Σοφία Μάνιου
Η ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Σκοπός της περίληψης είναι να αποδώσουμε συνοπτικά το νόημα ενός κειμένου (ή μιας ομιλίας, ενός διαλόγου κτλ.), προκειμένου να πληροφορήσουμε με συντομία και σαφήνεια για το περιεχόμενό του. Επιβάλλεται, επομένως, να εντοπίσουμε τα θεματικά κέντρα, τα καίρια σημεία του κειμένου, και να αγνοήσουμε τις δευτερεύουσες ιδέες ή τις περιττές λεπτομέρειες. Η περίληψη, έτσι, όχι μόνον προϋποθέτει αλλά και καλλιεργεί την κριτική ικανότητα, αφού είναι αφαιρετική και συνάμα συνθετική πνευματική λειτουργία.
Καλό είναι να τονίσουμε, ακόμη, ότι στην περίληψη δε «λέμε τα μισά» (σύμφωνα με την κρατούσα αντίληψη ορισμένων μαθητών) αλλά «τα λέμε όλα» -απλώς τα λέμε συνοπτικά. Για παράδειγμα, αν διαβάσουμε ότι «μια κοπέλα ήταν λυγερόκορμη, με πρόσωπο εκφραστικό, κατάλευκο δέρμα, μαύρα στιλπνά μαλλιά, μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια κτλ.», στην περίληψή μας, συνοψίζοντας αυτές τις λεπτομέρειες, θα πούμε απλώς «ήταν όμορφη» και έτσι τα λέμε όλα με μια λέξη. Στην περίληψη παραλείπουμε, βέβαια, όχι όμως το ουσιώδες αλλά το δευτερεύον. Εστιάζουμε στην κύρια ιδέα, στο θέμα, και αγνοούμε τις λεπτομέρειες, τα παραδείγματα, τις παρενθέσεις και όλα τα δευτερεύοντα σχόλια που στόχο έχουν να αποδείξουν ή να επεξηγήσουν την κύρια ιδέα.
ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ
Α. Πρώτη ανάγνωση του κειμένου.
Αρχικά, διαβάζουμε προσεκτικά όλο το κείμενο, για να αντιληφθούμε το θέμα του και να διακρίνουμε τις ενότητές του. Σ’ αυτήν την «πρώτη ματιά» καλό είναι να προσέχουμε τις διαρθρωτικές λέξεις στην αρχή κυρίως των παραγράφων, προκειμένου να εντοπίσουμε τον τρόπο σύνδεσης των παραγράφων και των ενοτήτων
και έτσι να κατανοήσουμε καλύτερα την αλληλουχία των νοημάτων.
Β. Δεύτερη ανάγνωση του κειμένου.
Διαβάζουμε για δεύτερη φορά το κείμενο, με μεγαλύτερη προσοχή και προσπαθούμε να εντοπίσουμε τη θεματική περίοδο κάθε παραγράφου.
- Υπογραμμίζουμε τη θεματική περίοδο.
- Υπογραμμίζουμε τα κύρια σχόλια.
- Βασιζόμενοι στα προηγούμενα, γράφουμε τον πλαγιότιτλο κάθε παραγράφου στο πρόχειρο.
Συνεχίζοντας την ανάγνωση,
- Σημειώνουμε λέξεις ή φράσεις-κλειδιά, ενδεικτικά της συνοχής και της συνεκτικότητας (ή, με απλά λόγια, της φραστικής και νοηματικής σύνδεσης) των παραγράφων και των ενοτήτων.
- Ενδέχεται δύο ή τρεις παράγραφοι να αποτελούν μια θεματική ενότητα και να μην παρέχουν πολλές διαφορετικές πληροφορίες η κάθε μία. Μπορούμε τότε να τις αντιμετωπίσουμε ως μια παράγραφο και να γράψουμε έναν πλαγιότιτλο για όλες.
- Έχοντας εντοπίσει τις ενότητες, σημειώνουμε τα θεματικά κέντρα ή /και τους τίτλους τους.
Με την ολοκλήρωση της δεύτερης ανάγνωσης του κειμένου, έχουμε όλες τις απαραίτητες σημειώσεις και για την περίληψη, αλλά και για το διάγραμμα του κειμένου.
Γ. Συγγραφή της περίληψης.
Ανάλογα με το σκοπό και την έκταση της περίληψής μας, αυτή μπορεί να είναι συνοπτική ή εκτενής.
Αν η περίληψή μας είναι πολύ συνοπτική, τότε θα βασιστούμε μόνο στα θεματικά κέντρα των παραγράφων ή /και των νοηματικών ενοτήτων του κειμένου. Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή, αρκεί μόνο να συνδέσουμε κατάλληλα τους τίτλους των παραγράφων ή των ενοτήτων.
Αν η περίληψή μας είναι εκτενής, τότε θα αξιοποιήσουμε τις θεματικές περιόδους και τα κύρια σχόλια των παραγράφων, καθώς επίσης τα θεματικά κέντρα των ενοτήτων.
Η περίληψη, είτε συνοπτική είτε εκτενής, μπορεί να προκύψει και από το διάγραμμα ενός κειμένου, αν αξιοποιήσουμε ανάλογα τα στοιχεία που μας προσφέρει.
- Αρχικά αναφέρουμε το όνομα του συγγραφέα ή την ιδιότητά του.
Π.χ. Ο Ευ. Παπανούτσος, ο συγγραφέας, ο δοκιμιογράφος, ο αρθρογράφος, ο συντάκτης του κειμένου κτλ.
- Αναφέρουμε ακολούθως το είδος του κειμένου.
Π.χ. στο δοκίμιο, στο άρθρο, στο διήγημα κτλ.
- Επισημαίνουμε το θέμα του κειμένου.
Π.χ. πραγματεύεται/ εξετάζει/ αναλύει/ ασχολείται με το θέμα/ το ζήτημα/ το πρόβλημα/ το φαινόμενο του καταναλωτισμού.
- Μετά την επισήμανση του θέματος –ή παράλληλα με αυτήν αποκαλύπτουμε και τη βασική θέση του συγγραφέα, επιλέγοντας τους κατάλληλους όρους.
Π.χ. καταδικάζει το φαινόμενο του καταναλωτισμού ή διατυπώνει την ανησυχία του/ τον προβληματισμό/ τις επιφυλάξεις του κτλ.
- Αποκαλύπτουμε τη δομή/ τη διάρθρωση του κειμένου: στον πρόλογο, στην αρχή, στο κύριο μέρος, στην πρώτη ενότητα, στον επίλογο κτλ.
- Αποκαλύπτουμε την αλληλουχία των νοημάτων, τον τρόπο με τον οποίο εκτυλίσσονται οι σκέψεις του συγγραφέα, τους τρόπους και τα μέσα που χρησιμοποιεί για να πείσει, το είδος της επιχειρηματολογίας του, τις προθέσεις, τα συναισθήματα και το ύφος του, επιλέγοντας πάντα τους κατάλληλους όρους. Ενδεικτικά:
- Αρχίζει, συνεχίζει, μεταβαίνει (σε άλλο θέμα), παρεκβαίνει, συνοψίζει
- Καταλήγει, τελειώνει, συμπεραίνει, ανακεφαλαιώνει
- Αναφέρει, μνημονεύει, αναφέρεται σε, ασχολείται με
- σχολιάζει, εξετάζει, πραγματεύεται, αναλύει, αναπτύσσει, ερμηνεύει
- κρίνει, εκτιμά ότι
- Παρατηρεί, σημειώνει, επισημαίνει
- Ισχυρίζεται, πιστεύει, υποστηρίζει, αποφαίνεται, θεωρεί
- Τονίζει, υπογραμμίζει, δίνει έμφαση
- Αναλύει, αναπτύσσει
- Αποδεικνύει, τεκμηριώνει, καθιστά σαφές, βεβαιώνει
- Ορίζει, καθορίζει, προσδιορίζει, ονομάζει, αποκαλεί, χαρακτηρίζει
- Αιτιολογεί, επιχειρηματολογεί(υπέρ ή κατά)
- Εξηγεί, επεξηγεί, διευκρινίζει, αποσαφηνίζει
- Προσθέτει, συμπληρώνει
- Συγκρίνει, αντιθέτει, αντιπαραβάλλει, αντιπαραθέτει
- Εκθέτει, παραθέτει, απαριθμεί
- Διαιρεί, ταξινομεί
- Συμφωνεί, συντάσσεται με την άποψη, παραδέχεται, αποδέχεται, ταυτίζεται με, δικαιολογεί
- Διαφωνεί, αντικρούει, ανασκευάζει, απορρίπτει, αντιτείνει
- Κρίνει, αξιολογεί, εκτιμά, αποτιμά
- Αφηγείται, διηγείται, περιγράφει
- Αναρωτιέται, απορεί
- Πραγματεύεται/ εξετάζει διεξοδικά, αναλυτικά, εκτενώς
- Αναφέρεται με συντομία, θίγει επιφανειακά/ έμμεσα/ πλαγίως, προσπερνά βιαστικά
- Προτείνει, αντιπροτείνει, υποδεικνύει, συστήνει, συμβουλεύει
- Εύχεται, ελπίζει, διατυπώνει την ευχή/ την ελπίδα
- Εκφράζει την οργή/ την αγανάκτηση/ τη συμπάθεια /την αγωνία του
- Ειρωνεύεται, σαρκάζει, θαυμάζει
- Με ύφος ειρωνικό, δηκτικό, επικριτικό, χιουμοριστικό
- Στην περίληψή μας δεν υιοθετούμε το ύφος του συγγραφέα. Ο λόγος του συγγραφέα μπορεί να είναι ειρωνικός, χιουμοριστικός ή μεταφορικός. Ο λόγος στο δικό μας κείμενο, όμως, πρέπει να είναι αντικειμενικός, απρόσωπος, χωρίς ιδιαίτερο ύφος. Ωστόσο, μπορούμε -και επιβάλλεται ενίοτε- να αναφερθούμε στο ύφος του συγγραφέα.
Π.χ. Ο δοκιμιογράφος με ειρωνικό ύφος καυτηριάζει…/ Ο συγγραφέας με τη χρήση του μεταφορικού λόγου… / Ο αρθρογράφος με τρόπο χιουμοριστικό επισημαίνει…
8. Δεν είναι σωστό να μεταφέρουμε στην περίληψή μας αυτούσια αποσπάσματα από το κείμενο ή και ολόκληρες προτάσεις. Η αντιγραφή προδίδει την αδυναμία μας να αναπλάσουμε το κείμενο σκεπτόμενοι κριτικά, την ανύπαρκτη αφαιρετική ικανότητα, τη λεξιπενία μας. Αν χρειαστεί να μεταφέρουμε αυτούσιους κάποιους όρους ή φράσεις, θα το κάνουμε όσο το δυνατόν λιγότερες φορές και θα τις βάλουμε σε εισαγωγικά.
9. Δεν επιτρέπεται να σχολιάζουμε τα επιχειρήματα του συγγραφέα. Ο σκοπός της περίληψης είναι να αποδώσουμε συνοπτικά τα νοήματα του κειμένου και όχι να τα αξιολογήσουμε.
10. Στην περίληψή μας αγνοούμε τα παραδείγματα, όσο πολλά κι αν είναι. Αναφέρουμε, όμως, αν είναι πολλά, το σκοπό της παράθεσής τους.
Π.χ. Με πληθώρα παραδειγμάτων από την καθημερινότητα καθιστά σαφές ότι…
11. Αγνοούμε, επίσης, τις παρενθέσεις, τα καλολογικά στοιχεία, τις μεταβατικές ή επεξηγηματικές παραγράφους και, φυσικά, τις επαναλήψεις.
12. Δεν παραθέτουμε τους διαλόγους, αν υπάρχουν. Απλώς αναφερόμαστε στο σκοπό της παράθεσής τους, στο συμπέρασμα που εξάγεται, στο νόημα που αποδίδεται μέσω αυτών.
13. Εφόσον ο συγγραφέας παραθέτει απόψεις άλλων, αν τις παρουσιάσουμε στην περίληψή μας, πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι δεν είναι δικές του απόψεις.
14. Αποφεύγουμε τη γενικολογία και την αοριστία. Είναι λάθος να γράφουμε απλώς ότι «ο συγγραφέας αιτιολογεί το φαινόμενο», χωρίς να αναφέρουμε και τα βασικά αίτια που παραθέτει ο συγγραφέας ή να λέμε ότι «ορίζει την έννοια», χωρίς ν’ αναφέρουμε σύντομα και το περιεχόμενο του ορισμού που δίνει ο συγγραφέας.
15. Όταν είναι εφικτό, αποκαλύπτουμε το είδος της συλλογιστικής πορείας του συγγραφέα (παραγωγική – επαγωγική), στο τέλος συνήθως.
Π.χ. «Επαγωγικά σκεπτόμενος ο συγγραφέας καταλήγει στο συμπέρασμα…».
16. Μπορούμε να επιλέξουμε τη χρήση της ενεργητικής ή παθητικής σύνταξης ανάλογα με τους στόχους μας.
Ενεργητική σύνταξη: Δίνει έμφαση στο υποκείμενο, στο πρόσωπο που ενεργεί, στο δημιουργό, στο συγγραφέα. Το ύφος είναι πιο ζωντανό, πιο άμεσο.
Παθητική σύνταξη: Με ύφος απρόσωπο, τονίζει περισσότερο το αποτέλεσμα της ενέργειας, τα νοήματα – το περιεχόμενο ενός έργου, παρά το δημιουργό του. Γι’ αυτό και η παθητική σύνταξη επιλέγεται κατά κανόνα από το συγγραφέα, όταν ο ίδιος κάνει περίληψη στο έργο του, προκειμένου να αποφύγει την αναφορά στο άτομό του.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Να συντάξετε την περίληψη των ακόλουθων κειμένων:
Α. Η ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
«Ξεσκέπασε τη δημοτική παράδοση και πρόσωπο με πρόσωπο θα αντικρίσεις γυμνή την ψυχή σου. Έπειτα, καλλιεργώντας την παράδοση αυτή και ανεβαίνοντας κατά τις ρίζες της και προσέχοντας και τη γύρω σου φύση, θα προβλέψεις τους νέους δρόμους που δύνεσαι να ανοίξεις, τον πολιτισμό που μπορείς με το έθνος σου να δημιουργήσεις.
Το χωριό και οι γυναίκες πρώτα πρώτα μπορούν να σου δείξουν καθαρότερα από κάθε άλλον το μονοπάτι για να ανηφορίσεις κατά τις ρίζες του. Στο χωριό βρίσκεις τη βάση του ανθρώπου της φυλής σου, γιατί είναι κάτι πλατύτερο από την οικογένεια και όχι ακόμα εθνική κοινωνία, μολονότι αρχή τούτης. Και στις πολιτείες στο λαό μπορείς να μελετήσεις τη ζωή της φυλής σου, γιατί δε μολεύτηκε ολότελα από ξενισμούς και σχολαστικισμούς. Όσο για τις όποιες γυναίκες, και του χωριού και της πολιτείας, αυτές παντού, με το να μένουν πιότερο στο σπίτι παρά στην αγορά και να μη διαβάζουν εφημερίδες και για να είναι πιο εσωτερικές, αισθαντικές, θρησκευτικές από τον άντρα, φυλάγουν πιστότερα την παράδοση από τους άντρες, που την παραμορφώνουν από εξωτερικές επιρροές και από λογική.
Χνάρια της παράδοσης θα σου δώσουν τα νησιώτικα και τα άλλα κεντήματα και υφάσματα, τα τραγούδια και οι χοροί, οι παροιμίες, που καθρεφτίζουν την πείρα και τη σοφία του λαού, τα παραμύθια, ως και οι πρόληψες, οι ιστορικές, προφορικές παραδόσεις, τα συνήθια, το σπίτι με ό,τι βρίσκεται μέσα.
Όλα αυτά σου φανερώνονται με τη λαϊκή γλώσσα και χωρίς αυτήν είναι σαν να μην υπάρχουν, γιατί μόνο με δαύτη μπορούν και μεταδίδονται πιστά από άνθρωπο σε άνθρωπο και από γενιά σε γενιά. Και ο χορός δίχως τραγούδι δε στέκεται, και το τραγούδι δίχως ποίημα, και το ποίημα χωρίς γλώσσα, και το φάσιμο η μάνα με παράδειγμα, αλλά και με λόγια, θα το διδάξει της κόρης της, και κάθε όργανο για το φάσιμο και το κέντημα και όλα τα σκεύη του νοικοκυριού και ό,τι περιτριγυρίζει τον άνθρωπο στην καθημερινή του ζωή έχει όνομα. Ξερίζωσε τη λαϊκή σου γλώσσα και θα χάσεις την ψυχή σου. Μονάχα κάτι κληρονομιές ασύνειδες θα απομείνουν μέσα σου, που θα ξεπροβάλλουν έξαφνα για να δείχνουν στους ξένους πως δεν είσαι ολότελα δικός τους, και θα είσαι χωρίς πατρίδα, ώσπου με την επιγαμία τα παιδιά σου και τα εγγόνια σου να ριζώσουν σ’ άλλη πατρίδα και να εξωτερικεύουν την ψυχή τους σ’ άλλη γλώσσα. Με το να μη γίνεται να ξεφορτωθούμε ολότελα τη γλώσσα μας τη λαϊκή, όσο τουλάχιστο ζούμε στον τόπο μας, συνεχίζομε την ψυχή του έθνους μας, μ’ όλα τα ξένα ή τα παλιά που φορτωνόμαστε.
Πήγαινε λοιπόν στα δημοτικά τραγούδια, στη δημοτική τέχνη και στη χωριάτικη και τη λαϊκή ζωή για να βρεις τη γλώσσα σου και την ψυχή σου, και μ’ αυτά τα εφόδια αν έχεις ορμή μέσα σου και φύσημα, θα πλάσεις ό,τι θέλεις, παράδοση και πολιτισμό και αλήθεια και φιλοσοφία.
Από τους σκοπούς των δημοτικών τραγουδιών και από την εκκλησιαστική μουσική μπορείς να προβλέψεις πώς θα είναι η ελληνική μουσική. Από τις εκκλησίες, τα αρχοντόσπιτα και τα χωριάτικα σπίτια θα προμαντέψεις την αρχιτεκτονική. Από τις εικόνες και τις τοιχογραφίες και τα μωσαϊκά τη ζωγραφική. Από τα κεντήματα των χωριών την ποικιλτική. Από τους στίχους των τραγουδιών, από τα παραμύθια και τις παροιμίες και τις ομιλίες θα μαντέψεις τη γλώσσα και το πνεύμα και τη λογοτεχνία. Έτσι και τα άλλα. Και, άμα γνωριστείς μ’ αυτά… τότε, προσέχοντας και τη φύση, θα ωριμάσεις για να πλάσεις και συ κάτι πρωτότυπο και, αν έχεις πνοή –όπως έχεις-, θα δημιουργήσεις τον πολιτισμό σου. Θα προσέξεις και την γύρω σου πλάση, γιατί έτσι θα νιώσεις καλύτερα τις ρίζες της ζωής σου, τη φύτρα σου, και θα γεννήσεις τελειότερα πλάσματα».
Ίων Δραγούμης
Ο Ίων Δραγούμης με ύφος λυρικό, τονίζει σε αυτό του το δοκίμιο την αξία του λαϊκού πολιτισμού και από τον πρόλογο ήδη σημειώνει πως η γνώση της λαϊκής παράδοσης είναι η βάση της αυτογνωσίας και της νέας πολιτιστικής δημιουργίας. Προτρέπει στη συνέχεια τον αναγνώστη, για να γνωρίσει ανόθευτο το παρελθόν του, να προσεγγίσει το χωριό και τις γυναίκες, βασίζοντας την αιτιολόγησή του στο συντηρητισμό τους. Προσθέτει πως στοιχεία της παράδοσης αποτελούν όλες οι εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού και μάλιστα δίνει έμφαση στη λαϊκή γλώσσα, καθώς τη θεωρεί προϋπόθεση όχι μόνο για την ύπαρξη και τη μετάδοσή του στις νεότερες γενιές αλλά και για τη διατήρηση της «ψυχής» του έθνους μας. Κλείνοντας, αναφέρει πως οι διάφορες μορφές της λαϊκής τέχνης αποτελούν τη βάση της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας και παραγωγικά σκεπτόμενος βεβαιώνει τον αναγνώστη πως, αν γνωρίσει την παράδοσή του, θα έχει την ωριμότητα να δημιουργήσει αρτιότερο πολιτισμό.
Β. «Το παρόν και το μέλλον του βιβλίου είναι το παρόν και το μέλλον του πολιτισμού μας στο σύνολό του, πνευματικού και μη (θα έλεγα «αντιπνευματικού»). Το παρόν το ζούμε όλοι μας. Για το μέλλον είμαι ανήσυχος, δεν το κρύβω.
Πιστεύω στο βιβλίο. Υπάρχουν άνθρωποι στον τόπο μας (μήπως οι πιο πολλοί;) που νομίζουν πως οποιοδήποτε διάβασμα είναι το ίδιο. Λάθος τραγικό: Η εφημερίδα σε πληροφορεί, το βιβλίο σε διαμορφώνει. Ο ελληνικός λαός είναι εφημεριδοδίαιτος, νομίζει πως με τα’ αναγνώσματα του ημερήσιου Τύπου επιπλώνει τον εσωτερικό του χώρο. Το βιβλίο έχει άλλη αρετή –γι’ αυτό και ο Ρωμιός του πεζοδρομίου τ’ αποφεύγει, όπως ο διάβολος το λιβάνι. Ακούτε να σας λένε, κατά προτίμηση οι εκπρόσωποι της μέσης τάξης, που είναι και η πιο υπεύθυνη, γιατί περνάει για ηγετική τάξη: «Πού καιρός για διάβασμα!». Έχουν όμως όλοι τους αμέτρητο καιρό να χαρτοπαίζουν μετά μανίας τις νύχτες ως τα χαράματα στα σπίτια τους, στις εκδρομές, όπου κουβαλιόνται, για να φάνε και να χαρτοπαίξουν.
Δεν είναι τυχαίο που είμαστε λαός κοινωνικά ακέφαλος. Το σχολείο κάνει αντιπαθητικό το διάβασμα, η αστική τάξη το παρατάει σ’ εκείνα από τα μέλη της, που κατά βάθος, τα θεωρεί «βλαμμένα». Ευτυχώς που υπάρχουν νέοι που διαβάζουν, διψάνε για απαντήσεις σε μεγάλα προβλήματα, πολύ περισσότερο παρά στη μεσοπολεμική εποχή. Αυτό είναι το μόνο παρήγορο. Αλλά ποιος τους κατευθύνει;
Είπα για το μέλλον πως είμαι ανήσυχος. Όχι γιατί εγώ περνάω μαζί με τον καιρό μου, αλλά γιατί βλέπω να ορθώνονται τα υποκατάστατα του βιβλίου: τηλεόραση, κινηματογράφος, ραδιοφωνικές σκηνές κι αναγνώσματα, ποιος ξέρει ποια άλλα δισκία Τέχνης, που θα επινοήσει η τεχνολογία –δηλαδή το επιχειρηματικό κεφάλαιο- για ν’ αποκοιμίζει το πνεύμα και να διεγείρει τις αισθήσεις. Πώς θ’ αντιπαλαίσει το βιβλίο; Όμως μονάχα μ’ ένα βιβλίο στο χέρι, συγκεντρωμένος σε μια γωνιά, βρίσκεται κανένας ενώπιος ενωπίω, μόνος αντίκρυ στη συνείδησή του, σε συνάφεια με το νου του, που, θέλοντας και μη, αρχίζει κι αυτός να ψελλίζει, να ζωντανεύει, να οραματίζεται. Τα μηχανικά μέσα στομώνουν το νου, το βιβλίο τον ακονίζει.
Αλλά βαίνουμε προς το ιδανικό του ελάσσονος κόπου. Ω, τι παρεξήγηση η απαλλαγή του ανθρώπου από την υλική ανάγκη! Ποιος θα το έλεγε πως θα καταλήξει στην απαλλαγή του από την ανθρωπιά του, από τη δίψα της ψυχής;».
Άγγελος Τερζάκης
Σοφία Μάνιου