Μετάφραση
Έρωτα, που δε γονάτισες ποτέ στον πόλεμο,
Έρωτα, που ορμάς και γεμίζεις την πλάση,
που στ’ απαλά τα μάγουλα
της κόρης νυχτερεύεις,
που σεργιανάς τις θάλασσες 785
και των ξωμάχων τα κατώφλια,
κανείς δε σου γλυτώνει
μηδέ θνητός
μηδέ αθάνατος.
φωλιάζεις στο κορμί και το μανίζεις.
Ερμηνευτική ανάλυση
Η ωδή ανοίγει με τη λέξη Έρως, που επαναλαμβάνεται στην ίδια θέση του επόμενου στίχου, και τελειώνει με το όνομα της Αφροδίτης (ζει θεός Αφροδίτα). Ο χορός σκιαγραφεί τα χαρακτηριστικά του προσωποποιημένου φτερωτού θεού: α) είναι ανίκητος στη μάχη, άρα παντοδύναμος, β) «γεμίζει» με την ορμή του την πλάση, γ) ξενυχτά στα τρυφερά μάγουλα των κοριτσιών, δ) σεργιανά στις θάλασσες και στων ξωμάχων τα κατώφλια, ε) κυριεύει θνητούς και αθάνατους, χωρίς διάκριση, στ) τρελαίνει όποιον πιάσει στα δίχτυα του. Όπως είναι φανερό, τονίζεται η παντοδυναμία του Έρωτα, η κυριαρχία του στην επίγεια και την υπέργεια πλάση. Η σκληρότητα του ακατανίκητου θεού εναλλάσσεται με τη λεπτότητα και την τρυφερότητά του, με την αγνότητα και την ομορφιά του ερωτικού σκιρτήματος της νεότητας. Η έκταση της κυριαρχίας του (σε γη, ουρανό και θάλασσα) συνεκφαίνεται με την ένταση με την οποία επενεργεί. Τα κινητικά ρήματα (ορμάς, σεργιανάς), τα προσδιοριστικά επίθετα (ανίκατε, υπερπόντιος) και οι εναργείς εικόνες αισθητοποιούν το ακατανίκητο του Έρωτα.
Η κορύφωση της ιδέας, η τρέλα στην οποία οδηγεί ο Έρωτας (ο δ’ έχων μέμηνεν), οδηγεί με φυσικότητα στην Αντιστροφή. Υπογραμμίζεται, συγκεκριμένα, ότι: α) ο Έρωτας «ξεστρατίζει» το νου των δικαίων, β) έφερε την αντιδικία (το νείκος) στη βασιλική οικογένεια του Κρέοντα, γ) ο «λαγαρός των βλεφάρων πόθος» νικά και ο Έρωτας πλέον, ως συμπάρεδρος των μεγάλων θεσμών (:Αιδούς, Δίκης, Νεμέσεως), υπερβαίνει τη δύναμη των φυσικών και των ηθικών νόμων που ρυθμίζουν την τάξη του σύμπαντος. Ο ΄Ερωτας, με συνεργό του την Αφροδίτη, κατακτά διαστάσεις υπερκόσμιας δύναμης με ακατανίκητη ισχύ.
Αν και το νόημα της ωδής βιώνεται καλύτερα σε αναφορά και συγκριτική αντιπαράθεση με άλλους ύμνους στον Έρωτα, που συναντώνται σε σωζόμενες τραγωδίες, ο συγκεκριμένος ύμνος ανήκει ταυτόχρονα στα χορικά άσματα που μπορούν να αυτονομηθούν και να λειτουργήσουν αυτοτελώς. Η ποιητική φαντασία του Σοφοκλή φαίνεται να υπακούει στην παραδεδομένη τεχνική σχετικών με τον Έρωτα ύμνων, τροφοδοτείται όμως από όσα προηγήθηκαν, κυρίως από τη ρήξη Κρέοντα-Αίμονα, η οποία υπόκειται προφανώς στους στίχους 793-4, όπου σκιαγραφείται η καταστροφική μορφή του Έρωτα. Είναι ενδιαφέρον ότι ο χορός συλλαμβάνει στο σημείο αυτό και προβάλλει το βαθύτερο κίνητρο της συμπεριφοράς του Αίμονα, τον έρωτά του για την Αντιγόνη, αν και ο ερωτευμένος νέος είχε διαφυλάξει το συναίσθημα και είχε προβάλλει λογικά και πολιτικά επιχειρήματα. Υιοθετεί, επομένως, κριτική στάση ως προς τη δράση των ηρώων και βοηθά το θεατή να ερμηνεύσει την τελευταία σκηνή, την αποφασιστική, δηλαδή, καμπή της σύγκρουσης πατέρα-γιου, αλλά και να συλλάβει την προσήμανση του στίχου ήδ’ ουν θανείται και θανούσ’ ολεί τινα (751), που εκφέρεται από τον Αίμονα ως απάντηση στην πατρική απειλή ότι ποτέ δεν πρόκειται να παντρευτεί την αγαπημένη του.
Παρακάμπτοντας τα σχετικά ερμηνευτικά ζητήματα που προκύπτουν από το γενικό και αμφίβολο τρόπο με τον οποίο εξακολουθεί να εκφράζεται ο χορός, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι αναφερόμενος ο τελευταίος στην παντοδυναμία του Έρωτα, επιχειρεί να μειώσει την ευθύνη του Αίμονα ως προς τη διασαλευθείσα (όπως πιστεύει) ηθική τάξη. Η συμπεριφορά του Αίμονα θεωρείται αποτέλεσμα της επίδρασης του Έρωτα, στον οποίο ούτε οι θεοί μπορούν να αντισταθούν. Πίσω όμως από το χορό ο Σοφοκλής, που βλέπει το δίκιο στην πλευρά του Αίμονα, διδάσκει ότι ο Έρωτας ενδυναμώνει το άτομο στον αγώνα του κατά της αδικίας. Αν συνυπολογίσουμε ότι και η Αντιγόνη κυριαρχείται από τον έρωτα προς τον Αίμονα και ταυτόχρονα από την αδελφική αγάπη, όπως και η Ισμήνη, κατανοούμε ότι η αγάπη συνέχει τα τρία πρόσωπα του έργου, ενώ θέτει σε απέλπιδα αντίθεση τον Κρέοντα. Η πτώση του τελευταίου προσημαίνεται. Ο Κρέων θα πληρώσει τελικά στο θεό Έρωτα με το θάνατο του Αίμονα. Η ηθική της αγάπης θα θριαμβεύσει πάνω στην ηθική της ιδιοτέλειας και του υπολογισμού. Το θέμα του Έρωτα σπονδυλώνει έτσι το κεντρικό στάσιμο του έργου, υποκαθιστά την έλλειψη μιας σκηνής μεταξύ Αντιγόνης και Αίμονα και αποτελεί προοίμιο του κομμού που ακολουθεί, όπου η ιδέα του Έρωτα θεωρείται πλέον από την πλευρά της Αντιγόνης. Υποκαθιστώντας όμως ο Σοφοκλής μια τέτοια (ερωτική) σκηνή -στην οποία θα επέμενε το σύγχρονο θέατρο- με τη δραστική λιτότητα του χορικού άσματος, αρνείται να αφεθεί στον εύκολο δρόμο της προβολής του ερωτικού συναισθήματος και να διαλύσει το τελευταίο μέσα στα ατέλειωτα λόγια μιας λογομαχίας.
Αν δεχτούμε, όπως συνάγεται από τη λογική ανάλυση, ότι η Αντιγόνη είναι μια τραγωδία της ανθρώπινης μωρίας, ότι ο Σοφοκλής δραματοποιεί την κατάληξη της αλαζονείας και του λάθους με ενορατική και διεισδυτική ικανότητα, ότι τονίζει με έμφαση την υπευθυνότητα των ανθρώπων, τότε το χορικό αυτό φαίνεται να παρεκκλίνει από τη λογική αυτή. Ο χορός θεωρεί ως αιτία για τη διασάλευση της ηθικής τάξης τον Έρωτα και όχι την ύβρη που εκφράζει ο Κρέων, αποσιωπώντας μάλιστα τη δραστική σημασία που αποδίδει ο ποιητής στο χαρακτήρα του ήρωα. Ο Σοφοκλής, όπως κάθε μεγάλος ποιητής, δεν επιλέγει εύκολες λύσεις. Ο στόχος του είναι να μας αναγκάσει να στοχαστούμε πάνω στην ανθρώπινη δράση. Να προσμετρήσουμε το μερίδιο του Έρωτα στην επαναστατικότητα του ατόμου, στην εκρηκτική ορμή της ψυχής, που προσπαθεί να αποκτήσει την ελευθερία της απέναντι σε μια αυταρχική εξουσία. Ο Έρωτας αποβαίνει λοιπόν η υπερκόσμια δύναμη που ενισχύει την επαναστατική ισχύ του πολίτη. Οπλίζει τον Αίμονα και την Αντιγόνη, τους ήρωες που επιχειρούν να αποτινάξουν την κρατική αυθαιρεσία η οποία εμποδίζει την ελεύθερη αναπνοή τους. Η τιμωρία του Κρέοντα καταδικάζει την ύβρη της τάξης του και ο θάνατος των δύο ηρώων υπογραμμίζει, ίσως, το χρέος των ανθρώπων να υπερασπιστούν την ελευθερία της κοινότητας, στην οποία ανήκει και η ζωή τους, αν χρειαστεί. Οι Αντιγόνες και οι Αίμονες αποτελούν, επομένως, την υπόσχεση και την απαίτηση μιας καινούργιας κοινωνίας, φτιαγμένης στα μέτρα της ελευθερίας του ανθρώπου, όπου η εξουσία, περιορισμένη στο σωστό της ρόλο, θα είναι πια ο εγγυητής της ελευθερίας, όπου ο Κρέων και η Αντιγόνη, συμφιλιωμένοι στην ιστορία, θα εγγυώνται με την ισορροπία τους την ελευθερία του ανθρώπου μέσα στους κόλπους μιας κοινότητας ορθοφρονούσας και δίκαιης. Ο ρόλος του Έρωτα, τη δύναμη του οποίου ψάλλει ο χορός του Σοφοκλή, διαγράφεται καταλυτικός μέσα στη νέα ανθρώπινη κοινότητα. Ο θεός του Έρωτα οδηγεί στην πτώση τον Κρέοντα και αποδεικνύεται πιο καταστρεπτικός από κάθε άλλη δύναμη. Ο Σοφοκλής κατορθώνει να αποδώσει στον Έρωτα το maximum του μεγαλείου του. Η ερωτική μανία, που εμπνέει η Αφροδίτη, γίνεται η «θεία μανία» που ξανακάνει τον κόσμο κόσμημα, όπως τον οραματίστηκαν οι ποιητές, «όμορφο από την αρχή, στο σχήμα της καρδιάς».
Διαχρονική σημασία σήμερα
Η Αγάπη είναι το υπέρτατο συναίσθημα. Τη θεωρώ ως τη μεγαλύτερη δύναμη του Ανθρώπου. Η Αγάπη είναι σαν τη φωτιά: Όμορφη σαν την κοιτάς από μακριά, ζεστή όταν την πλησιάζεις, καίγεσαι αν την αγγίξεις. Θεωρώ ευτυχείς όσους έχουν νιώσει το υπέροχο αυτό συναίσθημα και τις συνέπειές του, έστω κι αν αυτές είναι οδυνηρές, καθώς η αληθινή Αγάπη, μπορεί να είναι ζωοδότρα, αλλά και θάνατος μαζί, κάποτε, να οδηγήσει κάποιον στην τρέλα, ακόμα και στο θάνατο. Η ιεροτελεστία αυτή, που είναι το υψηλότερο και το ευγενέστερο των αισθημάτων, του ανθρώπου, κοστίζει τόσο ακριβά (ενώ δεν κοστίζει τίποτα στην πραγματικότητα), ορισμένες φορές, και είναι τόσο σπάνια, ειδικά, στις μέρες μας.
Έρωτας είναι η Ζωή. Η λέξη από μόνη της αγιάζει καθετί που βρίσκεται σιμά της. Ο Έρωτας είναι ένας, δε γνωρίζει, σύνορα, φραγμούς, φύλλο, αποστάσεις. Δεν έχει μέτρα ούτε σταθμά.
Η Αγάπη, που, πολλές φορές, έρχεται και φεύγει, λυσσομανώντας, όπως ο άνεμος, αφήνει πικρή γεύση, σε τυχόν έλλειψη ανταπόκρισης, χωρισμό και χαμό της. Ως αρχέγονο συναίσθημα ανάγκης, δεν υπόκειται σε νόμους, δεν έχει όρια και δε δέχεται όρους, ενώ, ειδικά ο Έρωτας, μπορεί να φτάσει στο αντίθετο άκρο, εκείνο του μίσους, σε αντίθεση με την Αγάπη που μπορεί να ‘ναι άδολη.
Κατά τον Ησίοδο («Θεογονία»), ο Έρωτας γεννήθηκε με το σμίξιμο της Γης και του Χάους, ενώ, ο Σοφοκλής, στην «Αντιγόνη», έγραψε το περίφημο: «Έρως ανίκατε μάχαν», Για να συνεχίσει με τα λόγια της ίδιας της Αντιγόνης: «Ούτοι συνέχθειν, αλλά συμφιλείν έφυν», δηλαδή: Δε γεννήθηκα για να μισώ, αλλά για ν’ αγαπώ.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.