Αρχείο ημέρας 10 Μαΐου 2021

Translate

Σκακιστική άσκηση

Μάιος 2021
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 12
3456789
10111213141516
17181920212223
24252627282930
31  

Σαν σήμερα

27/5/1963: Δολοφονείται ο Γρηγόριος Λαμπράκης, βουλευτής.

Σκακιστική άσκηση

Σενάριο “Μην φοβάσαι την Αγκαλιά”

 

Δείτε εδώ το σενάριο:

Μη φοβάσαι την αγκαλιά

Νοητική Υστέρηση

ΝΟΗΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΗΣΗ

Τι είναι νοητική υστέρηση;

Νοητική Υστέρηση, γνωστή και ως νοητική διαταραχή, είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται όταν υπάρχουν όρια στις ικανότητες του ατόμου να μάθει σε ένα αναμενόμενο επίπεδο και να λειτουργήσει στην καθημερινή ζωή. Τα επίπεδα νοητικής υστέρησης ποικίλλουν σημαντικά στα παιδιά-από πολύ ήπια μέχρι πολύ σοβαρή δυσκολία. Παιδιά με νοητική υστέρηση μπορεί να δυσκολεύονται να δώσουν στους άλλους να καταλάβουν τα θέλω και τις ανάγκες τους, και να περιποιούνται τους εαυτούς τους. Η νοητική υστέρηση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα το παιδί να μαθαίνει και να μεγαλώνει πιο αργά σε σχέση με τα άλλα παιδιά της ίδιας ηλικίας. Ένα παιδί με νοητική υστέρηση μπορεί να καθυστερήσει να μάθει να μιλάει, να περπατάει, να ντύνεται, να τρώει χωρίς βοήθεια, και μπορεί να δυσκολεύεται μαθησιακά στο σχολείο.

Νοητική Υστέρηση μπορεί να προκληθεί από ένα πρόβλημα που ξεκινάει οποιαδήποτε στιγμή πριν το παιδί γίνει 18 χρονών-ακόμη και πριν τη γέννηση. Μπορεί να προκληθεί από τραυματισμό, ασθένεια, ή ένα πρόβλημα στον εγκέφαλο. Για πολλά παιδιά, η αιτία της νοητικής τους υστέρησης δεν είναι γνωστή. Κάποιες από τις πιο γνωστές αιτίες της νοητικής υστέρησης- όπως το σύνδρομο Down, το σύνδρομο εμβρυϊκής αλκοόλης, το σύνδρομο του εύθραυστου Χ, γενετικές συνθήκες, γενετικές ανωμαλίες, και λοιμώξεις-συμβαίνουν πριν τη γέννηση. Άλλες συμβαίνουν κατά τη γέννηση του μωρού ή αμέσως μετά από αυτή. Ακόμη, άλλες αιτίες της νοητικής υστέρησης δεν εμφανίζονται μέχρι το παιδί να μεγαλώσει· αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν σοβαρή εγκεφαλική κάκωση, εγκεφαλικό επεισόδιο, ή κάποιες λοιμώξεις.

Ποια είναι κάποια απο τα σημάδια της νοητικής υστέρησης.

Συχνά, όσο πιο σοβαρή είναι η νοητική υστέρηση, τόσο πιο νωρίς μπορούν να εντοπιστούν τα σημάδια. Παρ’ όλ’ αυτά, πιθανόν να είναι δύσκολο κάποιος να προβλέψει πώς ένα παιδί μπορεί να επηρεαστεί στη ζωή του αργότερα.

Υπάρχουν πολλά σημάδια νοητικής υστέρησης. Για παράδειγμα, παιδιά με νοητική υστέρηση είναι πιθανό να:

  • κάθονται, να μπουσουλούν, ή να περπατάνε αργότερα από άλλα παιδιά
  • αργήσουν να μάθουν να μιλούν, ή να έχουν δυσκολίες όταν μιλούν
  • δυσκολεύονται να θυμηθούν πράγματα
  • δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους κοινωνικούς κανόνες
  • δυσκολεύονται να προβλέψουν τις συνέπειες των πράξεων τους
  • δυσκολεύονται στην επίλυση προβλημάτων

 Τι μπορώ να κάνω εάν πιστεύω ότι το παιδί μου πιθανόν να έχει νοητική υστέρηση;

Μιλήστε στο γιατρό του παιδιού σας εάν έχετε κάποιες ανησυχίες σχετικά με το πως αναπτύσσεται το παιδί σας. Εάν εσείς ή ο γιατρός σας νομίζετε ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα, μπορείτε να επισκεφθείτε με το παιδί σας έναν αναπτυξιακό παιδίατρο ή κάποιον άλλον ειδικό.

Για να βοηθήσετε το παιδί σας να αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητές του, είναι πολύ σημαντικό να δεχθεί βοήθεια το συντομότερο δυνατό!

Εκπαίδευση των παιδιών με νοητική υστέρηση

Οι μαθητές με νοητική υστέρηση που δεν  μπορούν να παρακολουθήσουν το αναλυτικό πρόγραμμα του γενικού σχολείου φοιτούν σε σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ)  https://adrianosmoutavelis.github.io/index.html?article=smeae ή  σε δομές ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης.

Πηγές: Μονάδα Αναπτυξιακής & Συμπεριφορικής Παιδιατρικής, Α΄ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών Νοσοκ. Παίδων «Η Αγία Σοφία», Χωρέμειο Ερευνητικό Εργαστήριο.

Δραστηριότητες για την οικογένεια του χαρισματικού παιδιού

Δραστηριότητες για την οικογένεια του χαρισματικού παιδιού

Χαρισματικοί Μαθητές με χαμηλές μαθησιακές επιδόσεις

Χαρισματικοί μαθητές με χαμηλές μαθησιακές επιδόσεις

Η επίδραση της ΔΕΠ-Υ στην ζωή του ατόμου

Η επίδραση της ΔΕΠΥ στην ζωή του ατόμου, την οικογένειά τους και την κοινότητα, από την προσχολική ηλικία στην ενήλικη ζωή.

V A Harpin

 

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ) μπορεί να επηρεάσει όλες τις όψεις της ζωής ενός παιδιού. Πράγματι, επηρεάζει όχι μόνο το παιδί, αλλά επίσης τους γονείς και τα αδέρφια,  προκαλώντας διαταράξεις στην οικογένεια και την συζυγική λειτουργία. Οι δυσμενείς επιδράσεις της ΔΕΠΥ πάνω στα παιδιά και τις οικογένειές τους αλλάζουν από τα προσχολικά χρόνια στο δημοτικό σχολείο και την εφηβεία, με ποικίλες πτυχές της διαταραχής να ξεχωρίζουν περισσότερο σε διαφορετικά στάδια. Η ΔΕΠΥ μπορεί να παραμένει στην ενήλικη ζωή προκαλώντας προβλήματα στην επαγγελματική και προσωπική ζωή. Επιπροσθέτως, η ΔΕΠΥ έχει συσχετιστεί με αυξημένα κόστη υγειονομικής περίθαλψης για τους ίδιους τος ασθενείς και τα μέλη της οικογένειάς τους.

Η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ) είναι μια χρόνια, εξουθενωτική διαταραχή που μπορεί να επηρεάζει πολλές πτυχές της ζωής ενός ατόμου, συμπεριλαμβανομένου ακαδημαϊκές δυσκολίες, προβλήματα κοινωνικών δεξιοτήτων και τεταμένες σχέσεις γονέα-παιδιού. Ενώ παλιότερα πίστευαν ότι τα παιδιά τελικά ξεπερνούν την ΔΕΠΥ, πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι 30-60% των επηρεασμένων ατόμων εξακολουθούν να δείχνουν σημαντικά συμπτώματα της διαταραχής στην ενηλικιότητα. Παιδιά με την διαταραχή διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για μακροπρόθεσμα αρνητικά αποτελέσματα, όπως χαμηλότερα εκπαιδευτικά και ακαδημαϊκά επιτεύγματα. Κάτι που πρέπει να ληφθεί υπόψιν για την αποτελεσματική θεραπεία της ΔΕΠΥ είναι πως η διαταραχή επηρεάζει τις καθημερινές ζωές των παιδιών, των νέων και τις οικογένειές τους. Πράγματι, δεν αρκεί να εξετάσουμε απλώς τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ κατά τις σχολικές ώρες – μια διεξοδική εξέταση της διαταραχής θα έπρεπε να λαμβάνει υπόψιν την λειτουργικότητα και την ευημερία ολόκληρης της οικογένειας.

Καθώς μεγαλώνουν τα παιδιά με ΔΕΠΥ, ο τρόπος με τον οποίο η διαταραχή επηρεάζει τα ίδια και τις οικογένειές τους αλλάζει. Οι βασικές δυσκολίες στην επιτελική λειτουργία που παρατηρούνται στην ΔΕΠΥ καταλήγουν σε μια διαφορετική εικόνα στην μετέπειτα ζωή, αναλόγως των απαιτήσεων που έχει από το άτομο το περιβάλλον του. Αυτό ποικίλει ανάλογα με τους οικογενειακούς και σχολικούς πόρους, καθώς και με την ηλικία, την γνωστική ικανότητα και την διορατικότητα του παιδιού ή του νέου ατόμου. Ένα περιβάλλον το οποίο είναι ευαίσθητο στις ανάγκες ενός ατόμου με ΔΕΠΥ και που έχει γνώση των επιπτώσεων της διαταραχής, είναι ζωτικής σημασίας. Η βέλτιστη ιατρική και συμπεριφορική διαχείριση αποσκοπεί στην υποστήριξη του ατόμου με ΔΕΠΥ και στο να τους επιτρέπει να αξιοποιούν πλήρως τις δυνατότητές τους, ελαχιστοποιώντας τις δυσμενείς επιπτώσεις στους ίδιους και τις οικογένειές τους συνολικά.

Σκοπός αυτού του άρθρου είναι να ακολουθήσει την φυσική ιστορία αυτής της σύνθετης διαταραχής κατά τα προσχολικά χρόνια, την σχολική ζωή και την ενηλικίωση και να εξετάσει την επίδρασή της στην οικογένεια, την κοινότητα και την κοινωνία συνολικά. Επιπροσθέτως, εξετάζονται συννοσηρότητες και κόστη υγειονομικής περίθαλψης.

ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

Φτωχή συγκέντρωση, υψηλά επίπεδα κινητικότητας και παρορμητικότητα είναι συχνά χαρακτηριστικά τυπικών παιδιών προσχολικής ηλικίας. Συνεπώς, ένα υψηλό επίπεδο εποπτείας είναι ο κανόνας. Ακόμα κι έτσι, παιδιά με ΔΕΠΥ μπορεί ακόμα να ξεχωρίζουν. Σε αυτή την ηλικιακή ομάδα, υπάρχει συχνά ασυνήθιστα φτωχή ένταση παιχνιδιού και υπερβολική κινητική ανησυχία. Σχετικές δυσκολίες, όπως καθυστερημένη ανάπτυξη, εναντιωματική συμπεριφορά και φτωχές κοινωνικές δεξιότητες, μπορεί επίσης να υπάρχουν. Αν η ΔΕΠΥ είναι μια πιθανότητα, είναι πολύ σημαντικό να προσφέρουμε στοχευμένες συμβουλές για γονείς και υποστήριξη. Ακόμα και σε αυτό το πρώιμο στάδιο, το γονεϊκό στρες μπορεί να είναι τεράστιο όταν το παιδί δεν ανταποκρίνεται στα συνηθισμένα γονικά αιτήματα και την συμβουλή συμπεριφοράς. Στοχευμένη δουλειά με παιδιά προσχολικής ηλικίας και τους φροντιστές τους έχει δείξει να είναι αποτελεσματική στην βελτίωση της αλληλεπίδρασης του γονέα με το παιδί και στην μείωση του γονεϊκού στρες. Μια χρήσιμη ανασκόπηση των διαθέσιμων στοιχείων και μεθόδων παρέχεται από τον Barkley.

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ      

Το παιδί του δημοτικού με ΔΕΠΥ συχνά αρχίζουν να το βλέπουν ως διαφορετικό, καθώς οι συμμαθητές του αρχίζουν να αναπτύσσουν τις δεξιότητες και την ωριμότητα που τους καθιστά ικανούς να μαθαίνουν με επιτυχία στο σχολείο. Παρόλο που ένας ευαίσθητος δάσκαλος μπορεί να προσαρμόσει την τάξη ώστε να επιτρέψει σε ένα παιδί με ΔΕΠΥ να επιτύχει, συχνά το παιδί βιώνει ακαδημαϊκή αποτυχία, απόρριψη από τους συμμαθητές και χαμηλή αυτοπεποίθηση. Συνυπάρχοντα προβλήματα, όπως ειδικές μαθησιακές διαταραχές, μπορεί επίσης να αρχίζουν να επιδρούν στο παιδί, περιπλέκοντας περαιτέρω την διάγνωση και την διαχείριση. Η εκτίμηση από έναν εκπαιδευτικό ψυχολόγο μπορεί να βοηθήσει στο να φανούν οι μαθησιακές δυνατότητες και δυσκολίες και στο να προτείνει απαραίτητη υποστήριξη στην τάξη.

Συχνά, δυσκολίες στο σπίτι ή στις εξόδους με φροντιστές (για παράδειγμα, στα ψώνια, στο πάρκο, ή στο να επισκέπτονται άλλα οικογενειακά μέλη) επίσης γίνονται περισσότερο εμφανείς σε αυτή την ηλικία. Οι γονείς μπορεί να διαπιστώσουν ότι μέλη της οικογένειας αρνούνται να ενδιαφερθούν για το παιδί κι πως άλλα παιδιά δεν τους καλούν σε πάρτι ή σε παιχνίδι. Πολλά παιδιά με ΔΕΠΥ έχουν πολύ φτωχές συνήθειες ύπνου και παρ’ ότι μοιάζουν να μην χρειάζονται πολύ ύπνο, η συμπεριφορά κατά την διάρκεια της ημέρας είναι συχνά χειρότερη όταν ο ύπνος επηρεάζεται άσχημα. Ως αποτέλεσμα οι γονείς έχουν λίγο χρόνο για τον εαυτό τους, καθώς όποτε το παιδί είναι ξύπνιο πρέπει συνεχώς να το προσέχουν. Δεν μας κάνει εντύπωση που πολλές οικογενειακές σχέσεις είναι σοβαρά τεταμένες και σε μερικές περιπτώσεις χαλάνε, φέρνοντας επιπλέον κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες. Αυτό μπορεί να προκαλεί τα παιδιά να αισθάνονται λυπημένα ή ακόμη και να επιδεικνύουν εναντιωματική ή επιθετική συμπεριφορά.

Αξιολογώντας την ποιότητα ζωής ενός παιδιού με ΔΕΠΥ είναι δύσκολο. Οι αξιολογήσεις συμπεριφοράς συχνά πραγματοποιούνται από γονείς, δασκάλους, ή επαγγελματίες υγείας και συνήθως μπορούν μόνο να συμπεράνουν πως το παιδί μπορεί να αισθάνεται. Ωστόσο, στοιχεία από αυτό-αξιολογήσεις δείχνουν ότι παιδιά με ΔΕΠΥ βλέπουν την περισσότερο προβληματική συμπεριφορά τους ως λιγότερο προβληματική, μέσα στην δική τους ομάδα ελέγχου, και πιο επικρατούσα σε σχέση με παιδιά χωρίς ΔΕΠΥ.

Οι Johnston και Mash εξέτασαν τα στοιχεία της επίδρασης του να έχουν παιδί με ΔΕΠΥ, στην λειτουργικότητα της οικογένειας. Συμπέραναν ότι η παρουσία ενός παιδιού με ΔΕΠΥ καταλήγει σε αυξημένη πιθανότητα διαταράξεων στην οικογένεια και την συζυγική λειτουργικότητα, αναστατώσεις στις σχέσεις γονέα-παιδιού, μειωμένη γονική αποτελεσματικότητα και αυξημένα επίπεδα γονικού στρες, ιδιαίτερα όταν υπάρχει συννοσηρότητα ΔΕΠΥ με προβλήματα συμπεριφοράς.

Σε μια έρευνα γονιών 66 παιδιών, γονείς παιδιών με ΔΕΠΥ συνδυαστικού και απρόσεκτου τύπου, εξέφρασαν περισσότερη δυσαρέσκεια ρόλου από ότι οι γονείς παιδιών της ομάδας ελέγχου. Επίσης, η ΔΕΠΥ στα παιδιά αναφέρθηκε να προγιγνώσκει κατάθλιψη στις μητέρες. Οι Pelham και συνεργάτες ανέφεραν ότι οι αποκλίνουσες συμπεριφορές παιδιών που παρουσιάζουν πολύ μεγάλα, χρόνια, διαπροσωπικά άγχη για γονείς παιδιών με ΔΕΠΥ, σχετίζονται με αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ από τον γονέα.

Περιορισμένη προσοχή έχει δοθεί στις αδελφικές σχέσεις σε οικογένειες παιδιών με ΔΕΠΥ. Ενώ έχει αναφερθεί ότι τα αδέρφια παιδιών με ΔΕΠΥ βρίσκονται σε αυξημένο ρίσκο για συμπεριφορικές και συναισθηματικές διαταραχές, μια πιο πρόσφατη μελέτη που παρουσιάζει αναφορές των αδελφών για την ΔΕΠΥ, αναγνώρισε την αναστάτωση που προκαλείται από τα συμπτώματα και τις συμπεριφορικές εκδηλώσεις της ΔΕΠΥ, ως το πιο σημαντικό πρόβλημα. Αυτή η αναστάτωση βιώθηκε από τα αδέρφια με τρεις πρωταρχικούς τρόπους: θυματοποίηση, φροντίδα και θλίψη και απώλεια. Τα αδέρφια ανάφεραν να αισθάνονται θύματα από τις επιθετικές πράξεις των αδερφών τους με ΔΕΠΥ, μέσω προφανών πράξεων σωματικής βίας, λεκτικής επιθετικότητας και χειραγώγησης και ελέγχου. Επιπροσθέτως, τα αδέρφια ανέφεραν ότι οι γονείς περίμεναν από αυτά να φροντίζουν και τα προστατεύουν τα αδέρφια τους με ΔΕΠΥ, λόγω της κοινωνικής και συναισθηματικής ανωριμότητας που σχετίζεται με την ΔΕΥ. Επιπλέον, ως αποτέλεσμα των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ και της συνακόλουθης αναστάτωσης, πολλά αδέρφια περιέγραψαν να αισθάνονται αγχωμένα, ανήσυχα και λυπημένα.

Η ευρύτερη κοινωνική και οικογενειακή λειτουργικότητα έχει αξιολογηθεί χρησιμοποιώντας το ερωτηματολόγιο υγείας του παιδιού (Child Health Questionnaire – CHQ), μια κλίμακα αποτελεσμάτων υγείας που βαθμολογείται από γονείς, η οποία μετρά την σωματική και ψυχολογική ευημερία. Οι μελέτες έδειξαν ότι η αγωγή της ΔΕΠΥ με ατομοξετίνη, εν μη διεγερτικό φάρμακο για ΔΕΠΥ, είχε ως αποτέλεσμα την βελτιωμένη αντίληψη της ποιότητας ζωής, με τις βελτιώσεις να γίνονται εμφανείς στην κοινωνική και οικογενειακή λειτουργικότητα και στην αυτοπεποίθηση. Περαιτέρω έρευνα που να εξετάζει την συνεχής ποιότητα ζωής για το παιδί και την οικογένειά του, λαμβάνοντας υπόψιν πολλά μοντέλα, είναι απαραίτητη.

Η ΔΕΠΥ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

Οι έφηβοι μπορεί να φέρουν μια μείωση στην υπερκινητικότητα, η οποία είναι συχνά τόσο εμφανής στα μικρότερα παιδιά, αλλά η απροσεξία, η παρορμητικότητα και η εσωτερική ανησυχία, παραμένουν πολύ μεγάλες δυσκολίες. Μια παραμορφωμένη έννοια του εαυτού και μια διαταραχή της φυσιολογικής ανάπτυξης του εαυτού, έχει αναφερθεί από εφήβους με ΔΕΠΥ. Επίσης, μπορεί να αναπτυχθεί υπερβολικά επιθετική και αντικοινωνική συμπεριφορά, προσθέτοντας περαιτέρω προβλήματα. Μια μελέτη από τους Edwards και συνεργάτες εξέτασε έφηβους με ΔΕΠΥ και εναντιωματική προκλητική διαταραχή (ODD), που προσδιορίζεται από την παρουσία  αξιοσημείωτης προκλητική και ανυπάκουη συμπεριφοράς και την απουσία πιο σοβαρών αντικοινωνικών ή επιθετικών πράξεων που παραβιάζουν τον νόμο ή τα δικαιώματα τρίτων. Οι έφηβοι αυτοί βαθμολόγησαν τους εαυτούς τους ως το να έχουν περισσότερες διαμάχες γονιού-εφήβου, σε σχέση με τα δείγματα ελέγχου της κοινότητας. Αυξημένη διαμάχη γονιού-εφήβου, αναφέρθηκε επίσης και από τους γονείς των εφήβων με ΔΕΠΥ, όταν πραγματοποίησαν την άσκηση βαθμολόγησης. Επιπροσθέτως, μια έρευνα για τους 11-15 ετών, έδειξε ότι αυτοί που έχουν υπερκινητικότητα έχουν διπλάσιες πιθανότητες, σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, να έχουν «μια σοβαρή έλλειψη φιλίας».

Οι νέοι με ΔΕΠΥ έχουν αυξημένο κίνδυνο ακαδημαϊκής αποτυχίας, εγκατάλειψη του σχολείου ή κολεγίου, εφηβική εγκυμοσύνη και εγκληματική συμπεριφορά. Η οδήγηση θέτει έναν επιπλέον κίνδυνο. Άτομα με ΔΕΠΥ αποσπώνται εύκολα από την συγκέντρωσή στην οδήγηση, όταν οδηγούν αργά, ενώ όταν οδηγούν γρήγορα μπορεί επίσης να είναι επικίνδυνο. Έχει φανεί ότι σε σχέση με ηλικιακά αντίστοιχες ομάδες ελέγχου, οι οδηγοί με ΔΕΠΥ βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο παραβάσεων κυκλοφορίας, ιδιαίτερα για ταχύτητα, και θεωρείται ότι ευθύνονται για περισσότερα τροχαία ατυχήματα, συμπεριλαμβανομένου μοιραία. Ο κίνδυνος τέτοιων γεγονότων, αυξήθηκε περαιτέρω από την παρουσία συνακόλουθης ODD. Ωστόσο, έχει προταθεί ότι η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να έχει θετική επίδραση σε δεξιότητες οδήγησης.

ΕΝΗΛΙΚΗ ΖΩΗ

Το 60% των ατόμων με συμπτώματα ΔΕΠΥ εξακολουθούν να έχουν δυσκολίες στην ενήλικη ζωή. Οι ενήλικες με ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανό να απολυθούν και συχνά έχουν δοκιμάσει έναν αριθμό εργασιών, προτού να μπορέσουν να βρουν κάποια στην οποία να μπορούν να επιτύχουν. Μπορεί να χρειαστεί να επιλέξουν συγκεκριμένους τύπους δουλειάς και συχνά αυτοαπασχολούνται. Στον χώρο εργασίας οι ενήλικες με ΔΕΠΥ βιώνουν περισσότερες διαπροσωπικές δυσκολίες με τους εργοδότες και συναδέλφους. Περαιτέρω προβλήματα προκαλούνται από την αργοπορία, κατά συνήθεια απουσία, υπερβολικά λάθη και μια ανικανότητα να ολοκληρώνουν αναμενόμενο φόρτο εργασίας. Στο σπίτι, δυσκολίες σχέσεων και χωρισμοί, είναι πιο συχνοί. Ο κίνδυνος κατάχρησης ουσιών είναι σημαντικά αυξημένος σε ενήλικες με επίμονα συμπτώματα ΔΕΠΥ, οι οποίοι δεν έχουν λάβει φαρμακευτική αγωγή. Οι γενετικές πτυχές της ΔΕΠΥ σημαίνουν ότι ενήλικες με ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανόν να έχουν παιδιά με ΔΕΠΥ. Αυτό με την σειρά του προκαλεί περαιτέρω προβλήματα, ιδιαίτερα καθώς η επιτυχία των προγραμμάτων γονικής μέριμνας για γονείς με παιδιά με ΔΕΠΥ, επηρεάζεται πολύ από την παρουσία της γονικής ΔΕΠΥ. Έτσι, η ΔΕΠΥ στους γονείς μπορεί να οδηγήσει σε έναν κύκλο δυσκολιών.

ΣΥΝΝΟΣΗΡΟΤΗΤΕΣ

Συννοσηρές διαταραχές μπορεί να επηρεάζουν άτομα με ΔΕΠΥ σε όλη την ζωή τους. Εκτιμάται ότι τουλάχιστον το 65% παιδιών με ΔΕΠΥ έχουν μια ή περισσότερες συννοσηρές καταστάσεις. Από τις πιο συχνές συννοσηρότητες, νευροαναπτυξιακά προβλήματα, όπως η δυσλεξία και η διαταραχή αναπτυξιακού συντονισμού, είναι ιδιαιτέρως συνηθισμένα. Πολλά παιδιά με ΔΕΠΥ επίσης, υποφέρουν από διαταραχές τικ (δεν σχετίζεται με διεγερτικά φάρμακα). Επιπροσθέτως, περίπου το 60% των παιδιών με Σύνδρομο Tourette πληρούν κριτήρια ΔΕΠΥ, και η διαταραχή αυτιστικού φάσματος όλο και περισσότερο αναγνωρίζεται ως συννοσηρή της ΔΕΠΥ. Αρχικά, η έντονη υπερκινητικότητα μπορεί να καλύψει τα χαρακτηριστικά της διαταραχής αυτιστικού φάσματος μέχρι το παιδί να λάβει φαρμακευτική αγωγή. Συμπεριφορική διαταραχή και ODD συνυπάρχουν με ΔΕΠΥ σε τουλάχιστον 30%, και σε ορισμένες αναφορές φτάνει το 90%, των περιπτώσεων. Αυτές οι πιο συχνά αναφερόμενες συννοσηρότητες μπορούν, ωστόσο, να θεωρηθούν περισσότερο ως επιπλοκές της ΔΕΠΥ, με τις αντιξοότητες στο ψυχολογικό τους περιβάλλον, πιθανόν να καθορίζουν το αν τα παιδιά που βρίσκονται σε κίνδυνο κάνουν την μετάβαση σε αντικοινωνική συμπεριφορά.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Ελλείμματα ανάπτυξης σε παιδιά τα οποία λαμβάνουν διεγερτική θεραπεία για ΔΕΠΥ, έχουν υπάρξει για καιρό αντικείμενο επιστημονικής συζήτησης. Αντιφατικά αποτελέσματα έχουν αναφερθεί, με μερικούς συγγραφείς να δείχνουν ότι τα διεγερτικά πράγματι επηρεάζουν την ανάπτυξη στα παιδιά, αλλά ότι αυτό εμφανίζεται μόνο κατά την φάση ενεργού θεραπείας και δεν θέτει σε κίνδυνο το τελικό ύψος. Άλλες μελέτες ωστόσο, δεν έχουν βρει στοιχεία που να δείχνουν ότι τα διεγερτικά επηρεάζουν την ανάπτυξη. Συνολικά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι κλινικοί θα έπρεπε να παρακολουθούν την ανάπτυξη των υπερκινητικών παιδιών που λαμβάνουν διεγερτικά, και να εξετάσουν την μείωση της δόσης σε μεμονωμένες περιπτώσεις εάν εμφανιστούν ενδείξεις καταστολής της ανάπτυξης.

Μια άλλη συχνά αναφερόμενη ανησυχία για την θεραπεία της ΔΕΠΥ με διεγερτικά φάρμακα είναι ότι θα μπορούσε σε εξάρτηση οσίων στην μετέπειτα ζωή. Οι νέοι με ΔΕΠΥ είναι εκ φύσεως παρορμητικοί παράγοντες κινδύνου και υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία ότι η ΔΕΠΥ χωρίς θεραπεία – ιδιαίτερα με συνακόλουθη διαταραχή συμπεριφοράς – σχετίζεται με τριπλάσια έως τετραπλάσια αύξηση του κινδύνου για κατάχρηση ουσιών. Σε αντίθεση, ασθενείς που υποβάλλονται σε θεραπεία με διεγερτικά, έχουν παρόμοιο κίνδυνο κατάχρησης ουσιών με τις ομάδες ελέγχου. Έτσι, αυτά τα δεδομένα παρέχουν ισχυρές αποδείξεις υπέρ της προσεκτικής θεραπείας και υποστήριξης των νέων με ΔΕΠΥ.

ΚΟΣΤΟΣ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗΣ

Το κόστος υγειονομικής περίθαλψης για άτομα με ΔΕΠΥ στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει υπολογιστεί πλήρως, αλλά στοιχεία από τις ΗΠΑ δείχνουν ότι είναι αυξημένο σε σχέση με δείγματα ελέγχου αντίστοιχης ηλικίας. Μια μελέτη για τους τραυματισμούς παιδιών με ΔΕΠΥ έδειξε ότι παιδιά με ΔΕΠΥ είναι πιο πιθανόν να τραυματιστούν ως πεζοί ή ποδηλατιστές από παιδία που δεν έχουν ΔΕΠΥ. Ήταν πιο πιθανόν να έχουν τραυματισμούς σε πολλαπλές περιοχές του σώματος, τραυματισμούς στο κεφάλι και στο να τραυματίζονται σοβαρά. Η ΔΕΠΥ  έχει βρεθεί ότι αποτελεί παράγοντα κινδύνου για κατάχρηση ουσιών και μια έρευνα για την επικράτηση της ΔΕΠΥ ανάμεσα σε χρήστες ουσιών έχει δείξει ότι η ΔΕΠΥ εκπροσωπούταν σημαντικά ανάμεσα στους ασθενείς με διαταραχή κατάχρησης ψυχοτρόπων ουσιών. Αυξημένη χρήση των υπηρεσιών υγείας, επίσης παρατηρείται σε συγγενείς ατόμων με ΔΕΠΥ. Μια μελέτη έχει δείξει ότι οι άμεσες και έμμεσες ιατρικές δαπάνες ήταν διπλάσιες σε σχέση με αυτές των οικογενειακών μελών μιας ομάδας δείγματος ελέγχου. Η διαφορά σε αυτές τις δαπάνες ήταν πρωτίστως λόγω της υψηλότερης συχνότητας προβλημάτων ψυχικής υγείας στα οικογενειακά μέλη ασθενών με ΔΕΠΥ, το οποίο αντανακλά τα αυξημένα άγχη και απαιτήσεις του να ζει κάποιος με έναν ενήλικα ή παιδί με ΔΕΠΥ. Πράγματι, το οικογενειακό στρες που σχετίζεται με την ΔΕΠΥ έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο γονική κατάθλιψη και διαταραχές που σχετίζονται με το αλκοόλ.

Είναι πολύ σημαντικό να λάβουμε υπόψιν τον ρόλο της θεραπείας της ΔΕΠΥ στην μείωση του κινδύνου για ανεπιθύμητα αποτελέσματα για το άτομο. Ένας αριθμός μελετών στην επίδραση της θεραπείας της ΔΕΠΥ στον κίνδυνο για κατάχρηση ουσιών, ενθαρρυντικά δείχνουν μια πτώση του κινδύνου σε αυτόν του τυπικού πληθυσμού.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Η έκθεση του Mannuzza για την μακροχρόνια πρόγνωση της ΔΕΠΥ συμπεραίνει ότι η ΔΕΠΥ στην παιδική ηλικία δεν αποκλείει υψηλά εκπαιδευτικά και επαγγελματικά επιτεύγματα (για παράδειγμα, πτυχίο Master ή ιατρικά προσόντα). Ωστόσο, η ΔΕΠΥ είναι μια διαταραχή η οποία μπορεί να επηρεάσει όλες τις πτυχές της ζωής ενός παιδιού. Προσεκτική αξιολόγηση είναι πάρα πολύ πρωταρχικής σημασίας, και αν αυτή δείχνει σημαντική βλάβη σαν αποτέλεσμα της ΔΕΠΥ, υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία ότι η θεραπεία της ΔΕΠΥ θα έπρεπε να καθιερωθεί. Η τρέχουσα θεραπεία εστιάζει κυρίως στην βραχυπρόθεσμη ανακούφιση των βασικών συμπτωμάτων , κυρίως κατά την διάρκεια της σχολικής μέρας. Αυτό σημαίνει ότι σημαντικές στιγμές της ημέρας, όπως νωρίς το πρωί πριν το σχολείο και το βράδυ την ώρα του ύπνου, συχνά δεν επηρεάζονται από τα τρέχοντα θεραπευτικά σχήματα. Αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την λειτουργικότητα του παιδιού και της οικογένειας και να αποτύχει στο να βελτιστοποιήσει την αυτοπεποίθηση και την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη ψυχικής υγείας.

Το 2003, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνέστησε ότι οι γιατροί θα έπρεπε να δουλεύουν μαζί με τα παιδιά και τις οικογένειές τους ώστε να παρακολουθούν την επιτυχία (ή αποτυχία) της θεραπείας, χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα κριτήρια για πρόσβαση σε συγκεκριμένες περιοχές δυσκολίας και ποιότητας ζωής στο σύνολό της. Έχει υπάρξει μια απροθυμία στο Ηνωμένο Βασίλειο, στο να θεραπευθεί η ΔΕΠΥ με φαρμακευτική αγωγή, η οποία τροφοδοτείται από ανησυχίες για πιθανή υπερβολική συνταγογράφηση στις ΗΠΑ. Επιπροσθέτως, η κάλυψη των εφημερίδων και την μέσων ενημέρωσης για την ΔΕΠΥ είναι συχνά αρνητική και στιγματίζει. Τα στοιχεία για τις δυνητικά σοβαρές δυσκολίες για το παιδί, την οικογένεια, και σε μερικές περιπτώσεις, για την κοινωνία στο σύνολό της, δείχνουν ότι η συντονισμένη προσπάθεια πολλαπλών οργανισμών για την υποστήριξη του παιδιού και της οικογένειας είναι ουσιώδης. Επιπλέον, οι επαγγελματίες υγείας έχουν έναν σημαντικό ρόλο στο να παρέχουν ισορροπημένες και υποστηρικτικές πληροφορίες για την ΔΕΠΥ και να ικανοποιούν τις ανάγκες των επηρεαζόμενων ατόμων και των οικογενειών τους.

 

Περιοδικό:

Arch Dis Child 2005;90(Suppl I):i2-i7. doi: 10.1136/adc.2004.059006

Downloaded from http://adc.bmj.com/ on February 16, 2015 – Published by group.bmj.com

www.archdischild.com

Μετάφραση: Ελένη – Μαρία Τσερέπα, φιλόλογος ειδικής αγωγής, 2ο ΚΕΣΥ Δ Αθήνας

 

Τι είναι ΔΕΠ-Υ;

Τι είναι ΔΕΠ-Υ;

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής- Υπερκινητικότητας (ΔΕΠ-Υ) είναι μία από τις πιο κοινές νευρο-συμπεριφορικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας. Κάποιες φορές ονομάζεται και Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής. Συνήθως η πρώτη διάγνωση γίνεται στην παιδική ηλικία και συχνά συνεχίζεται στην ενήλικη ζωή. Παιδιά με ΔΕΠ-Υ δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν, να ελέγξουν παρορμητικές συμπεριφορές (το παιδί πράττει χωρίς να σκέφτεται το αποτέλεσμα), και, σε μερικές περιπτώσεις, είναι υπερβολικά ενεργητικά.

Ποια είναι κάποια από τα σημάδια της ΔΕΠ-Υ;

Είναι φυσιολογικό, κάποια στιγμή τα παιδιά να δυσκολεύονται να συγκεντρωθούν και να συμπεριφερθούν σωστά. Παρ’ όλ’ αυτά, στα παιδιά με ΔΕΠ-Υ, τα συμπτώματα συνεχίζουν να υπάρχουν αντί να βελτιώνονται, και μπορεί να καταστήσουν τη μάθηση πολύ δύσκολη.

Ένα παιδί με ΔΕΠ-Υ είναι πιθανό να:

  • δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί
  • μη φαίνεται ότι ακούει και να ονειροπολεί
  • διασπάται εύκολα από τη σχολική εργασία και το παιχνίδι
  • ξεχνά πράγματα
  • είναι σε συνεχή κίνηση και να μην μπορεί να παραμείνει καθισμένο
  • στριφογυρίζει και να κινείται συνεχώς νευρικά
  • μιλάει πάρα πολύ
  • μην μπορεί να παίξει ήσυχα
  • λειτουργεί και να μιλάει χωρίς να σκέφτεται
  • δυσκολεύεται να εναλλάσσει τη σειρά του με τους άλλους
  • διακόπτει τους άλλους

Η απόφαση για το εάν ένα παιδί έχει ΔΕΠ-Υ είναι μια διαδικασία πολλών βημάτων. Δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο τεστ για τη διάγνωση της ΔΕΠ-Υ, όπως και πολλών άλλων προβλημάτων όπως το άγχος, η κατάθλιψη, και ορισμένα είδη μαθησιακών δυσκολιών, που μπορεί να έχουν παρόμοια συμπτώματα. Ένα βήμα αυτής της διαδικασίας αποτελεί η ιατρική εξέταση, περιλαμβανομένου της εξέτασης της ακοής και της όρασης, για να αποκλεισθούν άλλα προβλήματα με συμπτώματα όπως της ΔΕΠ-Υ. Ένα άλλο μέρος αυτής της διαδικασίας μπορεί να περιλαμβάνει ένα ερωτηματολόγιο για την αξιολόγηση των συμπτωμάτων της ΔΕΠ-Υ, και τη λήψη του ιστορικού του παιδιού από τους γονείς, τους δασκάλους, και μερικές φορές από το παιδί.

Τι μπορώ να κάνω εάν πιστεύω ότι το παιδί μου πιθανό να έχει ΔΕΠ-Υ;

Μιλήστε στο γιατρό του παιδιού σας. Εάν εσείς ή ο γιατρός σας ανησυχείτε σχετικά με τη ΔΕΠ-Υ, μπορείτε να επισκεφθείτε με το παιδί σας έναν ειδικό όπως έναν αναπτυξιακό παιδίατρο, ένα παιδοψυχίατρο ή ένα παιδοψυχολόγο.

Στρατηγικές παρέμβασης:

Ο πρωταρχικός στόχος είναι η δημιουργία μιας καλής σχέσης με τον συγκεκριμένο μαθητή έτσι ώστε να βελτιώσει την εικόνα που έχει για τον εαυτό του , να αποκτήσει εμπιστοσύνη τις ικανότητες του και να αυξηθεί το κίνητρο του για μάθηση. Επομένως κάποιες βασικές στρατηγικές αντιμετώπισης που προτείνονται είναι οι εξής:

  • Καταγραφή δυσκολιών συμπεριφοράς και σχολικής επίδοσης του μαθητή
  • Σταδιακή διαμόρφωση υψηλής αυτοεκτίμησης με την κατάρτιση ενός προγράμματος τροποποίησης της συμπεριφοράς
  • Παροχή αμοιβών για την επίτευξη των στόχων που του έχουν τεθεί
  • Αντικατάσταση παλιών στόχων (αφού επιτευχθούν ) με καινούριους με μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας και πολυπλοκότητας
  • Παροχή λεκτικών επιβραβεύσεων
  • Συνεργασία με γονείς και παρακίνηση τους για επιβράβευση προσδωκόμςνης συμπεριφοράς παιδιού
  • Τήρηση εκάστοτε προγράμματος με συνέπεια έτσι ώστε να μην μειωθεί το ενδιαφέρον του παιδιού

Πηγές: Μονάδα Αναπτυξιακής & Συμπεριφορικής Παιδιατρικής, Α΄ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών Νοσοκ. Παίδων «Η Αγία Σοφία», Χωρέμειο Ερευνητικό Εργαστήριο.

 

 

Οδηγός Εκπαιδευτικών για ΔΕΠ-Υ

Οδηγός Εκπαιδευτικών για ΔΕΠ-Υ

Τα χαρακτηριστικά του αυτισμού

Χαρακτηριστικά αυτισμού

Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές

Γίνεται σήμερα αποδεκτό ότι οι διαταραχές που περιλαμβάνονται στο φάσμα του Αυτισμού (“Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές”) στα διεθνή τρέχοντα συστήματα ταξινόμησης είναι νευροψυχιατρικές καταστάσεις που εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία έκφρασης και που προκύπτουν από πολυπαραγοντικές αναπτυξιακές δυσλειτουργίας του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Οι διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές είναι συχνότερες στον παιδικό πληθυσμό από ορισμένες ευρύτερα γνωστές διαταραχές όπως ο διαβήτης ή το σύνδρομο Down. Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν ότι η επίπτωση κυμαίνεται μεταξύ 2 έως 6 στα 1.000 παιδιά . Mπορούν να διαγνωστούν από την ηλικία των 3 ετών, και σε μερικές περιπτώσεις ακόμα και από την ηλικία των 18 μηνών. Η εμφάνιση οποιουδήποτε συμπτώματος των αναπτυξιακών διαταραχών αποτελεί λόγο αξιολόγησης του παιδιού από ειδικευμένο επαγγελματία στις αναπτυξιακές διαταραχές. Οι Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές χαρακτηρίζονται από σοβαρά και εκτεταμένα αναπτυξιακά προβλήματα, που αφορούν διάφορους τομείς της ανάπτυξης. Έτσι, το άτομο με κάποια από αυτές τις διαταραχές μπορεί να παρουσιάζει έντονα μειωμένη ικανότητα για κοινωνική αλληλεπίδραση, για συναισθηματική αμοιβαιότητα ή για επικοινωνία, να εμφανίζει στερεότυπη συμπεριφορά και στερεότυπα ενδιαφέροντα.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, το παιδί φαίνεται ‘διαφορετικό’ από τη στιγμή της γέννησής του, δεν ανταποκρίνεται στους ανθρώπους ή εστιάζει την προσοχή του σε ένα αντικείμενο για πολύ ώρα, και στις περισσότερες περιπτώσεις η ανάπτυξη δεν είναι φυσιολογική. Όταν ένα βρέφος ξαφνικά γίνεται σιωπηλό, αποσύρεται, αυτό-τραυματίζεται ή είναι αδιάφορο απέναντι στους άλλους, όλα αυτά σηματοδοτούν κάποιο πρόβλημα. Έρευνες έχουν δείξει ότι οι γονείς είναι συνήθως σωστοί όταν παρατηρούν αναπτυξιακά προβλήματα, αν και μπορεί να μην συνειδητοποιούν την ακριβή φύση ή το βαθμό του προβλήματος.

Αυτισμός

Ο αυτισμός αποτελεί μία σοβαρή νεύρο-ψυχιατρική διαταραχή, που διαρκεί μία ολόκληρη ζωή και είναι συνήθως παρούσα από τη γέννηση του παιδιού. Στο πλαίσιο αυτής της διαταραχής εμποδίζεται ή δυσκολεύεται η ανάπτυξη ορισμένων ψυχολογικών δεξιοτήτων, που είναι ζωτικές για την ψυχο-κοινωνική λειτουργία και επάρκεια του ανθρώπου. Οι δεξιότητες αυτές σχετίζονται με την κοινωνική συναλλαγή και αμοιβαιότητα, την επικοινωνία και την οργάνωση πρόσφορης και σκόπιμης δραστηριότητας. Στις περιοχές αυτές, τα αυτιστικά άτομα εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες και χαρακτηριστικές αποκλίσεις.

Στο πλαίσιο της διαταραχής, υπάρχει ποικιλία ως προς τη μορφή των συμπτωμάτων, το συνδυασμό δυσκολιών και το βαθμό βαρύτητας. Επομένως τα αυτιστικά άτομα, από τη μια διαφέρουν σημαντικά από το φυσιολογικό ενώ από την άλλη, διαφέρουν και μεταξύ τους.

Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, υπάρχει και κάποιος βαθμός νοητικής καθυστέρησης. Σε ένα μικρό σχετικά ποσοστό – περίπου στο 20% – η νοημοσύνη διατηρείται στο φυσιολογικό ή κοντά στο φυσιολογικό. Αυτισμός και νοητική καθυστέρηση συνυπάρχουν συχνά, αλλά οι δύο καταστάσεις δεν είναι ταυτόσημες. Εξάλλου, τα αυτιστικά άτομα που διατηρούν αντιληπτικές και νοητικές ικανότητες, πάλι παρουσιάζουν τις χαρακτηριστικές γνωσιακές, ψυχολογικές και συμπεριφοριστικές αποκλίσεις.

Πόσο συχνός είναι ο Αυτισμός;

Πρέπει να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει αρκετά τα επιδημιολογικά δεδομένα του αυτισμού και των συναφών του καταστάσεων. Με την αναγνώριση μιας ποικιλίας μορφών, αρκετές περιπτώσεις εντάσσονται τώρα στις διαταραχές «αυτιστικού φάσματος». Εμφανίζεται πολύ πιο συχνά στα αγόρια, σε μια αναλογία 3-4 αγόρια προς 1 κορίτσι. Δεν κάνει διάκριση από πλευράς φυλής, κουλτούρας ή κοινωνικής τάξης. Από τα 4-5 στα 10.000 παιδιά που έδιναν οι παλαιότερες μελέτες, η συχνότητα τώρα από ορισμένους ερευνητές υπολογίζεται σε 16,8/10.000, ενώ το ποσοστό των υπόλοιπων διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών αντιστοιχεί σε 45,8/10.000. Μολονότι η συχνότητα αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί οριστική, γιατί υπάρχουν διαφορετικές μεθοδολογίες στις διάφορες μελέτες, δείχνει όμως ότι οι καταστάσεις αυτές δεν είναι τόσο σπάνιες. Με βάση αυτά τα δεδομένα, υπολογίζεται πως στην Ελλάδα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον 4.000 έως 5.000 παιδιά και ενήλικα άτομα με κλασικό Αυτισμό και 20.000 έως 30.000 με αυτιστικού τύπου διαταραχές ανάπτυξης. Στο Παγκόσμιο Συνέδριο της World Autism Organization το 2002, στην Μελβούρνη της Αυστραλίας η σχετική ανακοίνωση ανέφερε αναλογία 1:500.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του αυτισμού;Σοβαρή επιβράδυνση στην γλωσσική ανάπτυξη και στην επικοινωνία:

Η γλώσσα εξελίσσεται πολύ αργά και κάποιες φορές δεν αναπτύσσεται καθόλου. Εάν τελικά αναπτυχθεί, η γλωσσική έκφραση παίρνει συνήθως παράδοξες μορφές ή γίνεται ασυνήθιστη χρήση λέξεων χωρίς καμία σύνδεση με την κανονική τους σημασία. Ακόμα και αυτοί που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη γλώσσα για να επικοινωνήσουν, μπορεί να χρησιμοποιούν ασυνήθιστες παρομοιώσεις ή να μιλούν με μία τυπική και μονότονη φωνή

  • Σοβαρή επιβράδυνση στην κατανόηση των κοινωνικών σχέσεων:

Το αυτιστικό παιδί συχνά αποφεύγει να κοιτάξει τον άλλο στα μάτια, δεν θέλει να το παίρνουν αγκαλιά και φαίνεται να αποκόβεται από τον κόσμο γύρω του. Δεν φαίνεται να θέλει ή να ξέρει πως να παίζει με τα άλλα παιδιά. Η ικανότητά του να κάνει φιλίες είναι προβληματική και είναι ανίκανο να κατανοήσει τα συναισθήματα και τις απόψεις των άλλων ατόμων.

  • Ανακόλουθες μορφές αισθητηριακών αντιδράσεων:

Το αυτιστικό παιδί μπορεί κατά περιστάσεις να δώσει την εντύπωση πως είναι κωφό και πως δεν μπορεί να αντιδράσει σε λέξεις και άλλους ήχους. Άλλες στιγμές πάλι, το ίδιο παιδί μπορεί να ενοχληθεί υπερβολικά από έναν καθημερινό θόρυβο, όπως ο θόρυβος μιας ηλεκτρικής σκούπας, το γαύγισμα ενός σκύλου ή το κλάμα ενός μωρού. Το παιδί μπορεί να παρουσιάζει μια αναισθησία στον πόνο και μια έλλειψη ανταπόκρισης στο κρύο ή στη ζέστη ή μια υπερβολική αντίδραση σε άλλα αισθητηριακά ερεθίσματα.

  • Ανομοιογενείς μορφές διανοητικών λειτουργιών:

Το αυτιστικό άτομο μπορεί να έχει ιδιαίτερες ικανότητες σε κάποιους συγκεκριμένους τομείς. Μπορεί να διαθέτει μέγιστη ικανότητα σε μερικές συγκεκριμένες λειτουργίες, σε σχέση με το γενικό επίπεδο λειτουργίας του (π.χ. ζωγραφική, μουσική, μαθηματικοί υπολογισμοί, απομνημόνευση γεγονότων). Περίπου 20%-30% των αυτιστικών ατόμων έχουν νοημοσύνη στον μέσο ή και πάνω από το μέσο όρο. Από την άλλη μεριά, η πλειοψηφία των παιδιών (70%-80%) παρουσιάζουν διάφορους βαθμούς νοητικής καθυστέρησης. Αυτός ο συνδυασμός διανοητικών μειονεξιών και δυνατοτήτων κάνει τον Αυτισμό ιδιαίτερα πολύπλοκο.

  • Έκδηλοι περιορισμοί δραστηριοτήτων και ενδιαφερόντων:

Ένα άτομο που υποφέρει από Αυτισμό μπορεί να παρουσιάζει επαναλαμβανόμενες σωματικές κινήσεις, όπως χειροκρότημα, περιστροφές ή κούνημα κορμού. Μερικά άτομα με Αυτισμό μπορεί να μιλούν επίμονα ξανά και ξανά για το ίδιο θέμα. Το άτομο είναι, επίσης, πιθανό να έχει την ανάγκη να ακολουθεί την ίδια ρουτίνα ή το ίδιο πρόγραμμα κάθε μέρα κατά τις διάφορες δραστηριότητές του. Αν γίνουν αλλαγές στις συνήθειες, το παιδί ή ο ενήλικας αναστατώνεται πολύ και η αναστάτωση πολλές φορές προκαλεί έντονα διαταρακτικές συμπεριφορές όπως ξεσπάσματα οργής. Στις πιο σοβαρές περιπτώσεις, ένα άτομο με Αυτισμό μπορεί να παρουσιάσει αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Αυτό οφείλεται σε μιας ανικανότητα να κατανοήσει και να επικοινωνήσει.

Ποιο είναι το πιο κοινό πρόβλημα στον Αυτισμό;

Τα άτομα που πάσχουν από Αυτισμό έχουν εξαιρετική δυσκολία στην εκμάθηση γλώσσας και κοινωνικών δεξιοτήτων και στο να σχετίζονται με άλλους ανθρώπους.

Πώς επηρεάζει ο Αυτισμός την συμπεριφορά;

Εκτός από τα σοβαρά προβλήματα στη γλώσσα και τις κοινωνικές σχέσεις, τα άτομα με Αυτισμό βιώνουν συχνά μια τρομερή υπερκινητικότητα ή ασυνήθιστη παθητικότητα στις καθημερινές τους δραστηριότητες, καθώς επίσης και στις σχέσεις τους με τους γονείς τους, τα μέλη της οικογένειας και τα άλλα άτομα.

Τα προβλήματα συμπεριφοράς διακυμαίνονται από πολύ σοβαρής έως και πολύ ελαφριάς μορφής. Τα σοβαρά προβλήματα συμπεριφοράς εκδηλώνονται με τη μορφή πολύ ασυνήθιστης, επιθετικής και, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς. Αυτοί οι τρόποι συμπεριφοράς μπορεί να είναι επίμονοι και πολύ δύσκολο να αλλάξουν.

Στην πιο ελαφριά του μορφή, ο Αυτισμός μοιάζει με μαθησιακή δυσκολία. Συχνά, όμως, ακόμα και άτομα που πάσχουν από ελαφριά μορφή αυτισμού έχουν σημαντικές αναπηρίες στην καθημερινή τους ζωή, λόγω των ελλείψεων τους στους τομείς της επικοινωνίας και των κοινωνικών σχέσεων.

Παρουσιάζεται ο Αυτισμός σε συνδυασμό με άλλες αναπηρίες;

Ο Αυτισμός μπορεί να υπάρχει μόνος του ή σε συνδυασμό με άλλες αναπτυξιακές διαταραχές, όπως νοητική καθυστέρηση, ανικανότητες στην μάθηση, επιληψία, κώφωση, τύφλωση, κλπ. Οι περιπτώσεις Αυτισμού παρουσιάζονται σε ένα συνεχές φάσμα από πιο ελαφριές έως και πολύ σοβαρές μορφές. Κάποια άτομα μπορεί να έχουν πολύ πιο βαριά αυτιστική συμπεριφορά, ενώ κάποια άλλα με Αυτισμό να έχουν πιο ελαφριές μορφές.

Ποια είναι η διαφορά του Αυτισμού από την Νοητική Καθυστέρηση;

Τα περισσότερα παιδιά με Νοητική Καθυστέρηση αναπτύσσουν ικανότητες με έναν ομοιογενή ρυθμό μάθησης, παρόλο που είναι πιο αργός από εκείνον των παιδιών της ίδιας ηλικίας. Τα άτομα με Αυτισμό παρουσιάζουν αποκλειστικά ανομοιογενή εξέλιξη ικανοτήτων. Τείνουν να έχουν ελλείψεις σε συγκεκριμένους τομείς, με πιο κοινή την ικανότητα τους να επικοινωνήσουν και να συνδεθούν με τους άλλους, ενώ συχνά αναπτύσσουν πολύ μεγαλύτερες ικανότητες σε κάποιους άλλους τομείς. Είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε τον Αυτισμό από την Νοητική Καθυστέρηση ή από άλλες διαταραχές. Η λανθασμένη διάγνωση θα οδηγήσει σε λανθασμένη θεραπεία και εκπαίδευση.

Μπορούν να βοηθηθούν τα άτομα με Αυτισμό;

Ναι, ο Αυτισμός μπορεί να αντιμετωπιστεί. Μελέτες δείχνουν πως όλα τα άτομα με Αυτισμό μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά με την κατάλληλη θεραπευτική-εκπαιδευτική αντιμετώπιση. Πολλά άτομα με Αυτισμό δείχνουν τελικά μεγαλύτερη ανταπόκριση στους άλλους καθώς μαθαίνουν να κατανοούν τον κόσμο γύρω τους.

Πώς μπορούν να μάθουν καλύτερα τα άτομα με Αυτισμό;

Μέσω ειδικά εκπαιδευμένων δασκάλων, σε προγράμματα αυστηρά δομημένης διάρθρωσης που δίνουν έμφαση στην ατομική καθοδήγηση. Τα άτομα με Αυτισμό μπορούν να μάθουν να λειτουργούν στο σπίτι και στην κοινότητα. Κάποια μπορούν να μάθουν να ζουν μια σχεδόν φυσιολογική ζωή.

Τι είδη επαγγελμάτων μπορούν να κάνουν τα άτομα με Αυτισμό;

Γενικά, τα άτομα με Αυτισμό αποδίδουν καλύτερα σε επαγγέλματα αυστηρά δομημένα που συμπεριλαμβάνουν ένα βαθμό επανάληψης. Συνήθως, αποδίδουν καλύτερα στις μοναχικές δουλειές παρά στις δουλειές που απαιτούν μεγάλη συνεργασία με άλλα άτομα.

Κάποια άτομα με Αυτισμό εργάζονται ως καλλιτέχνες, κουρδιστές πιάνων, ζωγράφοι, αγρότες, υπάλληλοι γραφείων, χειριστές ηλεκτρονικών υπολογιστών, λαντζιέρηδες, εργάτες σε κουζίνες εστιατορίων, εργάτες συναρμολόγησης σε εργοστάσιο, βοηθοί βιβλιοθήκης, εργάτες σε εγκαταστάσεις ανακύκλωσης ή ως ικανοί εργαζόμενοι σε προστατευμένα εργαστήρια ή σε άλλα ειδικά επαγγελματικά προγράμματα.

Τι άλλες δραστηριότητες ευχαριστούν τα άτομα με Αυτισμό;

Τα άτομα με Αυτισμό απολαμβάνουν συχνά τις ίδιες ψυχαγωγικές δραστηριότητες με τα άτομα που δεν πάσχουν από κάποια αναπηρία. Συχνά, τους αρέσει η μουσική, το κολύμπι, η πεζοπορία, το τραγούδι, η ιππασία και άλλες δραστηριότητες.

Συχνά τα άτομα με Αυτισμό μπορεί να έχουν ένα συγκεκριμένο ενδιαφέρον σε κάποια δραστηριότητα στην οποία να έχουν γίνει «ειδικοί», θέματα για συγκεκριμένα ενδιαφέροντα μπορεί να είναι το δελτίο καιρού, οι διαδρομές λεωφορείων, η γεωγραφία, οι μάρκες αυτοκίνητων, οι αθλητικές ειδήσεις, κ.λπ. Για άλλα άτομα, τα συγκεκριμένα ενδιαφέροντα μπορεί να είναι πράγματα που ερεθίζουν τις αισθήσεις τους, όπως το να βλέπουν το νερό να τρέχει και να χάνεται στην αποχέτευση, να ξεφυλλίζουν τις σελίδες ενός βιβλίου, να κουνούν ένα κομμάτι σύρμα, να τρίβουν τα χέρια τους σε συγκεκριμένα υφάσματα, κ.λ.π.

Μπορούν να εργαστούν τα άτομα με Αυτισμό;

Ναι. Σε κοινότητες που παρέχουν εκπαίδευση κατά τη διάρκεια των σχολικών χρόνων και στη συνέχεια με ειδικά εκπαιδευμένους «επαγγελματικούς καθοδηγητές», τα άτομα με Αυτισμό αποκτούν δεξιότητες που τους δίνουν τη δυνατότητα να εργάζονται με επιτυχία. Κάποιοι μπορούν να εργάζονται σε τυπικές θέσεις στην κοινότητα, ενώ κάποιοι άλλοι μπορεί να είναι επιτυχημένοι σε ειδικά προστατευμένα επαγγελματικά προγράμματα για άτομα με αναπηρίες.

Παρ’ όλ’ αυτά, σε κοινωνίες που δεν παρέχουν ειδική εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση για τα αυτιστικά άτομα, τα περισσότερα άτομα με Αυτισμό δεν θα μπορέσουν να εργαστούν ως ενήλικες.

Σύνδρομο Asperger

Σύνδρομο Asperger είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για τη περιγραφή της πιο ήπιας και λειτουργικότερης μορφής του λεγόμενου φάσματος των διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών, ή αλλιώς του αυτιστικού φάσματος. Όπως και όλες οι καταστάσεις που περιλαμβάνονται στο αυτιστικό φάσμα, το σύνδρομο Asperger αντιπροσωπεύει μία νευρολογική διαταραχή της ανάπτυξης, άγνωστης αιτιολογίας, στην οποία εκδηλώνονται αποκλίσεις ή ανωμαλίες σε τρεις μεγάλους τομείς της ανάπτυξης: την κοινωνική αλληλεπίδραση και τις κοινωνικές δεξιότητες, τη χρήση της γλώσσας για επικοινωνιακούς σκοπούς και ορισμένα συμπεριφοριστικά χαρακτηριστικά που περιλαμβάνουν επαναλαμβανόμενες εκδηλώσεις και ένα περιορισμένο άλλα έντονο εύρος ενδιαφερόντων (Bauer, 1996).

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΥΤΙΣΤΙΚΩΝ ΑΤΟΜΩΝ,https://www.autismgreece.gr/ti-einai-o-aftismos/xaraktiristika-aftismoy.html

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση