Τα δικτυωμένα σχολεία, με τη χρήση τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας είναι, δυνάμει, δίκτυα ελέγχου και επιτήρησης
Γιώργος Μαυρογιώργος*
Με τις πολιτικές για την καθιέρωση του «ψηφιακού σχολείου» επαναπροσδιορίζονται πολλές πτυχές της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η ανάγνωση ως πράξη προσδιορίζεται από το πλαίσιο και τις κοινωνικές σχέσεις μέσα στις οποίες αναπτύσσεται. Σημαντικές αλλαγές σ΄ αυτές τις σχέσεις συνδέονται με αλλαγές στην πράξη της ανάγνωσης. Η πράξη της ανάγνωσης σε έναν Η/Υ δεν είναι ίδια με την ανάγνωση βιβλίου: η ταχύτητα, οι παύσεις, η συγκέντρωση, η εμβάθυνση, το πήγαινε-έλα, η επανάληψη κ.ά. είναι διαφορετικά. Αυτές οι διαφορές επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε και ερμηνεύουμε αυτά που διαβάζουμε. Βέβαια, μπορούμε να εντοπίζουμε και πτυχές ομοιότητας στην πράξη της ανάγνωσης στη μια και στην άλλη μορφή. Το ερώτημα, επομένως, είναι να εξετάσουμε τους τρόπους με τους οποίους η οικεία πράξη της ανάγνωσης επαναπροσδιορίζεται με την ανάγνωση στο διαδίκτυο ή την υπέρ-ανάγνωση (hyperreading) ή δια-ανάγνωση. Ο όγκος της πληροφόρησης στην οποία υπάρχει πρόσβαση, η ταχύτητα πρόσβασης, η δομή του διαδικτύου, που είναι μια σειρά διασυνδεμένων κειμένων, ανάμεσα στα οποία κινείται κανείς, κάνοντας κλικ σε ένα link-σύνδεσμο, δεν είναι ίδια όπως σε ένα συμβατικό έντυπο κείμενο.
Τα έντυπα κείμενα είναι επιλεκτικά και οριστικά. Ένα βιβλίο έχει συγκεκριμένο κείμενο που μπορεί, βέβαια, να παραπέμπει σε άλλα, αλλά για να τα συμβουλευτεί κανείς χρειάζεται να τα αναζητήσει (βιβλιοπωλείο, βιβλιοθήκη), δραστηριότητα που δεν είναι πάντα εύκολη. Στο διαδίκτυο τα υπέρ-κείμενα εμπεριέχουν κείμενα τα οποία μπορούν να είναι ποικίλης έκτασης και μπορούν να συνδεθούν με μεγάλο αριθμό κειμένων.
Σε μια υπερκειμενική δομή σημαντικό στοιχείο είναι ο σύνδεσμος, ο κόμβος, η σύνδεση. Οι σύνδεσμοι είναι σχεσιακές συνδέσεις που αλλάζουν, επαναπροσδιορίζουν, διευρύνουν, περιορίζουν ή εμπλουτίζουν τις πληροφορίες που προσφέρουν. Η σημασία των συνδέσμων σε ένα υπερκειμενικό περιβάλλον, συνήθως, υποβαθμίζεται καθώς αποσιωπώνται τρεις σημαντικές τους όψεις:
1. Όλοι οι σύνδεσμοι, αν και προϋποθέτουν την ίδια λειτουργία, δεν είναι ίδιοι. Το να επιλέγεις και να ακολουθείς μια συγκεκριμένη σειρά συνδέσεων σηματοδοτεί μια σειρά αντίστοιχων ερμηνειών και προσλήψεων.
2. Οι χρήστες επιλέγουν συνδέσμους που ήδη είναι δεδομένοι. Μπορούν να κάνουν τα δικά τους υπερκείμενα αλλά, κατά βάση, συναντούν συνδέσμους από άγνωστους συγγραφείς των οποίων τα κίνητρα, οι αντιλήψεις και οι απόψεις είναι πέρα από τον έλεγχό τους.
3. Η σύνδεση δεν είναι απλώς σύνδεση δύο κειμένων. Οι σύνδεσμοι αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο το υλικό μπορεί να αναγνωσθεί.
Επομένως, οι σύνδεσμοι είναι δομικά στοιχεία του υπερ-κειμένου που προσδιορίζουν την πράξη της υπέρ-ανάγνωσης, με επιλογές εκ μέρους του αναγνώστη, για συνδέσεις και πλοηγήσεις και, από αυτήν την άποψη, υποδηλώνουν σχέσεις, ιεραρχήσεις, προτεραιότητες, έλεγχο στην πρόσβαση και στην πλοήγηση κ.ά. Στη συμβατική γραφή και ανάγνωση έχουμε γραμμική και ιεραρχική οργάνωση της πληροφορίας και αυτά τα στοιχεία τείνουν να αλλάζουν με τη χρήση υπέρ-κειμενικού υλικού.
Οι σύνδεσμοι υποδηλώνουν επιλογές, αποκαλύπτουν παραδοχές και έχουν επιπτώσεις στο είδος κατανόησης και πρόσληψης των κειμένων. Η αξιολογική επιλογή των συνδέσμων είναι, επομένως, μια κρίσιμη διαδικασία για την ανάπτυξη ενός ευρύτερου κριτικού προσανατολισμού στην υπέρ-ανάγνωση. Δεν είναι απλώς να τους ακολουθείς, αλλά να ερμηνεύεις και να κρίνεις την καταλληλότητά τους.
Φαίνεται, πάντως, ότι η υπερ-ανάγνωση στο διαδίκτυο θα κερδίσει ολοένα και περισσότερο έδαφος στην υπόθεση του «δικτυωμένου σχολείου». Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι το «δικτυωμένο σχολείο», στο όνομα της συνεργασίας και επικοινωνίας, εμπλέκεται σε δίκτυα αρχών και διαδικασιών που κυριαρχούν στην οικονομία της αγοράς. Τα εκπαιδευτικά «δίκτυα» με την ανάδειξη νέων εξουσιαστικών μηχανισμών, την άμβλυνση των εσωτερικών ανταγωνιστικών σχέσεων, την προώθηση κριτηρίων αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας, την καθιέρωση νέων ιεραρχήσεων και με τη διάδοση «καλών πρακτικών» είναι το όχημα για αποτελεσματικότερη προώθηση της εναρμόνισης στο πλαίσιο μιας νεοφιλελεύθερης εκπαιδευτικής ανασυγκρότησης. Τα δικτυωμένα σχολεία, με τη χρήση τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας είναι, δυνάμει, δίκτυα ελέγχου και επιτήρησης. Μάλλον έχουν τεθεί οι βάσεις ενός ηλεκτρονικού «πανοπτικού» δικτύου, όπου τα πάντα καταγράφονται, ανιχνεύονται, ανακαλούνται και επιτηρούνται. Οι χρήστες κινδυνεύουν να νιώθουν ικανοποιημένοι ή πως δε γίνεται διαφορετικά, σε έναν παγκόσμιο ιστό κυκλωμάτων με υψηλούς δείκτες συγκεντρωτισμού, καταγραφής και εποπτείας. Οι χρήστες γίνονται ορατοί και αναγνωρίσιμοι στα διάφορα συστήματα και δίκτυα διακίνησης πληροφοριών και επιτήρησης. Από την άποψη αυτή, η προτροπή «δικτυωθείτε» μπορεί να σημαίνει και εμπλακείτε στα δίκτυα εξουσίας, επιτήρησης και ελέγχου. Μήπως, το σύνολο αυτών των αντιφάσεων και των εξελίξεων διαμορφώνουν το πεδίο για μια κοινωνική δυναμική που θα τις υπερβαίνει; Μήπως, τελικά, είναι ώρα να ξανασκεφτούμε τη μορφή ελέγχου που ασκείται στην εκπαίδευση, για το είδος έντυπου εκπαιδευτικού υλικού που μελετούν οι μαθητές και οι μαθήτριες, στο σχολείο ή για το σχολείο;
Καθηγητής Παιδαγωγικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΥΠΠ Κύπρου.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.