ΛΑΪΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΛΑΪΚΙΣΜΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

Προσδιορισμός  – διάκριση λαϊκότητας και λαϊκισμού

 

1.      Η λαϊκότητα είναι η  έκφραση του γνήσιου, του  αυθεντικού λαϊκού στοιχείου στην πολιτική-κοινωνική-καλλιτεχνική ζωή. Αντίθετα, ο λαϊκισμός είναι η επιφανειακή μίμηση των λαϊκών προτύπων ή η επιβολή κατασκευασμένων-τεχνητών λαϊκών προτύπων και κατ’ επέκταση η νόθευση και η αλλοίωση της γνησιότητας της λαϊκής έκφρασης.

 

2.      Η λαϊκότητα είναι σύμφυτη με το σεβασμό του λαού ή του λαϊκού τρόπου έκφρασης ενώ ο λαϊκισμός είναι η ευτελής κολακεία της λαϊκής συνείδησης και στην πολιτική παίρνει τη μορφή του πατερναλισμού.

 

3.      Η λαϊκότητα κατοχυρώνει τον αυτοπροσδιορισμό του λαού. Ο λαός είναι ο μοχλός των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων, ο δημιουργός της ιστορίας και του πολιτισμού του. Αντίθετα, όταν επικρατεί ο λαϊκισμός, ο λαός  ετεροπροσδιορίζεται, χειραγωγείται, γίνεται άθυρμα στα χέρια των δημαγωγών. Έτσι, βρίσκεται ουσιαστικά στο περιθώριο των εξελίξεων, καθώς αποδέχεται παθητικά τα επιβαλλόμενα πρότυπα (πολιτιστικά, πολιτικά κά.).

 

4.      Η λαϊκότητα συνυπάρχει με τη γνήσια δημοκρατία όπου ο λαός είναι κυρίαρχος και οι ηγέτες υπηρέτες του λαού. Ο λαϊκισμός , όμως, συνυφαίνεται με τυραννικά καθεστώτα ή κατ’ επίφαση δημοκρατικά (δημοκρατίες που εξασφαλίζουν τη λαϊκή συναίνεση με την προπαγάνδα) και οι ιθύνοντες είναι τύραννοι του λαού.

 

5.      Η επικράτηση της λαϊκότητας σημαίνει και την υπεύθυνη καθοδήγηση του  λαού από την πολιτική και την πνευματική ηγεσία καθώς και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Με το διαφωτισμό και την αφύπνιση του λαού διαμορφώνεται δυναμική η κοινή γνώμη. Όμως, όταν μεσουρανεί ο λαϊκισμός,  με την παραπληροφόρηση και την προπαγάνδα επέρχεται ο σκοταδισμός και ο αποπροσανατολισμός του λαού. Φυσικά, η κοινή γνώμη είναι παθητική.

 

6.      Η λαϊκότητα  κατοχυρώνει την ενθάρρυνση του πλουραλισμού, της προσωπικής έκφρασης, της διαφοροποίησης, της ξεχωριστής δημιουργίας. Έτσι, όχι μόνο εμπλουτίζεται και ανανεώνεται ο λαϊκός πολιτισμός αλλά και θεμελιώνεται η δημοκρατία. Με το λαϊκισμό, ωστόσο, επέρχεται η ισοπέδωση και η μαζοποίηση του λαού, καθώς αφανίζεται οποιαδήποτε ποιοτική διαφοροποίηση και επιχειρείται η αποψίλωση των προσωπικοτήτων που εξέχουν.

 

7.      Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όπου επικρατεί λαϊκότητα, αναδεικνύονται όσοι αξιολογικά υπερέχουν, ενώ όταν επιβάλλεται ο λαϊκισμός, ειδωλοποιούνται οι λαϊκιστές (οι δημοκόποι πολιτικοί, οι εκφραστές της μαζικής κουλτούρας) που είναι “εκλαϊκευτικά μακιγιαρισμένοι”.

 

8.      Η λαϊκότητα υπηρετεί τα λαϊκά συμφέροντα, σε αντίθεση με το λαϊκισμό, ο οποίος εξυπηρετεί συμφέροντα ιδιωτικά και προσωπικές φιλοδοξίες.

 

9.      Τέλος, χαρακτηριστικό γνώρισμα του λαϊκισμού είναι η εμπορευματοποίηση του λαϊκού στοιχείου, η κερδοσκοπική εκμετάλλευσή του ( Μ.Μ.Ε. – μαζική κουλτούρα).

 

Αίτια του λαϊκισμού

 1.      Όπως ένα άτομο διακρίνεται από την ανάγκη της αναγνώρισης του “εγώ” του, έτσι και ένας ολόκληρος λαός νιώθει την ανάγκη της επικύρωσης της αξίας του. Η λαϊκή ψυχή έχει ανάγκη επαίνων.

2.      Η ανάγκη αυτή  είναι εντονότερη στην εποχή μας. Λόγω της κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης ευνοείται η μαζοποίηση. Ο λαός στερείται τη δυνατότητα της δυναμικής συμμετοχής στην πολιτική ζωή και στην πολιτιστική έκφραση.

3.      Το φαινόμενο τούτο ενισχύεται σε περιόδους κρίσης ηθικής-πολιτικής-πολιτισμικής (Ηθική κρίση: η έλλειψη υγιών προτύπων και ιδανικών, η κρίση των ανθρωπιστικών αξιών). Οι δημαγωγοί τονώνουν το αυτοσυναίσθημα του λαού προσφέροντάς του υποκατάστατα ιδανικών και τον εαυτό τους ως πρότυπο (π.χ. οι ακροδεξιοί εθνικιστές πολιτικοί, οι λαϊκιστές καλλιτέχνες).

4.      Οι λαϊκιστές, συνήθως, φορούν λαϊκό προσωπείο, τονίζουν τη λαϊκή τους καταγωγή ή υποκρίνονται πως κατανοούν τα προβλήματα του λαού, γιατί  έτσι γίνεται ευχερέστερη η αποδοχή τους από το λαό και, συνακόλουθα, η χειραγώγηση του λαού.

5.      Η βιομηχανία της κατασκευής ειδώλων, η εμπορευματοποίηση της ψυχαγωγίας, της τέχνης και της ενημέρωσης, η αρνητική λειτουργία των μέσων μαζικής ενημέρωσης και η επιβολή της μαζικής κουλτούρας είναι απότοκα των προσωπικών συμφερόντων ανθρώπων που στόχο έχουν τον πλουτισμό.

6.      Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι εμφανής ο κίνδυνος της αλλοίωσης της εθνικής φυσιογνωμίας ή και του αφανισμού της ακόμη. Οι λαϊκιστές εκμεταλλεύονται την ανάγκη του λαού για επαφή με την παράδοσή του ή την ανάγκη της τόνωσης του συναισθήματος της εθνικής ύπαρξης και αξίας.

7.      Η εξυπηρέτηση των προσωπικών φιλοδοξιών βρίσκεται στη βάση του πολιτικού λαϊκισμού.

8.      Η δυσλειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, τα κοινωνικά προβλήματα και η ανισότητα αποτελούν γόνιμο έδαφος για τον αποπροσανατολισμό και ευνοούν το λαϊκισμό και τη χειραγώγηση.

9.      Το κενό της πνευματικής ηγεσίας, η ανευθυνότητα των πνευματικών ανθρώπων που θα μπορούσαν να διαφωτίσουν και να προφυλάξουν το λαό.

10.  Η έλλειψη ουσιαστικής παιδείας, η άμβλυνση της κριτικής σκέψης και η χαλάρωση των πνευματικών αντιστάσεων  καθιστούν ευχερή τη χειραγώγηση.

 

“Κρεῖττον εἰς κόρακας ἤ ἐς κόλακας ἐμπεσεῖν”

“Τοῦτο διαφέρει ὁ κόλαξ τοῦ κόρακος, ὃτι ὁ μέν ζῶντας, ὁ δέ νεκρούς ἐσθίει”   Δημοσθένης

     Να δώσετε παραδείγματα λαϊκισμού στην πολιτική, στην τέχνη-ψυχαγωγία, στην παράδοση, στον αθλητισμό, στην εκπαίδευση και στα Μ.Μ.Ε.

  Σοφία Μάνιου

 

 

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ-ΟΛΥΜΠΙΣΜΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

       Ο αθλητισμός προέρχεται από τη λέξη «άθλος» (κατόρθωμα) και είναι η εντατική προσπάθεια κάποιου να καλλιεργήσει μέσω κοπιαστικών ασκήσεων τις σωματικές του δυνάμεις με σκοπό την κατάκτηση του «άθλου», δηλαδή του βραβείου, της νίκης.

     Το ιδεώδες του αθλητισμού

     Ο αθλητισμός εδράζεται στο ιδανικό του ανθρωπισμού, στην πίστη της πολύπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου, και ήταν φυσικό να γεννηθεί στην Αρχαία Ελλάδα, σε μια κοινωνία που πίστευε στην αξία του ανθρώπου ως ολότητας, ως πολύπλευρης οντότητας. Το ιδανικό του «καλού καγαθού» ανθρώπου για τον αρχαίο ΄Ελληνα σήμαινε επιδίωξη της σωματικής τελειότητας («καλός») και της πνευματικής και ηθικής ωριμότητας («αγαθός»). Η αρμονική συνύπαρξη και καλλιέργεια όλων των δυνάμεων του ανθρώπου ήταν προϋπόθεση απαραίτητη για την ολοκλήρωσή του («νους υγιής εν σώματι υγιεί»).

Το ανθρωπιστικό βάθρο του αθλητισμού έχει επωφελείς συνέπειες όχι μόνο για το άτομο, αλλά και για το κοινωνικό σύνολο. Αν αναλογιστούμε τη διαλεκτική σχέση ατόμου-κοινωνίας, θα συνειδητοποιήσουμε πως το αθλητικό ιδεώδες (και συνεκδοχικά το πνεύμα του Ολυμπισμού) πρεσβεύει την ισορροπία ανάμεσα στην ύλη και στο πνεύμα.

Αναλυτικά, ο αθλητισμός επιφέρει την πολύπλευρη ολοκλήρωση, γιατί:

1.    Ανάγκη για τον άνθρωπο -και μάλιστα το νέο- είναι να εκφράζει τη ζωτικότητά του, να δίνει διέξοδο στα ενεργειακά του αποθέματα. Ο αθλητισμός τον βοηθά να δοκιμάσει, να ελέγξει και να καλλιεργήσει τις σωματικές του δυνάμεις. Προσφέρει, έτσι, τη δυνατότητα ευγενικής εκτόνωσης της ενεργητικότητας.

2.    Προσφέρει δυνατότητες πνευματικής ανάπτυξης, καθώς επιβάλλει την ενεργοποίηση των πνευματικών δυνάμεων: της νόησης, της κρίσης, της οξύνοιας, της πρωτοβουλίας.

3.    Μέσα στη φύση του ανθρώπου υπάρχει η αγωνιστικότητα, η ανάγκη να ικανοποιήσει τον υγιή εγωισμό του, επιδιώκοντας από τη μια τη βελτίωση και από την άλλη τη διάκριση, την υπεροχή, την τιμή. Η προσπάθειά του να ξεπεράσει τους άλλους ακολουθώντας το αγωνιστικό του ορμέμφυτο εκφράστηκε με την ομηρική επιταγή: «αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων».

4.    Επιφέρει την καταξίωση, την αναγνώριση και επομένως την ηθική ικανοποίηση που είναι το θεμέλιο της αυτοπεποίθησης του ατόμου. Ο θαυμασμός των συνανθρώπων τού ενισχύει την πίστη στην αξία του εαυτού του.

5.    Ο αθλητισμός αποτελεί μέσο ηθικής διαπαιδαγώγησης, καθώς βοηθά τους νέους να συνειδητοποιήσουν την ευθύνη που φέρουν, πρωταρχικά απέναντι στον εαυτό τους. Και η ευθύνη αυτή είναι η ολόπλευρη ανάπτυξη. Εξάλλου, για να δαμάσει κάποιος το κορμί του και για να αξιοποιήσει στο έπακρο τις σωματικές του δυνάμεις, χρειάζεται σωματικός και ψυχικός κάματος, αυτοέλεγχος και αυτοπειθαρχία, αρετές που οδηγούν και στην κατάκτηση της εσωτερικής ελευθερίας. Παράλληλα, η πειθαρχία, η υπακοή στους κανόνες του αθλήματος, ο σεβασμός των θεσμών, ο αυτοσεβασμός και ο σεβασμός των συναθλητών είναι αρετές που εξασφαλίζουν την ακέραια ηθική συνείδηση, την αξιοπρέπεια, την υπευθυνότητα.

6.    Αναπτύσσει το πνεύμα της συνεργασίας και της συντροφικότητας και καλλιεργεί τη συλλογικότητα, το ομαδικό πνεύμα. Προάγει, επίσης, τον αλληλοσεβασμό.

7.    Καλλιεργεί τον ευγενή συναγωνισμό, την άμιλλα, τον αγώνα που θεμελιώνεται σε κοινή αφετηρία, χρησιμοποιεί θεμιτά μέσα και έχει ευγενείς σκοπούς.

8.    Αποτρέπει τον ανταγωνισμό, την αθέμιτη και εμπαθή αντιπαλότητα που στηρίζεται σε ιδιοτελή κίνητρα και επιφέρει νοσηρά  αποτελέσματα στο κοινωνικό σύνολο.

9   Τόσο η νίκη όσο και η ήττα είναι εναύσματα για διαρκή βελτίωση της ανθρώπινης φύσης και των επιδόσεών της. Η επιτυχία , όμως,δεν πρέπει να οδηγεί στην αλαζονεία, στην έπαρση ή στην επανάπαυση. Προκαλεί, βέβαια, το αίσθημα της ικανοποίησης, αλλά πρέπει ν’ αποτελεί και το εφαλτήριο νέων προσπαθειών, νέων αγώνων για την επίτευξη υψηλότερων στόχων. Αλλά και η ήττα, όση απογοήτευση κι αν προσφέρει, δεν πρέπει να καταβάλλει ηθικά το άτομο και να το οδηγεί σε παραίτηση. Αντίθετα, καλό είναι να το οπλίζει με δύναμη για την άσκηση αυτοκριτικής, για ανασυγκρότηση των ψυχικών και σωματικών του δυνάμεων, για επαναπροσδιορισμό των    ικανοτήτων του.
            «Στα ομαδικά αθλήματα μαθαίνεις να’ σαι έτοιμος, να συγκρατιέσαι, να περιμένεις την κατάλληλη στιγμή, να θυσιάζεις τις ατομικές χαρές ή προτίμησες για τα συμφέροντα της ομάδας. Μαθαίνεις να προσαρμόζεις τις ιδιότητές σου στις ανάγκες του συνόλου, να εκμεταλλεύεσαι, όσο μπορείς, για τη νίκη τα ελαττώματα και τα προτερήματά σου. Με τη μέθοδο αυτή μονάχα μπορείς ν’ ασκηθείς για το μεγάλο παιχνίδι, αργότερα, της δημόσιας ζωής.

            Για να φτάσεις στο υψηλό αυτό κορύφωμα της άσκησης, πρέπει καλά να ξέρεις τον εαυτό σου, να ξέρεις το διπλανό σου, να ξέρεις κι ολάκερη την ομάδα, όπου ανήκεις. Κι όχι μονάχα αυτόνα ξέρεις και την αντίπαλή σου ομάδα. Να μην την περιφρονάς, να τη σπουδάζεις με αμεροληψία και σέβας, να ξέρεις καλά τις αρετές και τις δυνάμεις της, για να οργανώσεις ανάλογα και συ τις αρετές και τις δυνάμεις σου και να μη χάσεις το παιχνίδι.

            Κι ακόμα τούτο το σημαντικότατο, που αποτελεί το πιο κρυφό, το πιο πανανθρώπινο τέρμα του παιχνιδιού: να ξέρεις πως κι η αντίθετη ομάδα στο βάθος δεν είναι αντίμαχη, συνεργάζεται μαζί σου, γιατί χωρίς αυτή δε θα υπήρχε παιχνίδι.

            Ό,τι αγνότατα ηθικό μπορεί να μας μάθει το παιχνίδι είναι τούτο: Ο ανώτατος σκοπός του παιχνιδιού δεν είναι η νίκη, παρά πώς, από ποιους δρόμους, με ποιαν προπόνηση, με τι πειθαρχία, ακολουθώντας αυστηρά τους νόμους του παιχνιδιού, να μάχεσαι για τη νίκη.

            Έτσι που κοίταζα στο ήσυχο τούτο δειλινό τους ωραίους εφήβους του Ήτον, άλλους με τα γαλάζια άλλους με τα’ άσπρα κασκέτα τους να πολεμούν, λυγεροί, συγκεντρωμένοι, έτοιμοι, με τον αλαφρό κραδασμό του λιγνού ατσαλένιου σπαθιού, προσπαθούσα να βρω τους θεμελιακούς νόμους της άσκησηςβρήκα τέσσερις:

  1. Να ασκείς το σώμα και την ψυχή ως άτομο, ανεξάρτητα από την ομάδα.
  2. Ν’ ασκείς το σώμα και την ψυχή ως άτομο μέσα στην ομάδα τη δική σου.
  3. Ν’ ασκείς το σώμα και την ψυχή αναφορικά με την αντίπαλη ομάδα.
  4. Ν’ ασκείται ολάκερη η μια ομάδα αναφορικά με την αντίπαλη ομάδα.

            Η ζωή είναι παιχνίδι σαν το τένις, σαν το γκολφ. Δεν παίζεις μόνος σου, παίζεις με άλλους. Έχεις ευθύνη απέναντι σε όλους τους συντρόφους σου, όλοι σου οι σύντροφοι έχουν ευθύνη απέναντί σου. Άτομο κι ομάδα είναι ένα.

            Το παιχνίδι έχει νόμουςόποιος θέλει να παίζει, οφείλει να ξέρει τους νόμους αυτούς και να τους σέβεται. Αν δεν ξέρει τους νόμους ή αν δεν θέλει να τους σέβεται, δεν είναι άξιος να λάβει μέρος στο παιχνίδι. Μέσα στον κύκλο που χαράζουν οι νόμοι είναι απόλυτα λεύτεροςκανένας, μήτε ο βασιλιάς, δεν έχει δικαίωμα να επέμβει. Μπορεί οι νόμοι αυτοί να είναι παλιωμένοι ή στραβοί ή αυθαίρετοι.  δεν έχει σημασία.  το σπουδαίο είναι, κι αυτό γυμνάζει την ψυχή του ανθρώπου, να τους υπακούς.

            Δεν πρέπει να ντρέπεσαι πως νικήθηκες.  πρέπει να ντρέπεσαι μονάχα όταν έπαιξες κακά και γι’ αυτό νικήθηκες.  ή -κι αυτό είναι το χειρότερο- πρέπει να ντρέπεσαι όταν νίκησες παίζοντας κακά ή άτιμα».

Ν. Καζαντζάκης

                    Ο  ΟΛΥΜΠΙΣΜΟΣ

είναι η ιδέα της αναβίωσης του αθλητικού ιδεώδους,  όπως αυτό σαρκώθηκε στους Ολυμπιακούς αγώνες της Αρχαίας Ελλάδας.

                ΟΙ  ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ  ΑΓΩΝΕΣ

      Ο Ολυμπιακός θεσμός, σύμφωνα με τις πηγές, γεννιέται το 776 π.Χ. Πρώτος Ολυμπιονίκης (νικητής στο μοναδικό τότε αγώνισμα, το «στάδιο») ήταν ο Κόροιβος ο Ηλείος. Από τότε, κάθε τέσσερα χρόνια, οι Έλληνες από κάθε άκρη του τότε γνωστού κόσμου, συναθροίζονταν στην ιερή ‘Αλτη (ιερός χώρος στην Ολυμπία) την πρώτη πανσέληνο μετά το θερινό ηλιοστάσιο, δηλαδή περίπου στα μέσα του Ιουλίου, εποχή τέλεσης και των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Σαράντα μέρες πριν από την έναρξη της Ολυμπιάδας «κήρυκες ειρηνοφόροι» γύριζαν όλη την Ελλάδα, για να κηρύξουν την «Ολυμπιακή εκεχειρία», που σήμαινε την παύση των πολέμων, των εχθροπραξιών, αλλά και κάθε είδους διαμάχης, όπως των δικαστικών αγώνων και των διώξεων.

Η Ολυμπιάδα ήταν μια ευκαιρία να σμίξουν φίλοι και εχθροί, να λύσουν τις διαφορές τους αναλογιζόμενοι όσα τους ένωναν (θρησκεία, πολιτισμός, ανθρωπισμός) και να θυσιάσουν στους κοινούς βωμούς, για να τιμήσουν τον πατέρα των θεών, το Δία, προς τιμήν του οποίου τελούνταν οι  αθλητικοί αγώνες. Εκεί, μέσα σε κλίμα πανελλήνιας ειρήνης και συναδέλφωσης ήταν όλοι ελεύθεροι και ίσοι: πλούσιοι και φτωχοί, δυνατοί άρχοντες κι απλοί πολίτες. Η κοινωνική θέση, ο πλούτος ή η κρατική δύναμη δεν έπαιζαν κανένα ρόλο. Όλοι κάθονταν στο ανάχωμα του σταδίου. Μόνο για τους Ελλανοδίκες, τους κριτές, υπήρχαν λίθινα εδώλια. Σ’ όλους τους αθλητές και, συνεκδοχικά, στις πόλεις τους αναλογούσε ο ίδιος σεβασμός και οι ίδιες ευκαιρίες για τη διεκδίκηση της νίκης, της τιμής.

Οι αθλητές γυμνοί κάτω από τον ήλιο αγωνίζονταν για τον κότινο (στεφάνι από αγριελιά).  Αγωνίζονταν μόνο για τη δόξα -τη δική τους, αλλά και της πατρίδας τους. Το αθλητικό ιδεώδες Δε σχετιζόταν με ταπεινά υλικά συμφέροντα. Αξίζει ν’αναφέρουμε και ένα σχετικό ιστορικό ανέκδοτο. Όταν ο Ξέρξης βρισκόταν στις Θερμοπύλες με την πολυάριθμη στρατιά του, απόρησε γιατί οι Έλληνες είχαν στείλει τόσο λίγο στρατό στο πιο σημαντικό οχυρό τους. Κάποιοι του απάντησαν πως οι Έλληνες εκείνη την εποχή τελούσαν τους Ολυμπιακούς αγώνες και πως ο πόλεμος ήταν αντίθετος στο πνεύμα του αθλητικού ιδεώδους.Ο Ξέρξης ρώτησε ξανά γεμάτος απορία:»Τόσο πολλά χρήματα, λοιπόν, θα κερδίσουν μ’αυτούς τους αγώνες, ώστε να μη διστάζουν ν’αφήνουν τη γη τους ανυπεράσπιστη». Του απάντησαν πως οι Έλληνες    δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για ένα κλαδί αγριελιάς που το λένε «κότινο» κι όποιος το κερδίσει γνωρίζει αιώνια δόξα.

Αυτήν την αιώνια δόξα γνώρισε και ο Διαγόρας, όταν τον σήκωσαν στους ώμους τους οι γιοι του -ολυμπιονίκες κι οι δυο την ίδια μέρα- μπροστά σε χιλιάδες Έλληνες που ζητωκραύγαζαν τον ευτυχισμένο πατέρα και πολλές φορές ολυμπιονίκη στα νιάτα του, λέγοντας: «Κάτθανε, Διαγόρα! Ουκ ες Όλυμπον αναβήσει» (Πέθανε Διαγόρα! Δε θα γίνεις και θεός). Πραγματικά, δεν υπήρχε μεγαλύτερη δόξα και ο Διαγόρας είχε φτάσει στο απόγειό της.

Η διάκριση του αθλητή δεν έστεφε με δόξα μόνον τον ίδιο, αλλά και τη γενέτειρα πόλη του, την κοινωνία που τον ανάθρεψε. Θεωρούσαν πως η πόλη που έχει τέτοιους άνδρες δεν έχει ανάγκη από τείχη, γι’αυτό και συμβολικά γκρέμιζαν ένα τμήμα τους, για να περάσουν από εκεί οι Ολυμπιονίκες κατά την επιστροφή τους στην πατρίδα.

Ο θεσμός του Ολυμπισμού και το αθλητικό ιδεώδες εκφυλίστηκαν στα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας. Ωστόσο, την εποχή εκείνη ο θεσμός απέκτησε οικουμενικό χαρακτήρα, καθώς κυρίως μετά το 212 μ.Χ. δικαίωμα συμμετοχής είχαν όλοι οι υπήκοοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Το 393 μ.Χ. ο Θεοδόσιος Α΄, αυτοκράτορας του Βυζαντίου, απαγόρευσε την τέλεσή τους.

Ο θεσμός των Ολυμπιακών Αγώνων αναβίωσε στα 1896, χάρη στο όραμα του βαρόνου Pierre de Coubertin Το 1996 γιορτάσαμε την εκατονταετηρίδα αναβίωσης του θεσμού στους νεότερους χρόνους.


Η  ΣΗΜΑΣΙΑ  ΤΟΥ  ΟΛΥΜΠΙΣΜΟΥ

 1.    Η ιδέα του Ολυμπισμού, όπως και το αθλητικό ιδεώδες, θεμελιώνεται στο ιδανικό του Ανθρωπισμού (βλ. σελ.1). Προάγεται, έτσι, το ανθρωπιστικό ιδεώδες της σύμμετρης ανάπτυξης του υλικού και πνευματικού πολιτισμού της ανθρωπότητας. Ο Ολυμπισμός ζωογονεί τις πνευματικές και ηθικές αξίες που λειτουργούν ως αντίβαρο στην υπέρμετρη ανάπτυξη του υλικού πολιτισμού.
2.    Το ολυμπιακό πνεύμα αντιστέκεται σθεναρά στον υλιστικό ευδαιμονισμό της εποχής μας, στον εκχρηματισμό όλων των εκδηλώσεων της ζωής μας, στη χρηματοθηρία. Μοναδικό έπαθλο των αθλητών-λαών που συναγωνίζονται είναι η υπεροχή, η τιμή, όπως κάποτε μοναδικό έπαθλο ήταν το στεφάνι της αγριελιάς. Εξαίρεται, έτσι, η σημασία των ηθικών και όχι των υλικών αξιών και κατοχυρώνεται ο βαθύτατα ανθρωπιστικός-ηθοπλαστικός-διαπαιδαγωγικός ρόλος του αθλητισμού.
3.    Καλλιεργείται το πνεύμα του υγιούς συναγωνισμού, της άμιλλας, της ευγενικής αναμέτρησης των λαών. Η αναμέτρηση αυτή στηρίζεται σε κοινή αφετηρία, στον ανθρωπισμό και στον παγκόσμιο πολιτισμό και τα κίνητρά της είναι ευγενική, ανιδιοτελή. Παράλληλα, η ολυμπιακή ιδέα καταστέλλει το πνεύμα του καταστροφικού ανταγωνισμού μεταξύ των εθνών (Δυστυχώς, ο σκληρός και αθέμιτος οικονομικός ή πολιτικός ανταγωνισμός των λαών χαρακτηρίζει την εποχή μας).
4.    Ο Ολυμπισμός συμβάλλει στην υπευθυνοποίηση και στην ηθικοποίηση ατόμων και λαών. Με την πειθαρχία, την υπακοή στους κανόνες του θεσμού, καλλιεργείται το αίσθημα της ευθύνης και του σεβασμού απέναντι στο έθνος που αντιπροσωπεύουν οι αθλητές, αλλά και του σεβασμού απέναντι στα άλλα έθνη. Εδραιώνεται, λοιπόν, η αξιοπρέπεια όλων των εθνών και ο αλληλοσεβασμός.
5.    Ο ολυμπιονίκης καταξιώνει το έθνος του στην παγκόσμια κοινότητα, φέρνει τιμή και δόξα στην πατρίδα που τον γέννησε, τον ανάθρεψε και του πρόσφερε την ευκαιρία καλλιέργειας των δυνάμεών του. Η νίκη ενισχύει την πίστη στην αξία του έθνους, τονώνει την εθνική αξιοπρέπεια, χαλυβδώνει την εθνική υπερηφάνεια.
6.    Ο θεσμός προάγει τη ισοτιμία μεταξύ των λαών. Ανίσχυρα και πλούσια κράτη συμμετέχουν ισότιμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες.΄Οχι μόνον ο πλούτος και η δύναμη, αλλά ούτε και η γλώσσα, η φυλή, η θρησκεία δεν υψώνουν φραγμούς ανάμεσα στους λαούς κατά τη διάρκεια του ιερού αυτού αγώνα που διεξάγεται επί ίσοις όροις. Η ελευθερία, η ευθύνη, η αξιοπρέπεια και η ισοτιμία στη συμμετοχή ενισχύουν και το παγκόσμιο ιδανικό της δημοκρατίας.
7.    Ο Ολυμπισμός προωθεί την επικοινωνία των λαών, την αλληλογνωριμία, τη σύσφιγξη των σχέσεών τους. Χτίζει τα θεμέλια της πανανθρώπινης συναδέλφωσης, της φιλίας και της συνεργασίας των λαών, της αλληλεγγύης. Μπορεί δηλαδή να γίνει το βάθρο του υγιούς κοσμοπολιτισμού και να οδηγήσει στην πανανθρώπινη πρόοδο, προάγοντας την ιδέα του οικουμενικού πολιτισμού, του Διεθνισμού.
8.    Ο Ολυμπισμός σήμερα είναι ο καλύτερος πρέσβης της ειρήνης μεταξύ των λαών. Είναι η οικουμενική συνάθροιση ελεύθερων και ισότιμων λαών που θυσιάζουν στους κοινούς βωμούς, όχι του Δία πια, αλλά της Ειρήνης.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ

 Η αποφυγή όλων των φαινομένων που εκφυλίζουν το αγνό αθλητικό ιδεώδες. Αυτά είναι:

 

  1. Η  μετατροπή της ευγενούς άμιλλας σε ανήθικο ανταγωνισμό και η καταφυγή σε αθέμιτα μέσα.
  2. Η χρήση αναβολικών ουσιών που νοθεύει το σώμα και το ήθος του αθλητή, αλλά και τις αξίες που υπηρετεί ο αθλητισμός.
  3. Η ιδιοτέλεια, η χρησιμοθηρία των αθλητών, το κυνήγι του πλουτισμού, των υλικών οφελών που ενδεχομένως θα επιφέρει η νίκη.
  4. Η βία, ο χουλιγκανισμός στον αθλητικό χώρο.
  5. Η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού: η εκμετάλλευση του ευγενούς αυτού θεσμού και ο εκφυλισμός του από πολυεθνικές εταιρείες ή επιχειρηματίες που χρηματοδοτούν την οργάνωσή του με στόχο τη διαφήμιση και τη μεγιστοποίηση των κερδών τους.
  6. Η εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων, η εκμετάλλευση του θεσμού για την ενίσχυση του κύρους, της δύναμης, της επιρροής των Μ. Δυνάμεων.

 

ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ  ΕΚΦΥΛΙΣΜΟΥ  ΤΟΥ  ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ  ΙΔΕΩΔΟΥΣ

 

     Α. Η εμπορευματοποίηση του αθλητισμού.

  1. 1.    Επαγγελματισμός των αθλητών που επιδιώκουν όχι μόνον τη νίκη, αλλά και το μέγιστο υλικό όφελος.΄Ετσι, αλλοιώνεται το ήθος τους και περιάγονται σε φαινόμενα ιδιοτέλειας, φιλοχρηματίας, κερδοσκοπίας και δωροδοκίας.
  2. 2.    Η εξυπηρέτηση των οικονομικών συμφερόντων των κεφαλαιούχων.

Τόσο οι αθλητικές ομάδες όσο και οι αθλητές του στίβου, έχοντας ως στόχο το κέρδος, αποδέχονται τις χορηγίες των επιχειρήσεων και διαφημίζουν την επωνυμία ή τα προϊόντα τους. Το αποτέλεσμα είναι:

  • να ενισχύεται ο καταναλωτισμός, ο υλικός ευδαιμονισμός.
  • να αλλοιώνεται το υγιές πρότυπο του αθλητή που μετατρέπεται σε είδωλο εύκολου πλουτισμού.
  • να απομακρύνεται ο αθλητισμός από το αρχικό του ιδεώδες.

Τα τηλεοπτικά κανάλια με την προβολή των αγώνων επιδιώκουν την αύξηση της    ακροαματικότητας και τη μέγιστη δυνατή αύξηση των κερδών τους μέσω των διαφημίσεων.

Β.Η μεταβολή της άμιλλας σε αθέμιτο ανταγωνισμό (αποτέλεσμα της εμπορευματοποίησης).

Ο συναθλητής-συναγωνιστής γίνεται αντίπαλος-εχθρός, ο υποσκελισμός του οποίου πραγματοποιείται ακόμη και με ανήθικα μέσα: χρήση αναβολικών ουσιών, απάτες, επιθέσεις κατά της σωματικής ακεραιότητας των αντιπάλων κτλ. Εκλείπει πλέον ο σεβασμός του αντιπάλου.

Γ.Ο πρωταθλητισμός, το κυνήγι των ρεκόρ, των υψηλότερων δυνατών επιδόσεων, συμβάλλει στην αλλοτρίωση της αθλητικής ιδέας. Στο βωμό του πρωταθλητισμού θυσιάζονται τα αθλητικά ιδεώδη και η ευγενής άμιλλα. Οι πρωταθλητές μετέρχονται κάθε μέσο, προκειμένου να επιτύχουν το στόχο τους.

Επιπρόσθετα, οι πρωταθλητές αλλοτριώνονται από τη ζωή, καταδικάζονται σε απομόνωση και μονομέρεια, καθώς όλη τους τη ζωτικότητα και όλο το χρόνο τους απορροφά η εξαντλητική προπόνηση.

Δ.Αποπροσανατολισμός του φίλαθλου κοινού.

1.Όσοι κάνουν αθλητισμό είναι ελάχιστοι, ενώ εκατομμύρια είναι οι «φίλαθλοι» τηλεθεατές. Ο αθλητισμός θα έπρεπε να είναι μέρος της ζωής όλων μας και όχι μόνον των επαγγελματιών αθλητών. Οι «φίλαθλοι» που γνωρίζουν τον αθλητισμό μόνον ως τηλεοπτικό θέαμα ουσιαστικά απομακρύνονται από αυτόν, καταδικάζονται σε αδρανοποίηση, παθητική ψυχαγωγία, παθητική παρακολούθηση της ζωής (τηλε-θέασή της).

2.Ο «φίλαθλος» συχνά βρίσκει στον αθλητισμό διέξοδο από το λαβύρινθο των προβλημάτων της καθημερινής ζωής και του άγχους, όμως η διέξοδος αυτή λειτουργεί αποπροσανατολιστικά, καθώς απορροφά όλο το ενδιαφέρον και τον ελεύθερο χρόνο του με αποτέλεσμα να τον οδηγεί σε ποικιλόμορφη αλλοτρίωση.

3.Ο αθλητισμός χρησιμοποιείται έντεχνα από τους πολιτικούς δημαγωγούς ως μέσο πολιτικής ουδετεροποίησης και αποπροσανατολισμού του λαού από τα ουσιαστικά κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Η αθλητική εφημερίδα στη θέση της πολιτικής, η διοχέτευση του ενδιαφέροντος και της ενεργητικότητας των πολιτών στα γήπεδα και όχι στην κονίστρα της πολιτικής ζωής, η αντικατάσταση των κοινωνικοπολιτικών αξιών και ιδανικών από το φανατισμό υπέρ μιας αθλητικής ομάδας και την ειδωλοποίηση-θεοποίηση των αθλητών εξυπηρετούν τα κυρίαρχα συμφέροντα, το κατεστημένο, που προσφέρει αφειδώλευτα στο λαό «άρτο και θέαμα».

Ε.Παραγοντισμός

Οι παράγοντες (επιχειρηματίες άσχετοι με τον αθλητισμό που χρηματοδοτούν τα αθλήματα, και κυριότερα τα δημοφιλέστερα, όπως το ποδόσφαιρο και την καλαθοσφαίριση) εκμεταλλεύονται τις αγωνιστικές επιτυχίες των αθλητών, για να προωθήσουν τα ποικίλα συμφέροντά τους, να αυξήσουν την ισχύ και την πολιτική-οικονομική-κοινωνική τους επιρροή, να προβληθούν οικονομικά και κοινωνικά.

ΣΤ.Ο φανατισμός

Ο φανατισμός υπέρ των αθλητικών ομάδων (ο οποίος εκτρέφεται από τους παράγοντες, τις διοικήσεις των ομάδων, τα αθλητικά σωματεία) εξάπτει τα πάθη, επιτρέπει την αποχαλίνωση των παρορμήσεων, καλλιεργεί πνεύμα μισαλλοδοξίας, αντιπαλότητας, αντικοινωνικότητας.

α) Ο φανατισμός είναι πρόσφορο έδαφος για την ευδοκίμηση του σωβινισμού (αντί της συναδέλφωσης των λαών, στόχου του αθλητικού ιδεώδους).

β) Αποτελεί, εξάλλου, γενεσιουργό αιτία της εμφάνισης του χουλιγκανισμού.

Ζ.Η βία στα γήπεδα – ο χουλιγκανισμός

Το φαινόμενο της ιερής προσήλωσης σε μια αθλητική ομάδα οδηγεί τους ένθερμους φανατικούς οπαδούς στην εκδήλωση φραστικής, ψυχολογικής και σωματικής βίας απέναντι σε αθλητές, προπονητές, αντίπαλους φιλάθλους. Η βία αυτή παίρνει συχνά τη μορφή εγκληματικών ενεργειών που πλήττουν τον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο (βανδαλισμοί, καταστροφή αγωνιστικών χώρων, συγκοινωνιακών μέσων, καταστημάτων κτλ.). Το φαινόμενο της βίας στους αθλητικούς χώρους, η μεταβολή τους σε «ρωμαϊκή αρένα», ο φανατισμός και η αγελοποίηση των οπαδών παραπέμπουν σε περιόδους πολιτιστικής παρακμής (Ύστερη Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη) και όχι μόνο εκφυλίζουν το αθλητικό ιδεώδες, αλλά οδηγούν και στην κοινωνική αποσύνθεση

 Αίτια Χουλιγκανισμού

 1.Ανάγκη εκτόνωσης, αποφόρτισης, απόδρασης από μια αδιέξοδη κατάσταση κοινωνικής καταπίεσης και αποκλεισμού:

  • αυταρχικό, ή υπερπροστατευτικό οικογενειακό περιβάλλον
  • «άξενο» περιβάλλον σύγχρονης μεγαλούπολης
  • άγχος, αλλοτρίωση
  • κρίση στις ανθρώπινες σχέσεις, μοναξιά
  • ανεργία
  • αδυναμία προσέγγισης των υλιστικών στόχων, δηλαδή αδυναμία καταξίωσης, αναγνώρισης, υπεροχής.

Αποτέλεσμα είναι οι τάσεις καταστροφής, η διάθεση εκδίκησης της κοινωνίας.

2.Έλλειψη ανθρωπιστικής παιδείας – Ειδικευμένη τεχνοκρατική γνώση – Ατροφικό ενδιαφέρον

Πολιτείας και εκπαιδευτικού συστήματος για την αθλητική παιδεία.

Όλα τα προηγούμενα έχουν ως αποτέλεσμα τη στέρηση των ευκαιριών για ενστερνισμό του αθλητικού ιδεώδους.

3.Κρίση αρχών, αξιών, ιδανικών, ανερμάτιστη ζωή, αποπολιτικοποίηση, έλλειψη υγιών προτύπων. «Ιδανικό» και «θεός» γίνεται η αθλητική ομάδα και είδωλο ο επαγγελματίας αθλητής.

4.Φανατισμός.

5.Μαζοποίηση – Αγελοποίηση – Μιμητισμός

α) Αδικαίωτες υπάρξεις χωρίς αυτοεκτίμηση, που αναζητούν πρόσωπο, καταξίωση και υπεροχή μέσω της ταύτισής τους με την ομάδα. (Η έλλειψη αυτοπεποίθησης και αισθήματος της προσωπικής αξίας μπορεί να συνδεθεί με την αδυναμία κατανάλωσης και κοινωνικής καταξίωσης)

β) Η αδυναμία αίσθησης της δημιουργίας οδηγεί στον αντίποδα, στην καταστροφή. Είναι μια προσπάθεια επιβεβαίωσης της ύπαρξής τους.

γ) Η ένταξή τους στην αγέλη τούς προσφέρει το άλλοθι της ανωνυμίας και ταυτόχρονα ευνοεί την απέκδυση της προσωπικής ευθύνης. Έτσι, βρίσκουν την ευκαιρία μέσω της βίας να καλύψουν ατομικά αδιέξοδα, να υπερβούν ψυχολογικά πλέγματα.

δ) Η ισοπέδωση που συνεπάγεται η αφομοιωτική ένταξη στη μάζα των οπαδών προσφέρει την ψευδαίσθηση της κατάργησης της κοινωνικής ανισότητας.

 

6. Η παθητική παρακολούθηση των αθλητών που εκτονώνουν τη ζωτικότητά τους, η αδυναμία φυσικής συμμετοχής στο άθλημα, οδηγεί τους παθητικούς και καταπιεσμένους θεατές στην ανάγκη να ζητωκραυγάσουν, να δράσουν, να εκτονώσουν κι αυτοί την ενεργητικότητά τους, όπως μπορούν.

 

7.  Οι παράγοντες εκτρέφουν το χουλιγκανισμό με παροχές (υλικές και άλλες) προς τους οπαδούς για την εξυπηρέτηση των σκοπιμοτήτων τους.

8.   Τα Μ.Μ.Ε. υποδαυλίζουν το φαινόμενο.

α) Ο αθλητικός κίτρινος τύπος εξάπτει τα πάθη, πυροδοτεί το φανατισμό με τους πηχυαίους τίτλους, ειδωλοποιεί τους αθλητές, δίνει οδηγίες στους «φιλάθλους».

β) Η τηλεόραση προβάλλει υπέρ το δέον δημοφιλή μόνον αθλήματα, με αποτέλεσμα να καλλιεργεί κλίμα φανατισμού, να απορροφά όλο το ενδιαφέρον των τηλεθεατών, να αποπροσανατολίζει.

 Χουλιγκανισμός και ευθύνες

            «Η δολοφονία του νεαρού από αντιπάλους «φιλάθλους» αποκαλύπτει μια κλίμακα αποκτήνωσης εντελώς απαράδεκτη για τη χώρα μας. Ειδικά για τη χώρα μας, που, αν της έχει απομείνει ένα θετικό, ήταν ότι η όποια έκφραση βιαιότητας και επιθετικότητας εκδηλωνόταν στο πλαίσιο μιας προσωπικής σύγκρουσης και αντιδικίας, επομένως διατηρούσε κατά κάποιο τρόπο, μια ανθρώπινη διάσταση. Τα τελευταία, όμως, χρόνια τα πράγματα έχουν αρχίσει να παίρνουν έναν άλλο δρόμο. Η βία γίνεται όλο και περισσότερο απρόσωπη, ένας μηχανισμός, που μπαίνει σ’ ενέργεια αυτοματικά μέσα σε αντικοινωνικές ομάδες, που το κύριο χαρακτηριστικό λειτουργίας τους είναι η κατάργηση της χρήσης της λογικής και κάθε ηθικής αναστολής. Πρόκειται για μια μορφή κατολίσθησης που μας φέρνει βαθμιαία όλο και πιο κοντά σε αντίστοιχα δυτικοευρωπαϊκά και αμερικανικά φαινόμενα. Ένας συμπλησιασμός, όμως, που δε δικαιολογείται -στο βαθμό αυτό- από μια αναλογία στην εξέλιξη και τη διάρθρωση της κοινωνικής πραγματικότητας. Στη Δύση ο υπερώριμος, ο λεγόμενος ύστερος, καπιταλισμός έχει προωθήσει τρόπους ζωής εξαιρετικά σκληρούς και ανταγωνιστικούς. Τρόπους ζωής όπου το άτομο, ιδιαίτερα το νεαρό άτομο, αισθάνεται πολύ συχνά βαθιά αποκομμένο και αποξενωμένο από τον οποιονδήποτε οργανικό κοινωνικά περίγυρο, ακόμα και από αυτή την οικογένειά του. Ξένος μεταξύ ξένων βρίσκει σ’ αυτές τις περιθωριακές ομάδες βίας μια στέγη, τη δυνατότητα μιας συμμετοχής και ένα ψυχολογικό υποκατάστατο, για να ξεπεράσει μέσα από την άσκηση συλλογικής βίας την αίσθηση της μοναξιάς του και τις φοβίες του. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα φαινόμενο, που εκφράζει μια ευρύτερη κοινωνική αδιεξοδικότητα και, ακριβώς γι’ αυτό, δεν είναι καθόλου τυχαίο ή συμπτωματικό. Δε συμβαίνει το ίδιο στην Ελλάδα όπου, παρά τις όποιες μετεξελίξεις, οι οργανικοί σύνδεσμοι μεταξύ των ανθρώπων -οικογένεια, γειτονιά, συντροφιές- παρέχουν ακόμα πολύ ισχυρή συναισθηματική κάλυψη και προστασία στους ανθρώπους. Κι αυτό ανεξάρτητα από την πορεία κρίσης (και τα πολλαπλασιαστικά φαινόμενα αποχαλίνωσης) στην οποία έχει μπει, αναμφισβήτητα, και η δική μας κοινωνία του καθυστερημένου ή υπανάπτυκτου καπιταλισμού.

            Γιατί, λοιπόν, αυτή η ραγδαία αύξηση του χουλιγκανισμού στη νεολαία και η απανθρωποποίηση της συμπεριφοράς υπολογίσιμης πλέον μερίδας των νέων; Οπωσδήποτε τα εισαγόμενα από την αλλοδαπή πρότυπα και η μίμηση αυτών των προτύπων. Όχι όμως μόνο, και όχι κατά κύριο λόγο. Υπάρχουν βαρύτατες ευθύνες στο εσωτερικό, ευθύνες δικές μας, που δεν μπορεί, ούτε πρέπει να αποκρυβούν με την τόσο προσφιλή μας προσφυγή στις ξενόφερτες επιδράσεις. Ας επισημάνουμε μερικές, τις σημαντικότερες:

            Πρώτο: Η κολοσσιαίας κλίμακας εξαχρείωση των ηθών στο δημόσιο βίο της χώρας. Μια εξαχρείωση, που παρεμποδίζει τη δημιουργία προτύπων αναφοράς, σωστών προτύπων αναφοράς, των νέων ανθρώπων, τα οποία τους δίνουν υποδείγματα και από τα οποία μπορεί να «πιαστούν». Βρισκόμαστε κυριολεκτικά μπροστά σε μια κατάλυση του δημόσιου ήθους, που οδηγεί μαθηματικά το νέο άνθρωπο σε καθολική στάση αμφισβήτησης και έλλειψης σεβασμού προς κάθε φόρμα ζωής.  Αντίδραση «φυσιολογική» όταν αυτοί, στους οποίους είναι εμπιστευμένες οι αναγκαίες για τη διατήρηση της κοινωνικής ευπρέπειας και συνοχής φόρμες, τις ποδοπατούν και τις εξευτελίζουν και μάλιστα απροκάλυπτα και βάναυσα.

            Δεύτερο: Η προώθηση μηδενιστικών «μοντέλων» και αντιλήψεων από τους εμπόρους της ψευδοκουλτούρας, που σερβίρονται ως πνευματικοί και καλλιτεχνικοί «ταγοί» του τόπου. Τροβαδούροι του τίποτα και για το τίποτα ρίχνουν τους νέους ανθρώπους στο κενό και τους αφήνουν ξεκρέμαστους για να τα βγάλουν πέρα σε μια ζωή που, έτσι κι αλλιώς, έχει γίνει ανοηματική και βαθύτατα αντιφατική.

            Τρίτο: Η πρωτοφανής έξαρση της διαφήμισης και της εμπορικής προπαγάνδας, που εμποδίζει κάθε ρεαλιστική προσγείωση των νέων ανθρώπων στην πραγματικότητα και ους κάνει να αισθάνονται ανύπαρκτοι, «κουρέλια», χωρίς αυτά τα «υπέροχα» πράγματα, που προσφέρουν αφειδώς οι τηλεοπτικές οθόνες. Σκουλήκια, που χρειάζονται πλέον την αυτοεπιβεβαίωσή τους μέσα από τη βία, για να αισθανθούν ότι είναι «κάποιοι».

            Τέταρτο: Η διάχυτη αντιπνευματικότητα και ανεγκεφαλοποίηση που ενσαρκώνεται στην ασύλληπτη χυδαιότητα, που έχει κατακλύσει την αγορά με εκπορνευτικές, βλακώδεις, σαδομαζοχιστικές εκδόσεις, τα θέατρα με βωμολοχίες, την τηλεόραση με μαγκιά, εκφραστική αθλιότητα, ισοπεδωτικά και βάρβαρα πρότυπα «επιτυχίας».

            Πέμπτο: Η διαβρωτική λειτουργία του Τύπου, που ευθύνεται όσο τίποτα γι’ αυτή την αποθέωση και ηρωοποίηση των γηπέδων, του Τύπου, που αφιερώνει σελίδες επί σελίδων στο ποδόσφαιρο με πελώριες φωτογραφίες και ιδιαίτερη έμφαση στα «φίλαθλα» πάθη και μίση, που ο ίδιος σε μεγάλο βαθμό καλλιεργεί και προβάλλει. Του Τύπου, που θεοποιεί τους «αστέρες» της μπάλας και στριμώχνει «στα ψιλά» τον κλασικό αθλητισμό. Του Τύπου, που καθιέρωσε τον όρο «φίλαθλος» για την περιγραφή αυτών των μαινομένων και σεληνιαζόμενων ορδών, που μεταβάλλουν τα γήπεδα σε αρένες και πεδία αιματηρών συγκρούσεων. Τον Τύπο, που βεβαίως, σ’ αυτή τη γραμμή ακολουθούν απαξίως και τα άλλα μέσα μαζικής ενημέρωσης…

            Το θέμα, βέβαια, δεν είναι απλό. Το μαχαίρι που χώθηκε στα πλευρά του νεαρού θύματος στην Ομόνοια εκφράζει μια στάση ζωής ή καλύτερα μια στάση έσχατης ασέβειας απέναντι στην ανθρώπινη ζωή, για την οποία είναι συλλογικά υπεύθυνη ολόκληρη η κοινωνία.

            Θεωρώ βαθύτατα λυπηρό το γεγονός ότι η αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών γίνεται «ξώφαλτσα» και χωρίς διερεύνηση της διάστασης βάθους, που υποκρύπτεται. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι, κατά τη γνώμη μου, ότι δε συλλαμβάνεται η πολιτική διάσταση του θέματος. Πολιτική διάσταση και μάλιστα σοβαρότατη με δυο σκέλη:

            -Το ένα συνίσταται στο γεγονός ότι αυτές οι αντικοινωνικές περιθωριακές ομάδες λειτουργούν ως υποκατάστατα πολιτικής δραστηριοποίησης και οδηγούν τους νέους σε αποπολιτικοποίηση.

            -Το άλλο αναφέρεται στην ανάπτυξη μιας φασιστικής νοοτροπίας που δεν εκφράζεται μόνο στην αποθέωση της βίας και της επιθετικότητας αλλά σαν εξαφάνιση της ατομικότητας και της προσωπικής ευθύνης μέσα στη μάζα.

            Και τα δυο αυτά στοιχεία θα πρέπει επίσης πολύ να προσεχτούν από όσους πραγματικά ενδιαφέρονται για την πορεία και την τύχη του λαού μας στο μέλλον. Οι λαϊκίστικες «προσαρμογές» για να γινόμαστε αρεστοί στο πεζοδρόμιο θ’ αποδειχτούν μακροπρόθεσμα ότι μπορεί να κοστίσουν ακριβά, πολύ ακριβά».

Βασίλης Φίλιας

Σοφία Μάνιου

 

ΒΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

ΒΙΑ  και   ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

                 Βία είναι το φαινόμενο της χρησιμοποίησης δύναμης για τον εξαναγκασμό κάποιου ατόμου (ή κάποιας ομάδας) να δεχτεί κάτι χωρίς τη θέλησή του. Βία μπορεί να ασκηθεί είτε από ένα άτομο είτε από μια κοινωνική ομάδα. «Αποτελεί την πιο προχωρημένη και ακρότατη εκδήλωση της επιθετικότητας», «…είναι η ευτελέστερη, η πιο παράλογη, πιο ασύνετη, πιο άγονη και πιο επικίνδυνη μορφή της επιθετικότητας».

Εγκληματικότητα είναι η υιοθέτηση εχθρικής – επιθετικής συμπεριφοράς απέναντι στο κοινωνικό σύνολο που εκφράζεται με την παραβίαση των νόμων που διέπουν την κοινωνική ζωή. Αποτελεί το σημαντικότερο φαινόμενο της κοινωνικής παθογένειας.

Σκοπός της βίας είναι:

  • Η απόκτηση, διατήρηση και παγίωση οποιασδήποτε μορφής εξουσίας, η επιβολή.
  • Η πραγματοποίηση κάποιας επιθυμίας, η προώθηση φιλοδοξιών ή συμφερόντων.
  • Η ανάγκη αναγνώρισης και επιβεβαίωσης της αξίας ή της δύναμης, η καταξίωση και η υπερίσχυση.

Το φαινόμενο της βίας δεν είναι βέβαια σύγχρονο. Η επιθετικότητα πάντοτε συνόδευε -και θα συνοδεύει –  τον άνθρωπο. Εκδηλώνεται ως κυρίαρχο μέσο άμυνας και επιβίωσης, ιδιαίτερα στις πρωτόγονες κοινωνίες. Τότε τα ένστικτα δε χαλιναγωγούνταν στο βαθμό που γίνεται σήμερα, αλλά εκφράζονταν ελεύθερα. Το έγκλημα ως μέσο επιβολής εμφανίζεται στην Παλαιά Διαθήκη, ήδη από καταβολής του κόσμου, με τη δολοφονία του Άβελ από τον αδελφό του Κάιν.

Η πάροδος των αιώνων έφερε και την ανάπτυξη του πολιτισμού, την εκλογίκευση και τον εξανθρωπισμό, το σεβασμό στον άνθρωπο και στα δικαιώματά του, τη χαλιναγώγηση των παθών και των ενστίκτων από τις πολιτιστικές αξίες. Παρόλ’ αυτά, η βία δεν εξαλείφθηκε. Πόσα εγκλήματα δε διαπράχθηκαν, για παράδειγμα,  από τη μεσαιωνική Ιερά Εξέταση, και μάλιστα στ’ όνομα του Χριστιανισμού! Το ανησυχητικό είναι πως η βία όχι μόνο δεν περιορίζεται όσο αναπτύσσεται ο πολιτισμός μας, αλλά αντίθετα με τη βοήθεια των τεχνολογικών μέσων παίρνει όλο και περισσότερες μορφές και γίνεται όλο και πιο απάνθρωπη και στυγερή. Έχει μετατραπεί μάλιστα στις μέρες μας σε θέαμα, αισθητική απόλαυση που προσφέρει αφειδώς  η οθόνη της τηλεόρασής μας.

Σήμερα, τα φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας είναι μια σκληρή πραγματικότητα που αναβλύζει από την πολιτική και κοινωνική ανισορροπία του κόσμου μας, από την ηθική κατάπτωσή του, από το γενικότερο πλαίσιο κοινωνικής – ιδεολογικής κρίσης και διαφθοράς.

 Οι μορφές της βίας

 Η βία ασκείται σε επίπεδο προσωπικό (όταν ασκείται βία από το άτομο ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό), διαπροσωπικό (στις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων που συνδέονται στενά, π.χ. βία στην οικογένεια), κοινωνικό (όταν μια κοινωνική ομάδα ασκεί βία σε μια άλλη), φυλετικό (όταν μια φυλή βιαιοπραγεί εναντίον μιας άλλης), διακρατικό (στις σχέσεις μεταξύ των κρατών).

Η βία μπορεί να πάρει τις ακόλουθες μορφές:

  • Επίσημη ή νόμιμη βία είναι η κρατική βία.
  • Παράνομη βία είναι εκείνη που βάλλει εναντίον του κράτους.
  • Άμεση βία είναι η ωμή, η απροκάλυπτη βία. Συνήθως είναι φυσική, σωματική.
  • Έμμεση βία είναι εκείνη που δεν καταφεύγει στη σωματική δύναμη. Συνήθως είναι ψυχολογική, π.χ. φόβος, εκβιασμός.
  • Φυσική βία.
  • Ψυχολογική βία.
  • Συνειδητή βία: όταν κάποιος βιαιοπραγεί έχοντας πλήρη συνείδηση του σκοπού του.
  • Ασυνείδητη, «τυφλή» ή εκτονωτική βία: όταν εκείνος που βιαιοπραγεί δε φαίνεται να έχει κάποιο συγκεκριμένο σκοπό, π.χ. η βία στα γήπεδα.
  • Επιθετική βία.
  • Αμυντική βία.
  • Γενική βία: όταν στρέφεται ενάντια στο σύνολο των πολιτών.
  • Ειδική βία: όταν στοχεύει ορισμένα άτομα ή συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες.
  • Ατομική βία: όταν ασκείται από ένα άτομο.
  • Ομαδική βία: όταν ασκείται από μια οργανωμένη κοινωνική ομάδα.
  • Ο Χουλιγκανισμός: η βία στους αθλητικούς χώρους.
  • Η εγκληματικότητα (αδικίες, απάτες, φόνοι, ληστείες, βιασμοί κτλ.)
  • Η τρομοκρατία.
  • Η πολιτική βία: εκδηλώνεται με πολιτικούς ανταγωνισμούς, διαδηλώσεις, απεργίες, επαναστάσεις, πολιτικές δολοφονίες.
  • Η Επανάσταση.
  • Η βία στις διεθνείς σχέσεις: είναι οικονομική, πολιτική, πολεμική. Σ’ όλες τις μορφές της ισχύει το δόγμα: «Το δίκαιο βρίσκεται στο πλευρό του ισχυροτέρου».
  • Ο πόλεμος: η χειρότερη μορφή βίας.

Πρέπει να διευκρινιστεί πως η εκάστοτε βία μπορεί να συνδυάζει ποικίλες μορφές. Για παράδειγμα, μια επανάσταση μπορεί να είναι πολιτική – αμυντική – συνειδητή – ομαδική βία.

«Ο φαύλος κύκλος διαρκώς επεκτείνεται, γιατί καθένας θεωρεί τη βία που ασκεί σαν αντι-βία. Το «Κράτος» έχοντας το μονοπώλιο του καταναγκασμού και ελέγχοντας τους μηχανισμούς της νόμιμης βίας κτυπά τις δυνάμεις της «ανατροπής». Ισχυρίζεται ότι είναι μια αντι-βία. Η «Επανάσταση», επικαλούμενη την ανάγκη απόλυτης αναγνώρισης του ανθρώπου από τον άνθρωπο και την επιδίωξη του γενικού κοινωνικού καλού, χτυπά την κρατική βία. Η επαναστατική βία αυτοορίζεται και αυτή σαν αντι-βία. Η συνολική βία είναι για όλους μια άμυνα. Την επικαλούνται, μάλλον, σαν άμυνα. Στο βάθος, αυτό προδίδει την τραγική ανασφάλεια της ανθρωπότητας. Όλοι νιώθουν αμυνόμενοι. Αμύνονται επιθετικά, σπασμωδικά υπό το κράτος ενός παραλυτικού επικείμενου κινδύνου. Επειδή ποτέ δεν είναι βίαιος ο αυτάρκης, ο πλήρης εσωτερικά και ιδεολογικά».

Παν. Φωτέας

Η Επιθετικότητα: έμφυτο ή επίκτητο στοιχείο της ανθρώπινης προσωπικότητας;

                 Από τα πρώτα της ήδη βήματα η ανθρώπινη διανόηση είχε θεωρήσει την επιθετικότητα ως βασικό νόμο της ζωής, νόμο της φύσης που διέπει, επομένως, και τη ζωή των ανθρώπων. «Πόλεμος πάντων πατήρ», έλεγε ο Ηράκλειτος, «homo homini lupus» (ο άνθρωπος είναι λύκος για το συνάνθρωπο) ο Πλαύτος και ο Thomas Hobbes  αργότερα επαναλάμβανε: «Η μοίρα του ανθρώπου … είναι πόλεμος πάντων κατά πάντων».

Ψυχολόγοι, ψυχαναλυτές, γιατροί και κοινωνιολόγοι στις αρχές του αιώνα μας επιχείρησαν  την ανατομία της ανθρώπινης επιθετικότητας και κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η επιθετικότητα είναι η εκδήλωση ενός ορμέμφυτου, ενός βασικού ζωικού ενστίκτου, σύμφυτου βιολογικά με το ανθρώπινο είδος. Ο Γάλλος κοινωνιολόγος Gabriel Tarde έγραψε πως «η επιθετικότητα δε θα εκλείψει από τη ζωή μας, κι αν ο πόλεμος καταργηθεί». Πίστευε πως η επιθετικότητα είναι ένα ένστικτο, έμφυτο στον άνθρωπο και πως οι κοινωνικοί παράγοντες, όσο κι αν επιδρούν στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας, δεν είναι ικανοί να ξεριζώσουν την άγρια αυτή φύση του ανθρώπου. Ο Freud συμφωνούσε με τον «ακαταμάχητο» χαρακτήρα του ζωικού ενστίκτου και πίστευε πως στόχος της ανθρώπινης επιθετικότητας ( της καταστροφής, αλλά και της αυτοκαταστροφής) είναι η εξυπηρέτηση  του «ενστίκτου του θανάτου» (όπως  η σεξουαλικότητα εξυπηρετεί το «ένστικτο της ζωής». Ο Γάλλος γιατρός  Λεμπουαγιέ πίστευε πως η βία είναι ένα φαινόμενο φόβου. Εξηγούσε μάλιστα πως «ένα ζώο επιτίθεται τη στιγμή που φοβάται ότι θα κινδυνεύσει από τον αντίπαλό του». «Χτυπάς, για να μη χτυπήσουν την αμφίβολη ύπαρξή σου». Επομένως, η επιθετικότητα οφείλεται στο φόβο και στόχο έχει την επιβίωση.

Στο ένστικτο της επιβίωσης βασίζεται η επιθετικότητα και κατά την άποψη του νομπελίστα βιολόγου Konrad Lorenz, που υποστηρίζει πως η επιθετικότητα «είναι ένα θεμελιακό μέρος της οργάνωσης των ενστίκτων για τη διατήρηση της ζωής». Το άτομο επιτίθεται, για να επιζήσει, για να εξασφαλίσει την ύπαρξή του. Βέβαια, ο Λόρεντς αποδέχεται την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος και πιστεύει ότι χωρίς τη «μαθητεία» του σ’ αυτό «ο άνθρωπος θα ήταν ανεύθυνο πιόνι των ενστικτωδών παρορμήσεών του. Κάθε πολιτισμένη κοινωνική ζωή προϋποθέτει ότι ο άνθρωπος θα μάθει να κυριαρχεί στα ένστικτά του. Οι ενστικτώδεις παρορμήσεις του και ο συνειδητός έλεγχός τους, που επιβάλλεται από την κοινωνία, σχηματίζουν ένα ενιαίο σύστημα, στο εσωτερικό του οποίου οι δυο αυτοί παράγοντες είναι συμπληρωματικοί». Αλλά «μια ελάχιστη αύξηση της μείωσης της δόσης στη μία ή στην άλλη πλευρά, προκαλεί ανωμαλίες, πολύ πιο εύκολα απ’ όσο φαντάζονται όλοι όσοι έχουν την τάση να πιστεύουν στην παντοδυναμία της ανθρώπινης λογικής και εκπαίδευσης. Ο βαθμός στον οποίο ο άνθρωπος κατορθώνει ν’ αντισταθμίζει τα ένστικτά του και να κυριαρχεί πάνω σ’ αυτά, είναι δυστυχώς πολύ περιορισμένος». Πιστεύει πως οι άνθρωποι με «ελαττωματική συναισθηματικότητα» έχουν ελάχιστες πιθανότητες να μεταβληθούν σε κοινωνικά άτομα, άρα είναι πλάνη η πίστη στην παντοδυναμία της κοινωνικής εκπαίδευσης.

                «…Στις διαλέξεις του στην κλινική Μένινγκερ της Τοπέκα, ο Φρ. Χάκερ ανέφερε την περίπτωση ενός νεαρού δολοφόνου που υποβλήθηκε σε ψυχοθεραπευτική αγωγή. Ύστερα από ορισμένο χρονικό διάστημα θεωρήθηκε «θεραπευθείς» και αφέθηκε ελεύθερος. Σχεδόν αμέσως διέπραξε δεύτερο φόνο και στη συνέχεια άλλους τρεις. Χρειάστηκε να περιμένουν να εκτελέσει ο εγκληματίας το πέμπτο θύμα του, για να δεχτεί η κοινωνία, η διαπνεόμενη από ανθρωπιστικές, δημοκρατικές και μπηχεβιοριστικές αρχές, ότι ο άνθρωπος αυτός αποτελούσε δημόσιο κίνδυνο». (Κ. Λόρεντς)

                Υπάρχουν όμως και οι αντίθετες απόψεις των μπηχεβιοριστών και θεωρητικών του «περιβάλλοντος», που υποστηρίζουν ότι η βία  δεν είναι φαινόμενο ατομικής ψυχολογίας (ένστικτο), αλλά κοινωνικό προϊόν, επίκτητο χαρακτηριστικό της ψυχολογίας του ανθρώπου, αντανάκλαση ενός βίαιου κοινωνικού περιβάλλοντος. Πιστεύουν πως το άτομο εξωθείται στην επιθετικότητα από κοινωνικές επιδράσεις, που είναι πάντοτε ισχυρότερες από τις έμφυτες τάσεις του.

«…Η επιθετικότητα και η βία μπορεί ν’ αποτελούν ενστικτώδικες ανθρώπινες παρορμήσεις, από εκείνες μάλιστα που θεωρούνται κατώτερες και ακατέργαστες. Δεν αποτελούν όμως αληθινά ένστικτα ζωής, όπως το ένστικτο της αναπαραγωγής ή της αναζήτησης της τροφής. Η αντίθετη άποψη εκπορεύεται από φιλοσοφίες ολοκληρωτικές και υπήρξε πάντοτε θεωρητικό υπόστρωμα για τη δικαιολογία των εγκλημάτων της βίας της κάθε εποχής, από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας». (Ν. Ζακόπουλος)

                Όπως πάντα, η αλήθεια βρίσκεται στη μέση. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως το ένστικτο της επιβίωσης (άρα και της επιθετικότητας) θα χαρακτηρίζει παντοτινά την ανθρώπινη φύση. Υπάρχει μέσα στον άνθρωπο ένα ζωικό ψυχολογικό υπόστρωμα που μορφοποιείται μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον, ανάλογα με τις εμπειρίες, τα ερεθίσματα, την επίδραση από τις πολιτιστικές αξίες. Δεν παύει όμως ποτέ να υπάρχει και να εκδηλώνεται, κάθε φορά που οι συνθήκες το ευνοούν…

«…Φυσικά, τα ίχνη αυτά του «αγρίου» που εξακολουθεί να υπάρχει μέσα μας, δεν τα αντιλαμβανόμαστε στις ομαλές καταστάσεις μιας ήρεμης και ειρηνικής ζωής. Τότε ο ψυχικός μας κόσμος παρουσιάζει μια επιφάνεια εξαιρετικά στιλπνή και περιποιημένη. Είμαστε σε όλα πολύ καθώς πρέπει άνθρωποι, με αντιλήψεις πολιτισμένες, αισθήματα ήμερα και νόμιμες, κατά πάντα θεμιτές εφέσεις. Μόλις όμως φουρτουνιάσει η ζωή μας, μόλις μπλεχτούμε σε περιπέτειες ταραγμένες και απροσδόκητες -πολέμους, λοιμούς, λιμούς, καταποντισμούς,  αγωνίες της ερωτικής και της οικονομικής ζωής, έριδες κάθε λογής και τα παρόμοια- τότε σπάζει η ωραία γυαλιστερή κρούστα, κρατήρες ανοίγονται απάνω στην επιφάνεια της ψυχής και από τα έγκατά της ανεβαίνει φλόγα ανακατεμένη με λάσπη – η λάβα της βαρβαρότητας, της αγριότητας, του πρωτογονισμού. Ξαναγινόμαστε άνθρωποι της νεολιθικής, της παλαιολιθικής εποχής, άγριοι των σπηλαίων, εκείνα τα τρομαγμένα, τα σκληρά και αδυσώπητα όντα του καιρού των παγετώνων… Μισούμε, φθονούμε, χαιρεκακούμε, αρπάζουμε, σπαράζουμε, ζευγαρώνουμε σαν άνθρωποι της προκατακλυσμιαίας εποχής -με τρόπους όμως «εξελιγμένους», είτε στα μέσα είτε στα προσχήματα, στις ιδεολογικές καλύπτρες των πράξεών μας. Εδώ μόνο εκδηλώνεται η «καλλιέργεια» και ο «εξευγενισμός» μας. Δηλαδή για να το πούμε ωμά, στην προσποίηση…». (Ευ. Παπανούτσος)

                Ο Erich Fromm διακρίνει δύο είδη επιθετικότητας: την «καλοήθη» ή «αμυντική» επιθετικότητα, αυτήν την τάση που ενεργοποιείται και εκδηλώνεται, όταν κινδυνεύει το άτομο, όταν απειλούνται τα ζωτικά του συμφέροντα. Αυτό το είδος της επιθετικότητας χαρακτηρίζει όλα τα ζώα, γιατί εξυπηρετεί την επιβίωση. Απ’ την άλλη, υπάρχει η «κακοήθης» επιθετικότητα, η καταστροφικότητα και η σκληρότητα που δε στηρίζεται σε ζωτικά συμφέροντα. Ο άνθρωπος σκοτώνει πληγώνει, επιτίθεται, όχι για να επιβιώσει, όχι γιατί κάποιος τον απειλεί, αλλά για να επιτεθεί, να επιβληθεί, να έχει εξουσία, να νιώσει την ικανοποίηση της καταστροφής…

«…Αν κρίνουμε τους ανθρώπους απ’ τους μυστικότερους πόθους και τα ένστικτά τους, η ανθρωπότητα αποτελείται από μια σπείρα δολοφόνων», έλεγε ο Φρόυντ. (Κι όχι μόνο απ’ τους μυστικούς πόθους τους, αλλά κι από πλήθος φανερότατες κι «ενδοξότατες» πράξεις τους. «Αν εξαιρέσουμε ορισμένα τρωκτικά, κανένα άλλο σπονδυλωτό δε συνηθίζει να σκοτώνει άτομα του ίδιου είδους. Κανένα άλλο ζώο δεν αντλεί πραγματική ευχαρίστηση με την επιβολή μιας σκληρής συμπεριφοράς πάνω σ’ ένα άλλο της ίδιας οικογένειας», γράφει ο Άντονυ Στορρ. Κι ο N. Tinbergen: «Από τη μια μεριά, ο άνθρωπος συγγενεύει με πολλά είδη ζώων σε τούτο: ότι πολεμάει το είδος του. Απ’ την άλλη, μόνος αυτός  μέσα στις χιλιάδες είδη που πολεμάνε, διαλύεται σ’ αυτόν τον πόλεμο… Ο άνθρωπος είναι το μόνο είδος που επινόησε μαζικές δολοφονίες, είναι η μόνη παραφωνία μέσα στην ίδια του την κοινωνία». Κι όλοι συμφωνούν πως αυτή η επιθετικότητα -ιδιαίτερα «στην πολιτισμική και τεχνολογική κατάσταση όπου βρίσκεται σήμερα ο άνθρωπος»- αποτελεί «το πραγματικό πρόβλημα και τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την ύπαρξη του ανθρώπινου είδους». Είναι πασίγνωστο, άλλωστε, πως αυτή τη «ροπή καταστροφής» την αξιοποίησαν στο έπακρο οι κάθε είδους φασισμοί και ολοκληρωτισμοί…

                Τι, όμως, προκαλεί αυτή την «κακοήθη επιθετικότητα»; Κάποια έμφυτη «κακότητα» του ζώου «άνθρωπος», κάποιο «ένστικτο καταστροφής»; Ή ένα «πάθος» (ένα «ακόλαστο πάθος»), καρπός κι αυτό ειδικών βιοτικών και κοινωνικών παραγόντων και συνθηκών;

                Δύσκολα θ’ αρνηθεί κανένας πως η ροπή στην καταστροφή, η «καταστροφικότητα», έχει τις ρίζες της στην απομόνωση και στην αδυναμία του ατόμου μέσα κι εμπρός στον κόσμο και στη ζωή…».

                                                                                                                           (Μ. Πλωρίτης)

 

 ΒΙΑ   και  ΕΞΟΥΣΙΑ

                 Στην  ελληνική μυθολογία η Βία είναι η προσωποποίηση της υπέρτερης δύναμης. Είναι αδελφή του Ζήλου, της Νίκης και του Κράτους και σύμμαχος του Δία, ο οποίος την τιμά ιδιαίτερα και την κρατά πάντα στο πλευρό του, μαζί με τον αδελφό της, το Κράτος (προσωποποίηση της δύναμης, της κυριαρχίας, της εξουσίας). Στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του ο Αισχύλος εμφανίζει τη Βία και το Κράτος να παρακολουθούν στον Καύκασο το κάρφωμα του Προμηθέα (του ημίθεου που αψήφησε την εξουσία του Δία) ως εκπρόσωποί  του.

Κάτι, ακόμη, που τεκμηριώνει τη στενότατη σχέση της βίας με την εξουσία είναι ότι στη λατινική γλώσσα μια μόνο λέξη δηλώνει και τη βία και τη δύναμη: «vis». Η βία είναι δύναμη, λοιπόν, και την εξουσία μπορεί να έχει μόνον εκείνος που χρησιμοποιεί τη βία.

                «…Φυσικά, δεν πρόκειται για προνόμιο του καιρού μας. Πέρ’ από απλοϊκές χρηστομάθειες και υποκριτικές ηθικολογίες, όλοι ξέρουμε (και το μάθαμε «ιδίαις δαπάναις») πως το Κράτος -κάθε Κράτος, από καταβολής Κράτους-, στηρίζεται στη δύναμη και στον καταναγκασμό. […] Επικροτώντας ή κατακρίνοντας, φιλόσοφοι και πολιτειολόγοι αναγνώρισαν, όλοι, το «σκληρό τούτο γεγονός». Απ’ τον ιδεαλιστή Πλάτωνα που δίδασκε πως «ο νομοθέτης πρέπει να χρησιμοποιεί δυο τρόπους για να κάνει σεβαστούς τους νόμους: την πειθώ και τη βία» (Δυοίν χρήσθαι προς τας νομοθεσίας, πειθοί  και βία) ως τον επαναστάτη Σαιν Ζυστ που παραδεχόταν πως «η δύναμη δε δημιουργεί ούτε λογική ούτε δίκιο, κι όμως είναι ίσως απαραίτητη για να επιβάλει το σεβασμό του δικαίου και της λογικής». Κι από τον κομμουνιστή Τρότσκυ, που έλεγε στο Μπρεστ-Λιτόβφσκ πως «κάθε κράτος θεμελιώνεται πάνω στη δύναμη» ως το φιλελεύθερο Μαξ Βέμπερ που υπερθεμάτιζε ότι «στην εποχή μας η σχέση κράτους και βίας είναι εξαιρετικά στενή»…».

Μάριος Πλωρίτης

                «…Φυσικά, η «επίσημη» βία γεννά την «ανεπίσημη» αντίδραση, την εξανάσταση, την επανάσταση -που κι αυτή στη βία καταφεύγει. «Μαμμή κάθε επίτοκης κοινωνίας» την ονόμαζε ο Μαρξ κι ο Μάο Τσε Τουνγκ κήρυττε: «Η εξουσία βρίσκεται στην άκρη του όπλου μας».

                Για τούτο κι επινοήθηκε η διάκριση ανάμεσα στη νόμιμη και στην παράνομη βία. Και νόμιμη, βέβαια, είν’ εκείνη που ασκεί το κράτος με βάση τους νόμους του, τη δικαιοσύνη του, τα όργανά του, ενώ παράνομη εκείνη που ασκείται εναντίον του, αμφισβητώντας τη δικαιοσύνη των νόμων και των οργάνων του. «Το κράτος αποτελεί σχέση κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο, στηριγμένη στο μέσον της νόμιμης βίας (δηλαδή της βίας που θεωρείται νόμιμη)», έγραφε πριν από 55 χρόνια ο Μαξ Βέμπερ.

                Κάθε κράτος έχει την ανάγκη να πείσει για τη νομιμότητα της βίας του, αφού ακρογωνιαίος λίθος της υπόστασής του είναι ο νόμος που (κατά τεκμήριον) εκφράζει τις αντιλήψεις του συνόλου (ή της πλειοψηφίας) των πολιτών του («Όλες οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τη βία -έλεγε ο Βιλφρέντο Παρέτο- κι όλες ισχυρίζονται πως στηρίζονται στη λογική»). Ενώ, παράλληλα, πρέπει το κράτος να πείσει για την ανομία, για το αδικαιολόγητο, για την εγκληματικότητα της εναντίον του βίας. Κι οι λόγοι δεν είναι «ηθικοί», αλλά καθαρά πρακτικοί: το όπλο της νομιμότητας (δηλαδή, η απειλή κυρώσεων για τους παραβάτες) δεν έχει μικρότερη εμβέλεια απ’ τα πραγματικά πυροβόλα, για την πρόληψη της αντικρατικής βίας ή για την αντίκρουση και την καταστολή της. Πολύ περισσότερο σήμερα, όπου το κράτος «διεκδικεί μ’ επιτυχία το μονοπώλιο της νόμιμης φυσικής βίας -λέει πάλι ο Μαξ Βέμπερ- και θεωρεί πως είναι η μοναδική πηγή του «δικαιώματος» προσφυγής στη βία»… Όπως πάντα, όπως σ’ όλα, η βία είναι ιερή και σώτειρα όταν την κραδαίνουν τα χέρια των κρατούντων, αλλά είναι ανίερη και προδοτική, όταν τολμούν να την αγγίξουν τα’ ακροδάχτυλα των «κρατουμένων»…

                Άλλο το θέμα αν ο αμφισβητίας, ο εξεγερμένος, ο επαναστάτης θεωρεί πως νόμιμη και δίκαιη είναι η δική του βία, και παράνομη η βία του κράτους, αφού στηρίζεται σε νόμους άδικους γι’ αυτόν. Άλλο το θέμα αν το ίδιο το κράτος ξεπερνά συχνά τα όρια της «νόμιμης» βίας και καταφεύγει σε βία που, ακόμη και με τα δικά του τα κριτήρια, καταντά «παράνομη». Όπως πάντα, όπως σ’ όλα, η «νομιμότητα» που (υποτίθεται ότι) την καθορίζει ο απρόσωπος κι αντικειμενικός νόμος, γίνεται υπόθεση καθαρά υποκειμενική, που «χρωματίζεται» έτσι ή αλλιώς ανάλογα με το πρίσμα -και τα συμφέροντα- του εκάστοτε κρίνοντος ή βιάζοντος.

                Όλοι ξέρουμε τα απλά τούτα. Κι όλοι ξέρουμε (και πώς!) τις μορφές που παίρνει η «επίσημη» βία: γενική και ειδική, φυσική και ψυχολογική. Ειδική, όταν σκοπεύει ορισμένα άτομα ή ομάδες εξεγερμένες ή και μόνο ύποπτες (ταξικά, φυλετικά κτλ.). Γενική, όταν στρέφεται εναντίον του συνόλου των πολιτών, που θεωρούνται υποψήφιοι «εχθροί»… Για τους πρώτους, τους λίγους, τους επώνυμους, χρησιμοποιείται τόσο η φυσική όσο και η ψυχολογική βία, ενώ πάνω στους δεύτερους, τους πολλούς, τους ανώνυμους, δεν μπορεί ν’ ασκηθεί παρά μόνο η δεύτερη.

                Κι όλοι ξέρουμε (και πόσο!) ότι για τα’ αντιδραστικά, τυραννικά, ολοκληρωτικά καθεστώτα η βία δεν είναι στήριγμα μόνο, αλλά υπαρξιακή ανάγκη, απαράβατος όρος της υπόστασής τους -μαζί, βέβαια, με την άλλη, ομογάλακτη αδερφή της, την απάτη. Τα καθεστώτα που μοναδικό τους νόμο έχουν την αυθαιρεσία και μοναδικό τους μέσον την καταπίεση, δεν μπορούν ν’ αναπνεύσουν, παρά με τους τεχνητούς πνεύμονες της εξαπάτησης που παρουσιάζει την ανομία για νομιμότητα, και της βίας που επιβάλλει τη συμμόρφωση με τις επιταγές αυτής της κίβδηλης νομιμοφάνειας. «Πραγματική κυριαρχία υπάρχει μόνο εκεί όπου υπάρχει πραγματική υποταγή» έγραφε ο Χίτλερ στο διαβόητο «Αγώνα» του. Και την υποταγή ενός ολόκληρου λαού, την εξασφαλίζει, πάνω απ’ όλα, η ψυχολογική βία, ο φόβος…».

Μάριος Πλωρίτης

 ΤΑ  ΑΙΤΙΑ  ΤΗΣ  ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ  ΒΙΑΣ

 «Θερίζεις  αυτό που σπέρνεις. Η βία πάντα προκαλεί τη βία».

                                                                              Shelley

 1.    To ένστικτο της επιθετικότητας εντείνεται ιδιαίτερα  στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, με τους απάνθρωπους όρους διαβίωσης. Η αλλοτριωμένη, επικίνδυνη, ασφυκτική, αγχωτική ζωή του ανθρώπου μέσα σ’ αυτές προκαλεί αυτό που ο K. Lorenz ονομάζει «αστική απόγνωση».
          «Πολυάριθμα πειράματα που έχουν γίνει σε ζώα έδειξαν ότι η επιθετικότητα μεταξύ ζώων του ίδιου είδους μπορεί ν’ αυξηθεί απ’ το συνωστισμό. Όποιος δεν έτυχε να βρεθεί σε αιχμαλωσία ή σε όποια ανάλογη κατάσταση, όπου συγκεντρώνονται διά της βίας πολυάριθμα άτομα, είναι ανίκανος να φανταστεί σε ποιο βαθμό έντασης μπορεί να φτάσει κι ο ελάχιστος ερεθισμός… Η γενικευμένη έλλειψη προσήνειας, που μπορούμε να παρατηρήσουμε σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις, είναι ανάλογη -και αυτό είναι φανερό- προς την πυκνότητα των ανθρώπινων μαζών που βρίσκονται συναθροισμένες σε ορισμένες περιοχές…» (Κ. Lorenz)
2.    Την εγκληματικότητα υποθάλπει και η ανωνυμία μέσα στην απρόσωπη γιγαντούπολη. Στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, όχι μόνον είναι αφόρητα ενοχλητική η παρουσία του συνανθρώπου, αφού περιορίζει την ελεύθερη δραστηριότητα, αλλά και οι σχέσεις των ανθρώπων είναι απρόσωπες, τυπικές συμβατικές. Η έλλειψη της ουσιαστικής επαφής , το αίσθημα της μοναξιάς και της αδιαφορίας του περίγυρου, σε συνδυασμό με το άλλοθι της ανωνυμίας μέσα στη μάζα, αποτελούν πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση της εγκληματικότητας.
3.    Ο σκληρός ανταγωνισμός των ανθρώπων σήμερα, ο πάση θυσία υποσκελισμός των άλλων για την επιβολή, την υπεροχή και την καταξίωση, εύκολα οδηγεί στην εκμετάλλευση των συνανθρώπων, στην καταπάτηση των δικαιωμάτων του.
4.    Η καταξίωση μέσω της ευζωίας, της υλικής επιτυχίας, έχει διαποτίσει την ψυχή του ανθρώπου. Η «ευτυχία» που υπόσχεται, όμως, ο υλικός ευδαιμονισμός δεν είναι προσιτή στον καθένα και έτσι συχνά υλοποιείται με αθέμιτα μέσα. Μια κοινωνία που έχει θέσει ως υψηλότερο στόχο και ιδανικό των ανθρώπων της την κατανάλωση και τον πλουτισμό δεν μπορεί παρά να προσανατολίζει τα μέλη της στην πάση θυσία απόκτηση του χρήματος. Η παρανομία  είναι ένας δρόμος εύκολος και πολύ δελεαστικός.
5.    Απόρροια του υλιστικού και ανταγωνιστικού χαρακτήρα της κοινωνίας μας είναι και η υπερίσχυση του ατομικού συμφέροντος εις βάρος του κοινωνικού. Η φετιχοποίηση του ατομικού κέρδους παραγκωνίζει το σεβασμό της αξίας και των δικαιωμάτων των συνανθρώπων και εξασθενίζει την κοινωνική συνείδηση, την πίστη στην υγεία του συνόλου.
6.    Η κοινωνικοποίηση των νέων είναι το ευρύτερο πλαίσιο της αναζήτησης των αιτίων της εγκληματικότητας.

          Αφενός, οι νέοι μιμούνται και ενστερνίζονται τη νοοτροπία και τη συμπεριφορά των μεγάλων. Έχει ειπωθεί πως «Η νεαρή βαρβαρότητα έχει ενήλικους γονείς» και είναι απόλυτα σωστό. Οι ώριμοι δεν αποτελούν υγιή πρότυπα για τους νέους ή  δεν καταφέρνουν -ελλείψει χρόνου και διάθεσης- να ηθικοποιήσουν τους νέους, να τους διδάξουν την υπευθυνότητα.

Αφετέρου, τα υποκριτικά ηθικά κηρύγματα οδηγούν την ευαίσθητη και αγνή ψυχή των νέων στην εξέγερση, στην αγανάκτηση και στην εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς. Η ζωτικότητα των νέων μεταβάλλεται σε επιθετικότητα και καταστροφικότητα με τη συνειδητοποίηση της υποκρισίας, της απανθρωπιάς, της αδικίας , που χαρακτηρίζουν την κοινωνία μας. Η κοινωνική ανισότητα πληγώνει την ευαισθησία τους, ενταφιάζει τα όνειρά τους και γαλβανίζει την αγανάκτησή τους. Ορισμένοι οδηγούνται στην περιθωριοποίηση, επιτίθενται στο κατεστημένο, παρασύρονται λόγω της νεανικής ορμής σε μορφές αρνητικής αμφισβήτησής του και οδηγούνται αναπόφευκτα στη βίαιη και εγκληματική συμπεριφορά.

7.    Η παρόξυνση της επιθετικότητας ως ανάγκης για  εκτόνωση  οφείλεται και στο άγχος που προκαλεί  ο ψυχοφθόρος  τρόπος ζωής στην κοινωνία μας. Η ψυχολογική πίεση που υφίσταται ο άνθρωπος στην εποχή μας είναι φαινόμενο καθημερινό σε κάθε τομέα της δραστηριότητάς του: στην οικογενειακή ζωή, στο χώρο εργασίας και αλλού.

8.    Η ανεργία, ένα συνεχώς διογκούμενο πρόβλημα στην εποχή μας, έχει ως συνέπεια την περιθωριοποίηση των ατόμων που στερούνται το δικαίωμα στην εργασία. Ο άνεργος δεν εντάσσεται οργανικά στο σύνολο, επομένως στερείται κοινωνικής συνείδησης.  Δεν μπορεί να σεβαστεί τους νόμους και τις αξίες μιας κοινωνίας που τον αρνείται, μιας κοινωνίας που δεν αναγνωρίζει το δικαίωμά του στη ζωή. Έτσι, λοιπόν, εξωτερικεύοντας την αγανάκτηση και την πικρία του, εύκολα υιοθετεί αντικοινωνική συμπεριφορά. Εξάλλου, είναι επιτακτική η ανάγκη της επιβίωσης ή της υλοποίησης του καταναλωτικού οράματος. Άρα το έγκλημα γίνεται συχνά η μόνη διέξοδος.

Εξάλλου, σύμφωνα με τους ψυχολόγους, όλος ο δυναμισμός, η ενεργητικότητα του ατόμου, πρέπει οπωσδήποτε  να βρει διέξοδο, να διοχετευτεί σ’ ένα έργο. Όταν, λοιπόν, το άτομο δεν εκφράζει τη ζωτικότητά του δημιουργικά, στρέφεται στην καταστροφή, όχι μόνο για να εκτονωθεί, αλλά και για να αποδείξει την ύπαρξή του.

Επομένως, σε βίαιες και καταστροφικές ενέργειες οδηγεί γενικότερα η έλλειψη του αισθήματος της δημιουργίας. Είναι ένα κενό που δε χαρακτηρίζει μόνο τους άνεργους, αλλά και πολλούς από τους εργαζόμενους της εποχής μας, λόγω της μηχανοποίησης και της αλλοτρίωσης στον τομέα της εργασίας.

          «… Η βία γοητεύει, γιατί είναι η άλλη όψη του μόνου πράγματος που ο άνθρωπος μοιράζεται με το Θεό: της ικανότητας για δημιουργία. Η δημιουργία χρειάζεται ταλέντο και η βία όχι, αλλά και οι δύο δίνουν τα ίδια αποτελέσματα: μεταμορφώνουν τη φυσική ύλη, προσφέρουν μια διέγερση… και μια αίσθηση δύναμης…». (Antony Berdges)

9.    Η γενικότερη πολιτιστική – ηθική κρίση της εποχής μας  ευνοεί την ανάπτυξη της εγκληματικότητας. Η κρίση των θεσμών και των αξιών, η κατάρρευση των ιδανικών, η έλλειψη σταθερών ηθικών σημείων αναφοράς, στερούν από τον άνθρωπο της εποχής μας τα απαραίτητα ηθικά ερείσματα για μια αξιοπρεπή ζωή

«…Αξιώματα ηθικά, όπως ο σεβασμός της ανθρώπινης ζωής, ανασταλτικά, όπως ο φόβος της τιμωρίας και η ντροπή για τον κοινωνικό διασυρμό που συνεπάγεται η αδικοπραγία και, τέλος, η έμφυτη αποστροφή προς αυτή την ίδια την πράξη βίας, δείχνουν να έχουν αμβλυνθεί, υποχωρήσει, σχετικοποιηθεί. Τη θέση τους στον κατάλογο αξιών των εφήβων και ενηλίκων καταλαμβάνουν όλο και περισσότερο ο πάση θυσία ευδαιμονισμός, η εύκολη, περιστασιακή διασκέδαση, η με κάθε τρόπο «εκτόνωση» κάθε απωθημένου. Χωρίς αναστολές, επιφυλάξεις, δισταγμούς…». (Εφ.  Μεσημβρινή, 12/5/82)

      «… Ο άνθρωπος που αντιμετωπίζει την ίδια του τη ζωή και αυτή των συνανθρώπων του σαν κάτι χωρίς νόημα, δεν είναι απλώς δυστυχής, αλλά και σχεδόν ανάξιος να ζει…». (Αλ. Άινστάιν)

10.    Η ροπή του σύγχρονου ανθρώπου προς τη βιαιοπραγία και την εγκληματική συμπεριφορά πηγάζει και από το κενό της ανθρωπιστικής παιδείας που διακρίνει την εποχή μας. Οι τεχνοκρατικοί προσανατολισμοί της κοινωνίας μας και τα υλιστικά οράματα των μελών της δεν αφήνουν περιθώρια ενασχόλησης με τις ανθρωπιστικές σπουδές, με αποτέλεσμα να παρατηρείται έλλειψη ιδεολογικών και ηθικών προσανατολισμών, αμοραλισμός και ανευθυνότητα, κατάρρευση του ανθρωπισμού. Μόνον η ανθρωπιστική παιδεία θα μπορούσε να εγγυηθεί το σεβασμό στην αξία του ανθρώπου και στα δικαιώματά του.

«Ο άνθρωπος ως ηθικό πρόσωπο, επομένως ως πρόσωπο ιερό κι αξιοσέβαστο, πέθανε. Επομένως, κάθε μορφή βίας και τρομοκρατίας σε βάρος του είναι πια ανεκτή». (Κ. Τσιρόπουλος)

11. Τα Μ.Μ.Ε. δεν είναι άμοιρα ευθυνών για τη διόγκωση των φαινομένων βίας και εγκληματικότητας, αφού προβάλλουν διαρκώς τη βία ως τρόπο ζωής,  μέσο επίλυσης των διαφορών και υπερίσχυσης. Οι νέοι εθίζονται σταδιακά στη βία, εξοικειώνονται μ΄ αυτήν τη στάση ζωής. Ηρωοποιούν τους δολοφόνους και όλους όσους επιβάλλονται με τη σωματική τους δύναμη  -η δύναμη είναι εκείνη που καθορίζει το δίκαιο. Η μίμηση των προτύπων είναι ένας από τους ισχυρότερους μηχανισμούς κοινωνικοποίησης των παιδιών και των εφήβων. Όσοι παρακολουθούν βίαιη συμπεριφορά ασυνείδητα και σταδιακά την ενστερνίζονται και την εκδηλώνουν, όταν βρεθούν υπό την επίδραση ευνοϊκών παραγόντων.

Υπάρχει, βέβαια, και η  αντίθετη άποψη, σύμφωνα με την οποία, η προβολή της βίας και του εγκλήματος από τα Μ.Μ.Ε. όχι μόνον είναι αναπόφευκτη (αφού αυτά αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα), αλλά και αναγκαία για την κοινωνικοποίηση των νέων, για την ομαλή προπαρασκευή της ένταξής τους σ΄ έναν κόσμο σκληρό, ανταγωνιστικό και βίαιο. Πρέπει να αποδεχτούμε εν μέρει την ορθότητα της άποψης αυτής, όμως δεν πρέπει να αποπροσανατολιστούμε από την ουσία του προβλήματος. Το πρόβλημα δεν είναι η προβολή της βίας, αλλά η αναγωγή της σε τρόπο ζωής. Το πρόβλημα δεν είναι η προβολή των εγκληματιών, αλλά η μυθοποίηση και η ειδωλοποίησή τους. To πρόβλημα εντέλει δεν είναι η προβολή της βίας, αλλά ο τρόπος με τον οποίο προβάλλεται και ο κίνδυνος για τα παιδιά και τους νέους έγκειται στην έλλειψη δυνατότητας για κρίση και κατάκρισή της.

12. Ευθύνες, όμως, για την επίταση του εγκλήματος βαρύνουν και τους θεσμούς της Πολιτείας που είναι αρμόδιοι για την καταστολή του. Φαινόμενα διαφθοράς ή εγκληματικής συμπεριφοράς δε λείπουν, δυστυχώς, και μέσα στους κόλπους του διωκτικού μηχανισμού. Το σωφρονιστικό σύστημα, εξάλλου, συχνά αναπαράγει την εγκληματικότητα, αντί να σωφρονίζει και να μεριμνά για την ομαλή επανένταξη του εγκληματία στο κοινωνικό σύνολο.

 ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ –ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

 Α.  Για το θύτη –δράστη

1. Ηθική εξαχρείωση του ατόμου

– η βία παρέχει διέξοδο στα ζωώδη ένστικτα, στα καταστροφικά πάθη.

– περιορίζει τη δυνατότητα αυτοελέγχου.

– περιστέλλει/υπονομεύει την εσωτερική / ηθική ελευθερία.

– καθιστά τον άνθρωπο δέσμιο των παθών του, άθυρμα των παρορμήσεών του.

– εκφυλίζει την προσωπικότητα, την αξιοπρέπεια, την αξία του ως ανθρώπου.

2.    Ατομικισμός –ανευθυνότητα

– ο εγκληματίας δε σέβεται τους συνανθρώπους του, τον τυφλώνει το ατομικό συμφέρον.

– φανατίζεται.

– γίνεται ρατσιστής.

– ενισχύεται στη συνείδησή του η πίστη στη βία ως μέσο επίλυσης των διαφορών  και επιβολής του ισχυροτέρου.

– υποστηλώνεται το πνεύμα της βίας και όχι του διαλόγου.

– πιστεύει πως υπερέχει η δύναμη και όχι το δίκαιο, η λογική ή ο ανθρωπισμός.

– κατακρημνίζονται εντός του οι ηθικές αξίες.

 

Β. Για το θύμα ή το υποψήφιο θύμα (όλοι είμαστε υποψήφια θύματα)

3.Φαλκίδευση των κυριότερων ανθρώπινων δικαιωμάτων και ελευθεριών

– ζωή, τιμή, ασφάλεια, περιουσία, ελευθερία σκέψης –έκφρασης – δράσης.

– υπονόμευση της ποιότητας της ζωής.

– πλήγμα στα ιδεώδη του ανθρωπισμού.

 

4.Αύξηση του άγχους της επιβίωσης

– ανασφάλεια, φόβος, αγωνία.

– διαρκής αμυντική στάση απέναντι στο συνάνθρωπο, που θεωρείται πιθανός εχθρός.

– υπονόμευση της ψυχικής γαλήνης.

 

Γ. Για το κοινωνικό σύνολο

5. Ένταση της κρίσης στις ανθρώπινες σχέσεις

– δυσπιστία, καχυποψία, φόβος, μίσος για το συνάνθρωπο.

– φαινόμενα εκδίκησης και αυτοδικίας (η βία προκαλεί τη βία).

– ανταγωνισμός, υποσκελισμός και εκμετάλλευση των άλλων, ατομικισμός.

-ρατσισμός.

 

6.Διατάραξη της κοινωνικής τάξης

– διασαλεύεται η κοινωνική συνοχή.

-τορπιλίζεται η κοινωνική γαλήνη.

– δυναμιτίζεται η αρμονική συνύπαρξη.

– υπονομεύεται η κοινωνία δικαίου.

– διογκώνονται τα κοινωνικά προβλήματα (ανισότητα, αδικία, εκμετάλλευση κ.ά).

– αναπαράγεται – πολλαπλασιάζεται η κοινωνική παθογένεια.

– δυσλειτουργούν οι θεσμοί.

– τροχοπεδείται η κοινωνική ανάπτυξη, η πρόοδος.

– γνωρίζει έξαρση η αρνητική αμφισβήτηση του κατεστημένου.

7.    Πλήγμα στο ιδεώδες της δημοκρατίας και στην ομαλή λειτουργία μιας ευνομούμενης δημοκρατικής πολιτείας, που θεμελιώνεται στην πειθαρχημένη ελευθερία, στην υπευθυνότητα, στον αμοιβαίο σεβασμό.

8.    Τρομοκρατία – αναρχία

(εκτός από όλες τις προηγούμενες συνέπειες)

– εκφυλίζουν και βεβηλώνουν ιερές αξίες και θεσμούς.

– με την τυφλή τους βία βάλλουν εναντίον αθώων.

– δεν πολεμούν το κατεστημένο, αντίθετα το ενισχύουν, καθώς:

– δικαιώνουν στη συνείδηση των πολιτών τον αυταρχισμό του κράτους, τη βία της εξουσίας, ακόμη κι όταν αυτή είναι παράνομη και καταχρηστική.

– η τυφλή τους βία χρησιμοποιείται έντεχνα από το κράτος ως μέσο εκφοβισμού και συσπείρωσης των πολιτών κάτω από τις προστατευτικές «φτερούγες» του κατεστημένου.

– οι ενέργειές τους συχνά λειτουργούν ως μέσο αποπροσανατολισμού των πολιτών από άλλα ουσιωδέστερα προβλήματα.

9.    Χουλιγκανισμός

(εκτός από όλες τις προηγούμενες συνέπειες)

– καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας.

– εκφυλισμός του αθλητικού ιδεώδους.

10. Βία στις διακρατικές σχέσεις

α) Κατίσχυση του δικαίου της πυγμής

– τροχοπέδη στο διεθνισμό

– εκμετάλλευση των ασθενέστερων κρατών από τις Μ. Δυνάμεις.

– διαιώνιση της ανισότητας και της αδικίας μεταξύ των εθνών.

– περιστολή της ανεξαρτησίας των λαών – εθνών.

β) Πόλεμος: γενική καταστροφή: οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική, ηθική οπισθοδρόμηση της ανθρωπότητας.

Πώς μπορούμε ν’ απαλείψουμε τη βία από τη ζωή μας;

1.    Με την υπεύθυνη αγωγή – κοινωνικοποίηση μπορούμε:

  • Να εθίσουμε από νωρίς τα παιδιά στον έλεγχο της επιθετικότητάς τους.
  • Να τους διδάξουμε πως η αμοιβαία κατανόηση και η συνεργασία είναι η σωστή βάση για τις σχέσεις τους με τους συνανθρώπους.
  • Να τους εμφυσήσουμε την πίστη στο διάλογο και στην πειθώ, ως μόνα μέσα επίλυσης των διαφορών τους.
  • Να καλλιεργήσουμε την υπευθυνότητά τους, τη συνείδηση των υποχρεώσεων απέναντι στο σύνολο.

2.    Με τη μόρφωση, και ειδικότερα με την ανθρωπιστική παιδεία, μπορούμε να οδηγήσουμε τον άνθρωπο στον εξανθρωπισμό, στον αυτοσεβασμό, στο σεβασμό της αξίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
3.    Εξάλλου, η πνευματική καλλιέργεια βοηθά τους νέους να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους και τον κόσμο που τους περιβάλλει, να κατανοήσουν τη δομή και τη λειτουργία της κοινωνίας μέσα στην οποία ζουν. Έτσι, και την επιθετικότητά τους θα μπορούν ευκολότερα να τιθασεύσουν και θα οδηγηθούν στη γόνιμη αμφισβήτηση του κατεστημένου, σ’ ένα ώριμο ιδεώδες κοινωνικής ανάπλασης, απαλλαγμένου από το πλέγμα της καταστροφικότητας.
4.    Τα Μ.Μ.Ε. μπορούν να γίνουν το αποτελεσματικότερο όπλο στον αγώνα αυτό, γιατί με την τεράστια δύναμη υποβολής  έχουν τη δυνατότητα να μεταβάλουν ριζικά την κατεστημένη νοοτροπία του ανταγωνισμού και της υπερίσχυσης με μέσο τη βία και τη δύναμη, προβάλλοντας τον ανθρωπισμό και ώριμα, ηθικά πρότυπα. Επιπροσθέτως, η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των πολιτών όσον αφορά τα βαθύτερα αίτια της βίας και της εγκληματικότητας είναι ανάγκη επιτακτική. Η γνώση του προβλήματος είναι η αρχή της επίλυσής του.
5.    Η Πολιτεία θα καταφέρει να περιστείλει ή και να καταστείλει τη νεανική εγκληματικότητα, όταν θα φροντίζει  για την κοινωνική επανένταξη των νεαρών εγκληματιών, για το σωφρονισμό τους, και όχι για την τιμωρία τους. Αίτημά μας θα πρέπει να είναι η βελτίωση των συνθηκών ζωής στις φυλακές, η ανθρωπιστική μόρφωση των κρατουμένων, η επαγγελματική τους εκπαίδευση και αποκατάσταση, η αναμόρφωσή τους  δηλαδή σε όντα κοινωνικά, που θα σέβονται τους συνανθρώπους και τα δικαιώματά τους. Μόνον έτσι η Πολιτεία θα καταφέρει να μειώσει την υποτροπή στο έγκλημα.
6.    Η Πολιτεία οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες της για την άρση όλων των κοινωνικών συνθηκών που κυοφορούν την εγκληματικότητα(ανισότητα, αδικία, ανεργία κτλ.) και για τη δημιουργία ανθρώπινων όρων διαβίωσης. Γιατί, αναμφισβήτητα, οι κοινωνικοί παράγοντες είναι εκείνοι που διαπλάθουν την εγκληματική προσωπικότητα.
7.    Είναι αναγκαίο όλοι μας να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος του προβλήματος και να επωμιστούμε τις ευθύνες μας για την επίλυσή του. Για να χτυπήσουμε το πρόβλημα στη ρίζα του, χρειάζεται κοινωνική ανάπλαση, ριζική αναθεώρηση των αρχών και των αξιών μας, επαναπροσδιορισμός των προτύπων μας. Είναι χρέος μας απέναντι στον εαυτό μας, στα παιδιά μας, στην κοινωνία μας, να πλάσουμε έναν κόσμο ηθικότερο, ομορφότερο, πιο ανθρώπινο, ξεριζώνοντας τη βία από τη ζωή μας…
 

                «… Είχα πάντοτε τη γνώμη ότι δεν είναι δυνατόν να μεταβάλουμε τον κόσμο, αν δεν ξέρουμε καλά την κοινωνία στην οποία ζούμε κι αν δεν γνωρίζουμε ακριβώς πώς και πότε να τη μεταμορφώσουμε. Υψώνοντας σημαίες, χτυπώντας γροθιές στο τραπέζι, καταστρέφοντας και λεηλατώντας, δεν είναι δυνατόν να έχουμε αυτήν την αλλαγή. Δεν είναι ούτε οι βόμβες ούτε τα πυροβόλα όπλα τα μέσα εκείνα που μεταβάλλουν την ιστορία, αλλά η νοημοσύνη, η λογική, η διαλεκτική, με μια λέξη, η πνευματική καλλιέργεια και, μερικές φορές, η φαντασία.

                […] Να ο σκοπός προς τον οποίο οφείλουμε να τείνουμε και τον οποίο θα θέλαμε ν’ αφήσουμε ως κληρονομιά στις γενεές του μέλλοντος εμείς που είμαστε υπεύθυνοι για τα μαζικά μέσα επικοινωνίας: η χρησιμοποίηση των απεριόριστων δυνατοτήτων του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, που συνεχώς αναπτύσσεται, για τη διανομή στις μάζες της ολοκληρωμένης πνευματικής μόρφωσης, η χρήση δηλαδή των μέσων αυτών όχι μόνο για τη μεταβίβαση γνώσεων, αλλά και για την εκμάθηση των τρόπων κατανόησης. Θα έπρεπε, επίσης, να υποχρεωθούμε να παρουσιάζουμε στα παιδιά μας υποδείγματα ανθρώπων με υψηλό πνευματικό περιεχόμενο (όχι βέβαια υποδείγματα με συσσωρευμένες γνώσεις μόνο), για να τα βοηθήσουμε να φανταστούν άλλους τρόπους ύπαρξης, δράσης και δημιουργίας της δικής τους ζωής.

                Όλα αυτά θα πρέπει να γίνουν, πριν αποβεί «φαινόμενο φυλετικής παρακμής», κατά τον Konrad Lorenz, η προοδευτική άνοδος του παράλογου παιδισμού και της εγκληματικότητας των εφήβων.  γιατί, όταν φτάσουμε σ’ αυτό το στάδιο, θα είναι πράγματι πολύ αργά για να γυρίσουμε πίσω κι ο κίνδυνος μιας φοβερής «αποκαλύψεως» θα πλανάται επάνω μας. Βρισκόμαστε στο μέσον του ποταμού, δεν έχουμε παρά λίγο χρόνο μπροστά μας. Αν δεν αρχίσουμε σήμερα να κάνουμε κάτι με τα μέσα που διαθέτουμε, αύριο θα είναι πιθανόν πολύ αργά. Μας μένει κάποια ελπίδα, γιατί υπάρχει μια πραγματική δυνατότητα για τον άνθρωπο να ξαναγίνει ο ίδιος ο εαυτός του και να χτίσει μια ανθρωπινότερη κοινωνία. Ας συμμεριστούμε, από την άποψη αυτή, τη σκέψη του Fromm: «Δε μας ανήκει να ολοκληρώσουμε το έργο, δεν έχουμε όμως το δικαίωμα να απέχουμε και να μην το αρχίσουμε».

Paolo Grassi

Θέματα για ανάπτυξη και προβληματισμό

 1.              «Αν ο άνθρωπος φέρθηκε ως τώρα με αγριότητα και απερισκεψία, όπως όλα τα θηρία, και όταν καταλαβαίνει ότι έχει την υπεροχή, λύνει τις διαφορές του με τη βία, το γεγονός αυτό Δε σου δίνει το λογικό δικαίωμα να περιμένεις ότι θα επαναλαμβάνεται επ’ άπειρον και πολύ λιγότερο να υποστηρίζεις ότι πρέπει να  επαναλαμβάνεται. Γιατί τίποτε δεν εμποδίζει ν’ αλλάξει αύριο και στο σημείο αυτό η ροή της ιστορίας (φαινόμενο όχι τόσο σπάνιο όσο νομίζεται) είτε από τη συνδρομή διάφορων απρόβλεπτων περιστάσεων είτε με την πρωτοβουλία του ίδιου του ανθρώπου που, αφού έχει τις καταβολές του λογικού, μπορεί κάποτε να λογικευτεί και ν’ αποφασίσει να αξιοποιεί με άλλους συμφερότερους και ευπρεπέστερους τρόπους την περίσσεια των σωματικών και πνευματικών του δυνάμεων, όχι με τον εξευτελισμό και τη σφαγή των ομοίων του».

Ευ. Παπανούτσος

α) Ποιες είναι οι βασικές θέσεις που περιέχονται στο απόσπασμα και με ποια επιχειρήματα τεκμηριώνονται από τον συγγραφέα;

β)  Συμφωνείτε με τις απόψεις του συγγραφέα;

 

2.    Ποιες είναι οι συνέπειες της βίας στην προσωπική και στην κοινωνική ζωή;

3.  «Η δύναμη δε δημιουργεί ούτε δίκαιο ούτε λογική, κι όμως είναι ίσως απαραίτητη για να επιβάλει το σεβασμό του δικαίου και της λογικής»( Σαιν Ζυστ). Να σχολιάσετε την άποψη.

4.              Ο Βάρναλης έγραφε: «Από τη βία λυτρών’ η βία / κι όχι η άρνηση κι η καλοσύνη / και το ξετύλιγμα τ’ αργό…».

Ο Σέλλεϋ: «Θερίζεις αυτό που σπέρνεις. Η βία προκαλεί τη βία».

Η μέση άποψη ανήκει στον Rolf Grigat που φαίνεται πως δικαιολογεί τη βία σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις: «…Κανένα πρόβλημα στις σχέσεις των ανθρώπων δε λύνεται με την άσκηση βίας… Υπάρχουν περιπτώσεις όπου είναι λογικότερο και καλύτερο να «καταπιούμε» μια επιθετική ενέργεια ενός υποτιθέμενου ή πραγματικού αντιπάλου, χωρίς ν’ αντιδράσουμε αμέσως με μια αντίστοιχη επιθετική ενέργεια… Αυτό φυσικά πρέπει να’ χει τα όριά του. Οπωσδήποτε ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του και πρέπει να εμποδίζει να γίνεται θύμα εσκεμμένων ή απερίσκεπτων επιθέσεων…».

 α) Με ποια από τις τρεις απόψεις συμφωνείτε και γιατί;

β) Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες δικαιολογείται ή και επιβάλλεται η άσκηση βίας; Ποιες είναι αυτές;

 Σοφία Μάνιου

 

 

 

 

Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

 

Ελευθερία είναι η αβίαστη έκφραση της βούλησης του ατόμου, η ακώλυτη ανάπτυξη των δημιουργικών του δυνάμεων, η δυνατότητά του να σκέφτεται και να δρα χωρίς περιορισμούς, για να προασπίσει τα συμφέροντά του ή τα συμφέροντα του συνόλου στο οποίο ανήκει, με την προϋπόθεση ότι σέβεται τα αντίστοιχα δικαιώματα των άλλων.

Συνώνυμα: ανεξαρτησία, αυτονομία, αυτοδιάθεση,  αυτοπροσδιορισμός, χειραφέτηση.

ΜΟΡΦΕΣ

Α.   ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ (ΝΟΜΙΚΗ) ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ                       Β. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ (ΗΘΙΚΗ) ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Εξαρτάται από τις φυσικές, κοι-                                                Εξαρτάται από το ίδιο το άτομο.

νωνικές και πολιτικές συνθήκες.

Α. ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

1. ΦΥΣΙΚΗ Ελευθερία: η απελευθέρωση  του ανθρώπου από τα δεσμά της φύσης         (επιτεύχθηκε με την πρόοδο των Επιστημών και της Τεχνολογίας).

2.  ΕΘΝΙΚΗ Ελευθερία: η αυτοδιάθεση ενός έθνους, η αυτόνομη κρατική υπόστασή του.

3. ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ελευθερία: Η ύπαρξη Δημοκρατίας, η κατοχύρωση των πολιτικών δικαιωμάτων (εκλέγειν-εκλέγεσθαι, συνέρχεσθαι, διορισμός πολιτών σε δημόσια αξιώματα, συμμετοχή στη δικαστική εξουσία κτλ.).

4. ΑΤΟΜΙΚΗ Ελευθερία: Η κατοχύρωση των ζωτικών δικαιωμάτων του ατόμου (ζωή, τιμή, ασφάλεια, περιουσία) και γενικότερα η διασφάλιση των δικαιωμάτων που επιτρέπουν την ολόπλευρη ανάπτυξή του. Αναλυτικά:

α) ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ελευθερία: Η ελεύθερη επιλογή και άσκηση επαγγέλματος, το δικαίωμα εργασίας, η οικονομική ανεξαρτησία, οι ελεύθερες οικονομικές συμβάσεις, η ιδιοκτησία, ο συνδικαλισμός κτλ.

β) ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ Ελευθερία: Η διασφάλιση των βασικών κοινωνικών αγαθών (εργασία, παιδεία, υγεία, στέγη, υγιεινό περιβάλλον) σε όλες τις κοινωνικές τάξεις ή ομάδες, το δικαίωμα πρόσβασης στους θεμελιώδεις όρους της ζωής και της ανάπτυξης.

Προϋπόθεση: Η εξάλειψη του ρατσισμού, της αδικίας, της ανισότητας, της αναξιοκρατίας…

γ) ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ Ελευθερία: Η  κατοχύρωση από την Πολιτεία των πνευματικών δικαιωμάτων του ατόμου: καθολική παιδεία, ελευθερία σκέψης και έκφρασης, ανεξιθρησκία, ελευθεροτυπία, ελευθερία Επιστήμης και Τέχνης (όχι λογοκρισία).

 Β. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

1. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ Ελευθερία: Η ανεξαρτησία του πνεύματος από: προλήψεις, δεισιδαιμονίες, αυθεντίες, φανατισμό, μοιρολατρία. Η χειραφέτηση του νου με την αντίσταση στα φαινόμενα της παθητικότητας, της τυποποίησης της σκέψης, της μονομέρειας και της χειραγώγησης.

2. ΗΘΙΚΗ Ελευθερία: Η δύναμη του ανθρώπου να επιβάλλεται με τη λογική και το δίκαιο στα ζωώδη ένστικτα και στις εγωιστικές παρορμήσεις του, η αυτοπειθαρχία, η υπευθυνότητα, η ύπαρξη αξιών που λειτουργούν ως ηθικοί φραγμοί στην ασυδοσία, η συνείδηση των ορίων της ελευθερίας.

3. ΨΥΧΙΚΗ Ελευθερία: Είναι η ανεξαρτησία της ψυχής από τυραννικές ανάγκες και υπερβολικές επιθυμίες που γεννούν το άγχος, την εσωτερική καταπίεση και πάθη όπως το μίσος, ο φθόνος, ο ατομικισμός. Η κατανίκηση των εξαρτήσεων από το κοινωνικό περιβάλλον. Η αναζήτηση της λύτρωσης της ψυχής στην αυτάρκεια, στη νιρβάνα, στην απόλυτη γαλήνη.

Είναι η πιο δύσκολη στην κατάκτησή της ελευθερία. Την επιδίωξαν φιλόσοφοι (κυνικοί και στωικοί) και ασκητές .Στον τάφο του Ν. Καζαντζάκη υπάρχει το επίγραμμα: «Δεν ελπίζω τίποτε, δε φοβάμαι τίποτε, είμαι λεύτερος».

ΠΡΟΣΟΧΗ: Η επιδίωξη της απόλυτης ψυχικής ελευθερίας αποτελεί επικίνδυνη εκτροπή, όταν φτάνει στο σημείο να αποσυνδέει τον άνθρωπο όχι μόνον από τα πράγματα, αλλά και από τους ανθρώπους, όταν τον αλλοτριώνει από την ανθρώπινη φύση και την κοινωνική του οντότητα, όταν τον οδηγεί στην πλήρη αναισθησία, στον κυνισμό, στην απανθρωπιά.

 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

 Διαβάστε τα ακόλουθα παραθέματα και προσπαθήστε να απαντήσετε στα ερωτήματα:

 

  1. Πώς σχετίζονται μεταξύ τους οι μορφές της Ελευθερίας;
  2. Ποια είναι η σχέση της οικονομικής με την πολιτική και την ηθική ελευθερία;
  3. Ποια είναι η σχέση της νομικής με την κοινωνική ελευθερία; (διάσταση ανάμεσα στο «δικαιούμαι» και στο «μπορώ»).
  4. Υπάρχει απόλυτη ελευθερία;
  5. Ο νόμος περιορίζει την Ελευθερία;
  6. Ο πρωτόγονος άνθρωπος ήταν ελεύθερος;
  7. Η τεχνολογική ανάπτυξη ενίσχυσε ή περιόρισε την ελευθερία μας;
  8. Ποιοι παράγοντες στερούν την ελευθερία του σύγχρονου ανθρώπου;
  9. Ο άνθρωπος γεννιέται ή γίνεται ελεύθερος;

«Κατά τον κλασικό ορισμό του , ελεύθερος είναι ο άνθρωπος (ο σύζυγος, ο επαγγελματίας, ο πολίτης) «ο έχων ιδίαν βούλησιν». Αυτός που διαθέτει τον εαυτό του, ρυθμίζει τη ζωή του, παίρνει και εκτελεί τις αποφάσεις του κατά τη δική του κρίση, σύμφωνα με τις επιθυμίες, τις επιδιώξεις, τα συμφέροντά του. Ο «δούλος» (όπως είχαν το θεσμό στην αρχαιότητα, τον έχουν και σήμερα μερικοί καθυστερημένοι λαοί) δεν έχει αυτό το προνόμιο. βούλησή του είναι η βούληση του κυρίου ή των κυρίων του. Δεν τον ρωτάει κανείς αν θέλει αυτό που του προστάζεται να κάνει. εξαναγκάζεται να το πράξει, γιατί τούτο επιθυμεί, επιδιώκει και περιμένει ο κύριός του. Είναι λοιπόν ένα ον εξαρτημένο, όχι αυτοκαθοριζόμενο, όπως ο ελεύθερος άνθρωπος…».

Ε. Π. Παπανούτσος

 

«Αυτό θα πει ελευτερία, συλλογιζόμουν. Να’ χεις ένα πάθος, να μαζεύεις χρυσές λίρες, και ξαφνικά να νικάς το πάθος και να σκορπάς όλο το έχει σου στον αγέρα!

Να λευτερωθείς από ένα πάθος, υπακούοντας σ’ένα άλλο, υψηλότερο… Μα μήπως κι αυτό δεν είναι σκλαβιά;Να θυσιάζεσαι για μια ιδέα, για τη ράτσα σου, για το Θεό; Ή μήπως όσο πιο αψηλά στέκεται ο αφέντης τόσο πιο μακραίνει το σκοινί της σκλαβιάς μας, πηδούμε τότε και  παίζουμε σε πολύ πλατύχωρο αλώνι, πεθαίνουμε χωρίς να βρούμε την άκρα του, κι αυτό το λέμε ελευτερία;».

Ν.Καζαντζάκης, Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά

            «…Όλες οι ποικιλώνυμες ελευθερίες που συναντούμε μπορεί να συγχωνευθούνε σε τρεις βασικές: ελεύθερος χώρος υλικής ζωής, πνευματική ελευθερία (όπου εντάσσεται και η ελευθερία της παιδείας ως η κοινωνική όψη της πνευματικής ελευθερίας) και τέλος πολιτική ελευθερία…».

            Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε αυτές τις μορφές ελευθερίας;

            Πνευματική ελευθερία χωρίς πολιτική ελευθερία είναι κολοβή. Όχι μόνο που η πολιτική είναι ένας τομέας της πνευματικής ζωής, γιατί τι άλλο είναι η πολιτική, παρά η επιδίωξη του σκοπού της ιστορίας με το μέσο της οργάνωσης της πρακτικής ζωής . αλλά προ παντός γιατί και στους άλλους, τους εξωπολιτικούς τομείς, δε θα μπορεί να υπάρχει ελευθερία, αν δεν μπορεί το άτομο να αγωνιστεί για τους πολιτικούς του σκοπούς. Ένα άτομο που πολιτικά είναι υποταγμένο σε αλλότριες θελήσεις και έτσι πολιτικά άβουλο, έχει χάσει την αυτονομία του. Μπορεί την ηθική του προσωπικότητα να την καταστήσει ηρωϊκή, σπάζοντάς την απάνω στον προμαχώνα της πολιτείας, αλλά δεν έχει όπλα να παλαίψει για τη διαμόρφωση της πολιτείας σύμφωνα με τις δικές του απόψεις και δεν μπορεί να πραγματοποιήσει χωρίς την τέτοια διαμόρφωση και τους πνευματικούς του σκοπούς. Όποιος δεν είναι πολιτικά ελεύθερος, είναι μόνο κατά θεωρίαν ελεύθερος. Ελεύθερος όμως πολιτικά είναι εκείνος που, όχι μόνο έχει πολιτική γνώμη, αλλά που έχει τη δυνατότητα να διαχειρίζεται τα κοινά, αδιάφορο αν μαζί και εξίσου με όλους τους άλλους, σύμφωνα με τη γνώμη του αυτή. Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να γίνει άρχων. Και επειδή τούτη τη δυνατότητα πρέπει να την έχουν όλα τα άτομα, πολιτική ελευθερία υπάρχει εκεί που όλοι είναι άρχοντες, δηλαδή ταυτίζονται οι άρχοντες και οι αρχόμενοι και δεν υπάρχει κανένας άρχων που δεν είναι αρχόμενος και κανένας αρχόμενος που δεν είναι άρχων.

            Αλλά και πολιτική ελευθερία και πνευματική ελευθερία, χωρίς κοινωνική, δηλαδή οικονομική ελευθερία, είναι απολύτως σχετικές. Κοινωνική ελευθερία υπάρχει, όταν κάθε άτομο κατέχει τις δυνατότητες δημιουργικής ενέργειας που, κατά την αξία του, σύμφωνα με όσα πιο πάνω αναπτύξαμε, του ανήκουν. Όπου υπάρχουν οι δυνατότητες αυτές, καταργούνται οι εξαρτήσεις ατόμου από άτομο, που δεν είναι δικαιωμένη η ύπαρξή τους από την ανισότητα της φύσης ή του πνεύματος . καταργούνται δηλαδή οι κοινωνικές ανισότητες, οι φτιαχτές από τον άνθρωπο. Πριν καταργηθούν οι ανισότητες αυτές, ο άνθρωπος δεν μπορεί να έχει παρά σχετικά ελεύθερη πολιτική γνώμη. Καθώς δε του δόθηκαν οι δυνατότητες να χειραφετηθεί πνευματικά και υλικά, βρίσκεται στην ανάγκη να περιμένει τα φώτα και τα υλικά αγαθά από άλλους πιο ευνοημένους και έτσι φυσικά κινδυνεύει να υπακούει σ’ αυτούς, όταν πρόκειται να πάρει μια πολιτική θέση. Όσους κράτησε σε αμάθεια ή σε ανέχεια η κοινωνία, αυτοί γίνονται έρμαια των φωτισμένων και των εύπορων και υποχρεώνονται να τους εξυπηρετούν στην πολιτική τους βούληση. Η υποτέλεια αυτή έχει βέβαια τα όριά της, που χωρίς αυτά μια ολόκληρη πολιτικά ελεύθερη, κοινωνικά όμως σκλαβωμένη, τάξη ανθρώπων δε θα κατακτούσε με σταθερό βήμα, σε λίγες δεκαετηρίδες, βαθμιαία, δια μέσου μόνης της πολιτικής ελευθερίας, και της κοινωνικής της ελευθερίας, αντίθετα με τόσες απαισιόδοξες προβλέψεις…».

Κ. Τσάτσος

            «…Ο Καζαντζάκης στην προσπάθειά του ν’ ανηφορίσει σ’ όλη την κλίμακα της ελευθερίας, σταματάει σε μια δεύτερη βαθμίδα, στην ψυχική ελευθερία. Καρπός της πρώτης, της εθνικής ελευθερίας, δεν μπορεί ν’ αποτελέσει ποτέ κτήμα του σκλάβου. Γιατί ο «ραγιάς» δεν μπορεί να λυτρώσει ποτέ την ψυχή του από τα εγγενή πάθη της σκλαβιάς του. Το φόβο για τη ζωή και την τιμή του που είναι πάντα στη διάκριση του αφέντη, το μίσος ενάντια στο δυνάστη, τη λύπηση και την περιφρόνηση απέναντι στον εαυτό του και στους ομοίους του, την ελπίδα για την αποτίναξη του ζυγού, την εξάρτησή του από δυνάμεις υπερβατικές, στη βοήθεια των οποίων εναποθέτει την ελπίδα του, όταν χάσει την εμπιστοσύνη του στις δικές του δυνάμεις. Και φυσικά η απώλεια της εθνικής ελευθερίας συνεπάγεται και τη στέρηση κάθε πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και πνευματικής ελευθερίας. Την τραγικότητα της μοίρας του σκλάβου δραματοποιεί ο Καζαντζάκης με παραστατικότητα στον «Καπετάν Μιχάλη» στο πρόσωπο του ομώνυμου αγωνιστή της ελευθερίας. Ο Καπετάν Μιχάλης έχει συνειδητοποιήσει την τρομερή αλήθεια πως, όσο η Κρήτη είναι σκλαβωμένη, η ψυχή του παραμένει αδούλωτη μα αλύτρωτη και πικροστοχάζεται συχνά. «Άμα λευτερωθεί η Κρήτη, θα λευτερωθεί και μένα η καρδιά μου».

Γ. Σταματίου

 

            «Αληθινή ελευθερία δεν είναι το δικαίωμα να κάνει κανείς ό,τι θέλει, αλλά ό,τι έχει το δικαίωμα να κάνει».

Victor Hugo

 

            «Το δένδρον της ελευθερίας έχει όρια άνω των οποίων υψούμενον, αποβαίνει αυθάδεια προς τον ουρανόν, όστις το ραίνει διά της δρόσου του, και προς την γην, ήτις το εγέννησε και το βαστάζει εις τους κόλπους της».

Πολύβιος Δημητρακόπουλος

 

            «Θα ήθελα να ζήσω και να πεθάνω Ελεύθερος, δηλαδή τόσο υποταγμένος δστους νόμους, ώστε ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος να μπορεί  να αποτινάξει τον έντιμο ζυγό, αυτόν το σωτήριο και ήπιο ζυγό, που τόσο πειθαρχικά τον ανέχονται και οι πιο υπερήηφανες κεφαλές, γιατί ακριβώς είναι καμωμένες να μην υποφέρουν κανέναν άλλον…».

Jean – Jacques Rousseau

 

            «Η ελευθερία, διά να εξηγήσωμεν και αυτής την αληθή σημασίαν, η ελευθερία, λέγω, του ανθρώπου είναι να πράσση ανεμποδίστως όχι ό,τι θέλει, αλλ’ ό,τι συγχωρούν οι νόμοι…

            (…) Η άκρατος ελευθερία έφθειρεν όλων των πολιτών τα ήθη, διότι με πρόφασιν αυτής ούτε γυνή, λέγει ο Πλάτων, εσεβάζετο τον άνδρα, ούτε τέκνα τους γονείς ούτε μαθηταί τους διδασκάλους ούτε νέοι τους γέροντας ούτε αυτά πλέον τα κτήνη (προσθέτει) εφοβούντο τους ανθρώπους.

            Από τοιαύτην άνομον ελευθερίαν, όταν μεθυσθή η πόλις, δεν είναι πλέον πολιτική κοινωνία, αλλά γίνεται κοινωνία ληστών ή μάλλον αγρίων θηρίων, τα οποία χωρίς αίσθησιν αμοιβαίας αγάπης, χωρίς φροντίδα του κοινού συμφέροντος δαγκάνονται, σπαράσσονται, τρώγονται αμοιβαίως, έως να εξολοθρευθώσιν ολότελα.

            Εξεναντίας αληθινήν ελευθερίαν τότε μόνον έχει ο πολίτης, όταν την μεταχειρίζεται με τρόπον, ώστε νε μην εμποδίζει άλλου συμπολίτου κανενός  ελευθερίαν. Και τότε μόνον εμπορεί να την φυλάξη, όταν σεβάζεται και τους συμπολίτας του ως ελευθέρους. Η άκρατος ελευθερία ευρίσκεται εις την κατάστασιν της φύσεως. Και διά να ελευθερωθώσιν από τους καθημερινούς πολέμους και τας εις αλλήλους αδικίας, όσας η τοιαύτη ελευθερία γεννά, ενώθησαν οι άνθρωποι εις πολιτικάς κοινωνίας και ηναγκάσθησαν να θυσιάσει μικρόν καθένας μέρος της ακράτου ελευθερίας, δια να φυλάξη το υπόλοιπον με ειρήνην. Διά τούτο ωνόμασαν προσφυέστατα την δικαιοσύνην θυγατέρα της ανάγκης και μητέρα της ειρήνης…».

Αδαμάντιος Κοραής, «Ελληνική Βιβλιοθήκη», τόμ. ΙΓ΄

 

            «…Ο Νόμος δεν είναι κατ’ ανάγκην ο εχθρός της Ελευθερίας του καθενός. «Η ελευθερία για το καμάκι σημαίνει θάνατο για τα πετρόψαρα…».

J. C. Rees

          «…Λέγεται (πολύ ορθά) ότι, αντίθετα προς τα πολιτεύματα της βίας, όπου η αυθαιρασία ενός ή περισσότερων τυράννων έχει εξαφανίσει κάθε ίχνος ελευθερίας, στα πολιτεύματα του νόμου (ας τα ονομάσουμε πρόχειρα έτσι) η ελευθερία των πολιτών κατοχυρώνεται και διασφαλίζεται με τους κανόνες του Δικαίου. Αυτοί ορίζουν τι δικαιούται να απαιτήσει και να πράξει ο κάθε πολίτης άμα το «θελήσει», έως ποιο σημείο μπορεί να κινηθεί ελεύθερα και σε ποιο φραγμό υποχρεώνεται να σταματήσει. Ιδού ο χώρος της ελευθερίας, της «νομικής» ελευθερίας. Η δυσκολία όμως αυτής της λύσης βρίσκεται σ’ εκείνες τις δύο ιδιότροπες λέξεις, στο «δικαιούται» και στο «μπορεί». Μου παραχωρείς εσύ ο καλόγνωμος νομοθέτης το άλφα δικαίωμα, έχω όμως και τη δύναμη, μπορώ να το ασκήσω; Ή, αντίστροφα, εγώ μπορώ, έχω τις ικανότητες, το θάρρος, την αποφασιστικότητα για τη βήτα συμφέρουσα πράξη ( ωφέλιμη και στον εαυτό μου και στο κοινωνικό σύνολο) , αλλά δικαιούμαι να την εκτελέσω; Η διάσταση εδώ, όπως καταλαβαίνει ο αναγνώστης, είναι ανάμεσα στη νομική και στην κοινωνική ελευθερία. Είμαστε ( στα φιλελεύθερα πολιτικά καθεστώτα) νομικά, αλλά είμαστε και κοινωνικά ελεύθεροι στις αποφάσεις και στις πράξεις μας, έστω και στον περιορισμένο βαθμό που μας παρέχεται από το Δίκαιο ο αυτοκαθορισμός; Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ένα μόνο στοιχείο: το χρήμα, γενικότερα την οικονομική δύναμη, και το ρόλο που αυτή παίζει στη διεκδίκηση, πολύ περισσότερο στην έμπρακτη εξασφάλιση των νόμιμων δικαιωμάτων μας, για να μπλεχτεί σε πολλές και σοβαρές αμφιβολίες. Είναι ο «άπορος»πολίτης της πιο ευνομούμενης στον κόσμο δημοκρατίας εξίσου ελεύθερος με τον «εύπορο»; Ό,τι  μπορεί, και με το νόμο, ο εύπορος το μπορεί ο φτωχός;

Ε. Π . Παπανούτσος

             «…Ποιος είμαι εγώ λοιπόν; Στη σημερινή αλλοτριωμένη κοινωνία, εγώ είμαι ένας «άλλος». Πρωταρχικά εγώ είμαι οι «άλλοι». Σίγουρα εγώ δεν είμαι εγώ. Δεν είμαι πρόσωπο. Είμαι προσωπείο. Για να γίνω αυτό που είμαι, πρέπει να παλέψω θανάσιμο αγώνα εναντίον αυτού που αδιάκοπα γεννιέται μέσα μου απ’ την ανόσια συνουσία της κοινωνικότητάς μου με την κιβδηλία μου. Για να απελευθερωθώ, πρέπει να πάω κόντρα στον «εαυτό» μου. Το κοινωνικό μου είναι –ιδού η παλαίστρα για το κέρδισμα της ελευθερίας μου.

            Δεν μπορώ ν’ απορρίψω αυτά που με πνίγουν αν δεν απορρίψω τον εαυτό μου…».

Τάκης Τζαμαλίκος

            «Ελεύθερη κοινωνία με ανελεύθερα άτομα δε νοείται .  το αντίστροφο θα ήταν ίσως δυνατό. Ας σταθούμε λοιπόν στο άτομο, όπως κι αν είναι. Στη διαδικασία μεταβολής του σε ενεργούμενο, η αρχή της ηδονής δεν αγνοήθηκε. Τουναντίον ικανοποιήθηκε στον ύψιστο βαθμό και διαμόρφωσε άτομα που την επιδιώκουν με αυξανόμενη ένταση. Η αλλοτριωτική μεταμόρφωση του εγώ συντελέστηκε με τη γεύση της επιδερμικής ηδονής. Το έκανε προσαρμοστικό και περήφανο για τούτη του την ιδιότητα, που την ύψωσε σχεδόν σε δεοντολογία και την ονόμασε «συγχρονισμό». Την όποια αλλαγή ακολουθεί η ανεκτικότητα, η προσαρμογή και τέλος η επιδοκιμασία .  κάποτε κι η απαίτηση γι αυτή. Έτσι ο κοινωνικός άνθρωπος μαθαίνει τι «πρέπει» να θέλει, τι «πρέπει» να του αρέσει, πώς «πρέπει» να αντιδρά. Όλα αυτά διαπερνούν ακόμη κι αυτή τη βιοδομή του . μεταλλάζει, γίνεται σχεδόν άλλο είδος. Απ’ τη στιγμή αυτή και πέρα το άτομο είναι «ελεύθερο». Η επιλογή του είναι αυθόρμητη –αν το πει, δεν ψεύδεται. Πιστεύει στην «αυτονομία» του-το πιστεύει ως τα βάθη της καρδιάς του. Έχει αποδεχθεί μια εκούσια δουλεία. Η επιλογή ενός απ’ τους δρόμους που επιτρέπει μια αμείλιχτη κοινωνική αναγκαιότητα του φαντάζει «ελευθερία». Πιστεύει ότι διαλέγει «ελεύθερα» την τηλεόραση, το αυτοκίνητό του, το ψυγείο του, τους βουλευτές του, τη διασκέδασή του, το επάγγελμά του, το σύντροφό του, τον τόπο που θα μείνει… Χειροκροτεί και θαυμάζει τα πρόσωπα της ημέρας που κατασκευάζονται με τον ίδιο τρόπο που επιβάλλονται τα βιομηχανικά προϊόντα. Υφίσταται με απόλαυση την καταδυνάστευση των mass media και της διαφήμισης, των κομψότερων τρόπων που επινοήθηκαν από μνήμης ανθρώπου για την υποδούλωσή του.

Τάκης Τζαμαλίκος

              «…Όσοι το χάλκεον χέρι

              βαρύ του φόβου αισθάνονται

              ζυγόν δουλείας ας έχωσι .

              θέλει αρετήν και τόλμην

              η ελευθερία».

                                         Ανδρέας Κάλβος «Εις Σάμον»

              «Δεν αρκεί να αποκτήσει κανείς την πολιτική του ελευθερία για να είναι άνθρωπος ελεύθερος και όσο μπορεί ευτυχισμένος . πρέπει να αποκτήσει και την κοινωνική και την πνευματική και την ψυχική. Ούτε σε τάξη να δουλεύει, ούτε σε πρόληψη, ούτε σε συνήθεια, ούτε σε ψυχή άλλη οποιαδήποτε. Κι ούτε σε κόμμα προσωπικό, ούτε σε συμφέρον… Πόσων ειδών ελευθερίες. ε;…Ναι μα όλες μαζί κάνουν τη μια και τη μόνη, τη μεγάλη τη Θεά. Και για να κατορθώσει ο άνθρωπος να την κλείσει ολόκληρη στην ψυχή του, δεν αρκεί να διώξει τον Τούρκο! Πρέπει να διώξει και κάθε άλλον «τούρκο» που τον δεσμεύει, αδιάφορο πώς λέγεται. Κι έν’ άλλο ακόμα, πολύ σπουδαίο. Πρέπει να μάθει να μη γίνεται αυτός ο ίδιος «τούρκος» σε κανένα».

Γρ. Ξενόπουλος, «Η Διάπλασις των Παίδων»

 

            «…Ο άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος. Γνωστός, πολύ παλιός ο αφορισμός αυτός. Η ελευθερία, όμως, όπως ξέρουμε, είναι μια έννοια πολυδιάστατη. «Γεννιέται ελεύθερος» σημαίνει έμφυτη ελευθερία σ’ όλο το πλάτος της;  Πρέπει να’ ναι λανθασμένη μια τέτοια τοποθέτηση. Αυτό το «γεννιέται ελεύθερος» μάλλον πρέπει να δεχτούμε πως σημαίνει: έχει ο άνθρωπος από τη φύση του το δικαίωμα να είναι ελεύθερος. Που σημαίνει ακόμα πως κανένας δεν έρχεται στον κόσμο με περισσότερα ή λιγότερα δικαιώματα για ελευθερία. Από κει και πέρα όμως το αγώνισμα της ελευθερίας είναι βαρύ και «θέλει αρετήν και τόλμην»… Ο άνθρωπος θα δώσει άπειρους αγώνες, «μέσα» κι «έξω», για ν’ απαλλαγεί από άπειρες ποικιλώνυμες «δουλείες». Η απελευθέρωση του ανθρώπου από φοβίες, από δεισιδαιμονίες, από προκαταλήψεις, από ένστικτα, από πάθη, από ορμές, από προπαγάνδες, από συστήματα, από «είδωλα»…από δεσμώτες σκληρούς που η ίδια η φύση του κι η κοινωνική συμβίωση βάζουν μέσα του και μπροστά του, είναι η ελευθερία του. Η προσωπική ελευθερία του είναι δικαίωμά του και, όταν χρειαστεί, αγώνισμά του. Η εσωτερική ελευθερία του είναι καθήκον κι αγώνισμά του καθημερινό. Κι είναι αγώνισμα διαρκές. Γιατί κάθε νεότερη εποχή έχει τις δικές της «δουλείες», άγνωστες πολλές φορές σε προγενέστερους, που ζητούν τους δικούς τους αγώνες για απελευθέρωση…

            Ο άνθρωπος, λοιπόν, ουσιαστικά, δε γεννιέται, αλλά γίνεται ελεύθερος…».

 Σοφία Μάνιου

 

Η ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

Η ΛΑΚΩΝΙΚΟΤΗΤΑ

 «Το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν»

 Λακωνικότητα ορίζουμε την ικανότητα να εκφράζεται κανείς με συντομία, σαφήνεια και ευστοχία. Είναι η εκφραστική λιτότητα, η περιεκτικότητα των λόγων.  Η δυνατότητα να διακρίνει κανείς την ουσία και να τη διατυπώνει με  λόγο πυκνό, μεστό σε νοήματα και ταυτόχρονα λιτό και ακριβή αποτελεί πραγματική αρετή. Τα ρητά, τα αποφθέγματα και οι παροιμίες του λαού μας, «αποστάγματα της ανθρώπινης σοφίας», είναι το καλύτερο παράδειγμα λακωνικού λόγου. Η λακωνικότητα αποκαλύπτει πνεύμα δυνατό, πλούσιο, οξυδερκές και προϋποθέτει:

–          πνευματική καλλιέργεια

–          γλωσσικό πλούτο

–          αφαιρετική και συνθετική ικανότητα

–          κριτική σκέψη, ευθυκρισία, οξυδέρκεια, αγχίνοια

–          συνείδηση του μέτρου

 

Προσοχή!  Η λακωνικότητα δεν πρέπει να συγχέεται με τη λεξιπενία ή την εκφραστική αδυναμία…

Αντίθετες έννοιες είναι: η φλυαρία, η πολυλογία, η περισσολογία, ο βερμπαλισμός, η φληναφολογία, η  αμετροέπεια.

Η λακωνικότητα είναι χρήσιμη σε πολλές περιστάσεις:

ü  Στην καταγραφή σημειώσεων, στην εκπόνηση σχεδιαγραμμάτων, στη σύνταξη περιλήψεων.

ü  Στην επαγγελματική ζωή, στις συναλλαγές, στη διοίκηση (έγγραφα, αιτήσεις μικρές αγγελίες κ.ά.).

ü  Στην άμεση και σύντομη ενημέρωση από τα ηλεκτρονικά Μ.Μ.Ε.

ü  Στην ηλεκτρονική επικοινωνία (τηλεφωνικά μηνύματα / sms, e-mail).

ü  Στη διαφήμιση.

 

Τα πλεονεκτήματα είναι πολλά:

  • Εξοικονομείται χρόνος (πολύτιμος στον ταχύ ρυθμό της απαιτητικής ζωής μας).
  • Διευκολύνεται η επικοινωνία, η συνεννόηση, η συνεργασία.
  • Υπογραμμίζεται εμφατικά το ουσιώδες και ενισχύεται η εκφραστική δύναμη, αποκτά ένταση ο λόγος.
  • Εντυπώνονται ευχερέστερα στη μνήμη τα μηνύματα, έχουν μεγαλύτερη απήχηση.
  • Διασφαλίζεται η άμεση κατανόηση, ο προσδιορισμός και η σύλληψη της ουσίας του περιεχομένου σε αντίθεση με τους πλατειασμούς και την αοριστολογία που προκαλούν τη σύγχυση και τις παρανοήσεις.
  • Καλλιεργούνται οι πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου με την εκγύμναση της κριτικής σκέψης, με την εξάσκηση στην αφαιρετική και συνθετική πνευματική διαδικασία.
  • Η πνευματική  δύναμη εντέλει προϋποθέτει αλλά και κατοχυρώνει την πνευματική ελευθερία του ανθρώπου.

    Αντίθετα, σε πολλές άλλες περιστάσεις είναι αναγκαίος ο αναλυτικός   λόγος:

ü  Στο διάλογο είναι απαραίτητη η ανάπτυξη επιχειρηματολογίας.

ü  Στις διαπροσωπικές σχέσεις η συζήτηση λύνει διαφορές και παρεξηγήσεις, διευκολύνει την αλληλοκατανόηση και τη συνεργασία.

ü  Στη διαπαιδαγώγηση, στη νουθεσία, στη συμβουλή διευκολύνει την πρόσληψη των ηθοπλαστικών μηνυμάτων.

ü  Στην εκπαίδευση /διδασκαλία η επανάληψη, το παράδειγμα, η ανάλυση και η επεξήγηση αποτελούν προϋποθέσεις για την πρόσληψη και την εμπέδωση των γνώσεων.

ü  Στην ουσιαστική ενημέρωση αναγκαία είναι η αναλυτική παρουσίαση  των γεγονότων (από τον Τύπο συνήθως) και η ερμηνεία τους.

ü  Στη λογοτεχνία είναι προϋπόθεση της έκφρασης και της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

 

Γι’ αυτό και απαιτείται προσοχή, μέτρο και φειδώ στη χρήση του λακωνικού λόγου, που συχνά εγκυμονεί κινδύνους:

  • Όταν απαιτείται λόγος αναλυτικός, τα «λίγα λόγια» προκαλούν δυσχέρειες στην κατανόηση, στην επικοινωνία ή στη συνεργασία.
  • Προκαλείται η εντύπωση της αντικοινωνικότητας στις συναναστροφές ή η αδυναμία συμμετοχής σε διάλογο.
  • Με την εκτεταμένη χρήση των αρκτικόλεξων, των σύντομων ξένων λέξεων, των συνθημάτων και των μηνυμάτων της κινητής τηλεφωνίας:

–          Διαβρώνεται η γλώσσα μας.

–          Αποσυντίθεται η δομή της.

–          Αλλοιώνεται η μορφή της.

–          Υπονομεύεται η αισθητική της.

–          Χάνεται ο πλούτος της.

–          Κι έτσι, φτωχαίνει το λεξιλόγιο και περιορίζεται η λογική και η κριτική σκέψη των ανθρώπων που τη μιλούν.

  • Ελλοχεύει ο κίνδυνος του εθισμού στη συνθηματολογία με αποτέλεσμα την τυποποίηση, τη συρρίκνωση και το μαρασμό της σκέψης.
  • Άμεση επίπτωση του προηγούμενου είναι η ευχερής χειραγώγηση των νέων ή των αμόρφωτων ανθρώπων που εθίζονται στο συνθηματικό λόγο και υιοθετούν άκριτα τα μηνύματά του.

 Σοφία Μάνιου

 

 

 

Η ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

Ε Μ Π Ο Ρ Ε Υ Μ Α Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η

             Εμπορευματοποίηση είναι η αναγωγή μιας ευγενούς κοινωνικής αξίας σε εμπόρευμα, η εμπορική εκμετάλλευση ενός ιδεώδους. Όταν μια αξία γίνεται αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης , εκφυλίζεται, γιατί παύει να είναι αυτοσκοπός και από μέσο ολοκλήρωσης και εξύψωσης του ανθρώπου, μεταβάλλεται σε μέσο πλουτισμού.

Για το φαινόμενο ευθύνεται κυρίως η κυριαρχία του υλιστικού πνεύματος στην εποχή μας, η θεοποίηση του χρήματος και η ανακήρυξή του σε αυτοσκοπό της ζωής του ανθρώπου. Στο χρηματιστήριο αξιών της κοινωνίας μας γνωρίζουν άνοδο οι υλικές μόνον αξίες. Επόμενο είναι , λοιπόν, να μη σέβεται ο άνθρωπος τις πνευματικές και ηθικές αξίες.

 Ποιες αξίες εμπορευματοποιούνται στην εποχή μας;

 

  • Η Εργασία: Η εργασία, βέβαια, αποβλέπει και στο βιοπορισμό, αλλά όταν μοναδικός της στόχος είναι το χρήμα, και όχι η αίσθηση της δημιουργίας ή η κοινωνική προσφορά, χάνει μεγάλο μέρος της αξίας της και μπορεί να οδηγήσει σε φαινόμενα κερδοσκοπίας και κοινωνικής ανευθυνότητας. Αποτέλεσμα είναι, ακόμη, η αλλοτρίωση του ανθρώπου, όχι μόνον από το αντικείμενο της δημιουργίας και τους συνανθρώπους του, αλλά και από τον ίδιο του τον εαυτό, αφού αντιλαμβάνεται τις δημιουργικές του δυνάμεις (τον εαυτό του) ως εμπόρευμα που πρέπει να διατεθεί στην αγορά σε όσο γίνεται υψηλότερη τιμή. Το φαινόμενο ενισχύεται και από το γεγονός ότι στην κοινωνία μας η εργασία υπόκειται στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης -όπως όλα τα αγαθά- και δεν αμείβεται σύμφωνα με την κοινωνική σημασία ή την ποιότητά της.
  • Η Ψυχαγωγία: Η βιομηχανία εκμετάλλευσης του ελεύθερου χρόνου των ανθρώπων έχει μετατρέψει την ψυχαγωγία σε αναλώσιμο εμπορικό αγαθό. Το δικαίωμα στη γόνιμη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου αγοράζεται με τίμημα που δεν μπορούν να καταβάλουν όλες οι κοινωνικές τάξεις. Επιπροσθέτως, προωθείται η νόθη και όχι η γνήσια ψυχαγωγία, η άγονη και ψυχοφθόρα εκτόνωση και όχι οι ψυχωφελείς ενασχολήσεις.
  • Ο Αθλητισμός: Συχνά, κύριος στόχος των αθλητών γίνεται ο πλουτισμός με αποτέλεσμα να απεμπολούν το αθλητικό ιδεώδες. Έτσι, η ευγενική αναμέτρηση μεταβάλλεται σε αθέμιτο ανταγωνισμό και η νίκη ενίοτε είναι «προσχεδιασμένη», γιατί ο σκοπός του αγώνα δεν είναι ο αγώνας, αλλά τα υλικά οφέλη που υπόσχεται η νίκη. Εκτός από τους αθλητές, την αξία του αθλητισμού αμαυρώνουν και οι επιχειρηματίες-χορηγοί των αθλητικών ομάδων ή των αγώνων που εκμεταλλεύονται τον αθλητισμό, για να διαφημίσουν τα προϊόντα τους, καθώς επίσης τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που προβάλλουν τον αθλητισμό, για να αυξήσουν την ακροαματικότητά τους και τα κέρδη που θα αποκομίσουν από τα διαφημιστικά μηνύματα.
  • Ο Ολυμπισμός: Και το αγνό ιδεώδες του Ολυμπισμού που δε  σχετίζεται με τις υλικές αξίες (αντίθετα μάλιστα, στόχος του είναι να τις υποβαθμίσει) έγινε αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής και εκμετάλλευσης από τα κράτη, τους αθλητές, την ολυμπιακή επιτροπή των «Αθανάτων», τις πολυεθνικές εταιρείες. Το αποκορύφωμα του εκφυλισμού ήταν η πώληση του δικαιώματος της μεταφοράς της ολυμπιακής φλόγας στους αγώνες της Ατλάντα το 1996.
  • Η Γνώση – Η Παιδεία:  Η πνευματική καλλιέργεια έχει πάψει να είναι αυτοσκοπός και έχει γίνει μέσο οικονομικής καταξίωσης. Οι νέοι πασχίζουν για μια θέση στα Α.Ε.Ι., όχι για να μορφωθούν, αλλά για να αποκτήσουν τον τίτλο του μορφωμένου, ένα πτυχίο που θα τους επιτρέψει να καταξιωθούν κοινωνικά και να αποκατασταθούν επαγγελματικά. Εξάλλου, η γνώση είναι εμπόρευμα στην κοινωνία μας, ένα αγαθό που μπορούν να αγοράσουν μόνον όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα. Μπορεί η Πολιτεία να διακηρύσσει επίμονα ότι προσφέρει δωρεάν παιδεία, γιατί είναι δικαίωμα η γνώση για κάθε άνθρωπο, όμως η παρεχόμενη δημόσια εκπαίδευση δεν επαρκεί για την κάλυψη των πνευματικών και κοινωνικών αναγκών του σύγχρονου νέου. Έτσι, αναγκάζονται οι νέοι να καταφύγουν στην επί χρήμασι παιδεία, στη γνώση που «πουλιέται κι αγοράζεται».
  • Η Επιστήμη: Δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που έχουν μετατρέψει την επιστήμη και το κοινωνικό τους λειτούργημα σε επάγγελμα, και μάλιστα πολύ προσοδοφόρο. Αντί να προσφέρουν τη γνώση τους (και ανιδιοτελώς σε ορισμένες περιπτώσεις) στους συνανθρώπους τους, προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την ανάγκη της βοήθειάς τους ή και αρνούνται να διαθέσουν τις υπηρεσίες τους χωρίς υλικά ανταλλάγματα, παραβιάζοντας συχνά τον ιερό τους όρκο.
  • Η Τέχνη: Η κοινωνική ευθύνη του καλλιτέχνη ως πνευματικού ανθρώπου έγκειται στον εξευγενισμό της ψυχής, στην αισθητική και πνευματική καλλιέργεια, στην ηθικοποίηση του λαού. Όμως, ο υψηλός αυτός σκοπός της Τέχνης αναιρείται, όταν βασική επιδίωξη του καλλιτέχνη είναι η απόκτηση χρήματος. Το κυνήγι του κέρδους υποβιβάζει το επίπεδο της καλλιτεχνικής δημιουργίας και ευτελίζει την ποιότητά της. Πολλά προϊόντα της εμπορευματοποιημένης τέχνης -παράγωγα της μαζικής κουλτούρας- αποπροσανατολίζουν και αποχαυνώνουν το λαό, αντί να τον καθοδηγούν και να τον εξυψώνουν πνευματικά.
  • Η Δημοκρατία: Η εμπορευματοποίηση της πολιτικής συνείδησης βαραίνει τόσο τους πολιτικούς που εκμεταλλεύονται το λειτούργημά τους για την εξυπηρέτηση των οικονομικών τους συμφερόντων, όσο και τους πολίτες που δε διστάζουν να «πουλήσουν» την ψήφο τους προσδοκώντας οικονομικά ανταλλάγματα (πελατειακές σχέσεις με τους βουλευτές για την εξασφάλιση μιας θέσης εργασίας στο δημόσιο τομέα, ιδιοτελής κομματικοποίηση κτλ.).
  • Η Παράδοση: Και η Παράδοση δεν ήταν δυνατό να γλυτώσει από τη χρηματοθηρία των ανθρώπων. Θεσμοί, έθιμα, λαϊκή τέχνη, ακόμη και η Θρησκεία μεταβάλλονται από ορισμένους σε μέσο πλουτισμού.
  • Ο Ανθρωπισμός: Αρκετοί προσπαθούν να διεγείρουν τη ναρκωμένη ευαισθησία απέναντι στον ανθρώπινο πόνο και στην καταπάτηση των δικαιωμάτων των ανθρώπων με στόχο να την εκμεταλλευτούν, για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Μερικές διαφημίσεις αγαθών περιλαμβάνουν ανθρωπιστικά μηνύματα, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης εκμεταλλεύονται τη δυστυχία των ανθρώπων και είναι αμφισβητήσιμοι οι αμιγώς ανθρωπιστικοί στόχοι κάποιων φιλανθρωπικών οργανώσεων ή καλλιτεχνικών εκδηλώσεων.
  • Οι Ανθρώπινες σχέσεις: Η εξυπηρέτηση υλικών συμφερόντων αποτελεί συχνά το θεμέλιο της σύναψης των διαπροσωπικών σχέσεων. Κάποιοι μεταβάλλουν σε σχέση εμπορική τον έρωτα, το γάμο, τη φιλία. Εξάλλου, ο σεβασμός και η κοινωνική εκτίμηση αποδίδονται μόνο σ’ όσους έχουν οικονομική επιφάνεια.

Σοφία Μάνιου

 

Ο ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 Ο ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟΣ

             Ο καταναλωτισμός είναι η τάση για υπερκατανάλωση που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο της εποχής μας. Η μανία για συνεχή κατανάλωση ακόμη και άχρηστων υλικών αγαθών έχει τις ρίζες της στα ψυχολογικά κενά του ανθρώπου των καιρών μας και είναι μια δίψα που δεν έχει κορεσμό. Πραγματικά, ο homo consumens  (ο άνθρωπος καταναλωτής) είναι ένα αδηφάγο, αχόρταγο ον που δεν καταναλώνει για να ζει, αλλά ζει για να καταναλώνει, γιατί από τη δραστηριότητα αυτή εξαρτά όχι μόνο την ευτυχία και την κοινωνική του καταξίωση, αλλά και την ίδια του την ύπαρξη («είμαι ό,τι έχω και ό,τι καταναλώνω»). Τα αγαθά για τον άνθρωπο – καταναλωτή ποτέ δεν είναι αρκετά, ποτέ δεν είναι ικανά να του χαρίσουν την πληρότητα ή την ικανοποίηση. Όσο εύκολα ενθουσιάζεται με την απόκτησή τους, τόσο εύκολα και γρήγορα του προκαλούν ανία κι έτσι αναζητά συνεχώς νέα αγαθά, νέες και περισσότερες απολαύσεις. Η καταναλωτική μανία έχει εμποτίσει σε τέτοιο βαθμό την ψυχή του, ώστε να μην καταναλώνει μόνον υλικά αλλά και πνευματικά αγαθά, ιδέες, τρόπο ζωής, ακόμη και ανθρώπους.

 

«…Ο σύγχρονος άνθρωπος, αν μπορούσε να εκφράσει την αντίληψη που έχει για τον παράδεισο, θα έδινε μια εικόνα που θα έμοιαζε σαν το μεγαλύτερο γενικό κατάστημα του κόσμου, μέσα στο οποίο θα υπήρχαν καινούρια πράγματα και μπιχλιμπίδια, και τον εαυτό του να έχει άφθονο χρήμα για να τ’ αγοράσει. Θα περιπλανιόταν μ’ ανοικτό το στόμα μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα μπιχλιμπιδιών και εμπορευμάτων, με την προϋπόθεση όμως ότι υπήρχαν νέα πράγματα για να αγοράσει και ότι προφανώς οι γείτονές του θα ήταν λιγότερο προνομιούχοι απ’ αυτόν…».

                                                                                                                    Erich Fromm

             Ο καταναλωτισμός συνδέεται άρρηκτα με το φαινόμενο του υλικού  ευδαιμονισμού, της αντίληψης δηλαδή ότι η ευδαιμονία του ανθρώπου πηγάζει μόνον από την καταναλωτική – υλική του δύναμη. Η νοοτροπία αυτή καθιστά νόμο της ύπαρξης όχι το «είναι» αλλά το «έχειν». Ο σύγχρονος άνθρωπος, δηλαδή, εστιάζει όλο του το ενδιαφέρον στην υλική – οικονομική του ανάπτυξη και αδιαφορεί για την πνευματική και ηθική του καλλιέργεια, ακόμα και για την ψυχική του ισορροπία. Σκοπός της ζωής του παύει να είναι η πολύπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Η υλική δύναμη (το χρήμα και τα αγαθά) από μέσο ολοκλήρωσης μετατρέπονται σε αυτοσκοπό, με αποτέλεσμα όσο διογκώνεται το «έχειν» (ή η επιθυμία του) τόσο να συρρικνώνεται το «είναι» του ανθρώπου, η δυνατότητά του να βιώσει πολυδιάστατα τη ζωή.

«…Η διάκριση ανάμεσα στο «έχειν» και στο «είναι» δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη για την κοινή λογική. Το «έχειν» φαίνεται να είναι μια φυσιολογική λειτουργία της ζωής μας: για να ζήσουμε πρέπει να έχουμε πράγματα. Ακόμα περισσότερο, πρέπει να έχουμε πράγματα, για να μπορούμε να τ’ απολαμβάνουμε. Σ’ έναν πολιτισμό όπου ο ύψιστος σκοπός είναι η κατοχή –και μάλιστα η κατοχή ολοένα και περισσότερων πραγμάτων- και όπου μπορείς να πεις για κάποιον «αξίζει ένα εκατομμύριο δολάρια», πώς μπορεί να υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο «έχειν» και το «είναι»; Αντίθετα, θα έλεγε κανείς ότι η βαθύτερη σημασία του «είναι», είναι το «έχειν». Κι όταν κάποιος δεν έχει τίποτα, δεν είναι τίποτα.

            Οι Μεγάλοι όμως Δάσκαλοι της Ζωής εντόπισαν σαν κεντρικό σημείο των συστημάτων τους τη διαφορά ανάμεσα στο «έχειν» και στο «είναι». Ο Βούδας διδάσκει ότι, για να φτάσουμε στο υψηλότερο στάδιο της ανθρώπινης εξέλιξης, δε θα πρέπει ν’ αναζητούμε άπληστα την απόκτηση αγαθών: Ο Χριστός διδάσκει: «Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν ∙ ος δ’ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ούτος σώσει αυτήν. Τι γαρ ωφελείται άνθρωπος κερδίσας τον κόσμον όλον, εαυτόν δε απολέσας ή ζημιωθείς;» (Λουκάς Θ΄:24-25). Ο Meister Eckhart δίδαξε ότι το να μην έχεις τίποτα και ταυτόχρονα να είσαι ανοικτός και «αδειανός», μην αφήνοντας το εγώ σου να στέκεται εμπόδιο στο δρόμο σου, είναι η μοναδική προϋπόθεση για την απόκτηση πνευματικού πλούτου και δύναμης. Ο Μαρξ δίδαξε ότι η πολυτέλεια είναι τόσο μεγάλο κακό όσο και η φτώχεια, και ότι ο στόχος θα πρέπει να είναι να είμαστε και όχι να έχουμε πολλά…».

Erich Fromm

 

 Τα αίτια του καταναλωτισμού

 1.         Ο καταναλωτισμός είναι φαινόμενο που χαρακτηρίζει το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο άρχισε ν’ αναπτύσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς η παραγωγική βιομηχανία. Με τη συμβολή της ραγδαία επίσης αναπτυσσόμενης τεχνολογίας αυξήθηκε η παραγωγικότητα και δημιουργήθηκε έτσι μια ατμόσφαιρα αφθονίας. Την καθημερινή ζωή άρχισε έκτοτε να χαρακτηρίζει η σπατάλη και η πολυτελής διαβίωση. Όσο αυξάνεται μάλιστα η αφθονία τόσο περισσότερο δημιουργούνται νέες, δευτερογενείς ανάγκες στον άνθρωπο. Το περιττό επιβάλλεται ως ανάγκη. Παρατηρείται δε το παράδοξο: αντί να είναι οι ανθρώπινες ανάγκες ο ρυθμιστής της παραγωγής, η παραγωγή ρυθμίζει τις ανάγκες των ανθρώπων.

2.         Οι πλαστές ανάγκες επιβάλλονται στο σύγχρονο άνθρωπο, για να ικανοποιηθεί η ανάγκη των καπιταλιστών να μεγιστοποιήσουν τα προσωπικά τους κέρδη, να αυξήσουν τον πλούτο τους. Η «ιδεολογία της ευζωίας» ως αποτέλεσμα της κατανάλωσης πολυτελών αγαθών καλείται να δικαιολογήσει την τεράστια διασπάθιση ανθρώπινων δυνάμεων και πρώτων υλών,  που στόχο έχει τη συσσώρευση του κεφαλαίου στα χέρια των λίγων.

3.         Η διαφήμιση υπηρετεί τον προηγούμενο σκοπό, προβάλλοντας τα προϊόντα με στόχο την αύξηση των πωλήσεών τους και αποτελεί έτσι έναν από τους κυριότερους παράγοντες καλλιέργειας του καταναλωτικού πνεύματος. Δημιουργεί και επιβάλλει (με την έντεχνη και συνεχή επανάληψη των μηνυμάτων της) τεχνητές ανάγκες, όλο και περισσότερες. Εμφυτεύει στη συνείδηση το «ιδανικό» του υλικού ευδαιμονισμού. Ενσπείρει στην ψυχή το άγχος για την απόκτηση των «αναγκαίων» αγαθών. Ακόμη, συμβάλλει τα μέγιστα στη δημιουργία ψυχολογικών κενών (η κάλυψη των οποίων επιχειρείται με την κατανάλωση) και σκόπιμα δημιουργεί ψυχολογικά πλέγματα, για να τα εκμεταλλευτεί κατάλληλα στη συνέχεια.

4.         Με τον καταναλωτισμό ο σύγχρονος άνθρωπος προσπαθεί να αποδράσει από τα ψυχολογικά αδιέξοδα που γεννούν τα προβλήματα της εποχής μας. Η βουλιμία του για τα αγαθά είναι μια προσπάθεια αποσόβησης του άγχους, της μοναξιάς και της κατάθλιψης. Είναι, ακόμη, μια προσπάθεια αντιμετώπισης της ανίας, ως απόπειρα νοηματοδότησης μιας κενής από υγιή ενδιαφέροντα και αξίες ύπαρξης.

5.         Η ανάγκη της καταξίωσης, η επιθυμία για κοινωνική αναγνώριση, χαρακτηρίζει κάθε υγιές κοινωνικό ον. Όταν σε μια κοινωνία τιμή και αξία αποδίδεται σε εκείνον που «έχει», εύλογο είναι ο άνθρωπος να υιοθετεί τα κοινωνικά κριτήρια, να προσπαθεί να ανέλθει κοινωνικά μέσω του χρήματος και της κατανάλωσης. Είναι απαραίτητο να κερδίσει το σεβασμό των συνανθρώπων του και ν’ αποφύγει την περιθωριοποίηση και το χλευασμό.

6.         Σε στενή συνάφεια με την ανάγκη της κοινωνικής αποδοχής βρίσκεται και η τάση για αυτοπροβολή,  η επιδειξιομανία που χαρακτηρίζει ορισμένους. Η κατανάλωση υλικών αγαθών είναι ένδειξη πλούτου, δύναμης και υπεροχής έναντι των άλλων. Η ανάγκη για διάκριση από το σύνολο, βέβαια, χαρακτηρίζει κάθε υγιές ψυχολογικά άτομο (πόσο μάλλον τον άνθρωπο της εποχής μας που ζει σε μια μαζική κοινωνία), ωστόσο η υπεροχή πρέπει να θεμελιώνεται στην πολύπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας και όχι στην καταναλωτική δύναμη. Παρατηρείται, εξάλλου, με τον καταναλωτισμό να αυτοπροβάλλονται όσοι δεν έχουν άλλο μέσο ανάδειξης της προσωπικότητάς τους.

«…Ο άνθρωπος έχει μεταβληθεί σε homo consumens. Είναι άπληστος, παθητικός και προσπαθεί να εξισορροπήσει το εσωτερικό του κενό με μια συνεχή και αυξανόμενη κατανάλωση (υπάρχουν πολλά κλινικά παραδείγματα του μηχανισμού αυτού σε περιπτώσεις πολυφαγίας, πολυποσίας και υπερβολικών αγορών σαν αντίδραση στην κατάθλιψη και στο άγχος). Έτσι, «καταναλώνει» τσιγάρα, ποτό, σεξ, κινηματογράφο, ταξίδια καθώς και μόρφωση, βιβλία, διαλέξεις και τέχνη. Δείχνει πως είναι ενεργητικός, «ενθουσιασμένος», μα βαθιά μέσα του είναι γεμάτος άγχος, μοναξιά, κατάθλιψη και ανία (η ανία μπορεί να οριστεί σαν το είδος της χρόνιας κατάθλιψης που μπορεί να αναπληρωθεί επιτυχώς με την κατανάλωση). Ο βιομηχανισμός του 20ου αιώνα δημιούργησε αυτό το νέο ψυχολογικό τύπο, τον homo consumens, βασικά για οικονομικούς λόγους, δηλαδή από ανάγκη για μαζική κατανάλωση που πυροδοτείται και χειραγωγείται από τη διαφήμιση…».

Erich Fromm

 Οι συνέπειες του καταναλωτισμού

 1.         Με την επέκταση της σπατάλης μειώνονται τα αποθέματα των πρώτων υλών και των ενεργειακών πηγών του πλανήτη. Επιπροσθέτως, το οικολογικό πρόβλημα επιτείνεται με τη ρύπανση του περιβάλλοντος που οφείλεται στη λειτουργία των βιομηχανιών, στη δημιουργία παρασκευασμάτων που μολύνουν και καταστρέφουν τη φύση και στα απορρίμματα των καταναλωτών. Όσο μεγαλύτερη είναι η αφθονία, τόσο διογκώνονται η σπατάλη και οι σωροί των σκουπιδιών. «…Όσο πληρέστερα και υπερχειλικά «ικανοποιείται» το άτομο, τόσο περισσότερο υποβαθμίζονται και καταστρέφονται τα συλλογικά αγαθά της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα δάση χάνονται, οι θάλασσες και τα ποτάμια γίνονται βούρκοι, η ατμόσφαιρα μολύνεται, οι πόλεις γίνονται άξενες, αφόρητες, ασφυκτικά πιεστικές…». (Β. Φίλιας)

2.         Η κοινωνία της αφθονίας προσφέρει την ποσοτική και όχι την ποιοτική ζωή. Πραγματική ποιότητα στη ζωή υπάρχει όταν οι συνθήκες της προάγουν την ολοκλήρωση και την ευτυχία του ανθρώπου. Τα άφθονα υλικά αγαθά και η σπατάλη, όμως, δεν οδηγούν στην ευτυχία, αλλά στην ψευδαίσθηση της ευδαιμονίας. Γι’ αυτό, εξάλλου, ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι ευτυχισμένος, όσο κι αν καταναλώνει. Κυνηγά συνεχώς την ευτυχία του, δεν πρόκειται όμως να τη συναντήσει ποτέ, γιατί –απλούστατα- έχει ακολουθήσει λάθος μονοπάτι.

3.         Περιορίζεται στο έπακρο η ελευθερία του σύγχρονου ανθρώπου, καθώς με τη δημιουργία όλο και περισσότερων εξαρτήσεων και αναγκών χαλκεύονται αλυσίδες που καταργούν τη δυνατότητα της προσωπικής επιλογής και περιστέλλουν τον αυτοπροσδιορισμό. Έπειτα, ο καταναλωτισμός υποθάλπει τη χειραγώγηση, γιατί ο τρόπος ζωής, οι όροι ψυχαγωγίας, η αισθητική, οι αξίες και τα συναισθήματα του ανθρώπου διαμορφώνονται από άλλους στη βάση της εξυπηρέτησης των δικών τους συμφερόντων.

4.         Με το βιασμό της ελεύθερης προσωπικότητας χάνεται και η ιδιαιτερότητα της προσωπικής φυσιογνωμίας και ενισχύεται το φαινόμενο της μαζοποίησης. Όλοι έχουν τις ίδιες ανάγκες και τις ίδιες αντιλήψεις, καταναλώνουν τα ίδια υλικά και πνευματικά αγαθά. Τυποποιείται έτσι η συμπεριφορά, η σκέψη και ο ψυχισμός του ανθρώπου. Η μαζική παραγωγή αγαθών και η στάση ζωής που αυτή επιβάλλει οδηγούν στη μαζική παραγωγή τυποποιημένων ανθρώπων.

5.         Ο υλικός ευδαιμονισμός απλώνει όλο και πιο βαθιά τις ρίζες του στο κοινωνικό έδαφος. Το αποτέλεσμα είναι το κέντρο βάρους του ενδιαφέροντος στην κοινωνία μας να συγκεντρώνεται στα πράγματα και όχι στους ανθρώπους, να φετιχοποιούνται τα αντικείμενα και να εξανεμίζεται η ιερότητα του ανθρώπου. Η ευτυχία δεν είναι πλέον υπόθεση βιωμάτων, αλλά αποτέλεσμα ιδιοκτησίας αντικειμένων. Έτσι, όλη τη ζωτικότητα του ανθρώπου μονοπωλεί η προσπάθεια για πλουτισμό και υποβαθμίζεται η σημασία της πνευματικής και ηθικής εξύψωσης ή της ψυχικής ευστάθειας. Επόμενο είναι, λοιπόν, να αλλοτριώνεται ο άνθρωπος από τον εαυτό του και από το συνάνθρωπο.

6.         Ο καταναλωτισμός διαταράσσει την ψυχική υγεία του ανθρώπου, γιατί αναπτύσσει το άγχος για την απόκτηση των αγαθών, για την κάλυψη των αναγκών που δεν τελειώνουν ποτέ, αφού επιβάλλονται συνεχώς καινούριες. Έτσι, είναι μόνιμα ριζωμένο στην ψυχή το αίσθημα του ανικανοποίητου. Το ψυχικό κενό δεν καλύπτεται ποτέ, όσο κι αν τούτο επιδιώκεται με την κατανάλωση, και η ψυχή δεν μπορεί να νιώσει την ξεκούραση, την ικανοποίηση, τη γαλήνη.

7.         Η ανάγκη της ικανοποίησης των πολλαπλών απαιτήσεων της καταναλωτικής ζωής επιβάλλει την υπερ – εργασία. Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται στο ελάχιστο ο ελεύθερος χρόνος, που είναι απαραίτητος για την ανάκτηση των σωματικών και ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου και για την επαφή του με τους άλλους. Επιπροσθέτως, με τον καταναλωτισμό περιορίζεται αισθητά η δυνατότητα γόνιμης αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, όχι μόνο λόγω της σωματικής και πνευματικής κόπωσης από την υπερβολική εργασία, αλλά και από τη «βιομηχανοποίηση» της ψυχαγωγίας. «Η κατανάλωση του χρόνου ανάπαυσής του καθορίζεται από τη βιομηχανία, όπως καθορίζονται και τα εμπορεύματα που αγοράζει. Το γούστο του είναι προκαθορισμένο, επιθυμεί να δει και να ακούσει αυτό που υποτίθεται πως  πρέπει να δει και να ακούσει. Η ψυχαγωγία είναι μια βιομηχανία όπως και οι άλλες, ο καταναλωτής ωθείται στο να αγοράσει διασκέδαση, όπως ωθείται στο να αγοράσει ρούχα και παπούτσια…» (Erich Fromm). Η βιομηχανία της ψυχαγωγίας συνήθως προσφέρει χαμηλής ποιότητας πνευματική τροφή, προωθεί τη μαζική κουλτούρα.

8.         Η κυριαρχία του καταναλωτισμού και του υλικού ευδαιμονισμού έχει ως αποτέλεσμα την κρίση των αξιών που λειτουργούσαν κάποτε ως ηθικές αντιστάσεις. Στο χρηματιστήριο αξιών της κοινωνίας μας γνωρίζουν άνοδο οι υλικές /οικονομικές αξίες, ενώ πέφτουν κατακόρυφα οι πνευματικές και ηθικές αξίες. Το γεγονός της ηθικής κατάρρευσης επιβεβαιώνει το ότι η χρηματοθηρία, η απληστία και ο αρριβισμός είναι η επικρατέστερη πλέον στάση ζωής. Μοναδικό «ιδανικό» η κατοχή πραγμάτων, η ιδιοκτησία, και μοναδικός δρόμος το κυνήγι του κέρδους με κάθε μέσο, χωρίς φραγμούς κι αναστολές.

9.         Γνωρίζουν κρίση οι ανθρώπινες σχέσεις, καθώς ο καταναλωτισμός τις θεμελιώνει σε βάσεις υλικές. Η ανθρώπινη επαφή εμπορευματοποιείται, τα συναισθήματα πωλούνται, αγοράζονται και αποδεικνύονται με την προσφορά αντικειμένων. Οι άνθρωποι μετατρέπονται σε καταναλώσιμα αγαθά, χρησιμοποιούνται όπως τα αντικείμενα. Συν τοις άλλοις, το καταναλωτικό πνεύμα συνοδεύεται από το φθόνο για εκείνους που «έχουν» και τον ανταγωνισμό για το «έχειν», συναισθήματα νοσηρά που υπονομεύουν τη σύναψη υγιών και ειλικρινών σχέσεων.

10.       Ο καταναλωτισμός δυναμιτίζει την εύτακτη λειτουργία του κοινωνικού συστήματος, γιατί υπονομεύει τη συνεργασία, την αλληλεγγύη και τον αμοιβαίο σεβασμό. Παράλληλα, καλλιεργώντας τον ανταγωνισμό και το αίσθημα της κοινωνικής αδικίας, οδηγεί άμεσα σε όλες τις μορφές της κοινωνικής παθογένειας, στη βία και στο έγκλημα. Η παραβίαση των νόμων και η καταπάτηση των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των συνανθρώπων νοείται ως ενέργεια απόλυτα «θεμιτή», όταν προσφέρει τη δυνατότητα πλουτισμού, γιατί η κοινωνική αναγνώριση και η ευτυχία θεμελιώνεται στη βάση αυτής της δυνατότητας.

11.       Παρατηρείται έξαρση του ατομικισμού και της κοινωνικής ανευθυνότητας. Οι ατομικές ανάγκες διογκώνονται και ικανοποιούνται εις βάρος των κοινωνικών αναγκών και χαλαρώνει επικίνδυνα το ενδιαφέρον για τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Η εξασθένιση της κοινωνικοπολιτικής συνείδησης του ανθρώπου δεν είναι μόνον αποτέλεσμα του ατομικισμού του, αλλά και παράγωγο της ετεροκατευθυνόμενης ζωής, του αποπροσανατολισμού του από εκείνους που συμφέρον έχουν να τον αποτρέψουν από την ενεργό κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα.

Σοφία Μάνιου

 

Ο ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Α. Η σημασία του τουρισμού

Παρέχει όλα τα οφέλη της γνήσιας ψυχαγωγίας

  1. Εμπλουτισμός των γνώσεων, διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων, καλλιέργεια. Ο άνθρωπος «ορέγεται φύσει του ειδέναι». Εμπλουτίζει την προσωπικότητά του σαν τον Οδυσσέα, ο οποίος «πολλών δ’ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω».
  2. Ενίσχυση του κοσμοπολιτισμού, ευκαιρία προσέγγισης ανθρώπων με διαφορετική νοοτροπία και πολιτισμική παράδοση, αλληλογνωριμία των λαών, σύσφιγξη σχέσεων, φιλία, αλληλεγγύη, αλληλοσεβασμός.
  3. Γόνιμη απόδραση από την καθημερινότητα, το άγχος, τη μονοτονία. Ευκαιρία για ανάπαυλα, αναζωογόνηση και αναψυχή.
  4. Ευκαιρίες επαφής με τη φύση, ψυχική γαλήνη και ανάπτυξη οικολογικής συνείδησης, αποτίναξη της αλλοτρίωσης του κατοίκου της μεγαλούπολης.
  5. Οικονομική ανάπτυξη με την εισροή ξένου συναλλάγματος, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την τόνωση της αγοράς. Ειδικότερα ωφελείται η οικονομία της επαρχίας.

Β. Διαφοροποίηση τουρισμού –περιήγησης/παρελθόντος-παρόντος

Τουρισμός: Μεταπολεμικό φαινόμενο. Οι τουρίστες αποτελούν οργανωμένες, άβουλες ομάδες, που κατευθύνονται από εμπορικά δίκτυα και συμφέροντα. Χειραγωγούνται στην απόλαυση μιας προκατασκευασμένης/τεχνητής/ εμπορικής μαζικής κουλτούρας (εμπορευματοποιημένος/βιομηχανοποιημένος τουρισμός).

Περιήγηση:Αρχαιότητα –αρχές 20ου αι.  Ιδιωτικά ταξίδια, μοναχικές περιπλανήσεις φιλομαθών ανθρώπων που αναλάμβαναν πρωτοβουλία, έκαναν τις δικές τους επιλογές και οργάνωναν το δικό τους πρόγραμμα, ανάλογα με τα ενδιαφέροντά τους. Έρχονταν έτσι σ’ επαφή με τη γνήσια κουλτούρα των ξένων λαών.

Γ. Κίνδυνοι –εκτροπές του σύγχρονου τουρισμού

  1. Αποθέωση του καταναλωτικού πνεύματος και του ευδαιμονισμού –Άγονη διασκέδαση, ικανοποίηση μόνον της ανάγκης για εκτόνωση.
  2. Υιοθέτηση αστικής νοοτροπίας που μεταβάλλει τον τουρισμό σε μέσο επίδειξης πλούτου, κοινωνικής επίδειξης και προβολής της καταναλωτικής ισχύος.
  3. Η αλλοίωση της αισθητικής και η κακοποίηση τόσο του φυσικού όσο και του πολιτιστικού/οικιστικού περιβάλλοντος – θυσία στο βωμό του εμπορικού κέρδους και της τουριστικής εκμετάλλευσης. Προβλήματα αισθητικής και ρύπανσης ακόμη του περιβάλλοντος χώρου αφενός και αλλοτρίωσης της πολιτιστικής μας ταυτότητας αφετέρου.
  4. Έλλειψη υποδομών και μέσων για την αξιοπρεπή εξυπηρέτηση/υποδοχή/φιλοξενία των ξένων επισκεπτών (συγκοινωνιακά μέσα, καταλύματα κλπ.)
  5. Φαινόμενα κερδοσκοπίας και αθέμιτης εκμετάλλευσης των τουριστών, προσπάθεια εύκολου πλουτισμού, αδυναμία σεβασμού και υποτίμηση της νοημοσύνης των ξένων επισκεπτών, ανευθυνότητα.
  6. Εκφυλισμός του πνεύματος της ελληνικής φιλοξενίας. Η φιλοξενία ήταν από τους σημαντικότερους θεσμούς-αξίες της αρχαίας Ελλάδας, γι’ αυτό άλλωστε προστάτης της ήταν ο ίδιος ο πατέρας των θεών, ο «Ξένιος Ζεύς».

Δ.   Αγροτουρισμός = σεβασμός στον άνθρωπο και στο περιβάλλον

 Συμμετοχή σε πολιτιστικές τοπικές δραστηριότητες και έθιμα (π.χ. στην οργάνωση τοπικών εορτών-πανηγυριών), παρακολούθηση μαθημάτων λαϊκής τέχνης (π.χ. υφαντουργία, κέντημα κτλ.) ή παραδοσιακής μαγειρικής, συμμετοχή σε αγροτικές ή κτηνοτροφικές εργασίες (π.χ. συγκομιδή της ελιάς, τρύγος κ.ά.), γευσιγνωσία παραδοσιακών εδεσμάτων –ποτών, ενασχόληση με αθλήματα στενά συνυφασμένα με τη φύση (π.χ. ιππασία, καγιάκ κ.ά.).

Ο αγροτουρισμός ενθαρρύνει τη γνήσια επαφή με τη φύση και τον παραδοσιακό πολιτισμό, επιτρέπει την ουσιαστική γνωριμία με τον αυθεντικό πολιτισμό ενός τόπου και μετατρέπει τους παθητικούς χειραγωγημένους τουρίστες σε ενεργητικούς σύγχρονους περιηγητές.

Προσφέρει:

  • Όλες τις ωφέλειες του τουρισμού (μόρφωση, αναψυχή κτλ.).
  • Επαφή με τη φύση, συνειδητοποίηση της αξίας της, σεβασμό και αγάπη γι’ αυτήν, ευαισθητοποίηση για την προστασία της.
  • Καταπολέμηση της αλλοτρίωσης του ανθρώπου των μεγαλουπόλεων.
  • Ουσιαστική/γνήσια γνωριμία με τους τόπους επίσκεψης, τον τρόπο ζωής, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τα έθιμα κτλ.)
  • Αυτενέργεια, πρωτοβουλία, ενεργητική κατάκτηση της εμπειρίας και της γνώσης και όχι παθητική αποδοχή προκατασκευασμένων μαζικών προγραμμάτων/θεαμάτων που προορίζονται για τουριστική κατανάλωση.
  • Ενίσχυση της οικονομίας της υπαίθρου.
  • Αναζωογόνηση περιοχών που είναι καταδικασμένες σε πληθυσμιακό, οικονομικό και πολιτιστικό μαρασμό.
  • Αναβίωση παραδοσιακών οικισμών.
  • Αξιοποίηση του φυσικού και πολιτιστικού πλούτου της υπαίθρου (αξιοθέατα, φυσικές ομορφιές, ιστορικά μνημεία, αγροτικά τοπικά προϊόντα κτλ.).
  • Καλλιέργεια του ενδιαφέροντος για τη λαϊκή παράδοση, διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς και εμπλουτισμός της με νέες δημιουργίες, συνέχεια του λαϊκού πολιτισμού.

Σοφία Μάνιου

 

 

ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 Η ΣΗΜΑΣΙΑ/ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ  ΜΝΗΜΕΙΩΝ

 (Αρχαιολογικοί χώροι, μουσεία, πινακοθήκες, συλλογές, ιστορικά μνημεία-κτήρια, έργα τέχνης)

 Ύπαρξη – διάσωση – συνέχεια – εξέλιξη του εθνικού μας πολιτισμού

 1) Γνώση της Παράδοσης/Ιστορίας

– γνωριμία με το παρελθόν/τον πολιτισμό των προγόνων μας.

-σύγκριση με το παρόν και άντληση διδαγμάτων.

-εκπαιδευτικές επισκέψεις και ελκυστικά προγράμματα (διαδραστικά/διαθεματικά παιχνίδια στα μουσεία).

-ευθύνη και αρμοδιότητα της Πολιτείας: των εκπαιδευτικών φορέων και του Υπουργείου Πολιτισμού

 

2) Άντληση προτύπων από το χώρο της Ιστορίας

– υιοθέτηση των αξιών και των ιδανικών τους (αντίβαρο στις υλιστικές αξίες της εποχής)

– γόνιμη μίμηση των επιτευγμάτων τους.

 

3) Μελέτη της Τέχνης του παρελθόντος = η βάση της σύγχρονης πολιτιστικής δημιουργίας

– υλικά, μέσα, μέθοδοι, ρυθμοί, θέματα = θεμέλιο της καλλιτεχνικής παιδείας.

– πηγή έμπνευσης για τους σύγχρονους καλλιτέχνες.

– σύζευξη παράδοσης και προόδου = εξέλιξη της Τέχνης και αναζωογόνηση/ εμπλουτισμός του εθνικού πολιτισμού.

– οι Νεοέλληνες αντάξιοι συνεχιστές του πολιτισμού των προγόνων.

 

4) Αισθητική καλλιέργεια ως αποτέλεσμα της επαφής με τις διαχρονικές/κλασικές αξίες του Ωραίου (μέτρο, αρμονία, συμμετρία κλπ.)

 

5) Καλλιέργεια ιστορικής και εθνικής συνείδησης

– μέρος της εθνικής κληρονομιάς, της ιστορίας, της πολιτιστικής δημιουργίας των προγόνων μας.

– αναπόσπαστο στοιχείο της εθνικής μας ταυτότητας.

– συνεκτικό στοιχείο του ελληνικού έθνους.

– καλλιέργεια του αισθήματος ευθύνης για την περιφρούρηση του πολιτισμού μας από τον κίνδυνο της πολιτιστικής αλλοτρίωσης και του αφανισμού της εθνικής ταυτότητας εξαιτίας της παγκοσμιοποίησης και του άγονου κοσμοπολιτισμού.

Τα μνημεία είναι η ταυτότητα του έθνους μας.

 

6) Ενίσχυση της εθνικής υπερηφάνειας/τόνωση της (εκφυλισμένης σήμερα) εθνικής αυτοεκτίμησης.

 

7) Σύμβολα των ανθρωπιστικών αξιών του πολιτισμού μας

– Παρθενώνας: σύμβολο Δημοκρατίας, Ελευθερίας, Ανθρωπισμού.

-Ολυμπία: σύμβολο των ολυμπιακών ιδεωδών, της ειρήνης, της αδελφοσύνης και της φιλίας των λαών…

 

8) Δυνατότητα αξιοποίησής τους για την τόνωση της εθνικής οικονομίας με την ανάπτυξη του τουρισμού –όχι όμως αναίσχυντη εμπορευματοποίησή τους.

 

9) Προβολή του εθνικού πολιτισμού στο εξωτερικό / ανάδειξη της σημασίας του/ της συμβολής του στον παγκόσμιο και ευρωπαϊκό πολιτισμό / διάδοση των ανθρωπιστικών αξιών του ελληνικού πολιτισμού.

– επισκέψεις ξένων τουριστών στα ελληνικά μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους κλπ.

– έκθεση ελληνικών συλλογών στα μουσεία του εξωτερικού.

 

Ο ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΞΕΝΙΤΕΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

 π.χ. Τα Ελγίνεια Μάρμαρα του Παρθενώνα

 Τα επιχειρήματα των ξένων:

 

  1. Οι Έλληνες στο παρελθόν δεν εκτιμούσαν την αξία τους και τα κατέστρεφαν. Οι Ευρωπαίοι τα διέσωσαν από τον αφανισμό.
  2. Οι Έλληνες δεν είναι ικανοί να τα συντηρήσουν ή να τα προστατεύσουν  εξαιτίας των ατμοσφαιρικών συνθηκών (διαβρώνονται από το νέφος και την όξινη βροχή) και της έλλειψης υποδομής, ειδικών, μέσων…
  3. Έχουν περιέλθει στην κυριότητα των ξένων μουσείων με αγορά, δεν είναι κλεμμένα, υπάρχουν επίσημοι τίτλοι ιδιοκτησίας.
  4. Είναι οι καλύτεροι πρεσβευτές της Ελλάδας στο εξωτερικό, προβάλλουν τον ελληνικό πολιτισμό, την Τέχνη, την Αισθητική και τις αξίες των Ελλήνων… ή
  5. Αποτελούν μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

 Τα δικά μας επιχειρήματα (ανασκευή)

 

  1. Οι Νεοέλληνες γνωρίζουμε την αξία τους και τα σεβόμαστε. Δεν έχουμε την ίδια νοοτροπία με αυτήν που είχαν κάποιοι απαίδευτοι πρόγονοι.
  2. Είμαστε ικανοί να τα συντηρήσουμε (ειδικευμένοι επιστήμονες αρχαιολόγοι και συντηρητές έργων τέχνης) και διαθέτουμε πλέον σύγχρονους εκθεσιακούς χώρους. Το νέο Μουσείο της Ακρόπολης –ένα από τα καλύτερα του κόσμου- είναι το πιο ισχυρό μας επιχείρημα για την ανάκτηση των Ελγινείων.
  3. Δεν είναι θεμιτό να ανήκουν σε καμιά ιδιωτική ή ξένη συλλογή. Ανήκουν μόνο στο Ελληνικό Έθνος, γιατί είναι η πολιτιστική κληρονομιά του, η παράδοσή του.
  4. Στο παρελθόν αφαιρέθηκαν από κατακτητές ή από Ευρωπαίους που είχαν αποσπάσει την άδεια των κατακτητών. Ο ελληνικός λαός δεν έδωσε ποτέ την έγκρισή του. Οι κατακτητές δε σεβάστηκαν τους θησαυρούς του υπόδουλου ελληνικού έθνους, τους έκλεψαν ή επέτρεψαν την κλοπή τους.
  5. Ακόμη κι αν υπάρχουν επίσημοι τίτλοι ιδιοκτησίας, τις περισσότερες φορές αποκτήθηκαν κατόπιν αρχαιοκαπηλίας.
  6. Για τους ξένους δεν αντιπροσωπεύουν παρά μια εμπορική αξία. Στόχος τους είναι η προσέλκυση τουριστών στα μουσεία τους. Για τους Έλληνες, όμως, δεν έχουν αξία εμπορική.
  7. Τα μνημεία αυτά μόνο στην πατρίδα μας μπορούν να προβάλλουν την αξία και την ομορφιά τους. Είναι συνυφασμένα με την ελληνική φύση και αναδεικνύονται μόνον όταν τα φωτίζει ο ήλιος της πατρίδας μας.

Σοφία Μάνιου

 

Η ΓΛΩΣΣΑ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

Η ΓΛΩΣΣΑ

          Η γλώσσα είναι κώδικας σημείων με τα οποία επιτυγχάνεται η επικοινωνία μεταξύ των μελών μιας γλωσσικής κοινότητας. Είναι καθοριστικός παράγοντας της ολοκλήρωσης του ανθρώπου και θεμέλιο της δημιουργίας και της εξέλιξης του πολιτισμού του.

Οι κυριότερες λειτουργίες της είναι:

  • Η ονοματοθεσία
  • Η επικοινωνία
  • Η έκφραση

Η σημασία της γλώσσας

1. Πνευματική ανάπτυξη του ατόμου:

-απόκτηση και μετάδοση γνώσεων

-διεύρυνση της νόησης και συγκρότηση λογικής σκέψης («διάνοια και λόγος ταυτόν» σύμφωνα με τον Πλάτωνα)

-απελευθέρωση της φαντασίας και γενικότερα των πνευματικών δυνάμεων

-όργανο της κρίσης, της (συνθετικής και αφαιρετικής) σκέψης

-θεμέλιο της επιχειρηματολογίας

-μέσο κατανόησης των αφηρημένων εννοιών

-η βάση της πνευματικής ελευθερίας του ανθρώπου

 

2. Ψυχική ισορροπία:

-έκφραση σκέψεων και συναισθημάτων

-ψυχική αποφόρτιση/εκτόνωση

-διάλογος

 

3. Ανθρώπινες σχέσεις –Κοινωνικότητα: διάλογος, επικοινωνία, συνεννόηση, κατανόηση, συνεργασία κτλ.

 

4. Κοινωνικοποίηση:

-το κυριότερο μέσο αγωγής για όλους τους φορείς κοινωνικοποίησης

-μέσο επαφής και γνωριμίας με τον κόσμο, τους θεσμούς, τον πολιτισμό.

-ενημέρωση, ανάπτυξη κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης.

 

5. Καλλιέργεια ιστορικής και εθνικής συνείδησης, σφυρηλάτηση της συνοχής του έθνους.

 

6. Γλωσσομάθεια – Κοσμοπολιτισμός

 

7. Ύπαρξη και λειτουργία της οργανωμένης κοινωνίας: κρατικός μηχανισμός, διοίκηση, Δίκαιο κτλ.

8. Γένεση, Εξέλιξη, Διάδοση και Μετάδοση του Πολιτισμού: Επιστήμες, Τεχνολογία, Παιδεία, Τέχνες, Φιλοσοφία, Ποίηση…είναι αδιανόητη η δημιουργία και η ανάπτυξή τους χωρίς τη Γλώσσα.

Η γλώσσα είναι το θεμέλιο/η προυπόθεση για την ύπαρξη της κοινωνίας και τη γένεση του Πολιτισμού, όμως και η εξέλιξη της κοινωνικής δομής και του πολιτισμού επενεργεί δυναμικά στην ανανέωση και στον εμπλουτισμό της Γλώσσας (καθώς η γλώσσα είναι ζωντανός οργανισμός που υπόκειται σε διαρκή μεταβολή). Είναι, λοιπόν, η σχέση Γλώσσας  -Πολιτισμού  μια σχέση αλληλεπίδρασης που φθάνει στα όρια της ταύτισης.

 

Η εθνική μας γλώσσα

 «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου…»

1. Η ελληνική γλώσσα είναι από τις πιο πλούσιες στον κόσμο.

α) Χάρη σ’ αυτήν αναπτύχθηκε ο ορθολογισμός στην αρχαία Ελλάδα και γεννήθηκαν οι Επιστήμες, οι Τέχνες, η Φιλοσοφία…

β) Οι σύγχρονοι ξένοι επιστήμονες σ’ αυτήν καταφεύγουν, για να ονοματοθετήσουν τα επιτεύγματά τους.

γ)  Προσφέρει στους Νεοέλληνες τη δυνατότητα της διευρυμένης νόησης και της απαλλαγής από την τυποποιημένη σκέψη που επιβάλλει η μαζική κουλτούρα. Είναι το θεμέλιο της πνευματικής μας ελευθερίας.

2. Η γνώση της γλώσσας μας παρέχει τη δυνατότητα της διαχρονικής προσπέλασης του ελληνικού πολιτισμού:

α) γνωριμία με τον πολιτισμό των προγόνων

β) συνειδητοποίηση της αξίας του

γ) καλλιέργεια εθνικής συνείδησης

δ) ενίσχυση της εθνικής υπερηφάνειας

ε) σφυρηλάτηση της εθνικής ενότητας/συνοχής

3. Είναι η έκφραση της ψυχοσύνθεσης του λαού μας, η αποκρυστάλλωση της συλλογικής μας ταυτότητας, ένα από τα κυριότερα συνεκτικά στοιχεία του έθνους μας. Επομένως, η διάσωσή της είναι διάσωση της ύπαρξης και της ελευθερίας του έθνους μας. Ανάγκη επιτακτική σε μια εποχή που η εθνική ταυτότητα απειλείται με αφανισμό, πράγμα βέβαια που θέτει σε κίνδυνο και την εθνική ελευθερία, αφού η πολιτιστική υποδούλωση ενός λαού είναι το προανάκρουσμα και της πολιτικής του υποδούλωσης.

4. Είναι η βάση της ανάπτυξης του μοναδικού για την Ελλάδα πολιτισμού: του Πνευματικού πολιτισμού, στον οποίο οι Νεοέλληνες πρέπει να εστιάσουν το ενδιαφέρον και τη δημιουργικότητά τους. Η πατρίδα μας ούτε είχε ποτέ ούτε θα αποκτήσει υλικό πολιτισμό. Αν θέλουμε, συνεπώς, να συμμετέχουμε επί ίσοις όροις στον κοσμοπολιτισμό και να κερδίσουμε το σεβασμό της παγκόσμιας κοινότητας, οφείλουμε ν’ αφιερωθούμε στην αξιοποίηση και στον εμπλουτισμό της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

 

Το γλωσσικό πρόβλημα

          Στην εποχή μας δεν υφίσταται πλέον γλωσσικό ζήτημα (με την έννοια του διπολισμού καθαρεύουσας –δημοτικής, που ταλάνισε επί δεκαετίες την ελληνική κοινωνία), ωστόσο υπάρχει γλωσσικό πρόβλημα: πρόβλημα ποιότητας της γλώσσας που χρησιμοποιούμε.

 

Εκφάνσεις –Πτυχές του γλωσσικού μας προβλήματος

  1. Λεξιπενία, συρρίκνωση του λεξιλογίου, εκπτώχευση της γλωσσικής έκφρασης.
  2. Συνθηματολογία,τυποποιημένη έκφραση, αδυναμία επιχειρηματολογίας.
  3. Αδυναμία ορθής γλωσσικής έκφρασης: ορθογραφικά, συντακτικά, εκφραστικά λάθη.
  4. Δημιουργία ιδιότυπων, ακατανόητων νεανικών διαλέκτων.
  5. Γραπτή επικοινωνία με μηνύματα μέσω των κινητών τηλεφώνων ή του διαδικτύου, με τα οποία όχι απλώς αποσαθρώνονται οι συντακτικές δομές της γλώσσας μας (χάρη της συντομίας) αλλά και αλλοιώνονται με συντμήσεις και περικοπές ακόμη και οι ίδιες οι λέξεις.
  6. Ευρύτατη χρήση συντομογραφιών και αρκτικόλεξων.
  7. Διευρύνεται όλο και περισσότερο η χρήση του greenglish.
  8. Αθρόα εισαγωγή ξενισμών, αλλοίωση της εθνικής γλώσσας.
  9. Αδυναμία συνειδητοποίησης της ενότητας/της οργανικής συνέχειας που διέπει την ιστορία της γλώσσας μας και εξοβελισμός των «λόγιων» ή «καθαρεουσιάνικων» τύπων ή στοιχείων στο όνομα της «προόδου», με αποτέλεσμα το λαικισμό και τη γλωσσική ισοπέδωση.
  10. Μαρασμός των γεωγραφικών διαλέκτων, κυριαρχία της διαλέκτου της πρωτεύουσας, απώλεια της πολυμορφίας –του πλούτου- της γλώσσας μας.

ΑΙΤΙΑ

  1. Η διαμάχη καθαρεύουσας-δημοτικής μπορεί να έληξε επισήμως το 1976, αλλά έπληξε ανεπανόρθωτα τη γλώσσα μας, με ορατές επιπτώσεις ακόμη και στην εποχή μας.
  2. Η αστικοποίηση της ζωής, ο μαζικός πολιτισμός, η απάρνηση των τοπικών διαλέκτων.
  3. Ο κομπλεξισμός, η ξενομανία, η τάση επίδειξης και προβολής.
  4. Ο δραστικός περιορισμός του χρόνου και οι ανάγκες του νέου τρόπου ζωής.
  5. Η τεχνολογική ανάπτυξη και οι αλλαγές στη γραπτή και προφορική επικοινωνία των ανθρώπων: τηλεόραση, μέσα ψυχαγωγίας, κινητά τηλέφωνα, διαδίκτυο.
  6. Ο εκθρονισμός του λόγου και η κυριαρχία της εικόνας στην ενημέρωση, στην ψυχαγωγία, στην εκπαίδευση και αλλού.

α) αποτρέπει την ανάπτυξη της γλωσσικής έκφρασης και του διαλόγου.

β) εθίζει στην άμεση πρόσληψη των μηνυμάτων και οδηγεί στην πνευματική χαύνωση.

7. Άρνηση της ανάγνωσης, καθώς το διάβασμα υποχρεώνει σε πνευματικό μόχθο, κουράζει…

8. Προσανατολισμός σε υλιστικές αξίες και αδιαφορία για την πνευματική ανάπτυξη και τη γλωσσική καλλιέργεια.

9. Ακατάλληλα γλωσσικά πρότυπα από την οικογένεια, τη φιλική παρέα αλλά και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

10. Αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να εμφυσήσει την πίστη στην αξία της γλώσσας μας και την αγάπη γι’ αυτήν στους νέους.

11. Αδιαφορία των μαθητών για τα γλωσσικά μαθήματα στο πλαίσιο της γενικότερης αδιαφορίας για την ανθρωπιστική παιδεία, λόγω του τεχνοκρατικού προσανατολισμού τους και της χρησιμοθηρίας τους όσον αφορά στη γνώση.

12. Ο τεχνοκρατικός χαρακτήρας που εμποτίζει όλο και περισσότερο τη διδασκαλία ακόμη και των φιλολογικών αντικειμένων.

13.Αμφισβήτηση του κατεστημένου γλωσσικού προτύπου από τους νέους, άρνηση της παράδοσης, τάση αποτίναξης των κανόνων και της συμβατικότητας, επιθυμία διαφοροποίησης από την ώριμη γενιά.

Σοφία Μάνιου

 

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση