Σοφία Μάνιου
Η ΠΑΙΔΕΙΑ
«Αυτήν τη σκόπιμη κοινωνική λειτουργία, με την οποία ο άνθρωπος μεταδίδει στον άνθρωπο την υλική, πνευματική, ηθική και πολιτιστική κληρονομιά και καλλιεργεί στους νέους όλες εκείνες τις δημιουργικές και πνευματικές ικανότητες, με τις οποίες θα διευρύνει, θα βελτιώσει και θα πλουτίσει τα επιτεύγματα των προηγούμενων γενεών του, ονομάζουμε Παιδεία»
Νίκος Σίμογλου
«Παιδεία είναι το σύνολο των υλικών και άυλων πόρων που κληροδοτεί η παλιά γενιά στους νέους, οι οποίοι τους μεταπλάθουν, τους χρησιμοποιούν, τους επαυξάνουν και τους μεταλαμπαδεύουν στην επόμενη γενιά. Δηλαδή η παιδεία είναι βασικός συντελεστής κοινωνικής συναίνεσης των νέων».
Firth
«Παιδεία είναι η πνευματική και ηθική αγωγή των νέων . η διάπλαση των διανοητικών δυνάμεων και του χαρακτήρα, ιδιαίτερα με την παροχή συστηματικής μόρφωσης στα σχολεία και στα άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα».
Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών Unesco
«Παιδεία είναι το να ελκύσουμε και να οδηγήσουμε τα παιδιά στις αρχές της συμπεριφοράς που ο νόμος θεωρεί ορθές». (Νόμοι, 659 Δ)
Πλάτωνας
Από τους προηγούμενους ορισμούς της έννοιας προκύπτουν ορισμένα συμπεράσματα που διαφωτίζουν περισσότερο το χαρακτήρα της Παιδείας:
Η παιδευτική πορεία έχει δυναμικό, εξελικτικό χαρακτήρα. Η έννοια της Παιδείας δεν περιορίζεται μόνο στην αγωγή που δέχεται ο άνθρωπος στην παιδική και εφηβική του μόνον ηλικία, ούτε περιορίζεται μέσα στους σχολικούς τοίχους. Ο άνθρωπος δέχεται την παιδεία σ’ όλες τις φάσεις της ηλικίας του. Συνεχώς διαπλάθεται πνευματικά και ηθικά, μορφώνεται ακατάπαυστα, μέσω των εμπειριών του, των συναναστροφών του, της επαφής του με τα μέσα ενημέρωσης και την τέχνη κ.ά. Τέτοιο νόημα έδινε στην αγωγή ο Σόλωνας, όταν έλεγε: «Γηράσκω δ’ αεί πολλά διδασκόμενος».
Οι παιδευτικές επιδράσεις κατευθύνονται κυρίως από τους ενήλικους, τους ώριμους για την κοινωνική ζωή ανθρώπους, προς τους ανήλικους. Αλλά λειτουργούν και αντίστροφα. Η διαδικασία της παιδείας είναι μια συνεχής αλληλεπίδραση μέσα στα πλαίσια της κοινωνικής συμβίωσης.
Η αγωγή καθορίζεται από τις αρχές, τις ιδέες και τις ηθικές αξίες που είναι αποδεκτές σε μια κοινωνία. Είναι, λοιπόν, η κληροδότηση ή η εμφύτευση των κατεστημένων απόψεων, νοοτροπιών, αξιών και συνηθειών από τις ώριμες γενιές στα άτομα νεαρής ηλικίας, η εξοικείωση των παιδιών με τους ορθούς, σύμφωνα με την κρατούσα αντίληψη, κανόνες συμπεριφοράς και σκέψης. Ειδικά στον ορισμό του Πλάτωνα υποδηλώνεται η χειραγώγηση του παιδαγωγούμενου, η έλξη ή η κατεύθυνσή του προς μια ορισμένη στάση ζωής. Και σύμφωνα με τον Max Weber, «κάθε σύστημα παιδείας αποβλέπει στο να καλλιεργεί τους νέους για μια ειδική «διαγωγή ζωής», που χαρακτηρίζει και συμφέρει την ομάδα με την αποφασιστική ισχύ στην κοινωνική ιεραρχία…». Οι διαπιστώσεις αυτές, ωστόσο, δε θα πρέπει να οδηγήσουν στην ιδέα ότι η παιδεία εξυπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα του κατεστημένου. Η ουσιαστική παιδεία έχει τη δύναμη ν’ απελευθερώνει πνευματικά τον άνθρωπο. Του παρέχει τη δυνατότητα όχι απλώς ν’ αφομοιώσει τον πολιτισμό των προγόνων, αλλά και να τον κρίνει, να τον βελτιώσει και να τον εμπλουτίσει.
Αγωγή – Παιδεία – Εκπαίδευση
Είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τις έννοιες «αγωγή» και «παιδεία», γιατί σημασιολογικά περίπου ταυτίζονται, αν και η έννοια της αγωγής είναι κάπως ευρύτερη. Επιβάλλεται, όμως, να γίνει διάκριση στους όρους «παιδεία» και «εκπαίδευση», γιατί συχνά ταυτίζονται και προκαλείται σύγχυση. Η παιδεία είναι μια έννοια με μεγάλο εύρος. Είναι η μόρφωση του ατόμου, η διάπλαση της προσωπικότητάς του, η γενικότερη πνευματική και ηθική καλλιέργεια που αποκτά ο άνθρωπος καθ’ όλη την πορεία της ζωής του μέσα από την κοινωνική συμβίωση.
Η εκπαίδευση, όμως, δεν είναι αφηρημένη, αλλά συγκεκριμένη έννοια:
- Η εκπαίδευση σημαίνει την παροχή συγκεκριμένων γνώσεων, που στοχεύουν σε καθορισμένη και ελεγχόμενη σωματική, πνευματική και ηθική αγωγή.
- Οι γνώσεις παρέχονται με οργάνωση και μεθοδευμένο σύστημα μέσα σε ειδικά ιδρύματα, δημόσια (θεσμική – τυπική εκπαίδευση) ή ιδιωτικά. (Αντίθετα, παιδεία μπορεί κανείς να λάβει οπουδήποτε).
- Η εκπαιδευτική δραστηριότητα κατευθύνεται από τους ενήλικες (όχι οποιουσδήποτε, αλλά ανθρώπους με επιστημονικές και παιδαγωγικές γνώσεις) προς τα παιδιά και τους εφήβους. Είναι, λοιπόν, κυρίως μονόδρομη (χωρίς αυτό να ισχύει απόλυτα) και όχι αμφίδρομη εκπαιδευτική διαδικασία.
- Η εκπαίδευση πάντοτε ελέγχεται από το κράτος, γιατί οι φορείς της πολιτικής εξουσίας στοχεύουν στη διάπλαση εκείνου του τύπου του πολίτη που θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του κατεστημένου. Στα ολοκληρωτικά, για παράδειγμα, καθεστώτα το εκπαιδευτικό σύστημα είναι αυταρχικό, ενώ στις δημοκρατικές πολιτείες είναι φιλελεύθερο – δημοκρατικό. Από τα προηγούμενα συνάγεται ότι εκπαίδευση χωρίς ελευθερία είναι δυνατόν να υπάρξει, παιδεία όμως χωρίς πνευματική ελευθερία είναι αδύνατον.
- Η εκπαίδευση έχει χρονικά όρια, αρχή και τέλος. Η παιδεία, όμως δεν τελειώνει ποτέ.
«Η έννοια «παιδεία» είναι πλατύτερη από την έννοια «εκπαίδευση». Η εκπαίδευση προϋποθέτει έναν ειδικό μηχανισμό, μια ειδική οργάνωση, που σκοπό έχει να παραλάβει τον άνθρωπο από τα χέρια της φύσης και να τον κάνει παρούσα ιστορική μονάδα. Κατά κάποιον τρόπο να τον περάσει «εν συντομία» από όλα τα στάδια του πολιτισμού και να τον αποθέσει στο τελευταίο «προκεχωρημένο φυλάκιο». Εδώ τελειώνει το έργο της εκπαίδευσης».
Χρ. Μαλεβίτσης
«Η πραγματική μόρφωση δεν είναι αυτή που έχει σχέση μ’ έναν ορισμένο σκοπό . σαν κάθε προσπάθεια για την τελειότητα, αυτή η ίδια αποτελεί το σκοπό της… Σαν τη σωστή άσκηση του σώματος, είναι ταυτόχρονα μια αίσθηση πλήρωσης κι ένα έναυσμα . κατευθυνόμενη πάντα και χωρίς ποτέ να σταματάει για ν’ αναπαυθεί, είναι ένα ταξίδι στο άπειρο, μια συμμετοχή στην κίνηση του σύμπαντος, ένας τρόπος ζωής εκτός του χρόνου».
Herman Hesse
ΑΣΚΗΣΗ: Γιατί είναι απαραίτητη η δια βίου παιδεία, και μάλιστα για τον άνθρωπο της εποχής μας;
Η μόρφωση είναι δικαίωμα…
- Ο καθένας έχει το δικαίωμα να μορφωθεί. Η εκπαίδευση πρέπει να προσφέρεται δωρεάν, τουλάχιστον στη στοιχειώδη και βασική βαθμίδα. Η στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση πρέπει να γενικευθεί. Η πρόσβαση σε ανώτερες σπουδές πρέπει να γενικευθεί και να είναι ελεύθερη με πλήρη ισότητα για όλους, ανάλογα με την αξία τους.
- Σκοπός της εκπαίδευσης πρέπει να είναι η πλήρης ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου και η ενίσχυση του σεβασμού των δικαιωμάτων του και των θεμελιωδών του ελευθεριών. Πρέπει η εκπαίδευση να προάγει την κατανόηση, την ανοχή και τη φιλία ανάμεσα σ’ όλα τα έθνη και τις ομάδες, φυλετικές ή θρησκευτικές, όπως και την ανάπτυξη των ενεργειών των Ενωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης.
Άρθρο 26, Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Παρίσι, 1948
αλλά και καθήκον…
«Τα κεφάλαια (σε πνευματικά αγαθά) που συσσωρεύουν οι πρόγονοι, δε χάνονται βέβαια για τις γενεές που έρχονται πίσω τους, αλλά δε μεταβιβάζονται άμεσα στα κύτταρα του οργανισμού μας, όπως γίνεται με την κληρονομικότητα στη σωματική εξέλιξη . καταθέτονται στην τράπεζα που ονομάζουμε «παιδεία» και για ν’ αναληφθούν από τους απογόνους, αυτοί πρέπει να μοχθήσουν και να γίνουν άξιοι να τα κάνουν δικά τους».
Ε. Π. Παπανούτσος
H λειτουργικότητα της παιδείας και οι στόχοι της
Α. Η σωματική, πνευματική και ηθική διάπλαση του ατόμου, η συμμετρική ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, η ολοκλήρωσή του ως ανθρώπου. Ειδικότερα:
- Η καλλιέργεια και η αξιοποίηση των πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου.
- Η απελευθέρωση των δημιουργικών του δυνάμεων, η ανάπτυξη της αυτενέργειας, της φαντασίας, της πρωτοβουλίας.
- Η ανίχνευση και η αξιοποίηση των έμφυτων κλίσεων και των ιδιαίτερων χαρισμάτων του ατόμου.
- Η ανάπτυξη της λογικής και της κριτικής του ικανότητας, προϋποθέσεων για την κατάκτηση της πνευματικής ελευθερίας.
- Η ενίσχυση της πίστης στη δύναμη του Λόγου και του διαλόγου.
- Η καταπολέμηση της μισαλλοδοξίας, του δογματισμού και των αυθεντιών, όπως και η απελευθέρωση του ανθρώπου από προλήψεις και δεισιδαιμονίες.
- Η διεύρυνση των πνευματικών του οριζόντων με τη μετάδοση γνώσεων που αφορούν αφενός στον εαυτό του και αφετέρου στο περιβάλλον του, φυσικό και κοινωνικό.
- Η κατάκτηση της αυτογνωσίας και ο γνωστικός εξοπλισμός του ατόμου για την αυτοαξιολόγηση και την αυτοβελτίωσή του.
- Η υπευθυνοποίηση του ατόμου, η εκμάθηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών του.
- Η ηθικοποίηση του ατόμου.
- Η εκρίζωση των αρχέγονων ζωικών ενστίκτων και η τιθάσευση των παθών και των εγωιστικών του παρορμήσεων.
- Η μετάδοση ηθικών αρχών και η διοχέτευση ανθρωπιστικών αξιών, όπως η ελευθερία, η δικαιοσύνη, η αγάπη, η αλληλεγγύη κτλ.
- Η ανάπτυξη του αυτοσεβασμού και η καλλιέργεια του αλληλοσεβασμού.
- Η εμφύτευση ανθρωπιστικών οραμάτων και ιδανικών, η παγίωση της πίστης στην αξία του ανθρώπου και στα δικαιώματά του.
- Η ενίσχυση της ευαισθησίας του ατόμου, η ανάπτυξη συναισθημάτων που θα το βοηθήσουν να γευτεί την ομορφιά της ζωής αντιστρατευόμενο στη μηχανοποίηση των καιρών μας.
- Η αισθητική καλλιέργεια του ατόμου, η ανάπτυξη αισθητικών κριτηρίων και αξιών που θα το οδηγήσουν στην εξοικείωση με το ωραίο και στην καταπολέμηση της ακαλαισθησίας που διακρίνει την εποχή μας.
- Η γόνιμη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, ο προσανατολισμός στη γνήσια ψυχαγωγία.
- 10. Η διασφάλιση της ψυχικής ευστάθειας του ατόμου με την αυτοπεποίθηση που προσφέρει η γνώση και τη δυνατότητα ευχερέστερης αντιμετώπισης των προβλημάτων.
Β. Η κοινωνικοποίηση του ατόμου, η ομαλή και υπεύθυνη ένταξή του στους κόλπους του κοινωνικού συνόλου και η ανάληψη ενεργού και υπεύθυνου κοινωνικού ρόλου που θα συντελέσει και στην ολοκλήρωση του ίδιου, αλλά και στην πρόοδο της κοινωνίας του.
- Η εκμάθηση του τρόπου σκέψης και συμπεριφοράς του συνόλου, η υπακοή στους κοινωνικούς κανόνες, στους θεσμούς και στις αξίες του.
- Η καλλιέργεια της κοινωνικότητας και των κοινωνικών αρετών του ατόμου . η δημιουργία πνεύματος συνεργασίας, αλληλεγγύης και συλλογικής αντιμετώπισης των προβλημάτων.
- Ο επαγγελματικός προσανατολισμός και η κατάρτιση του ατόμου με γνώσεις που θα του επιτρέψουν να αποκατασταθεί επαγγελματικά και να ενταχθεί στην παραγωγική διαδικασία της κοινωνίας του.
- Η δημιουργία και η ενίσχυση της κοινωνικής συνείδησης, ο γνωστικός εφοδιασμός για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της κοινωνίας μας και την ποιοτική – ανθρωπιστική ανάπλασή της με την κριτική αμφισβήτηση του κατεστημένου.
- Η πολιτικοποίηση του ατόμου και η καλλιέργεια δημοκρατικής συνείδησης με την εμφύτευση των αξιών στις οποίες θεμελιώνεται το δημοκρατικό πολίτευμα (ελευθερία, ισότητα, πίστη στο διάλογο, αξιοκρατία κτλ.) και -ειδικότερα στην εκπαίδευση- με την πολιτική αγωγή και το θεσμό της μαθητικής αυτοδιοίκησης.
- Η μετάδοση των πνευματικών κατακτήσεων των προηγούμενων γενεών (επιστήμη, τέχνη, φιλοσοφία κτλ.) και η δημιουργία των παραγόντων της εξέλιξης και του εμπλουτισμού τους (στόχος της παιδείας είναι η διάπλαση όχι μόνο φορέων, αλλά και δημιουργών του πολιτισμού).
- Η ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης του ατόμου μέσω της επαφής του με την παράδοση, της γνωριμίας του με την πολιτιστική κληρονομιά του λαού του (παραδόσεις, θρησκεία, ιστορία, τέχνη κτλ.), η εμφύσηση της πίστης στην αξία της, αλλά και η δημιουργία πνεύματος κριτικής αντιμετώπισής της.
- Η εμφύτευση της αγάπης για την πατρίδα, του πατριωτισμού, με στόχο την εδραίωση της εθνικής ταυτότητας και την περιφρούρηση της εθνικής ανεξαρτησίας.
- Παράλληλα, όμως, η δημιουργία διεθνιστικής συνείδησης, η ενίσχυση της πίστης στην αδελφοσύνη των λαών και στην αναγκαιότητα της φιλίας και της συνεργασίας τους, η καλλιέργεια του ιδανικού της ειρήνης.
«H παιδεία χαρίζει στον άνθρωπο το πιο ανθρώπινο γνώρισμά του, την τάση του να γίνει πνευματική προσωπικότητα. Κι όσο ανώτερο είναι το επίπεδο της παιδείας, τόσο η τάση αυτή γίνεται πιο ολοκληρωμένη. Με το μαστίγωμα του προβληματισμού ή με το γαλήνεμα της ενατένισης, ο κόσμος και η ζωή αποκτούν νόημα, και ο άνθρωπος -ο κάθε άνθρωπος- μπορεί να δοκιμάσει βιώματα απρόσιτα στους στρατοκόπους της καθημερινής, τυφλής ρουτίνας. Η παιδεία, ακριβώς και προπάντων η ανώτατη, είναι το στήριγμα της ανθρώπινης προσωπικότητας -κάτι πολύ περισσότερο και πολύ σημαντικότερο από ένα επαγγελματικό εφόδιο στη ζωή. Περιορίζω τη διάδοση της παιδείας -και της ανώτατης- θα πει: αφαιρώ από κάποιους ανθρώπους την ανθρώπινη πληρότητα.
Η παιδεία επιτρέπει την αληθινή κατανόηση των θεμάτων και την έλλογη απόφαση. Είναι επομένως η ουσιαστικότερη προϋπόθεση της ελευθερίας, αφού είναι η μόνη ασπίδα κατά της δημαγωγίας, της προπαγάνδας, των προλήψεων -όλων των μεθόδων που επιστρατεύονται, για να ματαιώσουν την ουσιαστική ελευθερία του ανθρώπου, δίνοντάς του την ψευδαίσθηση ότι αυτός θέλει εκείνο που οι άλλοι του υποβάλλουν. Περιορίζω τη διάδοση της παιδείας -και της ανώτατης- θα πει: αφαιρώ από κάποιους ανθρώπους τη δυνατότητα της ελευθερίας.
Η παιδεία επιτρέπει την ορθή αντιμετώπιση βιοτικών προβλημάτων του ανθρώπου με αποφασιστική βαρύτητα, όπως είναι η υγεία ή η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου. Τα πρακτικά αυτά προβλήματα γίνονται ολοένα πιο κρίσιμα και απαιτούν ολοένα πιο υπεύθυνη στάση του ανθρώπου. Για να μείνουμε σε παραδείγματα: η σύγχρονη τεχνική εξέλιξη φέρνει μαζί της συγχρόνως μια τεράστια απειλή για την υγεία του ανθρώπου, με τη μόλυνση του περιβάλλοντος, και μια σημαντική αύξηση των πολιτιστικών του ευκαιριών, με την αύξηση του ελεύθερου χρόνου. Η ορθή σύλληψη των σχετικών προβλημάτων προϋποθέτει στέρεη παιδεία και τα θέματα αυτά, αν σε κάποιους θα φαίνονταν λιγότερο σημαντικά από το πνεύμα και την ελευθερία, όμως δεν είναι παρά ειδικές εκδηλώσεις τους με βαρύτατη σημασία. Περιορίζω τη διάδοση της παιδείας -και της ανώτατης- μπορεί να σημαίνει: αφήνω την ανθρωπότητα να αφανιστεί ή να αποκτηνωθεί».
Γ. Κουμάντος
«Συνοψίζοντας λοιπόν εγώ σας λέω -κι ο λόγος μου μοιάζει από θεού χρησμός, όχι παραίνεση δική μου- ότι ένα είναι και πρώτο και μεσαίο και τελευταίο σε όλα τούτα, το σπουδαιότερο: προσεκτική ανατροφή και εκπαίδευση σύμφωνη με το νόμο. Αυτά λέω πως οδηγούν και συμβάλλουν στην αρετή και στην ευδαιμονία. Τα άλλα αγαθά είναι ανθρώπινα, μικρά, και δεν αξίζουν να μας απασχολούν πολύ. Όμορφο πράγμα η ευγενική καταγωγή, αλλά ως αγαθό ανήκει στους προγόνους. Καλός ο πλούτος, αλλά τυχερό: συχνά, όσοι τον είχαν, τους τον πήρε η τύχη και τον πρόσφερε σε κείνους που δεν τον ελπίζαν . κι ακόμα ο πλούτος ο πολύς αποτελεί στόχο για όσους βάζουνε στο μάτι περιουσίες, υπηρέτες που έχουν το κακό στο νου τους, συκοφάντες -και το χειρότερο, τον έχουν κι οι μεγάλοι απατεώνες. Σεβαστή είναι η δόξα, αλλά αβέβαιη. Την ομορφιά λιμπίζονται πολλοί, αλλά κρατάει λίγο. Πολύτιμη η υγεία, αλλά χάνεται εύκολα. Η δύναμη είναι αξιοζήλευτη, αλλά τα γερατειά και η αρρώστια την αφανίζουν.[…]
Από όσα έχουμε μέσα μας μόνο η παιδεία είναι αθάνατο και θεοτικό. Και δυο είναι στην ανθρώπινη φύση τα σημαντικότερα, πιο πάνω από όλα τα άλλα: ο νους κι ο λόγος. Ο νους κυβερνά το λόγο, και ο λόγος υπηρετεί το νου -δεν τον κουρσεύει η τύχη, δεν τον φθείρει η συκοφαντία, δεν τον αφανίζει η αρρώστια, δεν τον λυμαίνονται τα γερατειά . γιατί μόνο ο νους, όταν παλιώνει, ξανανιώνει, και ο χρόνος, που αφαιρεί τα πάντα, στο νου προσθέτει τη βαθιά τη γνώση. Και πάλι ο πόλεμος, που όλα τα παρασύρει και τα παίρνει σαν το χείμαρρο, μόνο την παιδεία δεν μπορεί να σου αφαιρέσει. Αξίζει να τη θυμόμαστε, νομίζω, την απάντηση που έδωσε ο Στίλπων απ’ τα Μέγαρα, τότε που ο Δημήτριος υπόταξε και γκρέμισε την πόλη του . τον ρώτησε μην έχει χάσει τίποτα, κι αυτός, «όχι βέβαια», του είπε, «γιατί ο πόλεμος δεν λαφυραγωγεί την αρετή».
Πλούταρχος, Ηθικά, 8
Μετ. Φάνης Ι. Κακριδής
Τα παιδαγωγικά μέσα στην Εκπαίδευση
- Η διδασκαλία, λειτουργία που θεμελιώνεται στο πνευματικό, ηθικό και ψυχικό «ποιόν» του δασκάλου.
- Η μάθηση, γνωστική διαδικασία που εξαρτάται και από τα γνωρίσματα της προσωπικότητας του μαθητή.
- Η επικοινωνία δασκάλου – μαθητή, διαπροσωπική σχέση που βασίζεται στη σχέση των δύο προηγούμενων μέσων.
- Το αναλυτικό πρόγραμμα.
- Η παιδαγωγική μέθοδος:
- Ο λόγος του παιδαγωγού (μονόλογος ή διάλογος).
- Η ενθάρρυνση και η συμβουλή.
- Η αμοιβή και η ποινή (κίνητρα για την αναγνώριση της προσωπικής αξίας του μαθητή).
- Η οργάνωση της σχολικής ζωής (γενικά της σχολικής δραστηριότητας, αλλά και των εκτός προγράμματος ατομικών ή ομαδικών εργασιών που στόχο έχουν ν’ αναπτύξουν την πρωτοβουλία και τη δημιουργικότητα , να καλλιεργήσουν το πνεύμα της συνεργασίας και της κοινωνικότητας και να προετοιμάσουν τα παιδιά για τον ενεργό κοινωνικό και πολιτικό βίο. Τέτοιες δραστηριότητες είναι: ο θεσμός της μαθητικής αυτοδιοίκησης, οι μορφωτικές, πολιτιστικές, κοινωνικές και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις της σχολικής κοινότητας κτλ.).
ΑΣΚΗΣΗ:
α) Ποια είναι τα χαρίσματα (πνευματικά, ηθικά και ψυχικά) που πρέπει, κατά τη γνώμη σας να συγκεντρώνει στο πρόσωπό του ένας άξιος δάσκαλος; Ποια παιδαγωγική μέθοδο πρέπει ν’ ακολουθεί;
β) Ποιες ιδιότητες χαρακτηρίζουν τον καλό μαθητή;
γ) Από ποιους άλλους παράγοντες εξαρτάται η καρποφορία της εκπαιδευτικής διαδικασίας;
«Στόφα δασκάλου έχει εκείνος που παραμένοντας ενήλικος μπορεί να γίνεται παιδί -και κάθε χρόνο, με τα νέα παιδιά που έρχονται στα χέρια του, να γίνεται ένα νέο παιδί. Τούτο μπορούμε να το διατυπώσουμε και αλλιώς: ο αληθινός δάσκαλος ενηλικιώνεται παραμένοντας παιδί στην ψυχή -άνθρωπος δηλαδή αγνός, δροσερός, εύπλαστος. -Αδύνατο να φαντασθεί κανείς πόσο δύσκολο, υπεράνθρωπο σχεδόν, είναι αυτό που του ζητούμε: να συνθλίψει μέσα του το χρόνο, να γερνάει φυσιολογικά και όμως να μένει νέος στην ψυχή, για να μπορεί να έχει εύκολη την πρόσβαση στα αισθήματα, στις σκέψεις, στις επιθυμίες του νέου ανθρώπου που θα διαπαιδαγωγήσει, να τον «καταλαβαίνει», να χαίρεται και να διασκεδάζει μαζί του, να σκέπτεται τις σκέψεις του, να πονάει τον πόνο του.[…] Με αυτό το πρίσμα θεωρούμενο το έργο του δασκάλου είναι σήμερα πολύ πιο δύσκολο από όσο ήταν στις άλλες εποχές. Γιατί με τον ιλιγγιώδη ρυθμό που εξελίσσονται σήμερα οι κοινωνίες μας, η απόσταση (όχι χρόνου, αλλά αντιλήψεων και διαθέσεων, «νοοτροπίας») που χωρίζει τη μια γενεά από την άλλη έχει γίνει εκπληκτικά μεγάλη. Ο κόσμος μας δεν είναι πια ο δικός τους και για να μετατεθεί κανείς στη δική τους «πραγματικότητα», όπως μόνο ο αληθινός δάσκαλος μπορεί να το κάνει, είναι σωστός άθλος. Ποτέ δεν ήταν το παιδευτικό λειτούργημα τόσο δύσκολο όσο σήμερα.
Το δεύτερο που ζητούμε από το δάσκαλο είναι: στις σχέσεις του με το μαθητή σ’ ένα στόχο να βλέπει πάντοτε σταθερά -πώς να αχρηστέψει τον εαυτό του.[…] Επιτυχημένος είναι εκείνος ο δάσκαλος που έκανε με το έργο του τόσο ώριμο το μαθητή του, ώστε εκείνος να μην τον χρειάζεται πια. Αυτό είναι το μεγάλο κατόρθωμα, ο θρίαμβος του δασκάλου: να κάνει τον νέο άνθρωπο σε τέτοιο βαθμό αυθύπαρκτο και ανεξάρτητο -στον τρόπο που μεθοδεύει τις παρατηρήσεις και τις σκέψεις του, που κάνει τις εκτιμήσεις του, που καταρτίζει το πρόγραμμα της δράσης του, που βλέπει και σημασιολογεί τον κόσμο και τη ζωή- ώστε να μην έχει πλέον ανάγκη από τη χειραγώγηση κανενός άλλου, ούτε φυσικά του δασκάλου του. Πώς γίνεται όμως αυτός ο διανοητικός και ηθικός απογαλακτισμός; Πρώτα πρέπει να τον θελήσει και να τον επιδιώξει ο δάσκαλος, πράγμα πολύ σπάνιο, άμα συλλογιστεί κανείς πόσο εγωιστής και ματαιόδοξος, δεσποτικός και αδιάλλακτος γίνεται ο άνθρωπος όταν συμπεριφέρεται προς τους άλλους από «θέσιν ισχύος». Και έπειτα πρέπει να μπορεί να τον επιτύχει, γιατί πολύ λίγοι είναι ικανοί για ένα τέτοιο λεπτό και δύσκολο έργο. Κλασικό και απαράμιλλο υπόδειγμα δασκάλου απ’ αυτήν την άποψη θα παραμείνει ο αρχαίος Σωκράτης (όπως μας τον παρουσιάζουν τα κείμενα των μαθητών του, του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα). Αυτός -έλεγε στους νέους που ζητούσαν τα φώτα του- δεν ξέρει τίποτα και όπως η μητέρα του, η Φαιναρέτη η μαμή, ξεγεννούσε τις επίτοκες μητέρες, δεν γεννούσε τα παιδιά που έφερνε στον κόσμο, το μόνο που μπορούσε κι εκείνος να τους προσφέρει, είναι να τους παρασταθεί στον πνευματικό τοκετό, για να γεννήσουν υγιείς ιδέες, όχι ανάπηρα πλάσματα. Η «μαιευτική» είναι λοιπόν η μέθοδος και η τέχνη του αληθινού δασκάλου . με αυτήν ό,τι μαθαίνει ο νέος είναι δική του κατάκτηση, όχι ξένη εισφορά. Κάτι περισσότερο: με αυτήν μαθαίνει το «πώς να μαθαίνει», μόνος και αυτοδύναμος. Το πώς επομένως θα πάψει να χρειάζεται το δάσκαλο.
Άφησα τελευταία την κύρια ιδιότητα (ορθότερα: την πρώτη αρετή) του δασκάλου: την αγάπη του στο παιδί. Στο παιδί που δεν είναι δικό του, αλλά γίνεται δικό του όταν συνδεθεί μαζί του με την παιδευτική σχέση. Στο παιδί ως παιδί, ως ένα δηλαδή νέο και τρυφερό βλαστάρι, που δεν έχει ακόμα ξεδιπλώσει τα φύλλα του, αλλά κλείνει μέσα του τόσους θησαυρούς -νοημοσύνης, ευαισθησίας, δραστηριότητας- και περιμένει τη δική του στοργή και φροντίδα για ν’ ανθοβολήσει, ν’ αναπτυχθεί και να ολοκληρωθεί».
Ε. Π. Παπανούτσος
Το παραδοσιακό – αυταρχικό σχολείο
Ο Αλέξανδρος Δελμούζος (1880-1956), κορυφαία φυσιογνωμία στο χώρο της παιδαγωγικής και εισηγητής της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση, εξηγεί σε μια επιστολή του γιατί αποφάσισε να γίνει δάσκαλος:
«Ζητούσα τη δική μου ψυχή, μα δεν την έβρισκα στο σχολείο, παρά στο σπίτι και στο περιβόλι μας ή έξω στα βουνά, στο λόγκο και στα χωράφια. Το μικρό ταχτικό καλλιεργητή του δικού του περιβολιού τον έπαιρνε η σχολική φυτολογία και η διδασκαλία της. Αποστήθιζε πως αναπτύσσονται και ζουν τα φυτά, διάβαζε για «υπέρους, στήμονες, θρίδακας» και τα παρόμοια, και δεν καταλάβαινε τίποτε, αν και ήτανε τα ίδια φυτά και λουλούδια, που τόσο τ’ αγαπούσε και τα φρόντιζε στο σπίτι του. Και την άλλη μέρα θα το έλεγε το μάθημα νεράκι, αν τον έβγαζε έξω ο δάσκαλος, ένας άνθρωπος αγέλαστος με μεγάλη επιβολή, αλλά και με μάτι που δεν του ξέφευγε τίποτα. Σ’ αυτόν ήμαστε αρνάκια . αρνάκια όμως που έτρεμαν και παπαγάλιζαν ή μάθαιναν το πολύ ορθογραφία και κάποια σύνταξη».
Το παραδοσιακό σχολείο, λοιπόν, ήταν αποκομμένο από την πραγματική ζωή. Προσέφερε στείρες και άχρηστες για τα παιδιά γνώσεις, δε συμμεριζόταν τις πραγματικές τους ανάγκες, δε συμβάδιζε με την εξελισσόμενη κοινωνική πραγματικότητα. Προσπαθούσε μόνο να προβάλει και να εμφυσήσει στα παιδιά παρωχημένες ιδέες και αξίες με την επιβολή ενός άγονου κλασσικισμού.
Η διδασκαλία ήταν δασκαλοκεντρική. Στηριζόταν στο στείρο και δογματικό μονόλογο του αυστηρού και απλησίαστου δασκάλου που δεν επικοινωνούσε με τα παιδιά. Η γνώση θεμελιωνόταν στην άγονη αποστήθιση και όχι στην κριτική σκέψη, στον προβληματισμό και στο διάλογο.
Το αυταρχικό σχολείο είχε χαρακτήρα συγκεντρωτικό. Λειτουργούσε, δηλαδή, κάτω από τον απόλυτο κρατικό έλεγχο και δεν άφηνε περιθώρια πρωτοβουλίας και αυτενέργειας και στους διδάσκοντες αλλά και -κυρίως- στους διδασκόμενους. Η ελεύθερη σκέψη ήταν απαγορευμένη. Κανένας μαθητής δεν τολμούσε ν’ αμφισβητήσει την αυθεντία του δασκάλου. Η υπακοή που άγγιζε την τυφλή υποταγή αποτελούσε «κοινωνική αρετή» και στηριζόταν σ’ ένα φόβο που τον είχαν βαφτίσει «σεβασμό». Το αυταρχικό κράτος (αξίζει να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι το σχολείο είναι μια μικρογραφία του κοινωνικο-πολιτικού συστήματος) μεριμνούσε όχι για την κοινωνικοποίηση, αλλά για τη μαζοποίηση των παιδιών. Βασική του επιδίωξη ήταν η παραγωγή όχι ελεύθερα σκεπτόμενων και υπεύθυνων πολιτών, αλλά άβουλων και φοβισμένων υπηκόων που δε θα τολμούσαν ν’ αμφισβητήσουν τα «άνωθεν κελεύσματα» και θα συντελούσαν με αυτήν τους την παθητικότητα στη διαιώνιση του κατεστημένου της καταπίεσης, της ανισότητας και της ανελευθερίας.
«Στο χώρο του διασκεδαστικού αυτού θέματος που αποκαλούσαν «ιστορία», οι καθηγητές μας μάς έμαθαν ότι ο κόσμος πάντα κυβερνήθηκε, κατευθύνθηκε και άλλαξε από ανθρώπους που είχαν ακολουθήσει το δικό τους νόμο, έχοντας έρθει σε σύγκρουση με τους παραδοσιακούς νόμους, και επίσης μας είπαν ότι οι άνθρωποι αυτοί ήταν αξιοθαύμαστοι. Αλλά, σαν καθετί άλλο που διδαχθήκαμε, ήταν κι αυτό ένα ψέμα, γιατί κάθε φορά που κάποιος από μας, είτε με καλή είτε με κακή πρόθεση, κατάφερνε να βρει το κουράγιο, για να διαμαρτυρηθεί ενάντια σ’ έναν οποιονδήποτε κανονισμό ή και ακόμα για ένα παράλογο έθιμο ή μια παράλογη μόδα, ποτέ δε θεωρήθηκε αξιοθαύμαστος και ούτε ποτέ υποδείχθηκε ως παράδειγμα, αλλά τιμωρήθηκε, γελοιοποιήθηκε και συνθλίφτηκε κάτω από το άνανδρο βάρος του κύρους του καθηγητή».
Herman Hesse
Τα προβλήματα στο χώρο της σύγχρονης εκπαίδευσης
Ο εκσυγχρονισμός της κοινωνικής δομής και η πρόοδος της παιδαγωγικής επιστήμης επέτρεψαν τη δημιουργία του σύγχρονου δημοκρατικού – φιλελεύθερου σχολείου. Ωστόσο, στην οργάνωση και στη λειτουργία του εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά προβλήματα, είτε γιατί συνεχίζουν να εκφυλίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία κάποια «απολιθώματα» του παραδοσιακού τύπου σχολείου είτε γιατί στο θεσμό του σχολείου είναι αναπόφευκτο να αντικατοπτρίζονται τα συμπτώματα της πολύμορφης κρίσης που μαστίζει το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
1. Το σύγχρονο σχολείο εξακολουθεί να διαιωνίζει την κοινωνική ανισότητα:
– Διακρίνει τους μαθητές σε «καλούς» και «κακούς», σε «υπάκουους» και «ατίθασους», σ’ αυτούς που έχουν «ιδιαίτερη ευφυία» και σ’ εκείνους που έχουν «χαμηλό δείκτη νοημοσύνης» και τους αντιμετωπίζει ανάλογα. Συμβαίνει έτσι συχνά το ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών λειτουργών να μην κατευθύνεται σ’ εκείνους που πραγματικά το έχουν ανάγκη.
– Παρά το ότι προσφέρει δωρεάν παιδεία, δεν εξασφαλίζει ίσες ευκαιρίες μόρφωσης στα παιδιά όλων των κοινωνικών τάξεων, γιατί λόγω των εγγενών αδυναμιών του και της ανικανότητάς του να παρακολουθήσει τις εξελισσόμενες κοινωνικές ανάγκες δεν είναι σε θέση να βοηθήσει το σύγχρονο νέο να ολοκληρωθεί κοινωνικά. Το έργο αυτό έχουν αναλάβει άλλοι φορείς που έχουν εμπορευματοποιήσει τη γνώση και έτσι μπορούν να την αγοράσουν μόνον όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα.
2. Δεν καταφέρνει να κοινωνικοποιήσει τους νέους. Συχνά επιμένει στη στείρα αφομοίωση εγκυκλοπαιδικών ή «μουσειακών» γνώσεων, που είναι αποκομμένες από την κοινωνική πραγματικότητα και δε βοηθούν τους νέους να κατανοήσουν σε βάθος τη δομή και τη λειτουργία της κοινωνίας στην οποία καλούνται να ενταχθούν.
3. Η εκπαιδευτική δομή και λειτουργία ευνοεί τη μαζοποίηση των μαθητών και την τυποποίηση της σκέψης τους. Δεν είναι ικανή να καλλιεργήσει το έδαφος για την πνευματική χειραφέτηση, την πρωτοβουλία και τη δημιουργικότητα των νέων. Αντίθετα, προάγει την παθητικότητα, μια στάση ζωής που ευνοεί την ανευθυνότητα και τον ετεροπροσδιορισμό.
– Επιμένει στον πνευματοκτόνο παπαγαλισμό, περιστέλλοντας έτσι την ελευθερία σκέψης και έκφρασης και ευνουχίζοντας τη φαντασία και τον προβληματισμό. Επιβραβεύονται μ’ αυτόν τον τρόπο και (σύμφωνα με το ισχύον σύστημα) κρίνονται «άξιοι» για την ανώτατη παιδεία οι «μνήμονες» και όχι οι «νοήμονες».
– Συχνά συγχέονται τα μέσα της εκπαιδευτικής διαδικασίας με τους σκοπούς της. Η διδακτική ώρα εξαντλείται στην εκμάθηση των τύπων και οι μαθητές σπάνια κατανοούν κι αφομοιώνουν την ουσία των προσφερόμενων γνώσεων.
– Εξακολουθεί ν’ αποτελεί παιδεία του ενός βιβλίου, παιδεία που από το Μεσαίωνα ήδη καταδίκαζε ο Θωμάς Ακυινάτης («Φοβάμαι τον άνθρωπο του ενός βιβλίου» συνήθιζε να λέει). Αυτού του είδους η γνώση προάγει την πνευματική μονομέρεια, αναιρεί την κριτική ικανότητα και ευνοεί όχι μόνο την παθητική αποδοχή, αλλά και το δογματισμό. Εξάλλου, η αποστήθιση του ίδιου, ενός και μοναδικού βιβλίου κατά γνωστικό αντικείμενο από όλους τους νέους της κοινωνίας μας δεν είναι «δημοκρατική εξίσωση», αλλά πνευματική ισοπέδωση.
4. Το σύστημα της βαθμολογικής αξιολόγησης των μαθητών ωθεί στη βαθμοθηρία, στην άγρα του βαθμού και όχι της γνώσης. Δημιουργείται έτσι και επιτείνεται το άγχος στους μαθητές και κατ’ επέκταση το μίσος τους για τα βιβλία και το σχολείο, που στη συνείδηση των παιδιών ταυτίζονται με την καταπίεση και την ψυχική φθορά. Η βαθμοθηρία, επιπροσθέτως, υποθάλπει τον ανταγωνισμό των μαθητών και υπονομεύει το ομαδικό πνεύμα και τη συνεργασία.
5. Η εκπαίδευσή μας είναι ανίκανη ν’ αναχαιτίσει την κυριαρχία του τεχνοκρατικού πνεύματος και να παγιώσει την αναγκαία ανθρωπιστική παιδεία.
– Η γνώση έχει πάψει να είναι αυτοσκοπός και έχει μετατραπεί σε μέσο για την εξυπηρέτηση οικονομικών στόχων. Οι περισσότεροι νέοι επιδιώκουν όχι την ουσιαστική μόρφωση, αλλά το πτυχίο, τον επιστημονικό τίτλο, που θα επιφέρει την επαγγελματική αποκατάσταση (πράγμα αμφίβολο) και την κοινωνική τους καταξίωση.
– Επικρατεί η αδιαφορία εκ μέρους των μαθητών για την ανθρωπιστική παιδεία. Η πλειονότητα των μαθητών προσανατολίζεται στις τεχνοκρατικές σπουδές, στις θετικές και οικονομικές επιστήμες, προκειμένου να γνωρίσει την επαγγελματική αποκατάσταση και την καταξίωση. Λόγω της έλλειψης χρόνου και του πολύ μεγάλου ανταγωνισμού στις Εισαγωγικές Εξετάσεις είναι εύλογο να θηρεύει μόνον τη «χρήσιμη» γνώση, δηλαδή να προσηλώνεται στη μελέτη μόνο των μαθημάτων της ειδικότητάς της. Έτσι, παρά το ότι το εκπαιδευτικό σύστημα προσφέρει υποκριτικά την ανθρωπιστική παιδεία, καλλιεργεί παράλληλα τη χρησιμοθηρία στη γνώση και απομακρύνει τους νέους από αυτήν.
6. Οι συνέπειες είναι καταστροφικές, γιατί με την αφομοίωση μονοδιάστατων εξειδικευμένων γνώσεων προάγεται η πνευματική μονομέρεια και εκτοπίζεται η δυνατότητα της σφαιρικής καλλιέργειας για την πλειοψηφία των νέων της κοινωνίας μας. Η έλλειψη πολύπλευρης και ανθρωπιστικής κουλτούρας αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την ηθικοποίηση και την κοινωνικοποίηση των νέων. Η ειδική γνώση πρέπει να συμβαδίζει με ανθρωπιστικές αρχές και αξίες, διαφορετικά είναι άχρηστη ή και επιζήμια και για το φορέα της αλλά και για το κοινωνικό σύνολο. Το συμπέρασμα είναι ότι το σχολείο αδυνατεί να επιτύχει τον πρωταρχικό του στόχο: να δημιουργήσει ανθρώπους.
7. Αποτυγχάνει, όμως και σε ένα δευτερεύοντα στόχο: τη δημιουργία επαγγελματιών. Το σχολείο, βέβαια, δεν έχει και δεν πρέπει να έχει ως μοναδικό του στόχο τη στελέχωση της αγοράς με ειδικευμένους επαγγελματίες. Ωστόσο, πρέπει να ανιχνεύει τις κλίσεις και να καλλιεργεί τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα των νέων, για να τους βοηθήσει να επιλέξουν το επάγγελμα που ταιριάζει στην προσωπικότητά τους και θα τους επιτρέψει στο μέλλον να γευτούν την επιτυχία και την καταξίωση, αλλά και να προσφέρουν ουσιαστικά με τις δημιουργικές τους δυνάμεις στο κοινωνικό σύνολο. Στο σύγχρονο σχολείο, όμως, δε θα συναντήσουμε τον υπεύθυνο επαγγελματικό προσανατολισμό (διερεύνηση και ανάπτυξη των κλίσεων, πληροφορίες για την αγορά εργασίας κτλ.), αλλά ούτε και την επαγγελματική κατάρτιση των νέων. Οι ανάγκες της τεχνικής – επαγγελματικής εκπαίδευσης στην ελληνική κοινωνία είναι πολύ περισσότερες από αυτές που καλύπτει η δημόσια εκπαίδευση.
8. Η ανικανότητα του εκπαιδευτικού συστήματος να καλύψει τις ανάγκες των σύγχρονων νέων τους οδηγεί στην παραπαιδεία ή στην παράλληλη παιδεία των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και δημιουργείται έτσι η εντύπωση πως το σχολείο είναι ένας «άχρηστος» θεσμός. Ο εκφυλισμός του σχολείου στη συνείδηση των νέων και η έλλειψη σεβασμού απέναντι σ’ αυτόν, που εκδηλώνεται απέναντι στους καθηγητές, αφού αυτοί τον προσωποποιούν, γεννά την κρίση στις σχέσεις μεταξύ των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Για την έλλειψη επικοινωνίας και συνεργασίας είναι υπεύθυνη, βέβαια, και η άλλη πλευρά, δικαιολογημένα όμως. Είναι δύσκολο στον εκπαιδευτικό, όσο καλές κι αν είναι οι προθέσεις του, να προσεγγίσει τους μαθητές του με τις παρούσες συνθήκες της μαζοποίησης των μαθητών σε υπεράριθμα σύνολα-τμήματα.
9. Η Πολιτεία δε μεριμνά για την παιδαγωγική ικανότητα των εκπαιδευτικών (δε δημιουργεί εκπαιδευτικούς, μόνο διορίζει πτυχιούχους), δεν τους απασχολεί στον τομέα της ειδίκευσής τους, αδιαφορεί για την απαραίτητη -ως επιστημόνων- επιμόρφωσή τους. Το αποτέλεσμα είναι να μην μπορούν ν’ αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος.
Δεν υπάρχει η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή για την εύρυθμη λειτουργία και την αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Και γι’ αυτό αλλά και για πολλά από τα προηγούμενα προβλήματα αιτία είναι το ότι διατίθενται πενιχρά κονδύλια από τον κρατικό προϋπολογισμό για την παιδεία (μόλις το ένα τρίτο απ’ όσα δαπανούν οι άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Όσο φιλότιμες προσπάθειες κι αν καταβάλλονται εκ μέρους των εκπαιδευτικών και των μαθητών, δεν είναι δυνατό να καρποφορήσουν χωρίς την υλική στήριξη της Πολιτείας.
10. Η εκπαίδευσή μας κατευθύνεται και διοικείται από πολιτικούς που συχνά έχουν άγνοια και της παιδαγωγικής επιστήμης και των καυτών προβλημάτων της Παιδείας. Και «είναι αδύνατον οι Υπουργοί να συνδυάσουν την πολιτική τους βούληση με τη φιλοσοφία της παιδείας… Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε και γνώση και διάθεση και προοπτική και ελευθερία κινήσεων, που δεν τα έχουν…». (Φ. Κακριδής). Επιπροσθέτως, δεν υπάρχει μακροπρόθεσμη εθνική πολιτική για την εκπαίδευση, πράγμα που απαιτεί ως προϋπόθεση τη σύμπνοια όλων των κομμάτων και τη συνεργασία τους για την επίλυση των προβλημάτων της παιδείας. Κάθε φορά που αλλάζει η Κυβέρνηση (ή ο Υπουργός Παιδείας) αλλάζει και η εκπαιδευτική πολιτική.
Το εκπαιδευτικό μας πρόβλημα
«Είναι παρατηρημένο γεγονός ότι όχι μόνο στον τόπο μας αλλά σε όλες τις πολιτισμένες χώρες του κόσμου κάθε φορά που παρουσιάζεται μια βαθύτερη κοινωνική κρίση ή δημιουργείται μια μεγάλη εθνική δυσχέρεια, όλοι στρέφονται προς την Εκπαίδευση. Όταν κλονίζεται το κοινωνικό έδαφος ή έρχεται μια εθνική δυστυχία, προς δυο μεγάλους χώρους του βίου της κοινωνίας στρέφεται η γενική προσοχή. Πρώτα προς αυτό που ονομάζουμε Άμυνα του πάτριου εδάφους, και δεύτερο προς μιαν άλλη άμυνα που λέγεται Εκπαίδευση των νέων. Η άμυνα του πάτριου εδάφους περιορίζεται στο παρόν, η άλλη άμυνα αναφέρεται στο μέλλον. Εκείνη εξασφαλίζει τη βίωση του λαού, αυτή την επιβίωσή του. […]Το ίδιο έγινε και ύστερα από την πρόσφατη συμφορά της Επταετίας που σώριασε ερείπια και στον έσω και στον έξω Ελληνισμό . πάλι προς την παιδεία στραφήκαμε και από κείνη περιμένουμε σωτηρία. Αυτό τυχαίο δεν είναι. Είναι φαινόμενο που παρατηρείται στη ζωή όλων των λαών.
Όταν μια γενεά διαψεύδεται στις προσδοκίες της, «ηττάται» κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κοιτάζει την επερχόμενη γενεά, πώς μπορεί να την προφυλάξει από την ίδια καταστροφή, από την ίδια διάψευση. Αρχίζει να αναλογίζεται ποιες είναι οι ευθύνες της και τι πρέπει να κάνει, ώστε να μην επαναληφθούν τα λάθη από την επόμενη γενιά.[…]…Πρέπει ν’ αναζητήσουμε το πώς θα εκπαιδεύσουμε τη νέα γενεά, για να μην περάσει τα δεινά τα δικά μας. Πώς πρέπει να εξοπλίσουμε πνευματικά τη νέα γενεά, για να αντιμετωπίσει το θέμα της ζωής πιο ουσιαστικά και δημιουργικά από ό,τι μπορέσαμε να το κάνουμε εμείς. Γιατί αυτή είναι η υπερηφάνεια και ο καημός κάθε ανθρώπου: τα παιδιά του να πάνε καλύτερα από ό,τι επήγε εκείνος.
Εάν όμως το πρόβλημα είναι όχι μόνο ελληνικό αλλά παγκόσμιο, στην Ελλάδα παρουσιάζεται με μιαν εντυπωσιακή ιδιομορφία. Αυτή την ιδιομορφία πρέπει να την εξετάσουμε και να τη συνειδητοποιήσουμε. Λέγεται ότι για να νομοθετήσουμε στην εκπαίδευση ή για να καινοτομήσουμε στο σχολικό μας καθεστώς, πρέπει να κοιτάξουμε τι γίνεται τριγύρω μας, στους άλλους λαούς, στους πιο προχωρημένους από μας. Αυτό είναι μια ορθή συμβουλή, που πρέπει όμως να γίνει σχετικά μόνο δεκτή, γιατί μπορούμε στην τεχνολογία να αντιγράψουμε τους άλλους, μπορούμε ακόμη και στις οικονομικές μεθόδους να τους ακολουθήσουμε, αλλά σε θέματα όπως το εκπαιδευτικό κάθε έθνος, κάθε λαός έχει την ιδιομορφία του και πρέπει όχι να μεταφέρουμε έτοιμες λύσεις απέξω, αλλά να προσπαθήσουμε να βρούμε τις λύσεις μέσα από τα ίδια τα δικά μας προβλήματα.
Ποια είναι η ιδιομορφία του εθνικού μας εκπαιδευτικού ζητήματος;
Πρώτα η οικονομική του πλευρά. Είμαστε φτωχός λαός με ισχνούς οικονομικούς πόρους.[…] Τα μέσα μας λοιπόν είναι πολύ περιορισμένα. Και αυτό που λέγεται «σχολείο», χρειάζεται οικονομικά μέσα ισχυρά. Η Εκπαίδευση είναι υπόθεση δαπανηρή. Είναι βέβαια, όπως λένε οι οικονομολόγοι, λαμπρή επένδυση, η καλύτερη που μπορεί να γίνει για την υλική και την ηθική πρόοδο ενός λαού. Αλλά είναι ακριβή. Αυτό δεν το έχουμε καταλάβει στην Ελλάδα. Αν δεν βρούμε και δεν δαπανήσουμε χρήματα, δεν θα αποκτήσουμε ποτέ «σχολείο»…[…]. Γιατί; Γιατί «σχολείο» δεν είναι τέσσερις τοίχοι ή λίγη σκιά κάτω από ένα δέντρο και ένας δάσκαλος . είναι μια ολόκληρη εγκατάσταση κτηριακή κι ένας ολόκληρος εξοπλισμός σε βιβλία και όργανα, και προπάντων ένα έμψυχο υλικό, ο «δάσκαλος» που πρέπει απερίσπαστος οικονομικά να δίνεται στο έργο του. Και αυτά κατορθώνονται με χρήμα, με δαπάνες […].
Η δυστυχία όμως είναι ότι κάθε φορά που πάμε να αναβλέψουμε προς την Εκπαίδευση και να νομοθετήσουμε για την αναμόρφωσή της, πάντα παρουσιάζονται εξωτερικοί περισπασμοί που απορροφούν τους ισχνούς πόρους της χώρας και δεν επιτρέπουν ακόμα και στις καλοπροαίρετες κυβερνήσεις, να φανούν γενναιόδωρες σ’ αυτόν τον τομέα του εθνικού μας βίου. Ας αναλογιστούμε μερικές κρίσιμες για τη χώρα μας χρονολογίες αυτού του αιώνα: το 1912-13, το 1917-1922, το 1940-44, το 1947-49, το 1974… Πότε είχε, πότε έχει αυτός ο τόπος όχι οικονομική ευμάρεια, αλλά κάποια ησυχία εξωτερική και εσωτερική, για ν’ ανοίξει τα ταμεία του και άνετα να διαθέσει χρήματα για την Εκπαίδευσή του; Τους μικρούς λαούς φαίνεται ότι τους κυνηγάει μια σκληρή, αδυσώπητη μοίρα: να είναι πιόνια στο παιχνίδι των μεγάλων, οι οποίοι βρίσκουν διάφορους τρόπους για να τους υποτάσσουν στη θέλησή τους. Ένας απ’ αυτούς είναι να τους κάνουν πελάτες των πολεμικών βιομηχανιών τους και να αδειάζουν τα συρτάρια, τα φτωχά τους συρτάρια. Έτσι γίνεται κάθε φορά. Όταν στον ορίζοντα υπάρχει εθνικός κίνδυνος, το φάσμα σοβαρής απειλής για την εδαφική σου ακεραιότητα, είσαι υποχρεωμένος να κάνεις αλλού τις θυσίες, τουλάχιστο για την ώρα, λέγοντας: θα προνοήσω για το «σχολείο» αργότερα. Αλλ’ αυτό το αργότερα, βαστάει πολύ…».
Ε. Π. Παπανούτσος
Τα παιδιά και η Παιδεία
«…Και τώρα; Τώρα, και πάλι τα παιδιά μάς δείχνουν τον δρόμο, βάζοντας το χέρι τους επάνω στον «τύπο των ήλων», των δικών τους ήλων, που τους πονούν και τους ματώνουν. Δείχνουν τον δρόμο φωνάζοντας σ’ εμάς τους σοφούς και υπεύθυνους, τάχα, το αρχαίο σοφό λόγιο με τον δικό τους τρόπο: «ο τρώσας και ιάσεται». Και κανένας από μας τους ώριμους δεν έχει την αποκοτιά να πει πως τα παιδιά μας έχουν άδικο όταν απαιτούν από μας να νοιαστούμε για την παιδεία τους, που θα πει για την προκοπή αυτού του τόπου. Όμως προσπαθούμε να τους νουθετήσουμε με τη δική μας ξεχαρβαλωμένη λογική, με τα τερτίπια που συνηθίσαμε να ξεγελούμε ο ένας τον άλλον, με μια στενόμυαλη και ανεύθυνη πρακτική γραφειοκρατικών και καζουιστικών υπεκφυγών και συνταγολογίων. Η ασπιρίνη είναι καλή για τον πονοκέφαλο, και το γνωρίζω από προσωπική πείρα, όμως όταν προκύψει μόλυνση που οδηγεί σε γάγγραινα, δεν υπάρχει άλλη λύση από την εγχείρηση. Αλλά σε σοβαρές περιπτώσεις χρειάζονται επιδέξιοι χειρουργοί με σωστό επιτελείο.
Η παιδεία μας νοσεί εδώ και χρόνια. Για να βρεθεί η θεραπεία της, χρειάζονται και τα απαραίτητα φάρμακα και οι ικανοί γιατροί. Θα έλεγα πως για να αντιμετωπίσουμε με κάποια ελπίδα το πρόβλημα είναι απαραίτητα τρία πράγματα: 1) Χρήματα, 2) Γνώση, και 3) Όραμα. Όχι πρώτον, δεύτερον και τρίτον, αλλά και τα τρία μαζί. Και επειδή τα χρήματα και η γνώση είναι συγκεκριμένα και κατανοητά -όσο κι αν δεν είναι πάντα αυτονόητο το περιεχόμενο και η χρήση τους-, θα ήθελα να σταθώ σ’ αυτό που ονόμασα «όραμα». Κάποιος περισσότερο θετικιστής θα το ονόμαζε ίσως «στόχος» ή «πρόγραμμα» ή κάτι παρόμοιο. Προσωπικά τους στόχους ή το πρόγραμμα θα το ενέτασσα μέσα σ’ αυτό που χαρακτήρισα «γνώση» του προβλήματος. Ό,τι ονομάτισα «όραμα» είναι κάτι που περιέχει ίσως και τους στόχους και τα προγράμματα, αλλά τα υπερβαίνει τόσο εννοιολογικά όσο και, προπάντων, ιδεολογικά. Οι νέοι του Μάη του ’68 στο Παρίσι αιφνιδίασαν όλους με την επίκληση της «φαντασίας». «Ζήτω η φαντασία» φώναζαν, για να εκφράσουν αυτό το άλλο που έλειπε από τη ζωή τους και δεν τους το έδινε κανείς. Είμαι πολύ μεγαλύτερος σε ηλικία και από τον Υπουργό Παιδείας και από τους συμβούλους του που επιχειρούν να αντιμετωπίσουν την εξεγερμένη νεολαία, όμως έχω τον εγωισμό να πιστεύω πως καταλαβαίνω καλύτερα τι εκφράζουν και τι ζητούν με τα συνθήματά τους οι νέοι. Είμαι βέβαιος πως αυτό που θέλουν να πουν είναι αυτό που ονόμασα «όραμα», αυτό που τον Μάη του ’68 το είπαν «φαντασία», αυτό που τέλος πάντων δεν είναι ούτε ο αριθμός των απουσιών, ούτε το ποινολόγιο, ούτε οι ώρες διδασκαλίας, ούτε η ύλη των εξετάσεων, ούτε οι δέσμες, ούτε η ανωτατοποίηση των ανώτερων Σχολών, ούτε το συνάλλαγμα που φεύγει στο εξωτερικό, ούτε όλα όσα μπορούν να καταγραφούν σε κάποιο προεδρικό διάταγμα με την τάξη και τη λογική ενός λογιστικού βιβλίου, με την εξίσωση του δούναι και λαβείν, με άλλα λόγια με την πρακτική και σώφρονα (;) σκέψη όλων ημών των ωρίμων Γραμματέων και Φαρισαίων. «Όραμα» είναι οι ελπίδες των νέων, τα όνειρά τους, η ποιητική, θα έλεγα, αντιμετώπιση της ζωής, όπου θα έχουν θέση και οι βιοτικές ανάγκες τους, αλλά και οι πνευματικές και ψυχικές τους ανησυχίες, ο κόσμος των χαμένων ποιητών όπου θα ξαναβρεθούν μέσα από μια παιδεία ζωντανή, ουσιαστική, στηριγμένη και στο μυαλό και στην καρδιά, «με λογισμό και μ’ όνειρο», μια παιδεία πλατωνική, που θα πει παιδεία στηριγμένη στον έρωτα του καλού και δοσμένη με τη θέρμη του έρωτα προς τον νέο άνθρωπο. Μόνον όταν αληθινά αγαπήσουμε τους νέους ανθρώπους, όταν τους ερωτευθούμε, θα είμαστε έτοιμοι και ικανοί για τη θυσία που τους αξίζει και που τους την οφείλουμε. Και ο έρωτας δεν γεννιέται μέσα στα σκοτεινά γραφεία ανέραστων ανθρώπων, αλλά μέσα στα σχολειά, όταν βέβαια είσαι πρόθυμος και έτοιμος να δεχτείς τη θεία μεταλαμπάδευση των ωραίων νέων ανθρώπων…».
Μανόλης Ανδρόνικος
9 πικρές αλήθειες για την Παιδεία μας
του Γ.Μπαμπινιώτη, καθηγητή Γλωσσολογίας
Με τα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων στα Πανεπιστήμια, με το προβοκατόρικο 0,9, με τις 22.000 κενά στα σχολεία μας (από συνταξιοδοτούμενους εκπαιδευτικούς κ.ά.), με τις άδειες των Κολεγίων ιδιόχρησης, με…, με…, ξαναθυμηθήκαμε αυτές τις μέρες την Εκπαίδευση. Και αρχίσαμε ξανά τις αναλύσεις και τις ερμηνείες. Περισπούδαστοι εκπαιδευτικοί «αναλυτές», εκφραστές συχνά διαφόρων κομματικών ιδεολογιών και ιδεοληψιών, προβαίνουν σε κοινότοπες αναλύσεις, χωρίς να μπαίνουν στην ουσία των προβλημάτων τής Παιδείας μας ή να προτείνουν λύσεις. Και όλα αυτά γιατί δεν μπορούμε (δεν θέλουμε;) σε αυτόν τον τόπο να αντιμετωπίσουμε, με σοβαρό και αποτελεσματικό τρόπο, μείζονα προβλήματα τής Παιδείας μας που «σέρνονται» επί χρόνια και γιατί δεν τολμούμε πολιτικοί και πολίτες, εκπαιδευτικοί και γονείς, η ελληνική κοινωνία γενικότερα, να αναλάβουμε τις ευθύνες που μάς αναλογούν, να πιέσουμε, να απαιτήσουμε, να φωνάξουμε να αλλάξει ριζικά το εκπαιδευτικό μας σύστημα και να αποκτήσουμε επί τέλους κι εμείς μια παιδεία ουσίας και ποιότητας. Δεν τολμούμε να δούμε και να πούμε μερικές πικρές αλήθειες. Ετσι έχουμε, τελικά, την παιδεία που μάς αξίζει, που αξίζει στην αδιαφορία, την ολιγωρία και την ακηδία μας.
Αλήθεια πρώτη: Δεν καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ένα σύστημα εισαγωγής στα πανεπιστήμια που έχει τινάξει στον αέρα την καίρια βαθμίδα τής Μέσης Εκπαίδευσης, το Λύκειο; Κι αν το καταλαβαίνουμε- που τώρα φαίνεται ότι έστω και αργά άρχισαν να το καταλαβαίνουν όλοι-, τι κάνουμε; Με αχρηστευμένο το Λύκειο πού πάμε;
Αλήθεια δεύτερη: Το υπαρκτό γνωστό πρόβλημα τού (λειτουργικού) αναλφαβητισμού, με αποφοίτους Μέσης Εκπαίδευσης που δεν μπορούν να εκφραστούν προφορικά και γραπτά, δεν το γνωρίζουμε; Μάλλιασε η γλώσσα των εκπαιδευτικών να το επισημαίνουν. Τώρα το καταλάβαμε με το προβοκατόρικο 0,9 (από κάποιον πλακατζή υποψήφιο…) που ανοήτως γενικεύθηκε κι έγινε σημαία απαιδευσίας, παραβλέποντας τις χιλιάδες των πραγματικά αναλφάβητων που συναντάμε γύρω μας;
Αλήθεια τρίτη: Ότι οι μαθητές των σχολείων μας απεχθάνονται το σχολείο, ότι δεν το αγαπούν, δεν τους τραβάει τίποτε στο σχολείο που τους έχουμε φτιάξει, δεν μάς λέει τίποτε;
Αλήθεια τέταρτη: Ότι έχουμε καθιερώσει ένα σύστημα που φορτώνει τους μαθητές με όγκους αναφομοίωτων πληροφοριών, προορισμένων εξ υπαρχής να περάσουν στα τάρταρα τής λήθης και τής απώθησης διά τής οδού τής αποστήθισης, πληροφοριών συχνά εξεζητημένων έως άχρηστων που ποτέ δεν θα γίνουν χρήσιμες επεξεργασμένες γνώσεις οι οποίες θα μείνουν, αυτό δεν μάς γεμίζει με οδύνη και τύψεις για τις ευθύνες μας;
Αλήθεια πέμπτη: Μπορούμε να αισθανόμαστε ήσυχοι, όταν οι ηγεσίες και βασικά στελέχη των πολιτικών κομμάτων και τού πολιτικού μας κόσμου γενικότερα (με πολύ λίγες εξαιρέσεις) ιεραρχούν την Εκπαίδευση, την Παιδεία και τον Πολιτισμό, το τρίπτυχο τής ουσιαστικής ύπαρξης και τής προοπτικής ανάπτυξης κάθε ορθοφρονούντος λαού, στο χαμηλότερο σκαλί τής έμπρακτης μέριμνας και τής πολιτικής τους;
Αλήθεια έκτη: Είναι δυνατόν να έχεις ποιότητα διδασκαλίας στα σχολεία σου με εκπαιδευτικούς ανεπαρκώς καταρτισμένους για την Εκπαίδευση, σκανδαλωδώς ανεπιμόρφωτους και προκλητικά αναξιολόγητους, αλλά και με εκπαιδευτικούς κακοπληρωμένους σε σχέση με το δύσκολο έργο που καλούνται να επιτελέσουν και κοινωνικά υποβαθμισμένους; Μπορείς να έχεις μεγάλες απαιτήσεις χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις;
Αλήθεια έβδομη: Θα μπορέσουν ποτέ οι εκάστοτε υπουργοί Παιδείας να περάσουν από τις εξαγγελίες στην πράξη, να λάβουν γενναίες αποφάσεις, να ξεπεράσουν αυτό που- εσφαλμένα συνήθως- εκτιμούν ως πολιτικό κόστος (κυρίως για την προσωπική τους πολιτική καριέρα), να πείσουν με σωστά επιχειρήματα την κυβέρνησή τους και την κοινή γνώμη για ριζικές αλλαγές, να πολεμήσουν τα οργανωμένα συμφέροντα που αντιμάχονται τις αλλαγές και, τέλος, να αποτολμήσουν για μια φορά να παραιτηθούν, διαμαρτυρόμενοι όταν γίνονται όχημα και συνένοχοι για την παιδευτική υστέρηση ενός ολόκληρου λαού;
Αλήθεια όγδοη: Θα αντιληφθούν την ευθύνη τους οι ηγεσίες και τα στελέχη των συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων, ώστε – ξεπερνώντας τις κομματικές ιδεολογίες και στάσεις τους και τις προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες τους που προκαλούν την αγανάκτηση των ίδιων των εκπαιδευτικών (ιδίως των νέων) και τής κοινής γνώμης- να μπορέσουν να αρθρώσουν ουσιαστικό, πειστικό, ακομμάτιστο εκπαιδευτικό λόγο; Μπορούν ποτέ να πείσουν κανέναν για τις προθέσεις τους, όταν μονίμως στηρίζουν την ήσσονα προσπάθεια και βρίσκονται συνεχώς στην άρνηση για κάθε ουσιαστική αλλαγή στην Παιδεία μας από όπου και αν προέρχεται; Δεν καταλαβαίνουν ότι έτσι αυτοκαταργούνται στη συνείδηση τού κόσμου και απαξιώνουν εκ προοιμίου τον θεσμικό ρόλο τους;
Αλήθεια ένατη: Κι εμείς στα Πανεπιστήμια που μορφώνουμε τους εκπαιδευτικούς θα αντιληφθούμε τον ρόλο και τις ευθύνες μας για το πόσο καλά ετοιμάζουμε τους αυριανούς εκπαιδευτικούς, όταν αρνούμαστε ή αποφεύγουμε επί χρόνια να εφαρμόσουμε την ψυχοπαιδαγωγική κατάρτιση και ένα ειδικό πρόγραμμα επιστημονικής προετοιμασίας όσων θέλουν να εργαστούν στην Εκπαίδευση; Μήπως πιστεύουμε ότι λύθηκε το πρόβλημα με το ΑΣΕΠ και με τους ειδικούς φροντιστές που έχουν πλέον αναλάβει- με το αζημίωτο- τον ρόλο τής προετοιμασίας των υποψηφίων για τις εξετάσεις τού ΑΣΕΠ, υποκαθιστώντας τα Πανεπιστήμια;
* * * Γνωστές πικρές αλήθειες που ενοχλούν, που απωθούνται, που καταπνίγονται, ενώ «ενός έστι χρεία…», να τις συνειδητοποιήσουμε όλοι και να τις υπερβούμε με πράξεις.
ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 5-9-2010
Σοφία Μάνιου