ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ-ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ

             Ελεύθερος χρόνος είναι ο χρόνος κατά τον οποίο ο άνθρωπος δεν εργάζεται και έχει την ευχέρεια να τον διαθέσει κατά βούληση, δηλαδή όπως αυτός επιθυμεί. Είναι ο χρόνος που ο άνθρωπος αφιερώνει στον εαυτόν του, για να αναπαυθεί ή να ψυχαγωγηθεί.

Ο ανθρώπινος χρόνος μπορεί να διακριθεί σε:

  • Χρόνο εργασίας
  • Χρόνο ανάπαυσης – ανανέωσης δυνάμεων (ύπνος, φαγητό, υγιεινή)
  • Ελεύθερο χρόνο – Ψυχαγωγία

 

Οι πρωτόπλαστοι, ζώντας σ’ έναν επίγειο παράδεισο, διέθεταν ελεύθερα όλο το χρόνο τους κι έτσι ήταν ευτυχισμένοι, μέχρι τη στιγμή που διέπραξαν το προπατορικό αμάρτημα. Από τότε καταδικάστηκαν «με πολύ κόπο να παίρνουν την τροφή τους από τη γη σε όλη τους τη ζωή». Στο εξής οι άνθρωποι έπρεπε να εργάζονται σκληρά για να επιβιώσουν και να περιμένουν το θάνατο για ν’ αναπαυθούν.

Στην αρχαία Ελλάδα για αρκετούς αιώνες η εργασία αντιμετωπιζόταν αρνητικά. Οι ελεύθεροι πολίτες δεν καταδέχονταν να διαθέσουν το χρόνο τους σε κοπιαστικό-χειρωνακτικό έργο για την εξασφάλιση του βιοπορισμού. Αυτό ήταν έργο των δούλων. Αντίθετα, εκείνοι αφιέρωναν το χρόνο τους στη σωματική και στην πνευματική άσκηση (στο στοχασμό, στο διάλογο), στην ενασχόληση με την Τέχνη και την πολιτική ζωή. Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν τον ελεύθερο χρόνο τους «σχολή», δηλαδή έλλειψη απασχόλησης, ανεμελιά, ανάπαυση, απαλλαγή από υποχρεώσεις. «Ήδη στα 350 π.Χ. ο Αριστοτέλης διακήρυσσε πως ο ελεύθερος χρόνος, η «σχολή», δεν είναι η ανάπαυση, ούτε το τέλος της δουλειάς. αντίθετα, η δουλειά, η «ασχολία», αποτελεί το τέλος του ελεύθερου χρόνου. Η δουλειά είναι το «μη έχειν», το να μην έχεις χρόνο, να μην έχεις τον εαυτό σου, να μην έχεις ευτυχία…»(Gianni Toti). Ακόμη και στις ημέρες μας, αντί του όρου «εργασία», ευρύτατα διαδεδομένος είναι ο όρος «δουλειά» (τονική παραλλαγή της «δουλείας»), πράγμα που πιστοποιεί πως επιβιώνουν ίχνη αυτής της αποδοκιμασίας για την εργασία.

Η εργασία, βέβαια, δεν είναι μόνον υποχρέωση, αλλά και δικαίωμα για τον άνθρωπο , γιατί μόνο με το δημιουργικό του έργο είναι δυνατόν να δομήσει αξιοπρεπείς όρους διαβίωσης, να αναπτύξει πολύπλευρα την προσωπικότητά του και να ολοκληρωθεί ως κοινωνικό ον. Ωστόσο, όταν ο άνθρωπος εργάζεται πολύ περισσότερο από όσο επιτρέπουν οι σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις, όταν η εργασία κατακαλύπτει ολόκληρο το χρόνο του, και μάλιστα μέσα σε συνθήκες αντίξοες, τότε είναι βέβαιο πως η χαρά της δημιουργίας γίνεται άγχος, αγγαρεία και πραγματική δουλεία.

Μέχρι τον περασμένο αιώνα οι άνθρωποι μοχθούσαν από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου, για να κερδίσουν τα προς το ζην. Για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα δεν υπήρχε ελεύθερος χρόνος. Επειδή, λοιπόν, στον ΙΘ΄ αιώνα οι ώρες της εβδομαδιαίας εργασίας έφταναν τις ογδόντα, το βασικό αίτημα της εργατικής Πρωτομαγιάς του 1886 ήταν: «Οκτώ ώρες δουλειά, οκτώ ώρες ανάπαυση, οκτώ ώρες ελεύθερος χρόνος».

Το τραγούδι των οκτώ ωρών

                                    Θέλουμε ν’ αλλάξουμε τα πράγματα,

βαρεθήκαμε πια να δουλεύουμε άσκοπα,

να σκεπτόμαστε μόνο την επιβίωση,

χωρίς λίγη ώρα για να ονειρευτούμε.

Θέλουμε να χαρούμε τον ήλιο και τα λουλούδια.

Αυτό είναι θέλημα Θεού, είμαστε σίγουροι.

Θέλουμε τις οκτώ ώρες.

Και ενώνουμε τις δυνάμεις μας και φωνάζουμε,

από τα γιαπιά, τα μαγαζιά, τα εργοστάσια,

οκτώ ώρες δουλειά,

                                    οκτώ ώρες ανάπαυση,

                                    οκτώ ώρες για όνειρο και ζωή.  (Μπλανσάρ, Αμερική, Πρωτομαγιά 1886)

Παρά το ότι δόθηκαν αιματηροί κοινωνικοί αγώνες, για να κατοχυρωθεί νομικά ως  ανθρώπινο δικαίωμα ο ελεύθερος χρόνος, η αύξησή του οφείλεται ουσιαστικά στην επιστημονική και τεχνολογική επανάσταση. Η είσοδος των μηχανών στην παραγωγή κατέστησε δυνατή τη μείωση των ωρών εργασίας, την επίτευξη του οκτάωρου και του πενθήμερου εργασίας για το σύγχρονο εργαζόμενο. Όσο μάλιστα εξελίσσεται η τεχνολογία και τελειοποιούνται οι μηχανές, τόσο περισσότερος ελεύθερος χρόνος -τουλάχιστον εν μέρει- εξασφαλίζεται για τον άνθρωπο. Οι σύγχρονες αυτόματες μηχανές αντικαθιστούν όχι μόνον την ανθρώπινη εργασία, αλλά και την ανθρώπινη σκέψη.

Ωστόσο, οι συνέπειες της τεχνολογικής εξέλιξης στον ελεύθερο χρόνο δεν είναι μόνο θετικές:

  • Πρώτα απ’ όλα, αναλογικά με την κατακόρυφη τεχνολογική ανάπτυξη ο ελεύθερος χρόνος αυξήθηκε λίγο, κι αυτό γιατί τις μηχανές εκμεταλλεύονται οι λίγοι εις βάρος των πολλών.
  • Έπειτα, ο αυτοματισμός στην παραγωγή, απαλλάσσοντας τον άνθρωπο από τη χειρωνακτική και πνευματική εργασία, ουσιαστικά τον αχρηστεύει. Αποτέλεσμα της τεχνολογικής ανάπτυξης ήταν να δημιουργηθεί για πολλούς εκείνος ο απεριόριστος ελεύθερος χρόνος που λέγεται ανεργία, και βέβαια δεν είναι διόλου επιθυμητός.
  • Εξάλλου, χάρη στην τεχνολογική ανάπτυξη κυοφορήθηκε ο καταναλωτισμός και προστίθενται ακατάπαυστα νέες πλασματικές ανάγκες στον άνθρωπο. Για την κάλυψή τους αυξάνονται συνήθως οι ώρες εργασίας και περιορίζεται στο ελάχιστο ο ελεύθερος χρόνος.

 

ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ – ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ

             Γνήσια ψυχαγωγία είναι η δημιουργική, γόνιμη, ψυχωφελής αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου. Η ψυχαγωγία είναι αγωγή – καλλιέργεια – διάπλαση της ψυχής που βαθμιαία οδηγεί τον άνθρωπο στην ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, στη βελτίωση του «είναι» του.

Μορφές γνήσιας ψυχαγωγίας:

  • αθλητισμός, παιχνίδια,
  • εντρύφηση στο βιβλίο,
  • διάλογος, επικοινωνία με τους συνανθρώπους,
  • επαφή με την Τέχνη: θέατρο, κινηματογράφος, μουσική, χορός, τραγούδι,
  • εκδρομές, ταξίδια, περιηγήσεις,
  • επισκέψεις σε μουσεία και πινακοθήκες.

Γενικότερα:    οι πολιτιστικές δραστηριότητες.

Με τη γνήσια ψυχαγωγία ανανεώνονται οι σωματικές και ψυχικές δυνάμεις του ανθρώπου, επέρχεται η ψυχική – συναισθηματική του ισορροπία και, παράλληλα, η πνευματική  καλλιέργεια και η ηθική του πρόοδος. Η γόνιμη ψυχαγωγία εκπολιτίζει, εξευγενίζει τον άνθρωπο.

Αντίθετα, νόθη ψυχαγωγία ή διασκέδαση είναι η άγονη και συχνά καταστροφική για το άτομο εκτόνωση, ο διασκορπισμός (διασκέδαση < διασκεδάννυμι = διασκορπίζω) όχι μόνον της θλίψης και του ψυχικού φόρτου, αλλά και, γενικότερα, η διασπάθιση των δημιουργικών δυνάμεων του ανθρώπου.

Μορφές νόθης ψυχαγωγίας:  υπερβολική παθητική τηλεθέαση,

γήπεδο, χουλιγκανισμός, βία, οπαδοποίηση,

νυχτερινή ζωή, αλητεία,

αλκοολισμός, ναρκωτικά,

χαρτοπαιξία.

Η νόθη ψυχαγωγία είναι ψυχοκτονία για τον άνθρωπο. Καταφεύγει στις «διεξόδους» της, για να «σκοτώσει» την ώρα του, για να εκτονωθεί, για να αποδράσει από μια πραγματικότητα που τον φορτίζει με πολλαπλά προβλήματα. Η άγονη διασκέδαση, όμως,  δεν τον βοηθά να βρει μια λύση για τα προβλήματά του. αντίθετα, του προσθέτει περισσότερα. Αντί να ωφελεί, ζημιώνει τον άνθρωπο, και μάλιστα πολλαπλά. Φθείρει την υγεία του, εκφυλίζει το πνεύμα και το ήθος του, φορτίζει την ψυχή με εντονότερα πάθη.

Η ψυχαγωγία ποσοτικά και ποιοτικά προσδιορίζεται από το πολιτιστικό επίπεδο κάθε εποχής ή κοινωνίας. Λαοί με πνευματική και, συνεκδοχικά, ηθική καλλιέργεια αξιοποιούσαν δημιουργικά τον ελεύθερο χρόνο τους με ευγενικές μορφές ψυχαγωγίας. Οι αρχαίοι Έλληνες καταδίκαζαν την άσκοπη κατανάλωση του ελεύθερου χρόνου. Ο ελεύθερος πολίτης, έχοντας ως ιδανικό του την «καλοκαγαθία», φροντίζει για την πολύπλευρη ανάπτυξή του (σωματική, πνευματική, ηθική), ασχολούμενος με τον αθλητισμό, το πνεύμα, τη φιλοσοφία, τις τέχνες. Η πολιτεία προσφέρει με τα «θεωρικά» τη δυνατότητα της δωρεάν παρακολούθησης των θεατρικών παραστάσεων, καθώς διάχυτη είναι η πίστη πως το θέατρο είναι σχολείο και ανώτερη μορφή ψυχαγωγίας.

Στην αρχαία Ρώμη, αντίθετα, η ψυχαγωγία παίρνει τη μορφή της βάρβαρης διασκέδασης  με την ανενδοίαστη εκδήλωση των ζωωδών ενστίκτων. Χαρακτηριστικά της ρωμαϊκής ψυχαγωγίας είναι τα αιμοχαρή θεάματα, η αρένα, η κραιπάλη και τα λουκούλλεια γεύματα, η εξαχρείωση των ηθών.

Η αναγκαιότητα – η σημασία του Ελεύθερου Χρόνου

και η αξία της γνήσιας ψυχαγωγίας

 

  1. Η εντατικοποίηση της εργασίας στην εποχή μας και οι συχνά αλλοτριωτικές συνθήκες της (εξειδίκευση, τυποποίηση, μηχανοποίηση, στέρηση της χαράς της δημιουργίας κτλ.) προκαλούν την ψυχοσωματική καταπόνηση του ανθρώπου. Επομένως, ο ελεύθερος χρόνος είναι δικαίωμα και ανάγκη για κάθε εργαζόμενο, προκειμένου αυτός να αναπαυθεί και να ανακτήσει τις δυνάμεις του, να αποφορτίσει την ψυχή του από το άγχος και να της προσφέρει την ευκαιρία να νιώσει τη γαλήνη.
  2. Την αναγκαιότητα της ύπαρξης του ελεύθερου χρόνου επιτείνουν όλα τα προβλήματα του πολιτισμού μας και οι ψυχοφθόρες συνθήκες της ζωής μας: το άγχος, ο έντονος ρυθμός ζωής, οι πολλαπλές υποχρεώσεις. Η ψυχαγωγία προσφέρει διέξοδο από την καθημερινότητα, ευκαιρία απόδρασης από τη ρουτίνα και από τα ποικίλα προβλήματα που κατατρύχουν την ψυχή.
  3. Η ψυχαγωγία, με την ανακούφιση από τον κάματο και τη ζωογόνηση των δυνάμεων του ανθρώπου, συμβάλλει στη σωματική και ψυχική του ευφορία ή ευεξία. Ακόμη, ενισχύει την αγάπη του ανθρώπου για τη ζωή, ενισχύει την πίστη και τον αγώνα της ανθρώπινης ύπαρξης.
  4. Ορισμένες μορφές ψυχαγωγίας, όπως είναι ο αθλητισμός, οι εκδρομές και άλλες, επιτρέπουν την ευγενική διέξοδο των ενεργειακών αποθεμάτων του ανθρώπου, τη δημιουργική εκτόνωση της ζωτικότητάς του -αποτρέποντας, έτσι, την καταστροφικότητα ή τη βίαιη εκτόνωση-, αλλά και συμβάλλουν στην αρμονική σωματική ανάπτυξη με την άσκηση.
  5. Η γόνιμη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου ευνοεί την ηθικοπνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου, παρέχοντάς του τη δυνατότητα της ενασχόλησης  με τον πολιτισμό, τα γράμματα, τις τέχνες. Έτσι μπορεί ο άνθρωπος  να διευρύνει τις γνώσεις του, να μάθει να σκέπτεται κριτικά και να είναι πνευματικά ελεύθερος. Η εντρύφηση, όμως, στα πνευματικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας, στη φιλοσοφία, στα γράμματα ή στην Τέχνη, έχει ως αποτέλεσμα και την ηθική εκλέπτυνση του ανθρώπου, την υπευθυνοποίηση και τον εξευγενισμό της προσωπικότητάς του.
  6. Η επαφή με την Τέχνη, ειδικότερα, προσφέρει την ευκαιρία στον άνθρωπο να καλλιεργήσει τα αισθητικά του κριτήρια, να εγκολπωθεί την αξία της ομορφιάς και να αντιταχθεί στην ακαλαισθησία που χαρακτηρίζει την κοινωνία μας.
  7. Ο ελεύθερος χρόνος δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την άρση της αλλοτρίωσης του ανθρώπου από τη φύση. Τα ταξίδια και οι εκδρομές τον φέρνουν σ’ επαφή με το φυσικό περιβάλλον.
  8. Προσφέρεται η δυνατότητα στον άνθρωπο ν’ ασχοληθεί με ερασιτεχνικό έργο και να νιώσει  τη χαρά της δημιουργίας και την ψυχική πληρότητα, αισθήματα που  δεν του προσφέρει μια αλλοτριωτική βιοποριστική εργασία. Με τον ερασιτεχνισμό ανακτάται η χαμένη αυτοπεποίθηση, η πίστη στην ικανότητα και στην αξία του εαυτού του.
  9. Ο ελεύθερος χρόνος μπορεί να διατεθεί στην ενημέρωση για τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Ευνοεί το ενδιαφέρον για τη δημόσια ζωή, την ευαισθητοποίηση και τη δραστηριοποίηση των πολιτών για την εξυγίανση της κοινωνίας τους, δηλαδή συχνά ενισχύει την κοινωνική και πολιτική συνείδηση.

 

Ποιοι παράγοντες υπονομεύουν την ύπαρξη και τη γόνιμη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου;

 

  1. Συχνά ο ελεύθερος χρόνος χρησιμοποιείται σαν αντίβαρο στις καταπιεστικές ή αλλοτριωτικές συνθήκες εργασίας. Η έλλειψη της αίσθησης της δημιουργικότητας και η ανάγκη καταξίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης οδηγούν στην παγίδα της αναζήτησης υποκατάστατων ψυχικής ισορροπίας, δηλαδή στην άγονη διασκέδαση με την εκτόνωση, την καταστροφικότητα κτλ.
  2. Ο εξοντωτικός ρυθμός εργασίας μαραίνει τις ψυχικές και πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου και η τυποποίηση στην εργασία, η μηχανιστική επανάληψη τυποποιημένων κινήσεων, εθίζει το πνεύμα στην αδράνεια, στην παθητική αποδοχή. Έτσι, ο άνθρωπος δύσκολα δέχεται να ενεργοποιήσει τις πνευματικές του δυνάμεις και στον ελεύθερο χρόνο του αναζητά κάτι  «εύπεπτο», ξεκούραστο, κάτι που δεν απαιτεί σκέψη.
  3. Η εξειδίκευση στο χώρο της εργασίας ή της επιστήμης επιφέρει την πνευματική μονομέρεια, δηλαδή την έλλειψη πολύπλευρης καλλιέργειας και, συνεκδοχικά, την αδυναμία ενασχόλησης με δραστηριότητες που βρίσκονται εκτός των πλαισίων του ειδικού κλάδου.
  4. Ο καταναλωτισμός εκμηδενίζει τον ελεύθερο χρόνο, καθώς οδηγεί στην αναζήτηση πρόσθετης απασχόλησης για την αύξηση του εισοδήματος και την κάλυψη των πρόσθετων πλασματικών αναγκών.
  5. Η «βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου» εξυπηρετεί πρώτιστα τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και όχι την πολύπλευρη ολοκλήρωση του ανθρώπου. Μεταβάλλει την ψυχαγωγία σε καταναλωτικό προϊόν που διατίθεται προς πώληση στην αγορά. Η εμπορευματοποίηση της ψυχαγωγίας έχει ως άμεσο αποτέλεσμα το μαζικό χαρακτήρα και τη χαμηλή ποιότητα των προσφερόμενων αγαθών. Έτσι, η ψυχαγωγία από «αγωγή ψυχής» γίνεται «φθορά ψυχής» ή «αγωγή κατανάλωσης».
  6. Η εμπορευματοποίηση του ελεύθερου χρόνου οξύνει και την κοινωνική ανισότητα, αφού καθιστά απαγορευτική την αξιοποίησή του για πολλούς που στερούνται την απαραίτητη καταναλωτική δύναμη, το χρήμα. «Η έξοδος απαιτεί έξοδα» και η οικονομική κρίση καταδικάζει το μέσο άνθρωπο στην παθητική τηλεθέαση συνήθως. Η ποιοτική ψυχαγωγία μερικές φορές απαιτεί μεγάλο κόστος και έτσι είναι προσιτή σε λίγους.
  7. Η βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου με την αρωγή της διαφήμισης διαμορφώνει τυποποιημένα πρότυπα ζωής και ψυχαγωγίας που δε λειτουργούν ως ερεθίσματα ή εναύσματα για προσωπική δημιουργική έκφραση. Η ετεροκατευθυνόμενη διασκέδαση μετατρέπει το σύγχρονο άνθρωπο σε «παθητικό δέκτη απολαύσεων», του στερεί τον αυθορμητισμό, τη δυνατότητα πρωτοβουλίας, το κέφι.
  8. Οι συνθήκες ζωής στη μεγαλούπολη δυσχεραίνουν τη σωστή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου. Πρώτα απ’ όλα, οι χρονοβόρες μετακινήσεις, το κυκλοφοριακό πρόβλημα, το κυνήγι των αποστάσεων, περιορίζουν δραστικά την ύπαρξή του. Έπειτα, η οικιστική του στενού διαμερίσματος και της απομάκρυνσης από τη φύση, η έλλειψη χώρων πρασίνου και χώρων για αθλοπαιδιές, η ανυπαρξία υποδομής (αθλητικά ή πνευματικά κέντρα, βιβλιοθήκες κτλ.) κάθε άλλο παρά ευνοούν την ψυχαγωγία των κατοίκων της μεγαλούπολης.
  9. Η κρίση στις ανθρώπινες σχέσεις (η εσωστρέφεια, η μοναξιά, ο φόβος και η καχυποψία για το συνάνθρωπο από τη μια, αλλά και οι σχέσεις ανταγωνισμού και αντιπαλότητας από την άλλη) γίνεται τροχοπέδη στις συναισθηματικές επενδύσεις, ναρκοθετεί την προσπέλαση του συνανθρώπου, την ανθρώπινη επαφή.

10.Το χάσμα μεταξύ πνευματικής ηγεσίας και λαού ερμηνεύει την αδυναμία επαφής του λαού με τις τέχνες και τα γράμματα.

11.Η οικογενειακή και σχολική αγωγή, η παιδεία του σύγχρονου ανθρώπου, δεν καλλιεργεί δημιουργικά ενδιαφέροντα, δεν εθίζει σε πνευματικές αναζητήσεις, ούτε εμφυσά την πίστη στην ανάγκη της πολύπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου. Ο νέος, επομένως, δεν έχει τους σωστούς προσανατολισμούς, την υπεύθυνη καθοδήγηση στην αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου του.

12.Ο μιμητισμός και η μόδα παρασύρουν συχνά το σύγχρονο άνθρωπο στην άγονη διασκέδαση. Ακόμη, η άκριτη υιοθέτηση του ξενόφερτου τρόπου ζωής και η παθητική αποδοχή των προβαλλόμενων προτύπων ψυχαγωγίας συμβάλλει στην απομάκρυνση των νέων από την παράδοση και στην πολιτισμική αλλοτρίωση του έθνους.

13.Τα Μ.Μ.Ε. κάθε άλλο παρά συμβάλλουν στη γνήσια ψυχαγωγία του λαού. Αρκετά συχνά επιφέρουν την πνευματική χαύνωση και τον ηθικό εκφυλισμό του κοινού, ενώ παράλληλα κακοποιούν τις αισθητικές αξίες.

Οι συνέπειες της άγονης διασκέδασης

 

  1. Η ανενδοίαστη εκτόνωση κάθε απωθημένου, η καταστροφικότητα, οι βανδαλισμοί, ο χουλιγκανισμός.
  2. Η ενίσχυση των απαξιών του καταναλωτισμού και του υλικού ευδαιμονισμού.
  3. Η πνευματική χαύνωση, η απονέκρωση της κρίσης και της φαντασίας, η αδυναμία διεύρυνσης των πνευματικών οριζόντων, η στέρηση της πνευματικής ελευθερίας.
  4. Ο αποπροσανατολισμός της νεολαίας και η χειραγώγησή της.
  5. Η μαζοποίηση και η τυποποίηση του ανθρώπου, η αδυναμία αυτενέργειας – αυτοσχεδιασμού – ελεύθερης προσωπικής έκφρασης της δημιουργικότητας, η αποστράγγιση του αυθορμητισμού.
  6. Η ηθική κατάρρευση των νέων με τα πρότυπα ζωής και τις αξίες που προβάλλει η βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου.
  7. Η επίταση της αντικοινωνικότητας και ο κατακερματισμός των ανθρώπινων σχέσεων. Η διόγκωση της εσωστρέφειας, της μοναξιάς και της απομάκρυνσης από το συνάνθρωπο. Η τηλεόραση και τα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης («τα μπαρ της απομόνωσης» με την εκκωφαντική μουσική) δεν επιτρέπουν το διάλογο και την προσπέλαση του πλησίον.
  8. Η αλλοτρίωση του ανθρώπου από τον ίδιο του τον εαυτό, η αδυναμία του να αναπτυχθεί ως ολότητα δυνάμεων.

 

Προϋποθέσεις της γνήσιας ψυχαγωγίας – της ορθής αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου

  1. Η άρση όλων των παραγόντων που υπονομεύουν τον ελεύθερο χρόνο ή τη γνήσια ψυχαγωγία.
  2. Η συνειδητοποίηση της χρησιμότητας – της αναγκαιότητας του ελεύθερου χρόνου.
  3. Η ιεράρχηση των στόχων και η ύπαρξη σωστών κριτηρίων επιλογής για τη διάθεση του ελεύθερου χρόνου.
  4. Η αλλαγή της καταναλωτικής – χρησιμοθηρικής νοοτροπίας, η αναθεώρηση των αξιών της ζωής μας. Η ανθρώπινη ύπαρξη δε βρίσκει το νόημά της μόνο στο μόχθο, στη δουλειά, στο κυνήγι των υλικών αγαθών. Η ανάκτηση της χαμένης αθωότητας, της ξεχασμένης παιδικής ανεμελιάς, θα βοηθήσει το σύγχρονο άνθρωπο ν’ αποσυνδέσει τη δημιουργικότητά του από τις πρακτικές σκοπιμότητες.
  5. Η γόνιμη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου καθορίζεται τόσο από τις ατομικές επιλογές όσο και από τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής μας. Το αδιέξοδο, επομένως, μπορεί να αντιμετωπιστεί από τη μια με την ατομική συνειδητοποίηση και από την άλλη με τον επαναπροσδιορισμό των αξιών και την επανεξέταση της δομής της κοινωνίας μας.

 

            «Είναι η βασική ανάγκη και το ουσιαστικό δικαίωμα του ανθρώπου να έχει στη διάθεσή του όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο, για να τον χρησιμοποιεί όπως αυτός θεωρεί καλύτερα. Ο ελεύθερος χρόνος είναι ένα βασικό δικαίωμα του εργαζόμενου, που έχει κατοχυρωθεί και επίσημα από διεθνείς Οργανισμούς (Ο.Η.Ε., διεθνείς συμβάσεις και συνθήκες εργασίας κ.ά.). Η οργανωμένη Πολιτεία, οι εργοδότες και γενικά οι άνθρωποι πρέπει να σέβονται τον ελεύθερο χρόνο του εργαζόμενου.

            Η αναζήτηση του ελεύθερου χρόνου είναι μια διέξοδος του ανθρώπου, που επιζητεί να λευτερωθεί από τον αφύσικο ρυθμό εργασίας του, από τον ασφυκτικό και ανθυγιεινό χώρο της, από τον τρόπο και το χρόνο που επιτελείται και γενικά από την ορθολογιστική οργάνωση της ζωής του (ατομική – οικογενειακή – κοινωνική). Ο άνθρωπος επιζητεί τον ελεύθερο χρόνο για να χαλαρώσει το ρυθμό της ζωής, που πιέζει με εσωτερική ανησυχία και ανασφάλεια την ύπαρξή του. Ο άνθρωπος θέλει οπωσδήποτε να απαλλαγεί από τη νευρικότητα και τις δυσάρεστες ψυχικές καταστάσεις, που καθημερινά δοκιμάζει. Θέλει να ανανεώσει τις δυνάμεις του ύστερα από την αδιάκοπη υπερένταση και το δυσβάστακτο φορτίο της ζωής του. Θέλει να αναστραφεί με το φυσικό περιβάλλον και τον εσωτερικό του κόσμο, απ’ όπου έχει απομακρυνθεί με την τεχνολογική και βιομηχανική του ανάπτυξη. Τελικά, θέλει να βρει την ευκαιρία με τον ελεύθερο χρόνο να επικοινωνήσει με το Θεό, τη θεία δημιουργία και τους άλλους ανθρώπους…».

Κ.Σ. Γρηγοριάδης

             «- Δε νομίζω, είπα, πως ένας πολιτισμός πέρα ως πέρα ανέσεων και ελεύθερων ασχολιών είναι επιθυμητός. Χωρίς αμφιβολία, είναι εξαίρετο οι άνθρωποι να μην εργάζονται πια, όπως στα νιάτα μου, δέκα ή δώδεκα ώρες την ημέρα. Έξι ώρες; Έστω, αυτό θα είναι λίγο, μα ακόμα υποφερτό, γιατί πρέπει να προσθέσουμε στις ώρες παρουσίας τις ώρες μεταφοράς. Ο καθένας από μας θα είχε τότε τρεις ή τέσσερις ώρες κάθε μέρα, για να διαβάζει, να καλλιεργεί τον κήπο του, να ασχολείται με τα παιδιά του, να επιδίδεται στα σπορ, να πηγαίνει στα θεάματα, να βλέπει τους φίλους του. Πολύ καλά. Ως εδώ επιδοκιμάζω… Ας πάμε πιο μακριά. Φανταστείτε τη διάρκεια της εργασίας μειωμένη σε δυο ή τρεις ώρες κάθε μέρα. Τότε, φοβούμαι μήπως οι άνθρωποι νιώθουν τον εαυτό τους λυπημένο και ακαμάτη. Οι ελεύθερες ασχολίες αντλούν το ουσιαστικό τους θέλγητρο από την αντίθεση ανάμεσα στην εργασία και στην ανάπαυση. Το να εγκαταλείπουμε τη μηχανή – εργαλείο ή το λογιστήριο για τα παιχνίδια, τις τέχνες ή τα ταξίδια, μας φαίνεται σήμερα ευχάριστο. Τη μέρα που καμιά εργασία δε θα διακόπτει πια τον ελεύθερο χρόνο, θα προβάλει απειλητική η πλήξη.

            -Θα χρειαστεί να βολευτούμε με την κατάσταση αυτή, είπε. Για να απασχολήσουμε όλους τους ανθρώπους σε μια χώρα, όπου η μηχανή θα κάνει σχεδόν τα πάντα, θα είναι απαραίτητο να μειωθεί όλο και περισσότερο ο εργάσιμος χρόνος. Αν δε γίνει αυτό, θα γεννηθεί αναγκαστικά εκείνος ο ελεύθερος χρόνος που είναι η ανεργία. Και, άλλωστε, δεν υπήρξαν στο παρελθόν κοινωνίες με ελεύθερο χρόνο; Δεν ήταν η μηχανή που έκανε τα πάντα, μα ο σκλάβος. Ο αφέντης γινόταν τότε ένας Πλάτωνας, ένας Σενέκας. Στο Μεσαίωνα ο ιππότης εργαζόταν; Πιο κοντά σ’ εμάς, δεν υπήρχαν στο ΧΙΧο αιώνα και στην αρχή του ΧΧου, πολλοί τεμπέληδες, κατευχαριστημένοι από την τεμπελιά τους; Αυτοί οι άνθρωποι του κόσμου που, στο έργο του Proust, αποθέτουν το ημίψηλο καπέλο τους κοντά στην πολυθρόνα τους, τι κάνουν στη ζωή, εκτός από το να πάνε στη λέσχη ή στο σπίτι της ερωμένης τους; Γιατί αυτό με το οποίο βολευόταν τόσο καλά μια μειοψηφία πλουσίων δε θα αποτελούσε, επίσης, τη μελλοντική ευτυχία των μαζών»;

Andre Maurois

 

            Οι Νέοι και οι Καταφυγές τους

             «Όταν στις αρχές αυτού του μήνα, ο πρωθυπουργός έλεγε σε αμερικανικό περιοδικό πως «η χώρα μου ζει πάνω σε μια μπαρουταποθήκη», μιλούσε, βέβαια, για την ατέρμονη κρίση στα Βαλκάνια. Πόσο σοβαρή είναι η κρίση αυτή, το ξέρει ο κόσμος όλος. Αλλά εμείς οι Έλληνες ξέρουμε και τη σοβαρότητα ενός επίσης μέγιστου εθνικού θέματος, του ωραρίου λειτουργίας των νυχτερινών κέντρων. Που αποτελεί μιαν άλλη «μπαρουταποθήκη» -αφού προκαλεί όχι μόνο διαμαρτυρίες, πορείες, διαδηλώσεις κλπ. των ζηλωτών του μεταμεσονύχτιου ξεφαντώματος, αλλά και λυσσαλέα συντροφικά μαχαιρώματα μεταξύ υπουργών που «προς κέντρα λακτίζουν» και ομολόγων τους που τα κέντρα υπερασπίζουν. Μπαρουταποθήκη στα θεμέλια της εθνικής (κι ιδιαίτερα της κυβερνητικής ) ενότητας και οπωσδήποτε της εθνικής σοβαρότητας. Αφού τον βαθμό της ατομικής ή πολιτικοκοινωνικής σοβαρότητας τον ορίζει η σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται τα σοβαρά και ασόβαρα θέματα.

            Η διένεξη αυτή είναι, βέβαια, αντάξια των ελληνικών παραδόσεων. Θυμηθείτε πως, λίγο πριν απ’ τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο Αριστείδης έλεγε στον πολιτικό αντίπαλό του Θεμιστοκλή: Εμείς πρέπει να μαλώνουμε και σε άλλες περιστάσεις και μάλιστα τώρα, για το ποιος από εμάς τους δυο θα κάνει στην πατρίδα μεγαλύτερο καλό». Και, φυσικά, ο «δίκαιος» εκείνος υπονοούσε πως το «μεγαλύτερο καλό», τα «πλέω αγαθά», εντοπίζονται στο τσιφτετέλι, στο χασαποσέρβικο, στον χορό της κοιλιάς και στο δίλημμα αν αυτές οι μυσταγωγίες πρέπει να διαδραματίζονται ως ή και μετά τις δύο το πρωί… Άλλωστε και στη «μάχη των εικόνων», που καταμάτωσε το Βυζάντιο του Η΄αιώνα, αντιμάχονταν εικονομάχοι και εικονολάτρες, όπως σήμερα νυχτολάτρες και νυχτομάχοι…

            Δεν θα τολμήσω να πάρω θέση σ’ αυτόν τον δραματικό εθνικό διχασμό. Θα σταθώ, μόνο, σε μια «παράμετρο», που, αυτή, είναι πραγματικά σοβαρή.

            Το θέμα και το θέαμα είναι γνωστό: Όποιος περάσει τις «μικρές ώρες» από πολλούς κεντρικούς ή απόκεντρους δρόμους, θα δει εκατοντάδες νέους, να συνωστίζονται και να περιμένουν με τις ώρες έξω από κάποιες ισόγειες ή ημιυπόγειες πόρτες. Αν έχει την περιέργεια να ρωτήσει γιατί αυτή η σύναξη, θα πληροφορηθεί πως οι «πύλες» εκείνες οδηγούν σε κέντρα νυχτερινά, αποκαλούμενα «ντίσκο» ή «ντανς μπαρ» ή κάπως έτσι (ας μου συγχωρεθεί η αμάθεια) και πως οι νέοι αυτοί -αγόρια και κορίτσια όμορφα και «ευπρεπώς ενδεδυμένα», όπως έλεγαν άλλοτε- περιμένουν να τους επιτρέψει την είσοδο ο σωματώδης κέρβερος που φυλάει την είσοδο του εν λόγω καθιδρύματος.

            Είχα την ευκαιρία να μιλήσω πολλές φορές και πολύ φιλικά (σε άλλες ώρες και σε άλλους χώρους, βέβαια) με νέους αυτής της ηλικίας -από 15 και πάνω-, που συχνάζουν λίγο ή πολύ σ’ αυτά τα «διασκεδαστήρια».

            «Γιατί πηγαίνετε στις ντίσκο, μίσκο κλπ; Τι κάνετε εκεί»;

            Στο πρόσωπό τους διαγράφτηκε ένα αόριστο ή και αμήχανο χαμόγελο.

            «Για να χορέψετε;», συνέχισα. «Απ’ ό,τι ξέρω, αποκλείεται, αφού ο συνωστισμός είναι τόσος που στέκεστε ώρες κι ώρες όρθιοι, ασάλευτοι, στοιβαγμένοι σαρδεληδόν, μ’ ένα ποτήρι στο χέρι… Για να κουβεντιάσετε; Κι αυτό είναι ανέφικτο, αφού ο θόρυβος των μεγαφώνων είναι τόσο εκκωφαντικός, που δεν μπορείς ν’ ακούσεις ούτε τις σάλπιγγες της Ιεριχούς…».

            Συμφώνησαν, ρητά ή άρρητα. Και πάλι παύση. Ένας-δυο, ωστόσο, εξήγησαν:

            «Περνάμε την ώρα μας… Γνωρίζουμε καινούρια άτομα» (λέξη του συρμού κι αυτή).

            «Πώς τα «γνωρίζετε» μέσα σ’ αυτό το συνωστισμό και το μισοσκόταδο;».

            «Ε, όσο να’ ναι…», ήταν η αόριστη πάλι και λακωνική απάντηση. Κάποιοι, όμως, δείχτηκαν πιο διεξοδικοί:

            «Βαριόμαστε… Βαριόμαστε στο σχολείο. Βαριόμαστε στο σπίτι. Δεν έχουμε με ποιον να μιλήσουμε…».

            «Και πώς «μιλάτε», εκεί, μέσα σ’ αυτό τον ορυμαγδό;».

            «Ε, κάπως…».

            Αλλά οι ελλειπτικές απαντήσεις τους ήταν κιόλας διαφωτιστικές. Τα παιδιά βαριούνται. Το σχολείο δεν τους λέει τίποτα. Στο σπίτι δεν τους λέει κανείς τίποτα -πέρα απ’ τις γονικές κοινοτοπίες. Και πηγαίνουν σε μέρη, όπου δεν μπορούν ίσως να πουν τίποτα, αλλά όπου βρίσκουν «κάτι άλλο» πέρα απ’ τη σχολική και οικογενειακή «έρημο». Έστω μέσα στη «σιωπή» που επιβάλλουν τα μεγάφωνα, αρθρώνουν ένα βουβό διάλογο, έχουν μια «επαφή» με συνομηλίκους και «ομοιοπαθείς» τους, γεύονται μια ελευθερία.

            «Ελευθερία;», αποκότησα να ρωτήσω. Πώς εσείς που -δίκαια- διεκδικείτε την ελευθερία σας, δέχεσθε να υποβάλλεσθε στον έλεγχο ενός «μπράβου» που, κατά τη δική του ανέκκλητη «κρίση», σας επιτρέπει να μπείτε σ’ ένα δημόσιο «μαγαζί»; Δεν είναι εξευτελιστικό για την ελευθερία σας διακίνησης ατόμων και τέρψεων;».

            «Δε γίνεται αλλιώς», ψέλλισαν καρτερικά. «Είναι μέσα στους κανόνες του παιχνιδιού…».

            Ακόμα κι αυτό, φτάνει να μη «βαριούνται»…

            Όλα τούτα αποτελούν μιαν εξήγηση -και μια καταδίκη. Ή μάλλον τέσσερις:

            Καταδίκη μιας παιδείας, που ιδανικό της είναι ο αποβλακωτικός παπαγαλισμός, ναοί της σχολεία ερειπιώνες, παρεκκλήσια της τα «φροντιστήρια», κρηπίδα της οι εφιαλτικές «γενικές εξετάσεις», τελείωσή της η πολύχρονη φοίτηση σε Α.Ε.Ι., Τ.Ε.Ι. κλπ. που, κι αυτά, αφήνουν τους νέους «άδειους» και άοπλους για τον βιοτικόν αγώνα…

            Καταδίκη της οικογένειας, που μπορεί να τους παρέχει κάποια υλικά μέσα, αλλά δε νοιάζεται κι αυτή παρά για βαθμούς και για «χαρτιά» χωρίς επαύριο. Μιας οικογένειας που, υπεραπασχολημένη με τα δικά της οικονομικά (ή χαρτοπαικτικά) προβλήματα, δεν μπορεί ή δεν σκοτίζεται να ανιχνεύσει των «παιδιών» της τους προβληματισμούς, απορίες, αγωνίες…

            Καταδίκη της πολιτικής, που οι νέοι την αποστρέφονται, μια και διαπιστώνουν γρηγορότατα και καθαρότατα, τις δημαγωγίες της, τους σαλταδορισμούς, την αναξιοπιστία της… μιας πολιτικής που δεν είναι παρά μέσο για τους επιτήδειους και που οι μόνες αξίες της είναι τα «μέσα» και οι «πελατείες» της… μιας πολιτικής που καταβαραθρώνει την εθνική οικονομία και αποθεώνει τις «οικονομισιές» των ημετέρων…

            Καταδίκη, τελικά, μιας κοινωνίας ομφαλοσκόπου και κερδολάγνας, που γεννοβολά καματερά χωρίς να προβλέπει ούτε καν πώς και πού θα χρησιμοποιηθεί ο κάματός τους… που δε σκέφτεται καν αν αυτά τα «γρανάζια» διαθέτουν κάτι περισσότερο από χέρια και «χαρτιά». Μιας κοινωνίας, που ο πιο προσιτός παράδεισός της είναι ο «παράδεισος των ναρκωτικών» -ο ανθρωποβόρος (και μάλιστα, νεοβόρος) Μολώχ και χρυσοφόρος Πακτωλός για τους εμπόρους του, που βρίσκουν πάντα διαύλους για να εισχωρούν ανάμεσα στους νέους, και πόρτες ανοιχτές για ν’ αναχωρούν απ’ τις φυλακές ανενόχλητοι…

            Πελαγωμένοι μέσα σ’ αυτό το πολλαπλό κενό, οι νέοι προσφεύγουν σε άλλα «κενά» -που, αυτά, δεν τους υποχρεώνουν σε τίποτα, δεν τους τάζουν τίποτα πέρα από ένα σύντομο «πασατέμπο», δεν αξιώνουν παρά λίγα χιλιάρικα και «συμμόρφωση προς τις υποδείξεις» των κέρβερων.

            Ωστόσο, οι ίδιοι αυτοί νέοι παραδέχονται πως υπάρχουν κι άλλες «φυγές» και καταφυγές -το εξωσχολικό βιβλίο, η μουσική, το θέατρο, ο κινηματογράφος. Και δεν τις αρνιούνται διόλου. Μπορώ, μάλιστα, να πω, από προσωπική πείρα, πως ένα διόλου αμελητέο μέρος των νέων προσφεύγει σ’ αυτές, πως -από πείσμα «παιδείας» και αδιαφορίας- κατορθώνουν, ν’ αποκτήσουν αποσκευές γνώσης, κρίσης, εκφραστικής ικανότητας, αυτοδίδακτοι βέβαια και αυτόνομοι και αυτόδικοι. Και συνακόλουθα, ανελέητοι για εκείνους που δεν μπορούν ή δεν φροντίζουν, να τους «διδάξουν» τίποτα αληθινά «παιδευτικό», και που τα παιδιά τούς απορρίπτουν συλλήβδην με τη δίκαιη απολυτότητα της νιότης τους.

            Και δεν είναι διόλου τυχαίο πως, τα τελευταία χρόνια, ο αριθμός των νέων που προσφεύγουν σε άξια βιβλία, άξια μουσική, άξιες θεατρικές παραστάσεις και ταινίες, μεγαλώνει ολοένα. Εκεί -μπορώ πάλι, να το βεβαιώσω- δεν «σκοτώνουν την ώρα τους», αλλά κρίνουν με λαγαρό και αυστηρό μάτι, σχολιάζουν και συμπεραίνουν, όσο λίγοι απ’ τους «μεγάλους» το δύνονται.

            Οι απαισιόδοξοι θ’ αντιτείνουν πως οι νέοι αυτοί αποτελούν «μειονότητα». Αλλά κι έτσι αν είναι, «η ζύμη εκ μικράς μεγάλη γίνεται», όπως θα τους απαντούσε ο Αριστοτέλης. Και, ταυτόσημα, ο Απόστολος Παύλος: «Μικρά ζύμη όλον το φύραμα ζυμοί» (λίγη μαγιά προκαλεί ζύμωση σ’ όλο το ζυμάρι).

            Κι αυτή η μαγιά είναι η μόνη αισιόδοξη απαντοχή για το «ζυμάρι» ολόκληρο».

Μάριος Πλωρίτης

 Σοφία Μάνιου

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ-ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ – ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

             1974: Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια Βιντ Σερφ δημιουργεί τις προδιαγραφές για την ενοποίηση των ηλεκτρονικών υπολογιστών ύστερα από παραγγελία του Πενταγώνου και βαφτίζει το δίκτυο «internet». Σκοπός: η ασφάλεια στη μεταφορά των πληροφοριών. Το δίκτυο είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό, γιατί σχεδιάστηκε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου, για να επιβιώσει σε πυρηνική επίθεση.

Επιβεβαιώνεται ο Marshall McLuan: « παγκόσμιο ηλεκτρονικό χωριό», όλοι μας «πολίτες του κυβερνοκόσμου».

 ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

 1. ΒΙΟΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ:

®    Άνοδος του βιοτικού επιπέδου, βελτίωση της ποιότητας ζωής, εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος, απαντήσεις και λύσεις στα προβλήματα, σημαντική βοήθεια  σ’ όλους τους τομείς της ζωής.

 

2. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ:

®    Στους υπολογιστές και στην ηλεκτρονική επικοινωνία γίνονται οι μεγαλύτερες επενδύσεις. Πόλεμος των μεγάλων βιομηχανικών εταιρειών για τον έλεγχο της πληροφόρησης ® έλεγχος της οικονομίας και της πολιτικής, συγκέντρωση ισχύος.

®    Παγκοσμιοποίηση της οικονομίας: ενοποίηση των αγορών και των χρηματοοικονομικών κυκλωμάτων, έλεγχος της παγκόσμιας αγοράς από τα μεγάλα μονοπώλια, τις πολυεθνικές εταιρείες.

®    Ανεργία, αχρήστευση της ανθρώπινης εργασίας.

®    Οργάνωση της παραγωγής, εκσυγχρονισμός, αύξηση της αποδοτικότητας, εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος, μείωση του κόστους της παραγωγής και της προσφοράς υπηρεσιών.

®    Δημιουργία νέων επαγγελμάτων, δυνατότητα κατ’ οίκον εργασίας ή/και  απασχόλησης σε εταιρείες του εξωτερικού (προσφορά υπηρεσιών μέσω διαδικτύου) = διεύρυνση της αγοράς εργασίας.

®    Επανάσταση στις οικονομικές συναλλαγές –ηλεκτρονική οικονομία (σύστημα πληρωμής μέσω τραπεζικής κάρτας στο δίκτυο, ψηφιακή υπογραφή, ηλεκτρονικό/εικονικό χρήμα).

®    Εμπόριο, κατανάλωση, διαφήμιση: εικονικές υπεραγορές, επιλογή και παραγγελία προϊόντων.

 

3. ΚΟΙΝΩΝΙΑ:

®  ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΑΤΟΜΩΝ ΚΑΙ ΛΑΩΝ –ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

®  Στα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. ο πολίτης είναι περισσότερο δέκτης των μηνυμάτων που εκπέμπονται από ένα κέντρο –ιδιοκτησία ή φέουδο πολιτικών ή/και οικονομικών αρχόντων. Στο διαδίκτυο κάθε χρήστης είναι ταυτόχρονα (δυνάμει τουλάχιστον) πομπός και δέκτης. Τα κέντρα εκπομπής μηνυμάτων είναι όσα και οι δέκτες. Επιπλέον, το διαδίκτυο δεν αποτελεί ιδιοκτησία κανενός.

®  Πλουραλισμός – Ελεύθερη διακίνηση όλων των απόψεων – η αρτιότερη (πολυσχιδής, πολύπλευρη, άμεση) ενημέρωση για τα κοινωνικά, πολιτικά και παγκόσμια προβλήματα. Δυνατότητα ανάγνωσης των απόψεων όλων των πολιτών του κόσμου.

®  Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο: άμεση επικοινωνία, εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος.

®  Ενοποίηση του κόσμου –κατάργηση φραγμών και συνόρων – επαφή με ξένους πολιτισμούς και διαφορετικά ήθη και αντιλήψεις –γόνιμος κοσμοπολιτισμός – απόκτηση διεθνιστικής συνείδησης.

®  Επικοινωνία και συνεργασία μη κυβερνητικών οργανώσεων για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Διεθνής Αμνηστία, Γιατροί χωρίς Σύνορα κ.ά.), άσκηση πίεσης στις κυβερνήσεις, διοργάνωση εκατοντάδων ηλεκτρονικών διασκέψεων.

®  Ασύδοτη ελευθερία στη διακίνηση μηνυμάτων (αιρέσεις, φασιστικές οργανώσεις, πορνογραφήματα κτλ.), αδυναμία των εθνικών κυβερνήσεων να ελέγξουν την ελεύθερη επικοινωνία, σχεδόν ακατόρθωτη η ρυθμιστική παρέμβαση του κράτους με νομοθετικά πλαίσια για την προάσπιση των δικαιωμάτων του πολίτη (πνευματικά δικαιώματα, απόρρητο προσωπικής ζωής, δημόσια υγεία και ασφάλεια, δημόσια αιδώς).

®  Απομόνωση –αλλοτρίωση : Η ηλεκτρονική επικοινωνία δεν είναι γνήσια ανθρώπινη επαφή. Αποτελεί μορφή παραίτησης από τη δυναμική συμμετοχή στη ζωή. Τα κοινωνικά δίκτυα μπορεί από τη μια να ενισχύουν την κοινωνικότητα από την άλλη όμως ενθαρρύνουν την παρακολούθηση της ζωής μέσα από μια οθόνη και οδηγούν στον εγκλεισμό μας σ’ έναν πλαστό / εικονικό κόσμο.

®  Επιβολή ενός μοναδικού πολιτισμικού προτύπου (του αμερικανικού), πολιτιστικός ιμπεριαλισμός, κυριαρχία της αμερικάνικης γλώσσας και κουλτούρας, αλλοτρίωση της εθνικής ταυτότητας των λαών, περιθωριοποίηση και αποκλεισμός από το διαδίκτυο της γλώσσας και της κουλτούρας των ασθενών λαών (π.χ. η αυτόματη μετάφραση δεν είναι χρηστική στο 98% των περιπτώσεων).

 

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ

®    Ακριβός ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός για τους λαούς του Νότου, αλλά και για πολλούς από τους πολίτες των αναπτυγμένων κρατών.

®    Έλλειψη υποδομής στις υπανάπτυκτες κοινωνίες (ηλεκτρικό ρεύμα, τηλεφωνικές γραμμές κτλ.). Περισσότερες τηλεφωνικές γραμμές υπάρχουν στο Μανχάταν από όσες υπάρχουν σε ολόκληρη την υποσαχάρια Αφρική.

®    Αναλφαβητισμός ή άγνοια της αγγλικής γλώσσας οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό, στην αδυναμία κοινωνικής ένταξης, στην περιθωριοποίηση.

®    Έλλειψη τεχνικών ικανοτήτων, εκπαίδευσης στο χειρισμό, επιμόρφωσης, οδηγούν στο λειτουργικό/ψηφιακό αναλφαβητισμό κι αυτός επίσης στην περιθωριοποίηση.

®    Οι αναπτυσσόμενες χώρες είναι παρθένα αγορά για τις πολυεθνικές της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών. Οι πρώτες αποτελούν πρόσφορο έδαφος για εκμετάλλευση. Δημιουργούνται νέες μορφές ελέγχου και εξάρτησης από τις Μ. Δυνάμεις.

 

4. ΕΠΙΣΤΗΜΗ –ΤΕΧΝΗ –ΠΑΙΔΕΙΑ

®    Δημοκρατικοποίηση της γνώσης και της πληροφόρησης.

®    Πρόσβαση (άμεση, άκοπη, ανέξοδη) στις βιβλιοθήκες, στα αρχεία, στα κέντρα Ερευνών, στα Πανεπιστήμια όλου του κόσμου.

®    Δυνατότητα σπουδών μέσω του διαδικτύου, συμμετοχής σε σεμινάρια, παρακολούθησης πανεπιστημιακών προγραμμάτων, εξετάσεων και απόκτησης τίτλου.

®    Επισκέψεις στα μεγάλα Μουσεία όλου του κόσμου –εικονικά ταξίδια- επαφή με ξένους πολιτισμούς, κοσμοπολιτισμός.

®    Συναρπαστικά εκπαιδευτικά προγράμματα –παιδαγωγικά παιχνίδια. Ψηφιακό σχολείο. Αναζήτηση πηγών, έρευνα, αντιπαράθεση και σύνθεση, προσωπική /ενεργητική κατάκτηση της γνώσης από τους μαθητές, κατάργηση της παιδείας του ενός βιβλίου και της παθητικής παρακολούθησης του διδασκαλικού μονόλογου. Διευκόλυνση των ομαδικών εργασιών και ανάπτυξη του ομαδοσυνεργατικού πνεύματος με την κοινωνική δικτύωση.

®    Επιστήμη: συνεργασία των ειδικών επιστημόνων απ’ όλον τον κόσμο, δημιουργία ιδανικών επιστημονικών ομάδων στον κυβερνοχώρο, προαγωγή της έρευνας, αμεσότητα στη συνεργασία Πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων.

®    Βελτίωση της υγείας (π.χ. τηλεϊατρική).

®    Δημιουργία νέων μορφών Τέχνης και συμβολή του Η/Υ στη σύνθεση των δεδομένων και στη δημιουργία καλλιτεχνικών έργων.

®    ΚΙΝΔΥΝΟΙ

®    Προβληματική η διασφάλιση των συγγραφικών ή πνευματικών δικαιωμάτων.

®    Παθητικοποίηση της σκέψης, τυποποίηση, εθισμός στην αποδοχή έτοιμων λύσεων και απαντήσεων, περιστολή του προβληματισμού, της αυτενέργειας, της πρωτοβουλίας, της κριτικής σκέψης. Αποτελεί ζήτημα συνετής /ορθής αξιοποίησης των δυνατοτήτων που προσφέρει ο Η/Υ από τους χρήστες.

®    Σύγχυση ανάμεσα στη γνώση και στην έτοιμη πληροφορία = ψευδαίσθηση γνώσης, ύφεση της σκέψης.

 

5. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

®    Διεύρυνση της Δημοκρατίας, έγκαιρη και πολύπλευρη πολιτική ενημέρωση, διαφάνεια, αδιάλειπτος έλεγχος της πολιτικής ηγεσίας.

®    Πολιτικός διάλογος.

®    Ηλεκτρονικό βήμα σε όλους τους πολίτες, των οποίων η πολιτική έκφραση μπορεί να έχει μεγάλη εμβέλεια.

®    Μετακύλιση των εξουσιών στους πολίτες, δυνατότητα άμεσης ηλεκτρονικής δημοκρατίας, κυβερνοψήφος (προϋπόθεση: ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός όλων των πολιτών και ίσες ευκαιρίες ενημέρωσης και έκφρασης.

®    ΚΙΝΔΥΝΟΙ

®    Κίνδυνος καιροσκοπικής εκμετάλλευσης των λαϊκών παθών από τους δημαγωγούς, κίνδυνος λαϊκισμού και δημοκοπίας. (Αντίθετα, η αντιπροσώπευση διασφαλίζει την απαραίτητη στη δημοκρατία απόσταση μεταξύ γεγονότων και αποφάσεων).

®    Κίνδυνος παραπληροφόρησης και παραπλάνησης της Κοινής Γνώμης με την αλλοίωση της πραγματικότητας (δημιουργία συθετικών /πλασματικών εικόνων π.χ. ενθουσιασμένα πλήθη οπαδών πίσω από τη φυσιογνωμία ενός πολιτικού).

®    Αδύνατη η εγγύηση του απορρήτου της ψηφοφορίας στο ηλεκτρονικό δημοψήφισμα.

®    Ηλεκτρονική παρακολούθηση της σκέψης, της δημιουργίας, της επικοινωνίας, ολόκληρης δηλαδή της ζωής μας, όταν αυτή είναι εξαρτημένη από τον Η/Υ, ηλεκτρονικό φακέλωμα των πολιτών από μυστικές υπηρεσίες, κίνδυνος ολοκληρωτισμού, οργουελλική κοινωνία.

Σοφία Μάνιου

 

Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ-Ο ΤΥΠΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

Η  ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

           Η Πληροφόρηση σημαίνει την ανακοίνωση ειδήσεων, γεγονότων, ή τη μετάδοση γνώσεων από έναν πομπό σ’ ένα δέκτη. Αποτελεί, επομένως, μια μορφή επικοινωνίας -δεδομένου ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις: πομπός, δέκτης και μήνυμα. Ο πομπός δεν είναι άλλος από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (ημερήσιος και περιοδικός τύπος, βιβλίο, ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο) και ο δέκτης είναι η πλατιά μάζα, το σώμα μιας κοινωνίας, η κοινή γνώμη.

Η επικοινωνία της πληροφόρησης, είτε είναι γραπτή είτε οπτικοακουστική, δεν είναι συνήθως αμφίδρομη, αλλά μονόδρομη, αφού σε ελάχιστες περιπτώσεις μπορεί να πραγματοποιηθεί διάλογος μεταξύ του πομπού και του δέκτη. Στην περίπτωση της συμμετοχής των ακροατών σε τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές εκπομπές ή της δημοσίευσης των επιστολών των αναγνωστών στον τύπο, η άποψη του ακροατή ή του επιστολογράφου δεν έχει το κύρος, την προβολή και την εμβέλεια της άποψης του δημοσιογράφου. Ουσιαστικά, λοιπόν, η πληροφόρηση δεν αποτελεί παρά μονόλογο που κατευθύνεται προς την κοινή γνώμη και επιδρά καταλυτικά στη διαμόρφωσή της. Ορθά, επομένως, έχει ειπωθεί πως τα μέσα μαζικής επικοινωνίας σωστότερο θα ήταν να ονομάζονται μέσα μαζικής πληροφόρησης.

Οφείλουμε, όμως, να μην είμαστε απόλυτοι. Στην εποχή μας, η εκτεταμένη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και η ολοένα αυξανόμενη διάδοση του διαδικτύου αυξάνουν σε σημαντικό βαθμό τη δυνατότητα του λαού ν’ αποτινάξει το ρόλο της κατευθυνόμενης μάζας και να συμμετάσχει δυναμικά στη διαδικασία της πληροφόρησης. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας, λοιπόν, διευρύνει ολοένα τα περιθώρια της ανάπτυξης μιας πραγματικά μαζικής επικοινωνίας.

 Ιστορική Αναδρομή

Παλαιότερο μέσο μετάδοσης των ειδήσεων από την αρχαιότητα μέχρι και τους βυζαντινούς χρόνους ήταν οι φρυκτωρίες, οπτικά σήματα δηλαδή, όπως ο καπνός την ημέρα και η λάμψη της φωτιάς τη νύχτα. Στο Βυζάντιο, μάλιστα, σε καθορισμένες βουνοκορφές είχαν τοποθετηθεί σκοπιές για τη μετάδοση των μηνυμάτων από τα σύνορα μέχρι την Κωνσταντινούπολη, ώστε να ειδοποιείται αμέσως το κέντρο διοίκησης για την εισβολή των εχθρών.

Άλλο μέσο μετάδοσης των πληροφοριών ήταν τα καλά οργανωμένα κρατικά ταχυδρομεία. Κυβερνητικοί ταχυδρόμοι άλλαζαν το κουρασμένο άλογο με ξεκούραστο σε κρατικούς σταθμούς και έτσι μετέδιδαν γοργά τις ειδήσεις. Όλα τα παλαιά μεγάλα βασίλεια (Κίνα, Ινδίες, Αίγυπτος, Περσία, Ρώμη) είχαν τέτοιες υπηρεσίες. Στο Βυζάντιο λειτουργούσε άρτια οργανωμένη υπηρεσία του «οξέος δρόμου».

Η πληροφόρηση και η γνώση μέχρι και το Μεσαίωνα ήταν προφορική ή χειρόγραφη (τα βιβλία γράφονταν και αντιγράφονταν με το χέρι και κυκλοφορούσαν πολύ λίγα αντίτυπα, τα οποία ήταν πανάκριβα, και τα ταχυδρομεία ήταν κρατικά και εξυπηρετούσαν μόνον τους βασιλιάδες), επομένως είχε περιορισμένη εμβέλεια. Η ενημέρωση και η γνώση ήταν προνόμιο των λίγων, των κυβερνήσεων και των αρχόντων. Οι λαοί ήταν καταδικασμένοι στην αμάθεια, στο σκοταδισμό, στη χειραγώγηση από τους λίγους «εκλεκτούς».

Το 1436 ο Γερμανός Ιωάννης Gutenberg επινόησε την τυπογραφία, τη μέθοδο παραγωγής κειμένων με κινητά μολύβδινα στοιχεία (πρώτοι οι Κινέζοι είχαν κατασκευάσει 250.000 κεφαλαία γράμματα του κινέζικου αλφαβήτου για την εκτύπωση μιας εγκυκλοπαίδειας στα 1401). Το 1445 ο Gutenberg τύπωσε τη Βίβλο στα λατινικά, με γοτθική γραφή. Την εφεύρεση της τυπογραφίας χαρακτήρισε λίγο αργότερα ο Λούθηρος ως «το τελευταίο και καλύτερο δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο». Η εμφάνιση της τυπογραφίας συνέβαλε στη ριζική αλλαγή των δομών της μεσαιωνικής κοινωνίας, οδήγησε στη ραγδαία εξέλιξη του υλικού και πνευματικού πολιτισμού (ανάπτυξη φυσικών επιστημών, τεχνικής, τέχνης, φιλοσοφίας), στη διάδοση και δημοκρατικοποίηση της γνώσης και της πληροφόρησης, στην εξάπλωση των προοδευτικών και επαναστατικών ιδεών. Έφερε τον άνθρωπο του σκοτεινού Μεσαίωνα στο φως της Αναγέννησης, του δώρισε λογική και κρίση, συνείδηση των δικαιωμάτων του, ενδιαφέρον  για τα κοινά, τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα. Μ’ ένα λόγο: τον αφύπνισε…

Εξάλλου, στα χρόνια της Αναγέννησης η εμπορική ανάπτυξη και οι οικονομικές συναλλαγές υπαγόρευσαν το ενδιαφέρον των εμπόρων για τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις που επηρέαζαν τα συμφέροντά τους. Από τα μέσα του ΙΣΤ΄ αιώνα εμφανίζονται οι πρώτες έντυπες γνωστοποιήσεις ειδήσεων, που αφορούσαν στις συναλλαγές, στα οικονομικά ενδιαφέροντα των εμπόρων και των συντεχνιών. Στο δεύτερο μισό του ΙΣΤ΄ αιώνα τυπώνονται στη Νυρεμβέργη, σε ακανόνιστα χρονικά διαστήματα ανάλογα με την άφιξη του ταχυδρομείου, οι Zeitungen εφημερίδες, για να εξυπηρετήσουν εμπορικές ανάγκες. Το 1631 για πρώτη φορά στη Γαλλία εκδίδεται ένα εβδομαδιαίο φύλλο με τον τίτλο Gazette de France από το γιατρό και βασιλικό ιστοριογράφο Τheophraste Renaudot. Καθημερινές εφημερίδες τυπώνονται στην Αγγλία για πρώτη φορά το 1702 και στη Γαλλία το 1771. Οι ειδήσεις για τα πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα αρχίζουν να ενδιαφέρουν όλο και περισσότερους ιδιώτες.

Ο ελληνικός τύπος γεννήθηκε προς το τέλος του ΙΗ΄αι. στις ελληνικές παροικίες της Ευρώπης όπου ήταν συγκεντρωμένοι οι μορφωμένοι και οικονομικά ισχυροί Έλληνες. Αυτοί ανέπτυξαν πλούσια δράση για το Φωτισμό του Γένους και την προπαρασκευή της Επανάστασης του 1821. Η πρώτη ελληνική εφημερίδα εκδόθηκε στη Βιέννη στις 31 Δεκεμβρίου 1790 με τον τίτλο «Η Εφημερίς» από τους Σιατιστινούς αδελφούς Μαρκίδες Πουλίου. Πολύ σημαντικό για την αφύπνιση του Ελληνικού Έθνους περιοδικό ήταν ο «Λόγιος Ερμής» που εκδόθηκε επίσης στη Βιέννη, για πρώτη φορά στα 1811, από τον Άνθιμο Γαζή. Η πρώτη εφημερίδα στην ελεύθερη Ελλάδα κυκλοφόρησε στην Καλαμάτα, το 1821, με τίτλο «Σάλπιγξ Ελληνική».

Η τεχνολογία,  που εξελίσσεται στο μεταξύ, συμβάλλει στη διάδοση του τύπου με τα νέα τεχνικά μέσα που προσφέρει (όπως τα ατμοκίνητα πιεστήρια που αργότερα θα γίνουν ηλεκτροκίνητα), αλλά και στη μετάδοση των ειδήσεων. Ο σιδηρόδρομος, ο ηλεκτρικός τηλέγραφος, ο ασύρματος, η τηλεφωνική επικοινωνία, τα telex [*1] σήμερα και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής συντομεύουν όλο και πιο πολύ το χρονικό διάστημα που είναι απαραίτητο για τη μετάδοση μιας είδησης. Ακόμη ένας συντελεστής ανάπτυξης του τύπου ήταν η οργάνωση ειδησεογραφικών πρακτορείων, με παλαιότερο το Havas (1835).

 Η σημασία της Πληροφόρησης

Η σημασία της Πληροφόρησης στην εποχή μας είναι τεράστια, καθώς αποτελεί πλέον οργανωμένο σύστημα και έναν από τους σημαντικότερους θεσμούς της κοινωνίας μας. Τα πολυάριθμα γραφεία πληροφοριών, ο υπηρεσίες πληροφοριών, τα κέντρα ερευνών και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν ως στόχο τη συγκέντρωση και τη μετάδοση πληροφοριών και διαδραματίζουν ρόλο καταλυτικό σ’ όλες τις κοινωνικές λειτουργίες: στην πολιτική ζωή, στην εκπαίδευση, στην επιστήμη, στην ψυχαγωγία κλπ.  Η Πληροφόρηση έχει απεριόριστη δύναμη, γιατί:

Η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας στον αιώνα μας εξασφάλισε αμέτρητες δυνατότητες έγκαιρης, έγκυρης και ολοκληρωμένης πληροφόρησης. Με τη χρήση δορυφόρων και άλλων μέσων εγκαινιάστηκε μια πληροφόρηση οικουμενικού χαρακτήρα που υπερβαίνει τα γεωγραφικά και εθνικά σύνορα.

Η πληροφόρηση είναι δείκτης και συνάρτηση της τεχνολογικής προόδου και, γενικότερα, της προόδου του υλικού και πνευματικού πολιτισμού. Είναι μορφή επικοινωνίας  της πνευματικής ηγεσίας με το λαό. Είναι ένα μέσο μόρφωσης, αφύπνισης, προβληματισμού και εκπολιτισμού των πολλών.

Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης με τον καταιγισμό των πληροφοριών και των ειδήσεων επηρεάζουν σταθερά και αδιάλειπτα τη διαμόρφωση της Κοινής Γνώμης, αφού εκατομμύρια άνθρωποι υπόκεινται καθημερινά στην επίδρασή τους.

Η πληροφόρηση είναι ανάγκη για κάθε κοινωνικό «εγώ». Κάθε κοινωνικός άνθρωπος έχει την ανάγκη να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο και να συνειδητοποιήσει ποιες είναι οι σχέσεις του με τους συνανθρώπους του, αλλά και με την εξουσία.

Η Πληροφόρηση με τη συνεχή επανάληψη μηνυμάτων ενισχύει ιδέες που ήδη υπάρχουν σε μια κοινωνία ή εμφυτεύει στο κοινωνικό σώμα νέες ιδέες και αξίες, που κι αυτές με τη σειρά τους θα ριζώσουν και θα ενισχυθούν. Επομένως, η πληροφόρηση έχει τεράστια διαπαιδαγωγική σημασία, αφού από αυτήν εξαρτάται κατά πολύ η κοινωνικοποίηση των ανθρώπων.

Με τη λειτουργία αυτή, αποτελεί το κατ’ εξοχήν πολιτικό όπλο των ημερών μας, αφού κάθε καθεστώς, προκειμένου να εξασφαλίσει την επιβίωση και τη συνέχειά του, κατευθύνει την πληροφόρηση, τη χρησιμοποιεί, για να επιτύχει την υπακοή των πολιτών στο κοινωνικοπολιτικό σύστημα και για να εμπνεύσει στις νέες γενιές το σεβασμό των ιδεών και των αξιών που βρίσκονται μέσα στα κρατικά πλαίσια. (Επομένως, καθαρά αντικειμενική πληροφόρηση δεν είναι δυνατόν να υπάρξει, γιατί οι πληροφορίες ελέγχονται και επιλέγονται -ας μην ξεχνάμε ότι και η επιλογή ακόμη των ειδήσεων είναι μια μορφή ελέγχου. Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα η πληροφόρηση διυλίζεται από τη λογοκρισία, ενώ στα δημοκρατικά ασκείται νομοθετημένος έλεγχος. Είναι αποδεδειγμένη, λοιπόν, η εξάρτηση της πληροφόρησης από τους σκοπούς που θέλει να εξυπηρετήσει το κοινωνικο-πολιτικό σύστημα).

Δημοκρατία και Πληροφόρηση:

α) Όταν το κοινωνικο-πολιτικό καθεστώς είναι δημοκρατικό, η πληροφόρηση μπορεί να είναι πολύπλευρη, άρα -στα πλαίσια του εφικτού- αντικειμενική. Γιατί μόνο η δημοκρατία διασφαλίζει την ελευθερία της έκφρασης, την ελευθεροτυπία, την ελευθερία διάδοσης διάφορων απόψεων και ιδεών. Η ελευθερία της πληροφόρησης έχει χαρακτηριστεί η «λυδία λίθος» όλων των ελευθεριών. Κατά το Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων (άρθρο 19):

  •  Κανένας δεν μπορεί να ενοχληθεί για τη γνώμη του.
  • Καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζεται ελεύθερα και να αναζητά, να λαμβάνει και να μεταδίδει πληροφορίες και ιδέες, με όλα τα μέσα επικοινωνίας, λόγου, γραφής και καλών Τεχνών ή με κάθε άλλο μέσο της εκλογής του, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τα σύνορα των κρατών.
  •  Η άσκηση των δικαιωμάτων της παρ.2 του άρθρου αυτού συνδέεται και με ειδικά καθήκοντα και ευθύνες. Είναι επόμενο, συνεπώς, ότι καθένας  υφίσταται ορισμένους περιορισμούς, οι οποίοι σε κάθε περίπτωση πρέπει να καθορίζονται ρητώς από το νόμο, που προβλέπει:

-το σεβασμό των δικαιωμάτων ή της καλής φήμης των άλλων,

-την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη, τη δημόσια υγεία και την ηθική.

β) Η πολύπλευρη πληροφόρηση παρέχει στη μάζα  τη δυνατότητα εξόδου από την αδράνεια και την παθητική αποδοχή, ενεργοποιεί τον πολίτη και εξασφαλίζει τη συμμετοχή του στα κοινά. Η πληροφόρηση αποτελεί δικαίωμα και καθήκον για κάθε υπεύθυνο πολίτη που έχει συνειδητοποιήσει τον κοινωνικό και πολιτικό του ρόλο.

γ) Ώστε η πληροφόρηση μπορεί να θεμελιώσει το δημοκρατικό πολίτευμα και να διασφαλίσει τη συνέχειά του, αφού αποτελεί τη βάση των πολιτικών επιλογών τόσο των κυβερνωμένων όσο και των κυβερνώντων. Η πολιτική ενημέρωση είναι εκείνη που θα διαμορφώσει την Κοινή Γνώμη και θα βοηθήσει τον πολίτη να επιλέξει τα όργανα που θα τον κυβερνήσουν. Το εκλογικό σώμα, έτσι, είναι ενήμερο πολιτικά και δεν αποτελεί εύπλαστη μάζα. Η πληροφόρηση, εξάλλου, παρέχει τις προϋποθέσεις και στην ίδια την πολιτεία να χαράξει μια πολιτική που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του λαού.

Η σχέση πληροφόρησης και δημοκρατίας, λοιπόν, προβάλλει άρρηκτη, εφόσον η ολοκληρωμένη και πολύπλευρη πληροφόρηση συντελείται μόνο σε δημοκρατικό καθεστώς, αλλά και η δημοκρατία διασφαλίζεται μόνο με την πολυσχιδή και ελεύθερη πληροφόρηση.

 

Ο   ΤΥΠΟΣ

 «Τύπος κυρίως λέγεται η τυπογραφία και γενικότερα η δημοσιογραφία στο σύνολό της: το σύνολο των εφημερίδων και περιοδικών μαζί με τους δημοσιογράφους, τους τυπογράφους αλλά και τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται. Προστίθενται σ’ αυτά η λειτουργία και η εξουσία που ασκούν στην κοινή γνώμη οι εφημερίδες και τα περιοδικά. Η εξουσία αυτή, που ονομάστηκε από πολλούς τέταρτη εξουσία, ασκεί κυριαρχική επιρροή στην κοινή γνώμη,  που διαμορφώνεται στη σημερινή της μορφή από τη δημοσιογραφία».

Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν ΗΛΙΟΥ

 

«Ο Τύπος είναι ο μεγάλος τροχός διακίνησης των ιδεών, αντιπαράθεσης θέσεων και επιχειρημάτων, ο άξονας της συνεχούς ζύμωσης, που συντελείται και πρέπει να συντελείται σε μια κοινωνία».

Β. Φίλιας

«Ο ελεύθερος τύπος είναι το παντού και πάντοτε ανοιχτό μάτι του λαϊκού πνεύματος .   η ενσαρκωμένη εμπιστοσύνη που ένας λαός έχει στον εαυτό του, ο ομιλών δεσμός που συνδέει το άτομο με το Κράτος και τον κόσμο, ο προσωποποιημένος πνευματικός πολιτισμός που μεταμορφώνει τους υλικούς αγώνες σε πνευματικούς κι εξιδανικεύει την ακατέργαστη και συγκεκριμένη μορφή τους. Είναι η χωρίς καμιά επιφύλαξη εξομολόγηση ενός λαού μπροστά στον ίδιο του τον εαυτό, και ξέρουμε πως η δύναμη της ομολογίας είναι λυτρωτική. Είναι ο πνευματικός καθρέφτης όπου ένας λαός βλέπει τον ίδιο του τον εαυτό και η αυτογνωσία είναι η κυριότερη προϋπόθεση για τη σοφία. Είναι το κοινό πνεύμα που κυκλοφορεί έως την πιο ταπεινή καλύβα, σε μικρότερη τιμή κι από το υλικό γκάζι. Είναι παγκόσμιος, πανταχού παρών, παντογνώστης. Είναι ο ιδεατός κόσμος που αναβλύζει συνέχεια από τον πραγματικό, και ξαναγυρίζει στην πηγή του, πνεύμα πάντα πιο πλούσιο, για να τον ξαναζωντανέψει πάλι…».

Carl Marx

H θετική λειτουργία του Τύπου

              Ο Τύπος δίκαια έχει ονομαστεί «τέταρτη εξουσία», γιατί διαφωτίζει, διαμορφώνει και καθοδηγεί την κοινή γνώμη, δύναμη που άμεσα ή έμμεσα επηρεάζει καταλυτικά κάθε κίνηση ή κάθε απόφαση στο μηχανισμό της πολιτικής ζωής.

Παρέχει ενημέρωση για τα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα, διαμορφώνει την κοινωνική και πολιτική συνείδηση των ανθρώπων και ευαισθητοποιεί τους πολίτες, για ν’ αναλάβουν ενεργό και υπεύθυνο ρόλο στην κοινωνική ζωή. Τούτο σημαίνει πως οι πολίτες ενδιαφέρονται για την επίλυση των προβλημάτων της κοινωνίας, αλλά και για τη δράση των πολιτικών και δεν αφιονίζονται από την εξουσία. Μπορούν να είναι ελεύθεροι και υπεύθυνοι.

Ο Τύπος κατοχυρώνει το δημοκρατικό πολίτευμα, γιατί υπό την προϋπόθεση της ελευθεροτυπίας και του πλουραλισμού των μέσων μαζικής ενημέρωσης οι ιδέες διακινούνται ελεύθερα και είναι απρόσκοπτος ο διάλογος των πολιτικών παρατάξεων. Έτσι, διευρύνεται η αντίληψη των πολιτών και διαμορφώνεται κριτική η σκέψη τους , ώστε να μη βαυκαλίζονται από τους κυβερνώντες, αλλά να αναλαμβάνουν ενεργητικό ρόλο και να ψηφίζουν υπεύθυνα. Ο Τύπος, ακόμη, ενημερώνοντας τους ηγέτες για τα προβλήματα και τα αιτήματα του λαού, τους δίνει την ευκαιρία να αναπροσανατολίσουν την πολιτική τους σφυγμομετρώντας την κοινή γνώμη. Είναι δηλαδή ένα μέσο αυτοελέγχου της κυβέρνησης.

«Ο Βενιζέλος διακήρυξε επανειλημμένα και με έμφαση ότι χωρίς τον έλεγχο του Τύπου δεν μπορούσε να κυβερνήσει. Έφθασε μάλιστα να προβάλει σαν βασικό επιχείρημα της άρνησής του να κηρύξει δικτατορία μετά τη μαύρη ψήφο της 1ης Νοεμβρίου – που ζητούσαν οι περισσότεροι επιτελείς του, λόγω των τραγικά κρίσιμων εθνικών περιστάσεων- το γεγονός ότι με μια δικτατορική κυβέρνηση της χώρας, έστω και παροδική, προκειμένου να εδραιωθεί η «Ελλάδα των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων», θα ήτανε αναγκασμένος να φιμώσει τον Τύπο. Κι αυτό το θεωρούσε καταστρεπτικό για τον κοινοβουλευτισμό γενικότερα, αλλά πολύ περισσότερο για την ίδια τη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας, από μέρους του. Αν δε διαβάζω, έλεγε, τις εφημερίδες, και μάλιστα τις αντιπολιτευόμενες, δε θα ξέρω τι γίνεται γύρω μου και το πολιτικό μου αισθητήριο θα ναρκωθεί ή θα διαστρεβλωθεί επικίνδυνα και για μένα τον ίδιο, αλλά και για τη χώρα προπαντός.

Υπήρξε εποχή, λοιπόν, που οι ηγέτες μας τιμούσαν τον αντιπολιτευόμενο δημοσιογράφο, όσο και τον συμπολιτευόμενο. Και πρόσεχαν τις επικρίσεις του πρώτου πιο πολύ, συνήθως, από τους εγκωμιασμούς του δεύτερου. Οι λιβανωτοί παρασύρουν, μεθούν έναν πολιτικό, ενώ κατά κανόνα ο αντίλογος, ακόμα κι όταν φθάνει τα όρια της κατάκρισης, τον βοηθά για έναν καρποφόρο αυτοέλεγχο.

[…] Η δημοσιογραφία -η ελεύθερη, φυσικά- βοηθά με τον τρόπο της τους ανθρώπους που κινούνται στο χώρο της πολιτικής να προσανατολίζονται ασφαλέστερα στο σωστό δρόμο που πρέπει, που οφείλουν να ακολουθούν, αν θέλουν να κερδίζουν -προπαντός- και να διατηρούνε την εμπιστοσύνη του λαού…¨.

Γιώργος Ρούσσος     

             Προβάλλει, διαδίδει και εμφυτεύει ιδέες, αρχές, ιδανικά και πρότυπα. Συντελεί κατ’ αυτόν τον τρόπο σημαντικά στην κοινωνικοποίηση των ατόμων, διευκολύνει την κοινωνική ολοκλήρωσή τους και δίνει ευκαιρίες για συμμετοχή στη συλλογική ζωή.

5. Ο Τύπος είναι και παιδευτικό όργανο προσιτό στους πολλούς. Επιμορφώνει το λαό φέρνοντάς τον σ’ επαφή με την Επιστήμη και την Τέχνη. Αφυπνίζει και διαπαιδαγωγεί τους πολλούς περιορίζοντας την αμάθεια και την άγνοια. Εξαπλώνει τη γνώση και τον πολιτισμό.

«Ένας παλιός και εκλεκτός συνάδελφος, δίνοντας μια συνοπτική ιστορία του Τύπου, έχει γράψει ότι « επιτελεί (ο Τύπος) επί του πνευματικού πεδίου ρόλον ανάλογον με εκείνον τον οποίον επί των οικονομικών επιτελεί το χρήμα, το ψιλόν μάλιστα χρήμα. Θέτει εις κυκλοφορίαν τα πνευματικά κεφάλαια της ανθρωπότητος». Και συμπεραίνει ότι «ρευστοποιεί τας ιδέας, καθιστά εφικτήν την υπό όσον το δυνατόν περισσοτέρων ανθρώπων πρρόσκτησίν των και την καθολικωτέραν συζήτησιν αυτών και επιταχύνει την ομαλήν εξέλιξίν των». Ακριβώς όμως αυτή η «ρευστοποίησις» των ιδεών είναι το μεγάλο κατόρθωμα του Τύπου: η βαθιά και ακατανίκητη επίδρασή του, η διαμόρφωση των συνειδήσεων, η κοινή γνώμη. Τι δύναμη, τι θηρίο θα έλεγα, είναι αυτή η κοινή γνώμη μπορεί να το πει όποιος δοκίμασε να κάνει μια οποιαδήποτε παρουσία: στην πολιτική, στην οικονομική ή στην πνευματική ζωή έστω και σεμνά έστω και αθόρυβα.

          […] Η εφημερίδα έμμεσα διαμορφώνει την κοινή γνώμη των μορφωμένων, των λίγων. Αλλά στον απλό άνθρωπο, στους πολλούς, προσφέρει πολύ περισσότερα: τους αφυπνίζει, τους κάνει συνειδητούς ανθρώπους και πολίτες, αφού τους παίρνει από το σκοτάδι της άγνοιας και τους πλησιάζει στο φως που απλώνει η γνώση, η οποιαδήποτε γνώση, πολλή ή λίγη. Και εδώ, σ’ αυτόν τον πλατιά παιδευτικό προορισμό της η εφημερίδα δεν μπορεί να είναι επαρκής μόνο με την είδηση. Έρχονται οι άλλες δυνάμεις της, που φαίνονται όχι πολύ απαραίτητες, αλλά είναι η κρυφή της επίδραση. Έρχεται στην εφημερίδα ο συντάκτης με την είδηση, αλλά συμπληρώνει τον οπλισμό της με ό,τι συνηθίσαμε να λέμε ύλη γραφείου: με κάθε είδους άρθρα και σχόλια, με έρευνες, με εκλαϊκευμένα επιστημονικά κείμενα και με ό,τι είναι η λογοτεχνία της εφημερίδας: το χρονογράφημα, τη θεατρική κριτική, την κριτική του βιβλίου, των μουσικών εκτελέσεων και των εκθέσεων, τις συζητήσεις γύρω από μεγάλα και επίκαιρα θέματα, το μυθιστόρημα».

Πέτρος Χάρης

 

6. Εξυπηρετεί ανάγκες της καθημερινής ζωής, δίνοντας πρακτικές πληροφορίες για διάφορα θέματα: προγράμματα για θεάματα και άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις, δημοσίευση αγγελιών, διαφημίσεων, συμβουλών κτλ

 

 Η αρνητική λειτουργία του Τύπου

 1.    Δεν υπάρχει πλήρης ελευθερία έκφρασης των δημοσιογράφων, αφού ο Τύπος είναι εξαρτημένος οικονομικά από το λαό, τη διαφήμιση και τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, ενώ πολιτικά είναι εξαρτημένος από τις κυβερνήσεις ή τα κόμματα.
2.    Η ανεξαρτησία του Τύπου συχνά υποδαυλίζεται από οικονομικά συμφέροντα, διότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, εκτός από υπηρεσίες πληροφόρησης, είναι και κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα είναι η δημοσιογραφία να υποδουλώνεται στη σκανδαλοθηρία, στον εντυπωσιασμό και στο λαϊκισμό, στις προτιμήσεις δηλαδή του κοινού -οι οποίες άλλωστε καλλιεργούνται. Το κυνήγι του κέρδους χαμηλώνει το επίπεδο της εφημερίδας, κολακεύει ευτελείς συνειδήσεις, διαφθείρει πολιτικά, ηθικά και πνευματικά το αναγνωστικό κοινό.
3.    Η ανάγκη της δημοσίευσης διαφημίσεων (οι οποίες αποτελούν απαραίτητο συντελεστή της επιβίωσης του  Τύπου)  οδηγεί επίσης στην πτώση της ποιότητας των εφημερίδων, γιατί αυτές αναγκάζονται να καταφεύγουν στον εντυπωσιασμό και στο λαϊκισμό, προκειμένου να αυξήσουν την κυκλοφορία τους και να προσελκύσουν, έτσι, περισσότερους διαφημιζόμενους.
4.    Ο Τύπος δεν εξαρτάται οικονομικά μόνον από το κοινό και τη διαφήμιση, αλλά και από «κολοσσιαίους ιδιωτικούς μονοπωλιακούς μηχανισμούς», μεγάλα οικονομικά συγκροτήματα. Αναγκάζεται να είναι υποταγμένος στις οικονομικές και πολιτικές σκοπιμότητες του μεγάλου κεφαλαίου και κατ’ αυτόν τον τρόπο περιορίζεται η ελευθερία του και συχνά διαβρώνεται η δημοσιογραφική δεοντολογία.
5.    Συχνά οι πληροφορίες μεταδίδονται ανεπεξέργαστες, χωρίς ανάλυση δηλαδή, με μονομέρεια και ανεπάρκεια, κατά τρόπο πρόχειρο και καταιγιστικό. Έτσι, όμως, συμβάλλουν στην αύξηση της γενικής σύγχυσης, αντί να διαφωτίζουν την κοινή γνώμη και ο πολίτης μεταβάλλεται σε  «συλλέκτη πληροφοριών», εξωκατευθυνόμενο και παθητικό δέκτη ειδήσεων τις οποίες δεν αναγκάζεται να αντιμετωπίσει κριτικά.
6.    Όταν τα μέσα ενημέρωσης μονοπωλούνται από την εκτελεστική εξουσία ( τούτο συμβαίνει  στα αυταρχικά καθεστώτα ), ο Τύπος μπορεί να γίνει όργανο δημαγώγησης και αποπροσανατολισμού του λαού, καθώς εξαίρουν την κυβερνητική πολιτική. Ορθά έχει ειπωθεί πως «μόνον η διασφάλιση της ανεξαρτησίας των Μ.Μ.Ε. μπορεί να κατοχυρώσει τη δημοκρατία απέναντι σ’ ένα παμφάγο και πανίσχυρο κράτος, μια παντοδύναμη εκτελεστική εξουσία».
7.    Στα δικτατορικά κυρίως καθεστώτα λαμβάνει χώρα το φαινόμενο της λογοκρισίας, που αποτελεί φραγμό για την ελευθεροτυπία. Οι ειδήσεις ελέγχονται από την κυβέρνηση και επιτρέπεται η δημοσίευση εκείνων μόνο των γεγονότων, των απόψεων ή των ιδεών που δεν υπονομεύουν την εξουσία του δικτάτορα. Πολλές φορές για προπαγανδιστικούς σκοπούς αλλοιώνονται και οι ειδήσεις που παρουσιάζονται, δηλαδή διαστρεβλώνεται η αλήθεια. Λογοκρισία μπορεί να επιβληθεί στον Τύπο ακόμη και από κυβέρνηση δημοκρατικά εκλεγμένη, όταν η χώρα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης οδηγεί στην επιβολή στρατιωτικού νόμου και στον κρατικό έλεγχο των ειδήσεων που μεταδίδονται στο λαό για λόγους εθνικής ασφάλειας.
8.    Συχνά ο Τύπος στρατεύεται στην υπηρεσία κομματικών μηχανισμών και συρρικνώνονται έτσι τα περιθώρια της αυτονομίας του, αφού οι κομματικές ηγεσίες τον ελέγχουν και τον κατευθύνουν, για να εξυπηρετήσουν στενά κομματικά συμφέροντα. Ο στρατευμένος τύπος συνήθως είναι μονομερής, προάγει το φανατισμό και την εμπάθεια και περιστέλλει την ελεύθερη πολιτική κρίση των αναγνωστών του.
9.    Ο Κίτρινος Τύπος: Κίτρινος ονομάζεται ο τύπος που θυσιάζει την ορθή, έντιμη και αντικειμενική πληροφόρηση της κοινής γνώμης στο βωμό της εξυπηρέτησης οικονομικών συμφερόντων ή μικροκομματικών σκοπιμοτήτων. Συχνά εκμεταλλεύεται πτυχές του ιδιωτικού βίου δημόσιων προσώπων ή άλλα γεγονότα και, γενικότερα, παραβιάζει εύκολα  τον κώδικα της δημοσιογραφικής δεοντολογίας , αν κάτι τέτοιο υπόσχεται αύξηση της κυκλοφορίας και των κερδών του. Με το λαϊκισμό, τη σκανδαλοθηρία και το λιβελογράφημα προκαλεί το φανατισμό, εξάπτει τα πολιτικά πάθη, εκφυλίζει αρχές και αξίες και σπιλώνει εξέχουσες προσωπικότητες.

Γιατί ονομάστηκε «κίτρινος τύπος»;

α) Κατά μια άποψη, οι πρώτες σκανδαλοθηρικές εφημερίδες , που κυκλοφόρησαν στην Αμερική, ήταν τυπωμένες σε κίτρινο χαρτί.

β) Σύμφωνα με μια δεύτερη εκδοχή, η ονομασία προήλθε από το κίτρινο χρώμα της αγγελίας, όπου με πελώρια γράμματα διαφημιζόταν το περιεχόμενο μιας εφημερίδας. Εισηγητής αυτής της δημοσιογραφίας ήταν ο Ράντολφ Χηρστ, αμερικανός ιδιοκτήτης πολυάριθμων εφημερίδων.

γ) Άλλοι υποστηρίζουν πως πίσω από την ασύδοτη, ύπουλη, σκανδαλοθηρική λειτουργία του τύπου αυτού κρύβονται οικονομικά ανταλλάγματα. Το χρήμα, το κίτρινο χρώμα του χρυσού, έδωσε την ονομασία «κίτρινος τύπος» στον εξαγορασμένο, στον πληρωμένο τύπο

10.  Η Παραπληροφόρηση: Παραπληροφόρηση ή κατευθυνόμενη πληροφόρηση είναι η προσχεδιασμένη, υστερόβουλη , σκόπιμη μετάδοση πληροφοριών προς τις μάζες με σκοπό την εξυπηρέτηση ύποπτων συμφερόντων.  Η παραπληροφόρηση συντελείται με την αποσιώπηση των γεγονότων (απόκρυψη της αλήθειας), τη διαστροφή-παραποίηση των γεγονότων (διαστρέβλωση της αλήθειας) ή την επιλογή των γεγονότων (παρουσίαση της μισής αλήθειας). Η τελευταία μέθοδος είναι η συχνότερη και η πλέον αποτελεσματική, αφού ο δημοσιογράφος δε διαστρέφει την αλήθεια, απλώς προβάλλει μόνον ένα μέρος της…

11.  Η Προπαγάνδα: Ο όρος προέρχεται από τη λατινική φράση «de propaganda fide» που σημαίνει «για τη διάδοση της πίστης». Είναι μια συστηματική προσπάθεια για τη διάδοση ιδεών, αρχών και δογμάτων. Η προπαγάνδα στόχο έχει να πείσει το άτομο με κάθε μέσο να πιστέψει σε μια ιδεολογία, σε μια θρησκεία, σ’ ένα κόμμα, σ’ ένα καθεστώς. Βασίζεται στις ψυχολογικές, ιδεολογικές και πολιτικές ανάγκες ενός λαού και δρα κρυφά και ύπουλα με κύριο όπλο την παραπληροφόρηση. Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα η δύναμη της προπαγάνδας είναι μεγάλη. Η λογοκρισία και η κατευθυνόμενη πληροφόρηση αποπροσανατολίζουν το λαό και καλλιεργούν την ακρισία και το φανατισμό. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Χίτλερ είχε ιδρύσει Υπουργείο Προπαγάνδας στη ναζιστική Γερμανία. Υπουργός ήταν ο διαβόητος Γκαίμπελς. Προπαγάνδα υπάρχει και στα δημοκρατικά ακόμη καθεστώτα και διεξάγεται από τις ηγεσίες κάθε είδους, όμως δεν μπορεί να ριζώσει, γιατί η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών σε μια δημοκρατική κοινωνία δεν επιτρέπει το φανατισμό και τη χαύνωση των πολιτών.

 

    «Έχουν όμως ένα άλλο μέγα μειονέκτημα οι κάτοχοι των μέσων έκφρασης ιδιώτες: είναι έμποροι. Γι’ αυτούς τα μέσα μετάδοσης είναι κυρίως ή και αποκλειστικώς μέσα χρηματισμού. Θέλουν να μεταδίδουν ό,τι προσπορίζει περισσότερο κέρδος. Και αυτό είναι ό,τι αρέσει στους πολλούς δηλαδή το χυδαίο, το υπερβολικό, το ψεύτικο, εκείνο που διαφθείρει και δε μορφώνει. Και έτσι διεξάγεται μεταξύ των λίγων αυτών ένας αγώνας ως προς το περιεχόμενο των όσων μεταδίδουν, ένας αγώνας που έχει κατά ένα μικρό ποσοστό κριτήριο την καλή ποιότητα και κατά ένα μέγα ποσοστό κριτήριο το ό,τι αρέσει στους πολλούς. Είναι αναπότρεπτη αυτή η στροφή της πλειοψηφίας προς τα κάτω, όσο η μετάδοση των στοχασμών δεν είναι πολιτικό ή κοινωνικό λειτούργημα, αλλά εμπορία.

    Το μειονέκτημα τούτο της εμπορίας επιδεινώνεται από δυο άλλους παράγοντες. Εκτός από την εξάρτηση από το πλήθος των αναγνωστών, υπάρχει και η εξάρτηση από τους διαφημιστές, έναν περιορισμένο κύκλο ανθρώπων, που με στενά εμπορικά κριτήρια, αλλά με τη δυνατότητα να κάνουν μεγάλες παροχές, κρατούν υπό την επιρροή τους ή και ρυθμίζουν την τύχη του οργάνου του τύπου, προσθέτοντας το βάρος τους στην προς τα κάτω πορεία του.

    Ακόμη χειρότερη είναι η εξάρτηση εκεί όπου συμβαίνει ο τύπος να βρίσκεται στα χέρια του μεγάλου κεφαλαίου. Αυτό αποτελεί μια πρόσθετη δουλεία, έναν πρόσθετο περιορισμό της ελευθερίας του, προς ορισμένη τουλάχιστον κατεύθυνση…».

Κ. Τσάτσος

    «Το γεγονός ότι μια είδηση είναι αληθινή δε σημαίνει ταυτόχρονα ότι έχει χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο αληθινό. Κι ας αφήσουμε το ενδεχόμενο, γέννημα της φαντασίας μου, να «κατασκευάσει» ένας διευθυντής εφημερίδας έναν υπεύθυνο για πολιτικούς λόγους. Του φτάνει και μόνο να κάνει φανερή στην πρώτη σελίδα την ύπαρξη ενός υπεύθυνου (και μιας ευθύνης) για να κάνει τους αναγνώστες να ξεχάσουν άλλους υπεύθυνους κι άλλες ευθύνες. Για παράδειγμα, ένας στραγγαλιστής κοριτσιών παραμένει πάντα και αντικειμενικά ένας στραγγαλιστής κοριτσιών, αλλά αν γεμίσει τις πρώτες σελίδες για να μας κάνει να ξεχάσουμε μιαν αεροπορική επίθεση στο Βιετνάμ ή ένα κυβερνητικό σκάνδαλο γίνεται (από δημοσιογραφική σκοπιά) ένας πλαστός στραγγαλιστής.

    Σ’ αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει ακόμη ένας τρόπος άμυνας που είναι να διερωτάται ο αναγνώστης (σαν η είδηση να ήταν έγκλημα και σύμφωνα με τους κανόνες του καλού αστυνομικού μυθιστορήματος) «τι κέρδος θα είχε απ’ αυτό ο ύποπτος»; Ποιος ωφελείται απ’ το ότι προβάλλεται τόσο βίαια η τάδε είδηση αυτή τη στιγμή, ποιες άλλες ειδήσεις σκεπάζει»;

Umberto Eco

    «Άρα λοιπόν το πρόβλημα «αλήθεια  ή ψέμα» είναι πολύ πιο σύνθετο. Ψέμα είναι και η επιλογή ορισμένων θεμάτων, γεγονότων, πραγμάτων και η απόκρυψη άλλων. Θα μου πείτε: ποια είναι η αλήθεια; Σ’ αυτήν την ερώτηση ο Πιλάτος δεν απάντησε και φοβάμαι πως κανένας δεν έχει απαντήσει ως τώρα. […].

    […] Γίνονται επεισόδια, ξεκινάει κάπου μια διαδήλωση. Αν ρωτήσετε δυο αυτόπτες μάρτυρες, δυο δημοσιογράφους, ο ένας θα σας πει «φταίει η αστυνομία, η οποία επετέθη χωρίς λόγο εναντίον των διαδηλωτών», ο άλλος θα πει «φταίνε οι διαδηλωτές, οι οποίοι άρχισαν να πετροβολούν την αστυνομία». Πού είναι η αλήθεια; Υπάρχει αντικειμενική αλήθεια; Από τη μεριά που καθόταν ο καθένας μπορεί να είδε άλλη εικόνα. Ο ένας μπορεί να είδε πράγματι διαδηλωτές να πετροβολούν την αστυνομία, ο άλλος από την πλευρά του μπορεί να είδε μια άλλη σκηνή και νόμιζε ότι η αστυνομία κινήθηκε πρώτη εναντίον των διαδηλωτών. Ας αφήσουμε το πόσο επηρεάζει τον καθένα τους αν ήταν ήδη συναισθηματικά τοποθετημένος σε σχέση με τη διαδήλωση.

    Υπάρχει ένα πολύ ωραίο φιλμ που δίνει μια απτή εικόνα της σχετικότητας της αλήθειας. Το «Ρασομόν» -όπου επτά αυτόπτες μάρτυρες περιγράφουν μια σκηνή. Ο καθένας τη δίνει εντελώς διαφορετική -και ποτέ δε μαθαίνουμε ποια ήταν η πραγματικότητα.

    […]Όπως είπε και ένας μεγάλος φιλόσοφος, ο Καντ, κάθε ιστορία είναι μια ερμηνεία. Στην πραγματικότητα έχουμε ένα «σωρό από γεγονότα», έχουμε χιλιάδες συμβάντα που συμπίπτουν, τόσα πολλά που κανένας δεν μπορεί όλα μαζί να τα καταλάβει και να τα καταγράψει. Καθένας που θέλει να γράψει είτε για παλιό γεγονός είτε για σύγχρονο,  κάνει μια επιλογή γεγονότων. Και το κριτήριο της επιλογής είναι η δική του υποκειμενική αξιολόγηση. «Αντικειμενική» αλήθεια λοιπόν δεν υπάρχει!

    Αυτό βέβαια δεν είναι δικαιολογία για το ψέμα. Γιατί είπαμε πριν πως η κατευθυνόμενη πληροφόρηση είναι αυτή που γίνεται «ενσυνείδητη». Όταν ξέρω πως λέω ψέματα. Αν έκανα αυτή τη μεγάλη παρένθεση ήταν μόνο για να σας δείξω πόσο κοντά πέφτουν η αλήθεια και το ψέμα και πόσο συχνά μπορεί κανείς «καλή τη πίστει» να γίνει προπαγανδιστής χωρίς να το ξέρει.

    Στη διαφήμιση η κατευθυνόμενη πληροφόρηση είναι λιγότερο επικίνδυνη. Όχι μόνο γιατί η διαφήμιση φαίνεται πως είναι διαφήμιση, αλλά γιατί στη διαφήμιση υπάρχει ανταγωνισμός. Δεν ακούτε μόνο για ένα αυτοκίνητο, ακούτε για πολλά. Ο έξυπνος μπορεί να συγκρίνει να κρίνει και φυσικά μπορεί να επισκεφθεί μερικές εκθέσεις, να δοκιμάσει διάφορα αυτοκίνητα, να ρωτήσει και γνώμες – για να αγοράσει τελικά το αυτοκίνητο που του ταιριάζει.

    Υπάρχει ανταγωνισμός, ακούγονται πολλές φωνές και υπάρχει ελευθερία εκλογής. Το ίδιο γίνεται και στον πολιτικό χώρο όσο υπάρχει Δημοκρατία. Ακούγονται πολλές φωνές και υπάρχει κάποια  ελευθερία επιλογής. Βέβαια, η ελευθερία της γνώμης στη Δημοκρατία είναι λιγάκι στα χαρτιά, πρώτα γιατί δεν είναι σίγουρο πως έχετε όλες τις πληροφορίες που σας χρειάζονται για να διαμορφώσετε γνώμη. Ύστερα γιατί όσο κι αν μιλάμε για ελεύθερη έκφραση -σκεφθείτε: αν βγείτε στο δρόμο και φωνάξετε τη γνώμη σας πόσοι θα την ακούσουν; Και έχει την ίδια εμβέλεια και βαρύτητα η γνώμη η δική σας και η  γνώμη του σχολιαστή της τηλεόρασης, ο οποίος ακούγεται από εκατομμύρια ανθρώπους; Κι αν εσείς θέλατε να πείτε τη γνώμη σας από την τηλεόραση, θα μπορούσατε;

    Ας πάρουμε ένα απλούστερο παράδειγμα. Γράφει μια εφημερίδα κάτι. Διαφωνείτε και στέλνετε ένα γράμμα. Η γνώμη της εφημερίδας μπήκε στην πρώτη σελίδα, σαν άρθρο, με πολύ μεγάλα στοιχεία, το δικό σας γράμμα (αν μπει, γιατί πολλές φορές δεν μπαίνει) θα μπει σε μια εσωτερική σελίδα και με ψιλά ψιλά γράμματα και δε θα το προσέξει κανείς.

    Δεν είναι λοιπόν ίδια η γνώμη όλων των ανθρώπων στη Δημοκρατία και υπάρχει δυνατότητα να επιβάλλονται μονόπλευρες απόψεις από το κράτος, από δημοσιογραφικά συγκροτήματα ή άλλες ενδιαφέρουσες ομάδες».

Νίκος Δήμου

Πώς θ’ αντισταθεί ο σύγχρονος άνθρωπος στην παραπληροφόρηση;

 Πρέπει να διατηρεί το πνεύμα και την κρίση του σε συνεχή εγρήγορση. Να μην αποδέχεται τίποτε ως δεδομένο, να μην αφήνεται στο ρόλο του παθητικού δέκτη, αλλά να ασκεί κριτικό έλεγχο με υπευθυνότητα και αντικειμενικότητα σ’ όλες τις πληροφορίες που δέχεται.

  1. Οφείλει να κρατά στάση δύσπιστη και σκεπτικιστική απέναντι σ’ όλες τις πληροφορίες που κατευθύνονται προς αυτόν και να βρίσκεται σε συνεχή διάλογο, ακόμη και με την ίδια του τη συνείδηση.
  2. Είναι αναγκαίο να ενημερώνεται για τις απόψεις όλων των παρατάξεων, να διαβάζει ποικίλες εφημερίδες. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι κάθε παράταξη προβάλλει μέρος μόνον της αλήθειας  -την πλευρά που εξυπηρετεί τα συμφέροντά της-, όσο περισσότερες πλευρές του γεγονότος ή ερμηνείες του γνωρίζουμε, τόσο περισσότερο προσεγγίζουμε την αλήθεια.
  3. Η συνεχής πνευματική εγρήγορση και ο κριτικός έλεγχος είναι αποτελέσματα της ουσιαστικής παιδείας. Καλό είναι , επομένως, να πιστέψει ο σύγχρονος άνθρωπος στην ουσιαστική σφαιρική μόρφωση, γιατί μόνο με τη βοήθειά της μπορεί να σκέφτεται ελεύθερα και να διαμορφώνει προσωπική άποψη, αντί να συλλέγει παθητικά γνώσεις και πληροφορίες.

«Μία από τις δυνατότητες κριτικής αντίστασης κατά των μέσων μαζικής ενημέρωσης συνίσταται στο να βάζουμε τα μηνύματα το ένα φάτσα στο άλλο. Ο συνετός αναγνώστης ξέρει ότι μπορεί να πετύχει μιαν ικανοποιητικά ολοκληρωμένη εικόνα ενός γεγονότος συγκρίνοντας τις ειδήσεις και τον τρόπο διατύπωσής τους από μέρους πολλών πηγών πληροφόρησης, ακόμη κι αν όλες αυτές οι πηγές είναι ύποπτες. Σε μιαν αληθινά πολιτισμένη χώρα δε φτάνει να διαβάζουν οι πολίτες εφημερίδα, πρέπει να διαβάζουνε όλοι τουλάχιστον δύο εφημερίδες (ή να διαβάζουν μια εφημερίδα και ν’ ακούν διάφορους ραδιοφωνικούς σταθμούς και τηλεοπτικά προγράμματα). Πρέπει να διασταυρώνουμε τις πληροφορίες, δηλαδή να κάνουμε αυτόν το «διακειμενικό» έλεγχο που ανέφερα παραπάνω. Κι αυτό πρέπει να το διδάξουμε στα παιδιά μας από τη σχολική κιόλας ηλικία.

Τώρα τελευταία που όλο και περισσότερα άτομα μιλάνε για διδασκαλία των mass media στα σχολεία, άρχισε να διαφαίνεται κι ένα παιδαγωγικό πρόβλημα που δεν αφορά μόνο τον τύπο και την τηλεόραση, αλλά και αυτά τα ίδια τα διδακτικά βιβλία. Ένα εγχειρίδιο, όσο καλό κι αν είναι, δεν πρέπει να είναι ποτέ το μοναδικό στα χέρια του μαθητή, αλλά -αν είναι οικονομικά δυνατό- να υπάρχουν δύο διαφορετικά για το κάθε μάθημα. Πρέπει να συνηθίζει κανείς από μικρός ν’ ανακατεύει τις ιδέες, αν θέλει να έχει σαφείς ιδέες».

Umberto Eco

H Δημοσιογραφική δεοντολογία

 1.    Κάθε δημοσιογράφος που έχει συνείδηση του ρόλου και της ευθύνης του πρέπει να σέβεται τις αρχές της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, προκειμένου να επιτελέσει σωστά το έργο του.
2.    Για να διασφαλίσει την επαγγελματική και ηθική του ακεραιότητα, οφείλει να σέβεται την ιδιωτική ζωή και την αξιοπρέπεια των συνανθρώπων του, καθώς επίσης και το δημόσιο συμφέρον.
3.    Επιβάλλεται να παρέχει τη δυνατότητα στο κοινό να έχει πρόσβαση και συμμετοχή στη λειτουργία των Μέσων Ενημέρωσης, να ενθαρρύνει και να διευκολύνει τη διάδοση των ιδεών και των απόψεων των απλών ανθρώπων.
4.    Είναι καθήκον του να μεταδίδει τις πληροφορίες κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να γίνονται κατανοητές στο λαό, γιατί δεν πρέπει να ξεχνά ότι ο στόχος του είναι να διαφωτίσει κυρίως το πλήθος.
5.    Πρέπει να παρουσιάζει τις ειδήσεις με ακρίβεια και αντικειμενικότητα, χωρίς να δεσμεύεται από μικροπολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες.
6.    Είναι αναγκαίο να επεξεργάζεται τα γεγονότα, δηλαδή να τα αναλύει και να τα σχολιάζει, διαχωρίζοντας όμως κατά τρόπο σαφή το γεγονός από το σχόλιο, τη δική του υποκειμενική ερμηνεία.
7.    Χρέος του είναι να περιφρουρεί την αλήθεια. Να μην τη διαστρέφει, ούτε να παρουσιάζει ένα μέρος της μόνο, αλλά να παρέχει όσο το δυνατόν πολύπλευρη, ολοκληρωμένη εικόνα της κοινωνικής πραγματικότητας, παρουσιάζοντας και διαφορετικές από τις δικές του απόψεις, ώστε να βοηθά τον αναγνώστη να προσεγγίσει την αλήθεια.
8.    Καλό είναι, αν στόχο έχει την ορθή ενημέρωση, να αποδίδει τις επικεφαλίδες των ειδήσεών του  κατά τρόπο που να εναρμονίζονται με το περιεχόμενο. Δυστυχώς, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο επικεφαλίδων που αλλοιώνουν το περιεχόμενο της είδησης και παραπλανούν έτσι το κοινό που ορισμένες φορές περιορίζεται μόνο στην ανάγνωση των τίτλων. Επιπροσθέτως, για να είναι η πληροφόρηση έγκυρη, θα πρέπει ν’ αποφεύγει την υπερβολή και τον εντυπωσιασμό.
9.    Είναι υποχρεωμένος να ελέγχει τις πηγές των πληροφοριών του και, όταν είναι δυνατόν, να τις αποκαλύπτει. Η ανώνυμη αναφορά σε «έγκυρες « και «αρμόδιες» πηγές δίνει την εντύπωση της εγκυρότητας και εξαπατά μ’ αυτόν τον τρόπο το κοινό.
10.  Σημαντική είναι, τέλος, και η έγκαιρη παρουσίαση των γεγονότων, η άμεση ενημέρωση και ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των κοινωνικών και πολιτικών ζητημάτων.

     «…Μιλώντας για «μύθο της αντικειμενικότητας», εννοούσα ότι μια είδηση τη δίνουμε πάντα αφού πρώτα την ερμηνεύσουμε, ακόμη και μόνο εξαιτίας του γεγονότος ότι τη διαλέγουμε ανάμεσα σε πολλές άλλες. Επίσης μια εφημερίδα παίρνει μορφή με τους τίτλους, με το μέγεθός τους και το χαρακτήρα τους, με τη σελιδοποίηση και το μάκρος των άρθρων, με την τοποθέτησή τους σε μια σελίδα μάλλον παρά σε μιαν άλλη, με τα χρώματα, αν υπάρχουν, και με τόσα άλλα πράγματα. Με καθένα από αυτά τα στοιχεία έχουμε και μια επέμβαση του υποκειμενικού παράγοντα. Ο δημοσιογράφος δεν έχει το χρέος να είναι αντικειμενικός. Έχει το χρέος να παίζει το ρόλο του μάρτυρα. Πρέπει να λέει ό,τι ξέρει και πρέπει (αφού, για παράδειγμα, εκθέσει τις απόψεις και των δύο μερών που έχουν εμπλακεί σε μια διαμάχη) να λέει ποια είναι η δική του γνώμη.

    Καλή είδηση για μένα είναι αυτή που ξεχωρίζει τα γεγονότα από τις αξίες. Παράδειγμα: «Ένας άνθρωπος χτύπησε ένα σκύλο» (αυτό είναι το γεγονός). Τελεία. «Το συμβάν για μένα είναι δυσάρεστο» (γνώμη που ανήκει στο χώρο των αξιών). Κακή είδηση είναι εκείνη στην οποία γνώμη και έκθεση του γεγονότος μπερδεύονται. Παράδειγμα: «Ένας κακός άνθρωπος χτύπησε έναν κακόμοιρο σκύλο». […].

    Όλα αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με την αντικειμενικότητα. Γιατί, όταν μιλάμε για αντικειμενικότητα, υπονοούμε ότι η είδηση μας δίνει την εικόνα της πραγματικότητας «έτσι όπως είναι» και ότι η εφημερίδα, που είναι γεμάτη ειδήσεις, είναι η σφαιρική εικόνα της πραγματικότητας στο σύνολό της. Όμως, αν εκείνη την ημέρα δημοσίευσε την είδηση του ανθρώπου που χτύπησε το σκύλο, αλλά αγνόησε την είδηση του παιδιού που έπεσε απ’ το ποδήλατο (και είναι μοιραίο, γιατί μια εφημερίδα δεν μπορεί να περιλάβει το σύμπαν), η εφημερίδα αντικατόπτρισε τον τρόπο επιλογής, μέσα από το σύμπαν, των πραγμάτων που κατά τη γνώμη των δημοσιογράφων της «αποτελούν την πραγματικότητα».Αυτό βέβαια δεν είναι κακό, είναι ανθρώπινο και λογικό. Αρκεί να μην το κρύβουμε απ’ το κοινό. Ο μύθος της αντικειμενικότητας του το κρύβει και καμιά φορά το κρύβει και από το δημοσιογράφο. Από αυτή την άποψη είναι μια εκδήλωση ψευδοϊδεολογίας.

    Ενάντια σ’ αυτή την ιδεολογία πρέπει να αγωνιστεί η δημοσιογραφία, αν θέλει να είναι δημοκρατική δημοσιογραφία. Δηλαδή, κατά τη γνώμη μου, το καθήκον του δημοσιογράφου δεν είναι να πείσει τον αναγνώστη ότι αυτός λέει την αλήθεια, αλλά να τον προειδοποιήσει ότι αυτός λέει τη «δική του» αλήθεια. Ότι υπάρχουν όμως κι άλλες.

    Ο δημοσιογράφος που σέβεται τον αναγνώστη πρέπει να του αφήνει περιθώρια εξέτασης άλλων απόψεων. Αυτό μπορεί να το κάνει με χίλιους τρόπους: προκαλώντας συζήτηση γύρω από μια είδηση, αναφέροντας όλες τις ερμηνείες και τις ανακοινώσεις των άλλων, τονίζοντας κυρίως την προσωπική γνώμη, όταν είναι προσωπική, έτσι ώστε να το αντιλαμβάνονται όλοι. Υπάρχουν άπειροι τρόποι».

Umberto Eco

 Συμπερασματικά:                  Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων του Τύπου χρειάζεται:

 

1.    Ελευθεροτυπία (αυτοέλεγχος και όχι λογοκρισία, ελευθερία και όχι ασυδοσία).
2.    Πλουραλισμός στα μέσα ενημέρωσης.
3.    Διασφάλιση της Δημοκρατίας, γιατί μόνον αυτή αποτελεί εγγύηση για τις δυο προηγούμενες προϋποθέσεις.
4.    Οικονομική αυτονομία και ανεξαρτησία των εφημερίδων.
5.    Ανεξαρτησία του δημοσιογράφου από τον εκδότη-εργοδότη.
6.    Υψηλό αίσθημα ευθύνης των δημοσιογράφων και των εκδοτών.
7.    Υψηλό μορφωτικό επίπεδο των δημοσιογράφων (ειδικευμένες γνώσεις αλλά και σφαιρική καλλιέργεια).
8.    Παιδεία στο λαό και καλλιέργεια του αισθήματος της ευθύνης απέναντι στην ενημέρωσή του.

     «Ένας ευσυνείδητος δημοσιογράφος οφείλει να συμμορφωθεί στις γενικά παραδεγμένες ιδέες για το δίκαιο και τη δικαιοσύνη καθώς και στις απαιτήσεις του κοινού, το οποίο τον εκτιμά πάρα πολύ. Ο δημοσιογράφος οφείλει να γνωρίζει τη λογοτεχνία της χώρας του και, αν είναι δυνατό, την κλασική λογοτεχνία, μια και στη σύγχρονη λογοτεχνία υπάρχουν, σχεδόν πάντοτε, οι μορφές και τα έργα της κλασικής λογοτεχνίας. Οφείλει να γνωρίζει την ιστορία της χώρας του και της φυλής του, καθώς και την ιστορία των χωρών και των φυλών από τις οποίες αυτός ο ίδιος και η φυλή του κατάγονται. Οφείλει να έχει μια γενική γνώση των πολιτικών και οικονομικών επιστημών. Επίσης πρέπει να μην είναι ανίδεος των τεχνών και των επιστημών γενικότερα. Όσο ευρύτερες είναι οι γνώσεις του, τόσο περισσότερο είναι ικανός ο δημοσιογράφος να εκτελέσει το καθήκον του. Για να γίνει κανείς συντάκτης, πρέπει να εργαστεί σκληρά και έξυπνα ως ρεπόρτερ, οπότε και γίνεται άξιος ν’ ανέβει…».

William Hurst

    «Από την άποψη την εσωτερική ή ηθική, τον Τύπο τον κρατά ψηλά το συναίσθημα της ευθύνης. Εφόσον ο Τύπος δεν είναι επάγγελμα, όπως τα άλλα, αλλά είναι αποστολή, οι διευθύνοντες τον Τύπο, οι δημοσιογράφοι, δεν είναι συνηθισμένοι επαγγελματίες, αλλά είναι λειτουργοί. Καθώς ένας λειτουργός έχει την επίγνωση ότι δεν του επιτρέπεται να παρεκκλίνει από το λειτούργημά του, έτσι και ο δημοσιογράφος έχει την ίδια επίγνωση, ότι η αποστολή του είναι ιερή, και ότι κάθε κατάχρηση της δυνάμεως, που έχει στα χέρια του την ώρα που κρατεί την πένα και γράφει, δε βλάπτει μόνο ένα πρόσωπο ή μια ομάδα, αλλά βλάπτει την ίδια τη λειτουργία, και την ίδια την κοινωνική ζωή, μέσα στο μηχανισμό της δημοκρατίας. Αυτό το υψηλό συναίσθημα ευθύνης είναι το ηθικό θεμέλιο του λειτουργήματος του Τύπου. Ο μεγάλος νομικός Jhering είχε πει ότι η αξία ενός λαού είναι ταυτόσημη με το αίσθημα περί δικαίου που έχει αυτός ο λαός. Κατ’ αναλογίαν, το ίδιο ισχύει για κάθε θεσμό: η αξία του εξαρτάται από το συναίσθημα ευθύνης που έχουν οι λειτουργοί του».

Μιχ. Στασινόπουλος

    «Η βελτίωση πρέπει να προέλθει μέσα από τις ίδιες τις εφημερίδες, που θα πρέπει να αναπροσαρμοσθούν στις νέες συνθήκες, να τονώσουν την αξιοπιστία τους, να γίνουν πιο χρήσιμες στον αναγνώστη. Ν’ ανταποκριθούν στις ηυξημένες απαιτήσεις της εποχής. Αλλά και πέρα από τις εφημερίδες, η ευθύνη για τη βελτίωση του Τύπου βαρύνει το κοινό. Επειδή σ’ αυτό απευθύνεται και σ’ αυτό τελικά ανήκει ο Τύπος, στην ευθύνη του μεγάλου κοινού είναι να ζητεί αλήθεια και ποιότητα από την εφημερίδα του…».

Παναγιώτης Λαμπρίας

Σοφία Μάνιου

 


 [*1]

 [*2]

Η ΠΑΙΔΕΙΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

 

Σοφία Μάνιου

 Η  ΠΑΙΔΕΙΑ

                 «Αυτήν τη σκόπιμη κοινωνική λειτουργία, με την οποία ο άνθρωπος μεταδίδει στον άνθρωπο την υλική, πνευματική, ηθική και πολιτιστική κληρονομιά και καλλιεργεί στους νέους όλες εκείνες τις δημιουργικές και πνευματικές ικανότητες, με τις οποίες θα διευρύνει, θα βελτιώσει και θα πλουτίσει τα επιτεύγματα των προηγούμενων γενεών του, ονομάζουμε Παιδεία»

Νίκος Σίμογλου

                «Παιδεία είναι το σύνολο των υλικών και άυλων πόρων που κληροδοτεί η παλιά γενιά στους νέους, οι οποίοι τους μεταπλάθουν, τους χρησιμοποιούν, τους επαυξάνουν και τους μεταλαμπαδεύουν στην επόμενη γενιά. Δηλαδή η παιδεία είναι βασικός συντελεστής κοινωνικής συναίνεσης των νέων».

Firth

                «Παιδεία είναι η πνευματική και ηθική αγωγή των νέων .  η διάπλαση των διανοητικών δυνάμεων και του χαρακτήρα, ιδιαίτερα με την παροχή συστηματικής μόρφωσης στα σχολεία και στα άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα».

Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών Unesco

 

                «Παιδεία είναι το να ελκύσουμε και να οδηγήσουμε τα παιδιά στις αρχές της συμπεριφοράς που ο νόμος θεωρεί ορθές». (Νόμοι, 659 Δ)

Πλάτωνας

 

                Από τους προηγούμενους ορισμούς της έννοιας προκύπτουν ορισμένα συμπεράσματα που διαφωτίζουν περισσότερο το χαρακτήρα της Παιδείας:

Η παιδευτική πορεία έχει δυναμικό, εξελικτικό χαρακτήρα. Η έννοια της Παιδείας δεν περιορίζεται μόνο στην αγωγή που δέχεται ο άνθρωπος στην παιδική και εφηβική του μόνον ηλικία, ούτε περιορίζεται μέσα στους σχολικούς τοίχους. Ο άνθρωπος δέχεται την παιδεία σ’ όλες τις φάσεις της ηλικίας του. Συνεχώς διαπλάθεται πνευματικά και ηθικά, μορφώνεται ακατάπαυστα, μέσω των εμπειριών του, των συναναστροφών του, της επαφής του με τα μέσα ενημέρωσης και την τέχνη κ.ά. Τέτοιο νόημα έδινε στην αγωγή ο Σόλωνας, όταν έλεγε: «Γηράσκω δ’ αεί πολλά διδασκόμενος».

                Οι παιδευτικές επιδράσεις κατευθύνονται κυρίως από τους ενήλικους, τους ώριμους για την κοινωνική ζωή ανθρώπους, προς τους ανήλικους. Αλλά λειτουργούν και αντίστροφα. Η διαδικασία της παιδείας είναι μια συνεχής αλληλεπίδραση μέσα στα πλαίσια της κοινωνικής συμβίωσης.

Η αγωγή καθορίζεται από τις αρχές, τις ιδέες και τις ηθικές αξίες που είναι αποδεκτές σε μια κοινωνία. Είναι, λοιπόν, η κληροδότηση ή η εμφύτευση των κατεστημένων απόψεων, νοοτροπιών, αξιών και συνηθειών από τις ώριμες γενιές στα άτομα νεαρής ηλικίας, η εξοικείωση των παιδιών με τους ορθούς, σύμφωνα με την κρατούσα αντίληψη, κανόνες συμπεριφοράς και σκέψης. Ειδικά στον ορισμό του Πλάτωνα υποδηλώνεται η χειραγώγηση του παιδαγωγούμενου, η έλξη ή η κατεύθυνσή του προς μια ορισμένη στάση ζωής. Και σύμφωνα με τον  Max Weber, «κάθε σύστημα παιδείας αποβλέπει στο να καλλιεργεί τους νέους για μια ειδική «διαγωγή ζωής», που χαρακτηρίζει και συμφέρει την ομάδα με την αποφασιστική ισχύ στην κοινωνική ιεραρχία…». Οι διαπιστώσεις αυτές, ωστόσο, δε θα πρέπει να οδηγήσουν στην ιδέα ότι η παιδεία εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα του κατεστημένου. Η ουσιαστική παιδεία έχει τη δύναμη ν’ απελευθερώνει πνευματικά τον άνθρωπο. Του παρέχει τη δυνατότητα όχι απλώς ν’ αφομοιώσει  τον πολιτισμό των προγόνων, αλλά  και να τον  κρίνει, να τον βελτιώσει και να τον εμπλουτίσει.

 

 Αγωγή – Παιδεία – Εκπαίδευση

                Είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τις έννοιες «αγωγή» και «παιδεία», γιατί σημασιολογικά περίπου ταυτίζονται, αν και η έννοια της αγωγής είναι κάπως ευρύτερη. Επιβάλλεται, όμως, να γίνει διάκριση στους όρους «παιδεία» και «εκπαίδευση», γιατί συχνά ταυτίζονται και προκαλείται σύγχυση. Η παιδεία είναι μια έννοια με μεγάλο εύρος. Είναι η μόρφωση του ατόμου, η διάπλαση της προσωπικότητάς του, η γενικότερη πνευματική και ηθική καλλιέργεια που αποκτά ο άνθρωπος καθ’ όλη την πορεία της ζωής του μέσα από την κοινωνική συμβίωση.

Η εκπαίδευση, όμως, δεν είναι αφηρημένη, αλλά συγκεκριμένη έννοια:

  • Η εκπαίδευση σημαίνει την παροχή συγκεκριμένων γνώσεων, που στοχεύουν σε καθορισμένη και ελεγχόμενη σωματική, πνευματική και ηθική αγωγή.
  • Οι γνώσεις παρέχονται με οργάνωση και μεθοδευμένο σύστημα μέσα σε ειδικά ιδρύματα, δημόσια (θεσμική – τυπική εκπαίδευση) ή ιδιωτικά. (Αντίθετα,  παιδεία μπορεί κανείς να λάβει οπουδήποτε).
  • Η εκπαιδευτική δραστηριότητα κατευθύνεται από τους ενήλικες  (όχι οποιουσδήποτε, αλλά ανθρώπους με επιστημονικές και παιδαγωγικές γνώσεις) προς τα παιδιά και τους εφήβους. Είναι, λοιπόν, κυρίως μονόδρομη (χωρίς αυτό να ισχύει απόλυτα) και όχι αμφίδρομη εκπαιδευτική διαδικασία.
  • Η εκπαίδευση πάντοτε ελέγχεται από το κράτος, γιατί οι φορείς της πολιτικής εξουσίας στοχεύουν στη διάπλαση εκείνου του τύπου του πολίτη που θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του κατεστημένου. Στα ολοκληρωτικά, για παράδειγμα,  καθεστώτα το εκπαιδευτικό σύστημα είναι αυταρχικό, ενώ στις δημοκρατικές πολιτείες είναι φιλελεύθερο – δημοκρατικό. Από τα προηγούμενα συνάγεται ότι εκπαίδευση χωρίς ελευθερία είναι δυνατόν να υπάρξει, παιδεία όμως χωρίς πνευματική ελευθερία είναι αδύνατον.
  • Η εκπαίδευση έχει χρονικά όρια, αρχή και τέλος. Η παιδεία, όμως δεν τελειώνει ποτέ.

 

                «Η έννοια «παιδεία» είναι πλατύτερη από την έννοια «εκπαίδευση». Η εκπαίδευση προϋποθέτει έναν ειδικό μηχανισμό, μια ειδική οργάνωση, που σκοπό έχει να παραλάβει τον άνθρωπο από τα χέρια της φύσης και να τον κάνει παρούσα ιστορική μονάδα. Κατά κάποιον τρόπο να τον περάσει «εν συντομία» από όλα τα στάδια του πολιτισμού και να τον αποθέσει στο τελευταίο «προκεχωρημένο φυλάκιο». Εδώ τελειώνει το έργο της εκπαίδευσης».

Χρ. Μαλεβίτσης

                «Η πραγματική μόρφωση δεν είναι αυτή που έχει σχέση μ’ έναν ορισμένο σκοπό  σαν κάθε προσπάθεια για την τελειότητα, αυτή η ίδια αποτελεί το σκοπό της… Σαν τη σωστή άσκηση του σώματος, είναι ταυτόχρονα μια αίσθηση πλήρωσης κι ένα έναυσμα κατευθυνόμενη πάντα και χωρίς ποτέ να σταματάει για ν’ αναπαυθεί, είναι ένα ταξίδι στο άπειρο, μια συμμετοχή στην κίνηση του σύμπαντος, ένας τρόπος ζωής εκτός του χρόνου».

Herman Hesse

ΑΣΚΗΣΗ: Γιατί είναι απαραίτητη η δια βίου παιδεία, και μάλιστα για τον άνθρωπο της εποχής μας;

 

Η μόρφωση είναι δικαίωμα…

  1. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να μορφωθεί. Η εκπαίδευση πρέπει να προσφέρεται δωρεάν, τουλάχιστον στη στοιχειώδη και βασική βαθμίδα. Η στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να γενικευθεί. Η πρόσβαση σε ανώτερες σπουδές πρέπει να γενικευθεί και να είναι ελεύθερη με πλήρη ισότητα για όλους, ανάλογα με την αξία τους.
  2. Σκοπός της εκπαίδευσης πρέπει να είναι η πλήρης ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου και η ενίσχυση του σεβασμού των δικαιωμάτων του και των θεμελιωδών του ελευθεριών. Πρέπει η εκπαίδευση να προάγει την κατανόηση, την ανοχή και τη φιλία ανάμεσα σ’ όλα τα έθνη και τις ομάδες, φυλετικές ή θρησκευτικές, όπως και την ανάπτυξη των ενεργειών των Ενωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης.

  Άρθρο 26, Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Παρίσι, 1948

 

αλλά και καθήκον…

                «Τα κεφάλαια (σε πνευματικά αγαθά) που συσσωρεύουν οι πρόγονοι, δε χάνονται βέβαια για τις γενεές που έρχονται πίσω τους, αλλά δε μεταβιβάζονται άμεσα στα κύτταρα του οργανισμού μας, όπως γίνεται με την κληρονομικότητα στη σωματική εξέλιξη καταθέτονται στην τράπεζα  που ονομάζουμε «παιδεία» και για ν’ αναληφθούν από τους απογόνους, αυτοί πρέπει να μοχθήσουν και να γίνουν άξιοι να τα κάνουν δικά τους».

Ε. Π. Παπανούτσος

 

H   λειτουργικότητα της παιδείας και οι στόχοι της

Α. Η σωματική, πνευματική και ηθική διάπλαση του ατόμου, η συμμετρική ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, η ολοκλήρωσή του ως ανθρώπου. Ειδικότερα:

  1. Η καλλιέργεια και η αξιοποίηση των πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου.
  2. Η απελευθέρωση των δημιουργικών του δυνάμεων, η ανάπτυξη της αυτενέργειας, της φαντασίας, της πρωτοβουλίας.
  3. Η ανίχνευση και η αξιοποίηση των έμφυτων κλίσεων και των ιδιαίτερων χαρισμάτων του ατόμου.
  4. Η ανάπτυξη της λογικής και της κριτικής του ικανότητας, προϋποθέσεων για την κατάκτηση της πνευματικής ελευθερίας.
  5. Η ενίσχυση της πίστης στη δύναμη του Λόγου και του διαλόγου.
  6. Η καταπολέμηση της μισαλλοδοξίας, του δογματισμού και των αυθεντιών, όπως και η απελευθέρωση του ανθρώπου από προλήψεις και δεισιδαιμονίες.
  7. Η διεύρυνση των πνευματικών του οριζόντων με τη μετάδοση γνώσεων που αφορούν αφενός στον εαυτό του και αφετέρου στο περιβάλλον του, φυσικό και κοινωνικό.
  8. Η κατάκτηση της αυτογνωσίας και ο γνωστικός εξοπλισμός του ατόμου για την αυτοαξιολόγηση και την αυτοβελτίωσή του.
  9. Η υπευθυνοποίηση του ατόμου, η εκμάθηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών του.
  10. Η ηθικοποίηση του ατόμου.
  11. Η εκρίζωση των αρχέγονων ζωικών ενστίκτων και η τιθάσευση των παθών και των εγωιστικών του παρορμήσεων.
  12. Η μετάδοση ηθικών αρχών και η διοχέτευση ανθρωπιστικών αξιών, όπως η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η αγάπη, η αλληλεγγύη κτλ.
  13. Η ανάπτυξη του αυτοσεβασμού και η καλλιέργεια του αλληλοσεβασμού.
  14. Η εμφύτευση ανθρωπιστικών οραμάτων και ιδανικών, η παγίωση της πίστης στην αξία του ανθρώπου και στα δικαιώματά του.
  15. Η ενίσχυση της ευαισθησίας του ατόμου, η ανάπτυξη συναισθημάτων που θα το βοηθήσουν να γευτεί την ομορφιά της ζωής αντιστρατευόμενο στη μηχανοποίηση των καιρών μας.
  16. Η αισθητική καλλιέργεια του ατόμου, η ανάπτυξη αισθητικών κριτηρίων και αξιών που θα το οδηγήσουν στην εξοικείωση με το ωραίο και στην καταπολέμηση της ακαλαισθησίας που διακρίνει την εποχή μας.
  17. Η γόνιμη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, ο προσανατολισμός  στη γνήσια ψυχαγωγία.
  18. 10. Η διασφάλιση της ψυχικής ευστάθειας του ατόμου με την αυτοπεποίθηση που προσφέρει η γνώση και τη δυνατότητα ευχερέστερης αντιμετώπισης των προβλημάτων.

Β.   Η κοινωνικοποίηση του ατόμου, η ομαλή και υπεύθυνη ένταξή του στους κόλπους του κοινωνικού συνόλου  και η ανάληψη ενεργού  και υπεύθυνου κοινωνικού ρόλου που θα συντελέσει και στην ολοκλήρωση του ίδιου, αλλά και στην πρόοδο της κοινωνίας του.

  1. Η εκμάθηση  του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς του συνόλου, η υπακοή στους κοινωνικούς κανόνες, στους θεσμούς και  στις αξίες του.
  2. Η καλλιέργεια της κοινωνικότητας και των κοινωνικών αρετών του ατόμου η δημιουργία πνεύματος συνεργασίας, αλληλεγγύης και συλλογικής αντιμετώπισης των προβλημάτων.
  3. Ο επαγγελματικός προσανατολισμός και η κατάρτιση του ατόμου με γνώσεις που θα του επιτρέψουν να αποκατασταθεί επαγγελματικά και να ενταχθεί στην παραγωγική διαδικασία της κοινωνίας του.
  4. Η δημιουργία και η ενίσχυση της κοινωνικής συνείδησης, ο γνωστικός εφοδιασμός για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της κοινωνίας μας και την ποιοτική – ανθρωπιστική ανάπλασή της  με την κριτική αμφισβήτηση του κατεστημένου.
  5. Η πολιτικοποίηση του ατόμου και η καλλιέργεια δημοκρατικής συνείδησης με την εμφύτευση των αξιών στις οποίες θεμελιώνεται το δημοκρατικό πολίτευμα (ελευθερία, ισότητα, πίστη στο διάλογο, αξιοκρατία κτλ.) και -ειδικότερα στην εκπαίδευση- με την πολιτική αγωγή και το θεσμό της μαθητικής αυτοδιοίκησης.
  6. Η μετάδοση των πνευματικών κατακτήσεων των προηγούμενων γενεών  (επιστήμη, τέχνη, φιλοσοφία κτλ.) και η δημιουργία των παραγόντων της εξέλιξης και του εμπλουτισμού τους (στόχος της παιδείας είναι η διάπλαση όχι μόνο φορέων, αλλά και δημιουργών του πολιτισμού).
  7. Η ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης του ατόμου μέσω της επαφής του με την παράδοση, της γνωριμίας του με την πολιτιστική κληρονομιά του λαού του (παραδόσεις, θρησκεία, ιστορία, τέχνη κτλ.), η εμφύσηση της πίστης στην αξία της, αλλά και η δημιουργία πνεύματος κριτικής αντιμετώπισής της.
  8. Η εμφύτευση της αγάπης για την πατρίδα, του πατριωτισμού, με στόχο την εδραίωση της εθνικής ταυτότητας και την περιφρούρηση της εθνικής ανεξαρτησίας.
  9. Παράλληλα, όμως, η δημιουργία διεθνιστικής συνείδησης, η ενίσχυση της πίστης στην αδελφοσύνη των λαών και στην αναγκαιότητα της φιλίας και της συνεργασίας τους, η καλλιέργεια του ιδανικού της ειρήνης.

 

                «H παιδεία χαρίζει στον άνθρωπο το πιο ανθρώπινο γνώρισμά του, την τάση του να γίνει πνευματική προσωπικότητα. Κι όσο ανώτερο είναι το επίπεδο της παιδείας, τόσο η τάση αυτή γίνεται πιο ολοκληρωμένη. Με το μαστίγωμα του προβληματισμού ή με το γαλήνεμα της ενατένισης, ο κόσμος και η ζωή αποκτούν νόημα, και ο άνθρωπος -ο κάθε άνθρωπος- μπορεί να δοκιμάσει βιώματα απρόσιτα στους στρατοκόπους της καθημερινής, τυφλής ρουτίνας. Η παιδεία, ακριβώς και προπάντων η ανώτατη, είναι το στήριγμα της ανθρώπινης προσωπικότητας -κάτι πολύ περισσότερο και πολύ σημαντικότερο από ένα επαγγελματικό εφόδιο στη ζωή. Περιορίζω τη διάδοση της παιδείας -και της ανώτατης- θα πει: αφαιρώ από κάποιους ανθρώπους την ανθρώπινη πληρότητα.

                Η παιδεία επιτρέπει την αληθινή κατανόηση των θεμάτων και την έλλογη απόφαση. Είναι επομένως η ουσιαστικότερη προϋπόθεση της ελευθερίας, αφού είναι η μόνη ασπίδα κατά της δημαγωγίας, της προπαγάνδας, των προλήψεων -όλων των μεθόδων που επιστρατεύονται, για να ματαιώσουν την ουσιαστική ελευθερία του ανθρώπου, δίνοντάς του την ψευδαίσθηση ότι αυτός θέλει εκείνο που οι άλλοι του υποβάλλουν. Περιορίζω τη διάδοση της παιδείας -και της ανώτατης- θα πει: αφαιρώ από κάποιους ανθρώπους τη δυνατότητα της ελευθερίας.

                Η παιδεία επιτρέπει την ορθή αντιμετώπιση βιοτικών προβλημάτων του ανθρώπου με αποφασιστική βαρύτητα, όπως είναι η υγεία ή η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου. Τα πρακτικά αυτά προβλήματα γίνονται ολοένα πιο κρίσιμα και απαιτούν ολοένα πιο υπεύθυνη στάση του ανθρώπου. Για να μείνουμε σε παραδείγματα: η σύγχρονη τεχνική εξέλιξη φέρνει μαζί της συγχρόνως μια τεράστια απειλή για την υγεία του ανθρώπου, με τη μόλυνση του περιβάλλοντος, και μια σημαντική αύξηση των πολιτιστικών του ευκαιριών, με την αύξηση του ελεύθερου χρόνου. Η ορθή σύλληψη των σχετικών προβλημάτων προϋποθέτει στέρεη παιδεία και τα θέματα αυτά, αν σε κάποιους θα φαίνονταν λιγότερο σημαντικά από το πνεύμα και την ελευθερία, όμως δεν είναι παρά ειδικές εκδηλώσεις τους με βαρύτατη σημασία. Περιορίζω τη διάδοση της παιδείας -και της ανώτατης- μπορεί να σημαίνει: αφήνω την ανθρωπότητα να αφανιστεί ή να αποκτηνωθεί».

Γ. Κουμάντος

                «Συνοψίζοντας λοιπόν εγώ σας λέω -κι ο λόγος μου μοιάζει από θεού χρησμός, όχι παραίνεση δική μου- ότι ένα είναι και πρώτο και μεσαίο και τελευταίο σε όλα τούτα, το σπουδαιότερο: προσεκτική ανατροφή και  εκπαίδευση σύμφωνη με το νόμο. Αυτά λέω πως οδηγούν και συμβάλλουν στην αρετή και στην ευδαιμονία. Τα άλλα αγαθά είναι ανθρώπινα, μικρά, και δεν αξίζουν να μας απασχολούν πολύ. Όμορφο πράγμα η ευγενική καταγωγή, αλλά ως αγαθό ανήκει στους προγόνους. Καλός ο πλούτος, αλλά τυχερό: συχνά, όσοι τον  είχαν, τους τον πήρε η τύχη και τον πρόσφερε σε κείνους που δεν τον ελπίζανκι ακόμα ο πλούτος ο πολύς αποτελεί στόχο για όσους βάζουνε στο μάτι περιουσίες, υπηρέτες που έχουν το κακό στο νου τους, συκοφάντες -και το χειρότερο, τον έχουν κι οι μεγάλοι απατεώνες. Σεβαστή είναι η δόξα, αλλά αβέβαιη. Την ομορφιά λιμπίζονται πολλοί, αλλά κρατάει λίγο. Πολύτιμη η υγεία, αλλά χάνεται εύκολα. Η δύναμη είναι αξιοζήλευτη, αλλά τα γερατειά και η αρρώστια την αφανίζουν.[…]

                Από όσα έχουμε μέσα μας μόνο η παιδεία είναι αθάνατο και θεοτικό. Και δυο είναι στην ανθρώπινη φύση τα σημαντικότερα, πιο πάνω από όλα τα άλλα: ο νους κι ο λόγος. Ο νους κυβερνά το λόγο, και ο λόγος υπηρετεί το νου -δεν τον κουρσεύει η τύχη, δεν τον φθείρει η συκοφαντία, δεν τον αφανίζει η αρρώστια, δεν τον λυμαίνονται τα γερατειά γιατί μόνο ο νους, όταν παλιώνει, ξανανιώνει, και ο χρόνος, που αφαιρεί τα πάντα, στο νου προσθέτει τη βαθιά τη γνώση. Και πάλι ο πόλεμος, που όλα τα παρασύρει και τα παίρνει σαν το χείμαρρο, μόνο την παιδεία δεν μπορεί να σου αφαιρέσει. Αξίζει να τη θυμόμαστε, νομίζω, την απάντηση που έδωσε ο Στίλπων απ’ τα Μέγαρα, τότε που ο Δημήτριος υπόταξε και γκρέμισε την πόλη του .   τον ρώτησε μην έχει χάσει τίποτα, κι αυτός, «όχι βέβαια», του είπε, «γιατί ο πόλεμος δεν λαφυραγωγεί την αρετή».

Πλούταρχος, Ηθικά, 8

Μετ. Φάνης Ι. Κακριδής

 

Τα παιδαγωγικά μέσα στην Εκπαίδευση

 

  1. Η διδασκαλία, λειτουργία που θεμελιώνεται στο πνευματικό, ηθικό και ψυχικό «ποιόν» του δασκάλου.
  2. Η μάθηση, γνωστική διαδικασία που εξαρτάται και από τα γνωρίσματα της προσωπικότητας του μαθητή.
  3. Η επικοινωνία δασκάλου – μαθητή, διαπροσωπική σχέση που βασίζεται στη σχέση των δύο προηγούμενων μέσων.
  4. Το αναλυτικό πρόγραμμα.
  5. Η παιδαγωγική μέθοδος:
  • Ο λόγος του παιδαγωγού (μονόλογος ή διάλογος).
  • Η ενθάρρυνση και η συμβουλή.
  • Η αμοιβή και η ποινή (κίνητρα για την αναγνώριση της προσωπικής αξίας του μαθητή).
  • Η οργάνωση της σχολικής ζωής (γενικά της σχολικής δραστηριότητας, αλλά και των εκτός προγράμματος ατομικών ή ομαδικών εργασιών που στόχο έχουν ν’ αναπτύξουν την πρωτοβουλία και τη δημιουργικότητα , να καλλιεργήσουν το πνεύμα της συνεργασίας και της κοινωνικότητας και να προετοιμάσουν τα παιδιά για τον ενεργό κοινωνικό και πολιτικό βίο. Τέτοιες δραστηριότητες είναι: ο θεσμός της μαθητικής αυτοδιοίκησης, οι μορφωτικές, πολιτιστικές, κοινωνικές και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις της σχολικής κοινότητας κτλ.).

ΑΣΚΗΣΗ:

α) Ποια είναι τα χαρίσματα (πνευματικά, ηθικά και ψυχικά) που πρέπει, κατά τη γνώμη σας να συγκεντρώνει στο πρόσωπό του ένας άξιος δάσκαλος; Ποια παιδαγωγική μέθοδο πρέπει ν’ ακολουθεί;

β) Ποιες ιδιότητες χαρακτηρίζουν τον καλό μαθητή;

γ) Από ποιους άλλους παράγοντες εξαρτάται η καρποφορία της εκπαιδευτικής διαδικασίας;

«Στόφα δασκάλου έχει εκείνος που παραμένοντας ενήλικος μπορεί να γίνεται παιδί -και κάθε χρόνο, με τα νέα παιδιά που έρχονται στα χέρια του, να γίνεται ένα νέο παιδί. Τούτο μπορούμε να το διατυπώσουμε και αλλιώς: ο αληθινός δάσκαλος ενηλικιώνεται παραμένοντας παιδί στην ψυχή -άνθρωπος δηλαδή αγνός, δροσερός, εύπλαστος. -Αδύνατο να φαντασθεί κανείς πόσο δύσκολο, υπεράνθρωπο σχεδόν, είναι αυτό που του ζητούμε: να συνθλίψει μέσα του το χρόνο, να γερνάει φυσιολογικά και όμως να μένει νέος στην ψυχή, για να μπορεί να έχει εύκολη την πρόσβαση στα αισθήματα, στις σκέψεις, στις επιθυμίες του νέου ανθρώπου που θα διαπαιδαγωγήσει, να τον «καταλαβαίνει», να χαίρεται και να διασκεδάζει μαζί του, να σκέπτεται τις σκέψεις του, να πονάει τον πόνο του.[…] Με αυτό το πρίσμα θεωρούμενο το έργο του δασκάλου είναι σήμερα πολύ πιο δύσκολο από όσο ήταν στις άλλες εποχές. Γιατί με τον ιλιγγιώδη ρυθμό που εξελίσσονται σήμερα οι κοινωνίες μας, η απόσταση (όχι χρόνου, αλλά αντιλήψεων και διαθέσεων, «νοοτροπίας») που χωρίζει τη μια γενεά από την άλλη έχει γίνει εκπληκτικά μεγάλη. Ο κόσμος μας δεν είναι πια ο δικός τους και για να μετατεθεί κανείς στη δική τους «πραγματικότητα», όπως μόνο ο αληθινός δάσκαλος μπορεί να το κάνει, είναι σωστός άθλος. Ποτέ δεν ήταν  το παιδευτικό λειτούργημα τόσο δύσκολο όσο σήμερα.

                Το δεύτερο που ζητούμε από το δάσκαλο είναι: στις σχέσεις του με το μαθητή σ’ ένα στόχο να βλέπει πάντοτε σταθερά -πώς να αχρηστέψει τον εαυτό του.[…] Επιτυχημένος είναι εκείνος ο δάσκαλος που έκανε με το έργο του τόσο ώριμο το μαθητή του, ώστε εκείνος να μην τον χρειάζεται πια. Αυτό είναι το μεγάλο κατόρθωμα, ο θρίαμβος του δασκάλου: να κάνει τον νέο άνθρωπο σε τέτοιο βαθμό αυθύπαρκτο και ανεξάρτητο -στον τρόπο που μεθοδεύει τις παρατηρήσεις και τις σκέψεις του, που κάνει τις εκτιμήσεις του, που καταρτίζει το πρόγραμμα της δράσης του, που βλέπει και σημασιολογεί τον κόσμο και τη ζωή- ώστε να μην έχει πλέον ανάγκη από τη χειραγώγηση κανενός άλλου, ούτε φυσικά του δασκάλου του. Πώς γίνεται όμως αυτός ο διανοητικός και ηθικός απογαλακτισμός; Πρώτα πρέπει να τον θελήσει και να τον επιδιώξει ο δάσκαλος, πράγμα πολύ σπάνιο, άμα συλλογιστεί κανείς πόσο εγωιστής και ματαιόδοξος, δεσποτικός και αδιάλλακτος γίνεται ο άνθρωπος όταν συμπεριφέρεται προς τους άλλους από «θέσιν ισχύος». Και έπειτα πρέπει να μπορεί να τον επιτύχει, γιατί πολύ λίγοι είναι ικανοί για ένα τέτοιο λεπτό και δύσκολο έργο. Κλασικό και απαράμιλλο υπόδειγμα δασκάλου απ’ αυτήν την άποψη θα παραμείνει ο αρχαίος Σωκράτης (όπως μας τον παρουσιάζουν τα κείμενα των μαθητών του, του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα). Αυτός -έλεγε στους νέους που ζητούσαν τα φώτα του- δεν ξέρει τίποτα και όπως η μητέρα του, η Φαιναρέτη η μαμή, ξεγεννούσε τις επίτοκες μητέρες, δεν γεννούσε τα παιδιά που έφερνε στον κόσμο, το μόνο που μπορούσε κι εκείνος να τους προσφέρει, είναι να τους παρασταθεί στον πνευματικό τοκετό, για να γεννήσουν υγιείς ιδέες, όχι ανάπηρα πλάσματα. Η «μαιευτική» είναι λοιπόν η μέθοδος και η τέχνη του αληθινού δασκάλουμε αυτήν ό,τι μαθαίνει ο νέος είναι δική του κατάκτηση, όχι ξένη εισφορά. Κάτι περισσότερο: με αυτήν μαθαίνει το «πώς να μαθαίνει», μόνος και αυτοδύναμος. Το πώς επομένως θα πάψει να χρειάζεται το δάσκαλο.

                Άφησα τελευταία την κύρια ιδιότητα (ορθότερα: την πρώτη αρετή) του δασκάλου: την αγάπη του στο παιδί. Στο παιδί που δεν είναι δικό του, αλλά γίνεται δικό του όταν συνδεθεί μαζί του με την παιδευτική σχέση. Στο παιδί ως παιδί, ως ένα δηλαδή νέο και τρυφερό βλαστάρι, που δεν έχει ακόμα ξεδιπλώσει τα φύλλα του, αλλά κλείνει μέσα του τόσους θησαυρούς -νοημοσύνης, ευαισθησίας, δραστηριότητας- και περιμένει τη δική του στοργή και φροντίδα για ν’ ανθοβολήσει, ν’ αναπτυχθεί και να ολοκληρωθεί».

Ε. Π. Παπανούτσος

Το παραδοσιακό – αυταρχικό σχολείο

                 Ο Αλέξανδρος Δελμούζος (1880-1956), κορυφαία φυσιογνωμία στο χώρο της παιδαγωγικής και εισηγητής της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση, εξηγεί σε μια επιστολή του γιατί αποφάσισε να γίνει δάσκαλος:

                «Ζητούσα τη δική μου ψυχή, μα δεν την έβρισκα στο σχολείο, παρά στο σπίτι και στο περιβόλι μας ή έξω στα βουνά, στο λόγκο και στα χωράφια. Το μικρό ταχτικό καλλιεργητή του δικού του περιβολιού τον έπαιρνε η σχολική φυτολογία και η διδασκαλία της. Αποστήθιζε πως αναπτύσσονται και ζουν τα φυτά, διάβαζε για «υπέρους, στήμονες, θρίδακας» και τα παρόμοια, και δεν καταλάβαινε τίποτε, αν και ήτανε τα ίδια φυτά και λουλούδια, που τόσο τ’ αγαπούσε και τα φρόντιζε στο σπίτι του. Και την άλλη μέρα θα το έλεγε το μάθημα νεράκι, αν τον έβγαζε έξω ο δάσκαλος, ένας άνθρωπος αγέλαστος με μεγάλη επιβολή, αλλά και με μάτι που δεν του ξέφευγε τίποτα. Σ’ αυτόν ήμαστε αρνάκια .  αρνάκια όμως που έτρεμαν και παπαγάλιζαν ή μάθαιναν το πολύ ορθογραφία και κάποια σύνταξη».

Το παραδοσιακό σχολείο, λοιπόν, ήταν αποκομμένο από την πραγματική ζωή. Προσέφερε στείρες και άχρηστες για τα παιδιά γνώσεις, δε συμμεριζόταν τις πραγματικές τους ανάγκες, δε συμβάδιζε με την εξελισσόμενη κοινωνική πραγματικότητα. Προσπαθούσε μόνο να προβάλει και να εμφυσήσει στα παιδιά παρωχημένες ιδέες και αξίες με την επιβολή ενός άγονου κλασσικισμού.

Η διδασκαλία ήταν δασκαλοκεντρική. Στηριζόταν στο στείρο και δογματικό μονόλογο του αυστηρού και απλησίαστου δασκάλου που δεν επικοινωνούσε με τα παιδιά. Η γνώση θεμελιωνόταν στην άγονη αποστήθιση και όχι στην κριτική σκέψη, στον προβληματισμό και στο διάλογο.

Το αυταρχικό σχολείο είχε χαρακτήρα συγκεντρωτικό. Λειτουργούσε, δηλαδή, κάτω από τον απόλυτο κρατικό έλεγχο και δεν άφηνε περιθώρια πρωτοβουλίας και αυτενέργειας και στους διδάσκοντες αλλά και -κυρίως- στους διδασκόμενους. Η ελεύθερη σκέψη ήταν απαγορευμένη. Κανένας μαθητής δεν τολμούσε ν’ αμφισβητήσει την αυθεντία του δασκάλου. Η υπακοή που άγγιζε την τυφλή υποταγή  αποτελούσε «κοινωνική αρετή» και στηριζόταν σ’ ένα φόβο που τον είχαν βαφτίσει «σεβασμό». Το αυταρχικό κράτος (αξίζει να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι το σχολείο είναι μια μικρογραφία του κοινωνικο-πολιτικού συστήματος) μεριμνούσε όχι για την κοινωνικοποίηση, αλλά για τη μαζοποίηση των παιδιών. Βασική του επιδίωξη ήταν η παραγωγή όχι ελεύθερα σκεπτόμενων και υπεύθυνων πολιτών, αλλά άβουλων και φοβισμένων υπηκόων που δε θα τολμούσαν ν’ αμφισβητήσουν  τα «άνωθεν κελεύσματα» και θα συντελούσαν με αυτήν τους την παθητικότητα στη διαιώνιση του κατεστημένου της καταπίεσης, της ανισότητας και της ανελευθερίας.

 

                 «Στο χώρο του διασκεδαστικού αυτού θέματος που αποκαλούσαν «ιστορία», οι καθηγητές μας μάς έμαθαν ότι ο κόσμος πάντα κυβερνήθηκε, κατευθύνθηκε και άλλαξε από ανθρώπους που είχαν ακολουθήσει το δικό τους νόμο, έχοντας έρθει σε σύγκρουση με τους παραδοσιακούς νόμους, και επίσης μας είπαν ότι οι άνθρωποι αυτοί ήταν αξιοθαύμαστοι. Αλλά, σαν καθετί άλλο που διδαχθήκαμε, ήταν κι αυτό ένα ψέμα, γιατί κάθε φορά που κάποιος από μας, είτε με καλή είτε με κακή πρόθεση, κατάφερνε να βρει το κουράγιο, για να διαμαρτυρηθεί ενάντια σ’ έναν οποιονδήποτε κανονισμό ή και ακόμα για ένα παράλογο έθιμο ή μια παράλογη μόδα, ποτέ δε θεωρήθηκε αξιοθαύμαστος και ούτε ποτέ υποδείχθηκε ως  παράδειγμα, αλλά τιμωρήθηκε, γελοιοποιήθηκε και συνθλίφτηκε κάτω από το άνανδρο βάρος του κύρους του καθηγητή».

Herman Hesse

 

Τα  προβλήματα στο χώρο της σύγχρονης εκπαίδευσης

                 Ο εκσυγχρονισμός της κοινωνικής δομής και η πρόοδος της παιδαγωγικής επιστήμης επέτρεψαν τη δημιουργία του σύγχρονου δημοκρατικού – φιλελεύθερου σχολείου. Ωστόσο, στην οργάνωση και στη λειτουργία του εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά προβλήματα, είτε γιατί συνεχίζουν να εκφυλίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία κάποια «απολιθώματα» του παραδοσιακού τύπου σχολείου είτε γιατί στο θεσμό του σχολείου είναι αναπόφευκτο να αντικατοπτρίζονται τα συμπτώματα της πολύμορφης κρίσης που μαστίζει το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. 

 

1. Το σύγχρονο σχολείο εξακολουθεί να διαιωνίζει την κοινωνική ανισότητα:
– Διακρίνει τους μαθητές σε «καλούς» και «κακούς», σε «υπάκουους» και «ατίθασους», σ’ αυτούς που έχουν «ιδιαίτερη ευφυία» και σ’ εκείνους που έχουν «χαμηλό δείκτη νοημοσύνης» και τους αντιμετωπίζει ανάλογα. Συμβαίνει έτσι συχνά το ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών λειτουργών να μην κατευθύνεται σ’ εκείνους που πραγματικά το έχουν ανάγκη.
– Παρά το ότι προσφέρει δωρεάν παιδεία, δεν εξασφαλίζει ίσες ευκαιρίες μόρφωσης στα παιδιά όλων των κοινωνικών τάξεων, γιατί λόγω των εγγενών αδυναμιών του και της ανικανότητάς του να παρακολουθήσει τις εξελισσόμενες κοινωνικές ανάγκες δεν είναι σε θέση να βοηθήσει το σύγχρονο νέο να ολοκληρωθεί κοινωνικά. Το έργο αυτό έχουν αναλάβει άλλοι φορείς που έχουν εμπορευματοποιήσει τη γνώση και έτσι μπορούν να την αγοράσουν μόνον όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα.
2. Δεν καταφέρνει να κοινωνικοποιήσει τους νέους. Συχνά επιμένει στη στείρα αφομοίωση εγκυκλοπαιδικών ή «μουσειακών» γνώσεων, που είναι αποκομμένες  από την κοινωνική πραγματικότητα και δε βοηθούν τους νέους να κατανοήσουν σε βάθος τη δομή και τη λειτουργία της κοινωνίας στην οποία καλούνται να ενταχθούν.
3. Η εκπαιδευτική δομή και λειτουργία ευνοεί τη μαζοποίηση των μαθητών και την τυποποίηση της σκέψης τους. Δεν είναι ικανή να καλλιεργήσει το έδαφος για την πνευματική χειραφέτηση, την πρωτοβουλία και τη δημιουργικότητα των νέων. Αντίθετα, προάγει την παθητικότητα, μια στάση ζωής που ευνοεί την ανευθυνότητα και τον ετεροπροσδιορισμό.
– Επιμένει στον πνευματοκτόνο παπαγαλισμό, περιστέλλοντας έτσι την ελευθερία σκέψης και έκφρασης και ευνουχίζοντας τη φαντασία και τον προβληματισμό. Επιβραβεύονται  μ’ αυτόν τον τρόπο και (σύμφωνα με το ισχύον σύστημα) κρίνονται «άξιοι» για την ανώτατη παιδεία οι «μνήμονες» και όχι οι «νοήμονες».
– Συχνά συγχέονται τα μέσα της εκπαιδευτικής διαδικασίας με τους σκοπούς της.  Η διδακτική ώρα εξαντλείται στην εκμάθηση των τύπων και οι μαθητές σπάνια κατανοούν κι αφομοιώνουν την ουσία των προσφερόμενων γνώσεων.
– Εξακολουθεί ν’ αποτελεί παιδεία του ενός βιβλίου, παιδεία που από το Μεσαίωνα ήδη καταδίκαζε ο Θωμάς Ακυινάτης («Φοβάμαι τον άνθρωπο του ενός βιβλίου» συνήθιζε να λέει).  Αυτού του είδους η γνώση προάγει την πνευματική μονομέρεια, αναιρεί την κριτική ικανότητα και ευνοεί όχι μόνο την παθητική αποδοχή, αλλά και  το δογματισμό. Εξάλλου, η αποστήθιση του ίδιου, ενός και μοναδικού βιβλίου κατά γνωστικό αντικείμενο από όλους τους νέους της κοινωνίας μας δεν είναι «δημοκρατική εξίσωση», αλλά  πνευματική ισοπέδωση.
4. Το σύστημα της βαθμολογικής αξιολόγησης των μαθητών ωθεί στη βαθμοθηρία, στην άγρα του βαθμού και όχι της γνώσης. Δημιουργείται έτσι και επιτείνεται το άγχος στους μαθητές και κατ’ επέκταση το μίσος τους για τα βιβλία και το σχολείο, που στη συνείδηση των παιδιών ταυτίζονται με την καταπίεση και την ψυχική φθορά. Η βαθμοθηρία, επιπροσθέτως, υποθάλπει τον ανταγωνισμό των μαθητών και υπονομεύει το ομαδικό πνεύμα και τη συνεργασία.
5.     Η εκπαίδευσή μας είναι ανίκανη ν’ αναχαιτίσει την κυριαρχία του τεχνοκρατικού πνεύματος και να παγιώσει την αναγκαία ανθρωπιστική παιδεία.
– Η γνώση έχει πάψει να είναι αυτοσκοπός και έχει μετατραπεί σε μέσο για την εξυπηρέτηση οικονομικών στόχων. Οι περισσότεροι νέοι επιδιώκουν όχι την ουσιαστική μόρφωση, αλλά το πτυχίο, τον επιστημονικό τίτλο, που θα επιφέρει την επαγγελματική αποκατάσταση (πράγμα αμφίβολο) και την κοινωνική τους καταξίωση.
– Επικρατεί η αδιαφορία εκ μέρους των μαθητών για την ανθρωπιστική παιδεία. Η πλειονότητα των μαθητών προσανατολίζεται στις τεχνοκρατικές σπουδές, στις θετικές και οικονομικές επιστήμες, προκειμένου να γνωρίσει την επαγγελματική αποκατάσταση και την καταξίωση. Λόγω της έλλειψης χρόνου και του πολύ μεγάλου ανταγωνισμού στις Εισαγωγικές Εξετάσεις είναι εύλογο να θηρεύει μόνον τη «χρήσιμη» γνώση, δηλαδή να προσηλώνεται στη μελέτη μόνο των μαθημάτων της ειδικότητάς της. Έτσι, παρά το ότι το εκπαιδευτικό σύστημα προσφέρει υποκριτικά την ανθρωπιστική παιδεία, καλλιεργεί παράλληλα τη χρησιμοθηρία στη γνώση και απομακρύνει τους νέους από αυτήν.
6. Οι συνέπειες είναι καταστροφικές, γιατί με την αφομοίωση μονοδιάστατων εξειδικευμένων γνώσεων προάγεται η πνευματική μονομέρεια και εκτοπίζεται η δυνατότητα της σφαιρικής καλλιέργειας για την πλειοψηφία των νέων της κοινωνίας μας. Η έλλειψη πολύπλευρης και ανθρωπιστικής κουλτούρας  αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την ηθικοποίηση και την κοινωνικοποίηση των νέων. Η ειδική γνώση πρέπει να συμβαδίζει με ανθρωπιστικές αρχές και αξίες, διαφορετικά είναι άχρηστη ή και επιζήμια και για το φορέα της αλλά και για το κοινωνικό σύνολο. Το συμπέρασμα είναι ότι το σχολείο αδυνατεί να επιτύχει τον πρωταρχικό του στόχο: να δημιουργήσει ανθρώπους.
7. Αποτυγχάνει, όμως και σε ένα δευτερεύοντα στόχο: τη δημιουργία επαγγελματιών. Το σχολείο, βέβαια, δεν έχει και δεν πρέπει να έχει ως μοναδικό του στόχο τη στελέχωση της αγοράς με ειδικευμένους επαγγελματίες. Ωστόσο, πρέπει να ανιχνεύει τις κλίσεις και να καλλιεργεί τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα των νέων, για να τους βοηθήσει να επιλέξουν το επάγγελμα που  ταιριάζει  στην προσωπικότητά τους και θα τους επιτρέψει στο μέλλον να γευτούν την επιτυχία και την καταξίωση, αλλά και να προσφέρουν ουσιαστικά με τις δημιουργικές τους δυνάμεις στο κοινωνικό σύνολο. Στο σύγχρονο σχολείο, όμως, δε θα συναντήσουμε τον υπεύθυνο επαγγελματικό προσανατολισμό (διερεύνηση και ανάπτυξη των κλίσεων, πληροφορίες για την αγορά εργασίας κτλ.), αλλά ούτε και την επαγγελματική κατάρτιση των νέων. Οι ανάγκες της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης στην ελληνική κοινωνία είναι πολύ περισσότερες από αυτές που καλύπτει η δημόσια εκπαίδευση.
8. Η ανικανότητα του εκπαιδευτικού συστήματος να καλύψει τις ανάγκες των σύγχρονων νέων τους οδηγεί στην παραπαιδεία ή στην παράλληλη παιδεία των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και δημιουργείται έτσι η εντύπωση πως το σχολείο είναι ένας «άχρηστος» θεσμός. Ο εκφυλισμός του σχολείου στη συνείδηση των νέων και η έλλειψη σεβασμού απέναντι σ’ αυτόν, που εκδηλώνεται απέναντι στους καθηγητές, αφού αυτοί τον προσωποποιούν, γεννά την κρίση στις σχέσεις μεταξύ των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Για την έλλειψη επικοινωνίας και συνεργασίας είναι υπεύθυνη, βέβαια, και η άλλη πλευρά, δικαιολογημένα όμως. Είναι δύσκολο στον εκπαιδευτικό, όσο καλές κι αν είναι οι προθέσεις του, να προσεγγίσει τους μαθητές του με τις παρούσες συνθήκες της μαζοποίησης των μαθητών σε υπεράριθμα σύνολα-τμήματα.
9. Η Πολιτεία δε μεριμνά για την παιδαγωγική ικανότητα των εκπαιδευτικών (δε δημιουργεί εκπαιδευτικούς, μόνο διορίζει πτυχιούχους), δεν τους απασχολεί στον τομέα της ειδίκευσής τους, αδιαφορεί για την απαραίτητη -ως επιστημόνων-  επιμόρφωσή τους. Το αποτέλεσμα είναι να  μην μπορούν ν’ αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος.
Δεν υπάρχει η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή για την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Και γι’ αυτό αλλά και για πολλά από τα προηγούμενα προβλήματα αιτία είναι το ότι διατίθενται πενιχρά κονδύλια από τον κρατικό προϋπολογισμό για την παιδεία (μόλις το ένα τρίτο απ’ όσα δαπανούν οι άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Όσο φιλότιμες προσπάθειες κι αν καταβάλλονται εκ μέρους των εκπαιδευτικών και των μαθητών,  δεν είναι δυνατό να καρποφορήσουν χωρίς την υλική στήριξη της Πολιτείας.
10. Η εκπαίδευσή μας κατευθύνεται και διοικείται από πολιτικούς που συχνά έχουν άγνοια και της παιδαγωγικής επιστήμης και των καυτών προβλημάτων της Παιδείας. Και «είναι αδύνατον οι Υπουργοί να συνδυάσουν την πολιτική τους βούληση με τη φιλοσοφία της παιδείας… Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε και γνώση και διάθεση και προοπτική και ελευθερία κινήσεων, που δεν τα έχουν…». (Φ. Κακριδής). Επιπροσθέτως, δεν υπάρχει μακροπρόθεσμη εθνική πολιτική για την εκπαίδευση, πράγμα που απαιτεί ως προϋπόθεση τη σύμπνοια όλων των κομμάτων και τη συνεργασία τους για την επίλυση των προβλημάτων της παιδείας. Κάθε φορά που αλλάζει η Κυβέρνηση (ή ο Υπουργός  Παιδείας) αλλάζει και η εκπαιδευτική πολιτική.

 

                Το εκπαιδευτικό μας πρόβλημα

 «Είναι παρατηρημένο γεγονός ότι όχι μόνο στον τόπο μας αλλά σε όλες τις πολιτισμένες χώρες του κόσμου κάθε φορά που παρουσιάζεται μια βαθύτερη κοινωνική κρίση ή δημιουργείται μια μεγάλη εθνική δυσχέρεια, όλοι στρέφονται προς την Εκπαίδευση. Όταν κλονίζεται το κοινωνικό έδαφος ή έρχεται μια εθνική δυστυχία, προς δυο μεγάλους χώρους του βίου της κοινωνίας στρέφεται η γενική προσοχή. Πρώτα προς αυτό που ονομάζουμε Άμυνα του πάτριου εδάφους, και δεύτερο προς μιαν άλλη άμυνα που λέγεται Εκπαίδευση των νέων. Η άμυνα του πάτριου εδάφους περιορίζεται στο παρόν, η άλλη άμυνα αναφέρεται στο μέλλον. Εκείνη εξασφαλίζει τη βίωση του λαού, αυτή την επιβίωσή του. […]Το ίδιο έγινε και ύστερα από την πρόσφατη συμφορά της Επταετίας που σώριασε ερείπια και στον έσω και στον έξω Ελληνισμό πάλι προς την παιδεία στραφήκαμε και από κείνη περιμένουμε σωτηρία. Αυτό τυχαίο δεν είναι. Είναι φαινόμενο που παρατηρείται στη ζωή όλων των λαών.

                Όταν μια γενεά διαψεύδεται στις προσδοκίες της, «ηττάται» κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κοιτάζει την επερχόμενη γενεά, πώς μπορεί να την προφυλάξει από την ίδια καταστροφή, από την ίδια διάψευση. Αρχίζει να αναλογίζεται ποιες είναι οι ευθύνες της και τι πρέπει να κάνει, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη από την επόμενη γενιά.[…]…Πρέπει ν’ αναζητήσουμε το πώς θα εκπαιδεύσουμε τη νέα γενεά, για να μην περάσει τα δεινά τα δικά μας. Πώς πρέπει να εξοπλίσουμε πνευματικά τη νέα γενεά, για να αντιμετωπίσει το θέμα της ζωής πιο ουσιαστικά και δημιουργικά από ό,τι μπορέσαμε να το κάνουμε εμείς. Γιατί αυτή είναι η υπερηφάνεια και ο καημός κάθε ανθρώπου: τα παιδιά του να πάνε καλύτερα από ό,τι επήγε εκείνος.

                Εάν όμως το πρόβλημα είναι όχι μόνο ελληνικό αλλά παγκόσμιο, στην Ελλάδα παρουσιάζεται με μιαν εντυπωσιακή ιδιομορφία. Αυτή την ιδιομορφία πρέπει να την εξετάσουμε και να τη συνειδητοποιήσουμε. Λέγεται ότι για να νομοθετήσουμε στην εκπαίδευση ή για να καινοτομήσουμε στο σχολικό μας καθεστώς, πρέπει να κοιτάξουμε τι γίνεται τριγύρω μας, στους άλλους λαούς, στους πιο προχωρημένους από μας. Αυτό είναι μια ορθή συμβουλή, που πρέπει όμως να γίνει σχετικά μόνο δεκτή, γιατί μπορούμε στην τεχνολογία να αντιγράψουμε τους άλλους, μπορούμε ακόμη και στις οικονομικές μεθόδους να τους ακολουθήσουμε, αλλά σε θέματα όπως το εκπαιδευτικό κάθε έθνος, κάθε λαός έχει την ιδιομορφία του και πρέπει όχι να μεταφέρουμε έτοιμες λύσεις απέξω, αλλά να προσπαθήσουμε να βρούμε τις λύσεις μέσα από τα ίδια τα δικά μας προβλήματα.

                Ποια είναι η ιδιομορφία του εθνικού μας εκπαιδευτικού ζητήματος;

                Πρώτα η οικονομική του πλευρά. Είμαστε φτωχός λαός με ισχνούς οικονομικούς πόρους.[…] Τα μέσα μας λοιπόν είναι πολύ περιορισμένα. Και αυτό που λέγεται «σχολείο», χρειάζεται οικονομικά μέσα ισχυρά. Η Εκπαίδευση είναι υπόθεση δαπανηρή. Είναι βέβαια, όπως λένε οι οικονομολόγοι, λαμπρή επένδυση, η καλύτερη που μπορεί να γίνει για την υλική και την ηθική πρόοδο ενός λαού. Αλλά είναι ακριβή. Αυτό δεν το έχουμε καταλάβει στην Ελλάδα. Αν δεν βρούμε και δεν δαπανήσουμε χρήματα, δεν θα αποκτήσουμε ποτέ «σχολείο»…[…]. Γιατί; Γιατί «σχολείο» δεν είναι τέσσερις τοίχοι ή λίγη σκιά κάτω από ένα δέντρο και ένας δάσκαλος είναι μια ολόκληρη εγκατάσταση κτηριακή κι ένας ολόκληρος εξοπλισμός σε βιβλία και όργανα, και προπάντων ένα έμψυχο υλικό, ο «δάσκαλος» που πρέπει απερίσπαστος οικονομικά να δίνεται στο έργο του. Και αυτά κατορθώνονται με χρήμα, με δαπάνες […].

                Η δυστυχία όμως είναι ότι κάθε φορά που πάμε να αναβλέψουμε προς την Εκπαίδευση και να νομοθετήσουμε για την αναμόρφωσή της, πάντα παρουσιάζονται εξωτερικοί περισπασμοί που απορροφούν τους ισχνούς πόρους της χώρας και δεν επιτρέπουν ακόμα και στις καλοπροαίρετες κυβερνήσεις, να φανούν γενναιόδωρες σ’ αυτόν τον τομέα του εθνικού μας βίου. Ας αναλογιστούμε μερικές κρίσιμες για τη χώρα μας χρονολογίες αυτού του αιώνα: το 1912-13, το 1917-1922, το 1940-44, το 1947-49, το 1974… Πότε είχε, πότε έχει αυτός ο τόπος όχι οικονομική ευμάρεια, αλλά κάποια ησυχία εξωτερική και εσωτερική, για ν’ ανοίξει τα ταμεία του και άνετα να διαθέσει χρήματα για την Εκπαίδευσή του; Τους μικρούς λαούς φαίνεται ότι τους κυνηγάει μια σκληρή, αδυσώπητη μοίρα: να είναι πιόνια στο παιχνίδι των μεγάλων, οι οποίοι βρίσκουν διάφορους τρόπους για να τους υποτάσσουν στη θέλησή τους. Ένας απ’ αυτούς είναι να τους κάνουν πελάτες των πολεμικών βιομηχανιών τους και να αδειάζουν τα συρτάρια, τα φτωχά τους συρτάρια. Έτσι γίνεται κάθε φορά. Όταν στον ορίζοντα υπάρχει εθνικός κίνδυνος, το φάσμα σοβαρής απειλής για την εδαφική σου ακεραιότητα, είσαι υποχρεωμένος να κάνεις αλλού τις θυσίες, τουλάχιστο για την ώρα, λέγοντας: θα προνοήσω για το «σχολείο» αργότερα. Αλλ’ αυτό το αργότερα, βαστάει πολύ…».

Ε. Π. Παπανούτσος

                Τα παιδιά και η Παιδεία

 «…Και τώρα; Τώρα, και πάλι τα παιδιά μάς δείχνουν τον δρόμο, βάζοντας το χέρι τους επάνω στον «τύπο των ήλων», των δικών τους ήλων, που τους πονούν και τους ματώνουν. Δείχνουν τον δρόμο φωνάζοντας σ’ εμάς τους σοφούς και υπεύθυνους, τάχα, το αρχαίο σοφό λόγιο με τον δικό τους τρόπο: «ο τρώσας και ιάσεται». Και κανένας από μας τους ώριμους δεν έχει την αποκοτιά να πει πως τα παιδιά μας έχουν άδικο όταν απαιτούν από μας να νοιαστούμε για την παιδεία τους, που θα πει για την προκοπή αυτού του τόπου. Όμως προσπαθούμε να τους νουθετήσουμε με τη δική μας ξεχαρβαλωμένη λογική, με τα τερτίπια που συνηθίσαμε να ξεγελούμε ο ένας τον άλλον, με μια στενόμυαλη και ανεύθυνη πρακτική γραφειοκρατικών και καζουιστικών υπεκφυγών και συνταγολογίων. Η ασπιρίνη είναι καλή για τον πονοκέφαλο, και το γνωρίζω από προσωπική πείρα, όμως όταν προκύψει μόλυνση που οδηγεί σε γάγγραινα, δεν υπάρχει άλλη λύση από την εγχείρηση. Αλλά σε σοβαρές περιπτώσεις χρειάζονται επιδέξιοι χειρουργοί με σωστό επιτελείο.

                Η παιδεία μας νοσεί εδώ και χρόνια. Για να βρεθεί η θεραπεία της, χρειάζονται και τα απαραίτητα φάρμακα και οι ικανοί γιατροί. Θα έλεγα πως για να αντιμετωπίσουμε με κάποια ελπίδα το πρόβλημα είναι απαραίτητα τρία πράγματα: 1) Χρήματα, 2) Γνώση, και 3) Όραμα. Όχι πρώτον, δεύτερον και τρίτον, αλλά και τα τρία μαζί. Και επειδή τα χρήματα και η γνώση είναι συγκεκριμένα και κατανοητά -όσο κι αν δεν είναι πάντα αυτονόητο το περιεχόμενο και η χρήση τους-, θα ήθελα να σταθώ σ’ αυτό που ονόμασα «όραμα». Κάποιος περισσότερο θετικιστής θα το ονόμαζε ίσως «στόχος» ή «πρόγραμμα» ή κάτι παρόμοιο. Προσωπικά τους στόχους ή το πρόγραμμα θα το ενέτασσα μέσα σ’ αυτό που χαρακτήρισα «γνώση» του προβλήματος. Ό,τι ονομάτισα «όραμα» είναι κάτι που περιέχει ίσως και τους στόχους και τα προγράμματα, αλλά τα υπερβαίνει τόσο εννοιολογικά όσο και, προπάντων, ιδεολογικά. Οι νέοι του Μάη του ’68 στο Παρίσι αιφνιδίασαν όλους με την επίκληση της «φαντασίας». «Ζήτω η φαντασία» φώναζαν, για να εκφράσουν αυτό το άλλο που έλειπε από τη ζωή τους και δεν τους το έδινε κανείς. Είμαι πολύ μεγαλύτερος σε ηλικία και από τον Υπουργό Παιδείας και από τους συμβούλους του που επιχειρούν να αντιμετωπίσουν την εξεγερμένη νεολαία, όμως έχω τον εγωισμό να πιστεύω πως καταλαβαίνω καλύτερα τι εκφράζουν και τι ζητούν με τα συνθήματά τους οι νέοι. Είμαι βέβαιος πως αυτό που θέλουν να πουν είναι αυτό που ονόμασα «όραμα», αυτό που τον Μάη του ’68 το είπαν «φαντασία», αυτό που τέλος πάντων δεν είναι ούτε ο αριθμός των απουσιών, ούτε το ποινολόγιο, ούτε οι ώρες διδασκαλίας, ούτε η ύλη των εξετάσεων, ούτε οι δέσμες, ούτε η ανωτατοποίηση των ανώτερων Σχολών, ούτε το συνάλλαγμα που φεύγει στο εξωτερικό, ούτε όλα όσα μπορούν να καταγραφούν σε κάποιο προεδρικό διάταγμα με την τάξη και τη λογική ενός λογιστικού βιβλίου, με την εξίσωση του δούναι και λαβείν, με άλλα λόγια με την πρακτική και σώφρονα (;) σκέψη όλων ημών των ωρίμων Γραμματέων και Φαρισαίων. «Όραμα» είναι οι ελπίδες των νέων, τα όνειρά τους, η ποιητική, θα έλεγα, αντιμετώπιση της ζωής, όπου θα έχουν θέση και οι βιοτικές ανάγκες τους, αλλά και οι πνευματικές και ψυχικές τους ανησυχίες, ο κόσμος των χαμένων ποιητών όπου θα ξαναβρεθούν μέσα από μια παιδεία ζωντανή, ουσιαστική, στηριγμένη και στο μυαλό και στην καρδιά, «με λογισμό και μ’ όνειρο», μια παιδεία πλατωνική, που θα πει παιδεία στηριγμένη στον έρωτα του καλού και δοσμένη με τη θέρμη του έρωτα προς τον νέο άνθρωπο. Μόνον όταν αληθινά αγαπήσουμε τους νέους ανθρώπους, όταν τους ερωτευθούμε, θα είμαστε έτοιμοι και ικανοί για τη θυσία που τους αξίζει και που τους την οφείλουμε. Και ο έρωτας δεν γεννιέται μέσα στα σκοτεινά γραφεία ανέραστων ανθρώπων, αλλά μέσα στα σχολειά, όταν βέβαια είσαι πρόθυμος και έτοιμος να δεχτείς τη θεία μεταλαμπάδευση των ωραίων νέων ανθρώπων…».

Μανόλης Ανδρόνικος

9 πικρές αλήθειες για την Παιδεία μας

 του Γ.Μπαμπινιώτη, καθηγητή Γλωσσολογίας

Με τα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων στα Πανεπιστήμια, με το προβοκατόρικο 0,9, με τις 22.000 κενά στα σχολεία μας (από συνταξιοδοτούμενους εκπαιδευτικούς κ.ά.), με τις άδειες των Κολεγίων ιδιόχρησης, με…, με…, ξαναθυμηθήκαμε αυτές τις μέρες την Εκπαίδευση. Και αρχίσαμε ξανά τις αναλύσεις και τις ερμηνείες. Περισπούδαστοι εκπαιδευτικοί «αναλυτές», εκφραστές συχνά διαφόρων κομματικών ιδεολογιών και ιδεοληψιών, προβαίνουν σε κοινότοπες αναλύσεις, χωρίς να μπαίνουν στην ουσία των προβλημάτων τής Παιδείας μας ή να προτείνουν λύσεις. Και όλα αυτά γιατί δεν μπορούμε (δεν θέλουμε;) σε αυτόν τον τόπο να αντιμετωπίσουμε, με σοβαρό και αποτελεσματικό τρόπο, μείζονα προβλήματα τής Παιδείας μας που «σέρνονται» επί χρόνια και γιατί δεν τολμούμε πολιτικοί και πολίτες, εκπαιδευτικοί και γονείς, η ελληνική κοινωνία γενικότερα, να αναλάβουμε τις ευθύνες που μάς αναλογούν, να πιέσουμε, να απαιτήσουμε, να φωνάξουμε να αλλάξει ριζικά το εκπαιδευτικό μας σύστημα και να αποκτήσουμε επί τέλους κι εμείς μια παιδεία ουσίας και ποιότητας. Δεν τολμούμε να δούμε και να πούμε μερικές πικρές αλήθειες. Ετσι έχουμε, τελικά, την παιδεία που μάς αξίζει, που αξίζει στην αδιαφορία, την ολιγωρία και την ακηδία μας.

Αλήθεια πρώτη: Δεν καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ένα σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια που έχει τινάξει στον αέρα την καίρια βαθμίδα τής Μέσης Εκπαίδευσης, το Λύκειο; Κι αν το καταλαβαίνουμε- που τώρα φαίνεται ότι έστω και αργά άρχισαν να το καταλαβαίνουν όλοι-, τι κάνουμε; Με αχρηστευμένο το Λύκειο πού πάμε;

Αλήθεια δεύτερη: Το υπαρκτό γνωστό πρόβλημα τού (λειτουργικού) αναλφαβητισμού, με αποφοίτους Μέσης Εκπαίδευσης που δεν μπορούν να εκφραστούν προφορικά και γραπτά, δεν το γνωρίζουμε; Μάλλιασε η γλώσσα των εκπαιδευτικών να το επισημαίνουν. Τώρα το καταλάβαμε με το προβοκατόρικο 0,9 (από κάποιον πλακατζή υποψήφιο…) που ανοήτως γενικεύθηκε κι έγινε σημαία απαιδευσίας, παραβλέποντας τις χιλιάδες των πραγματικά αναλφάβητων που συναντάμε γύρω μας;

Αλήθεια τρίτη: Ότι οι μαθητές των σχολείων μας απεχθάνονται το σχολείο, ότι δεν το αγαπούν, δεν τους τραβάει τίποτε στο σχολείο που τους έχουμε φτιάξει, δεν μάς λέει τίποτε;

Αλήθεια τέταρτη: Ότι έχουμε καθιερώσει ένα σύστημα που φορτώνει τους μαθητές με όγκους αναφομοίωτων πληροφοριών, προορισμένων εξ υπαρχής να περάσουν στα τάρταρα τής λήθης και τής απώθησης διά τής οδού τής αποστήθισης, πληροφοριών συχνά εξεζητημένων έως άχρηστων που ποτέ δεν θα γίνουν χρήσιμες επεξεργασμένες γνώσεις οι οποίες θα μείνουν, αυτό δεν μάς γεμίζει με οδύνη και τύψεις για τις ευθύνες μας;

Αλήθεια πέμπτη: Μπορούμε να αισθανόμαστε ήσυχοι, όταν οι ηγεσίες και βασικά στελέχη των πολιτικών κομμάτων και τού πολιτικού μας κόσμου γενικότερα (με πολύ λίγες εξαιρέσεις) ιεραρχούν την Εκπαίδευση, την Παιδεία και τον Πολιτισμό, το τρίπτυχο τής ουσιαστικής ύπαρξης και τής προοπτικής ανάπτυξης κάθε ορθοφρονούντος λαού, στο χαμηλότερο σκαλί τής έμπρακτης μέριμνας και τής πολιτικής τους;

Αλήθεια έκτη: Είναι δυνατόν να έχεις ποιότητα διδασκαλίας στα σχολεία σου με εκπαιδευτικούς ανεπαρκώς καταρτισμένους για την Εκπαίδευση, σκανδαλωδώς ανεπιμόρφωτους και προκλητικά αναξιολόγητους, αλλά και με εκπαιδευτικούς κακοπληρωμένους σε σχέση με το δύσκολο έργο που καλούνται να επιτελέσουν και κοινωνικά υποβαθμισμένους; Μπορείς να έχεις μεγάλες απαιτήσεις χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις;

Αλήθεια έβδομη: Θα μπορέσουν ποτέ οι εκάστοτε υπουργοί Παιδείας να περάσουν από τις εξαγγελίες στην πράξη, να λάβουν γενναίες αποφάσεις, να ξεπεράσουν αυτό που- εσφαλμένα συνήθως- εκτιμούν ως πολιτικό κόστος (κυρίως για την προσωπική τους πολιτική καριέρα), να πείσουν με σωστά επιχειρήματα την κυβέρνησή τους και την κοινή γνώμη για ριζικές αλλαγές, να πολεμήσουν τα οργανωμένα συμφέροντα που αντιμάχονται τις αλλαγές και, τέλος, να αποτολμήσουν για μια φορά να παραιτηθούν, διαμαρτυρόμενοι όταν γίνονται όχημα και συνένοχοι για την παιδευτική υστέρηση ενός ολόκληρου λαού;

Αλήθεια όγδοη: Θα αντιληφθούν την ευθύνη τους οι ηγεσίες και τα στελέχη των συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, ώστε – ξεπερνώντας τις κομματικές ιδεολογίες και στάσεις τους και τις προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες τους που προκαλούν την αγανάκτηση των ίδιων των εκπαιδευτικών (ιδίως των νέων) και τής κοινής γνώμης- να μπορέσουν να αρθρώσουν ουσιαστικό, πειστικό, ακομμάτιστο εκπαιδευτικό λόγο; Μπορούν ποτέ να πείσουν κανέναν για τις προθέσεις τους, όταν μονίμως στηρίζουν την ήσσονα προσπάθεια και βρίσκονται συνεχώς στην άρνηση για κάθε ουσιαστική αλλαγή στην Παιδεία μας από όπου και αν προέρχεται; Δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι αυτοκαταργούνται στη συνείδηση τού κόσμου και απαξιώνουν εκ προοιμίου τον θεσμικό ρόλο τους;

 

Αλήθεια ένατη: Κι εμείς στα Πανεπιστήμια που μορφώνουμε τους εκπαιδευτικούς θα αντιληφθούμε τον ρόλο και τις ευθύνες μας για το πόσο καλά ετοιμάζουμε τους αυριανούς εκπαιδευτικούς, όταν αρνούμαστε ή αποφεύγουμε επί χρόνια να εφαρμόσουμε την ψυχοπαιδαγωγική κατάρτιση και ένα ειδικό πρόγραμμα επιστημονικής προετοιμασίας όσων θέλουν να εργαστούν στην Εκπαίδευση; Μήπως πιστεύουμε ότι λύθηκε το πρόβλημα με το ΑΣΕΠ και με τους ειδικούς φροντιστές που έχουν πλέον αναλάβει- με το αζημίωτο- τον ρόλο τής προετοιμασίας των υποψηφίων για τις εξετάσεις τού ΑΣΕΠ, υποκαθιστώντας τα Πανεπιστήμια;

 

* * * Γνωστές πικρές αλήθειες που ενοχλούν, που απωθούνται, που καταπνίγονται, ενώ «ενός έστι χρεία…», να τις συνειδητοποιήσουμε όλοι και να τις υπερβούμε με πράξεις.

 

ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 5-9-2010

 

Σοφία Μάνιου

 

 

Η ΑΓΩΓΗ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

Η    Α Γ Ω Γ Η

             «Αγωγή γενικά είναι το σύνολο των επιδράσεων που δέχεται από το περιβάλλον του ο άνθρωπος σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι επιδράσεις αυτές έχουν ως κύριο και τελικό αποτέλεσμα τη διεύρυνση της ατομικότητας του ανθρώπου, δηλαδή τον εμπλουτισμό και την παγίωση στοιχείων της προσωπικότητας που προβάλλουν και οροθετούν την ιδιαιτερότητά του μέσα στην ανθρώπινη κοινότητα.

[…] Η μορφοποιός πορεία της αγωγής έχει την αφετηρία της έξω από την προσωπικότητα του υποκειμένου που δέχεται τις παιδευτικές επιδράσεις και το τέρμα της μέσα στο «είναι» του, όπου συμβαίνουν τελικά οι μορφωτικές μεταβολές. Κατά τη διάρκεια της πορείας αυτής πραγματοποιείται μια συνεχής παιδευτική επικοινωνία του ανθρώπου με το περιβάλλον του, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη μάθηση και τη γνώση, μια επικοινωνία που επιτυγχάνεται τυχαία και χωρίς σύστημα ή σκόπιμα και συστηματικά με τη βοήθεια διαφόρων τεχνικών και μεθόδων».

Γ. Κρουσταλάκης

             Η αγωγή είναι η διαδικασία κατά την οποία μορφοποιείται κοινωνικά το άτομο και χάρη στην οποία ολοκληρώνει την προσωπικότητά του. Από τη γέννηση μέχρι το θάνατο ο άνθρωπος «παιδεύεται», διαπλάθεται δηλαδή, από τις επιδράσεις του περιβάλλοντός του. Η ανθρώπινη προσωπικότητα είναι κάτι που συνεχώς εξελίσσεται, ένα «γίγνεσθαι», και στη δυναμική αυτή πορεία της καταλυτικό ρόλο διαδραματίζει το σύνολο των κοινωνικών συνθηκών, των λειτουργιών της κοινωνίας μας και των θεσμών της. Τα θεμέλια, όμως, για τη δόμηση της προσωπικότητας του ατόμου τίθενται στα πρώτα στάδια της ζωής του, γι’ αυτό και συχνά η αγωγή λαμβάνει τη –στενότερη- έννοια της ηθικής διάπλασης του ατόμου από την οικογένεια και το σχολείο.

 Παράγοντες αγωγής

  • Το φυσικό περιβάλλον
  • Η οικογένεια
  • Το σχολείο
  • Η φιλική παρέα και το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον
  • Η πολιτεία
  • Το επάγγελμα
  • Ο ελεύθερος χρόνος και η ψυχαγωγία
  • Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης
  • Το πολιτιστικό περιβάλλον
  • Ο σπουδαιότερος, ωστόσο, παράγοντας αγωγής είναι το ίδιο το άτομο, γιατί από αυτό εξαρτάται η επεξεργασία και η αφομοίωση των επιδράσεων του περιβάλλοντός του. Η αγωγή, επομένως, συμβάλλει τα μέγιστα στη διάπλαση του ατόμου, δεν είναι όμως παντοδύναμη.

 

 Θετική –Αρνητική Αγωγή

             Θετική είναι η αγωγή που σκοπό έχει την πολύπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του νέου. Στόχος της είναι να καλλιεργήσει τις πνευματικές δυνάμεις και τις έμφυτες κλίσεις του, να αναπτύξει τα θετικά στοιχεία του χαρακτήρα του και να περιορίσει παράλληλα τα ελαττώματα, τις άσχημες έξεις, τα ζωώδη ένστικτα ή τα έμφυτα αντικοινωνικά στοιχεία με τη βοήθεια των παιδαγωγικών μέσων της αμοιβής, της παρώθησης, της ηθικής ενίσχυσης και της δημιουργίας κινήτρων.

Αρνητική αγωγή ονομάζεται η φθοροποιός για το άτομο επίδραση κάποιων παιδευτικών παραγόντων ή μέσων, όπως είναι συχνά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ή η υπερπροστασία και η χρήση αυταρχικών παιδαγωγικών μεθόδων που εμποδίζουν την ανάπτυξη της πρωτοβουλίας, της δημιουργικότητας και της ελευθερίας του ατόμου.

 Ειδικές έννοιες της Αγωγής

Οικογενειακή αγωγή, σχολική αγωγή, ομαδική αγωγή, εξατομικευμένη ή προσωπική αγωγή, φυσική αγωγή, διανοητική αγωγή, ηθική αγωγή, θρησκευτική αγωγή, πολιτική αγωγή, αισθητική αγωγή, κοινωνική αγωγή, φιλελεύθερη ή δημοκρατική αγωγή, υπερπροστατευτική αγωγή, αυταρχική αγωγή, αγωγή ενηλίκων ή λαϊκή επιμόρφωση, αυτοαγωγή.

 Αυτοαγωγή – Αυτομόρφωση

             Είναι η τελειότερη μορφή αγωγής, η πραγματική αγωγή, γιατί είναι η συνειδητή προσπάθεια που καταβάλλει κάθε άνθρωπος οικειοθελώς για την αυτοβελτίωσή του, τη διεύρυνση των γνώσεων και την αξιοποίηση των πνευματικών του δυνάμεων. Η παιδεία δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο στα πρώτα στάδια της ζωής του ανθρώπου, ούτε να οριοθετηθεί μέσα στους τοίχους του σχολείου και του Πανεπιστημίου. Όλη η ζωή του ανθρώπου πρέπει να είναι μια αέναη παιδευτική διαδικασία –διά βίου παιδεία. Κανένας άνθρωπος δεν έχει το δικαίωμα να καταδικάζει τον εαυτό του σε πνευματική στασιμότητα και αδράνεια. Χωρίς τη συνεχή ανατροφοδότηση, το πνεύμα στερείται τη δυνατότητα να εμπεδώσει και να διατηρήσει ακόμη και τις κεκτημένες γνώσεις. Ένα μυαλό που δε δουλεύει αναπόφευκτα στερεύει αλλά και «σκουριάζει». Εξάλλου, η παιδεία του ατόμου δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί ολοκληρωμένη, εφόσον οι γνώσεις της ανθρωπότητας συνεχώς διευρύνονται και η κοινωνική και πολιτιστική ζωή διαρκώς εξελίσσεται και ανανεώνεται. Χρέος, λοιπόν, του ανθρώπου είναι να συμβαδίζει με τις εξελίξεις, να μορφώνεται και να ενημερώνεται συνεχώς, να στοχεύει στην παγίωση των πνευματικών του κατακτήσεων και στον εμπλουτισμό τους, να επανεξετάζει και να αναθεωρεί παλιές γνώσεις, αντιλήψεις και ιδέες. Την αυτομόρφωση επιβάλλει στην εποχή μας ως ανάγκη, η επιστημονική εξειδίκευση, η επαγγελματική επιμόρφωση, η σταδιοδρομία, η κοινωνικοποίηση εντέλει και η πρόοδος του ατόμου.

Ακόμη, μέσω της αυτομόρφωσης το άτομο έχει την ευκαιρία να κατακτήσει την αυτογνωσία, να εμπεδώσει τα θετικά στοιχεία της προσωπικότητάς του και να τα αξιοποιήσει, να τιθασεύσει ζωώδεις έξεις και ελαττώματα, να βελτιώσει δηλαδή την ηθική του υπόσταση με τη συνεχή ενδοσκόπηση και την αυτοαξιολόγηση.

Εν κατακλείδι, σκοπός της οικογενειακής, της σχολικής αλλά και γενικότερα κάθε μορφής αγωγής πρέπει να είναι η καθοδήγηση του ατόμου στη συνειδητοποίηση της αξίας της αυτομόρφωσης.

Αγωγή Ενηλίκων ή Λαϊκή Επιμόρφωση

             Η αγωγή ενηλίκων είναι μια συστηματική επιμόρφωση στα πλαίσια της διά βίου παιδείας που ασκείται κυρίως σε ενήλικες με σεμινάρια, διαλέξεις, βραδυνά μαθήματα, μαθήματα δι’ αλληλογραφίας ή μέσω διαδικτύου, εκπαιδευτικά προγράμματα από τα Μ.Μ.Ε., το «Ανοιχτό» Πανεπιστήμιο κ.ά. Η επιμόρφωση αυτή ασκείται  από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, όπως είναι τα Υπουργεία, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα Πανεπιστήμια, η Εκκλησία, διάφορα  Ιδρύματα και Σύλλογοι, εταιρείες κ.ά. Ο σκοπός αυτής της επιμόρφωσης είναι:

 

  • Η αναγνώριση της αξίας της διά βίου παιδείας από την Πολιτεία και η ενθάρρυνση των πολιτών της για αυτομόρφωση.
  • Η διασφάλιση του δικαιώματος της παιδείας για όλες τις κοινωνικές τάξεις και η μείωση της ανισότητας.
  • Η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και του ηλεκτρονικού αναλφαβητισμού που παρατηρείται σε ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας.
  • Η ένταξη μεταναστών, προσφύγων και γενικότερα ξένων στη χώρα υποδοχής.
  • Η επαγγελματική κατάρτιση ατόμων με ειδικές ανάγκες ή ανειδίκευτων ανέργων.
  • Η επαγγελματική επιμόρφωση για την παρακολούθηση των εξελίξεων στις γνώσεις, στις μεθόδους και στα μέσα παραγωγής σε κάθε επάγγελμα ή επιστήμη.
  • Η σύνδεση της εκπαίδευσης με τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες και η κοινωνικοποίηση.
  • Η  ενημέρωση  των πολιτών για θέματα που δεν καλύπτονται από τη δημόσια εκπαίδευση.
  • Η ενημέρωση για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών.
  • Η επιμόρφωση για κοινωνικά ζητήματα, όπως είναι η ισότητα των δύο φύλων, οι σχέσεις των γονέων με τα παιδιά, το οικολογικό πρόβλημα, η υγεία, η πρόληψη κ.ά.
  • Η διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς (π.χ. λαϊκή τέχνη, δημοτικά τραγούδια, λαϊκά όργανα κτλ.).
  • Η πολιτιστική και πνευματική ανάπτυξη της επαρχίας.
  • Η δημιουργική εκμετάλλευση του ελεύθερου χρόνου και η ανάπτυξη δεξιοτήτων.
  • Η καλλιέργεια της αυτενέργειας και της δημιουργικότητας κάθε ατόμου

 Σοφία Μάνιου

 

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

                                           ΜΟΡΦΕΣ:

Παρελθόν                                                                       Παρόν

↓                                                                                                  ↓

Πατριαρχική                                                                              Πυρηνική

Pater familias: εξουσία ζωής και θανάτου                                Ισοτιμία μελών, συνυπευθυ-

στη σύζυγο και στα τέκνα                                                               νότητα, διανομή ρόλων

 

 ΕΙΔΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

  •  Δημοκρατική: Ισοτιμία συζύγων, κοινή συνεισφορά στις υποχρεώσεις, διάλογος για την επίλυση των προβλημάτων, ανάθεση-διανομή καθηκόντων σε όλα τα μέλη, κοινή αντιμετώπιση προβλημάτων, αλληλοσεβασμός, κατανόηση, οριοθετημένες ελευθερίες και πρωτοβουλίες στα νεαρά μέλη – δικαιώματα και υποχρεώσεις, ελευθερία αλλά και ευθύνη.

Αποτέλεσμα:  Υγιείς, ανεξάρτητες προσωπικότητες, χειραφετημένες, με συνείδηση των ορίων της ελευθερίας τους, αυτοσεβασμό και αξιοπρέπεια, υπευθυνότητα και ικανότητα στην επίλυση προβλημάτων , αυτοπεποίθηση, θάρρος και δυναμισμό.

Στόχος: η αχρήστευση

  • Υπερπροστατευτική: Αφειδώλευτη παροχή όλων των ανέσεων, των επιθυμητών αγαθών, εκπλήρωση των επιθυμιών των παιδιών. Οι γονείς αυτοί δεν αναθέτουν καθήκοντα, δεν προβληματίζουν, δε στενοχωρούν, δεν κουράζουν τα παιδιά τους. Τα θεωρούν εσαεί ανίκανα, ανώριμα, ανόητα, επιπόλαια  «παιδιά» που θα χρειάζονται  για πάντα τις προστατευτικές μητρικές φτερούγες.

Το τίμημα: Στέρηση της ελευθερίας, καταπίεση, σύγκρουση κλπ.

ή       : Ανευθυνότητα, παθητικότητα, αδυναμία ανάληψης πρωτοβουλιών και αντιμετώπισης προβλημάτων, συγκρότηση άβουλης και ασθενικής προσωπικότητας.

 

  • Αδιάφορη: Πολυάσχολοι γονείς, που ικανοποιούν τις υλικές απαιτήσεις των παιδιών και παρέχουν απεριόριστη ελευθερία.  Χαλαρή η συνοχή των μελών. Οι νέοι καταχρώνται συνήθως την ελευθερία τους και εθίζονται στην ασυδοσία, στον ατομικισμό και στην ανευθυνότητα.

 Η αξία του θεσμού

1. Στην οικογένεια οφείλουμε την ύπαρξή μας: ψυχοσωματική ανάπτυξη, συγκρότηση προσωπικότητας, διαμόρφωση χαρακτήρα, συνειδητοποίηση της ατομικής και κοινωνικής μας ταυτότητας, πολύπλευρη ολοκλήρωση.

2. Κάλυψη βασικών αναγκών, περίθαλψη, υγεία, ανάπτυξη, βιοτικό επίπεδο, συνθήκες ζωής.

3.  Πνευματική ανάπτυξη, μόρφωση, ερεθίσματα, καλλιέργεια κρίσης-ορθολογισμού και ταλέντων …

4. Ψυχαγωγία: καθοδήγηση σε γόνιμους τρόπους αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου.

5.   Συναισθηματική κάλυψη, ασφάλεια, στήριξη, ψυχολογική ενίσχυση, ενθάρρυνση, τόνωση της αυτοπεποίθησης, της αυτοεκτίμησης, της δημιουργικότητας, σημαντική η συμβολή της στην ψυχική υγεία.

6. Ηθικοποίηση: Υπευθυνοποίηση, καλλιέργεια αξιών, εμφύτευση ηθικών αρχών κλπ.

ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΠΡΟΤΥΠΑ: Διδάσκουν με τη συμπεριφορά τους.

7. Ανάπτυξη του πνεύματος της ομαδικότητας, συλλογικότητα, αλληλεγγύη, πάταξη του ατομισμού, κοινωνικές αρετές.

8. Ο κυριότερος φορέας κοινωνικοποίησης. Εκμάθηση τρόπων συμπεριφοράς, αγωγή, διάπλαση προσωπικότητας εναρμονισμένης με τους κοινωνικούς κανόνες και τις αξίες του συνόλου, διαμόρφωση κοινωνικής-πολιτικής (δημοκρατικής)-εθνικής –ιστορικής- θρησκευτικής συνείδησης.

 ΔΕ ΔΙΕΡΧΕΤΑΙ ΚΡΙΣΗ –ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ!…

            Φαινόμενο απόλυτα φυσιολογικό για την κοινωνιολογία είναι η εξέλιξη των θεσμών, η αλλαγή τους, η αναπροσαρμογή των ρόλων τους με σκοπό την ανταπόκριση στις νέες ανάγκες. Βελτιώνεται ο θεσμός με την πάροδο του χρόνου (σύγκριση πατριαρχικής και σύγχρονης δημοκρατικής οικογένειας).

Η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας και της επιστήμης,

η εξειδίκευση,

ο νέος τρόπος ζωής,

οι αυξημένες απαιτήσεις για μόρφωση και ανάπτυξη των νέων,

η χειραφέτηση της γυναίκας-η είσοδός της στην αγορά εργασίας,

οι νέες ανάγκες,

η αστικοποίηση της ζωής,

η απομάκρυνση από την παράδοση,

η πρωιμότερη χειραφέτηση των σύγχρονων νέων

είναι κάποιοι από τους παράγοντες που αποδυνάμωσαν την παραδοσιακή οικογένεια, καθώς την ανάγκασαν να παραχωρήσει κάποιους από τους παρελθοντικούς της ρόλους στους ειδικούς (μόρφωση, ψυχαγωγία, περίθαλψη κλπ.). Άλλαξε μορφή, λοιπόν, ανανεώθηκε, για να  διασφαλίσει την ύπαρξη και την ισχύ της.

Ωστόσο, φαινόμενα που υπονομεύουν την ομαλή λειτουργία της και απειλούν τη ζωτικότητά της είναι:

  • Ο ατομικισμός, και ο ανταγωνισμός μεταξύ των μελών της, η διάσπαση της συνοχής της.
  • Ο υλικός ευδαιμονισμός και η χρηματοθηρία που διαβρώνουν τις ηθικές αρχές, πλήττουν το ανθρωπιστικό πνεύμα, την ομαδικότητα, τον αλτρουισμό, την κατανόηση κλπ.
  • Ο αποπροσανατολισμός των σημερινών γονέων, που θεωρούν πως εκπληρώνουν το χρέος τους απέναντι στα παιδιά με την παροχή χρημάτων, αγαθών και περιουσιών – ενώ τα παιδιά χρειάζονται περισσότερο την παρουσία και τη συμβουλή τους. Έλεγε ο Σωκράτης: «Πού πάτε άνθρωποι; Σκίζεστε ν’ αποκτήσετε περιουσίες και λίγο νοιάζεστε για τα παιδιά που θα τις αποκτήσουν».
  • Η υπερεργασία  γονέων και παιδιών, η έλλειψη ελεύθερου χρόνου.
  • Η ανεύθυνη, ασύνετη, παθητική και μονήρης αξιοποίηση του λιγοστού κοινού ελεύθερου χρόνου –της δυνατότητας για ψυχαγωγία- στην τηλεόραση και στον υπολογιστή = απομόνωση.
  • Τα Μ.Μ.Ε. και η Διαφήμιση προβάλλουν λαμπερά είδωλα που σκιάζουν τα πρότυπα των γονέων.

Διατηρώ την πίστη πως ο θεσμός έχει τη δύναμη να παλέψει με όλους αυτούς τους κινδύνους και να τους κατατροπώσει. Δεν κινδυνεύει με αφανισμό. Είναι το πρωτόπλασμα κάθε κοινωνικού οργανισμού εδώ και χιλιετίες και θα εξακολουθεί να είναι, γιατί το χρέος της -η αναπαραγωγή, η ανατροφή κι η κοινωνικοποίηση- είναι ιερό. Η οικογένεια δε θα αφανιστεί, γιατί υπηρετεί τον υπέρτατο σκοπό: τη ζωή.

 

Μεταφορές

®    Μέσα της αναπτύσσεται το πιο ιερό, το πιο βαθύ μυστήριο, το θαύμα της δημιουργίας.

®    Μέσα από τους κόλπους της αναδύεται ο άνθρωπος στο φως της ημέρας

®    Στους κόλπους της τρέφει/μεγαλώνει/ανασταίνει…

®    Στη μήτρα της πλάθεται/γεννιέται/ δημιουργείται…

®    Εκεί ποτίζεται η παιδική ψυχή /ποτίζονται οι νεαροί βλαστοί

®    Οικοδομεί γερά θεμέλια …δόμηση της προσωπικότητας

®    Θαλπωρή, θάλπος, ιερή φλόγα της Εστίας.

®    Κατάλυση της ιερότητάς της…οδυνηρή διαρροή θερμότητας, τρυφερότητας, αλληλεγγύης…

®    Μέσα στην οικογένεια μεγάλωσαν δηλητηριώδη ζιζάνια που έχουν πνίξει την τρυφερότητα: ο εγωισμός και η βιασύνη των γονέων…

Στην αρχαία Ελλάδα η θεά Εστία προστάτευε την οικογένεια. Σε κάθε σπίτι διατηρούσαν άσβεστη τη φλόγα στο βωμό της , όπως και στη νεοελληνική παράδοση κρατούσαν πάντα αναμμένο το καντήλι στο εικόνισμα της Παναγιάς.

Να διατηρήσουμε άσβεστη τη φλόγα της οικογενειακής εστίας, τη θαλπωρή της οικογένειας. Να καταπνίξουμε τον εγωισμό και τα πάθη, τον ατομικιστικό άνεμο των καιρών μας που λυσσομανά για να τη σβήσει. Η αγάπη και η ανθρωπιά να είναι τα όπλα μας.

Κάποτε ο Μιχαήλ Άγγελος περπατούσε στην εξοχή με τους μαθητές του. Ξεχώρισε έναν ογκόλιθο και πρόσταξε τους μαθητές να τον μεταφέρουν στο εργαστήρι του. Τους είπε ότι εκεί μέσα είναι κρυμμένος ένας άγγελος και πως εκείνος θα τον απελευθέρωνε με τη σμίλη του…

Κάθε γονέας είναι ένας γλύπτης που λαξεύει την προσωπικότητα/σμιλεύει τη μορφή/δίνει πρόσωπο …. Από την αγωγή εξαρτάται …

Σοφία Μάνιου

Η ΜΟΙΡΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

H MOIΡΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ

                 Πιστεύετε πως η ζωή του ανθρώπου (προ)καθορίζεται από διάφορους παράγοντες ή ότι ο ίδιος ο άνθρωπος είναι δημιουργός της τύχης του;

Αποδεικτέα θέση: Η ανάπτυξη του ατόμου δεν είναι προκαθορισμένη από μεταφυσικές δυνάμεις, δε διαμορφώνει η μοίρα ή η τύχη τη ζωή του. Οπωσδήποτε, οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες μέσα στις οποίες αναπτύσσεται το άτομο είναι καθοριστικές  της προσωπικής του ανάπτυξης. Σημαντικότερο ρόλο, όμως, διαδραματίζουν οι υποκειμενικοί παράγοντες, προϋποθέσεις δηλαδή που εξαρτώνται από το ίδιο το άτομο.

Απόδειξη

Α.   Απόρριψη της μοίρας – τύχης

  1. Δεν πρέπει να εξαρτήσουμε τη ζωή από την τύχη. Η τύχη είναι αστάθμητος παράγοντας. Μπορεί να μας εγκαταλείψει, να μην είναι πάντοτε ευνοϊκή.
  2. Όταν πιστεύουμε στη μοίρα, γινόμαστε μοιρολάτρες. Εκμηδενίζεται, έτσι, ο δυναμισμός, η πρωτοβουλία, η αυτενέργεια.
  3. Η πίστη στην τύχη, στη μοίρα ή στο πεπρωμένο χαρακτηρίζει τους αμόρφωτους ανθρώπους και υποδηλώνει την έλλειψη πνευματικής καλλιέργειας και ορθολογισμού.
  4. Είναι δείγμα ανωριμότητας και ανευθυνότητας, γνώρισμα των ανθρώπων που αρνούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους για τη δημιουργία της ζωής τους.  Σύμφωνα με τον υπαρξισμό του Σαρτρ, ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Δε διάλεξε ο ίδιος το δρόμο της ύπαρξης, κι όμως υπάρχει. Βρέθηκε ξαφνικά στον κόσμο και έκτοτε είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τις πράξεις του. Για τα σφάλματα ή τις αποτυχίες του δεν πρέπει να κατηγορεί τους άλλους. “Είμαστε καταδικασμένοι ν’ αυτοσχεδιάζουμε. Μοιάζουμε με τους ηθοποιούς που χωρίς ρόλο, χωρίς κείμενο, χωρίς υποβολέα, βρίσκονται ξαφνικά πάνω στη σκηνή. Πρέπει ν’ αποφασίσουμε μόνοι μας πώς θέλουμε να ζήσουμε, ποιο είναι το νόημα της ύπαρξής μας”.

Β. Αντικειμενικοί παράγοντες που καθορίζουν την ανάπτυξη του ατόμου –Ευνοϊκές συνθήκες:

  1. Οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη (παροχή από την πολιτεία των κοινωνικών αγαθών, ίσες ευκαιρίες στην παιδεία, στην υγεία, στην εργασία κτλ.).
  2. Διασφάλιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
  3. Ομαλή λειτουργία των θεσμών και των φορέων κοινωνικοποίησης.
  4. Παιδεία – εκπαίδευση επαρκής για την κάλυψη όλων των αναγκών.
  5. Δημοκρατία : αξιοκρατία, ισονομία, ελευθερία σκέψης, έκφρασης και δράσης κτλ.
  6. Ειρήνη (προϋπόθεση για την ατομική και κοινωνική πρόοδο).

Η απουσία των προηγούμενων παραγόντων αποτελεί τροχοπέδη στην πολύπλευρη ανάπτυξη του ατόμου, δεν την απαγορεύει όμως απόλυτα, καθώς ο άνθρωπος αγωνίζεται για τη βελτίωση της κοινωνίας του και επομένως από την κοινωνική και πολιτική του δράση εξαρτάται η ύπαρξη ή η ανυπαρξία ευνοϊκών συνθηκών για την ανάπτυξή του. Επιπροσθέτως, ακόμη κι αν οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες είναι πρόσφορες, το άτομο δε θα αναδειχθεί, αν δεν τις αξιοποιήσει κατάλληλα, αν δε διαθέτει δηλαδή και τις προσωπικές ικανότητες ή δυνάμεις.

Γ. Υποκειμενικοί παράγοντες

  1. Αυτογνωσία (επίγνωση των προτερημάτων και των ελαττωμάτων, επίγνωση των δυνάμεων), αξιοποίηση των δυνατοτήτων, εκμετάλλευση των κλίσεων, εκμετάλλευση και αξιοποίηση των ευνοϊκών συνθηκών.
  2. Μόρφωση, ορθολογισμός, αντικειμενική κρίση, σύνεση, προνοητικότητα, διορατικότητα.
  3. Ρεαλισμός, εκτίμηση των πραγμάτων, στάθμιση των παραγόντων, ορθοτόμηση των δυνατοτήτων.
  4. Εργατικότητα, επιμέλεια, μέθοδος, πρόγραμμα, σύστημα (“Το 98% της δημιουργίας μου το χρωστώ στην επιμέλειά μου” Αϊνστάιν).
  5. Αυτοπεποίθηση, αυτοεκτίμηση.
  6. Οριοθέτηση υψηλών στόχων, ύπαρξη ονείρων, φιλοδοξιών και ιδανικών. Ο ενθουσιασμός τονώνει την αυτοπεποίθηση, εμπνέει και δημιουργεί στόχους.
  7. Θέληση, προσπάθεια, ενεργητικότητα, μαχητικότητα, αέναη αγωνιστικότητα (“Η επιτυχία δεν είναι δώρο αλλά κατάκτηση”).
  8. Υπομονή και επιμονή, διατήρηση της ψυχραιμίας, καρτερικότητα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων.
  9. Συνεχής αυτοβελτίωση, αυτοκυριαρχία, προσπάθεια για χαλιναγώγηση των παθών και των ενστίκτων.
  10. Υπευθυνότητα, συνέπεια στις υποχρεώσεις.
  11. Στην αποτυχία, ενδοσκόπηση, αυτοαξιολόγηση και ανασυγκρότηση των δυνάμεων, εντοπισμός των σφαλμάτων,  επαναπροσδιορισμός των στόχων και έναρξη νέων αγώνων.

 Σοφία Μάνιου

 

Η ΑΤΟΜΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

 Η πρόοδος και η επιτυχία στη ζωή δεν είναι μόνον  -ούτε κυρίως- αποτέλεσμα ευνοϊκών συνθηκών και εύνοιας της τύχης. Είναι, προπάντων, προϊόν καλλιέργειας, αποφασιστικού χαρακτήρα και ορθών επιλογών.  Ποιοι είναι οι παράγοντες που, κατά τη δική σας κρίση, διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο  στην προσωπική ολοκλήρωση και στην κοινωνική καταξίωση του ατόμου;

Προσδιορισμός της κύριας έννοιας: Πρόοδος-επιτυχία- κοινωνική καταξίωση ολοκλήρωση =αποτέλεσμα ορθής επιλογής σπουδών και επαγγέλματος, οικονομική καταξίωση και κοινωνική αναγνώριση, προσωπική πρόοδος και ευημερία, υλοποίηση των ονείρων και των στόχων.

Ζητούμενο: Παράγοντες – Προϋποθέσεις

Α. Υποκειμενικοί (Άτομο)

Β. Αντικειμενικοί (Κοινωνικές συνθήκες)

Α. 1.Ψυχοσωματική υγεία = ο ακρογωνιαίος λίθος για την πνευματική υγεία.

2. Αυτογνωσία: προτερήματα, ελαττώματα, εκμετάλλευση κλίσεων, επίγνωση των δυνάμεων.

3.Ρεαλισμός: αντικειμενική κρίση,  εκτίμηση των πραγμάτων, στάθμιση των παραγόντων, ορθοτόμηση των δυνατοτήτων (όχι υπερεκτίμηση ή υποτίμηση  των δυνατοτήτων).

4. Μόρφωση.

5. Πρωτοβουλία.

6. Αυτοπεποίθηση – αυτοεκτίμηση – πίστη στην αξία και στις δυνάμεις μας.

7. Θέληση: επιθυμίες= αποφάσεις=έργα. “Η ζωή ποτέ δεν είναι. Γίνεται!”.

Προσπάθεια, ενεργητικότητα, μαχητικότητα, αγωνιστικότητα. “Η επιτυχία δεν είναι δώρο, αλλά κατάκτηση…”.

  1. Ενθουσιασμός-θάρρος-αισιοδοξία: χαλκεύει οράματα,δημιουργεί στόχους, τονώνει την αυτοπεποίθηση, αφυπνίζει τις ικανότητες, εμπνέει.
  2. Όνειρα, στόχοι, ιδανικά, μια… “Ιθάκη”.
  3. Υπομονή – Επιμονή: υπέρβαση-υπερνίκηση εμποδίων, διατήρηση ψυχραιμίας, καρτερικότητα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων.
  4. Αυτοκριτική, προσπάθεια αυτοβελτίωσης: αυτοκυριαρχία, χαλιναγώγηση των παθών και καλλιέργεια των αρετών.
  5. Σε περίπτωση αποτυχίας: ενδοσκόπηση, αυτοκριτική, εντοπισμός των σφαλμάτων, επαναπροσδιορισμός των στόχων, ανασυγκρότηση των δυνάμεων και νέοι αγώνες.
  6. Σε περίπτωση επιτυχίας ενός στόχου: Οροθέτηση νέου, υψηλότερου στόχου και εντατικότερη προσπάθεια.
  7. Υπευθυνότητα.
  8. Ορθή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου.
  9. Εργατικότητα, επιμέλεια: “Το 98% της δημιουργίας μου το χρωστώ στην επιμέλειά μου” Einstein.
  10. Μεθοδικότητα, προγραμματισμός, σύστημα.
  11. Σύνεση, προνοητικότητα, διορατικότητα.
  12. Ορθολογισμός, αντικειμενική κρίση και κριτική ικανότητα =εξουδετέρωση των αντίξοων συνθηκών και εκμετάλλευση – αξιοποίηση των ευνοϊκών κοινωνικών συνθηκών.

 

Β. 1. Κοινωνικό περιβάλλον οικονομικά αναπτυγμένο.

2. Διασφάλιση των κοινωνικών δικαιωμάτων = ίσες ευκαιρίες στη ζωή και στην ανάπτυξη (στη μόρφωση, στην επαγγελματική αποκατάσταση κλπ.)

3.Ομαλή λειτουργία θεσμών και φορέων κοινωνικοποίησης.

4. Υλική και κυρίως ψυχολογική και ηθική συμπαράσταση της οικογένειας.

5. Εκπαιδευτικό σύστημα: Κάλυψη των αναγκών των νέων, παροχή όλων των απαραίτητων εφοδίων.

6. Αναπτυγμένο πολιτιστικό περιβάλλον, πλούσιο σε ερεθίσματα.

7. Δημοκρατία και αξιοκρατία, ισονομία, ελευθερία σκέψης-έκφρασης-δράσης.

8. Ειρήνη: προϋπόθεση ατομικής και κοινωνικής προόδου.

 

Απόρριψη του παράγοντα “τύχη”.

             Δεν πρέπει να συγχέουμε την τύχη με τις ευνοϊκές συνθήκες ούτε να εξαρτήσουμε την επιτυχία από την τύχη. Η τύχη είναι αστάθμητος παράγοντας. Μπορεί να μας εγκαταλείψει.

Όταν πιστεύουμε στην τύχη, γινόμαστε μοιρολάτρες. Εκμηδενίζεται, έτσι, ο δυναμισμός, η πρωτοβουλία, η αυτενέργεια.

Η πίστη στην τύχη ως μοίρα και πεπρωμένο είναι χαρακτηριστικό των ανθρώπων που δεν έχουν μόρφωση και ορθολογισμό.

Είναι δείγμα ανωριμότητας και ανευθυνότητας. Είναι άρνηση ανάληψης της ευθύνης που έχουμε για τη δημιουργία της μοίρας μας.

“ Ο άνθρωπος είναι ο αρχιτέκτονας της τύχης του”. Σαλλούστιος (Ρωμαίος Ιστορικός)

“ Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Δε διάλεξε ο ίδιος το δρόμο της ύπαρξης. Κι όμως υπάρχει. Βρέθηκε ξαφνικά στον κόσμο και έκτοτε είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τις πράξεις του. Για τα σφάλματα ή τις αποτυχίες του δεν πρέπει να επιρρίπτει τις ευθύνες στους άλλους…”.

Είμαστε καταδικασμένοι ν’ αυτοσχεδιάζουμε. Μοιάζουμε με τους ηθοποιούς που χωρίς ρόλο, χωρίς κείμενο, χωρίς υποβολέα, βρίσκονται ξαφνικά πάνω στη σκηνή. Πρέπει ν’ αποφασίσουμε μόνοι μας πώς θέλουμε να ζήσουμε, ποιο είναι το νόημα της ύπαρξής μας”.                                                                                                                                                                                                                                       J.P.Sartre

 

Σοφία Μάνιου

 

ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΕΙΔΩΛΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

ΠΡΟΤΥΠΑ  και ΕΙΔΩΛΑ

            Κάθε νέος στην προσπάθειά του να διαμορφώσει την προσωπικότητά του, μιμείται μορφές που σέβεται και θαυμάζει, πρόσωπα που είναι καταξιωμένα στη συνείδησή του. Τα πρώτα πρότυπα του νέου είναι οι γονείς του. Στην κρίσιμη φάση της εφηβείας όμως, αυτοί εύκολα απομυθοποιούνται και υποκαθίστανται  από λαμπερές μορφές- αστέρες – είδωλα που προβάλλονται κυρίως από τα Μ.Μ.Ε. Η ταύτιση του νέου με πρότυπα ή είδωλα είναι ένας από τους σημαντικότερους μηχανισμούς της κοινωνικοποίησης, γιατί αυτός μιμείται τους ανθρώπους που θαυμάζει, ακολουθεί τον τρόπο ζωής και συμπεριφοράς τους, ενστερνίζεται τις αξίες τους και υιοθετεί τις ιδέες τους.

 Σύγκριση Προτύπων -Ειδώλων

  1. Το πρότυπο είναι μορφή που συνήθως ανήκει στο παρελθόν. Εντοπίζεται στο χώρο της Ιστορίας (κοινωνικοί – πολιτικοί – εθνικοί αγώνες), των Επιστημών, των Γραμμάτων, των Τεχνών και του Ανθρωπισμού. Το είδωλο, αντίθετα, είναι ένας ζωντανός μύθος. Εντοπίζεται στο χώρο του θεάματος (εμπορική Τέχνη, Μ.Μ.Ε., μόδα, αθλητισμός), αλλά και στην πολιτική (ειδωλοποίηση πολιτικών ηγετών) και στη θρησκεία (θεοποίηση ηγετών παραθρησκευτικών ή αιρετικών οργανώσεων).
  2. Το πρότυπο έχει αξία διαχρονική, λάμψη αιώνια. Δύσκολα καταξιώνεται, αλλά μένει για πάντα στο Πάνθεον των Ηρώων. Η λάμψη του ειδώλου, όμως, είναι προσωρινή, φευγαλέα. Τα είδωλα απομυθοποιούνται με την ίδια ευκολία και ταχύτητα που επιβάλλονται. Είναι «διάττοντες αστέρες».
  3. Η αξία του προτύπου είναι αυθεντική, γνήσια. Πηγάζει από την προσφορά του στο κοινωνικό σύνολο, την ηθική στάση ζωής και τα ανθρωπιστικά ιδανικά του. Αντίθετα, η ακτινοβολία του ειδώλου είναι κατασκευασμένη, η λάμψη του είναι τεχνητή, γι’ αυτό και η αξία του είναι νόθη. Το είδωλο αναδεικνύεται και επιβάλλεται από το μυθοποιητικό σύστημα με τα Μ.Μ.Ε. και τη διαφήμιση.
  4. Το πρότυπο είναι αρωγός στη δημιουργία ολοκληρωμένης, ανεξάρτητης και ξεχωριστής προσωπικότητας, σε αντίθεση με το είδωλο, που επιβάλλει την άρνηση του προσώπου και την ένδυση προσωπείου που τυποποιεί το νέο και αφανίζει την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του.
  5. Το πρότυπο ενθαρρύνει τη γόνιμη – κριτική μίμησή του και την υιοθέτηση των θετικών μόνο στοιχείων της προσωπικότητάς του. Το είδωλο, όμως, επιβάλλει τη δουλική μίμηση, την τυφλή αντιγραφή του τρόπου εμφάνισης, σκέψης και συμπεριφοράς του.
  6. Το πρότυπο καθιερώνεται με την ώριμη κριτική και λογική σκέψη, ενώ το είδωλο επιβάλλεται με το φανατισμό, την προσωπολατρία, το συναίσθημα και όχι τη λογική.
  7. Το πρότυπο ωφελεί τους νέους, ενώ το είδωλο τούς ζημιώνει πνευματικά, ηθικά και ψυχικά.

 

 Η θετική επίδραση των προτύπων

  1. Διαμόρφωση υγιούς, ανεξάρτητης και ολοκληρωμένης προσωπικότητας. Ο θαυμασμός και η μίμηση των ανθρώπων που έχουν ευδοκιμήσει στον κοινωνικό χώρο  βοηθά τους νέους να αναπτύξουν αξιόλογη και σεβαστή στην κοινωνία προσωπικότητα, να καταξιωθούν και οι ίδιοι και να γνωρίσουν την εκτίμηση και την αναγνώριση.
  2. Τα πρότυπα αναπτύσσουν την κριτική σκέψη και την πρωτοβουλία των νέων. Εμπνέουν τη νεανική ψυχή και ανοίγουν δρόμους προσωπικής έκφρασης και αυτενέργειας. Ενθαρρύνουν τη δημιουργικότητα και καλλιεργούν την αγωνιστικότητά τους. Προσφέρουν, έτσι, τη δύναμη της αυτοπεποίθησης, την πίστη στη ζωή και στην αξία του ανθρώπου.
  3. Τα πρότυπα αποτελούν υποδείγματα αρετής και ηθικοποιούν τους νέους, γιατί εμφυσούν ηθικές αρχές και υγιείς αξίες που προσφέρουν έρμα στη νεανική ύπαρξη και συμβάλλουν στη θετική διάπλαση του χαρακτήρα της. Ακόμη, σημαντική είναι η συμβολή τους στην υπευθυνοποίηση των νέων.
  4. Προσφέρουν ιδανικά στους νέους, ηθικά ερείσματα που νοηματοδοτούν την ύπαρξη και αποτελούν ευκαιρία δημιουργικής έκφρασης της νεανικής ορμής και αγωνιστικότητας. Οι νέοι πάντα χρειάζονται μια πίστη, ένα όραμα που θα φωτίσει και θα οδηγήσει τη ζωή τους (ειδικά οι νέοι της εποχής μας).
  5. Η ταύτιση με τα πρότυπα συμβάλλει στην ομαλή κοινωνικοποίηση των νέων, γιατί εμπνέει το σεβασμό στις αρχές και στις αξίες του κοινωνικού συνόλου και καλλιεργεί την κοινωνική και πολιτική συνείδηση. Οι νέοι αναπτύσσουν το ιδανικό της προσφοράς στο κοινωνικό σύνολο και συντελούν στην ανάπτυξη του πολιτισμού ως εργαζόμενοι, επιστήμονες, καλλιτέχνες κτλ. Υιοθετούν, ακόμη, το όραμα της ανθρωπιστικής ανάπλασης της κοινωνικής δομής και συμμετέχουν σε κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες για την υλοποίησή του.
  6. Η σύνδεση με πρότυπα από το χώρο της ιστορίας καλλιεργεί την ιστορική συνείδηση των νέων και αναπτύσσει το εθνικό τους φρόνημα. Παράλληλα, η πολιτισμική ενοποίηση του πλανήτη στην εποχή μας είναι συντελεστής της γνωριμίας του νέου με αξιόλογες μορφές από το διεθνή χώρο. Το γεγονός αυτό ενθαρρύνει το σεβασμό στον πολιτισμό των άλλων λαών, το πνεύμα του κοσμοπολιτισμού και την καλλιέργεια της διεθνιστικής συνείδησης των νέων.

 

Η αρνητική επίδραση των ειδώλων

  1. Η πίστη στα είδωλα ενισχύει την κουλτούρα της εντύπωσης και της επιφάνειας, ισχυροποιεί και τελικά παγιώνει  το πνεύμα της ψεύτικης λάμψης και την αδιαφορία  για την ουσία. Οι νέοι, έτσι, δεν ενδιαφέρονται για τη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας, για την πνευματική και ηθική τους καλλιέργεια. Αποδίδουν σημασία στην εξωτερική εμφάνιση και στην επίδειξη του υλικού πλούτου.
  2. Τα είδωλα προβάλλουν ως ιδανικό τον ευδαιμονισμό, την εύκολη και άνετη ζωή της χλιδής και των υλικών απολαύσεων. Καλλιεργούνται, έτσι, οι αξίες του καταναλωτισμού, του υλικού ευδαιμονισμού και της χρηματοθηρίας στη συνείδηση των νέων, με αποτέλεσμα να οδηγούνται στον αρριβισμό, στον ατομικισμό και στην ανηθικότητα. Οι υλιστικές αξίες που προβάλλουν τα είδωλα διαφθείρουν ηθικά τους νέους και εκτοπίζουν τις ανθρωπιστικές αξίες.
  3. Τα είδωλα προτείνουν συχνά αμοραλιστικό τρόπο ζωής. Προκαλούν το φανατισμό, ενθαρρύνουν τη βία και την επιθετική συμπεριφορά, οδηγούν στη ναρκομανία. Οι νέοι, μιμούμενοι τυφλά τον τρόπο ζωής των ειδώλων τους, υιοθετούν αντικοινωνική συμπεριφορά.
  4. Η ταύτιση με τα είδωλα καθιστά τους νέους προσωπολάτρες, ανθρώπους με αδρανοποιημένη κρίση που δέχονται παθητικά τα μηνύματα που προβάλλονται και χειραγωγούνται εύκολα στον τρόπο ζωής που ευνοεί τα οικονομικά συμφέροντα των εμπόρων του ελεύθερου χρόνου ή τα συμφέροντα της πολιτικής ηγεσίας.
  5. Ο πιθηκισμός των ειδώλων, η δουλική μίμησή τους, επιφέρει τον αφανισμό της προσωπικότητας του νέου, την τυποποίηση της φυσιογνωμίας του. Αν και ο στόχος του νέου ανθρώπου είναι να σχηματίσει μια ξεχωριστή προσωπικότητα, ο άκριτος και άκρατος μιμητισμός επιφέρει το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα: ο νέος γίνεται ένα από τα πολλά αντίγραφα του ειδώλου που θαυμάζει. Αρνείται τον εαυτό του, το δικό του πρόσωπο, για να φορέσει ένα προσωπείο.
  6. Όταν ο νέος συνειδητοποιήσει ότι ήταν ψεύτικη και πρόσκαιρη η λάμψη του ειδώλου που λάτρευε ή όταν η ζωή του διδάξει πως η άκριτη μίμηση δεν οδηγεί στην επιτυχία και στην ευτυχία, ο νέος απογοητεύεται και αφοπλίζεται ψυχικά. Βλέποντας τα όνειρά του να καταρρέουν, σαν πύργοι που χτίστηκαν στην άμμο, χάνει τον ενθουσιασμό του για τη ζωή και κυριεύεται από την απαισιοδοξία.

 

            «Σταρ σημαίνει αστέρι. Σήμερα κάθε επάγγελμα, κάθε πόλη, κάθε κράτος, κάθε κόμμα έχει τα αστέρια του. Η σταρολατρία είναι γνώρισμα της εποχής μας. Τους περισσότερους σταρ έχει το ποδόσφαιρο και τους λιγότερους η επιστήμη. Οι σταρ δεν είναι μόνο ένας άνθρωπος με υπαρκτές ποιότητες, είναι και ένας μύθος με ονειρικά χαρακτηριστικά. Ο σταρ για τον «απλό άνθρωπο» είναι ένα υποκατάστατο αγίου με ποιότητες και ικανότητες λίγο πέρα απ’ τα ανθρώπινα. Ο άνθρωπος πάντα λάτρευε εκείνο που δεν είναι και που θα ήθελε να είναι. Κάθε είδωλο αντιπροσωπεύει για το θαυμαστή μια σκοτωμένη δική του επιθυμία που δεν μπόρεσε να την εκπληρώσει με φυσικό τρόπο. Όταν η πίστη στον παραδοσιακό – ουράνιο θεό κλονίζεται, εμφανίζονται αυτόματα τα υποκατάστατά του: οι σταρ. Αν ο επίγειος θεός-σταρ διαψεύσει τις προσδοκίες του πιστού, αυτός αλλάζει θεό-σταρ με μεγάλη ευκολία.

            Οι σταρ κινδυνεύουν από τους θαυμαστές τους.

            Οι σταρ μάς πουλάνε σε μυθικές τιμές τα όνειρά μας. Η σταρολατρία είναι η νέα θρησκεία».

(Από τον ημερήσιο Τύπο)

Γιατί οι αντι-ήρωες κατακλύζουν την εποχή μας και γιατί οι νέοι τους μιμούνται;

 

  1. Η ειδωλολατρία δεν είναι νέο φαινόμενο. Και στο παρελθόν, όποτε κλονιζόταν η πίστη στο Θεό, οι άνθρωποι κατασκεύαζαν είδωλα. Η κρίση των αξιών και των θεσμών που χαρακτηρίζει την εποχή μας, η κατάρρευση των ιδανικών και η κατακρήμνιση των ιδεολογιών  έχουν ως αποτέλεσμα και την έκπτωση των υγιών προτύπων που αντιπροσώπευαν τις αγνές αξίες και τα ανθρωπιστικά του παρελθόντος. Ευτελή υποκατάστατα των προτύπων , των θεών και των ηρώων στην αντι-ηρωική και υλιστική εποχή μας είναι τα είδωλα που πρεσβεύουν τις νέες αξίες.
  2. Κυρίαρχες αξίες στην κοινωνία μας είναι ο υλικός ευδαιμονισμός, το χρήμα και ο καταναλωτισμός. Οι νέοι θαυμάζουν τα είδωλά τους, γιατί κατάφεραν εύκολα και γρήγορα να πλουτίσουν και να ζήσουν μέσα στη χλιδή και στις απολαύσεις. Ονειρεύονται μια τέτοια ζωή και πιστεύουν πως, αν μιμηθούν τους ήρωές τους, θα την αποκτήσουν. Τα είδωλα είναι πωλητές ψευδαισθήσεων και ονείρων.
  3. Η ανάγκη των νέων να αποσοβήσουν τον κίνδυνο της μαζοποίησης και της τυποποίησης του προσώπου τους, η έλλειψη αυτοπεποίθησης ή η ματαιοδοξία τους οδηγούν στο θαυμασμό και στη μίμηση των ειδώλων. Οι νέοι ποθούν τη διάκριση, την υπεροχή, την ξεχωριστή φυσιογνωμία. Ονειρεύονται τη δόξα και την επιτυχία. Αρνούνται να γίνουν ανώνυμα κι ασήμαντα μόρια μιας απρόσωπης μάζας. Η μίμηση του ειδώλου πιστεύουν πως θα επιφέρει και τη δική τους ανάδειξη. Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι τα είδωλα προέρχονται συνήθως από κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Το γεγονός δεν είναι τυχαίο. Επιλέγονται σκόπιμα από τους ανθρώπους του μυθοποιητικού συστήματος, για να είναι ευχερέστερη και πιο αποτελεσματική η ταύτιση των νέων με αυτά.
  4. Τα ψυχικά κενά και τα όνειρα των νέων γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης  από τους βιομήχανους και τους εμπόρους της ψυχαγωγίας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα οικονομικά τους συμφέροντα. Τα είδωλα κατασκευάζονται και επιβάλλονται από το μυθοποιητικό σύστημα με μοναδικό στόχο το κέρδος που επιφέρει ο τρόπος ζωής και ψυχαγωγίας που αυτά υποδεικνύουν στους νέους. Η κατασκευή επίγειων θεών έχει τις ρίζες της στον αμερικανικό κινηματογράφο (Hollywood). Στην εποχή μας η τεχνική αυτή έχει επεκταθεί και στην πολιτική, στην Τέχνη, στην Επιστήμη, ακόμη και στη Θρησκεία.
  5. Το οικονομικό και κοινωνικό μας σύστημα, ο καπιταλισμός, στηρίζεται στη μαζική παραγωγή, στη μαζική προώθηση και στη μαζική κατανάλωση προϊόντων. Και τα είδωλα προϊόντα είναι. Η μαζική παραγωγή και κατανάλωσή τους αφενός εξυπηρετεί τη λειτουργία του οικονομικού συστήματος και αφετέρου καλύπτει τις ψυχικές ανάγκες του ανθρώπου – καταναλωτή που αναζητά συνεχώς νέα αγαθά, νέες απολαύσεις, νέα είδωλα. Αυτή τη νεοφιλία γεννά κι εκμεταλλεύεται η βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου, που φροντίζει αφειδώς να προσφέρει νέους θεούς και να προτείνει νέους τρόπους ζωής. Εξάλλου, αναγκάζεται από την ταχύρρυθμη μεταβολή των αναγκών και του τρόπου ζωής να κατασκευάζει είδωλα αντιπροσωπευτικά του εκάστοτε νέου πνεύματος.
  6. Η τεχνολογική ανάπτυξη δεν είχε μόνο ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της μαζικής κουλτούρας, αλλά και την ισχυροποίηση της υποβολής των μέσων μαζικής ενημέρωσης και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των διαφημιστικών μηνυμάτων. Η τηλεόραση και τα περιοδικά, κυρίως, με τη δύναμη της εικόνας και της συνεχούς επανάληψης παθητικοποιούν το πνεύμα των θεατών ή αναγνωστών, απευθύνονται στις αισθήσεις και όχι στη λογική τους και, έτσι, καθιστούν ευχερέστερη παρά ποτέ την καθ-ιέρωση των ειδώλων, την αγιοποίησή τους.
  7. Οι νέοι επηρεάζονται εύκολα, γιατί ακόμη δεν έχουν αναπτύξει την κριτική τους ικανότητα και η έλλειψη εμπειριών τους καθιστά ανώριμους στη σκέψη. Εξάλλου, η τεχνοκρατική ειδικευμένη γνώση, στην οποία αναγκάζονται να προσηλωθούν, τους στερεί τη δυνατότητα της πολύπλευρης καλλιέργειας και την ευκαιρία επαφής με την ανθρωπιστική παιδεία. Έτσι, δεν μπορούν να γνωρίσουν υγιή πρότυπα, αξιόλογες προσωπικότητες της Ιστορίας, της Επιστήμης ή της Τέχνης.
  8. Επιπροσθέτως, παρατηρείται έλλειψη σύγχρονων υγιών προτύπων. Γονείς, εκπαιδευτικοί, πνευματικοί και πολιτικοί ηγέτες δε στέκονται στο ύψος της αποστολής τους και απογοητεύουν τους νέους. Εξάλλου, η εποχή μας είναι δύστοκος ως προς τη γέννηση ηρώων. Οι συνθήκες ζωής επιβάλλουν το πνεύμα του κομφορμισμού, του συμβιβασμού προς το κατεστημένο.
  9. Οι σύγχρονοι νέοι δεν ενδιαφέρονται για τη δημιουργία ολοκληρωμένης προσωπικότητας. Ζουν σε μια κοινωνία που αποδίδει σημασία όχι στο «είναι», αλλά στο «έχειν» και στο «φαίνεσθαι». Ζουν σ’ έναν πολιτισμό που στηρίζεται στην εντύπωση, στην επιφάνεια και όχι στην ουσία. Τα είδωλα είναι η εύκολη λύση για την απόκτηση «προσωπικότητας», γιατί προτείνουν την άκριτη υιοθέτηση προσωπείου. Αντίθετα, η δημιουργία γνήσιας και αξιόλογης προσωπικότητας, που υπόσχεται η υγιής μίμηση του προτύπου, απαιτεί σθεναρό εσωτερικό αγώνα.

10.Η προσφορά θεαμάτων και η κατασκευή ειδώλων είναι συνηθισμένη μέθοδος των αυταρχικών καθεστώτων για τον αποπροσανατολισμό του λαού από τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα και την εξουδετέρωση της πολιτικής του συνείδησης. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι η ποδοσφαιρομανία στην Ελλάδα και η κατασκευή ειδώλων-αθλητών έλαβε χώρα στα χρόνια της χούντας.

11.Η ειδωλοποίηση των πολιτικών ηγετών στόχο έχει την καλλιέργεια της ακρισίας και του φανατισμού του λαού, τον ευχερή αφιονισμό του στη βάση της εξυπηρέτησης των φιλοδοξιών ή των συμφερόντων  των ηγετών.

 

Σοφία Μάνιου

ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ ΚΑΙ Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ

και Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ του από τους νέους

             Ο όρος «κατεστημένο» είναι νεολογισμός που επιβλήθηκε μεταπολεμικά στη γλώσσα μας ως μετάφραση του αγγλοσαξωνικού όρου «establishment». Χρησιμοποιείται για να δηλώσει οποιαδήποτε έκφραση του καθιερωμένου σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Είναι το σύνολο των παγιωμένων ή κυρίαρχων στοιχείων της κοινωνικής μας δομής: ο τρόπος ζωής, οι θεσμοί, οι παραδόσεις, οι αξίες, οι νοοτροπίες, οι ηθικές αρχές κτλ. Παρά την ευρύτητα και την απροσδιοριστία του , ορισμένες φορές ο όρος αναφέρεται συγκεκριμένα στις κυρίαρχες οικονομικές , κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της κοινωνίας. Το «οικονομικό κατεστημένο», για παράδειγμα, δηλώνει τα κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα. Υπάρχει, ακόμη, κατεστημένο πολιτικό, εκκλησιαστικό, πανεπιστημιακό, πνευματικό κτλ.

Όποιος θέλει, επομένως, να μεταβάλει τις δομές της κοινωνίας μας ή αρνείται τις αρχές και τις ιδέες που τη διέπουν έρχεται σε αντίθεση με το κατεστημένο, το αμφισβητεί. H άρνηση της παράδοσης, των καθιερωμένων ηθών και των κοινωνικών κανόνων, η αντίσταση στις απαιτήσεις των θεσμών, ο έλεγχος και η αναθεώρηση των παγιωμένων αντιλήψεων είναι μια συμπεριφορά που χαρακτηρίζει κυρίως τους νέους, αλλά και εκείνους τους ώριμους που παραμένουν νέοι στο πνεύμα και στην ψυχή και αρνούνται να συμβιβαστούν με τις κοινωνικές επιταγές.

Στην παιδική ηλικία ο άνθρωπος  αποδέχεται τις αξίες και τους κανόνες της κοινωνίας του ως κάτι αυτονόητο, όταν όμως στη φάση της εφηβείας αρχίζει να ωριμάζει πνευματικά και ηθικά, αρχίζει να κρίνει και να ελέγχει όλες τις παγιωμένες «αλήθειες». Η φάση αυτή της ενηλικίωσης είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για την κοινωνικοποίηση του νέου, γιατί προσπαθεί να διαμορφώσει την προσωπικότητά του και να μετουσιωθεί σε ολοκληρωμένη και αυτόνομη κοινωνική οντότητα. Αρχίζει ν’ αποδεσμεύεται από το οικογενειακό περιβάλλον και προβαίνει σε επιλογές (επαγγελματικές, ιδεολογικές, πολιτικές κλπ.) καθοριστικές για τη μετέπειτα ζωή του. Έρχεται αντιμέτωπος με το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και καλείται να αναλάβει τις ευθύνες του απέναντι στον εαυτό του και στην πολιτεία.

Αξίζει να τονιστεί πως στην κρίσιμη αυτή φάση είναι αναστατωμένος και ο ψυχικός κόσμος του ατόμου. Ψυχολογικά προβλήματα, ψυχικά πλέγματα, ανησυχία και ανασφάλεια δυσχεραίνουν  περισσότερο το εξ ορισμού δύσκολο έργο της ένταξης στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Έτσι, αν τα νεαρά άτομα δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένα για την ανάληψη πρωτοβουλιών και ευθυνών και για την αντιμετώπιση προβλημάτων, αν δεν έχουν συνειδητοποιήσει πως στη ζωή δεν έχουν μόνο δικαιώματα, αλλά και υποχρεώσεις, συχνά γίνεται προβληματική η κοινωνική τους προσαρμογή, αντιμετωπίζουν εχθρικά την κοινωνία και αμφισβητούν ολοκληρωτικά το κατεστημένο, που το θεωρούν υπεύθυνο για όλα τα δεινά τους.

 

Διάκριση δογματικής (αρνητικής) – κριτικής (θετικής ) αμφισβήτησης

             Η κριτική αμφισβήτηση του κατεστημένου είναι πάντα θεμιτή. Είναι φαινόμενο ιστορικά και κοινωνικά αναγκαίο για την εξέλιξη και την πρόοδο του πολιτισμού. Ο σεβασμός απέναντι στο κατεστημένο  μπορεί να γίνει τροχοπέδη στην εξέλιξη, άγονος συντηρητισμός, όταν οι φορείς του αρνούνται να υπερβούν τα εσκαμμένα και εμμένουν πεισματικά στο παρελθόν. Το κατεστημένο, όμως, μπορεί να γίνει το εφαλτήριο της ανανέωσης και της προόδου της κοινωνικής δομής και του πολιτισμού μας, όταν αξιοποιηθούν τα θετικά του στοιχεία. Ας μην ξεχνάμε πως ο πολιτισμός της ανθρωπότητας είναι το γέννημα της σύζευξης του παλιού με το καινούριο, της παράδοσης με την πρόοδο. Δεν έχουμε τη δύναμη ν’ αμφισβητήσουμε  το κατεστημένο στο σύνολό του. Εξάλλου, κάτι τέτοιο εκτός από χιμαιρικό θα ήταν και ανόητο. Είναι τόσα πολλά τα θετικά στοιχεία του κατεστημένου  κι αυτά θα πρέπει να τα αποδεχτούμε με σεβασμό και αγάπη, να τα αναζωογονήσουμε και να τα κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές. Αποτελεί καθήκον μας, όμως, ο αγώνας ενάντια στα αρνητικά στοιχεία του κατεστημένου, στα στοιχεία εκείνα που είτε προσβάλλουν την ελευθερία, τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου είτε δεν εξυπηρετούν πλέον τις νέες κοινωνικές ανάγκες. Με κριτική σκέψη και υπευθυνότητα, λοιπόν, ο ώριμος άνθρωπος αμφισβητεί και απορρίπτει μόνον τα αρνητικά στοιχεία του παρελθόντος και, μάλιστα, συνειδητά προσπαθεί να τα αντικαταστήσει με νέα θετικά στοιχεία. «Η άρνηση προϋποθέτει και γίνεται στο όνομα κάποιας αντίπαλης θέσης, διαφορετικά, πρόκειται για στείρο και χωρίς νόημα υποκειμενιστικό αρνητισμό», όπως  χαρακτηριστικά αναφέρει ο Β. Φίλιας και το επιβεβαιώνει και ο Κ.Παλαμάς με τους στίχους του: «Είμαι εγώ ο γκρεμιστής, γιατί είμαι εγώ κι ο χτίστης / ο ακριβογυιός της άρνησης κι ο ζηλευτής της πίστης».

Αντίθετα, λανθασμένη και ανεύθυνη είναι η στάση της απόλυτης και δογματικής αμφισβήτησης του κατεστημένου. Στην περίπτωση αυτή δεν αμφισβητούνται μόνον τα κακώς κείμενα στην κοινωνία μας (η δυσλειτουργία των θεσμών, η αδικία και η ανισότητα, οι αρνητικές αξίες, οι παρωχημένες αντιλήψεις κτλ.), αλλά  και τα γόνιμα στοιχεία της, που αποτελούν κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού. Η ολοκληρωτική απόρριψη ενός θεσμού (π.χ. της οικογένειας ή της Δημοκρατίας), ο αμοραλισμός και ο μηδενισμός δε στοχεύουν, βέβαια, στη βελτίωση, αλλά στην κατάλυση της κοινωνικής μας δομής, δεν επιφέρουν τη δημιουργική ανανέωση, αλλά την καταστροφή κι αντί να επιλύσουν προβλήματα, δημιουργούν περισσότερα. Η αρνητική αμφισβήτηση είναι «άρνηση για την άρνηση» (δεν έχει αντιπροτάσεις). Είναι μια ανεύθυνη φυγή από τα προβλήματα και τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η κοινωνική ζωή. Είναι λιποταξία και όχι μάχη.

 

Φαινόμενα αμφισβήτησης στο παρελθόν και στο παρόν

 Το παρελθόν της ανθρωπότητας είναι γεμάτο από κινήματα θετικής αμφισβήτησης του κατεστημένου, κινήματα που κύλησαν μπροστά τον τροχό της ιστορίας, αποτέλεσαν τα θεμέλια της δημιουργίας και της εξέλιξης του πολιτισμού και συνέβαλαν στη σταδιακή κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην ανθρωπιστική ανάπλαση της κοινωνικής μας δομής. Ενδεικτικά αναφέρουμε:

Το κίνημα του Αρχαίου Ελληνικού Διαφωτισμού (σοφιστές και Σωκράτης), που συγκρούστηκε με το κατεστημένο της Αθήνας του Ε΄αι. π.Χ.

Την Αναγέννηση, εποχή που αμφισβήτησε το μεσαιωνικό δογματισμό, τις αυθεντίες και το σκοταδιστικό κόσμο των προλήψεων, των δεισιδαιμονιών και των αυθεντιών και πήρε τ’ όνομά της από την αναγέννηση του Ανθρωπισμού.

Τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, το πνευματικό κίνημα που κυοφόρησε τη Γαλλική Επανάσταση, καθώς αντιτάχθηκε στην καταπίεση της απόλυτης μοναρχίας και διεκδίκησε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την Ελευθερία σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής δραστηριότητας.

Τις σοσιαλιστικές θεωρίες του ΙΘ΄ και Κ΄ αι. που στηλίτευσαν την ανισότητα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων και ενέπνευσαν πολλούς κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.

Το «Γαλλικό Μάη» του 1968, εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι, με αφορμή τον πόλεμο της Γαλλίας κατά της Αλγερίας. Οι φοιτητές, με τους οποίους συντάχθηκαν πολίτες από κάθε κοινωνική τάξη και ηλικία, δε  διαμαρτύρονταν μόνο για τον άδικο πόλεμο, αλλά ζητούσαν και αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, δικαιότερες κοινωνικές δομές και απελευθέρωση από τα δεινά του σύγχρονου πολιτισμού. Ο Μάης του ’68 έγινε το έναυσμα για την έκρηξη πολλών παρόμοιων φοιτητικών εξεγέρσεων σ’ όλη την Ευρώπη στα χρόνια που ακολούθησαν.

Η εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο της Αθήνας το 1973 οδήγησε στην πτώση της  επταετούς στρατιωτικής δικτατορίας και στην αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος στην πατρίδα μας.

Από το παρελθόν δε λείπουν, βέβαια, και τα κινήματα αρνητικής αμφισβήτησης των νέων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι  «τα παιδιά των λουλουδιών» (οι χίπυς) που, παρά τα δίκαια αιτήματά τους (εναντιώθηκαν στον πόλεμο, στον ιμπεριαλισμό και στην καταπίεση της καταναλωτικής κοινωνίας), δεν ακολούθησαν το δρόμο της υγιούς αμφισβήτησης. Αρνήθηκαν τους θεσμούς και τους κοινωνικούς κανόνες, εγκατέλειψαν την οικογένειά τους , ζούσαν περιθωριοποιημένοι σε κοινόβια και αποδρούσαν από τη σκληρή πραγματικότητα μέσα στους τεχνητούς «παραδείσους» των ναρκωτικών. ΄Ετσι, εξυπηρέτησαν θαυμάσια το «κατεστημένο», αντί να το καταλύσουν, γιατί αποχαυνωμένοι, αποπροσανατολισμένοι κι απομονωμένοι απείχαν από κάθε κοινωνικό ή πολιτικό αγώνα.

Τα φαινόμενα αρνητικής αμφισβήτησης του κατεστημένου στην εποχή μας είναι πολλά και ποικίλα:

Τα φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας, όλες οι μορφές της κοινωνικής παθογένειας.

Η τρομοκρατία.

Η αναρχία.

Ο χουλιγκανισμός.

Η ναρκομανία.

Η αυτοκτονία και τα ψυχολογικά προβλήματα.

Οι νεοναζιστικές ή εθνικιστικές οργανώσεις που εναντιώνονται στη δημοκρατία.

 

Φυσικά, η πλειοψηφία των νέων της κοινωνίας μας  δεν παρασύρεται από τα φαινόμενα  της αρνητικής αμφισβήτησης. Σέβεται ,σε γενικές γραμμές, τους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς και αγωνίζεται με θεμιτά μέσα για την αναβάθμισή τους. Γνωρίζει ότι  η λύση στα προβλήματα δεν είναι η περιθωριοποίηση και η αυτοκαταστροφή. Γνωρίζει ότι η βελτίωση της κοινωνίας μας προϋποθέτει την ένταξη σ’ αυτήν και επέρχεται με τον  προσωπικό ηθικό αγώνα  και τη συλλογική δραστηριότητα (μέσω των μαθητικών κοινοτήτων, των πολιτικών κομμάτων, των συνδικαλιστικών οργανώσεων και άλλων κοινωνικών οργανώσεων που αγωνίζονται για τα δικαιώματα του παιδιού και της γυναίκας, την επίλυση του οικολογικού προβλήματος κτλ.).

«…Οι νέοι που διατείνονται πως επιθυμούν να γκρεμίσουν το «κατεστημένο» χωρίς να μας καθορίζουν και με τι θα το αντικαταστήσουν, αφήνουν να εννοηθεί πως δεν παραδέχονται τίποτε από όσα τους έλαχε να συναπαντήσουν σε τούτο τον κόσμο, όπου βρέθηκαν, χωρίς φυσικά, τη θέλησή τους.  Μήτε τα πολιτειακά σχήματα μήτε τις κοινωνικές δομές ή καθοσιώσεις μήτε τις καθημερινές «συμπεριφορές». Κατέχονται από το ευχάριστο συναίσθημα πως πολεμούν ηρωικά χωρίς να πεθαίνουν. Αλλά δε γεύονται και τη νίκη. Η λαχτάρα τους είναι η άρνηση: ν’ απαρνιούνται τα πάντα, τους πάντες, να τα βλέπουν όλα σαν πτώματα που έχουν σαπίσει και χρειάζεται ν’ απορριχτούν στο λάκκο της λάσπης. Μ’ αλαφριά καρδιά οροθετούν τις περιοχές: « εκεί οι άλλοι, όλοι οι άλλοι, εδώ εμείς». Αν τους αντιπαρατηρήσει κανείς πως ίσως και να μην έχουν απόλυτα δίκιο, αποκρίνονται περίπου δογματικά: «εσείς είστε οι ξεπερασμένοι, ανήκετε σ’ άλλη εποχή, δεν μπορείτε να μας εννοήσετεΕίναι μάταιο και να συζητούμε».

[…]Αν παίρνω στα χέρια μου και πάλι το «κατεστημένο», δεν το κάνω για να ξαναπώ όσα έχουν ειπωθεί. Αισθάνομαι την ανάγκη να πάω μαζί με τους νέους ανθρώπους και να τους παρακαλέσω να κοιτάξουμε το θέμα από σιμά και να ιδούμε, επιτέλους, μια και καλή τι είναι πια αυτό το «κατεστημένο» και πόσο «κατεστημένο» είναι. Ποια είναι τα στοιχεία που το αποτελούν, ποια είναι τα ρεύματα που το διατρέχουν, πόση δύναμη κατέχει η επιβίωσή του και –το σημαντικότερο- με το προσεχτικό ή μη προσεχτικό ξεφλούδισμά του αν είναι ν’ απομείνει τίποτε και τι θ’ απομείνει, μια που η ζωή τραβάει το δρόμο της και δε γίνεται ν’ ακινητοποιηθεί σε κάποιο σημείο. Και το πως δε γίνεται ν’ ακινητοποιηθεί το ξέρουμ’ εμείς, που γεννηθήκαμε κάμποσα χρόνια νωρίτερα και μπορούμε ν’ απαριθμήσουμε ένα πλήθος αλλαγές, που μεταμόρφωσαν, παρ’ όλα τα λεγόμενα, το πρόσωπο και την Ιστορία του κόσμου. Δεν έχω την εντύπωση πως οι νέοι, όταν επιζητούν την ανατροπή, έχουν στο νου τους την καθημερινή συμπεριφορά. Αυτό θα ήταν το λιγότερο και το πλημμελέστερο. Η καθημερινή συμπεριφορά αλλάζει από τόπο σε τόπο και από καιρό σε καιρό, οι νεωτερισμοί παλιώνουν γρήγορα, θέματα που έχουν άμεση σχέση με την ανθρώπινη παρουσία παύουν πολύ σύντομα να ξαφνιάζουν, μολονότι και τούτα αποκαλύπτουν το βαθύτερο νόημα της ιστορικής στιγμής. Είναι αλλαγές που δεν απορρέουν από επιθυμία ιδιορρυθμίας, αλλ’ από διαφοροποιήσεις προερχόμενες από την Ανάγκη που δημιουργούν οι συνθήκες της καθημερινής ζωής. Δεν πρέπει λοιπόν να τους αποδοθεί βασική σημασία. Οι νέοι που εκδηλώνουν με τον τρόπο που εμφανίζονται την αποδοκιμασία τους, συνήθως δεν πηγαίνουν μακρύτερα. Η παρδαλή εμφάνιση αποσκεπάζει ολόκληρο τον εσωτερικό τους χώρο, ώστε συχνά να μην απομένει έδαφος για βαθύτερες ανερευνήσεις. Ας πούμε, ωστόσο, πως έχουμε φτάσει στα έσχατα όρια. Ας σχεδιάσουμε μια κοινωνία γυμνών ανθρώπων, που είναι και από μέσα και απ’ έξω γυμνοί. Ιδού, τα’ απαρνηθήκαμε όλα, τα παραμερίσαμε όλα, τα γκρεμίσαμε όλα, ξαναγυρίσαμε στις σπηλιές των θηρίων και των ανθρωποθηρίων. Δεν απόμεινε μήτ’ ένα κουμπί από το «κατεστημένο» απείραχτο. Και ξεκινούμε, για να κάμουμε τι; Για ν’ αρχίσουμε από την αρχή. Ας αρχίσουμε! Το «κατεστημένο» το έχουμε σκοτώσει πια. Αλλά για να έχει πεθάνει ολόκληρο, θα πρέπει βέβαια να το απολησμονήσουμε. Το αποταμίευμα της μνήμης δεν είναι πάντα παθητικό. Ολωσδιόλου αντίθετα, γίνεται την κάθε στιγμή ενεργό και καθορίζει, προετοιμάζει, δικαιώνει, συμπαραστέκεται. Ας το αφήσουμε στην άκρη και το αποταμίευμα της μνήμης. Και μια που μας πήρε ο κατήφορος, ας εξακολουθήσουμε να χρησιμοποιούμε τη φαντασία μας παρά την κρίση μας. Γιατί το τελικό ερώτημα δεν μπορεί παρά να είναι τούτο: «μήπως το «κατεστημένο» αποτελείται από φθαρτά και από άφθαρτα στοιχεία και μήπως αυτά, τα άφθαρτα στοιχεία, χρειάζεται να τα απομονώσουμε, να τα αναπτύξουμε, να τα ζήσουμε –και να τα αξιοποιήσουμε όσο πληρέστερα είναι, για την ώρα, κατορθωτό; Το ν’ αρχίσεις από την αρχή είναι ένας λόγος. Και μια ματαιοπονία συνάμα. Γιατί την αρχή την προσδιορίζουν πάντα οι ίδιες ανάγκες. Και μια νέα πορεία, από την ίδια τη φύση της δεν μπορεί να είναι αλάθευτη. Ακόμη κι αν κατορθώσει, πράμα δυσκολότατο άλλωστε, ν’ αποφύγει τα σφάλματα των προγενέστερων, θα κάμει τα δικά της σφάλματα, που δεν είναι απίθανο να είναι βαρύτερα».

Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος

 

ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ – ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

 1.    Ψυχολογικά:

α) Τα χαρακτηριστικά της φύσης των νέων, τα ψυχικά γνωρίσματα της νιότης, όπως ο δυναμισμός, η ορμητικότητα και η απολυτότητα, τοποθετούν τη νέα γενιά κάθε εποχής στην πρωτοπορία της αμφισβήτησης του κατεστημένου. Οι νέοι είναι ιδεαλιστές, οραματίζονται έναν καλύτερο κόσμο και πιστεύουν πως έχουν τη δύναμη να τον χτίσουν, είναι καινοτόμοι και φύσει επαναστάτες.

Β) Η αγνότητα της ψυχής των νέων σπιλώνεται, όταν αυτοί έρχονται σ’ επαφή με το κατεστημένο. Γκρεμίζονται τα όνειρα και τα ιδανικά τους και πληγώνεται η ευαισθησία τους, όταν αντικρίζουν τις αξίες στις οποίες πίστεψαν να καταρρέουν.

Γ) Τα ψυχολογικά προβλήματα, η εσωστρέφεια και η αντικοινωνική συμπεριφορά συχνά είναι αποτέλεσμα της έλλειψης ζεστασιάς και γνησιότητας στις ανθρώπινες σχέσεις, του χάσματος των γενεών και της αδυναμίας των ώριμων να κατανοήσουν τα προβλήματα των νέων.

2.    Ηθικά:

α)  Η ηθικολογία και η υποκρισία των ώριμων γενεών  απογοητεύει και εξοργίζει τους νέους. Όταν οι τελευταίοι έρχονται αντιμέτωποι με την αντιφατικότητα και την ηθική κατάπτωση των πρεσβύτερων, αντιδρούν με την επιθετικότητα, την επανάσταση και την άρνηση των αξιών και των θεσμών που αυτοί εκπροσωπούν.

β)  Η γενικότερη κρίση των αξιών και των θεσμών που χαρακτηρίζει την εποχή μας, η ηθική ρευστότητα και η κατάρρευση των ιδεολογιών στερούν από τους νέους τα απαραίτητα ηθικά ερείσματα, το έρμα για να αρχίσουν το ταξίδι της ζωής.

γ)  Οι νέοι αντιδρώντας στο κατεστημένο προσπαθούν συχνά να περισώσουν την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητάς τους, να αποφύγουν την τυποποίηση που επιβάλλουν οι κοινωνικές συμβατικότητες και να αποσοβήσουν τον κίνδυνο της αλλοτρίωσής  και της μαζοποίησής τους.

δ)   Στην αρνητική αμφισβήτηση του κατεστημένου καταφεύγουν αρκετοί νέοι που αρνούνται να ενηλικιωθούν και να αναλάβουν  τις ευθύνες τους. Η φυγή μπροστά στα καθήκοντα που επιβάλλει η πλήρης κοινωνική ένταξη και στα προβλήματα που αυτή κυοφορεί είναι συχνά ιδιαίτερα «βολική» στάση.

3.    Κοινωνικά:
α)   Ευθύνη φέρουν όλοι οι φορείς κοινωνικοποίησης και πρωταρχικά η οικογένεια, ειδικά όταν είναι αδιάφορη, αυταρχική ή υπερπροστατευτική. Στο νέο της εποχής μας λείπει συχνά η παρουσία, η συμπαράσταση και η συμβουλή των γονέων. Το αποτέλεσμα είναι η έλλειψη ηθικών προσανατολισμών και συναισθηματικής πληρότητας ή ψυχικής ισορροπίας. Στο ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να οδηγήσει και η υπερβολική καταπίεση των αυταρχικών γονέων. Τέλος, η υπερπροστατευτική αγωγή συμβάλλει στην ανευθυνότητα, στην ανωριμότητα και στην απειρία των νέων, δεν τους μαθαίνει  ν’ αναλαμβάνουν ευθύνες και ν’ αντιμετωπίζουν προβλήματα.
β)  Ούτε το σχολείο, όμως, προετοιμάζει κατάλληλα τους νέους για την ένταξή τους στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Οι στείρες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις δεν μπορούν να βοηθήσουν τους νέους να γνωρίσουν τον εαυτό τους και την κοινωνία στην οποία καλούνται να ενταχθούν ούτε έχουν τη δύναμη να στηρίξουν πνευματικά και ηθικά τους νέους, ώστε αυτοί να είναι σε θέση να προβούν  σε θετική αμφισβήτηση του κατεστημένου. Εξάλλου, το εκπαιδευτικό σύστημα με τις ψυχοφθόρες Γενικές Εξετάσεις του καταπιέζει τους νέους, ενισχύει την κοινωνική ανισότητα και το αίσθημα της αδικίας, και σπρώχνει στην «επανάσταση» αρκετούς «αποτυχημένους».
γ)  Οι νέοι παρασύρονται πολύ εύκολα από τους συνομηλίκους τους. Εξαιτίας της έλλειψης κρίσης, εμπειριών και ωριμότητας, αλλά και της ανάγκης, κυρίως, της αποδοχής του προσώπου τους από το στενό φιλικό τους περιβάλλον, υιοθετούν –ακόμη και συνειδητά- βλαβερές έξεις  και αντικοινωνικό τρόπο ζωής.
δ)   Η αμφισβήτηση του κατεστημένου κάποιες φορές προβάλλεται ως μόδα, την οποία οι νέοι ακολουθούν πιστά, παρασυρόμενοι από μια τάση τυφλού μιμητισμού, στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν μια «ξεχωριστή» προσωπικότητα. Και τα Μ.Μ.Ε. δεν είναι, βέβαια, άμοιρα ευθυνών για την προβολή της μόδας και των ειδώλων  τα οποία άκριτα μιμούνται οι νέοι.
ε)   Η κοινωνική ανισότητα, η αναξιοκρατία, η έμμεση ή η απροκάλυπτη φαλκίδευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, γενικότερα, όλα τα αρνητικά φαινόμενα στη λειτουργία της κοινωνικής μας δομής γαλβανίζουν την αγανάκτηση των νέων  και οδηγούν στην άρνηση του απάνθρωπου και άδικου κόσμου των «μεγάλων».
4.    ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ:
α)  Η αποσύνδεση της εκπαίδευσης από την παραγωγή και η ανεργία  (πολλές φορές παρά τις κοπιαστικές και χρονοβόρες σπουδές και την απόκτηση επιστημονικού τίτλου) οδηγούν στην περιθωριοποίηση του νέου και στον εκφυλισμό της κοινωνικής του συνείδησης και ευθύνης. Πώς να σεβαστεί ο άνεργος νέος την κοινωνία του (τους νόμους, τους κανόνες, τις αξίες της), από τη στιγμή που εκείνη πρώτη δεν τον σέβεται στερώντας του ένα από τα βασικότερα ανθρώπινα δικαιώματα; Η εκτόνωση της οργής και η εκδίκηση  με καταστροφικές και αντικοινωνικές ενέργειες είναι το άμεσο επακόλουθο.
β)  Ο καταναλωτισμός και, γενικότερα, οι υλιστικές αξίες της εποχής μας  είναι δυνατό να οδηγήσουν ένα νέο στην εγκληματικότητα ή σε άλλες μορφές αρνητικής αμφισβήτησης. Δεδομένης της ανεργίας ή της αδυναμίας κατανάλωσης άφθονων πολυτελών αγαθών, κάποιοι  δε διστάζουν να παραβιάσουν τους κοινωνικούς κανόνες, για να ζήσουν το όνειρο της «ευτυχίας» και της «καταξίωσης» ή αποκτούν ψυχολογικά προβλήματα που προκαλούν την αποκλίνουσα συμπεριφορά.

5.    ΠΟΛΙΤΙΚΑ:
Ο αμοραλισμός και η υποκρισία της πολιτικής ηγεσίας, αλλά και τα υπόλοιπα φαινόμενα της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος παρασύρουν τους νέους σε φαινόμενα αρνητικής αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος, όπως είναι η αναρχία, η τρομοκρατία και ο νεοναζισμός.

            «… Ο Μπέρναρ Σόου είπε κάποτε: «Όποιος άνθρωπος κάτω των τριάντα ετών και γνώστης της κοινωνικής τάξης δεν είναι επαναστάτης, είναι ένας μέτριος άνθρωπος».

            Υπάρχει στην έκφραση αυτή, πάντοτε κάτω από τη χιουμοριστική υπερβολή των αφορισμών του Σόου, ένα μέρος ρωμαλέας αλήθειας. Αυτό σημαίνει ότι η νεολαία που είναι πιο κοντά στις πηγές της ζωής και στο ανάβρυσμά τους, αντιδρά φυσικά ενάντια στο εμπόδιο, ενάντια στο νεκρό παρελθόν που φράζει το δρόμο. Εάν δεν κάνει τίποτε, σημαίνει ότι της λείπει η ζωή, ότι είναι νεκρή από την κούνια. Κάθε νεολαία απλώς υγιής και καλά διαμορφωμένη είναι φύσει επαναστατική […]. Καλείται –και αυτή είναι η αποστολή της- να αισθανθεί, να νιώσει, να ζυμωθεί με την εξέγερση και την κακοδαιμονία της κοινωνικής τάξης. Και σ’ αυτή πέφτει ο κλήρος να τη γιατρέψει.

            Η νεότητα έχει έναντι της ωριμότητας ένα μεγάλο πλεονέκτημα: Δεν έχει ακόμη αποδεχθεί μια τελική και απαράλλακτη κοινωνική οπτική. Η θεώρησή της, όπως και η ίδια, είναι ακόμη υπό διαμόρφωση. Είναι λοιπόν ικανή να παρατηρεί τον αιώνιο αγώνα όχι βέβαια χωρίς πάθος (και τέτοιο διαθέτει απ’ τον καθένα περισσότερο) αλλά και χωρίς αυτές τις σκληρές προκαταλήψεις που εμποδίζουν ακόμη και την απλή συζήτηση. Από μια ορισμένη ηλικία κι ύστερα, όταν ο χαρακτήρας του «παγώνει» ή «κρυσταλλώνεται», ο άνθρωπος, εκτός από ελάχιστες και φλογερές εξαιρέσεις, αιχμαλωτίζεται –σαν καράβι μέσα σε πολικούς πάγους- από την κοινωνική του κατάσταση και από τη δομή του πνεύματός του, που έτσι ή αλλιώς διαμόρφωσε. Είναι κλεισμένος στη φυλακή του. Όλη του η ενεργητικότητα, για να νιώσει και να δράσει, προσανατολίζεται σε μια μόνη γραμμή και στο εσωτερικό των ορίων που καθόρισε. Είναι λοιπόν κακός κριτής της κοινωνικής τάξης, γιατί είναι μέρος της.

            Ο νέος έχει περισσότερο δυνατότητα να παρατηρεί. Νεόφυτος μέσα στην υπάρχουσα τάξη, νιώθει πιο εύκολα τις ελλείψεις και τις υπερβάσεις…».

Romain Rolland

 

            «… Όταν οι νέοι χτυπούν το «κατεστημένο», τούτο συμβαίνει γιατί έχουν βαρεθεί τα φουσκωμένα λόγια και τα’ απραγματοποίητα ιδανικά. Εκεί βρίσκουν το «κατεστημένο» βαρύτατα ένοχο. Γιατί δεν έχεις το δικαίωμα πια να μιλείς στο νέο άνθρωπο για δικαιοσύνη, λευτεριά, ισότητα, ευνομία και συνάμα να τις κηλιδώνεις και να τις εκμηδενίζεις με την κάθε σου πράξη. Αυτός είναι ένας προαιώνιος εμπαιγμός που ο νέος άνθρωπος δεν τον ανέχεται. Να ναρκισσεύεσαι ως ειρηνοποιός και να σκοτώνεις στ’ όνομα της ειρήνης. Να εγκωμιάζεις τη φιλανθρωπία και να βγάζεις τα μάτια του γείτονα. Ν’ ασκείς την απόλυτη αρετή καθώς ο Καλβίνος και ν’ ανεβάζεις στην πυρά το Σερβέ. Να είσαι θεοσεβούμενος, να οραματίζεσαι παραδείσους και να προστατεύεις με λύσσα ανήμερου θηρίου τα ταπεινότερα και τα ειδεχθέστερα ατομικά σου συμφέροντα. Να κάνεις επάγγελμά σου, και πολύ προσοδοφόρο, τη συμπόνια και την ανθρωπιά. Να επιβάλλεις την ηθική, την «ηθική» σου, με το μαστίγιο στο χέρι. Να εξαίρεις τη σημασία του διαλόγου και να τον καταργείς. Μιλούμε για ελευθεριότητα ηθών.  Κατά το ένα της μέρος προέρχεται από την ανάγκη που νιώθουν οι νέοι να πολεμήσουν την υποκρισία του «κατεστημένου».  Και κατά το άλλο, το πολύ μεγαλύτερο, από την ανίερη εκμετάλλευση που επιχειρεί το «κατεστημένο» της ανάγκης των νέων για περισσότερη ειλικρίνεια. Είναι οι πρεσβύτεροι, οι εκδοτικοί οίκοι, οι παραγωγοί του κινηματογράφου, οι οργανωτές των δημοσίων θεαμάτων που προάγουν στην ασέλγεια».

Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος


            «…Όχι ότι τούτος εδώ είναι ένας αγγελικός κόσμος για τους νέους. Κάθε άλλο. Είναι ένας κόσμος διαρκούς αγώνα. Πολλοί από σας βλέπετε τον κόσμο απαισιόδοξα. Το ξέρω ότι έτσι είναι. Έχω μιλήσει μαζί σας. Μου έχετε εμπιστευθεί τις αγωνίες και τις ελπίδες σας.

            Μερικοί από σας νιώθετε δέος για το ότι γεννηθήκατε σε έναν κόσμο στον οποίο το τεχνολογικό δαιμόνιο έχει δημιουργήσει κάτι, όχι επιβοηθητικό για τους άλλους, αλλά τόσο καταστροφικό και τρομακτικό όσο η ατομική βόμβα με όλες τις απειλητικές παραλλαγές της. Νιώθω το ίδιο δέος όπως κι εσείς.

            Και άλλοι από σας μπορεί να νιώθετε αμήχανοι σε έναν κόσμο όπου ο υλισμός έχει κυριαρχήσει, όπου τα εμπορικά προϊόντα αξιολογούνται πολύ περισσότερο από τα ανθρώπινα συναισθήματα. Όπου το χρήμα είναι πολύ συχνά ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός, ενώ ο συναισθηματισμός του ατόμου πάρα πολύ συχνά αγνοείται στην ξέφρενη προσπάθεια του υλικού ανταγωνισμού με άλλους ανθρώπους, που κι αυτοί τρέχουν να ανταγωνιστούν άλλους. Και νιώθω κι εγώ το ίδιο αμήχανος.

            Μπορεί, επίσης, να αναρωτιέστε γιατί τόσοι πολλοί ενήλικοι μιλούν τόσο επιπόλαια για δικαιοσύνη, όταν η δικαιοσύνη είναι συχνά ένα πολύ περιθωριακό φαινόμενο και όταν πάρα πολλοί άνθρωποι σε όλον τον κόσμο ζουν χρόνια σε κατάσταση αποστέρησης και πόνου, ενώ άλλοι, προφανώς, αδιαφορούν για τη μοίρα τους.

            Αναρωτιέστε, επίσης, γιατί το χρώμα του δέρματος ενός ανθρώπου μπορεί να τυφλώσει τους συμπολίτες του για την αξία του σαν ανθρώπινη ύπαρξη.

            Αναρωτιέστε, καθώς μεγαλώνετε, για πάρα πολλά πράγματα. Για τον ατέλειωτο κυκεώνα του Βιετνάμ. Για την απελπιστικά αδιάκοπη συζήτηση σχετικά με τη μόλυνση του περιβάλλοντος και τους παράγοντες που την προκαλούν. Για την αρτηριοσκλήρωση και τις έμμονες ιδέες τόσων ενηλίκων. Για τα επαναλαμβανόμενα κρούσματα διαφθοράς στην κυβέρνηση και σε άλλους τομείς. Για την υπνωτιστική δύναμη των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Για τη δυστυχία που οσμίζεται κανείς σε τόσους ανθρώπους γύρω του. Μπορεί να αναρωτιέστε για όλα αυτά τα πράγματα. Το ίδιο κι εγώ.

            Εντάξει, μεγαλώνετε. Είστε στην ηλικία των 20 ή των 30 (ή στα 50 ή 60. Κανέναν δεν εξαιρώ από το όφελος τού να διαβάσει αυτό το βιβλίο). Νιώθετε πολλή απαισιοδοξία. Και κυνισμό. Έχετε τις αμφιβολίες σας για τις αξίες των μεγάλων. Και φοβάστε. Φοβάστε ότι δε θα κυριαρχήσετε εσείς σ’ αυτές, αλλά ότι αυτές θα κυριαρχήσουν πάνω σας.

            Κάνετε ερωτήσεις, αλλά παίρνετε απαντήσεις; Τι θα κάνετε στη ζωή σας, αναρωτιέστε. Και τι σημαίνει «τα καταφέρνω στη ζωή μου»; Σημαίνει πλουτισμό, όπως τον εννοείτε εσείς, ή υποχώρηση στις αξίες των μεγάλων απέναντι στις οποίες εσείς δυσπιστείτε; Γιατί να μην αποτραβηχτείτε από έναν τέτοιο ανήθικο κόσμο, στο κάτω κάτω; Γιατί να συνεχίσετε το παιχνίδι μαζί του; Δε σας αρέσει το παιχνίδι και δεν εμπιστεύεστε τους κριτές του! Γιατί λοιπόν να παίζετε το παιχνίδι τους;

            Κατανοώ την απαισιοδοξία τόσο πολλών νέων σήμερα και καταλαβαίνω το σκεπτικισμό και το φόβο σας μήπως χάσετε την ταυτότητά σας σ’ έναν κόσμο που δε φτιάξατε εσείς. Μερικές φορές, όταν είναι κανείς νέος έχει μια αίσθηση αδυναμίας, καθώς και μεγάλης αβεβαιότητας…».

Maxwell Maltz


Οι Ζημίες της Αρνητικής Αμφισβήτησης

 1.    Το νεαρό άτομο δεν μπορεί με την περιθωριοποίηση ν’ αποκομίσει τα οφέλη της κοινωνικής ζωής ούτε να συγκροτήσει ώριμη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Η ψυχοσωματική φθορά που επέρχεται ζημιώνει ποικιλότροπα και τον ίδιο, αλλά και τους συνανθρώπους του.
2.    Η περιθωριοποίηση και η αντικοινωνική συμπεριφορά έχουν ως αποτέλεσμα την κοινωνική απόρριψη (με την εφαρμογή του κοινωνικού ελέγχου και την επιβολή διάφορων κυρώσεων) και την ακόλουθη δημιουργία ψυχολογικών προβλημάτων: μοναξιά και ανασφάλεια, έλλειψη αυτοπεποίθησης, αίσθημα απογοήτευσης, ανικανότητας και διάθεση παραίτησης από τη ζωή και τα προβλήματά της.
3.    Η ψυχική καταπίεση οδηγεί το νέο στην αναζήτηση διεξόδων εκτόνωσης. Έτσι, η επιθετικότητα και η καταστροφικότητα γίνεται στάση ζωής με την οποία ο νέος εκφράζει την πικρία και την αγανάκτησή του, εκδικείται το κοινωνικό σύνολο, αποφορτίζεται από την καταπιεσμένη και στερημένη από δημιουργικές διεξόδους ενεργητικότητά του και , παράλληλα, αποδεικνύει –κυρίως στον ίδιο του τον εαυτό- ότι υπάρχει και δρα –έστω καταστροφικά. Με την ψευδαίσθηση ότι έχει τη δύναμη της ανάληψης δραστικών πρωτοβουλιών και ότι δεν είναι «πιόνι του συστήματος» αποπροσανατολίζεται ηθικά, ιδεολογικά και πολιτικά.
4.    Την απογοήτευση των νέων συχνά εκμεταλλεύονται ορισμένοι, ώστε να εξυπηρετήσουν τα πολιτικά ή οικονομικά τους συμφέροντα (πολιτικές ηγεσίες, αθλητικοί παράγοντες, έμποροι ναρκωτικών, βιομηχανία ψυχαγωγίας και κατασκευής ειδώλων κλπ.). Έτσι, οι νέοι χάνουν την πνευματική αυτονομία τους, την κριτική και λογική τους δύναμη, φανατίζονται και χειραγωγούνται στη βάση της εξυπηρέτησης άλλων και όχι των δικών τους συμφερόντων. Ακόμη, ενώ εύκολα παρασύρονται λόγω της διακαούς επιθυμίας τους ν’ αποκτήσουν ξεχωριστή προσωπικότητα, το αποτέλεσμα είναι ακριβώς το αντίθετο: η σύνθλιψη των ιδιαιτεροτήτων της φυσιογνωμίας τους και η τυποποίηση.
5.    Ο ηθικός μαρασμός των περιθωριοποιημένων νέων είναι μια από τις κυριότερες συνέπειες του φαινομένου. Πρώτα απ’ όλα, συρρικνώνεται στο έπακρο το αίσθημα της ευθύνης τους. Δε γνωρίζουν πως το δικαίωμα είναι η άλλη όψη του καθήκοντος, με αποτέλεσμα να καταπατούν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των συνανθρώπων τους, να είναι ασύδοτοι, να μην έχουν ηθικούς φραγμούς, ούτε αναστολές. Έπειτα, η δογματική άρνηση όλων των ηθικών αξιών επιφέρει όχι μόνο τον αμοραλισμό, αλλά και το μηδενισμό (την ανυπαρξία ιδανικών). Ο ιδεολογικός και ηθικός αφοπλισμός, τέλος, εκκενώνει την ανθρώπινη ύπαρξη, της στερεί τους απαραίτητους προσανατολισμούς και το νόημα της ζωής.
6.    Μπορεί τα κοινωνικά προβλήματα του κατεστημένου να είναι εκείνα που οδηγούν στο δρόμο της αμφισβήτησης και της περιθωριοποίησης, με την αρνητική, όμως, αμφισβήτηση δεν επιλύονται. Κάθε άλλο, δημιουργούνται περισσότερα.  Στην αρνητική αμφισβήτηση ριζώνουν όλα τα φαινόμενα της κοινωνικής παθογένειας: βία, εγκληματικότητα, αναρχία, ναρκομανία, επαιτεία κτλ. Με αυτήν τη στάση παραβιάζονται ακόμη περισσότερο τα ανθρώπινα δικαιώματα , ενισχύεται πιο πολύ η αδικία και υπονομεύεται η εύρυθμη κοινωνική λειτουργία. Δεν είναι, επομένως, εφικτό να βελτιωθεί μ’ αυτόν τον τρόπο η κοινωνία μας.
7.    Η αρνητική αμφισβήτηση δεν πολεμά το κατεστημένο. Αντίθετα, το ενισχύει. Η ύπαρξη αναρχικών και τρομοκρατών, για παράδειγμα, δίνει το δικαίωμα στο κράτος να ενισχύσει τον αυταρχισμό του και να καταφύγει σε βία που είναι παράνομη, χωρίς να φοβάται την αντίδραση των πολιτών, αφού στις συνειδήσεις τους αυτός ο αυταρχισμός είναι απόλυτα δικαιολογημένος. Εξάλλου, με τους βανδαλισμούς και τα εγκλήματα –πόσο μάλλον με τα ναρκωτικά- δεν αλλάζει ο κόσμος. Ο κόσμος αλλάζει με την υπεύθυνη κοινωνικοπολιτική δράση από την οποία απέχουν όσοι προβαίνουν σε αρνητική αμφισβήτηση. Επομένως, καθώς είναι αποπροσανατολισμένοι και πολιτικά εξουδετερωμένοι , δεν αποτελούν κίνδυνο για την εξουσία.
8.    Φυσικά, μια τέτοια συμπεριφορά είναι και απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, γιατί η δυναμική και ευσταθής ύπαρξή του προϋποθέτει την ενεργό συμμετοχή στα κοινά, τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας, το σεβασμό των νόμων (δηλαδή των δικαιωμάτων των συμπολιτών μας) και ,προπάντων, το αίσθημα της ελευθερίας και της υπευθυνότητας. Η έλλειψη αυτών των αρετών, άλλωστε, καθιστά τους νέους άθυρμα στα χέρια των φασιστών δημαγωγών που επιδιώκουν απροκάλυπτα την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.

 

ΑΣΚΗΣΗ:  Να βρείτε τις συνέπειες της θετικής αμφισβήτησης του κατεστημένου σ’ όλους τους    τομείς της κοινωνικής ζωής.

            «…Οι νέοι ειδικά –για να ξαναγυρίσουμε στην αφετηρία αυτού του άρθρου- και ειδικότερα οι νέοι που καταφεύγουν στο «περιθώριο»- νιώθουν πολύ πιο έντονα αυτή τη «μοναξιά» και την «ανημποριά». Απομονωμένοι κι ανήμποροι συχνά μέσα στην ίδια τους την οικογένεια…« τρομερά απογοητευμένοι απ’ τους γονείς τους, που ενώ ήταν οι καλύτεροι φίλοι και προστάτες του παιδιού, μετατρέπονται στους χειρότερους εχθρούς των φυσικών πόθων του εφήβου» (καθώς λέει ο Bruno Bettelheim), απαγορεύοντάς του το (κατά την κρίση τους) «λάθος» ή «σωστό», για να ‘πλάσουν» το παιδί τους κατ’ εικόνα και ομοίωσιν εκείνου που οι ίδιοι θα ήθελαν να είναι («Θέλεις μια κόρη για να την κρεμάσεις στην μπουτονιέρα σου», όπως είπε κάποιος σε κάποια τέτοια μητέρα)… Απομονωμένοι κι ανήμποροι στο σχολείο, με τα πελώρια φορτία γνώσεων (όχι γνώσης), που τους φαίνονται (όχι άδικα) άχρηστες και (όχι σπάνια) «ύποπτες», αποπνικτικές, αποπροσανατολιστικές… Απομονωμένοι κι ανήμποροι μέσα στην κοινωνία που έχει χάσει ιδεολογίες και πίστεις και υποκρίνεται πως έχει και τις δύο, για να «στρατεύει» τα μέλη της… που κατακλύζει τους νέους με τους πειρασμούς του καταναλωτισμού απ’ τη μια, με το θέαμα της μιζέριας, της ασπλαχνίας, της βίας, της απάτης απ’ την άλλη… που τους σαγηνεύει με τους «πλατιούς ορίζοντές» της και τους δηλητηριάζει με τη μόλυνσή της –κυριολεκτικά και μεταφορικά… που τους κηρύσσει την «αγιότητα της εργασίας» και τους προσφέρει την αθλιότητα της ανεργίας…

            Αποτέλεσμα, η αίσθηση αποξένωσης και καταπίεσης, μηδαμινότητας και ανικανότητας που κυριεύει τους πιο ευάλωτους νέους. «Μας έχουν αποκλείσει χοντρά» -λένε ή γράφουν (στους τοίχους) με το στοιχειώδες, συχνά, λεξιλόγιό τους. «Από παντού μας την έχουνε στημένη»… «Μας πνίγουν όλα. Όλα μας καθορίζουν. Όλοι ασκούν εξουσία… Όλα είναι σικέ»… «Είναι λούκια, δεν μπορείς να εκφραστείς»…

            Αυτός ο «αποκλεισμός» τους οδηγεί στο μηδενισμό, στον «τιποτισμό» των πάντων και των ίδιων. «Δεν έχουμε τίποτα. Δεν είμαστε τίποτα. Δεν υπάρχει τίποτα»… «Τίποτα δεν είναι για μένα. Τίποτα δεν είναι από ένα. Δεν πιστεύουμε σε τίποτα. Δεν ανήκουμε πουθενά»… «Είμαστε πανκ, γιατί έτσι μας αρέσει. Είμαστε πανκ, γιατί δε μας αρέσει τίποτα»…

            Και, φυσικά, από το τίποτα δεν μπορεί να βγει τίποτα –μόνο κενό και πλήξη. «Βαρεμάρα…Καθόμαστε, γενικά καθόμαστε». Ή πιο χιουμοριστικά (;):«Βαρέθηκα πια. Σταματήστε τον κόσμο να κατέβω»… Και καταληκτικά και καταλυτικά:«Δε δίνω δεκάρα, γιατί δεν υπάρχει μέλλον»…

            Η αντίδραση σ’ αυτήν τη μοναξιά και την αδυναμία, την πλήξη και το κενό, είναι, φυσικά, η περιβόητη «άρνηση του συστήματος» που παράγει αυτά τα έωλα προϊόντα:«Μισώ το σύστημα και το φτύνω. Δεν έχει τίποτα να μου δώσει και δεν έχω τίποτα να του δώσω εκτός από βία και άρνηση».

            Και ο «ανώτερος βαθμός» άρνησης ενός προσώπου, ενός πράγματος, ενός «συστήματος», είναι η καταστροφή του. Λυτρώνεσαι από την αδυναμία σου μπροστά σε κάτι, καταστρέφοντάς το, όταν το αφανίσεις, το κάνεις (όχι πια αδύναμο σαν κι εσένα, αλλά) ανύπαρκτο. (Δεν είναι απλό λογοπαίγνιο η έγγραφη κραυγή «Κάτω τα ζήτω. Ζήτω τα κάτω!»). Λυτρώνεσαι απ’ την ανημποριά σου ν’ αποκτήσεις κάτι, εξαφανίζοντάς το: όταν χαθεί το αντικείμενο της επιθυμίας σου, χάνεται κι η επιθυμία η ίδια. Ξέροντας πως η διακήρυξή τους «Δε θέλουμε πολλά. Τα θέλουμε όλα», είναι απραγματοποίητη, προτιμάνε να τα «χαλάσουν» όλα, παρά να μην τα έχουν…

            Καταστρέφοντας, εκδικείσαι για όλα όσα δεν έχεις, για όλα όσα «σε έχουν»… νιώθεις δυνατότερος απ’ τις δυνάμεις που «σε συνθλίβουν»… «αυτοεπιβεβαιώνεσαι» (κατά την καραμέλα της εποχής) σαρώνοντας τις αβεβαιότητές σου… «ξεχωρίζεις» όχι μόνο με τα «εξτρέμ» ρούχα σου και τις μπογιές και τα θυσανωτά μαλλιά, αλλά και με τις πράξεις σου που «υλοποιούν» (άλλη καραμέλα) τα λόγια σου… βγαίνεις απ’ την απομόνωση όχι τόσο επειδή καταστρέφεις μαζί με άλλους, αλλά επειδή μηδενίζεις την αιτία της μοναξιάς σου… Και βέβαια, έχει δίκιο ο Fromm λέγοντας πως «η ροπή καταστροφής είναι αποτέλεσμα της αβίωτης ζωής» και πως η καταστροφή και η σκληρότητα, ενώ «καταστρέφουν όχι μόνο το θύμα αλλά και το θύτη, αποτελούν ένα παράδοξο: εκφράζουν τη ζωή που στρέφεται εναντίον του εαυτού της στην προσπάθεια να του δώσει κάποιο νόημα»…

            Ωστόσο, μπορεί ν’ αναρωτηθεί κανένας και να ρωτήσει άλλη μια φορά: Πώς γίνεται να δώσει «νόημα» στον εαυτό μας η a priori άρνηση και κατάλυση των πάντων, ακόμα και της ζωής και του εαυτού μας; Με την αδράνεια («καθόμαστε»…), με την άνοια και την ανία («βαριόμαστε»…), με το «φτύσιμο» και τις μικροκαταστροφές εδώ κι εκεί, ούτε συστήματα καταλύονται, ούτε προβλήματα επιλύονται, ούτε νοήματα αποχτιούνται. Απλούστατα, τα συστήματα οχυρώνονται πιο πολύ (και «δικαιώνονται» για τη βίαιη «άμυνά» τους ) και τα νοήματα χάνονται μέσα σε μεγαλύτερο χάος.

            Αλλά κι αν υποθέσουμε πως κατόρθωνες να καταστρέψεις το σύστημα, η μοναξιά σου θα γινόταν μεγαλύτερη, αφού θα έχανες το αντικείμενο του μίσους σου, που αποτελούσε ωστόσο και λόγο «ύπαρξής» σου. Κι ακόμη μεγαλύτερη θα ήταν η αίσθηση της αδυναμίας σου, αφού –μην πιστεύοντας τίποτα, μην ξέροντας τίποτα, μη θέλοντας τίποτα, κατά τη δική σου ομολογία- δε θα μπορείς να φτιάξεις τίποτα στη θέση αυτού που αφάνισες…

            Κι ακόμα: σ’ αυτή την αγανάκτηση, την εξανάσταση, το μηδενισμό, πόση μερίδα μόδας και μιμητισμού υπάρχει, πόση μερίδα πόζας και ρητορείας, πόση μερίδα ανέξοδης διεξόδου απ’ τ’ αδιέξοδα και φυγής από προβλήματα κι αποφυγής ευθυνών;

            Αλλά και πάλι: γι’ αυτά όλα, για τις προφάσεις και τις φυγές, οι απώτεροι υπεύθυνοι δεν είναι οι κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές συνθήκες που χαλκεύσαμε για τους εαυτούς μας και για τα παιδιά μας; Και συνακόλουθα, τι άλλο παρά η ριζική αλλαγή αυτών των συνθηκών μπορεί να γιατρέψει κι εμάς κι εκείνα… να δώσει σ’ εκείνα και σ’ εμάς τη «λαχτάρα για τον άνθρωπο, που, χωρίς αυτήν, ο κόσμος δεν είναι παρά μια απέραντη μοναξιά»;

Μάριος Πλωρίτης

 

Ποια πρέπει να είναι η στάση των νέων;

 

  1. Να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο, να γίνουν οργανικά μέλη της κοινωνίας μας. Οι σαθρές δομές της μπορούν να βελτιωθούν, μόνον όταν οι νέοι ενταχθούν σ’ αυτήν και, ενεργοί πλέον και υπεύθυνοι πολίτες, με τη συμμετοχή τους στα κοινά αγωνιστούν για έναν καλύτερο κόσμο. Με την περιθωριοποίηση το μόνο που καταφέρνουν είναι να ζημιώνουν τον εαυτό τους και να ενισχύουν περισσότερο την κοινωνική αποσύνθεση.
  2. Να συνειδητοποιήσουν πως στο κατεστημένο ενυπάρχουν –εκτός από τα κακώς κείμενα, τα οποία, αναντίρρητα, πρέπει να καταπολεμηθούν- και υγιή, θετικά στοιχεία που αξίζουν το σεβασμό τους και χωρίς δογματισμό να προβαίνουν στον κριτικό έλεγχο του κατεστημένου και στη θετική αμφισβήτησή του.
  3. Να συνειδητοποιήσουν την ευθύνη που έχουν απέναντι στον εαυτό τους και στους συνανθρώπους τους και με αίσθημα αυτοσεβασμού και σεβασμού των δικαιωμάτων των άλλων να πορευτούν με συνέπεια προς τις αγνές νεανικές αξίες και τις αρχές τους, αντιστεκόμενοι στην ηθική διάβρωση.
  4. Να υιοθετήσουν ιδανικά και υγιείς ηθικές αξίες, να μην παρασυρθούν από το μηδενισμό. Η ζωή χωρίς οράματα, ιδεώδη και στόχους είναι κενή, δεν είναι αξιοβίωτη.
  5. Να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που τους παρουσιάζονται με υπομονή, αισιοδοξία και αγωνιστικότητα. Οι δυσκολίες της ζωής δεν πρέπει να τους καταβάλουν και να τους οδηγούν σε παραίτηση, αλλά να γίνονται εναύσματα για πεισματικότερο αγώνα.
  6. Να μην παρασυρθούν από το συναισθηματισμό τους και καταφύγουν στην ονειροπόληση. Ρεαλισμό χρειάζεται η αντιπαράθεση με τη σκληρή πραγματικότητα και όχι «τεχνητούς παραδείσους».
  7. Να προβούν στην ενδοσκόπηση και στην αυτοκριτική τους με αίσθημα ειλικρίνειας και αντικειμενικότητα, ώστε να αναγνωρίσουν τα σφάλματά τους και να αυτοβελτιωθούν. Παράλληλα, ν’ αποφεύγουν τα σφάλματα της ώριμης γενιάς, χωρίς όμως ν’ αγνοούν τις γόνιμες συμβουλές της.
  8. Να μάθουν να συνεργάζονται με τους ώριμους –τους φορείς του κατεστημένου- και να διαλέγονται μαζί τους, υπερβαίνοντας τον εγωισμό, την απολυτότητα και την περηφάνια τους. Έχουν πολλά οφέλη να αντλήσουν από την πείρα και τις γνώσεις των μεγαλυτέρων.

 

Ποια πρέπει να είναι η στάση των φορέων κοινωνικοποίησης;

(γονέων, εκπαιδευτικών, μέσων μαζικής ενημέρωσης, πνευματικής και πολιτικής ηγεσίας)

1.    Σεβασμός της προσωπικότητας των νέων.
2.    Συμπαράσταση, κατανόηση, αγάπη.
3.    Διάλογος.
4.    Υπεύθυνη και φιλελεύθερη διαπαιδαγώγηση.
5.    Ηθική στάση ζωής και παροχή υγιών προτύπων.
6.    Αναθεώρηση των υλιστικών αξιών και προσανατολισμών της κοινωνίας μας.
 

            «…Τα μάτια των παιδιών μάς  κατηγορούν: Για την κακία που βλέπουν γύρω τους, για τις αδυναμίες μας, για την απιστία μας, για την υποκρισία μας. Και τα μάτια των παιδιών είναι καθαρά και φωτεινά. Έτσι ήταν και τα δικά μας μάτια, έτσι είναι και τώρα, όταν μείνουμε μονάχοι στο σκοτάδι και ονειρευόμαστε. Έτσι θέλουμε να είναι όλα τα μάτια κι όλες οι καρδιές των ανθρώπων. Είμαστε λιγότερο κακοί απ’ όσο μας νομίζουν τα παιδιά μας, είμαστε όμως αδύνατοι.

            Δεν είναι ανάγκη ν’ απολογηθούμε, φτάνει μονάχα η εξομολόγηση. Και φτάνει μονάχα η αγάπη προς τα παιδιά μας, για να τους πείσει πως κάποτε μας αδικούν. Πως δεν τους ωφελεί να παίρνουν πάντα τη θέση του κατηγόρου, έτοιμοι να κεραυνώσουν τους αμαρτωλούς, γιατί μια τέτοια στάση μαρτυρεί πολύν εγωισμό, κάποτε αδικαιολόγητο. Πιστεύουν πως εκείνοι είναι καλύτεροί μαςΑυτό πιστεύουμε κι εμείς. Ξέρουν πως κάναμε λιγότερα απ’ όσα μπορούσαμεΤο ξέρουμε και λυπόμαστε γι’ αυτό…».                                                     

Μανόλης Ανδρόνικος

            «Εμείς που βρισκόμαστε κοντά στην έξοδο, ξοφλήσαμε –άλλος πιο λίγο άλλος πιο πολύ- το χρέος που μας έλαχε με τον κλήρο που τραβήξαμε. Η σειρά σας τώρα. Ευχή μας να αξιωθείτε να σας εκτιμήσουν οι νεότεροί σας για τις αστοχίες και τις παραλείψεις σας, όπως κάνετε σεις σήμερα σε μας, γιατί αυτή η επίθεση δίνει την ελπίδα ότι η ζωή δε θα μείνει εκεί που έφτασε, αλλά θα προχωρήσει…».

Ε.Π.Παπανούτσος

 

Σοφία Μάνιου

 

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση