ΟΙ ΘΕΣΜΟΙ

0

Συγγραφέας: ΜΑΝΙΟΥ ΣΟΦΙΑ | Κατηγορία Χωρίς κατηγορία | , στις 06-07-2014

Σοφία Μάνιου

 

ΟΙ ΘΕΣΜΟΙ

             Οι θεσμοί (από το αρχαίο ρήμα «τίθημι»). Στην αρχαία δωρική: «τεθμός» είναι εκείνο που έθεσαν και ισχύει.) είναι τυποποιημένοι τρόποι ατομικής ή συλλογικής δράσης, παγιωμένες συνήθειες σε μια κοινωνία (π.χ. η φροντίδα των πολύ νεαρών ή των ηλικιωμένων ατόμων από τους συγγενείς) ή μηχανισμοί που στόχο έχουν τη διατήρηση αυτών των συνηθειών (π.χ. οικογένεια). Με τη δεύτερη έννοια οι θεσμοί ορίζονται και ως σταθερά πρότυπα τυποποιημένων σχέσεων μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας ή συνδυασμοί κοινωνικών ρόλων -πλέγματα κοινωνικών σχέσεων.

Υπάρχουν θεσμοί:

  1. Της συγγένειας (γάμος, οικογένεια).
  2. Οικονομικοί (εργασία, ιδιοκτησία, συνδικαλιστικές οργανώσεις, φορολογία κλπ.).
  3. Πολιτικοί (Κράτος, Δημοκρατία, Κοινοβούλιο, Σύνταγμα, κόμματα, εκλογές, δικαστήρια, φυλακές, αστυνομία, στρατός, τοπική αυτοδιοίκηση κλπ.).
  4. Πολιτιστικοί (Παράδοση, έθιμα, λαϊκός πολιτισμός, Ολυμπιακοί αγώνες, καλλιτεχνικές εκδηλώσεις και διαγωνισμοί κλπ.).
  5. Εκπαιδευτικοί (σχολείο, εξετάσεις, Πανεπιστήμιο, Υπ. Παιδείας κλπ.).
  6. Θρησκευτικοί (Εκκλησία, τελετουργίες-μυστήρια, Οικουμενικό Πατριαρχείο κλπ.).
  7. Διεθνείς – Διακρατικοί (Ο.Η.Ε., Ευρωπαϊκή Ένωση, Διεθνής Αμνηστία κλπ.).

 Ο σκοπός της ύπαρξης των θεσμών

  1. Η εφαρμογή του κοινωνικού ελέγχου, η κοινωνικοποίηση του ατόμου και η διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Με τους θεσμούς κάθε κοινωνία αναγκάζει το άτομο άμεσα ή έμμεσα να αναλάβει συγκεκριμένους κοινωνικούς ρόλους (το ρόλο του εργαζόμενου, του πατέρα, του πολίτη, του Έλληνα κτλ.). Έτσι, το υποχρεώνει να ενταχθεί οργανικά στο κοινωνικό σύνολο, να συμμετάσχει στις λειτουργίες του και να γίνει φορέας των αξιών του. Όταν ένα άτομο είναι απρόθυμο να συμβιβαστεί με τις απαιτήσεις των θεσμών  ή αρνείται να γίνει φορέας τους, τότε υφίσταται κυρώσεις (νομικές ή καθαρά κοινωνικές, όπως ο αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση). Επομένως, η ύπαρξη των θεσμών διασφαλίζει την κοινωνική συνοχή και τη σταθερότητα της κοινωνικής δομής.
  2. Η εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών, η εύρυθμη λειτουργία και η πρόοδος της κοινωνίας. Με τη σταδιακή ανάληψη των κοινωνικών ρόλων κάθε άτομο συμμετέχει ενεργά στην κοινωνική ζωή, γίνεται «γρανάζι» της κοινωνικής μηχανής, δομικό στοιχείο απαραίτητο για την κάλυψη των αναγκών της. Μέσω των θεσμών συμβάλλει στη διεκπεραίωση των κοινωνικών λειτουργιών. Δηλαδή, με την εργασία και τη δημιουργικότητά του συμβάλλει στην παραγωγή των απαραίτητων υλικών ή πνευματικών αγαθών, με το γάμο του και τη δημιουργία οικογένειας στην ανατροφή και στην κοινωνικοποίηση των νέων μελών του συνόλου, με την ψήφο του στη διατήρηση του δημοκρατικού πολιτεύματος (σημαντικές κοινωνικές λειτουργίες είναι: η παραγωγή αγαθών, η προσφορά υπηρεσιών, η υγεία, η εκπαίδευση, η άμυνα, η διοίκηση, το Δίκαιο, η ψυχαγωγία κλπ.).
  3. Η εξυπηρέτηση του Ανθρώπου. Οι προηγούμενοι στόχοι των θεσμών (κοινωνικοποίηση, συνοχή και εύρυθμη λειτουργία της κοινωνικής δομής) δεν είναι παρά αναβαθμοί για την επίτευξη του κυριότερου και απώτερου σκοπού: της εξυπηρέτησης του Ανθρώπου. Κάθε θεσμός υπάρχει για να υπηρετεί κάποιες αιώνιες-διαχρονικές ή περιστασιακές ανάγκες των ανθρώπων. Στο σημείο αυτό έγκειται και η αξία ή η μακροβιότητα ενός θεσμού. Για παράδειγμα, η οικογένεια είναι ένας θεσμός που άντεξε στο πέρασμα τόσων αιώνων και έχει αδιαμφισβήτητη αξία, γιατί διευκολύνει την προσωπική και κοινωνική ολοκλήρωση του νέου ανθρώπου, λειτουργία στην οποία δεν μπορεί να υποκατασταθεί πλήρως από κανέναν άλλο θεσμό.

 

Οι θεσμοί, ανάλογα με τον αριθμό των λειτουργιών που τελούν διακρίνονται σε πολύσκοπους-πολυλειτουργικούς, σε ολιγόσκοπους-ολιγολειτουργικούς και σε μονόσκοπους-μονολειτουργικούς. Πολυλειτουργικοί ήταν κυρίως οι θεσμοί της παραδοσιακής αγροτικής κοινωνίας, ενώ οι ολιγολειτουργικοί και οι μονολειτουργικοί χαρακτηρίζουν την οργάνωση των σύγχρονων κοινωνιών.

Οι θεσμοί μπορεί να είναι τυπικοί ή άτυποι. Τυπικοί είναι όσοι έχουν κατοχυρωθεί με νομική πράξη, όσοι έχουν λειτουργίες που είναι θεσμοθετημένες (θεσμοθετώ: κατοχυρώνω νομικά). Άτυποι είναι όσοι έχουν παγιωθεί με τη συνήθεια και την παράδοση και οι λειτουργίες τους δεν καλύπτονται από νομικά πλαίσια. (Ένας θεσμός μπορεί να έχει λειτουργίες εν μέρει θεσμοθετημένες και εν μέρει άτυπες, όπως π.χ. η οικογένεια).

Οι θεσμοί, ανάλογα με τα περιθώρια πρωτοβουλίας που αφήνουν στα άτομα, διακρίνονται σε χαλαρούς (π.χ. γάμος) και αυστηρούς (π.χ. στρατός, κράτος).

 Τα χαρακτηριστικά των θεσμών

            « Οι κοινωνικοί θεσμοί εισάγουν τυποποίηση στην κοινωνική συμπεριφορά και σχέση. Η τυποποίηση αυτή διαμορφώθηκε μετά από μακρόχρονη διαδικασία κι είναι φυσικό να ανταποκρίνεται σε ανάγκες σταθερές, που παρά τις κοινωνικές αλλαγές διατηρήθηκαν ως κύριο χαρακτηριστικό κάθε είδους ομαδικής ζωής. Αυτό σημαίνει ότι στους κοινωνικούς θεσμούς μπορούμε να επισημάνουμε ορισμένα σταθερά χαρακτηριστικά, που μαζί με την κεντρική ιδέα του θεσμού από την καθιέρωσή του και μετά φτάνουν μέχρι σήμερα αμετάβλητα.

            Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό είναι το σχήμα αναφοράς. Είναι κοινή η διαπίστωση ότι η μορφή της σχέσεως του ανθρώπου με τους θεσμούς δεν επιδέχεται μεταβολές. Αυτό φαίνεται σε κάθε θεσμό, ιδιαίτερα όμως στην οικογένεια, την πολιτεία, τη θρησκεία, την εκπαίδευση και τη δουλεία, όπου παρά τις πολιτιστικές μεταβολές η θεσμική αναφορά του ανθρώπου παραμένει στο ίδιο σχήμα.

            Έξω, δηλαδή, από τις τοπικές ή χρονικές διαφοροποιήσεις των παραπάνω θεσμών σ’ όλες τις περιπτώσεις, η οικογένεια εισάγει τη συγγένεια του αίματος και της αγχιστείας, η πολιτεία καθιερώνει το πλέγμα των πολιτειακών καθηκόντων και ευθυνών, η θρησκεία εισάγει, υπηρετεί και εκτιμά την πνευματική αναφορά του ανθρώπου στον υπερβατικό Θεό, η εκπαίδευση προσδιορίζει τη μορφωτική σχέση ανάμεσα στο μαθητή και στο δάσκαλο κι η δουλεία εκφράζει τη δυναστική υπεροχή σε σχέση με την αντικειμενική αδυναμία, που κατά κανόνα ακούσια υποτάσσεται.

            Η ύπαρξη μηχανισμού διατηρήσεως είναι ένα δεύτερο από τα χαρακτηριστικά των θεσμών. Όσοι εντάσσονται σ’ ένα θεσμό φροντίζουν να βρουν μέσα για να τον προστατεύσουν. Τα μέσα αυτά συνθέτουν έναν ειδικό μηχανισμό διατηρήσεως, που η παρουσία του επισημαίνεται ιδιαίτερα στις οργανωμένες κοινωνίες. Ο μηχανισμός στηρίζεται σε νομοθετικές ή θεσμικές διαδικασίες, που προστατεύουν και ενισχύουν το κύρος των θεσμών. Στις πρωτογενείς και απλές κοινωνίες τέτοια μέτρα δεν έχουν λόγο υπάρξεως, αφού, ως γνωστό, τα ήθη, τα έθιμα, το συναίσθημα και η κλειστή κοινοτική ζωή είναι ισχυροί παράγοντες προστασίας και διατηρήσεως των θεσμών.

            Τρίτο χαρακτηριστικό είναι η αρμονική συνύπαρξη. Οι θεσμοί γενικά αναφέρονται στον όλο άνθρωπο, κι αυτόν πρέπει να υπηρετεί η λειτουργία τους. Συμβαίνει όμως να δημιουργούνται ανάμεσα στους θεσμούς συγκρούσεις και αντιθέσεις, που κλονίζουν την κοινωνική ισορροπία. Στις περιπτώσεις αυτές έχουμε αναστολή των λειτουργιών κάποιου θεσμού ή ακόμη και εκφυλισμό του. Γι’ αυτό κι η σταθερότητα ενός θεσμού κρίνεται πάντοτε σε σχέση με τις προϋποθέσεις συνυπάρξεως που διαθέτει για τη συλλειτουργία του με τους άλλους σε μια ελεύθερη κοινωνία.

            Έτσι γίνεται φανερό πως δεν υπάρχει ειρηνική συνύπαρξη, όταν κατά τη λειτουργία της μορφωτικής σχέσεως αμφισβητείται ο θεσμός της οικογένειας ή στις φάσεις επικρατήσεως ενός πολιτειακού σχήματος απορρίπτεται ο θεσμός της θρησκείας ή στις διαδικασίες της θρησκευτικής τελειώσεως χαρακτηρίζονται επιζήμιοι οι οικονομικοί θεσμοί.

            Η εξυπηρέτηση του ανθρώπου είναι το επόμενο χαρακτηριστικό. Στην ιστορία των κοινωνιών φαίνεται συχνά να εμφανίζονται θεσμικές μορφές, που εξυπηρετούν περιστατικά και μονόπλευρα μια κοινωνική αναγκαιότητα. Όταν η αναγκαιότητα παύσει να υπάρχει, τότε παύει να λειτουργεί και εκφυλίζεται η αντίστοιχη θεσμική μορφή. Στις περιπτώσεις αυτές δεν έχουμε εξυπηρέτηση του όλου ανθρώπου, αλλ’ απλώς μιας μεμονωμένης περιστασιακής κοινωνικής αναγκαιότητας. Για το λόγο αυτό η εξυπηρέτηση του ανθρώπου είναι μια σταθερή ένδειξη της αξίας ενός θεσμού, που χωρίς ακραίες εκφράσεις συνυπάρχει και συλλειτουργεί με τους άλλους.

            Τέλος, η εξελικτική των θεσμικών μορφών είναι το πέμπτο χαρακτηριστικό, που αντιθετικά προσδιορίζει τη σταθερότητα της βασικής ιδέας σε σχέση με τα εξελισσόμενά της πλαίσια. Είναι γνωστό τι από τους θεσμούς εξελίσσεται. Αυτό που εξελίσσεται συνδέεται με την πολιτιστική πορεία και αποτελεί τη διαρκή επικαιρότητα του θεσμού. Η πατριαρχική οικογένεια διαδέχτηκε τη μητριαρχική, για να δώσει τη θέση της στη σύγχρονη «πυρηνική» με τους γονείς και μόνο τα ανήλικα παιδιά. Στις εξελικτικές αυτές φάσεις η κεντρική ιδέα του θεσμού έμεινε αναλλοίωτη και ζωντανή, αφού οι θεσμικές μορφές της με την πλαστικότητα των πλαισίων διατηρούσαν την επικαιρότητά της. Το φαινόμενο αυτό είναι γενικό στους θεσμούς.

            Με τα χαρακτηριστικά αυτά οι θεσμοί αγκαλιάζουν όλες τις λεπτομέρειες της κοινωνικής ζωής και υπηρετούν τον άνθρωπο, αφού του προσφέρουν δοκιμασμένες δυνατότητες κοινωνικής εκφράσεως. Η ιστορία των κοινωνιών, παράλληλη της ιστορίας των πολιτισμών, μεταφέρει στο μέλλον τις ανθρώπινες κατακτήσεις. Κατακτήσεις είναι οι κοινωνικοί θεσμοί. Κατακτήσεις όμως αξεπέραστες και ζωντανές χάρη στην εξελικτική των θεσμικών μορφών».

Βασίλειος Τ. ΓΙΟΥΛΤΣΗΣ

 Σταθερότητα, εξέλιξη και κρίση των θεσμών

             Η σταθερότητα του θεσμού είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του, δεν πρέπει όμως να ταυτίζεται με τη στασιμότητα. Ο θεσμός έχει ένα σταθερό πυρήνα, ένα βασικό σκοπό ύπαρξης , που παραμένει αναλλοίωτος. Δηλαδή, ο βασικός σκοπός ύπαρξης της οικογένειας (από τις πρωτόγονες κοινωνίες ως την εποχή μας) ήταν η ανατροφή των παιδιών και η περίθαλψη των ηλικιωμένων. Ο πυρήνας της ύπαρξης της εκπαίδευσης είναι η μόρφωση των νέων και η μεταβίβαση του πολιτισμού των προγόνων, ενώ της Δημοκρατίας (από την Αρχαία Ελλάδα έως σήμερα) είναι η συμμετοχή του πολίτη στη λήψη των αποφάσεων που αφορούν το σύνολο. Οι θεσμοί όμως αυτοί δεν παρέμειναν στάσιμοι, αμετάβλητοι μέσα στο χρόνο. Από τη στιγμή που είναι γέννημα της κοινωνίας μας και η κοινωνία μας δεν είναι κάτι άψυχο και στατικό, αλλά ένας ζωντανός οργανισμός που υπόκειται σε συνεχή εξέλιξη, λογικό είναι και οι θεσμοί να παρακολουθούν το κοινωνικό γίγνεσθαι, να μεταβάλλονται -ως προς τα εξωτερικά – πολιτισμικά τους πλαίσια. Απότοκοι καθώς είναι των κοινωνικών αναγκών, αναγκαστικά μετασχηματίζονται, ώστε να είναι σε θέση ν’ ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες που παρουσιάζονται με την εξέλιξη του πολιτισμού και να υπηρετούν τον πρωταρχικό σκοπό τους: τον Άνθρωπο.

Όταν οι θεσμοί διέρχονται μια φάση μετασχηματισμού, αρκετά συχνά χάνουν κάποιες από τις λειτουργίες που είχαν στο παρελθόν και, έτσι, κλονίζεται η πίστη στην αξία τους, αμφισβητείται από κάποιους ο ρόλος τους ή παρουσιάζουν συμπτώματα δυσλειτουργίας. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται λόγος για  «κρίση των θεσμών». Οι κυριότεροι θεσμοί που διέρχονται κρίση στην εποχή μας λόγω των ραγδαίων αλλαγών που συντελέστηκαν και εξακολουθούν ακατάπαυστα να συντελούνται στον αιώνα μας είναι: ο γάμος και η οικογένεια, η εκπαίδευση, η εργασία, η Δημοκρατία, η Παράδοση και η Εκκλησία.

 Γενικά Αίτια της Κρίσης των Θεσμών

 1.    Η ραγδαία τεχνολογική και επιστημονική εξέλιξη στον αιώνα μας επιφέρει συνεχείς αλλαγές στον τρόπο ζωής, στις συνήθειες, στις ανάγκες και στις αξίες του ανθρώπου. Οι παραδοσιακοί θεσμοί αποδεικνύονται ανεπαρκείς ως προς την κάλυψη των νέων αναγκών (π.χ. η οικογένεια δεν μπορεί να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες ενός νέου, όσο μορφωμένοι κι αν είναι οι γονείς) κι έτσι σχηματίζονται νέοι και ολοένα περισσότεροι ολιγολειτουργικοί ή μονολειτουργικοί θεσμοί που αναλαμβάνουν τους ρόλους που στο παρελθόν είχαν οι παραδοσιακοί -πολυλειτουργικοί θεσμοί. Έτσι, εξασθενίζουν οι παραδοσιακοί θεσμοί, χάνουν το κύρος και τη σημασία που είχαν στο παρελθόν.
2.    Αρκετά συχνά οι φορείς των παραδοσιακών θεσμών αρνούνται να εκχωρήσουν στους νέους θεσμούς τις αρμοδιότητες που τους ανήκαν στο παρελθόν. Αρνούμενοι να παρακολουθήσουν τις κοινωνικές εξελίξεις και να συμβιβαστούν μ’ αυτές, διεκδικούν ρόλο ή ρόλους που δεν μπορούν πλέον να έχουν και συγκρούονται με τους νέους θεσμούς. Επόμενο είναι, λοιπόν, να ηττώνται στην αναμέτρηση αυτή, να εκφυλίζονται και να κλονίζεται ο σεβασμός απέναντί τους. Η άρνηση ορισμένων θεσμών απέναντι στην ανανέωση και η πεισματική εμμονή τους στη συντήρηση παρελθοντικών – αναχρονιστικών σχημάτων ισοδυναμεί με αυτοχειριασμό. Κάθε θεσμός πρέπει να ανανεώνεται, αν θέλει να είναι πάντα λειτουργικός και βιώσιμος.
3.    Ακόμη κι όταν οι θεσμοί προσπαθούν να συμβιβαστούν με την εξελισσόμενη κοινωνική πραγματικότητα, συχνά δεν τα καταφέρνουν. Είναι τόσο ταχύς ο ρυθμός της εξέλιξης των πραγμάτων, του τρόπου ζωής και των απαιτήσεων, που πριν προλάβουν τα άτομα να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες, αυτές ήδη θεωρούνται παρωχημένες. Δημιουργείται, έτσι, η σύγχυση και η ασάφεια ως προς το ρόλο και τις αρμοδιότητες κάποιου θεσμού.
4.    Λόγω του γοργού και αέναου μετασχηματισμού της κοινωνίας μας και της τεχνολογικής – επιστημονικής επανάστασης, μεταβάλλονται και οι κοινωνικές αξίες. Οι παραδοσιακές αξίες κλονίζονται, χάνουν την ισχύ τους και εκτοπίζονται από νέες αξίες (που συχνά υστερούν σε ηθική ποιότητα, έχουν λιγότερο ανθρωπιστικό ή ηθικό και περισσότερο υλιστικό ή χρησιμοθηρικό χαρακτήρα). Η κρίση των αξιών στις οποίες θεμελιώνονταν οι παραδοσιακοί θεσμοί επιφέρει και την κρίση των θεσμών. Η κατάρρευση της πίστης στην ύπαρξη του Θεού, για παράδειγμα, λογικό είναι να συνεπάγεται και την κρίση του θεσμού της Εκκλησίας.
5.    Χάρη στην κυριαρχία των υλιστικών αξιών στην εποχή μας γνωρίζουν έξαρση φαινόμενα όπως ο ατομικισμός, η ανευθυνότητα και η εξασθένιση της συλλογικής συνείδησης. Ο ανταγωνισμός, η έλλειψη αλληλοσεβασμού και αλληλεγγύης, καθώς επίσης και η αδυναμία συνεργασίας, οδηγούν στην επικίνδυνη χαλάρωση της συνεκτικότητας μεταξύ των μελών ενός θεσμού, στην αδυναμία συνειδητοποίησης των κοινών στόχων, στη διάσπαση της συνοχής τους.
6.    Αποτέλεσμα του ατομικισμού και της ανευθυνότητας των φορέων των θεσμών ή της σύγχυσης που επικρατεί αναφορικά με το ρόλο τους είναι και τα φαινόμενα της δυσλειτουργίας των θεσμών. Όταν δεν υπάρχει συνοχή και ευρυθμία στη λειτουργία τους, τότε οι θεσμοί εκτρέπονται από τον αρχικό τους στόχο (την εξυπηρέτηση του ανθρώπου) και η απόκλιση αυτή συνεπάγεται αρκετές αρνητικές συνέπειες, όπως είναι ο περιορισμός της ελευθερίας και η περιστολή της υπευθυνότητας των ανθρώπων, ή η φαλκίδευση των δικαιωμάτων τους και η ναρκοθέτηση της αξιοπρέπειάς τους.

Σοφία Μάνιου

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση