Στα πλαίσια των εργαστηρίων δεξιοτήτων και συγκεκριμένα στην πρώτη ενότητα «Ζω καλύτερα- Ευ ζειν» επιλέξαμε να πραγματοποιήσουμε ένα πρόγραμμα που προάγει τη αυτο- μέριμνα και αυτο- προστασία των παιδιών.
Το πρόγραμμα ονομάζεται «Το Παπάκι πάει…» και τον σχεδιασμό του αναλαμβάνει εξειδικευμένη ομάδα παιδαγωγών και ψυχολόγων του οργανισμού «Το Χαμόγελο του Παιδιού» . Την υλοποίηση τού πραγματοποιούν οι εκπαιδευτικοί των σχολείων έπειτα από επιμόρφωσή τους μέσω των σεμιναρίων που τακτικά πραγματοποιεί ο οργανισμός.
Το πρόγραμμα πραγματοποιείται μέσω της αφήγησης ιστοριών και βασίζεται στο παιδαγωγικό μοντέλο της Ανάπτυξης Δεξιοτήτων ζωής, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην καλλιέργεια της ενσυναίσθησης. Κύριοι στόχοι του προγράμματος, είναι μετά το πέρας του τα παιδιά να έχουν εκπαιδευτεί στα εξής πεδία:
σε περίπτωση που είμαι σε δημόσιο χώρο και δε βλέπω τον κηδεμόνα μου δεν κρύβομαι, δεν τρέχω, δεν απομακρύνομαι αλλά μένω σταθερά στο σημείο που τον είδα τελευταία φορά
δεν ακολουθώ ποτέ κάποιον άγνωστο και φωνάζω δυνατά σε περίπτωση που προσπαθήσει να με κάνει με τη βία να τον ακολουθήσω
εμπιστεύομαι τους αστυνομικούς
γνωρίζω το ονοματεπώνυμο μου και κάποιον αριθμό τηλεφώνου από το σπίτι ή τους κηδεμόνες μου
μαθαίνω να πληκτρολογώ στους δημόσιους τηλεφωνικούς θαλάμους τα νούμερα έκτακτης ανάγκης 100 και 116000
Η ενασχόληση μας με τη συγκεκριμένη θεματική ξεκίνησε με την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία του Αλέξανδρου
Αφηγητής :
Ο Αλέξανδρος είναι ένα παιδί που ακούει τις συμβουλές των γονιών του και προσπαθεί κάθε μέρα να τις καταλάβει και να τις ακολουθεί γιατί αισθάνεται ωραία με αυτό.
Μια μέρα ο Αλέξανδρος πήγε με τη μητέρα του/πατέρα του/ενήλικα στη λαϊκή……..
«Εδώ τα καλά μήλα, εδώ τα καλά πορτοκάλια» φώναζε ένας κύριος πίσω από το πάγκο του.
« Έλα Αλεξανδράκο μου να πάρουμε πορτοκάλια να σου κάνω φυσικό χυμό να πιεις» είπε η μαμά τραβώντας τον Αλέξανδρο προς τον πάγκο.
H μαμά διάλεγε πορτοκάλια και μιλούσε με τον άνθρωπο και ο Αλέξανδρος κοιτούσε τριγύρω του. Kάποια στιγμή πέφτει το μάτι του στον πάγκο με τα παιχνίδια. Εκείνο το καφετί μαϊμουδάκι που κρατάει 2 πιάτα (αυτά που έχουν και στα ντραμς) και κάθε τόσο τα χτυπάει είναι πραγματικά πολύ αστείο. Ντόινγκ , ντόινγκ, ντόινγκ!
«Πω πω» σκέφτηκε « φοβερό είναι» και έτσι όπως το κοίταζε, άφησε το χέρι της μαμάς
«Κοντά μου Αλέξανδρε» είπε κατευθείαν η μαμά που τρόμαξε που της άφησε το χέρι.
«Ναι μαμά» είπε ο Αλέξανδρος .
Ο κύριος που πουλούσε τα παιχνίδια του χαμογελούσε… εκείνος τον κοίταξε αλλά δεν έκανε κάτι. Η μαϊμού είχε πολλή πλάκα!
«Θα μου το πάρει η μαμά οπωσδήποτε» και γυρίζει να της το πει.
Όμως δεν την βλέπει. Που είναι; Ο κόσμος φαίνεται πιο πολύς τώρα και ο Αλέξανδρος αρχίζει να φοβάται.
Δεν μιλάει και αρχίζει και περπατάει γρήγορα μέσα στα στενά, για να την βρει.
Ούτε εδώ, ούτε εδώ. Μα που είναι τέλος πάντων;
Και τότε συνειδητοποιεί ότι δεν ξέρει που βρίσκεται. Ο κόσμος περπατάει γρήγορα και τον σπρώχνει συνέχεια. Κανείς όμως δεν του δίνει σημασία.
Πήγε σε μια γωνιά και άρχισε να κλαίει.
Τότε τον πλησίασε μια κυρία με κόκκινα μαλλιά και μ’ ένα αστείο πράσινο καπέλο. Ήταν λίγο περίεργη αλλά σκέφτηκε ότι ίσως τον βοηθούσε.
« Τι έχεις μικρούλι; Γιατί κλαίς;»
«Μην στενοχωριέσαι» ,εγώ τη ξέρω τη μαμά σου, είμαστε φίλες. Θα έρθεις σπίτι μου και θα την περιμένουμε να έρθει να σε πάρει. Έλα σήκω να πάμε».
Η κυρία είχε κάτι πάνω της, μια σιγουριά και ήξερε και τη μαμά. Ο Αλέξανδρος ήταν πολύ φοβισμένος και μπερδεμένος ταυτόχρονα. Σηκώθηκε και έπιασε το χέρι της που του το είχε απλώσει.
«Θα πάω με τη φίλη της μαμάς μου» σκέφτηκε. «όμως ποια φίλη; Δεν την έχω δει ποτέ στο σπίτι»
«ΕΕΕ.. Στρατούλα » του είπε αλλά του έσφιξε δυνατά το χέρι και τον τράβαγε με δύναμη.
Ο φόβος έγινε πιο μεγάλος τώρα… δεν ήξερε καμία Στρατούλα και σίγουρα θα θυμόταν αυτό το όνομα. Ο Αλέξανδρος προσπάθησε να σταματήσει αλλά εκείνη τον τράβηξε με δύναμη.
Θυμήθηκε τότε μια συμβουλή της μαμάς και του μπαμπά που του την έλεγαν συχνά «ΔΕΝ ΜΙΛΑΜΕ ΠΟΤΕ ΣΕ ΑΓΝΩΣΤΟΥΣ».
Ο Αλέξανδρος αντιστάθηκε και άρχισε να φωνάζει
«Άφησε με, άφησε με, δεν θέλω να έρθω μαζί σου! και προσπαθούσε με το άλλο του χέρι να ελευθερώσει το χέρι που του κρατούσε η κυρία.
«Τι γίνεται εκεί;» τι συμβαίνει
Και ενώ πριν κανείς δεν τον κοίταγε τώρα όλοι είχαν σταματήσει και τον κοιτούσαν. Κάποιοι πιο θυμωμένοι φώναζαν σε αυτή την κυρία η οποία του άφησε το χέρι και προσπαθούσε να φύγει. Πήγαν να τον πλησιάσουν κάνα δυο άνθρωποι αλλά ο Αλέξανδρος άρχισε να τρέχει γρήγορα….
Ντρεπόταν πολύ . Έτρεχε, έτρεχε και πήγε κάπου και κρύφτηκε.
Και τώρα τι θα κάνει ο Αλέξανδρος;;; είναι μόνος του και φοβάται.
«Δεν έπρεπε να είχε αφήσει ποτέ το χέρι της μαμάς του».
«Πως θα την βρω την μαμά μου;
Πρέπει να σκεφτώ που μπορεί να είναι.
ΑΑΑ σκέφτηκε…μα βέβαια…. θα με ψάχνει και εκείνη, οπότε θα πάω στο τελευταίο σημείο που με είδε… στο μαϊμουδάκ»
Σηκώθηκε από εκεί που καθόταν και άρχισε να περπατάει. Σκεφτόταν ποιο δρόμο είχε πάρει… όλοι όμως ήταν τόσο ίδιοι.
Και να ….εκεί που περπατούσε … ο πάγκος με τα παιχνίδια!!! Ο Αλέξανδρος χάρηκε. Θα περιμένω εκεί μέχρι να με βρει η μαμά. Πλησίασε και έψαξε να βρει το μαϊμουδάκι… δεν ήταν εκεί. Σήκωσε τα μάτια και είδε τον κύριο που πουλούσε τα παιχνίδια … δεν ήταν ο κύριος που του χαμογελούσε. «Και τώρα τι κάνουμε;» Σκέφτηκε
Ο Αλέξανδρος ήταν πια χαμένος. Έπρεπε όμως να κάνει κάτι..
Θα μιλήσω σε κάποιον σκέφτηκε… ναι αλλά η μαμά και ο μπαμπάς λέει δεν μιλάμε σε αγνώστους. Και τότε πέρασε ένας αστυνομικός…. Ο Αλέξανδρος σκέφτηκε «οι αστυνομικοί πάνε τον κόσμο φυλακή και αν με δει μόνο μου θα με πάει φυλακή». Πήγε λίγο πιο πέρα για να μην το δει ο αστυνομικός. «Πρέπει όμως κάπου να μιλήσω… και αν όμως αυτός που μιλήσω είναι κακός και με πάρει μακριά, ακόμη πιο μακριά; Τι να κάνω;;;; Αχ γιατί ν’αφήσω το χέρι της μαμάς μου.
Και να … εκείνη την στιγμή είδε μια κυρία με 2 παιδάκια στο χέρι της. Το ένα παιδάκι το ξέρει. Είναι στο ίδιο σχολείο. Δεν είναι φίλοι, είναι πιο μικρός, αλλά τον ξέρει.
«Να ξέρετε έχασα τη μαμά μου… δεν ξέρω που είναι…» και άρχισε να κλαίει γοερά.
Κυρία με 2 παιδιά: Εκείνη τον χάιδεψε – τρομαγμένη βέβαια – και του είπε «… ηρέμησε παιδί μου, θα την βρούμε τη μαμά…»
«Θυμάσαι που μένεις;»
Αλέξανδρος:«Στο σπίτι μου» απάντησε
Κυρία:«Διεύθυνση θυμάσαι;»
Αλέξανδρος «Όχι» της είπε ο Αλέξανδρος… «έπρεπε να το ήξερα αυτό. Και μου το ‘χανε πει όλοι»
Κυρίας:«Το τηλέφωνο της μαμάς; Το θυμάσαι;»
Αλέξανδρος «Όχι» απάντησε και πάλι… κάτι θυμόταν αλλά να φοβόταν τόσο πολύ τώρα που δεν θυμόταν όλους τους αριθμούς.
Κυρία:«Ξέρεις τι θα κάνουμε;;;» του είπε
«Θα μας βοηθήσει ο αστυνομικός»
Αλέξανδρος«Όχι όχι ο αστυνομικός» θα με πάει φυλακή!
Κυρία: Ηρέμησε καλό μου, οι αστυνομικοί αγόρι μου, βοηθάνε τα παιδιά, δεν τα πάνε φυλακή. Φυλακή πάνε οι άνθρωποι που έχουν κάνει κάτι κακό, που έχουν κάνει κακό σε άλλους ανθρώπους. Εσύ δεν έκανες τίποτα κακό».
Αλέξανδρος:«Έκανα… άφησα το χέρι της μαμάς»
Κυρία:«Βέβαια… αλλά δεν έβλαψες κανένα. ήταν ατύχημα, δεν ήταν κακή πράξη».
Και έτσι πήγαν στον αστυνομικό…. Και τότε συνέβη κάτι μαγικό. Μόλις του είπαν τι έχει συμβεί ο αστυνομικός είπε …
Αστυνομικός:«Έλα βρε Αλέξανδρε, που είσαι τόσες ώρες;;;; η μαμά σου σε ψάχνει παντού!!! Ξέρω που είναι, έλα να σε πάω»
Ο Αλέξανδρος έπιασε το χέρι του αστυνομικού και τον ακολουθούσε… και πίσω του το παιδί από το σχολείο με τη μαμά του.
Για ένα περίεργο λόγο ο Αλέξανδρος δεν φοβόταν τώρα….
Αστυνομικός: Που ήσουν τελικά Αλέξανδρε; Τι έγινε; ρώτησε ο αστυνομικός και ο ήρωας μας άρχισε να του λέει τι έχει συμβεί
Και τότε ο αστυνομικός του είπε:
«Όταν φοβόμαστε κάνουμε πράγματα που μετά μπορεί να είναι λάθος. Δεν πειράζει όμως. Έτσι κάνουν όλοι οι άνθρωποι. Εσύ θα πρέπει να θυμάσαι ότι έτσι όπως έτρεχες μέσα στη λαϊκή δεν μπορούσαμε να σε βρούμε γιατί έφευγες από το σημείο που ερχόμασταν να σε βρούμε εμείς. Θα μένεις σταθερός εκεί που είσαι και όπως πολύ σωστά έκανες δεν θα μιλάς σε κανένα άγνωστο. Θα μάθεις όμως το τηλέφωνο του σπιτιού σου και αν σου ξανασυμβεί ποτέ – που είμαι σίγουρος ότι δεν θα ξανασυμβεί, αλλά να άνθρωποι είμαστε- θα πας σε ένα αστυνομικό και θα του πεις την διεύθυνση σου ή το τηλέφωνο σου.
Η αν το πάθεις σε κάποιο κατάστημα ή στο λούνα παρκ, θα πας σε έναν υπάλληλο για να το πεις; Εντάξει Αλέξανδρε;»
Και αν σου συμβεί στο δρόμο συνέχισε ο αστυνομικός πάλι μπορείς να πάρεις από ένα καρτοτηλέφωνο το 100 ή το 116000 που εκεί είναι άνθρωποι που θα σε βοηθήσουν.
«Το 100 το γνωρίζω, τι είναι όμως το 116000 ;» ρώτησε ο Αλέξανδρος
«Το 11600 είναι το Χαμόγελο του Παιδιού… εκεί πάντα υπάρχουν άνθρωποι που ότι και να πάθεις, ότι και να σου συμβεί θα σε βοηθήσουν. Και μπορείς να πάρεις τηλέφωνο οποιαδήποτε στιγμή και χωρίς να έχεις λεφτά ή κάρτα. Απλά θα σηκώσεις το ακουστικό από το καρτοτηλέφωνο και θα πατήσεις 116000. Θα ακούσεις παιδικά τραγουδάκια και μετά θα το σηκώσει κάποιος και εσύ μπορείς να του πεις τι σου έχει συμβεί χωρίς να ντρέπεσαι ή να φοβάσαι…»
Αλέξανδρος: 116000 ,116000 ,116000 , Αλέξανδρος επαναλάμβανε από μέσα του για να μην το ξεχάσει.
«Τι ανόητος, οι αστυνομικοί δεν είναι για να πηγαίνουν τον κόσμο φυλακή είναι για να βοηθάνε τον κόσμο. Άδικα τους φοβόμουν τόσο καιρό!
Και τότε ακούστηκε μια φωνή «παιδί μου» και χιλιάδες φιλιά βρέθηκαν στο πρόσωπο του Αλέξανδρου. Ήταν η μαμά του!
Μαμά:«Γιατί με άφησες καλό μου; …………………..«Είσαι καλά; Να σε δω» είπε η μαμά και τον κοίταγε λες και ήταν η πρώτη φορά. Ξέρεις τι πρέπει τώρα να κάνεις αν ξανασυμβεί αυτό το τόσο δύσκολο πράγμα. Τώρα πέρασε, ηρέμησε….»
Μαμά: «Σας ευχαριστώ πάρα πολύ» είπε η μαμά του Αλέξανδρου στην κυρία και στον αστυνομικό.
«Τι έγινε Αλέξανδρέ μου; Πού ήσουν;» ρώτησε η μαμά
Και ο Αλέξανδρος σκέφτηκε όλα αυτά που έγιναν. Και τι να έγινε άραγε η κυρία που πήγε να τον πάρει….
Αλέξανδρος: «Θα σου πω μαμά, θα σου πω… πάμε σπίτι και θα σου πω»
Δραματοποιήσαμε την ιστορία του Αλέξανδρου. Ο Αλέξανδρος και η μαμά του στη λαϊκή αγορά
Ο Αλέξανδρος με την άγνωστη κυρία που λέει πως γνωρίζει τη μαμά του.
Ο Αλέξανδρος κρύβεται γιατί φοβάται τον αστυνομικό που πέρασε από μπροστά του.
Ο Αλέξανδρος απευθύνεται σε μια μαμά με 2 παιδάκια.
Ο Αλέξανδρος με τον αστυνομικό.
Ο Αλέξανδρος ξαναβρίσκει τη μαμά του με τη βοήθεια του αστυνομικού και της μητέρας με τα 2 παιδιά.
Μέσα από συζήτηση καταλήγουμε στα σωστά βήματα που πρέπει να ακολουθήσει ένα παιδί αν ποτέ χαθεί ή βρεθεί σε δυσμενή θέση. Αφού επεξεργαστηκαμε τις συγκεκριμένες εικόνες και ερωτήσεις ακολουθήσαν υποθετικές ερωτήσεις σε όλα τα παιδιά (τι θα έκανες αν χανοσουν στο λούνα παρκ; τι θα έκανες αν ένας άγνωστος κύριος έλεγε πως γνωρίζει τους γονείς σου; αν έχανες τους γονείς σου θα έμενες στο ίδιο σημείο ή θα έψαχνες να τους βρεις; τι θα έκανες αν έβλεπες έναν αστυνομικό; αν έχανες τους γονείς σου και δε μπορούσες να τους βρεις θα ζητούσες βοήθεια από ένα μόνο άτομο ή θα φωνάζες για να μαζευτούν πολλά άτομα;)
Φτιάξαμε κούκλες βοηθούς για να βοηθήσουν τον Αλέξανδρο και τον Πάκο το παπάκι.
Μαθαίνουμε το τηλέφωνο του χαμόγελου του παιδιού αλλά και της αστυνομίας ώστε να ξέρουμε που να καλέσουμε αν χρειαστεί.
Ακολουθεί κουκλοθεατρικη παράσταση
Αφήγηση:Τι όμορφη μέρα που είναι σήμερα! Ο ήλιος λάμπει και τα κρυστάλλινα νερά της λίμνης είναι ήρεμα. Σήμερα ο Πάκο το μικρό παπάκι έχει τα γεννέθλιά του το ξέρατε; Το απόγευμα στη λίμνη θα στηθεί μεγάλο πάρτι και είστε όλοι καλεσμένοι! Θα τραγουδήσουμε και θα χορέψουμε και στο τέλος θα βοηθήσουμε τον Πάκο να σβήσει τα κεράκια. Όμως από την κουζίνα της μαμάς πάπια λείπουν πολλά υλικά για την τούρτα γι’αυτό και θέλει να πάει στο Πάπι-μάρκετ στην πόλη. Ο Πάκο ποτέ δεν έχει πάει σε παπιμάρκετ. Θα είναι η 1η του φορά. Μα που είναι όμως;
Συμπληρώνουμε σχετικό φύλλο εργασίας.
Το κάθε παιδί φτιάχνει τη δική του ιστορία (σχετική με το παραμύθι του Αλέξανδρου και του Πάκο) ανάλογα με τις εικόνες που θα πετύχει στο ζάρι. Υπάρχει το ζάρι των ηρώων της ιστορίας, των συναισθημάτων και των πράξεων. Όλες οι ιστορίες καταγράφονται.
Παπιοκαταστασεις! Καπελάκια εμπνευσμένα από τη μασκότ του προγράμματος, τον Πάκο το παπάκι και δημιουργία αφίσας ενημέρωσης για τους γονείς !
Παίζουμε στις ελεύθερες δραστηριότητες το κουκλοθέατρο με τον Πάκο το παπάκι .
Με αφορμή τον Πάκο το παπι ασχολούμαστε με το γράμμα π. Βλέπουμε το ένα γράμμα μια ιστορία για το γράμμα Π και βρίσκουμε λέξεις που ξεκινάνε από π. Σχηματίζουμε το π.
Φτιάχνει ο καθένας τη δική του αφίσα.
Γράφουμε τους τηλεφωνικούς αριθμούς που πρέπει να γνωρίζουμε.
Διαβάζουμε το παραμύθι: μην πας φωκάκι.
Το δραματοποιούμε. Το μικρό φωκακι μένει μόνο του όσο η μαμά του ψαρευει.πριν φύγει το συμβουλεύει να μην πάει πουθενά μέχρι να γυρίσει και να μην πάει κάπου με κάποιο που δεν γνωρίζει .
Η αρκούδα λέει στο φωκάκι να τον πάει στη μαμά του αλλά ο πιγκουίνος του λέει να μην πάει γιατί μπορεί να τον πάρει μακριά από τη μαμά.
Ένας κύριος προσφέρει γλυκά στο φωκάκι αλλά το φωκάκι του λέει πως θα του φέρει γλυκά η μαμά και του ζητάει να φύγει.
Η φάλαινα το καλεί να παίξουν μαζί στο νερό αλλά το φωκακι λέει ότι θα πλατσουρίσει μόνο με την μαμά του.
Μια κυρία του ζητάει να το φωτογραφίσει γιατί είναι πολύ όμορφο αλλά το φωκάκι δέχεται να το φωτογραφίσει μόνο η μαμά του.
Η μαμά φωκια γυρνάει με φαγητό και το φωκακι της εξιστορεί όσα συνέβησαν. Η μαμά είναι πολύ περήφανη που το φωκακι θυμήθηκε όλες τις συμβουλές της και το αγκαλιάζει.
Μετά από τόση προσπάθεια και τόσες γνώσεις αξίζει σε όλα τα παιδιά ένα παπιομετάλλιο!