Τόμοι ματαιοδοξίας

Γράφει: ο Σπύρος Καρύδης, θεολόγος.

Τον τελευταίο καιρό όλο και πιο συχνά εμφανίζονται στον εκκλησιαστικό χώρο τόμοι «θεοφιλούς αρχιερατείας», δηλαδή τόμοι τιμητικοί για τη συμπλήρωση κάποιων ετών διαποίμανσης μιας εκκλησιαστικής περιφέρειας. Παλαιότερα είχα συμμετάσχει με άρθρα μου σε τέτοιους τόμους. Από αυτούς, ο ένας θα μπορούσε ίσως να δικαιολογηθεί, αφού αφορούσε την 30χρονη αδιάκοπη παρουσία και προσφορά, ο άλλος ξεκίνησε στην αρχή με άλλο στόχο και κατέληξε να γίνει αναμνηστικός τόμος για τα πρώτα χρόνια της αρχιερατείας μητροπολίτη!

Τότε είχα θεωρήσει τους τόμους αυτούς ως ευκαιρία για τη δημοσίευση μικρών σε έκταση μελετών. Αργότερα το μετάνιωσα, βλέποντας τους τόμους συνολικά. Σήμερα ξαναβλέποντας το θέμα με προβληματίζει ιδιαίτερα, όχι τόσο η συγκρότηση ενός τόμου με εργασίες και πλούσιο φωτογραφικό υλικό, όσο ο σκοπός για τον οποίο συγκροτείται ο τόμος, ο οποίος προσδιορίζει εντέλει και το όλο εγχείρημα.

Κατ’ αρχάς δεν καταλαβαίνω τον όρο «θεοφιλής». Ποιός είναι αυτός που ορίζει μια αρχιερατεία ή μια ζωή ως θεοφιλή; Ποιος είναι εκείνος που αποφασίζει ότι πράγματι αρέσει στον Θεό; Ο όρος δείχνει να είναι δίχως περιεχόμενο όπως άλλωστε και οι αντίστοιχοι «εκκωφαντικοί», σαν τα πυροτεχνήματα της Ανάστασης, τίτλοι που συνοδεύουν τα ονόματα των εκκλησιαστικών αξιωματούχων, κατάλοιπα άλλων εποχών.

Ένας τιμητικός τόμος κλείνει τη μακρά διαδρομή ενός προσώπου και έρχεται πάντα με την έξοδό του από την ενεργό δράση. Εδώ καμιά διαδρομή δεν κλείνει, κανείς δεν αποσύρεται, όλα συνεχίζουν όπως πριν, με εξαίρεση την εμφάνιση ενός τιμητικού τόμου να κοσμεί τη βιβλιοθήκη του τιμωμένου. Γιατί τότε φτιάχνεται, γιατί εκδίδεται;

Καταλαβαίνω τον λόγο, αν αυτός σχετίζεται με την αγάπη των πνευματικών τέκνων που θέλουν να τιμήσουν τον πνευματικό τους πατέρα.

Δεν καταλαβαίνω όμως τον πνευματικό πατέρα που συναινεί σε τέτοιου είδους εγχειρήματα και δίνει την ευλογία του. Τίποτε δεν γίνεται ερήμην του τιμωμένου, ο οποίος θεωρώ ότι πάντα έχει τη δυνατότητα να εμποδίσει ή να αποτρέψει ο,τιδήποτε αφορά ή εμπλέκει το πρόσωπό του. Η συναίνεσή του, επομένως, δεν δηλώνει απλά ανοχή αλλά αποδοχή και των προθέσεων και των επιδιωκόμενων στόχων, άρα κοσμικό πνεύμα.

Νόμιζα ότι η Εκκλησία έδινε σημασία σε όλον τον βίο των ανθρώπων, χωρίς να τον κομματιάζει σε περιόδους. Νόμιζα ότι για την Εκκλησία στη ζωή των ανθρώπων δεν υπάρχουν «μαξιλαράκια», όπως στα τηλεοπτικά παιχνίδια, που εξασφαλίζουν τα έως τότε αποκτηθέντα κέρδη. Ο άνθρωπος σώζεται ή χάνεται την κάθε στιγμή, γι’ αυτό και χρειάζεται να είναι διαρκώς σε εγρήγορση. Τί νόημα έχει να χαρακτηριστεί η περίοδος μιας αρχιερατείας ως «θεοφιλής»; Τί βεβαιώνει άλλωστε, ότι η αρχιερατεία θα είναι πράγματι στο τέλος θεοφιλής; Ποιος προεξοφλεί το μέλλον; Το αρχαίο «μηδένα προ του τέλους μακάριζε» πολύ περισσότερο από αλλού ισχύει στην Εκκλησία.

Τόμοι πολυτελείς, πολύχρωμοι, συνήθως χωρίς εμπορική, επιστημονική ή άλλη αξία, συγκροτημένοι με κυρίαρχο στόχο να εξασφαλιστεί ο χώρος στον οποίο θα «πέσει» ο τίτλος με τη φράση «Έτη…. θεοφιλούς αρχιερατείας». Λευκώματα με πλούσιο φωτογραφικό υλικό για φυλλομέτρημα και δώρα, τα περισσότερα άλλωστε αντίτυπα προορίζονται για να προσφερθούν σε φιλοξενούμενους, υψηλά ιστάμενους προσκεκλημένους, μητροπόλεις, άλλους εκκλησιαστικούς αξιωματούχους.

Τόμοι, το κόστος των οποίων, μπορεί να εξισωθεί με τις βασικές ετήσιες ανάγκες πέντε οικογενειών. Βέβαια η Εκκλησία πάντα βεβαιώνει ότι όλα γίνονται από τον οβολό των άλλων. Ειλικρινά, αδυνατώ να πιστέψω ότι υπάρχουν χορηγοί που ξοδεύουν για τη δημιουργία τιμητικών τόμων και μάλιστα αυτού του τύπου….

Αν πράγματι θα έπρεπε να τιμηθούν τα …. (όσα) χρόνια αρχιερατείας κάποιων, μήπως τα πνευματικά τους τέκνα θα ήταν καλύτερα να διαθέσουν τα χρήματα εκεί που πραγματικά υπάρχει ανάγκη, παρακαλώντας Εκείνον που θα αποφασίσει εν τέλει αν η αρχιερατεία ήταν θεοφιλής, για τη σωτηρία των πνευματικών τους πατέρων;

Αναδημοσίευση από τις ΠαραΘέσεις: http://paratheseis.wordpress.com/