Γιατί φοβόμαστε τόσο την κριτική των άλλων;

fovos kritikis 2Ο φόβος για την κριτική από τους γύρω μας μπορεί να σταθεί εμπόδιο σε πράγματα που θέλουμε να κάνουμε. Γιατί συμβαίνει αυτό και πώς θα το αποφύγουμε;

Ποιος φοβάται την κριτική; Έχετε νιώσει ποτέ έντονο άγχος λόγω της αρνητικής εικόνας που μπορεί να έχει κάποιος για εσάς; Έχετε νιώσει ότι ορισμένες επιλογές σας καθορίζονται με βάση την αποφυγή αρνητικών σχολίων από κάποιο φίλο, συνάδελφο, μέλος της οικογένειας ή ακόμα και κάποιον τυχαίο περαστικό ;

Ο φόβος της κριτικής είναι μια εντελώς φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού κατά την διάρκεια της εξέλιξης. Σκεφτείτε, για παράδειγμα, ένα νεογέννητο που ανακαλύπτει τον κόσμο και οτιδήποτε αγγίζει προσπαθεί να το βάλει σου στόμα του. Τη στιγμή που ο γονιός θα το σταματήσει, θα βιώσει μια πρώτη μορφή «κριτικής». Επίσης, ίσως έχετε παρατηρήσει ότι συχνά το πρώτο πράγμα που κάνουν τα παιδιά μόλις δοκιμάσουν κάτι καινούργιο είναι να γυρίσουν και να δουν την αντίδραση της μητέρας τους. Εάν αυτή έχει μορφή κριτικής, ξέρουν ότι αυτό δεν πρέπει να επαναληφθεί, ενώ αν έχει μορφή επιβράβευσης ξέρουν ότι έκαναν κάτι καλό.

Αυτή λοιπόν η κριτική-οριοθέτηση σχετικά με το τι είναι σωστό ή λάθος, καλό ή κακό, γίνεται αντιληπτή ως κάτι συνήθως δυσάρεστο αλλά απαραίτητο για την επιβίωσή μας. Έτσι εξηγείται το γιατί είναι τόσο βαθιά ριζωμένη μέσα μας.

Κριτική και ασυνείδητος φόβος

Όταν λέμε ότι η άποψη τρίτων μας είναι αδιάφορη, συνήθως δεν λέμε όλη την αλήθεια. Μπορεί σε συνειδητό επίπεδο να ορκιζόμαστε ότι κάτι τέτοιο δεν μας αφορά, αλλά σε συναισθηματικό, κάτι βαθιά μέσα μας μας ενοχλεί, άλλους περισσότερο και άλλους λιγότερο.

Από τη στιγμή που η κριτική ή ο φόβος της πιθανής κριτικής αποτελούν βασικό παράγοντα των όποιων επιλογών μας, τότε υπάρχει πρόβλημα που χρήζει αντιμετώπισης.

Ας δούμε πώς μπορούμε να μειώσουμε τον φόβο μας για κριτική, ώστε να βελτιώσουμε την ποιότητα των επιλογών μας και κατ’ επέκταση της καθημερινότητας μας.

Ερωτήματα και απαντήσεις

Πρώτα απ’ όλα, προσπαθήστε να εξορθολογίσετε τον φόβο της κριτικής. Την επόμενη φορά που θα τον νιώσετε, θέστε στον εαυτό σας το εξής ερώτημα: Αυτό που λένε για μένα πόσο μπορεί να επηρεάσει την καθημερινότητα ή τους στόχους μου, σε πρακτικό επίπεδο;

Εάν η απάντηση είναι  «καθόλου», τότε προσπεράστε την όποια κριτική. Αναγνωρίστε στον άλλον το δικαίωμα να έχει τη γνώμη του, που ως προσωπική του άποψη όμως δεν αφορά εσάς, όπως ενδεχομένως δεν σας αφορά η όποια προσωπική του άποψη για διάφορα άλλα θέματα.

Εάν, από την άλλη, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα φανερώνει ότι η κριτική όντως σας επηρεάζει σε πρακτικό επίπεδο, τότε μην σπαταλάτε τον χρόνο σας σκεπτόμενοι το πόσο άσχημα νιώθετε, αλλά κάντε οτιδήποτε περνάει από το χέρι σας για να το αντιμετωπίσετε.

Όσο πιο πολύ κρίνετε, τόσο πιο πολύ θα σκέφτεστε ότι οι άλλοι σας κρίνουν

Η έννοια της «προβολής»

Το δεύτερο βήμα για να απαλλαγείτε από τα δεσμά της κριτικής των άλλων είναι να κατανοήσετε και αποστασιοποιηθείτε από την έννοια της «προβολής». Στην ψυχολογία, η έννοια της «προβολής» συνίσταται στον ασυνείδητο μηχανισμό βάσει του οποίου έχουμε την τάση αποδίδουμε στους άλλους δικά μας ανεπιθύμητα συναισθήματα ή γνωρίσματα.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα σε ένα ζευγάρι είναι όταν ο σύντροφος που είναι άπιστος γίνεται επίσης ο πιο καχύποπτος. Αντίστοιχα, ο μεγαλύτερος εγωιστής θα κατηγορήσει τους άλλους για το πόσο εγωκεντρικοί ή ατομιστές είναι. Πιθανόν να έχετε αρκετά τέτοια παραδείγματα στην καθημερινότητά σας, όχι μόνο με προβολές που κάνουν άλλοι σε σας, αλλά και με προβολές που –αναπόφευκτα– κάνετε και εσείς σε άλλους.

Πώς μπορεί αυτή η γνώση να μας βοηθήσει; Είναι πολύ απλό. Τώρα που κατανοείτε την έννοια της προβολής, θα παρατηρήσετε ότι τη στιγμή που αρχίζετε να κρίνετε τους άλλους, δημιουργείτε ασυναίσθητα έναν φαύλο κύκλο στον οποίο παγιδεύεστε κι εσείς. Εάν θέλετε να ξεφύγετε από αυτό τον κύκλο, απαλλαγείτε από την συνήθεια να αντιμετωπίζετε τους πάντες και τα πάντα με κριτική διάθεση.

Όσο πιο πολύ κρίνετε, τόσο πιο πολύ θα σκέφτεστε ότι οι άλλοι σας κρίνουν. Μπορεί να μην είναι εύκολο στην αρχή, αλλά σίγουρα μπορείτε να το πετύχετε. Σπάστε τον κύκλο της κριτικής και απελευθερωθείτε.

Ο Κωνσταντίνος-Ρωμανός Ζησιμόπουλος είναι ψυχοθεραπευτής.

ΠΗΓΗ: https://www.ow.gr/psychologia/giati-fovomaste-toso-tin-kritiki-ton-allon/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Ποιες δύο λέξεις να αποφεύγεις όταν ζητάς συγνώμη

συγνωμηΤο να ζητάς συγνώμη δεν είναι εύκολο. Είναι, όμως, κάτι που κατά καιρούς χρειάζεται να κάνεις, γι΄αυτό καλό είναι να αποφεύγεις αυτές τις δύο λέξεις.

Ας ξεκινήσουμε με μια βασική παραδοχή. Το να ζητάς συγγνώμη μπορεί να σε κάνει να αισθάνεσαι άβολα, καθώς σε βάζει σε μια θέση ευαλωτότητας. Παρ’ όλα αυτά, το να μάθεις να την προσφέρεις με ειλικρίνεια μπορεί να βελτιώσει τη σχέση τόσο με τον εαυτό σου όσο και με το άτομο που έχεις απέναντί σου.

Οι συγγραφείς του βιβλίου «Say the Right Thing»,David Glasgow (εκτελεστικός διευθυντής του Meltzer Center for Diversity, Inclusion, and Belonging, επίκουρος καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης) και Kenji Yoshino (Διευθυντής του Center for Diversity, Inclusion and Belonging και καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του NYU) αποκαλύπτουν τις δύο λέξεις που αποφεύγουν όσοι είναι καλοί στο να ζητάνε «συγγνώμη».

Αχ, αυτό το «αν»

«Συγγνώμη αν πληγώθηκες τόσο που δεν μπορείς να δεις ότι η αντίδρασή σου είναι υπερβολική»

Όταν χρησιμοποιείς μέσα στη συγγνώμη σου το μόριο «αν», στην ουσία αμφισβητείς την αντίδραση του αποδέκτη στο λάθος σου και όχι το ίδιο το λάθος. Με άλλα λόγια, δεν αναγνωρίζεις τη βλάβη που έχεις προκαλέσει, ενώ στη χειρότερη περίπτωση μετατοπίζεις την ευθύνη κάπου αλλού, έξω από σένα. Βέβαια, αν όντως δεν είσαι βέβαιος για τη ζημιά που έχεις προκαλέσει, το πιο απλό πράγμα που μπορείς να κάνεις είναι να ρωτήσεις.

Ναι μεν, αλλά…

«Συγγνώμη, αλλά είχα μια κακή μέρα»

Όταν ζητάς συγγνώμη, φρόντισε να μην ξεκινάς την πρότασή σου με ένα «συγγνώμη, αλλά…». Με τον τρόπο αυτό, όχι μόνο προσπαθείς να διώξεις την ευθύνη από πάνω σου (λες και μια άγνωστη δύναμη σε ανάγκασε να σφάλεις), αλλά υπονοείς ότι το σφάλμα αυτό μπορεί να επαναληφθεί. Αν έβαλες τις φωνές στο παιδί σου, επειδή είχες μια κακή μέρα, αυτό θα μπορούσε να συμβεί ξανά, όταν πάλι θα έχεις μια κακή μέρα; Πριν μπεις στον πειρασμό να δώσεις μια εξήγηση, σκέψου αν την προσφέρεις επειδή βοηθά εσένα ή το άτομο που έχεις βλάψει.

Πώς να ζητάς συγνώμη

Σύμφωνα με τους δύο συγγραφείς, μιας απλή, ειλικρινής και αποτελεσματική συγγνώμη χρειάζεται να καλύπτει αυτό που ονομάζουν «τα τέσσερα Rs»:

  1. Αναγνώριση (Recognition): Πρόκειται για την αναγνώριση της βλάβης, το να δείξεις ότι αναγνωρίζεις τι έχεις κάνει. Έτσι, αποφεύγεις τα «αν».
  2. Ευθύνη (Responsibility): Αποδέξου το σφάλμα σου. Own it, που λένε και οι Αμερικάνοι. Άσε, λοιπόν, κατά μέρος τα «αλλά».
  3. Μεταμέλεια (Remorse): Εξέφρασε με ειλικρίνεια τη μεταμέλειά σου για τη βλάβη που προκάλεσες. Μην προσπαθείς να δικαιολογήσεις τις πράξεις σου και μην το παρακάνεις με την έκφραση τύψεων. Δεν είναι ώρα να το παίξεις drama queen ή king. Το μόνο που χρειάζεται είναι να εννοείς αυτό που λες.
  4. Αποκατάσταση βλάβης (Redress): Το τελευταίο βήμα σε μια γνήσια συγγνώμη είναι η λήψη μέτρων για τη διόρθωση της βλάβης. Όταν συνδυάζεις μια δήλωσης συγγνώμης με μια δήλωση επανόρθωσης, έχεις περισσότερες πιθανότητες να κερδίσεις τη συγχώρεση. Έχε, φυσικά, στο μυαλό σου ότι η αποκατάσταση μπορεί να απαιτεί σημαντικό χρόνο και ενέργεια.

ΠΗΓΗ: https://www.ow.gr/psychologia/poies-dio-lexeis-na-apofevgeis-otan-zitas-singnomi/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Τι χρειάζεται για να μάθουμε πραγματικά τον εαυτό μας;

7 Βήματα για να αγαπήσετε τον εαυτό σας

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Συχνά διδασκόμαστε από μικροί ένα ισχυρό σύνολο κανόνων, ίσως από τους γονείς μας ή από την κουλτούρα μας, πως τάχα έχουμε την υποχρέωση να ζήσουμε με έναν ορισμένο τρόπο.

Ενστερνιζόμαστε όλα αυτά τα εξωτερικά μηνύματα και φτάνουμε να πάρουμε ως δεδομένο πως οφείλουμε να μελετήσουμε σκληρά στο σχολείο, πως οφείλουμε να πάμε στο πανεπιστήμιο, να εργαστούμε σε μια ανταγωνιστική βιομηχανία, να ανέλθουμε στην κορυφή.

Αυτές είναι συγκεκριμένες γραμμές πλεύσης που ίσως ταιριάζουν σε πολύ κόσμο, αλλά σίγουρα δεν ταιριάζουν σε όλους. Με κάποιον τρόπο, κάποιος ή κάτι άρπαξε το τιμόνι από τα χέρια σας και τώρα είναι δική σας δουλειά να το πάρετε πίσω.

Αναρωτιέμαι πόσοι από εμάς έχουμε υπεύθυνες επαγγελματικές θέσεις, τη στιγμή που θα προτιμούσαμε να εργαζόμαστε σε ένα πάρκο σκύλων. Ίσως έχουμε δουλειά που δεν τη βρίσκουμε ικανοποιητική, όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, αλλά επειδή ανησυχούμε για το τι θα σκεφτούν οι άλλοι.

Συμπληρώνουμε τα κουτάκια που θα έπρεπε να συμπληρώσουμε, καθηλωμένοι από όλα τα «πρέπει» που έχουμε διδαχθεί από μικροί. Κι είναι εύκολο να πέσει κανείς στην παγίδα αυτού του παιχνιδιού.

Αποκτούμε τη συνήθεια να μας λένε οι άλλοι τι θέλουμε, τι χρειαζόμαστε και τι θα πρέπει να κάνουμε. Έχω παρατηρήσει πως, όταν κάποιος είναι πολύ άκαμπτος και δεν αφήνει καινούρια άτομα να έρθουν κοντά του, ή, τουλάχιστον, δεν τα αφήνει για πολύ, συνεχίζει να έχει τις παλιές πεποιθήσεις του και να επιτρέπει να τον πλησιάσουν αυτοί που του ενστάλαξαν εξαρχής αυτές τις πεποιθήσεις. Κι έτσι είναι δύσκολο, αν κι όχι ακατόρθωτο, να αλλάξει πορεία.

Για να μάθουμε τι είδους κατεύθυνση θέλουμε να ακολουθήσουμε στη ζωή, πρέπει να επεξεργαστούμε αυτό που νιώθουμε. Αφού κατανοήσουμε τα συναισθήματά μας, θα μπορέσουμε να βρούμε τι θέλουμε, και τότε θα είμαστε σε θέση να το επιδιώξουμε.

Αν νιώθετε ανήσυχοι και ταυτόχρονα παλεύετε να καταλάβετε τι ακριβώς θέλετε να αλλάξετε, μην πιέζεστε. Αντί γι’ αυτό, δοκιμάστε την εξής άσκηση:

Τι σας έρχεται στον νου όταν σκέφτεστε τις λέξεις «αφοσίωση και ενθουσιασμός»;
Σκεφτείτε τη λέξη «επιβράβευση» – τι σας έρχεται στον νου;

Γράψτε αυτές τις λέξεις σε ένα χαρτί και δείτε τι θα προκύψει. Δείτε το ως καταιγισμό ιδεών και μην απορρίψετε καμία.

Μη βιαστείτε. Σημειώστε λέξεις ή εικόνες που έρχονται στο μυαλό σας στη διάρκεια αυτής της άσκησης.Ύστερα κοιτάξτε τες ξανά και δείτε ποια ξεχωρίζει.

Νομίζω πως είναι καλή ιδέα να καταγράψετε τα όνειρά σας και να δείτε τι είδους συναισθήματα και εικόνες σάς γεννούν. Τα όνειρα είναι ικανά να μας εξοπλίζουν με χρήσιμες μεταφορές, που μπορούν να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε τι χρειαζόμαστε.

Είναι σημαντικό να ακούτε τα συναισθήματά σας στη διάρκεια της άσκησης, ώστε να κινητοποιηθείτε και να βάλετε σε εφαρμογή τις αλλαγές που θα σας βοηθήσουν να ζήσετε καλύτερα. Χωρίς συναισθήματα είναι αδύνατον να ξέρουμε τι θέλουμε, κι αν δεν ξέρουμε τι λαχταράμε, πώς θα μπορέσουμε να το αναζητήσουμε;

Συχνά, όταν βρισκόμαστε σε κάποιο σταυροδρόμι, μαρμαρώνουμε από τον φόβο πως θα κάνουμε μια λανθασμένη επιλογή.

Έχουμε την αίσθηση πως θα αποφύγουμε τα λάθη, αν δεν πάρουμε καμία απόφαση. Αλλά κι αυτό ακόμη είναι μία επιλογή κι ενδέχεται, όπως κάθε επιλογή, να είναι λανθασμένη. Πιστεύω πως είναι αδύνατον να γνωρίζουμε εκ των προτέρων αν μια επιλογή είναι σωστή – κανείς μας δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον.
Τα λάθη και οι αποτυχίες είναι κάτι απαραίτητο για να ωριμάσουμε.
Ακόμη «μία διαολεμένη ευκαιρία για μάθηση», όπως θα λέγαμε στην ψυχοθεραπεία.
Να είστε λιγότερο απαισιόδοξοι και να δοκιμάζετε καινούρια πράγματα. Ακόμη κι αν δεν πετύχουν, θα είστε ένα βήμα πιο κοντά στο σημείο που θέλετε να βρεθείτε.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/selfhelp/8197-ti-xreiazetai-gia-na-mathoume-pragmatika-ton-eafto-mas.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Λεκτική βία

Threads of Life

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Είναι δύσκολο να προσδιορίσεις τη λεκτική κακοποίηση και να την αποδείξεις, ακριβώς γιατί σε αντίθεση με τις υπόλοιπες μορφές βίας δεν είναι ορατή. Είναι ύπουλη, δεν αφήνει σημάδια και οι συνέπειές της φαίνονται πολύ αργότερα, ίσως πολλές φορές όταν είναι ήδη πολύ αργά πια.

Λεκτική βία. Η πιο υποτιμημένη και ξεχασμένη μορφή βίας. Όταν ακούμε βία συνήθως μας έρχεται στο μυαλό η σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση κάποιου. Ξύλο, μπουνιές, σφαλιάρες, ασέλγεια, κατ’οίκον περιορισμός και παρεμπόδιση του άλλου από το να βγει από το σπίτι, χρήση οποιουδήποτε μέσου για τον τραυματισμό του σώματος κάποιου που βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, γιατί είναι πιο αδύναμος και απροστάτευτος απέναντι στο θύτη του, επειδή είναι παιδί ή γυναίκα ή ηλικιωμένος ή οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος που ανήκει σε κάποια ευπαθή ομάδα.

Υπάρχουν χιλιάδες τρόποι με τους οποίους μπορεί να βλάψεις σωματικά και σεξουαλικά έναν άνθρωπο και το χειρότερο είναι ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων το θύμα γνωρίζει το θύτη του. Μπορεί να είναι ο πατέρας του, η μητέρα του, ο θείος, ο παππούς, ο αδερφός, ο/η σύντροφος, ο γείτονας, ο συμμαθητής του, κάποιος φίλος ή συνάδελφος. Κάποιος «οικείος».

Αυτές οι μορφές βίας είναι οι πιο γνωστές και «απτές», συνήθως αφήνουν σημάδια πίσω τους. «Αποδεικτικά στοιχεία». Κι αυτός είναι ένας λόγος που είναι πιο διαδεδομένες. Είναι πιο προφανείς. Έχεις κάτι «χειροπιαστό» που σε διευκολύνει, όσο είναι εφικτό, γιατί ποτέ δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίσεις μια οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης και να δικαιωθείς, ειδικά βάσει νομοθεσίας στην Ελλάδα, να αποδείξεις τη βία που υπέστης, την κακοποίηση. Οι πληγές στο σώμα σου, οι μώλωπες και τα χτυπήματα μιλάνε από μόνα τους. Τι γίνεται όμως με τη λεκτική βία;

Μέχρι πριν κάποια χρόνια ο κόσμος δεν ήξερε καν ότι υπάρχει λεκτική μορφή βίας, πόσο μάλλον τί είναι και ίσως από κάποιους δεν έχει γίνει ακόμα πλήρως αποδεκτή. Είναι δύσκολο να προσδιορίσεις τη λεκτική κακοποίηση και να την αποδείξεις, ακριβώς γιατί σε αντίθεση με τις υπόλοιπες μορφές βίας δεν είναι ορατή.

Είναι ύπουλη, δεν αφήνει σημάδια και οι συνέπειές της φαίνονται πολύ αργότερα, ίσως πολλές φορές όταν είναι ήδη πολύ αργά πια. Παρόλο που και στις άλλες δύο μορφές βίας πέρα από τη σωματική κακοποίηση υπάρχει και η ψυχολογική, γιατί είναι αδύνατον κάποιος να τραυματίσει το σώμα σου χωρίς να τραυματίσει και τη ψυχή σου, η λεκτική κακοποίηση είναι καθαρά ψυχολογική, γιατί σε χτυπάει κατευθείαν στο συναίσθημα.

Κάποιες φορές ο θύτης δεν συνειδητοποιεί ότι ασκεί ψυχολογική βία σε κάποιον. Συνήθως όμως χρησιμοποιείται σαν «όπλο» για να «πείσεις» τον άλλο να κάνει ή να μην κάνει, αυτό που θες εσύ. Ο αδύναμος, ο απροστάτευτος, ο εξαρτημένος από κάποιον λόγω εξουσίας, δύναμης ή ανάγκης, εξαναγκάζεται να υποταχθεί σ’αυτό που επιβάλλει ο πιο δυνατός, γιατί αν δεν το κάνει, θα υπάρξουν συνέπειες.

Ο θύτης ποντάρει στη συναισθηματική ευαλωτότητα του θύματος για να εξασφαλίσει αυτό που θέλει. Τον απειλεί, τον τρομοκρατεί, χρησιμοποιεί κάθε μέσο ή δικαιολογία για να κερδίσει την υποταγή του άλλου στο θέλημά του. Οι περιπτώσεις της λεκτικής βίας είναι πολλές και δεν χρειάζεται να ψάξετε πολύ για να τις βρείτε. Λεκτική βία μπορεί να έχετε υποστεί εσείς οι ίδιοι, ο γείτονάς σας, ο φίλος σας, η αδερφή σας, ο συμμαθητής ή η συμμαθήτριά σας στο σχολείο.

Λεκτική βία μπορεί να έχετε ασκήσει κι εσείς οι ίδιοι, έστω και «άθελά» σας. Λεκτική βία μπορεί να ασκήσει ένας γονιός στο παιδί του, όπως κι ένα παιδί στο γονιό του. Μάλιστα είναι πολύ συνηθισμένο, κάτι που όμως δεν το καθιστά επιτρεπτό κι αποδεκτό, γονείς να ασκούν λεκτική βία στα παιδιά τους για να καταφέρουν να τους επιβάλλουν τη θέλησή τους.

Και η λεκτική κακοποίηση δεν σταματά όταν κάποιος ενηλικιώνεται. Είναι πολλοί οι γονείς που θέλουν να έχουν τα παιδιά τους υπό τον έλεγχό τους κάθε ώρα και στιγμή. Όταν παύουν τα λογικά επιχειρήματα και η όποια «εξουσία» μπορεί να είχαν στο παιδί τους όσο ήταν ανήλικο, αρχίζουν οι απειλές και οι συναισθηματικοί εκβιασμοί. Γιατί δεν συνειδητοποιούν ότι το παιδί μεγάλωσε πλέον, είναι ανεξάρτητο, έχει τις δικές του ανάγκες κι επιθυμίες, τη δική του ζωή να ορίσει και να ζήσει.

Δεν ήταν κανενός μας επιλογή το να γεννηθεί. Είναι όμως δική μας επιλογή να ζήσουμε τη ζωή που θέλουμε κι όχι τη ζωή που θέλει να μας επιβάλλει κάποιος άλλος είτε γιατί έχει απωθημένα είτε γιατί ο κόσμος είναι κακός κι επικίνδυνος και θέλει να μας (υπερ)προστατεύσει είτε γιατί απλώς θέλει να μας ελέγχει είτε γιατί αυτό που λέει είναι για το “καλό” μας.

Το παιδί σου, δεν σου ανήκει, δεν είναι κτήμα σου. Όσο και να θες να το προστατέψεις από τους εξωτερικούς κινδύνους, θα προσπαθείς πάντα για το ανέφικτο, ιδίως αν το παιδί σου είναι πλέον ενήλικας. Η υπερπροστασία μπορεί να αποβεί το ίδιο επιβλαβής με την έλλειψη προστασίας.

Η ζωή είναι απρόβλεπτη και τα πράγματα που μπορούμε να ελέγξουμε είναι πολύ λίγα. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ζούμε ριψοκίνδυνα και να “προκαλούμε” την τύχη μας, αλλά ούτε κι ότι πρέπει να ζούμε με το φόβο για το τί μπορεί να συμβεί αύριο. Δεν έχει νόημα μια τέτοια ζωή μέσα σε καταναγκασμούς και περιορισμούς. Και δεν σου εγγυάται κανένας ότι μην κάνοντας τίποτα από φόβο και μένοντας κλεισμένος στο σπίτι σου θα είσαι ασφαλής.

Συνδέουμε τον κίνδυνο με κάποιον εξωτερικό παράγοντα και φοβόμαστε. Μην βγεις έξω, πρόσεχε, θα σε κλέψουν, θα σε τρακάρουν, θα σε σκοτώσουν, θα…θα…Από το συναισθηματικό τραύμα πώς προστατευόμαστε;

Γιατί όταν μια ζωή δεν κάνεις αυτά που θες επειδή φοβάσαι ή απαγορεύεις και εκβιάζεις συναισθηματικά το παιδί σου ή οποιονδήποτε άλλο να μην κάνει ελεύθερα τις επιλογές του ή ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό σου, φθείρεσαι συναισθηματικά ή φθείρεις τον άλλο. Κάνεις κακό στη ψυχή σου ή στη ψυχή κάποιου. Και δυστυχώς οι συνέπειες της κακοποίησης αυτής, δεν είναι άμεσα διακριτές.

Το άγχος, η θλίψη, ο θυμός που σε γεμίζει η λεκτική κακοποίηση που υφίστασαι ή οι ενοχές που σε πλημμυρίζουν, γιατί άφησες ή αφήνεις το θύτη να σε κακοποιεί λεκτικά και να σε εξουσιάζει, μπορεί να κάνουν πολύ μεγάλη «ζημιά» σε ψυχολογικό επίπεδο, το οποίο επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το σωματικό θα έχει και άλλες προεκτάσεις. Η λεκτική βία μπορεί να «εκδηλωθεί» στο σώμα μας με διάφορους τρόπους: ταχυκαρδίες, πίεση, ζαλάδες, υπερένταση, εξανθήματα, στομαχικές κράμπες, αϋπνίες, μείωση της όρεξης για φαγητό.

Επιπλέον, η ψυχολογική βία οδηγεί σε απώλεια ενδιαφέροντος, ψυχοκοινωνική απόσυρση, άρνηση να έρθει κάποιος σε επαφή με το περιβάλλον και τους ανθρώπους που σχετίζονται με τη λεκτική κακοποίηση (π.χ. ένας μαθητής μπορεί να αρνείται να πάει στο σχολείο γιατί οι συμμαθητές του τον τραμπουκίζουν και τον κοροϊδεύουν ή κάποιος να μην θέλει να πάει στη δουλειά του γιατί το αφεντικό του ή οι συνάδελφοί του τον βρίζουν και τον εξευτελίζουν).

Η κακή ψυχολογική διάθεση λόγω της πίεσης που δέχεται το άτομο που υφίσταται λεκτική βία μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, με ό, τι προεκτάσεις μπορεί να έχει ένα τέτοιο γεγονός. H κατάθλιψη συνδέεται στενά με την εμφάνιση πολλών σωματικών ασθενειών (καρκίνος, διαβήτης, παχυσαρκία, καρδιαγγειακές παθήσεις κ.λ.π.).

Tέλος, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που αυτοκτόνησαν μη βρίσκοντας άλλη διέξοδο στη συναισθηματική τους βία. Τα λόγια κάποιου έχουν τη δύναμη να σε στραγγαλίσουν κυριολεκτικά και μεταφορικά. Σοφά λέμε «η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει».

Συνεπώς, πρέπει να αντιληφθούμε το μέγεθος των επιπτώσεων της ψυχολογικής βίας και να προσέχουμε πολύ καλά τι κάνουμε και τι λέμε. Όπως επίσης και τι δεν λέμε και δεν κάνουμε όταν πρέπει. Δεν πρέπει να στεκόμαστε θεατές στην κακοποίηση κάποιου είτε είναι σωματική είτε είναι σεξουαλική είτε λεκτική. Μη φοβάστε να μιλήσετε. Είτε είστε το θύμα της κακοποίησης είτε μάρτυρας είτε γνώστης αυτής, μιλήστε, απευθυνθείτε σε κάποιον αρμόδιο και σπάστε τον κύκλο της βίας.

ΠΗΓΗ: https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/sxeseis/kakopoiisi/7133-lektiki-via.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Ξετυλίγοντας τον περίπλοκο ιστό του σχολικού εκφοβισμού

image0

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Ο σχολικός εκφοβισμός παραμένει ένα διάχυτο και βαθιά ριζωμένο ζήτημα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα παγκοσμίως, υπερβαίνοντας τα γεωγραφικά, πολιτιστικά και κοινωνικοοικονομικά όρια. Αυτό το άρθρο εμβαθύνει στην πολύπλευρη φύση του σχολικού εκφοβισμού, διερευνώντας τους ορισμούς του, τις διάφορες μορφές, τις υποκείμενες αιτίες, τις συνέπειες και τις πιθανές παρεμβάσεις.

Μέσα από την βιβλιογραφία, αυτή η περιεκτική εξέταση επιδιώκει να ρίξει φως στην περίπλοκη δυναμική του εκφοβισμού στο σχολικό περιβάλλον.

Ορισμός του Σχολικού Εκφοβισμού

Πριν εμβαθύνουμε στην εκτενή βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε με σαφήνεια τον ορισμό του.

Ο σχολικός εκφοβισμός ορίζεται συνήθως ως μια επαναλαμβανόμενη και σκόπιμη επιθετική συμπεριφορά που πραγματοποιείται από ένα άτομο ή μια ομάδα ανθρώπων που κατέχουν μεγαλύτερη δύναμη ή επιρροή πάνω στο θύμα, με στόχο να προκληθεί φόβος, πόνος ή αναστάτωση (Olweus, 1993).

Αυτός ο ορισμός περιλαμβάνει μια σειρά συμπεριφορών, από τη σωματική επιθετικότητα έως τη λεκτική κακοποίηση και τη σχεσιακή χειραγώγηση.

Χαρακτηριστικά Σχολικού Εκφοβισμού

Υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά που μπορούν να περιγράψουν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού ένα εκ των οποίων είναι η πρόθεση του δράστη να βλάψει. Για παράδειγμα, οι φίλοι πειράζονται μεταξύ τους μεν αλλά δεν έχουν πρόθεση να ταπεινώσουν τον άλλο, οπότε δεν θεωρείται μορφή σχολικού εκφοβισμού, όταν ωστόσο το περιπαιχτικό ύφος έχει ως στόχο να υποτιμήσει και να αναστατώσει τον άλλο, τότε θεωρείται ως θυματοποίηση.

Ένα άλλο εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό είναι ότι η πράξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα να προκληθεί βλάβη (σωματική/ψυχολογική) στο άτομο που είναι δέκτης αυτής της επιθετικής συμπεριφοράς, καθώς και το γεγονός ότι περιλαμβάνει άμεσους και έμμεσους τύπους. Επιπλέον, υπάρχει επανάληψη της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Ένα μεμονωμένο συμβάν όπως η ανάμειξη σε ένα καβγά δεν λαμβάνεται ως σχολικός εκφοβισμός.

Τέλος, ένα ακόμα χαρακτηριστικό είναι η ασυμμετρία της δύναμης, καθώς υπάρχει κατάχρηση της εξουσίας από την πλευρά του δράστη. Η «ανωτερότητα» αυτή μπορεί να προέρχεται λόγω ηλικίας, φυσικής δύναμης ή ψυχικής αντοχής του θύτη.

Μορφές Σχολικού Εκφοβισμού

Η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό προσδιορίζει ορισμένες διαφορετικές μορφές, καθεμία από τις οποίες αφήνει μοναδικό αντίκτυπο στο θύμα.

Ο σωματικός εκφοβισμός περιλαμβάνει άμεση σωματική βλάβη ή την απειλή του, όπως χτυπήματα, κλωτσιές ή σπρωξίματα.

Ο λεκτικός εκφοβισμός περιλαμβάνει την επωνυμία, τα πειράγματα και τον χλευασμό, ενώ ο κοινωνικός ή σχεσιακός εκφοβισμός περιλαμβάνει σκόπιμα αποκλεισμό ή διάδοση φημών για ένα άτομο.

Ακόμα, υπάρχουν και τα κακοήθη πειράγματα, ο αποκλεισμός του παιδιού από την ομάδα και η αρπαγή ή η καταστροφή πραγμάτων.

Αυτές οι μορφές διακρίνονται σε άμεσες και έμμεσες εκφοβιστικές συμπεριφορές. Ως άμεσες χαρακτηρίζονται η φυσική επίθεση (π.χ. κλωτσιές) και η λεκτική κακοποίηση (π.χ. βρισιές), ενώ ο κοινωνικός αποκλεισμός και η διάδοση φημών, θεωρούνται έμμεσες μορφές.

Επιπλέον, ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying) έχει αναδειχθεί ως μια σύγχρονη μορφή, χρησιμοποιώντας ψηφιακές πλατφόρμες για την παρενόχληση, τον εκφοβισμό ή τη διάδοση ψευδών πληροφοριών για το θύμα.

Υποκείμενες Αιτίες Σχολικού Εκφοβισμού

Πλήθος παραγόντων συμβάλλουν στην εκδήλωση του σχολικού εκφοβισμού. Ένας παράγοντας που συζητείται ευρέως είναι ο ρόλος του σχολικού περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της κουλτούρας, των πολιτικών και της εποπτείας του.

Η δυναμική της οικογένειας και η κοινωνικοοικονομική κατάσταση διαδραματίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο, καθώς τα παιδιά από ασταθή ή καταχρηστικά νοικοκυριά μπορεί να εκδηλώσουν συμπεριφορά εκφοβισμού.

Επιπλέον, ψυχολογικοί παράγοντες όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη ενσυναίσθησης ή η επιθυμία για εξουσία και έλεγχο καθώς και η ανασφάλεια και η ανεπάρκεια του παιδιού συμβάλλουν στη διαιώνιση του εκφοβισμού και το καθιστούν εύκολο στόχο για τους εκφοβιστές.

Τέλος, ένας ακόμα παράγοντας που παίζει ρόλο είναι η έλλειψη ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με το θέμα του εκφοβισμού.

Συνέπειες Σχολικού Εκφοβισμού

Οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού εκτείνονται πέρα από τον άμεσο αντίκτυπο στο θύμα. Τα θύματα συχνά βιώνουν σωματική και ψυχολογική δυσφορία, οδηγώντας σε ζητήματα όπως άγχος, κατάθλιψη, ακόμη και αυτοκτονικό ιδεασμό (Swearer et al., 2010).

Οι δράστες μπορεί να αντιμετωπίσουν πειθαρχικά μέτρα και, μακροπρόθεσμα, μπορεί να εκδηλώσουν παραβατική συμπεριφορά στην ενήλικη ζωή.

Ολόκληρη η σχολική κοινότητα επηρεάζεται επίσης, παρατηρώντας μια πτώση στο συνολικό μαθησιακό περιβάλλον και μια πιθανή διάβρωση της εμπιστοσύνης μεταξύ των μαθητών, των δασκάλων και των γονέων.

Παρεμβάσεις και Στρατηγικές Πρόληψης

Η αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα περιλαμβάνει εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Πολυάριθμες στρατηγικές παρέμβασης και πρόληψης έχουν προταθεί και εφαρμοστεί σε διάφορα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα.

Οι προσεγγίσεις για ολόκληρο το σχολείο, όπως το Πρόγραμμα Πρόληψης του Εκφοβισμού Olweus, επικεντρώνονται στην αλλαγή ολόκληρης της σχολικής κουλτούρας για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος δυσανεξίας στον εκφοβισμό. Τα προγράμματα κοινωνικο – συναισθηματικής μάθησης στοχεύουν να εξοπλίσουν τους μαθητές με δεξιότητες όπως η ενσυναίσθηση και η επίλυση συγκρούσεων, η καλλιέργεια θετικών σχέσεων και η μείωση των περιστατικών εκφοβισμού.

Ακόμα, σημαντική είναι και η ενίσχυση της ευαισθητοποίησης και πιο συγκεκριμένα η ενημέρωση των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με τον σχολικό εκφοβισμό και τις επιπτώσεις που έχει στα παιδιά.

Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό για την πρόληψη του σχολικού εκφοβισμού η ενίσχυση της επικοινωνίας μεταξύ των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων για την άμεση αναφορά ή αντιμετώπιση ενός συμβάντος εκφοβισμού.

Τέλος, σημαντική είναι, επίσης, η συνεργασία με την τοπική κοινότητα για τη δημιουργία προγραμμάτων αντιμετώπισης και πρόληψης του εκφοβισμού.

Προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Με βάση τις προτάσεις που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη εντοπισμού και επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων που έχουν να κάνουν με την νεανική εγκληματικότητα.

Επιπρόσθετα, τονίστηκε ότι είναι πολύ σημαντικός και ο ρόλος τόσο των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών, οι οποίοι θα πρέπει να ακολουθήσουν μία ενιαία γραμμή έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η βία.

Ακόμα, είναι σημαντική η συνεισφορά γονέων και εκπαιδευτικών καθώς μπορούν ακόμα να ενθαρρύνουν τους νέους για συμμετοχή στα κοινά και στον αθλητισμό, να προβάλλουν σωστά πρότυπα συμπεριφοράς αλλά και να συνεργάζονται με φορείς για την εξάλειψη της νεανικής παραβατικότητας.

Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό παρουσιάζει μια σύνθετη εικόνα ενός διάχυτου ζητήματος με εκτεταμένες συνέπειες.

Η κατανόηση των διαφόρων μορφών, αιτιών και συνεπειών του εκφοβισμού είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών παρεμβάσεων και στρατηγικών πρόληψης.

Καθώς τα σχολεία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν αυτήν την κοινωνική πρόκληση, είναι απαραίτητη μια συντονισμένη προσπάθεια από εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για να δημιουργηθούν ασφαλή και γαλουχητικά περιβάλλοντα όπου όλοι οι μαθητές μπορούν να ευδοκιμήσουν χωρίς να φοβούνται τον εκφοβισμό.

Βιβλιογραφία
Olweus, D. (1993). Bullying at school: What we know and what we can do. Wiley.
Swearer, S. M., Espelage, D. L., & Napolitano, S. A. (2010). Bullying prevention and intervention: Realistic strategies for schools. Guilford Press.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/sholiki-psychologia/8088-ksetyligontas-ton-periploko-isto-tou-sxolikoy-ekfovismoy.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Τα πιο Μεγάλα «ΛΑΘΗ» των Γονιών του χθες και του σήμερα

istock 000010980924 large 1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Αν μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα γονεϊκό «λάθος», ποιο θα ήταν αυτό που κάνει κατεξοχήν η δική μας γενιά; Και πώς διαφέρει από της προηγούμενης; 

Προτού διαβάσετε αυτό το κείμενο, να ξεκαθαρίσουμε πως η λέξη «λάθος» σε καμία περίπτωση δεν χρησιμοποιείται για να κατακρίνει ή να καταδείξει μια καταστροφική αστοχία εκ μέρους των γονιών. «Πιο εύκολα λέγεται, παρά γίνεται να είσαι ο ιδανικός γονιός. Δεν υπάρχουν τέτοιες συνταγές. Επιπλέον, τα δεδομένα αλλάζουν ταχύτατα. Αυτό που σήμερα θεωρείται σημαντικό, πρέπον ή κατάλληλο θα είναι διαφορετικό μέσα σε λίγα χρόνια, ξεπερασμένο», μας είπε ο Διονύσης Σακκάς, ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Συστημικής Θεραπείας Οικογένειας, Ομάδας και Ατόμου, σχολιάζοντας ορισμένα συνηθισμένα «λάθη» των οικογενειών. 

Λυσάρι καλού γονέα δεν υπάρχει. Ακόμη κι αν στις μέρες μας κυκλοφορούν πολλά βιβλία καθοδήγησης, η θεωρία είναι πάντα διαφορετική από την πράξη. Η κάθε οικογένεια έχει τη δική της δυναμική, που καθορίζεται από τις σχέσεις των μελών της και την προσωπική ιστορία του καθενός. Είναι ανέφικτο να μπούμε όλοι σε μια νόρμα.

Στην αληθινή ζωή, παραλείψεις γίνονται. Κάθε γενιά κάνει τις δικές της. Οι άνθρωποι ανέκαθεν μεγάλωναν παιδιά ανάλογα με τα δεδομένα της εποχής και τον χαρακτήρα τους. Το καλό με τη δική μας εποχή είναι ότι έχουμε αρκετή πληροφορία για να μπορούμε να παίρνουμε τις αποστάσεις μας και να παρατηρούμε τις συνήθειές μας (μερικές φορές, μάλιστα, ίσως περισσότερη από όση χρειαζόμαστε). Αυτό μας βοηθάει να τις εξηγούμε και να τις αλλάζουμε, αν θέλουμε να γινόμαστε καλύτεροι. Και αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός του άρθρου. 

Το «λάθος» των γονιών μας: Η ζωή που δεν έζησαν

Από τη στιγμή που η αστική οικογένεια εξασφάλισε τα προς το ζην και απέκτησε πρόσβαση στη μόρφωση, ξεπέρασε το «κάνουμε οικογένεια γιατί αυτός είναι ο προορισμός του ανθρώπου» και οι προτεραιότητες άλλαξαν. Οι γονείς είναι πλέον συνειδητοποιημένοι. Κάνουν οικογένεια επειδή η οικογένεια τους εξελίσσει ως ανθρώπους. Επειδή μέσω αυτής θέλουν να δώσουν ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά τους. Και κάπου εδώ το καλύτερο μέλλον των παιδιών… ταυτίστηκε με τη ζωή που δεν έζησαν οι γονείς. 

«Οι γονείς παλιότερα ήθελαν να εκπληρώσει το παιδί τις δικές τους ανεκπλήρωτες προσδοκίες, τα δικά τους απωθημένα», σχολιάζει η Βασιλική Παππά, συμβουλευτική ψυχολόγος, επιστημονική υπεύθυνη του Πανελληνίου Συνδέσμου Σχολών Γονέων. Η μαμά στέλνει το κορίτσι της στο μπαλέτο επειδή η ίδια δεν μπόρεσε να κάνει στην παιδική της ηλικία. Τα παιδιά πρέπει να σπουδάσουν επειδή οι γονείς δεν τα κατάφεραν. Να μην γίνουν υπάλληλοι όπως εκείνοι, αλλά δικηγόροι, γιατροί, καθηγητές, επιστήμονες. Το παιδί γίνεται εδώ το μέσο για να εκπληρώσει ο γονιός το δικό του όνειρο.

ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΟ ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΙΣ ΤΑ ΛΑΘΗ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΣΟΥ, ΚΑΘΕ ΓΕΝΙΑ ΤΟ ΞΕΡΕΙ ΑΥΤΟ. ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΕΞΙΣΟΥ ΩΡΑΙΟ ΝΑ ΖΕΙΣ ΤΗ ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΖΩΗ, ΟΧΙ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΟΥ.

Το δικό μας «λάθος»: Η ζωή που δεν ζούμε

Στην εποχή μας, η οικογένεια είναι παιδοκεντρική. Παντρευόμαστε για να κάνουμε παιδιά. Και θέλουμε να κάνουμε παιδιά, αφού πρώτα έχουμε φτιάξει ένα πλάνο ζωής που περιλαμβάνει σπουδές και καριέρα. Σε αυτή την οικογένεια, το παιδί έχει μετατραπεί σε αντικείμενο λατρείας που συγκεντρώνει πάνω του όλες τις εξουσίες, επισημαίνει ο Γάλλος παιδίατρος, ψυχαναλυτής και συγγραφέας Aldo Naouri, στο βιβλίο του Εκπαιδεύοντας τα παιδιά. Όρια στην παιδική παντοδυναμία (εκδ. Κέλευθος).

Αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα ο γονιός θέλει για το παιδί του το καλύτερο. Και τα θέλει όλα. «Το μεγάλωμα ενός παιδιού αποτελεί ένα ιδιαιτέρως φιλόδοξο project, που χαρακτηρίζεται από τελειοθηρία και έλλειψη μέτρου: Όχι μόνο να είναι ο γονιός τέλειος στο ρόλο του, αλλά να παρέχει τα πάντα σε ένα παιδί που μπορεί τα πάντα. Μήπως όλη αυτή η τάση κρύβει έναν υπέρμετρο ναρκισσισμό εκ μέρους των γονιών;» αναρωτιέται η κ. Παππά. Και μόνο την παιδική μόδα σε ρούχα και αξεσουάρ να παρατηρήσει κανείς, θα εισπράξει αυτό τον ναρκισσισμό. Πόσες φορές δεν ντύσαμε τα αγόρια σαν τους μπαμπάδες τους και τα κορίτσια ως «mini me» εκδοχές μας; 

Μήπως τώρα που αποδείξαμε πόσο καλά τα καταφέραμε με τις σπουδές και τη δουλειά μας, θέλουμε να κάνουμε το ίδιο και στην αρένα της γονεϊκότητας; Μήπως απλώς μάθαμε να είμαστε ανταγωνιστικοί και επαναλαμβάνουμε το ίδιο μοντέλο στις οικογένειές μας; Μοιάζει σαν ο σύγχρονος γονέας να θέλει να αποδείξει στον εαυτό του, τον/τη σύντροφό του, τους συγγενείς και τους άλλους γονείς πόσο καλά μπορεί να τα καταφέρει σε όλα. Το αποτέλεσμα είναι να παγιδεύεται σε αυτόν τον ρόλο και να παραμελεί τον εαυτό του, τις ανάγκες του, την ίδια του τη σχέση. Κάνοντας τα πάντα για το παιδί του, ξεχνάει να ζήσει ο ίδιος τη ζωή του. 

Επιλέγοντας ζωή

Οι γονείς μας έχουν κάνει αρκετά λάθη. Δεν έφταιγαν. Δεν ήξεραν τίποτα σε σχέση με αυτά που γνωρίζουμε εμείς σήμερα. Κάποτε κάπνιζαν δίπλα μας, ενώ σήμερα κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο. Εμείς, πάλι, ξέροντας πολλά, είμαστε τόσο προσεκτικοί που φτάνουμε στο άλλο άκρο.

Είναι ωραίο να μην επαναλαμβάνεις τα λάθη των γονιών σου – κάθε γενιά το ξέρει αυτό. Είναι όμως εξίσου ωραίο να ζεις τη δική σου ζωή. Με τις καλές και τις κακές της στιγμές. Με τις επιτυχίες και τα λάθη της. Αξίζει να είναι η δική σου. Ούτε των γονιών σου. Ούτε των παιδιών σου. 

ΠΗΓΗ:https://www.ow.gr/psychologia/ta-pio-megala-lathi-ton-gonion-tou-xthes-kai-tou-simera/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Όταν ο έλεγχος βαπτίζεται αγάπη

agkaliasma

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Έλεγχος! Όλα υπο τον έλεγχο μας! Τι θα φάμε, τι θα πούμε, που θα πάμε, τι θα επιλέξουμε, με ποιον θα είμαστε, ποιον θα απορρίψουμε. Σχηματίζεται η εικόνα μας μέσα από μια διαδικασία ελέγχου. Ο τροπος που βλέπουμε, που ακούμε, που αποδεχόμαστε.

Μήπως έχει να κάνει και με τις βαθύτερες πεποιθήσεις μας; Μήπως και ο τρόπος που μεγαλώσαμε, έχει τον ρόλο του;

Ο έλεγχος ικανοποιεί την ανάγκη μας για ασφάλεια. Ο άνθρωπος είναι μια οντότητα φοβική.

Στο λογισμικό του, υπάρχει ο φόβος και αυτός καλλιεργείται, από μικρή ηλικία, με σκοπό την προστασία μας.

Μας μαθαίνουν να φοβόμαστε, προκειμένου να μην εκτεθούμε στον κίνδυνο, ή να την γλιτώσουμε από αυτόν. Και κάπου εκεί φυτεύεται ο σπόρος του φόβου. Στην γλάστρα της ζωής, ο φόβος σαν σπόρος με την δική μας μορφή, καλλιεργείται. Μέσα στο σκοτάδι, δημιουργείται μια ανάγκη για επιβίωση, και η αίσθηση της ασφαλειας. Ο έξω κόσμος φαντάζει εχθρικός. Ο έλεγχος μοιάζει με δώρο.

Είναι πιο εύκολο να σε ελέγχουν, παρά να σου εξηγούν. Είναι πιο άμεσο να σε διαφεντεύουν, παρά να σε σέβονται. Είναι πιο σύνηθες και ελκυστικό να σε καθοδηγούν, παρά να αφουγκράζονται την θέση και τις επιλογές σου. Ο έλεγχος μεταμορφώνεται σαν τον τρόπο ένδειξης αγάπης.

“Με ελέγχει γιατί με αγαπάει και με φροντίζει”.
“Ρωτάει από ενδιαφέρον αγάπης”.
“Ανησυχεί, γιατί φοβάται μην πάθω κακό και γι αυτό θέλει να ξέρει”.

Εκφράσεις που τις έχουμε ακούσει να μας τις λένε ή να τις λέμε εμείς. Και κάπου εκεί ξετυλίγεται το γαϊτανάκι του ελέγχου που μπερδεύεται και παρερμηνεύεται με την αγάπη.

Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε ότι η αγάπη δεν έχει μέσα της, εξαναγκασμό και έλεγχο. Δίδυμη αδελφή της αγάπης είναι η ελευθερία.

Η ελεύθερη βούληση και η πράξη αυτής, δίνουν την δυνατότητα στον άνθρωπο να νιώσει δυνατός και να χτίσει την προσωπικότητα του.

Το άτομο που βιώνει τη ζωή μέσα από ένα ελεγκτικό πρίσμα, καθοδηγείται από το “πρέπει”. Ένα “πρέπει”, να βρίσκονται όλα υπό έλεγχο, και η ζωή να είναι μια διαρκής προσπάθεια κατάκτησης στόχου. Το “θέλω” έχει λίγη έως καθόλου σημασία, ως αποτέλεσμα να παραγκωνίζει και να μην αφουγκράζεται τις ανάγκες του.

Η ανάγκη για έλεγχο μεταμορφώνει και την αίσθηση που έχει το άτομο για την ζωή. Θέτει άλλη ιεράρχηση στις σχέσεις του και στις προτεραιότητες του. Ανάλογα με τους ρόλους που έχει στην ζωή του, διαμορφώνεται και η αντίδραση του, και ο έλεγχος δίνει σχήμα στο αποτέλεσμα.

Ας δούμε μαζί πώς ο έλεγχος και η αγάπη στο ρόλο του γονέα δημιουργεί παρερμηνείες και αλλοιώσεις.

Αρχικά ο έλεγχος στην ζωή ενός μικρού παιδιού, είναι μια μορφή επιτακτικής ανάγκης, τόσο για την προστασία του παιδιού, όσο και για την σωστή αγωγή του. Αν όμως ο φροντιστής, έχει θέματα προσκόλλησης, απόρριψης, και πολλά άλλα στην αντιμετώπιση των σχέσεων του, που δεν τα έχει αντιμετωπίσει, τότε αυτά με την ανάγκη για έλεγχο, θα πυροδοτηθούν και θα καλυφθούν κάτω από το πέπλο της αγάπης. Όλοι θα έχουμε πολλά παραδείγματα και αφηγήματα να πούμε, για τους γονείς, που δεν αφήνουν τα παιδιά τους να απογαλακτιστούν.

Ενήλικες να νιώθουν την δυσφορία από τον ελεγκτικό μηχανισμό αγάπης. Και κάπου εκεί γεννήθηκε και ο λαϊκός προσδιορισμός του “μαμάκια”, όπου πιστέψτέ με ανθίζει με ρυθμούς γεωμετρικούς. Γονείς που προβάλλουν την “αγάπη” για να καλύψουν την δική τους ανάγκη για έλεγχο, χάνοντας έτσι τον έλεγχο της κατάστασης με θύμα το ίδιο τους το παιδί.

Ένας άλλος επίσης γνωστός ρόλος στην ζωή μας που ανήκει στον συναισθηματικό τομέα, είναι ο ρόλος του συντρόφου. Η φράση “με αγαπάει γιατί με ελέγχει” ανήκει σε ανθρώπους που έχουν μεγάλη ανάγκη αποδοχής και προσοχής. Μέσα από την ικανοποίηση αυτής τους της ανάγκης, επιτρέπουν στον άλλο άνθρωπο να καταπατήσει τα όρια της δικής τους έκφρασης και ελευθερίας, ωραιοποιώντας την όποια συμπεριφορά.

Σχέσεις που δεν έχουν σαν βάση το “θέλω” και τον “σεβασμό” της βούλησης του άλλου ανθρώπου, αλλά στηρίζονται στην ανάγκη επιβεβαίωσης και διαπιστευτηρίων. Θα πεις αυτό αν με αγαπάς, δεν θα πας εκεί αν με αγαπάς, δεν θα μιλήσεις αν θέλεις να είμαστε μαζί. Εκφράσεις που τις έχετε ακούσει όλοι. Αλλά είναι βιώματα, τότε είναι καιρός να αναθεωρήσετε την άποψη σας, περί αγάπης και συντροφικότητας.

Η αληθινή αγάπη σου δίνει το έναυσμα να εκφράσεις την πιο όμορφη και ίσως κρυμμένη πλευρά του εαυτού σου.

Δεν βλέπεις το εγώ σου πρωταγωνιστή σε μια ατέρμονη προσπάθεια κάλυψης του κομματιού που σου λείπει μέσα απο τον άλλο άνθρωπο. Δεν ψάχνεις το άλλο σου μισό. Γνωρίζεις ότι είσαι ολόκληρος και ολοκληρωμένος άνθρωπος, και μέσα από την σχέση σου, ρετουσάρεις την ατελή ανθρώπινη υπόσταση σου. Αυτό το μπέρδεμα της αγάπης με τον έλεγχο, δεν βοηθάει στην ολοκλήρωση της εικόνας, αλλά στην διαστρέβλωση της. Δημιουργεί σχέσεις που πνίγουν. Ο φόβος γεννιέται και η ανασφάλεια κυριαρχεί.

“Τι θα κάνω αν χωρίσω; Θα χαθώ. Θα μείνω μόνος/μόνη”.

Η μοναξιά φαντάζει ως τέρας και εκεί αρχίζουν οι εκπτώσεις. Ο άνθρωπος είναι ον ελεύθερο από την φύση του, από το λογισμικό του, αλλά ο σύγχρονος άνθρωπος, έχει δημιουργήσει επίπλαστες ανάγκες και αυτό προσδιορίζεται μέσα από αυτές. Η άρνηση για αλλαγή είναι η μεγαλύτερη απόδειξη, της έντονης επιθυμίας του, να βρίσκεται μέσα σε έναν ελεγκτικό κλοιό. Τον κλοιό αυτό, τον ορίζει ως περιοχή απόλυτης ασφάλειας.

Κάμερες παντού, ιστορικό συνομιλιών, αποδείξεις και αποδεικτικά στοιχεία για το που βρίσκεσαι κάθε στιγμή.Προβολή και έλεγχος που ορίζει την θέση, την στάση και την διάθεση. Αγαπημένο ζευγάρι με φωτογραφίες διαδικτυακές, έλεγχος για το που είναι και αν εκεί που είναι συνάδει με την ευτυχία άρα και επιτυχία τους. Κοινωνικός έλεγχος που δημιουργεί κλοιούς και υποχρεώσεις.

Επιτρέπουμε να κάνουμε έκπτωση στα θέλω μας και σε αυτά που αγαπάμε, αν δεν είναι αποδεκτά και αγαπητά από τον κοινωνικό περίγυρο. Αν δεν έχουν την έγκριση των φίλων, συγγενών, συναδέλφων. Αν δεν εναρμονίζονται με τις δικές τους σκέψεις και ιδέες. Σκεφτείτε πού θα είμασταν αν δεν υπήρχαν μια χούφτα άνθρωποι που αγάπησαν την αλλαγή και την ελευθερία.

Όλα λοιπόν στηρίζονται σε πεποιθήσεις που έχουμε και διαρκώς εμπλουτίζουμε την ζωή μας.

Οι πεποιθήσεις όμως μπορούν να χειραγωγηθούν. Μόνο η γνώση δεν δαμάζεται και μας δίνει το κλειδί προς την ελευθερία της υπόστασης μας. Μόνο η γνώση, μας απελευθερώνει από τον δεσμό του ελέγχου και μας οδηγεί στη αληθινή αγάπη.

Ευαγγελία Βεργανελάκη – Σύμβουλος Ψ.Υγείας

ΠΗΓΗ:https://www.psychology.gr/psychologia-sxeseon/8111-otan-o-elegxos-vaptizetai-agapi.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Τελικά τα ετερώνυμα έλκονται;

img 0992 1 1024x1024 1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Όταν ο Κώστας και η Σοφία άρχισαν να βγαίνουν ραντεβού, αρχικά ένιωθαν έντονη έλξη ο ένας για τον άλλον, λόγω των έντονων διαφορών στην προσωπικότητα, τα ενδιαφέροντα και τα χόμπι τους. Εκείνος ντροπαλός. Εκείνη εξωστρεφής. Ήταν τακτικός. Ήταν ακατάστατη. Ήταν vegan. Εκείνος όχι. Του άρεσε η κλασική μουσική ενώ εκείνη προτιμούσε την ροκ μουσική. Στην αρχή, αυτές οι διαφορές έμοιαζαν συναρπαστικές.

Η σχέση τους φαινόταν πραγματικά να αποτελεί παράδειγμα του γνωστού ρητού ότι «τα ετερώνυμα έλκονται». Όσο περνούσε ο καιρός, αυτές οι διαφορές έγιναν εμπόδια, ειδικά όταν επρόκειτω για διαφορετικές απόψεις ως προς τις αξίες τους και τα πιστεύω τους. Η σχέση τους τελικά δεν άντεξε.

Ο Μύθος

Είναι γνωστή η πεποίθηση ότι τα αντίθετα έλκονται. Ότι δηλαδή, οι άνθρωποι έλκονται από εκείνους που είναι πολύ διαφορετικοί από τους εαυτούς τους, όσον αφορά τις ιδιότητες, τις εμπειρίες και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας. Είναι δύσκολο να εντοπίσουμε την ακριβή προέλευση του ρητού, αν και ένας από τους πρώτους υποστηρικτές της θεωρίας ήταν ο κοινωνιολόγος Robert Francis Winch, ο οποίος μελέτησε ζευγάρια στη δεκαετία του 1950.

Η εργασία του, «The Theory of Complementary Needs in Mate-Selection», καθιέρωσε την ιδέα ότι όλοι αναζητούμε τα χαρακτηριστικά που μας λείπουν και ότι ένα ιδανικό ζευγάρι είναι εκείνο στο οποίο τα χαρακτηριστικά του αλληλοσυμπληρώνονται. Η συμπληρωματικότητα θεωρήθηκε ότι έκανε ένα ζευγάρι πιο ενδιαφέρον και δημιουργούσε μία ισορροπημένη σχέση. Για παράδειγμα, ένας εσωστρεφής θα διάλεγε έναν πιο εξωστρεφή σύντροφο, ίσως ως τρόπο για να επωφεληθεί ο εσωστρεφής από την επιρροή του εξωστρεφούς.

«Τα ετερώνυμα έλκονται», έγινε κοινή έκφραση και τροπάριο στην ποπ κουλτούρα. Όπως άλλωστε συμβαίνει και σε ένα μαγνητικό πεδίο, οι ομώνυμοι πόλοι απωθούνται, ενώ οι ετερώνυμοι έλκονται. Πολλοί άνθρωποι συμφωνούν ότι το ρητό είναι αληθινό και σίγουρα έχουν να επικαλεστούν ένα τέτοιο παράδειγμα από την ζωή τους. Η ποικιλία είναι το αλατοπίπερο της ζωής, όπως λέει ένα άλλο ρητό, ενώ και ο εγκέφαλός μας λατρεύει την καινοτομία. Όμως, όπως μπορούμε να δούμε στην περίπτωση του Κώστα και της Σοφίας, η ιδέα ότι τα αντίθετα πάντα έλκονται είναι απλώς ένας ρομαντικός μύθος. Η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική.

Η Επιστήμη

Πληθώρα ερευνών αποκαλύπτει στοιχεία για την έλξη που έχουμε στην «ομοιότητα». Συνήθως, ελκυόμαστε από άτομα που μοιάζουν με εμάς και από εκείνους με τους οποίους μοιραζόμαστε ενδιαφέροντα και ιδιότητες. Μία πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι, κατά μέσο όρο, οι σύντροφοι μοιράζονται σχεδόν το 90% των χαρακτηριστικών, όπως η θρησκεία και η πολιτική ιδεολογία, ο τροπής ζωής, η διατροφή, η εκγύμναση κλπ. Τα αποτελέσματα της μελέτης, καταδείκνυαν ότι τα ζευγάρια έμοιαζαν τόσο πολύ, καθώς έπιναν μέχρι και την ίδια ποσότητα νερού με τον σύντροφό τους και περνούσαν το ίδιο χρονικό διάστημα στον υπολογιστή. Γενικά, ήταν κοντά σε ηλικία, μόρφωση, εισοδηματικά κριτήρια και το σημαντικότερο, μοιράζονταν παρόμοιες βασικές πεποιθήσεις και αξίες.

Σύμφωνα με διάφορες μελέτες, όχι μόνο μας ελκύουν άτομα που μοιάζουν με εμάς, αλλά η ομοιότητα είναι δείκτης της μακροπρόθεσμης επιτυχίας μίας σχέσης. Τα άτομα που μοιάζουν τείνουν να συμφωνούν σε περισσότερα πράγματα, όπως η πολιτική και η θρησκεία, και να μοιράζονται τις ίδιες επικοινωνιακές προτιμήσεις. Ορισμένες μελέτες μάλιστα έδειξαν, ότι σε αρκετές περιπτώσεις επιλέγουμε ακόμα και εξωτερικά σχετικά όμοιους με εμάς ανθρώπους, καθώς μη συνειδητά θελουμε να αναπαράξουμε τα γονίδιά μας με έναν συμβατό με εμάς φαινότυπο.

Στην πραγματικότητα, υπάρχουν αρκετά στοιχεία που υποδηλώνουν ότι τα αντίθετα απωθούνται – ιδιαίτερα όταν πρόκειται για απόψεις, αξίες και ιδιοσυγκρασίες. Έχει αποδειχθεί, για παράδειγμα, ότι οι εσωστρεφείς και οι εξωστρεφείς είναι λιγότερο πιθανό να ζευγαρώσουν, καταρρίπτοντας την εσφαλμένη αντίληψη ότι οι εξωστρεφείς άνθρωποι και οι εσωστρεφείς έλκονται ο ένας από τον άλλο και μπορούν να συμπορευθούν αρμονικά.

Σήμερα, το διαδίκτυο, οι ιστότοποι και οι εφαρμογές που πολλοί από εμάς χρησιμοποιούμε για να βρούμε το κατάλληλο ταίρι, φίλους και εντέλει αγάπη, μας ωθούν προς την κατεύθυνση των ανθρώπων που φαίνεται να σκέφτονται με παρόμοιους τρόπους με εμάς.

Τα ετερώνυμα μπορούν να έλκονται

Γιατί λοιπόν, η απαρχαιωμένη πεποίθηση ότι τα αντίθετα έλκονται είναι ακόμα τόσο δημοφιλής; Αυτό συμβαίνει επειδή τα αντίθετα μπορούν σαφώς να έλκονται μεταξύ τους, αλλά αυτή η έλξη είναι συχνά βραχυπρόθεσμη, ειδικά αν το ζευγάρι δεν μοιράζεται παρόμοιες αξίες και ήθη για την ζωή. Ακόμα και στο μαγνητικό πεδίο όταν μία «εξωτερική δύναμη» μπει ανάμεσα, θα χωρίσει τους δύο αντίθετους πόλους που αρχικά έλκονται.

Αυτού του είδους οι σχέσεις τείνουν να βασίζονται σε εφήμερους έρωτες «πυροτέχνημα» και στην σωματική χημεία, αλλά φαίνεται να μην οδηγούν στην μακροχρόνια δέσμευση και αγάπη. Οι διαφορές μπορεί να δημιουργήσουν μία αρχική σπίθα, όμως σε βάθος χρόνου, οι ομοιότητες δημιουργούν τις πιο ικανοποιητικές και διαρκείς συντροφικές σχέσεις.

Βιβλιογραφία
Horwitz, T.B., Balbona, J.V., Paulich, K.N. et al. (2023). Evidence of correlations between human partners based on systematic reviews and meta-analyses of 22 traits and UK Biobank analysis of 133 traits. Nat Hum Behav 7, 1568–1583.
Stollznow Karen, On the Offensive: Prejudice in Language Past and Present. Cambridge University Press (October 15, 2020).
Winch, R. F. (1955). The Theory of Complementary Needs in Mate-Selection: A Test of One Kind of Complementariness. American Sociological Review, 20(1), 52–56.

ΠΗΓΗ: https://enallaktikidrasi.com/2024/01/telika-eteronima-elkontai/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Ξετυλίγοντας τον περίπλοκο ιστό του σχολικού εκφοβισμού

image6martiou

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Ο σχολικός εκφοβισμός παραμένει ένα διάχυτο και βαθιά ριζωμένο ζήτημα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα παγκοσμίως, υπερβαίνοντας τα γεωγραφικά, πολιτιστικά και κοινωνικοοικονομικά όρια. Αυτό το άρθρο εμβαθύνει στην πολύπλευρη φύση του σχολικού εκφοβισμού, διερευνώντας τους ορισμούς του, τις διάφορες μορφές, τις υποκείμενες αιτίες, τις συνέπειες και τις πιθανές παρεμβάσεις.

Μέσα από την βιβλιογραφία, αυτή η περιεκτική εξέταση επιδιώκει να ρίξει φως στην περίπλοκη δυναμική του εκφοβισμού στο σχολικό περιβάλλον.

Ορισμός του Σχολικού Εκφοβισμού

Πριν εμβαθύνουμε στην εκτενή βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε με σαφήνεια τον ορισμό του.

Ο σχολικός εκφοβισμός ορίζεται συνήθως ως μια επαναλαμβανόμενη και σκόπιμη επιθετική συμπεριφορά που πραγματοποιείται από ένα άτομο ή μια ομάδα ανθρώπων που κατέχουν μεγαλύτερη δύναμη ή επιρροή πάνω στο θύμα, με στόχο να προκληθεί φόβος, πόνος ή αναστάτωση (Olweus, 1993).

Αυτός ο ορισμός περιλαμβάνει μια σειρά συμπεριφορών, από τη σωματική επιθετικότητα έως τη λεκτική κακοποίηση και τη σχεσιακή χειραγώγηση.

Χαρακτηριστικά Σχολικού Εκφοβισμού

Υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά που μπορούν να περιγράψουν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού ένα εκ των οποίων είναι η πρόθεση του δράστη να βλάψει. Για παράδειγμα, οι φίλοι πειράζονται μεταξύ τους μεν αλλά δεν έχουν πρόθεση να ταπεινώσουν τον άλλο, οπότε δεν θεωρείται μορφή σχολικού εκφοβισμού, όταν ωστόσο το περιπαιχτικό ύφος έχει ως στόχο να υποτιμήσει και να αναστατώσει τον άλλο, τότε θεωρείται ως θυματοποίηση.

Ένα άλλο εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό είναι ότι η πράξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα να προκληθεί βλάβη (σωματική/ψυχολογική) στο άτομο που είναι δέκτης αυτής της επιθετικής συμπεριφοράς, καθώς και το γεγονός ότι περιλαμβάνει άμεσους και έμμεσους τύπους. Επιπλέον, υπάρχει επανάληψη της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Ένα μεμονωμένο συμβάν όπως η ανάμειξη σε ένα καβγά δεν λαμβάνεται ως σχολικός εκφοβισμός.

Τέλος, ένα ακόμα χαρακτηριστικό είναι η ασυμμετρία της δύναμης, καθώς υπάρχει κατάχρηση της εξουσίας από την πλευρά του δράστη. Η «ανωτερότητα» αυτή μπορεί να προέρχεται λόγω ηλικίας, φυσικής δύναμης ή ψυχικής αντοχής του θύτη.

Μορφές Σχολικού Εκφοβισμού

Η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό προσδιορίζει ορισμένες διαφορετικές μορφές, καθεμία από τις οποίες αφήνει μοναδικό αντίκτυπο στο θύμα.

Ο σωματικός εκφοβισμός περιλαμβάνει άμεση σωματική βλάβη ή την απειλή του, όπως χτυπήματα, κλωτσιές ή σπρωξίματα.

Ο λεκτικός εκφοβισμός περιλαμβάνει την επωνυμία, τα πειράγματα και τον χλευασμό, ενώ ο κοινωνικός ή σχεσιακός εκφοβισμός περιλαμβάνει σκόπιμα αποκλεισμό ή διάδοση φημών για ένα άτομο.

Ακόμα, υπάρχουν και τα κακοήθη πειράγματα, ο αποκλεισμός του παιδιού από την ομάδα και η αρπαγή ή η καταστροφή πραγμάτων.

Αυτές οι μορφές διακρίνονται σε άμεσες και έμμεσες εκφοβιστικές συμπεριφορές. Ως άμεσες χαρακτηρίζονται η φυσική επίθεση (π.χ. κλωτσιές) και η λεκτική κακοποίηση (π.χ. βρισιές), ενώ ο κοινωνικός αποκλεισμός και η διάδοση φημών, θεωρούνται έμμεσες μορφές.

Επιπλέον, ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying) έχει αναδειχθεί ως μια σύγχρονη μορφή, χρησιμοποιώντας ψηφιακές πλατφόρμες για την παρενόχληση, τον εκφοβισμό ή τη διάδοση ψευδών πληροφοριών για το θύμα.

Υποκείμενες Αιτίες Σχολικού Εκφοβισμού

Πλήθος παραγόντων συμβάλλουν στην εκδήλωση του σχολικού εκφοβισμού. Ένας παράγοντας που συζητείται ευρέως είναι ο ρόλος του σχολικού περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της κουλτούρας, των πολιτικών και της εποπτείας του.

Η δυναμική της οικογένειας και η κοινωνικοοικονομική κατάσταση διαδραματίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο, καθώς τα παιδιά από ασταθή ή καταχρηστικά νοικοκυριά μπορεί να εκδηλώσουν συμπεριφορά εκφοβισμού.

Επιπλέον, ψυχολογικοί παράγοντες όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη ενσυναίσθησης ή η επιθυμία για εξουσία και έλεγχο καθώς και η ανασφάλεια και η ανεπάρκεια του παιδιού συμβάλλουν στη διαιώνιση του εκφοβισμού και το καθιστούν εύκολο στόχο για τους εκφοβιστές.

Τέλος, ένας ακόμα παράγοντας που παίζει ρόλο είναι η έλλειψη ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με το θέμα του εκφοβισμού.

Συνέπειες Σχολικού Εκφοβισμού

Οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού εκτείνονται πέρα από τον άμεσο αντίκτυπο στο θύμα. Τα θύματα συχνά βιώνουν σωματική και ψυχολογική δυσφορία, οδηγώντας σε ζητήματα όπως άγχος, κατάθλιψη, ακόμη και αυτοκτονικό ιδεασμό (Swearer et al., 2010).

Οι δράστες μπορεί να αντιμετωπίσουν πειθαρχικά μέτρα και, μακροπρόθεσμα, μπορεί να εκδηλώσουν παραβατική συμπεριφορά στην ενήλικη ζωή.

Ολόκληρη η σχολική κοινότητα επηρεάζεται επίσης, παρατηρώντας μια πτώση στο συνολικό μαθησιακό περιβάλλον και μια πιθανή διάβρωση της εμπιστοσύνης μεταξύ των μαθητών, των δασκάλων και των γονέων.

Παρεμβάσεις και Στρατηγικές Πρόληψης

Η αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα περιλαμβάνει εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Πολυάριθμες στρατηγικές παρέμβασης και πρόληψης έχουν προταθεί και εφαρμοστεί σε διάφορα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα.

Οι προσεγγίσεις για ολόκληρο το σχολείο, όπως το Πρόγραμμα Πρόληψης του Εκφοβισμού Olweus, επικεντρώνονται στην αλλαγή ολόκληρης της σχολικής κουλτούρας για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος δυσανεξίας στον εκφοβισμό. Τα προγράμματα κοινωνικο – συναισθηματικής μάθησης στοχεύουν να εξοπλίσουν τους μαθητές με δεξιότητες όπως η ενσυναίσθηση και η επίλυση συγκρούσεων, η καλλιέργεια θετικών σχέσεων και η μείωση των περιστατικών εκφοβισμού.

Ακόμα, σημαντική είναι και η ενίσχυση της ευαισθητοποίησης και πιο συγκεκριμένα η ενημέρωση των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με τον σχολικό εκφοβισμό και τις επιπτώσεις που έχει στα παιδιά.

Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό για την πρόληψη του σχολικού εκφοβισμού η ενίσχυση της επικοινωνίας μεταξύ των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων για την άμεση αναφορά ή αντιμετώπιση ενός συμβάντος εκφοβισμού.

Τέλος, σημαντική είναι, επίσης, η συνεργασία με την τοπική κοινότητα για τη δημιουργία προγραμμάτων αντιμετώπισης και πρόληψης του εκφοβισμού.

Προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Με βάση τις προτάσεις που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη εντοπισμού και επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων που έχουν να κάνουν με την νεανική εγκληματικότητα.

Επιπρόσθετα, τονίστηκε ότι είναι πολύ σημαντικός και ο ρόλος τόσο των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών, οι οποίοι θα πρέπει να ακολουθήσουν μία ενιαία γραμμή έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η βία.

Ακόμα, είναι σημαντική η συνεισφορά γονέων και εκπαιδευτικών καθώς μπορούν ακόμα να ενθαρρύνουν τους νέους για συμμετοχή στα κοινά και στον αθλητισμό, να προβάλλουν σωστά πρότυπα συμπεριφοράς αλλά και να συνεργάζονται με φορείς για την εξάλειψη της νεανικής παραβατικότητας.

Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό παρουσιάζει μια σύνθετη εικόνα ενός διάχυτου ζητήματος με εκτεταμένες συνέπειες.

Η κατανόηση των διαφόρων μορφών, αιτιών και συνεπειών του εκφοβισμού είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών παρεμβάσεων και στρατηγικών πρόληψης.

Καθώς τα σχολεία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν αυτήν την κοινωνική πρόκληση, είναι απαραίτητη μια συντονισμένη προσπάθεια από εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για να δημιουργηθούν ασφαλή και γαλουχητικά περιβάλλοντα όπου όλοι οι μαθητές μπορούν να ευδοκιμήσουν χωρίς να φοβούνται τον εκφοβισμό.

Βιβλιογραφία
Olweus, D. (1993). Bullying at school: What we know and what we can do. Wiley.
Swearer, S. M., Espelage, D. L., & Napolitano, S. A. (2010). Bullying prevention and intervention: Realistic strategies for schools. Guilford Press.

ΠΗΓΗ:https://www.psychology.gr/sholiki-psychologia/8088-ksetyligontas-ton-periploko-isto-tou-sxolikoy-ekfovismoy.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Σχολικές δυσκολίες: μία εναλλακτική προσέγγιση

Anasfaleiakaimathisiakesdyskolies1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Υπάρχουν κανόνες για τα πάντα στη ζωή μας που αποτελούν, κάθε φορά, κριτήριο της «φυσιολογικότητάς» μας και που οι περισσότεροι από εμάς ακολουθούμε -σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό- οικειοθελώς ή από ανάγκη, αν θέλουμε να αποφύγουμε το στιγματισμό ή την περιθωριοποίηση από τον περίγυρό μας. Το ίδιο ισχύει, φυσικά, και για το σχολείο. Πόσο «φυσιολογικός» θα πρέπει να είναι κάποιος για να έχει θέση στο σχολείο σήμερα; Έχει ένας μαθητής το δικαίωμα να αρνηθεί να συμμετέχει, για παράδειγμα, στο μάθημα της γεωγραφίας ή της γυμναστικής; Έχει δικαίωμα να μην απαντά σε ερωτήσεις του δασκάλου ή του καθηγητού του χωρίς να δώσει εξηγήσεις; Σε περίπτωση που συμβαίνει κάτι τέτοιο, ποια είναι η πρακτική που ακολουθεί το σχολείο; Υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπιση των όποιων «αποκλίσεων» από την ισχύουσα κάθε φορά «φυσιολογικότητα» ή ο κάθε εκπαιδευτικός αυτοσχεδιάζει και πράττει κατά το δοκούν; Υπάρχει στιγματισμός, τιμωρία και απόρριψη ή κατανόηση και προσαρμογή στην όποια «ιδιαιτερότητα» ή «διαφορετικότητα» ενός μαθητή;

Το σχολείο αποτελεί χώρο συνάντησης διαφορετικών ανθρώπων με διαφορετικές εμπειρίες αλλά και ένα χώρο όπου μαθητές με διαφορετικές προϋποθέσεις θα πρέπει να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του εκάστοτε εκπαιδευτικού προγράμματος. Ταυτόχρονα και κατά μία ευρύτερη έννοια, η κάθε συνάντηση ανάμεσα σε μαθητή και σχολείο είναι μια συνάντηση ανάμεσα σε διαφορετικές αντιλήψεις περί «φυσιολογικότητας». Για παράδειγμα, ένα παιδί με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠ/Υ) μπορεί να θεωρείται από τους συμμαθητές του ως δυνατός και να του αποδοθεί αρχηγικός ρόλος, την ίδια στιγμή που το σχολείο ίσως τον έχει στιγματίσει ή περιθωριοποιήσει. Ο κατάλογος παραδειγμάτων εναλλαγών της άποψής μας περί «φυσιολογικότητας» είναι ατέλειωτος και αφορά σε κάθε κοινωνία, εποχή, κουλτούρα και σε κάθε τι που αφορά στη ζωή μας, όπως  είναι η υγεία, η ισότητα των δύο φύλων, οι διατροφικές μας συνήθειες, η διαπαιδαγώγηση των παιδιών, οι εργασιακές σχέσεις κ.τ.λ.

Αποτελεί κανόνα η περιγραφή των επιδόσεων των μαθητών διαμέσου εκφράσεων του τύπου «Είναι αδύνατος στα μαθηματικά» ή «Είναι πολύ καλός στα θεωρητικά μαθήματα» κ.τ.λ., σε σημείο να μη συνειδητοποιούμε πως αυτού του είδους η οπτική θεωρεί την οποιαδήποτε «έλλειψη» ή «αδυναμία» ως χαρακτηριστικό του ίδιου του μαθητή και όχι ως κάτι που έχει σχέση με τη γενικότερη κατάσταση και το περιβάλλον του.

Τι σημαίνει, όμως, το να είναι ένα παιδί μαθητής με σχολικές δυσκολίες που χρίζουν ιδιαίτερης αντιμετώπισης;

Κατά την άποψή μου, μαθητής με σχολικές δυσκολίες μπορεί να είναι ο οποιοσδήποτε μαθητής που το συγκεκριμένο σχολείο ή εκπαιδευτικό σύστημα δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις συγκεκριμένες ανάγκες και προσωπικές του προϋποθέσεις. Με αυτήν την έννοια, ένας μαθητής, που, σε ένα σχολείο ή εκπαιδευτικό σύστημα, θεωρείται ως μαθητής με Σ.Δ., είναι δυνατόν να «μεταλλαχθεί» σε έναν «φυσιολογικό» μαθητή ή μαθητή δίχως ιδιαίτερες Σ.Δ ή δυσκολίες μάθησης,  σε ένα άλλο σχολείο ή εκπαιδευτικό σύστημα.

Γνωρίζουμε πως ο τρόπος που μιλάμε για ένα άτομο εκφράζει και τον τρόπο με τον οποίο το αξιολογούμε και το αντιμετωπίζουμε. Κατ΄επέκταση, όταν ένας εκπαιδευτικός θεωρεί τον ίδιο τον μαθητή ως τον μοναδικό φορέα των όποιων δυσκολιών ή ανεπαρκειών του, θα εκτιμήσει και θα αντιμετωπίσει τις σχολικές του δυσκολίες πολύ διαφορετικά από τον εκπαιδευτικό που θα θεωρήσει τις ανεπάρκειες αυτές ως το αποτέλεσμα παραγόντων που σχετίζονται άμεσα με το περιβάλλον του μαθητή -συμπεριλαμβανομένου και του σχολείου- και τον επηρεάζουν.

Αν θεωρούμε την όποια διαφορετικότητα αποκλειστικά ως πρόβλημα ή εμπόδιο και πως η όποια σχολική αποτυχία οφείλεται αποκλειστικά στον ίδιο το μαθητή ως άτομο με «ελλείψεις» -χωρίς να ευθύνεται κανένας άλλος παράγοντας πέραν αυτού- τότε χάνουμε την ευκαιρία να αξιοποιήσουμε τις όποιες διαφορετικότητες των μαθητών ως πηγή έμπνευσης και εμπλουτισμού της προσπάθειας του σχολείου να μπορεί να εξελίσσεται και να είναι ένα σχολείο για όλους.

Η με κάθε τρόπο αναζήτηση μιας «αντικειμενικής διάγνωσης», επάνω στην οποία θα στηριχθούμε και θα στηρίξουμε αποκλειστικά την κάθε μας προσπάθεια, μπορεί να εγκλωβίσει, να περιορίσει και να «εφησυχάσει», κατά κάποιον τρόπο, τον εκπαιδευτικό ή τον ειδικό παιδαγωγό. Κάτι τέτοιο σημαίνει πως ο εκπαιδευτικός αποκτά αυτόματα μία διαφορετική οπτική και στάση απέναντι σε έναν «διαγνωσμένο» μαθητή από αυτήν που είχε προηγούμενα, στηριζόμενος αποκλειστικά στη δική του γνώμη και εκτίμηση για τον συγκεκριμένο μαθητή. Αυτό που, αρκετές φορές, συμβαίνει είναι η χρησιμοποίηση της διάγνωσης ως επικύρωσης των σχολικών δυσκολιών και της ανεπάρκειας του μαθητή, για τις οποίες ουδεμία ευθύνη φέρει το εκπαιδευτικό σύστημα, το συγκεκριμένο σχολείο ή ο εκπαιδευτικός. Μια τέτοιου είδους στάση, όμως, πέραν της «Ποντιο-πιλατικής» της χροιάς, αποτελεί και παραδοχή πως το σχολείο δεν διαθέτει λύσεις ή άλλου είδους επιλογές αντιμετώπισης υπαρκτών και «μη συμβατικών» δυσκολιών μαθητών του στα πλαίσια της τάξης.

Κάθε μαθητής θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να συμμετέχει σε μια «φυσιολογική» πραγματικότητα. Τι είναι, όμως, το «φυσιολογικό» και πως ορίζεται; Μήπως, τελικά, αποτελεί καλύτερη λύση η αντιμετώπιση της «διάκρισης» των μαθητών με σχολικές δυσκολίες; Τα ερωτήματα πολλά και εύλογα και θα πρέπει να αξιολογηθούν συστηματικά, τεκμηριωμένα και μέσα σε ένα ευρύτερο ιδεολογικο-πολιτικό πλαίσιο που να έχει ως επίκεντρο τον Άνθρωπο και τις όποιες ξεχωριστές ανάγκες του και όχι μόνο την «ορθολογική αντιμετώπιση των πραγμάτων και των εκάστοτε αναγκών της αγοράς εργασίας». Αν συμβεί το τελευταίο, τότε οδηγούμαστε σε νέου τύπου σύγχρονους Καιάδες…

Η διαφορά ανάμεσα σε μια παραδοσιακή αντιμετώπιση της όποιας διαφορετικότητας και μιας εναλλακτικής προσέγγισής της βρίσκεται στο που τοποθετούνται οι δυσκολίες και, κατ΄επέκταση, η «ευθύνη» για αυτές. Ένα παράδειγμα σύγκρισης της διαφοράς ανάμεσα σε μια παραδοσιακή και μια πιο εναλλακτική αντιμετώπιση είναι αυτό της αναπηρίας. Παλαιότερα, το κάθε άτομο με οποιαδήποτε μορφής αναπηρία θα έπρεπε να προσαρμοσθεί στο περιβάλλον ως έχει, ελπίζοντας μόνο στην φιλευσπλαχνία του περιβάλλοντος απέναντι στα προβλήματα που το ίδιο το άτομο αντιμετώπιζε. Τώρα πλέον, στις περισσότερες χώρες -του δυτικού τουλάχιστον κόσμου- παρατηρούμε μια προσπάθεια προσαρμογής του περιβάλλοντος στις ανάγκες των ατόμων με διάφορες αναπηρίες αλλά και αλλαγή στη στάση των ανθρώπων απέναντι σε άτομα με αναπηρία. Στη χώρα μας, για παράδειγμα, αρχίσαμε να χαμηλώνουμε τα πεζοδρόμια στις διαβάσεις προς διευκόλυνση των αναπήρων, άσχετα αν αυτές συνεχίζουν να καταλαμβάνονται και να αποκλείονται συχνά από τα παντός είδους οχήματα συμπατριωτών μας…

Δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνάμε πως οι δυσκολίες μπορεί να βρίσκονται στο περιβάλλον και στον τρόπο που αυτό αντιμετωπίζει τις όποιες «ανεπάρκειες» ή «ελλείψεις» του ατόμου ή -στο σχολείο- τις όποιες δυσκολίες του εκάστοτε μαθητή. Για παράδειγμα, προσωπικά, στη μέχρι στιγμής εμπειρία μου από το παιδοψυχιατρικό τμήμα όπου εργάζομαι τα τελευταία 25 χρόνια, δεν έχω διαπιστώσει την ύπαρξη οποιασδήποτε μορφής βοήθειας από την πλευρά του  σχολείου προς παιδιά με δυσλεξία, πέραν της απαλλαγής τους -βάσει νόμου- από τις γραπτές εξετάσεις. Για την όποια βοήθεια, ο γονιός θα πρέπει να απευθύνεται ιδιωτικά και, φυσικά, να πληρώσει για αυτό…

Το σχολείο οφείλει να αναγνωρίζει, να αποδέχεται και να διαχειρίζεται διαφορετικότητες που ήδη υπάρχουν και όχι να τις δημιουργεί ή να τις ενισχύει. Για δεκαετίες, η άποψη για «ένα σχολείο για όλους» αποτελούσε φωτεινό φάρο που ενέπνεε και καθοδηγούσε. Στην πράξη, τα περισσότερα παιδιά με κινητικές ή Σ.Δ. τοποθετούνται συχνά σε ξεχωριστές τάξεις ή ομάδες. Σχεδόν πάντα, το πρόβλημα θεωρείται πως βρίσκεται στο παιδί. Τι θα συνέβαινε, όμως, εάν στρέφαμε την προσοχή και το ενδιαφέρον μας στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, στην υπάρχουσα υλικοτεχνική υποδομή και επάρκεια των σχολείων ή στην σχεδόν παντελή έλλειψη εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών γύρω από το θέμα των σχολικών δυσκολιών; Ίσως είναι αυτά που χρειάζονται στήριξη, αναμόρφωση και εν μέρει κατεδάφιση…

Το εκπαιδευτικό μας σύστημα θα πρέπει να πάρει θέση για το είδος του σχολείου ή της εκπαίδευσης που θέλει. Σχολείο για όλους ή ειδικά σχολεία και ειδικές τάξεις; Σχολεία για έξυπνα παιδιά και σχολεία για παιδιά με αναπηρίες; Σχολείο που έχει ως επίκεντρο τον ίδιο το μαθητή και τις ξεχωριστές του ανάγκες ή σχολείο που εναρμονίζεται κυρίως με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, τις πολιτικές σκοπιμότητες ή τις συντεχνιακές αξιώσεις. Δυστυχώς, φαίνεται πως συμβαίνει ολοένα και περισσότερο το τελευταίο…

Θα πρέπει να δοθεί νέα πνοή στην ιδέα ενός σχολείου για όλους στο οποίο η παιδαγωγική και η εκπαίδευση που προσφέρονται να συμπεριλαμβάνουν τις ανάγκες μάθησης όλων των μαθητών. Ένα τέτοιο μοντέλο θα μπορούσε να αποτελέσει, πλην των όσων άλλων, και πρότυπο στάσης ισοτιμίας, αλληλεγγύης και αποδοχής της όποιας άλλης διαφορετικότητας στους ανθρώπους…

ΠΗΓΗ: https://www.i-psyxologos.gr/sxolikes-dyskolies/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο