. Αν και η ίδια έζησε μια πολύ ήσυχη ζωή -δεν παντρεύτηκε ποτέ και σπάνια έβγαινε από το σπίτι- τα έργα της δείχνουν την εκπληκτική της παρατηρητικότητα. Μόνο τέσσερα μυθιστορήματα εκδόθηκαν όσο ζούσε “Λογική και ευαισθησία” (1811), “Περηφάνια και προκατάληψη” (1813), “Μάνσφιλντ Παρκ” (1814) και “Έμμα” (1816) -και όλα εκδόθηκαν ανώνυμα. Σε μια σπάνια έξοδό της από το σπίτι αρρώστησε και πέθανε από τη νόσο του Άντισον το 1817. Δύο ακόμη μυθιστορήματα, το “Πειθώ” και το “Νορθάνγκερ Άμπει” εκδόθηκαν μετά το θάνατό της, το 1818. Το “Σάντιτον”, το μυθιστόρημα που έγραφε όταν πέθανε, εκδόθηκε το 1925.

Πηγή, Πηγή βιογραφικών στοιχείων

“Αν”, του Rudyard Kipling

Αν να κρατάς καλά μπορείς το λογικό σου, όταν τριγύρω σου όλοι
τα ‘χουν χαμένα και σ’ εσέ της ταραχής τους ρίχνουν την αιτία.
Αν να εμπιστεύεσαι μπορείς τον ίδιο τον εαυτό σου όταν ο κόσμος
δε σε πιστεύει κι αν μπορείς να του συχωρνάς αυτή τη δυσπιστία.
Να περιμένεις αν μπορείς δίχως να χάνεις την υπομονή σου,
κι αν άλλοι σε συκοφαντούν να μην καταδεχτείς ποτέ το ψέμα,
κι αν σε μισούν, εσύ ποτέ σε μίσος ταπεινό να μην ξεπέσεις,
μα να μην κάνεις τον καλό ή τον πολύ σοφό στα λόγια.
Αν να ονειρεύεσαι μπορείς και να μην είσαι δούλος των ονείρων,
αν να στοχάζεσαι μπορείς δίχως να γίνει ο στοχασμός σκοπός σου,
αν ν’ αντικρίζεις σου βαστά το θρίαμβο και τη συμφορά παρόμοια
κι όμοια να φέρνεσαι σ’ αυτούς τους δυο τυραννικούς απατεώνες,
αν σου βαστά η ψυχή ν’ ακούς όποιαν αλήθεια εσύ είχες ειπωμένη,
παραλλαγμένη απ’ τους κακούς, για να ‘ναι για τους άμυαλους παγίδα
ή συντριμμένα να θωρείς όσα σου ‘χουν ρουφήξει τη ζωή σου
και πάλι να ξαναρχινάς να χτίζεις μ’ εργαλεία που ‘ναι φθαρμένα.
Αν όσα απόχτησες μπορείς σ’ ένα σωρό μαζί να τα μαζέψεις
και δίχως φόβο, μονομιάς κορώνα ή γράμματα όλα να τα παίξεις
και να τα χάσεις και απ’ αρχής, ατράνταχτος να ξεκινήσεις πάλι
και να μη βγάλεις και μιλιά γι’ αυτό τον ξαφνικό χαμό σου.
Αν νεύρα και καρδιά μπορείς και σπλάγχνα και μυαλό όλα να τα σφίξεις
να σε δουλέψουν ξαναρχής, κι ας είναι από πολύν καιρό σωσμένα
και να κρατιέσαι πάντα ορθός, όταν δεν σου ‘χει τίποτε απομείνει
παρά μονάχα η θέληση, κράζοντας σε όλα αυτά «βαστάτε».
Αν με τα πλήθη να μιλάς μπορείς και να κρατάς την αρετή σου,
με βασιλιάδες να γυρνάς, δίχως απ’ τους μικρούς να ξεμακρύνεις.
Αν μήτε φίλοι, μήτ’ εχθροί μπορούνε πια ποτέ να σε πειράξουν,
όλο τον κόσμο αν αγαπάς, μα και ποτέ παρά πολύ κανένα.
Αν του θυμού σου τις στιγμές, που φαίνεται αδυσώπητη η ψυχή σου,
μπορείς ν’ αφήσεις να διαβούν την πρώτη ξαναβρίσκοντας γαλήνη,
δική σου θα ‘ναι τότε η Γη, μ’ όλα και μ’ ό,τι πάνω της κι αν έχει
και κάτι ακόμα πιο πολύ: Άντρας αληθινός θα ‘σαι, παιδί μου.

Ο συγγραφέας

Rudyard Kipling portrait
Kipling in 1895

RUDYARD KIPLING (Βομβάη 1865 – Σάσσεξ 1936). Άγγλος πεζογράφος και ποιητής. Από εύπορη οικογένεια, σπούδασε στην Αγγλία περνώντας δύσκολες στιγμές, τις οποίες αποτύπωσε στις πρώιμες συλλογές διηγημάτων του Ο μικρούλης Ουίλλη Ουίνκη (1888) και Στόκυ και Σία (1899). Το 1882 επέστρεψε στην Ινδία, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Στο διάστημα αυτό της ζωής του έγραψε, μεταξύ άλλων, έξι τόμους με μικρές ιστορίες (1887-89), με τις οποίες άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστός, ενώ η φήμη του μεγάλωσε με τις Μπαλάντες από το δωμάτιο ενός στρατώνα (1892). Βρέθηκε για κάποιο διάστημα με την Αμερικανίδα γυναίκα του στις ΗΠΑ, όπου έγραψε τα δύο Βιβλία της ζούγκλας (1894 και 1895). Επέστρεψε στην Αγγλία, όπου και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Το πιο σημαντικό έργο αυτής της περιόδου είναι το παιδικό μυθιστόρημα Κιμ (1901). Το 1907 του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ. Άλλα κύρια έργα του: Ενδιάμεσα χρόνια (1919), Ταξιδιωτικά γράμματα (1923), Παραμύθια της ξηράς και της θάλασσας (1923).

Πηγή, Πηγή βιογραφικών στοιχείων

Συμμετοχή μαθητών/τριών στο πρόγραμμα-εργαστήρι «Κώδικες Μνήμης, Κώδικες Μέλλοντος: Από τη Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη στην Τεχνητή Νοημοσύνη»

Στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης φιλαναγνωσίας με τίτλο “Σαλπάροντας με τις λέξεις” που ανέλαβαν και υλοποιούν τα τμήματα Α1 και Α2 του σχολείου μας πραγματοποιήθηκε εκπαιδευτική επίσκεψη των μαθητών/τριών στη Ζωσιμαία Δημόσια Κεντρική Ιστορική Βιβλιοθήκη Ιωαννίνων στις 17-10-2025 και 22-10-2025 αντίστοιχα.

Οι μαθητές/τριες μας συμμετείχαν στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα/εργαστήρι με τίτλο: «Κώδικες Μνήμης, Κώδικες Μέλλοντος: Από τη Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη στην Τεχνητή Νοημοσύνη». Μέσα από πρωτότυπα αρχειακά τεκμήρια για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη διαφύλαξη των βιβλίων και συλλογών της Ζωσιμαίας Δημόσιας Κεντρικής Ιστορικής Βιβλιοθήκης Ιωαννίνων κατά την περίοδο της Κατοχής, καθώς και την πορεία και το έργο του Άλαν Τιούρινγκ, διερεύνησαν τη σημασία της προστασίας και μετάδοσης της γνώσης. Παράλληλα, ήρθαν σε επαφή με βασικές αρχές της κρυπτογράφησης και της Τεχνητής Νοημοσύνης μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες και την επίλυση γρίφων, καταλήγοντας σε πολύτιμα συμπεράσματα για την αξία της γνώσης μέσα από τα βιβλία και τη φιλαναγνωσία.

Υπεύθυνοι καθηγήτες του σχολείου μας: κ. Μαρίνα Καρβούνη, αγγλικής φιλολογίας  και κ. Νίκος Δούλης, φιλόλογος 

Οδυσσέας Ελύτης (2 Νοεμβρίου 1911 – 1996)

(Ελληνικά Επίκαιρα. Αρχείο ΕΡΤ. Αναγγελία βράβευσης του Οδυσσέα Ελύτη με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Συνέντευξη Τύπου του ποιητή στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» μετά την ανακοίνωση της βράβευσης. Ο Οδ. Ελύτης στο σπίτι του μιλάει για τα αγαπημένα του αντικείμενα. Απονομή του βραβείου Νόμπελ στον Οδυσσέα Ελύτη, Σουηδία, 10 Δεκεμβρίου 1979)

Φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλη. Γεννήθηκε, σαν σήμερα, στις 2 Νοεμβρίου 1911, στο Ηράκλειο Κρήτης. Κατάγεται από τη Λέσβο. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1935 με ποιήματα στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα. Ενώ ο Γιώργος Σεφέρης ανανεώνει την ελληνική ποίηση επηρεασμένος από το συμβολισμό, ο Οδυσσέας Ελύτης γράφει αφομοιώνοντας τα πιο ουσιώδη στοιχεία του υπερρεαλισμού. Από την ποιητική του παραγωγή ξεχωρίζουν οι τρεις πρώτες συλλογές του, που τα κύρια χαρακτηριστικά τους μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:

α) Το ποίημα εκφράζει μια βαθιά αίσθηση της ζωής, υγεία και νεανικό σφρίγος, που εξωτερικεύονται με τη συνεχή παράθεση απροσδόκητων εικόνων.

β) Οι εικόνες συνδέονται μεταξύ τους συνειρμικά και διακρίνονται για την ανανεωμένη και συναισθηματικά φορτισμένη γλώσσα τους.

Σημαντική όμως τομή στην ποιητική του γραφή αποτελεί το Άξιον Εστί, γιατί όσο κι αν διατηρεί τα βασικά συστατικά της, κατορθώνει να μετουσιώσει τα πιο γόνιμα στοιχεία της ποιητικής μας παράδοσης. Με το Άξιον Εστί αρχίζει η ώριμη περίοδος του Ελύτη.

Γενικά, θεωρείται ως ένας από τους πιο σημαντικούς νεοέλληνες ποιητές, που με την πλούσια φαντασία του ανανέωσε την ελληνική ποίηση. Το 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ της λογοτεχνίας.

Το έργο του: α) Ποιητικές συλλογές: Προσανατολισμοί (1940), Ήλιος ο Πρώτος (1943), Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για το Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας (1945), Το Άξιον εστί (1959), Έξι και Μια Τύψεις για τον Ουρανό (1960), Το Φωτόδεντρο και η Δέκατη Τέταρτη Ομορφιά (1971), Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας (1971), Θάνατος και Ανάσταση του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου (χειροποίητη έκδοση του γλύπτη Κουλεντιανού, Παρίσι 1971), Το Μονόγραμμα (1972), Τα Ετεροθαλή (1974), Μαρία Νεφέλη (1978), Ο μικρός ναυτίλος (1985), Δυτικά της λύπης (1995) κ.ά. β) Δοκίμια: Ο Ζωγράφος Θεόφιλος (1973), Ανοιχτά χαρτιά (1974), Η Μαγεία του Παπαδιαμάντη (1976). γ) Μεταφράσεις: Δεύτερη Γραφή (1976), μεταφράσεις ποιημάτων του Ρεμπώ, Λωτρεαμόν, Ελιάρ, Ζουβ, Ουγκαρέτι, Λόρκα, Μαγιακόφσκι. Μετέφρασε επίσης τα θεατρικά έργα: Νεράιδα του Ζιροντού, Ο Κύκλος με την Κιμωλία του Μπρεχτ και Δούλες του Ζενέ.

Πηγή

“Ο Μέγας Ιεροεξεταστής”, του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (1821-1881)

o megas ieroexetastis vivlio pdfΟ συγγραφέας

Μεγαλοφυής Ρώσος μυθιστοριογράφος. Γεννήθηκε στη Μόσχα. Το 1837 μπήκε στη Στρατιωτική Σχολή Μηχανικού, αλλά δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον· αντίθετα αφοσιώθηκε στη μελέτη της λογοτεχνίας. Τελειώνοντας τις σπουδές υπηρέτησε για ένα χρόνο στην Πετρούπολη και παραιτήθηκε για να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη συγγραφή. Έζησε ζωή γεμάτη στερήσεις και περιπέτειες. Για τις φιλελεύθερες ιδέες του καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά τη στιγμή της εκτέλεσής του η ποινή του μετατράπηκε σε τέσσερα χρόνια καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία. Μετά την απελευθέρωσή του συνέχισε τον ιδεολογικό του αγώνα από τα περιοδικά Χρόνος (1861-1863) και Εποχή (1864-1865) μαζί με τον αδελφό του και άλλους διανοούμενους. Και οι δυο όμως αυτές επιχειρήσεις του έληξαν με δεινές οικονομικές συνέπειες, που τον συνόδευαν ως το τέλος περίπου της ζωής του. Για να γλιτώσει από τα χρέη του κατέφυγε στο εξωτερικό και περιπλανήθηκε πάμφτωχος μαζί με την οικογένειά του στη Γερμανία, Ιταλία, Ελβετία και Γαλλία από το 1867 ως το 1871, όποτε και του δόθηκε άδεια να γυρίσει στην Πετρούπολη. Τα έργα του μπορούμε να τα χωρίσουμε σε δυο περιόδους: εκείνα που γράφτηκαν πριν, και κατά τη διάρκεια της εξορίας, και τα μετά την εξορία. Στα πρώτα (Οι φτωχοί, 1846· Οι λευκές νύχτες 1848· Οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι 1861· Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων, 1860-1862· Το υπόγειο 1864 κ.ά.) μπαίνει ορμητικά στο διάλογο με τους δημοκρατικούς και τους σοσιαλιστές όλων των αποχρώσεων. Τα έργα αυτά έδωσαν τα πρότυπα —ιδέες και μορφές— για όλες τις μεγάλες δημιουργίες του Ντοστογιέφσκι: Έγκλημα και τιμωρία (1866), Ο ηλίθιος (1868), Οι δαιμονισμένοι (1871-1872), Ο έφηβος (1875), Οι αδελφοί Καραμάζοφ (1879-1880). Γιατί σε τελευταία ανάλυση το μοναδικό αντικείμενο του έργου του είναι η ανθρώπινη ψυχή με τις αντιφάσεις και τα τραγικά της πεπρωμένα.



Λήψη αρχείου

Ο “Μέγας Ιεροεξεταστής” είναι μία ιστορία μέσα στο μυθιστόρημα «Αδελφοί Καραμάζοφ», το κύκνειο άσμα του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι.

Πηγή, Πηγή βιογραφικών στοιχείων

H “εὐθεῖα τῶν ἑνικών”

Η εικόνα προέρχεται από το πραγματικό μνημειώδες έργο του Κερκυραίου λογίου Νικολάου Σοφιανού “Γραμματικὴ τῆς κοινῆς τῶν Ἑλλήνων γλώσσης”, το οποίο -όπως τα κατά Ματθαίον Πάθη του Μπαχ- έμεινε για αιώνες στην αφάνεια, και μόλις το 1870 εκδόθηκε στο Παρίσι από τον É. Legrande ανοίγοντας τον δρόμο στις νεοελληνικές Γραμματικές που ακολούθησαν…

Ως “εὐθεῖα τῶν ἑνικών” (και “εὐθεῖα τῶν πληθυντικῶν”) σε παλαιότερες Γραμματικές αναφέρεται η “Ονομαστική Πτώση” (σε αντιδιαστολή με τις υπόλοιπες πτώσεις που θεωρήθηκαν “πλάγιες”). Αφετηρία της ονομασίας είναι η Γραμματική του Διονυσίου Θρακός (2ος αι. π.Χ.).

Τα ονόματα των πτώσεων, όπως και των περισσότερων ίσως όρων της γραμματικής, τα οφείλουμε στον σπουδαίο Aλεξανδρινό γραμματικό του 2ου αι π.Χ, τον Διονύσιο τον Θράκα, συντάκτη της πρώτης ελληνικής γραμματικής («Tέχνη γραμματική»), ο οποίος ως αρχικό όνομα για την Ονομαστική πτώση έχει το “ὀρθή” (όνομα που περιγράφει άριστα τον κλιτικά αμετάβλητο γραμματικό τύπο).
Στο έργο αυτό («Tέχνη γραμματική») αναφέρει για τις πτώσεις τα εξής:

Πτώσεις ὀνομάτων εἰσὶ πέντε·
ὀρθή, γενική, δοτική, αἰτιατική, κλητική.
λέγεται δὲ ἡ μὲν ὀρθὴ ❝ὀνομαστικὴ❞ καὶ ❝εὐθεῖα❞,
ἡ δὲ γενικὴ κτητική τε καὶ πατρική,
ἡ δὲ δοτικὴ ἐπισταλτική,
ἡ δὲ αἰτιατικὴ κατ᾽ αἰτιατικήν,
ἡ δὲ κλητικὴ προσαγορευτική.

Το γεγονός ότι δίνει για κάθε πτώση και ένα δεύτερο όνομα (μάλιστα για την “ορθή” δίνει δύο ονόματα: ❝ονομαστική❞ και ❝ευθεία❞) οδήγησε σε μια αμφιταλάντευση στη χρήση τους στους επόμενους αιώνες.

Ἐτσι, ο σπουδαίος Αλεξανδρινός γραμματικός του 3ου αι. Αίλιος Ηρωδιανός αναφέρει και τα δύο αυτά ονόματα στα έργα του:

«[…] ἐπὶ τῶν ἰσοσυλλάβως κλινομένων ἡ αἰτιατικὴ ἰσοσύλλαβός ἐστι τῇ ❝εὐθείᾳ❞, οἷον:
ὁ καλός τοῦ καλοῦ τῷ καλῷ τὸν καλόν
ὁ κοχλίας τοῦ κοχλίου τῷ κοχλίᾳ τὸν κοχλίαν […]»

Αλλά σε άλλο σημείο γράφει:

«Τὰ εἰς αι λήγοντα ἐπὶ τῆς ❝ὀνομαστικῆς πληθυντικῆς❞͵ ταῦτα ἐπὶ τῆς γενικῆς περισπᾶται· οἷον Πέρσαι Περςῶν καὶ τὰ παραπλήσια […]»

Όταν ο Κερκυραίος λόγιος Νικόλαος Σοφιανός έγραψε την πρώτη Γραμματική της Νέας Ελληνικής (το 1550), ακολουθώντας τον Διονύσιο, υιοθέτησε τον όρο ❝ευθεία❞ και όχι ❝ονομαστική❞. Και για αρκετό διάστημα μεταγενέστεροι γραμματικοί τον μιμήθηκαν, μέχρι που ο όρος “Ονομαστική” επικράτησε (ίσως και λόγω του αντίστοιχου λατινικού “casus nominativus” [ = ονομαστική πτώση] ).

Πηγή: Κέντρο Λεξικολογίας (31/10/2025)