Κριτήρια Αξιολόγησης Εκπαιδευτικών

Παρατηρήσεις επί των Κριτηρίων Αξιολόγησης Εκπαιδευτικών Υποψήφιων για Θέσεις σε Π.Π.Σ.

Από τον Σύλλογο Διδασκόντων του 2ου ΠΠ ΓΕΛ Αθηνών

ΣΧΕΤ.:

1. Ο Νόμος 3966/2011 (άρθρα 36-52) και η Τροποποίησή του Νόμος 4072 (άρθρο 329), εδώ σε Παράρτημα.
2. Υπουργική Απόφαση: Φ.361.22/116672/Δ1/1-10-2012 (ΦΕΚ, τεύχος Β, αρ. 2788/15.10.2012).
3. Υπουργική Απόφαση: αρ. πρωτ. 132732/Δ1/25-10-2012.

ΘΕΜΑΤΑ (ΠΕΡΙΛΗΨΗ):

Α΄. Αποτίμηση της επιχειρούμενης αξιολόγησης εκπαιδευτικών των ΠΠΣ.

Β΄. Έλεγχος των συνεπειών από την εφαρμογή της στις διαμορφούμενες ομάδες εκπαιδευτικών σχετιζόμενων με ΠΠΣ και ανάδειξη των νομικών ανακολουθιών της.

Γ΄. Σχολιασμός επιμέρους κριτηρίων και επισήμανση των αδυναμιών τους (βαθμολογική «βάση», αντικείμενα και τρόποι μοριοδότησης, αξιολογική «οροφή», ανελαστικότητα κριτηρίων κλπ.).

Δ΄. Ειδικότερη αναφορά στα ζητούμενα του κριτηρίου 2.3.1 και τα σφάλματά τους (ως προς το διδακτικό υλικό, τις δειγματικές διδασκαλίες, τα εκπαιδευτικά προγράμματα κλπ.), με συμπέρασμα την ανάγκη αναβολής της προτεινόμενης αξιολόγησης.

Ε΄. Προσδιορισμός του δόκιμου και του επιθυμητού από μιαν αξιολόγηση υπό τις παρούσες συνθήκες (καθοδηγητικά ζητήματα δεοντολογίας).

ΣΤ΄. Άμεσα ζητούμενα: (1) αναβολή της επιχειρούμενης αξιολόγησης για διαβούλευση και (2) ακύρωση εμπαθούς μέτρου από το ΠΥΣΔΕ.

Ζ΄. Προτάσεις (σε μια διαβούλευση) με επιμέρους υποδείξεις για ακυρώσεις, προσθήκες ή μοριοδοτήσεις και με εισήγηση μεθόδου δικαιότερης και συστημικά ορθότερης κατάρτισης αξιολογικών κριτηρίων («Αξιολογικά Προγράμματα» – τρία σε δειγματική ανάπτυξη).

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Οι παρατηρήσεις αυτές είναι σύνθεση γραπτών και προφορικών σχολίων και ιδεών που διατυπώθηκαν από εκπαιδευτικούς και μη, κατά τις τελευταίες ημέρες, στο εσωτερικό του σχολείου και της εκπαιδευτικής του κοινότητας, αλλά και σε έκτακτη συνεδρίαση του Δ.Σ. της Β΄ ΕΛΜΕ με εκπροσώπους των υπαγόμενων σ’ αυτήν ΠΠΣ. Οι προτάσεις όπου καταλήγουν, επίσης, δεν αποτελούν όρο ή προϋπόθεση συμμετοχής, ή όχι, στην επιχειρούμενη αξιολόγηση διδακτικού προσωπικού των ΠΠΣ. Πρόκειται για εκτιμήσεις σχετικά με την ορθότερη διεξαγωγή της από την πλευρά όσων δέχονται να συμμετάσχουν, παραιτούμενοι προς το παρόν, πρόθυμα ή όχι, από την ελπίδα της διεκδίκησης ενός καλύτερου σχολείου μέσα στην κοινωνία που ζούμε (έστω, π.χ., και προς την κατεύθυνση που «υποσχόταν» η δεκαετία του 1980). Είναι πολύ πιθανόν, όμως, αν όχι βέβαιο, πως, εφόσον γίνουν δεκτές και υιοθετηθούν, πολλοί περισσότεροι εκπαιδευτικοί θα συναινέσουν στη διαδικασία. Δεν περιλαμβάνεται, λοιπόν, εδώ καμία ουσιαστική κριτική της πρόσφατης νομοθεσίας για τα ΠΠΣ, τουλάχιστον συνολικά και αναλυτικά (παρότι όλοι αποδέχονται ότι αυτή πάσχει, για άλλους περισσότερο και για άλλους λιγότερο, και παρότι παραμένει ένα καίριο ζήτημα, υπαίτιο πολλών και από τα τωρινά προβλήματα), επειδή προέχουν άλλα θέματα (όχι ανεξάρτητα ή πρακτικότερα, πλην όμως επιτακτικά).

Α΄. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

1. Η υπουργική απόφαση για τον τρόπο αξιολόγησης των υπηρετούντων σε ΠΠΣ κοινοποιήθηκε στα συγκεκριμένα σχολεία αιφνιδιαστικά, με μοναδικό πρόσχημα ότι ήταν ένα «προβλεπόμενο» του νόμου (ότι δηλαδή δοκιμάζεται δικαιωματικά να επιβληθεί με ελλείψεις και παραλείψεις επειδή θεσπίστηκε), χωρίς να έχει προηγηθεί δημόσια διαβούλευση για το θέμα, όπως απόδεικνύεται ότι θα έπρεπε, τόσο από την ανεπαρκή και αδιέξοδη εφαρμογή που επιχειρείται, όσο και από την αναστάτωση που προκαλεί στην Εκπαίδευση. Προηγήθηκε η προσπάθεια «παγίδευσης» των συλλόγων στα ΠΠΣ με δύο προσκλήσεις επιλογής:

— Το 2011 ζητήθηκε η υποβολή αιτήσεων εκμέρους των Πειραματικών Σχολείων για υπαγωγή στον τύπο του ΠΠΣ, με βάση τον νέο νόμο. Οι διδάσκοντες συναίνεσαν με την προσδοκία ότι τα πολλά προβλήματά του νομοθετικού πλαισίου θα διορθώνονταν εκ των υστέρων (και για άλλους λόγους, ως επί το πλείστον ανθρώπινους ή συναισθηματικούς). Αυτή η στάση αποκρύφτηκε με την παρουσίαση του αποτελέσματος υπό μορφή αποφάσεων των συλλόγων, που όμως δεν αντανακλούν τις προσδοκίες των περισσότερων από τους υπηρετούντες σε ΠΠΣ. Βεβαίως, τον τόνο του υπερθεματισμού για το χωλό νομικό καθεστώς των ΠΠΣ σε πολλά τέτοια σχολεία συνεχίζουν να δίνουν μειοψηφίες περί τις διευθύνσεις τους. Αλλά δεν πρέπει να εξαπατάται κανείς σχετικά με την πραγματική κατά πλειοψηφία βούληση των εκπαιδευτικών τους, που δεν επικροτεί το υβρίδιο του σχολείου «εκπαιδευτικών πειραματισμών με κατά το δυνατόν τυχαίο δείγμα» και του σχολείου «αριστείας» (χωρίς να υπεισέλθουμε σε άλλες λεπτομέρειες). Ομοίως, δεν πρέπει να εξαπατάται κανείς και σχετικά με την κατά πλειοψηφία βούληση της κοινωνίας επ’ αυτού.

— Στο τέλος του προηγούμενου σχολικού έτους οι εκπαιδευτικοί των ΠΠΣ υποχρεώθηκαν να δηλώσουν ενδιαφέρον για συνέχιση της υπηρεσίας τους στα σχολεία αυτά, με κυρώσεις που φαίνονταν ανεξήγητες σε περίπτωση άρνησης. Δήλωσαν ενδιαφέρον λοιπόν, παρά την ανησυχία όσων διαισθάνονταν τη μεθόδευση πλέον.

Μια τρίτη προσπάθεια παγίδευσης (η συμπλήρωση ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου για τη σκοπιμότητα και τη μορφή της ατομικής αξιολόγησης, στις αρχές του τρέχοντος σχολικού έτους) απέτυχε.

Καμία από τις προσπάθειες παγίδευσης αυτές (καθαρά «νομικίστικες» τακτικές επί της ουσίας) δεν είναι δεσμευτική για την ελεύθερη κρίση και την υπεύθυνη τοποθέτηση των υπηρετούντων σε ΠΠΣ (και όχι μόνο) επί του ζητήματος που ανακύπτει τώρα με το προτεινόμενο μοντέλο ατομικής αξιολόγησης. Ευθύνη τους είναι, αντιθέτως, η μέριμνα όχι απλώς για τους όρους ύπαρξης και εύρυθμης λειτουργίας των σχολείων τους, αλλά και για την τύχη ολόκληρης της εκπαίδευσης και της εκπαιδευτικής κοινότητας. Γι’ αυτό και δεν αποθαρρύνονται.

2. Η επιχειρούμενη σήμερα επανεξέταση των προσόντων όσων ήδη υπηρετούν σε ΠΠΣ:

— είναι περιττή επειδή έρχεται ως τρίτη ή τέταρτη στη σειρά, ανάλογα με τους εκπαιδευτικούς που αφορά, μετά από άλλες αξιολογήσεις (δύο εξ αυτών πρόσφατες και με καθοριστικό τους παράγοντα τα προσόντα των εκπαιδευτικών), των οποίων την εγκυρότητα και την ισχύ αμφισβητεί·

— είναι ανακόλουθη, ακόμη και με το υπάρχον νομικό πλαίσιο, διότι συνιστά επιλεκτική εφαρμογή του νόμου, προβαίνοντας σε ρυθμίσεις που αφορούν μόνον στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, χωρίς να διασφαλίζει τα προβλεπόμενα αντίστοιχα κίνητρα, ενώ πριν από οποιαδήποτε εφαρμογή αξιολόγησης θα έπρεπε να έχουν προηγηθεί οι αναμενόμενες δημοσιεύσεις υπουργικών αποφάσεων που:
(1) να εξειδικεύουν τα κριτήρια επιλογής προσωπικού των ΠΠΣ με ευελιξία και λειτουργικότητα, και όχι με την ισοπεδωτική άθροιση της μοριοδότησης μιας αναλυτικής αναγραφής,
(2) να ορίζουν το ειδικό επίδομα για τους εκεί διδάσκοντες,
(3) να ορίζουν τα πρόσθετα μόρια και τις προϋποθέσεις χορήγησής τους,
(4) να ρυθμίζουν την τροποποίηση του ωραρίου όσων υπηρετούν σε ΠΠΣ, ενεργοποιώντας την παράγραφο 7 του σχετικού άρθρου·

— επισπεύδεται με φανερή προχειρότητα, προσφεύγοντας σε μια ΔΕΠΠΣ χωρίς σφραγίδα, τώρα και ακέφαλη, με την οποία αρνείται να συνεργαστεί το ΠΥΣΔΕ και η οποία έχει δεχτεί την αυστηρή κριτική των εκπαιδευτικών συμβούλων·

— εκθέτει σε περιπέτειες βίου τους εκπαιδευτικούς που υπηρετούν από παλαιότερα χρόνια σε Πειραματικά Σχολεία, μέσω υπηρεσιακών διαδικασιών που δεν προέβλεπαν τέτοιου είδους έλεγχο προσόντων (συγχωνεύσεις, χαρακτηρισμούς ή μετατροπές από σχολεία διαφορετικού τύπου κλπ.), ενώ από την άλλη και αυτοί με το έργο τους συνέβαλαν στην επιλογή της σχολικής τους μονάδας ως ΠΠΣ·

— προδίδει προθέσεις μεθόδευσης και δολιότητα με την εφαρμογή της καταρχάς στο ενενεργεία διδακτικό προσωπικό των ΠΠΣ υπό τύπον «αξιολογικής ρουτίνας», ενώ πρόκειται καθ’ όλα για διαδικασία εκλογής προς τοποθέτηση, η οποία δεν θα έχει όμως τα ίδια αποτελέσματα με οποιαδήποτε ανοιχτή επαναπροκήρυξη όλων των θέσεων διδασκόντων (δηλαδή θα προκαλέσει αποκλεισμούς υπηρετούντων, δημιουργία «αυλής» στο εσωτερικό των σχολικών μονάδων κλπ.)·

— είναι προσχηματική (στην πραγματικότητα αποβλέπει σε γενικευτική νομιμοποίηση διά της επιβολής στην πιο ευάλωτη ομάδα εκπαιδευτικών), επιλέγοντας τα ΠΠΣ χωρίς επαναπροκήρυξη των θέσεων για δυο λόγους κυρίως:
(1) επειδή πρέπει να συνεχιστεί η λειτουργία τους με «προσωπικό ασφαλείας» (δηλαδή με όσους δεν θα αρνηθούν να συμμετάσχουν και θα «περάσουν» στις προσώρας «εύκολες» εξετάσεις) και
(2) επειδή στα σχολεία αυτά οι αντιδράσεις υπολογίζεται να είναι λίγες (περιλαμβάνουν μειοψηφία των εκπαιδευτικών, διακυβεύονται κάποια ατομικά συμφέροντα, οι υπηρετούντες είναι διχασμένοι επί του πρακτέου, το μεγαλύτερο μέρος του κλάδου είναι ανυποψίαστο για τη σημασία της «επιχείρησης» συνολικά κλπ.)·

— εκδηλώνεται ως εμπαθής επίδειξη εξουσιαστικής βίας και επιθετικότητας εκμέρους της Πολιτείας (με ρήτρες όπως η χωρίς καμία πρόνοια διάθεση στο ΠΥΣΔΕ/ΠΥΣΠΕ όσων δεν επιθυμούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία της αξιολόγησης, ενώ η διάθεση στο ΠΥΣΔΕ/ΠΥΣΠΕ όσων δεν επιλεγούν ορίζεται «κατά προτεραιότητα»).

3. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών που υποβάλλουν υποψηφιότητα για θέση σε ΠΠΣ δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται μετά την εκλογή τους. Η ρύθμιση που το αργότερο σε δέκα (10) χρόνια αίρει την οργανικότητα της θέσης όσων υπηρετούν σε ΠΠΣ («θέση θητείας») πρέπει να αναθεωρηθεί. Αυτό έρχεται σε σύγκρουση με ιδιοτυπίες που δεν έχουν ληφθεί υπόψη (ή έχουν υποβαθμιστεί έναντι της αμφιλεγόμενης, αν όχι και εντελώς αστήρικτης, άποψης ότι μέθοδος διάχυσης του εκπαιδευτικού πειραματισμού είναι η περιοδική ανανέωση προσωπικού στα ΠΠΣ):

— Η απομάκρυνση ενός εκπαιδευτικού από το σχολείο επιλογής του διά της βίας (όπως, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα συμβαίνει με τη συμπλήρωση δεκαετίας) έχει χαρακτηριστικά αδικαιολόγητης τιμωρίας για το παρόν καθεστώς της οργανικότητας των θέσεων.

— Σε κανέναν τομέα του δημοσίου (προπάντων εκπαιδευτικό) δεν εκπίπτει ένα πρόσωπο από τη θέση που κατέκτησε με εκλογή κατόπιν αξιολογήσεως ειδικών προσόντων, εάν δεν συντρέχουν έκτακτοι λόγοι (παραπτώματα προβλεπόμενα από το νόμο, ακυρώσεις αποφάσεων κ.τ.π.).

— Και ένα ΠΠΣ είναι σχολείο με τάξεις και ανθρώπινους δεσμούς στο εσωτερικό της κοινότητάς του, με ανάγκη παράδοσης σε ανθρώπινο δυναμικό και με θεμελίωση δικαιωμάτων για το διδακτικό προσωπικό του.

Β΄. ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Εφόσον εφαρμοστεί η απόφαση, δημιουργούνται τέσσερις ομάδες αξιολογουμένων και με τη νέα σχολική χρονιά ο σύλλογος διδασκόντων ενός ΠΠΣ θα αποτελείται από τέσσερις διαφορετικές κατηγορίες μελών, οι οποίες θα έχουν προκύψει από διαφορετικού χαρακτήρα αξιολόγηση:
1. Οι με οργανική θέση και υπηρετούντες σε ΠΠΣ.
2. Οι με οργανική θέση αποσπασμένοι σε άλλα σχολεία.
3. Οι με απόσπαση ή θητεία υπηρετούντες στα ΠΠΣ.
4. Όσοι θα υποβάλουν υποψηφιότητα και θα γίνουν δεκτοί για την κάλυψη των τυχόν κενών θέσεων.

Οι τέσσερις ομάδες είναι άνισες, τόσο ως προς τα προσόντα όσο και ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα προσόντα τους κρίνονται, αφού:
1. Οι υπηρετούντες με οργανική θέση σε ΠΠΣ, των οποίων η τύχη δοκιμάζεται ποικιλότροπα, μολονότι αποτελούν τη μόνη ομάδα εκπαιδευτικών τάξης που μέχρι σήμερα έχει δεχτεί, με τη θέλησή της και κατά τεκμήριο, αξιολόγηση (και μάλιστα περισσότερες της μίας φορές), και οι οποίοι θα δεχτούν όλες τις συνέπειες που αναλύονται στη συνέχεια.
2. Οι μη υπηρετούντες, αποσπασμένοι σε άλλα σχολεία, αλλά με οργανική θέση σε ΠΠΣ, κρίνονται με διαφορετικό τρόπο ως προς την επάρκειά τους, αφού η αξιολόγηση του διευθυντή και των συμβούλων παρακάμπτεται και ορίζονται διαφοροποιημένα κριτήρια. Η διαφοροποίηση αυτή αποτελεί επαρκή λόγο για τη διατύπωση ενστάσεων αναφορικά με την αντικειμενικότητα κατάρτισης αξιολογικού πίνακα, αφού οι μεν πρώτοι κρίνονται από τον σύμβουλο και τον διευθυντή, οι δε άλλοι απλά παραθέτουν δικαιολογητικά που καλύπτουν τις αναφερόμενες έξι «δράσεις» και κρίνονται από το ΕΠΕΣ. (Ευφυείς ή διορατικοί εκπαιδευτικοί με οργανικές θέσεις σε ΠΠΣ έσπευσαν έγκαιρα να επωφεληθούν του μέτρου ζητώντας απόσπαση από τα σχολεία τους.)
3. Οι υπηρετούντες αποσπασμένοι ή με θητεία, καλούνται να καταθέσουν δικαιολογητικά δραστηριοτήτων που μάλλον θα αδυνατούσαν να παράσχουν υπηρετώντας, όπως τα προηγούμενα χρόνια, σε άλλα σχολεία (όχι σε ΠΠΣ). Επιπλέον, κρίνονται από τον διευθυντή της σχολικής μονάδας για το περιορισμένο χρονικό διάστημα που υπηρετούν στο ΠΠΣ. Τέλος, σε περίπτωση που έχουν οργανική θέση σε διαφορετικό σχολείο, που είναι και το πλέον σύνηθες, τούτο μεταμορφώνεται σε ευεργέτημα, εφόσον μπορούν να απορριφθούν κατά τη διαδικασία ή να αρνηθούν την αξιολόγηση χωρίς επιπτώσεις.
4. Οι εκπαιδευτικοί που θα υποβάλουν υποψηφιότητα και θα γίνουν δεκτοί για την κάλυψη των τυχόν κενών θέσεων θα τύχουν μιας αναπόφευκτης εύνοιας, ακόμη και αν τα κριτήρια για την αξιολόγησή τους είναι ίδια με τα αποφασισθέντα για τους νυν, επειδή είναι πρακτικά αδύνατο να ικανοποιηθεί η ομάδα των κριτηρίων που περιλαμβάνει τις αξιολογικές εκθέσεις των συμβούλων και του διευθυντή, δηλαδή το 35% της μοριοδότησης! Πέραν τούτου, είναι και αντικειμενικά αδύνατο να αξιολογηθούν οι υποψήφιοι, αφού γι’ αυτούς, μετά την αντικατάσταση του κειμένου της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 48 (ν. 3966) από τον νόμο 4072, πλέον την αξιολογική έκθεση για τη συμβολή του εκπαιδευτικού στο εκπαιδευτικό έργο της σχολικής μονάδας, «συντάσσει ο διευθυντής του Π.Π.Σ. σε συνεργασία με το σχολικό σύμβουλο που είναι μέλος του ΕΠ.Ε.Σ. του σχολείου, ύστερα από συνεκτίμηση, μεταξύ άλλων, της συνεργασίας, της πρωτοβουλίας και της συμμετοχής του εκπαιδευτικού στην υλοποίηση των στόχων των Π.Π.Σ.»!!!

Με βάση την τελευταία αυτή περίπτωση, από τη στιγμή που η αξιολόγηση έχει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, δηλαδή αφορά στη διευθέτηση ζητημάτων προσωπικού που γεννήθηκαν με τη μετατροπή των Πειραματικών σε ΠΠΣ, και λαμβανομένης υπόψη της σαφούς δήλωσης ότι η αξιολόγηση γίνεται σύμφωνα με τα κριτήρια του άρθρου 48μ παρ. 3, τότε η επιχειρούμενη αξιολόγηση των υπηρετούντων σε ΠΠΣ θα πρέπει να θέσει τα ίδια κριτήρια με εκείνα που τίθενται για την πρόσληψη προσωπικού. Έως αυτή τη στιγμή, όμως, το υπουργείο δεν έχει εξειδικεύσει τα κριτήρια επιλογής προσωπικού των ΠΠΣ, όπως ορίζεται στο άρθρο 48, παρ. 5· επομένως ισχύουν τα γενικά κριτήρια όπως ορίζονται στην παράγραφο 3.

Η παράγραφος 3 του άρθρου 48, όπως τροποποιήθηκε, εμπεριέχει το ανακόλουθο σχήμα της σύνταξης αξιολογικών εκθέσεων για τον υποψήφιο από τον σύμβουλο ειδικότητας και από τον διευθυντή του ΠΠΣ. Η πρωθύστερη ανάμειξη των ανωτέρω στην αξιολόγηση του υποψηφίου, απόρροια προφανώς της αγωνίας να ενεργοποιήσουν τους ενλόγω προϊσταμένους στη διαδικασία αξιολόγησης του υπάρχοντος διδακτικού προσωπικού, αποτελεί επαρκή λόγο για την ακύρωση της τροποποίησης. Ούτως εχόντων των πραγμάτων και δεδομένου ότι σε κανένα σχολείο (μη ΠΠΣ) δεν αξιολογείται το εκπαιδευτικό έργο με τον τρόπο που προβλέπει η συγκεκριμένη παράγραφος, ο υ-ποψήφιος για θέση σε ΠΠΣ θα πρέπει να προκαλέσει τη σύνταξη αξιολογικής έκθεσης από τον σύμβουλό του και επιπλέον θα πρέπει να προστρέξει στον διευθυντή (τίνος άραγε;) ΠΠΣ ώστε να λάβει και από αυτόν αξιολογική έκθεση! Εκτός εάν ο τελευταίος μπορεί να υποκατασταθεί από ο-ποιονδήποτε διευθυντή. Αλλά η απόφαση δεν λέει κάτι τέτοιο (μολονότι θα έπρεπε).

Με βάση τα παραπάνω:

α΄. Δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι αξιολογικές εκθέσεις ούτε από τον σύμβουλο ούτε από τον διευθυντή του ΠΠΣ, αφού αυτές δεν μπορούν απαιτηθούν για τον υποψήφιο.

β΄. Δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να υπάρξει βαθμολογική «βάση», στην περίπτωση της δικής μας αξιολόγησης. Ο προσδιορισμός της βάσης στο 55/100, ο οποίος προϋποθέτει τις ανωτέρω αξιολογικές εκθέσεις, είναι αυθαίρετος και παντελώς αδικαιολόγητος. Σε περίπτωση που το Υπουργείο αποφάσιζε να ολοκληρώσει με ορθοφροσύνη τον νόμο και να εξειδικεύσει τα κριτήρια επιλογής προσωπικού, και εφόσον στην απόφαση οριζόταν βαθμολογική «βάση», τότε αυτή θα έπρεπε να είναι και η βάση για την αξιολόγηση του υπάρχοντος προσωπικού. Αλλά η εισαγωγή «βάσης» –που αποτελεί γενικά σκάνδαλο χωρίς νόημα, δεδομένων των προσόντων που διαθέ-τουν όσοι θέτουν υποψηφιότητα για να υπηρετήσουν σε ΠΠΣ– φαίνεται ότι εισήχθη για την επιχειρούμενη τώρα εξωτερική εξατομικευμένη αξιολόγηση του ενενεργεία διδακτικού προσωπικού των ΠΠΣ (δεν θα χρειαζόταν δηλαδή σε μιαν έτσι σχεδιασμένη αξιολόγηση για τοποθέ-τηση), πράγμα που από μόνο του αποτελεί άλλο σκάνδαλο.

γ΄. Εάν το σκεπτικό του Υπουργείου προσανατολίζεται στη στελέχωση των ΠΠΣ με υψηλών προδιαγραφών προσωπικό, τότε στην αξιολόγηση θα πρέπει να συμμετάσχουν και όλοι εκείνοι που δυνητικά θα ενδιαφέρονταν για την κατάληψη κάποιας θέσης σε ΠΠΣ. Στην περίπτωση αυτή το Υπουργείο θα έπρεπε να καταργήσει το σύνολο των θέσεων και να τις προκηρύξει ξανά, προσδιορίζοντας τα κριτήρια και καταρτίζοντας νέους αξιολογικούς πίνακες.

Γ΄. ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΣΥΝΟΛΙΚΑ

Προσδιορισμός βαθμολογικής «βάσης». Ο γενικός προσδιορισμός μιας βαθμολογικής «βάσης», οποιαδήποτε και αν είναι αυτή, ενέχει τον κίνδυνο της εκλογής μονομερών ή προβληματικών προσωπικοτήτων σε θέσεις εκπαιδευτικών, και, δεδομένης της υποκειμενικότητας της μοριοδότησης στο 60%, τον κίνδυνο επικράτησης προσώπων με «πλάγιους τρόπους». Εάν και εφόσον η βαθμολογική «βάση» είναι απαραίτητη, αυτή θα έπρεπε να ορίζεται σε κάθε επιμέρους κριτήριο.

Κατάρτιση αξιολογικών πινάκων. Η μοριοδότηση των προσόντων ώστε να καταρτιστεί αξιολογικός πίνακας έχει νόημα μόνο στην περίπτωση που υπάρχει πλεονάζον προσωπικό. Για να καθοριστεί όμως αυτό, το υπουργείο θα έπρεπε προηγουμένως να προσδιορίσει τον αριθμό των θέσεων ανά ειδικότητα σε κάθε σχολείο (λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις προσωπικού για την υλοποίηση τόσο των δημιουργικών εργασιών όσο και των ομίλων).

Σπουδές και επιστημονικό έργο. Οι θέσεις των εκπαιδευτικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι θέσεις Διδακτικού και όχι Ερευνητικού Προσωπικού, στοιχείο που θα πρέπει ληφθεί σοβαρά υπόψη. Η ερευνητική ή συγγραφική δραστηριότητα, όσο και αν συνιστά αίτημα και προνομία του εκπαιδευτικού χώρου, πραγματοποιείται εκτός του χώρου εργασίας, ανήκει στα ενδιαφέροντα ενός εκάστου και πραγματοποιείται στον ελεύθερο χρόνο του. Επομένως το ερευνητικό και συγγραφικό έργο των αξιολογουμένων ή θα πρέπει να τεθεί εκτός αξιολόγησης ή θα πρέπει να αξιολογηθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, το οποίο να δίνει τη δυνατότητα αξιολόγησης και των άλλων δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών. Εφόσον, όμως, η επιστημονική δραστηριότητα περιλαμβάνεται μεταξύ των μοριοδοτουμένων κριτηρίων, θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί η έννοια του ωραρίου των εκπαιδευτικών και της υποχρεωτικής πενθήμερης παρουσίας τους στο σχολείο, ώστε να χωρέσει και ο χρόνος για την έρευνα. Στην έσχατη περίπτωση, το επιστημονικό έργο, καθώς και οι ποικίλες άλλες δεξιότητες θα πρέπει όχι μόνο να συνεκτιμώνται για τη συμπλήρωση του «προφίλ» του αξιολογουμένου, αλλά και να αντιμετωπίζονται αυτοτελώς, δεδομένου ότι οι εξειδικεύσεις ενδιαφερόντων είναι αποτελεσματικές μόνο με αφοσίωση, και η διασπορά σε ποικιλία δραστηριοτήτων αποτελεί δείγμα κάθε άλλο παρά σοβαρότητας και ευσυνειδησίας.

Τρόπος προσδιορισμού κριτηρίων. Ο τρόπος προσδιορισμού των κριτηρίων «φωτογραφίζει» τον εκπαιδευτικό-«πρότυπο», ο οποίος θα πρέπει να κατέχει το ΣΥΝΟΛΟ των περιγραφομένων προσόντων και στην προβλεπόμενη ποσότητα για να λάβει το 100/100 της μοριοδότησης! Ανύπαρκτο πρόσωπο.

Αξιολογική «οροφή» (100/100). Είναι απαράδεκτος ο καθορισμός αξιολογικής «οροφής» με ανελαστικά κριτήρια και ακριβή μοριοδότηση συγκεκριμένων προσόντων και δεξιοτήτων (που συνοψίζει με επιπολαιότητα, στην καλύτερη περίπτωση, τον κατά την εκτίμηση του Υπουργείου εκπαιδευτικό-«πρότυπο»). Η απόλυτη και τυφλή άθροιση δεν θεραπεύει καμία μονομέρεια· αντιθέτως, συχνά ευνοεί τον τυχοδιωκτισμό και την τάση για «αναρρίχηση».

Ποσόστωση κριτηρίων. Είναι απαράδεκτος ο προσδιορισμός της ποσόστωσης των αντικειμενικών κριτηρίων στο 40% και των υποκειμενικών κριτηρίων (αξιολόγηση συμβούλου, διευθυντή, συνέντευξης) στο 60%, και μάλιστα με αξιολογικά όργανα αμφισβητούμενης εγκυρότητας.

Οι απαιτήσεις (τα ζητούμενα) και τα αντικρίσματά τους. Τα κριτήρια περιγράφουν έναν εκπαιδευτικό-«πρότυπο» μερικής αποδεκτότητας έως και εντελώς αμφιλεγόμενο, απαιτώντας προσόντα που υπερβαίνουν ακόμη και εκείνα που κατέχουν πολλοί πρωτοβάθμιοι καθηγητές ΑΕΙ. Απαιτεί αυστηρά καθορισμένο επιστημονικό έργο, ενώ την ίδια στιγμή στον τελευταίο νόμο-πλαίσιο για τα ΑΕΙ δεν προσδιορίζονται καν τα κριτήρια για την εξέλιξη στις βαθμίδες από τον επίκουρο έως τον τακτικό καθηγητή. Επιτούτοις, και σε όποιον πιθανόν πληροί όλες αυτές τις προϋποθέσεις η αξιολόγηση για τα ΠΠΣ δεν εγγυάται ούτε πρόσθετη αμοιβή, ούτε επαγγελματικές διευκολύνσεις ούτε βαθμολογική εξέλιξη· τουναντίον, του στερείται και η οργανικότητα της θέσης του!

Η ανελαστικότητα των κριτηρίων. Η διατύπωση των κριτηρίων είναι ανελαστική ως ανεύθυνα ποσοτικοποιημένη και αθροιστική όσον αφορά στα «αντικειμενικά» εξ αυτών. Η ευθύνη εκλεκτορικού σώματος λείπει από την όλη, υπερβολική στις αξιώσεις της, οργάνωση (και δεν αναπληρώνεται από τις εκθέσεις συμβούλων και διευθυντών). Επομένως δεν δίνεται η δυνατότητα να συνεκτιμηθούν εύστοχα και αποτελεσματικά οι σπουδές, το επιστημονικό έργο, τα προσόντα, οι δεξιότητες, οι ερευνητικές δραστηριότητες, τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα των εκπαιδευτικών, οι εξωδιδακτικές δραστηριότητες. Χαρακτηριστικό της μονομέρειας και της ακαμψίας που επικρατεί στην περιγραφή των ζητουμένων της κατηγορίας αυτής είναι η απαίτηση για δημοσιεύσεις «με το σύστημα των πολλαπλών κριτών σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά ή σε συλλογικούς τόμους», κάτι που όλη η ακαδημαϊκή κοινότητα γνωρίζει πως έχει νόημα και ισχύ για μέρος μόνο των επιστημών (κυρίως εκείνες που διαθέτουν και «ευρετηρίαση αναφορών»).

Μοριοδότηση. Μοριοδοτούνται προσόντα και δεξιότητες, τα οποία είναι αδύνατον αντικειμενικά να τα έχει είτε η συντριπτική πλειονότητα των εκπαιδευτικών είτε κάποιες ειδικότητες. Εδώ εντάσσονται: (α΄) Η συμμετοχή στην κατάρτιση προγραμμάτων σπουδών. (β΄) Η συμμετοχή στη συγγραφή εκπαιδευτικών εγχειριδίων. (γ΄) Η πιστοποίηση Επιπέδου Β΄στις ΤΠΕ.

Ο παραμερισμός του μαθητή και του κηδεμόνα του. Στην παράθεση κριτηρίων και κριτών αγνοείται ο μαθητής και ο γονιός, που αποτελούν την αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξη του σχολείου, και ανατίθεται στην επιτροπή της συνέντευξης να διαπιστώσει (από τα λεγόμενα του αξιολογούμενου;) την ικανότητα και την ποιότητα της σχέσης του με αυτούς!

Ο αποκλεισμός πολλών ανιδιοτελών δραστηριοτήτων από τα κριτήρια. Πολλές εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες και δραστηριότητες που αποδεδειγμένα κοινωνικοποιούν και καλλιεργούν τους μαθητές (θεατρικές παραστάσεις, εκδόσεις περιοδικών και εφημερίδων, επισκέψεις σε μουσεία, χώρους παραγωγής, εκδρομές, οργάνωση σχολικών εργαστηρίων, λειτουργία βιβλιοθήκης στο σχολείο κλπ.) δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν βαθμολογούνται, παρά μόνον εάν ενταχθούν στο πλαίσιο κάποιου από τα αναγνωρισμένα προγράμματα. Η κατάσταση αυτή έχει την επίδρασή της ήδη στη σχολική ζωή (των ΠΠΣ προπάντων) και πέραν της αξιολόγησης.

Δ΄. ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΡΙΤΗΡΙΟΥ 2.3.1 ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ

Θεωρούμε ότι πρέπει, επιπλέον, να τεθούν εκτός αξιολόγησης (μιας συμψηφιστικής και χωρίς εναλλακτικές λύσεις αξιολόγησης σαν την επιχειρούμενη), ή να τύχουν αμελητέας μοριοδότησης, τα παρακάτω:

Διδακτικό υλικό. Διδάσκουμε βιβλίο και όχι αντικείμενο (κακώς, αλλά αυτό συμβαίνει). Διδάσκουμε το βιβλίο συγκεκριμένων συγγραφέων, το οποίο εγκρίθηκε από το Υπουργείο και τις επιτροπές του. Το διδακτικό υλικό επομένως, το οποίο ενισχύει τη διδασκαλία και βοηθά στην κατανόηση του περιεχομένου, όφειλε να το παράσχει το Υπουργείο και, ως εντολοδόχοι του, οι συγγραφείς (τη σκέψη των οποίων άλλωστε προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε στους αναγνώστες-μελετητές μαθητές μας). Το δικό μας διδακτικό υλικό θα είχε νόημα να τεθεί υπό κρίση μόνον στην περίπτωση που εμείς θα καθορίζαμε τον τρόπο και το ειδικότερο περιεχόμενο της διδασκαλίας ενός αντικειμένου, η γενική θεματική του οποίου θα προσδιοριζόταν στο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών. Συν τοις άλλοις, το υλικό που χρησιμοποιεί ένας εκπαιδευτικός στη διδασκαλία του, εάν το έκρινε σκόπιμο, θα το είχε ο ίδιος δημοσιοποιήσει (ή, αλλιώς, θα το είχε θέσει στη διάθεση παντός ενδιαφερομένου)· το αίτημα κατάθεσής του θα όφειλε να προστατεύεται από νόμους πνευματικής ιδιοκτησίας, πράγμα για το οποίο δεν υφίσταται ουδεμία μέριμνα.

Δειγματικές διδασκαλίες στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης των φοιτητών. Δεν μπορεί να περιληφθεί μεταξύ των κριτηρίων αξιολόγησης, τουλάχιστον με υψηλή μοριοδότηση, δεδομένου ότι δεν δίνεται σε όλες τις ειδικότητες η ευκαιρία να αναλάβουν την πραγματοποίηση δειγματικών διδασκαλιών ή την πρακτική άσκηση φοιτητών. Ακόμα και σε ένα ΠΠΣ, πολλές ειδικότητες δεν συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμα δειγματικών διδασκαλιών, όπως για παράδειγμα οι Κοινωνιολόγοι ή οι Βιολόγοι. Πόσω μάλλον, δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνεται, τουλάχιστον με υψηλή μοριοδότηση, μεταξύ κριτηρίων αξιολόγησης για επιλογή προς τοποθέτηση, εφόσον οι δυνατότητες τέτοιων διδασκαλιών εκτός ΠΠΣ είναι εξαιρετικά περιορισμένες.

Οργάνωση και λειτουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων (ομίλων, προγραμμάτων πολιτιστικών, αγωγής υγείας, περιβαλλοντικών κλπ.). Πρόκειται για δραστηριότητες η πραγματοποίηση των οποίων εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση του μαθητή να παραμείνει στο σχολείο μετά τη λήξη του διδακτικού ωραρίου και να ενταχθεί σ’ αυτές. Τούτο έχει ως συνέπεια πολλά από τα προτεινόμενα προγράμματα να μην υλοποιούνται λόγω μη συμμετοχής των μαθητών, και όχι λόγω αδιαφορίας των διδασκόντων.

Συμμετοχή σε ομαδοσυνεργατικές δημιουργικές εργασίες (projects). Πρόκειται για μάθημα πρώτης ανάθεσης σε όλες τις ειδικότητες. Η μη ανάληψη του μαθήματος από πολλούς δεν οφείλεται σε άρνησή τους, αλλά στο γεγονός ότι καλύπτεται το υποχρεωτικό ωράριο πολλών συναδέλφων από τα άλλα μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος. Αυτό έχει συχνά ως συνέπεια να εξαιρούνται συστηματικά από την ανάθεση της «ερευνητικής εργασίας» συγκεκριμένες ειδικότητες. Η άρνηση της διοίκησης να διευκολύνει τα σχολεία (και τα ΠΠΣ) με διάθεση καθηγητών (και για τις συγκεκριμένες ειδικότητες) συντελεί καθοριστικά σ’ αυτό.

Συμμετοχή σε προγράμματα αυτοαξιολόγησης. Δεν μπορεί να περιληφθεί μεταξύ των κριτηρίων, δεδομένων της μη ουσιαστικής εφαρμογής τους και του γεγονότος ότι η έως τώρα πραγματοποιηθείσα αυτοαξιολόγηση των εκπαιδευτικών μονάδων έγινε από ομάδες εκπαιδευτικών που συγκροτήθηκαν με τη σύμφωνη γνώμη του συλλόγου των διδασκόντων τους.

Συμπέρασμα:

Με δεδομένες τις σοβαρές αντιφάσεις, τα ποικίλα κενά, και τα πολλά προβληματικά σημεία τής υπουργικής απόφασης για αξιολόγηση των εκπαιδευτικών που υπηρετούν σε ΠΠΣ, η αξιολόγηση αυτή δεν πρέπει να εφαρμοστεί.

Ε΄. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΔΟΚΙΜΟ ΚΑΙ ΕΠΙΘΥΜΗΤΟ ΣΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

— Να λαμβάνεται υπόψη ο χώρος στον οποίο αναφέρεται η αξιολόγηση (Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ΠΠΣ) και οι πραγματικές ανάγκες που καλείται ο εκπαιδευτικός να καλύψει.

— Το αξιολογικό σύστημα να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και εγνωσμένη επάρκεια σε όλα τα επίπεδα και προπάντων από γνώση και εκ των προτέρων συναίνεση στους αξιολογητές (πρόσωπα ή επιτροπές), στα αξιολογητέα και στον τρόπο αξιολόγησής τους.

— Να μην καθορίζεται από βραχυπρόθεσμους στόχους και ανομολόγητες οπισθοβουλίες.

— Να διακρίνεται από ελαστικότητα και προσαρμοστικότητα των κριτηρίων στις ποικίλες δεξιότητες και στα ενδιαφέροντα των εκπαιδευτικών.

— Να μοριοδοτεί τα πάσης φύσεως προσόντα, είτε ξεχωριστά είτε ομαδοποιημένα, με ευφυΐα, ευελιξία και δικαιοσύνη (θωράκιση απέναντι στη μικρότητα, την εμπάθεια ή την προκατάληψη), αλλά η μοριοδότηση (η ποσοτικοποίηση) να μην είναι πειθαναγκαστική.

— Να συνυπολογίζει με εχεφροσύνη και την κρίση του μαθητή.

— Να μην έχει «οροφή», ώστε να αποφευχθεί ο πειρασμός της αποκρυστάλλωσης ενός παροδικού, απεχθούς και, συνεπώς, εσφαλμένου εκπαιδευτικού-«πρότυπου».

— Να μην έχει μόνο συνολική βαθμολογική «βάση», αλλά και στον κάθε τομέα αξιολόγησης· καλύτερα όμως να είναι απαλλαγμένο εντελώς από την υστεροβουλία της βαθμολογικής «βάσης».

ΣΤ΄. ΤΙ ΖΗΤΑΜΕ ΑΜΕΣΑ

Ζητάμε επί του παρόντος:

1. Από το Υπουργείο: την αναστολή της επιχειρούμενης αξιολόγησης, ώστε να δοθεί στην εκπαιδευτική κοινότητα και σε κάθε ενδιαφερόμενο χρόνος επαρκής για δημόσιο και ουσιαστικό διάλογο, με σκοπό τη διόρθωση των ημαρτημένων και τη σύννομη εφαρμογή της.

2. Από την ΟΛΜΕ: σε περίπτωση που το Υπουργείο αγνοήσει το παραπάνω αίτημα, να στηρίξει τη διάθεση «κατά προτεραιότητα» στο ΠΥΣΔΕ και όλων όσοι αρνηθούν να συμμετάσχουν στην αξιολόγηση.

Ζ΄. ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ (Συμβολή στη Διαβούλευση)

Εάν η αξίωση για ένα τόσο υπερβολικό στις απαιτήσεις του πνεύμα αξιολόγησης επιμένει να επιβληθεί, ας ληφθεί μέριμνα:
— να εφαρμοστεί ως εφάπαξ εκλογή για τοποθέτηση μετά από εξυπαρχής επαναπροκήρυξη όλων των θέσεων διδασκόντων σε ΠΠΣ·
— να εφαρμοστεί με ταυτόχρονη άρση της απώλειας οργανικών θέσεων στα ΠΠΣ·
— να διορθωθεί σε καίρια σημεία του, σύμφωνα με τα παρακάτω:

1. «Αξιολογικά Προγράμματα» για Υποψήφιους των ΠΠΣ.

Οι διαφορές στις δραστηριότητες των εκπαιδευτικών και οι προσανατολισμοί των ενδιαφερόντων τους αποτελούν εγγυήσεις ποιότητας στο παρεχόμενο εκπαιδευτικό έργο και δεν πρέπει να υποβαθμίζονται με συμψηφισμούς. Τρόπος για να προκύψει μια πιο εύλογη και δίκαιη εκτίμηση της συνεισφοράς τους στην εκπαίδευση, ώστε να μην αδικούνται ομάδες εκπαιδευτικών που έχουν προσφέρει ουσιαστικό έργο σε θεμελιώδη για την αποστολή τους αντικείμενα, είναι η εξειδίκευση των κριτηρίων αξιολόγησης για τα τυπικά προσόντα με τη μορφή ισοδύναμων συστημάτων οργάνωσης, δηλαδή με δομές αξιολόγησης διαφορετικής μοριοδότησης ανά κύριο τομέα δραστηριότητας. Αυτά μπορούν να αποκληθούν «αξιολογικά προγράμματα / φόρμες / σενάρια», ή με άλλο ανάλογο όρο. Οι τομείς που θα πρέπει να καλύψουν είναι όλοι οι προβλεπόμενοι από την κατάρτιση, τις δεξιότητες και τις υποχρεώσεις των εκπαιδευτικών· τα εξής τρία τουλάχιστον:
(1) παιδαγωγική/διδακτική πράξη,
(2) επιστημονικό/ερευνητικό ή καλλιτεχνικό έργο και
(3) διοίκηση της εκπαίδευσης.
Τα «αξιολογικά προγράμματα» οφείλουν βαθμολογικά να έχουν συνδυασμένη/αναλογική στάθμιση και να τα διακρίνει η πρόνοια συμπερίληψης παραμέτρων από τα υπόλοιπα, οι οποίες, σε συνδυασμό με τη συνέντευξη (βλ. σημείο 5), δεν θα επιτρέπουν την είσοδο και την παραμονή μονομερών και προβληματικών προσωπικοτήτων στην εκπαίδευση (έλεγχος 15-20/100 μόρια). Θα εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του κάθε εκπαιδευτικού να επιλέξει το «αξιολογικό σενάριο» με το οποίο επιθυμεί να κριθεί. Έτσι αποφεύγεται και το συστημικό λάθος να μη μπορεί κάποιος να συγκεντρώσει το σύνολο των μορίων σε «αντικειμενικά» («μετρήσιμα») προσόντα.

Σκαρίφημα ενδεικτικής μοριοδότησης για τους τρεις παραπάνω τομείς:

Αξιολογικό Πρόγραμμα 1: Με βάση την παιδαγωγική/διδακτική πράξη
Χρόνια προϋπηρεσίας 4
Χρόνια υπηρεσίας σε ΠΠΣ 9
Θητεία σε διοικ. θέσεις 3
Θητεία σε διοικ. θέσεις ΠΠΣ 7
Επάρκεια και υπευθυνότητα 30
Συμμετοχή σε προγράμματα 5
Συλλογικές δραστηριότητες 2
Συνεργατικότητα 4
Παραγωγή εκπ/κού υλικού 3
Δειγματικές διδασκαλίες 5
Παρακολούθηση Επιμορφώσ. 1
Επιμορφωτική καθοδήγηση 3
Πιστοποίηση στις ΤΠΕ 4
Διδακτορικό Δίπλωμα 4,5
Μεταπτυχιακό Δίπλωμα 3
2ο Πτυχίο ΑΕΙ 2
Μετεκπαίδευση (τουλ. 1 έτους) 1,5
Γλωσσομάθεια 1,5
Συγγράμματα 1,5
Άρθρα/μελετήματα 1
Εισηγήσεις 0,5
Μεταφράσεις 0,3
Λοιπά δημοσιεύματα 0,2
Διδασκαλία σε ΑΕΙ/ΤΕΙ 0,5
Εκπαιδευτική έρευνα 1,2
Υποστήριξη διδακτ. πρακτικής 1,3
Διακρίσεις 1
Αξιολογικό Πρόγραμμα 2: Με βάση το επιστημονικό/ερευνητικό έργο
Διδακτορικό Δίπλωμα 14
Μεταπτυχιακό Δίπλωμα 8
2ο Πτυχίο ΑΕΙ 5
Μετεκπαίδευση (τουλ. 1 έτους) 3
Γλωσσομάθεια 6
Πιστοποίηση στις ΤΠΕ 2
Συγγράμματα 12
Άρθρα/μελετήματα 11
Εισηγήσεις 10
Μεταφράσεις 3
Λοιπά δημοσιεύματα 3
Διδασκαλία σε ΑΕΙ/ΤΕΙ 3
Χρόνια προϋπηρεσίας 0,5
Χρόνια υπηρεσίας σε ΠΠΣ 1
Θητεία σε διοικ. θέσεις 0,5
Θητεία σε διοικ. θέσεις ΠΠΣ 1
Επάρκεια και υπευθυνότητα 6
Συμμετοχή σε προγράμματα 2
Συλλογικές δραστηριότητες 1,5
Συνεργατικότητα 2
Παραγωγή εκπ/κού υλικού 0,5
Δειγματικές διδασκαλίες 1
Παρακολούθηση Επιμορφώσ. 1,5
Επιμορφωτική καθοδήγηση 1,5
Διακρίσεις 1
Αξιολογικό Πρόγραμμα 3: Με βάση τη διοίκηση της εκπαίδευσης
Ανώτ. στέλεχος διοίκησης 5
Θητεία ως σύμβουλος 4
Θητεία ως διευθυντής σε ΠΠΣ 3
Θητεία ως υποδιευθυντής  » 2
Θητεία ως διευθυντής 2
Θητεία ως υποδιευθυντής 1
Εκπαιδευτική έρευνα 4
Υποστήριξη διδακτ. πρακτικής 4
Επάρκεια και υπευθυνότητα 27
Συμμετοχή σε προγράμματα 4
Συλλογικές δραστηριότητες 4
Συνεργατικότητα 5
Παρακολούθηση Επιμορφώσ. 5
Επιμορφωτική καθοδήγηση 5
Πιστοποίηση στις ΤΠΕ 5
Χρόνια προϋπηρεσίας 1
Χρόνια υπηρεσίας σε ΠΠΣ 2
Παραγωγή εκπ/κού υλικού 0,5
Δειγματικές διδασκαλίες 0,5
Διδακτορικό Δίπλωμα 4,5
Μεταπτυχιακό Δίπλωμα 3
2ο Πτυχίο ΑΕΙ 2
Μετεκπαίδευση (τουλ. 1 έτους) 1,5
Γλωσσομάθεια 1,5
Συγγράμματα 1
Άρθρα/μελετήματα 0,5
Εισηγήσεις 0,3
Μεταφράσεις 0,1
Λοιπά δημοσιεύματα 0,1
Διδασκαλία σε ΑΕΙ/ΤΕΙ 0,5
Διακρίσεις 1

Για την εξαίρεση μοριοδότησης της συνέντευξης βλ. παρακάτω σημείο 5.

Στο κριτήριο «Επάρκεια και υπευθυνότητα» τα 2/3 των μορίων καταλαμβάνει η αξιολόγηση από μαθητές.

Απαιτείται προσαρμογή του Αξιολογικού Προγράμματος 2 για καλλιτεχνικό έργο.

Η ανάλυση των παραπάνω κριτηρίων είναι λίγο-πολύ η προβλεπόμενη. Η μοριοδότηση είναι ενδεικτική. Η στάθμιση έλαβε υπόψη της δύο μεταβλητές: την εσωτερική αρτιότητα ανά Αξιολογικό Πρόγραμμα και την αντιστοιχία με τα παράλληλα Αξιολογικά Προγράμματα. Οι παράμετροι, κυρίως για λόγους έκτασης, δεν είναι δυνατόν να αιτιολογηθούν εδώ. Απαιτείται συστηματικότερη εργασία για ολοκλήρωση.

2. Η παρακολούθηση διδασκαλιών από αξιολογητή θα ακολουθήσει τα προβλεπόμενα από τον νόμο για όλα τα σχολεία (όπως και όποτε εφαρμοστεί). Επισημαίνουμε ξανά, όμως, ότι τίθεται, σοβαρότατο ζήτημα ως προς το επίπεδο της αξιολόγησης με την οποία κατέλαβε τη θέση του ο αξιολογητής και ως προς τη νομιμότητα του σώματος αξιολογητών. Από αυτό κρίνεται το σύννομο ή όχι της όλης διαδικασίας. Θα πρέπει, λοιπόν, τούτο να αντιμετωπιστεί (δηλαδή να εξασφαλιστεί επιλογή αξιολογητών με διαδικασίες υψηλότερου βαθμού) προτού τεθεί σε εφαρμογή το συγκεκριμένο μέτρο.

3. Θα πρέπει καίριο λόγο στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού να παίζουν ο Σύλλογος Διδασκόντων και το Συμβούλιο Σχολείου με την ευρεία τους σύνθεση (τουλάχιστον η γνώμη τους να λαμβάνεται υπόψη κατοχυρωμένα με ποσόστωση). Ο αποκλεισμός τους αποτελεί ένα ακόμη συστημικό σφάλμα.

4. Οι ποικίλες εκθέσεις αξιολόγησης από προϊστάμενες αρχές, ιδίως στο βαθμό που αποτυπώνεται με συμπληρώσεις πίνακα αναλυτικής μοριοδότησης, κινδυνεύουν από την ακαμψία παιδαγωγικών προκαταλήψεων που αποτελούν «συρμούς» της θεωρίας και όχι πορίσματα αδιαφιλονίκητης εγκυρότητας. Τέτοια προβλήματα δημιουργούν οι έννοιες της «διαθεματικότητας», της «ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας» και των «δημιουργικών εργασιών» γενικότερα, της «καινοτόμου δράσης» κ.ά., οι οποίες προβάλλονται ως αλήθειες εξ αποκαλύψεως με ισχύ απόλυτη δυνάμει βιβλιογραφίας και υπαγορεύσεων της αγοράς, αλλά δεν έχουν την ίδια δυναστική λειτουργία ως απλές εισηγήσεις των αναλυτικών προγραμμάτων, όντας εξάλλου αναντίστοιχες και ανταγωνιστικές προς το σύστημα απολυτηρίων εξετάσεων της Μέσης Βαθμίδας. Ο κίνδυνος να υποτιμηθεί και να αποκλειστεί λόγω τέτοιων προκαταλήψεων ένας «μάγος της τάξης» ή ένας βαθιά καταρτισμένος και μεταδοτικός δάσκαλος είναι μέγας και προφανής. Εξ αντιθέτου, ο ιμπρεσιονισμός σε εκθέσεις αξιολόγησης εγκυμονεί τον κίνδυνο της μερικότητας και της αυθαιρεσίας. Πρέπει, όμως, να προτιμηθεί, αν εξασφαλιστούν το επίπεδο και το ήθος του αξιολογητή (βλ. σημείο 2), τα οποία και μόνον επιτρέπουν ασφαλέστερη ποιοτική αντιμετώπιση του κάθε κριτηρίου.

5. Σε περίπτωση που αξιοποιείται αξιολογικά και η συνέντευξη, αυτή δεν πρέπει να έχει κανένα βαθμολογικό αντίκρισμα (δηλαδή να μην μοριοδοτείται), αλλά να έχει χαρακτήρα αποδοχής-απόρριψης του υποψηφίου μετά από ομόφωνη απόφαση της επιτροπής της. Μια τέτοια λειτουργία της συνέντευξης (στον τύπο του «veto») μπορεί να προστατέψει την εκπαίδευση από εισδοχή προβληματικών προσωπικοτήτων, παρότι ενδέχεται να πληρούν όλα τα ζητούμενα τυπικά προσόντα, και οπωσδήποτε δεν μπορεί να αξιοποιηθεί για αλλοίωση αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τα κατατιθέμενα τυπικά προσόντα. Μόνο έτσι, άλλωστε, η συνέντευξη θα επιφορτίζεται και με υπευθυνότητα έναντι του ορατού μέλλοντος κάθε υποψηφίου στην Εκπαίδευση. Αλλιώς, γίνεται όχημα μιας ακόμη χειραγώγησης των «αντικειμενικών» στοιχείων και εργαλείο αλλοίωσης των αποτελεσμάτων.

Απαραίτητος όρος επιτυχούς λειτουργίας μιας συνέντευξης σαν την προτεινόμενη είναι στην επιτροπή διεξαγωγής της να συμμετέχει τουλάχιστον ένας (1) ψυχολόγος με ειδίκευση σε ζητήματα συνολικής συγκρότησης και ισορροπίας του εκπαιδευτικού.

6. Να απαλειφθεί η «αυτοπαρουσίαση» ως γελοίο και ανώφελο μέτρο, διότι (α΄) είναι ανεπαρκής ως προς την έκταση (300 λέξεις!) για οποιαδήποτε έκθεση πεπραγμένων και προθέσεων, (β΄) καλύπτεται σχεδόν ολοκληρωτικά από μια αξιολόγηση με τόσο αναλυτικά κριτήρια και (γ΄) δεν έχει την απαραίτητη καθοδήγηση για «στάθμιση αυτοειδώλου».

7. Η διάκριση των παιδαγωγικών από τους υπόλοιπους επιστημονικούς τίτλους οφείλει να παραλειφθεί από το σύνολο των κριτηρίων. Το ενδεχόμενο της διαφορετικής τους αξιολόγησης, τώρα ή στο μέλλον, αντιβαίνει στην ίδια τη φύση του επαγγέλματος ενός εκπαιδευτικού, και τούτο φαίνεται τόσο από το περιεχόμενο των αναλυτικών προγραμμάτων, την κατανομή σε ειδικότητες και το πνεύμα των αναθέσεων διδασκαλίας, όσο και από τους νόμους σχετικά με τις εκπαι-δευτικές άδειες.

8. Εφόσον στην αξιολόγηση πρέπει να λαμβάνουν μέρος εκπαιδευτικοί από κάθε τύπο σχολείου, να μη μοριοδοτείται καθόλου ως κριτήριο διδακτικής επάρκειας του εκπαιδευτικού η μαθητική απόδοση (να εξαλειφθεί η σχετική πρόβλεψη).

9. Η επιλογή να γίνεται από το σύνολο των μορίων που συγκεντρώνει κάθε υποψήφιος χωρίς το περιττό και προσβλητικό «μέτρο» της βαθμολογικής «βάσης».

10. Η βαθμολογική-μισθολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών και οι μετακινήσεις τους για υπηρεσιακούς λόγους πρέπει ρητά να αποσυνδεθούν από τη μοριοδότηση της ατομικής αξιολόγησης, προκειμένου (α΄) να ελαχιστοποιηθεί κάπως η αναπόφευκτη και πολυεπίπεδη επίδραση μιας βαθμολογίας του είδους σε όλη τη σταδιοδρομία τους και (β΄) να αποσταθεροποιηθεί η αδικία μεταξύ όσων ήδη υπηρετούν σε ΠΠΣ και όσων πρόκειται να τοποθετηθούν εκεί στο μέλλον.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ο Νόμος 3966/2011 (άρθρα 48, 51) και η Τροποποίησή του, Νόμος 4072 (άρθρο 329).

Αρθρο 48.

Παράγραφος 2. Ως εκπαιδευτικοί των Π.Π.Σ. επιλέγονται δημόσιοι εκπαιδευτικοί της οικείας βαθμίδας με τουλάχιστον τετραετή διδακτική υπηρεσία στη δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση.

Παράγραφος 3α΄. Κριτήρια επιλογής των εκπαιδευτικών των Π.Π.Σ. αποτελούν:

α) Η αξιολόγηση των σπουδών και της εμπειρίας των υποψηφίων και ιδίως η προηγούμενη εμπειρία στο γνωστικό τους αντικείμενο, τα ακαδημαϊκά και λοιπά πιστοποιημένα προσόντα, η επιτυχής παρακολούθηση προγραμμάτων επαγγελματικής ανάπτυξης, η συμμετοχή σε μορφές παιδαγωγικής καθοδήγησης και η υπηρεσία σε πειραματικά σχολεία.

Παράγραφος 3β΄ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 329 του ν. 4072).

β) Η αξιολόγηση της επαγγελματικής κατάρτισης των υποψηφίων όπως προκύπτει από: αα) την α-ξιολογική έκθεση για την επιστημονική και διδακτική επάρκεια του εκπαιδευτικού, που συντάσσει ο σύμβουλος ειδικότητας για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ή ο σύμβουλος της παιδαγωγικής ευθύνης για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ύστερα από συνολική εκτίμηση του έργου του εκπαιδευτικού που περιλαμβάνει παρατήρηση της διδασκαλίας στη σχολική τάξη, εκτίμηση του φακέλου με τις εργασίες και το διδακτικό υλικό που έχει υποχρέωση να τηρεί ο εκπαιδευτικός και συνέντευξη και ββ) την αξιολογική έκθεση για τη συμβολή του εκπαιδευτικού στο εκπαιδευτικό έργο της σχολικής μονάδας, που συντάσσει ο διευθυντής του Π.Π.Σ. σε συνεργασία με το σχολικό σύμβουλο που είναι μέλος του ΕΠ.Ε.Σ. του σχολείου, ύστερα από συνεκτίμηση, μεταξύ άλλων, της συνεργασίας, της πρωτοβουλίας και της συμμετοχής του εκπαιδευτικού στην υλοποίηση των στόχων των Π.Π.Σ.!!!

(Το προηγούμενο κείμενο προέβλεπε: Η αξιολόγηση της παρούσας επαγγελματικής δυνατότητας των υποψηφίων, όπως προκύπτει με βάση τις οικείες αξιολογικές εκθέσεις, εφόσον υπάρχουν για όλους τους υποψηφίους, τους προσωπικούς φακέλους τους και από την παρατήρηση στην τάξη από τους οικείους σχολικούς συμβούλους. Ειδικότερα, η αξιολόγηση αφορά ιδίως τη διδακτική και παιδαγωγική επάρκεια, την αποδοτικότητα των μαθητών των υποψηφίων με βάση τους στόχους του προγράμματος σπουδών, την ανάπτυξη καινοτόμων εκπαιδευτικών δράσεων, τη χρήση νέας τεχνολογίας και την αξιοποίηση ποικίλου υλικού και πηγών στη διδασκαλία, την εφαρμογή διαφοροποιημένης παιδαγωγικής στη διδακτική πράξη και την ανάπτυξη συνεργατικών δράσεων στο σχολείο και την κοινότητα.

Παράγραφος 3γ΄ (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 329 του ν. 4072 γ). Η προσωπικότητα και η γενική συγκρότηση του υποψηφίου όπως αξιολογείται κατά την προφορική συνέντευξη από άμισθες τριμελείς επιτροπές που συγκροτεί η Δ.Ε.Π.Π.Σ. και οι οποίες απαρτίζονται από ένα μέλος της Δ.Ε.Π.Π.Σ. ή μέλος Δ.Ε.Π., ένα σχολικό σύμβουλο που είναι μέλος ΕΠ.Ε.Σ. και ένα διευθυντή Π.Π.Σ., με τους αναπληρωτές τους. Κατά την αξιολόγηση εκπαιδευτικού, όταν ο σχολικός σύμβουλος είναι μέλος της ΕΠ.Ε.Σ. του Π.Π.Σ. στο οποίο υπηρετεί ο εκπαιδευτικός που αξιολογείται, αναπληρώνεται. Το ίδιο ισχύει και για τον διευθυντή του Π.Π.Σ.

Παράγραφος 5 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 329 του ν. 4072). Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της Δ.Ε.Π.Π.Σ. και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξειδικεύονται και αποτιμώνται τα κριτήρια των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 3, καθορίζεται το ποιοτικό πλαίσιο αξιολόγησης και η αποτίμηση του κριτηρίου της περίπτωσης γ΄ και ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν τον τρόπο και τη διαδικασία επιλογής των εκπαιδευτικών των Π.Π.Σ.

Παράγραφος 6. Ο επιλεγείς εκπαιδευτικός τοποθετείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων για πενταετή θητεία. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ο εκπαιδευτικός δεν μετατίθεται ούτε αποσπάται. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η μετάθεση ή απόσπαση εκπαιδευτικού που υπηρετεί σε Π.Π.Σ. για λόγους ανωτέρας βίας.

Παράγραφος 7. […] Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμά-των, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να τροποποιείται το διδακτικό ωράριο των υπηρετούντων εκπαιδευτικών στα Π.Π.Σ.

Παράγραφος 8. Στους διευθυντές, υποδιευθυντές και λοιπούς εκπαιδευτικούς που υπηρετούν με οποιαδήποτε σχέση στα Π.Π.Σ. καταβάλλεται ειδικό επίδομα, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Προσθήκη (με το άρθρο 329 του ν. 4072). Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα πρόσθετα μόρια και ορίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησής τους στους διευθυντές, υποδιευθυντές και λοιπούς εκπαιδευτικούς που υπηρετούν με οποιαδήποτε σχέση στα Π.Π.Σ. για την πλήρωση των θέσεων στελεχών της δημόσιας εκπαίδευσης που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 του ν. 3848/2010 (Α’ 48).

Η Αξιολόγηση

Αρθρο 51, παράγραφος 5-6 (όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 329 του ν. 4072).
5. Οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν κατά το σχολικό έτος 2011 – 2012 στα Π.Π.Σ., είτε στην οργανική τους θέση είτε με απόσπαση είτε με θητεία, συνεχίζουν να υπηρετούν σε αυτά έως και τη λήξη του σχολικού έτους 2012 – 2013, ύστερα από αίτησή τους που υποβάλλεται στη Δ.Ε.Π.Π.Σ. το αργότερο έως την 30.6.2012, και κατά τη λήξη του αξιολογούνται από τη Δ.Ε.Π.Π.Σ. με βάση τα κριτήρια της παραγράφου 3 του άρθρου 48. Ειδικότερα, με ευθύνη των ΕΠ.Ε.Σ. οι αξιολογικές εκθέσεις για τη συμβολή των εκπαιδευτικών στο εκπαιδευτικό έργο της σχολικής μονάδας συντάσσονται μέχρι την 15.11.2012 και οι αξιολογικές εκθέσεις των σχολικών συμβούλων για την επιστημονική και τη διδακτική επάρκεια των εκπαιδευτικών συντάσσονται μέχρι την 31.1.2013. Ακολούθως, τα ΕΠ.Ε.Σ. καταρτίζουν αξιολογικούς πίνακες κατάταξης των εκπαιδευτικών με βάση τα κριτήρια των περιπτώσεων α’ και β’ της παραγράφου 3 του άρθρου 48. Οι αξιολογικοί πίνακες μαζί με τις ενστάσεις των εκπαιδευτικών διαβιβάζονται από τα ΕΠ.Ε.Σ. στη Δ.Ε.Π.Π.Σ. μέχρι την 13.2.2013. Η διαδικασία των συνεντεύξεων και η έκδοση των αποτελεσμάτων ολοκληρώνεται μέχρι 15.5.2013. Στην ίδια διαδικασία μπορούν να μετέχουν και οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι έχουν οργανικές θέσεις σε Π.Π.Σ. και αποσπάστηκαν κατά τα σχολικά έτη 2011 – 2012 και 2012 – 2013, για τις ανάγκες της υπηρεσίας, σε μη πρότυπα πειραματικά σχολεία ή βρίσκονται σε εκπαιδευτική ή αναρρωτική άδεια ή λοχεία. Αν η αξιολόγηση της Δ.Ε.Π.Π.Σ. είναι θετική, οι εκπαιδευτικοί αυτοί επιλέγονται ως εκπαιδευτικοί του οικείου Π.Π.Σ. για θητεία που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 48 και 50. Οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»

6. Όσοι εκπαιδευτικοί υπηρετούν με οργανική θέση στα Π.Π.Σ. και δεν επιλεγούν για την κάλυψη θέσεων με θητεία σε Π.Π.Σ., σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο μέχρι το τέλος του σχολι-κού έτους 2012 − 2013, τίθενται στη διάθεση του οικείου Π.Υ.Σ.Π.Ε. ή Π.Υ.Σ.Δ.Ε. και τοποθετού-νται κατά προτεραιότητα στις πρώτες οργανικές θέσεις της ειδικότητάς τους που θα κενωθούν στην περιοχή μετάθεσης στην οποία υπηρετούσαν.