Γιατί επιλέγουμε τη διαφοροποιημένη διδασκαλία !

3

Ανέκαθεν οι άνθρωποι ήταν διαφορετικοί όπως και τα παιδιά, ωστόσο έτειναν να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο στην πράξη της διδασκαλίας και η αντιμετώπισή τους κρινόταν με βάση τη χρονολογική τους ηλικία και το αντίστοιχο αναπτυξιακό τους επίπεδο.Η πράξη της διδασκαλίας βασιζόταν στην εκπλήρωση στόχων και κριτηρίων που αποτελούσαν επιταγές των αναλυτικών προγραμμάτων με κυρίαρχη μέθοδο τη δασκαλοκεντρική, που στόχευε στη μονόπλευρη μετάδοση γνώσεων μέσω ενός δασκάλου αυθεντία και όχι στην κατάκτησή τους από τον μαθητή.

Πού βασιζόταν η διδασκαλία στο παρελθόν;

Συνεπώς, η διδασκαλία βασιζόταν στις ομοιότητες των μαθητών, παρείχε κοινές για όλους στρατηγικές, έθετε τους ίδιους στόχους τους οποίους καλούνταν όλοι οι μαθητές να κατακτήσουν παρουσιάζοντας τα ίδια μαθησιακά αποτελέσματα και κρινόμενοι με τα ίδια αξιολογικά κριτήρια. Πραγματοποιούνταν μια ομοιόμορφη διδασκαλία που απευθύνονταν στο μέσο όρο. Αυτό το πρόγραμμα σπουδών, όμως, άφηνε εκτός της μαθησιακής διαδικασίας πληθώρα μαθητών (McBride, 2004, McCoy & Ketterlin -Geller, 2004, Tomlinson, 2002).

4

 

 

Η ανάπτυξη των επιστημών της Αγωγής και της ψυχολογίας, παράλληλα με τις επιταγές μιας συνεχώς μεταβαλλόμενης κοινωνίας που αναδεικνύει τη διαφορετικότητα, οδηγεί βαθμιαία στην υιοθέτηση μια νέας φιλοσοφίας για την εκπαίδευση που ορίζει διαφορετικά το ρόλο του δασκάλου όπως και του μαθητή και θέτει σε νέες βάσεις τη μαθησιακή διαδικασία. Παράλληλα, η ερευνητική δραστηριότητα και η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση, τις δύο τελευταίες δεκαετίες, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη της χρήσης διαφορετικών τρόπων προσέγγισης των μαθητών στην εκπαιδευτική πράξη.

Αυτή τη νέα προσδοκία εκπληρώνει στην πράξη η διαφοροποίηση, η οποία έρχεται να αντικαταστήσει τις παραδοσιακές γνωσιοκεντρικές διδασκαλίες και να αντικρύσει την εκπαιδευτική πράξη με τα μάτια του μαθητή.

Η διαφοροποιημένη διδασκαλία αποτελεί μια φιλοσοφία, έναν τρόπο σκέψης που βρίσκει την πρακτική της εφαρμογή κατά την εκπαιδευτική πράξη. Ως άξονας τίθεται το παιδί ως διαφοροποιημένη μονάδα, κοινή αποδοχή ότι τα παιδιά διαφέρουν μεταξύ τους. Ο εκπαιδευτικός – με ένα καλά οργανωμένο σχέδιο δράσης- οφείλει να ανταποκρίνεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μαθητή και τα ενδιαφέροντα του, προσαρμόζοντας τη διδασκαλία στο μαθητή και όχι το μαθητή στη διδασκαλία.

Γιατί κρίνεται αναγκαία η διαφοροποιημένη διδασκαλία και γιατί επιλέγουμε να τη χρησιμοποιούμε στο τμήμα ένταξης.

Όπως οι ενήλικες, έτσι και τα παιδιά, έχουν ομοιότητες, μοιράζονται πολλά κοινά πράγματα και κοινές εμπειρίες. Η διαφορετικότητα όμως του καθενός είναι αυτή που τον καθορίζει και τον καθιστά μοναδική προσωπικότητα. Στην τάξη του Νηπιαγωγείου υπάρχει λοιπόν, ένα σύνολο διαφορετικών προσωπικοτήτων, διαφορετικών ατόμων που το καθένα ξεχωριστά έχει το δικαίωμα να αντιμετωπίζεται ως τέτοιο. Και ακριβώς σε αυτές τις διαφορές μπορεί να βασιστεί μια διαφορετική διδασκαλία, ώστε να κάνει τη διαδικασία της μάθησης περισσότερο ενδιαφέρουσα αλλά κυρίως αποτελεσματική. Κατά τη διαδικασία της διαφοροποίησης η εκπαιδευτικός του τμήματος ένταξης φροντίζει για την επίτευξη των προτύπων-στόχων του γενικού εκπαιδευτικού συστήματος σπουδών προσαρμόζοντάς το στον κάθε μαθητή. Με αυτό τον τρόπο οδηγεί τον μαθητή στην κατάκτηση της γνώσης μέσα από διαφορετικούς δρόμους.

2

Στη σημερινή πραγματικότητα κάθε τάξη πρέπει να θεωρείται τάξη μικτής ικανότητας, δεδομένου ότι αποτελείται από ανομοιογενή μαθητικό πληθυσμό. Καθήκον του δασκάλου λοιπόν αποτελεί η εξασφάλιση της συνεχούς ανατροφοδότησης και αξιολόγησης του κάθε μαθητή και των διδακτικών στρατηγικών, ώστε να θέτει σαφείς στόχους για το αποτέλεσμα της μαθησιακής διαδικασίας, μελετώντας και γνωρίζοντας πρωτίστως αυτούς στους οποίους απευθύνεται, τους μαθητές του!