Ο Αντώνης Καρακούσης επιχειρηματολογεί για την επαναφορά των προτύπων σχολείων στο Βήμα:
Oπως βεβαιώνουν από τη Σχολή Μωραΐτη και το Κολλέγιο Αθηνών, εννέα στις δέκα αιτήσεις για εγγραφή μαθητών στα δύο δημοφιλή ιδιωτικά εκπαιδευτήρια της πρωτεύουσας προέρχονται από μεσαίες και ασθενέστερες εισοδηματικά οικογένειες.
Ο συνωστισμός στον προθάλαμο των δύο σχολείων φανερώνει πολλά.
Πρώτα απ΄ όλα, υποδηλώνει την αγωνία των περισσοτέρων ελληνικών οικογενειών για την εκπαίδευση των παιδιών τους. Και μαζί επιβεβαιώνει την υποχώρηση της επίδοσης, αλλά και της εικόνας, των δημόσιων σχολείων.
Κοινή είναι η πεποίθηση των Νεοελλήνων ότι το δημόσιο σχολείο δεν προσφέρει πια τη διεκδικούμενη γνώση, ούτε παρέχει τις ευκαιρίες προόδου και κοινωνικής ανέλιξης που εξασφάλιζε στο παρελθόν. Στις πρώτες τρεις- τέσσερις μεταπολεμικές δεκαετίες τα δημόσια σχολεία ήταν πιο αξιόπιστα από τα ιδιωτικά και συγκροτούσαν έναν ισχυρό και ίσως τον μοναδικό μηχανισμό ενίσχυσης της κοινωνικής κινητικότητας στην Ελλάδα. Η εκπαίδευση, κοινώς τα γράμματα, ήταν το βασικό εργαλείο, το κυρίαρχο μέσο για την ανανέωση της ελληνικής κοινωνίας. Πλήθος αγροτοπαίδων αλλά και νέων από φτωχικές εργατικές συνοικίες των μεγαλουπόλεων με μόνο «διαβατήριο» τις γνώσεις του δημόσιου σχολείου κέρδιζε επί δεκαετίες θέσεις στα πανεπιστήμια και μαζί ευκαιρίες προσωπικής προόδου, ευημερίας και συμμετοχής στα κοινά. Ουσιαστικά η δημόσια εκπαίδευση διατηρούσε ζωντανές τις προσδοκίες της κοινωνίας και από το έργο της προέκυπτε το διατηρούμενο αίσθημα των ίσων ευκαιριών στις λαϊκές τάξεις.
Στην παρούσα συγκυρία το αίσθημα των ίσων ευκαιριών έχει χαθεί προ πολλού.
Οι ασθενέστερες τάξεις ρέπουν προς τη μοιρολατρία, πιστεύουν ότι δεν έχουν να περιμένουν τίποτε, ότι οι ευκαιρίες υπάρχουν μόνο για τις προνομιούχες τάξεις και γεννώνται μόνο σε προνομιούχες και μη προσεγγίσιμες ζώνες, σαν κι αυτές του Κολλεγίου Αθηνών και της Σχολής Μωραΐτη.
Πολλοί συνδέουν τη μεταβολή των συνθηκών στην εκπαίδευση με πακτωλό πόρων, οι οποίοι ειδικά στις παρούσες συνθήκες δεν υπάρχουν. Πριν από τους πόρους όμως υπάρχουν απλές πράξεις, ικανές να καλυτερέψουν τα πράγματα και να καλύψουν, τουλάχιστον ως έναν βαθμό, τις ανάγκες για αξιόπιστη δημόσια εκπαίδευση.
Για παράδειγμα, στην πολυπληθή ζώνη της Δυτικής Αθήνας, εκεί όπου κατά τεκμήριον ζουν εισοδηματικά ασθενέστερες τάξεις, θα μπορούσαν να συγκροτηθούν 20 πρότυπα γυμνάσια και λύκεια. Υπό την προϋπόθεση ότι θα προσφέρουν υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικές υπηρεσίες, θα διαθέτουν τους καλύτερους καθηγητές και θα διατηρούν το δικαίωμα επιλογής των μαθητών βάσει συνδυασμένων κριτηρίων επιδόσεων και εισοδήματος.
Ανάλογες πρωτοβουλίες θα μπορούσαν να υπάρξουν στη Θεσσαλονίκη και στις πρωτεύουσες των νομών της χώρας, ώστε σύντομα να υπάρξουν περίπου 100 τέτοια πρότυπα σχολεία σε όλη τη χώρα.
Με άλλα λόγια, να συγκροτηθούν στη ζώνη της δημόσιας εκπαίδευσης, όχι ένα, ούτε δύο, αλλά εκατό Κολλέγια Αθηνών, ικανά να ανταγωνίζονται τα ιδιωτικά και να αποτελούν ένα καθοριστικό μέτρο σύγκρισης για τα υπόλοιπα δημόσια σχολεία.
Ιδού και πάλι πεδίον δόξης λαμπρόν για πολιτικούς και κόμματα που ευαγγελίζονται την αλλαγή.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.