Ο ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟΣ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 Ο ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟΣ

             Ο καταναλωτισμός είναι η τάση για υπερκατανάλωση που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο της εποχής μας. Η μανία για συνεχή κατανάλωση ακόμη και άχρηστων υλικών αγαθών έχει τις ρίζες της στα ψυχολογικά κενά του ανθρώπου των καιρών μας και είναι μια δίψα που δεν έχει κορεσμό. Πραγματικά, ο homo consumens  (ο άνθρωπος καταναλωτής) είναι ένα αδηφάγο, αχόρταγο ον που δεν καταναλώνει για να ζει, αλλά ζει για να καταναλώνει, γιατί από τη δραστηριότητα αυτή εξαρτά όχι μόνο την ευτυχία και την κοινωνική του καταξίωση, αλλά και την ίδια του την ύπαρξη («είμαι ό,τι έχω και ό,τι καταναλώνω»). Τα αγαθά για τον άνθρωπο – καταναλωτή ποτέ δεν είναι αρκετά, ποτέ δεν είναι ικανά να του χαρίσουν την πληρότητα ή την ικανοποίηση. Όσο εύκολα ενθουσιάζεται με την απόκτησή τους, τόσο εύκολα και γρήγορα του προκαλούν ανία κι έτσι αναζητά συνεχώς νέα αγαθά, νέες και περισσότερες απολαύσεις. Η καταναλωτική μανία έχει εμποτίσει σε τέτοιο βαθμό την ψυχή του, ώστε να μην καταναλώνει μόνον υλικά αλλά και πνευματικά αγαθά, ιδέες, τρόπο ζωής, ακόμη και ανθρώπους.

 

«…Ο σύγχρονος άνθρωπος, αν μπορούσε να εκφράσει την αντίληψη που έχει για τον παράδεισο, θα έδινε μια εικόνα που θα έμοιαζε σαν το μεγαλύτερο γενικό κατάστημα του κόσμου, μέσα στο οποίο θα υπήρχαν καινούρια πράγματα και μπιχλιμπίδια, και τον εαυτό του να έχει άφθονο χρήμα για να τ’ αγοράσει. Θα περιπλανιόταν μ’ ανοικτό το στόμα μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα μπιχλιμπιδιών και εμπορευμάτων, με την προϋπόθεση όμως ότι υπήρχαν νέα πράγματα για να αγοράσει και ότι προφανώς οι γείτονές του θα ήταν λιγότερο προνομιούχοι απ’ αυτόν…».

                                                                                                                    Erich Fromm

             Ο καταναλωτισμός συνδέεται άρρηκτα με το φαινόμενο του υλικού  ευδαιμονισμού, της αντίληψης δηλαδή ότι η ευδαιμονία του ανθρώπου πηγάζει μόνον από την καταναλωτική – υλική του δύναμη. Η νοοτροπία αυτή καθιστά νόμο της ύπαρξης όχι το «είναι» αλλά το «έχειν». Ο σύγχρονος άνθρωπος, δηλαδή, εστιάζει όλο του το ενδιαφέρον στην υλική – οικονομική του ανάπτυξη και αδιαφορεί για την πνευματική και ηθική του καλλιέργεια, ακόμα και για την ψυχική του ισορροπία. Σκοπός της ζωής του παύει να είναι η πολύπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Η υλική δύναμη (το χρήμα και τα αγαθά) από μέσο ολοκλήρωσης μετατρέπονται σε αυτοσκοπό, με αποτέλεσμα όσο διογκώνεται το «έχειν» (ή η επιθυμία του) τόσο να συρρικνώνεται το «είναι» του ανθρώπου, η δυνατότητά του να βιώσει πολυδιάστατα τη ζωή.

«…Η διάκριση ανάμεσα στο «έχειν» και στο «είναι» δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη για την κοινή λογική. Το «έχειν» φαίνεται να είναι μια φυσιολογική λειτουργία της ζωής μας: για να ζήσουμε πρέπει να έχουμε πράγματα. Ακόμα περισσότερο, πρέπει να έχουμε πράγματα, για να μπορούμε να τ’ απολαμβάνουμε. Σ’ έναν πολιτισμό όπου ο ύψιστος σκοπός είναι η κατοχή –και μάλιστα η κατοχή ολοένα και περισσότερων πραγμάτων- και όπου μπορείς να πεις για κάποιον «αξίζει ένα εκατομμύριο δολάρια», πώς μπορεί να υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο «έχειν» και το «είναι»; Αντίθετα, θα έλεγε κανείς ότι η βαθύτερη σημασία του «είναι», είναι το «έχειν». Κι όταν κάποιος δεν έχει τίποτα, δεν είναι τίποτα.

            Οι Μεγάλοι όμως Δάσκαλοι της Ζωής εντόπισαν σαν κεντρικό σημείο των συστημάτων τους τη διαφορά ανάμεσα στο «έχειν» και στο «είναι». Ο Βούδας διδάσκει ότι, για να φτάσουμε στο υψηλότερο στάδιο της ανθρώπινης εξέλιξης, δε θα πρέπει ν’ αναζητούμε άπληστα την απόκτηση αγαθών: Ο Χριστός διδάσκει: «Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν ∙ ος δ’ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ούτος σώσει αυτήν. Τι γαρ ωφελείται άνθρωπος κερδίσας τον κόσμον όλον, εαυτόν δε απολέσας ή ζημιωθείς;» (Λουκάς Θ΄:24-25). Ο Meister Eckhart δίδαξε ότι το να μην έχεις τίποτα και ταυτόχρονα να είσαι ανοικτός και «αδειανός», μην αφήνοντας το εγώ σου να στέκεται εμπόδιο στο δρόμο σου, είναι η μοναδική προϋπόθεση για την απόκτηση πνευματικού πλούτου και δύναμης. Ο Μαρξ δίδαξε ότι η πολυτέλεια είναι τόσο μεγάλο κακό όσο και η φτώχεια, και ότι ο στόχος θα πρέπει να είναι να είμαστε και όχι να έχουμε πολλά…».

Erich Fromm

 

 Τα αίτια του καταναλωτισμού

 1.         Ο καταναλωτισμός είναι φαινόμενο που χαρακτηρίζει το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο άρχισε ν’ αναπτύσσεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς η παραγωγική βιομηχανία. Με τη συμβολή της ραγδαία επίσης αναπτυσσόμενης τεχνολογίας αυξήθηκε η παραγωγικότητα και δημιουργήθηκε έτσι μια ατμόσφαιρα αφθονίας. Την καθημερινή ζωή άρχισε έκτοτε να χαρακτηρίζει η σπατάλη και η πολυτελής διαβίωση. Όσο αυξάνεται μάλιστα η αφθονία τόσο περισσότερο δημιουργούνται νέες, δευτερογενείς ανάγκες στον άνθρωπο. Το περιττό επιβάλλεται ως ανάγκη. Παρατηρείται δε το παράδοξο: αντί να είναι οι ανθρώπινες ανάγκες ο ρυθμιστής της παραγωγής, η παραγωγή ρυθμίζει τις ανάγκες των ανθρώπων.

2.         Οι πλαστές ανάγκες επιβάλλονται στο σύγχρονο άνθρωπο, για να ικανοποιηθεί η ανάγκη των καπιταλιστών να μεγιστοποιήσουν τα προσωπικά τους κέρδη, να αυξήσουν τον πλούτο τους. Η «ιδεολογία της ευζωίας» ως αποτέλεσμα της κατανάλωσης πολυτελών αγαθών καλείται να δικαιολογήσει την τεράστια διασπάθιση ανθρώπινων δυνάμεων και πρώτων υλών,  που στόχο έχει τη συσσώρευση του κεφαλαίου στα χέρια των λίγων.

3.         Η διαφήμιση υπηρετεί τον προηγούμενο σκοπό, προβάλλοντας τα προϊόντα με στόχο την αύξηση των πωλήσεών τους και αποτελεί έτσι έναν από τους κυριότερους παράγοντες καλλιέργειας του καταναλωτικού πνεύματος. Δημιουργεί και επιβάλλει (με την έντεχνη και συνεχή επανάληψη των μηνυμάτων της) τεχνητές ανάγκες, όλο και περισσότερες. Εμφυτεύει στη συνείδηση το «ιδανικό» του υλικού ευδαιμονισμού. Ενσπείρει στην ψυχή το άγχος για την απόκτηση των «αναγκαίων» αγαθών. Ακόμη, συμβάλλει τα μέγιστα στη δημιουργία ψυχολογικών κενών (η κάλυψη των οποίων επιχειρείται με την κατανάλωση) και σκόπιμα δημιουργεί ψυχολογικά πλέγματα, για να τα εκμεταλλευτεί κατάλληλα στη συνέχεια.

4.         Με τον καταναλωτισμό ο σύγχρονος άνθρωπος προσπαθεί να αποδράσει από τα ψυχολογικά αδιέξοδα που γεννούν τα προβλήματα της εποχής μας. Η βουλιμία του για τα αγαθά είναι μια προσπάθεια αποσόβησης του άγχους, της μοναξιάς και της κατάθλιψης. Είναι, ακόμη, μια προσπάθεια αντιμετώπισης της ανίας, ως απόπειρα νοηματοδότησης μιας κενής από υγιή ενδιαφέροντα και αξίες ύπαρξης.

5.         Η ανάγκη της καταξίωσης, η επιθυμία για κοινωνική αναγνώριση, χαρακτηρίζει κάθε υγιές κοινωνικό ον. Όταν σε μια κοινωνία τιμή και αξία αποδίδεται σε εκείνον που «έχει», εύλογο είναι ο άνθρωπος να υιοθετεί τα κοινωνικά κριτήρια, να προσπαθεί να ανέλθει κοινωνικά μέσω του χρήματος και της κατανάλωσης. Είναι απαραίτητο να κερδίσει το σεβασμό των συνανθρώπων του και ν’ αποφύγει την περιθωριοποίηση και το χλευασμό.

6.         Σε στενή συνάφεια με την ανάγκη της κοινωνικής αποδοχής βρίσκεται και η τάση για αυτοπροβολή,  η επιδειξιομανία που χαρακτηρίζει ορισμένους. Η κατανάλωση υλικών αγαθών είναι ένδειξη πλούτου, δύναμης και υπεροχής έναντι των άλλων. Η ανάγκη για διάκριση από το σύνολο, βέβαια, χαρακτηρίζει κάθε υγιές ψυχολογικά άτομο (πόσο μάλλον τον άνθρωπο της εποχής μας που ζει σε μια μαζική κοινωνία), ωστόσο η υπεροχή πρέπει να θεμελιώνεται στην πολύπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας και όχι στην καταναλωτική δύναμη. Παρατηρείται, εξάλλου, με τον καταναλωτισμό να αυτοπροβάλλονται όσοι δεν έχουν άλλο μέσο ανάδειξης της προσωπικότητάς τους.

«…Ο άνθρωπος έχει μεταβληθεί σε homo consumens. Είναι άπληστος, παθητικός και προσπαθεί να εξισορροπήσει το εσωτερικό του κενό με μια συνεχή και αυξανόμενη κατανάλωση (υπάρχουν πολλά κλινικά παραδείγματα του μηχανισμού αυτού σε περιπτώσεις πολυφαγίας, πολυποσίας και υπερβολικών αγορών σαν αντίδραση στην κατάθλιψη και στο άγχος). Έτσι, «καταναλώνει» τσιγάρα, ποτό, σεξ, κινηματογράφο, ταξίδια καθώς και μόρφωση, βιβλία, διαλέξεις και τέχνη. Δείχνει πως είναι ενεργητικός, «ενθουσιασμένος», μα βαθιά μέσα του είναι γεμάτος άγχος, μοναξιά, κατάθλιψη και ανία (η ανία μπορεί να οριστεί σαν το είδος της χρόνιας κατάθλιψης που μπορεί να αναπληρωθεί επιτυχώς με την κατανάλωση). Ο βιομηχανισμός του 20ου αιώνα δημιούργησε αυτό το νέο ψυχολογικό τύπο, τον homo consumens, βασικά για οικονομικούς λόγους, δηλαδή από ανάγκη για μαζική κατανάλωση που πυροδοτείται και χειραγωγείται από τη διαφήμιση…».

Erich Fromm

 Οι συνέπειες του καταναλωτισμού

 1.         Με την επέκταση της σπατάλης μειώνονται τα αποθέματα των πρώτων υλών και των ενεργειακών πηγών του πλανήτη. Επιπροσθέτως, το οικολογικό πρόβλημα επιτείνεται με τη ρύπανση του περιβάλλοντος που οφείλεται στη λειτουργία των βιομηχανιών, στη δημιουργία παρασκευασμάτων που μολύνουν και καταστρέφουν τη φύση και στα απορρίμματα των καταναλωτών. Όσο μεγαλύτερη είναι η αφθονία, τόσο διογκώνονται η σπατάλη και οι σωροί των σκουπιδιών. «…Όσο πληρέστερα και υπερχειλικά «ικανοποιείται» το άτομο, τόσο περισσότερο υποβαθμίζονται και καταστρέφονται τα συλλογικά αγαθά της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα δάση χάνονται, οι θάλασσες και τα ποτάμια γίνονται βούρκοι, η ατμόσφαιρα μολύνεται, οι πόλεις γίνονται άξενες, αφόρητες, ασφυκτικά πιεστικές…». (Β. Φίλιας)

2.         Η κοινωνία της αφθονίας προσφέρει την ποσοτική και όχι την ποιοτική ζωή. Πραγματική ποιότητα στη ζωή υπάρχει όταν οι συνθήκες της προάγουν την ολοκλήρωση και την ευτυχία του ανθρώπου. Τα άφθονα υλικά αγαθά και η σπατάλη, όμως, δεν οδηγούν στην ευτυχία, αλλά στην ψευδαίσθηση της ευδαιμονίας. Γι’ αυτό, εξάλλου, ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι ευτυχισμένος, όσο κι αν καταναλώνει. Κυνηγά συνεχώς την ευτυχία του, δεν πρόκειται όμως να τη συναντήσει ποτέ, γιατί –απλούστατα- έχει ακολουθήσει λάθος μονοπάτι.

3.         Περιορίζεται στο έπακρο η ελευθερία του σύγχρονου ανθρώπου, καθώς με τη δημιουργία όλο και περισσότερων εξαρτήσεων και αναγκών χαλκεύονται αλυσίδες που καταργούν τη δυνατότητα της προσωπικής επιλογής και περιστέλλουν τον αυτοπροσδιορισμό. Έπειτα, ο καταναλωτισμός υποθάλπει τη χειραγώγηση, γιατί ο τρόπος ζωής, οι όροι ψυχαγωγίας, η αισθητική, οι αξίες και τα συναισθήματα του ανθρώπου διαμορφώνονται από άλλους στη βάση της εξυπηρέτησης των δικών τους συμφερόντων.

4.         Με το βιασμό της ελεύθερης προσωπικότητας χάνεται και η ιδιαιτερότητα της προσωπικής φυσιογνωμίας και ενισχύεται το φαινόμενο της μαζοποίησης. Όλοι έχουν τις ίδιες ανάγκες και τις ίδιες αντιλήψεις, καταναλώνουν τα ίδια υλικά και πνευματικά αγαθά. Τυποποιείται έτσι η συμπεριφορά, η σκέψη και ο ψυχισμός του ανθρώπου. Η μαζική παραγωγή αγαθών και η στάση ζωής που αυτή επιβάλλει οδηγούν στη μαζική παραγωγή τυποποιημένων ανθρώπων.

5.         Ο υλικός ευδαιμονισμός απλώνει όλο και πιο βαθιά τις ρίζες του στο κοινωνικό έδαφος. Το αποτέλεσμα είναι το κέντρο βάρους του ενδιαφέροντος στην κοινωνία μας να συγκεντρώνεται στα πράγματα και όχι στους ανθρώπους, να φετιχοποιούνται τα αντικείμενα και να εξανεμίζεται η ιερότητα του ανθρώπου. Η ευτυχία δεν είναι πλέον υπόθεση βιωμάτων, αλλά αποτέλεσμα ιδιοκτησίας αντικειμένων. Έτσι, όλη τη ζωτικότητα του ανθρώπου μονοπωλεί η προσπάθεια για πλουτισμό και υποβαθμίζεται η σημασία της πνευματικής και ηθικής εξύψωσης ή της ψυχικής ευστάθειας. Επόμενο είναι, λοιπόν, να αλλοτριώνεται ο άνθρωπος από τον εαυτό του και από το συνάνθρωπο.

6.         Ο καταναλωτισμός διαταράσσει την ψυχική υγεία του ανθρώπου, γιατί αναπτύσσει το άγχος για την απόκτηση των αγαθών, για την κάλυψη των αναγκών που δεν τελειώνουν ποτέ, αφού επιβάλλονται συνεχώς καινούριες. Έτσι, είναι μόνιμα ριζωμένο στην ψυχή το αίσθημα του ανικανοποίητου. Το ψυχικό κενό δεν καλύπτεται ποτέ, όσο κι αν τούτο επιδιώκεται με την κατανάλωση, και η ψυχή δεν μπορεί να νιώσει την ξεκούραση, την ικανοποίηση, τη γαλήνη.

7.         Η ανάγκη της ικανοποίησης των πολλαπλών απαιτήσεων της καταναλωτικής ζωής επιβάλλει την υπερ – εργασία. Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται στο ελάχιστο ο ελεύθερος χρόνος, που είναι απαραίτητος για την ανάκτηση των σωματικών και ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου και για την επαφή του με τους άλλους. Επιπροσθέτως, με τον καταναλωτισμό περιορίζεται αισθητά η δυνατότητα γόνιμης αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, όχι μόνο λόγω της σωματικής και πνευματικής κόπωσης από την υπερβολική εργασία, αλλά και από τη «βιομηχανοποίηση» της ψυχαγωγίας. «Η κατανάλωση του χρόνου ανάπαυσής του καθορίζεται από τη βιομηχανία, όπως καθορίζονται και τα εμπορεύματα που αγοράζει. Το γούστο του είναι προκαθορισμένο, επιθυμεί να δει και να ακούσει αυτό που υποτίθεται πως  πρέπει να δει και να ακούσει. Η ψυχαγωγία είναι μια βιομηχανία όπως και οι άλλες, ο καταναλωτής ωθείται στο να αγοράσει διασκέδαση, όπως ωθείται στο να αγοράσει ρούχα και παπούτσια…» (Erich Fromm). Η βιομηχανία της ψυχαγωγίας συνήθως προσφέρει χαμηλής ποιότητας πνευματική τροφή, προωθεί τη μαζική κουλτούρα.

8.         Η κυριαρχία του καταναλωτισμού και του υλικού ευδαιμονισμού έχει ως αποτέλεσμα την κρίση των αξιών που λειτουργούσαν κάποτε ως ηθικές αντιστάσεις. Στο χρηματιστήριο αξιών της κοινωνίας μας γνωρίζουν άνοδο οι υλικές /οικονομικές αξίες, ενώ πέφτουν κατακόρυφα οι πνευματικές και ηθικές αξίες. Το γεγονός της ηθικής κατάρρευσης επιβεβαιώνει το ότι η χρηματοθηρία, η απληστία και ο αρριβισμός είναι η επικρατέστερη πλέον στάση ζωής. Μοναδικό «ιδανικό» η κατοχή πραγμάτων, η ιδιοκτησία, και μοναδικός δρόμος το κυνήγι του κέρδους με κάθε μέσο, χωρίς φραγμούς κι αναστολές.

9.         Γνωρίζουν κρίση οι ανθρώπινες σχέσεις, καθώς ο καταναλωτισμός τις θεμελιώνει σε βάσεις υλικές. Η ανθρώπινη επαφή εμπορευματοποιείται, τα συναισθήματα πωλούνται, αγοράζονται και αποδεικνύονται με την προσφορά αντικειμένων. Οι άνθρωποι μετατρέπονται σε καταναλώσιμα αγαθά, χρησιμοποιούνται όπως τα αντικείμενα. Συν τοις άλλοις, το καταναλωτικό πνεύμα συνοδεύεται από το φθόνο για εκείνους που «έχουν» και τον ανταγωνισμό για το «έχειν», συναισθήματα νοσηρά που υπονομεύουν τη σύναψη υγιών και ειλικρινών σχέσεων.

10.       Ο καταναλωτισμός δυναμιτίζει την εύτακτη λειτουργία του κοινωνικού συστήματος, γιατί υπονομεύει τη συνεργασία, την αλληλεγγύη και τον αμοιβαίο σεβασμό. Παράλληλα, καλλιεργώντας τον ανταγωνισμό και το αίσθημα της κοινωνικής αδικίας, οδηγεί άμεσα σε όλες τις μορφές της κοινωνικής παθογένειας, στη βία και στο έγκλημα. Η παραβίαση των νόμων και η καταπάτηση των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των συνανθρώπων νοείται ως ενέργεια απόλυτα «θεμιτή», όταν προσφέρει τη δυνατότητα πλουτισμού, γιατί η κοινωνική αναγνώριση και η ευτυχία θεμελιώνεται στη βάση αυτής της δυνατότητας.

11.       Παρατηρείται έξαρση του ατομικισμού και της κοινωνικής ανευθυνότητας. Οι ατομικές ανάγκες διογκώνονται και ικανοποιούνται εις βάρος των κοινωνικών αναγκών και χαλαρώνει επικίνδυνα το ενδιαφέρον για τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Η εξασθένιση της κοινωνικοπολιτικής συνείδησης του ανθρώπου δεν είναι μόνον αποτέλεσμα του ατομικισμού του, αλλά και παράγωγο της ετεροκατευθυνόμενης ζωής, του αποπροσανατολισμού του από εκείνους που συμφέρον έχουν να τον αποτρέψουν από την ενεργό κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα.

Σοφία Μάνιου

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση