Ο ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 26-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

Ο ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΣ

                       Η λέξη «φανατισμός» προέρχεται από τη λατινική λέξη «fanum»(ιερό) και σημαίνει την εγωιστική και εμπαθή υπεράσπιση των προσωπικών αντιλήψεων. Είναι ο υπερβολικός ζήλος, η τυφλή και εμπαθής προσήλωση σε κάποιες ιδέες, ο μανιώδης ενθουσιασμός υπέρ μιας θρησκείας, μιας πολιτικής ή άλλης ιδεολογίας και, συνεκδοχικά, συμπίπτει με την αδιαλλαξία και τη μισαλλοδοξία.

Συνώνυμα: ιδεοληψία, δογματισμός, πώρωση, μισαλλοδοξία.

 

Μορφές του φανατισμού

  • Θρησκευτικός φανατισμός: η θρησκοληψία, η θρησκευτική/ένθεη μανία.
  • Ιδεολογικός φανατισμός: η ιδεολογική πώρωση, η τυφλή προσήλωση σε μια ιδεολογία, η πνευματική μονομέρεια, η αδιαλλαξία.
  • Πολιτικός-κομματικός φανατισμός: η δογματική υπεράσπιση της πολιτικής ιδεολογίας ή των αρχών ενός κόμματος, η προσωπολατρία, η ειδωλοποίηση των πολιτικών ηγετών.
  • Εθνικός φανατισμός: ο εθνικισμός ή σωβινισμός, η πίστη στην ανωτερότητα του έθνους και η ρατσιστική αντιμετώπιση των άλλων εθνών.
  • Αθλητικός φανατισμός: η θεοποίηση των αθλητικών ομάδων, η ειδωλοποίηση των αθλητών και ο χουλιγκανισμός.

 

Τι είναι το δόγμα;

            Η λέξη «δόγμα» προέρχεται από το ρήμα «δοκέω». Στην αρχαία ελληνική σήμαινε την άποψη, τη γνώμη κάποιου, αλλά και τη δημόσια γνώμη, την απόφαση του άρχοντα ή της πολιτείας.

Σήμερα το «δόγμα» σημαίνει τη φιλοσοφική ή θρησκευτική δοξασία που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση του κύρους της. Την αλήθεια του δόγματος κανείς δεν μπορεί να την αμφισβητήσει – γιατί δεν το επιτρέπουν οι «φρουροί» του-, όπως και στο παρελθόν κανείς δεν τολμούσε να αμφισβητήσει τις φιλοσοφικές και επιστημονικές αυθεντίες που διεκδικούσαν το αλάνθαστο. Το δόγμα δεν επιδέχεται αντίρρηση ούτε και μπορεί –ισχυρίζονται οι οπαδοί του- να ελεγχθεί με τους αυστηρούς κανόνες της λογικής. Θεωρείται μια αυταπόδεικτη αξία. Συνήθως, το δόγμα δεν έχει αυστηρά κοσμική προέλευση. Είναι μια θεϊκή ρήση, μια αποκάλυψη εξ ουρανού δοσμένη και γι’ αυτό δεν επιτρέπεται σε κανέναν να το αμφισβητήσει.

Σχέση δόγματος και φανατισμού

            «…Ο αυταρχισμός κατασκευάζει, για την άνετη επιβολή του, το δόγμα. Το δόγμα, για την επικράτησή του, κατασκευάζει με τη σειρά του τους φανατικούς. Δόγμα και φανατισμός συμπορεύονται, δεν κάνει ο ένας χωρίς τον άλλον. Και τα δυο κοινωνικά φαινόμενα, δογματισμός και φανατισμός, κ α τ α σ κ ε υ ά ζ ο ν τ α ι, είναι προϊόντα τεχνικής από γραφεία προπαγάνδας, προϊόντα πλύσης και εκκένωσης εγκεφάλων. Και τα δύο έχουν τη δική τους λογική, δε δέχονται την κοινή λογική, δεν τα πάνε καλά με τη λογική… Αποκρούουν και τα δύο το διάλογο, το σωστό διάλογο βέβαια, γιατί δεν αντέχουν στην κριτική δύναμη της διαλεκτικής. Στηρίζονται στο «π ί σ τ ε υ ε   κ α ι   μ η   ε ρ ε ύ ν α» και διατηρούνται με τη μισαλλοδοξία».

Μ. Πλωρίτης

Στο παρελθόν…

Στην αρχαία Ρώμη «fanatici» (θεομανείς, ένθεοι μανιακοί) ονομάζονταν οι πιστοί της θεάς  Bellona, θεάς του πολέμου και συνδοδού του Άρη στις μάχες. Συνήθως, είχαν σωματικά και πνευματικά μειονεκτήματα και, όταν καταλαμβάνονταν από την ένθεη μανία, προέβαιναν σε φρικαλεότητες μπροστά στα μάτια των θεατών. Τρυπούσαν με σπαθί τα μέλη τους ή έκοβαν κομμάτια από τις σάρκες τους.

Με την πάροδο των χρόνων η λέξη «φανατικός» πήρε τη σημασία του ανθρώπου που προσηλωνόταν τυφλά σε μια θρησκεία και προσπαθούσε με τη βία να την  επιβάλει στους αλλοπίστους. Χρησιμοποιούσε το θεολογικό δόγμα ως άλλοθι για την έκρηξη της μανίας και της εκδικητικότητάς του. Οι πρώτοι χριστιανοί υπέστησαν τους φανατικούς διωγμούς και τα βασανιστήρια των Ρωμαίων. Όταν ο χριστιανισμός στην αυτοκρατορία του Βυζαντίου έγινε το επίσημο θρησκευτικό δόγμα, διώχθηκαν οι ειδωλολάτρες, καταστράφηκαν πολλοί αρχαίοι ελληνικοί ναοί, αλλά και σπουδαία συγγράμματα. Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, ο φανατισμός της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας έγινε αιτία πολλών κακουργημάτων. Η Ιερά Εξέταση καταδίωκε τους αιρετικούς, έστελνε στην πυρά οποιονδήποτε τολμούσε να αμφισβητήσει το Ρωμαιοκαθολικό δόγμα και τις αυθεντίες του, φίμωνε κάθε φιλελεύθερη φωνή και εξάπλωνε το σκοταδισμό και την αμάθεια (παράλληλα με τη θρησκευτική πώρωση) με την προτροπή «πίστευε και μη ερεύνα».

Σήμερα…

            Το φαινόμενο της φανατικής προσήλωσης σε μια ιδέα και οι ολέθριες συνέπειες της εμπάθειας αυτής δεν περιορίζονται, δυστυχώς, μόνο στο παρελθόν της ανθρωπότητας, αλλά ταλανίζουν οδυνηρά και το παρόν της. Ο φανατισμός σήμερα, σε όλες τις μορφές του, εξακολουθεί να μαστίζει τον κόσμο μας. Αποτελεί αίτία διακρατικών και εμφυλίων πολέμων, πολιτικών συγκρούσεων, τρομοκρατικών φαινομένων, κοινωνικών αναταραχών, βίας και εγκληματικότητας και παράγοντας ενίσχυσης ολοκληρωτικών πολιτικών κινημάτων. Σήμερα, ο φανατισμός κάθε είδους, απειλεί την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και την ανθρωπιά όλων μας.

 

ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΥ

1. Ο φανατισμός καλλιεργείται από επιτήδειους δημαγωγούς που αποπροσανατολίζουν το λαό από τα πραγματικά του προβλήματα και τον αποκοιμίζουν πνευματικά, για να εξυπηρετήσουν τις ιδιοτελείς σκοπιμότητές τους, τις φιλοδοξίες τους, τα οικονομικά και πολιτικά τους συμφέροντα. Η μέθοδος του αφιονισμού αφαιρεί κάθε ίχνος κριτικής ικανότητας και οδηγεί στην ευχερή χειραγώγηση του πλήθους.

2. Η άγνοια και η απαιδευσία είναι τα αίτια της αδυναμίας για κριτική σκέψη και ορθολογισμό. Ο αμαθής, λόγω των στενών πνευματικών οριζόντων και της νοητικής του αδράνειας, εύκολα γίνεται θύμα διαβουκόλησης και φανατισμού.

«…Από τη φύση του ιδεοπλάστης και ιδεολάτρης ο άνθρωπος, γίνεται από πνευματική αδράνεια και ηθική δειλία ιδεοληπτικός, αιχμάλωτος των ιδεών, δούλος των διανοητικών του προϊόντων. Τέτοιος είναι ο μισαλλόδοξος και ο δογματικός…».

Ευ. Παπανούτσος

            Η αμάθεια ευνοεί την ιδεοληψία. Η ιδεοληψία είναι η εμφάνιση και η επιβολή στο ανθρώπινο πνεύμα ιδεών και αισθημάτων που δεν προέρχονται από το ενσυνείδητο εγώ. Ιδεοληπτικός είναι ο άνθρωπος που έχει κυριευθεί από τέτοιες ιδέες, ο αιχμάλωτος των ιδεών αυτών.

3. Για την πνευματική ανωριμότητα υπεύθυνα είναι και τα εκπαιδευτικά συστήματα. Η ανύπαρκτη παιδεία και ο αναλφαβητισμός στις τριτοκοσμικές χώρες από τη μια, και από την άλλη η πνευματική μονομέρεια της ειδίκευσης και της τεχνοκρατικής εκπαίδευσης στις αναπτυγμένες κοινωνίες δημιουργούν ανθρώπους πνευματικά ανελεύθερους, ανθρώπους που μαθαίνουν να υπακούουν ππαθητικά στα «άνωθεν κελεύσματα».

4. Από την έλλειψη της παιδείας πηγάζει και η έλλειψη της πίστης στο διάλογο, ως μέσο αναζήτησης της αλήθειας, αλλά και η μισαλλοδοξία, η απουσία της πνευματικής ανεκτικότητας, που είναι αποτέλεσμα της πνευματικής μονομέρειας και της δογματικής προσήλωσης σε μία και μοναδική «αλήθεια».

«… Μονάχα οι φανατικοί, και αυτοί πάλι όχι πέρα για πέρα, συγκεντρώνουν τα ενδιαφέροντά τους ολόγυρα σε μια και μόνη επιδίωξη και δυσαρεστούνται, όταν κανείς μιλήσει για κάτι που βρίσκεται έξω από την επιδίωξή τους, από την πίστη τους, ή και μιλώντας γι’ αυτά ίσια ίσια τα θέματα δεν καταλήξει στην απόκριση που επιθυμούν οι ίδιοι να πάρουν, στην απόκριση που έχουν έτοιμη μέσα τους. Αλλ’ οι φανατικοί πληρώνουν την προσκόλλησή τους σε μια «θέση» με βαρύτατα αντισταθμίσματα. Χάνουν την κυκλική όραση, το μέγα και τίμιο δώρο της ολοκληρωτικής εποπτείας. Αγνοούν την ωφελιμότητα της διαφωνίας. Δεν ανέχονται την αντίρρηση, την αλήθεια του άλλου. Αυτό, φυσικά, τους εξασφαλίζει την εσωτερική επάρκεια, την εσωτερική γαλήνη. Δεν αμφιβάλλουν. Είναι πολύ μεγάλη υπόθεση το να μην αμφιβάλλεις. Αλλ’ η ανθρώπινη αξιοπρέπεια απορρέει κατά μεγάλο μέρος από την αμφιβολία, από την ανάγκη που αισθάνεται ο άνθρωπος να συλλογιστεί καταμόναχος και, αν το μπορεί, ν’ αποφασίσει για τον εαυτό του. Αυτή είναι η πολυτιμότερη μορφή της ελευθερίας…».

Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος

5. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης συχνά συνδαυλίζουν το φανατισμό με τους προπαγανδιστικούς μηχανισμούς της παραπληροφόρησης, του λαϊκισμού και του εντυπωσιασμού. Χαρακτηριστικό είναι το φαινόμενο του «κίτρινου τύπου», που αποπροσανατολίζει τις μάζες με την υπερβολή και τη μονομέρεια της παρουσίασης των γεγονότων. Τα εμπρηστικά κείμενά του γεννούν την εμπάθεια, την πώρωση, το φανατισμό(πολιτικό-κομματικό, αθλητικό…).

6. Η δύναμη της υποβολής των μέσων μαζικής ενημέρωσης, εξάλλου, είναι τεράστια στην εποχή μας, λόγω της μεγάλης τεχνολογικής ανάπτυξης. Σήμερα είναι ευχερέστερη παρά ποτέ η διάδοση μιας πίστης και η εμφύτευσή της στη συνείδηση του λαού. Όποιος ελέγχει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εύκολα μπορεί να χειραγωγήσει τις μάζες.

7. Η έλλειψη αυτοεκτίμησης κάποιων ανθρώπων, που πηγάζει από τη συναίσθηση της ανικανότητας και της μηδαμινότητας της ύπαρξής τους, αλλά και της ανύπαρκτης κοινωνικής αναγνώρισης της προσωπικότητάς τους, τους αναγκάζει να ταυτίσουν το εγώ τους με μια ομάδα, να θέσουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία μιας «ιερής» υπόθεσης και να δικαιωθούν ή να καταξιωθούν με τη νίκη ή την επιβολή της ιδέας με την οποία έχουν ταυτιστεί.

8. Το προηγούμενο φαινόμενο ενισχύεται ακόμη περισσότερο στη μαζική κοινωνία. Η μάζα συνθλίβει την ξεχωριστή φυσιογνωμία και ο μαζοποιημένος άνθρωπος δε νιώθει την υπεροχή ή την καταξίωση του προσώπου του μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Όμως κάθε υγιής ψυχολογικά άνθρωπος νιώθει την ανάγκη να συμμετέχει δυναμικά στη ζωή της κοινωνίας του, να παρεμβαίνει στη λειτουργία του κοινωνικού περιβάλλοντος όντας ενεργό μέλος του. Έτσι, αποδεικνύει –κυρίως στον ίδιο του τον εαυτό- ότι έχει νόημα η ύπαρξή του. Για να δικαιώσει την ύπαρξή του, λοιπόν, ο μαζοποιημένος άνθρωπος υπερασπίζεται με πάθος μια ιδέα που η επιβολή της θ’ αλλάξει τον κόσμο. Νιώθει πως με αυτόν τον τρόπο συμμετέχει στις κοινωνικές εξελίξεις ή στη δημιουργία της Ιστορίας. Το τυφλό του πάθος τον οδηγεί συχνά και στην καταστροφική μανία που δεν αποτελεί παρά το αντιστάθμισμα του ανύπαρκτου αισθήματος της δημιουργίας.

9. Εξάλλου, αυτός ο τύπος ανθρώπου αποποιείται και τις ευθύνες του με μεγάλη ευκολία. Είναι πρόθυμος να αναθέσει σε άλλους τον προσδιορισμό της σκέψης και της συμπεριφοράς του, προκειμένου να απαλλαγεί από το βάρος της ευθύνης της επιλογής ή της απόφασης.

10. Σε μεταβατικές περιόδους της ιστορικής εξέλιξης, όταν οι αξίες διέρχονται κρίση, όταν καταρρέουν οι ιδεολογίες και όταν επικρατεί ο αμοραλισμός, το άτομο συνθλίβεται από την ιδεολογική και ηθική σύγχυση. Ο μηδενισμός του στερεί τα απαραίτητα ερείσματα για μια αξιοπρεπή, γεμάτη νόημα και σκοπό ζωή. Εύλογη είναι, λοιπόν, η αναζήτηση υποκατάστατων των χαμένων ιδανικών ή αξιών. Ο ανερμάτιστος άνθρωπος αναζητά μια «πυξίδα», για να προσανατολιστεί. Γυρεύει την ασφάλεια και τη σιγουριά της μιας πίστης, της μίας  και μοναδικής αλήθειας. Όταν οι επιτήδειοι του την υποδείξουν, προσηλώνεται σ’ αυτήν με πάθος.

11. Ο φόβος της κοινωνικής περιθωριοποίησης αναγκάζει πολλούς να ενστερνίζονται τις πεποιθήσεις της Κοινής Γνώμης, να υιοθετούν την άποψη των πολλών. Ακόμη και όταν η Κοινή Γνώμη είναι αποπροσανατολισμένη (όπως στη ναζιστική Γερμανία από τον Χίτλερ) και φανατικά προσηλωμένη σε μια πίστη, καταναγκάζονται ψυχολογικά ν’ ακολουθήσουν την πορεία του «κοπαδιού», γιατί τρέμουν τις κυρώσεις (ψυχολογικές, κοινωνικές ή άλλες) που θα επιφέρει η παρέκκλισή τους από την «αγέλη». Στον ίδιο φόβο της απόρριψης και της περιθωριοποίησης θεμελιώνεται και η ταύτιση του ατόμου με τις δογματικές αντιλήψεις του στενότερου κοινωνικού του περιβάλλοντος, μιας φιλικής παρέας, για παράδειγμα, που αποτελείται από φανατικούς «φιλάθλους».

12. Η βία και η εγκληματικότητα όχι μόνον γεννάται από το φανατισμό, μα τον γεννά κιόλας. Και αυτός που χρησιμοποιεί τη βία, αλλά κι αυτός που αναγκάζεται να την υποστεί γίνεται φανατικός, για να διατηρήσει και να δυναμώσει την πίστη του ή για να ενισχύσει τη δικαιολόγηση της εγκληματικής συμπεριφοράς του.

 

Ο G. Ferrero γράφει για τους τρομοκράτες της Γαλλικής Επανάστασης:

«Όσο πιο πολύ αίμα έχυναν αυτά τα δυστυχισμένα θύματα του μεγάλου φόβου, τόσο πιο πολύ αισθάνονταν την ανάγκη να πιστεύουν ότι οι αρχές τους ήταν απόλυτες. Οι Ιακωβίνοι δεν έχυσαν όλο αυτό το αίμα, επειδή πίστευαν στη λαϊκή κυριαρχία, όπως σε μια θρησκευτική αλήθεια, αλλά προσπάθησαν να πιστέψουν στη λαϊκή κυριαρχία, όπως σε μια θρησκευτική αλήθεια, γιατί ο φόβος τους είχε κάνει να χύσουν τόσο πολύ αίμα…».

Ποιες είναι οι συνέπειες του φανατισμού για το άτομο;

1. Αδυναμία ορθολογιστικής και κριτικής σκέψης, ανικανότητα αναθεώρησης και επαναπροσδιορισμού των απόψεων, πνευματική μονομέρεια, πνευματική στασιμότητα, απώλεια της πνευματικής ελευθερίας.

2. Μισαλλοδοξία, αδιαλλαξία, έλλειψη πνευματικής ανεκτικότητας.

3. Αδυναμία επίλυσης προβλημάτων ή διαφορών με βάση το διάλογο.

4. Υπερβολή, εμπάθεια, αδυναμία αυτοελέγχου/αυτοκυριαρχίας, απελευθέρωση των ζωωδών παρορμήσεων, κυριαρχία των παθών, ανευθυνότητα και ανηθικότητα, έλλειψη ηθικής υγείας, απώλεια της ηθικής ελευθερίας.

5. Αντικοινωνικότητα, εγκληματική διάθεση, απανθρωποποίηση, βία, καταστροφή, σκληρότητα, σκαιότητα απέναντι στο συνάνθρωπο.

Ποιες είναι οι συνέπειες του φανατισμού για το κοινωνικό σύνολο;

1. Πλήγμα στην ελευθερία σκέψης και έκφρασης, στον πλουραλισμό, στην ελεύθερη διακίνηση των ιδεών.

2. Χαλάρωση της πίστης στη δύναμη του διαλόγου και επίλυση των διαφορών με τη βία.

3. Καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, εκρίζωση των ανθρωπιστικών αξιών.

4. Πυροδότηση της εγκληματικότητας και της αντικοινωνικής δράσης, διόγκωση της κοινωνικής παθογένειας, κοινωνική αποδιοργάνωση.

5. Κατάλυση των δημοκρατικών θεσμών, κίνδυνος για την ομαλή λειτουργία αλλά και για την ύπαρξη του δημοκρατικού πολιτεύματος.

6. Ιδεολογική, κοινωνική και πολιτική κρίση, έξαψη των πολιτικών παθών, διχόνοια, εμφύλιες συρράξεις, κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις.

7. Φαινόμενα εθνικισμού  και θρησκευτικού φανατισμού.

8. Ρατσισμός.

9. Τροχοπέδη στη γόνιμη αμφισβήτηση του κατεστημένου, στην εξέλιξη του πολιτισμού και των επιστημών, στην κοινωνική πρόοδο.

10. Εκφυλισμός των αγνών και ενάρετων ιδεολογιών ή θρησκειών (π.χ. χριστιανισμού).

11. Διαβουκόληση των μαζών, χειραγώγηση και αγελοποίηση των λαών.

12. Καταβαράθρωση του ιδανικού της φιλίας των λαών και της ειρήνης, πυροδότηση του πολέμου, υπονόμευση του διεθνισμού.

 

«… Η συνηθισμένη, ωστόσο, μορφή του φανατισμού είναι αληθινά αποκρουστική. Ο φανατικός, σ’ όλες τις εποχές, είναι στενοκέφαλος και στενόκαρδος. Το οπτικό του πεδίο είναι περιορισμένο και το πείσμα του ακατανίκητο. Αγνοεί τους συμβιβασμούς, αλλ’ αγνοεί και τις καλόπιστες κι ευγενικές παραχωρήσεις. Φρουρός συχνά ενός δόγματος που υποστηρίζει τις εξοχότερες αρετές, όσο προχωρεί τις χάνει ο ίδιος. Γίνεται απάνθρωπος, ωμός, σκαιός, αποθηριώνεται, για να εξανθρωπίσει τους ανθρώπους. Ο φανατισμός δημιουργεί καταστάσεις βρασμού. Αλλά βρασμού από εμπάθεια, μίσος, ακόμη κι εγκληματική διάθεση. Ας θυμηθούμε τα ολοκαυτώματα κατά το Μεσαίωνα και την Αναγέννηση. Θηρία και όχι άνθρωποι τα επραγματοποίησαν. Και οι περισσότεροι καλόπιστοι, αφοσιωμένοι στο δόγμα και στην αυθεντία της παπικής εκκλησίας. Πίστευαν πως υπηρετούσαν το θέλημα, το θέλημα της αγάπης, πυρπολώντας ανθρώπους.

            Ο φανατισμός είναι γεμάτος εσωτερικές αντιφάσεις. Συχνά ταλαιπωρείται ανάμεσα στην πίστη και στις εξωτερικές εμφανίσεις της, ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη. Ταλαιπωρείται, φυσικά, όταν αυτοελέγχεται με αθόλωτη κρίση και ανακαλύπτει πόση απόσταση χωρίζει την εσωτερική του βεβαιότητα από την έμπρακτη εφαρμογή της. Ο Τουρκοεμάδας είναι ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στο Χριστό. Και δεν κάνει τίποτε, που να μπορεί να θεωρηθεί, ακόμη και από μακριά, σύμφωνο με τη διδαχή του Χριστού. Ο Τουρκοεμάδας υπήρξεν ένα χριστιανικό κτήνος. Και δεν ήταν και δεν είναι το μόνο. Ο Καλβίνος ήλθε να διορθώσει τα σφάλματα, ν’ αναγεννήσει τον καθολικισμό. Οι ευαίσθητοι πήραν μεγάλη ανάσα, αντικρίζοντας αυτόν τον ίσιο, λιτό κι αφοσιωμένο στο χρέος του άνθρωπο, που άνοιγε καινούριους δρόμους στη χριστιανική σκέψη. Ύστερα ένιωσαν πως δέσμιος της αρετής του ο Καλβίνος, φανατικός ενάρετος, έγινε ανθρωποκυνηγός και βασανιστής. Γιατί δεν είναι μόνο ο φανατισμός της άγνοιας, της κακίας, της διαστροφής, καταστροφικός. Είναι και ο φανατισμός της αρετής. Οι θετικές ,μορφές του φανατισμού είναι, χωρίς αμφιβολία, αξιέπαινες, αλλά και τόσο σπάνιες, ώστε να μπορούν να θεωρηθούν απραγματοποίητες.

            Έπειτα και τούτο: ο φανατισμός είναι μια παραγωγική επένδυση των καιροσκόπων, των μηχανορράφων και των εκμεταλλευτών της ανθρώπινης καλοπιστίας ή και αφέλειας˙ αφέλειας που φτάνει συχνά ίσαμε τα σύνορα της ηλιθιότητας. Νομίζω πως όταν μιλούμε για ενάρετο φανατισμό, θα πρέπει να εννοούμε το φανατισμό των ταπεινών ηρώων της αλήθειας και της αρετής και όχι το φανατισμό των πληθών. Τα πλήθη, όταν φανατίζονται από τους επιδέξιους σκηνοθέτες των ιερών πολέμων ή των «επικών» εξορμήσεων, είναι πάντα ετερόφωτα, άβουλα και καταστροφικά. Μνημόνεψα τους ιερούς πολέμους και θυμήθηκα τις ορδές των βαρβαρικών λαών που ξεχύθηκαν κατά καιρούς πάνω στο πρόσωπο της γης και ξεπάστρεψαν και ξερίζωσαν και αναισχύντησαν και άρπαξαν ό,τι βρήκαν μπροστά τους και γέμισαν αίμα –και το δικό τους και, κυριότατα, το ξένο αίμα. Πολεμούσαν για τον αφέντη τους και πρόσμεναν πλουσιόδωρη υλική ανταμοιβή ή τιμητική διάκριση ένα μεράδι στην εξουσία. Πολεμούσαν για την πατρίδα τους, για τον τόπο τους, και μέσα στη σφαγή και στην ακολασία έβλεπαν το πρόσωπό τους αποθεωμένο από τους πρόθυμους αίνους των πιστών. Πολεμούσαν, τέλος, για τον παράδεισο, έναν παράδεισο, οι λαοί του Ισλάμ, καμωμένο από γευστικές απολαύσεις και συνεχείς συνευρέσεις με τα μελανόφθαλμα κορίτσια που διαθέτει σε τόση αφθονία το Κοράνιο. Οι φανατικοί όποιας μορφής είναι οι μεγάλοι εγκληματίες που έσπειραν τον όλεθρο απάνω στη γη και σπίλωσαν ανεξίτηλα το νόημα του ανθρώπου».

Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος

 

(Τουρκοεμάδας: ορθότερα Τορκουεμάδας (Θωμάς de Torquemada). Ισπανός μοναχός του τάγματος των Δομινικανών και πρώτος γενικός ιεροεξεταστής της Ισπανίας (1420-1498). Έδειξε υπερβολικό ζήλο πολλαπλασιάζοντας τις καταδίκες, τα βασανιστήρια και τις λεγόμενες «πράξεις πίστης». Το όνομά του έμεινε στην ιστορία για τις αγριότητες και τα σκληρά βασανιστήρια που επέβαλλε στους «αιρετικούς». Υπολογίζεται πως καταδίκασε 9.000 άτομα σε θάνατο και γύρω στα 90.000 σε άλλες ποινές).

 

            «… Εκείνος που με πείσμα και ακαμψία κλείνεται μέσα στις ιδέες του αρνούμενος και το παραμικρό άνοιγμα στους τοίχους της φυλακής του. Επειδή δε θέλει να δει, δεν μπορεί πλέον να δει τίποτα πέρα από το στενό πνευματικό του ορίζοντα. Ας θυμηθούμε την περίφημη πλατωνική αλληγορία: τους δεσμώτες του σπηλαίου. Από τη μακρά εγκάθειρξή τους στη σκοτεινή φυλακή έχασαν όχι μόνο τη δύναμη της όρασης, αλλά και τη θέληση να βγουν στο φως και ν’ αντικρίσουν τα ίδια τα πράγματα. Είναι τόσο καλά βολεμένοι, ήσυχοι και μακάριοι στον ίσκιο των ειδώλων τους, ώστε εάν κανείς επιχειρήσει να τους τραβήξει έξω, διαμαρτύρονται, εξοργίζονται και είναι ικανοί να διαμελίσουν τον απερίσκεπτο ελευθερωτή τους.

            Τίποτε δεν ενοχλεί το δογματικό όσο ο έλεγχος, η κριτική των άρθρων της πίστης του. Φοβάται μήπως αναγκαστεί να μετακινηθεί από τις θέσεις του και αμυνόμενος επιτίθεται εναντίον εκείνων  που και διακριτικά ακόμη δοκιμάζουν να κλονίσουν την τυφλή βεβαιότητά του. Τους υποπτεύεται, αμφισβητεί τις καλές προθέσεις τους, δε σκέπτεται καν να τους ακούσει. «Υπάρχουν»,  λέει, «αρχές, κανόνες, έννοιες που βρίσκονται πέρα από κάθε αμφιβολία και είναι καθαρή μωρία να κατεβάζει κανείς από τα βάθρα τους αυτές τις σεβάσμιες ιδέες και να τις παραδίνει στον έλεγχο του τυχόντος». Αν έμενε με την αντίληψη αυτή ο άνθρωπος, δε θα είχε απομακρυνθεί πολύ από τα άλλα δίποδα ζώα. Ευτυχώς για τον πολιτισμό μας αποφάσισε νωρίς ν’ απαρνηθεί τις πνευματικές ανέσεις του και να ριψοκινδυνέψει στο πέλαγος της ελεγχόμενης γνώσης. Η ιστορία της επιστήμης (στα πρώτα αποφασιστικά βήματά της την έλεγαν: φυσιολογία και φιλοσοφία) είναι μια μακρά σειρά από τολμηρές πρωτοβουλίες για την απελευθέρωση του σκεπτόμενου ανθρώπου από την ιδεοληψία και το δογματισμό, με το επαναστατικό σύνθημα του «λόγον διδόναι». Παρά την ανευλάβεια που κατηγορείται ότι δείχνει απέναντι στον παραδοσιακό κώδικα των «αναμφισβήτητων αληθειών», ο επιστήμονας απαιτεί από κάθε ιδέα, οποιαδήποτε κι αν έχει σημαία, να δεχτεί τον έλεγχο και να επιδείξει τους τίτλους της.

            […] Με τη θεωρία αυτή γίνεται φανερό ότι το πρώτο και αποφασιστικό βήμα του κριτικού στοχασμού είναι ο περιορισμός, η χάραξη των ορίων του χώρου της έγκυρης γνώσης. Το δεύτερο ο καθορισμός του κριτηρίου της, η αναγνώριση του μέτρου με το οποίο θα εξακριβώνεται το βάρος, η γνησιότητά της. Έως πού το έδαφος είναι στερεό για την πορεία της διάνοιάς μας και πώς αυτή θα βεβαιώνεται ότι πατάει γερά. Και τις δυο παραδοχές αποδοκιμάζει ανυποχώρητα ο ιδεοληπτικός, ο δογματικός τύπος ανθρώπου. Αυτός έχει τις «ιδέες» του, τις δικές του ιδέες, και είναι τόσο καλά βολεμένος μέσα στο κλουβί τους, που δεν εννοεί με κανέναν τρόπο να βγει έξω για νέες περιπέτειες. Φοβάται να δοκιμάσει πάλι τα φτερά του, γιατί υποπτεύεται (ορθά) ότι έχουν αδυνατίσει από την αδράνεια και δε θα τον βοηθήσουν να πετάξει. Κατά βάθος τρέμει την ελευθερία, σαν το πουλί το γεννημένο στη σκλαβιά που όταν το λευτερώσεις, εκείνο φτεροκοπάει απάνω στα σύρματα της φυλακής του και ψάχνει να βρει καμιά πορτούλα να ξαναμπεί μέσα –στη «σιγουριά». Ή σαν εκείνους τους σκλάβους της μαύρης ηπείρου που όταν ο νόμος τους λευτέρωσε, ικέτευαν τα αφεντικά τους να τους περάσουν πάλι το χαλκά –για «σιγουριά». Θέλει τόλμη η ελευθερία…».

Ευ. Παπανούτσος

 

ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΟΥ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΥ

1. Οι φορείς κοινωνικοποίησης καλό είναι να αναλάβουν τις ευθύνες τους ως προς την πνευματική και ηθική διάπλαση των νέων. Η ασκούμενη από αυτούς αγωγή πρέπει να είναι πολυμερής και ανθρωπιστική, ώστε να παγιώνει την αρχή της πνευματικής ανεκτικότητας και να διαπλάθει ελεύθερους και υπεύθυνους ανθρώπους, που θα σέβονται τον εαυτό τους και τους συνανθρώπους τους.

2. Αλλά και το ίδιο το άτομο αναγκαίο είναι να αναλάβει την προσωπική του ευθύνη για την πνευματική και ηθική του υγεία. Αναλυτικότερα:

3. Να αμφισβητεί κάθε δόγμα, να βασανίζει τις ξένες ιδέες και πεποιθήσεις που προορισμό έχουν τη βίαιη επιβολή τους στη συνείδησή του.

4. Να ασκεί κριτικό έλεγχο στις απόψεις, στις ιδεολογίες, σε όλες τις «αλήθειες».

5. Να μην οδηγηθεί στο αντίθετο άκρο του φανατισμού, δηλαδή στην αδιαφορία, στην παθητικοποίηση ή στην αρνητική αμφισβήτηση και στο μηδενισμό.

5.Να συνειδητοποιήσει ότι όλα υπόκεινται σε συνεχή εξέλιξη, ότι τα πάντα είναι μεταβλητά. Γι’ αυτό και όταν δέχεται μια αλήθεια, να τη δέχεται προσωρινά, αφήνοντας πάντα περιθώρια επαναπροσδιορισμού των απόψεών του.

6. Να αρνηθεί την πνευματική στασιμότητα. Το πνεύμα χρειάζεται συνεχή τροφοδότηση, αναζωογόνηση. Ο Nietzsche είχε γράψει πως «ο άνθρωπος που δεν ανανεώνεται πνευματικά είναι όπως το φίδι που δεν αλλάζει δέρμα».

7.Να μένει πιστός στην αρχή της πνευματικής ανεκτικότητας, να σέβεται την ελευθερία σκέψης και έκφρασης των ιδεών των συνανθρώπων του, να μην είναι μισαλλόδοξος. Ο Βολταίρος διατύπωσε αποφθεγματικά την αρχή της πνευματικής ανεκτικότητας : «Διαφωνώ με όσα λες, αλλά θα υπερασπιστώ, και με το τίμημα της ζωής μου ακόμη, το δικαίωμά σου ελεύθερα να λες όσα πρεσβεύεις».

8. Να πιστέψει στη δύναμη της παιδείας και να μορφώνεται διαρκώς (διαβίου παιδεία), γιατί η γνώση διευρύνει τους πνευματικούς ορίζοντες, καλλιεργεί τον ορθολογισμό και την κριτική σκέψη και διασφαλίζει την πνευματική ελευθερία.

 

«… Υπάρχει τρόπος να γλιτώσει κανείς από την ιδεοληψία και το δογματισμό;

            Υπάρχει, νομίζω. Είναι εκείνη η … ενοχλητική και επικίνδυνη μύγα, με την οποία παρομοίαζε το διαλεκτικό του δαιμόνιο ο αρχαίος Σωκράτης. Ένα βαρύ και νωθρό άλογο –έλεγε- για να κουνηθεί, χρειάζεται να το τσιμπήσει αυτή η μύγα. Έτσι και ο ευτυχής στη δουλεία του δογματικός που αρνιέται πεισματικά να μετακινηθεί και κλείνει τα’ αυτιά του στον έλεγχο («ου με πείσης καν με πείσης»), θέλει γερό δάγκωμα από κανένα ακαταμάχητο φιλοσοφικό ζωύφιο, για να αναγκαστεί να κάνει χρήση της μουδιασμένης του διάνοιας. Και να ξαναβρεί την πνευματική του ελευθερία. Αλλά δε φτάνει τούτο μόνο. Πρέπει και να μπορεί να σηκώσει την αλήθεια. Το βάρος της δεν είναι για όλους τους ώμους, ενώ το ψεύδος (οι αβασάνιστες, οι αυθαίρετες ιδέες) και πάει σε πολλούς, πάρα πολλούς, όπως το έτοιμο φόρεμα. «Η αξία ενός ανθρώπου έγραψε ο Nietzsche  «μετριέται με το πόση αλήθεια μπορεί να σηκώσει».

Ευ. Π.Παπανούτσος

 Σοφία Μάνιου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση