Η Θεολογία… στο σχολείο

Αγία Γραφή

animated-bible

Σελίδες

Αναζήτηση στο ιστολόγιο

Αναζήτηση

Πρόσφατα κείμενα

Επισκέπτες

Αρχείο

Ημερολόγιο δημοσιεύσεων

Αύγουστος 2024
Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
 1234
567891011
12131415161718
19202122232425
262728293031  

Καιρός

Πρόσφατα σχόλια

Παρουσιάσεις στο Slideboom

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Σύνδεσμοι

Χρήσιμα Ιστολόγια

Μεταστοιχεία

on line

Χάρτης Τρίπολης

Άρθρα σχετικά με 'Ορθοδοξία και μη Ορθόδοξοι'

Διαφορές μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών

Οι διαφορές ανάμεσα στη Ορθοδοξία και τον παπισμό είναι πολλές και μεγάλες, παλαιές και νεότερες και αφορούν τόσο σε δογματικά ζητήματα όσο και σε θέματα εκκλησιαστικής εμπειρίας, λατρείας, τέχνης και γενικώτερα αντιλήψεων και βιοθεωρίας. Θα επιχειρήσουμε εδώ μία συνοπτική παρουσίασή τους αντλώντας από τα κείμενα των Αγίων Πατέρων και συγχρόνων θεολόγων, Μητροπολιτών και Γερόντων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι με ενάργεια και ορθόδοξο φρόνημα αναδεικνύουν την παρεκτροπή από την ορθή πίστη και τις κακοδοξίες του παπισμού. Για την καλύτερη κατανόηση των διαφορών ορθοδοξίας και παπισμού είναι απαραίτητο να εξετάσουμε συνολικά τον εκκλησιαστικό, κοινωνικό και πολιτικό περίγυρο της εποχής. Για τον σκοπό αυτό παραθέτουμε πολύ σύντομα κάποια ιστορικά γεγονότα που στάθηκαν σταθμοί στην γέννηση του παπισμού και στην πορεία του προς την διαίρεση και το σχίσμα.

Ιστορική αναφορά

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Σατανισμός-Σατανολατρεία

Διαβάστε ένα απόσπασμα από το σχετικό βιβλίο του Νίκου Ψαρουδάκη

Πεντηκοστιανοί

Διαβάστε σχετικό άρθρο εδώ

Σκοτεινά σημεῖα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς θρησκείας

τεῦχ. 73, Μαρτ. – Ἀπρ. 2011

Εἰσαγωγικά: Μιά πολύ διαφωτιστική εἰσήγηση

Ὅπως εἶναι γνωστό, στή χώρα μας ἔχει ἐμφανισθεῖ τά τελευταῖα χρόνια τό κίνημα τῆς ἀρχαιολατρίας, πού δραστηριοποιεῖται ἔντονα μέ διάφορες ὁμάδες καί ὀργανώσεις, ἐπιδιώκοντας τήν κατάργηση τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τήν ἐπαναφορά τῆς ἀρχαίας (εἰδωλολατρικῆς) ἑλληνικῆς θρησκείας. Στά πλαίσια τῆς προπαγάνδας, πού ἀσκεῖται ἀπό τό κίνημα αὐτό, ἀλλά καί στό κλῖμα τῆς ἔντονης ἐχθρότητας καί ἀντιπαράθεσης μέ τόν Χριστιανισμό, ἐξιδανικεύεται ὁ ἀρχαῖος ἑλληνισμός στό σύνολό του, συμπεριλαμβανομένης καί τῆς θρησκείας. Ἔτσι, ὁ μέν Χριστιανισμός παρουσιάζεται ὡς σκοταδισμός, φανατισμός, μισαλλοδοξία, κατάπτωση καί ὀπισθοδρόμηση, ἀλλά καί ὡς ὑπεύθυνος γιά ὁ,τιδήποτε κακό ἤ ἀρνητικό ἔχει ἐμφανισθεῖ στόν κόσμο, ἡ δέ ἀρχαία εἰδωλολατρία ἐμφανίζεται ὡς ἡ, δῆθεν, τελειότερη θρησκεία, «ἡ πιό ἐξευγενισμένη θρησκεία, πού ὑπῆρξε ποτέ στήν ἱστορία», «ἡ γνησιότερη θρησκευτική ἔκφραση τοῦ ἑλληνισμοῦ», ἡ θρησκεία τοῦ φωτός, τῆς ἁρμονίας καί τῆς τελειότητας καί πολλά ἄλλα παρόμοια.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Θεῖος καί ἀνθρώπινος ἔρωτας. Ὀρθόδοξη ἀλήθεια καί πεπλανημένες θεωρήσεις

τεῦχ. 72, Ἰαν. – Φεβρ. 2011

Ὁ ἔρωτας, ὡς «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» τοῦ Χριστιανισμοῦ

Ἡ ἐποχή μας χαρακτηρίζεται, ἐκτός τῶν ἄλλων, ἀπό τήν ἐλεύθερη διακίνηση καί ἀνταλλαγή ἀγαθῶν καί προϊόντων στήν πολυπολιτισμική καί διαπολιτισμική κοινωνία πού ζοῦμε. Ἡ ἀνταλλαγή τέτοιων στοιχείων δέν εἶναι, βέβαια, χαρακτηριστικό μόνο τῶν ἡμερῶν μας. Ὁ ἑλληνικός πολιτισμός εἰδικότερα (προχριστιανικός καί χριστιανικός) δέν ὑπῆρξε ποτέ ἕνα κλειστό σύστημα. Πάντα εἶχε τήν ἱκανότητα νά διακρίνει καί νά ἐπιλέγει θετικά στοιχεῖα ἀπό ἄλλους πολιτισμούς καί νά τά ἐντάσσει ὀργανικά στό σῶμα του, χωρίς νά ὑφίσταται οὐσιαστικές ἀλλοιώσεις. Εἶχε, ἐπίσης, τή φυσική ἱκανότητα νά διακρίνει κάθε κατώτερο ἤ ἀρνητικό στοιχεῖο καί νά τό ἀπορρίπτει. Κάτι τέτοιο δέν φαίνεται νά συμβαίνει στίς μέρες μας, ὅπου πολιτισμικά προϊόντα διακινοῦνται καί προσλαμβάνονται ἄκριτα, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀλλοιώνεται ἡ οὐσία τόσο τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, ὅσο καί τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας. Ἕνα πρόχειρο ἀλλά ἐνδεικτικό παράδειγμα αὐτοῦ τοῦ φαινομένου εἶναι ὁ ἁγιο-Βασίλης τῆς δυτικῆς σύγχυσης, ὁ γνωστός Santa-Claus μέ τήν κόκκινη κάπα καί τά ὁλόλευκα γένια, πού ἐπινοήθηκε, ὅπως εἶναι γνωστό, ἀπό μιά διαφήμιση τῆς Coca Cola, πρωτοεμφανίσθηκε δέ ὡς ἅγιος Νικόλαος καί «μετωνομάστηκε» στήν πορεία σέ ἁγιο-Βασίλη. Εἶναι τόσο ἰσχυρή ἡ παρουσία του τίς μέρες τῶν ἑορτῶν, πού ἔχουμε σχεδόν ξεχάσει τόν πραγματικό Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἀσκητικό Ἱεράρχη μέ τά μαῦρα γένια.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Ἡ Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἱστορικά καί Θεολογικά στοιχεῖα καί κατά καιρούς διαστρεβλώσεις τους

τεῦχ. 71, Νοε. – Δεκ. 2010

Τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στό ἐπίκεντρο ἀμφισβητήσεων

Ἡ ἱστορικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι κάτι αὐτονόητο γιά κάθε Χριστιανό, ἀλλά καί γιά κάθε καλοπροαίρετο ἄνθρωπο. Σύμφωνα μέ τή σαφέστατη μαρτυρία τῆς Ἁγ. Γραφῆς, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἕνα ἱστορικό πρόσωπο, πού γεννήθηκε στήν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας, «ἐπί Καίσαρος Αὐγούστου», δίδαξε τόν Λαό, ἔκανε θαύματα, σταυρώθηκε «ἐπί Ποντίου Πιλάτου» καί ἀναστήθηκε «τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ». Ἀλλά καί ἡ ἐπιστημονική ἔρευνα ἐπιβεβαιώνει, ὄχι βέβαια ὅλα, ἀλλά ἀρκετά ἀπό τά στοιχεῖα τοῦ ἱστορικοῦ βίου τοῦ Ἰησοῦ, τά ὁποῖα γνωρίζουμε ἀπό τά Εὐαγγέλια. Ὡστόσο, ἀπό χώρους ἐχθρικούς πρός τόν Χριστιανισμό, εἴτε «ἐπιστημονικούς» εἴτε χώρους ἰδεολογικά φορτισμένους, ἐγείρονται κατά καιρούς ἀμφισβητήσεις τῆς ἱστορικότητας τοῦ Χριστοῦ καί ἐπιστρατεύονται «ἐπιστημονικά» ἐπιχειρήματα γιά νά «στηρίξουν» τίς ἀμφισβητήσεις αὐτές. Ἡ προβολή τέτοιων ἀμφισβητήσεων ἀπό μέσα ἐνημερώσεως καί κάθε εἴδους ἔντυπα ἐντείνεται, συνήθως, ὅσο πλησιάζουν οἱ μεγάλες ἑορτές τοῦ Χριστιανισμοῦ, προκειμένου νά πεισθεῖ τό εὐρύ κοινό ὅτι τά γεγονότα, πού ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ἕνας μῦθος, πού στερεῖται κάθε ἱστορικῆς βάσης.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Τά «χαρίσματα» καί ἡ «γλωσσολαλία» στόν χῶρο τῶν Πεντηκοστιανῶν

τεῦχ. 70, Σεπτ. – Ὀκτ. 2010

Ἀπαρχές καί ἐξάπλωση τοῦ «χαρισματικοῦ κινήματος»

Εἶναι γεγονός ὅτι ὁ σπουδαιότερος ἴσως λόγος, γιά τόν ὁποῖο γνωρίζει μεγάλη ἐξάπλωση ἡ αἵρεση τῶν Πεντηκοστιανῶν στίς μέρες μας, εἶναι ὁ ἰσχυρισμός ὅτι μεταξύ τῶν μελῶν της ἐμφανίζονται τά πνευματικά «χαρίσματα» τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καί ἰδιαίτερα ἡ «γλωσσολαλία» ἤ «γλωσσολαλιά». Τό κίνημα τῶν Πεντηκοστιανῶν καί πολλές ἄλλες «χαρισματικές» ὁμάδες θεωροῦν τά «χαρίσματα» ὡς ἀπόδειξη γνησιότητας τῆς «ἐκκλησίας» τους, ὡς σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὡς ἀναβίωση τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἀποστόλων, ὡς ἐπανάληψη τοῦ γεγονότος τῆς Πεντηκοστῆς. Ὅσα μέλη διαθέτουν τέτοια «χαρίσματα», ἔχουν τήν ἀπόλυτη βεβαιότητα, ὅτι βρίσκονται στόν σωστό δρόμο, ὅτι κατέχουν τό πλήρωμα τῆς «ἀλήθειας», ὅτι εἶναι μέλη μιᾶς ζωντανῆς «ἐκκλησίας», σέ ἀντίθεση μέ τίς νεκρές ἤ παρηκμασμένες θρησκευτικές κοινότητες (αἱρέσεις) τοῦ περιβάλλοντός τους. Κατά συνέπειαν, εἶναι πολύ δύσκολο νά ἀντιληφθοῦν ὅτι, ὅσα θεωροῦν ὡς πνευματικά «χαρίσματα» δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό φαινόμενα δαιμονικῆς πλάνης, πολύ γνωστά στόν Ὀρθόδοξο χριστιανικό χῶρο.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Βαμπιρισμός καί δαιμονοπληξία

τεῦχ. 69, Ἰούλ. – Αὐγ. 2010

Τό φαινόμενο τοῦ βαμπιρισμοῦ σήμερα

Στίς μέρες μας μποροῦμε νά μιλήσουμε γιά «βαμπιρομανία» καί φρενίτιδα μέ τούς ζωντανούς – νεκρούς, δηλαδή τούς βρυκόλακες τῶν λαϊκῶν προλήψεων καί παραδόσεων. Ὁ μύθος τοῦ αἱμοδιψοῦς Πρίγκηπα τῆς Τρανσυλβανίας καί οἱ ταινίες τῆς δεκαετίας τοῦ ’50 ἦταν μόνον ἡ ἀρχή. Σήμερα παρατηρεῖται στίς Η.Π.Α. τό φαινόμενο σέ διάφορα ὁμαδικά πάρτυ νά γίνεται αἱμοληψία ὡς ἀκραία μορφή κοινωνικῆς ἀνατροπῆς καί πρόκλησης (!) ἀπό μεθυσμένους νεαρούς, ἐνῶ στόν ἡμερήσιο τύπο μερικές φορές καταγράφονται νυχτερινές ἐπιθέσεις ἀπό ἐφήβους πού μέ εἰδική σύριγγα θέλησαν νά «δοκιμάσουν» τό αἷμα ἀνύποπτων περαστικῶν. Τό ἐφηβικό μυθιστόρημα «Τό Λυκόφως»

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Οἱ διῶκτες και οἱ διωκόμενοι ἤ Πῶς ἐπεκράτησε ὁ Χριστιανισμός

τεῦχ. 68, Μάϊ. – Ἰουν. 2010

Κατευθυνόμενη προπαγάνδα καί σύγχυση

Ἡ προπαγάνδα, πού συστηματικά ἀσκεῖται στίς μέρες μας ἀπό διάφορες πλευρές, δημιουργεῖ συνήθως τέτοια σύγχυση, ὥστε πολλοί ἀπό μᾶς κινδυνεύουμε νά ξεχάσουμε ἀκόμη καί τά αὐτονόητα. Σέ πολλές περιπτώσεις τό ἀποτέλεσμά της εἶναι ἡ πλήρης διαστροφή τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ἔντεχνα κατευθυνόμενης καί μεθοδευμένης προπαγάνδας εἶναι οἱ ἰσχυρισμοί τῶν γνωστῶν ἀρχαιολατρῶν τῆς ἐποχῆς μας (ὁπαδῶν τῆς ἀρχαίας εἰδωλολατρίας καί τῆς ἀναβίωσής της), ὅτι ὁ Χριστιανισμός ἐπικράτησε μέ τή βία!, ὅτι ἐπεβλήθη μέ αὐτοκρατορικά διατάγματα!, ὅτι ἐξεδίωξε τήν ἀρχαία ἑλληνική θρησκεία!, ὅτι οἱ Χριστιανοί κατέστρεψαν τά ἀρχαῖα μνημεῖα (βλ. τεῦχ. 37 τοῦ ἐντύπου μας)!, ὅτι διέπραξαν φοβερά ἐγκλήματα (προβάλλεται κατά κόρον ἡ μοναδική ἴσως περίπτωση τῆς δολοφονίας τῆς φιλοσόφου Ὑπατίας στήν Ἀλεξάνδρεια. Ἄν ὑπῆρχε καί ἄλλο τέτοιο γεγονός, θά ἦταν προφανῶς πασίγνωστο μέσω τῆς σύγχρονης προπαγάνδας: βλ. καί τεῦχ. 66 τοῦ ἐντύπου μας)! καί πολλά ἄλλα. Ἡ ἀρχαία εἰδωλολατρία προβάλλεται συνήθως ὡς «ὄμορφος κόσμος, ἠθικός, ἀγγελικά πλασμένος», ὁ δέ Χριστιανισμός ὡς σκοταδισμός, φανατισμός, μισαλλοδοξία καί ὀσπισθοδρόμηση. Ἡ ἐπιχειρούμενη διαστροφή περιβάλλεται ἀκόμη καί ἐπιστημονικό μανδύα: γίνεται ἐπιλεκτική χρήση τῶν πηγῶν ἤ κάποιων μεμονωμένων μαρτυριῶν γιά ὅ,τι συμφέρει τήν προπαγάνδα, ἐνῶ ἀγνοεῖται ἐντελῶς ὁ κύριος ὄγκος τῶν πηγῶν, ὁ ὁποῖος συνήθως μαρτυρεῖ γιά τό ἀντίθετο.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Τό Μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί στίς Προτεσταντικές αἱρέσεις.

τεῦχ. 67, Μαρτ. – Ἀπρ. 2010

Ἡ ἀμφισβήτηση Ἐκκλησίας καί Ἱερωσύνης

Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ Προτεσταντισμός προῆλθε ὡς ἀντίδραση σέ μιά σειρά ἀπό ἀνεπίτρεπτες καί ἔξω ἀπό τό χριστιανικό πνεῦμα ἐνέργειες ἤ ὑπερβολές τοῦ Παπισμοῦ τῶν σκοτεινῶν χρόνων τοῦ Μεσαίωνα. Στήν προσπάθειά του νά ἀνεύρει τή χαμένη «αὐθεντικότητα», ὁ Προτεσταντισμός σάρωσε κυριολεκτικά καίρια καί αὐθεντικά στοιχεῖα τοῦ ἀρχικοῦ Χριστιανισμοῦ, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπομακρυνθεῖ πολύ περισσότερο ἀπό τήν οὐσία του. Ἔτσι προέκυψε γιά μιά ἀκόμη φορά τό φαινόμενο νά ἀντιμετωπίζεται μιά αἵρεση μέ μιά ἄλλη, ἤ μᾶλλον μέ ἕνα πλῆθος αἱρέσεων, καί, τελικά, ἀντί γιά καλό, νά γίνεται περισσότερο κακό.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Τό μυθιστόρημα τῆς Ὑπατίας

τεῦχ. 66, Ἰαν. – Φεβρ. 2010

Ποιά ἦταν ἡ ἱστορικὴ Ὑπατία

Ἡ Ἀλεξανδρινὴ νεοπλατωνικὴ φιλόσοφος Ὑπατία ὑπῆρξε ἡ πρώτη γυναίκα ποὺ διακρίθηκε στὰ μαθηματικά. Μολονότι θεωρεῖται ὅτι ὁ βίος της ἁπλώνεται στὴν Ἀλεξάνδρεια, περίπου ἀπὸ τὸ 370 ὡς τὸ 415 μ.Χ., ἡ μαρτυρία τοῦ χρονογράφου Ἰωάννη Μαλάλα καὶ ἄλλες σοβαρὲς ἐνδείξεις συγκλίνουν στὸ ὅτι γεννήθηκε γύρω στὸ 355 καὶ ἑπομένως πέθανε περίπου 60 ἐτῶν (M. Dzielska, Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή, Ἀθήνα 1997, σ. 188). Κόρη του Θέωνος, ἐπίσης μαθηματικοῦ καὶ φιλοσόφου, ἀναδείχθηκε στὴν ἀναγνωρισμένη ἡγέτιδα τῆς Νεοπλατωνικῆς Σχολῆς στὴν Ἀλεξάνδρεια. Σύμφωνα μὲ τὸ βυζαντινὸ λεξικὸ Σούδα τοῦ 10ου αἰ., ἡ Ὑπατία συνέταξε σχόλια στὴν Ἀριθμητικὴ τοῦ Διοφάντη τοῦ Ἀλεξανδρέως, στὰ Κωνικὰ τοῦ Ἀπολλώνιου ἀπὸ τὴν Πέργη καὶ στὸν Ἀστρονομικὸ κανόνα τοῦ Πτολεμαίου. Αὐτὰ τὰ ἔργα μπορεῖ νὰ χάθηκαν, ἀλλὰ οἱ τίτλοι τους, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Συνεσίου ἐπισκόπου Κυρήνης, ὁ ὁποῖος τὴν συμβουλευόταν γιὰ θέματα ὅπως ἡ κατασκευὴ ἑνὸς ἀστρολάβου, δείχνουν ὅτι ἡ Ὑπατία εἶχε ἀφοσιωθεῖ ἰδιαίτερα στὴν ἀστρονομία καὶ τὰ μαθηματικά, ἐνῶ ἡ ὕπαρξη κάποιων αὐστηρὰ φιλοσοφικῶν ἔργων της εἶναι ἄγνωστη.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση και οἱ πλάνες τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ

τεῦχ. 65, Νοε. – Δεκ. 2009

Οἱ Βιβλικές ἀναφορές καί ἡ διαστροφή τους

Στήν Ἁγία Γραφή συναντᾶμε ἀρκετές ἀναφορές στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ: «Ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου» (Ματθ. 6,9) εἶναι ἕνα ἀπό τά αἰτήματα τῆς γνωστῆς θεοπαράδοτης «Κυριακῆς προσευχῆς», ἐνῶ ἀλλοῦ γίνεται λόγος γιά τό «ὄνομα τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα» καί τονίζεται μέ ἔμφαση ὅτι «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων» (Φιλ. 2, 9-10). Αὐτές τίς βιβλικές ἀναφορές, καί πολλές ἄλλες, ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση τίς κατανοεῖ στό πλαίσιο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀκριβῶς κάνει καί ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί στίς χριστιανικές αἱρέσεις

τεῦχ. 64, Σεπτ. – Ὀκτ. 2009

Οἱ χριστιανικές αἱρέσεις καί τό Βάπτισμα

Οἱ αἱρέσεις ἀποτελοῦν «σποράν» καί «βοτάνην» τοῦ διαβόλου, κατά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Μέ αὐτές ὁ εἰσηγητής τῆς πλάνης, «ὁ πλανῶν τήν οἰκουμένην ὅλην» (Ἀποκ. 12,9), ἐπιχειρεῖ νά πλήξει καίρια στοιχεῖα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τά ἱερά Μυστήρια, ἀπό τά ὁποῖα ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἡ σωτηρία μας. Οἱ προτεσταντικές αἱρέσεις, ὅπως εἶναι γνωστό, μέ τήν ἐμφάνισή τους ἀπέρριψαν ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καί δέχονται μόνο τό Βάπτισμα καί τή Θεία Εὐχαριστία, διαστρέφοντας, ὅμως, τό νόημα καί τή σημασία τους. Τό Βάπτισμα, ὡς ἕνα ἀπό τά κορυφαῖα ἐκκλησιαστικά Μυστήρια, ἀποτέλεσε νωρίς στόχο ποικίλων αἱρέσεων, παλαιότερων καί σύγχρονων, ἰδιαίτερα δέ τῶν αἱρέσεων τοῦ προτεσταντικοῦ χώρου: ἐνῶ, κατά τήν Ἁγία Γραφή, τό Μυστήριο αὐτό πραγματικά σώζει (Α’ Πέτρ. 3,21) καί, κατά τούς λόγους τοῦ Κυρίου, ἀποτελεῖ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν εἴσοδό μας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Ἰω. 3,5), οἱ προτεσταντικές αἱρέσεις καί οἱ προερχόμενες ἀπ’ αὐτές τό ἔχουν ὑποτιμήσει σέ ἁπλή τελετή μή ἀναγκαία γιά τή σωτηρία. Γιά τούς Προτεστάντες τό Βάπτισμα δέν εἶναι Μυστήριο.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Μια πρώην πεντηκοστιανή εξομολογείται

Διαβάστε εδώ την τραυματική εμπειρία μιας κοπέλας που έπεσε στα δίχτυα των πεντηκοστιανών, καθώς και ανάλυση των σφαλμάτων των ομάδων αυτών

“Γλωσσολαλιά” και Πεντηκοστιανοί

Ο πρώην Πεντηκοστιανός Στέλιος Μπαφίτης στο blog Ex Protestant δίνει μια απάντηση σε διάφορα προτεσταντικά ιστολόγια σχετικά με την δήθεν απόρριψη της γλωσσολαλιάς από τους Ορθοδόξους. Διαβάστε εδώ

Διαφορές ανάμεσα στη λειτουργία των Πεντηκοστιανών και των Ορθοδόξων

Διαβάστε το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του πρώην Πεντηκοστιανού Στέλιου Μπαφίτη στον Αντιαιρετικό

Η αλήθεια για το ιστορικό πρόσωπο του Κυρίου

ΤΕΥΧΟΣ  41                  ΤΡΙΠΟΛΙΣ                ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ – ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2005

Η  ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ  ΤΟ  ΙΣΤΟΡΙΚΟ  ΠΡΟΣΩΠΟ  ΤΟΥ  ΚΥΡΙΟΥ

Ἡ «τέχνη» στήν ὑπηρεσία τῆς παραπλάνησης

Ἄν ρίξουμε μιά ματιά στήν ἱστορία τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, θά διαπιστώσουμε, ὅτι αὐτό πού ἐπεχείρησαν περισσότερο οἱ ἀνά τούς αἰῶνες ἐχθροί της, ἦταν νά πλήξουν τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τόν ἀκρογωνιαῖο λίθο πάνω, στόν ὁποῖο αὐτή στηρίζεται. Ἄλλοτε φανερά καί ἄλλοτε συγκαλυμμένα, ἄλλοτε ἄμεσα καί ἄλλοτε ἔμμεσα, αὐτός ἦταν ὁ βασικός τους στόχος. Θά πατάξουμε τόν Ποιμένα καί θά διασκορπιστοῦν τά πρόβατα τῆς ποίμνης (Ματθ. 26, 31), σκέπτονταν. Γι’ αὐτούς, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά διαλυθεῖ. Ὄχι ἐπειδή κάνει κάτι κακό. Ἁπλά, ἐπειδή δέν θέλουν νά ὑπάρχει. Δέν θέλουν οὔτε νά τήν βλέπουν. «Βαρύς ἐστιν» ὁ δίκαιος «καί βλεπόμενος», λέει ἡ Ἁγ. Γραφή (Σοφ. Σόλ. 2, 15).

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Αρχαιολατρικές ομάδες και αρχαία ελληνική γλώσσα

ΤΕΥΧΟΣ  40                  ΤΡΙΠΟΛΙΣ                ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ – ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2005

ΑΡΧΑΙΟΛΑΤΡΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Τὸ φαινόμενο

Μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς φετινῆς σχολικῆς χρονιᾶς καὶ τὶς πολιτικὲς συζητήσεις γιὰ τὴ διεύρυνση τῶν ὡρῶν διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν στὰ σχολεῖα, δίνεται ἡ καλύτερη ἀφορμὴ νὰ ἀναπτύξουμε λίγο τὸ φαινόμενο, κατὰ τὸ ὁποῖο ἐπικρατεῖ μία γενικότερη «μόδα» στοὺς θιασῶτες τῆς νεοειδωλολατρίας γιά προβολὴ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας καὶ τῆς διδασκαλίας της, προκειμένου νὰ ἐμβαθύνει κάποιος στὰ ἰδεώδη τῶν προγόνων. Βέβαια, οἱ δωδεκαθεϊστὲς, ὅπως θὰ δείξουμε στὴ συνέχεια, ἔχουν ἰδεολογικῶς τόση σχέση μὲ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ὅση καὶ μὲ τὰ … θρησκευτικά.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Το μάθημα των Θρησκευτικών- Οι απόψεις των αιρετικών και η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα

Άρθρο από το έντυπο
«Ορθοδοξία και αίρεσις» της Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας, τεύχ. 60, Ιαν. – Φεβρ. 2009

Αιρέσεις και νομικός προβληματισμός για το μάθημα των Θρησκευτικών


Όπως είναι γνωστό, στη χώρα μας δρα ένα μεγάλο πλήθος αιρέσεων και παραθρησκευτικών ομάδων, οι περισσότερες από τις οποίες δεν αναγνωρίζονται ως «γνωστές θρησκείες», αφού δεν πληρούν τις προϋποθέσεις, που θέτει το Σύνταγμα και η ελληνική νομοθεσία. Οι ομάδες αυτές είναι γνωστές διεθνώς ως «σέκτες» («αιρετικές ομάδες» η «νέες θρησκευτικές κινήσεις» η «ομάδες θρησκευτικού η εσωτεριστικού η πνευματικού χαρακτήρα», κατά την ορολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Στη χώρα μας επιχειρούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους, θέτοντας συνήθως ένα πλήθος νομικών προβλημάτων, για δήθεν παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας και των ατομικών δικαιωμάτων, για δήθεν αναχρονιστική νομοθεσία κ.λ.π. Θεωρούν ότι η ελληνική νομοθεσία είναι ασύμβατη με τα ευρωπαϊκά δεδομένα και ισχυρίζονται ότι η χώρα μας έχει δήθεν καταδικασθεί από διεθνή δικαστήρια για τη σχετική της νομοθεσία, παραποιώντας, μάλιστα, δικαστικές Αποφάσεις.

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε περισσότερα

Κοινότητα ” Πελίτι”

Διαβάστε εδώ τι είναι και τι πιστεύει η κοινότητα  “Πελίτι”

Η Ιερά Σύνοδος τους καταγγέλλει για προσηλυτισμό και η Βιβλική Εταιρεία τους εφοδιάζει με Καινές Διαθήκες!

Επειδή στην περιοχή μας, πριν λίγο καιρό, έδρασε η Ομάδα αυτή, μοιράζοντας Καινές Διαθήκες, διαβάστε το σχετικό άρθρο του ιστολογίου ” Αντιαιρετικό Εγκόλπιο”  και την απάντηση του Σεβασμιωτάτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ιερεμία σε επιστολές που έστειλαν στους ιερείς της μητροπόλεώς του, πατώντας εδώ.

22α Πανορθόδοξος Συνδιάσκεψις Εντεταλμένων Ορθοδόξων Εκκλησιών και Ιερών Μητροπόλεων δια θέματα Αιρέσεων και Παραθρησκείας

(Λάρισα, 1 έως 3-11-2010).

ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΥΠΟΥ

Υπό την αιγίδα τού Μακαριωτάτου Αρ­χιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλά­δος κ. Ιερωνύμου, με την φιλοξενία τού Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνατίου και με τη συμ­μετοχή Εντεταλμένων οκτώ Ορθοδόξων Εκκλησιών και εβδομήντα πέντε Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλά­δος και της Κρήτης, πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Ωδείο Λαρίσης, από 1 έως 3 μηνός Νοεμβρίου 2010, η «ΚΒ’ Πανορθόδοξος Συνδιάσκεψις Εντεταλμένων Ορθοδόξων Εκκλησιών και Ιερών Μη­τροπόλεων δια θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας», με θέμα: «Μορφές και εκφράσεις τού σύγχρονου Αποκρυφι­σμού», υπό την Προεδρία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νικοπόλεως και Πρεβέ­ζης κ. Μελετίου, Προέδρου της Συνοδικής Επιτροπής επί των Αιρέσεων.

Τον αγιασμό ετέλεσε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος και εχαιρέτησε την Συνδιά­σκεψη. Στη Συνδιάσκεψη παρέστησαν οι Σεβασμιώτατοι: ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ. Ειρηναίος και οι Μητροπολίτες Λεοντοπόλεως (Πατριαρχείου Αλεξανδρείας) κ. Διονύσιος, Νευροκοπίου (Βουλγαρίας) κ. Ναθαναήλ, Ελασσώνος κ. Βασίλειος, Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, Κυδωνιάς και Αποκορώνου κ. Δαμασκηνός, Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλος, Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος, Κεντρώας Αφρικής κ. Νικη­φόρος και ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αβύδου κ. Κύριλλος.

Επίσης παρέστησαν ο Νομάρχης Λα­ρίσης, ο Δήμαρχος Λαρισαίων, η έπαρχος Ελασσώνος και ο Δήμαρχος Αμπελώνος, οι οποίοι και εχαιρέτησαν τη Συνδιάσκε­ψη.

Την έναρξη των εργασιών της Συνδιασκέψεως εκήρυξε ο Σεβασμιώτατος Πρόε­δρος, Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρε­βέζης κ. Μελέτιος. Ακολούθως αναγνώστηκαν τα Μηνύματα των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Στο μήνυμα του προς την Συνδιάσκεψη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, μεταξύ των άλλων, υπογράμμισε και τα εξής:

«Ο Αποκρυφισμός αποτελεί τον πυρήνα και την καρδίαν του παγκοσμίου αντιχρι­στιανικού φαινομένου της λεγομένης «Νέας Εποχής», η οποία επιθυμεί να αντικαταστήση το πρόσωπον του Χριστού και την Ευαγγελικήν διδασκαλίαν με ένα συνονθύλευμα ετεροκλήτων θέσεων, αι οποίαι παρουσι­άζονται ως μία δήθεν εναλλακτική μορφή θρησκευτικότητας».

«Αποτελεί ακόμη μίαν επανάληψιν της ιδίας εκείνης αρχεγόνου πειρασμικής προ­σβολής, η οποία διατυπώνει φαινομενικώς ελκυστικάς προτάσεις προς τον σύγχρονον πλέον, κεκοπιακότα υπαρξιακώς, τραυματισμένον και πνευματικώς ανερμάτιστον άνθρωπον, η οποία έχει πάντοτε την ιδίαν εκείνην οδυνηράν κατάληξιν, του χωρισμού τουτέστιν του ανθρώπου από της κοινωνίας της δόξης του ακτίστου Τριαδικού Θεού».

Η Συνδιάσκεψη μετά από εκτενή συζή­τηση επί των εισηγήσεων, ενέκρινε ομοφώ­νως τα ακόλουθα Πορίσματα:

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ

Η πρόοδος των θετικών επιστημών και η είσοδος της τεχνολογίας στη ζωή της ανθρωπότητας δημιούργησαν σε πολλούς την άλογη υπόνοια, ότι οι φυσικοί νόμοι δεν αφήνουν περιθώρια για παρουσία και παρέμβαση τού Θεού στη ζωή μας και για ύπαρξη πνευματικού κόσμου. Και ο κό­σμος, ένας γερασμένος κόσμος, φάνηκε να «συμμορφώνεται» και να «εκλογικεύεται».

Πολλοί άνθρωποι, για την ικανοποίη­ση των θρησκευτικών αναζητήσεών τους, που είναι έμφυτες και ανεξίτηλες, εστρά­φησαν σε μια δήθεν νέα μορφή θρησκείας, πιο προσιτή στο πνευματικό πλαίσιο της εποχής, και οδηγήθηκαν στον πνευματι­σμό, στη μαγεία και σε άλλα θρησκευτικά μορφώματα, που όλα μαζί ονομάζονται αποκρυφισμός.

Στην πραγματικότητα βρήκαν απήχηση μέσα τους θρησκευτικές αρχές, έκφραση του νοσηρού μυστικισμού του πνευματι­σμού, και ο πρωτογονισμός προχριστανικών θρησκειών, επειδή τάχα προσφέρουν κάτι το «νέο», μια εναλλακτική λύση στα προβλήματα, που δήθεν δημιουργεί η πί­στη στον Χριστό. Επί πλέον η ωφελιμιστι­κή τακτική ορισμένων ομάδων επιδεινώνει το πρόβλημα.

Κατά καιρούς έρχονται στη δημοσιότητα τραγικές -εγκληματικές καταστάσεις, που αναστατώνουν την παγκόσμια κοινή γνώ­μη. Και πως να γινόταν διαφορετικά, αφού όλος αυτός ο χώρος, όπως και όλες οι προ­χριστιανικές θρησκείες, έχουν για πρακτι­κή -λατρευτική έκφραση της πίστης τους την μαγεία, που ξεκινώντας από το τάχα αθώο και «ευεργετικό» περιτύλιγμα της «λευκής μαγείας» προχωρεί απροκάλυπτα στη «μαύρη μαγεία» και σε καθαρά σατανιστικές πρακτικές; Αυτή την πρακτική μα­γεία ασκεί και η παγκόσμια θρησκεία των μάγων και μαγισσών, η WICCA.

Σε όλες τις όποιας μορφής εκφάνσεις της μαγείας έχομε έντονη παρουσία και ενέργεια δαιμονικών πνευμάτων, που ενεργούν και στις λεγόμενες «εναλλακτι­κές θεραπείες», όπως το «Ρείκι», η αγγελοθεραπεία, ή σαμανιστική θεραπεία κ.α. ανάλογα, έστω κι αν αυτές, για παραπλά­νηση, συνήθως αυτοπροβάλλονται ως ου­δέτερες ή άχρωμες θρησκευτικά.

Στον αποκρυφισμό και σε όλες σχεδόν τις εκδηλώσεις του (θεοσοφία, πνευματι­σμό, μαγεία κλπ), τον γεμάτο καλωσύνη και στοργή αληθινό Θεό που μας χαρί­ζει την αιώνια ζωή στην Βασιλεία Του, Τον υποκαθιστούν δαιμονικές δυνάμεις, που για αποπροσανατολισμό των οπαδών τους, διδάσκουν την αιώνια και αέναη μετενσάρκωση.

Συνήθως ο προπαγανδισμός των αποκρυφιστών για προσέλκυση οπαδών γίνε­ται με μια γλώσσα εντελώς μοντέρνα και όρους παρμένους από τη σύγχρονη τεχνο­λογία και τη σύγχρονη αθεϊστική φιλοσο­φία. Και καταλήγει σαν έκφραση λατρείας των οπαδών του αποκρυφισμού από τους αρχαιότατους προχριστιανικούς χρόνους μέχρι και σήμερα, ακόμη και σε ανθρωπο­θυσίες, που όπως μαρτυρεί η ιστορία, εγίνονταν κατά την εκάστοτε όρεξη και ορμή των μάγων.

Ιδιαιτέρως επισημαίνουμε, ότι όλες οι μορφές και εκφάνσεις του αποκρυφισμού (αστρολογία, μαγεία, εναλλακτικές θερα­πείες κ.α.) δεν έχουν καμμία επιστημονική τεκμηρίωση και αξία. Και πολύ περισσό­τερο οι ημερομηνίες που παρουσιάζονται ως καθοριστικές για το μέλλον («2012», ημερολόγιο των Μάγια) δεν έχουν καμμία επιστημονική βάση.

Με ιδιαίτερη επιμονή και ένταση στρέ­φονται ενίοτε στον αποκρυφισμό και νέοι άνθρωποι, που αποκομμένοι από την αλη­θινή χριστιανική πίστη λόγω χαλάρωσης της εκκλησιαστικής ζωής και των ποικίλων προβλημάτων της εφηβείας, αναζητούν απαντήσεις στα υπαρξιακά τους προβλή­ματα.

Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός ήλθε στον κόσμο για να λύσει τα έργα του δι­αβόλου, δηλαδή όλες τις μορφές δαιμονι­κής λατρείας και μαγείας, και για να μας απομακρύνει από την πλάνη της ειδωλο­λατρίας.

Αντίδοτο στη «γοητεία» της μαγείας και της παραθρησκείας είναι η συνειδητή στροφή προς τον Χριστό που είναι η ΑΛΗ­ΘΕΙΑ. Όποιος αναζητεί την Αλήθεια και τη γνωρίζει, ελευθερώνεται, γιατί μόνο η Αλήθεια ελευθερώνει.

Ο Πρόεδρος της Συνδιασκέψεως,

Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιος.

ΟΙ Εντεταλμένοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Οικουμενικόν Πατριαρχείον: Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιος.

Πατριαρχείον Αλεξανδρείας: Μητροπολίτης Γέρων Λεοντοπόλεως Διονύσιος.

Πατριαρχείον Αντιοχείας: Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Σακούρ.

Πατριαρχείον Ιεροσολύμων: Αρχιμανδρίτης Δημήτριος.

Πατριαρχείον Ρωσίας: Ιερομόναχος Θεοφάνης Λουκιάνωφ.

Πατριαρχείον Βουλγαρίας: Μητροπολίτης Νευροκοπίου Ναθαναήλ.

Εκκλησία της Ελλάδος: Πρωτοπρεσβύτερος Κυριάκος Τσουρός.

Εκκλησία της Πολωνίας:Πρεσβύτερος Andrzej Lewczak.

Αναδημοσίευση από: http://www.egolpion.com/kb_sundiaskepsis.el.aspx

Η πλάνη της Σκοπιάς εις τα άζυμα του αναμνηστικού δείπνου του Κυρίου

Του Γεωργίου Τσιμπιρίδη

Eις την παρούσα μελέτη μας θα επιδιώξουμε, πολύ συνοπτικώς, να αποδείξουμε την πλάνη τών Μαρτύρων τού Ιεχωβά εις το θέμα τής χρήσεως τών αζύμων που χρησιμοποιούν εις την τελετή τής Αναμνήσεως, την οποία επιτελούν κάθε χρόνο κατά την 14ην τού Εβραικού μήνα Νισάν, και που εφέτος συμπίπτει με την 17ην Απριλίου. Για να καταλάβουμε εις ποία σημεία βασίζονται και ποία σημεία τής Γραφής έχουν παρερμηνεύσει, παραθέτουμε ευθύς αμέσως αποσπάσματα από διάφορα κείμενά τους τα οποία και θα σχολιάσουμε, υπογραμμίζοντας αυτά που θεωρούμε σημαντικά.«Πότε Θεσπίστηκε. Ανέκαθεν το Πάσχα τηρούνταν στις 14 τού μήνα Νισάν (Αβίβ), την ημέρα ή κοντά στην ημέρα τής πανσελήνου, δεδομένου ότι η πρώτη ημέρα τού κάθε μήνα (σεληνιακού μήνα) στο Ιουδαϊκό ημερολόγιο ήταν η ημέρα τής νέας σελήνης, όπως καθοριζόταν με οπτική παρατήρηση. Συνεπώς, η 14η ημέρα τού μήνα έπεφτε περίπου στα μέσα τού σεληνιακού κύκλου. Η ημερομηνία τού θανάτου τού Ιησού αποδεικνύεται στο λήμμα ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ (Πότε πέθανε) ότι ήταν η 14η Νισάν τού 33 Κ.Χ….Το βράδυ πριν από το θάνατό του ήταν που ο Ιησούς, τηρώντας το Πάσχα, έφαγε το τελευταίο του πασχαλινό γεύμα και κατόπιν θέσπισε το Δείπνο τού Κυρίου. Προτού ακόμη αρχίσει το δείπνο τής Ανάμνησης, αποπέμφθηκε ο προδότης Ιούδας ενώ, σύμφωνα με το υπόμνημα, «ήταν νύχτα». (Ιωα 13:30) Εφόσον οι ημέρες τού Ιουδαϊκού ημερολογίου διαρκούσαν από το βράδυ τής μιας ημέρας ως το βράδυ τής επομένης, το Δείπνο τού Κυρίου γιορτάστηκε και αυτό τη 14η Νισάν, το βράδυ της Πέμπτης 31 Μαρτίου…. Τα Εμβλήματα. Ο Μάρκος αφηγείται τα εξής αναφορικά με το ψωμί που χρησιμοποίησε ο Ιησούς όταν θέσπισε το Δείπνο τού Κυρίου: «Καθώς συνέχιζαν να τρώνε, πήρε ένα ψωμί, είπε μια ευλογία, το έσπασε και τούς το έδωσε και είπε: “Πάρτε το, αυτό σημαίνει το σώμα μου”». (Μαρ 14:22) Το ψωμί ήταν αυτό που είχαν για το πασχαλινό γεύμα το οποίο ο Ιησούς και οι μαθητές του είχαν μόλις ολοκληρώσει. Επρόκειτο για άζυμο ψωμί, δεδομένου ότι δεν επιτρεπόταν να υπάρχει προζύμι στα σπίτια τών Ιουδαίων κατά τη διάρκεια τού Πάσχα και τής σχετιζόμενης με αυτό Γιορτής τών Άζυμων Άρτων» (Ενόραση, τόμ.Α΄, σελ.707-708).«Ο ετήσιος εορτασμός τού Δείπνου τού Κυρίου (ή Ανάμνηση) είναι η μόνη γιορτή που έχουν την εντολή από τη Γραφή να τηρούν οι Χριστιανοί. Ο Ιησούς την καθιέρωσε τη νύχτα τής 14 Νισάν 33 μ.Χ., αφού γιόρτασε το Ιουδαϊκό Πάσχα. Μπροστά του υπήρχαν τα διάφορα είδη τροφής, που χρησιμοποιούνταν στο γεύμα τού Πάσχα. Η περιγραφή τού Λουκά λέει: ‘[Ο Ιησούς] λαβών άρτον, ευχαριστήσας έκοψε και έδωκε εις αυτούς, λέγων· Τούτο είναι το σώμα μου το υπέρ υμών διδόμενον· τούτο κάμνετε εις την ιδική μου ανάμνησιν. Ωσαύτως και το ποτήριον, αφού εδείπνησαν, λέγων· Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.—Λουκάς 22:19, 20. Ο Θεός είχε κατευθύνει τούς Εβραίους να χρησιμοποιήσουν ‘άζυμα’ κατά τη διάρκεια τού Πάσχα. (Έξοδος 12:8) Ώστε οι ‘άρτοι’ που είχε μπροστά του ο Ιησούς ήταν άζυμοι άρτοι. Ήταν φτιαγμένοι από σιτάλευρο, χωρίς καθόλου αλάτι, ή οποιοδήποτε άλλο άρτυμα, γιατί παρίσταναν τον άρτο θλίψεως’. (Σκοπιά 01.07.1982, σελ.31)    Εις τα ανωτέρω έντυπα η Σκοπιά πληροφορεί τούς αναγνώστες της τα εξής:α) Ο Χριστός απέθανε ανήμερα τού Εβραικού Πάσχα δηλαδή εις τις 14 Νισάν,β) Το τελευταίο του δείπνο ο Χριστός το ετέλεσε το βράδυ πρν από τον θάνατό Του, δηλαδή εις την αρχή τής 14ης Νισάν, κατά το σκοτεινόν αυτής τμήμα,γ) Το ψωμί, τού οποίου έκανε χρήση ο Χριστός και ετέλεσε την Ανάμνηση, ήτο άζυμο,δ) Κατά την διάρκεια τού Πάσχα, δηλαδή κατά την 14ην Νισάν, δεν επετρέπετο να υπάρχει προζύμι, ένζυμος δηλαδή άρτος, εις τα σπίτια τών Ιουδαίων καιε) Με προσεκτική ανάγνωση βλέπουμε ότι η Σκοπιά, εις το συγκεκριμένο κείμενο, κάνει διάκριση μεταξύ ημέρας τού Πάσχα και τής επταημέρου εορτής τών Αζύμων που ακολουθούσε την επομένη ημέρα.    Όλες τις ανωτέρω παρατηρήσεις οφείλουμε να τις έχουμε υπ’ όψιν, εις την συνέχειαν τής μελέτης μας. Προσέξτε όμως αγαπητοί αναγνώστες το τέχνασμα τής Σκοπιάς, για να παραπλανήσει τούς αναγνώστες της και να περάσει το μήνυμα, ότι όντως ο Ιησούς έκανε χρήση αζύμων κατά την διάρκεια τού δείπνου Του. Αναφέρει  μία αλήθεια, προκειμένου να περάσει την πλάνη της! Η αλήθεια είναι ότι πράγματι, κατά την ημέρα τού Πάσχα, δεν επετρέπετο να υπάρχει ένζυμος άρτος εις τα σπίτια τών Ιουδαίων. Κι αυτό επειδή από το σούρουπο τής 14ης Νισάν, άρχιζε το λεγόμενο  ‘bedikat chametz’ (έρευνα γιά ένζυμα) κατά την οποίαν έρευνα ο οικοδεσπότης, με το φως μίας λαμπάδας, ερευνούσε όλο το σπίτι και γύρω από αυτό, για τυχόν ύπαρξη ενζύμου άρτου και απομακρύνσεως αυτού.       Η Σκοπιά δηλαδή, αναφέροντας αυτή την αλήθεια, υπαινίσσεται, ότι αφού απηγορεύετο εις την 14ην Νισάν το προζύμι και ο ένζυμος άρτος, άρα ήτο εις χρήσιν τα άζυμα!!! Κι έτσι εξάγει αυθαιρέτως το συμπέρασμα, ότι «Το ψωμί ήταν αυτό που είχαν για το πασχαλινό γεύμα το οποίο ο Ιησούς και οι μαθητές του είχαν μόλις ολοκληρώσει. Επρόκειτο για άζυμο ψωμί, δεδομένου ότι δεν επιτρεπόταν να υπάρχει προζύμι στα σπίτια τών Ιουδαίων κατά τη διάρκεια τού Πάσχα» (Ενόραση, τόμ.Α΄, σελ.708). Πλανάται όμως πλάνην οικτράν η Σκοπιά, και δυστυχώς παραπλανάει και τούς ακολούθους της, διότι τούς αποκρύπτει ότι η ημέρα τού Πάσχα, δηλαδή η 14η Νισάν, ήτο ημέρα ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ τών αζύμων και ΟΧΙ ημέρα χρήσεως και βρώσεως αυτών!!! Ημέρα χρήσεως και βρώσεως τών αζύμων ήτο η επομένη ημέρα τού θανάτου τού Ιησού, η 15η Νισάν, όπως ξεκάθαρα αναφέρεται εις το ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 (κατά το Εβρ.) «Και την δεκάτην πέμπτην ημέραν τού αυτού μηνός, εορτή τών αζύμων εις τον  Κύριον· επτά ημέρας άζυμα θέλετε τρώγει» και εις τούς ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:17 (κατά το Εβρ.) «Και την δεκάτην πέμπτην τού μηνός τούτου είναι εορτή· επτά ημέρας θέλουσι τρώγεσθαι άζυμα.»! Η 14η Νισάν ονομάζετο ‘παρασκευή τού Πάσχα’ (ΙΩΑΝ. ΙΘ:14,31,42), διότι κατ’ αυτήν έπρεπε να τελειώσει όλη η οικιακή και λατρειακή προπαρασκευή, την οποία απαιτούσε ο Ιουδαικός Νόμος για το Πάσχα, δηλαδή η προμήθεια αζύμου άρτου, η προμήθεια τού αμνού και λοιπών χρειωδών.     Λαμβανομένου δε υπ’ όψιν ότι το Πάσχα εωρτάζετο την 15ην Νισάν, συμπίπτουσα τότε προς το Σάββατο, το οποίο – καθώς και η εορτή – άρχιζε από τής 6ης εσπερινής τής προτεραίας (παραμονής), αυτή η προτεραία, ήτο η 14η Νισάν, καλουμένη και ‘παρασκευή τού Πάσχα’, διότι κατ’ αυτήν άρχιζε, ως ελέχθη, η προμήθεια ή η εις τούς οίκους παρασκευή τού πασχαλίου αζύμου άρτου, τού οποίου η βρώση θα άρχιζε από τής 6ης εσπερινής τής Παρασκευής προς το Σάββατο, όταν θα άρχιζε η 15η Νισάν, δηλαδή η πρώτη ημέρα τής εβδομαδιαίας εορτής τού Πάσχα, η οποία δια τούτο εκαλείτο ‘εορτή τών αζύμων τω ΚυρίωΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 (κατά το Εβρ.).     Η Σκοπιά, εις τα έντυπα που θα παραθέσουμε ευθύς αμέσως, λέγει ξεκάθαρα ότι η εορτή τών Αζύμων, ετελείτο μετά από την τήρησι τού Πασχαλίου δείπνου, ξεκινούσε δηλαδή εις την 15ην Νισάν. «Η πρώτη από τις ετήσιες εορτές, η εορτή τών αζύμων, ετελείτο αμέσως μετά την τήρησι τού Πασχαλίου δείπνου στις 14 τού μηνός Αβίβ ή Νισάν. Η εορτή τών αζύμων διαρκούσε επτά ημέρες, από τις 15 Νισάν και μέχρι τις 21 Νισάν. Η πρώτη ημέρα αυτής τής εορτής ήταν το Σάββατο που ακολουθούσε την τήρησι τού Πασχαλίου δείπνου. Τη δεύτερη ημέρα τής εορτής, στις 16 Νισάν, ο Ισραηλίτης αρχιερεύς στο ναό τού Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ προσέφερε σ’ Αυτόν ένα δράγμα από τη νεοθερισμένη συγκομιδή κριθής.—Λευιτ. 23:11-16. Υπάρχει μια ιστορική αφήγησις για ένα 12-χρονο παιδί που εφέρθη από τη Ναζαρέτ στην Ιερουσαλήμ για να εορτάση το Πάσχα. Το παιδί αυτό ήταν ο Ιησούς, ο γιος τής Μαρίας. Μετά από δεκαοχτώ χρόνια, το 29 μ.Χ., αυτός ο Ισραηλίτης, που ήταν τώρα ο Κύριος Ιησούς Χριστός, έγινε ο «Αμνός τού Θεού,» τον οποίον εξεικόνιζε ο Πασχάλιος αμνός (Λουκ. 2:41-52· Ιωάν. 1:29-37). Μετά από τριάμισυ χρόνια, θυσιάσθηκε πραγματικά πάνω σ’ ένα ξύλο στο Γολγοθά, έξω από την Ιερουσαλήμ, την Παρασκευή, 14 Νισάν τού έτους 33 μ.Χ. Το βράδυ εκείνης τής Παρασκευής άρχιζε η 15η Νισάν, και μαζί μ’ αυτήν η εορτή τών αζύμων, αλλά ο ίδιος ο Ιησούς δεν συμμετείχε στην ευφροσύνη που χαρακτήριζε μια τέτοια περίπτωσι. Είχε πεθάνει και είχε ταφή.» (Σκοπιά 15.05.1980, σελ.8-9) «Το Πάσχαη πρώτη από τις γιορτές τού μήνα Νισάνπου αρχικά γιορτάστηκε στην Αίγυπτο, έπεφτε τη 14η ημέρα τού μήνα και περιλάμβανε τη θυσία τού πασχαλινού αρνιού. (Εξ 12:2-14· Λευ 23:5· Δευ 16:1) Την επόμενη ημέρα άρχιζε η εφταήμερη Γιορτή των Άζυμων Άρτων, από τη 15η μέχρι την 21η ημέρα του μήνα. Τη 16η Νισάν γινόταν η προσφορά τών πρώτων καρπών από το θερισμό τού κριθαριού.» (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.463)Μετά την ανάγνωση τών ανωτέρω εντύπων απευθύνουμε δύο ερωτήματα εις τούς αγαπητούς Μάρτυρες τού Ιεχωβά: α) Τι επετρέπετο να τρώγουν καθ’ όλην την διάρκεια τής επταημέρου εορτής οι Εβραίοι; «επτά ημέρας άζυμα θέλετε τρώγει» ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 (κατά το Εβρ.), «επτά ημέρας θέλουσι τρώγεσθαι άζυμα» ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:17 (κατά το Εβρ.)β) Όταν η Σκοπιά βάζει τον Χριστό με τούς Μαθητές Του να τρώγουν άζυμα εις την 14ην Νισάν, δηλαδή ΠΡΟ ΤΗΣ 15ης Νισάν, έχουν άπαντες (συμφώνως προς το ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 και τούς ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:17) παραβεί τον Νόμο τού Θεού ΝΑΙ ή ΟΧΙ; Κι αν πράγματι συνέβη κάτι τέτοιο, γιατί οι διώκτες τού Χριστού, Γραμματείς και Φαρισαίοι, δεν το εκμεταλεύθηκαν εις το Μέγα Συνέδριο, αλλά αναγκάστηκαν να επικαλεσθούν ψευδομάρτυρες (ΜΑΤΘ.ΚΣΤ:59-60, ΜΑΡΚ.ΙΔ:55-57) προκειμένου να προσάψουν ψευδή κατηγορία εναντίον τού Ιησού, διότι δεν υπήρχε αληθινή να ευσταθήσει; Κι εφόσον η ΙΔΙΑ Η ΣΚΟΠΙΑ, που πιστεύετε και ακολουθείτε αγαπητοί Μάρτυρες, ομολογεί και διακηρύσσει ότι ‘Ο Χριστός εκπλήρωνε στην εντέλεια τις διατάξεις τού Νόμου’ (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.768), εν προκειμένω πώς εκπλήρωσε την διάταξη που αφορούσε εις την βρώση τών αζύμων όταν χρησιμοποιεί Αυτός και οι Μαθητές Του άζυμα μίαν ημέραν ενωρίτερα τής νομίμης, διάταξη που είναι ξεκάθαρη εις το ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 και εις τούς ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:17;     Η Σκοπιά εις τα ανωτέρω έντυπα αναφέρει ξεκάθαρα, ότι η εορτή τών Αζύμων άρχιζε το βράδυ τής Παρασκευής, την 15η Νισάν, την επομένη ημέρα τής θυσίας τού πασχαλίου αμνού! Άρχιζε δηλαδή η εορτή τών Αζύμων και άρα….τα άζυμα! Αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά τα κείμενα ομιλούν από μόνα τους. Συνδιάστε το ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 με την Σκοπιά 15.05.1980, σελ.8-9 και το Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.463 και βγάλτε αβιάστως το συμπέρασμα: Δεν υπάρχει περίπτωση ούτε μία εις το εκατομμύριο ο Χριστός να παρέβη τον Νόμο και να χρησιμοποίησε άζυμα για τον απλούστατο λόγο: 1ον) Διότι ο ίδιος ο Θεάνθρωπος είπε: «Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τούς προφήτας· ουκ ήλθον καταλύσαι, αλλά πληρώσαι» (ΜΑΤΘ. Ε:17), και 2ον) διότι η χρήση και η βρώση τών αζύμων ξεκινούσε την επομένη τού θανάτου Του, εις την 15ην Νισάν!!! Το έντυπο τής Σκοπιάς ‘Ενόραση’ αναλύει τα ανωτέρω γεγονότα ως εξής:«Ζητήματα Σχετικά με τη Χρονική Αλληλουχία. Το ζήτημα τού μολυσμού αποτέλεσε την αφορμή για την εξής δήλωση: Οι ίδιοι δεν μπήκαν στο ανάκτορο τού κυβερνήτη, για να μη μολυνθούν αλλά να μπορέσουν να φάνε το πάσχα. (Ιωα 18:28) Εκείνοι οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι θα μολύνονταν αν εισέρχονταν σε κατοικία Εθνικού. (Πρ 10:28) Αυτή η δήλωση έγινε, όμως, «νωρίς το πρωί», επομένως αφού είχε λάβει χώρα το πασχαλινό γεύμα. Πρέπει να σημειωθεί ότι, εκείνη πλέον την εποχή, ολόκληρη αυτή η περίοδος—τόσο η ημέρα του Πάσχα όσο και η ακόλουθη Γιορτή των Άζυμων Άρτων—αποκαλούνταν ενίοτε «Πάσχα». Έχοντας υπόψη αυτό το γεγονός, ο Άλφρεντ Έντερσχαϊμ δίνει την παρακάτω εξήγηση: Μια εθελοντική ειρηνική προσφορά γινόταν το Πάσχα και μια άλλη, υποχρεωτική, την επομένη, στις 15 Νισάν, την πρώτη ημέρα τής Γιορτής τών Άζυμων Άρτων. Αυτή τη δεύτερη προσφορά φοβούνταν οι Ιουδαίοι ότι δεν θα μπορούσαν να φάνε αν μολύνονταν στη δικαστική αίθουσα του Πιλάτου.—Ο Ναός, 1874, σ. 186, 187.«Η πρώτη ημέρα τών άζυμων άρτων». Προκύπτει επίσης ένα ζήτημα σε σχέση με τη δήλωση στο εδάφιο Ματθαίος 26:17: «Την πρώτη ημέρα τών άζυμων άρτων πλησίασαν οι μαθητές τον Ιησού, λέγοντας: Πού θέλεις να σού ετοιμάσουμε να φας το πάσχα;”»Η φράση «την πρώτη ημέρα» θα μπορούσε εν προκειμένω να αποδοθεί «την προηγουμένη». Αναφορικά με τη χρήση της λέξης πρώτη τού πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, μια υποσημείωση στο εδάφιο Ματθαίος 26:17 στη Μετάφραση Νέου Κόσμου λέει: «Ή, Την προηγουμένη”. Αυτή η απόδοση τής λέξης πρώτος ακολουθούμενης από λέξη σε γενική πτώση συμφωνεί με την έννοια και την απόδοση μιας παρόμοιας σύνταξης στα εδ. Ιωα 1:15, 30, δηλαδή υπήρχε πριν από εμένα [πρώτός μου ην]”». Σύμφωνα με το Μεγάλο Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης (των Λίντελ και Σκοτ, Εκδόσεις «Ι. Σιδέρης», 1921, τόμ. 3, σ. 774), το πρώτος συχνάκις τίθεται αντί τού προσδοκώμενου πρότερος”. Εκείνη την εποχή, η ημέρα τού Πάσχα είχε καταλήξει να θεωρείται γενικά ως η πρώτη ημέρα τής Γιορτής τών Άζυμων Άρτων. Έτσι λοιπόν, το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, σε αρμονία με το Ιουδαϊκό έθιμο, αφήνει το περιθώριο να έγινε η εν λόγω ερώτηση στον Ιησού την προηγουμένη τού Πάσχα.«Προετοιμασία». Στο εδάφιο Ιωάννης 19:14, ο απόστολος Ιωάννης, καθώς περιγράφει το τελικό μέρος τής δίκης του Ιησού ενώπιον τού Πιλάτου, λέει: «Ήταν δε προετοιμασία τού πάσχα· ήταν περίπου η έκτη ώρα [τής ημέρας, ανάμεσα στις 11:00 π.μ. και στις 12 το μεσημέρι]». Αυτό, φυσικά, τοποθετείται μετά το πασχαλινό γεύμα, το οποίο είχαν φάει την προηγούμενη νύχτα. Παρόμοιες εκφράσεις βρίσκονται στα εδάφια 31 και 42. Εδώ, η λέξη τού πρωτότυπου ελληνικού κειμένου που μεταφράζεται «προετοιμασία» είναι η λέξη παρασκευή. Αυτή η λέξη φαίνεται ότι προσδιορίζει, όχι την προηγουμένη τής 14ης Νισάν, αλλά την προηγουμένη τού εβδομαδιαίου Σαββάτου, το οποίο, σε αυτή την περίπτωση, ήταν μεγάλο”, δηλαδή δεν ήταν Σάββατο μόνο επειδή ήταν η 15η Νισάν, η πρώτη ημέρα της καθαυτό Γιορτής τών Άζυμων Άρτων, αλλά επειδή ήταν και εβδομαδιαίο Σάββατο. Αυτό είναι εύλογο, εφόσον, όπως ειπώθηκε ήδη, η λέξη «Πάσχα» χρησιμοποιούνταν μερικές φορές αναφερόμενη σε ολόκληρη τη γιορτή.» (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.615-616)    Εις το ανωτέρω κείμενο η Σκοπιά, προκειμένου να αποφύγει τον σκόπελο τού χωρίου «Άγουσιν ουν τον Ιησούν από τού Καιάφα εις το πραιτώριον· ην δε πρωί· και αυτοί ουκ εισήλθον εις το πραιτώριον, ίνα μη μιανθώσιν,αλλ’ ίνα φάγωσι το πάσχα.» (ΙΩΑΝ. ΙΗ:28), το οποίο λέγει ξεκάθαρα, ότι το Πάσχα δεν ετελέσθη ακόμη, όπως κακόδοξα διδάσκει η Σκοπιά, αλλά θα ετρώγετο υπό τών Ιουδαίων αργότερα, προς το εσπέρας τής ημέρας, προβαίνει εις το εξής ερμηνευτικό τέχνασμα: Ενοποιεί εις μίαν τις δύο εορτές με το αυτό όνομα, αυτήν τής θυσίας τών αμνών, που εγένετο την 14ην Νισάν, και αυτήν τής εορτής τών αζύμων, ενώ όπως είδαμε εις τον πρώτο τόμο τού ‘Ενόρασις’, ξεκάθαρα ως Πάσχα αναφέρεται ΜΟΝΟΝ η 14ην Νισάν και ΟΧΙ και η εβδομαδιαία εορτή τών αζύμων: «…κατά τη διάρκεια τού Πάσχα και τής σχετιζόμενης με αυτό Γιορτής τών Άζυμων Άρτων» (Ενόραση, τόμ.Α΄, σελ.707-708). Έτσι περνάει εις τούς αναγνώστες το εσφαλμένο μήνυμα, ότι οι Ιουδαίοι, το πάσχα εις το οποίο ήθελαν να λάβουν μέρος και να φάνε, δεν είναι το γνωστό νομικό Πάσχα που εθύετο ο πασχάλιος αμνός, αφού αυτό το πάσχα ετελέσθη εις την αρχήν τής ημέρας, κατά το σκοτεινόν αυτής τμήμα, αλλά τα κρέατα τών ειρηνικών προσφορών που εγένοντο την πρώτη ημέρα τής εβδομαδιαίας εορτής τών αζύμων, δηλαδή τής πασχαλίου θυσίας τής επονομαζομένης και Chagiga (πρβλ. ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:18-24)!     Καλό το τέχνασμα τής Σκοπιάς, που μάλλον αποσκοπεί εις το να παραπλανήσει τούς αναγνώστες και ακολούθους της, αλλά οι συγγραφείς τού κειμένου ή έχουν άγνοια τών ακολούθων, ή εσκεμμένως έχουν αποκρύψει τα εξής:  1) Επειδή ο οίκος τού Πιλάτου δεν είχε καθαρισθεί από ζύμης, συμφώνως προς το ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:4, ο τελετουργικός μολυσμός, τον οποίον δια τής εισόδου των εις το πραιτώριο θα εμολύνοντο οι Ιουδαίοι, θα διαρκούσε μέχρι τής δύσεως τού ηλίου μόνον, (πρβλ. ΛΕΥΙΤ. ΙΑ:24, ΑΡΙΘΜ. ΙΘ:7, ΔΕΥΤ. ΚΓ:11 κ.τ.λ), αλλά εις την περίπτωση τού Πάσχα πας όστις ήτο ακάθαρτος, έπρεπε να αναβάλει τον εορτασμό τού Πάσχα επί έναν ολόκληρο μήνα συμφώνως προς τα ΑΡΙΘΜ. Θ:6-11 και Β΄ ΠΑΡ. (Β΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) Λ:2-3. Άρα, εάν είχαν ήδη φάει το Πάσχα εις την αρχή τής ημέρας, όπως διατείνεται η Σκοπιά, τότε δεν είχαν τίποτε να φοβηθούν, εφόσον η μόλυνσή τους θα διαρκούσε έως εσπέρας, οπότε δι’ ενός καθάρσιου λουτρού εξηλείφετο. Επειδή όμως δεν είχαν ακόμη φάει ακόμη τού πασχαλίου αμνού, δηλαδή επρόκειτο να φάνε εξ αυτού, κι αν δια τής εισόδου των εμολύνοντο, τότε θα έπρεπε να τελέσουν το Πάσχα έναν μήνα αργότερα, γι’ αυτό δε τον λόγο δεν εισέρχονται  εις το πραιτώριο. 2) Για να μην αδικήσουμε όμως την Σκοπιά, θα αναφέρουμε ευθύς αμέσως άλλη μίαν ερμηνεία που έχει προταθεί εις το συγκεκριμένο περιστατικό. Οι οικίες τών εθνικών εθεωρούντο ακάθαρτοι, λόγω τής επικρατούσης γνώμης, ότι οι εθνικοί συνήθιζαν να θάπτουν εις αυτές τα εκτρωθέντα έμβρυα. Άρα η οικία ίσχυε ως δια τινος πτώματος νεκρού μολυνθείσα, η δε εις αυτήν είσοδος τού Ιουδαίου εμόλυνε αυτόν, κατά τον ορισμό τών ΑΡΙΘΜ. ΙΘ:14, όχι επί μία μόνον ημέρα, αλλά επί επτά, κατά τις οποίες ημέρες τού μολυσμού απηγορεύετο εις αυτόν η βρώση πάσης οιασδήποτε θυσίας, τόσον δηλαδή τής τού πασχαλίου αμνού (ΑΡΙΘ. Θ:6 και εξής), όσον και τής Chagiga, τής σωτηρίου δηλαδή θυσίας (ΛΕΥΙΤ. Ζ:20). Ποία λοιπόν από τις δύο περιπτώσεις εννοεί ο Ιωάννης όταν λέγει ‘ίνα μη μιανθώσι’; Εννοεί την απαγόρευση τής βρώσεως τού πασχαλίου αμνού τής 14ης Νισάν, ή τής πασχαλίου θυσίας Chagiga τής 15ης Νισάν; Αποφασιστικό λοιπόν σημείο περί τής βρώσεως ποίας θυσίας γίνεται εδώ λόγος, παραμένει η συνάφεια τού κειμένου και η συνήθης έννοια, με την οποίαν χρησιμοποιείται εις την Καινή Διαθήκη η έκφραση ‘φαγείν το πάσχα’. Ως προς την συνάφεια πρέπει να σκεφτεί κανείς, ότι το Ευαγγέλιο τού Ιωάννου έχει γραφεί για τούς εθνικοχριστιανούς, οι οποίοι είχαν μεν κάποια γνώση περί τού Ιουδαικού πασχαλίου αμνού, αλλά δυσκόλως είχαν κάποια εγγύτερη γνώση περί τής Chagiga. Εάν δε εμβαθύνουμε περισσότερο, μπορούμε να σκεφτούμε, ότι εις την Καινή Διαθήκη η λέξη ‘πάσχα’ και η φράση ‘φαγείν το πάσχα’ σημαίνει τον πασχάλιο αμνό και μόνον αυτόν: «Τη δε πρώτη τών αζύμων προσήλθων οι μαθηταί τού Ιησού λέγοντες αυτώ· πού θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το πάσχα;» (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:17), «Και τη πρώτη ημέρα τών αζύμων, ότε το πάσχα έθυον, λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού· πού θέλεις απελθόντες ετοιμάσωμεν ίνα φάγης το πάσχα;…πού εστι το κατάλυμά μου όπου το πάσχα μετά τών μαθητών μου φάγω;» (ΜΑΡΚ. ΙΔ:12,14), «και απέστειλεν Πέτρον και Ιωάννην ειπών· πορευθέντες ετοιμάσατε ημίν το πάσχα ίνα φάγωμενκαι ερείτε τω οικοδεσπώτη τής οικίας· λέγει σοι ο διδάσκαλος, πού εστι το κατάλυμα όπου το πάσχα μετά τών μαθητών μου φάγω;…και είπε προς αυτούς· επιθυμία επεθύμησα τούτο το πάσχα φαγείν μεθ’ υμών προ τού παθείν με» (ΛΟΥΚ. ΚΒ:8,11,15).    Το αυτό δε ισχύει και εις τις παράλληλες φράσεις ‘ετοιμάζειν το πάσχα’: «Και εποίησαν οι μαθηταί ως συνέταξεν αυτοίς ο Ιησούς, και ητοίμασαν το πάσχα.» (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:19) και «πού θέλεις απελθόντες ετοιμάσωμεν ίνα φάγης το πάσχα;…και ητοίμασαν το πάσχα» (ΜΑΡΚ. ΙΔ:12,16), «πορευθέντες ετοιμάσατε ημίν το πάσχα ίνα φάγωμενΑπελθόντες δε εύρον καθώς είρηκεν αυτοίς, και ητοίμασαν το πάσχα.» (ΛΟΥΚ. ΚΒ:8,13), ‘θύειν το πάσχα’: «Και τη πρώτη ημέρα τών αζύμων, ότε το πάσχα έθυον» (ΜΑΡΚ. ΙΔ:12), «Ήλθε δε η ημέρα τών αζύμων, εν ή έδει θύεσθαι το πάσχα» (ΛΟΥΚ. ΚΒ:7), «και γαρ το πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη Χριστός» (Α΄ ΚΟΡ. Ε:7) και ‘ποείν το πάσχα’: «ο διδάσκαλος λέγει, ο καιρός μου εγγύς· προς σε ποιώ το πάσχα μετά τών μαθητών μου.» (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:18), «Πίστει πεποίηκεν το πάσχα και την πρόσχυσιν τού αίματος, ίνα μη ο ολοθρεύων τα πρωτότοκα θίγη αυτών» (ΕΒΡ. ΙΑ:28).    Εις το συγκεκριμένο δηλαδή χωρίο «Άγουσιν ουν τον Ιησούν από τού Καιάφα εις το πραιτώριον· ην δε πρωί· και αυτοί ουκ εισήλθον εις το πραιτώριον, ίνα μη μιανθώσιν,αλλ’ ίνα φάγωσι το πάσχα.» (ΙΩΑΝ. ΙΗ:28), δεν υφίσταται ουδείς εκβιαστικός λόγος να εκλάβουμε την έκφραση ‘φαγείν το πάσχα’ με διαφορετική σημασία από την συνήθη της, οπότε ουδεμία δύναται να υπάρξη αμφιβολία, ότι το ‘φαγείν το πάσχαΚΑΙ ΕΙΣ ΑΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ, όπως και όλα τα παρόμοια τής Καινής Διαθήκης, όπως απεδείξαμε ανωτέρω, σημαίνει την κατά το εσπέρας τής 14ης Νισάν βρώση τού πασχαλίου αμνού, κι όχι άλλου πασχαλίου εδέσματος (Chagiga) όπως κακοδόξως διδάσκει η Σκοπιά και παραπληροφορεί τούς αναγνώστες της.    Ως προς την φράση τώρα ‘Τη δε πρώτη τών αζύμων’ (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:17) που προσήλθον οι μαθητές εις τον Ιησού και τον ερώτησαν πού να ετοιμάσουν για να φάνε το Πάσχα, η εξήγηση τής Σκοπιάς ότι το ‘πρώτος’ είναι με την έννοια τού ‘πρότερος’ κατά ένα μεγάλο ποσοστό είναι σοβαρή και μάλλον σωστή. Διότι εάν ως ‘πρώτη τών αζύμων’ ή κατά τον ΜΑΡΚ. ΙΔ:12 «Και τη πρώτη ημέρα τών αζύμων, ότε το πάσχα έθυον, λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού· πού θέλεις απελθόντες ετοιμάσωμεν ίνα φάγεις το πάσχα;» εκλειφθεί ως η ημέρα σφαγής τού πασχαλίου αμνού, δηλαδή η 14η Νισάν, ημέρα Πέμπτη, τότε την ίδια ημέρα, γίνεται ο Μυστικός Δείπνος, την δε επομένη ημέρα 15η Νισάν ημέρα Παρασκευή, τελείται η σταύρωση, κάτι που έρχεται εις άμεση σύγκρουση με τον Ιωάννη που λέγει ξεκάθαρα ότι η ημέρα θανάτου τού Ιησού ήτο ‘παρασκευή τού πάσχα’ (ΙΩΑΝ. ΙΘ:14), δηλαδή η Παρασκευή 14η Νισάν, άρα ο Μυστικός Δείπνος έγινε την προηγουμένη ημέρα, δηλαδή Πέμπτη 13η Νισάν! (Επ’ αυτού τού δυσεπίλυτου γρίφου και τού αινίγματος για την εμφανέστατη ‘αντίφαση’ και ‘σύγκρουση’ που υφίσταται μεταξύ τών τριών συνοπτικών και τού Ιωάννου, επιφυλασσόμεθα να απαντήσουμε λεπτομερώς με την επόμενή μας μελέτη)    Κι ενώ η Σκοπιά έχει προβεί εις μία σοβαρή ερμηνεία όσον αφορά την φράση πρώτη τών αζύμων’ εις την συνέχεια, προκειμένου να πείσει τούς αναγνώστες ότι ο Χριστός έφαγε άζυμα εις το τελευταίο Του δείπνο, λέγει τα εξής; «Εκείνη την εποχή, η ημέρα τού Πάσχα είχε καταλήξει να θεωρείται γενικά ως η πρώτη ημέρα τής Γιορτής τών Άζυμων Άρτων. Έτσι λοιπόν, το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο, σε αρμονία με το Ιουδαϊκό έθιμο, αφήνει το περιθώριο να έγινε η εν λόγω ερώτηση στον Ιησού την προηγουμένη τού Πάσχα». Αφού έκανε μία σοβαρή προσπάθεια να ερμηνεύσει το ‘πρώτη τών αζύμων’ ως ‘προτύτερη’ ως δηλαδή ‘παραμονή τών αζύμων’ με σκοπό να αποδείξει ότι το ερώτημα τών μαθητών, περί τής προετοιμασίας και βρώσεως τού Πάσχα, ετέθει εις τον Χριστό την παραμονή τής εορτής τών αζύμων και τής σφαγής τού πασχαλίου αμνού, άρα το ‘πρώτη’ να φύγει από την Παρασκευή τής 14ης Νισάν και να μετατεθεί εις την προτεραία αυτής, δηλαδή εις την Πέμπτη τής 13ης Νισάν, εντούτοις επανέρχεται πάλι εις τα ίδια, θέτοντος το ‘πρώτη τών αζύμων’ εις τις 14η Νισάν, ταυτίζοντάς την με την ημέρα τού Πάσχα και τής σφαγής τού αμνού εφόσον γράφει: «Εκείνη την εποχή, η ημέρα τού Πάσχα είχε καταλήξει να θεωρείται γενικά ως η πρώτη ημέρα τής Γιορτής τών Άζυμων Άρτων»! Ερμηνευτική Βαβέλ!     Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός τής Σκοπιάς, ότι η ημέρα τού Πάσχα, η 14η δηλαδή Νισάν, εθεωρείτο ως η πρώτη ημέρα τής Εορτής τών Αζύμων στερείται σοβαρότητος και είναι καθαρά αντιγραφική. Είναι απλώς ένας ερμηνευτικός ελιγμός προκειμένου να πείσει τούς αναγνώστες της, ότι ο Χριστός εκείνη την ημέρα, την 14η Νισάν, χρησιμοποίησε άζυμα επί τού τελευταίου Του δείπνου. Η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει ξεκάθαρα όπως προείπαμε εις την αρχή τής μελέτης μας, ότι το διάστημα τής χρήσεως και βρώσεως τών αζύμων περιορίζεται εις ΕΠΤΑ (7) ημέρες, από την 15ην Νισάν έως και την 21ην Νισάν: ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 (κατά το Εβρ.) «Και την δεκάτην πέμπτην ημέραν τού αυτού μηνός, εορτή τών αζύμων εις τον  Κύριον· επτά ημέρας άζυμα θέλετε τρώγει» και ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:17 (κατά το Εβρ.) «Και την δεκάτην πέμπτην τού μηνός τούτου είναι εορτή· επτά ημέρας θέλουσι τρώγεσθαι άζυμα.»! Εις δε το ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:3 (κατά το Εβρ.) διασαφηνίζεται ότι: «ΕΠΤΑ ημέρας θέλει τρώγει άζυμα με ΑΥΤΟ (δηλ. με το Πάσχα)», δηλαδή εις το διάστημα τών ΕΠΤΑ (7) ΗΜΕΡΩΝ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΣΧΑ!!! Διδάσκοντας λοιπόν η Σκοπιά, ότι ο Ιησούς και οι μαθητές Του έφαγαν άζυμα την 14ην Νισάν, επεκτείνει το διάστημα από επτά (7) ημέρες, που εντέλλεται ο Νόμος τού Θεού προς χρήση και βρώση αζύμων, εις οκτώ (8)!!! Κι εν προκειμένω πώς η Σκοπιά θεωρεί ότι ‘Ο Χριστός εκπλήρωνε στην εντέλεια τις διατάξεις τού Νόμου’ (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.768), όταν έχει εμφανώς και κατάφορα παραβεί τον Νόμο, εφόσον κάνει χρήση αζύμων μίαν ολόκληρη ημέρα προ της νομίμης; Δεν θεωρείτε, αγαπητοί Μάρτυρες τού Ιεχωβά, ότι η Σκοπιά σάς οφείλει μίαν ικανοποιητική απάντηση επ’ αυτού;  Συνεχίζουμε όμως, αγαπητοί αναγνώστες, την ανάγνωση τού βιβλίου τής Σκοπιάς ‘Ενόραση’:«Σχετικά με το πρωί κατά το οποίο ο Ιησούς δικάστηκε και προσάχθηκε ενώπιον τού Πιλάτου, τις πρωινές ώρες τής 14ης Νισάν (η ημέρα του Πάσχα είχε αρχίσει από το προηγούμενο βράδυ), το εδάφιο Ιωάννης 19:14 λέει: «Ήταν δε προετοιμασία τού πάσχα». (KJ, Da, ΜΝΚ) Μερικοί σχολιαστές θεωρούν ότι αυτό σημαίνει «προετοιμασία για το πάσχα», ορισμένες δε μεταφράσεις αποδίδουν το εδάφιο έτσι. (AT, We, CC) Αυτό, όμως, δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν είχαν γιορτάσει ακόμη το Πάσχα, ενώ οι αφηγήσεις τών Ευαγγελίων δείχνουν καθαρά ότι ο Ιησούς και οι απόστολοι το είχαν γιορτάσει την προηγούμενη νύχτα. (Λου 22:15· Ματ 26:18-20· Μαρ 14:14-17) Ο Χριστός εκπλήρωνε στην εντέλεια τις διατάξεις τού Νόμου, περιλαμβανομένης και της απαίτησης για τήρηση του Πάσχα στις 14 Νισάν. (Εξ 12:6· Λευ 23:5· βλέπε ΠΑΣΧΑ.) Η ημέρα τής δίκης και τού θανάτου τού Ιησού μπορούσε να θεωρηθεί «προετοιμασία τού πάσχα» με την έννοια ότι αποτελούσε την προετοιμασία για την εφταήμερη Γιορτή τών Άζυμων Άρτων που άρχιζε την επομένη. Λόγω τής εγγύτητας των δύο γιορτών ημερολογιακά, ολόκληρη αυτή η περίοδος αποκαλούνταν συχνά «Πάσχα». Η δε επομένη της 14ης Νισάν ήταν πάντοτε Σάββατο, και μάλιστα το 33 Κ.Χ. η 15η Νισάν έπεσε στο κανονικό Σάββατο, πράγμα που κατέστησε την ημέρα εκείνη μεγάλο ή διπλό Σάββατο» (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.768).    Παρατηρούμε εις το ανωτέρω κείμενο, ότι προκειμένου η Σκοπιά να υπερπηδήσει ΑΛΛΟΝ ΕΝΑΝ ΣΚΟΠΕΛΟ (αυτόν που αναφέρεται εις τον ΙΩΑΝ. ΙΘ:14, ότι δηλαδή η ημέρα τής δίκης τού Ιησού υπό τού Πιλάτου ήτο «παρασκευή τού πάσχα»), προκειμένου λοιπόν να ‘θολώσει τα νερά’ και να παροδηγήσει τούς αναγνώστες της, προβαίνει εις άλλον έναν ερμηνευτικό ελιγμό. Εξηγεί ότι η φράση «παρασκευή τού πάσχα», δεν αφορά εις το πάσχα τής θυσίας και βρώσεως τού αμνού, δηλαδή η 15η Νισάν, άρα ως ‘παρασκευή’ να εννοείται εδώ η 14η Νισάν, (διότι εάν ισχύει κάτι τέτοιο καταρρίπτεται εκ θεμελίων η θεωρία της περί σφαγής και βρώσεως τού πασχαλίου αμνού υπό τού Χριστού και τών Μαθητών Του εις την αρχή τής 14ης Νισάν, κατά το σκοτεινόν αυτής τμήμα), αλλά ερμηνεύει ότι με την λέξη ‘πάσχα’ εδώ εννοείται όλη η επταήμερος Εορτή τών Αζύμων, ‘εφόσον οι αφηγήσεις τών Ευαγγελίων δείχνουν καθαρά, ότι ο Ιησούς και οι απόστολοι είχαν ήδη εορτάσει το Πάσχα την προηγουμένη νύχτα’!     Πότε δηλαδή τη Σκοπιά ερμηνευτικά την εξυπηρετεί ως Πάσχα να θεωρεί την 14η Νισάν και την Εορτή τών Αζύμων ως ξεχωριστή εορτή, προκειμένου να πείσει τούς αναγνώστες της ότι ο Χριστός έκανε χρήση αζύμων εις το δείπνο τής Αναμνήσεως: «Επρόκειτο για άζυμο ψωμί, δεδομένου ότι δεν επιτρεπόταν να υπάρχει προζύμι στα σπίτια τών Ιουδαίων κατά τη διάρκεια τού Πάσχα και τής σχετιζόμενης με αυτό Γιορτής τών Άζυμων Άρτων» (Ενόραση, τόμ.Α΄, σελ.708), και όποτε την εξυπηρετεί ερμηνευτικά ενοποιεί αμφότερες τις εορτές (δηλαδή την 14η Νισάν και την επταήμερη εορτή τών Αζύμων), ως Πάσχα, προκειμένου να πείσει τούς αναγνώστες της ότι εις την φράση «παρασκευή τού πάσχα» ως ‘πάσχα’ δεν εννοείται η 15η Νισάν αλλά όλο το οκταήμερο: «Λόγω τής εγγύτητας των δύο γιορτών ημερολογιακά, ολόκληρη αυτή η περίοδος αποκαλούνταν συχνά «Πάσχα» (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.768). Εις την συνέχεια τής μελέτης μας αναφέρουμε και εμείς, ότι υφίστατο τέτοια ενοποίηση τών δύο εορτών, αλλά όχι όπου μάς συμφέρει ερμηνευτικώς να θεωρείται ως Πάσχα μόνον η 14η Νισάν και όπου δεν μάς εξυπηρετεί ερμηνευτικώς, να ενοποιούμε τις εορτές κι έτσι να θεωρείται ως Πάσχα όλο το οκταήμερο, κι έτσι να παραθεωρείται και να υποβιβάζεται η συνάφεια τού κειμένου.    Ας προσέξουμε όμως αγαπητοί αναγνώστες το εξής: Ευρισκόμεθα εις την στιγμήν, κατά την οποίαν κρίνεται η τύχη τού Ιησού υπό τού Πιλάτου, ο οποίος καθήμενος επί τού δικαστικού του θώκου, υπογράφει την καταδικαστική του απόφαση. Την μεγάλη και κοσμοιστορική αυτή στιγμή προσδιορίζει ο Ιωάννης με τις λέξεις «ην δε παρασκευή τού πάσχα, ώρα δε ωσεί έκτη·» (ΙΩΑΝ. ΙΘ:14). Εάν λοιπόν υπό την φράση ‘παρασκευή τού πάσχα’ νοηθή εδώ, αυτό που θέλει να περάσει η Σκοπιά εις τούς αναγνώστες της, ότι δηλαδή «Η ημέρα τής δίκης και τού θανάτου τού Ιησού μπορούσε να θεωρηθεί «προετοιμασία τού πάσχα» με την έννοια ότι αποτελούσε την προετοιμασία για την εφταήμερη Γιορτή τών Άζυμων Άρτων που άρχιζε την επομένη», τότε για ποία προετοιμασία προσπαθεί να μάς πείσει η Σκοπιά ότι γίνεται εδώ λόγος; Ή για θέσουμε και αλλιώς το ερώτημα, για ποία προετοιμασία κάνει λόγο εδώ ο Ιωάννης; Εφόσον όλες οι προετοιμασίες που αφορούσαν εις την εορτή τού πάσχα ΕΙΧΑΝ ΗΔΗ ΓΙΝΕΙ (είτε ως πάσχα εννοήσουμε το επταήμερο τών Αζύμων είτε το οκταήμερο συμπεριλαμβανομένου και τής 14ης Νισάν)! Και η απομάκρυνση τών ενζύμων εκ τών οικιών είχε γίνει, και η παρασκευή αζύμων και το ψήσιμο αυτών είχε γίνει (εφόσον, κατά την Σκοπιά πάντα, ο Χριστός και η Μαθητές Του έφαγον ΗΔΗ ΤΟ ΠΑΣΧΑ νωρίς το πρωί, έφαγον δηλαδή άζυμα εις το τελευταίο δείπνο), και η προμήθεια, η σφαγή και το ψήσιμο τού αμνού είχαν και αυτά συντελεσθεί! Κάθε δηλαδή οικιακή και λατρειακή προπαρασκευή, την οποίαν απαιτούσε ο Ιουδαικός Νόμος για το Πάσχα, είχε ολοκληρωθεί. Ποία άλλη προετοιμασία απέμεινε να γίνει;    Πόσον όμως διαφορετικά θα ήσαν τα πράγματα, εάν υπό την φράση «παρασκευή τού πάσχα» νοηθή η προτεραία ή η παραμονή τού Πάσχα, δηλαδή η 14η Νισάν, κατά την οποίαν εσφάζετο ο πασχάλιος αμνός! Εν τη αυτή δηλαδή ημέρα και ώρα συνέπεσε ο αμνός τού Θεού (πρβλ. ΙΩΑΝ. Α:29 «ίδε ο αμνός τού Θεού ο αίρων την αμαρτίαν τού κόσμου.») να αναλάβει τον προς Γολγοθά δρόμο Του. Αυτή δε η ερμηνεία ενισχύεται επίσης κι απ’ το άλλο εκείνο χωρίο τού Ιωάννου εις το ΙΘ:36 «Εγένετο γαρ ταύτα, ίνα η γραφή πληρωθή, οστούν ου συντριβήσεται αυτού». Η εντολή περί μη συντριβής τών οστών απέβλεπε εις τον πασχάλιο αμνό τής 14ης Νισάν. Το ότι δε αυτή η εντολή εφηρμόσθη επίσης εις τον Ιησού δια τής μη συνθλίψεως τών σκελών Του επί τού Σταυρού (πρβλ. ΙΩΑΝ. ΙΘ:33 «επί δε τον Ιησούν ελθόντες, ως ήδον αυτόν ήδη τεθνηκότα, ου κατέαξαν αυτού τα σκέλη»), αυτό είναι μία τρανή απόδειξη για τον Ευαγγελιστή, ότι ο κατά την 14ην Νισάν, κατά την οποίαν εσφάζοντο οι πασχάλιοι αμνοί, σταυρωθείς Ιησούς είναι το εν τη ιστορία πραγματοποιηθέν αληθές αντίτυπον τής παλαιοδιαθηκικής θυσίας τού πασχαλίου αμνού!     Ας διαβάσουμε όμως ακόμη μερικά αποσπάσματα από το βιβλίο ‘Ενόραση’:«Εφόσον οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι η ημέρα άρχιζε έπειτα από τη δύση τού ήλιου και τελείωνε την επόμενη ημέρα με τη δύση τού ήλιου, η 14η Νισάν άρχιζε έπειτα από τη δύση τού ήλιου. Άρα, το Πάσχα γιορταζόταν το βράδυ μετά την ολοκλήρωση τής 13ης Νισάν. Εφόσον η Γραφή δηλώνει ρητά ότι ο Χριστός είναι η θυσία τού Πάσχα (1Κο 5:7) και ότι έφαγε το πασχαλινό γεύμα το βράδυ που προηγήθηκε τής θανάτωσής του, πρέπει να πέθανε στις 14 Νισάν, όχι στις 15, ώστε να εκπληρωθεί με ακρίβεια η χρονική πλευρά τού εξεικονιστικού τύπου, ή αλλιώς τής σκιάς, που παρείχε ο Νόμος.—Εβρ 10:1.Νόμοι που Αφορούσαν τον Εορτασμό Του. Κάθε σπιτικό έπρεπε να επιλέξει ένα υγιές, μονοετές αρσενικό πρόβατο ή κατσίκι. Αυτό το έφεραν μέσα στο σπίτι τη 10η ημέρα τού μήνα Αβίβ και το κράτησαν μέχρι τη 14η, οπότε το έσφαξαν και τίναξαν το αίμα του με μια δέσμη από ύσσωπο στους παραστάτες και στο ανώφλι τής πόρτας τής κατοικίας μέσα στην οποία θα το έτρωγαν (όχι στο κατώφλι όπου το αίμα θα πατιόταν).Τι σημαίνει η έκφραση «ανάμεσα στα δύο βράδια»;Οι Ισραηλίτες υπολόγιζαν την ημέρα τους από τη μία δύση τοή ήλιου ως την άλλη. Επομένως, η ημέρα του Πάσχα άρχιζε με τη δύση τού ήλιου στο τέλος τής 13ης ημέρας του Αβίβ (Νισάν). Το ζώο έπρεπε να σφαχτεί «ανάμεσα στα δύο βράδια». (Εξ 12:6) Οι γνώμες διίστανται ως προς την ακριβή ώρα που εννοούνταν με αυτή την έκφραση. Σύμφωνα με ορισμένους λογίους, καθώς και με τούς Καραΐτες Ιουδαίους και τούς Σαμαρείτες, αυτή είναι η ώρα ανάμεσα στη δύση τού ήλιου και στο βαθύ λυκόφως. Από την άλλη πλευρά, οι Φαρισαίοι και οι Ραβινιστές θεωρούσαν ότι το πρώτο βράδυ ήταν όταν ο ήλιος άρχιζε να γέρνει, ενώ το δεύτερο η πραγματική δύση. Λόγω αυτής της τελευταίας άποψης, οι ραβίνοι πιστεύουν ότι το αρνί σφαζόταν προς το τέλος της 14ης ημέρας, όχι στην αρχή της, και επομένως ότι το πασχαλινό γεύμα τρωγόταν στην πραγματικότητα τη 15η Νισάν.Σχετικά με αυτό, οι καθηγητές Κάιλ και Ντέλιτς λένε: «Από πάρα πολύ παλιά έχουν επικρατήσει διαφορετικές απόψεις μεταξύ τών Ιουδαίων όσον αφορά την ακριβή ώρα που εννοείται. Ο Άμπεν Έζρα συμφωνεί με τούς Καραΐτες και τούς Σαμαρείτες θεωρώντας ότι το πρώτο βράδυ είναι η ώρα που ο ήλιος βυθίζεται κάτω από τον ορίζοντα και το δεύτερο η ώρα που έχει πέσει απόλυτο σκοτάδι. Σε αυτή την περίπτωση, το διάστημα “ανάμεσα στα δύο βράδια” θα ήταν από τις 6:00 μέχρι τις 7:20. . . . Σύμφωνα με τη ραβινική άποψη, η ώρα που ο ήλιος άρχιζε να γέρνει, δηλ. από τις 3:00 ως τις 5:00, ήταν το πρώτο βράδυ, ενώ η δύση το δεύτερο. Άρα, το διάστημα “ανάμεσα στα δύο βράδια” θα ήταν από τις 3:00 ως τις 6:00. Σύγχρονοι ερμηνευτές έχουν αποφανθεί πολύ σωστά υπέρ της άποψης τού Άμπεν Έζρα και τού εθίμου που υιοθέτησαν οι Καραΐτες και οι Σαμαρείτες».—Σχολιολόγιο τής Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 1, Το Δεύτερο Βιβλίο τύυ Μωυσή, σ. 12· βλέπε ΗΜΕΡΑ.Από τα προαναφερθέντα, και ιδίως με βάση διάφορες περικοπές όπως τα εδάφια Έξοδος 12:17, 18, Λευιτικό 23:5-7 και Δευτερονόμιο 16:6, 7, το βάρος τών αποδεικτικών στοιχείων κλίνει υπέρ τού ότι η έκφραση «ανάμεσα στα δύο βράδια» εφαρμόζεται στο διάστημα ανάμεσα στη δύση τού ήλιου και στο σκοτάδι. Αυτό σημαίνει ότι έτρωγαν το πασχαλινό γεύμα πολύ μετά τη δύση τού ήλιου στις 14 Νισάν, διότι χρειάζονταν υπολογίσιμο χρόνο για να σφάξουν, να γδάρουν και να καλοψήσουν το ζώο. Το εδάφιο Δευτερονόμιο 16:6 παραγγέλλει: «Πρέπει να θυσιάσεις το πάσχα το βράδυ, μόλις δύσει ο ήλιος». Ο Ιησούς και οι απόστολοί του έφαγαν το πασχαλινό γεύμα «αφού βράδιασε». (Μαρ 14:17· Ματ 26:20) Ο Ιούδας βγήκε έξω αμέσως μετά τον εορτασμό τού Πάσχα, «και ήταν νύχτα». (Ιωα 13:30) Ενόσω ο Ιησούς γιόρταζε το Πάσχα με τους 12 αποστόλους του, πρέπει να έγινε αρκετή συζήτηση, και επίσης ο Ιησούς πρέπει να χρειάστηκε κάποιον χρόνο για να πλύνει τα πόδια τών αποστόλων (Ιωα 13:2-5). Συνεπώς, η θέσπιση τού Δείπνου τού Κυρίου οπωσδήποτε έλαβε χώρα αρκετά αργά εκείνο το βράδυ» (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.613-614).    Και φθάσαμε, αγαπητοί αναγνώστες, εις το κρισιμότερο σημείο τής ερεύνης μας. Με την βοήθεια τού Θεού θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μίαν ικανοποιητική απάντηση εις το πότε ακριβώς χρονικά εθύετο ο πασχάλιος αμνός. Η Σκοπιά μάς λέγει, και πράγματι έτσι είναι, ότι έχουν προταθεί δύο ερμηνείες που αφορούν εις την ακριβή ώρα τής θυσίας τού πασχαλίου αμνού. Η μία ερμηνεία προτείνει το διάστημα μεταξύ 6:007:20 μ.μ., εις την αρχή δηλαδή τής 14ης Νισάν, πρόταση που θεωρεί ορθή η Σκοπιά και την έχει αποδεχθεί, η δε άλλη ερμηνεία προτείνει το διάστημα μεταξύ 3:006:00 μ.μ. κάτι που το θεωρεί λανθασμένο και το έχει απορρίψει. Βέβαια εις την μέχρι τώρα έρευνά μας έχουμε αποδείξει, ότι η ερμηνεία τής Σκοπιάς ως προς την ώρα σφαγής τού πασχαλίου αμνού και τής ταυτοχρόνου χρήσεως και βρώσεως αζύμων, προσκρούει εις την εντολή τού Θεού περί χρήσεως και βρώσεως αζύμων την επομένη ημέρα τού θανάτου τού Ιησού, δηλαδή εις την 15ην Νισάν, όπως ξεκάθαρα αναφέρεται εις το ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:6 (κατά το Εβρ.) «Και την δεκάτην πέμπτην ημέραν τού αυτού μηνός, εορτή τών αζύμων εις τον  Κύριον· επτά ημέρας άζυμα θέλετε τρώγει» και εις τούς ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:17 (κατά το Εβρ.) «Και την δεκάτην πέμπτην τού μηνός τούτου είναι εορτή· επτά ημέρας θέλουσι τρώγεσθαι άζυμα.»!     Εις  τα ανωτέρω λοιπόν χωρία προσκρούει η διδασκαλία τής Σκοπιάς περί θυσίας τού πασχαλιου αμνού εις την αρχή τής 14ης Νισάν, και διότι η χρήση και βρώση τών αζύμων εγένετο, όπως προείπαμε, την επομένη ημέρα τού θανάτου τού Ιησού, δηλαδή την 15η Νισάν, αλλά και διότι δι’ αυτής τής ερμηνείας που έχει αποδεχθεί η Σκοπιά, το διάστημα τής χρήσεως και βρώσεως τών αζύμων, εις το οποίο περιλαμβάνεται και το πασχάλιο γεύμα, επεκτείνεται, όπως απεδείξαμε, από ΕΠΤΑ (7) εις ΟΚΤΩ (8) ημέρες, ενώ συμφώνως προς το ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:3 (κατά το Εβρ.) διασαφηνίζεται ότι: «ΕΠΤΑ ημέρας θέλει τρώγει άζυμα με ΑΥΤΟ (δηλ. με το Πάσχα)», δηλαδή εις το διάστημα τών ΕΠΤΑ (7) ΗΜΕΡΩΝ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΣΧΑ!!!     Η λογική λοιπόν λέει, ότι αφού η μία εκ τών δύο ερμηνειών είναι εσφαλμένη, εφόσον προσκρούει εις βασικότατες διατάξεις τού Νόμου τού Θεού, η ετέρα είναι μάλλον η ορθή και αυτήν πρέπει να υιοθετήσουμε. Όμως δεν πρέπει να βασιστούμε μόνον εις την λογική προκειμένου να την θεωρήσουμε ως σωστή, αλλά θα πρέπει, δια τής μεθόδου τής ερεύνης και τού ‘βασανισμού’ αυτής, να αποδειχθεί και δι’ αυτού τού τρόπου ως ορθή. Πριν προχωρήσουμε εις την έρευνα περί τής ακριβούς χρονικής στιγμής τής πασχαλίου θυσίας, θεωρούμε ότι είναι αναγκαίο να αναφέρουμε ολίγα τινά περί τών αλλαγών τής εορτής τού Πάσχα που έλαβον μέρος εις την πάροδο τού χρόνου, ώστε ο αναγνώστης να έχει μίαν πληρεστέρα άποψη περί τής εορτής τού μεταγενεστέρου Πάσχα, και δη επί τής εποχής τού Χριστού. Μερικές παρατηρήσεις επί τού μεταγενεστέρου Ιουδαικού Πάσχα. Ο πρώτος εορτασμός τού Πάσχα, ως γνωστόν εγένετο εις την Αίγυπτο, με αφορμή τής εκ τής χώρας ταύτης εξόδου τών Ισραηλιτών υπό την οδηγία τού Μωυσή, η δε περιγραφεί αυτού ευρίσκεται εις το ΙΒ κεφάλαιο τής Εξόδου τού βιβλίου τού Μωυσέως. Με την πάροδο όμως τών χρόνων, λόγω αλλαγής τών συνθηκών τού βίου τού Ισραηλιτικού λαού, επήλθον σημαντικές μεταβολές εις τις συνήθειες τού εορτασμού τού Πάσχα, η άγνοια τών οποίων επέφερε πολλές παρεξηγήσεις κατά την εκτίμηση τής περί τού τελευταίου δείπνου τού Κυρίου ευαγγελικής διηγήσεως. Έτσι μεταξύ τών άλλων σκανδαλίζει αρκετούς η ανάκλιση τού Κυρίου με τούς μαθητές Του κατά το τελευταίο δείπνο (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:20), η παρουσία κατ’ αυτό ζωμού και εμβαμμάτων (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:23), η εκ τού οίκου έξοδος κατά την νύκτα τού Πάσχα (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:36), ο οπλισμός με μαχαίρια κάποιον μαθητών και τού όχλου (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:47, 51), δίκες, αγορά σινδονίων κ.λ.π. Περιοριζόμεθα εδώ εις την υπενθύμιση μόνο τών μεταβολών εκείνων, οι οποίες έχουν άμεση σχέση προς την κατανόηση τών δυσκόλων ή αμφιβόλων σημείων τής αναφορικώς προς το Πάσχα ευαγγελικής διηγήσεως.  α) Η προμήθεια τού αμνού. Εις το αιγυπτιακό Πάσχα η προμήθεια τού αμνού εγένετο από την 10ην Νισάν (ΕΞΟΔ. ΙΒ:3,6), ενώ εις τον μεταγενέστερο Ιουδαισμό, λόγω τών δημιουργηθησών νέων και ομαλοτέρων συνθηκών, η προμήθεια τού αμνού εγίνετο αδιαφόρως, από τής 10ης14ης Νισάν. Άρα λοιπόν δεν εμπεριέχεται κάτι το παράδοξο εις την αφήγηση τών συνοπτικών Ευαγγελίων (ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:17 και εξής, ΜΑΡΚ. ΙΔ:12 και εξής, ΛΟΥΚ. ΚΒ:7 και εξής), κατά την οποίαν οι μαθητές προσέρχονατι προς τον Κύριο, για να λάβουν παραγγελίες προς ετοιμασία τών τού Πάσχα χρειωδών, από ‘την πρώτη τών αζύμων’, η οποία, κατά μίαν ερμηνεία, αντιστοιχεί μηνολογικώς μεν προς την 14ην Νισάν, εορτολογικώς δε προς την πρώτη ημέρα τού οκταημέρου κύκλου τής εορτής τού Πάσχα, ή προς την παραμονή τού επταημέρου κύκλου αυτής.β) Τόπος και χρόνος τής σφαγής τών αμνών. Ενώ εις το αιγυπτιακό Πάσχα οι αμνοί εσφάγησαν υπό τών οικογενειαρχών πλησίον τών θυρών εις την οικίαν εκάστων αυτών, τής οποίας οικίας τα κατώφλια και οι παραστάτες εχρίσθησαν εκ τού χυθέντος αίματος τού αμνού (ΕΞΟΔ. ΙΒ:3, 7, 21-22), εις το μεταγενέστερο Πάσχα οι αμνοί εσφάζοντο μεν πάλι υπό τών οικογενειαρχών ή τών αντιπροσώπων αυτών, αλλά πάντοτε μόνον εις την αυλή τού ιερού τού Ναού εις τα Ιεροσόλυμα πλέον (ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:7), ενώπιον τών ιερέων, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν εκ τού εκχυθέντος αίματος μέρος προς ραντισμό τού θυσιαστηρίου [Β΄ ΠΑΡ. (Β΄ ΧΡΟΝ Εβρ.) Λ: 16, ΛΕ:11]. Κατά ταύτα λοιπόν η θυσία τού αμνού τού Πάσχα ήτο στενώς και αναποσπάστως συνδεδεμένη, όχι μόνον τυπικώς, προς τον Ναό τών Ιεροσολύμων, αλλά επίσης χρονικώς, τόσο προς τον μήνα – αυτός ήτο ο Νισάν – όσο και προς την συγκεκριμένη ημερομηνία, κατά την οποία έπρεπε να τελεσθή – αυτή ήτο η 14η Νισάν – μετά μίας μόνης εξαιρέσεως που καθορίζετο από τον Νόμο (πρβλ. ΑΡΙΘΜ. Θ: 6-14), όσο και προς τον ειδικώτερο χρόνο τής 14ης Νισάν, κατά τον οποίο έπρεπε να γίνει η σφαγή τών αμνών. Ωρίζετο δε υπό τού νόμου ως ειδικώτερος ο προς το εσπέρας τής 14ης Νισάν χρόνος (πρβλ. ΕΞΟΔ. ΙΒ:5, ΑΡΙΘΜ. Θ:2, ΙΗΣ. ΝΑΥΗ Ε:10), ή το εσπέρας προς δυσμάς ηλίου (ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:6), ή ο ανά μέσον τών εσπερινών χρόνος (ΕΞΟΔ. ΙΒ:6, ΙΣΤ:2, ΚΘ:39,41, Λ:8, ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:5, ΑΡΙΘΜ. Θ:3,5,11, ΚΗ:4,8).
Αλλά ο σχετικά μικρός αυτός χρόνος, που είχε σχέση με τις συνθήκες τού αιγυπτιακού Πάσχα, όπου η σφαγή τών αμνών εγένετο από κάθε οικογενειάρχη προ τών θυρών τής οικίας του, δεν ήτο δυνατόν φυσικώς να επαρκέσει εις τις ανάγκες τής μεταγενεστέρας πράξεως, κατά την οποίαν σύμπας ο λαός έπρεπε να θυσιάσει κατά τον ίδιο χρόνο και εις τον ίδιο τόπο τούς αμνούς του. Η συρροή εις τα Ιεροσόλυμα προσκυνητών από όλα τα μέρη τής γης έπρεπε να ήτο μεγάλη. Ήτο ως εκ τούτου εύλογος η διεύρυνση τού αρχικώς ορισθέντος στενού χρόνου υπό τού Νόμου, και η επέκτασή του εις όλο τον χρόνο, τον μετά την μεσημβρίαν μέχρις εσπέρας χρόνου, όπως σαφώς μαρτυρείται τόσο υπό τών ραββίνων όσο και υπό δύο συγχρόνων τής Καινής Διαθήκης, αξιοπίστων μαρτύρων, όπως ο Φίλων «Μετά δε την νουμηνίαν έστιν εορτή τετάρτη τα διαβατήρια, ήν οι Εβραίοι πάσχα καλούσιν, εν ή θύουσιν πανδημεί, αρξάμενοι κατά μεσημβρίαν έως εσπέρας. Άγεται δε η πάνδημος θυσία τεσσαρεσκαιδεκάτη τού μηνός.» [Φίλωνος Αλεξανδρέως, De specialibus legibus (Περί τών εν μέρει διαταγμάτων), Βιβλίο Β΄, κεφ.‘Περί τών αναφερομένων εν είδει νόμων εις τρία γένη τών δέκα λογίων, το 3ον, το 4ον, το 5ον. Το περί ευορκίας και σεβασμού τής ιεράς 7ης και γονέων τιμής’, παρ.145] και ο Ιώσηπος «Ενστάσης τής εορτής, πάσχα καλείται, καθ’ ήν θύουσιν μεν από ενάτης ώρας μέχρις ενδεκάτης…» (Φλαβίου Ιωσήπου, Ιουδαικοί Πόλεμοι, Βιβλίο 6, κεφ.9, παρ.3).
γ) Τόπος του πασχαλίου δείπνου. Παρομοίως προς την θυσία τού πασχαλίου αμνού έπρεπε το πασχάλιο δείπνο να λαμβάνει χώρα εις ωρισμένο τόπο, εις τον Ναό κατ’ αρχάς τών Ιεροσολύμων, μεταγενεστέρως δε εις τις επί μέρους οικίες τής ιδίας πόλεως (ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:7). Μετά δηλαδή την ίδρυση τού Ναού εις τα Ιεροσόλυμ φαίνεται, ότι επί κάποιο χρονικό διάστημα ή εις ωρισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, επετελείτο το πασχάλιο δείπνο από όλους εις το προαύλιο του Ναού. Γνωρίζουμε δύο τέτοιες περιπτώσεις, μία επί τού βασιλέως Εζεκίου [Α΄ ΠΑΡ.(Α΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) Λ κεφ.] και άλλη επί τού βασιλέως Ιωσίου [Β΄ ΠΑΡ.(Β΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) ΛΕ κεφ.].
δ) Άλλες λεπτομέριες επί τού εορτασμού τού πασχαλίου δείπνου. Εις το αιγυπτιακό Πάσχα ο αμνός που εψήνετο εις την φωτιά έπρεπε να καταναλωθεί με άζυμους άρτους και πικρά χόρτα, ιστάμενοι οι συνδετυμόνες όρθιοι και έχοντες εζωσμένη την μέση τους (οσφύν) και φέροντες βακτηρίαν ανά χείρας και υποδήματα εις τούς πόδας, και καθ’ όλην την διάρκεια να διατελούν εν σπουδή, ως έτοιμοι προς αναχώρηση (ΕΞΟΔ. ΙΒ:8-11). Επιπλέον απηγορεύετο κατά την διάρκεια τής νυκτός έξοδος εκ τών οικιών (ΕΞΟΔ. ΙΒ:22).     Εις το μεταγενέστερο όμως Πάσχα, έτρωγαν αυτό όχι όρθιοι ιστάμενοι, ούτε μετά οδοιπορικής ράβδου κ.λ., αλλά ανακλινόμενοι, η οποία ανάκλιση εκλαμβάνετο ως σημείον τής απελευθερώσεως εκ τής δουλείας. Διετηρήθησαν βέβαια οι ορισμοί περί ψητού αμνού, περί αζύμων άρτων και περί πικρών χόρτων, αλλά συνεπληρώθησαν δια τής χρησιμοποιήσεως ακόμη διαφόρων εμβαμμάτων ή οπωρικών πολτών (εκ φοινίκων, σύκων και σταφίδων), ακόμη και οίνου, εκ τού οποίου έκαστος έπινε τέσσερα ποτήρια. Η όλη δε τελετή τού μεταγενεστέρου Πάσχα δεν έφερε τον χαρακτήρα τής σπουδής, αλλά τής πλήρους ανέσεως και τού πανηγυρισμού, μοιάζοντας περισσότερο προς ένα πλούσιο δείπνο. Εάν δε ο αμνός απεδεικνύετο ανεπαρκής, λόγω τού μεγαλυτέρου τυχόν αριθμού τών συνδαιτημόνων, επετρέπετο η βρώση και άλλων κρεάτων, από μικρότερα ή μεγαλύτερα ζώα, τα οποία χρησιμοποιούντο κατά την εόρτιο θυσία, την καλουμένη Chagiga, για την οποίαν ήδη έχουμε κάνει λόγο.    Η κατά την νύχτα τού Πάσχα πάλιν απαγόρευση τής εξόδου εκ τών οικιών, είχε σχέση με τα όσα έλαβον χώρα έκτακτα περιστατικά, εις το πρώτο εν Αιγύπτω Πάσχα, δηλαδή με την προφύλαξη τών Ισραηλιτών, κατά την νύκτα εκείνη, επενεχθέντων πληγμάτων υπό τού εξολοθρευτού αγγέλου (ΕΞΟΔ. ΙΒ:12), κατά τών πρωτοτόκων νέων τών Αιγυπτίων (για τον οποίον λόγο είχε διαταχθή και η εκ τού αίματος τών αμνών επίχριση τών φλοιών και παραστατών τών Ισραηλιτικών οικιών, ΕΞΟΔ. ΙΒ:13). Η απαγόρευση αυτή έφερε καθαρά περιστατικό και προσωρινό χαρακτήρα, και κατ’ ακολουθίαν δεν ήτο δυνατόν να διατηρηθεί και κατά την νύκτα τής εορτής τού Πάσχα τού μεταγενεστέρου Ιουδαισμού. Ο περιορισμός συνίστατο μόνον εις τούτο, ότι δεν έπρεπε κάποιος να εγκαταλείψει τα Ιεροσόλυμα, τών οποίων τα όρια είχαν ορισθεί ευρύτατα, εκτεινόμενα μέχρι και τής επί τού όρους τών Ελαιών κειμένης Βηθσφαγής (ΜΑΤΘ. ΚΑ:1). ε)  Χρονικός πολλαπλασιασμός τής εορτής τού Πάσχα. Το αιγυπτιακό Πάσχα εωρτάσθη σε μίαν μόνο μέρα, ή ακριβέστερα σε μίαν μόνο νύκτα, την νύκτα τής 14ης προς την 15ην Νισάν, η οποία νύκτα κατά την Ιουδαική περί ημέρας αντίληψη, αποτελεί το πρώτο μέρος, δηλαδή το σκοτεινό, τής 15ης Νισάν. Εις την ΕΞΟΔ. ΙΒ: 14-20 ο Θεός θεσμοθετεί ότι εις το μέλλον έπρεπε το Πάσχα να εορτάζεται δια επτά ημερών, κατά τις οποίες έπρεπε, εξαφανιζομένης τής ζύμης από τής ημέρας τής πρώτης (δηλ. τής 15ης Νισάν) και απαγορευμένης επί ποινή εξοντώσεως παντός ζυμωτού, να τρώγωνται μόνον άζυμοι άρτοι (ΕΞΟΔ. ΙΒ: 14-15). Η διάρκεια μίας μόνον ημέρας ή μίας μόνον νυκτός απέβη έτσι αργότερα επταήμερος, ακόμη δε και οκταήμερος! Η διαφορά μεταξύ τών δύο τούτων κύκλων συνίσταται κατά την εκτίμηση τής 14ης Νισάν, η οποία κατά μεν τον επταήμερο κύκλο δεν συμπεριλαμβάνεται εις το πλαίσιο τής εορτής, τής οποίας η μεν πρώτη ημέρα είναι η 15η Νισάν, η δε εβδόμη και τελευταία η 21η αυτού, κατά τον οκταήμερο δε αντιθέτως συμπεριλαμβάνεται αυτή εις την εορτή και συναριθμείται ως η πρώτη αυτής ημέρα. Σπουδαία μαρτυρία περί τού οκταημέρου κύκλου τής εορτής αναφέρει ο Ιώσηπος: «…όθεν εις μνήμην τής τότε ενδείας εορτήν άγομεν εφ’ ημέρας οκτώ, την τών αζύμων λεγομένην.» (Φλαβίου Ιωσήπου, Ιουδαική Αρχαιολογία, Βιβλίο Β΄, κεφ.15, παρ.1).
Το περίεργο εις την χρησιμοποίηση τού οκταημέρου κύκλου τής εορτής είναι ότι όσοι τον χρησιμοποιούν αμέσως (ως είδαμε ανωτέρω ο Ιώσηπος) ή εμμέσως δεν απομακρύνονται από την συνήθεια να εξακολουθούν να ομιλούν, συμφώνως προς την Παλαιά Διαθήκη, περί τού επταημέρου κύκλου τών ημερών τής εορτής, τής οποίας η πρώτη ημέρα είναι η 15η Νισάν, η δευτέρα η 16η κ.ο.κ. (πρβλ. ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:11, όπου επαύριον τής πρώτης ημέρας τής εορτής αποκαλείται η 16η Νισάν, και «Τη δε δευτέρα τών αζύμων ημέρα, έκτη δ’ εστιν αύτη και δεκάτη…», Φλαβίου Ιωσήπου, Ιουδαική Αρχαιολογία, Βιβλίο Γ΄, κεφ.10, παρ.5). Ο Ιώσηπος δηλαδή, ο οποίος όπως είδαμε ανωτέρω δέχεται τον οκταήμερο κύκλο, αριθμεί εν τούτοις την 16ην Νισάν ως την δευτέρα ημέρα τής εορτής!
στ) Ονομασίες τής εορτής τού Πάσχα. Εξαιρέσει τών περιπτώσεων εκείνων κατά τις οποίες επιδιώκεται η διάκριση τής θυσίας τής εορτής τού Πάσχα (κατά την 14ην Νισάν) από τής επταημέρου εορτής τών αζύμων (πρβλ. ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:5-6 και ΑΡΙΘΜ. ΚΗ:16-17 όπου γίνεται διάκριση μεταξύ τής 14ης Νισάν ως εορτής τού Πάσχα και τής εορτής τών αζύμων, που άρχιζε την 15ην Νισάν), ο όλος κύκλος κύκλος τής εορτής αποκαλείται συνήθως ή με ένα μόνον όνομα, τού ‘Πάσχα’ [ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:1-3, Β΄ ΠΑΡ. (Β΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) Λ:1,3, ΜΑΤΘ. ΚΣΤ:2, ΛΟΥΚ. Β:41, ΙΩΑΝ. Β:13,23 κ.ά.], ή ‘τών αζύμων’ [ΕΞΟΔ. ΚΓ:15, ΛΔ:18, Β΄ ΠΑΡ. (Β΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) ΛΕ:7-9, ΛΟΥΚ. ΚΒ:7, ΠΡΑΞ. ΙΒ:3) ή και με τα δύο ταυτοχρόνως, τα οποία άλλοτε μεν φέρονται συγχρόνως εν παραλληλία (π.χ. Β΄ ΠΑΡ. (Β΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) ΛΕ:17, ΜΑΡΚ. ΙΔ:1), άλλοτε πάλι εναλλάξ [π.χ. εις το ΔΕΥΤ. ΙΣΤ:1,2,5,6Πάσχα’, εις δε τον στίχ.16εορτή τών αζύμων’. Επίσης εις το Β΄ ΠΑΡ. (Β΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) Λ:1-2 αναφέρεται ως ‘Πάσχα’, εις δε τον στίχ.13εορτή τών αζύμων’, εις δε τούς στίχ.15,17 ως ‘Πάσχα’, εις δε τον στίχ.21εορτή τών αζύμων’. Η αυτή ποικιλία επίσης απαντάται και εις το Β΄ ΠΑΡ. (Β΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) ΛΕ κεφάλαιο], και άλλοτε πάλι το ένα ως επεξήγηση τού άλλου (π.χ. Εις τον ΛΟΥΚ. ΚΒ:1 αναφέρεται: «η εορτή τών αζύμων, η λεγομένη Πάσχα»).
Συμφώνως προς όλα τα ανωτέρω η λέξη Πάσχα απαντάται άλλοτε μεν με στενωτέρα, άλλοτε δε με ευρυτέρα έννοια. Εις την πρώτη περίπτωση νοείται υπ’ αυτήν η 14ην Νισάν ή το κατά το εσπέρας αυτής τελούμενο πασχάλιο δείπνο, εις την δευτέρα ολόκληρος ο κύκλος τής εορτής. Κριτήριο περί τού πότε πρόκειται περί τής μιάς ή τής άλλης έννοιας, χρησιμεύει πάντοτε η συνάφεια τού λόγου.
Ο ακριβής χρόνος τής πασχαλίου θυσίας. Επανερχόμεθα ήδη εις το τελευταίο μέρος τής μελέτης μας που αφορά εις την διακρίβωση τής ακριβούς ώρας τής πασχαλίου θυσίας. Εις έρευνα λοιπόν που διεξήγαμε επί τής Γραφής και δη επί τού Εβραικού κειμένου, διεπιστώσαμε τα κατωτέρω που θα αναγνώσετε ευθύς αμέσως.      Οι Ισραηλίτες θα έφερναν τον πασχάλιο αμνό εις το σπίτι τους εις την 10ην τού πρώτου Εβραικού μήνα, τού Αβίβ ή Νισάν. Κατόπιν πληροφορούμεθα τα εξής εις το ΕΞΟΔ. ΙΒ:6: (κατά το Εβρ.) «Και θέλετε φυλάττει αυτό μέχρι τής δεκάτης τετάρτης τού αυτού μηνός· και τότε άπαν το πλήθος τής συναγωγής τού Ισραήλ θέλει σφάξει αυτό προς το εσπέρας.» Η μετάφραση τού Αρχιμανδρίτου Νεοφύτου Βάμβα, όπως αρκετοί γνωρίζουν, είναι μετάφραση εκ τής αντιστοίχου μεταφράσεως τού Εβραικού εις την Αγγλική τού βασιλέως Ιακώβου, που εγένετο εις το 1611. Η Αγγλική μετάφραση λοιπόν μετάφραση εις το τέλος τού χωρίου έχει ως εξής: «…shall kill it in the evening» εξ ού και η Ελληνική μετάφραση «θέλει σφάξει αυτό προς το εσπέρας».
Όμως, αυτοί που δύνανται να αναγνώσουν εκ τού πρωτοτύπου Εβραικού κειμένου, παρατηρούν την εξής λεπτομέρεια: Η αντίστοιχη εβραική φράση ‘προς εσπέρας’ δεν ευρίσκεται εις ενικό ‘עַרְבָּֽ’ (ereb’) αλλά εις πληθυντικό αριθμό ‘הָעַרְבָּֽיִםִ בֵּ֥ין’  (‘bên hā·‘ar·bā·yim’), δηλαδή ‘αναμεταξύ τών επερινών’, ή ‘ανάμεσα εις τούς εσπερινούς’, ή ‘ανά μέσον τών εσπερινών’! Η λέξη ‘עַרְבָּֽ’ (ereb’) χρησιμοποιείται 134 φορές εις το Εβραικό κείμενο αλλά εις τις 11 από αυτές ευρίσκεται εις πληθυντικό αριθμό ‘bên hā·‘ar·bā·yim’ (ΕΞΟΔ. ΙΒ:6, ΙΣΤ:2, ΚΘ:39,41, Λ:8, ΛΕΥΙΤ. ΚΓ:5, ΑΡΙΘΜ. Θ:3,5,11, ΚΗ:4,8)!    Εις το μόνο που θα διαφωνήσουμε με την Σκοπιά, ως προς την ερμηνεία τών δύο εσπερινών, είναι αυτό που λέγει ότι «Σύμφωνα με τη ραβινική άποψη, η ώρα που ο ήλιος άρχιζε να γέρνει, δηλ. από τις 3:00 ως τις 5:00, ήταν το πρώτο βράδυ, ενώ η δύση το δεύτερο. Άρα, το διάστημα “ανάμεσα στα δύο βράδια” θα ήταν από τις 3:00 ως τις 6:00» (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.614). Κατά την άποψή μας, ο πρώτος επερινός ήτο από 12:00 μ.μ. όταν ο ήλιος άρχισε να πέφτει, και ο δεύτερος εσπερινός ήτο το ηλιοβασίλεμα, εις το τέλος τής Εβραικής ημέρας, περίπου 6:00 μ.μ. Έτσι το διάστημα μεταξύ τών δύο εσπερινών εντοπίζεται την 3ην μ.μ. ή ενάτην ώρα κατά τον Εβραικό τρόπο μετρήσεως τού χρόνου. Ερχόμαστε τώρα να αποδείξουμε και αγιογραφικώς την άποψή μας. «Τούτο δε είναι εκείνο, το οποίον θέλεις προσφέρει επί τού θυσιαστηρίου· δύο αρνία ενιαύσια την ημέραν διαπαντός· 39. το εν αρνίον θέλεις προσφέρει το πρωί, και το άλλον αρνίον θέλεις προσφέρει ανά μέσον τών εσπερινών ·…41. και το δεύτερον αρνίον θέλεις προσφέρει ανά μέσον τών εσπερινών…» (ΕΞΟΔ. ΚΘ:38-39,41 (κατά την διορθωμένη μετάφραση τού Εβρ.)     Εις το ανωτέρω χωρίο οι Εβραίοι ήσαν υποχρεωμένοι να προσφέρουν τον πρώτον αμνό το πρωί και τον δεύτερον αμνό ‘ανά μέσον τών εσπερινών’, αργότερα δηλαδή από τον πρώτο, εις κάποιαν άλλη στιγμή τής ημέρας. Με άλλα λόγια, κατά την διάρκεια τής κάθε ημέρας τών Εβραίων, η πρώτη προσφορά ήτο η πρωινή και ακολουθούσε η ‘ανά μέσον τών εσπερινών’ επομένη προσφορά. Εάν τώρα η φράση ‘ανά μέσον τών εσπερινών’ σημαίνει την προσφορά που γίνεται εις την αρχή τής Εβραικής ημέρας, δηλαδή εις τις 6:007:20 μ.μ. όπως εσφαλμένως πιστεύει η Σκοπιά (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.614), τότε αυτή η προσφορά θα ήτο υποχρεωτικώς η ΠΡΩΤΗ προσφορά τής ημέρας, κι όχι η δευτέρα όπως την ήθελε ο Θεός («το δεύτερον αρνίον θέλεις προσφέρει ανά μέσον τών εσπερινών…»). Θα προηγείτο δηλαδή και αυτής τής πρωινής προσφοράς, οπότε η πρωινή δεν θα ήτο η πρώτη αλλά η δευτέρα προσφορά! Να λοιπόν το πρώτο χωρίο το οποίο διαψεύδει την Σκοπιά ως προς την ερμηνεία που έχει αποδεχθεί όσον αφορά εις την φράση ‘ανά μέσον τών εσπερινών’ και άρα διαψεύδεται και ως προς την ακριβή ώρα τής θυσίας τού πασχαλίου αμνού.«Και έπειτα ητοίμασαν εις εαυτούς (οι Λευίτες), και εις τούς ιερείς· διότι οι ιερείς οι υιοί Ααρών κατεγίνοντο εις το να προσφέρωσι τα ολοκαυτώματα και τα στέατα μέχρι νυκτός· διά τούτο οι Λευίται ητοίμασαν εις εαυτούς, και εις τούς ιερείς τούς υιούς Ααρών16. Και ητοιμάσθη πάσα η υπηρεσία τού Κυρίου την αυτήν ημέρα, δια να κάμωσι το πάσχα, και να προσφέρωσιν ολοκαυτώματα επί το θυσιαστήριον τού Κυρίου, κατά την προσταγήν τού βασιλέως Ιωσία.» [Β΄ ΧΡΟΝ. (Β΄ ΠΑΡ. Ο΄) ΛΕ:14-16].    Εις το ανωτέρω χωρίο, που μάς περιγράφει τον εορτασμό τού Πάσχα επί εποχής βασιλέως Ιωσία διαβάζουμε, ότι επειδή επλησίαζε η νύκτα και υπήρχε ακόμη πλήθος ζώων προς θυσίαν υπό τών ιερέων, οι Λευίτες έπρεπε να βοηθήσουν τούς ιερείς, προετοιμάζοντες τούς πασχαλίους αμνούς για τούς ιερείς και τούς εαυτού τους, προ τού τέλους τής 14ης Νισάν. Αυτό συνεπάγεται, ότι οι Λευίτες ξεκίνησαν να θυσιάζουν τούς πασχαλίους αμνούς το απόγευμα τής 14ης Νισάν, κι έτσι δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για να θυσιάσουν όλα τα ζώα, που προσέφεραν οι πιστοί, πριν πέσει η νύκτα (όταν και θα ξεκινούσε η 15η Νισάν). Εάν λοιπόν η έκφραση ‘ανά μέσον τών εσπερινών’ νοείται το διάστημα μετά την αλλαγή τής ημέρας, το σκοτεινόν αυτής τμήμα 6:007:20 μ.μ., όπως εσφαλμένως διδάσκει η Εταιρία Σκοπιά και παραπληροφορεί για ακόμη μία φορά τούς αναγνώστες της (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.614), και τότε εθυσιάζοντο οι πασχάλιοι αμνοί, θα ήτο ήδη νύχτα! Δεν θα έλεγε δηλαδή το κείμενο «να προσφέρωσι τα ολοκαυτώματα και τα στέατα μέχρι νυκτός», ούτε θα έκανε λόγο για ημέρα «Και ητοιμάσθη πάσα η υπηρεσία τού Κυρίου την αυτήν ημέρα»! Να λοιπόν ακόμη ένα χωρίο που διαψεύδει την Σκοπιά, όσον αφορά εις τον χρόνο σφαγής τών πασχαλίων αμνών, που πλανεμένα πιστεύει και διδάσκει και δυστυχώς παρασύρει εις την απώλεια τούς ακολούθους της.«Και περί την μεσημβρίαν ο Ηλίας μυκτηρίζων αυτούς έλεγεν, Επικαλείσθε μετά φωνής μεγάλης· διότι θεός είναι· ή συνομιλεί, ή ασχολείται, ή είναι εις οδοιπορίαν, ή ίσως κοιμάται, και θέλει να εξυπνήσει….29. Και αφού παρήλθεν η μεσημβρία, και αυτοί προεφήτευον μέχρι τής ώρας τής προσφοράς, και ουκ ην φωνή, και ουκ ην ακρόασις, και ουκ ην προσοχή» [Α΄ ΠΑΡ΄ (Α΄ ΧΡΟΝ. Εβρ.) ΙΗ:27,29].     Αφού οι ιερείς τού Βάαλ προσπαθούσαν απεγνωσμένα, έως τής ώρας τής προσφοράς, να ‘πείσουν’ τον θεό τους να ενεργήσει, εκείνη την χρονική στιγμή ο προφήτης Ηλίας συγκέντρωσε τον λαό, επιδιώρθωσε το θυσιαστήριο τού Κυρίου, πήρε 12 λίθους και τούς οικοδόμησε θυσιαστήριο (στίχ.31-32), στοίβαξε τα ξύλα, διεμέλισε τον μόσχο και τον επέθεσε επί τών ξύλων (στίχ.33) και είπε εις τον λαό να γεμίσουν 4 υδρίες ύδατος να το ρίξουν εις το ολοκαύτωμα και εις τα ξύλα, κι όλο αυτό να γίνει τρεις φορές. Κατόπιν το κείμενο λέγει τα εξής:«Και την ώρα τής προσφοράς επλησίασεν Ηλίας ο προφήτης, και είπε, Κύριε, Θεέ τού Ισραήλ, ας γείνη γνωστόν σήμερον, ότι συ είσαι Θεός εν τω Ισραήλ, και εγώ δούλος σου, και κατά τον λόγο σου έκαμα πάντα ταύτα τα πράγματα·» (στίχ.36)    Μετά ακολουθεί το γνωστό περιστατικό τής πτώσεως πυρός εκ τού ουρανού που κατέφαγε το ολοκαύτωμα, τα ξύλα και τούς λίθους, και η θανάτωση τών προφητών τού Βάαλ (στίχ.38-40). Σημαντικό επίσης είναι και αυτό που αναφέρεται και εις τον στίχ.45: «Και εν τω μεταξύ ο ουρανός συνεσκότασεν εκ νεφών και ανέμου, και έγινε βροχή μεγάλη».    Από τις ανωτέρω παρατηρήσεις που κάναμε φαίνεται ξεκάθαρα, ότι ΟΛΑ τα περιστατικά που περιγράφονται εις το συγκεκριμένο κεφάλαιο έγιναν υπό το φώς τής ημέρας! Κι αυτό επίσης επιβεβαιώνεται από τον ανωτέρω στίχ.45 ο οποίος μάς λέγει, ότι ακόμη και εις το τέλος όλων αυτών τών περιστατικών ήτο ημέρα, απλά κάποια στιγμή ο ουρανός συσκοτίσθη! Επίσης, ΟΛΑ τα ανωτέρω περιστατικά που περιγράφονται από τον στίχ.30 και εξής, διεδραματίσθησαν μετά την μεσημβρία και την εσπερινή προσφορά που ετελείτο ανά μέσο τών εσπερινών, όπως ξεκάθαρα μαρτυρεί ο στίχ.29 «Και αφού παρήλθεν η μεσημβρία, και αυτοί προεφήτευον μέχρι τής ώρας τής προσφοράς, και ουκ ην φωνή, και ουκ ην ακρόασις, και ουκ ην προσοχή».    Εάν τώρα, συμφώνως προς την εσφαλμένη ερμηνεία τής Σκοπιάς, η εσπερινή προσφορά εγίνετο εις την αρχή τής ημέρας, κατά το σκοτεινόν αυτής τμήμα (δηλ. 6:007:20 μ.μ.), εφόσον τότε προσδιορίζει το χρονικό σημείο μεταξύ τών δύο εσπερινών (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.614), είναι δυνατόν όλα αυτά τα περιστατικά να έλαβον χώρα κατά την διάρκεια τής νύκτας; Πόσο μάλλον όταν ο στίχ.45 μαρτυρεί, όπως προείπαμε, ότι ήτο ακόμη ημέρα και απλά κάποια στιγμή ο ουρανός συσκοτίσθη; Άρα όλα τα προαναφερόμενα περιστατικά έλαβον χώρα κατά την διάρκεια τής ημέρας, άρα κατά την διάρκεια τής ημέρας είναι και το υπό έρευνα χρονικό σημείο ‘ανά μέσον τών εσπερινών’ κατά το οποίο εθύετο ο πασχάλιος αμνός, κι όχι κατά την διάρκεια τής νυκτός όπως κακοδόξως διδάσκει και παραπλανάει η Σκοπιά τούς ακολούθους της.
Θα περατώσουμε την μελέτη μας παραθέτοντας και δύο εξωβιβλικές μαρτυρίες που επιβεβαιώνουν την ημετέραν ερμηνεία και αποδεικνύουν το εσφαλμένον τής Εταιρίας Σκοπιάς: «Μάθοι δ’ αν τις εντεύθεν την υπερβολήν ής έχομεν περί τον θεόν ευσεβείας και την φυλακήν τών νόμων, μηδέν υπό τής πολιορκίας διά φόβον εμποδιζομένων προς τας ιερουργίας. Αλλά δις τής ημέρας πρωί τε και περί ενάτην ώραν ιερουργούντων επί τού βωμού, και μηδέ εί τι περί τας προσβολάς δύσκολον είη τας θυσίας παυόντων». (Φλαβίου Ιωσήπου, Ιουδαικές Αρχαιότητες, Βιβλίο 14, κεφ.4, παρ.3)
«Θα μπορούσε κάποιος από εδώ να μάθει πόσο υπερβολική ευσέβεια έχουμε εις τον Θεό και για την φύλαξη τών νόμων, τίποτε από την πολιορκία και από φόβο να μην αποτελεί εμπόδιο για τις ιερές τελετές. Αλλά δύο φορές την ημέρα πρωί και περί την εννάτην να γίνεται τελετή εις τον βωμό, και ούτε εάν υπάρχουν δυσκολίες από προσβολές να παύετε τις θυσίες».
Εις την ανωτέρω παραπομπή ο Ιώσηπος ξεκάθαρα μάς λέγει, ότι οι δύο καθημερινές θυσίες που αναφέρονται εις την ΕΞΟΔ. ΚΘ:38-39,41 και που αναλύσαμε προηγουμένως, η μία ελάμβανε χώρα το πρωί και η άλλη γύρω εις την 9ην ώρα, δηλαδή την 3ην μ.μ. Ο Ιώσηπος δηλαδή μάς εξηγεί καθαρά και ξάστερα, ότι ο χρονικός προσδιορισμός τής περίφημης υπό έρευνα έκφρασης ‘ανά μέσον τών εσπερινών’, αντιστοιχεί εις την 3ην μ.μ.! Να λοιπόν άλλη μία μαρτυρία που διαψεύδει την Εταιρία Σκοπιά ως προς την ώρα σφαγής τού πασχαλίου αμνού.
«Ενστάσης τής εορτής, πάσχα καλείται, καθ’ ήν θύουσιν μεν από ενάτης ώρας μέχρις ενδεκάτης…» (Φλαβίου Ιωσήπου, Ιουδαικοί Πόλεμοι, Βιβλίο 6, κεφ.9, παρ.3).
Η ανωτέρω παραπομπή τού Ιωσήπου, αυτή καθ’ αυτήν είναι αρκετή για να τινάξει εις τον αέρα τα σαθρό οικοδόμημα τής Σκοπιάς περί δήθεν σφαγής τού πασχαλίου αμνού εις την αρχήν τής 14ης Νισάν, κατά το σκοτεινόν αυτής τμήμα, δηλ. 6:007:20 μ.μ. (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.614), και περί δήθεν βρώσεως αζύμων υπό τού Χριστού και τών μαθητών Του, διότι ο Ιώσηπος βροντοφωνάζει, ότι το χρονικό σημείο ‘ανά μέσον τών εσπερινών’, κατά το οποίον εγένετο η δευτέρα προσφορά τής ημέρα, δεν είναι αυτό που κακοδόξως διδάσκει η Σκοπιά (δηλ. 6:007:20 μ.μ.), αλλά το χρονικό σημείο μεταξύ 9ης και 11ης , δηλαδή 3:005:00 μ.μ.!!! Την ώρα δε που εσφάζοντο οι πασχάλιοι αμνοί, το ίδιο χρονικό σημείο συνέπεσε να σφαγή και ο αμνός τού Θεού, κι έτσι ο σταυρωθείς Ιησούς είναι το εν τη ιστορία πραγματοποιηθέν αληθές αντίτυπον τής παλαιοδιαθηκικής θυσίας τού πασχαλίου αμνού!
«Μετά δε την νουμηνίαν έστιν εορτή τετάρτη τα διαβατήρια, ήν οι Εβραίοι πάσχα καλούσιν, εν ή θύουσιν πανδημεί, αρξάμενοι κατά μεσημβρίαν έως εσπέρας. Άγεται δε η πάνδημος θυσία τεσσαρεσκαιδεκάτη τού μηνός.» [Φίλωνος Αλεξανδρέως, De specialibus legibus (Περί τών εν μέρει διαταγμάτων), Βιβλίο Β΄, κεφ.‘Περί τών αναφερομένων εν είδει νόμων εις τρία γένη τών δέκα λογίων, το 3ον, το 4ον, το 5ον. Το περί ευορκίας και σεβασμού τής ιεράς 7ης και γονέων τιμής’, παρ.145].
Άλλη μία εξωβιβλική μαρτυρία, που εκθέτει την πλάνη τής Εταιρίας Σκοπιά, αντλούμε από τον Φίλωνα, ο οποίος ξεκάθαρα λέγει, ότι οι Εβραίοι το Πάσχα αρχίζουν την θυσία κατά την μεσηβρίαν κι εντεύθεν, κι όχι τότε που βολεύει την Σκοπιά για να περάσει τα άζυμα και αναισχύντως να κάνει τον Χριστό και τούς μαθητές Του παραβάτες τού Νόμου.
«Κάθε σπιτικό έπρεπε να επιλέξει ένα υγιές, μονοετές αρσενικό πρόβατο ή κατσίκι. Αυτό το έφεραν μέσα στο σπίτι τη 10η ημέρα τού μήνα Αβίβ και το κράτησαν μέχρι τη 14η, οπότε το έσφαξαν και τίναξαν το αίμα του με μια δέσμη από ύσσωπο στους παραστάτες και στο ανώφλι τής πόρτας τής κατοικίας μέσα στην οποία θα το έτρωγαν (όχι στο κατώφλι όπου το αίμα θα πατιόταν)» (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.613).
Κλείνοντας την μελέτη μας θέλουμε να απευθύνουμε ένα ερώτημα εις τούς αγαπητούς Μάρτυρες τού Ιεχωβά: Αναφέροντας το ανωτέρω κείμενο ότι οι Εβραίοι διετηρούσαν το πρόβατο εις τις οικίες τους «μέχρι τη 14η» τού μήνα Αβίβ ή Νισάν, υπαινίσσεται το χωρίο ΕΞΟΔ. ΙΒ:6: (κατά το Εβρ.) «Και θέλετε φυλάττει αυτό μέχρι τής δεκάτης τετάρτης τού αυτού μηνός· και τότε άπαν το πλήθος τής συναγωγής τού Ισραήλ θέλει σφάξει αυτό προς το εσπέρας». Άρα η εντολή τού Θεού ήτο το πρόβατο να παραμείνει εις την οικία τών Ισραηλιτών, εννοείται ζωντανό, μέχρι την 14η Νισάν. Όταν η Σκοπιά βάζει τον Χριστό και τούς μαθητές Του, αλλά και όλους τούς Ισραηλίτες,  να σφάζουν τον αμνό ευθύς αμέσως με την είσοδο τής 14ης Νισάν, δηλ. 6:007:20 μ.μ., (Ενόραση, τόμ.Β΄, σελ.614), το πρόβατο πώς εννοείται ότι παραμένει ζωντανό την 14η Νισάν, εφόσον σφάζεται ευθύς αμέσως με την είσοδό της;;;

Αναδημοσίευση από: http://antiairetikos.blogspot.com/2011/04/blog-post_5722.html

Οι κυριότερες θρησκείες του κόσμου και η μοναδικότητα του Χριστιανισμού

Η ιστορία της Θρησκείας αρχίζει ταυτόχρονα με την ιστορία του ανθρώπου. Παρά το γεγονός αυτό δεν έχει διατυπωθεί μέχρι σήμερα ένας ορισμός, που να αποδίδει όλο το νόημα και τη σημασία της. Ο μοναδικός ορισμός, που υπάρχει στην Καινή Διαθήκη, αναφέρεται στην Καθολική Επιστολή του Ιακώβου (1,27) και λέγει ότι «Θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και Πατρί αυτή εστίν, επισκέπτεστε ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών, άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου», δηλαδή θρησκεία είναι οι εκδηλώσεις αγάπης και καλωσύνης προς τους πονεμένους συνανθρώπους μας και η τήρηση του εαυτού μας καθαρού και αμόλυντου από την αμαρτία. Το πραγματικό όμως νόημα της θρησκείας θα μπορούσε να συνοψιστεί σε τρεις λέξεις, στην Πίστη, στη λατρεία και στην ηθική.
Οι γνωστές σήμερα θρησκείες διακρίνονται στις φυσικές και στις αποκαλυμμένες. Φυσικές είναι εκείνες που δημιούργησε ο άνθρωπος μόνος του, με τη φαντασία και τη σκέψη του, για να ικανοποιήσει την έμφυτη θρησκευτική ορμή η οποία υπάρχει σ΄ αυτόν. Αποκαλυμμένες είναι εκείνες των οποίων τις αλήθειες αποκάλυψε στον άνθρωπο ο ίδιος ο Θεός.
ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΦΥΣΙΚΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ
α. Ινδουισμός
Ιστορικά στοιχεία. Ο Ινδουισμός ή Ινδουισμός είναι θρησκεία στην οποία πιστεύουν τα τρία τέταρτα περίπου του λαού της Ινδίας. Δεν έχει κανένα συγκεκριμένο ιδρυτή, ούτε αναφέρεται στην ιστορία του κάποιο πρόσωπο το οποίο να συνδέεται με την εμφάνιση του. Υπάρχει η άποψη ότι ο Ινδουισμός άρχισε να δημιουργείται το 1000 π.Χ. περίπου, από τους Βραχμάνους οι οποίοι ήταν ιερατικές τάξεις που εξηγούσαν στους πιστούς τα ιερά κείμενα. Από το 300 π.Χ. και μετά, υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Ινδουισμού, που επιζούν μέχρι σήμερα. Από το 711 μ.Χ. και μετά, ο Ινδουισμός επηρεάστηκε από θρησκείες άλλων λαών και δημιουργήθηκε έτσι ο «Νεοινδουϊσμός», στον οποίο πιστεύουν σήμερα στην Ινδία.
Διδασκαλία του Ινδουισμού.
Στον Ινδουισμό έχουν θεοποιηθεί τα ουράνια σώματα Ήλιος, Σελήνη, Αστέρια, καθώς και τα φυσικά φαινόμενα, βροχή, πλημμύρες, ξηρασία κ.λ.π., καθώς επίσης και τα περισσότερα ζώα, όπως είναι το παγώνι, το φίδι, η αγελάδα κ.ά.Οι Ινδουιστές πιστεύουν στις μετενσαρκώσεις, καθώς και στις διάφορες τελετουργίες που περιέχονται στις Ιερές Γραφές. Οι κυριότερες Ιερές Γραφές των Ινδουιστών είναι οι Βέδες, οι Βραχμάνες και οι Ουπανισάδ. Στις Ιερές αυτές Γραφές περιέχονται ύμνοι στους θεούς, μαγικές πράξεις, επικλήσεις και εξορκισμοί και διάφορες τελετουργικές και ασκητικές πρακτικές. Μία αρκετά διαδομένη ασκητική πρακτική είναι η «γιόγκα» με την οποία πιστεύουν οι οπαδοί του Ινδουισμού ότι πετυχαίνεται η απελευθέρωση του ατόμου από τις μετενσαρκώσεις και η άνοδος του στην τελειότητα.
Στον Ινδουισμό υπάρχουν και πολλές αιρέσεις οι σπουδαιότερες από τις οποίες είναι:
Των Βισνουϊτών. Οι Βισνουίτες λατρεύουν το Βισνού, που παριστάνεται σαν νέος γαλάζιου χρώματος, με τέσσερα χέρια που κρατούν συμβολικά αντικείμενα. Των Σιθαϊτών. Οι Σιβαϊτες λατρεύουν το Σιβά, θεό καταστροφέα και δημιουργό, που συμβολίζεται με μορφή ασκητή με τρία μάτια, με ένα φίδι γύρω από το κεφάλι του τυλιγμένο με δέρμα τίγρη και στολισμένος με ένα περιδέραιο από ανθρώπινα κρανία.
Των Σάκτας. Οι Σάκτας λατρεύουν τη σύζυγο του Σιβά, που την επικαλούνται άλλοτε με το όνομα Ντέσι, που συμβολίζει τη μητέρα της ζωής και της τρυφερότητας και άλλοτε με το όνομα Ντούργκα ή Κάλι, που συμβολίζει τη σκληρή και αιμοβόρα θεά. Των Καναπάτγια.  Οι Καναπάτγια λατρεύουν το Γκανέσα, που παριστάνεται με νέο με κεφάλι ελέφαντα και βοηθάει στις δυσκολίες της ζωής.
Συμπέρασμα για τον Ινδουισμό
Ο Ινδουισμός είναι θρησκεία με μια απέραντη πολυμορφία θρησκευτικών πεποιθήσεων, που ξεκινούν από ένα απροσδιόριστο μονοθεϊσμό και καταλήγουν σε ένα πληθωρικό πολυθεϊσμό.
β. Βουδισμός
Ιστορικά στοιχεία.
Είναι θρησκεία που εμφανίστηκε στην Ινδία και έχει άμεση σχέση με τον Ινδουισμό. Ιδρυτής του Βουδισμού είναι ο Σινχάτρα Γκαουτάμα (Βούδας), που έζησε από 563 -483 π.Χ. Ο Γκαουτάμα ήταν άνθρωπος μελαγχολικός, λιγομίλητος, αγέλαστος και απομονωμένος από το κοινωνικό περιβάλλον. Σε ηλικία 35 χρόνων εγκατέλειψε τη γυναίκα του και το παιδί του και εξαφανίστηκε σε ερημική και μακρινή χώρα, όπου κάτω από συνθήκες μοναξιάς και αυτοσυγκέντρωσης έγινε «Βούδας»/ δηλαδή φωτισμένος. Ο Βουδισμός μεταδόθηκε από την Ινδία με μορφή αιρέσεων σε διάφορα μέρη του κόσμου. Στο Θιβέτ πιστεύουν ότι ο Βούδας ζει ενσαρκωμένος στο σώμα του ανώτατου Ιερέα που λέγεται Δαλάΐ – Λάμας. Όταν πεθαίνει ο Δαλάΐ – Λάμας, πιστεύουν ότι η ψυχή του μετενσαρκώνεται στο παιδί που γεννιέται την ίδια στιγμή, το οποίο και διαδέχεται το νεκρό Δαλάΐ – Λάμας. Διδασκαλία του Βουδισμού. Ο Βουδισμός αρνείται την ύπαρξη κάποιου αιώνιου και Παντοδύναμου Θεού. Παραδέχεται ότι ο άνθρωπος πεθαίνοντας, ή μετεμψυχώνεται κάπου αλλού, ή καταλήγει στον απόλυτο μηδενισμό. Εάν δεν καταλήξει στον απόλυτο μηδενισμό, τότε αμείβεται ανάλογα με τις καλές ή κακές του πράξεις στην παρούσα ζωή.
Η Βουδική διδασκαλία περιέχει ορισμένες εντολές για τους οπαδούς της όπως είναι; Μη φονεύσεις, μη ψευσθείς, μην κλέψεις, μη μοιχεύσεις και μη μεθύσεις. Ανάμεσα στους πιστούς οπαδούς του Βουδισμού υπάρχουν και οι Μοναχοί οι οποίοι εκτός από τις παραπάνω εντολές πρέπει επιπλέον να είναι αγνοί, να τηρούν νηστεία και εγκράτεια, να αποφεύγουν τις τέρψεις και διασκεδάσεις και να επιδιώκουν λιτότητα, σκληραγωγία και αφιλοχρηματία. Ο Βουδισμός προβάλλει έντονα την άρνηση της ζωής στην οποία φτάνουν οι Βουδιστές με την εσωτερική αταραξία,το «Νιρβάνα». Η επικοινωνία του Βουδισμού με τις άλλες θρησκείες και ιδιαίτερα με το Χριστιανισμό και η διάδοση της επιστήμης και του πολιτισμού του 20. αιώνα, που κάθε άλλο παρά άρνηση ζωής είναι, τον ανάγκασαν να αναπροσαρμόσει τη διδασκαλία του και να παρουσιάσει μόνο τα ανεκτά σημεία του.
Ο Βουδισμός είναι κλασική περίπτωση θρησκείας χωρίς Θεό, που προσπαθεί με την άρνηση της ζωής, καθώς και με μεθόδους μυστικισμού, εσωτερικής αταραξίας, αυτοστοχασμού και ατέλειωτης περισυλλογής να δώσει λύσεις στα μεγάλα προβλήματα που απασχολούν τους οπαδούς του.
γ. Κομφουκιανισμός
Ο Κομφουκιανισμός ή Κομφουκισμός είναι θρησκευτικό σύστημα που επινοήθηκε από τον Κινέζο φιλόσοφο Κομφούκιο. Ο Κομφούκιος γεννήθηκε το 551 π.Χ. και πέθανε το 479 π.Χ. Ήταν επιμελής και μελετηρός και στη νεαρή του ηλικία ασκούσε τα καθήκοντα του δασκάλου και παιδαγωγού. Αρκετά χρόνια αργότερα κατόρθωσε να γίνει Υπουργός Εργασίας και Δικαιοσύνης και να πείσει τους υπηκόους του να εκτελούν τα καθήκοντα τους χωρίς αντίρρηση. Έτσι, σταμάτησε εντελώς η διαφθορά και τα παραπτώματα, έκλεισαν οι φυλακές και έπεσαν σε αδράνεια τα δικαστήρια. Αυτό ήταν αρκετό για να γίνει ο Κομφούκιος το ίνδαλμα των Κινέζων. Το έτος 120 μ.Χ. ιδρύθηκε ο πρώτος ναός προς τιμήν του Κομφουκίου στη γενέτειρα του, την επαρχία Σαντούγκ.
Σύμφωνα με τη διδασκαλία του κομφουκιανισμού, ο θεός ονομάζεται Τιέν, δηλαδή Ουρανός και είναι 1320 κάτι το τελείως απρόσωπο και αόριστο. Ο ουρανός κανονίζει την πορεία της ιστορίας και των πραγμάτων, χωρίς να ενδιαφέρεται για τα προβλήματα των ανθρώπων. Οι οπαδοί του κομφουκιανισμού πρέπει να κρατούνται μακριά από κάθε υπερφυσική δύναμη και θεότητα. Οι άνθρωποι είναι καλοί από την ίδια τους τη φύση και κάθε κακό που παρατηρείται σ’ αυτούς προέρχεται από έλλειψη σωστής κρίσης και καθοδήγησης. Η εκπαίδευση του ανθρώπου έχει αποκλειστικό σκοπό να του μεταδώσει την αληθινή γνώση. Το πιο καλό μέσο,για να φθάσει κανείς στη γνώση, είναι η μελέτη του παρελθόντος. Θεμέλιο των πραγμάτων είναι ο Ουρανός και οι πρόγονοι των ανθρώπων. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι ευγενικός και γεμάτος σεβασμό όταν υπηρετεί την εξουσία. Στη νεότητα του πρέπει να φυλάγεται από ηδυπάθεια, από διάθεση φιλονικείας, από πλεονεξία, από θυμό και να μην κάνει στους άλλους ό,τι δε θέλει να κάνουν οι άλλοι σ’ αυτόν. Σαν άρχοντας πρέπει να είναι δίκαιος και ενάρετος. Να τιμά τους σοφούς και ενάρετους και να απομακρύνει τους κακούς.
Οι πέντε μεγαλύτερες αρετές είναι η αξιοπρέπεια, η μεγαλοψυχία, η ειλικρίνεια, ο ζήλος και η καλωσύνη. Στο ερώτημα τι είναι ο θάνατος, ο Κομφουκιανισμός απαντά ότι «αφού δεν ξέρουμε τι είναι η ζωή, πως θέλετε να ξέρουμε τι είναι θάνατος».
Ο Κομφουκιανισμός δεν πιστεύει στο Μόνο Αληθινό Θεό. Δεν παραδέχεται την αιώνια ζωή. Πιστεύει μόνο σε αυτά που γίνονται αντιληπτά από τις αισθήσεις και τη λογική και αποβλέπει μόνο στην επίγεια ευτυχία.
δ. Ταοϊσμός
Ο Ταοϊσμός είναι μία από τις τρεις μεγάλες θρησκείες της Κίνας μετά το Βουδισμό και τον Κομφουκιανισμό. Η ονομασία του οφείλεται στη λέξη Τάο που σημαίνει οδός. Η θεωρία του Ταοϊσμού διατυπώθηκε τον 4. αιώνα π.Χ. από τον Τάο – Τε – Τσίγγκ. Ο Ταοϊσμός οργανώθηκε σαν θρησκεία σύμφωνα με τα πρότυπα του Βουδισμού. Η διδασκαλία του περιέχεται στις ιερές ταοϊστικές γραφές, που αποτελούνται από 1500 διαφορετικά έργα. Είναι θρησκεία ατομική με την έννοια ότι κάθε άτομο μπορεί μόνο του χωρίς τη βοήθεια κανενός να φθάσει στην αθανασία. Έχει σταθερές θρησκευτικές εορτές κάθε χρόνο, όπως είναι η εορτή του ουρανού, της γης, του νερού κ.ά. Πριν από τις διάφορες τελετές, οι οπαδοί του Ταοϊσμού υποβάλλονται σε νηστείες και απομονώσεις, οι οποίες κρίνονται αναγκαίες για την άφεση των αμαρτιών.
Στη λατρεία του Ταοϊσμού χρησιμοποιούνται διάφορες πρακτικές, όπως ο πνευματισμός, η γεωμαντία, οι εξορκισμοί καθώς και κάθε είδους μαγεία. Οι οπαδοί του Ταοϊσμού διακρίνονται ιδιαίτερα για το μυστικισμό τους και την πίστη τους σε κάθε είδους παράλογο ή υπερφυσικό γεγονός.
Ο Ταοϊσμός λοιπόν είναι πολυθεϊστική θρησκεία που δίνει μεγάλη σπουδαιότητα στους μαγικούς τρόπους λατρείας.
Σιντοϊσμός
Είναι η παραδοσιακή θρησκεία των Ιαπώνων. Η ονομασία της οφείλεται στις λέξεις «Σιν – Ταό» που σημαίνουν «δρόμος Θεού». Δεν έχει ιδρυτή. Είναι γνωστή σε όλες τις λεπτομέρειες της, χωρίς να υπάρχουν σ’ αυτήν απόκρυφα και σκοτεινά σημεία, γιατί διατηρήθηκαν με προσοχή όλα τα παλιά χειρόγραφα στοιχεία της θρηκείας αυτής. Ο Σιντοϊσμός δέχεται ότι υπάρχουν χιλιάδες θεοί και θεές. Εξέχουσα θέση έχει η θεά Αματερασού που είναι η θεά του ήλιου και συνοδεύεται πάντοτε από ένα μεγάλο καθρέπτη. Από τη θεά αυτή γεννήθηκε ο αυτοκράτορας της Ιαπωνίας και οι απόγονοι του, για να κυβερνούν το λαό και να συντηρούν τη θρησκεία. Ανάμεσα στο μεγάλο πλήθος των θεών επικρατούν σχέσεις μίσους και καταδιώξεων. Όλοι οι θεοί είναι πάντοτε παρόντες, κρυμμένοι σε διάφορα αντικείμενα, όπως νομίσματα, μαχαίρια κ.ά. και συνεργάζονται με τους ανθρώπους. Στις δύσκολες στιγμές είναι αρκετό να χτυπήσει ο πιστός τα δυο του χέρια για να έχει τη βοήθεια του κατάλληλου θεού. Όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, γίνονται εξωγήινα όντα και προκαλούν φόβο στους ζωντανούς, γιατί δεν είναι γνωστό με ποιους θεούς έχουν συμμαχήσει. Για το λόγο αυτό γίνονται στο σπίτι του πεθαμένου πολλοί καθαρμοί.
Ο Σιντοϊσμός λοιπόν είναι πολυθεϊστική και βαθιά ειδωλολατρική θρησκεία.
Ισλαμισμός
Ο Ισλαμισμός πήρε την ονομασία του από τη λέξη «ισλάμ» που σημαίνει «απεριόριστη αφοσίωση στο Θεό». Λέγεται ακόμα Μουσουλμανισμός από τη λέξη «μουσλήμ» που θα πει «αφοσιωμένος» και Μωαμεθανισμός από το όνομα του Μωάμεθ που είναι ο ιδρυτής της Θρησκείας αυτής. Ο Μωάμεθ γεννήθηκε στη Μέκκα της Αραβίας, το 570 μ.Χ., ήταν έμπορος και πραγματοποιούσε πολλά ταξίδια, με αποτέλεσμα να γνωριστεί με πολλούς Ιουδαίους και Χριστιανούς και να ανταλλάξει απόψεις σε θρησκευτικά θέματα. Σε ηλικία 40 ετών, όπως έλεγε ο ίδιος, οραματίστηκε έναν άγγελο, πράγμα που θεώρησε σαν κλήση από το Θεό στο αξίωμα του Προφήτη. Οι οπαδοί του Ισλαμισμού ανέρχονται σήμερα σε όλο τον κόσμο περίπου σε 427 εκατομμύρια.
Η διδασκαλία του Ισλαμισμού περιέχεται στο Κοράνιο και περιλαμβάνει στοιχεία από τον Ιουδαϊσμό, το Χριστιανισμό και την Αραβική θρησκευτική παράδοση. Από την Ιουδαϊκή Θρησκεία δανείστηκε την περιτομή, τη νηστεία, τους καθαρμούς κ.ά. Δέχεται ότι ο Νώε, ο Αβραάμ, ο Μωϋσής και ο Ηλίας ήταν δίκαιοι. Σε απομίμηση της Ιουδαϊκής ημέρας του εξιλασμού καθιέρωσε νηστεία αρχικά τη δέκατη ημέρα του πρώτου μήνα του χρόνου και αργότερα ολόκληρο το μήνα, το λεγόμενο «Ραμαζάνι».
Στο Χριστιανισμό αναγνωρίζει το ηθικό μεγαλείο του Χριστού και θεωρεί τα Ευαγγέλια Άγιες Γραφές. Δέχεται την υπερφυσική γέννηση, τα θαύματα, την Ανάληψη και τη Δευτέρα παρουσία του Χριστού. Ακόμη δέχεται την ανάσταση των νεκρών, τη μέλλουσα κρίση, την τιμωρία των αμαρτωλών και την ανταμοιβή των δικαίων. Αρνείται το δόγμα της Αγίας Τριάδας και τη θεότητα, Σταύρωση και Ανάσταση του Χριστού. Δογματικό σύμβολο του Ισλαμισμού είναι, «Ένας είναι ο Θεός ο Αλλάχ και ο Μωάμεθ ο προφήτης του».
Οι οπαδοί του Ισλαμισμού πρέπει, να αγαπούν τους μικρούς και πτωχούς, να προσεύχονται, να κάνουν ελεημοσύνη, να νηστεύουν, να κάνουν προσκύνηση στη Μέκκα, να διαθέτουν ομολογία πίστεως και να συμμετέχουν στον Ιερό πόλεμο με σκοπό τη διάδοση της θρησκείας τους σε όλη την ανθρωπότητα. Οι πράξεις που προκαλούν ανησυχία στην ψυχή είναι αμαρτίες, ενώ αυτές που προκαλούν ηρεμία είναι αρετές. Στο τζαμί δεν επιτρέπονται εικόνες.
Συμπέρασμαγια το Ισλάμ
Ο Ισλαμισμός είναι ένα κράμα Θρησκειών. Περιέχει στοιχεία από τον Ιουδαϊσμό, το Χριστιανισμό και την Αραβική θρησκευτική παράδοση, όπως επίσης και πολλά ειδωλολατρικά στοιχεία. Είναι εύκολη θρησκεία στην τήρηση των εντολών και ικανοποιεί όλες τις υλικές επιθυμίες των οπαδών της.
Μασονισμός
Ο Μασονισμός πήρε το όνομα του από τη γαλλική λέξη ΜΑSSΟΝΕ που σημαίνει Τεχνίτης, Τέκτονας, Οικοδόμος. Λέγεται και Τεκτονισμός ή Ελευθεροτεκτονισμός, γιατί έχει την αρχή του στα σωματεία των Τεκτόνων (Οικοδόμων) του μεσαίωνα. Υπάρχουν σήμερα πολλές μασονικές οργανώσεις (δόγματα). Οι περισσότεροι Μασόνοι ανήκουν στο Σκωτικό δόγμα που ιδρύθηκε το 1717 στη Σκωτία. Το Σκωτικό δόγμα αναγνωρίστηκε στην Ελλάδα σαν ίδρυμα το 1927.O Μασονισμός υποστηρίζει ότι δεν είναι θρησκεία αλλά σωματείο με ανθρωπιστικούς σκοπούς. Πάνω στο θέμα αυτό το σύνταγμα των Μασόνων λέει τα εξής: «Ό Ελευθεροτεκτονισμός δεν είναι θρησκεία ούτε πολιτικός οργανισμός, διο και αυστηρώς αποκλείει πάσαν εν ταις Στοάς συζήτησιν επί θρησκευτικών ή πολιτικών ζητημάτων και δεν μετέχει των έπ’ αυτών αγώνων».
Μία προσεκτική έρευνα και μελέτη του Μασονισμού οδηγεί στο συμπέρασμα ότι παρά τα πιο πάνω, έχει δομή θρησκείας. Τα στοιχεία που συνιστούν το θρησκευτικό χαρακτήρα του Μασονισμού είναι τα εξής:
(1) Ο Μασονισμός όπως όλες οι θρησκείες έχει τους δικούς του τόπους λατρείας, τις Στοές, οι οποίοι είναι ναοί με βωμούς, θυμιάματα, λαμπάδες κ.λ.π.
(2) Έχει δικές του τελετές με λατρευτικό περιεχόμενο, όπως είναι η τελετή της υιοθεσίας λυκιδέως που αντιστοιχεί με το χριστιανικό βάπτισμα, η τελετή της συζυγικής αναγνωρίσεως, που είναι κάτι ανάλογο με το μυστήριο του γάμου, το τεκτονικό μνημόσυνο κ.ά.
(3) Έχει δικά του τελετουργικά τυπικά και δικούς του «Ιερείς», τους Μασόνους που έχουν προχωρήσει στα διάφορα στάδια της μυήσεως, όπως είναι π.χ. ο Σεβάσμιος.
(4) Υπάρχουν Μασόνοι οι οποίοι σε δημοσιεύματα τους, έχουν ομολογήσει ότι ο Μασονισμός αποτελεί θρησκεία, την οποία μάλιστα χαρακτηρίζουν άλλοτε σαν τη μεγαλύτερη και άλλοτε σαν παγκόσμια θρησκεία.
(5) Η Ελληνική Δικαιοσύνη σε απόφαση της έχει χαρακτηρίσει τη Μασονία σαν θρησκεία.
(6) Η «Διορθόδοξος Επιτροπή», που συνήλθε το 1930 στο Άγιο Όρος και στην οποία έλαβαν μέρος αντιπρόσωποι όλων των Ορθοδόξων, χαρακτήρισε το Μασονισμό «ως σύστημα αντιχριστιανικόν και πεπλανημένον».
(7) Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδας τονίζει σε απόφαση της, που πήρε το 1933, ότι ο Μασονισμός «αποδεδειγμένως τυγχάνει θρησκεία μυστηριακή». Ακόμη η ίδια Σύνοδος το 1972 διακήρυξε ότι «ο Μασονισμός είναι θρησκεία και η ιδιότητα του Μασόνου είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του Χριστιανού».
(8) Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και οι Προτεσταντικές και Ευαγγελικές Κοινότητες θεωρούν το Μασονισμό θρησκεία και συνιστούν στους οπαδούς τους να απέχουν απ’ αυτή.
Τα κυριότερα σημεία της διδασκαλίας του Μασονισμού είναι: Ο Μασονισμός πιστεύει στην ύπαρξη Θεού με την προσωνυμία «Μέγας Αρχιτέκτων Του Σύμπαντος» «ΜΑΤΣ». Ο Θεός αυτός είναι ο ήλιος.
Ο Μασόνοι αρνούνται την Αγία Τριάδα και δεν πιστεύουν στη Θεότητα του Χριστού ούτε δέχονται το λυτρωτικό Του έργο. Θεωρούν το Χριστό σαν απλό μύστη όπως τον Πυθαγόρα και το Σωκράτη. Έχουν θεοποιήσει το Χιράμ, τον Όσιρη, το Βάκχο και άλλους ειδωλολατρικούς θεούς στους οποίους αποδίδουν λατρεία. Ο Μασονισμός θεωρεί τη λογική σαν υπέρτατο νόμο και απορρίπτει ό,τι δεν μπορεί να ερμηνευτεί με τη λογική, όπως είναι οι «εξ αποκαλύψεως» αλήθειες του Χριστιανισμού. Οι οπαδοί του Μασονισμού κατατάσσονται με τελετουργικό τρόπο σε ιεραρχίες που περιλαμβάνει 33 βαθμούς. Κατά τη μύηση από βαθμό σε βαθμό, ο μυούμενος ορκίζεται να τηρήσει απόλυτη μυστικότητα για όσα θα δει και θα ακούσει. Λόγω αυτής της μεγάλης μυστικότητας δεν είναι γνωστές πάρα πολλές λεπτομέρειες του Μασονισμού.
Ο Μασονισμός είναι κράμα αρχαίων ειδωλολατρικών θρησκειών και θρησκευτικών αιρέσεων με αντιχριστιανικό προσανατολισμό.
Προτεσταντισμός
Ο Προτεσταντισμός δημιουργήθηκε το 16. αιώνα, από ορισμένους Ρωμαιοκαθολικούς θεολόγους όπως είναι ο Λούθηρος, ο Καλβίνος, ο Σβίγγλιος κ.ά., σε ένδειξη διαμαρτυρίας τους προς τον αρχηγό της παπικής εκκλησίας , για ορισμένες υπερβολές του.
Συγκεκριμένα οι παραπάνω Ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι, διαμαρτυρήθηκαν γιατί ο Πάπας Λέων ο δέκατος είχε εκδόσει περίπου 250.000 συγχωροχάρτια, τα οποία διέθεσε στους αμαρτωλούς οπαδούς του όχι μέσω των Θεολόγων ιεροκηρύκων όπως ήταν η συνήθεια, αλλά μέσω της αδελφής του, η οποία μάλιστα τα διέθετε (τα πουλούσε) σε τιμή μεγαλύτερη από εκείνη που είχε ορίσει ο Πάπας. Τότε οι Θεολόγοι βλέποντας ότι τους διέφυγε η επικερδής επιχείρηση της διάθεσης των συγχωροχαρτιών, αποχώρησαν από το Ρωμαιοκαθολικισμό και δημιούργησαν τον Προτεσταντισμό.
Η Προτεσταντική Εκκλησία η οποία ονομάστηκε και Διαμαρτυρόμενη και Ευαγγελική, με την πάροδο των ετών υποδιαιρέθηκε σε άλλες μικρότερες οι οποίες σήμερα ξεπερνούν τις 350.Διδασκαλία του Προτεσταντισμού. Oι Προτεστάντες δέχονται ότι για τη σωτηρία του ανθρώπου είναι αρκετή μόνο η πίστη και δεν απαιτούνται τα αγαθά έργα. Κατάργησαν τα μυστήρια εκτός από το βάπτισμα και τη θεία Ευχαριστία τα οποία τα θεωρούν σαν απλά σύμβολα ή αναμνήσεις. Κατάργησαν τον Ιερό Κλήρο και το Μοναχισμό. Ορισμένοι διατήρησαν μόνο ένα βαθμό της ιερωσύνης π.χ. μόνο του Επισκόπου ή του Πρεσβυτέρου και ονομάζονται Επισκοπιανοί ή Πρεσυβτεριανοί. Αρνούνται την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας και θεωρούν αρκετή μόνο την Αγία Γραφή, την οποία όμως ερμηνεύουν με δικό τους τρόπο.
Κατάργησαν τις επικλήσεις προς τη Θεομήτορα και προς τους Αγίους, καθώς και την απόδοση τιμής προς τα Άγια λείψανα και τις εικόνες. Αρνούνται το σημείο του Σταυρού. Ο Προτεσταντισμός έχει την ίδια διδασκαλία με το Χιλιασμό και γι’ αυτό είναι αντιχριστιανική θρησκευτική αίρεση.
Ουνία
Η Ουνία δημιουργήθηκε από Ορθόδοξους Χριστιανούς οι οποίοι εγκατέλειψαν την Ορθοδοξία και προσηλυτίστηκαν στον Καθολικισμό. Οι πρώτες Ουνίτικες εκκλησίες ιδρύθηκαν στην Πολωνία από τους Ισουίτες. Οι Ιησουΐτες είναι μοναχικό τάγμα της Καθολικής Εκκλησίας το οποίο ιδρύθηκε το 1534 και το οποίο μεταχειριζόταν για την επιτυχία των σκοπών του την αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Στην Ελλάδα παρατηρήθηκε μεγάλη Ουνίτικη κίνηση μετά το 1922. Σήμερα, ο συνολικός αριθμός των Ουνιτών σε όλο τον κόσμο ξεπερνά τα 8 εκατομμύρια.
Η Ουνία περιλαμβάνει στη διδασκαλία της ορισμένα στοιχεία της ορθοδοξίας και ορισμένα του καθολικισμού. Οι Ουνίτες ιερείς έχουν την εξωτερική εμφάνιση των Ορθόδοξων ιερέων. Κατά τη λειτουργία χρησιμοποιούν τη γλώσσα του έθνους στο οποίο βρίσκονται, λειτουργούν με Ορθόδοξο τρόπο, πλην όμως μνημονεύουν τον Πάπα,γιατί τον θεωρούν υπέρτατο αρχηγό του Χριστιανισμού. Στο σύμβολο της πίστεως άλλοι διατηρούν το «και εκ του Υιού» και άλλοι το έχουν καταργήσει. Η Ουνία σε αντίθεση με τον καθολικισμό επιτρέπει το γάμο στους κληρικούς.
Νεοπαγανισμός
Είναι σύγχρονη μορφή ειδωλολατρείας και ειδωλολατρικού τρόπου ζωής. Σύγχρονα είδωλα είναι το χρήμα, η μανία για πλουτισμό, η μανία για το σεξ, η εξεζητημένη επιδίωξη των ανέσεων και κάθε άλλο μέσον που μπορεί να συμβάλλει στην καλοπέραση και στην ατομική και υψηλόφρονη προβολή του ανθρώπου.
Πνευματισμός
Είναι ένα παραθρησκευτικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο, διάφορα άτομα, οι λεγόμενοι πνευματιστές (μέντιουμ), επικαλούνται τη βοήθεια πονηρών και δαιμονικών πνευμάτων και προκαλούν διάφορα φαινόμενα, όπως είναι η μετακίνηση επίπλων ή άλλων αντικειμένων μέσα σε ένα δωμάτιο και άλλες παρόμοιες εκδηλώσεις. Οι πνευματιστές υποστηρίζουν ότι τα πνεύματα που επικαλούνται είναι αγαθά, αλλά τούτο δεν μπορεί να είναι σωστό, γιατί οι άγγελοι του Θεού δεν κάνουν τέτοιες επιδείξεις οι οποίες δεν έχουν κανένα ανώτερο σκοπό.
Ιουδαϊσμός
Η ιστορία του Ιουδαϊσμού αρχίζει από τον Πατριάρχη Αβραάμ, ο οποίος γύρω στο 1750 π.Χ. ύστερα από υπόδειξη του Θεού, στον οποίο ήταν πιστός, εγκατέλειψε το πολυθεϊστικό περιβάλλον της Μεσοποταμίας και εγκαταστάθηκε στη Γη Χαναάν. Από τον Αβραάμ προήλθε ο λαός του Ισραήλ, ο οποίος μετανάστευσε στην Αίγυπτο και τον οποίο ανέλαβε να επαναφέρει στη γη των προγόνων του ο Μωϋσής το 1220 π.Χ. Ο λαός του Ισραήλ μετά τον 6. αιώνα π.Χ. περιορίστηκε στη φυλή του Ιούδα, από την οποία πήρε και το όνομα του ο Ιουδαϊσμός.
Σταθμός στη διαμόρφωση της Ιουδαϊκής θρησκείας είναι οι προφήτες, οι οποίοι μετέφεραν στο λαό το θέλημα του Θεού και προανάγγειλαν τον ερχομό του Μεσσία.  Ο νόμος του Μωϋσή και η υπόλοιπη διδασκαλία της Παλαιάς Διαθήκης, αποτελούν το κύριο πλαίσιο της πίστης και της λατρείας του Ιουδαϊκού λαού. Το πρώτο και βασικό σημείο του Ιουδαϊσμού είναι η πίστη σε ένα μόνο Θεό τον Αληθινό. Υπάρχουν ιεροί τόποι για τη λατρεία του Θεού. Η μετάνοια αποτελεί βασικό μέσο για τη συμφιλίωση του λαού με το Θεό. Για την καταπολέμηση των αμαρτιών, έχουν καθιερωθεί ορισμένες τυπικές πράξεις, όπως είναι οι θυσίες, οι τελετές, η νηστεία κ.λ.π. Η αγάπη προς τον πλησίον προσφέρεται μόνο στους συγγενείς και στους ομοεθνείς.
Ένα άλλο βασικό σημείο της διδασκαλίας του Ιουδαϊσμού είναι ο Μεσσιανισμός, η αναμονή δηλαδή του Μεσσία ο οποίος θα κατάγεται από το γένος του Δαβίδ, θα είναι Υιός του Θεού και θα είναι προικισμένος με εξαίρετα χαρίσματα και θεία δύναμη. Κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους,ο Ιουδαϊκός λαός παρουσίασε θρησκευτική κατάπτωση, με αποτέλεσμα να παρερμηνεύσει την πνευματική και παγκόσμια αποστολή του Μεσσία, αλλά συνεχίζει να περιμένει κάποιο επίγειο μεσσία που θα καταστήσει το Ιουδαϊκό έθνος κυρίαρχο στον κόσμο.
Ο Ιουδαϊσμός είναι μονοθεϊστική θρησκεία και αποτελεί την πρώτη αποκάλυψη του Θεού στον κόσμο. Έχει προπαρασκευαστικό χαρακτήρα. Υπήρξε «παιδαγωγός εις Χριστόν» (Γαλ. 3, 24). Με την εμφάνιση του Χριστιανισμού λήγει η αποστολή του Ιουδαϊσμού.
Χριστιανισμός
Iδρυτής του Χριστιανισμού είναι ο Ιησούς Χριστός. Ο ερχομός του Χριστού στον κόσμο είχε προαναγγελθεί από ιερά πρόσωπα της Ιουδαϊκής θρησκείας, τους προφήτες. Επίσημη βεβαίωση και επαλήθευση των προφητειών, για τον ερχομό του Μεσσία, έχουμε από τον ίδιο το Χριστό στη συνομιλία Του με τη Σαμαρείτιδα. Όταν εκείνη του είπε «Οίδα ότι Μεσσίας έρχεται, ο λεγόμενος Χριστός», ο Ιησούς της φανέρωσε «Εγώ ειμί ο λάλων σοι» (Ιωάν. 4, 25 – 26).
Ο Χριστιανισμός αποδεσμεύτηκε από τον Ιουδαϊσμό το 49 μ.Χ. με απόφαση της Αποστολικής Συνόδου των Ιεροσολύμων. Έτσι, ενώ ο Ιουδαϊσμός δε δέχτηκε τον ερχομό του Χριστού και συνεχίζει να τον αναμένει, ο Χριστιανισμός ως «καινή κτίσις» ακολούθησε το δρόμο που χάραξε ο Θεάνθρωπος Χριστός. Ο αριθμός των Χριστιανών •από τα πρώτα χρόνια του Χριστιανισμού μέχρι σήμερα βρίσκεται σε συνεχή ανοδική πορεία. Σύμφωνα με υπάρχοντα στοιχεία, το 33 μ.Χ. την ημέρα της Πεντηκοστής πίστεψαν στο κήρυγμα του Αποστόλου Πέτρου και βαπτίστηκαν Χριστιανοί τρεις χιλιάδες Ιουδαίοι. Το 100 μ.Χ. οι Χριστιανοί είχαν γίνει πέντε εκατομμύρια, το 1000 μ.Χ. είχαν φτάσει τα πενήντα εκατομμύρια και σήμερα ξεπερνούν το ένα δισεκατομμύριο.
Aπο τότε που αποδεσμεύτηκε ο Χριστιανισμός από τον Ιουδαϊσμό (49 μ.Χ.) μέχρι το έτος 858 μ.Χ. δεν αντιμετωπίστηκαν σοβαρά προβλήματα, αν και υπήρχαν ορισμένες αντιθέσεις λόγω της νοοτροπίας των διάφορων Χριστιανικών λαών. Τους πρώτους αιώνες, επειδή στη Δύση μιλούσαν την Ελληνική γλώσσα, οι αντιθέσεις τακτοποιούνταν. Όταν όμως στη Δύση επικράτησε σαν Θεολογική και Εκκλησιαστική γλώσσα η λατινική, οι διαφορές έγιναν βαθύτερες, επειδή τα έργα των πατέρων της Εκκλησίας (Βασιλείου, Χρυσοστόμου κ.λ.π.) έπαψαν να μελετούνται από άγνοια της Ελληνικής γλώσσας. Έτσι άρχισαν οι Δυτικοί να απομακρύνονται σιγά – σιγά από τους Ανατολικούς. Η έκτη Οικουμενική Σύνοδος υπέδειξε στη Δυτική Εκκλησία ορισμένες καινοτομίες της, αλλά αυτή δεν έδωσε σημασία και συνέχισε να προχωρεί στο χωρισμό.
Η Δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος με τον τρίτο κανόνα της, αναγνώρισε στον επίσκοπο Ρώμης «πρεσβεία τιμής», επειδή η Ρώμη ήταν αρχαιότερη πρωτεύουσα του κράτους και όρισε ότι ο επίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως έχει πρωτεία τιμής μετά τον επίσκοπο Ρώμης επειδή η Κωνσταντινούπολη ήταν η νέα Ρώμη. Όμως οι Δυτικοί θέσπισαν υπέρτατη εξουσία του Πάπα της Ρώμης έναντι των άλλων Πατριαρχών και όλης της Εκκλησίας. Μάλιστα ο Πάπας Νικόλαος τον ένατο αιώνα, προς έκπληξη όχι μόνο των Ανατολικών αλλά και των Δυτικών, θέλησε να εμφανιστεί «θείω δικαίω» άρχοντας της Εκκλησίας όλου του κόσμου. Τέλος το 1054, έγινε οριστικά ο χωρισμός της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, όταν τριμελής αντιπροσωπεία της Δυτικής Εκκλησίας υπό τον Καρδινάλιο Ουβέρτο προσήλθε στην Κωνσταντινούπολη και εισήλθε στο ναό της Αγίας Σοφίας την ώρα της θείας Λατρείας και άφησε πάνω στην Αγία Τράπεζα έγγραφο με το οποίο αναθεμάτιζε τον τότε Πατριάρχη Κωνσταντίνο Μιχαήλ Κηρουλάριο και όλους τους Ορθοδόξους σαν αιρετικούς. Η Δυτική Εκκλησία έκτοτε έπαψε να έχει επικοινωνία με την Ανατολική και με τα τέσσερα άλλα Πατριαρχεία.
Δογματικές διαφορές μεταξύ Δυτικής ή Καθολικής και Ανατολικής ή Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Οι καθολικοί έχουν προσθέσει στο Σύμβολο της Πίστεως τη φράση «και εκ του Υιού εκπορευόμενο» το Άγιο Πνεύμα. Τούτο είναι αντίθετο με το λόγο του Ευαγγελίου «το Πνεύμα της αληθείας δ παρά του Πατρός εκπορεύεται» (Ιωάν. 15,26). Επιπλέον η πρώτη και η δεύτερη Οικουμενική Σύνοδος αναγνώρισαν και επικύρωσαν ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται μόνο παρά του Πατρός.
Διδάσκουν οι Καθολικοί ότι υπάρχει το καθαρτήριο Πυρ και ότι οι ψυχές καθαρίζονται από κηλίδες αμαρτιών που δεν είχαν καθαριστεί όταν ζούσαν με το σώμα στη γη. Τούτο είναι αντίθετο με την Αγία Γραφή, γιατί ο Χριστός με τη σταυρική Του θυσία αναδείχθηκε «Ιλασμός περί των αμαρτιών μας» (Α’ Ιωαν. 2,2) δηλαδή, η χάρη του Χριστού που προήλθε από τη σταυρική Του θυσία, δίνει την άφεση των αμαρτιών όσο είμαστε στη γη και εξομολογούμαστε.
Η Καθολική Εκκλησία διδάσκει για την αξιομισθία των Αγίων και της Θεοτόκου, ότι δηλαδή τα καλά έργα των Αγίων και της Θεοτόκου είναι πολύ περισσότερα από όσα απαιτούνται και το περίσσευμα αυτό μπορεί να το διαθέτει ο Πάπας, για τη συγχώρηση αμαρτιών άλλων ανθρώπων που υστέρησαν σε έργα αρετής, ή πέθαναν αμαρτωλοί. Τούτο δεν είναι σωστό γιατί σύμφωνα με την Αγία Γραφή μόνο το αίμα του Χριστού καθαρίζει τον άνθρωπο από την ενοχή της αμαρτίας, εφόσον μετανοεί και συμμορφώνεται προς τις θείες εντολές (Β’ Κορ. 5,10).
Διδάσκουν οι Καθολικοί ότι η Θεοτόκος γεννήθηκε χωρίς προπατορικό αμάρτημα, η λεγόμενη «άσπιλη σύλληψη». Τούτο δεν είναι ορθό γιατί τη Θεοτόκο την καθάρισε από κάθε μολυσμό της προπατορικής αμαρτίας το Άγιο Πνεύμα όταν ο Αρχάγγελος της είπε «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε» (Λουκ. 1,35). Εχουν πέσει οι Καθολικοί στην αίρεση της Μαριολατρείας. Πιστεύουν ότι η Θεοτόκος αναλήφθηκε όπως ο Χριστός και τη λατρεύουν σαν θεά. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει δογματίσει, γιατί το θέμα αυτό δεν αφορά στη σωτηρία μας, απλώς πιστεύει ότι όπως φαίνεται και από την υμνολογία, η Θεοτόκος πέθανε και στη συνέχεια μετέστη στον ουρανό.
Οι καθολικοί έχουν τις παρακάτω διαφορές στα μυστήρια:
– Δεν βαπτίζουν όπως δίδαξε ο Χριστός (Μαρκ. 16,16. Ματθ. 28, 19) με τριπλή κατάδυση του βαπτιζομένου, αλλά ραντίζουν.
– Το Χρίσμα το τελούν στα αγόρια σε ηλικία 14 ετών και στα κορίτσια σε ηλικία 12 ετών και όχι ταυτόχρονα με το βάπτισμα όπως συμβαίνει στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
– Στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας έπαψαν από το έτος 1200 να μεταδίδουν στους πιστούς το Σώμα και το Αίμα όπως συμβαίνει•με τους Ορθοδόξους, αλλά μεταδίδουν μόνο αγιασμένο άρτο. Τούτο έρχεται σε αντίθεση με τα λόγια του Χριστού «εάν μη φάγετε την Σάρκα του Υιού του ανθρώπου και πίητε το Αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς» (Ιωάν. 6,53 – 56).’
– Το Ευχέλαιο το τελούν μόνο προ του θανάτου, ενώ το εφόδιο για τους Ορθοδόξους προ του θανάτου είναι ή Θεία Κοινωνία. Ο Απόστολος Ιάκωβος συνιστά στους πιστούς να τελούν το Ευχέλαιο όταν αρρωσταίνουν (Ιακ. 5,14).
Στους Καθολικούς Ιερείς έχει επιβληθεί υποχρεωτική αγαμία, ενώ σύμφωνα με την αρχαία εκκλησιαστική παράδοση ο κληρικός είναι ελεύθερος να διαλέξει γάμο ή αγαμία. Μία άλλη σοβαρή διαφορά είναι το αλάθητο του Πάπα. Η Καθολική Εκκλησία το 1870 κατά την πρώτη Βατικάνιο Σύνοδο αναγνώρισε το αλάθητο. Τούτο σημαίνει Θεοπνευστία του Πάπα, αλλά σύμφωνα με την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση Θεόπνευστοι και συνεπώς αλάθητοι ήταν μόνο οι Απόστολοι που φωτίστηκαν ιδιαιτέρως από το Άγιο Πνεύμα και είπαν και έγραψαν αυτά που είδαν και άκουσαν (Λουκ. 6,10. Ιωαν. 14,26,16,13).
Ένα άλλο λάθος των καθολικών είναι το πρωτείο του Πάπα, ο οποίος από τους πρώτους αιώνες ύψωνε τη θέση του πάνω από όλους τους Πατριάρχες και τις Οικουμενικές Συνόδους. Έτσι ο Πάπας έφτασε στο σημείο να ανακηρύξει τον εαυτό του διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου και αντιπρόσωπο του Χριστού, ορατή κεφαλή της Εκκλησίας και αλάθητο διδάσκαλο της Χριστιανικής Πίστεως. Τούτο όμως είναι αντίθετο με το λόγο της Αγίας Γραφής (Εφεσ. 1, 22 – 23) σύμφωνα με τον οποίο ο αρχηγός και κεφαλή τόσο της στρατευόμενης όσο και της θριαμβεύουσας Εκκλησίας είναι μόνο ο Χριστός.
Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία.
Η Ορθόδοξη Χριστιανική Θρησκεία είναι η επίσημη Θρησκεία του Ελληνικού Έθνους. Στο ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδας, άρθρο 3, καθορίζεται ότι «Επικρατούσα Θρησκεία εν Ελλάδι είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας». Η διδασκαλία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Θρησκείας περιέχεται στην Αγία Γραφή και είναι αναλλοίωτη και απαραχάρακτη από τότε που μας παραδόθηκε από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό μέσω των Αποστόλων μέχρι σήμερα.
Το λατρευτικό μέρος της Ορθοδοξίας στηρίζεται στην Ιερά Παράδοση, η οποία αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της Αγίας Γραφής, ενώ το δογματικό μέρος στηρίζεται στο Σύμβολο της πίστεως και στις αποφάσεις των επτά Οικουμενικών Συνόδων.
Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν στον Τριαδικό Θεό. Πιο συγκεκριμένα πιστεύουν ότι ο Θεός είναι Ένας. Μία ουσία. Μία φύση αιώνια, άκτιστη, άναρχη, άπειρη και ανεξιχνίαστη. Αυτή όμως η θεία ουσία υπάρχει «ασυγχύτως και αδιακρίτως» ολόκληρη στα τρία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, του Πατέρα του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Τα μόνα ιδιώματα που δεν είναι κοινά μεταξύ των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι ότι ο Πατήρ είναι αγέννητος, ο Υιός γεννάται και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός. Ακόμη οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν ότι ή αόρατη Χάρη του Θεού μεταδίδεται στον άνθρωπο με τα ορατά μυστήρια. Για το λόγο αυτό διατηρούν τα επτά Θεία μυστήρια αναλλοίωτα όπως ακριβώς τα παρέλαβαν από το Χριστό διαμέσου των Αποστόλων.
Συμπέρασμα.
Ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός είναι η μοναδική αληθινή Θρησκεία στον κόσμο, η οποία αποκαλύφθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο τον «ενανθρωπήσαντα» Θεό και η οποία έχει διατηρήσει τη διδασκαλία του Χριστού εντελώς αναλλοίωτη και όπως ακριβώς της παραδόθηκε από τους Αποστόλους.
Η Μοναδικότητα του Χριστιανισμού
Ο Χριστιανισμός αντλεί τη Μοναδικότητα του, έναντι των άλλων θρησκειών από τις μεγάλες και ουσιαστικές διαφορές του απ’ αυτές. Μερικές τέτοιες διαφορές είναι:
α. Ο ιδρυτής
Στα εξωχριστιανικά θρησκεύματα έχουμε συνήθως ιδρυτή κάποιο άνθρωπο χωρίς θείο κύρος, ή κάποια απρόσωπη παράδοση. Στο Χριστιανισμό ιδρυτής είναι ο ίδιος ο θεός στο πρόσωπο του Χριστού. Ο θεός έγινε άνθρωπος για να ανεβάσει τον άνθρωπο στο θεό.
β. Η λύτρωση
Στα άλλα θρησκεύματα δεν υπάρχει λυτρωτής. Η λύτρωση σ’ αυτά αποτελεί αναζήτηση και νοσταλγία της ψυχής, που δεν εκπληρώνεται. Υπόσχονται λύτρωση χωρίς να είναι σε θέση να την προσφέρουν. Στο Χριστιανισμό υπάρχει λύτρωση του ανθρώπου, η οποία πραγματοποιείται στο Πρόσωπο του Χριστού. Ο Χριστός είναι ο Μοναδικός Λυτρωτής, γιατί ενώνει στον εαυτό Του, το Θεό και τον άνθρωπο. Έτσι συνδέεται και πάλι ο άνθρωπος με το Θεό και σώζεται.
γ. Η αντοχή στο χρόνο
Η διδασκαλία του Χριστιανισμού είναι η μόνη που διατηρείται άφθαρτη, αναλλοίωτη και ζωντανή χωρίς να επηρεάζεται από το πέρασμα των αιώνων. Τούτο συμβαίνει, γιατί είναι η μόνη που προσφέρει την αληθινή γνώση του Θεού. Στις εξωχριστιανικές θρησκείες, οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τον αληθινό Θεό, αλλά τον νοσταλγούν και γι’ αυτό επηρεάζονται από το χρόνο και αναπροσαρμόζονται συνήθως για να εξυπηρετούν τις τωρινές ανάγκες των οπαδών τους.
δ. Η εκδήλωση της αγάπης
Στο Χριστιανισμό η αγάπη εκδηλώνεται χωρίς διάκριση προς όλους τους ανθρώπους, φίλους και εχθρούς. Στις άλλες θρησκείες ή δεν υπάρχει η αγάπη ούτε σαν λέξη, ή αν υπάρχει, εκδηλώνεται μόνο προς συγκεκριμένα πρόσωπα.
ε. Οι Άγιοι
Στα άλλα θρησκεύματα δε συναντούμε Αγίους. Ορισμένα έχουν να παρουσιάσουν ανθρώπους με αρετές και καλοσύνη, Αγίους όμως δεν έχουν. Στο Χριστιανισμό ένα πλήθος ανθρώπων εμπνεύστηκαν από το Θεϊκό μεγαλείο του Χριστού και αφού έφτασαν σε μεγάλο βαθμό πνευματικότητας ανακηρύχτηκαν Άγιοι.
στ. Η λατρεία
Στη Χριστιανική Θρησκεία, η λατρεία είναι πνευματική και η ψυχή επικοινωνεί με το Θεό. Στις άλλες θρησκείες η λατρεία είναι υλική και πραγματοποιείται με εξωτερικούς τύπους όπως είναι οι θυσίες ζώων κ.ά.
ζ. Ο Τριαδικός Θεός
Στα εξωχριστιανικά θρησκεύματα συναντούμε το μονοθεϊσμό ή τον πολυθεΐσμό, γιατί έτσι ο ανθρώπινος νους φαντάστηκε τη θεία αλήθεια. Στο Χριστιανισμό υπάρχει κατ’ αποκάλυψη του Ίδιου του θεού, ο Τριαδικός θεός, ο Μόνος αληθινός θεός.
Καταβλήθηκε προσπάθεια να παρουσιαστούν, κατά τον πιο αντικειμενικό τρόπο, τα βασικά σημεία της διδασκαλίας των κυριότερων θρησκευμάτων του κόσμου. Από τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, προκύπτει το συμπέρασμα ότι σε όλα ανεξαιρέτως τα θρησκεύματα υπάρχει έκδηλη η νοσταλγία και η αναζήτηση του θεού, αλλά μόνο στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό έχουμε πραγματική θεογνωσία γιατί είναι η μοναδική θρησκεία η οποία αποκαλύφθηκε στον άνθρωπο από τον ίδιο τον ενανθρωπήσαντα Θεό και η οποία διατηρεί τη διδασκαλία της, από της ιδρύσεως της μέχρι σήμερα, εντελώς αναλλοίωτη και όπως ακριβώς μας την παρέδωσε ο Χριστός μέσω των Αποστόλων.
πηγή: http://apfilipposgrammatikous.blogspot.com/2010/06/blog-post_9184.html

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί οἱ «ἄλλες θρησκεῖες»

(Ἄρθρο ἀπό τό ἔντυπο
«Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 61, Μαρ. – Ἀπρ. 2009).

Ἡ θέση τοῦ προβλήματος στην ἐποχή μας

Ἡ κοινωνία, στήν ὁποία ζοῦμε, χαρακτηρίζεται συνήθως ὡς «πολυπολισμική». Ὄχι μόνο στόν ὑπόλοιπο κόσμο, ἀλλά καί στή χώρα μας τά τελευταῖα χρόνια ἔχουν ἐπέλθει κοινωνικές ἀλλαγές, πού μᾶς φέρνουν καθημερινά σέ ἐπαφή μέ ὁπαδούς «ἄλλων θρησκειῶν», δογμάτων καί παραδόσεων. Ἡ θρησκευτική μας ὁμοιογένεια δέχεται ἰσχυρούς κλονισμούς, εἴτε ἀπό τήν εἰσρροή μεταναστῶν ἀπό ἄλλες χῶρες, εἴτε ἀπό τίς συνθῆκες πού δημιουργοῦν τά σύγχρονα μέσα συγκοινωνίας καί ἐπικοινωνίας, ἀλλά καί ἡ θέση μας στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση. Στίς νέες αὐτές συνθῆκες, εἶναι φυσικό νά τίθεται καί πάλι ἔντονα καί ἐπιτακτικά τό ἐρώτημα γιά τή σχέση μας μέ τούς ὁπαδούς τῶν «ἄλλων θρησκειῶν». Πῶς πρέπει νά τούς ἀντιμετωπίζουμε στήν καθημερινή μας ζωή; Πῶς ἀντιμετωπίζει τό πρόβλήμα ἡ Πολιτεία; Ποιά στάση πρέπει νά τηρεῖ ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία;
Οἱ ἀπαντήσεις γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους πρέπει νά ἀντλοῦνται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἡ ὁποία, στή μακραίωνη ἱστορία της, ἔχει ἀντιμετωπίσει ἀνάλογες περιπτώσεις. Ἄς δοῦμε δυό χαρακτηριστικά παραδείγματα: α) Ὁ ἀρχαῖος Ἰσραήλ ἦταν σέ συνεχῆ ἐπαφή μέ ἕνα πλῆθος λαῶν, πού πίστευε σέ ἄλλες θρησκεῖες καί λάτρευε κάθε λογῆς εἴδωλα. Ἡ Παλαιά Διαθήκη ἀναφέρεται σαφῶς στή σχέση μέ τίς θρησκεῖες αὐτές. β) Ὁ Χριστιανισμός ἐμφανίστηκε μέσα σέ ἕνα ἔντονα συγκριτιστικό περιβάλλον, πού θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ ὡς χοάνη λαῶν, πολιτισμῶν, θρησκειῶν καί ἀντιλήψεων. Στήν Καινή Διαθήκη καί στούς ἀρχαίους Πατέρες, μποροῦμε νά ἀνιχνεύσουμε σαφῶς τή στάση τῆς πρωτοχριστιανικῆς Ἐκκλησίας ἔναντι αὐτοῦ τοῦ περιβάλλοντος. Ἡ μαρτυρία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης εἶναι ἐν προκειμένω κοινή: ἡ σωτηρία προέρχεται μόνο ἀπό τόν ἕνα καί ἀληθινό Θεό, στόν Ὁποῖο καί μόνο ἀποδίδεται ἡ λατρεία (Ἐξ. 20, 2-5), ἤ ἡ σωτηρία πρόερχεται μόνο ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό (Πράξ. 4,12), τόν μοναδικό Υἱό τοῦ Θεοῦ.
Βέβαια, στήν ἐποχή μας δέν κυριαρχεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση. Κυριαρχοῦν ἄλλες «παραδόσεις». Κυριαρχεῖ περισσότερο τό φρόνημα τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἑνός κινήματος – ρεύματος, πού τείνει νά «ὑπερβεῖ» ἤ νά ὑποκαταστήσει τίς θρησκεῖες καί νά ἐπικρατήσει ὡς ἡ θρησκεία τοῦ μέλλοντος. Παραδόξως ἡ Νέα Ἐποχή δέν ἔχει ἀρνητική ἀντίληψη γιά τίς θρησκεῖες. Ἔχει μᾶλλον θετική ἀντίληψη. Ὑπό τήν ἐπίδρασή της οἱ θρησκεῖες ἀξιολογοῦνται θετικά στήν ἐποχή μας, ὄχι μόνο στό ἐπίπεδο τῆς πρακτικῆς συνεργασίας (τοῦ ὀφειλόμενου σεβασμοῦ πρός τούς ὁπαδούς τῶν «ἄλλων θρησκειῶν» στίς καθημερινές μας σχέσεις), ἀλλά καί στό ἐπίπεδο τῆς ἀλήθειας. Μέ τό πρόσχημα τῆς «ἀποδοχῆς» τοῦ ἄλλου ἤ τοῦ σεβασμοῦ τῆς «ἑτερότητας» ἐπιχειρεῖται συνήθως ἡ σχετικοποίηση τῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθόδοξης πίστης καί προωθοῦνται ἔντονα οἱ διαχριστιανικοί καί διαθρησκειακοί διάλογοι, μέ ἀπώτερο σκοπό τή συγκριτιστική συγχώνευση τῶν ἐπιμέρους θρησκειῶν ἤ ὁμολογιῶν μέσα στή χοάνη τῆς Νέας Ἐποχῆς.

Τό φρόνημα τῆς Νέας Ἐποχῆς

Τί εἶναι, ὅμως, ἡ Νέα Ἐποχή; Δέν εἶναι μιά συγκεκριμένη θρησκεία ἤ αἵρεση. Εἶναι ἕνα σύνολο ὁμάδων ἤ αἱρέσεων μέ κοινά στοιχεῖα. Εἶναι ἕνα κίνημα, ἕνα ρεῦμα, πού ἐπηρεάζει καί διαποτίζει ἐπί μέρους ἄτομα σέ ὅλο τόν κόσμο καί εἰσέρχεται σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς. Ἄρχισε νά διαμορφώνεται στά τέλη τοῦ 19ου αἰ. ἀπό χαρακτηριστικούς ἐκπροσώπους τοῦ ἀποκρυφιστικοῦ χώρου (Ἕλενα Μπλαβάτσκυ, Ἀλίκη Μπέϊλι, κ.ἄ.), πού συνδύασαν στοιχεῖα τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί τῆς ἀστρολογίας μέ ἀντιλήψεις τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν (μετενσάρκωση, διαλογισμός κ.ἄ.). Ἔτσι διαμορφώθηκε ἡ ἰδεολογία τοῦ κινήματος, κατά τήν ὁποία: α) δέν ὑπάρχει πραγματική διάκριση μεταξύ Θεοῦ καί κόσμου («τά πάντα εἶναι ἕνα»), β) ὁ Θεός εἶναι μιά ἀπρόσωπη δύναμη, πού διαχέεται στό σύμπαν, γ) κάθε στοιχεῖο τοῦ κόσμου (πρόσωπο, ζῶο, πρᾶγμα) ἔχει θεϊκή οὐσία καί ἀποτελεῖ μορφή ἐκδήλωσης τῆς ἀπρόσωπης θεότητας, δ) προορισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά «ἐξελιχθεῖ» σέ «ἀνώτερα ἐπίπεδα» μέ ἀπώτερο στόχο τήν «ἕνωση» (=διάλυσή του) μέσα στήν ἀπρόσωπη θεότητα κ.ἄ.
Στά πλαίσια αὐτά κατανοεῖται ἡ στάση τῆς Ν. Ἐποχῆς ἔναντι τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῶν θρησκειῶν γενικά, ἡ ὁποία, ἐξωτερικά τουλάχιστον, δέν ἔχει τή μορφή σαφοῦς ἀντιπαράθεσης καί προσδιορίζεται ἀπό δυό βασικές ἀρχές: α) «δέν ὑπάρχει θρησκεία ἀνώτερη ἀπό τήν ἀλήθεια», καί β) «δέν ὑπάρχει θρησκεία, ἀνώτερη ἀπό κάποια ἄλλη θρησκεία». Σύμφωνα μέ τίς ἀρχές αὐτές, ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο· μεταξύ τους δέν ὑπάρχει οὐσιαστική διαφορά. Οἱ θρησκεῖες εἶναι διαφορετικοί «δρόμοι», πού ὁδηγοῦν στόν ἴδιο προορισμό, στόν ἴδιο «θεό». Πάνω ἀπ’ τίς θρησκεῖες εἶναι ἡ «ἀλήθεια» (ἡ «ἀλήθεια» τῆς Ν. Ἐποχῆς, οἱ ἀντιλήψεις της). Κάθε θρησκεία κατέχει ἕνα μέρος τῆς ἀλήθειας, ἐνῶ ἡ Ν. Ἐποχή ἐκπροσωπεῖ τό «πλήρωμα» (τό σύνολο) τῆς ἀλήθειας. Ἐπιπλέον, οἱ θρησκεῖες ἦσαν γιά τούς ἀτελεῖς ἀνθρώπους ἄλλων ἐποχῶν καί οἱ μεταξύ τους διαφορές ὀφείλονται στήν ὑπερβολική προσκόληση στόν τῦπο καί στό γράμμα. Ἡ Ν. Ἐποχή φέρνει, ὑποτίθεται, μιά βαθύτερη κατανόηση τῶν θρησκειῶν, μέ σκοπό τήν ἀνακάλυψη τῆς κοινῆς τους οὐσίας καί μέ προοπτική τή μεταξύ τους συνεργασία, τή συνένωσή τους καί τή δημιουργία μιᾶς «πανθρησκείας». Αὐτό ἀφορᾶ καί τή Χριστιανική Ἐκκλησία, γι’ αὐτό προτείνεται μιά «νέα κατανόηση» τῆς Ἁγ. Γραφῆς, μιά «νέα ἀνάγνωση» τῶν ἱερῶν κειμένων, μιά «νέα νοηματοδότηση» τῶν χριστιανικῶν ὅρων. Ἔτσι, ἡ Ν. Ἐποχή δέν λέει, συνήθως, «βγές ἀπό τήν ἐκκλησία σου γιά νά σωθεῖς», δέν ἐπιδιώκει, ὅπως οἱ περισσότερες αἱρέσεις, νά ἀδειάσει τίς Ἐκκλησίες γιά νά γεμίσει τίς δικές της αἴθουσες. Δέχεται νά εἶναι γεμάτες οἱ Χριστιανικές Ἐκκλησίες, ἀλλά ὅσοι βρίσκονται μέσα σ’ αὐτές νά ἔχουν ἀλλοιωμένο φρόνημα, δηλ. νά εἶναι στήν οὐσία αἱρετικοί!
Ἡ ἑνοποίηση τῶν θρησκειῶν εἶναι ἕνα μόνο βῆμα πρός τήν ἑνοποίηση ὅλου τοῦ κόσμου. Παράλληλα ἐπιδιώκεται ἡ φυλετική, ἡ ταξική, ἡ ἰδεολογική καί, τέλος, ἡ πολιτική ἑνοποίηση, ὥστε ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα νά γίνει μιά «παγκόσμια ἀδελφότητα». Τότε θά τεθεῖ κάτω ἀπό τήν πνευματική, ἴσως καί τήν πολιτική, ἡγεσία τοῦ «ἀβατάρ» τῆς Ν. Ἐποχῆς, τοῦ νέου μεσσία, πού θά ἐμφανισθεῖ γιά νά τήν ὁδηγήσει, ὑποτίθεται, στόν κόσμο τῆς προόδου, τῆς τελειότητας καί τοῦ φωτός (ἄς ὑπενθυμίσουμε τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τό πρόσωπο τοῦ Ἀντιχρίστου, πού θά ἐμφανισθεῖ ὡς «νέος μεσσίας» πρίν τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ). Αὐτό εἶναι τό φρόνημα τῆς Ν. Ἐποχῆς γιά τίς θρησκεῖες, πού προβάλλεται συνεχῶς στίς μέρες μας. Τί δέχεται ὅμως, ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση;

Ἡ μαρτυρία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης

Πρίν δοῦμε ἀναλυτικά τή μαρτυρία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης γιά τίς «ἄλλες θρησκεῖες», ὀφείλουμε νά ἀπαντήσουμε στό ἐρώτημα: Εἶναι ὁ Χριστιανισμός θρησκεία; Εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ θρησκεία; Εἶναι μιά ἀπ’ τίς θρησκεῖες τοῦ κόσμου; Ποιά εἶναι ἡ θεολογική ἀπάντηση στό ἐρώτημα; Ὄχι ἡ θρησκειολογική ἤ, γενικά, ἡ ἐπιστημονική, ἀλλά ἡ θεολογική ἀπάντηση. Αὐτή ἐξαρτᾶται ἀπό τό νόημα πού δίνουμε κάθε φορά στόν ὅρο «θρησκεία». Ἄν θρησκεία εἶναι ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό (τόν ἀληθινό Θεό), τότε καμμία ἀπό τίς ἀποκαλούμενες θρησκεῖες δέν εἶναι ὄντως θρησκεία, γιατί καμμία ἀπ’ αὐτές δέν ὁδηγεῖ σέ πραγματική σχέση μέ τόν Θεό. Ὅλες ὁδηγοῦν σέ σχέσεις μέ ψεύτικους «θεούς», σέ «θεούς» πλάσματα τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καί φαντασίας, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια. Μ’ αὐτή τήν ἔννοια θρησκεία εἶναι μόνο ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἄν, ὅμως, χρησιμοποιοῦμε τόν ὅρο θρησκεία μέ τήν τρέχουσα σημασία του, τήν καθημερινή, μέ τήν ὁποία θρησκεία εἶναι καί τό Ἰσλάμ καί ὁ Ἰνδουϊσμός καί ὁ Βουδισμός κ.λ.π., τότε ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι σέ καμμιά περίπτωση θρησκεία. Εἶναι μιά μέθοδος σωτηρίας, πού δέν ἔχει σχέση μέ τίς θρησκεῖες καί ἔρχεται σέ πλήρη ἀντίθεση μ’ αὐτές. Γι’ αὐτό στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἀποφεύγεται γενικά ὁ χαρακτηρισμός τῆς πίστης μας ὡς «θρησκείας». Στήν Καινή Διαθήκη ὁ ὅρος ἀπαντᾶται μόνο τέσσερις φορές. Σέ καμμία ἀπ’ αὐτές δέν ἀναφέρεται εὐθέως στό περιεχόμενο τῆς πίστεως. Σέ μία περίπτωση ἀναφέρεται στόν Ἰουδαϊσμό (Πράξ. 26,5), σέ ἄλλη (Κολ. 2,18) σέ λατρεία Ἀγγέλων (αἵρεση) καί σέ ἄλλες δύο (Ἰακ. 1,26 καί 27) στήν ἐσωτερική διάθεση τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπικοινωνήσει μέ τόν Θεό (στήν «πιστεύουσα» καί ὄχι στήν «πιστευόμενη πίστη»).
Ποιά εἶναι ἡ μαρτυρία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης γιά τήν προέλευση τῶν θρησκειῶν; Στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπάρχει ἡ διήγηση γιά τή δημιουργία καί πτώση τοῦ ἀνθρώπου (Γεν. κεφ. 1-3). Ὁ Θεός δημιούργησε τόν ἄνθρωπο καί τόν ἔβαλε νά κατοικήσει στόν Παράδεισο, ὅπου ὑπῆρχε προσωπική καί ἄμεση κοινωνία μέ τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ φυσική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου: νά εἶναι μαζί μέ τόν Θεό, νά ἐπικοινωνεῖ μαζί Του. Ἡ κοινωνία, ὅμως, αὐτή διεκόπη μέ τήν πτώση, ὅταν μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου περενεμβλήθη τό «μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ» ἤ τό «κάλλυμα τῶν παθῶν», ἡ δέ φυσική κατάσταση ἐξέπεσε σέ παρά φύσιν κατάσταση. Ἀλλά καί σ’ αὐτή τήν κατάσταση ὁ ἄνθρωπος δέν ἔπαψε νά ἀναζητᾶ τόν Θεό, νά αἰσθάνεται ἔντονα τήν ἀπουσία Του. Ἐπειδή, ὅμως, δέν μποροῦσε νά Τόν ἀνακαλύψει μέ τίς δικές του δυνάμεις, καί ἐπειδή χωρίς Αὐτόν δέν μποροῦσε νά ζήσει, «ἀνακάλυψε» ἄλλους «θεούς» καί ἐπινόησε θρησκεῖες. Πῶς, ὅμως, ἀνακάλυψε «θεούς» καί θρησκεῖες; Προφανῶς μέ τή λογική καί τή φαντασία του, δηλ. πίστεψε στόν Θεό, ὅπως Τόν διανοήθηκε καί ὅπως Τόν φαντάστηκε. Κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι προϊόντα τῆς λογικῆς καί τῆς φαντασίας, δηλ. ὅλες εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα. Ὅλες ἔχουν ἀνθρώπινη προέλευση καί ὅλες ὀφείλονται στήν φυσική τάση τοῦ ἀνθρώπου νά γνωρίσει τόν Θεό. Ἡ ποικιλία τους ὀφείλεται στίς ἑκάστοτε εἰδικές συνθῆκες ὅσων τίς ἐπινοοῦν (σέ πρωτόγονο στάδιο ὁ ἄνθρωπος θεοποιεῖ ὅ,τι τοῦ προξενεῖ ἐντύπωση ἤ φόβο, π.χ. τά φυσικά φαινόμενα, σέ ἄλλο στάδιο κατασκευάζει ἀγάλματα ἀνύπαρκτων «θεῶν» καί τά προσκυνεῖ καί σέ ἄλλο ἐπινοεῖ θρησκεῖες μέ ἐπεξεργασμένη διδασκαλία καί ἠθική). Τελικά, ὅλες οἱ θρησκεῖες λατρεύουν «εἴδωλα» (θεοποιοῦν δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ), ὅλες χωρίς ἐξαίρεση ἔχουν εἰδωλολατρικό χαρακτῆρα (καί ὄχι μόνο οἱ θρησκεῖες, ἀλλά καί πολλές ἄλλες ἀνθρώπινες δραστηριότητες, ὅπως ἡ σχέση σέ πολλές περιπτώσεις μέ μιά συγκεκριμένη ἰδεολογία, ἡ σχέση τοῦ φανατικοῦ ὁπαδοῦ μέ τό ποδόσφαιρο, ἡ σχέση τοῦ φιλάργυρου μέ τό χρῆμα, ἡ σχέση τοῦ ἐπιδειξιομανοῦς μέ τόν ἑαυτό του κ.ἄ.). Τελικά ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι νεκρές! Ἄς δοῦμε πῶς ἐκφράζεται αὐτό στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, τῆς ὁποίας οἱ ρίζες εἶναι στήν Παλαιά Διαθήκη: «Τά εἴδωλα τῶν ἐθνῶν ἀργύριον καί χρυσίον, ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων· στόμα ἔχουσι καί οὐ λαλήσουσιν, ὀφθαλμούς ἔχουσι καί οὐκ ὄψονται· ὦτα ἔχουσι καί οὐκ ἐνωτισθήσονται» («οἱ θεοί τῶν ἐθνῶν, οἱ ἄλλες θρησκεῖες, εἶναι μόνο χρυσός καί ἀσήμι, εἶναι ἁπλά κατασκευάσματα τῶν ἀνθρώπινων χεριῶν· ἔχουν στόμα, ἀλλά δέν μποροῦν νά μιλήσουν· ἔχουν μάτια, ἀλλά δέν βλέπουν· ἔχουν αὐτιά, ἀλλά δέν ἀκοῦνε», Ψαλμ. 134, 15-17).
Ἡ οὐσιαστική διαφορά τοῦ (αὐθεντικοῦ) Χριστιανισμοῦ ἀπό τίς θρησκεῖες εἶναι ὅτι οἱ μέν θρησκεῖες ἀποτελοῦν κίνηση τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό, ὁ δέ Χριστιανισμός θεμελιώνεται στήν κίνηση τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι Ἀποκάλυψη, εἶναι φανέρωση τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, τόν Ὁποῖο οὔτε γνωρίσαμε (Α’ Κορ. 1,21), οὔτε πρόκειται νά γνωρίσουμε ποτέ μέ τίς δικές μας δυνάμεις, δηλ. ἔξω ἀπό τήν Ἀποκάλυψή Του. Οἱ θρησκεῖες, ἀντίθετα, δέν εἶναι Ἀποκάλυψη, εἶναι ὑποκατάστατα τῆς Ἀποκαλύψεως.
Ἄς δοῦμε, ὅμως, καί μιά ἄλλη πιό σοβαρή διάσταση τοῦ θέματος. Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέχεται τήν ὕπαρξη τοῦ διαβόλου καί τή συνεχή δράση του μέσα στόν κόσμο. Γνωρίζουμε ὅτι ὁ διάβολος ἐπιχειρεῖ νά διαστρέψει κάθε καλό καί νά τό μεταβάλλει σέ κακό. Ἔτσι, ἐπιχειρεῖ νά διαστρέψει καί τή φυσική τάση τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό, ὅπως αὐτή ἐκφράζεται στίς θρησκεῖες. Πρακτικά αὐτό σημαίνει ὅτι εἰσχωρεῖ στά ἀντικείμενα λατρείας τῶν θρησκειῶν (στά «εἴδωλα τῶν ἐθνῶν») γιά νά δέχεται τήν προσκύνηση τῶν ἀνθρώπων. Ὑπό τό πρίσμα αὐτό ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι δαιμονικές καταστάσεις. Γι’ αὐτό, κατά τήν Ἁγ. Γραφή (Ψαλμ. 95,5), «πάντες οἱ θεοί τῶν ἐθνῶν δαιμόνια» (ἐπισημαίνουμε τό «πάντες») καί ὅποιος θυσιάζει σ’ αὐτούς «θύει τοῖς δαιμονίοις» (Ψαλ. 105,37).
Μέ βάση τά παραπάνω, κατανοοῦμε γιατί στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση τό νά ἐγκαταλείψει κάποιος τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί νά προσχωρήσει σέ ἄλλη θρησκεία (ὅπως στήν περίπτωση τῶν ἐξισλαμισμῶν τῆς Τουρκοκρατίας) ἰσοδυναμεῖ μέ τόν πνευματικό θάνατο, μέ τόν ἀποκλεισμό ἀπό τή σωτηρία. Κατανοοῦμε γιατί οἱ «πεπτωκότες» τῆς ἐποχῆς τῶν διωγμῶν (ὅσοι εἶχαν θυσιάσει στά εἴδωλα γιά νά ἀποφύγουν τά βασανιστήρια καί τόν θάνατο) ἀντιμετωπίζονταν ὡς βαρύτατα ἁμαρτήσαντες καί γίνονταν πολύ δύσκολα ἀποδεκτοί στήν Ἐκκλησία, ὅταν ἐπέστρεφαν. Κατανοοῦμε γιατί οἱ ἅγιοι Μάρτυρες ἀρνοῦντο πεισματικά νά θυσιάσουν στά εἴδωλα. Ἡ θυσία τους δέν θά ἦταν ἁπλῶς ἀπόδοση θεϊκῶν ἰδιοτήτων σ’ ἕνα νεκρό καί ἄψυχο εἴδωλο, ἀλλά καί σαφής λατρεία τοῦ διαβόλου. Ἄλλωστε, διάχυτη ἦταν ἡ ἀντίληψη μεταξύ τῶν Χριστιανῶν, ὅτι μέσα στά εἴδωλα κατοικοῦσαν δαίμονες γιά νά δέχονται τήν προσκύνηση τῶν ἀνθρώπων, ὅπως μαρτυρεῖται σαφῶς στά Μαρτυρολόγια τῆς Ἐκκλησίας. Ἄς δοῦμε ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα ἀπό τόν βίο τοῦ ἁγίου Γεωργίου: «Ὁ δέ παρανομώτατος βασιλεύς Διοκλητιανός, τό πρωΐ, ὅταν ἐξημέρωσεν, ἦλθεν εἰς τόν ναόν τοῦ Ἀπόλλωνος … προσέταξε δέ νά φέρουν ἐκεῖ καί τόν Ἅγιον … Τότε ὁ τοῦ Χριστοῦ Μάρτυς Γεώργιος ἤγειρε τήν δεξιάν του χεῖρα πρός τό εἴδωλον τοῦ Ἀπόλλωνος καί εἶπε· “Θέλεις σύ, εἴδωλον ἄψυχον, νά λάβῃς, ὡς θεός, ἀπό ἐμέ θυσίαν”; Ὁμοῦ δέ μέ τόν λόγον ἔκαμε καί τόν σταυρόν του· τό δέ δαιμόνιον, τό ὁποῖον κατώκει εἰς τό εἴδωλον, διά φωνῆς μεγάλης ἐβόησε· “Δέν εἶμαι ἐγώ θεός, οὔτε ἄλλος τις ἀπό ἡμᾶς· μόνον αὐτός τόν ὁποῖον σύ κηρύττεις εἶναι Θεός ἀληθινός. Ἡμεῖς εἴμεθα ἄλλοτε Ἄγγελοι καί λόγῳ τῆς ὑπερηφανείας μας ἐγίναμεν διάβολοι, ἀπό τότε δέ περιπαίζομεν τούς ἀνθρώπους ἀπό τόν φθόνον μας καί μᾶς προσκυνοῦσιν ὡς θεούς”. Λέγει τότε ὁ Ἅγιος· “Διατί λοιπόν παραμένετε τώρα ἐδῶ, ὅπου παρευρίσκομαι καί ἐγώ ὁ δοῦλος τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ”; Παρευθύς τότε μέ τόν λόγον τοῦ Ἁγίου βοή καί σύγχυσις καί κλαυθμοί ἠκούσθησαν προερχόμενοι ἀπό τά εἴδωλα τοῦ βωμοῦ, καταπεσόντα δέ ταῦτα εἰς τήν γῆν συνετρίβησαν εἰς τεμάχια» (Μέγας Συναξαριστής, τ. Δ’, ἔκδ. Μ. Λαγγῆ, Ἀθῆναι 1998, σ. 477-478).

Ἡ στάση μας ἔναντι τῶν ὁπαδῶν τῶν «ἄλλων θρησκειῶν»

Οἱ παραπάνω ἀντιλήψεις προκαλοῦν ἀπορίες, ὅπως: Δέν περιέχουν οἱ θρησκεῖες ἀλήθειες; Δέν προβάλλουν πολλές φορές τό καλό; Πῶς θά κριθοῦν ἀπό τόν Θεό ὅσοι κάνουν τό καλό, ἀλλά ἔτυχε νά ἀνήκουν σέ «ἄλλες θρησκεῖες»;
Βέβαια, ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄγνωστη σέ μᾶς. Ὁ Θεός θά κρίνει τόν κόσμο, ὄχι ἐμεῖς. Γνωρίζουμε ὅτι εἶναι φιλάνθρωπος καί ὅτι δέν θά ἀδικήσει κανέναν. Δέν γνωρίζουμε, ὅμως, πῶς ἀκριβῶς θά ἀντιμετωπίσει αὐτές τίς περιπτώσεις. Ἡ ὁποιαδήποτε κρίση Του, βέβαια, δέν δικαιώνει τίς θρησκεῖες. Ἄν ὁ Θεός κρίνει μέ φιλανθρωπία περιπτώσεις κάποιων ὁπαδῶν, αὐτό δέν σημαίνει ὅτι καί οἱ θρησκεῖες εἶναι καλές καί ἀποδεκτές. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει καί μέ τίς ἀλήθειες τῶν θρησκειῶν. Ἄν οἱ θρησκεῖες περιέχουν ἀλήθειες, αὐτό δέν τίς δικαιώνει οὔτε τίς καθιστᾶ ἀποδεκτές. Οἱ ἀλήθειες αὐτές ἀναφέρονται συνήθως στόν κόσμο πού μᾶς περιβάλλει καί εἶναι ἄσχετες μέ τή σωτηρία (δέν σώζουν) ἤ ἀναφέρονται σέ γενικότητες περί Θεοῦ (π.χ. ὁ Θεός εἶναι ἕνας, ὁ Θεός εἶναι καλός). Στήν καθαυτό ἀντίληψη περί Θεοῦ, ἀπό τήν ὁποία ἐξαρτᾶται ἡ σωτηρία μας, οἱ θρησκεῖες δέν περιέχουν ἀλήθειες, ἀλλά πλάνες. Κατά συνέπειαν, δέν ἀποτελοῦν «δρόμους», πού ὁδηγοῦν στόν Θεό, ἀλλά δρόμους, πού ὁδηγοῦν μακριά ἀπό τόν Θεό. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τό καλό, πού ὑπάρχει στίς θρησκεῖες. Κάποιες θρησκεῖες προβάλλουν ὄντως τό καλό, προβάλλουν ὅμως καί τό κακό (τόν «ἱερό πόλεμο», τή μισαλλοδοξία, τόν φανατισμό, τήν τρομοκρατία). Τό «καλό» τῶν θρησκειῶν δέν εἶναι τίποτε παραπάνω ἀπ’ ὅ,τι μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀνακαλύψει μέ τίς φυσικές του δυνάμεις καί δέν συναντᾶται ἀποκλειστικά στίς θρησκεῖες.
Πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζουμε πρακτικά τούς ὁπαδούς τῶν «ἄλλων θρησκειῶν»; Ἡ χριστιανική πίστη, ὅπως γνωρίζουμε, εἶναι στήν οὐσία της ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ὑπερβαίνει ὅλες τίς διακρίσεις, ἀκόμη καί τίς θρησκευτικές, καί ἀγκαλιάζει τούς πάντες, ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς. Ἄρα ὀφείλουμε νά ἀγαπᾶμε τούς ὁπαδούς τῶν «ἄλλων θρησκειῶν», ὀφείλουμε νά συνεργαζόμεθα μαζί τους, ὀφείλουμε νά τούς σεβόμεθα, ὀφείλουμε νά προστρέχουμε στίς ἀνάγκες τους. Πάντοτε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅταν προέκυπταν σοβαρά προβλήματα (πεῖνα, πανδημίες ἀσθενειῶν κ.λ.π), προσέφερε τή βοήθεια της σέ Χριστιανούς καί μή Χριστιανούς ἀδιακρίτως. Ἐπίσης ὀφείλουμε νά σεβόμεθα ἀπόλυτα τό δικαίωμά τους νά ἔχουν ἄλλη πίστη καί νἀ ἀσκοῦν ἐλεύθερα τή λατρεία τους (ὑπό προϋποθέσεις, πού ὁρίζει συνήθως ἡ Πολιτεία). Ἡ ἱεραποστολή πρός αὐτούς πρέπει νά γίνεται μέ διάκριση καί μέ σεβασμό τῆς θρησκευτικῆς τους ἐλευθερίας.
Ἡ χριστιανική ἀγάπη, ὅμως, καί ὁ σεβασμός στούς ὁπαδούς τῶν θρησκειῶν δέν σημαίνει καί ἀποδοχή ἤ ἀναγνώριση τῆς διδασκαλίας τους. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τόν ἐπίσημο διάλογο μέ τίς θρησκεῖες, πού εἶναι καλός καί ὠφέλιμος, ἄν περιορίζεται σέ πρακτικά θέματα καί προβλήματα. Δέν θεωροῦμε τίς θρησκεῖες ὡς κάτι ἀνάλογο μέ τήν Ἐκκλησία μας ἤ ὡς φορεῖς ἀλήθειας. Ἀγαπᾶμε τούς ὁπαδούς τους, ἀλλά τούς ἀγαπᾶμε ὡς ἀνθρώπους πού βρίσκονται σέ πλάνη. Ἄν, μάλιστα, αἰσθανόμεθα κίνδυνο ἀπό τήν πλάνη, τότε ἀναγκαστικά περιορίζουμε τίς συναναστροφές μας μ’ αὐτούς, ἐφαρμόζοντας τή συμβουλή τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου (Β’ Ἰω. 10-11), χωρίς, βέβαια, νά πάψουμε νά τούς ἀγαπᾶμε. Γενικά ἡ στάση μας ἀπαιτεῖ ὑψηλή διάκριση, ὥστε καί ἡ χριστιανική ἀγάπη νά μή θυσιάζεται καί τό πνεῦμα τῆς Νέας Ἐποχῆς νά μή γίνεται ἀποδεκτό, τό ὁποῖο, ὅπως εἴδαμε, ἐπιχειρεῖ νά δικαιώσει τίς θρησκεῖες, σέ πλήρη ἀντίθεση μέ ὅ,τι πρεσβεύει ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση.

Ἱερεύς Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας

Ἡ Νέα Ἐποχή και οἱ «ἑορτές» της.

(Ἄρθρο ἀπό τό ἔντυπο
«Βασίλειος ὁ Μέγας. Δελτίον Ἐπικοινωνίας τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Βασιλείου Τριπόλεως», Τρίπολις, τεῦχ. 32, Ὀκτώβριος 2006).

Ὁ ἐκκλησιαστικός βίος, ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανική ζωή, δέν εἶναι μιά ἀδιάκοπη καί κουραστική μονοτονία. Εἶναι μιά πορεία μέ συνεχεῖς ἐναλλαγές καί μεταπτώσεις, μέ σταθμούς καί στάσεις, μέ ἑορτές καί νηστεῖες, μέ ποικίλες πνευματικές ἐκδηλώσεις, μέ ἀκολουθίες καί τελετές, μέ περιόδους κατανύξεως καί περισυλλογῆς καί μέ περιόδους χαρᾶς καί εὐφροσύνης. Εἶναι μιά πορεία πού ἐκφράζει τήν ἀγωνιώδη προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά πλησιάσει καί νά γνωρίσει τόν Θεό καί νά ζήσει σύμφωνα μέ τό θέλημά Του. Καί ὄντως, μέσα ἀπ’ αὐτό τόν τρόπο ζωῆς, δηλ. μέσα ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό βίο, πολλοί κατορθώνουν νά πλησιάσουν καί νά γνωρίσουν τόν Θεό πραγματικά, ὅπως οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, καί πολλοί περισσότεροι καταξιώνονται νά ἀπολαύσουν τίς εὐεργεσίες καί δωρεές Του στήν προσωπική τους ζωή.
Οἱ πιό χαρακτηριστικοί, ἴσως, σταθμοί τοῦ ὀρθόδοξου βίου εἶναι οἱ ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἐτήσιος κύκλος περιλαμβάνει πλῆθος ἑορτῶν, κατάλληλα κατανεμημένων, καί ὁ ἑβδομαδιαῖος ἔχει σάν κέντρο του τήν Κυριακή, πού εἶναι ἕνας συνεχῶς ἐπαναλαμβανόμενος ἑορτασμός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου.
Καί τί ἀκριβῶς ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία; Ἑορτάζει τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό. Οἱ σταθμοί τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ (ἡ Γέννηση, ἡ Βάπτιση, ἡ Μεταμόρφωση καί, κυρίως, ἡ Ἀνάσταση) εἶναι καί σταθμοί τῆς σωτηρίας μας καί ἑορτάζονται μέ λαμπρές ἑορτές, πού ὀνομάζονται Δεσποτικές. Ἑορτάζει, ἐπίσης, ὅ,τι συνδέεται μέ τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, μέ τίς λεγόμενες Θεομητορικές ἑορτές. Τέλος, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τούς Ἁγίους της, δηλ. ὅσους κατόρθωσαν νά νικήσουν τίς παγῖδες αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί νά εἰσέλθουν θριαμβευτικά στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας δηλ. ἔχουν λόγο καί νόημα. Δέν εἶναι ἐκδηλώσεις χωρίς λόγο καί χωρίς νόημα, δέν εἶναι ἐνέργειες ἄσκοπες καί ἀνόητες. Στήν Ἐκκλησία γνωρίζουμε καλά τί ἑορτάζουμε καί γιατί τό ἑορτάζουμε.
Ὅσοι, ὅμως, ἀντιπαθοῦν γενικά τήν Ἐκκλησία, ἀντιπαθοῦν καί τίς ἑορτές της, καί προσπαθοῦν μέ κάθε μέσο νά τίς ὑποτιμήσουν. Μεταξύ δέ τῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας κυρίαρχη θέση κατέχει στίς μέρες μας τό κίνημα πού ὀνομάζεται Νέα Ἐποχή. Τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Νέα Ἐποχή; Δέν εἶναι μιά συγκεκριμένη ὀργάνωση ἤ αἵρεση. Εἶναι ἕνα σύνολο αἱρέσεων, μιά ὁμάδα ὀργανώσεων, ἕνα ὁλόκληρο κίνημα στό ὁποῖο ἐντάσσονται ἑκατοντάδες αἱρέσεις, ὀργανώσεις καί ἄτομα σέ ὅλο τόν κόσμο. Οἱ ρίζες του βρίσκονται στόν ἀποκρυφισμό, στήν ἀστρολογία καί στίς ἀντιλήψεις τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν, ἡ δέ συστηματοποίησή του ἔγινε ἀπό κορυφαίους ἀποκρυφιστές τοῦ 19ου καί τοῦ 20ου αἰῶνα. Δέχεται ὅτι ἡ ἐποχή τοῦ Χριστοῦ πέρασε καί τώρα ἀνατέλλει μιά Νέα Ἐποχή, στήν ὁποία θά κυριαρχήσει ἕνας ἄλλος «μεσσίας». Ἡ Νέα Ἐποχή ἔχει καί τό στρατιωτικό της σκέλος: ὀνομάζεται Νέα Τάξη Πραγμάτων (=ἐπιβολή τοῦ δικαίου τοῦ ἰσχυρότερου διά τῶν ὅπλων καί διά τῶν αὐθαίρετων ἐπεμβάσεων σέ διάφορα μέρη τοῦ κόσμου), καθώς ἐπίσης καί τό πολιτιστικό της σκέλος: ὀνομάζεται Παγκοσμιοποίηση (=ἐξουδετέρωση ὅλων τῶν πολιτιστικῶν διαφορῶν γιά χάρη μιᾶς «ἑνότητας» ἀπαραίτητης γιά τήν κυριαρχία τοῦ νέου «μεσσία»).
Ἡ Νέα Ἐποχή, λοιπόν, ἀντιπαθεῖ τίς ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἐπειδή δέν μπορεῖ νά τίς καταργήσει, ἐπιχειρεῖ νά τίς ὑποτιμήσει, προβάλλοντας ἄλλου εἴδους «ἑορτές», ἑορτές ὄχι τοῦ Χριστοῦ, ὄχι τῆς Παναγίας, ὄχι τῶν Ἁγίων, ἀλλά «ἑορτές» φρούτων καί λαχανικῶν καί ἄλλων προϊόντων τῆς γῆς! Γιά παράδειγμα: ἕνα χωριό, πού κάποτε ἑόρταζε τόν ἅγιο Γεώργιο, τώρα ἑορτάζει καί τήν «ἑορτή» τῆς πατάτας ἤ τοῦ σκόρδου ἤ τῆς μελιτζάνας! Ὑπό εὐνόητες συνθῆκες, μάλιστα, ἡ δεύτερη αὐτή «ἑορτή» προβάλλεται ἰδιαίτερα, μέ ἀποτέλεσμα νά μειώνεται ἀντίστοιχα ἡ ἑορτή τοῦ Ἁγίου. Καί παραδόξως ὅλοι συμβάλλουν στήν ἐπιτυχία της. Ὅλες οἱ πόρτες εἶναι ἀνοικτές. Ἡ Πολιτεία ξεχνᾶ προσωρινά τά οἰκονομικά της προβλήματα καί τίς χρηματοδοτεῖ πλουσιοπάροχα. Σ’ αὐτό συμβάλλουν, βέβαια, οἱ πολιτικοί, καθώς καί οἱ παράγοντες τῆς λεγόμενης τοπικῆς αὐτοδιοίκησης, οἱ ὁποῖοι πάντα βρίσκουν τρόπους γιά τήν ἐξασφάλιση τῶν σχετικῶν κονδυλίων. Ἄλλωστε τούς δίνεται ἡ εὐκαιρία νά ἐμφανιστοῦν σέ κόσμο, συμμετέχοντας στήν «ἑορτή», καί ὁ κόσμος διαθέτει ψήφους! Συνήθως καλοῦνται καί μεγάλοι καλλιτέχνες, ἐπώνυμοι καί διάσημοι, γιά νά παρουσιάσουν τό πρόγραμμά τους, μαζί μέ ὁλόκληρη τή συνοδεία τους καί τόν ἐξοπλισμό τους. Καί ἕνα μικρό χωριό, πού μέχρι πρόσφατα δέν εἶχε τή δυνατότητα νά ὀργανώσει οὔτε μιά μικρή ἐκδήλωση, ἐμφανίζεται ξαφνικά ὡς διοργανωτής μεγάλων «καλλιτεχνικῶν γεγονότων», ὁλόκληρων συναυλιῶν, γιά τήν «ἑορτή» π.χ. τῆς πατάτας, μέ τά χρήματα προφανῶς τῶν φορολογουμένων.
Αὐτές εἶναι οἱ «τοπικές ἑορτές» τῆς Νέας Ἐποχῆς. Γιατί ὑπάρχουν καί ἄλλες, μεγαλύτερες καί γενικότερες. Ὀνομάζονται συνήθως Παγκόσμιες Ἡμέρες: Παγκόσμια Ἡμέρα χωρίς αὐτοκίνητο, Παγκόσμια Ἡμέρα γιά τό κάπνισμα κ.λ.π. Οἱ αἰτίες πού καθιερώνονται εἶναι ἐκ πρώτης ὄψεως εὔλογες. Ὁ βαθύτερος λόγος εἶναι, ἴσως, νά συνηθίσουν οἱ λαοί τῆς γῆς νά ἔχουν κοινή ἀντίδραση σέ ἐρεθίσματα πού δίνονται ἄνωθεν.
Σέ τί διαφέρουν οἱ «ἑορτές» τῆς Νέας Ἐποχῆς ἀπό τίς ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας; Εἶναι «ἑορτές» χωρίς λόγο καί νόημα, ἐνῶ οἱ ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ἔχουν λόγο καί νόημα. Εἶναι «ἑορτές» πού γίνονται χωρίς νά ὑπάρχει αἰτία χαρᾶς (ὅπως ἕνας ἀνόητος γελάει χωρίς νά ὑπάρχει ἀστεῖο!). Ὑπάρχουν, βέβαια, οἱ προφάσεις καί οἱ δικαιολογίες: Οἱ «ἑορτές» αὐτές γίνονται γιά νά προβληθοῦν τά προϊόντα μας, ἀκοῦμε συνήθως, νά γίνουν γνωστά σέ ἀγορές κ.λ.π. Ὅμως, αὐτός εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος γιά τήν προβολή τῶν προϊόντων; Καί μήπως δέν ὑπάρχουν ἤδη ἀνάλογοι τρόποι, τρόποι ὅμως παραδοσιακοί καί ὀρθόδοξοι, καί ὄχι σάν αὐτούς πού σχεδιάζει ἡ Νέα Ἐποχή; Ὅπως εἶναι γνωστό, παλαιότερα, καί αὐτό συνεχίζεται ἐν πολλοῖς μέχρι σήμερα, κάθε σωματεῖο ἐπαγγελματιῶν, ἐμπόρων, παραγωγῶν, ἀγροτῶν, τεχνιτῶν κ.τ.λ., ἐπέλεγε ἕναν Ἅγιο τῆς Ἐκκλησίας γιά προστάτη του καί ἑόρταζε τή μνήμη του μέ ἀργία καί μέ σύσσωμη συμμετοχή στή Θεία Λειτουργία. Μετά τή Θ. Λειτουργία καί σάν προέκταση αὐτῆς, ἀκολουθοῦσε κάθε ἄλλη ἐκδήλωση χαρᾶς, ὅπως φαγητό, τραγούδι, χορός. Ἔτσι καί ἡ προβολή γίνεται καί ἡ ἀνθρώπινη δραστηριότητα ἔχει τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί τήν προστασία τῶν Ἁγίων.
Ὅμως, αὐτό ἀκριβῶς εἶναι πού δέν θέλει ἡ Νέα Ἐποχή: δέν θέλει τή σχέση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί μέ τήν Ἐκκλησία. Αὐτή τή σχέση ἐπιχειρεῖ νά διασπάσει μέ τίς «ἑορτές» της. Δικαιολογημένα θεωρεῖ τήν Ἐκκλησία ὡς τό σοβαρότερο ἐμπόδιο γιά τά σχέδιά της. Γιατί, ὅπως ἀναφέρει ἡ Ἁγ. Γραφή, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστιανός, εἶναι «δύσχρηστος» (δηλ. δέν μποροῦμε νά τόν χρησιμοποιήσουμε ὅπως θέλουμε) καί, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, «γρηγορεῖ» (δηλ. εἶναι ξύπνιος καί ἀντιλαμβάνεται τί γίνεται γύρω του), σέ ἀντίθεση μέ τόν πολύ ὄχλο, ὁ ὁποῖος εἶναι «εὔχρηστος» (=τόν κάνουμε ὅπως θέλουμε) καί «καθεύδει» (=κοιμᾶται).

Ἱερεύς Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας

Τό φαινόμενο τοῦ δαιμονισμοῦ στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση

(Κείμενο ἀπό τό ἔντυπο
«Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 63, Ἰουλ. – Αὐγ. 2009).

Ὁ δαιμονισμός ὡς «σημεῖον ἀντιλεγόμενον»

Σέ συνέχεια ὅσων ἀναφέραμε στό προηγούμενο τεῦχος τοῦ ἐντύπου μας γιά τό φαινόμενο τῆς μαγείας, θεωρήσαμε σκόπιμο νά ἀναφερθοῦμε στό τεῦχος αὐτό σέ ἕνα ἄλλο φαινόμενο τοῦ ἀποκρυφιστικοῦ χώρου, τό ὁποῖο ἀπασχολεῖ κατά καιρούς τά μέσα ἐνημερώσεως καί προκαλεῖ ἔντονες ἐντυπώσεις, στό φαινόμενο τοῦ δαιμονισμοῦ. Τί εἶναι ὁ δαιμονισμός; Τί εἶναι οἱ δαιμονιζόμενοι; Ὑπάρχουν τέτοιοι στήν ἐποχή μας ἤ μήπως πρόκειται γιά συνηθισμένες περιπτώσεις ψυχασθενῶν; Τί δέχεται ἡ Ἐκκλησία μας καί τί ἡ ἐπιστήμη; Τί εἶναι οἱ ἐξορκισμοί καί πότε πρέπει νά διαβάζονται; Αὐτά εἶναι ὁρισμένα συνήθη ἐρωτήματα, σχετικά μέ τό θέμα, στά ὁποῖα θά προσπαθήσουμε νά ἀπαντήσουμε.
Ὅπως στήν περίπτωση τῆς μαγείας, ἔτσι κι ἐδῶ, ὑπάρχουν διαμετρικά ἀντίθετες ἐκτιμήσεις. Κάποιοι θεωροῦν κάθε παρεκκλίνουσα συμπεριφορά, ἀκόμη καί τίς περιπτώσεις πού ἀπαιτοῦν σαφῶς ψυχιατρική ἀντιμετώπιση, ὡς φαινόμενα δαιμονισμοῦ, καί προσπαθοῦν νά τά «θεραπεύσουν» κάνοντας ἐξορκισμούς μέ θεαματικό τρόπο. Τέτοια ἀντιμετώπιση συναντᾶμε συνήθως μεταξύ τῶν Παλαιοημερολογιτῶν, ὅπου ἀσκεῖται ἀνεύθυνη ἐκκλησιαστική «ποιμαντική». Ἄλλοι ἀπορρίπτουν ἐντελῶς τό φαινόμενο, ἐντάσσοντας τίς ἐκδηλώσεις του στίς περιπτώσεις τῶν ψυχικῶν νόσων. Κατ’ αὐτούς, δέν ὑπάρχουν δαιμονιζόμενοι, ἀλλά μόνο ψυχικά ἀσθενεῖς. Ἡ θεώρηση αὐτή εἶναι μέν φυσιολογική, ὅταν συναντᾶται σέ ἀθέους καί σέ ὅσους δέν ἀποδέχονται τήν αὐθεντία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό κῦρος τῶν Εὐαγγελίων κ.λ.π., εἶναι, ὅμως, ἐντελῶς παράλογη, ὅταν συναντᾶται σέ Χριστιανούς καί μάλιστα σέ κληρικούς.
Ὅπως εἶναι γνωστό, ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση, τῆς ὁποίας ἡ μαρτυρία μᾶς ἐνδιαφέρει ἐδῶ, ἀποδέχεται τήν πραγματική ὕπαρξη τοῦ διαβόλου. Δέχεται ὅτι ὑπάρχουν «λεγεῶνες» δαιμονίων καί ὅτι ὁ διάβολος μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου κυριάρχησε στόν κόσμο (βλ. καί ὅσα ἀναφέρονται στό προηγούμενο τεῦχος τοῦ ἐντύπου μας). Ὁ ἄνθρωπος στή μεταπτωτική του κατάσταση εἶναι ἐκτεθημένος σ’ ἕνα πλῆθος δαιμονικῶν ἐπιδράσεων (ὅπως οἱ πειρασμοί μέσῳ τῶν αἰσθήσεων, μέσῳ αἰσχρῶν, πονηρῶν καί ματαίων λογισμῶν, μέσῳ συνανθρώπων μας, μέσῳ τῆς ἁμαρτίας γενικά, μέσῳ ἐνεργειῶν πλάνης, μέσῳ αἰσθητῶν ἐμφανίσεων τοῦ διαβόλου κ.λ.π.). Προφανῶς ἡ πιό χαρακτηριστική ἀπ’ αὐτές εἶναι ὁ δαιμονισμός. Δαιμονισμός εἶναι τό φαινόμενο, κατά τό ὁποῖο ὁ διάβολος (ἕνας ἤ πλῆθος δαιμόνων) δέν ἐκπειράζει ἁπλῶς τόν ἄνθρωπο (ἐξωτερικά ἤ ἐσωτερικά), ἀλλά καταλαμβάνει τό κέντρο τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας, τόν νοῦ, μέ ἀποτέλεσμα ὁ δαιμονιζόμενος νά ἔχει ἐκδηλώσεις παρόμοιες μέ αὐτές τοῦ ψυχασθενοῦς, τοῦ πάσχοντος ἀπό βαρύτατη ψυχική νόσο. Ἡ δαιμονική κατάληψη συνήθως δέν εἶναι μόνιμη: ὁ ἄνθρωπος ἐπανέρχεται στή φυσική κατάσταση καί πάλι καταλαμβάνεται ἀπό τό δαιμονικό πνεῦμα. Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση, λοιπόν, ἀποδέχεται τόν δαιμονισμό καί τήν ὕπαρξη δαιμονιζομένων, τόσο παλαιότερα, ὅσο καί σήμερα. Κι αὐτό εἶναι φυσικό, ἀφοῦ ὑπάρχει ἡ σαφής μαρτυρία τῆς Ἁγ. Γραφῆς.

Ἡ μαρτυρία τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων

Ὅσοι ἐκ τῶν Χριστιανῶν μας δυσκολεύονται νά ἀποδεχθοῦν τόν δαιμονισμό, δέν παρατήρησαν προφανῶς (εἴτε ἀπό ἄγνοια, εἴτε ἀπό ἐσφαλμένη – αἱρετική προσέγγιση τῆς Ἁγ. Γραφῆς) ὅτι αὐτή ἀναφέρεται σαφῶς στό φαινόμενο. Τά ἱερά Εὐαγγέλια καταγράφουν πλῆθος περιπτώσεων θεραπείας δαιμονιζομένων (καί ὄχι ψυχασθενῶν) ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο (βλ. Ματθ. 8,16, 8,28-34, 9,32-34, 12,22-29, 15,21-28, 17,14-21, Μαρκ. 1,32-34, 5,1-20, 7,24-30, 9,17-29, Λουκ. 4,33-36, 4,41, 8,26-39, 9,37-43, 11,14-26 κ.ἄ.). Περισσότερο γνωστές εἶναι οἱ περιπτώσεις τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονιζομένου τῶν Γαδαρηνῶν (Μαρκ. 5,1-20, Λουκ. 8,26-39) καί τοῦ δαιμονιζομένου νέου (Μαρκ. 9,17-29). Χαρακτηριστικός εἶναι ὁ διάλογος τοῦ Ἰησοῦ μέ τά πονηρά πνεύματα, πού κατοικοῦσαν στούς πάσχοντες, ὅπως καταγράφεται στίς σχετικές διηγήσεις. Ὅταν Ἐκεῖνος πλησιάζει, τά δαιμόνια ταράζονται καί ἀρχίζουν νά φωνάζουν. Δεσμευμένα ἀπό τήν θεϊκή παρουσία, ὁμολογοῦν τήν ἀλήθεια: Ἀναγνωρίζουν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ «Χριστός» (Λουκ. 4,41), ὁ «Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου» (Μάρ. 5,7, Λουκ. 8,28). Ἀκόμη, «προσπίπτουν» ἐνώπιόν Του (Λουκ. 8,28) καί Τόν προσκυνοῦν (Μαρκ. 5,6). Ἀναγνωρίζουν ὅτι ἔχει ἐξουσία «βασανίσαι» αὐτά (Ματθ. 8,29) καί ἐκλιπαροῦν γιά τήν ἀποτροπή τῆς τιμωρίας τους (Ματθ. 8,31).
Γιά νά κατανοήσουμε τή σημασία αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς, ἄς θυμηθοῦμε ὅτι πρό τῆς Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ὁ διάβολος παραπλανοῦσε τήν ἀνθρωπότητα, ἐμφανιζόμενος ὡς ὁ μόνος «ἰσχυρός» καί κυρίαρχος τοῦ κόσμου (βλ. καί Ματθ. 12,29). Ὅταν ἐμφανίζεται ἐνώπιόν του ἡ σαρκωμένη Ἀλήθεια (ὁ Χριστός), ὁ διάβολος ἀναγκάζεται νά ἀποκαλύψει τό πραγματικό του πρόσωπο καί νά ὁμολογήσει ὅτι ὑπάρχει κάποιος Ἄλλος ἰσχυρότερος ἀπ’ αὐτόν. Ὁμολογεῖ, λοιπόν, ὅτι ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει καμμία δύναμη καί καμμία ἐξουσία. Ἄς σημειωθεῖ ὅτι, ὅπως φαίνεται ἀπό τά παραπάνω κείμενα, τά δαιμόνια γνωρίζουν καλά ποιός εἶναι ὁ Χριστός. «Τά δαιμόνια πιστεύουσι καί φρίττουσι» (Ἰακ. 1,19), ὅμως ἡ «πίστη» τους εἶναι νεκρή καί δέν σώζει, ἀφοῦ δέν συνοδεύεται ἀπό καλά ἔργα καί ἀπό ἄλλα ἀπαραίτητα στοιχεῖα, ὅπως ἡ πραγματική ταπείνωση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀνυπόκριτη ἀγάπη κ.λ.π.
Ὁ Χριστός, ὡς ἔχων πραγματική ἐξουσία, «ἐπιτιμᾶ» τά πονηρά πνεύματα καί θεραπεύει ὁριστικά καί ἀμετάκλητα τούς δαιμονιζομένους. Οἱ Μαθητές, ὅμως, ἄν καί θαυματουργοῦν ἐν ὀνόματί Του, ἀδυνατοῦν νά θεραπεύσουν τόν δαιμονιζόμενο νέο (Ματθ. 17,16). Ὁ Κύριος ἐπισημαίνει ὅτι αὐτό ἀπαιτεῖ μεγαλύτερη πίστη καί τονίζει ὅτι τό «γένος» τῶν δαιμόνων «οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Ματθ. 14,21).

Ἡ διάκριση μεταξύ ψυχασθενοῦς καί δαιμονιζομένου

Ἐπειδή τά συμπτώματα τοῦ δαιμονιζομένου μοιάζουν πολύ μέ αὐτά τοῦ ψυχασθενοῦς, ἡ διάκριση τῶν δύο καταστάσεων εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολη γιά ὅσους δέν διαθέτουν Ὀρθόδοξα κριτήρια καί θεωροῦν συνήθως ὅλες αὐτές τίς περιπτώσεις ὡς περιπτώσεις ψυχασθενείας. Οὐσιαστικά, ὅμως, πρόκειται γιά ἐντελῶς διαφορετικές καταστάσεις, πού χρήζουν διαφορετικῆς ἀντιμετώπισης. Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ ψυχασθενοῦς ἀνήκει στήν ἁρμοδιότητα τῆς ψυχιατρικῆς ἐπιστήμης καί τοῦ ψυχιάτρου, ἐνῶ ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ δαιμονιζομένου ἀνήκει στήν ἁρμοδιότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ κατάλληλου Πνευματικοῦ (Ἐξομολόγου).
Πρέπει ἐδῶ νά σημειωθεῖ ὅτι τά κριτήρια πού χρησιμοποιεῖ ἡ ἐπιστήμη εἶναι ἐντελῶς διαφορετικά ἀπ’ αὐτά πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Σέ γενικές γραμμές τό κριτήριο μέ τό ὁποῖο ἐντοπίζει τή νόσο ἡ ψυχιατρική ἐπιστήμη εἶναι τό ἑξῆς: ὅ,τι παρεκκλίνει ἀπό τόν μέσο ὅρο τῆς ἀνθρώπινης συμεριφορᾶς, θωρεῖται ψυχοπαθολογική κατάσταση, δηλ. νόσος, πού χρήζει θεραπείας μέσῳ τῶν μεθόδων τῆς ψυχιατρικῆς. Μ’ αὐτό τό κριτήριο, ὅμως, ψυχασθενής θά θεωρηθεῖ καί ὁ Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ὁ τρόπος ζωῆς του δέν μοιάζει καθόλου μέ τόν τρόπο ζωῆς καί συμπεριφορᾶς τοῦ μέσου ἀνθρώπου (δέν εἶναι π.χ. ἐντελῶς «παράλογη» ἡ στάση τῶν ἁγίων Μαρτύρων μπροστά στό μαρτύριο, ἄν κριθεῖ μέ τά κριτήρια τῆς λογικῆς καί τῆς ἐπιστήμης;). Ἐφαρμόζοντας, λοιπόν, τό παραπάνω κριτήριο στήν περίπτωση τῶν δαιμονιζομένων, ἡ ψυχιατρική ἐντοπίζει μιά παρεκκλίνουσα συμπεριφορά, δηλ. μιά ψυχική νόσο. Ἡ ψυχιατρική δέν μπορεῖ νά ἀνακαλύψει τήν ἔσχατη αἰτία αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς, γιατί ἡ ὕπαρξη τοῦ διαβόλου δέν ἀποδεικνύεται ἐπιστημονικά. Τά ὅριά της φτάνουν μέχρι αὐτοῦ τοῦ σημείου, ἀφοῦ ὁ διάβολος βρίσκεται ἔξω ἀπό τό πεδίο τῆς ἐπιστήμης. Ἡ ψυχιατρική ἐπιστήμη, λοιπόν, δέν μπορεῖ (ὡς ἐπιστήμη) νά ἀναχθεῖ στή διάκριση μεταξύ ψυχασθενοῦς καί δαιμονιζομένου. Τό πολύ πολύ μπορεῖ νά ὁμιλεῖ γιά περιπτώσεις πού δέν ἔχουν ἀκόμη ἑρμηνευθεῖ ἐπιστημονικά ἤ πού δέν γνωρίζουμε τήν αἰτία τους. Τά παραπάνω, ὅμως, σημαίνουν ὅτι ἡ ψυχιατρική λειτουργεῖ μέ μιά ἐλλιπή καί ἀποσπασματική εἰκόνα τῆς πραγματικότητος, ἡ ὁποία τήν ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀλήθεια καί τήν καθιστᾶ μέθοδο ἐπιζήμια σέ ὁρισμένες περιπτώσεις (π.χ. ὅταν ἐπιχειρεῖ νά «θεραπεύσει» περιπτώσεις δαιμονιζομένων, θεωρώντας τες ὡς περιπτώσεις ψυχασθενῶν καί ὡς φυσικό ἀντικείμενό της).
Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἀντίθετα, ἔχει πιό ὁλοκληρωμένη εἰκόνα τῆς πραγματικότητος, ἀφοῦ διαθέτει ἱκανά κριτήρια διακρίσεως μεταξύ ψυχασθενοῦς καί δαιμονιζομένου. Ἔτσι μπορεῖ νά παραπέμπει τίς περιπτώσεις τῶν ψυχασθενῶν στόν ψυχίατρο καί τίς περιπτώσεις τῶν δαιμονιζομένων στούς δικούς της λειτουργούς, πού ἐφαρμόζουν τά δικά της μέσα θεραπείας. Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέν ἀρνεῖται τήν ἀξία καί τή χρησιμότητα τῆς ψυχιατρικῆς. Δέν τή θεωρεῖ, ὅμως, ἁρμόδια γιά ὅλες τίς περιπτώσεις, πού ἐμφανίζονται ὡς περιπτώσεις ψυχασθενείας, καί ἔχει ἐπιφυλάξεις γιά κάποιες προϋποθέσεις της.
Ποιά εἶναι τά κριτήρια, πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση; Ἤδη στά ἱερά Εὐαγγέλια μποροῦμε νά διακρίνουμε κάποια χαρακτηριστικά τῶν δαιμονιζομένων, πού θεράπευσε ὁ Κύριος. Ὁρισμένα ἀπ’ αὐτά εἶναι ταυτοχρόνως καί κριτήρια διακρίσεως μεταξύ ψυχασθενοῦς καί δαιμονιζομένου. Ἄς δοῦμε, ὅμως, τά χαρακτηριστικά τῶν σχετικῶν εὐαγγελικῶν διηγήσεων, συμπληρωμένα μέ κάποια ἄλλα, γνωστά ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση:
α) Ὁ δαιμονισμός κατά κανόνα δέν εἶναι μόνιμη καί ἑνιαία κατάσταση, ἀλλά προσωρινή καί κατά διαστήματα κατάληψη ἀπό δαιμονικό πνεῦμα, μετά τήν ὁποία ὁ δαιμονιζόμενος συμπεριφέρεται ἐντελῶς φυσιολογικά: «ὅπου ἄν αὐτόν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καί ἀφρίζει καί τρίζει τούς ὀδόντας αὐτοῦ, καί ξηραίνεται» (Μαρκ. 9,18). Ὁ ψυχασθενής ἔχει ἐνδεχομένως παρόμοιες ἐξάρσεις, ὅμως δέν ἐπανέρχεται τόσο εὔκολα στή φυσιολογική κατάσταση, παρά μόνο μέ τή βοήθεια φαρμάκων. Ἀλλά καί τότε ἡ συμπεριφορά του συνήθως δέν εἶναι ἐντελῶς φυσιολογική. Ἴσως κάποιος θά ἀντέτεινε ὅτι καί ὁ ἐπιληπτικός ἐπανέρχεται εὔκολα στή φυσιολογική κατάσταση. Ὅμως, τά ὑπόλοιπα συμπτώματα τοῦ δαιμονιζομένου, ὅπως θά δοῦμε, δέν μοιάζουν καθόλου μέ αὐτά τοῦ ἐπιληπτικοῦ.
β) «Ἰδών αὐτόν (τόν Ἰησοῦν) εὐθέως τό πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν (τόν δαιμονιζόμενον), καί πεσών ἐπί τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων» (Μαρκ. 9,20). Οἱ δαιμονιζόμενοι τῶν Εὐαγγελίων ἐνοχλοῦντο ἀπό τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Τό δαιμονικό πνεῦμα γενικά ἐνοχλεῖται ὅταν πλησιάζουν ἱερά πράγματα. Καί οἱ δαιμονιζόμενοι ταράζονται κυριολεκτικά ὅταν πλησιάζουν ἀντικείμενα, ὅπως ὁ τίμιος Σταυρός, οἱ ἱερές εἰκόνες, τά ἅγια λείψανα, ὁ ἁγιασμός, ὅταν πλησιάζουν Ἱερεῖς, ὅταν τούς σταυρώνουν Ἱερεῖς ἤ ἀκόμη καί λαϊκοί. Οἱ ψυχασθενεῖς, ἀντίθετα, δέν ἐνοχλοῦνται ἀπό ἱερά ἀντικείμενα. Ὁ π. Παΐσιος, ἁγιασμένος Γέροντας τῆς ἐποχῆς μας, χρησιμοποιοῦσε τό ἑξῆς «τέχνασμα» σέ παιδιά, πού οἱ γονεῖς τους ἔλεγαν ὅτι πάσχουν ἀπό δαιμόνια: κρατοῦσε στό ἕνα του χέρι, ἔτσι ὥστε νά μήν φαίνεται, μικρό τεμάχιο ἱεροῦ λειψάνου. Ὅταν τό πλησίαζε στό παιδί, ἐκεῖνο, ἄν εἶχε τέτοιο πρόβλημα, ἀντιδροῦσε καί φώναζε, ὅταν ὅμως πλησίαζε τό ἄλλο χέρι, πού δέν κρατοῦσε τίποτε, δέν ἐκδήλωνε καμία ἀντίδραση.
γ) Οἱ δαιμονιζόμενοι ὄχι μόνο ἐνοχλοῦνται ἀπό τά ἱερά ἀντικείμενα, ἀλλά καί ξεσποῦν σέ ἀκατανόμαστες ὕβρεις καί βλασφημίες ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, τῆς Θεοτόκου, τῶν Ἁγίων, τῶν ἱερῶν ἀντικειμένων, τῆς Ἐκκλησίας γενικά, τῶν Κληρικῶν κ.λ.π.
δ) Ὁ δαιμονιζόμενος γνωρίζει μυστικά καί ἀποκαλύπτει κρυφά ἁμαρτήματα ὅσων τόν πλησιάζουν. Πολλοί, πού ἔχουν πλησιάσει δαιμονιζομένους (συνήθως ἀπό περιέργεια καί μέ ἔντονες ἀμφιβολίες) ἔχουν πάθει κυριολεκτικά ψυχρολουσία, ὅταν ὁ δαιμονιζόμενος ἄρχιζε νά τούς «βγάζει στή φόρα» ἁμαρτήματα, πού μόνο οἱ ἴδιοι γνώριζαν. Κάτι τέτοιο, πού προφανῶς δέν συμβαίνει στήν περίπτωση τῶν ψυχασθενῶν, εἶναι ἀπόλυτα φυσικό γιά τούς δαιμονιζομένους: ὁ διάβολος γνωρίζει ὅλα τά παρελθόντα καί τά παρόντα περιστατικά. Γνωρίζει ἐπίσης πολύ καλά τά ἁμαρτήματα καθενός, ἀφοῦ στίς περισσότερες περιπτώσεις εἶναι ὁ ὑποκινητής αὐτῶν τῶν ἁμαρτημάτων. Καί τά ἀποκαλύπτει, προκειμένου νά προσβάλλει καί νά ἐκθέσει τόν ἁμαρτάνοντα.
ε) Ὁ ψυχασθενής, παρά τίς ἐνδεχόμενες ἐξάρσεις τῆς συμπεριφορᾶς, διατηρεῖ τά βασικά χαρακτηριστικά τῆς προσωπικότητός του. Ὁ δαιμονιζόμενος, ὅμως, δέν τά διατηρεῖ. Μεταβάλλεται συνήθως ἡ ὄψη του, μεταβάλλεται ἐντελῶς ἡ φωνή του (π.χ. ἀπό γυναικεῖα γίνεται ἀνδρική καί τό ἀντίστροφο), «γυρίζουν» τά μάτια του, μιμεῖται ζῶα κ.ἄ. Γενικά ὁ δαιμονιζόμενος εἶναι θέαμα φοβερό. Οἱ δαιμονιζόμενοι τῶν Εὐαγγελίων ἦσαν «χαλεποί λίαν» (Ματθ. 8,28), προκαλώντας τόν τρόμο στούς διερχομένους.
στ) Οἱ δαιμονιζόμενοι ἀποκτοῦν ὑπερβολική σωματική δύναμη. Τόν δαιμονιζόμενο τῶν Γαδαρηνῶν τόν ἔδεναν «πέδαις καί ἁλύσεσι», ὅμως ἔσπαγε τίς ἁλυσίδες, συνέτριβε τά σιδηρά δεσμά «καί οὐδείς ἴσχυεν αὐτόν δαμάσαι» (Μάρκ. 5,4). Στούς ψυχασθενεῖς μόνο ἐν μέρει συμβαίνει κάτι τέτοιο. Κανείς δέν ἀποκτᾶ τέτοια δύναμη, ὥστε νά σπάει ἁλυσίδες! Ἄς δοῦμε, ὅμως, καί κάποια ἄλλα χαρακτηριστικά, πού ἐνδεχομένως ὑπάρχουν καί σέ ψυχασθενεῖς.
ζ) Ὁ δαιμονιζόμενος τῶν Γαδαρηνῶν «ἱμάτιον οὐκ ἐνεδυδίσκετο» (Λουκ. 8,27). Ὁ διάβολος ἔχει τήν τάση νά ξεγυμνώνει τόν ἄνθρωπο, ὄχι μόνο στήν περίπτωση τῶν δαιμονιζομένων, ἀλλά καί γενικότερα. Ἡ ροπή πρός τή γυμνότητα, πού ἐπικρατεῖ στήν ἐποχή μας, δέν ἀποτελεῖ «σημεῖον» τῆς κυριαρχίας τοῦ διαβόλου στόν κόσμο;
η) Ἐπίσης, ὁ δαιμονιζόμενος τῶν Γαδαρηνῶν «ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ’ ἐν τοῖς μνήμασιν» (Λουκ. 8,27). Ἡ οἰκία καί τό οἰκογενειακό περιβάλλον δέν εἶναι καθόλου ἀγαπητά στόν διάβολο, ὁ ὁποῖος ὠθεῖ σέ ἔξοδο ἀπό τό σπίτι καί ἐπιχειρεῖ τήν διάλυση τῆς οἰκογένειας.
θ) Ὁ δαιμονιζόμενος ἔχει τάσεις αὐτοκαταστροφῆς καί αὐτοκτονίας. Τό πνεῦμα πού κατεῖχε τόν νέο τοῦ Εὐαγγελίου «πολλάκις αὐτόν εἰς πῦρ ἔβαλε καί εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν» (Μαρκ. 9,22). Ἀλλά καί ὁ δαιμονιζόμενος τῶν Γαδαρηνῶν «ἦν … κατακόπτων ἑαυτόν λίθοις» (Μάρκ. 5,6). Ὅταν, μάλιστα, θεραπεύτηκε καί τά δαιμόνια πῆγαν στούς χοίρους, «ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατά τοῦ κρημνοῦ εἰς τήν θάλασσαν καί ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν» (Ματθ. 8,32).

Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ δαιμονισμοῦ καί οἱ ἐξορκισμοί

Ὁ δαιμονισμός εἶναι ἕνα σοβαρότατο πρόβλημα γιά τόν ἴδιο τόν πάσχοντα καί τούς οἰκείους του, τοῦ ὁποίου (προβλήματος) δέν γνωρίζουμε ἀκριβῶς τήν αἰτία, δηλ. δέν γνωρίζουμε γιά ποιόν λόγο ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος δαιμονίζεται. Γενικά γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἐκείνη πού ἀνοίγει τίς θύρες εἰσόδου τοῦ διαβόλου στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πλήρης ἀποχή ἀπό τά βαριά ἁμαρτήματα καί ἡ κατά τό δυνατόν ἀποφυγή τῶν μικρότερων εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση τόσο γιά τήν πρόληψη ὅσο καί γιά τή θεραπεία τοῦ προβλήματος.
Πῶς θεραπεύεται ὁ δαιμονισμός; Τά ἱερά Εὐαγγελία διδάσκουν, ὅπως εἴδαμε, ὅτι θεραπεύεται διά τοῦ Χριστοῦ, καί μόνο διά τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός ἦλθε «ἵνα λύσῃ τά ἔργα τοῦ διαβόλου» (Α’ Ἰω. 3,8), ἡ δέ παρουσία Του στόν κόσμο συνεχίζεται μέχρι σήμερα μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας, πού τελεῖ τά ἱερά Μυστήρια, ὡς μέσα σωστικά καί θεραπευτικά γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ μετοχή στά Μυστήρια, ἰδιαίτερα στήν Ἐξομολόγηση καί στή Θ. Κοινωνία, εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ κατ’ ἐξοχήν «ἐχθροῦ» τοῦ ἀνθρωπίνου γένους: τίποτε δέν φοβᾶται περισσότερο ὁ διάβολος ἀπό τήν Ἐξομολόγηση καί τή Θ. Κοινωνία. Γιά νά ἐνεργήσουν, ὅμως, τά Μυστήρια ἀπαιτεῖται καί ἡ προσωπική συμμετοχή, ὁ ἀγώνας γιά τόν ἁγιασμό, ὁ ὁποῖος πρέπει νά εἶναι ἔντονος. Ἡ ἁπλή ἀποφυγή τῆς ἁμαρτίας δέν ἀρκεῖ γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ δαιμονισμοῦ. Ἀπαιτεῖται προσπάθεια γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀπόκτηση τῶν χριστιανικῶν ἀρετῶν. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος τόνισε χαρακτηριστικά ὅτι τό γένος τῶν δαιμόνων δέν ἐκδιώκεται παρά μόνο μέ προσευχή καί νηστεία (Ματθ. 17,21). Ὁ ἀγώνας πρέπει νά γίνεται καί ἀπό τόν ἴδιο τόν πάσχοντα, ἀλλά καί ἀπό τούς οἰκείους του, πρέπει δέ νά ἐνισχύεται καί μέ τήν προσφυγή στή Χάρη καί στίς μεσιτεῖες τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαιτέρα δέ ὅσων Ἁγίων ἔχουν τό εἰδικό χάρισμα νά ἐκδιώκουν δαίμονες.
Στά θεραπευτικά μέσα, πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία, ἀνήκουν καί οἱ ἐξορκισμοί. Οἱ ἐξορκισμοί εἶναι προσευχές ἐναντίον τοῦ διαβόλου, εἶναι εὐχές, πού «ἐπιτιμοῦν» τά πονηρά πνεύματα. Διαβάζονται ἀπό Ἱερεῖς (ἀπ’ ὅλους τούς Ἱερεῖς – δέν ὑπάρχουν ἐξειδικευμένοι Ἱερεῖς, πού διαβάζουν ἐξορκισμούς) μέ τήν ἐξουσία πού τούς ἔχει δοθεῖ ἀπό τόν Χριστό καί ἔχουν μεγάλη ἀποτελεσματικότητα. Δυστυχῶς, ὅμως, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο τελοῦνται κάποιες φορές (δημόσια καί ἐπιδεικτικά) διακομωδεῖ τό σοβαρότατο πρόβλημα τῆς θεραπείας τῶν δαιμονιζομένων, γι’ αὐτό ἀπαιτεῖται μεγάλη προσοχή καί διάκριση. Κατ’ ἀρχήν ὁ Ἱερεύς πρέπει νά διακρίνει σέ κάθε περίπτωση, ἄν πρόκειται περί ψυχασθενοῦς ἤ δαιμονιζομένου (κάθε Ἱερεύς ὀφείλει νά εἶναι γνώστης καί φορεύς τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ὡστε νά μπορεῖ νά διακρίνει μεταξύ τῶν δύο καταστάσεων). Ὁ καταλληλότερος χρόνος τελέσεως, ὅταν πρέπει, εἶναι μετά τή Θ. Λειτουργία, ὥστε νά ἔχει κοινωνήσει καί ὁ Ἱερεύς καί ὁ δαιμονιζόμενος (ἄν μπορεῖ) μέ τούς συνοδούς του. Οἱ συνοδοί πρέπει ὁπωσδήποτε νά ἔχουν νηστέψει καί κοινωνήσει, γιά νά εἶναι προστατευμένοι ἀπό κάθε δαιμονική προσβολή. Σέ καμία περίπτωση οἱ ἐξορκισμοί δέν πρέπει νά τελοῦνται δημοσίως, παρά μόνο ἐνώπιον τοῦ πάσχοντος καί ὅσων εἶναι ἀναγκαῖο νά τόν συνοδεύουν. Ἐπίσης δέν ὑπάρχει λόγος νά διαβάζονται μεγαλοφώνως, μπορεῖ νά διαβάζονται καί χαμηλοφώνως.
Θεραπεύονται ὅλες οἱ περιπτώσεις δαιμονιζομένων μέ τά μέσα πού διαθέτει ἡ Ἐκκλησία; Προφανῶς δέν θεραπεύονται ὅλες, ὅπως ἀκριβῶς δέν θεραπεύονται καί ὅλες οἱ περιπτώσεις ψυχασθενῶν ἀπό τούς ψυχιάτρους καί ὅπως ὑπάρχουν γενικά ἀθεράπευτες ἀσθένειες, πού ὁδηγοῦν στόν θάνατο. Θεραπεύονται, ὅμως, πολλές περιπτώσεις δαιμονιζομένων, ἤ μᾶλλον οἱ περισσότερες. Ἡ ὁλοκληρωτική ἀπελευθέρωση ἀπό τά δαιμονικά «ἔργα» εἶναι ἐσχατολογικό γεγονός καί θά συμβεῖ στή μέλλουσα Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τώρα ζοῦμε μόνο τήν «ἀπαρχή» καί τόν «ἀρραβῶνα» αὐτῆς τῆς μελλούσης ζωῆς καί Βασιλείας καί προγευόμεθα τῆς μελλούσης «ἐλευθερίας τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 8,21).

Ἱερεύς Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας

Λευκή καί μαύρη μαγεία. Ἀκραῖες ἀποκρυφιστικές τεχνικές στό φῶς τῆς Ὀρθοδοξίας.

(Ἄρθρο ἀπό τό ἔντυπο
«Ὀρθοδοξία καί αἵρεσις» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, τεῦχ. 62, Μάϊ. – Ἰουν. 2009).

Ἡ μαγεία στόν κόσμο τῆς ἐπιστήμης

Σέ παλαιότερα τεύχη τοῦ ἐντύπου μας εἴχαμε ἀναφερθεῖ γενικά στό φαινόμενο τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί στίς διάφορες μορφές του. Ἀποκρυφισμός εἶναι ἡ πίστη σέ ἀπόκρυφες (=δαιμονικές) δυνάμεις καί ἡ χρήση ἀπόκρυφων (=δαιμονικῶν) τεχνικῶν γιά τήν ἐπαφή καί προσέγγιση μέ αὐτές τίς δυνάμεις. Στίς πιό ἀκραῖες μορφές του ἀνήκουν καί οἱ τεχνικές τῆς λευκῆς καί μαύρης μαγείας, μέ εὐρύτατη ἐξάπλωση στήν ἐποχή μας, παρά τό γεγονός, ὅτι θεωρεῖται ἐποχή τῆς τεχνολογίας καί τῆς ἐπιστήμης. Λόγω ἀκριβῶς τῆς μεγάλης ἐξάπλωσης αὐτῶν τῶν τεχνικῶν, θεωρήσαμε σκόπιμο νά ἀφιερώσουμε τό τεῦχος αὐτό στό συγκεκριμένο πρόβλημα, ἀπαντώντας σέ ἐρωτήματα, ὅπως: Ὑπάρχουν μάγια στήν ἐποχή μας; Τί δύναμη ἔχουν τά μάγια καί μέχρι ποῦ ἐκτείνεται ἡ ἐπίδρασή τους; Ὑπάρχει καλή μαγεία ἐκτός ἀπό κακή; Σέ τί διαφέρει ἡ λευκή ἀπό τή μαύρη μαγεία; Τί συνέπειες ἔχει ἡ ἐνασχόληση μέ τή μαγεία; Πῶς ἀντιμετωπίζει τό φαινόμενο ἡ Ἐκκλησία μας;
Προκαταβολικά ὀφείλουμε νά διευκρινίσουμε ὅτι, ἔναντι τοῦ φαινομένου, ἐμφανίζονται συνήθως (ἀκόμη καί μεταξύ ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας) δυό ἀκραῖες, ἐντελῶς ἐσφαλμένες καί διαμετρικά ἀντίθετες μεταξύ τους τοποθετήσεις. Ἡ πρώτη δέν ἀποδέχεται κἄν τήν ὕπαρξη τῆς μαγείας. Θεωρεῖ πῶς ὅ,τι ἐμφανίζεται ὡς μαγεία ἀποτελεῖ εἴτε ἀπάτη (κάποιοι ἐξαπατοῦν καί ἐκμεταλλεύονται συνανθρώπους τους μέσω τέτοιων «τεχνασμάτων»), εἴτε τύχη (δυσάρεστα περιστατικά ἤ μορφές κακοῦ, πού ἐμφανίζονται ὡς ἀποτελέσματα μαγείας, θεωροῦνται ἁπλῶς ὡς προϊόντα τύχης ἤ ἐκλαμβάνονται ὡς συμπτώσεις). Κατά τή δεύτερη ἄποψη, ἀντίθετα, κάθε κακό μέ φυσική συνήθως αἰτία, ἐκλαμβάνεται ὡς ἀποτέλεσμα μαγείας, μέ συνέπεια νά προκαλεῖται ἀδικαιολόγητος φόβος ἤ ἀκόμη καί πανικός μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Τί ἀκριβῶς εἶναι, ὅμως, ἡ μαγεία;

Ὕπαρξη καί οὐσία τῆς μαγείας

Ἡ ὕπαρξη τῆς μαγείας ἐπιβεβαιώνεται ἀπό πραγματικά καί ἱστορικά δεδομένα. Τό φαινόμενο εἶναι διαχρονικό καί πανανθρώπινο, εἶναι φαινόμενο πού ὑπῆρχε πρό τοῦ Χριστοῦ καί συναντᾶται σέ κάθε κοινωνία. Ὅλες σχεδόν οἱ πρωτόγονες θρησκεῖες ἔχουν ἔντονα μαγικό χαρακτῆρα. Στήν ἀρχαία Ἑλλάδα ἡ θέση τοῦ μάγου (μάντη) ἦταν ἰδιαίτερα τιμητική. Τό ἴδιο συνέβαινε καί σέ ἄλλους λαούς τῆς ἀρχαιότητας. Ἡ Καινή Διαθήκη ἀναφέρεται σέ περιπτώσεις μάγων τῆς ἐποχῆς, ὅπως ὁ Σίμων (Πράξ. 8,9-24), ὁ Ἐλύμας (Πράξ. 13,8), ἡ «μαντευομένη» τῶν Φιλίππων (Πράξ. 16, 16) κ.ἄ. Ἡ Παλαιά Διαθήκη μαρτυρεῖ σαφῶς γιά τήν εὐρεία διάδοση τοῦ φαινομένου (Ἐξοδ. 7, 10-12). Στόν Μεσαίωνα εἶχε προσλάβει τεράστιες διαστάσεις στήν Εὐρώπη καί ἀλλοῦ. Ἀκόμη καί σήμερα σέ πρωτόγονες φυλές τῆς Ἀφρικῆς ὁ μάγος τοῦ χωριοῦ συγκεντρώνει στό πρόσωπό του ὅλες τίς ἐξουσίες: εἶναι ὁ «ἱερεύς», ὁ «πρόεδρος», ὁ «ἰατρός», ὁ «δικαστής», ὁ ἄνθρωπος στόν ὁποῖο καταφεύγουν οἱ πάντες γιά τή «λύση» ὅλων τῶν προβλημάτων τους. Ὁ μάγος αὐτός ἐνδέχεται νά εἶναι καί ἕνα μικρό παιδί! Στήν ἐποχή μας οἱ διαστάσεις τῆς μαγείας μεταξύ τῶν πολιτισμένων λαῶν πιστοποιοῦνται ἀπό τήν πληθώρα ἀναφορῶν γιά μάγους, μέντιουμ, μελλοντολόγους, ἀστρολόγους κ.λ.π. σέ περιοδικά, ἐφημερίδες καί μέσα ἐνημερώσεως (τηλεόραση), ἀπό τή συνεχῶς αὐξανόμενη ἐκδοτική παραγωγή ἀποκρυφιστικῶν βιβλίων, πού ἔχει κατακλύσει τήν ἐκδοτική ἀγορά, καί ἰδιαίτερα ἀπό τήν εὑρύτατη χρήση σύγχρονων ἡλεκτρονικῶν μέσων, ὅπως τό διαδίκτυο (internet). Πρόκειται γιά ὁλόκληρο κύκλωμα ἀποκρυφισμοῦ, πού διακινεῖ τεράστια χρηματικά ποσά ἀπό ἐκμετάλλευση συνανθρώπων μας. Στόν ἐξωχριστιανικό χῶρο ἡ μαγεία ἀποτελεῖ συνήθως προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐλέγξει ἄγνωστες (ἀπόκρυφες) ἤ «θεϊκές» δυνάμεις, θέτοντάς τες στήν ὑπηρεσία του. Οἱ ἀγνοοῦντες τή χριστιανική πίστη δέν ἀντιλαμβάνονται, προφανῶς, ὅτι αὐτές οἱ ἀπόκρυφες ἤ «θεϊκές» δυνάμεις δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά δαιμονικές δυνάμεις.
Στόν Ὀρθόδοξο χῶρο ἡ ὕπαρξη τῆς μαγείας συνδέεται ἄρρηκτα μέ τήν πραγματική ὕπαρξη τοῦ διαβόλου: ἄν ὑπάρχει ὁ διάβολος, ὑπάρχει καί μαγεία (ἀφοῦ ἡ μαγεία εἶναι ἕνα ἀπό τά κατ’ ἐξοχήν «ἔργα» τοῦ διαβόλου). Ὅπως εἶναι γνωστό, ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέχεται, ὅτι ὁ διάβολος ὑπάρχει πραγματικά. Δέν εἶναι μιά ἀφηρημένη ἔννοια ἤ εἰκόνα ἤ προσωποποίηση τοῦ κακοῦ. Εἶναι συγκεκριμένη ὕπαρξη, ἤ μᾶλλον πολλές συγκεκριμένες ὑπάρξεις, ἀφοῦ ὑπάρχουν πολλά δαιμόνια («λεγεῶνες» δαιμονίων). Ὁ διάβολος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ μέ ἀγγελική φύση, πού ἐξέπεσε, ὅμως, ἀπό τήν κατάσταση τῆς δόξης, στήν ὁποία τόν ἔθεσε ὁ Θεός, κάνοντας κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας του, καί ἔγινε ἄγγελος σκοτεινός καί ἐργάτης τοῦ κακοῦ. Ἡ πτώση τοῦ Ἑωσφόρου (τοῦ πρώτου τῶν Ἀγγέλων) συμπαρέσυρε ὁλόκληρο τάγμα στήν ἴδια κατάσταση, μέ ἀποτέλεσμα ἕνα πλῆθος Ἀγγέλων νά μεταβληθεῖ σέ δαίμονες. Ὁ διάβολος ἐμφανίζεται ἀμέσως μετά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου καί τόν συμπαρασύρει στήν πτώση. Ἡ πτώση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς «ἀπάτης τοῦ ὄφεως», λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό μετά ἀπ’ αὐτήν ὁ διάβολος κυριάρχησε στόν κόσμο (Ἰω. 12, 31, Ἐφεσ. 6,12), ὑποδουλώνοντας ὄχι μόνο ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα, ἀλλά καί τήν ἄλογη κτίση (Ρωμ. 8, 20-22). Ἡ κυριαρχία τοῦ διαβόλου ἐπέφερε τή γενική ἐπικράτηση τῶν δαιμονικῶν «ἔργων», ὅπως ἡ ἁμαρτία, οἱ δαιμονικές τεχνικές τῆς μαγείας, τῆς μαντείας καί τοῦ ἀποκρυφισμοῦ γενικά, ἡ ἴδια ἡ λατρεία τοῦ διαβόλου (σατανισμός) καί πολλά ἄλλα, μέσῳ τῶν ὁποίων ὁ διάβολος καταδυναστεύει τόν κόσμο.
Πῶς, ὅμως, καταδυναστεύει ὁ διάβολος; Ποιά δύναμη ἔχουν τά δαιμονικά «ἔργα»; Μποροῦν οἱ δαιμονικές τεχνικές (ἡ μαγεία) νά προξενήσουν κακό; Κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὁ διάβολος δέν ἔχει μόνο πραγματική ὕπαρξη, ἀλλά καί πραγματική δύναμη. Ἡ δύναμή του ὑπερβαίνει κατά πολύ τήν ἀνθρώπινη. Μπορεῖ νά προκαλέσει καταστροφές, μπορεῖ νά προκαλέσει ἀσθένειες, μπορεῖ νά προκαλέσει ἀκόμη καί τόν θάνατο, ὅπως βλέπουμε στό βιβλίο τοῦ Ἰώβ (κεφ. 1 καί 2). Βέβαια, ἡ δύναμη αὐτή δέν εἶναι ἀνεξέλεγκτη. Ἔχει ὅρια καί περιορισμούς καί δρᾶ, ὅσο τῆς ἐπιτρέπει ὁ Θεός (Ἰώβ, 1,12 καί 2,6)· γιατί, παρά τή γενική κυριαρχία τοῦ διαβόλου στόν κόσμο, ἔσχατος κυρίαρχος παραμένει ὁ Θεός. Ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου, ὅπως ἐκδηλώνεται μέσῳ τῶν δαιμονικῶν τεχνικῶν (μαγεία, ἀποκρυφισμός), μπορεῖ νά ἐπηρεάσει ἄμεσα ὅσους τοῦ παραχωροῦν δικαιώματα μέ τίς προσωπικές τους ἁμαρτίες καί δέν εἶναι κατοχυρωμένοι μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν πρέπει νά ὑποτιμοῦμε τή δύναμη τῆς μαγείας. Ὁ ἅγιος Κυπριανός ἦταν μάγος πρίν γίνει Χριστιανός. Ἀσκοῦσε συστηματικά τή μαγεία καί ἡ ἄσκησή της εἶχε στήν περίπτωσή του ὁρατά ἀποτελέσματα! Δέν ἀποκλείονται, βέβαια, καί οἱ περιπτώσεις ἀπάτης: κάποιοι δηλ. προσποιοῦνται τόν μάγο, χωρίς νά ἔχουν πραγματική σχέση με τή μαγεία, μέ σκοπό τήν οἰκονομική ἐκμετάλλευση τῶν ἀφελῶν. Ἀπαιτεῖται, λοιπόν, διάκριση, γιατί ὅ,τι ἐμφανίζεται ὡς μαγεία δέν εἶναι πάντοτε μαγεία.
Εἴδη μαγείας ὑπάρχουν πολλά. Στό Εὐχολόγιο τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρονται ἡ φαρμακεία, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ ἀστρομαντεία, ἡ ἀστρολογία, ἡ νεκρομαντεία, ἡ ὀρνεοσκοπία. Σ’ αὐτά μπορεῖ νά προστεθοῦν καί κάποιες φαινομενικά ἀκίνδυνες τεχνικές, ὅπως τό «ξεμάτιασμα» (μέ διάφορες μεθόδους καί ὄχι μέ τήν «Εὐχή ἐπί βασκανίαν», πού διαβάζεται ἀπό Ἱερεῖς), τό «ρίξιμο τῶν χαρτιῶν», ἡ «μελέτη τοῦ καφέ», ἡ χρησιμοποίηση «φυλακτῶν», ὅπως χάντρες «γιά τό μάτι», ἀντικείμενα πού φέρνουν «γούρι» κ.ἄ. Κοινό χαρακτηριστικό ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ δαιμονική προέλευση καί ὅτι ἀπ’ αὐτά ἐπιτελεῖται τό κακό (μόνο τό κακό), πού εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν ἔργο τοῦ διαβόλου. Συνήθως ἡ μαγεία διακρίνεται σέ λευκή καί μαύρη. Κάποιοι πιστεύουν ὅτι κακή εἶναι μόνο ἡ μαύρη, ἐνῶ ἡ λευκή εἶναι καλή μαγεία (γίνεται «γιά καλό»). Ἄλλοι πιστεύουν ὅτι ἡ μαύρη μαγεία ἐπικαλεῖται κακά πνεύματα, ἐνῶ ἡ λευκή ἐπικαλεῖται καλά πνεύματα καί ἄλλοι πιστεύουν ὅτι ἡ μαύρη μαγεία «δένει», ἐνῶ ἡ λευκή «λύνει» τά μάγια. Ὅμως, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ἡ μαγεία (τόσο ἡ μαύρη, ὅσο καί ἡ λευκή) ἔχει δαιμονική προέλευση καί σχετίζεται μόνο μέ τό κακό. Δέν ὑπάρχει, λοιπόν καλή μαγεία, οὔτε μαγεία πού «λύνει» τά μάγια. Ἡ μαγεία γίνεται πάντα γιά κακό. Ἡ μόνη διαφορά μεταξύ λευκῆς καί μαύρης μαγείας εἶναι ὅτι στή μαύρη τό κακό φαίνεται, ἐνῶ στή λευκή τό κακό κρύβεται, ἐμφανίζεται δηλ. μέ τό προσωπεῖο τοῦ καλοῦ. Πρόκειται γιά πολύ γνωστή τακτική τοῦ διαβόλου: «αὐτός γάρ ὁ σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός», λέει ἡ Ἁγία Γραφή (Β’ Κορ. 11,14). Κατά τόν ἴδιο τρόπο, τά ὄργανά του, οἱ μάγοι, «μετασχηματίζονται ὡς διάκονοι δικαιοσύνης» (Β’ Κορ. 11,15): λένε ὅτι «λύνουν» μάγια καί ὅτι κάνουν «τό καλό». Ἡ δαιμονική ἀπάτη, πού κρύβεται κάτω ἀπό Ὀρθόδοξο χριστιανικό προσωπεῖο, φθάνει κάποιες φορές σέ σημεῖο, ὥστε πολλοί μάγοι νά ἔχουν τόν χῶρό τους γεμᾶτο μέ ἱερές εἰκόνες καί ἄλλα χριστιανικά σύμβολα ἤ νά δίνουν ἀκόμη καί «πνευματικές συμβουλές» («Γιά νά λυθεῖ τό πρόβλημά σου, πρέπει νά κάνεις τόσα Εὐχέλαια, τόσες Λειτουργίες, νά κοινωνήσεις τόσες φορές!» κ.λ.π).
Ὑπάρχουν ἀγαθά πνεύματα στόν «ἀπόκρυφο» κόσμο; Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση κάνει λόγο γιά ἀόρατο καί ὄχι γιά ἀπόκρυφο κόσμο καί ἀπόκρυφες δυνάμεις. Στόν κόσμο αὐτό, ἐκτός ἀπό τόν Θεό (τόν Δημιουργό τοῦ ἀόρατου κόσμου), ὑπάρχουν μόνο οἱ Ἄγγελοι, οἱ δαίμονες καί οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων (τῶν κεκοιμημένων). Τίποτε ἄλλο ἀπ’ αὐτά δέν ὑπάρχει. Καί οἱ μόνες δυνάμεις (ἐνέργειες), πού ὑπάρχουν γενικά στόν κόσμο, εἶναι οἱ θεϊκές, οἱ δαιμονικές καί οἱ φυσικές δυνάμεις. Ὁ τρόπος ἐπικοινωνίας μέ τούς Ἀγγέλους εἶναι γνωστός: γίνεται μέ τήν προσευχή, μέ τήν ταπείνωση, μέ τήν ἄσκηση, μέ τόν ἐκκλησιαστικό βίο, μέ τή μυστηριακή ζωή. Ἡ ἐπικοινωνία μέ τούς Ἀγγέλους (μέ τούς Ἁγίους, μέ τόν Θεό) δέν ἔχει ἐξαναγκαστικό χαρακτῆρα, δηλ. δέν ἐξαναγκάζουμε τούς Ἀγγέλους νά ἐπικοινωνήσουν μαζί μας μέ κάποιες τεχνικές, ὅπως συμβαίνει στόν χῶρο τῆς μαγείας (ὅπου ἰσχύει ἡ ἀρχή τῆς συναλλαγῆς: «do ut des», «δός μου γιά νά σοῦ δώσω»). Οὔτε ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἔχουν εἰδικό «χάρισμα» νά ἐπικοινωνοῦν μέ τά πνεύματα. Γιά ὅλους ἰσχύουν οἱ ἴδιες ἀκριβῶς προϋποθέσεις. Πέρα ἀπό τόν τρόπο πού περιγράψαμε, κάθε ἄλλη μορφή ἐπικοινωνίας μέ ἀόρατες ἤ «ἀπόκρυφες» δυνάμεις ἤ μέ πνεύματα (πονηρά ἤ «ἀγαθά») εἶναι ἐπικοινωνία μέ δαιμονικά πνεύματα καί μέ δαιμονικές δυνάμεις!

Συνέπειες καί ἐπιπτώσεις τῆς μαγείας

Γιά νά κατανοήσουμε τίς συνέπειες καί ἐπιπτώσεις τῆς μαγείας, πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι ἰσχύει ὡς γενική καί ἀπαράβατη ἀρχή ὅτι «τίποτε καλό δέν προέρχεται ἐκ τοῦ διαβόλου». Ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας τονίζει χαρακτηριστικά ὅτι ὁ διάβολος εἶναι γιά μᾶς ὁ «ἐχθρός» καί ὁ «ἀνθρωποκτόνος» (αὐτός πού θέλει τόν θάνατό μας). Ὁ «ἐχθρός» ποτέ δέν θέλει τό καλό. Πολλές φορές προσποιεῖται τόν φίλο, γιά νά τόν ἐμπιστευθοῦμε καί νά μᾶς ἐξοντώσει. Ὅ,τι «καλό», προέρχεται ἐνδεχομένως ἀπό τή μαγεία, ἀποτελεῖ μέθοδο ἀπάτης γιά νά ἀκολουθήσει μεγαλύτερο κακό. Ὅπως ἔχει χαρακτηριστικά εἰπωθεῖ, «ὁ διάβολος ἴσως δανείζει, ἀλλά οὐδέποτε χαρίζει». Ὅ,τι δίνει, τό ξαναπαίρνει, καί τό ξαναπαίρνει μέ πολύ ὑψηλό τόκο! Μόνο ὁ Θεός χαρίζει. Μόνο ὁ Θεός παρέχει «δωρεάν» (χωρίς νά ἀπαιτεῖ ἀνταπόδοση ἤ ἐπιστροφή). Μόνο ἀπό τόν Θεό προέρχεται «πᾶν δώρημα τέλειον» (κάθε πλῆρες καί ὁλοκληρωμένο δῶρο). Μόνο ὁ Θεός δίνει τά δῶρα Του «εἰς πλησμονήν» (μέχρι πού νά χορτάσει πλήρως ὁ ἄνθρωπος).
Τό κακό, πού προέρχεται ἀπό τή μαγεία, εἶναι ἡ δυστυχία τοῦ ἀνθρώπου στήν παροῦσα ζωή (φυσικός κίνδυνος), μέ διάφορες μορφές κακοῦ, ἀσθένειες, ἀτυχήματα, διαζύγια, ἔριδες, διαμάχες, καταστροφές κ.ἄ., καί ἡ αἰώνια κόλαση στή μέλλουσα ζωή (πνευματικός κίνδυνος). Φυσικούς κινδύνους διατρέχουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γενικά. Τούς κατ’ ἐξοχήν κινδύνους, δηλ. τούς πνευματικούς, διατρέχουν ἐπιπλέον α) ὅσοι ἐξασκοῦν τή μαγεία καί β) ὅσοι καταφεύγουν σέ μάγους γιά βοήθεια καί συμβουλές. Ἄς δοῦμε τίς δύο αὐτές περιπτώσεις, πού συνιστοῦν ἔκπτωση ἀπό τήν χριστιανική πίστη μέ ἄμεσες ἐπιπτώσεις στή σωτηρία.
Στό ἅγιο Βάπτισμα ἔχουμε δώσει φρικτές ὑποσχέσεις ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅτι «ἀποτασσόμεθα τῷ σατανᾶ καί πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ καί πάσῃ τῇ λατρείᾳ αὐτοῦ καί πᾶσι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ καί πάσῃ τῇ πομπῇ αὐτοῦ». Ὑποσχεθήκαμε δηλ. ὅτι ἀρνούμεθα ὅλα, ὅσα ἔχουν σχέση μέ τόν σατανᾶ (τά πάντα) καί ὅτι δέν θέλουμε νά ἔχουμε καμμία σχέση μαζί του. Δέν ἔχει σημασία, ἄν τίς ὑποσχέσεις αὐτές, τίς ἔδωσε γιά μᾶς ὁ Ἀνάδοχος (ὁ Νουνός μας), σημασία ἔχει ὅτι οἱ ὑποσχέσεις αὐτές συνδέονται μέ τή χριστιανική μας ἰδιότητα: ὅσο τίς τηροῦμε, συνεχίζουμε νά εἴμαστε Χριστιανοί, καί ἄν τίς ἀθετήσουμε, παύουμε νά εἴμαστε Χριστιανοί. Ἡ ἐπιστροφή, λοιπόν, στά δαιμονικά «ἔργα» ἀποτελεῖ ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ καί ἀθέτηση τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας θεωροῦν τήν κατάσταση ὅσων καταφεύγουν σέ μάγους γιά βοήθεια ὅμοια μέ αὐτή τῶν «πεπτωκότων» τῆς ἐποχῆς τῶν διωγμῶν, ὅσων δηλ. ἀρνήθηκαν τόν Χριστό καί θυσίασαν στά εἴδωλα! Χειρότερη εἶναι, ὁπωσδήποτε, ἡ κατάσταση ὅσων ἐξασκοῦν τή μαγεία: «τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαλ» (Β’ Κορ. 6,14: τί σχέση μπορεῖ νά ἔχει τό φῶς μέ τό σκοτάδι, ὁ Χριστός μέ τόν διάβολο;). Λέει χαρακηριστικά ὁ ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης ὅτι ὅσοι καταφεύγουν σέ μάγους, πιεζόμενοι ἀπό κάποια «ἀνυπόφορον ἀνάγκην», πρέπει νά ἀντιμετωπίζονται μέ μεγαλύτερη ἐπιείκεια, δηλ. ὅπως, ὅσοι ἀρνήθηκαν τόν Χριστό μετά ἀπό βασανιστήρια («διά βασάνων»). Ὅσοι, ὅμως, καταφεύγουν σέ μάγους ἀπό περιφρόνηση (ἀμφιβάλλοντας ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός καί ὅτι μπορεῖ νά τούς ἀπελευθερώσει ἀπό κάθε κάκωση καί συμφορά) πρέπει νά ἀντιμετωπίζονται ὅπως ὅσοι ἀρνήθηκαν τόν Χριστό μέ τή θέλησή τους, δηλ., ἄν μετανοήσουν, νά μήν κοινωνοῦν σέ ὅλη τους τή ζωή, παρά μόνο, ὅταν πλησιάζει ὁ θάνατος, καί νά μήν προσεύχονται στήν Ἐκκλησία μαζί μέ τούς ἄλλους Χριστιανούς, ἀλλά μόνοι τους στό σπίτι (Πηδάλιον, ἔκδ. Ἀστήρ, 1982, σ. 275).
Τό ἴδιο αὐστηροί εἶναι καί οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ξα’ τῆς Πενθέκτης Οἰκ. Συνόδου ἐπιβάλλει ἕξι χρόνια ἀποχῆς ἀπό τή Θ. Κοινωνία σέ ὅσους καταφεύγουν σέ μάγους ἤ ἐξασκοῦν ἁπλές μορφές μαντείας. Ὁ λβ’ τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ περιορίζει τό ἐπιτίμιο σέ τρία χρόνια, προσθέτωντας, ὅμως, μετάνοιες καί αὐστηρή νηστεία (ξηροφαγία) γιά κάθε μέρα. Ὁ οβ’ τοῦ Μ. Βασιλείου κανονίζει τό ἴδιο ἁμάρτημα ὅμοια μέ τό ἁμάρτημα τοῦ φόνου. Οἱ ἱεροί κανόνες χρησιμοποιοῦν μιά χαρακτηριστική ἔκφραση γιά ὅσους καταφεύγουν σέ μάγους: «οἱ μάντεσιν ἑαυτούς ἐκδιδόντες», δηλ. αὐτοί πού παραδίδουν τόν ἑαυτό τους (τήν ψυχή καί τό σῶμά τους) στούς μάντεις (Πηδάλιον, σ. 272).

Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ φαινομένου

Ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου, ὅπως εἴδαμε, εἶναι μεγάλη, ὅμως πολύ μεγαλύτερη εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἡ δαιμονική δύναμη δέν ἀντιμετωπίζεται μέ ἀνθρώπινες δυνάμεις. Ὅταν μετά τήν πτώση ὁ διάβολος καί τά δαιμονικά «ἔργα» κυριάρχησαν στόν κόσμο, ὁ ἄνθρωπος δέν μποροῦσε νά κάνει τίποτε γιά τή σωτηρία του. Ὅμως ὁ Θεός, πού εἶναι ἀγάπη κατά τήν Ἁγ. Γραφή (Α’ Ἰω, 4,8), δέν ἤθελε νά βλέπει «τυραννούμενον ὑπό τοῦ διαβόλου τό γένος τῶν ἀνθρώπων». Ἀποφάσισε, λοιπόν, νά ἔλθει ὁ Ἴδιος στόν κόσμο καί νά γίνει ἄνθρωπος, γιά νά διαλύσει τά δαιμονικά «ἔργα»: «εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα λύσῃ τά ἔργα τοῦ διαβόλου» (Α’ Ἰω. 3,8). Μέ τήν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός «ἔδησε τόν ἰσχυρόν» (Ματθ. 12,29) καί «κατήργησε τόν διάβολον» (Ἑβρ. 2,14). Γιά τόν Χριστό, ὁ πρώην ἰσχυρός, εἶναι τώρα δεμένος καί ἡ δύναμη του ἔχει ἤδη καταργηθεῖ! Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά ὅσους εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό, γιά τούς πραγματικούς Χριστιανούς. Σ’ αὐτούς δέν ἔχει ἐξουσία ὁ διάβολος ἤ οἱ ἐνέργειές του καί ἡ μαγεία δέν ἔχει καμμία ἐπίδραση. Ἀντίθετα, γιά ὅσους δέν εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό ἰσχύει ὅ,τι ἴσχυε πρίν ἔλθει ὁ Χριστός στόν κόσμο. Ἄς δοῦμε ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Ὁ ἅγ. Κυπριανός ἦταν μάγος καί ἡ ἁγία Ἰουστίνα ἦταν μιά νεαρή Χριστιανή. Πίστευε στόν Χριστό, κοινωνοῦσε τακτικά καί ἀγωνιζόταν, ὅσο μποροῦσε, ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Κυπριανός ἐφάρμοσε ὅλα τά τεχνάσματα τῆς μαγικῆς «τέχνης» ἐναντίον της, ἐπικαλέσθηκε τά πιό ἰσχυρά δαιμόνια. Ὅμως, στήν Ἁγία δέν εἶχαν καμιά ἐπίδραση, ἐνῶ σ’ ὅλους τούς ἄλλους εἶχαν! Κατάλαβε τότε ὅτι ὑπάρχει μιά δύναμη πολύ πιό ἰσχυρή ἀπ’ αὐτήν πού γνώριζε ὡς τότε, ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἀποφάσισε, λοιπόν, νά γίνει Χριστιανός! Καί ἔγινε ὄχι μόνο Χριστιανός, ἀλλά καί Ἅγιος, μέ τό χάρισμα νά ἐκδιώκει τά πονηρά πνεύματα καί νά ἀπαλλάσσει ἀπό τίς ἐπιδράσεις τῆς μαγείας!
Τί πρέπει νά κάνει κάποιος γιά νά εἶναι οὐσιαστικά ἑνωμένος μέ τόν Χριστό καί ἀπαλλαγμένος ἀπό κάθε δαιμονική ἐπίδραση; Ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό δέν γίνεται μέ κανέναν ἄλλο τρόπο, παρά μόνο μέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαίτερα μέ τό Βάπτισμα καί τή Θεία Εὐχαριστία. Στό Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος «ἐνδύεται» τόν Χριστό καί στή Θ. Εὐχαριστία ἑνώνεται συνεχῶς μαζί Του, κοινωνώντας τό Σῶμα καί τό Αἷμά Του. Τίποτε ἄλλο δέν μπορεῖ νά μᾶς ἑνώσει μέ τόν Χριστό, οὔτε ἡ πίστη, οὔτε τά καλά μας ἔργα, οὔτε ἡ «ἀγάπη» μας πρός Αὐτόν. Ὅλα αὐτά εἶναι, βέβαια, προϋποθέσεις γιά τή συμμετοχή στά Μυστήρια (π.χ. δέν μπορεῖ νά κοινωνεῖ κάποιος ἄν δέν πιστεύει στόν Χριστό, ἤ ἄν ὑπόκειται σέ βαριά ἁμαρτήματα), δέν εἶναι ὅμως ἱκανά νά μᾶς ἑνώσουν μαζί Του. Τακτική, λοιπόν, (συνεχής) Θεία Κοινωνία εἶναι τό ἰσχυρότερο ὅπλο ἐναντίον τῆς μαγείας.
Ἐπίσης ἀπόλυτα ἀπαραίτητη εἶναι ἡ ἱερά Ἐξομολόγηση, τό Μυστήριο πού μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτία. Ἡ Ἐξομολόγηση πρέπει νά εἶναι καθαρή (εἰλικρινής). Χωρίς αὐτήν ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι ἀνώφελη καί πολλές φορές βλαπτική (Α’ Κορ. 11, 27-31))! Ἀλλά καί ὁ ἄμεμπτος βίος εἶναι προϋπόθεση γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς μαγείας (ἡ πλήρης ἀποχή ἀπό τά μεγάλα ἁμαρτήματα καί ἡ κατά τό δυνατόν ἀποφυγή τῶν μικρῶν), δεδομένου ὅτι ἡ ἁμαρτία ἀνοίγει τήν θύρα γιά τήν εἴσοδο τῶν δαιμονικῶν ἐπιδράσεων. Ὅπου διαπιστώνονται συγκεκριμένες ἐπιδράσεις (μαγικά ἀντικείμενα κ.λ.π), πρέπει νά προσκαλεῖται ὁ Ἱερεύς καί νά διαβάζει τίς εἰδικές Εὐχές γι’ αὐτές τίς περιπτώσεις. Ἐπίσης ἀπαραίτητος εἶναι ὁ τακτικός ἐκκλησιασμός, ἀφοῦ ἐκεῖ «καθαιροῦνται αἱ δυνάμεις τοῦ σατανᾶ» κατά τόν ἅγ. Ἰγνάτιο (ΒΕΠΕΣ, τ. 2, σ. 266).
Αὐτά εἶναι τά πνευματικά ὅπλα, μέ τά ὁποῖα ἀντιμετωπίζεται ἡ μαγεία. Ὅποιος τά χρησιμοποιεῖ, μπορεῖ νά λέει μαζί μέ τόν Ψαλμωδό: «Κύριος φωτισμός μου σωτήρ μου, τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος ὑπερασπιστής τῆς ζωῆς μου, ἀπό τίνος δειλιάσω;» (Ψαλμ. 26,1).

Ἱερεύς Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας