“η τοιχογραφία της άνοιξης” από τον προϊστορικό οικισμό του Ακρωτηρίου της Σαντορίνης. Στο βραχώδες τοπίο του νησιού δεσπόζουν κόκκινα κρίνα, ενώ γύρω τους πετούν χελιδόνια.
ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΠΟΙΗΣΗΣ, ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΑ ΣΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΗΜΕΡΑ.
ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΕΚΑΝΕ Η Κ. ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΚΥΡΔΗ, ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΑΙ
Σύμβολο ειρήνης, σοφίας, γονιμότητας, ευημερίας, ευφορίας, τύχης, νίκης. Κανένα καρποφόρο δέντρο στον τόπο μας δεν υμνήθηκε, δε ζωγραφίστηκε, δεν τραγουδήθηκε όσο το λιόδεντρο. Αυτό το δέντρο που αγαπάει τη θάλασσα και το μεσογειακό ήλιο, μεγαλώνει ακόμα και σε άγονα & πετρώδη εδάφη και αντέχει σε συνθήκες ανομβρίας και δυνατών ανέμων. Συντρόφεψε τους κατοίκους αυτών των περιοχών τόσο σε εποχές ευμάρειας, όσο και σε εποχές στέρησης και άφησε το αποτύπωμα του σε κάθε πολιτισμική παράδοση των λαών της Μεσογείου.
Κατά την ελληνική παράδοση, με τη γέννηση ενός παιδιού φυτεύεται μια ελιά. Η ελιά και το παιδί θα μεγαλώσουν ταυτόχρονα και όταν το παιδί θα γίνει 6 χρονών, η ελιά θα δώσει τους πρώτους της καρπούς. Θα μεγαλώσει με την οικογένεια, θα επιζήσει και θα βρίσκεται εκεί πολλές γενιές αργότερα για να θυμίζει τη συνέχιση και την εξέλιξη της ζωής.
Η φυσιολογική διάρκεια ζωής ενός ελαιόδεντρου είναι 300 έως και 600 χρονιά, ενώ υπάρχουν και ελιές που ξεπερνούν τα 1000 χρονιά ζωής. Η ιστορία της ελιάς ξεκίνησε πριν από περίπου 7000 χρόνια, στην περιοχή της Μεσογείου και κυρίως στην Ανατολική Μεσόγειο. Πιθανολογείται από τις διάφορες παραστάσεις στ’ αγγεία και τους μύθους στην ιστορία των λαών που ζουν γύρω από την Μεσόγειο, ότι πρωτοεμφανίστηκε στη Συρία. Στον ευρωπαϊκό όμως Μεσογειακό χώρο, ήρθε από την Ελλάδα, από Φοίνικες εμπόρους, από όπου και πέρασε στην Ιταλία, Γαλλία, Ισπανια, Πορτογαλία, Αμερική, Αυστραλία.
Άγριες ελιές στον ελλαδικό χώρο συλλέγονταν ήδη από τη Νεολιθική εποχή, το μέρος όμως από όπου ξεκίνησε η εξημέρωση του δέντρου πιθανολογείται πως είναι η Κρήτη. Αρχαιολογικά δεδομένα και ιστορικά ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι κατά τη μινωική εποχή (3.000 – 1.000 πχ) η καλλιέργεια της ελιάς και το εμπόριο του ελαιολάδου ήταν διαδεδομένα στην Κρήτη, γεγονός που αποτελεί και έναν από τους κύριους λόγους της οικονομικής άνθησης που παρουσιάστηκε στο νησί κατά την περίοδο αυτή. Στο παλάτι της Κνωσού έχουν βρεθεί αγγεία (πιθάρια) και στέρνες από πέτρα, όπου φυλασσόταν το λάδι, ενώ στη Φαιστό συναντάμε τμήμα ελαιουργείου της εποχής εκείνης.
Οι αρχαίοι Έλληνες μετέφεραν την καλλιέργεια της ελιάς στις αποικίες τους: Σικελία, νότια Γαλλία, στη δυτική ακτή της Ισπανίας, στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Αγάπησαν την ελιά και θεοποίησαν την καταγωγή της, προσδίδοντας της λατρευτικό και θρησκευτικό χαρακτήρα, καταδικάζοντας σε θάνατο όποιον κατέστρεφε ένα ελαιόδεντρο. Με κλάδο ελιάς έρχονταν οι αγγελιοφόροι για σύναψη ειρήνης, ενώ στους Ολυμπιακούς αγώνες μοναδικό βραβείο για τους νικητές ήταν ένα στεφάνι φτιαγμένο από τον «κότινο», δηλαδή την άγρια ελιά. Πολλοί ήταν οι έλληνες φιλόσοφοι που μελέτησαν τις φαρμακευτικές ιδιότητες του ιερού αυτού δέντρου. Διοσκουρίδης, Διοκλής, Αναξαγόρας, Εμπεδοκλής, Ιπποκράτης. Χαρακτηριστικά στον Ιπποκράτειο κώδικα αναφέρονται πάνω από 60 θεραπείες της ελιάς.
Αναγνωρίζοντας την αξία του ελαιολάδου οι Ρωμαίοι συνέβαλλαν στην εξάπλωση της ελιάς στα εδάφη της αυτοκρατορίας τους. Το εμπόριο αναπτύσσεται ακόμη περισσότερο και τα ρωμαϊκά πλοία μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες λαδιού σε περιοχές όπου δεν εκαλλιεργείτο η ελιά ή σε περιοχές όπου το στερούνταν οι άνθρωποι λόγω μικρής παραγωγής. Είναι η εποχή κατά την οποία αναπτύσσονται νέες τεχνικές έκθλιψης του ελαιοκάρπου και παρατηρείται μεγάλη πρόοδος στη διάδοση των ελαιοκομικών γνώσεων.
Στα χρόνια του Βυζαντίου διατηρήθηκαν τα παραδοσιακά κέντρα ελαιοκαλλιέργειας, ενώ ένα μεγάλο μέρος από τη συνολική παραγωγή προερχόταν από ελαιώνες που υπήρχαν στα Χριστιανικά μοναστήρια. Η διακίνηση του προϊόντος ακολουθεί τα πανάρχαια πρότυπα: γίνεται με ειδικούς αμφορείς που φορτώνονται στα πλοία και οδηγούνται προς τα μεγάλα αστικά κέντρα ή όπου αλλού υπάρχει αυξημένη ζήτηση. Η ανάγκη για φως (φωτισμός ναών, ανακτόρων, οικιών), παράλληλα με τις υπόλοιπες χρήσεις του, δημιουργεί όλο και μεγαλύτερες ανάγκες, τόσο που η Αυτοκρατορία να είναι διαρκώς ελλειμματική σε ελαιόλαδο. Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι, παρ’ ότι έκανε τη μεγαλύτερη εξαγωγή ελαιολάδου στον κόσμο, συχνά οι αρχές απαγορεύουν την εξαγωγή του.
Οι εξελίξεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία συνέβαλαν στην περαιτέρω ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών και διευκόλυναν τις θαλάσσιες μεταφορές. Το λάδι αρχίζει να βρίσκει ανοιχτούς τους θαλάσσιους δρόμους από το Αιγαίο προς τη ∆υτική Ευρώπη. Στην εποχή της τουρκοκρατίας, το εμπόριο του λαδιού γίνεται αφορμή ν’ αναπτυχθούν ισχυρές τοπικές οικονομίες, πράγμα που παρατηρείται και αργότερα, όταν η παραγωγή σαπουνιού συντελεί στη δημιουργία δυναμικών βιοτεχνικών μονάδων. Σε ελαιοπαραγωγικές περιοχές, όπως η Κρήτη, άρχιζουν να εγκαθίστανται προξενεία ευρωπαϊκών χωρών. Κατά το 18° αιώνα οι εξαγωγές ελαίου εφοδιάζουν τις ευρωπαϊκές αγορές, όχι απλώς μ’ ένα προϊόν που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην κουζίνα, αλλά με την πρώτη ύλη για την παραγωγή σαπουνιού. Έτσι σηματοδοτείται και η ίδρυση της ABEA από το Γάλλο χημικό Ιούλιο Δέη στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα στη Νέα Χώρα Χανίων, με στόχο την εξαγωγή πυρηνελαίου στη Μασσαλία, το πιο ισχυρό βιομηχανικό κέντρο σαπωνοποιίας της εποχής εκείνης.
Ο Μάρτης είναι ο τρίτος κατά σειρά μήνας του χρόνου του πολιτικού έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο και έχει 31 ημέρες. Πήρε το όνομά του από το Ρωμαίο θεό του πολέμου Mars δηλ. τον Άρη. Όπως λέει η ρωμαϊκή ιστορία οι ιδρυτές της Ρώμης, Ρώμος και Ρωμύλος, ονόμασαν αυτόν τον πρώτο μήνα Μάρτιο, προς τιμή του πατέρα τους και γενάρχη των Ρωμαίων του θεού Άρη. Για τούτο και κατά τον Πλούταρχο
(Βίος Νουμά, 19) αναφέρεται πως ο Μάρτιος απεικονίζεται ως άνδρας ενδεδυμένος με δέρμα λύκαινας. Επίσης τον πρώτο μήνα της άνοιξης οι Ρωμαίοι άρχιζαν τις πολεμικές επιχειρήσεις.
Κατά τους χρόνους όμως της «ελεύθερης ρωμαϊκής πολιτείας» ο μήνας αυτός ήταν αφιερωμένος στον θεό Ερμή. Κατά την υπό του Νουμά όμως διαρρύθμιση μετακινήθηκε σαν τρίτος μήνας και πρώτος ο προς τιμή του ειρηνικού θεού Ιανού. Για άλλους η μετατόπιση αυτή έγινε μετά το 153 π.Χ. από τους υπάτους εξακολουθώντας να παραμένει ο Μάρτιος πρώτος μήνας του θρησκευτικού έτους.
Αττικός μήνας: ΕΛΑΦΗΒΟΛΙΩΝ 21 Μαρτίου-19 Απριλίου
Στην αρχαιότητα τα ιερά Ελαφηβόλια τα γιόρταζαν προς τιμήν της Αρτέμιδος.
Η αντιστοιχία του Μαρτίου με το αρχαίο αττικό ημερολόγιο είναι κατά το πρώτο 15νθήμερο με τον 8ο μήνα τον Αθεστηριώνα, κατά δε το 2ο 15νθήμερο με τον 9ο
τον Ελαφηβολιώνα.
Ετυμολογία: Μήνας των ελαφοκυνηγών (ως Ελαφηβολιών).
Ελληνικές Λαϊκές ονομασίες του μήνα Μάρτη
Ο Μάρτης λέγεται Βλάσταρος και Ανοιξιάτης, γιατί είναι ο μήνας που φέρνει την άνοιξη. Στις 21 Μαρτίου έχουμε την εαρινή ισημερία, δηλαδή ίση διάρκεια της ημέρας και της νύχτας.
Ο άστατος καιρός είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Μάρτη, του Γδάρτη και Παλουκοκαύτη, όπως έλεγαν το Μάρτιο τα παλιά χρόνια , που τα σπίτια ζεσταίνονταν με τζάκια και ξυλόσομπες.
Τον λέγανε και Δίγαμο: «Ο Μάρτης έχει δύο γυναίκες, τη μία πολύ όμορφη και φτωχή, την άλλη πολύ άσχημη και πολύ πλούσια. Ο Μάρτης κοιμάται στη μέση. Όταν γυρίζει από την άσχημη, κατσουφιάζει, μαυρίζει και σκοτιδιάζει όλος ο κόσμος, γι’ αυτό παλουκοκαύτης. Όταν γυρίζει από την όμορφη, γελάει, χαίρεται και λάμπει όλος ο κόσμος».
Άλλοι υποστηρίζουν πως ο Μάρτης τη γυναίκα που παντρεύτηκε, από μπροστά ήταν πολύ άσχημη, ενώ από πίσω ήταν πολύ όμορφη! Όταν ο Μάρτης τη βλέπει κατά πρόσωπο κλαίει και ο καιρός χαλάει. Όταν την κοιτάζει από τις πλάτες ευχαριστιέται και ο καιρός καλοσυνεύει. Γι αυτό και η παροιμία λέει: «Ο Μάρτης πότε κλαίει και πότε γελάει». Επειδή είναι άστατος λέγεται πεντάγνωμος «Ο Μάρτης ώρα βρέχει και χιονίζει κι ώρα μαρτολουλουδίζε».
Με όλα αυτά ο Μάρτης είναι περισσότερο ανοιξιάτικος παρά χειμωνιάτικος μήνας για αυτό λέγεται και ανοιξιάτης. Ζευγαρωμένος με τον διάδοχο του, τον Απρίλη, ως Μαρτάπριλο ή Απριλομάρτη, μας φέρνουν τα λουλούδια και τα στάχυα
«Ο Μάρτης με τα λούλουδα και ο Απρίλης με τα στάχυα».
Τότε βγαίνουν τα μαρτολούλουδα ή μαρτιλάκια, μαρτοπούλια ή μαρτακούδια.
Ο Μάρτης έχει τα πρωτεία της άνοιξης αφού από τις εννέα του Μαρτίου τα φίδια ξεναρκώνονται για να χαρούν τη φύση.
Στον Πόντο τον θεωρούσαν σαν μην κακότροπο με τις κάθε τόσες κακοκαιρίες του, όπως λέει το παρακάτω γνωμικό:
«Ο Μάρτης φερ τα χελιδόνια
κελαηδούν και λυν΄ τα χόνε»
ή
«Ο Μάρτης όταν μαρτεύκεται, καλοκαιρίαν μυρίζει
κι΄ όταν παραχολάσχεται
τον Κούντουρου δαβαίνει».
Εκτός από τους παραπάνω στίχους, υπήρχε και η έκφραση: «Εγέλασεν και ο Μάρτης» αφορά ανθρώπους δύσθυμους, που έχουν πάντα τα μπουρίνια τους και ευδοκούν καμία φορά να γελάσουν και να αστειευθούν. Τους τέτοιους συνήθως τους ονόμαζαν
«ο αγέλαστον ο Μάρτ΄ς».
Τον θεωρούσανε για μήνα που φέρνει διάφορες αρρώστιες και πολλούς θανάτους. Ιδιαίτερα ξεκαθάριζε τους φυματικούς:
«Ο Μάρτ΄ς χωρίζ΄ κ σετσεύ΄ τ΄ ανθρώπ΄ς
Ας πέραν αποπάν – ατ ο Μάρτ΄ς κ΄επεκεί ελέπομε».
Επίσης ονομάζεται Βαγγελιώτης λόγω της γιορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Η λαϊκή φαντασία του έδωσε ένα σωρό παρατσούκλια, όπως κλαψομάρτης, πενταγιόματος και άλλα δηλωτικά της φυσιογνωμίας του,
που έχουν σχέση με ιδιότητες ή πράξεις που του αποδίδονται.
Στην ορεινή Πελοπόννησο το Μάρτη τον λένε πεντεγιόματο.
Το παρωνύμιο γίνεται από το πέντε και «γιόμα» που σημαίνει γεύμα. Ίσως επειδή η ημέρα του Μάρτη μεγαλώνει πολύ και οι ξωμάχοι που παλιά δούλευαν από τα χαράματα μέχρι το σούρουπο, ήθελαν να τρώνε πέντε φορές την ημέρα.
Λέγεται άλλωστε στα χωριά της ορεινής Κορινθίας το ανέκδοτο ότι κάποιος χτίστης Βαρβαρίτης (από την Αγία Βαρβάρα Καλαβρύτων) στη συμφωνία που έκλεισε με κάποιο νοικοκύρη για να του χτίσει το σπίτι, έβαλε μέσα και τα πέντε «γιόματα».
Και για να μη βαρυφανεί του νοικοκύρη του τόφερνε πιο απαλά:
«θα μας ταΐζεις λίγο το πρωί, μετά λίγο κολατσιό, το μεσημέρι θα τρώμε καλά, το απόγεμα θα τσιμπάμε κάτι λίγο και μετά θα ματατρώμε το βράάάδι πάλι, με τις τριφτάδες μαζί μια κι όξω».
Εκτός από το «λίγο» μ’ εκείνο το μακρόσυρτο «βράάάδι» ήθελε να δείξει ότι του έκανε και χάρη που θα αργούσαν τόσο να ξαναφάνε.
Έθιμα παραμονής και δοξασίες του μήνα Μάρτη
Τα έθιμα της παραμονής του Μάρτη στην Ήπειρο έχουν θέμα την αποπομπή του Χειμώνα, αφού από Μάρτη, καλοκαίρι:
Τον Φεβρουάριο υποδύεται άνθρωπος χωλός καβάλα εις γάιδαρον.
Η πομπή των παιδιών που τον συνοδεύουν τραγουδεί: Οξω, Κουτσοφλέβαρε
να ‘ρθη ο Μάρτης
με χαρά και με πολλά λουλούδια. Οι νοικοκυρές αναφωνούν: Βγαίνει ο κακόχρονος
μπαίνει ο καλόχρονος
μέσα Μάρτης και χαρά
και καλή νοικοκυρά.
Την πρώτη μέρα του Μάρτη συνηθιζόταν από τα παλιά χρόνια νέοι και νέες να βγαίνουν στα χωράφια και με τη δρόσο των σπαρτών έπλεναν το πρόσωπό τους για να μη μαυρίσουν. Απέφευγαν τη δρόσο των σπαρτών κριθαριού, γιατί αυτή φέρει σπυριά (κριθαρκά) κάτω από τα βλέφαρα.
Άλλο έθιμο ήταν να δένουν γύρω από τον καρπό του δεξιού χεριού τους και γύρω
από το λαιμό τους κλωστή από χρωματιστά νήματα στριμμένα, κόκκινα, λευκά και χρυσά. Καμμιά φορά στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού για να μη σκοντάφτουν.
Η κλωστή λέγεται «Μάρτη» ή «Μαρτιά» ή «Μαρτίτση» και όποιος τη φοράει δεν μαυρίζει από τον ήλιο του Μάρτη και φοριέται μέχρι το Πάσχα.
Στο Λιδωρίκι την πρώτη του Μάρτη φορούσαν στο χέρι ή το δάχτυλο τον «μάρτη», μια κόκκινη και μια λευκη κλωστή για το καλό του μήνα, και το έβγαζαν στο τέλος του μήνα, αφήνοντάς το πάνω στα δέντρα για να το πάρουν τα χελιδόνια για τις φωλιές τους. Αλλού πάλι το δένουν στις λαμπάδες της Λαμπρής για να καούν μαζί.
Στα χωριά της Στυμφαλίας (Δροσοπηγή πρώην Μπάσι) εκτός από τους μάρτηδες που φοράνε, πρωί – πρωί την πρώτη του Μάρτη η νοικοκυρά αντί για άλλο πρωϊνό φτιάχνει χυλό με μπομπότα και πετιμέζι και τρώνε όλοι για να μην τους πιάσει ο Μάρτης.
Τα παιδιά για περισσότερη προστασία βάζουν και λίγο και στη μύτη τους.
Σε άλλα μέρη έδιναν στα παιδιά τους αγόρια και κορίτσια να φάνε ένα μήλο
για να μη τους κάψει ο Μάρτης και για να έχουν γερά δόντια όλο το χρόνο.
Επίσης, τα μονοετή βρέφη λέγονταν πρωτομαρτούδκια και τα περιτυλίγουν με εφτά μάρτιδες, για να μείνουν άσπρα στη μορφή. Λέγανε ότι το παιδί που γεννιέται το Μάρτη είναι ευτυχισμένο. Μαρτούδκια λεγόντουσαν και τα τριχωτά σκουλήκια που γεννιούνται τον Μάρτη πάνω στα πεύκα σε αράχνες φωλιές και επειδή είναι επικίνδυνα οι άνθρωποι απέφευγαν το Μάρτιο τα πεύκα.
Το βαγένι των δώδεκα μηνών
Στα πολύ παλιά χρόνια ο Μάρτης ήταν ο πρώτος μήνας του έτους.
Μια κατεργαριά όμως που έκαμε σε βάρος των αδερφών του, των άλλων μηνών, στάθηκε αιτία να του πάρει την πρωτοκαθεδρία ο Γενάρης.
Η σχετική παράδοση για το «βαγένι των δώδεκα μηνών» ή «το βουτσί» όπως λέγεται αλλού, έχει καταγραφεί από το Νικ. Πολίτη ως Κορινθιακή παράδοση και ο μύθος της έχει γίνει θέμα σατιρικής ποίησης. Μας λέει λοιπόν η παράδοση:
«Μια φορά κι έναν καιρό αποφασίσανε οι δώδεκα μήνες να βάν’ νε κρασί σ’ ένα βαγένι για να πίν’ νε όποτε των έκανε όρεξη. Έτσι λοιπόν είπεν ο Μάρτης.
– Εγώ θα ρίξω πρώτα στο βαγένι και ύστερα ρίχνετε και σεις.
– Καλά, συ ρίξε, είπαν οι άλλοι. Και έτσι έγινε. Έρριξεν εκείνος στο βαγένι μούστο πρώτα και ύστερα οι άλλοι. Όταν λοιπόν εψήθη το κρασί είπε πάλι ο Μάρτης.
– Εγώ έριξα πρώτα, πρώτα θ’ αρχίσω και να πίνω.
-Βέβαια, είπαν οι άλλοι. Έτσι λοιπόν ετρούπησε το βαγένι στο κάτου μέρος, και άρχισε και έπινε, ως που τόπιε ούλο και δεν άφηκε στάλα. Κατόπιν ήρθε η σειρά του Απρίλη να πάει στο βαγένι να πιάσει κρασί. Παγαίνει, το βρίσκει άδειο. Θυμώνει, το λέει στους άλλους. Τ’ ακούνε εκείνοι θυμώνουνε, σκέφτουνται τι να κάνουνε. Τέλος μένουνε σύμφωνοι μεταξύ τους να τον τιμωρήσει ο Γενάρης για την κατεργαριά που τους έκανε. Τον πιάνει λοιπόν ο Γενάρης και του τραβάει ένα ξύλο που είπε αμάν. Του παίρνει και το υπούργημα άρχιζε δηλαδή πρώτα το νέο έτος από το Μάρτη και τώρ’ αρχίζει από το Γενάρη. Αυτό είναι το υπούργημα που του πήρε. Όταν λοιπόν θυμάται το παιχνίδι που των έφτιαξε που ήπιε δηλαδή ούλο το κρασί, γελάει και ο καιρός ξαστερώνει. Όταν θυμάται πάλε το ξύλο πόφαγε κλαίει και βρέχει».
Η παράδοση, που με μικρές παραλλαγές τη συναντάμε και αλλού είναι αιτιολογική και σκοπεύει στην εξήγηση της ακασταστασίας του καιρού που συνήθως χαρακτηρίζει το Μάρτη.
7 Μαρτίου των «καλών ποιμένων»
Την 1η-7η Μαρτίου οι ποιμένες οδηγούσαν τα αιγοπρόβατα από τα χειμαδιά στα ορεινά μέρη λέγοντας: «Κούρευε, κουδούνωνε και στα όρη ανέβαινε».
9 Μαρτίου γιορτή Των Αγίων Σαράντα λέγανε «σαράντα πιοτά κερνούν και σαράντα ψέματα λεν». Στην Κομοτηνή κάνανε φαγητά από 40 είδη χόρτα και 40 σαλιγκάρια, καθώς και 40 λουκουμάδες.
Την ημέρα αυτή που οι τσοπάνηδες αποκόβουν τ’ αρνιά, οι γεωργοί φυτεύουν δέντρα και κλήματα και οι κοπέλλες φυτεύουν λουλούδια γιατί «πιάνουν και δε λαθεύουν».
Σε πολλούς τόπους οι νοικοκυρές φτιάχνουν σαραντόπιττες, πίττες με σαράντα φύλλα που τις κόβουν κομμάτια και τις μοιράζουν για τις ψυχές των ζωντανών ή μαγειρεύουν φαγητό με σαράντα ειδών.
Χελιδονίσματα το μήνα Μάρτιο
Την αρχαία εποχή, με την είσοδο της άνοιξης και με την εμφάνιση των πρώτων χελιδονιών τα παιδιά τραγουδούσανε ειδικό χελιδόνισμα, οι πρώτοι στίχοι του οποίου ήταν οι εξής Αρχαίο χελιδόνισμα:
«Ηλθ’ ήλθε χελιδών
Καλάς ώρας άγουσα
Καλόυς ενιαυτούς
Επί γαστέρι λευκά
Απί νώτα μέλαινα».
Το χελιδόνισμα αυτό ήταν συνηθισμένο και κατά τους βυζαντινούς χρόνους.
Οι χελιδονιστές ήταν κυρίως παιδιά αλλά και ενήλικες και έφεραν μαζί τους ξύλινο ομοίωμα χελιδόνας την 1η Μαρτίου. Πολύ περισσότερο οι Βυζαντινοί που ο χρόνος τους άρχιζε την 1η Μαρτίου περιέρχοντας τα σπίτια τραγουδούσαν τα χελιδονίσματα.
Την Πρώτη Μαρτίου απευθύνονται χαιρετισμοί προς την άνοιξη «ανέτειλε το έαρ» και απαγγέλλονταν επωδοί για το φευγιό του χειμώνα ή του Φεβρουαρίου όπως:
«Φύγε, φύγε Φεβρουάρις
Ο Μάρτς σε διώκει
Εξω ο Φεβρουάριος
Εσω ο Μάρτ’ς
Και ίδε το έαρ το καλόν
Πάλι επανατέλλει
Φέρον υγείαν και χαράν
Και την ευημερίαν»
Ο πρώτος από την ομάδα των καλαντιστών κρατούσε συνήθως ένα σφαιρικό στεφάνι από λουλούδια, πάνω στο οποίο γύριζε ένα ομοίωμα χελιδονιού, για αυτό το τραγούδι που έλεγαν και είναι γνωστό ως τραγούδι της χελιδόνας, γιατί τον Μάρτιο πρωτοεμφανίζονται τα χελιδόνια.
Τα παιδιά γέμιζαν ένα καλάθι με φύλλα κισσού και το περνούσαν από ένα ραβδί. Στην άκρη του έβαζαν την ξύλινη χελιδόνα. Γύρω στο λαιμό τους έβαζαν κουδουνάκια που σήμαιναν χαρμόσυνα όσο προχωρούσαν. Αφού τραγουδούσαν τα κάλαντα σε κάθε νοικοκυρά, εκείνη έπαιρνε λίγα φύλλα κισσού από το καλάθι και τα τοποθετούσε στο κοτέτσι, για να γεννούν πολλά αυγά οι κότες της. είναι γενικότερα γνωστό πώς ο σκουροπράσινος κισσός είναι σύμβολο της αμάραντης βλάστησης και το θεωρούν ως μέσο ικανό να μεταδώσει τη θαλερότητα και τη γονιμότητα στις κότες.
Οι αρχαίοι χελιδονιστές, όπως και οι νεότεροι, απαιτούσαν πλούσια την αμοιβή τους για τον κόπο τους. Απειλούσαν πως αν δεν αμείβονταν ανάλογα, θα ξήλωναν τα πορτοπαράθυρα του σπιτιού και θα έκλεβαν τη νοικοκυρά. Το έθιμο ζωντανεύει τα αρχαία «χελιδονίσματα ή χελιδονισμούς» που αναφέρουν αρχαίοι συγγραφείς και μάλιστα ο Αθηναίος, που μας παραδίνει και σχετικό τραγούδι παλιότερο του 200π.χ. Νέο χελιδόνισμα:
«Μέσα Μάρτης, έξω ψύλοι, εξ’ οχτροί, σας τρων’ οι σκύλοι»
Άλλα χελιδονίσματα που λεγόταν στις Σαράντα Εκκλησιές της Ανατολικής Θράκης
την 1η Μαρτίου
«Φήκα σύκο και σταπίδι
Και σταυρό και λιγμητήρι…»
Στη Θράκη λέγονταν
«Ηρθε, ήρθε χελιδόνα
ήρθε κι άλλη μελιδόνα
κάθισε και λάλησε
και γλυκά κελάηδησε
Μάρτη, Μάρτη μου καλέ
Και Φλεβάρη φοβερέ
Κι αν χιονίσεις κι αν κακίσης
Πάλιν άνοιξιν θα ανθίσης
Θάλασσαν επέρασα
Και στεριάν δεν ξέχασα
Κύματα κι αν έσχισα
Έσπειρα, κονόμησα
Έφυγα κι αφήκα σύκα
Και σταυρόν και θημωνίτσα
Κι ήρθα τώρα κι ηύρα φύτρα
Κι ηύρα χόρτα, σπαρτά βλίστρα,
Βλίστρα, βλίστρα, φύτρα, φύτρα.
Συ καλή νοικοκυρά
Έμπα στο κελάρι σου
Φερ’ αυγά, περδικωτά
Και πουλιά σαρακοστά
Δώσε και μίαν ορνιθίτσα
Φέρε και μία κουλουρίτσα…
Μέσα δω που ΄ρθαμε τώρα,
Μέσα γεια, μέσα χαρά,
Στον αφέντη στην κυρά
Στα παιδιά και στους γονείς
Σ’ όλους τους, τους συγγενείς.
Μέσα Μάρτης, έξω φύλλα
Εξ’ οχτροί, σας τρων οι σκύλοι.
Μέσα φίλοι, μέσα φτήνεια
Και χαρές, χοροί, παιχνίδια
Και φέτος και του χρόνου
Και του χρόνου κι άλλα χίλια»
Σε πολλά τραγούδια απευθύνονται προς τους οικοδεσπότες
ευχές και πολυχρονισμοί όπως:
«Μάρτι, Μάρτι βροχερέ
Και Φλεβάρι χιονερέ
Ηρθ’ Απρίλης ο καλός
Εβγα, καλή νοικοκυρά
Βάλε τα πατίκια σου
Κι εμπα’ς το κελάρι σου
Δος μας κοσοχτώ αυγά
Τέσσερα το δάσκαλο
Και κοσιτέσσερα για μας»
25 Μαρτίου Ιερά Ελευθέρια: Στην Ήπειρο ανάβουν φωτιές και χτυπούν κουδούνια «Φευγάτε, φίδια, σήμερα είν’ του Ευαγγελισμού!»
Γιορτές στο μήνα Μάρτιο
Στις 9 Μαρτίου η γιορτή των Αγίων Σαράντα.
Στις 25 Μαρτίου είναι η πιο μεγάλη θρησκευτική γιορτή του μήνα, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Ο Μάρτης είναι πάντοτε μήνας της Σαρακοστής (των νηστειών) έτσι συμβολικά η φράση «μα λείπει ο Μάρτης που τη Σαρακοστή» λέγεται για πρόσωπο που ποτέ του δεν λείπει από μια εκδήλωση ή γιορτή.
Ο Μάρτιος είναι σημαντικός μήνας και για το ελληνικό έθνος: 1821, 3 Μαρτίου ο Αλέξανδρος Υψηλάντης συγκεντρώνει τον Ιερό Λόχο στη Μολδαβία, 21 Μαρτίου συγκεντρώνονται οι πρόκριτοι και οι οπλαρχηγοί της Πελοποννήσου στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας και αποφασίζουν την κήρυξη της Επανάστασης. 23 Μαρτίου η Καλαμάτα γίνεται η πρώτη ελληνική πόλη που απελευθερώνεται από τους Τούρκους. 25 Μαρτίου ο Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει τη σημαία της Επανάστασης στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου στην Πάτρα και ορκίζει τους αρχηγούς.
(Πηγή: «Παραμύθια και ιστορίες για όλο το χρόνο- Μάρτιος» εκδ. Μαλλιάρης -παιδεία,Γ. Α. Μέγα, Ελληνικαί εορταί, Χριστάκης Σαββίδης).
Οι γεωργοί για το μήνα Μάρτη
Από την καλοκαιρία ή την κακοκαιρία των ημερών του Μάρτη είχαν και τα αντίστοιχα προγνωστικά για την καλή ή την κακή σοδειά των φρούτων. Πίστευαν ότι οι μέρες αυτές έχουν τις φουρτούνες τους. Οι θαλασσινοί και οι ταξιδιώτες στη στεριά και στη θάλασσα είχαν το νου τους και φυλαγότανε.
Τις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου ή τις πρώτες του Απριλίου γίνονται
μπόρες που συνηθέστερα τις έλεγαν «της γριάς οι μπόρες».
Σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες σχετίζονται με την παρακάτω ιστορία:
Έπειτα από ένα βαρύ χειμώνα ήρθε ο Μάρτης και οι άνθρωποι ανάσαιναν – περισσότερο χάρηκε μια γριά, που χάιδεψε τα γιδοπρόβατά της λέγοντας “βγήκε ο Μάρτης τελείωσαν τα βάσανά μου εμπρός, πάμε στα παρχάρια”.
Ο Μάρτης όμως θύμωσε υπερβολικά με τα περιφρονητικά της λόγια και παρεκάλεσε τον Φλεβάρη να του δανείσει τις τρεις πρώτες μέρες του, πράγμα που εκείνος δέχτηκε.
Τότε ο Μάρτης έκανε φοβερό κρύο και ανεμοθύελλες. Η γριά για να μην παγώσει πλησίαζε ολοένα τη φωτιά, ώσπου χώθηκε κάτω από το καζάνι της και κάηκε και φυσικά τα γιδοπρόβατά της σκόρπισαν.
Παρόμοια η παρακάτω Λαϊκή παράδοση από την Πελοπόννησο, που εξηγεί τα απρόοπτα της βαρυχειμωνιάς, που συνήθως επιφυλάσσουν οι τελευταίες ημέρες του Μάρτη:
η ιστορία της «λιθωμένης γριάς»
“Ήτανε μια βολά μια γριά κι είχε κάτι κατσικάκια.
Ο Μάρτης τότε είχε εικοσιοχτώ μέρες και ο Φλεβάρης τριανταμία.
Ήρθε εκείνη την εποχή ο Μάρτης κι επέρασε χωρίς να κάμει χειμώνα και
η γριά από τη χαρά της που βγήκανε πέρα καλά τα πράματα της, εγελάστει και είπε:
– Πρίτσι Μάρτη μου, στην πομπή σου. Μπήκες, βγήκες τίποτα δε μόκαμες.
Τ’ αρνοκατσικάκια μη’ τα ξεχείμασα.
Τότε ο Μάρτης επείσμωσε κι εδανείστει τρεις μέρες απ’ το Φλεβάρη κι έριξε χιόνια πολλά.
Η γριά απιστόμισε το λεβέτι της κι εχώθει απουκάτου με τα πράματά της κι από τον πολύ χειμώνα τα κατσικάκια της εψόφησαν.
Κι από τότες σούρνει ο Μάρτης τριανταμία και ο Φλεβάρης εικοσιοχτώ, γι’ αυτό τον λεν και κουτσό και κουτσοφλέβαρο.
Ένεκα γι’ αυτό πόπαθε εκείνη η γριά τις τρεις υστερνές μέρες του Μάρτη, τις λένε μέρες των γριών.
Κι ονοματίζουνε κάθε μια με τ’ όνομα μιανής από τις πλιό ‘λικιωμένες γριές του χωριού. Και αν τύχει καλή ημέρα λεν πως η γριά είναι καλή κι αν τύχει κακοκαιρία λένε πως από την κακία της γίνηκε”.
Ο Μάρτης είναι ο πρώτος μήνας της άνοιξης και η φύση αρχίζει να ντύνεται στα γιορτινά της. Οι κάμποι είναι καταπράσινοι και γεμίζουν από πολύχρωμα λουλούδια του αγρού. Είναι ο μήνας της βλάστησης και λέγεται
«Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ’ Αύγουστο σεγκούνι»
«Ο Μάρτης έχει τ’ όνομα κι ο Απρίλης τα λουλούδια»
«Ο Μάρτης με τα λούλουδα, ο Απρίλης με τα ρόδα».
Η αστρονομική έναρξη της Άνοιξης γίνεται στις 21 του Μάρτη με την «εαρινή ισημερία» που οι μέρες γίνονται ίσες με τις νύχτες και το καλοκαίρι τελειώνει στις 23 Σεπτέμβρη με την ισημερία φθινοπωρινή και η διαπιστωτική παροιμία επισημαίνει το φαινόμενο:
«Του Μάρτη και του Τρυγητή ίσα τα ημερόνυχτια».
Τον Μάρτιο παρατηρείται πολλές φορές ξηρασία και ανομβρία,γι αυτό λέγεται η φράση «τον Μάρτη ξύλα φύλαε μην κάψεις τα παλούκια».
Οι γεωργοί παρακαλούν τον Μάρτη να πέσουν έστω και λίγες βροχές, γι’ αυτό και λένε: «Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά, ο Απρίλης άλλο ένα, αν δώσει και του Μάη και μυλλοψιχαλίσει, τότε να δει τ’ αμπάρκα γεμισμένα»
«τότε να δει τη Μεσαρκά σιτάρι να γιωρκίσει
«Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά, ο Απρίλης ένα,
χαρά σε κείνον τον γεωργόν π’ όχει πολλά σπαρμένα».
Επειδή τον Μάρτη κάνει βαρύ χειμώνα αλλά κάνει και ζέστες, που μπορεί να κάψουν και να μαυρίσουν την επιδερμίδα του προσώπου, λέγεται η φράση
«Απ’ έχει κόρην όμορφην του Μάρτη δεν τη δείχνει».
Σχετικές με τις δοξασίες για τον Μαρτιάτικο ήλιο είναι και οι παροιμίες:
«το Μάρτη ο ήλιος βάφει και πέντε μήνες δεν ξεβάφει»
«Ο ήλιος του Μαρτιού τρουπάει κέρατο βοδιού»
«Τον Μάρτη οι αυγές με κάψανε του Μάη τα μεσημέρια»
«Το Μάρτη στον ήλιο να μην κοιμηθείς»
«Ο καλός Μάρτης στα κάρβουνα κι’ ο κακός στον ήλιο».
Γενικά ο Μάρτης από απόψεως γεωργικής θεωρείται μήνας κλειδί. Οι σποραδικές βροχές του Μαρτίου συντελούν στην αύξηση και στο γέμισμα των σπαρτών.
Για τον Μάρτη λέγεται και η εξής φρασεολογία:
«Αν κάμει ο Μάρτης δυο νερά κι ούλος ο Απρίλης ένα, αν δώσει και του Μάη και ψιλοψυχαλίσει,κι εσέναν το αμάξι σου αφέντη τόσα αξίζει».
Ο Μάρτιος θεωρείται ο μήνας της αρχής του θέρους και λέγεται η φράση:
«από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνας».
Οι γεωργοί προτιμάνε το Μάρτη βροχερό. Γιατί τότε η σοδειά τους θα είναι καλύτερη.
Άλλωστε το διαβεβαιώνουν και αρκετές παροιμίες:
«Μάρτης έβρεχε, θεριστής χαιρότανε»
«Κάλλιο Μάρτης στις γωνιές, παρά Μάρτης στις αυλές»
«Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απρίλης άλλη μία, να δεις κουλούρες στρογγυλές και πίττες σαν αλώνι».
Οι γεωργοί πιστεύουν ακόμα ότι το Μάρτη αρχίζουν τα σπαρτά να παίρνουν πάνω τους και να ψηλώνουν. Γι’ αυτό και η παροιμία:
«Ο Μάρτης εδιαλάλησε μικρά μεγάλα απάνου».
Στην αστάθεια του Μαρτιάτικου καιρού και στην απότομη εναλλαγή ζέστης και κρύου, αναφέρονται και οι παροιμίες:
«Ο Μάρτης το πρωί το ψόφησε, και το βράδυ το βρόμισε».
«Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος πέντε φορές εχιόνισε και
πάλι το μετάνοιωσε πως δεν εξαναχιόνισε».
και η συμβουλευτική:
«Κοίτα να μη σε γελάσει ο Μάρτης και χάσεις την ημέρα».
Ονομασία που προέρχεται από το ελληνικό «μάργαρον» δηλαδή μαργαριτάρι. Ανακαλύφθηκε όταν εξαφανίστηκε από την αγορά της Ευρώπης το ζωικό βούτυρο και επιβλήθηκε όταν η γλυκερίνη που διαθέτουν τα ζωικά λίπη πήγε για την κατασκευή νιτρογλυκερίνης.
ο 1860, μια αρρώστια που έπεσε στα βοοειδή της Γαλλίας αποδεκατίζοντας τον πληθυσμό τους, δημιούργησε στη γαλλική αγορά μεγάλη έλλειψη βουτύρου. Το βούτυρο αποτελούσε βασικό διατροφικό πυλώνα όλης της Ευρώπης, με εξαίρεση τα μεσογειακά της τμήματα όπου βασική τροφή ήταν το ελαιόλαδο. Στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη όμως, το ζωικό βούτυρο αποτελούσε τη βάση της διατροφής των αγροτικών και αστικών πληθυσμών, αλλά και των στρατευμάτων ή των πληρωμάτων των καραβιών.
Ο Γάλλος Αυτοκράτορας Ναπολέων Γ’, θέλοντας να εξασφαλίσει τη διατροφή των υπηκόων του αλλά και των στρατιωτών του που πολεμούσαν εναντίων των Πρώσων, προκήρυξε ένα δημόσιο διαγωνισμό για την παρασκευή ενός διατροφικού προϊόντος που θα αντικαθιστούσε το λιγοστό και ακριβό βούτυρο. Οι προϋποθέσεις που έβαλε για το νέο προϊόν ήταν μάλλον εξωφρενικές: Να αποθηκεύεται εύκολα. Να διατηρείται για ικανό διάστημα χωρίς να αλλοιώνεται. Να μοιάζει με το βούτυρο, το οποίο είχε μάθει να τρώει ο κόσμος. Να διαθέτει επαρκείς θερμίδες. Τέλος, να είναι φθηνό.
Αν και το διάταγμα του Ναπολέοντα έμοιαζε περισσότερο με ευχολόγιο παρά με ρεαλιστική πρόταση για έρευνα, ένας χημικός, ο Ιππόλυτος Μεζ Μουριέ παρουσίασε λίγο αργότερα μια επινόηση που περιέργως κάλυπτε πλήρως όλους τους βασιλικούς όρους. Ο Μουριέ ήταν ένας πρωτοπόρος αυτού που σήμερα ονομάζουμε τεχνολογία τροφίμων. Κατά τη διάρκεια της ζωής του ασχολήθηκε επιστημονικά με το ψωμί, τα αμπέλια, την κονσερβοποιία, το αλάτι, τα ένζυμα και άλλα που για την εποχή του έμοιαζαν εξωπραγματικά.
Στην πρώτη του εκδοχή, ο αντικαταστάτης του βουτύρου προήλθε από βοδινό λίπος μετά την απομάκρυνση απ’ αυτό των συμπαγών στοιχείων του που ονομάζονται στέαρ και με την ανάμειξη του στη συνέχεια με γάλα. Λίγο αργότερα, ακολουθώντας την ίδια μέθοδο, αντικατέστησε ως πρώτη ύλη το βοδινό λίπος με φυτικά έλαια. Ο Μουριέ διάλεξε για το κατασκεύασμα του ένα αρχαιοελληνικό όνομα, το μάργαρον δηλαδή το μαργαριτάρι. Το 1860 λοιπόν, είχε γεννηθεί η μαργαρίνη.
Αν και η μαργαρίνη έμοιαζε καταπληκτικά με το βούτυρο, ήταν μεγάλης διατροφικής αξίας και πολύ φθηνότερη απ’ αυτό, δεν έπιασε στη Γαλλία. Οι καταναλωτές συνέχισαν να αναζητούν το παραδοσιακό τους ζωικό βούτυρο πληρώνοντας το σε εξωφρενικές τιμές. Η μαργαρίνη παραγόταν αλλά ήταν στο περιθώριο της κατανάλωσης. Η καθιέρωση της ήρθε πολύ αργότερα, στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, όχι από τους Γάλλους που την ανακάλυψαν και την βιομηχανοποίησαν πρώτοι, αλλά από τους αντιπάλους τους Γερμανούς και τους Αυστρουγγαρέζους.
Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου, οι Γερμανοί χρειάζονταν τεράστιες ποσότητες πυρομαχικών, βασικό συστατικό των οποίων ήταν η γλυκερίνη. Τα ζωικά λίπη έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε γλυκερίνη, οπότε από τον πρώτο χρόνο του πολέμου το ζωικό βούτυρο εξαφανίστηκε από την αγορά. Η Γερμανική πολεμική βιομηχανία έπαιρνε όλη την πρώτη ύλη, για να της αφαιρέσει τη γλυκερίνη και να κατασκευάσει την εκρηκτική νιτρογλυκερίνη.
Υποχρεωτικά, το Γερμανικό κράτος θυμήθηκε την παραμελημένη μαργαρίνη των Γάλλων και την επέβαλε ως διατροφή, πρώτα στα στρατεύματα της μέσα στα χαρακώματα και μετά στον πληθυσμό της. Με το τέλος του πολέμου, όλη η Κεντρική Ευρώπη είχε συνηθίσει τη μαργαρίνη και συνέχισε να την καταναλώνει και τα επόμενα χρόνια, κυρίως τα φτωχότερα στρώματα που δεν είχαν δυνατότητα ν’ αγοράσουν το ζωικό βούτυρο που επανεμφανίστηκε.
Έκτοτε η βιομηχανία της μαργαρίνης με τις χιλιάδες παραλλαγές της, έγινε μια από τις σπουδαιότερες βιομηχανίες της παγκόσμιας διατροφικής αλυσίδας. Όσο μάλιστα προχωρούσε η ιατρική έρευνα και ανακάλυπτε τις αρνητικές επιπτώσεις του ζωικού βουτύρου στον ανθρώπινο οργανισμό, κυρίως στο κυκλοφορικό και στην καρδιά, τόσο γιγαντωνόταν η παραγωγή του υποκατάστατου από φυτικά έλαια.
Σήμερα, ο κύκλος εργασιών της ανακάλυψης του Ιππόλυτου Μεζ Μουριέ εξ’ αιτίας μιας επιδημίας που αρρώσταινε τις αγελάδες κάποτε, είναι εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.ΕντάξειΔιαβάστε περισσότεραΜη αποδοχή