Ο εχθρός

 Γράφει: ο Σπύρος Καρύδης, θεολόγος.

Πέρυσι το καλοκαίρι διάβαζα το βιβλίο του Umberto Eco, Costruire il nemico e altri scritti occasionali, λίγους μήνες μετά την έκδοση του από τις εκδόσεις Bombiani. Το βιβλίο την ίδια χρονιά (2011) μεταφράστηκε στα ελληνικά από την Ευτυχία Καλλιφατίδη και κυκλοφορήθηκε από τις εκδόσεις Ψυχογιός, με τον τίτλο Κατασκευάζοντας τον εχθρό και άλλα περιστασιακά κείμενα.

Είχα σταθεί τότε στο πρώτο δοκίμιο, που δάνεισε τον τίτλο του στο βιβλίο: «Κατασκευάζοντας τον εχθρό», ένα ενδιαφέρον κείμενο, στο οποίο ο Eco, παραθέτοντας αποσπάσματα από έργα που καλύπτουν τη μακρά περίοδο από την αρχαιότητα έως σήμερα, πετυχαίνει να σκιαγραφήσει τον εχθρό και τα χαρακτηριστικά που του αποδίδονται.

Η πολιτική ρητορεία των τελευταίων μηνών για τα εσωτερικά και τα εξωτερικά μας ζητήματα και την αντιμετώπισή τους, τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών και η ερμηνεία τους, μου ξαναθύμισαν το θέμα του παραπάνω κειμένου.

Ο Eco ξεκινά θέτοντας, με το στόμα ενός πακιστανού ταξιτζή, το ερώτημα: μπορεί να υπάρχει ένας λαός χωρίς εχθρούς; Το να έχουμε έναν εχθρό είναι σημαντικό όχι μόνο για να ορίσουμε την ταυτότητά μας, αλλά και για να έχουμε ένα εμπόδιο σε σχέση με το οποίο θα μετρήσουμε το σύστημα αξιών μας και θα δείξουμε, αντιμετωπίζοντάς το, την αξία μας. Γι’αυτό, όταν ο εχθρός δεν υπάρχει, είναι ανάγκη να τον κατασκευάσουμε.

Η κατασκευή ενός εχθρού φαίνεται απλή, υπακούει σε ορισμένους απλούς κανόνες που προσδιορίζουν τη φύση και τα χαρακτηριστικά ενός εχθρού.

Ο εχθρός είναι διαφορετικός από εμάς και συμπεριφέρεται με συνήθειες που δεν είναι οι δικές μας. Ο κατ’εξοχήν διαφορετικός είναι ο ξένος, όπως ο μετανάστης, ο οποίος συμπεριφέρεται με διαφορετικό τρόπο, μιλά κακά τη γλώσσα μας, γίνεται υπερβολικά φιλικός αγνοώντας τους κανόνες ευγένειας και τους τρόπους εκφοράς της. Ξένος ανάμεσα σε όλους, λόγω και του χρώματος, είναι ο μαύρος. Στους εχθρούς συγκαταλέγονται επίσης όλοι εκείνοι που ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας, όπως ο κακοποιός ή η πόρνη. Παλαιότερα συγκαταλέγονταν ακόμη οι μάγισσες, οι λεπροί και οι αιρετικοί.

Ο εχθρός είναι άσκημος, γιατί το ωραίο ταυτίζεται με το καλό, το αγαθό (καλός κἀγαθός).

Ο εχθρός βρωμάει πάντα. Ο γύφτος βρωμάει. Κάποτε ανέδιδε έντονη δυσοσμία και ο εβραίος, καθώς επίσης και ο τούρκος («το ψωμί της τουρκάλας μυρίζει, διότι είναι αβάπτιστη», μας έλεγαν οι μανάδες μας, μεταφέροντας όσα τους έλεγαν οι πατεράδες τους ανάμικτα με τις εμπειρίες από τους βαλκανικούς πολέμους).

Κάποιες φορές, τέλος, οι εχθροί που κατασκευάζονται δεν είναι τόσο οι διαφορετικοί, που μας τρομάζουν λόγω της διαφορετικότητάς τους (μετανάστες) ή της κατωτερότητάς τους (βάρβαροι), αλλά εκείνοι που κάποιος έχει συμφέρον να τους παρουσιάσει ως απειλητικούς.

Κατά τον Eco, φαίνεται πως δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς τον εχθρό. Η ανάγκη του είναι εγγενής ακόμη και στον άνθρωπο τον ευγενικό και τον φίλο της ειρήνης. Απλά στις περιπτώσεις αυτές η εικόνα του εχθρού μετατίθεται από ένα ανθρώπινο αντικείμενο σε μια φυσική ή κοινωνική δύναμη που με κάποιο τρόπο μας απειλεί και που πρέπει να κατανικηθεί, είτε είναι τα παγκόσμια οικονομικά συμφέροντα, είτε η καπιταλιστική εκμετάλλευση είτε η μόλυνση του περιβάλλοντος είτε η πείνα στον τρίτο κόσμο.

Η ηθική είναι λοιπόν αδύνατη μπροστά στην ανάγκη να έχουμε εχθρούς; Θα έλεγα, επισημαίνει o Eco, «ότι η ηθική επιταγή επιβάλλεται όχι όταν υποκρίνεται ότι δεν υπάρχουν εχθροί, αλλά όταν προσπαθεί να τους καταλάβει. Οταν προσπαθείς να καταλάβεις τον άλλον, σημαίνει ότι καταστρέφεις τα κλισέ χωρίς να αρνείσαι ή να αλλοιώνεις τη διαφορετικότητα. Αλλά ας είμαστε ρεαλιστές. Αυτοί οι τρόποι κατανόησης του εχθρού ανήκουν στους ποιητές, στους αγίους και στους προδότες. Οι πιο βαθειές ωθήσεις μας είναι άλλης κατεύθυνσης. Είμαστε υπάρξεις που έχουν ανάγκη ενός εχθρού. Παρακολουθούμε με φόβο τη νέα πλημμυρίδα των μεταναστών. Επεκτείνοντας σε μια ολόκληρη εθνότητα τα χαρακτηριστικά ορισμένων μελών που ζουν σε κατάσταση περιθωριοποίησης, κατασκευάζουμε την εικόνα του εχθρού, ιδεατού αποδιοπομπαίου τράγου για μια κοινωνία που σαρωμένη από μια διαδικασία μετασχηματισμού, δεν μπορεί να αναγνωρίσει πια τον εαυτό της».

Σκέφτομαι, περνώντας στον χώρο των θρησκειών, ότι και εκεί ο εχθρός έχει δυναμική παρουσία, ιδιαίτερα μάλιστα στον χριστιανισμό. Αν η χριστιανική ηθική συμπυκνώνεται στη διπλή εντολή, για την οποία είχα γράψει και παλαιότερα, δηλαδή «αγάπα τον Θεό και αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν», σ’ αυτόν τον πλησίον συμπεριλαμβάνεται και ο εχθρός. Ο εχθρός μάλιστα έχει περίοπτη θέση. Στην επί του όρους ομιλία η εντολή συμπληρώνεται με τον ακόλουθο εύγλωττο τρόπο: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν  … ἐὰν γὰρ ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, τίνα μισθὸν ἔχετε; οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι τὸ αὐτὸ ποιοῦσιν; καὶ ἐὰν ἀγαπήσητε τοὺς ἀδελφοὺς ὑμῶν μόνον, τί περισσὸν ποιεῖτε;» (Ματθ. 5,43-47· πρβλ. Λουκ. 6,27-35).

Η χριστιανική εντολή της αγάπης επομένως προυποθέτει τον εχθρό. Αν το ζητούμενο είναι ο «μισθός» και αυτός οδηγεί στη «σωτηρία», τότε ο εχθρός είναι απολύτως απαραίτητος. Χωρίς τον εχθρό δεν υπάρχει σωτηρία. Η έλλειψή του, αντίστροφα, στερεί από τον άνθρωπο τη δυνατότητα της σωτηρίας, αφού η τελευταία συναρτάται με τους καρπούς της αγάπης, οι οποίοι υπάρχουν μόνον στην περίπτωση που ο αποδέκτης της αγάπης είναι ο «εχθρός».

Ο εχθρός είναι παρών στη μοναστική άσκηση. Ο εχθρός είναι παρών σε κάθε βήμα του χριστιανού. Ο χριστιανός καλείται να παλέψει με τον εξωτερικό και με τον εσωτερικό εχθρό, τη δική του αδυναμία, ατολμία, ακηδία, βουλιμία κλπ κλπ. Για τον χριστιανό η ζωή είναι ένας διαρκής αγώνας ενάντια σε εχθρούς, «ἔσχατος δὲ ἐχθρὸς καταργεῖται ὁ θάνατος» (Α΄ Κορ. 15,26).

Ο χριστιανός λοιπόν πρέπει απαραίτητα να έχει «εχθρό» και αν δεν έχει, οφείλει να τον κατασκευάσει. Εδώ όμως ο εχθρός δεν είναι ο αποδέκτης του μίσους, της καταδίωξης, της αποστροφής ή της απόρριψης, αλλά αυτός στον οποίο ο χριστιανός καλείται να διοχετεύσει όλη την αγάπη του, μη ξεχωρίζοντάς τον από τον εαυτό του.

Φωτογραφία: http://topontiki.gr/article/31937