ΜΑΡΤΙΟΣ

Ο Μάρτης είναι ο τρίτος κατά σειρά μήνας του χρόνου του πολιτικού έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο και έχει 31 ημέρες. Πήρε το όνομά του από το Ρωμαίο θεό του πολέμου Mars δηλ. τον Άρη. Όπως λέει η ρωμαϊκή ιστορία οι ιδρυτές της Ρώμης, Ρώμος και Ρωμύλος, ονόμασαν αυτόν τον πρώτο μήνα Μάρτιο, προς τιμή του πατέρα τους και γενάρχη των Ρωμαίων του θεού Άρη. Για τούτο και κατά τον Πλούταρχο
(Βίος Νουμά, 19) αναφέρεται πως ο Μάρτιος απεικονίζεται ως άνδρας ενδεδυμένος με δέρμα λύκαινας. Επίσης τον πρώτο μήνα της άνοιξης οι Ρωμαίοι άρχιζαν τις πολεμικές επιχειρήσεις.
Κατά τους χρόνους όμως της «ελεύθερης ρωμαϊκής πολιτείας» ο μήνας αυτός ήταν αφιερωμένος στον θεό Ερμή. Κατά την υπό του Νουμά όμως διαρρύθμιση μετακινήθηκε σαν τρίτος μήνας και πρώτος ο προς τιμή του ειρηνικού θεού Ιανού. Για άλλους η μετατόπιση αυτή έγινε μετά το 153 π.Χ. από τους υπάτους εξακολουθώντας να παραμένει ο Μάρτιος πρώτος μήνας του θρησκευτικού έτους.
Αττικός μήνας: ΕΛΑΦΗΒΟΛΙΩΝ 21 Μαρτίου-19 Απριλίου
Στην αρχαιότητα τα ιερά Ελαφηβόλια τα γιόρταζαν προς τιμήν της Αρτέμιδος.
Η αντιστοιχία του Μαρτίου με το αρχαίο αττικό ημερολόγιο είναι κατά το πρώτο 15νθήμερο με τον 8ο μήνα τον Αθεστηριώνα, κατά δε το 2ο 15νθήμερο με τον 9ο
τον Ελαφηβολιώνα.
Ετυμολογία: Μήνας των ελαφοκυνηγών (ως Ελαφηβολιών).

Ελληνικές Λαϊκές ονομασίες του μήνα Μάρτη

Ο Μάρτης λέγεται Βλάσταρος και Ανοιξιάτης, γιατί είναι ο μήνας που φέρνει την άνοιξη. Στις 21 Μαρτίου έχουμε την εαρινή ισημερία, δηλαδή ίση διάρκεια της ημέρας και της νύχτας.
Ο άστατος καιρός είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Μάρτη, του Γδάρτη και Παλουκοκαύτη, όπως έλεγαν το Μάρτιο τα παλιά χρόνια , που τα σπίτια ζεσταίνονταν με τζάκια και ξυλόσομπες.
Τον λέγανε και Δίγαμο: «Ο Μάρτης έχει δύο γυναίκες, τη μία πολύ όμορφη και φτωχή, την άλλη πολύ άσχημη και πολύ πλούσια. Ο Μάρτης κοιμάται στη μέση. Όταν γυρίζει από την άσχημη, κατσουφιάζει, μαυρίζει και σκοτιδιάζει όλος ο κόσμος, γι’ αυτό παλουκοκαύτης. Όταν γυρίζει από την όμορφη, γελάει, χαίρεται και λάμπει όλος ο κόσμος».
Άλλοι υποστηρίζουν πως ο Μάρτης τη γυναίκα που παντρεύτηκε, από μπροστά ήταν πολύ άσχημη, ενώ από πίσω ήταν πολύ όμορφη! Όταν ο Μάρτης τη βλέπει κατά πρόσωπο κλαίει και ο καιρός χαλάει. Όταν την κοιτάζει από τις πλάτες ευχαριστιέται και ο καιρός καλοσυνεύει. Γι αυτό και η παροιμία λέει: «Ο Μάρτης πότε κλαίει και πότε γελάει». Επειδή είναι άστατος λέγεται πεντάγνωμος «Ο Μάρτης ώρα βρέχει και χιονίζει κι ώρα μαρτολουλουδίζε».
Με όλα αυτά ο Μάρτης είναι περισσότερο ανοιξιάτικος παρά χειμωνιάτικος μήνας για αυτό λέγεται και ανοιξιάτης. Ζευγαρωμένος με τον διάδοχο του, τον Απρίλη, ως Μαρτάπριλο ή Απριλομάρτη, μας φέρνουν τα λουλούδια και τα στάχυα
«Ο Μάρτης με τα λούλουδα και ο Απρίλης με τα στάχυα».
Τότε βγαίνουν τα μαρτολούλουδα ή μαρτιλάκια, μαρτοπούλια ή μαρτακούδια.
Ο Μάρτης έχει τα πρωτεία της άνοιξης αφού από τις εννέα του Μαρτίου τα φίδια ξεναρκώνονται για να χαρούν τη φύση.
Στον Πόντο τον θεωρούσαν σαν μην κακότροπο με τις κάθε τόσες κακοκαιρίες του, όπως λέει το παρακάτω γνωμικό:
«Ο Μάρτης φερ τα χελιδόνια
κελαηδούν και λυν΄ τα χόνε»
ή
«Ο Μάρτης όταν μαρτεύκεται, καλοκαιρίαν μυρίζει
κι΄ όταν παραχολάσχεται
τον Κούντουρου δαβαίνει».
Εκτός από τους παραπάνω στίχους, υπήρχε και η έκφραση: «Εγέλασεν και ο Μάρτης» αφορά ανθρώπους δύσθυμους, που έχουν πάντα τα μπουρίνια τους και ευδοκούν καμία φορά να γελάσουν και να αστειευθούν. Τους τέτοιους συνήθως τους ονόμαζαν
«ο αγέλαστον ο Μάρτ΄ς».
Τον θεωρούσανε για μήνα που φέρνει διάφορες αρρώστιες και πολλούς θανάτους. Ιδιαίτερα ξεκαθάριζε τους φυματικούς:
«Ο Μάρτ΄ς χωρίζ΄ κ σετσεύ΄ τ΄ ανθρώπ΄ς
Ας πέραν αποπάν – ατ ο Μάρτ΄ς κ΄επεκεί ελέπομε».
Επίσης ονομάζεται Βαγγελιώτης λόγω της γιορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Η λαϊκή φαντασία του έδωσε ένα σωρό παρατσούκλια, όπως κλαψομάρτης, πενταγιόματος και άλλα δηλωτικά της φυσιογνωμίας του,
που έχουν σχέση με ιδιότητες ή πράξεις που του αποδίδονται.
Στην ορεινή Πελοπόννησο το Μάρτη τον λένε πεντεγιόματο.
Το παρωνύμιο γίνεται από το πέντε και «γιόμα» που σημαίνει γεύμα. Ίσως επειδή η ημέρα του Μάρτη μεγαλώνει πολύ και οι ξωμάχοι που παλιά δούλευαν από τα χαράματα μέχρι το σούρουπο, ήθελαν να τρώνε πέντε φορές την ημέρα.
Λέγεται άλλωστε στα χωριά της ορεινής Κορινθίας το ανέκδοτο ότι κάποιος χτίστης Βαρβαρίτης (από την Αγία Βαρβάρα Καλαβρύτων) στη συμφωνία που έκλεισε με κάποιο νοικοκύρη για να του χτίσει το σπίτι, έβαλε μέσα και τα πέντε «γιόματα».
Και για να μη βαρυφανεί του νοικοκύρη του τόφερνε πιο απαλά:
«θα μας ταΐζεις λίγο το πρωί, μετά λίγο κολατσιό, το μεσημέρι θα τρώμε καλά, το απόγεμα θα τσιμπάμε κάτι λίγο και μετά θα ματατρώμε το βράάάδι πάλι, με τις τριφτάδες μαζί μια κι όξω».
Εκτός από το «λίγο» μ’ εκείνο το μακρόσυρτο «βράάάδι» ήθελε να δείξει ότι του έκανε και χάρη που θα αργούσαν τόσο να ξαναφάνε.

Έθιμα παραμονής και δοξασίες του μήνα Μάρτη

Τα έθιμα της παραμονής του Μάρτη στην Ήπειρο έχουν θέμα την αποπομπή του Χειμώνα, αφού από Μάρτη, καλοκαίρι:
Τον Φεβρουάριο υποδύεται άνθρωπος χωλός καβάλα εις γάιδαρον.
Η πομπή των παιδιών που τον συνοδεύουν τραγουδεί:
Οξω, Κουτσοφλέβαρε
να ‘ρθη ο Μάρτης
με χαρά και με πολλά λουλούδια.
Οι νοικοκυρές αναφωνούν:
Βγαίνει ο κακόχρονος
μπαίνει ο καλόχρονος
μέσα Μάρτης και χαρά
και καλή νοικοκυρά
.

Την πρώτη μέρα του Μάρτη συνηθιζόταν από τα παλιά χρόνια νέοι και νέες να βγαίνουν στα χωράφια και με τη δρόσο των σπαρτών έπλεναν το πρόσωπό τους για να μη μαυρίσουν. Απέφευγαν τη δρόσο των σπαρτών κριθαριού, γιατί αυτή φέρει σπυριά (κριθαρκά) κάτω από τα βλέφαρα.
Άλλο έθιμο ήταν να δένουν γύρω από τον καρπό του δεξιού χεριού τους και γύρω
από το λαιμό τους κλωστή από χρωματιστά νήματα στριμμένα, κόκκινα, λευκά και χρυσά. Καμμιά φορά στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού για να μη σκοντάφτουν.
Η κλωστή λέγεται «Μάρτη» ή «Μαρτιά» ή «Μαρτίτση» και όποιος τη φοράει δεν μαυρίζει από τον ήλιο του Μάρτη και φοριέται μέχρι το Πάσχα.
Στο Λιδωρίκι την πρώτη του Μάρτη φορούσαν στο χέρι ή το δάχτυλο τον «μάρτη», μια κόκκινη και μια λευκη κλωστή για το καλό του μήνα, και το έβγαζαν στο τέλος του μήνα, αφήνοντάς το πάνω στα δέντρα για να το πάρουν τα χελιδόνια για τις φωλιές τους. Αλλού πάλι το δένουν στις λαμπάδες της Λαμπρής για να καούν μαζί.
Στα χωριά της Στυμφαλίας (Δροσοπηγή πρώην Μπάσι) εκτός από τους μάρτηδες που φοράνε, πρωί – πρωί την πρώτη του Μάρτη η νοικοκυρά αντί για άλλο πρωϊνό φτιάχνει χυλό με μπομπότα και πετιμέζι και τρώνε όλοι για να μην τους πιάσει ο Μάρτης.
Τα παιδιά για περισσότερη προστασία βάζουν και λίγο και στη μύτη τους.
Σε άλλα μέρη έδιναν στα παιδιά τους αγόρια και κορίτσια να φάνε ένα μήλο
για να μη τους κάψει ο Μάρτης και για να έχουν γερά δόντια όλο το χρόνο.
Επίσης, τα μονοετή βρέφη λέγονταν πρωτομαρτούδκια και τα περιτυλίγουν με εφτά μάρτιδες, για να μείνουν άσπρα στη μορφή. Λέγανε ότι το παιδί που γεννιέται το Μάρτη είναι ευτυχισμένο. Μαρτούδκια λεγόντουσαν και τα τριχωτά σκουλήκια που γεννιούνται τον Μάρτη πάνω στα πεύκα σε αράχνες φωλιές και επειδή είναι επικίνδυνα οι άνθρωποι απέφευγαν το Μάρτιο τα πεύκα.

Το βαγένι των δώδεκα μηνών

Στα πολύ παλιά χρόνια ο Μάρτης ήταν ο πρώτος μήνας του έτους.
Μια κατεργαριά όμως που έκαμε σε βάρος των αδερφών του, των άλλων μηνών, στάθηκε αιτία να του πάρει την πρωτοκαθεδρία ο Γενάρης.
Η σχετική παράδοση για το «βαγένι των δώδεκα μηνών» ή «το βουτσί» όπως λέγεται αλλού, έχει καταγραφεί από το Νικ. Πολίτη ως Κορινθιακή παράδοση και ο μύθος της έχει γίνει θέμα σατιρικής ποίησης. Μας λέει λοιπόν η παράδοση:
«Μια φορά κι έναν καιρό αποφασίσανε οι δώδεκα μήνες να βάν’ νε κρασί σ’ ένα βαγένι για να πίν’ νε όποτε των έκανε όρεξη. Έτσι λοιπόν είπεν ο Μάρτης.
– Εγώ θα ρίξω πρώτα στο βαγένι και ύστερα ρίχνετε και σεις.
– Καλά, συ ρίξε, είπαν οι άλλοι. Και έτσι έγινε. Έρριξεν εκείνος στο βαγένι μούστο πρώτα και ύστερα οι άλλοι. Όταν λοιπόν εψήθη το κρασί είπε πάλι ο Μάρτης.
– Εγώ έριξα πρώτα, πρώτα θ’ αρχίσω και να πίνω.
-Βέβαια, είπαν οι άλλοι. Έτσι λοιπόν ετρούπησε το βαγένι στο κάτου μέρος, και άρχισε και έπινε, ως που τόπιε ούλο και δεν άφηκε στάλα. Κατόπιν ήρθε η σειρά του Απρίλη να πάει στο βαγένι να πιάσει κρασί. Παγαίνει, το βρίσκει άδειο. Θυμώνει, το λέει στους άλλους. Τ’ ακούνε εκείνοι θυμώνουνε, σκέφτουνται τι να κάνουνε. Τέλος μένουνε σύμφωνοι μεταξύ τους να τον τιμωρήσει ο Γενάρης για την κατεργαριά που τους έκανε. Τον πιάνει λοιπόν ο Γενάρης και του τραβάει ένα ξύλο που είπε αμάν. Του παίρνει και το υπούργημα άρχιζε δηλαδή πρώτα το νέο έτος από το Μάρτη και τώρ’ αρχίζει από το Γενάρη. Αυτό είναι το υπούργημα που του πήρε. Όταν λοιπόν θυμάται το παιχνίδι που των έφτιαξε που ήπιε δηλαδή ούλο το κρασί, γελάει και ο καιρός ξαστερώνει. Όταν θυμάται πάλε το ξύλο πόφαγε κλαίει και βρέχει».
Η παράδοση, που με μικρές παραλλαγές τη συναντάμε και αλλού είναι αιτιολογική και σκοπεύει στην εξήγηση της ακασταστασίας του καιρού που συνήθως χαρακτηρίζει το Μάρτη.

7 Μαρτίου των «καλών ποιμένων»

Την 1η-7η Μαρτίου οι ποιμένες οδηγούσαν τα αιγοπρόβατα από τα χειμαδιά στα ορεινά μέρη λέγοντας: «Κούρευε, κουδούνωνε και στα όρη ανέβαινε».
9 Μαρτίου γιορτή Των Αγίων Σαράντα λέγανε «σαράντα πιοτά κερνούν και σαράντα ψέματα λεν». Στην Κομοτηνή κάνανε φαγητά από 40 είδη χόρτα και 40 σαλιγκάρια, καθώς και 40 λουκουμάδες.
Την ημέρα αυτή που οι τσοπάνηδες αποκόβουν τ’ αρνιά, οι γεωργοί φυτεύουν δέντρα και κλήματα και οι κοπέλλες φυτεύουν λουλούδια γιατί «πιάνουν και δε λαθεύουν».
Σε πολλούς τόπους οι νοικοκυρές φτιάχνουν σαραντόπιττες, πίττες με σαράντα φύλλα που τις κόβουν κομμάτια και τις μοιράζουν για τις ψυχές των ζωντανών ή μαγειρεύουν φαγητό με σαράντα ειδών.

Χελιδονίσματα το μήνα Μάρτιο

Την αρχαία εποχή, με την είσοδο της άνοιξης και με την εμφάνιση των πρώτων χελιδονιών τα παιδιά τραγουδούσανε ειδικό χελιδόνισμα, οι πρώτοι στίχοι του οποίου ήταν οι εξής
Αρχαίο χελιδόνισμα:
«Ηλθ’ ήλθε χελιδών
Καλάς ώρας άγουσα
Καλόυς ενιαυτούς
Επί γαστέρι λευκά
Απί νώτα μέλαινα».
Το χελιδόνισμα αυτό ήταν συνηθισμένο και κατά τους βυζαντινούς χρόνους.
Οι χελιδονιστές ήταν κυρίως παιδιά αλλά και ενήλικες και έφεραν μαζί τους ξύλινο ομοίωμα χελιδόνας την 1η Μαρτίου. Πολύ περισσότερο οι Βυζαντινοί που ο χρόνος τους άρχιζε την 1η Μαρτίου περιέρχοντας τα σπίτια τραγουδούσαν τα χελιδονίσματα.
Την Πρώτη Μαρτίου απευθύνονται χαιρετισμοί προς την άνοιξη «ανέτειλε το έαρ» και απαγγέλλονταν επωδοί για το φευγιό του χειμώνα ή του Φεβρουαρίου όπως:
«Φύγε, φύγε Φεβρουάρις
Ο Μάρτς σε διώκει
Εξω ο Φεβρουάριος
Εσω ο Μάρτ’ς
Και ίδε το έαρ το καλόν
Πάλι επανατέλλει
Φέρον υγείαν και χαράν
Και την ευημερίαν»
Ο πρώτος από την ομάδα των καλαντιστών κρατούσε συνήθως ένα σφαιρικό στεφάνι από λουλούδια, πάνω στο οποίο γύριζε ένα ομοίωμα χελιδονιού, για αυτό το τραγούδι που έλεγαν και είναι γνωστό ως τραγούδι της χελιδόνας, γιατί τον Μάρτιο πρωτοεμφανίζονται τα χελιδόνια.
Τα παιδιά γέμιζαν ένα καλάθι με φύλλα κισσού και το περνούσαν από ένα ραβδί. Στην άκρη του έβαζαν την ξύλινη χελιδόνα. Γύρω στο λαιμό τους έβαζαν κουδουνάκια που σήμαιναν χαρμόσυνα όσο προχωρούσαν. Αφού τραγουδούσαν τα κάλαντα σε κάθε νοικοκυρά, εκείνη έπαιρνε λίγα φύλλα κισσού από το καλάθι και τα τοποθετούσε στο κοτέτσι, για να γεννούν πολλά αυγά οι κότες της. είναι γενικότερα γνωστό πώς ο σκουροπράσινος κισσός είναι σύμβολο της αμάραντης βλάστησης και το θεωρούν ως μέσο ικανό να μεταδώσει τη θαλερότητα και τη γονιμότητα στις κότες.
Οι αρχαίοι χελιδονιστές, όπως και οι νεότεροι, απαιτούσαν πλούσια την αμοιβή τους για τον κόπο τους. Απειλούσαν πως αν δεν αμείβονταν ανάλογα, θα ξήλωναν τα πορτοπαράθυρα του σπιτιού και θα έκλεβαν τη νοικοκυρά. Το έθιμο ζωντανεύει τα αρχαία «χελιδονίσματα ή χελιδονισμούς» που αναφέρουν αρχαίοι συγγραφείς και μάλιστα ο Αθηναίος, που μας παραδίνει και σχετικό τραγούδι παλιότερο του 200π.χ.
Νέο χελιδόνισμα:
«Μέσα Μάρτης, έξω ψύλοι, εξ’ οχτροί, σας τρων’ οι σκύλοι»
Άλλα χελιδονίσματα που λεγόταν στις Σαράντα Εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης
την 1η Μαρτίου
«Φήκα σύκο και σταπίδι
Και σταυρό και λιγμητήρι…»
Στη Θράκη λέγονταν
«Ηρθε, ήρθε χελιδόνα
ήρθε κι άλλη μελιδόνα
κάθισε και λάλησε
και γλυκά κελάηδησε
Μάρτη, Μάρτη μου καλέ
Και Φλεβάρη φοβερέ
Κι αν χιονίσεις κι αν κακίσης
Πάλιν άνοιξιν θα ανθίσης
Θάλασσαν επέρασα
Και στεριάν δεν ξέχασα
Κύματα κι αν έσχισα
Έσπειρα, κονόμησα
Έφυγα κι αφήκα σύκα
Και σταυρόν και θημωνίτσα
Κι ήρθα τώρα κι ηύρα φύτρα
Κι ηύρα χόρτα, σπαρτά βλίστρα,
Βλίστρα, βλίστρα, φύτρα, φύτρα.
Συ καλή νοικοκυρά
Έμπα στο κελάρι σου
Φερ’ αυγά, περδικωτά
Και πουλιά σαρακοστά
Δώσε και μίαν ορνιθίτσα
Φέρε και μία κουλουρίτσα…
Μέσα δω που ΄ρθαμε τώρα,
Μέσα γεια, μέσα χαρά,
Στον αφέντη στην κυρά
Στα παιδιά και στους γονείς
Σ’ όλους τους, τους συγγενείς.
Μέσα Μάρτης, έξω φύλλα
Εξ’ οχτροί, σας τρων οι σκύλοι.
Μέσα φίλοι, μέσα φτήνεια
Και χαρές, χοροί, παιχνίδια
Και φέτος και του χρόνου
Και του χρόνου κι άλλα χίλια»
Σε πολλά τραγούδια απευθύνονται προς τους οικοδεσπότες
ευχές και πολυχρονισμοί όπως:
«Μάρτι, Μάρτι βροχερέ
Και Φλεβάρι χιονερέ
Ηρθ’ Απρίλης ο καλός
Εβγα, καλή νοικοκυρά
Βάλε τα πατίκια σου
Κι εμπα’ς το κελάρι σου
Δος μας κοσοχτώ αυγά
Τέσσερα το δάσκαλο
Και κοσιτέσσερα για μας»

25 Μαρτίου Ιερά Ελευθέρια: Στην Ήπειρο ανάβουν φωτιές και χτυπούν κουδούνια «Φευγάτε, φίδια, σήμερα είν’ του Ευαγγελισμού!»

Γιορτές στο μήνα Μάρτιο

Στις 9 Μαρτίου η γιορτή των Αγίων Σαράντα.
Στις 25 Μαρτίου είναι η πιο μεγάλη θρησκευτική γιορτή του μήνα, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Ο Μάρτης είναι πάντοτε μήνας της Σαρακοστής (των νηστειών) έτσι συμβολικά η φράση «μα λείπει ο Μάρτης που τη Σαρακοστή» λέγεται για πρόσωπο που ποτέ του δεν λείπει από μια εκδήλωση ή γιορτή.
Ο Μάρτιος είναι σημαντικός μήνας και για το ελληνικό έθνος: 1821, 3 Μαρτίου ο Αλέξανδρος Υψηλάντης συγκεντρώνει τον Ιερό Λόχο στη Μολδαβία, 21 Μαρτίου συγκεντρώνονται οι πρόκριτοι και οι οπλαρχηγοί της Πελοποννήσου στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας και αποφασίζουν την κήρυξη της Επανάστασης. 23 Μαρτίου η Καλαμάτα γίνεται η πρώτη ελληνική πόλη που απελευθερώνεται από τους Τούρκους. 25 Μαρτίου ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Επανάστασης στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου στην Πάτρα και ορκίζει τους αρχηγούς.
(Πηγή: «Παραμύθια και ιστορίες για όλο το χρόνο- Μάρτιος» εκδ. Μαλλιάρης -παιδεία,Γ. Α. Μέγα, Ελληνικαί εορταί, Χριστάκης Σαββίδης).

Οι γεωργοί για το μήνα Μάρτη

Από την καλοκαιρία ή την κακοκαιρία των ημερών του Μάρτη είχαν και τα αντίστοιχα προγνωστικά για την καλή ή την κακή σοδειά των φρούτων. Πίστευαν ότι οι μέρες αυτές έχουν τις φουρτούνες τους. Οι θαλασσινοί και οι ταξιδιώτες στη στεριά και στη θάλασσα είχαν το νου τους και φυλαγότανε.

Τις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου ή τις πρώτες του Απριλίου γίνονται
μπόρες που συνηθέστερα τις έλεγαν «της γριάς οι μπόρες».
Σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες σχετίζονται με την παρακάτω ιστορία:
Έπειτα από ένα βαρύ χειμώνα ήρθε ο Μάρτης και οι άνθρωποι ανάσαιναν – περισσότερο χάρηκε μια γριά, που χάιδεψε τα γιδοπρόβατά της λέγοντας “βγήκε ο Μάρτης τελείωσαν τα βάσανά μου εμπρός, πάμε στα παρχάρια”.
Ο Μάρτης όμως θύμωσε υπερβολικά με τα περιφρονητικά της λόγια και παρεκάλεσε τον Φλεβάρη να του δανείσει τις τρεις πρώτες μέρες του, πράγμα που εκείνος δέχτηκε.
Τότε ο Μάρτης έκανε φοβερό κρύο και ανεμοθύελλες. Η γριά για να μην παγώσει πλησίαζε ολοένα τη φωτιά, ώσπου χώθηκε κάτω από το καζάνι της και κάηκε και φυσικά τα γιδοπρόβατά της σκόρπισαν.

Παρόμοια η παρακάτω Λαϊκή παράδοση από την Πελοπόννησο, που εξηγεί τα απρόοπτα της βαρυχειμωνιάς, που συνήθως επιφυλάσσουν οι τελευταίες ημέρες του Μάρτη:

η ιστορία της «λιθωμένης γριάς»

“Ήτανε μια βολά μια γριά κι είχε κάτι κατσικάκια.
Ο Μάρτης τότε είχε εικοσιοχτώ μέρες και ο Φλεβάρης τριανταμία.
Ήρθε εκείνη την εποχή ο Μάρτης κι επέρασε χωρίς να κάμει χειμώνα και
η γριά από τη χαρά της που βγήκανε πέρα καλά τα πράματα της, εγελάστει και είπε:
– Πρίτσι Μάρτη μου, στην πομπή σου. Μπήκες, βγήκες τίποτα δε μόκαμες.
Τ’ αρνοκατσικάκια μη’ τα ξεχείμασα.
Τότε ο Μάρτης επείσμωσε κι εδανείστει τρεις μέρες απ’ το Φλεβάρη κι έριξε χιόνια πολλά.
Η γριά απιστόμισε το λεβέτι της κι εχώθει απουκάτου με τα πράματά της κι από τον πολύ χειμώνα τα κατσικάκια της εψόφησαν.
Κι από τότες σούρνει ο Μάρτης τριανταμία και ο Φλεβάρης εικοσιοχτώ, γι’ αυτό τον λεν και κουτσό και κουτσοφλέβαρο.
Ένεκα γι’ αυτό πόπαθε εκείνη η γριά τις τρεις υστερνές μέρες του Μάρτη, τις λένε μέρες των γριών.
Κι ονοματίζουνε κάθε μια με τ’ όνομα μιανής από τις πλιό ‘λικιωμένες γριές του χωριού. Και αν τύχει καλή ημέρα λεν πως η γριά είναι καλή κι αν τύχει κακοκαιρία λένε πως από την κακία της γίνηκε”.

Ο Μάρτης είναι ο πρώτος μήνας της άνοιξης και η φύση αρχίζει να ντύνεται στα γιορτινά της. Οι κάμποι είναι καταπράσινοι και γεμίζουν από πολύχρωμα λουλούδια του αγρού. Είναι ο μήνας της βλάστησης και λέγεται
«Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ’ Αύγουστο σεγκούνι»
«Ο Μάρτης έχει τ’ όνομα κι ο Απρίλης τα λουλούδια»
«Ο Μάρτης με τα λούλουδα, ο Απρίλης με τα ρόδα».
Η αστρονομική έναρξη της Άνοιξης γίνεται στις 21 του Μάρτη με την «εαρινή ισημερία» που οι μέρες γίνονται ίσες με τις νύχτες και το καλοκαίρι τελειώνει στις 23 Σεπτέμβρη με την ισημερία φθινοπωρινή και η διαπιστωτική παροιμία επισημαίνει το φαινόμενο:
«Του Μάρτη και του Τρυγητή ίσα τα ημερόνυχτια».
Τον Μάρτιο παρατηρείται πολλές φορές ξηρασία και ανομβρία,γι αυτό λέγεται η φράση «τον Μάρτη ξύλα φύλαε μην κάψεις τα παλούκια».
Οι γεωργοί παρακαλούν τον Μάρτη να πέσουν έστω και λίγες βροχές, γι’ αυτό και λένε: «Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά, ο Απρίλης άλλο ένα, αν δώσει και του Μάη και μυλλοψιχαλίσει, τότε να δει τ’ αμπάρκα γεμισμένα»
«τότε να δει τη Μεσαρκά σιτάρι να γιωρκίσει
«Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά, ο Απρίλης ένα,
χαρά σε κείνον τον γεωργόν π’ όχει πολλά σπαρμένα».
Επειδή τον Μάρτη κάνει βαρύ χειμώνα αλλά κάνει και ζέστες, που μπορεί να κάψουν και να μαυρίσουν την επιδερμίδα του προσώπου, λέγεται η φράση
«Απ’ έχει κόρην όμορφην του Μάρτη δεν τη δείχνει».
Σχετικές με τις δοξασίες για τον Μαρτιάτικο ήλιο είναι και οι παροιμίες:
«το Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε μήνες δεν ξεβάφει»
«Ο ήλιος του Μαρτιού τρουπάει κέρατο βοδιού»
«Τον Μάρτη οι αυγές με κάψανε του Μάη τα μεσημέρια»
«Το Μάρτη στον ήλιο να μην κοιμηθείς»
«Ο καλός Μάρτης στα κάρβουνα κι’ ο κακός στον ήλιο».
Γενικά ο Μάρτης από απόψεως γεωργικής θεωρείται μήνας κλειδί. Οι σποραδικές βροχές του Μαρτίου συντελούν στην αύξηση και στο γέμισμα των σπαρτών.
Για τον Μάρτη λέγεται και η εξής φρασεολογία:
«Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά κι ούλος ο Απρίλης ένα, αν δώσει και του Μάη και ψιλοψυχαλίσει,κι εσέναν το αμάξι σου αφέντη τόσα αξίζει».
Ο Μάρτιος θεωρείται ο μήνας της αρχής του θέρους και λέγεται η φράση:
«από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνας».
Οι γεωργοί προτιμάνε το Μάρτη βροχερό. Γιατί τότε η σοδειά τους θα είναι καλύτερη.
Άλλωστε το διαβεβαιώνουν και αρκετές παροιμίες:
«Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρότανε»
«Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές, παρά Μάρτης στις αυλές»
«Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απρίλης άλλη μία, να δεις κουλούρες στρογγυλές και πίττες σαν αλώνι».
Οι γεωργοί πιστεύουν ακόμα ότι το Μάρτη αρχίζουν τα σπαρτά να παίρνουν πάνω τους και να ψηλώνουν. Γι’ αυτό και η παροιμία:
«Ο Μάρτης εδιαλάλησε μικρά μεγάλα απάνου».
Στην αστάθεια του Μαρτιάτικου καιρού και στην απότομη εναλλαγή ζέστης και κρύου, αναφέρονται και οι παροιμίες:
«Ο Μάρτης το πρωί το ψόφησε, και το βράδυ το βρόμισε».
«Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος πέντε φορές εχιόνισε και
πάλι το μετάνοιωσε πως δεν εξαναχιόνισε».
και η συμβουλευτική:
«Κοίτα να μη σε γελάσει ο Μάρτης και χάσεις την ημέρα».

ΠΑΙΔΙΚΑ.GR

Ιανουάριος

Ο Ιανουάριος, ή Γενάρης, ή Καλαντάρης, ή Καλαντάρς (Ποντιακά), είναι ο πρώτος μήνας του έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο και έχει 31 ημέρες. Η πρώτη μέρα του μήνα, που είναι και πρώτη ημέρα του χρόνου, είναι γνωστή ως Πρωτοχρονιά.

Ο Ιανουάριος πήρε το όνομά του από τον Ιανό, θεό κάθε αρχής στη ρωμαϊκή μυθολογία.

Στον Ιανουάριο ο λαός μας έχει δώσει διάφορες ονομασίες, όπως το Γενάρης επειδή τότε γεννούν τα γιδοπρόβατα, και Μεσοχείμωνας επειδή είναι ο μεσαίος από τους μήνες του χειμώνα, όπως δηλώνει και η παροιμία «ως τα’ Αϊ-Γιαννιού, τρυγόνα, είναι η φούρια του χειμώνα». Είναι επίσης και ο μήνας με το λαμπρότερο φεγγάρι: «Του Γενάρη το φεγγάρι παρά ώρα μέρα μοιάζει». Ονομάζεται και Γατόμηνας επειδή στη διάρκειά του ζευγαρώνουν οι γάτες, και Μεγάλος μήνας ή Τρανός μήνας ή Μεγαλομηνάς γιατί είναι ο πρώτος μήνας του έτους και σε αντιδιαστολή με τον Φεβρουάριο, που είναι «κουτσός» (Κουτσοφλέβαρος). Οι αλκυονίδες ημέρες τού έχουν δώσει και την ονομασία «γελαστός», αλλά είναι επίσης γνωστός και ως «κλαδευτής»: «Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μη γυρεύεις». Άλλες ονομασίες: Γενολοήτης (επειδή αυτόν τον μήνα γεννοβολούν τα κοπάδια), Κρυαρίτης γιατί είναι ο πιο «κρυουλιάρης».

Ο Ιανουάριος είναι επίσης γνωστός και ως καλαντάρης από τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάςκαι τα δώρα των Καλενδών του Ιανουαρίου. Τα δώρα αυτά είναι το σημερινό «δώρο των Χριστουγέννων», ο 13ος μισθός, ο οποίος στη Βυζαντινή εποχή ήταν πράγματι δώρο κι όχι μισθός. Όπως αναφέρει ο Σπύρος Τραϊανός τα δώρα αυτά είχαν την εξής προέλευση:

Με την αρχή του χρόνου άρχιζε η θητεία των υπάτων, οι οποίοι σε σχετική πομπή στους δρόμους σκορπούσαν νομίσματα, που αρχικώς ήσαν χρυσά, αλλά αργότερα, επί Ιουστινιανού, περιορίστηκαν σε αργυρά. Μικρά νομίσματα συνέλεγαν όμως και τα παιδιά, που περιέρχονταν τα σπίτια συγγενών και φίλων για να ευχηθούν. Έτσι γεννήθηκαν τα «Κάλαντα», που φθάνουν μέχρι τις μέρες μας, αλλά αφετηρία τους υπήρξαν οι Καλένδες του Ιανουαρίου, άσχετα αν σταδιακά επεκτάθηκαν από τα παιδιά σε όλες τις εορταστικές ημέρες του Δωδεκαήμερου.

— Σπύρος Τραϊανός

ΓΙΟΡΤΕΣ ΤΟΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟ

Εκτός από τα έθιμα πλούσιο είναι και το εορτολόγιο του Ιανουαρίου αρχίζοντας με την γιορτή του Αγίου Βασιλείου και της Περιτομής του Χριστού την πρώτη του μήνα και τελειώνοντας με την γιορτή των Τριών Ιεραρχών στα τέλη του. Ενδιάμεσα έχουμε την γιορτή των Θεοφανίων (στις 6), του Αϊ-Γιάννη (στις 7), του Αγίου Γρηγορίου (στις 25) αλλά και τις εορτές των δύο μεγάλων αγίων του πρώιμου αιγυπτιακού χριστιανισμού: του Μεγάλου Αντωνίου (στις 17) και του Αθανασίου (στις 18)

Αλκυονίδες μέρες το μήνα Ιανουάριο

Κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Ιανουαρίου συνήθως καλωσυνεύει ο καιρός και απολαμβάνουμε για μερικές μέρες μια σχετική καλοκαιρία, μια ανάπαυλα από τα χειμωνιάτικα μπουρίνια. Οι γλυκές αυτές χειμωνιάτικες ημέρες, είναι οι γνωστές “Αλκυονίδες ημέρες”, που σύμφωνα με τον πανάρχαιό μας μύθο, πήραν το όνομά τους από την Αλκυόνα, το ψαροπούλι της ακτής που κλωσσά τα αυγά του αυτές τις μέρες.

Η Αλκυόνη, το σημερινό κακόσχημο ψαροπούλι με τα όμορφα φτερά σύμφωνα με τον πανάρχαιο μύθο μας, ήταν κάποτε μια χαρούμενη και ευτυχισμένη γυναίκα, κόρη του Θεού των ανέμων, του Αιόλου -που ζούσε στ’ ακρογιάλια της θάλασσας με τον άντρα της Κήυκα και αλληλοαποκαλούνταν Ζευς και Ηρα. Για την ασέβειά τους όμως αυτή προς τον Δία οργίστηκε τόσο πολύ ο πρώτος των Θεών και μεταμόρφωσε τον Κήυκα σε όρνιο.

Ξετρελαμένη τότε η δύστυχη γυναίκα, έτρεχεν από δω και από κει στις ερημιές στις βαλτώδεις εκβολές των ποταμιών και μέσα στις πυκνές τους καλαμιές, για να βρει τον αγαπημένο της Κήυκα. Οπότε, οι θεοί του Ολύμπου την λυπήθηκαν και την μεταμόρφωσαν και αυτήν σε πουλί, τη γνωστή μας Αλκυόνη, για να ψάχνει και στις θάλασσες μήπως εκεί βρει το χαμένο της άντρα. Ωστόσο όμως η δυστυχία εξακολουθούσε να την συντροφεύει, γιατί αντίθετα από τ’ άλλα πουλιά που γεννούν και κλωσσούν τ’ αυγά τους την άνοιξη αυτή γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά, οπότε μανιασμένα τα κύματα της θάλασσας τέτοιον καιρό, την άρπαξαν αυγά και πουλιά κάνοντάς την να κλαίει σπαραχτικά.
Οι Θεοί που τόσο σκληρά είχαν τιμωρήσει την κόρη του Αιόλου, διέταξαν τότε τη θάλασσα και τους ανέμους να ησυχάσουν, να γίνει καλοκαιρία για δυο εβδομάδες, για όσες ημέρες η Αλκυόνη κλωσσά τα αυγά της.

Μια τέτοια ωραία και ποιητική ερμηνεία δόθηκε από τον πανάρχαιο αυτόν ελληνικό μύθο για την καλοκαιρινή αυτή παρεμβολή μέσα στην καρδιά του χειμώνα, που δεν έχει βέβαια καμιά σχέση με τη σημερινή επιστημονική εξήγηση του φαινομένου αυτού. Ο μύθος μιλάει για την απέραντη συζυγική αγάπη και την τρυφερή στοργή της γυναίκας, ενώ η μετεωρολογική υπηρεσία μιλάει για εξίσωση των βαρομετρικών πιέσεων μεταξύ της νοτίου και βορείου Ευρώπης.

Για τη συζυγική πίστη των Αλκυόνων ασχολήθηκε ο Πλούταρχος που αφηγείται ότι αν ο σύζυγος της Αλκυόνης γεράσει και δεν μπορεί να πετάξει, τότε η θηλυκιά Αλκυόνη τον παίρνει στους ώμους και τον φέρνει πάντοτε μαζί της, τον ταϊζει και τον περιποιείται ως το θάνατο.

Δεν είναι όμως η μόνη περίπτωση ανώτερης ηθικής στο ζωικό βασίλειο. Η τρυγόνα, εάν χαθεί το ταίρι της χηρεύει αυστηρά και δεν ξανασμίγει μ’ άλλο ταίρι. Τα κοράκια όταν μαδηθούν απ’ τα γεράματα δέχονται πολλές περιποιήσεις και θερμαίνονται απ’ τ’ άλλα νεώτερα. Το λελέκι τιμωρεί την άπιστη σύζυγο με ραμφισμούς μέχρι να τη θανατώσει. Σ’ αυτά βοηθούν και οι άλλοι αρσενικοί. Ο πελεκάνος αν δεν βρίσκει τροφή να δώσει στα μικρά του που κινδυνεύουν τον χειμώνα να πεθάνουν, σχίζει το στήθος του και τα προσφέρει για τροφή το αίμα του, όπως αναφέρεται και στον Επιτάφιο θρήνο.
“Ωσπερ πελεκάν, τετρωμένος την πλευρά σου, Λόγε, τους θανόντας παίδας εζώωσαν επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς”.

Το ψαροπούλι όπως αποκαλείται στη γλώσσα του λαού η Αλκυόνη, εξακολουθεί και σήμερα να είναι σύμβολο της χειμωνιάτικης ωραίας διακοπής μέσα στον Ιανουάριο και σε πολλά μέρη την θεωρούν πουλί που φέρνει γούρι. Οι έμποροι, οι καταστηματάρχες, την κρατούν βαλσαμωμένη στα μαγαζιά τους για ν’ αυξήσουν τα πλούτη τους, οι πρώτοι και τους πελάτες τους οι δεύτεροι. Οι φυλάργυροι την διατηρούν για να τους φέρει πολλά πλούτη και οι χωριανοί για να μη πέφτει αστροπελέκι στο σπίτι τους.

Το φαινόμενο της καλοκαιρίας μέσα στη βαρυχειμωνιά του Ιανουαρίου απασχόλησε πολύ τους αρχαίους μας που έδιναν μυθολογικές εξηγήσεις γεμάτες ομορφιά. Ο Αιλιανός λ.χ. έγραψεν ότι “κυούσης δε Αλκυόνος ίσταται τα πελάγη, ειρήνην δε και φιλίαν άγουσεν άνεμον”. Ο μέγας Αριστοτέλης λέγει: “Η δε Αλκυών κύει επί τροπάς χειμερινάς, διό και καλούνται όταν ευδιειναί γένονται αι τροπαί, αλκυόνοιοι ημέραι”. Ο Λουκιανός πάλι έγραφε πως: “Αίθρια μεν τα άνωθεν, ακύμαντος δε και γαλήνιον άπαν το πέλαγος, όμοιν, ως ειπείν κατόπτρω.

Ωστόσο, όμως οι Αλκυονίδες ημέρες δεν έρχονται πάντα. Υπάρχουν χρόνια που το γλυκό αυτό καλοκαιρινό διάλειμμα στην καρδιά του χειμώνα δεν παρατηρείται καθόλου. Η Αλκυόνη τότε γεννάει μέσα στη βαρυχειμωνιά και όπως είπαμε τα κύματα αρπάζουν τα αυγά ή τα πουλιά της. Το ψαροπούλι τότε θρηνεί πάλι τον πόνο του, καθώς πετιέται μέσα από τα βράχια και περιμένει τον Μάρτη για να φύγει από τον τόπο μας. Γιατί η Αλκυόνη είναι πουλί αποδημητικό με το δικό του δρομολόγιο το ιδιόμορφο. Μας έρχεται τα τέλη του καλοκαιριού και μας αποχαιρετάει μόλις καλωσυνέψει ο καιρός κατά τις αρχές του Μάρτη.

Γεωργικές εργασίες το μήνα Ιανουάριο

Προετοιμάζουν τα γεωργικά τους εργαλεία, όταν υπάρχουν βροχές ή χιόνια.
Μεταφέρουν κοπριά στα κτήματα.
Εκχερσώνουν χωράφια ή διορθώνουν φράχτες.
Κάνουν αποστραγγιστικά χαντάκια.
Ανοίγουν λάκκους γύρω από τα δέντρα για να δεχτούν περισσότερη βροχή ή τα ασβεστώνουν.
Σπέρνουν πρώιμα μπιζέλια, κουκιά, κρομμύδια.
Φυτεύουν τα φυλλοβόλα δέντρα (κερασιά, βυσσινιά, βερικοκιά, ροδακινιά), αγκινάρες, φράουλες, σπαράγγια.
Λιπαίνουν τα δέντρα με χωνεμένη κοπριά.
Κλαδεύουν ελαιόδεντρα.
Επισκευάζουν και βάφουν τις κυψέλες.
Αρχίζουν το άρμεγμα των προβάτων.
Οι γυναίκες ύφαιναν στον αργαλειό κιλίμια και βελέντζες, έπλεκαν και έραβαν.

Παροιμίες για το Γενάρη κάντε κλικ εδώ. από το www.paidika.gr.

http://el.wikipedia.org

http://www.paidika.gr

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ

Ο Σεπτέμβριος κατείχε την έβδομη θέση στη σειρά των μηνών, όπως δείχνει και το όνομά του καθώς septem στα λατινικά σημαίνει επτά. Όταν όμως καθιερώθηκε το ιουλιανό ημερολόγιο με πρώτο μήνα του έτους τον Ιανουάριο ο Σεπτέμβριος έγινε ένατος.

Η 1η του Σεπτέμβρη θεωρείται η αρχή του εκκλησιάστικού έτους, αποτελεί την Αρχή της Ινδίκτου, από την λατινική λέξη indictio (επιβολή φόρου), την οποία εισήγαγε ο Καίσαρας Αύγουστος όταν διέταξε να γίνει γενική απογραφή των κατοίκων του Ρωμαϊκού κράτους και να εισπραχθούν φόροι την 1η του Σεπτέμβρη. Η Ινδικτιώνα είναι τρόπος μέτρησης του χρόνου ανά 15ετίες με αφετηρία την γέννηση του Χριστού ή από το 3 π.Χ. Η 23η του Σεπτέμβρη, γενέθλια ημέρα του αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, καθορίστηκε ως Πρωτοχρονιά και ως Αρχή της Ινδίκτου. Η Εκκλησία σ’ αυτή την Πρωτοχρονιά τοποθέτησε τη γιορτή της σύλληψης του Προδρόμου, που αποτελεί το πρώτο γεγονός της ευαγγελικής ιστορίας, ενώ το 462 μ.Χ. η εκκλησιαστική Πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1η Σεπτεμβρίου για πρακτικούς λόγους.
Τον Σεπτέμβριο αρχίζει και το γεωργικό έτος καθώς τότε ξεκινούν όλες οι αγροτικές εργασίες.

Λέγεται και Τρυγητής γιατί τότε γίνεται ο τρύγος των αμπελιών ενώ αρχίζει η σπορά και το όργωμα. Στις 2 του Σεπτέμβρη είναι η γιορτή του Αγίου Μάμα που θεωρείται προστάτης των βοσκών.

Στις 14 του Σεπτέμβρη είναι η μεγάλη γιορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού. Στις 23 του μήνα είναι η φθινοπωρινή ισημερία και η νύχτα θα έχει μεγαλύτερη διάρκεια από την ημέρα έως την εαρινή ισημερία.

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ή Φλεβάρης

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ :
Το όνομά του προέρχεται από το λατινικό ρήμα februare που σημαίνει καθαρίζω, εξαγνίζω. Ήταν αφιερωμένος στο θεό του Άδη Φέβρουο και στους νεκρούς γι αυτό και στη διάρκεια του οι Ρωμαίοι διοργάνωναν τελετές καθαρμών και εξαγνισμών. Με το παλαιότερο ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν ο τελευταίος μήνας του χρόνου και οι άνθρωποι έπρεπε να μπουν στον καινούργιο χρόνο καθαροί και αμόλυντοι. Με την καθιέρωση του Ιουλιανού ημερολογίου το 46 π.Χ. περιορίστηκαν οι ημέρες του από 30 σε 29 και την εποχή του αυτοκράτορα Αύγουστου του αφαιρέθηκε άλλη μια μέρα η οποία προστέθηκε στον Αύγουστο και έτσι έχει 28 ημέρες, και 29 κάθε τέσσερα χρόνια, οπότε το έτος αντί 365 ημέρες έχει 366 και ονομάζεται δίσεκτο από το bis sextus (δις έκτη) δηλαδή δύο φορές η 24η του μήνα που ήταν η έκτη μέρα πριν από τις Καλένδες του Μαρτίου.

Εμείς, τον λέμε Φλεβάρη επειδή τότε ανοίγουν οι φλέβες της γης, δηλαδή αναβρύουν πολλά νερά, τον λέμε και Κουτσοφλέβαρο, επειδή έχει λιγότερες μέρες.

 

Ονομασίες λαϊκές για το μήνα Φεβρουάριο

Για να συντονιστεί το ημερολόγιο των 365 ημερών προς το ηλιακό έτος, καθιερώθηκε η αύξηση των ημερών του Φεβρουαρίου κατά μια, κάθε τέσσερα χρόνια.
Ο λαός μας τον αποκάλεσε Κουτσοφλέβαρο, επειδή έχει 28 ημέρες και κάθε τέσσερα χρόνια 29. Κάθε τέσσερα χρόνια που έχουμε δίσεκτο έτος, ο λαός μας πιστεύει ότι είναι κακότυχο. Το δίσεκτο έτος  δεν πρέπει να φυτεύουν αμπέλια οι γεωργοί ούτε να γίνονται γάμοι ούτε να χτίζονται σπίτια.
Λέγεται επίσης ΦλιάρηςΛηψομήνας, Κουτσός, Κουτσούκης ή Μικρός (Κύπρος).
Στον πόντο τον Φεβρουάριο τον ονόμαζαν συνήθως Κούντουρος, γιατί έχει κοντή ουρά, αφού είναι λειψός σε σχέση με τους άλλους. Επίσης σε κάποια μέρη λεγόταν Κούτσουρος, διότι κατά κάποιο τρόπο είναι κουτσουρεμένος.
Οι δύο λέξεις Φεβρουάριος, Φλεβάρης δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους άσχετα αν συμπτωματικά ταιριάζουν τόσο ώστε η μια να προέρχεται από την άλλη.
Το ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ είναι ρωμαϊκό από τους Ρωμαίους θεούς Φεβρούα των καθαρμών και Φέβρουο των νεκρών.
Το ΦΛΕΒΑΡΗΣ βγαίνει από τη λαϊκή ελληνική παράδοση και έχει σχέση με τις φλέβες της γης. Ο λαός μας κατά τον Δ.Σ. Λουκάτο, παρετυμολόγησε τον μήνα και τον ονόμασε Φλεβάρη, επειδή «ανοίγει τις φλέβες του» και γεμίζει τη γη νερά.
Κατ’ άλλους λέγεται Φλεβάρης, γιατί παγώνει τις φλέβες της γης. Στη Θράκη υπάρχει το ρήμα φλεβαρίζω= πλημμυρίζω, επειδή τα χωράφια «φλεβαρίζουν από τις βροχές
Λέγεται και τρυγητής γιατί στον αγροτικό βίο, ο Φλεβάρης είναι ο μήνας των αμπελιών. Τότε γίνεται το κλάδεμα, το καθάρισμα και το τσάπισμα των αμπελιών. Τότε βάζουν και καταβολάδες, δηλαδή φυτεύουν αμπέλια (εκτός και αν είναι δίσεχτος ο χρόνος). Για αυτό του το περιεχόμενο ο Φλεβάρης λέγεται όπου είναι ανεπτυγμένη η αμπελουργία και Κλαδευτής.
Για τον άστατο καιρό, ο Φλεβάρης λέγεται επίσης και Μεθυσμένος, γιατί δεν ξέρει τι κάνει.

Γιορτές το μήνα Φεβρουάριο

Του Αγίου Τρύφωνα 1 Φεβρουαρίου. Ο άγιος Τρύφωνας θεωρείται φύλακας των αμπελιών.
Της Υπαπαντής 2 Φεβρουαρίου. Γιορτάζεται σε ανάμνηση της συναντήσεως του Συμεών με το παιδίον Ιησού (Λουκ., 2.25).
Τότε γίνονται προβλέψεις. «Ό,τι καιρό κάνει της Υπαπαντής, θα βαστάξει σαράντα ημέρες». Αν είναι καλός ο καιρός στις 2 Φεβρουαρίου, ο βαρύς χειμώνας θα διαρκέσει πολύ ακόμα. Από τις 2 Φλεβάρη σταματούν οι γιορτές και μαζί η αργία και η σχόλη.
Του Αγίου Συμεών 3 Φεβρουαρίου. Ο Άγιος τιμάται από τις εγκύους, που έλεγαν παρετυμολογώντας: «για να μη γεννηθεί το παιδί σημειωμένο».
Του Αγίου Χαραλάμπους 10 Φεβρουαρίου.
Πρώτη Κυριακή της Αποκριάς «Οι μεταμφιέσεις και οι παράδοξοι χοροί των μασκαράδων γίνονται για να ξυπνήσουν τα πνεύματα της βλαστήσεως» .
H Καθαρά Δευτέρα eίναι μια πανάρχαιη γιορτή που σχετίζεται κυρίως με τις πομπές των Κατ’ Αγρούς Διονυσίων αλλά και με ορισμένες Απολλώνιες ιδέες λατρευτικού περιεχομένου. Στις μέρες μας συνηθίζεται ο εορτασμός με ομαδική έξοδο στην εξοχή.
Αρχαίες γιορτές ήταν τα Ανθεστήρια, Χόες. Στην Αττική γιόρταζαν τα πρώτα άνθη της αμυγδαλιάς με διαγωνισμούς οινοποσίας. Άνοιγαν τους πίθους με το κρασί (πιθοίγια) και γέμιζαν τις κρασοκανάτες (χόες). Νικητής ήταν όποιος άδειαζε πρώτος τον χουν που χώραγε περισσότερο από δύο λίτρα.

Ο Άγιος Κασσιανός γιορτή στο μήνα Φεβρουάριο

Κάθε τέσσερα χρόνια που το έτος είναι δίσεκτο, την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου, δηλαδή στις 29 του μήνα, γιορτάζει ο Άγιος Κασσιανός. Η περίεργη αυτή γιορτή, έδωσε αφορμή για διάφορες λαϊκές ερμηνείες και περιπαίγματα.
Στη Μυτιλήνη, τη γιορτή του Αγίου Κασσιανού τη θεωρούν ως γιορτή των τεμπέληδων! Λένε μάλιστα: « του Κασσιανού γιορτάζουν οι οκνοί (οι τεμπέληδες)».
Η παράδοση από την Μυτιλήνη που εξηγεί τις παραπάνω εκφράσεις είναι οι εξής:
Μια μέρα που ο Χριστός γύριζε με τους Αποστόλους, έκατσε σε ένα μέρος να ξεκουραστεί. Πάνε τότε όλοι οι Άγιοι κοντά, για να του γυρέψουν δουλειά. Πάει ο Άι- Νικόλας και του λέει:
_ Χριστέ μου για πες μου, τι να κάνω;
Λέει τότε ο Χριστός:
_ Πήγαινε να δεις ποια καράβια και καΐκια βολοδέρνουν και απέ να τα σώζεις.
Πάει ο Άι – Τρύφωνας και του λέει:
_ Εγώ τι θέλεις να κάνω;
_ Αμ’ το κλαδευτήρι το’χεις στη μέση σου και κρέμεται, τι ρωτάς λοιπόν; Πήγαινε στα χωράφια και στα αμπέλια και κάνε τη δουλειά σου. Διώξε τις αρρώστιες απ’ τα δέντρα κι όλα τα κακά!
Ένας ,ένας πήγαν όλοι οι Άγιοι στο Χριστό και ανέλαβαν τη δουλειά τους. Πίσω, πίσω πήγε και ο Άγιος Κασσιανός και λέει:
_ Εγώ Χριστέ μου, τι να κάνω;
Γέλασε τότε ο Χριστός, δε βάσταξε και του ‘πε:
_ Αμ’ εσύ είσαι που είσαι οκνός! Φύλαγε λοιπόν το Φλεβάρη! Κι άμα δεις και τραβάει είκοσι εννιά, έμπα μέσα στο είκοσι εννιά και κάνε τη δουλειά σου. Πάλι, σα δεν έχει είκοσι εννιά , κάτσε απ’ όξω.

Γεωργικές εργασίες το μήνα Φεβρουάριο

Φυτεύουν πατάτες.
Προετοιμάζουν τα χωράφια για να σπείρουν ανοιξιάτικα σιτηρά και
ενισχύουν τα φθινοπωρινά λιπαίνοντάς τα.
Κλαδεύουν αμπέλια και δέντρα.
Καθαρίζουν τα μαντριά.
Συντηρούν την κοπριά σε λάκκους.
Σβαρνίζουν τα χωράφια.

από το www.paidika.gr

Δεκέμβριος

Ο Δεκέμβριος είναι ο δωδέκατος μήνας και τελευταίος του Γρηγοριανού Ημερολογίου, με διάρκεια 31 ημερών. Η ονομασία του ετυμολογείται από τη λατινική λέξη December, η οποία προέρχεται από το αριθμητικό decem (δέκα), επειδή στο αρχαίο δεκάμηνο ρωμαϊκό ημερολόγιο ο Δεκέμβριος ήταν ο δέκατος κατά σειρά μήνας.

Στη συνέχεια, με την προσθήκη του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου, το ρωμαϊκό ημερολόγιο έγινε δωδεκάμηνο. Ο Δεκέμβριος μετακινήθηκε στη δωδέκατη θέση, αλλά διατήρησε την παλιά του ονομασία, παρότι τον 2ο αιώνα μ.Χ. ο ρωμαίος αυτοκράτορας Κόμμοδος θέλησε να τη μετονομάσει σε Αμαζόνιο, προς τιμήν της σύζυγό του Βρουτίας, που ήταν όμορφη σαν Αμαζόνα.

Στην αρχαία Αθήνα ο Δεκέμβριος ισοδυναμούσε με το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μήνα Μαιμακτηριώνα και το πρώτο δεκαπενθήμερο του μήνα Ποσειδεώνα, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον θεό Ποσειδώνα. Στο λαϊκό καλεντάρι ο Δεκέμβριος ονομάζεται Ασπρομηνάς και Χιονιάς για το πυκνό του χιόνι.

Οι Ρωμαίοι είχαν δύο σημαντικές γιορτές τον Δεκέμβριο:

  • Τα Σατουρνάλια, προς τιμή του θεού Σατούρνους (ο Κρόνος των Ελλήνων), ήταν γιορτή χαράς και ξενιασιάς, όπου εκτός από τις καθιερωμένες θυσίες, κυρίαρχη θέση είχαν η ανταλλαγή δώρων και τα τυχερά παιγνίδια. Διαρκούσαν από τις 17 έως τις 23 Δεκεμβρίου.
  • Ακολουθούσαν στις 25 Δεκεμβρίου τα Βρουμάλια, γιορτή του χειμερινού ηλιοστασίου, όπου τιμούσαν τον Ήλιο, που ως θεότητα του φωτός ταυτιζόταν με τον Μίθρα των Περσών. Και στις δύο γιορτές θυσίαζαν χοίρους, τους οποίους στη συνέχεια κατανάλωναν.

Οι παγανιστικές αυτές γιορτές ήταν αρκετά δημοφιλείς και επέζησαν έως το 12ο αιώνα, παρά τις απαγορεύσεις, κληροδοτώντας σε μας τις δοξασίες και τους θρύλους για τους καλικάντζαρους και τα άλλα δαιμόνια. Η Χριστιανική Εκκλησία προσπάθησε να επωφεληθεί από τη δημοφιλία των δύο αυτών εορτών και να τις καταπολεμήσει ως ειδωλολατρικές, τοποθετώντας τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με μία θεωρία. Η άλλη θεωρία στηρίζεται σε ημερολογιακούς υπολογισμούς για να απαντήσει στο ερώτημα πώς επιλέχθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού των Χριστουγέννων.

Εκτός από τα Χριστούγεννα, που κυριαρχούν τον Δεκέμβριο, με τα θρησκευτικά και κοσμικά τους συμφραζόμενα, ξεχωριστή θέση έχουν από θρησκευτικής πλευράς και τα λεγόμενα Νικολοβάρβαρα, που περιλαμβάνουν τις εορτές της Αγίας Βαρβάρας (4 Δεκεμβρίου), Αγίου Σάββα (5 Δεκεμβρίου) και Αγίου Νικολάου (6 Δεκεμβρίου).