Οι Αρχαίαοι Έλληνες είχαν παρατηρήσει μέσα στον χειμώνα κάποιες μέρες καλοκαιρίας. Οι μέρες αυτές τοποθετούνται στο χρονικό διάστημα από την 15η Δεκεμβρίου έως και την 15η Φεβρουαρίου , με μεγαλύτερη συχνότητα το διάστημα 15-31 Δεκεμβρίου και 16-31 Ιανουαρίου. Ήταν μέρες με πολύ ήλιο, χωρίς σύννεφα. Αυτές τις μέρες τις ονόμασαν Αλκυονίδες μέρες από το πουλί την Αλκυόνη που σύμφωνα με το μύθο πριν γίνει πουλί ήταν μία πανέμορφη γυναίκα κόρη του Θεού των ανέμων Αίολου και της Ενάρετης.
[slideboom id=687869&w=425&h=370]
ΠΙΝΑΚΑΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ
Η Αλκυόνη ψάχνει το σύζυγό της, Κήυκα.
Σύμφωνα με το μύθο , η Αλκυόνη πριν γίνει πουλί , ήταν μια πεντάμορφη κοπέλα , κόρη του Αίολου , του θεού του ανέμου και της Ενάρετης .
Η Αλκυόνη ήταν παντρεμένη με τον Κύηκα κι ήταν τρισευτυχισμένη . Περνούσαν τόσο όμορφα , που άρχισαν να πιστεύουν σιγά – σιγά ότι δεν είναι κοινοί θνητοί , αλλά ισάξιοι με τους 12 Θεούς του Ολύμπου .
Ο Κύηκας θεώρησε τον εαυτό του ισάξιο του Δία και η Αλκυόνη πίστευε πως ήταν ισάξια της Ήρας . Μάλιστα άρχισαν να αποκαλούν ο ένας τον άλλο με τα ονόματα των Θεών . Αυτό προκάλεσε την οργή του Δία . Όταν το έμαθε θύμωσε τόσο πολύ , που έριξε έναν κεραυνό στο καράβι του Κύηκα κι αυτός μη μπορώντας να παλέψει με τα μανιασμένα κύματα , πνίγηκε .
Η Αλκυόνη περίμενε τον άνδρα της στο ακρογιάλι και καθώς περνούσε η ώρα κι ο καιρός η αγωνία της μεγάλωνε ακόμη περισσότερο . Μέσα από τη μανιασμένη θάλασσα το μόνο που μπορούσε πια να αντικρύσει ήταν κάποια ξύλα από το καράβι του Κύηκα . Άρχισε τότε να κλαίει απαρηγόρητα . Ημερόνυχτα θρηνούσε το χαμό του αγαπημένου της Κύηκα . Ο Δίας στο τέλος τη λυπήθηκε και τη μεταμόρφωσε σε ένα πανέμορφο πουλί , με λαμπερά γαλάζια φτερά , την αλκυόνα (Alcedo atthis ) .
Η αλκυόνα ζει και αναπαράγεται κοντά σε ακτές , ποτάμια , λίμνες , υγροτόπους και σε παράκτιες λιμνοθάλασσες της Ελλάδας , της Κύπρου και της Ευρώπης γενικότερα . Μοιάζει σα να περιμένει να εμφανιστεί μέσα από τα κύματα ο αγαπημένος της Κύηκας .
Το μαρτύριο όμως της αλκυόνας δεν τελείωνε εδώ . Γεννούσε τα αυγά της μέσα στη βαρυχειμωνιά και τα κλωσούσε πάνω σε πέτρες και βράχια στις ακτές . Κάποιες φορές τα αγριεμένα κύματα όμως ορμούσαν με μανία πάνω στη φωλιά της κι αυτή καταστρεφόταν μαζί με τα αυγά της .
Ο Δίας και πάλι έδειξε συμπόνια στην αλκυόνα κι έτσι μέσα στην καρδιά του χειμώνα , οι άνεμοι κοπάζουν κι ο ήλιος λάμπει , βοηθώντας την αλκυόνα να κλωσήσει τα αυγά της .
Λύσε τα μα- λύσε τα μαύρα σου μαλλιά
αύρα γλυκειά σ’ ακροθαλάσσι,
είσαι δικιά είσαι δικιά μου Παναγιά
ταξίδεψέ με κι όπου φτάσει.
Με της αγά- με της αγάπης τα πουλιά
μαλαματένιες βέρες,
έφερες φως, έφερες φως μου ξαστεριά,
αλκυονίδες μέρες.
Κι αν λόγω υπερβολικής λατρείας
με συλλάβει η τροχαία,
μαζί μου να, να, να ‘στε επιεικής,
αθώος, κύριε εισαγγελέα.
Στα όνειρα, στα όνειρά σου ναυαγός,
αλλιώτικος και άγραφτός μου νόμος,
όλοι στα δύ- όλοι στα δύσκολα καπνός,
φανατικός και της καρδούλας σου λοστρόμος.
Εν εξελί- εν εξελίξει πυρκαγιά
είν’ η ματιά σου και δε σβήνει,
έχει τυλί- έχει τυλίξει τα παλιά
κι ούτε σκιά δε θ’ απομείνει.
Κι αν λόγω υπερβολικής λατρείας
με συλλάβει η τροχαία,
μαζί μου να, να, να ‘στε επιεικής,
αθώος, κύριε εισαγγελέα.
Στην κολυμπή- στην κολυμπήθρα σου θα μπω
σαν το μωρό, μη σου φανεί αστείο,
την κάθε πί- την κάθε πίκρα σου θα πιω
κι αν με δικάσουνε θα πάω εφετείο.
Με της αγά- με της αγάπης τα πουλιά
μαλαματένιες βέρες,
έφερες φως, έφερες φως μου ξαστεριά,
αλκυονίδες μέρες.
Κι αν λόγω υπερβολικής λατρείας
με συλλάβει η τροχαία,
μαζί μου να, να, να ‘στε επιεικής,
αθώος, κύριε εισαγγελέα. ( χ2 )