ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ ΚΑΙ Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ

και Η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ του από τους νέους

             Ο όρος «κατεστημένο» είναι νεολογισμός που επιβλήθηκε μεταπολεμικά στη γλώσσα μας ως μετάφραση του αγγλοσαξωνικού όρου «establishment». Χρησιμοποιείται για να δηλώσει οποιαδήποτε έκφραση του καθιερωμένου σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Είναι το σύνολο των παγιωμένων ή κυρίαρχων στοιχείων της κοινωνικής μας δομής: ο τρόπος ζωής, οι θεσμοί, οι παραδόσεις, οι αξίες, οι νοοτροπίες, οι ηθικές αρχές κτλ. Παρά την ευρύτητα και την απροσδιοριστία του , ορισμένες φορές ο όρος αναφέρεται συγκεκριμένα στις κυρίαρχες οικονομικές , κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της κοινωνίας. Το «οικονομικό κατεστημένο», για παράδειγμα, δηλώνει τα κυρίαρχα οικονομικά συμφέροντα. Υπάρχει, ακόμη, κατεστημένο πολιτικό, εκκλησιαστικό, πανεπιστημιακό, πνευματικό κτλ.

Όποιος θέλει, επομένως, να μεταβάλει τις δομές της κοινωνίας μας ή αρνείται τις αρχές και τις ιδέες που τη διέπουν έρχεται σε αντίθεση με το κατεστημένο, το αμφισβητεί. H άρνηση της παράδοσης, των καθιερωμένων ηθών και των κοινωνικών κανόνων, η αντίσταση στις απαιτήσεις των θεσμών, ο έλεγχος και η αναθεώρηση των παγιωμένων αντιλήψεων είναι μια συμπεριφορά που χαρακτηρίζει κυρίως τους νέους, αλλά και εκείνους τους ώριμους που παραμένουν νέοι στο πνεύμα και στην ψυχή και αρνούνται να συμβιβαστούν με τις κοινωνικές επιταγές.

Στην παιδική ηλικία ο άνθρωπος  αποδέχεται τις αξίες και τους κανόνες της κοινωνίας του ως κάτι αυτονόητο, όταν όμως στη φάση της εφηβείας αρχίζει να ωριμάζει πνευματικά και ηθικά, αρχίζει να κρίνει και να ελέγχει όλες τις παγιωμένες «αλήθειες». Η φάση αυτή της ενηλικίωσης είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για την κοινωνικοποίηση του νέου, γιατί προσπαθεί να διαμορφώσει την προσωπικότητά του και να μετουσιωθεί σε ολοκληρωμένη και αυτόνομη κοινωνική οντότητα. Αρχίζει ν’ αποδεσμεύεται από το οικογενειακό περιβάλλον και προβαίνει σε επιλογές (επαγγελματικές, ιδεολογικές, πολιτικές κλπ.) καθοριστικές για τη μετέπειτα ζωή του. Έρχεται αντιμέτωπος με το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο και καλείται να αναλάβει τις ευθύνες του απέναντι στον εαυτό του και στην πολιτεία.

Αξίζει να τονιστεί πως στην κρίσιμη αυτή φάση είναι αναστατωμένος και ο ψυχικός κόσμος του ατόμου. Ψυχολογικά προβλήματα, ψυχικά πλέγματα, ανησυχία και ανασφάλεια δυσχεραίνουν  περισσότερο το εξ ορισμού δύσκολο έργο της ένταξης στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Έτσι, αν τα νεαρά άτομα δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένα για την ανάληψη πρωτοβουλιών και ευθυνών και για την αντιμετώπιση προβλημάτων, αν δεν έχουν συνειδητοποιήσει πως στη ζωή δεν έχουν μόνο δικαιώματα, αλλά και υποχρεώσεις, συχνά γίνεται προβληματική η κοινωνική τους προσαρμογή, αντιμετωπίζουν εχθρικά την κοινωνία και αμφισβητούν ολοκληρωτικά το κατεστημένο, που το θεωρούν υπεύθυνο για όλα τα δεινά τους.

 

Διάκριση δογματικής (αρνητικής) – κριτικής (θετικής ) αμφισβήτησης

             Η κριτική αμφισβήτηση του κατεστημένου είναι πάντα θεμιτή. Είναι φαινόμενο ιστορικά και κοινωνικά αναγκαίο για την εξέλιξη και την πρόοδο του πολιτισμού. Ο σεβασμός απέναντι στο κατεστημένο  μπορεί να γίνει τροχοπέδη στην εξέλιξη, άγονος συντηρητισμός, όταν οι φορείς του αρνούνται να υπερβούν τα εσκαμμένα και εμμένουν πεισματικά στο παρελθόν. Το κατεστημένο, όμως, μπορεί να γίνει το εφαλτήριο της ανανέωσης και της προόδου της κοινωνικής δομής και του πολιτισμού μας, όταν αξιοποιηθούν τα θετικά του στοιχεία. Ας μην ξεχνάμε πως ο πολιτισμός της ανθρωπότητας είναι το γέννημα της σύζευξης του παλιού με το καινούριο, της παράδοσης με την πρόοδο. Δεν έχουμε τη δύναμη ν’ αμφισβητήσουμε  το κατεστημένο στο σύνολό του. Εξάλλου, κάτι τέτοιο εκτός από χιμαιρικό θα ήταν και ανόητο. Είναι τόσα πολλά τα θετικά στοιχεία του κατεστημένου  κι αυτά θα πρέπει να τα αποδεχτούμε με σεβασμό και αγάπη, να τα αναζωογονήσουμε και να τα κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές. Αποτελεί καθήκον μας, όμως, ο αγώνας ενάντια στα αρνητικά στοιχεία του κατεστημένου, στα στοιχεία εκείνα που είτε προσβάλλουν την ελευθερία, τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου είτε δεν εξυπηρετούν πλέον τις νέες κοινωνικές ανάγκες. Με κριτική σκέψη και υπευθυνότητα, λοιπόν, ο ώριμος άνθρωπος αμφισβητεί και απορρίπτει μόνον τα αρνητικά στοιχεία του παρελθόντος και, μάλιστα, συνειδητά προσπαθεί να τα αντικαταστήσει με νέα θετικά στοιχεία. «Η άρνηση προϋποθέτει και γίνεται στο όνομα κάποιας αντίπαλης θέσης, διαφορετικά, πρόκειται για στείρο και χωρίς νόημα υποκειμενιστικό αρνητισμό», όπως  χαρακτηριστικά αναφέρει ο Β. Φίλιας και το επιβεβαιώνει και ο Κ.Παλαμάς με τους στίχους του: «Είμαι εγώ ο γκρεμιστής, γιατί είμαι εγώ κι ο χτίστης / ο ακριβογυιός της άρνησης κι ο ζηλευτής της πίστης».

Αντίθετα, λανθασμένη και ανεύθυνη είναι η στάση της απόλυτης και δογματικής αμφισβήτησης του κατεστημένου. Στην περίπτωση αυτή δεν αμφισβητούνται μόνον τα κακώς κείμενα στην κοινωνία μας (η δυσλειτουργία των θεσμών, η αδικία και η ανισότητα, οι αρνητικές αξίες, οι παρωχημένες αντιλήψεις κτλ.), αλλά  και τα γόνιμα στοιχεία της, που αποτελούν κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού. Η ολοκληρωτική απόρριψη ενός θεσμού (π.χ. της οικογένειας ή της Δημοκρατίας), ο αμοραλισμός και ο μηδενισμός δε στοχεύουν, βέβαια, στη βελτίωση, αλλά στην κατάλυση της κοινωνικής μας δομής, δεν επιφέρουν τη δημιουργική ανανέωση, αλλά την καταστροφή κι αντί να επιλύσουν προβλήματα, δημιουργούν περισσότερα. Η αρνητική αμφισβήτηση είναι «άρνηση για την άρνηση» (δεν έχει αντιπροτάσεις). Είναι μια ανεύθυνη φυγή από τα προβλήματα και τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η κοινωνική ζωή. Είναι λιποταξία και όχι μάχη.

 

Φαινόμενα αμφισβήτησης στο παρελθόν και στο παρόν

 Το παρελθόν της ανθρωπότητας είναι γεμάτο από κινήματα θετικής αμφισβήτησης του κατεστημένου, κινήματα που κύλησαν μπροστά τον τροχό της ιστορίας, αποτέλεσαν τα θεμέλια της δημιουργίας και της εξέλιξης του πολιτισμού και συνέβαλαν στη σταδιακή κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην ανθρωπιστική ανάπλαση της κοινωνικής μας δομής. Ενδεικτικά αναφέρουμε:

Το κίνημα του Αρχαίου Ελληνικού Διαφωτισμού (σοφιστές και Σωκράτης), που συγκρούστηκε με το κατεστημένο της Αθήνας του Ε΄αι. π.Χ.

Την Αναγέννηση, εποχή που αμφισβήτησε το μεσαιωνικό δογματισμό, τις αυθεντίες και το σκοταδιστικό κόσμο των προλήψεων, των δεισιδαιμονιών και των αυθεντιών και πήρε τ’ όνομά της από την αναγέννηση του Ανθρωπισμού.

Τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, το πνευματικό κίνημα που κυοφόρησε τη Γαλλική Επανάσταση, καθώς αντιτάχθηκε στην καταπίεση της απόλυτης μοναρχίας και διεκδίκησε τα ανθρώπινα δικαιώματα και την Ελευθερία σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής δραστηριότητας.

Τις σοσιαλιστικές θεωρίες του ΙΘ΄ και Κ΄ αι. που στηλίτευσαν την ανισότητα μεταξύ των κοινωνικών τάξεων και ενέπνευσαν πολλούς κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.

Το «Γαλλικό Μάη» του 1968, εξέγερση των φοιτητών στο Παρίσι, με αφορμή τον πόλεμο της Γαλλίας κατά της Αλγερίας. Οι φοιτητές, με τους οποίους συντάχθηκαν πολίτες από κάθε κοινωνική τάξη και ηλικία, δε  διαμαρτύρονταν μόνο για τον άδικο πόλεμο, αλλά ζητούσαν και αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος, δικαιότερες κοινωνικές δομές και απελευθέρωση από τα δεινά του σύγχρονου πολιτισμού. Ο Μάης του ’68 έγινε το έναυσμα για την έκρηξη πολλών παρόμοιων φοιτητικών εξεγέρσεων σ’ όλη την Ευρώπη στα χρόνια που ακολούθησαν.

Η εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο της Αθήνας το 1973 οδήγησε στην πτώση της  επταετούς στρατιωτικής δικτατορίας και στην αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος στην πατρίδα μας.

Από το παρελθόν δε λείπουν, βέβαια, και τα κινήματα αρνητικής αμφισβήτησης των νέων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι  «τα παιδιά των λουλουδιών» (οι χίπυς) που, παρά τα δίκαια αιτήματά τους (εναντιώθηκαν στον πόλεμο, στον ιμπεριαλισμό και στην καταπίεση της καταναλωτικής κοινωνίας), δεν ακολούθησαν το δρόμο της υγιούς αμφισβήτησης. Αρνήθηκαν τους θεσμούς και τους κοινωνικούς κανόνες, εγκατέλειψαν την οικογένειά τους , ζούσαν περιθωριοποιημένοι σε κοινόβια και αποδρούσαν από τη σκληρή πραγματικότητα μέσα στους τεχνητούς «παραδείσους» των ναρκωτικών. ΄Ετσι, εξυπηρέτησαν θαυμάσια το «κατεστημένο», αντί να το καταλύσουν, γιατί αποχαυνωμένοι, αποπροσανατολισμένοι κι απομονωμένοι απείχαν από κάθε κοινωνικό ή πολιτικό αγώνα.

Τα φαινόμενα αρνητικής αμφισβήτησης του κατεστημένου στην εποχή μας είναι πολλά και ποικίλα:

Τα φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας, όλες οι μορφές της κοινωνικής παθογένειας.

Η τρομοκρατία.

Η αναρχία.

Ο χουλιγκανισμός.

Η ναρκομανία.

Η αυτοκτονία και τα ψυχολογικά προβλήματα.

Οι νεοναζιστικές ή εθνικιστικές οργανώσεις που εναντιώνονται στη δημοκρατία.

 

Φυσικά, η πλειοψηφία των νέων της κοινωνίας μας  δεν παρασύρεται από τα φαινόμενα  της αρνητικής αμφισβήτησης. Σέβεται ,σε γενικές γραμμές, τους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς και αγωνίζεται με θεμιτά μέσα για την αναβάθμισή τους. Γνωρίζει ότι  η λύση στα προβλήματα δεν είναι η περιθωριοποίηση και η αυτοκαταστροφή. Γνωρίζει ότι η βελτίωση της κοινωνίας μας προϋποθέτει την ένταξη σ’ αυτήν και επέρχεται με τον  προσωπικό ηθικό αγώνα  και τη συλλογική δραστηριότητα (μέσω των μαθητικών κοινοτήτων, των πολιτικών κομμάτων, των συνδικαλιστικών οργανώσεων και άλλων κοινωνικών οργανώσεων που αγωνίζονται για τα δικαιώματα του παιδιού και της γυναίκας, την επίλυση του οικολογικού προβλήματος κτλ.).

«…Οι νέοι που διατείνονται πως επιθυμούν να γκρεμίσουν το «κατεστημένο» χωρίς να μας καθορίζουν και με τι θα το αντικαταστήσουν, αφήνουν να εννοηθεί πως δεν παραδέχονται τίποτε από όσα τους έλαχε να συναπαντήσουν σε τούτο τον κόσμο, όπου βρέθηκαν, χωρίς φυσικά, τη θέλησή τους.  Μήτε τα πολιτειακά σχήματα μήτε τις κοινωνικές δομές ή καθοσιώσεις μήτε τις καθημερινές «συμπεριφορές». Κατέχονται από το ευχάριστο συναίσθημα πως πολεμούν ηρωικά χωρίς να πεθαίνουν. Αλλά δε γεύονται και τη νίκη. Η λαχτάρα τους είναι η άρνηση: ν’ απαρνιούνται τα πάντα, τους πάντες, να τα βλέπουν όλα σαν πτώματα που έχουν σαπίσει και χρειάζεται ν’ απορριχτούν στο λάκκο της λάσπης. Μ’ αλαφριά καρδιά οροθετούν τις περιοχές: « εκεί οι άλλοι, όλοι οι άλλοι, εδώ εμείς». Αν τους αντιπαρατηρήσει κανείς πως ίσως και να μην έχουν απόλυτα δίκιο, αποκρίνονται περίπου δογματικά: «εσείς είστε οι ξεπερασμένοι, ανήκετε σ’ άλλη εποχή, δεν μπορείτε να μας εννοήσετεΕίναι μάταιο και να συζητούμε».

[…]Αν παίρνω στα χέρια μου και πάλι το «κατεστημένο», δεν το κάνω για να ξαναπώ όσα έχουν ειπωθεί. Αισθάνομαι την ανάγκη να πάω μαζί με τους νέους ανθρώπους και να τους παρακαλέσω να κοιτάξουμε το θέμα από σιμά και να ιδούμε, επιτέλους, μια και καλή τι είναι πια αυτό το «κατεστημένο» και πόσο «κατεστημένο» είναι. Ποια είναι τα στοιχεία που το αποτελούν, ποια είναι τα ρεύματα που το διατρέχουν, πόση δύναμη κατέχει η επιβίωσή του και –το σημαντικότερο- με το προσεχτικό ή μη προσεχτικό ξεφλούδισμά του αν είναι ν’ απομείνει τίποτε και τι θ’ απομείνει, μια που η ζωή τραβάει το δρόμο της και δε γίνεται ν’ ακινητοποιηθεί σε κάποιο σημείο. Και το πως δε γίνεται ν’ ακινητοποιηθεί το ξέρουμ’ εμείς, που γεννηθήκαμε κάμποσα χρόνια νωρίτερα και μπορούμε ν’ απαριθμήσουμε ένα πλήθος αλλαγές, που μεταμόρφωσαν, παρ’ όλα τα λεγόμενα, το πρόσωπο και την Ιστορία του κόσμου. Δεν έχω την εντύπωση πως οι νέοι, όταν επιζητούν την ανατροπή, έχουν στο νου τους την καθημερινή συμπεριφορά. Αυτό θα ήταν το λιγότερο και το πλημμελέστερο. Η καθημερινή συμπεριφορά αλλάζει από τόπο σε τόπο και από καιρό σε καιρό, οι νεωτερισμοί παλιώνουν γρήγορα, θέματα που έχουν άμεση σχέση με την ανθρώπινη παρουσία παύουν πολύ σύντομα να ξαφνιάζουν, μολονότι και τούτα αποκαλύπτουν το βαθύτερο νόημα της ιστορικής στιγμής. Είναι αλλαγές που δεν απορρέουν από επιθυμία ιδιορρυθμίας, αλλ’ από διαφοροποιήσεις προερχόμενες από την Ανάγκη που δημιουργούν οι συνθήκες της καθημερινής ζωής. Δεν πρέπει λοιπόν να τους αποδοθεί βασική σημασία. Οι νέοι που εκδηλώνουν με τον τρόπο που εμφανίζονται την αποδοκιμασία τους, συνήθως δεν πηγαίνουν μακρύτερα. Η παρδαλή εμφάνιση αποσκεπάζει ολόκληρο τον εσωτερικό τους χώρο, ώστε συχνά να μην απομένει έδαφος για βαθύτερες ανερευνήσεις. Ας πούμε, ωστόσο, πως έχουμε φτάσει στα έσχατα όρια. Ας σχεδιάσουμε μια κοινωνία γυμνών ανθρώπων, που είναι και από μέσα και απ’ έξω γυμνοί. Ιδού, τα’ απαρνηθήκαμε όλα, τα παραμερίσαμε όλα, τα γκρεμίσαμε όλα, ξαναγυρίσαμε στις σπηλιές των θηρίων και των ανθρωποθηρίων. Δεν απόμεινε μήτ’ ένα κουμπί από το «κατεστημένο» απείραχτο. Και ξεκινούμε, για να κάμουμε τι; Για ν’ αρχίσουμε από την αρχή. Ας αρχίσουμε! Το «κατεστημένο» το έχουμε σκοτώσει πια. Αλλά για να έχει πεθάνει ολόκληρο, θα πρέπει βέβαια να το απολησμονήσουμε. Το αποταμίευμα της μνήμης δεν είναι πάντα παθητικό. Ολωσδιόλου αντίθετα, γίνεται την κάθε στιγμή ενεργό και καθορίζει, προετοιμάζει, δικαιώνει, συμπαραστέκεται. Ας το αφήσουμε στην άκρη και το αποταμίευμα της μνήμης. Και μια που μας πήρε ο κατήφορος, ας εξακολουθήσουμε να χρησιμοποιούμε τη φαντασία μας παρά την κρίση μας. Γιατί το τελικό ερώτημα δεν μπορεί παρά να είναι τούτο: «μήπως το «κατεστημένο» αποτελείται από φθαρτά και από άφθαρτα στοιχεία και μήπως αυτά, τα άφθαρτα στοιχεία, χρειάζεται να τα απομονώσουμε, να τα αναπτύξουμε, να τα ζήσουμε –και να τα αξιοποιήσουμε όσο πληρέστερα είναι, για την ώρα, κατορθωτό; Το ν’ αρχίσεις από την αρχή είναι ένας λόγος. Και μια ματαιοπονία συνάμα. Γιατί την αρχή την προσδιορίζουν πάντα οι ίδιες ανάγκες. Και μια νέα πορεία, από την ίδια τη φύση της δεν μπορεί να είναι αλάθευτη. Ακόμη κι αν κατορθώσει, πράμα δυσκολότατο άλλωστε, ν’ αποφύγει τα σφάλματα των προγενέστερων, θα κάμει τα δικά της σφάλματα, που δεν είναι απίθανο να είναι βαρύτερα».

Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος

 

ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ – ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

 1.    Ψυχολογικά:

α) Τα χαρακτηριστικά της φύσης των νέων, τα ψυχικά γνωρίσματα της νιότης, όπως ο δυναμισμός, η ορμητικότητα και η απολυτότητα, τοποθετούν τη νέα γενιά κάθε εποχής στην πρωτοπορία της αμφισβήτησης του κατεστημένου. Οι νέοι είναι ιδεαλιστές, οραματίζονται έναν καλύτερο κόσμο και πιστεύουν πως έχουν τη δύναμη να τον χτίσουν, είναι καινοτόμοι και φύσει επαναστάτες.

Β) Η αγνότητα της ψυχής των νέων σπιλώνεται, όταν αυτοί έρχονται σ’ επαφή με το κατεστημένο. Γκρεμίζονται τα όνειρα και τα ιδανικά τους και πληγώνεται η ευαισθησία τους, όταν αντικρίζουν τις αξίες στις οποίες πίστεψαν να καταρρέουν.

Γ) Τα ψυχολογικά προβλήματα, η εσωστρέφεια και η αντικοινωνική συμπεριφορά συχνά είναι αποτέλεσμα της έλλειψης ζεστασιάς και γνησιότητας στις ανθρώπινες σχέσεις, του χάσματος των γενεών και της αδυναμίας των ώριμων να κατανοήσουν τα προβλήματα των νέων.

2.    Ηθικά:

α)  Η ηθικολογία και η υποκρισία των ώριμων γενεών  απογοητεύει και εξοργίζει τους νέους. Όταν οι τελευταίοι έρχονται αντιμέτωποι με την αντιφατικότητα και την ηθική κατάπτωση των πρεσβύτερων, αντιδρούν με την επιθετικότητα, την επανάσταση και την άρνηση των αξιών και των θεσμών που αυτοί εκπροσωπούν.

β)  Η γενικότερη κρίση των αξιών και των θεσμών που χαρακτηρίζει την εποχή μας, η ηθική ρευστότητα και η κατάρρευση των ιδεολογιών στερούν από τους νέους τα απαραίτητα ηθικά ερείσματα, το έρμα για να αρχίσουν το ταξίδι της ζωής.

γ)  Οι νέοι αντιδρώντας στο κατεστημένο προσπαθούν συχνά να περισώσουν την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητάς τους, να αποφύγουν την τυποποίηση που επιβάλλουν οι κοινωνικές συμβατικότητες και να αποσοβήσουν τον κίνδυνο της αλλοτρίωσής  και της μαζοποίησής τους.

δ)   Στην αρνητική αμφισβήτηση του κατεστημένου καταφεύγουν αρκετοί νέοι που αρνούνται να ενηλικιωθούν και να αναλάβουν  τις ευθύνες τους. Η φυγή μπροστά στα καθήκοντα που επιβάλλει η πλήρης κοινωνική ένταξη και στα προβλήματα που αυτή κυοφορεί είναι συχνά ιδιαίτερα «βολική» στάση.

3.    Κοινωνικά:
α)   Ευθύνη φέρουν όλοι οι φορείς κοινωνικοποίησης και πρωταρχικά η οικογένεια, ειδικά όταν είναι αδιάφορη, αυταρχική ή υπερπροστατευτική. Στο νέο της εποχής μας λείπει συχνά η παρουσία, η συμπαράσταση και η συμβουλή των γονέων. Το αποτέλεσμα είναι η έλλειψη ηθικών προσανατολισμών και συναισθηματικής πληρότητας ή ψυχικής ισορροπίας. Στο ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να οδηγήσει και η υπερβολική καταπίεση των αυταρχικών γονέων. Τέλος, η υπερπροστατευτική αγωγή συμβάλλει στην ανευθυνότητα, στην ανωριμότητα και στην απειρία των νέων, δεν τους μαθαίνει  ν’ αναλαμβάνουν ευθύνες και ν’ αντιμετωπίζουν προβλήματα.
β)  Ούτε το σχολείο, όμως, προετοιμάζει κατάλληλα τους νέους για την ένταξή τους στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Οι στείρες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις δεν μπορούν να βοηθήσουν τους νέους να γνωρίσουν τον εαυτό τους και την κοινωνία στην οποία καλούνται να ενταχθούν ούτε έχουν τη δύναμη να στηρίξουν πνευματικά και ηθικά τους νέους, ώστε αυτοί να είναι σε θέση να προβούν  σε θετική αμφισβήτηση του κατεστημένου. Εξάλλου, το εκπαιδευτικό σύστημα με τις ψυχοφθόρες Γενικές Εξετάσεις του καταπιέζει τους νέους, ενισχύει την κοινωνική ανισότητα και το αίσθημα της αδικίας, και σπρώχνει στην «επανάσταση» αρκετούς «αποτυχημένους».
γ)  Οι νέοι παρασύρονται πολύ εύκολα από τους συνομηλίκους τους. Εξαιτίας της έλλειψης κρίσης, εμπειριών και ωριμότητας, αλλά και της ανάγκης, κυρίως, της αποδοχής του προσώπου τους από το στενό φιλικό τους περιβάλλον, υιοθετούν –ακόμη και συνειδητά- βλαβερές έξεις  και αντικοινωνικό τρόπο ζωής.
δ)   Η αμφισβήτηση του κατεστημένου κάποιες φορές προβάλλεται ως μόδα, την οποία οι νέοι ακολουθούν πιστά, παρασυρόμενοι από μια τάση τυφλού μιμητισμού, στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν μια «ξεχωριστή» προσωπικότητα. Και τα Μ.Μ.Ε. δεν είναι, βέβαια, άμοιρα ευθυνών για την προβολή της μόδας και των ειδώλων  τα οποία άκριτα μιμούνται οι νέοι.
ε)   Η κοινωνική ανισότητα, η αναξιοκρατία, η έμμεση ή η απροκάλυπτη φαλκίδευση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και, γενικότερα, όλα τα αρνητικά φαινόμενα στη λειτουργία της κοινωνικής μας δομής γαλβανίζουν την αγανάκτηση των νέων  και οδηγούν στην άρνηση του απάνθρωπου και άδικου κόσμου των «μεγάλων».
4.    ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ:
α)  Η αποσύνδεση της εκπαίδευσης από την παραγωγή και η ανεργία  (πολλές φορές παρά τις κοπιαστικές και χρονοβόρες σπουδές και την απόκτηση επιστημονικού τίτλου) οδηγούν στην περιθωριοποίηση του νέου και στον εκφυλισμό της κοινωνικής του συνείδησης και ευθύνης. Πώς να σεβαστεί ο άνεργος νέος την κοινωνία του (τους νόμους, τους κανόνες, τις αξίες της), από τη στιγμή που εκείνη πρώτη δεν τον σέβεται στερώντας του ένα από τα βασικότερα ανθρώπινα δικαιώματα; Η εκτόνωση της οργής και η εκδίκηση  με καταστροφικές και αντικοινωνικές ενέργειες είναι το άμεσο επακόλουθο.
β)  Ο καταναλωτισμός και, γενικότερα, οι υλιστικές αξίες της εποχής μας  είναι δυνατό να οδηγήσουν ένα νέο στην εγκληματικότητα ή σε άλλες μορφές αρνητικής αμφισβήτησης. Δεδομένης της ανεργίας ή της αδυναμίας κατανάλωσης άφθονων πολυτελών αγαθών, κάποιοι  δε διστάζουν να παραβιάσουν τους κοινωνικούς κανόνες, για να ζήσουν το όνειρο της «ευτυχίας» και της «καταξίωσης» ή αποκτούν ψυχολογικά προβλήματα που προκαλούν την αποκλίνουσα συμπεριφορά.

5.    ΠΟΛΙΤΙΚΑ:
Ο αμοραλισμός και η υποκρισία της πολιτικής ηγεσίας, αλλά και τα υπόλοιπα φαινόμενα της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος παρασύρουν τους νέους σε φαινόμενα αρνητικής αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος, όπως είναι η αναρχία, η τρομοκρατία και ο νεοναζισμός.

            «… Ο Μπέρναρ Σόου είπε κάποτε: «Όποιος άνθρωπος κάτω των τριάντα ετών και γνώστης της κοινωνικής τάξης δεν είναι επαναστάτης, είναι ένας μέτριος άνθρωπος».

            Υπάρχει στην έκφραση αυτή, πάντοτε κάτω από τη χιουμοριστική υπερβολή των αφορισμών του Σόου, ένα μέρος ρωμαλέας αλήθειας. Αυτό σημαίνει ότι η νεολαία που είναι πιο κοντά στις πηγές της ζωής και στο ανάβρυσμά τους, αντιδρά φυσικά ενάντια στο εμπόδιο, ενάντια στο νεκρό παρελθόν που φράζει το δρόμο. Εάν δεν κάνει τίποτε, σημαίνει ότι της λείπει η ζωή, ότι είναι νεκρή από την κούνια. Κάθε νεολαία απλώς υγιής και καλά διαμορφωμένη είναι φύσει επαναστατική […]. Καλείται –και αυτή είναι η αποστολή της- να αισθανθεί, να νιώσει, να ζυμωθεί με την εξέγερση και την κακοδαιμονία της κοινωνικής τάξης. Και σ’ αυτή πέφτει ο κλήρος να τη γιατρέψει.

            Η νεότητα έχει έναντι της ωριμότητας ένα μεγάλο πλεονέκτημα: Δεν έχει ακόμη αποδεχθεί μια τελική και απαράλλακτη κοινωνική οπτική. Η θεώρησή της, όπως και η ίδια, είναι ακόμη υπό διαμόρφωση. Είναι λοιπόν ικανή να παρατηρεί τον αιώνιο αγώνα όχι βέβαια χωρίς πάθος (και τέτοιο διαθέτει απ’ τον καθένα περισσότερο) αλλά και χωρίς αυτές τις σκληρές προκαταλήψεις που εμποδίζουν ακόμη και την απλή συζήτηση. Από μια ορισμένη ηλικία κι ύστερα, όταν ο χαρακτήρας του «παγώνει» ή «κρυσταλλώνεται», ο άνθρωπος, εκτός από ελάχιστες και φλογερές εξαιρέσεις, αιχμαλωτίζεται –σαν καράβι μέσα σε πολικούς πάγους- από την κοινωνική του κατάσταση και από τη δομή του πνεύματός του, που έτσι ή αλλιώς διαμόρφωσε. Είναι κλεισμένος στη φυλακή του. Όλη του η ενεργητικότητα, για να νιώσει και να δράσει, προσανατολίζεται σε μια μόνη γραμμή και στο εσωτερικό των ορίων που καθόρισε. Είναι λοιπόν κακός κριτής της κοινωνικής τάξης, γιατί είναι μέρος της.

            Ο νέος έχει περισσότερο δυνατότητα να παρατηρεί. Νεόφυτος μέσα στην υπάρχουσα τάξη, νιώθει πιο εύκολα τις ελλείψεις και τις υπερβάσεις…».

Romain Rolland

 

            «… Όταν οι νέοι χτυπούν το «κατεστημένο», τούτο συμβαίνει γιατί έχουν βαρεθεί τα φουσκωμένα λόγια και τα’ απραγματοποίητα ιδανικά. Εκεί βρίσκουν το «κατεστημένο» βαρύτατα ένοχο. Γιατί δεν έχεις το δικαίωμα πια να μιλείς στο νέο άνθρωπο για δικαιοσύνη, λευτεριά, ισότητα, ευνομία και συνάμα να τις κηλιδώνεις και να τις εκμηδενίζεις με την κάθε σου πράξη. Αυτός είναι ένας προαιώνιος εμπαιγμός που ο νέος άνθρωπος δεν τον ανέχεται. Να ναρκισσεύεσαι ως ειρηνοποιός και να σκοτώνεις στ’ όνομα της ειρήνης. Να εγκωμιάζεις τη φιλανθρωπία και να βγάζεις τα μάτια του γείτονα. Ν’ ασκείς την απόλυτη αρετή καθώς ο Καλβίνος και ν’ ανεβάζεις στην πυρά το Σερβέ. Να είσαι θεοσεβούμενος, να οραματίζεσαι παραδείσους και να προστατεύεις με λύσσα ανήμερου θηρίου τα ταπεινότερα και τα ειδεχθέστερα ατομικά σου συμφέροντα. Να κάνεις επάγγελμά σου, και πολύ προσοδοφόρο, τη συμπόνια και την ανθρωπιά. Να επιβάλλεις την ηθική, την «ηθική» σου, με το μαστίγιο στο χέρι. Να εξαίρεις τη σημασία του διαλόγου και να τον καταργείς. Μιλούμε για ελευθεριότητα ηθών.  Κατά το ένα της μέρος προέρχεται από την ανάγκη που νιώθουν οι νέοι να πολεμήσουν την υποκρισία του «κατεστημένου».  Και κατά το άλλο, το πολύ μεγαλύτερο, από την ανίερη εκμετάλλευση που επιχειρεί το «κατεστημένο» της ανάγκης των νέων για περισσότερη ειλικρίνεια. Είναι οι πρεσβύτεροι, οι εκδοτικοί οίκοι, οι παραγωγοί του κινηματογράφου, οι οργανωτές των δημοσίων θεαμάτων που προάγουν στην ασέλγεια».

Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος


            «…Όχι ότι τούτος εδώ είναι ένας αγγελικός κόσμος για τους νέους. Κάθε άλλο. Είναι ένας κόσμος διαρκούς αγώνα. Πολλοί από σας βλέπετε τον κόσμο απαισιόδοξα. Το ξέρω ότι έτσι είναι. Έχω μιλήσει μαζί σας. Μου έχετε εμπιστευθεί τις αγωνίες και τις ελπίδες σας.

            Μερικοί από σας νιώθετε δέος για το ότι γεννηθήκατε σε έναν κόσμο στον οποίο το τεχνολογικό δαιμόνιο έχει δημιουργήσει κάτι, όχι επιβοηθητικό για τους άλλους, αλλά τόσο καταστροφικό και τρομακτικό όσο η ατομική βόμβα με όλες τις απειλητικές παραλλαγές της. Νιώθω το ίδιο δέος όπως κι εσείς.

            Και άλλοι από σας μπορεί να νιώθετε αμήχανοι σε έναν κόσμο όπου ο υλισμός έχει κυριαρχήσει, όπου τα εμπορικά προϊόντα αξιολογούνται πολύ περισσότερο από τα ανθρώπινα συναισθήματα. Όπου το χρήμα είναι πολύ συχνά ο αδιαμφισβήτητος αρχηγός, ενώ ο συναισθηματισμός του ατόμου πάρα πολύ συχνά αγνοείται στην ξέφρενη προσπάθεια του υλικού ανταγωνισμού με άλλους ανθρώπους, που κι αυτοί τρέχουν να ανταγωνιστούν άλλους. Και νιώθω κι εγώ το ίδιο αμήχανος.

            Μπορεί, επίσης, να αναρωτιέστε γιατί τόσοι πολλοί ενήλικοι μιλούν τόσο επιπόλαια για δικαιοσύνη, όταν η δικαιοσύνη είναι συχνά ένα πολύ περιθωριακό φαινόμενο και όταν πάρα πολλοί άνθρωποι σε όλον τον κόσμο ζουν χρόνια σε κατάσταση αποστέρησης και πόνου, ενώ άλλοι, προφανώς, αδιαφορούν για τη μοίρα τους.

            Αναρωτιέστε, επίσης, γιατί το χρώμα του δέρματος ενός ανθρώπου μπορεί να τυφλώσει τους συμπολίτες του για την αξία του σαν ανθρώπινη ύπαρξη.

            Αναρωτιέστε, καθώς μεγαλώνετε, για πάρα πολλά πράγματα. Για τον ατέλειωτο κυκεώνα του Βιετνάμ. Για την απελπιστικά αδιάκοπη συζήτηση σχετικά με τη μόλυνση του περιβάλλοντος και τους παράγοντες που την προκαλούν. Για την αρτηριοσκλήρωση και τις έμμονες ιδέες τόσων ενηλίκων. Για τα επαναλαμβανόμενα κρούσματα διαφθοράς στην κυβέρνηση και σε άλλους τομείς. Για την υπνωτιστική δύναμη των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Για τη δυστυχία που οσμίζεται κανείς σε τόσους ανθρώπους γύρω του. Μπορεί να αναρωτιέστε για όλα αυτά τα πράγματα. Το ίδιο κι εγώ.

            Εντάξει, μεγαλώνετε. Είστε στην ηλικία των 20 ή των 30 (ή στα 50 ή 60. Κανέναν δεν εξαιρώ από το όφελος τού να διαβάσει αυτό το βιβλίο). Νιώθετε πολλή απαισιοδοξία. Και κυνισμό. Έχετε τις αμφιβολίες σας για τις αξίες των μεγάλων. Και φοβάστε. Φοβάστε ότι δε θα κυριαρχήσετε εσείς σ’ αυτές, αλλά ότι αυτές θα κυριαρχήσουν πάνω σας.

            Κάνετε ερωτήσεις, αλλά παίρνετε απαντήσεις; Τι θα κάνετε στη ζωή σας, αναρωτιέστε. Και τι σημαίνει «τα καταφέρνω στη ζωή μου»; Σημαίνει πλουτισμό, όπως τον εννοείτε εσείς, ή υποχώρηση στις αξίες των μεγάλων απέναντι στις οποίες εσείς δυσπιστείτε; Γιατί να μην αποτραβηχτείτε από έναν τέτοιο ανήθικο κόσμο, στο κάτω κάτω; Γιατί να συνεχίσετε το παιχνίδι μαζί του; Δε σας αρέσει το παιχνίδι και δεν εμπιστεύεστε τους κριτές του! Γιατί λοιπόν να παίζετε το παιχνίδι τους;

            Κατανοώ την απαισιοδοξία τόσο πολλών νέων σήμερα και καταλαβαίνω το σκεπτικισμό και το φόβο σας μήπως χάσετε την ταυτότητά σας σ’ έναν κόσμο που δε φτιάξατε εσείς. Μερικές φορές, όταν είναι κανείς νέος έχει μια αίσθηση αδυναμίας, καθώς και μεγάλης αβεβαιότητας…».

Maxwell Maltz


Οι Ζημίες της Αρνητικής Αμφισβήτησης

 1.    Το νεαρό άτομο δεν μπορεί με την περιθωριοποίηση ν’ αποκομίσει τα οφέλη της κοινωνικής ζωής ούτε να συγκροτήσει ώριμη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Η ψυχοσωματική φθορά που επέρχεται ζημιώνει ποικιλότροπα και τον ίδιο, αλλά και τους συνανθρώπους του.
2.    Η περιθωριοποίηση και η αντικοινωνική συμπεριφορά έχουν ως αποτέλεσμα την κοινωνική απόρριψη (με την εφαρμογή του κοινωνικού ελέγχου και την επιβολή διάφορων κυρώσεων) και την ακόλουθη δημιουργία ψυχολογικών προβλημάτων: μοναξιά και ανασφάλεια, έλλειψη αυτοπεποίθησης, αίσθημα απογοήτευσης, ανικανότητας και διάθεση παραίτησης από τη ζωή και τα προβλήματά της.
3.    Η ψυχική καταπίεση οδηγεί το νέο στην αναζήτηση διεξόδων εκτόνωσης. Έτσι, η επιθετικότητα και η καταστροφικότητα γίνεται στάση ζωής με την οποία ο νέος εκφράζει την πικρία και την αγανάκτησή του, εκδικείται το κοινωνικό σύνολο, αποφορτίζεται από την καταπιεσμένη και στερημένη από δημιουργικές διεξόδους ενεργητικότητά του και , παράλληλα, αποδεικνύει –κυρίως στον ίδιο του τον εαυτό- ότι υπάρχει και δρα –έστω καταστροφικά. Με την ψευδαίσθηση ότι έχει τη δύναμη της ανάληψης δραστικών πρωτοβουλιών και ότι δεν είναι «πιόνι του συστήματος» αποπροσανατολίζεται ηθικά, ιδεολογικά και πολιτικά.
4.    Την απογοήτευση των νέων συχνά εκμεταλλεύονται ορισμένοι, ώστε να εξυπηρετήσουν τα πολιτικά ή οικονομικά τους συμφέροντα (πολιτικές ηγεσίες, αθλητικοί παράγοντες, έμποροι ναρκωτικών, βιομηχανία ψυχαγωγίας και κατασκευής ειδώλων κλπ.). Έτσι, οι νέοι χάνουν την πνευματική αυτονομία τους, την κριτική και λογική τους δύναμη, φανατίζονται και χειραγωγούνται στη βάση της εξυπηρέτησης άλλων και όχι των δικών τους συμφερόντων. Ακόμη, ενώ εύκολα παρασύρονται λόγω της διακαούς επιθυμίας τους ν’ αποκτήσουν ξεχωριστή προσωπικότητα, το αποτέλεσμα είναι ακριβώς το αντίθετο: η σύνθλιψη των ιδιαιτεροτήτων της φυσιογνωμίας τους και η τυποποίηση.
5.    Ο ηθικός μαρασμός των περιθωριοποιημένων νέων είναι μια από τις κυριότερες συνέπειες του φαινομένου. Πρώτα απ’ όλα, συρρικνώνεται στο έπακρο το αίσθημα της ευθύνης τους. Δε γνωρίζουν πως το δικαίωμα είναι η άλλη όψη του καθήκοντος, με αποτέλεσμα να καταπατούν τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των συνανθρώπων τους, να είναι ασύδοτοι, να μην έχουν ηθικούς φραγμούς, ούτε αναστολές. Έπειτα, η δογματική άρνηση όλων των ηθικών αξιών επιφέρει όχι μόνο τον αμοραλισμό, αλλά και το μηδενισμό (την ανυπαρξία ιδανικών). Ο ιδεολογικός και ηθικός αφοπλισμός, τέλος, εκκενώνει την ανθρώπινη ύπαρξη, της στερεί τους απαραίτητους προσανατολισμούς και το νόημα της ζωής.
6.    Μπορεί τα κοινωνικά προβλήματα του κατεστημένου να είναι εκείνα που οδηγούν στο δρόμο της αμφισβήτησης και της περιθωριοποίησης, με την αρνητική, όμως, αμφισβήτηση δεν επιλύονται. Κάθε άλλο, δημιουργούνται περισσότερα.  Στην αρνητική αμφισβήτηση ριζώνουν όλα τα φαινόμενα της κοινωνικής παθογένειας: βία, εγκληματικότητα, αναρχία, ναρκομανία, επαιτεία κτλ. Με αυτήν τη στάση παραβιάζονται ακόμη περισσότερο τα ανθρώπινα δικαιώματα , ενισχύεται πιο πολύ η αδικία και υπονομεύεται η εύρυθμη κοινωνική λειτουργία. Δεν είναι, επομένως, εφικτό να βελτιωθεί μ’ αυτόν τον τρόπο η κοινωνία μας.
7.    Η αρνητική αμφισβήτηση δεν πολεμά το κατεστημένο. Αντίθετα, το ενισχύει. Η ύπαρξη αναρχικών και τρομοκρατών, για παράδειγμα, δίνει το δικαίωμα στο κράτος να ενισχύσει τον αυταρχισμό του και να καταφύγει σε βία που είναι παράνομη, χωρίς να φοβάται την αντίδραση των πολιτών, αφού στις συνειδήσεις τους αυτός ο αυταρχισμός είναι απόλυτα δικαιολογημένος. Εξάλλου, με τους βανδαλισμούς και τα εγκλήματα –πόσο μάλλον με τα ναρκωτικά- δεν αλλάζει ο κόσμος. Ο κόσμος αλλάζει με την υπεύθυνη κοινωνικοπολιτική δράση από την οποία απέχουν όσοι προβαίνουν σε αρνητική αμφισβήτηση. Επομένως, καθώς είναι αποπροσανατολισμένοι και πολιτικά εξουδετερωμένοι , δεν αποτελούν κίνδυνο για την εξουσία.
8.    Φυσικά, μια τέτοια συμπεριφορά είναι και απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, γιατί η δυναμική και ευσταθής ύπαρξή του προϋποθέτει την ενεργό συμμετοχή στα κοινά, τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας, το σεβασμό των νόμων (δηλαδή των δικαιωμάτων των συμπολιτών μας) και ,προπάντων, το αίσθημα της ελευθερίας και της υπευθυνότητας. Η έλλειψη αυτών των αρετών, άλλωστε, καθιστά τους νέους άθυρμα στα χέρια των φασιστών δημαγωγών που επιδιώκουν απροκάλυπτα την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος.

 

ΑΣΚΗΣΗ:  Να βρείτε τις συνέπειες της θετικής αμφισβήτησης του κατεστημένου σ’ όλους τους    τομείς της κοινωνικής ζωής.

            «…Οι νέοι ειδικά –για να ξαναγυρίσουμε στην αφετηρία αυτού του άρθρου- και ειδικότερα οι νέοι που καταφεύγουν στο «περιθώριο»- νιώθουν πολύ πιο έντονα αυτή τη «μοναξιά» και την «ανημποριά». Απομονωμένοι κι ανήμποροι συχνά μέσα στην ίδια τους την οικογένεια…« τρομερά απογοητευμένοι απ’ τους γονείς τους, που ενώ ήταν οι καλύτεροι φίλοι και προστάτες του παιδιού, μετατρέπονται στους χειρότερους εχθρούς των φυσικών πόθων του εφήβου» (καθώς λέει ο Bruno Bettelheim), απαγορεύοντάς του το (κατά την κρίση τους) «λάθος» ή «σωστό», για να ‘πλάσουν» το παιδί τους κατ’ εικόνα και ομοίωσιν εκείνου που οι ίδιοι θα ήθελαν να είναι («Θέλεις μια κόρη για να την κρεμάσεις στην μπουτονιέρα σου», όπως είπε κάποιος σε κάποια τέτοια μητέρα)… Απομονωμένοι κι ανήμποροι στο σχολείο, με τα πελώρια φορτία γνώσεων (όχι γνώσης), που τους φαίνονται (όχι άδικα) άχρηστες και (όχι σπάνια) «ύποπτες», αποπνικτικές, αποπροσανατολιστικές… Απομονωμένοι κι ανήμποροι μέσα στην κοινωνία που έχει χάσει ιδεολογίες και πίστεις και υποκρίνεται πως έχει και τις δύο, για να «στρατεύει» τα μέλη της… που κατακλύζει τους νέους με τους πειρασμούς του καταναλωτισμού απ’ τη μια, με το θέαμα της μιζέριας, της ασπλαχνίας, της βίας, της απάτης απ’ την άλλη… που τους σαγηνεύει με τους «πλατιούς ορίζοντές» της και τους δηλητηριάζει με τη μόλυνσή της –κυριολεκτικά και μεταφορικά… που τους κηρύσσει την «αγιότητα της εργασίας» και τους προσφέρει την αθλιότητα της ανεργίας…

            Αποτέλεσμα, η αίσθηση αποξένωσης και καταπίεσης, μηδαμινότητας και ανικανότητας που κυριεύει τους πιο ευάλωτους νέους. «Μας έχουν αποκλείσει χοντρά» -λένε ή γράφουν (στους τοίχους) με το στοιχειώδες, συχνά, λεξιλόγιό τους. «Από παντού μας την έχουνε στημένη»… «Μας πνίγουν όλα. Όλα μας καθορίζουν. Όλοι ασκούν εξουσία… Όλα είναι σικέ»… «Είναι λούκια, δεν μπορείς να εκφραστείς»…

            Αυτός ο «αποκλεισμός» τους οδηγεί στο μηδενισμό, στον «τιποτισμό» των πάντων και των ίδιων. «Δεν έχουμε τίποτα. Δεν είμαστε τίποτα. Δεν υπάρχει τίποτα»… «Τίποτα δεν είναι για μένα. Τίποτα δεν είναι από ένα. Δεν πιστεύουμε σε τίποτα. Δεν ανήκουμε πουθενά»… «Είμαστε πανκ, γιατί έτσι μας αρέσει. Είμαστε πανκ, γιατί δε μας αρέσει τίποτα»…

            Και, φυσικά, από το τίποτα δεν μπορεί να βγει τίποτα –μόνο κενό και πλήξη. «Βαρεμάρα…Καθόμαστε, γενικά καθόμαστε». Ή πιο χιουμοριστικά (;):«Βαρέθηκα πια. Σταματήστε τον κόσμο να κατέβω»… Και καταληκτικά και καταλυτικά:«Δε δίνω δεκάρα, γιατί δεν υπάρχει μέλλον»…

            Η αντίδραση σ’ αυτήν τη μοναξιά και την αδυναμία, την πλήξη και το κενό, είναι, φυσικά, η περιβόητη «άρνηση του συστήματος» που παράγει αυτά τα έωλα προϊόντα:«Μισώ το σύστημα και το φτύνω. Δεν έχει τίποτα να μου δώσει και δεν έχω τίποτα να του δώσω εκτός από βία και άρνηση».

            Και ο «ανώτερος βαθμός» άρνησης ενός προσώπου, ενός πράγματος, ενός «συστήματος», είναι η καταστροφή του. Λυτρώνεσαι από την αδυναμία σου μπροστά σε κάτι, καταστρέφοντάς το, όταν το αφανίσεις, το κάνεις (όχι πια αδύναμο σαν κι εσένα, αλλά) ανύπαρκτο. (Δεν είναι απλό λογοπαίγνιο η έγγραφη κραυγή «Κάτω τα ζήτω. Ζήτω τα κάτω!»). Λυτρώνεσαι απ’ την ανημποριά σου ν’ αποκτήσεις κάτι, εξαφανίζοντάς το: όταν χαθεί το αντικείμενο της επιθυμίας σου, χάνεται κι η επιθυμία η ίδια. Ξέροντας πως η διακήρυξή τους «Δε θέλουμε πολλά. Τα θέλουμε όλα», είναι απραγματοποίητη, προτιμάνε να τα «χαλάσουν» όλα, παρά να μην τα έχουν…

            Καταστρέφοντας, εκδικείσαι για όλα όσα δεν έχεις, για όλα όσα «σε έχουν»… νιώθεις δυνατότερος απ’ τις δυνάμεις που «σε συνθλίβουν»… «αυτοεπιβεβαιώνεσαι» (κατά την καραμέλα της εποχής) σαρώνοντας τις αβεβαιότητές σου… «ξεχωρίζεις» όχι μόνο με τα «εξτρέμ» ρούχα σου και τις μπογιές και τα θυσανωτά μαλλιά, αλλά και με τις πράξεις σου που «υλοποιούν» (άλλη καραμέλα) τα λόγια σου… βγαίνεις απ’ την απομόνωση όχι τόσο επειδή καταστρέφεις μαζί με άλλους, αλλά επειδή μηδενίζεις την αιτία της μοναξιάς σου… Και βέβαια, έχει δίκιο ο Fromm λέγοντας πως «η ροπή καταστροφής είναι αποτέλεσμα της αβίωτης ζωής» και πως η καταστροφή και η σκληρότητα, ενώ «καταστρέφουν όχι μόνο το θύμα αλλά και το θύτη, αποτελούν ένα παράδοξο: εκφράζουν τη ζωή που στρέφεται εναντίον του εαυτού της στην προσπάθεια να του δώσει κάποιο νόημα»…

            Ωστόσο, μπορεί ν’ αναρωτηθεί κανένας και να ρωτήσει άλλη μια φορά: Πώς γίνεται να δώσει «νόημα» στον εαυτό μας η a priori άρνηση και κατάλυση των πάντων, ακόμα και της ζωής και του εαυτού μας; Με την αδράνεια («καθόμαστε»…), με την άνοια και την ανία («βαριόμαστε»…), με το «φτύσιμο» και τις μικροκαταστροφές εδώ κι εκεί, ούτε συστήματα καταλύονται, ούτε προβλήματα επιλύονται, ούτε νοήματα αποχτιούνται. Απλούστατα, τα συστήματα οχυρώνονται πιο πολύ (και «δικαιώνονται» για τη βίαιη «άμυνά» τους ) και τα νοήματα χάνονται μέσα σε μεγαλύτερο χάος.

            Αλλά κι αν υποθέσουμε πως κατόρθωνες να καταστρέψεις το σύστημα, η μοναξιά σου θα γινόταν μεγαλύτερη, αφού θα έχανες το αντικείμενο του μίσους σου, που αποτελούσε ωστόσο και λόγο «ύπαρξής» σου. Κι ακόμη μεγαλύτερη θα ήταν η αίσθηση της αδυναμίας σου, αφού –μην πιστεύοντας τίποτα, μην ξέροντας τίποτα, μη θέλοντας τίποτα, κατά τη δική σου ομολογία- δε θα μπορείς να φτιάξεις τίποτα στη θέση αυτού που αφάνισες…

            Κι ακόμα: σ’ αυτή την αγανάκτηση, την εξανάσταση, το μηδενισμό, πόση μερίδα μόδας και μιμητισμού υπάρχει, πόση μερίδα πόζας και ρητορείας, πόση μερίδα ανέξοδης διεξόδου απ’ τ’ αδιέξοδα και φυγής από προβλήματα κι αποφυγής ευθυνών;

            Αλλά και πάλι: γι’ αυτά όλα, για τις προφάσεις και τις φυγές, οι απώτεροι υπεύθυνοι δεν είναι οι κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές συνθήκες που χαλκεύσαμε για τους εαυτούς μας και για τα παιδιά μας; Και συνακόλουθα, τι άλλο παρά η ριζική αλλαγή αυτών των συνθηκών μπορεί να γιατρέψει κι εμάς κι εκείνα… να δώσει σ’ εκείνα και σ’ εμάς τη «λαχτάρα για τον άνθρωπο, που, χωρίς αυτήν, ο κόσμος δεν είναι παρά μια απέραντη μοναξιά»;

Μάριος Πλωρίτης

 

Ποια πρέπει να είναι η στάση των νέων;

 

  1. Να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο, να γίνουν οργανικά μέλη της κοινωνίας μας. Οι σαθρές δομές της μπορούν να βελτιωθούν, μόνον όταν οι νέοι ενταχθούν σ’ αυτήν και, ενεργοί πλέον και υπεύθυνοι πολίτες, με τη συμμετοχή τους στα κοινά αγωνιστούν για έναν καλύτερο κόσμο. Με την περιθωριοποίηση το μόνο που καταφέρνουν είναι να ζημιώνουν τον εαυτό τους και να ενισχύουν περισσότερο την κοινωνική αποσύνθεση.
  2. Να συνειδητοποιήσουν πως στο κατεστημένο ενυπάρχουν –εκτός από τα κακώς κείμενα, τα οποία, αναντίρρητα, πρέπει να καταπολεμηθούν- και υγιή, θετικά στοιχεία που αξίζουν το σεβασμό τους και χωρίς δογματισμό να προβαίνουν στον κριτικό έλεγχο του κατεστημένου και στη θετική αμφισβήτησή του.
  3. Να συνειδητοποιήσουν την ευθύνη που έχουν απέναντι στον εαυτό τους και στους συνανθρώπους τους και με αίσθημα αυτοσεβασμού και σεβασμού των δικαιωμάτων των άλλων να πορευτούν με συνέπεια προς τις αγνές νεανικές αξίες και τις αρχές τους, αντιστεκόμενοι στην ηθική διάβρωση.
  4. Να υιοθετήσουν ιδανικά και υγιείς ηθικές αξίες, να μην παρασυρθούν από το μηδενισμό. Η ζωή χωρίς οράματα, ιδεώδη και στόχους είναι κενή, δεν είναι αξιοβίωτη.
  5. Να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που τους παρουσιάζονται με υπομονή, αισιοδοξία και αγωνιστικότητα. Οι δυσκολίες της ζωής δεν πρέπει να τους καταβάλουν και να τους οδηγούν σε παραίτηση, αλλά να γίνονται εναύσματα για πεισματικότερο αγώνα.
  6. Να μην παρασυρθούν από το συναισθηματισμό τους και καταφύγουν στην ονειροπόληση. Ρεαλισμό χρειάζεται η αντιπαράθεση με τη σκληρή πραγματικότητα και όχι «τεχνητούς παραδείσους».
  7. Να προβούν στην ενδοσκόπηση και στην αυτοκριτική τους με αίσθημα ειλικρίνειας και αντικειμενικότητα, ώστε να αναγνωρίσουν τα σφάλματά τους και να αυτοβελτιωθούν. Παράλληλα, ν’ αποφεύγουν τα σφάλματα της ώριμης γενιάς, χωρίς όμως ν’ αγνοούν τις γόνιμες συμβουλές της.
  8. Να μάθουν να συνεργάζονται με τους ώριμους –τους φορείς του κατεστημένου- και να διαλέγονται μαζί τους, υπερβαίνοντας τον εγωισμό, την απολυτότητα και την περηφάνια τους. Έχουν πολλά οφέλη να αντλήσουν από την πείρα και τις γνώσεις των μεγαλυτέρων.

 

Ποια πρέπει να είναι η στάση των φορέων κοινωνικοποίησης;

(γονέων, εκπαιδευτικών, μέσων μαζικής ενημέρωσης, πνευματικής και πολιτικής ηγεσίας)

1.    Σεβασμός της προσωπικότητας των νέων.
2.    Συμπαράσταση, κατανόηση, αγάπη.
3.    Διάλογος.
4.    Υπεύθυνη και φιλελεύθερη διαπαιδαγώγηση.
5.    Ηθική στάση ζωής και παροχή υγιών προτύπων.
6.    Αναθεώρηση των υλιστικών αξιών και προσανατολισμών της κοινωνίας μας.
 

            «…Τα μάτια των παιδιών μάς  κατηγορούν: Για την κακία που βλέπουν γύρω τους, για τις αδυναμίες μας, για την απιστία μας, για την υποκρισία μας. Και τα μάτια των παιδιών είναι καθαρά και φωτεινά. Έτσι ήταν και τα δικά μας μάτια, έτσι είναι και τώρα, όταν μείνουμε μονάχοι στο σκοτάδι και ονειρευόμαστε. Έτσι θέλουμε να είναι όλα τα μάτια κι όλες οι καρδιές των ανθρώπων. Είμαστε λιγότερο κακοί απ’ όσο μας νομίζουν τα παιδιά μας, είμαστε όμως αδύνατοι.

            Δεν είναι ανάγκη ν’ απολογηθούμε, φτάνει μονάχα η εξομολόγηση. Και φτάνει μονάχα η αγάπη προς τα παιδιά μας, για να τους πείσει πως κάποτε μας αδικούν. Πως δεν τους ωφελεί να παίρνουν πάντα τη θέση του κατηγόρου, έτοιμοι να κεραυνώσουν τους αμαρτωλούς, γιατί μια τέτοια στάση μαρτυρεί πολύν εγωισμό, κάποτε αδικαιολόγητο. Πιστεύουν πως εκείνοι είναι καλύτεροί μαςΑυτό πιστεύουμε κι εμείς. Ξέρουν πως κάναμε λιγότερα απ’ όσα μπορούσαμεΤο ξέρουμε και λυπόμαστε γι’ αυτό…».                                                     

Μανόλης Ανδρόνικος

            «Εμείς που βρισκόμαστε κοντά στην έξοδο, ξοφλήσαμε –άλλος πιο λίγο άλλος πιο πολύ- το χρέος που μας έλαχε με τον κλήρο που τραβήξαμε. Η σειρά σας τώρα. Ευχή μας να αξιωθείτε να σας εκτιμήσουν οι νεότεροί σας για τις αστοχίες και τις παραλείψεις σας, όπως κάνετε σεις σήμερα σε μας, γιατί αυτή η επίθεση δίνει την ελπίδα ότι η ζωή δε θα μείνει εκεί που έφτασε, αλλά θα προχωρήσει…».

Ε.Π.Παπανούτσος

 

Σοφία Μάνιου

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση