Η Σύρος των προηγούμενων αιώνων δεν ήταν μόνο ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς της Μεσογείου για την Ελληνική Ακτοπλοΐα, αλλά και ένας τόπος όπου άνθησε στους ταρσανάδες και στο νεώριο, η ναυπηγική τέχνη.
Το ΣΔΕ Σύρου στο πλαίσιο της αναζήτησης και της μελέτης από τους μαθητές του της τοπικής Ιστορίας πιστεύει ότι αξίζει να μάθουμε όλοι για τη ζωή και τη δουλειά αυτών που δημιούργησαν το μεγαλείο της Ερμούπολης και της Σύρου.
Θα ξεκινήσουμε σήμερα τιμώντας αυτούς που δημιούργησαν τη ναυτική μας παράδοση, και θα στηριχτούμε στην έρευνα του κ. Παναγιώτη Κουλουμπή, φίλου και συνεργάτη του ΣΔΕ Σύρου, για τους Ταρσανάδες της Σύρου, η ιστορία των οποίων σιγά-σιγά χάνεται και ξεχνιέται.
Ο Ταρσανάς ή Καρνάγιο είναι όρος της ναυτικής γλώσσας, βυζαντινοτουρκικής προέλευσης κυρίως για τις μικρές ναυπηγοεπισκευαστικές μονάδες στις οποίες ανελκύονται μικρά σκάφη, για καθαρισμούς, χρωματισμούς αλλά και φύλαξη.
Στην Ερμούπολη, η ναυπηγική τέχνη άκμασε από τα χρόνια που καραβομαραγκοί από άλλα μέρη ήρθαν ως πρόσφυγες στο νησί.
Λίγο πριν από το 1830, άνοιξαν τα πρώτα ναυπηγεία, ενώ τη δεκαετία του 1830-40 με την άνθιση των νέων εμπορικών δραστηριοτήτων αναπτύχθηκε ραγδαία η ναυπηγική, με αποτέλεσμα την συνεχή αύξηση των εγγραφών στο νηολόγιό της, τα περισσότερα τοπικής κατασκευής.
Ενδεικτικά αξίζει να αναφέρουμε ότι το 1850, από τα 7.650 άτομα που αποτελούσαν τον πληθυσμό της Ερμούπολης, τα 1.000 απασχολούνταν στα ναυπηγεία.
Η δουλειά στον ταρσανά ήταν σκληρή και βαριά.
Μόχθος και πόνος το χειροπρίονο, η σκεπαρνιά, το ροκάνι, το σκυφτό πελέκημα πάνω από τον μούρσο.
Ο ταρσανάς ήταν το καταφύγιο ενός εργατικού λαού και μιας αλυσίδας επαγγελμάτων όπως: υλοτόμοι, μουλαράδες, μπαλτατζήδες, καραβομαραγκοί, καραβοκύρηδες, καπεταναίοι, ψαράδες, καϊκτσήδες, καλφάδες, έμποροι.
Για αιώνες οι ταρσανάδες χάριζαν ζωντάνια στο νησί, διαμορφώνοντας την ιδιαίτερη τοπική ιστορία και οικονομία του.
Τα περισσότερα σκαριά που ναυπηγήθηκαν στους ταρσανάδες της Σύρου ήταν τρεχαντήρια, περάματα, καραβόσκαρα, βαρκαλάδες και ανεμότρατες.
Η περιοχή που οργανώθηκαν οι ταρσανάδες στην Σύρο ήταν από το παλιό δημοτικό σφαγείο ως εκεί που βρίσκεται σήμερα το σουπερ μάρκετ του Μαρινόπουλου.
Οι καραβομαραγκοί της Σύρου χρησιμοποιούσαν συνήθως τα πεύκα της Σάμου γιατί το πεύκο ακόμη και σήμερα θεωρείται το καλύτερο ξύλο για την ναυπηγική γιατί είναι σκληρό και καθαρό, ενώ το ρετσίνι του είναι φυσικό υλικό κατά της αλμύρας.
Ο μαστρο Γιάννης Ζώρζος ασχολήθηκε με την κατασκευή, επισκευή και ανέλκυση πλοίων και από τα χέρια του έχουν περάσει πάνω από 900 σκάφη.
Από 5 χρονών μαθήτευσε στην παραδοσιακή ναυπηγοξυλουργική κοντά στο νονό του, Θανάση Βαλσαμάκη και αργότερα στο Λευτέρη Ωρολογά από τη Σάμο.
Στα 13 του φτιάχνει στο σπίτι του την πρώτη βάρκα 3,5 μέτρων.
Την ημέρα δουλειά και το βράδυ νυχτερινό σχολείο.
Στα 1960 ανοίγει το δικό του καρνάγιο και στη συνέχεια μαζί με τα δύο του παιδιά, με σήμα κατατεθέν το σκαλισμένο στο σκαρί αστέρι.
Στις λάντζες της Μυκόνου που έβγαζαν έξω τον κόσμο από τα πλοία τη δεκαετία του 60, το σκάλιζε στο κοράκι στην πλώρη.
Λέει για την δουλειά του καραβομαραγκού:
«Η τέχνη δυστυχώς χάνεται, τα νέα παιδιά δε μαθαίνουν την τέχνη.
Θέλει μεράκι και φαντασία για να πετύχεις εδώ.
Από ανατολή μέχρι δύση βαστά η δουλειά στον ταρσανά.
Κάθε ξύλο που μπαίνει στο σκάφος θέλει τη δική του τεχνική.
Τα ξύλα είναι ελληνικά πεύκα από Μυτιλήνη, Σάμο και Εύβοια.
Η τέχνη είναι και θα είναι οικογενειακή υπόθεση.
Τα πράγματα δεν είναι όπως παλιότερα, γιατί έχει κυριαρχήσει παντού το πλαστικό και το σιδερένιο».