Ο Τσαγκαρουσιάνος αναρωτιέται στο edito της Lifo τι θα μπορούσε να δώσει χαρακτήρα στη χώρα αυτή διεθνώς.

Πέρα από τα νησιά, την όμορφη φύση κ.λπ. που τα διαχειρίζεται ένα δυσκίνητο και φτηνούτσικο τουριστικό σύστημα, είναι πια σαφές ότι είμαστε παλιοχαρακτήρες – ακόμα και στο ευρωπαϊκό κλαν: ψεύτες, αλαζόνες, λαμόγια. Από τον έσχατο μέχρι τον κυβερνήτη. Στο επιχειρείν, πέρα από μια χούφτα έντιμους ανθρώπους-νησιά με προσωπική πετριά, είμαστε γελοίοι – οι τραγελαφικές περιπτώσεις «επιτυχημένων» που περιγράφει με πύρινο σαπούνι το «Πρώτο Θέμα» κάθε Κυριακή (Ο Καραγκιόζης μπίζνεσμαν). Οπότε, μάλλον διά της ευθείας οδού μάλλον ποτέ δεν θα σταθεί διεθνώς αυτό το έθνος με τον προβληματικό ψυχισμό και τα δεκάδες συμπλέγματα που άφησε πίσω της η ανελευθερία. Και ποια είναι η πλάγια οδός; Έχω μόνο μια απάντηση: οι Καλλιτέχνες και οι τρελοί. Η φωνή της Παπαγκίκα που άκουσα σε ένα υπόστεγο της Ιστικλάλ στην Κωνσταντινούπολη μια μέρα με ξαφνική νεροποντή. Στεκόμουν μούσκεμα και από ένα δισκάδικο έβγαινε σαν μαγεμένο το τραγούδι της (Ούζο όταν πιεις….), η φωνή της που είναι σαν να περνάει μέσα από τα πράσινα, μεταλλικά φτερά ενός σκαραβαίου. Και στον ίδιο δρόμο, μια άλλη φορά, η φωνή της Χαρούλας Αλεξίου (το βελούδινο υπόγειο της πιο καλής Ελλάδας), ενώ αυτή η νευρώδης, επιθετική ράτσα πέρναγε ανύποπτη. Και η αληθινή συγκίνηση με την οποία ένας γέρος καθηγητής γυμνασίου μας είπε λίγους στίχους του Καβάφη στα ιταλικά, καθώς το φέρι μας πέρναγε μετά το θαύμα του Ριάτσε, απέναντι, στη Σικελία. Και ο Χατζιδάκις που άκουσα σε ένα φτηνό μπαρ του Σάο Πάολο, ενώ μεθυσμένες μουλατες στην μπάρα κουνούσαν ψιλομεθυσμένες το κεφάλι. Και η Μαρία Κάλλας, για πάντα και πάντα. Ο Σεφέρης. Και ο αγέραστος τρόπος που η Μελίνα κοιτάει το φακό στη Στέλλα και το Ποτέ την Κυριακή – ένα κράμα λεβεντιάς, αποκοτιάς και φιλότιμου.

Αφήστε μια απάντηση

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση
Μετάβαση σε γραμμή εργαλείων