Το σύνδρομο του Πήτερ Παν

Στεφανία Καρκαμάνη / Ψυχολόγος – Συγγραφέας

Το 1983, ο ψυχολόγος Dan Kiley, εκδίδει το πλέον πολυσυζητημένο βιβλίο «Το σύνδρομο του Πήτερ Παν», το οποίο έμελλε να γίνει γρήγορα best-seller και να προκαλέσει ένα παροξυσμό αντιγραφών σε στυλ εκλαϊκευμένης ψυχολογίας. Το σύνδρομο αυτό, δεν αναγνωρίζεται επισήμως από την επιστήμη της ψυχολογίας ως ψυχική διαταραχή. Παρόλα αυτά, η αποδοχή του ήρθε μέσω μιας σιωπηλής παραδοχής, ακόμα και στους κύκλους των ειδικών.

«Όλα τα παιδιά μεγαλώνουν. Εκτός από ένα». Με αυτή τη φράση ξεκινά το κλασσικό παραμύθι του James M. Barrie. Τι κρύβεται, λοιπόν, πίσω από την ασυνήθιστη ιστορία του Πήτερ Παν; Ποιο είναι αυτό το ιπτάμενο αγοράκι, που έρχεται απρόσκλητο στην κρεβατοκάμαρα των παιδιών, για να τα πάρει από τους γονείς τους και να τα οδηγήσει σε μια μαγική χώρα; Ας ρίξουμε μια πιο κοντινή ματιά…

Ο Πήτερ Παν, το αγόρι που αποφάσισε να μη μεγαλώσει ποτέ, να ζήσει χωρίς ευθύνες, μακριά από τον κόσμο των ενηλίκων, σε μια ατελείωτη περιπέτεια με πειρατές, ινδιάνους και γοργόνες. Που νόμιζε πως θα έβρισκε πάντοτε ανοιχτό το παράθυρο της μητέρας για την επιστροφή του, αλλά μια μέρα το βρήκε κλειστό, με ένα άλλο μωρό να κοιμάται στην κούνια του και από τότε αρνήθηκε το θεσμό της οικογένειας, αρνήθηκε την αγάπη και το συναίσθημα. Εγωκεντρικός, αγενής και τρομερά αλαζόνας, δεν παραδέχεται τα λάθη του και ξεχνά πολύ εύκολα ό,τι δε σχετίζεται άμεσα με τον ίδιο. Ζει στο δικό του κόσμο, τη «χώρα του ποτέ». Σας θυμίζει κάτι αυτό το προφίλ;

Αυτός είναι, λοιπόν, ο άνδρας που πάσχει από το σύνδρομο του Πήτερ Παν. Ζει μια παρατεταμένη εφηβεία, έχει πολύ μικρή επαφή με τα συναισθήματά του και γι’ αυτό, στις σπάνιες στιγμές που τα εκφράζει, τα εκφράζει στην υπερβολή, ενώ αδιαφορεί για τα συναισθήματα των άλλων και κάνει τους ανθρώπους στη ζωή του να υποφέρουν. Αρνείται να αναλάβει ευθύνες κι αποφεύγει ακόμα και την ιδέα να κάνει οικογένεια. Το ερώτημα είναι, γιατί συμβαίνει αυτό; Ποιος ή τι, εμποδίζει μερικούς ανθρώπους να μεγαλώσουν;

Οι παράγοντες ποικίλλουν, αλλά ας ξεκινήσω μέσα από το ίδιο το παραμύθι, που εμμέσως πλην σαφώς, μας δίνει την απάντηση: γιατί όλες οι γυναίκες είναι ερωτευμένες με τον Πήτερ Παν! Η Γουέντι, το κορίτσι που είναι πολύ ώριμο για την ηλικία του, στέκεται στο πλάι του Πήτερ Παν σαν γυναίκα του, σε ένα παιχνίδι φαντασίας, τον προσέχει όμως καθημερινά, σαν μητέρα του. Ζητάει δέσμευση, αλλά εκείνος δεν είναι σε θέση να της τη δώσει. Κι έτσι, εκείνη, επιλέγει να μεγαλώσει, ενώ ο Πήτερ, επιστρέφει μια μέρα για να γοητεύσει την κόρη της.  Η Τίνκερμπελ, η νεράιδα, η παθιασμένη γυναίκα, που ζηλεύει τυφλά και αγαπάει ολοκληρωτικά, τόσο ώστε να πιει το δηλητήριο για χάρη του και να επιμένει να στέκεται κοντά του στην αιωνιότητα, όσες «Γουέντι» κι αν περνούν κατά καιρούς από τη ζωή του. Ακόμη και η κυρία Ντάρλινγκ, μητέρα της Γουέντυ, που είχε ένα φιλί κρυμμένο στην άκρη των χειλιών, που ποτέ δεν μπόρεσε να πάρει η Γουέντι, δίνει αυτό το πολύτιμο φιλί στον Πήτερ στο τέλος της ιστορίας, αντί να θυμώσει μαζί του που της πήρε τα τρία παιδιά της και νόμιζε πως δε θα τα ξαναδεί ποτέ!

Επιστρέφοντας στην πραγματικότητα, λοιπόν, μήπως τελικά επικροτείται αυτό το πρότυπο; Πολλές δασκάλες θα συμφωνούσαν μαζί μου, πως η υπερπροστατευτικότητα των σημερινών γονέων συμβάλλει κατά μεγάλο βαθμό στη διατήρηση του φαινομένου. Υπάρχει η τάση να απομακρύνουν το παιδί από δυσάρεστες καταστάσεις, να το απομακρύνουν από την πραγματικότητα την ίδια, ώστε να μην πληγωθεί.  Πώς, όμως, θα μάθει να αντιμετωπίζει τον κόσμο; Πώς θα βγει μια μέρα εκεί έξω και θα πατήσει στα πόδια του, θα τα βγάλει πέρα μέσα στις σκληρές συνθήκες της εποχής μας; Πώς θα αναλάβει την ευθύνη μιας στέρεης σχέσης με το άλλο φύλο; Πώς θα ζήσει συνηθισμένο στην άνευ όρων αποδοχή, με την πεποίθηση πως, ό,τι και να κάνει, το παράθυρο θα είναι για πάντα ανοιχτό;

Μήπως, τελικά, προφυλάσσοντας τα παιδιά από την πραγματικότητα, τους κάνουμε περισσότερο κακό παρά καλό; Το παιδί μαθαίνει από τη μαμά ότι αυτό που νιώθει για τους γονείς του λέγεται «αγάπη». Θα αναγκαστεί να μάθει, όμως, αργά ή γρήγορα, ότι υπάρχει και κάτι που λέγεται «θλίψη», «θυμός», «απογοήτευση» και «πόνος». Κάτι που λέγεται «πρόβλημα» και κάτι που λέγεται «ευθύνη». Οι γονείς προσπαθούνε να χαρίσουνε στα παιδιά τους μια παραμυθένια παιδική ηλικία. Δεν πρέπει, όμως, να ξεχνάμε πως ο κόσμος μας δε μοιάζει καθόλου με τα παραμύθια. Κι αν θέλουμε οι νέοι να ζήσουνε στην πραγματικότητα και όχι «στη χώρα του ποτέ», οφείλουμε να μην τους προστατεύσουμε από αυτή!

Οι άθρησκοι "φωταδιστές" και ο Μακρυγιάννης

“…Και είπαν οι άθρησκοι που εβάλαμεν εις τον σβέρκο μας να μη μανθάνουν τα παιδιά μας Χριστόν και Παναγίαν, διότι θα μας παρεξηγήσουν οι ισχυροί. Και βγήκαν ακόμη να’ ποτάξουν την Εκκλησίαν, διότι έχει πολλήν δύναμη και την φοβούνται.


Και είπαν λόγια άπρεπα δια τους παπάδες. Εμείς, με σκιάν μας τον Τίμιον Σταυρόν, επολεμήσαμεν ολούθε, σε κάστρα, σε ντερβένια, σε μπογάζια και σε ταμπούργια. Και αυτός ο Σταυρός μας έσωσε. Μας έδωσε την νίκη και έχασε (οδήγησε σε ήττα) τον άπιστον Τούρκον. Τόση μικρότητα στον Σταυρό, τον σωτήρα μας!


Και βρίζουν οι πουλημένοι εις τους ξένους και τους παπάδες μας, τους ζυγίζουν άναντρους και απόλεμους. Εμείς τους παπάδες τους είχαμε μαζί εις κάθε μετερίζι, εις κάθε πόνον και δυστυχίαν. Όχι μόνον δια να βλογάνε τα όπλα τα ιερά, αλλά και αυτοί με ντουφέκι και γιαταγάνι, πολεμώντας σαν λεοντάρια. Ντροπή Έλληνες!… “

ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2012/07/blog-post_771.html#ixzz1zYfCjkD7