Οι γυναίκες στον Πόντο ήταν αγνές και τίμιες.
Όλοι γνωρίζουμε σήμερα ότι από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα η γυναίκα δεν είχε ούτε κοινωνικά, ούτε πολιτικά δικαιώματα. Ακόμη και στην κλασσική Ελλάδα η γυναίκα ζούσε περιορισμένη στον σπίτι της, με πολλές προκαταλήψεις εις βάρος της.
Ο Θουκυδίδης στον «Επιτάφιο του Περικλέους», πριν περίπου 2.500 χρόνια, μετά την κηδεία των επιφανών του Πελοποννησιακού πολέμου, προτρέπει τις γυναίκες να επιστρέψουν ήσυχα στο σπίτι τους και να μη δίνουν δικαίωμα να γίνεται συζήτηση γι’ αυτές. Ο δε ρήτορας Δημοσθένης σημειώνει τα εξής, (καταπληκτικά βέβαια για τη δική μας εποχή): «Έχομε εταίρες για την απόλαυση, παλλακίδες για την περιποίηση και γυναίκες για να μας δίνουν νόμιμα παιδιά».
Η ίδια κατάσταση ίσχυε όμως και στον Πόντο
«Γιά τό κορίτζ’ γράμματα είν’ τό πλέξιμο τ’ ορταρί, νά σαχταρών’ τά σκεύα καί άμα παντρεύ’ νά εφτάει παιδία καί αφίν’ ρίζαν’ς σ’ οσπίτ’» Δηλ. για το κορίτσι γράμματα είναι το πλέξιμο της κάλτσας, να τρίψει με στάχτη τα σκεύη και όταν παντρευτεί, να κάνει παιδιά και να αφήσει ρίζα στο σπίτι. (Κάνι. Πνευματικός φάρος Χαλδίας.1970 Θεσ/νίκη, σελ.122).
Σαφής είναι η διάκριση μεταξύ της γυναίκας του αστικού πόντου και αυτής της υπαίθρου. Στον μη αστικό Πόντο, η γυναίκα ενώ έχει χρεωμένη την εύρυθμη λειτουργία τόσο του οίκου της όσο και των αγροτικών ασχολιών ( αρμέγ τα χτήναν, σωρεύ τα ξύλα, οράζ τα ζα), δεν έχει κανένα απολύτως δικαίωμα. Ενώ είναι η μάνα, η νοικοκυρά, ο άνθρωπος για όλες τις βαριές εργασίες, εν τούτοις η κοινωνική της θέση είναι σαφώς υποβαθμισμένη, δεν έχει καν δικαίωμα επιλογής τρόπου ζωής. Τον σύντροφο της, της τον διαλέγουν και της τον επιβάλλουν από μικρή μάλιστα ηλικία.
Πολλά νήπια τα αρραβωνιάζουν με τη «κουνίν το χάραγμαν» δηλ. με σημάδι-χάραγμα στην βρεφική τους κούνια και τα παντρεύουν στην ηλικία των δώδεκα περίπου ετών, ηλικία που τα κορίτσια θεωρητικά είναι ικανά να πλέκουν ορτάρια, κάλτσες δηλαδή ως δώρο για τους άντρες τους.
Η γυναίκα είναι το παραπάνω εργατικό χέρι που έχει ανάγκη η αγροτική οικογένεια. Πολλές είναι οι περιπτώσεις που οικογένειες με αγόρια σε παιδική ηλικία να είναι σε ανάγκη εργατικών χεριών και να προβαίνουν σε πάντρεμα τους με μεγαλύτερες κοπέλες.
Χαρακτηριστικό του τρόπου αντιμετώπισης της γυναίκας στην ανδροκρατούμενη αυτή κοινωνία είναι το λεγόμενο «μας», δηλαδή ο εθιμικός τρόπος συμπεριφοράς της νέας νύφης προς τα άρρενα μέλη της οικογένειας του άντρα της, την πεθερά και τις μεγαλύτερες συννυφάδες. Κύριο χαρακτηριστικό του η «εκούσια αλαλία». Η νέα νύφη δεν επιτρέπεται να απευθύνει τον λόγο στα πεθερικά και τους αδελφούς του αντρός της. Δεν τρώει ποτέ μαζί τους ενώ αυτή τους στρώνει και τους ξεστρώνει το τραπέζι και μέσα στα καθήκοντα της είναι η φροντίδα του πχ το πλύσιμο των ποδιών που συμβολίζει και την υποταγή της.
Στον αστικό Πόντο η γυναίκα ασχολείται μόνον με τα του οίκου της, ή του οίκου της μητέρας της όσον καιρό διαμένει κάτω από την πατρική στέγη. Κι εδώ όμως η γυναίκα είναι ανελεύθερη και από την πατρική εξουσία περνά μέσω του γάμου στην συζυγική κυριαρχία. Οι γάμοι τους γίνονται επίσης σε μικρή ηλικία υπό την επήρεια του φόβου των γονιών τους μην οι Τούρκοι πειράξουν τα κορίτσια τους, κάτι που δεν θα συμβεί αν αυτά είναι παντρεμένα, λόγω του σεβασμού που οι μουσουλμάνοι τρέφουν στο θεσμό του γάμου.
Η μόρφωση των γυναικών
Τα πράγματα άλλαξαν κατά τον 19ο αιώνα στον Πόντο. Τότε παρουσιάζεται και ενδιαφέρον για τη μόρφωση των γυναικών. Στα χωριά η μόρφωση τους περιοριζότανε το πολύ στη Δευτέρα τάξη δημοτικού, γιατί ο φόβος των Τούρκων εμπόδιζε τα κορίτσια να κυκλοφορούν ελεύθερα μόλις μεγάλωναν λίγο.
Στις πόλεις όμως φωτισμένοι Πόντιοι πνευματικοί μας άνθρωποι, οι οποίοι είχαν κατανοήσει τη σημασία της μόρφωσης των γυναικών στην κοινωνία, άρχισαν να δραστηριοποιούνται, να εισηγούνται και να πραγματοποιούν τα πρώτα βήματα γι’ αυτό το σκοπό, δηλαδή να ιδρυθούν ξεχωριστά σχολεία για τα κορίτσια, τα Παρθεναγωγεία.
Η επίδραση του δυτικού πολιτισμού και η ίδρυση Παρθεναγωγείων πολλά χρόνια πριν από το 1846 σε μεγάλες πόλεις, όπως Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Αθήνα, Προύσα κ.α. άλλαξαν και τη νοοτροπία των αστών του Πόντου.
Ο Μακεδόνας ιστορικός – ερευνητής Νικόλαος Δραγούμης, πατέρας του πρώτου Μακεδόνα πρωθυπουργού της Ελλάδος Στέφανου Δραγούμη γράφει για τη φιλομάθεια, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και την εκπαιδευτική αναγέννηση του Ποντιακού Ελληνισμού τα εξής: «… Έπειδή δε τοσούτος έρως της εκπαιδεύσεως του γυναικείου φύλου εισήλασε τροπαιούχος και εις την δούλην Ελλάδα, ανηγέρθησαν γυναικών φροντιστήρια και κατά τας Ασιατίδας χώρας δηλ. στον Πόντο, Καππαδοκία, Θράκη κλπ, όπου προ αιώνων δεν είχε ακουσθεί η γλυκεία του Πλάτωνος ή του Χρυσοστόμου φωνή…» (Στο βιβλίο του «Ιστορικές αναμνήσεις. Ερμής. Αθήνα 1973, τομ.Α΄,σελ.167).
Πράγματι, στον Πόντο αναλαμβάνει πρωτοβουλία ο Δημήτριος Αυγερινός και ιδρύεται στην Τραπεζούντα το 1846 το πρώτο Παρθεναγωγείο. Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1873 οι κάτοικοι της Αργυρούπολης ίδρυσαν, με πρωτοβουλία του (δασκάλου) Γεωργίου Παπαδόπουλου – Κυριακίδη και με τη βοήθεια και συνεργασία του Μητροπολίτη Γερβάσιου Σουμελίδη το «Παρθεναγωγείο Αργυρουπόλεως» με πρώτο διευθυντή τον Μουράτ Κυριακίδη. Στη συνέχεια ακολουθούν και άλλες πόλεις του Πόντου, όπου ιδρύονται Παρθεναγωγεία.
Στην Αμισό (Σαμψούντα). Στον αυλόγυρο του ναού της Αγ. Τριάδος, προς τα δεξιά υπήρχε το Παρθεναγωγείο. Διευθύντρια του σχολείου ήταν η Αδαμαντοπούλου, που υπήρξε θύμα της Τούρκικης θηριωδίας το 1921. Άλλη διευθύντρια υπήρξε η Σιδερίδου, με παιδαγωγικές σπουδές στη Γενεύη.
Στο Καδή-κιοϊ (Άνω Αμισός). Υπήρχε νεόδμητη σχολή διαιρεμένη σε αρρεναγωγείο και Παρθεναγωγείο.
Η Πάφρα, είχε παρθεναγωγείο (1902), διευθυνότανε από τη Ζωή Νικολάου με ετήσιο μισθό 50 λίρες Τουρκίας και δύο δασκάλες βοηθοί που έπαιρναν 15 λίρες Τουρκίας η κάθε μία. Για τις μαθήτριες που φοιτούσαν στο Παρθεναγωγείο γράφει η διευθύντρια «Άξια ιδίας μνείας καθίσταται η φιλομάθεια και ευμάθεια των μαθητριών τούτων και η καθαρότης της γλώσσης, εν η ομιλούσιν. Τούτο δε οφείλεται εις το ότι παιδία εκ της Τούρκικης γλώσσης, ην μανθάνουσι πρώτην κατ’ οίκον, εισέρχονται εν τοις νηπιαγωγείοις εις την εκμάθησιν ελληνικής όλως καθαρευούσης, απηλλαγμένης ξενισμών και χυδαϊσμών…».
Στη Μερζιφούντα, ιδρύθηκε το αμερικάνικο Κολλέγιο – Παρθεναγωγείο «Ανατόλια».
Στα Κοτύωρα (Ορντού). Στην Οινόη, Αμάσεια, Σαφράμπολη, Κερασούντα, Πουλαντζάκη, Θεμίσκυρα – Τσαρσαμπάς, Σινώπη.
Στην κωμόπολη Άλατζαμ που ήταν κτισμένη πάνω σε δύο λόφους. Στον ανατολικό λόφο υπήρχε ο ναός του Αρχάγγελου Μιχαήλ και Παρθεναγωγείο.
Στην Σάντα, στην ενορία Ισχανάντων. Το Παρθεναγωγείο είχε ένα δάσκαλο και μία δασκάλα για το κέντημα, ράψιμο, ραπτομηχανή κ.α.
Τα παρθεναγωγεία λειτουργούσαν στην αρχή σαν Δημοτικά σχολεία. Με την πάροδο του χρόνου αναπτύχθηκαν και περιέλαβαν και Νηπιαγωγείο και Ημιγυμνάσιο.
Τα δύο μεγάλα παρθεναγωγεία του Πόντου συνεχώς προόδευαν π.χ. στης Τραπεζούντας το 1870 φοιτούσαν 250 μαθήτριες, το 1880 ο αριθμός τους έφθασε σε 738. Στης Αργυρούπολης, το 1874 φοιτούσαν 28 μαθήτριες, το 1906 έφθασαν σε 100.
Οι μαθήτριες φορούσαν ομοιόμορφη φορεσιά, είχαν τα μαλλιά μαζεμένα, έπρεπε την Κυριακή να πηγαίνουν στην εκκλησία και να συμπεριφέρονται κοσμίως προς όλους. Η διδακτέα ύλη περιελάμβανε θεωρητικά και πρακτικά μαθήματα. Τα θεωρητικά ήσαν τα ίδια με των Αρρεναγωγείων και όμοια με αυτά που διδασκόντουσαν και στα σχολεία της ελεύθερης Ελλάδας, (θρησκευτικά, Ελληνικά, Μαθηματικά, Φυσικά, Ιστορία, Γεωγραφία, Γαλλικά κλπ).
Στα πρακτικά μαθήματα ασκούνταν σε εργασίες σχετικές με το σπίτι, με την οικιακή οικονομία, δηλ. κοπτική, ραπτική, ταπητουργία, κέντημα, κ.α.
Για τα έξοδα και την καλή λειτουργία των σχολείων μεριμνούσε η κοινότητα, η οποία στα μεγαλύτερα μέρη είχε ορίσει ειδική επιτροπή για το σκοπό αυτό, το «Συμβούλιο των σχολείων». … Παράλληλα με την κοινότητα στις πόλεις βοηθούσαν και οι πολιτιστικοί σύλλογοι, που φρόντιζαν για την γενική ανάπτυξη του πνευματικού επιπέδου της πόλης (βιβλιοθήκες, διαλέξεις κ.α.).
Οι γυναίκες στην περίοδο της γενοκτονίας των Ποντίων
Οι διωγμοί των Ελλήνων, που εξελίχθηκαν σε γενοκτονία, αποτέλεσαν μία από τις τραγικότερες σελίδες της ζωής του Ελληνισμού. Αν και πολέμησαν και αντιστάθηκαν εξ ίσου και δίπλα στους άνδρες τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα του μαζικού εγκλήματος, μαζί με τα ορφανά που δημιούργησε, αποτέλεσαν τις σημαντικότερες πληγές στην κοινωνική ζωή του Ελληνισμού. Ιδιαίτερη θέση σ΄ αυτήν την περίοδο κρατούν οι γυναίκες και τα παιδιά, τα οποία αποτέλεσαν αφενός συγκεκριμένο στόχο του προμελετημένου εγκλήματος, λόγω του ειδικού τους βάρους στην κοινωνία και την οικογένεια, αφετέρου ήταν αποδέκτες όλων των επιπτώσεων της γενοκτονίας (χηρεία, προσφυγιά, βιασμός, ορφάνια, ψυχολογικά προβλήματα κ.ά).
Μετά τη δολοφονία των ανδρών, οι γυναίκες απετέλεσαν το κομμάτι εκείνο του πληθυσμού, πάνω στο οποίο κάθε χτύπημα θα επέφερε σημαντικό πλήγμα συνολικά στον Ελληνισμό.
Μέσα από τους βιασμούς και τις αρπαγές επιδιώχθηκε η ταπείνωση, ο εξευτελισμός και η ατίμωση ολόκληρης της ομάδας, με απώτερο στόχο να εμποδίσουν μια πολιτισμένη και οικογενειακή οργάνωση της κοινωνίας του Ελληνισμού. Χωρίς οικογένεια και γυναίκα δεν υπάρχει εθνική συνέχεια, δεν υπάρχει έθνος.
Αυτές οι γυναίκες, οι γιαγιάδες, οι μάνες μας, όλες, με τα εφόδια που είχαν στάθηκαν στυλοβάτες στις οικογένειές τους, ξεπέρασαν όλα τα προβλήματα της προσφυγιάς και πολλές φορές και την κακότητα των ντόπιων, που τις λοιδορούσαν. Όρθωσαν το ανάστημά τους, αγωνίστηκαν και ενσωματώθηκαν σχετικά εύκολα στην κοινωνία της μητροπολιτικής Ελλάδας.
Αυτές ήταν οι μάνες μας, που έκαναν καλές οικογένειες, ανέστησαν παιδιά, έδωσαν στον τόπο, εκτός από το εργατικό δυναμικό και άξιους επιστήμονες, βοηθώντας έτσι τη μητέρα πατρίδα να επουλώσει γρήγορα τις πληγές της από την καταστροφή (μικρασιατική), να ορθοποδήσει και να βαδίσει στο δρόμο της προόδου.
Αυτά τα λίγα λόγια ας είναι θυμίαμα στη μνήμη όλων εκείνων των γυναικών που αγωνίστηκαν, εργάστηκαν και άνοιξαν δρόμους για τις κατακτήσεις των σημερινών γυναικών.
Πηγές: Έλσα Γαλανίδου – Μπαλφούσια, Φάνης Μαλκίδης, Σύλλογος Ποντίων Ν. Ξάνθης
Εμείς το άρθρο το βρήκαμε και το αναδημοσιεύουμε από το pontos-news.gr
στον παρακάτω σύνδεσμο:
http://www.pontos-news.gr/article/9621/oi-gynaikes-ston-ponto