Με… άρωμα συνεργασίας

efimerida ΠΡΟΣΟΧΗ !!!Οι αιτήσεις συμμετοχής παρατείνονται μέχρι και τις 14 Νοεμβρίου 2024

Έχουμε τη χαρά να συνεχίζουμε το ταξίδι μας για 4η συνεχόμενη χρονιά. Μια χρονιά με πλούσιες δραστηριότητες και συνεργασίες.

Φέτος, το σχολικό έτος 2023 – 2024, συμμετείχαν 120 σχολεία, από τα οποία τα 30 ήταν Νηπιαγωγεία, 2 Τμήματα Ελληνικής Γλώσσας(ΤΕΓ) και ένα Γυμνάσιο.

Χωρισμένα σε 40 ομάδες των τριών ή τεσσάρων σχολείων, συνήθως, έδωσαν δείγματα γραφής της δουλειάς τους, μέσα από τις αναρτήσεις στα padlet τους, τα οποία φιλοξενούνται στο κεντρικό padlet του Δικτύου. Εκεί σας περιμένουν οι εμπνευσμένες δράσεις των μαθητών και των εκπαιδευτικών, για να τις δείτε, να τις ακούσετε και να τις διαβάσετε.

Έμφαση δόθηκε, από αρκετές ομάδες, στη συνεργατική δημιουργική γραφή. Αξιοποιήθηκαν ψηφιακά εργαλεία, όπως τα Canva και Genially, μέσα από τα οποία πολλά σχολεία ετοίμασαν εφημερίδες και παρουσιάσεις των τόπων τους, με πρωτότυπο τρόπο.

Για την καλύτερη λειτουργία του Δικτύου δημιουργήθηκε μια Συντονιστική Ομάδα, που αποτελείται από τους εκπαιδευτικούς Μαρία Ντρέλια, Νένα Σιδηροπούλου, Νίκο Δημητρίου και τον υποφαινόμενο. Επίσης, σε κάθε ομάδα σχολείων του Δικτύου υπήρχε και ο αντίστοιχος συντονιστής, ο οποίος αποτελούσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ σχολείων και Δικτύου. Έτσι γίναμε ακόμα πιο αποτελεσματικοί.

Πέρα από την προσέγγιση και γνωριμία κάθε τόπου, παράλληλα με τις θεματικές που μας απασχόλησαν  τις προηγούμενες χρονιές(αρχαίο θέατρο – κάστρα – έθιμα – προϊόντα – μνημεία κλπ.), θα θέλαμε να έρθουμε πιο κοντά στην συγκέντρωση τοπικών παραμυθιών ή μύθων και την ανάδειξή τους μέσα από την προφορική αφήγηση.

Ιδιαίτερη αναφορά μπορεί να γίνει, ακόμα, για τον τρόπο που επηρεάζεται κάθε τόπος από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Σημαντικό είναι, επίσης, όπου αυτό είναι εφικτό και με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται, να γίνονται ανταλλαγές επισκέψεων των σχολείων στις ομάδες που το επιθυμούν.

Στο 4ο τεύχος του Δικτύου, το οποίο κυκλοφορεί σε τέσσερις γλώσσες, φιλοξενούνται εφτά(7) ομάδες σχολείων και 13 σχολεία μεμονωμένα.

Οι δραστηριότητες του συνόλου των σχολείων του Δικτύου, παρουσιάζονται στoν σύνδεσμο που ακολουθεί:
https://padlet.com/travellingaroundgreece2023/_-2023-2024-rl18ij2jt01xowdt

Συνεχίζουμε με καλή διάθεση και περιμένουμε τους νέους συνοδοιπόρους στο ταξίδι μας.

Συνεχίζουμε και για τη  σχολική χρονιά 2024– 2025,  προσμένοντας νέες συνεργασίες στην Ελλάδα, την Κύπρο, αλλά και με ελληνικά σχολεία που βρίσκονται στις πέντε ηπείρους.

Διατηρούμε την  υπέροχη ομάδα με την οποία ήδη έχουμε αναπτύξει στενούς δεσμούς συνεργασίας και κεντρικό θέμα τη γνωριμία του τόπου μας μέσα από πολιτιστικές και περιβαλλοντικές διαδρομές, που θα προταθούν.  Τα μέσα που θα χρησιμοποιηθούν θα είναι ποικίλα και ο τρόπος  παρουσίασης και συνεργασίας θα συναποφασιστεί από τα σχολεία που θα συμμετέχουν. Επιλογές υποθεμάτων(αρχαία θέατρα – κάστρα – υγρότοποι – έθιμα – προϊόντα κ. ά.), θα προκύψουν από τις προτάσεις των σχολείων.

Τα υποθέματα, που θα προταθούν μπορεί να ενταχθούν από τα σχολεία στα Εργαστήρια Δεξιοτήτων ή σε Προγράμματα Σχολικών Δραστηριοτήτων ή όπου αλλού κρίνεται πρόσφορο. 

Ανυπομονούμε να γνωρίσουμε τους νέους συνταξιδιώτες μας, το συντομότερο δυνατόν. Σας περιμένουμε.

Δηλώστε συμμετοχή στη φόρμα που ακολουθεί:

https://forms.gle/BJCUqbCPogK4debB9

Καταληκτική ημερομηνία υποβολής:

 Δευτέρα 4 Νοεμβρίου  2024

Γα τυχόν ερωτήματα, θα είμαι στη διάθεσή σας.

Με εκτίμηση

Για το Δίκτυο Συνεργατικών Σχολείων
«Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα και την Κύπρο»

Ο συντονιστής εκπαιδευτικός

 Ηλίας Κάρτας – Δημοτικό Σχολείο Άρνισσας/Πέλλας

travellingaroundgreece2023@gmail.com

 ilikart@gmail.com – 697/4809371

Κατηγορίες: Γενικά | Γράψτε σχόλιο

Ειδικό σχολείο: πραγματικά απαραίτητο ή ολέθριο λάθος;

aytismos ekpaideysi aleksandroypoli 2018

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Πρωτίστως, στόχος της ειδική αγωγής είναι η σχολική ενσωμάτωση. Τι σημαίνει όμως ενσωμάτωση; Η ενσωμάτωση θεωρεί ότι τα παιδιά με αναπηρία είναι μέλη μιας ομάδας σχολικής, κοινωνικής, μικρής και μεγάλης. Σχολική ενσωμάτωση σημαίνει αλληλοαποδοχή από ένα σύνολο ή μια ομάδα ατόμων.

Όλοι οι μαθητές με αναπηρία πρέπει να εκπαιδεύονται με τους συμμαθητές τους στην ίδια σχολική αίθουσα. Σύμφωνα με την έννοια της σχολικής ενσωμάτωσης, οι μαθητές προσέρχονται στις “κανονικές” τάξεις μαζί με όλες τις απαιτούμενες εξειδικευμένες ανάγκες, οι οποίες είναι απαραίτητες γι’ αυτούς.

Κάθε παιδί πρέπει να εκπαιδεύεται μέσα στις συνηθισμένες τάξεις του σχολείου της γειτονιάς του, με την προϋπόθεση ότι το σχολείο αυτό θα αναπροσαρμόζει το πρόγραμμά του, έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι ιδιαίτερες ανάγκες όλων των μαθητών. Υπάρχουν τρία είδη ενσωμάτωσης: η χωροταξική (τα παιδιά βρίσκονται στο ίδιο χώρο), η κοινωνική (πραγματοποιούνται δραστηριότητες που αυξάνουν την επικοινωνία μεταξύ των παιδιών) και η διδακτική (το παιδί εκπαιδεύεται μέσα στην συνηθισμένη τάξη, συμμετέχοντας στην ίδια εκπαιδευτική διαδικασία με τους υπόλοιπους μαθητές της τάξης).

χολική ενσωμάτωση δίχως εκπαιδευτικούς που πιστεύουν σε αυτό το θεσμό, δίχως ειδικά όργανα και μέσα, δίχως υποστηρικτικό και βοηθητικό προσωπικό, δίχως ειδικές υπηρεσίες και δίχως επαρκή οικονομική βοήθεια από το κράτος, δεν είναι σχολική ενσωμάτωση.

Είναι γνωστό ότι στην χώρα μας το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών με προβλήματα μάθησης ή/και συμπεριφοράς βρίσκεται κατά τύχη και κατά ανάγκη ενταγμένο μέσα στις κοινές τάξεις των γενικών σχολείων, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι μιλάμε για ενσωμάτωση. Ο νόμος για την εκπαίδευση ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες υποστηρίζει τη σχολική ενσωμάτωση. Προτείνει, λοιπόν, μια σειρά εναλλακτικών λύσεων που περιλαμβάνουν διάφορες μορφές εκπαιδευτικής τοποθέτησης και παρέμβασης. Πιο συγκεκριμένα προτείνονται οι παρακάτω οργανωτικές δομές:

    • Κανονική τάξη χωρίς υποστήριξη. Ο δάσκαλος πρέπει να ευαισθητοποιηθεί από μόνος του, έτσι ώστε να επιμορφωθεί και να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις αυξημένες του υποχρεώσεις.
    • Κανονική τάξη, με στήριξη δασκάλου και μαθητή μέσα στην τάξη. Ο εκπαιδευτικός της τάξης συνεργάζεται με τον εκπαιδευτικό ειδικής αγωγής για να μπορέσει να προσαρμόσει το πρόγραμμά του στις ανάγκες του παιδιού με ειδικές ανάγκες.
    • Κανονική τάξη με εξωτερική υποστήριξη. Ειδικός επισκέπτεται μία φορά την εβδομάδα την τάξη και δίνει οδηγίες στο παιδί και στον δάσκαλο.
    • Κανονική τάξη-ειδική τάξη μερικές απασχόλησης. Το παιδί μπαίνει στην ειδική τάξη μόνο για τις ώρες και τα μαθήματα που χρειάζεται.
    • Ειδική τάξη-κανονική τάξη μερικής απασχόλησης. Τα παιδιά πηγαίνουν για κάποιες ώρες στην κανονική τάξη.
    • Ολοήμερη ειδική τάξη. Τα παιδιά παρακολουθούν πάντα την ειδική τάξη, αλλά συμμετέχουν στις κοινές δραστηριότητες του σχολείου.
    • Μισός χρόνος σε ειδικό σχολείο-μισός σε κανονικό.
    • Μόνο ειδικό σχολείο. Εδώ συγκαταλέγονται τα ειδική ημερήσια σχολείο και ειδικά σχολεία σε οικοτροφεία.
    • Μη εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η αγωγή παρέχεται στο σπίτι από ειδικό παιδαγωγό ή σε χώρους νοσηλείας.

Γιατί να επιθυμεί κάποιος την ενσωμάτωση; Απαντώντας ανάποδα στο ερώτημα, η ένταξη ενός παιδιού σε ειδικό σχολείο είναι κάτι το ανεπιθύμητο γιατί:

    • απομονώνει το παιδί από τα υπόλοιπα “φυσιολογικά” παιδιά,
    • οδηγεί στο στιγματισμό,
    • δεν υπάρχει αξιόλογος αριθμός ερευνών που να αποδεικνύει τα θετικά αποτελέσματα της εκπαίδευσης των μαθητών σύμφωνα με τον δείκτη νοημοσύνης τους,
    • έρευνες των τελευταίων ετών έχουν αποδείξει ότι το ειδικό σχολείο δεν συνεισφέρει θετικά στην κοινωνική ένταξη των παιδιών και
  • τα προγράμματα ενσωμάτωσης παρέχουν την ευκαιρία στους εκπαιδευτικούς να μάθουν και να εφαρμόσουν νέες τεχνικές και μεθόδους στην αντιμετώπιση των μαθησιακών προβλημάτων και των προβλημάτων συμπεριφοράς.

Η κατάργηση των ειδικών σχολείων θα υποχρέωνε την πολιτεία να προχωρούσε σε αλλαγές του συστήματος της γενικής εκπαίδευσης προκειμένου να μπορούν τα παιδιά με αναπηρία να φοιτούν στις συνηθισμένες τάξεις. Τέτοιου είδους, όμως, αλλαγές περιλαμβάνουν την εφαρμογή καινοτόμων εκπαιδευτικών και υποστηρικτικών προγραμμάτων, όπως για παράδειγμα επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, βοηθοί δασκάλου κ.τ.λ. Έχει βρεθεί ότι τα παιδιά με αναπηρίες μαθαίνουν καλύτερα, όταν φοιτούν με τους συμμαθητές τους των κανονικών τάξεων.

Έχει η ενσωμάτωση αρνητικές επιπτώσεις στην σχολική πρόοδο των παιδιών τυπικής ανάπτυξης; Οι περισσότερες μελέτες “απαντούν” πως όχι. Τα προγράμματα ενσωμάτωσης εάν οργανωθούν κι εφαρμοστούν σωστά, μπορούν να αποβούν προς όφελος και των αναπήρων και των παιδιών τυπικής εκπαίδευσης. Ενθαρρύνει η σχολική ενσωμάτωση την υιοθέτηση μη επιθυμητής συμπεριφοράς από τους μαθητές τυπικής εκπαίδευσης;

Έρευνες απέδειξαν ότι η μίμηση μη επιθυμητής συμπεριφοράςαπό μαθητές τυπικής εκπαίδευσης συνέβαινε σε σπάνιες περιπτώσεις και για μικρά χρονικά διαστήματα. Ποια θα μπορούσαν να είναι τα οφέλη της ενσωμάτωσης για όλους τους μαθητές; Αλλαγή της αρνητικής στάσης των παιδιών απέναντι στην διαφορετικότητα, απαλλαγή από το αίσθημα του φόβου για το άγνωστο και διαφορετικό, βελτίωση της αυτοαντίληψης και πολλά άλλα.

Βεβαίως υπάρχουν κι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η ενσωμάτωση δεν είναι κατάλληλη για όλα τα παιδιά με αναπηρία. Πως τα ειδικά σχολεία είναι αναγκαία και αναπόφευκτα για τα παιδιά εκείνα που παρουσιάζουν πολύ σοβαρά προβλήματα (σωματικά, αισθητηριακά, ψυχικά) και που απαιτούν εκτός από τα ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα και άλλη πολλαπλή υποστήριξη ειδικών υπηρεσιών. Παρόλο που το κοινό σχολείο αποτελεί τον απώτερο στόχο της ειδικής αγωγής, δεν είναι εύκολο, κατ’ αυτούς, να υλοποιηθεί αν πρώτα δεν πληρούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:

    1. Ύπαρξη εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής.
    1. Ύπαρξη ειδικού υποστηρικτικού προσωπικού (λογοθεραπευτές, ψυχολόγοι κ.τ.λ.).
    1. Προσπελασιμότητα και καταλληλότητα των σχολικών κτιρίων.
    1. Ύπαρξη κατάλληλου εξοπλισμού.

Ως προς αυτή την άποψη, διαφωνώ κάθετα. Ένα κράτος που ουσιαστικά ενδιαφέρεται για την κοινωνική ενσωμάτωση και την ισότητα των πολιτών του μπορεί να φροντίσει ώστε να επανδρώσει τα “κανονικά” σχολεία με όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν (υλικοτεχνικές υποδομές, κατάλληλη διοίκηση, ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό κ.τ.λ.) ώστε να μπορούν να φοιτήσουν και οι πιο σοβαρές περιπτώσεις παιδιών.

Ζώντας στον 21ο αιώνα είναι απαράδεκτο να γίνονται ακόμη διακρίσεις μεταξύ παιδιών με αναπηρία και “φυσιολογικών”, σχολείων γενικής εκπαίδευσης και ειδικής. Όλα τα παιδιά έχουν την ανάγκη για μόρφωση και αγωγή, απλώς αλλάζει ο τρόπος που θα έπρεπε να τους δίνεται.

ΠΗΓΗ:https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/sxoleio/sxoliki-psyxologia/eidiko-sxoleio-pragmatika-aparaitito-i-olethrio-lathos/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Η επιθετικότητα στην παιδική ηλικία: Από τις βιολογικές ρίζες έως τις κοινωνικές επιρροές

119629 paidiaviapioyiguhjk

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Ορισμός και φύση της επιθετικότητας:  Επιθετικότητα είναι εκείνη η δύναμη μέσα στο άτομο που του παρέχει ώθηση και ζωντάνια νοηματοδοτώντας έτσι τις πράξεις του.

Πιο συγκεκριμένα, η φύση της επιθετικότητας δεν είναι πάντα βίαιη και καταστρεπτική, αλλά δύναται να ενέχει μία καλή, χρήσιμη και υγιής μορφή, διότι παρέχει κίνητρο σε κάθε άνθρωπο να υπερπηδήσει δυσκολίες και να ανταποκριθεί λειτουργικά σε επικίνδυνες και δυσάρεστες καταστάσεις.

Η υγιής επιθετικότητα θεωρείται σημαντικός παράγοντας για την επίδειξη πρωτοβουλίας και υγιούς συναγωνισμού, αποτελώντας ταυτόχρονα αρωγό για την ανεξαρτητοποίηση του εκάστοτε παιδιού, την συλλογή γνώσεων και της κυριαρχίας του επί του περιβάλλοντός του.

Η διπολική φύση της επιθετικότητας, ωστόσο, δημιουργεί βίαιες, εχθρικές και καταστρεπτικές καταστάσεις, στις οποίες τα άτομα και ιδίως τα παιδιά δεν μπορούν να εκφράσουν θετικά συναισθήματα.

Αυτή η ανεπιθύμητη πλευρά της επιθετικότητας προκαλεί ανησυχία στους γονείς, στους εκπαιδευτικούς και σε όσους αποτελούν θύματα της συμπεριφοράς αυτής.

Για τους λόγους αυτούς, ο έλεγχος της επιθετικότητας και ο περιορισμός της αποτελούν βασικούς στόχους της κοινωνικοποίησης των νεαρών ατόμων απασχολώντας έντονα τον περίγυρό τους, με τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς να κρίνεται σημαντικό να προσφέρουν τη βοήθειά τους ούτως ώστε εκείνα να εξελιχθούν σε κοινωνικά υπεύθυνα όντα, ικανά να αναγνωρίζουν τα δικαιώματα των άλλων και να ζουν ειρηνικά με τους συνανθρώπους τους.

Μελετώντας την έννοια της επιθετικότητας είναι άκρως απαραίτητη η διαφοροποίηση της επιθετικής ή βίαιης συμπεριφοράς από την επιθετικότητα ως ενόρμηση. Αυτή η ειδοποιός διαφορά έγκειται στο γεγονός πως η μία αναφέρεται στο είδος των αντιδράσεων, έτσι όπως μπορεί να καταγραφούν από έναν παρατηρητή, και στην αντικειμενική τους εκτίμηση, ενώ η άλλη μελετά την επιθετικότητα ως ένα στοιχείο της φύσης του ανθρώπου που εκφράζεται με τρόπο έμμεσο και συχνά ασυνείδητο.

Η επιθετικότητα ως βίαιη συμπεριφορά αφορά στις ενέργειες που είναι ικανές να προκαλέσουν βλάβη σε κάποιον/α είτε σε επίπεδο φυσικό είτε σε ψυχολογικό εμποδίζοντας την προσωπική ευημερία και τα επιτεύγματα. Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως, βασικό κριτήριο αποτελούν οι συνέπειες μίας πράξης, επειδή μία ενέργεια μπορεί να έχει καταστροφικές κυρώσεις χωρίς αυτές να είναι σκόπιμες.

Παραδείγματος χάριν, μία μη επιθετική συμπεριφορά θα μπορούσε να είναι το χτύπημα που υπέστη ένα παιδί κατόπιν απρόσεκτης συμπεριφοράς στο χώρο του σχολείου.
Αντιθέτως μία ενέργεια επιθετικότητας που εκτυλίσσεται στο χώρο του σχολείου είναι όταν το παιδί πετάει το παιχνίδι του σε κάποιο φίλο του για να του κεντρίσει την προσοχή, με την δράση αυτή να θεωρείται ως επιθετική ανεξάρτητα από το αν στόχος θα επιτευχθεί ή όχι .

Έτσι σύμφωνα με τους Shafer,Parke και Slaby κριτήριο για τον ορισμό μίας συμπεριφοράς ως επιθετικής, αποτελεί η πρόθεση του ατόμου. Επιπρόσθετα, πολλοί διαφοροποιούν την «εχθρική επιθετικότητα» που αποσκοπεί στην πρόκληση καταστροφής ή βλάβης, από την «λειτουργική επιθετικότητα» που στοχεύει στη διεκδίκηση αντικειμένου(π.χ. παιχνιδιού),χώρου ή προνομίου.

Ο διαχωρισμός αυτών των δύο ενεργειών δεν είναι εύκολος γιατί η ίδια συμπεριφορά εξυπηρετεί διαφορετικές σκοπιμότητες που μπορεί να εκδηλώνονται με εμφανή ή καλυμμένο τρόπο και τα κίνητρα μπορεί να είναι σύνθετα και πολλές φορές ασυνείδητα.

Οι Bandura και Watson, έχουν υποστηρίξει ακόμα ότι η επιθετικότητα μπορεί να αποτελεί προϊόν μάθησης, μέσω αλληλεπίδρασης με το άμεσο και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.

Αναφορικά με την επιθετικότητα ως ενόρμηση, φαίνεται πως αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της φυσιολογικής λειτουργίας του ατόμου, που εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με την ηλικία, το πολιτισμικό πλαίσιο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας.

Συμπληρωματικά, οι θεωρητικοί της ψυχανάλυσης(Freud), υποστηρίζουν ότι η επιθετικότητα και η σεξουαλικότητα αποτελούν βασικές πηγές ενέργειας.

Ειδικότερα, στόχος της σεξουαλικής ενόρμησης είναι ευχαρίστηση αλλά και η δέσμευση για ζωή, ενώ η επιθετική καταστροφική ενόρμηση ωθεί στη διάλυση των δεσμών. Η σύμπραξη ωστόσο αυτών των δύο τάσεων συγκροτεί μία φυσιολογική συμπεριφορά, η οποία εμφανίζεται σ’ όλες τις ηλικίες και σ’ όλες τις σχέσεις.

Θεωρίες για την παιδική επιθετικότητα

Ένα θέμα που έχει απασχολήσει την ευρύτερη επιστημονική κοινότητα και αποτελεί «σημείο αμφιλεγόμενο» είναι η αρχική αιτία, με άλλα λόγια η «πηγή» της ανθρώπινης επιθετικότητας. Σε ποιους παράγοντες ,δηλαδή, οφείλονται οι διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ των ατόμων ως προς την επιθετικότητα. Για το θέμα αυτό έχουν διατυπωθεί δύο κύριες απόψεις, αντίθετες μεταξύ τους.

Η μία ιδεολογία δέχεται ότι η επιθετικότητα προκαλείται από ενδογενή αίτια, από κληροδοτημένα «ένστικτα», ενώ κατά την άλλη η επιθετικότητα είναι το αποτέλεσμα των περιβαλλοντικών επιδράσεων, των εμπειριών και των βιωμάτων του ατόμου, αποτελώντας αποτέλεσμα μάθησης.

Πολλοί άνθρωποι θεωρούν εσφαλμένα πως η επιθετικότητα που εκδηλώνουν τα παιδιά τους συνιστά ένα πρωτογενές ένστικτο,το οποίο θα πρέπει να δαμαστεί όσο το δυνατόν πιο σύντομα.

Αποδίδουν την επιθετικότητα σε εγγενείς ή έμφυτες τάσεις, κατάλοιπο της ζωώδους κληρονομιάς του ατόμου. Έτσι ,μπορεί να τους ακούσουμε να λένε :«Έχει τη βία μέσα του». Και εν συνεχεία να προσθέτουν: «Συμπεριφέρθηκε σαν ζώο».

Αρκετοί είναι οι ειδικοί που υποστηρίζουν ότι η αρχική πηγή της επιθετικότητας βασίζεται σε έμφυτες παρορμήσεις. Αναλυτικότερα ο διάσημος ηθολόγος Konrad Lorenz θεωρεί ότι η επιθετικότητα είναι ένα οικουμενικό πολεμικό ένστικτο τόσο στα ζώα όσο και στον άνθρωπο, το οποίο κατευθύνεται εναντίον των μελών του ίδιου είδους.

Παρεμφερείς απόψεις υποστηρίζει και ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης Sigmund Freud. Δεχόμενοι την άποψη, ότι η επιθετικότητα είναι μία πρωτογενής ενόρμηση, αφήνουμε ταυτόχρονα να εννοηθεί πως αν το άτομο καταπνίγει μέσα του τα εχθρικά του συναισθήματα, θα δημιουργηθούν επικίνδυνες εσωτερικές εντάσεις και πιέσεις, οδηγώντας έτσι σε μία βίαιη και ίσως καταστροφική έκρηξη. Αν δηλαδή η επιθετικότητα είναι πραγματικά μία πρωτογενής βιολογική ανάγκη όπως η πείνα ή η δίψα τότε οδηγεί αναπόφευκτα το άτομο σε επιθετικές ενέργειες.

Οι θεωρητικοί που ασπάζονται αυτές τις αντιλήψεις υποστηρίζουν πως, αν αγνοηθεί το ενστικτώδες αυτό στοιχείο της ζωώδους κληρονομιάς του ανθρώπου, μάταια οι άνθρωποι θα αναζητούν να βρουν τους λόγους που δεν μπορούν να δημιουργήσουν μία τέλεια και ορθολογική κοινωνία. 

Από την άλλη πλευρά, κανένας δεν θα μπορούσε να αναιρέσει το γεγονός ότι οι ενδογενείς βιολογικοί παράγοντες, όπως οι ορμόνες και οι μηχανισμοί λειτουργίας του εγκεφάλου, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της επιθετικής συμπεριφοράς στους ανθρώπους. Υπάρχουν οι εσωτερικές μεταβολές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των λεγόμενων «συναισθημάτων έκτακτης ανάγκης» -της οργής, του φόβου, της ταραχής και του πόνου. Κατά τη διάρκεια μίας τέτοιας κρίσης, οι ορμονικές μεταπτώσεις κινητοποιούν τις δυνάμεις του ατόμου, ώστε να μπορέσει να προετοιμαστεί για μία καθοριστική μάχη ή για μία γρήγορη φυγή στην προσπάθειά του για έναν αγώνα επιβίωσης.

Είναι συνετό να υποθέσουμε ότι ο άνθρωπος είναι εφοδιασμένος με εσωτερικούς μηχανισμούς που βρίσκονται στον εγκέφαλο και ενεργοποιούνται σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης, ενώ παραμένουν σε λανθάνουσα κατάσταση κάτω από ήρεμες και ειρηνικές περιστάσεις. Επίσης έχει παρατηρηθεί πως κατόπιν κάποιας ασθένειας ή τραυματισμού αυξάνονται οι πιθανότητες ύπαρξης μίας έντονης επιθετικής συμπεριφοράς. Επιπλέον αξίζει να τονισθεί πως, η εμφάνιση του θυμού και της οργής στον άνθρωπο ρυθμίζονται από τον τόσο εξαιρετικά αναπτυγμένο φλοιό του εγκεφάλου, ο οποίος μπορεί άλλοτε να αναστέλλει και άλλοτε να απελευθερώνει τις επιθετικές συμπεριφορές.

Μία από τις θεωρίες που αφορούν τις πηγές της επιθετικότητας είναι γνωστή ως υπόθεση: «ματαίωση-επιθετικότητα».
Με τον όρο ματαίωση εννοείται η εσωτερική κατάσταση ή το συναίσθημα αναστάτωσης που βιώνει ένα άτομο, όταν ένα ίσως αξεπέραστο εμπόδιο δεν του επιτρέπει την ικανοποίηση μίας ανάγκης ή να φέρει εις πέρας κάποιον επιδιωκόμενο σκοπό.

Η ανάγκη που παρεμποδίζεται από κάποιο εμπόδιο μπορεί εκείνη τη στιγμή να φαίνεται αρκετά σημαντική. Ωστόσο, σε άλλες περιπτώσεις, όταν αυτή είναι αντικειμενικά κρινόμενη, ενδέχεται να είναι και ασήμαντη Για παράδειγμα, ίσως μία τέτοια ανάγκη να είναι η επιθυμία του παιδιού για να φάει ένα δεύτερο κομμάτι γλυκό ή για να δέσει μόνο του τα κορδόνια των παπουτσιών του. Άλλοτε πάλι, ο σκοπός μπορεί να είναι ζωτικής σημασίας ,όπως είναι η έντονη επιθυμία του παιδιού να περπατήσει, να επικοινωνήσει με το λόγο ή να καταφέρει να διαβάσει. Η απογοήτευση που νιώθει το παιδί, όταν η προσπάθειά του δυσχεραίνεται, δημιουργεί μερικές φορές μία συναισθηματική κατάσταση- θυμό που αυξάνει την πιθανότητα να επακολουθήσει επιθετική συμπεριφορά.

Επιπρόσθετα το αν θα επακολουθήσει ή όχι βία και τι μορφές θα λάβει μετά από τη ματαίωση μιας εμπρόθετης ενέργειας, εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες όπως :τις συνήθειες που έχει αποκτήσει το άτομο στην πορεία της ζωής του, τα χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας του, τις επιδράσεις που του έχουν ασκηθεί από επιθετικά μοντέλα ( λόγου χάριν επιθετικοί γονείς), την ανοχή που έδειχναν ή την τιμωρία που του επέβαλλαν τα σημαντικά πρόσωπα στη ζωή του όταν εκδήλωνε τον θυμό του.

Σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα, υφίστανται διαφόρων ειδών τακτικές με τις οποίες τα άτομα αντιμετωπίζουν το θυμό και την «ευθύνη» στις διάφορες ματαιωτικές καταστάσεις.

Κυρίως όμως παρατηρούνται τρεις βασικοί τύποι: 

Α) Αλλοτιμωρητικός τύπος, στον οποίο το άτομο έχει την τάση να συμπεριφέρεται εχθρικά στους άλλους, επειδή τους θεωρεί υπεύθυνους για τις αποτυχίες του.

Β) Αυτό-τιμωρητικός τύπος, σύμφωνα με τον οποίο το άτομο έχει την τάση να αναζητάει την ευθύνη μέσα του και να θεωρεί ότι ο εαυτός του είναι υπεύθυνος για τις ματαιώσεις του.

Γ) Ο τύπος της «αμυντικής» ατιμωρησίας, ο οποίος αποκρύπτει τη ματαιωτική κατάσταση, αρνείται την ύπαρξή της και δεν αποδίδει ευθύνες σε κανέναν, ούτε στους άλλους ούτε στον εαυτό του.

Από πολλούς/ες ερευνητές/τριες υποστηρίζεται ότι η συσσώρευση και η εσωτερίκευση τραυματικών εμπειριών στη διάρκεια κρίσιμων εξελικτικών φάσεων διαμορφώνουν εσωτερικά πρότυπα που στηρίζουν τις αντικοινωνικές- επιθετικές στάσεις και συμπεριφορές των παιδιών, οι οποίες μπορεί να εμφανιστούν στην προσχολική ή σχολική ηλικία. Αν το παιδί λόγου χάριν εκτίθεται σε ένα περιβάλλον, στο οποίο η βία αποτελεί το σύνηθες μοτίβο συμπεριφοράς, τότε, ενδέχεται να αποδεχτεί τη βία σαν ένα φυσιολογικό και αποτελεσματικό τρόπο δράσης.

Συμπληρωματικά, τα παιδιά που είναι μάρτυρες της βίας ως μέσο επίλυσης των συγκρούσεων στο σπίτι, είναι πιο πιθανό να τη χρησιμοποιήσουν στο σχολείο και σε άλλα περιβάλλοντα.

Σε μία πιο σύγχρονη θεώρηση, ο Rigby καταγράφει πέντε καίριες θεωρητικές προσεγγίσεις, οι οποίες άπτονται στην εκδήλωση συμπεριφορών επιθετικότητας και στις σχετικές πιθανές αιτίες εμφάνισής τους:

1) η επιθετικότητα ως αποτέλεσμα των ατομικών διαφορών μεταξύ των μαθητών,
2) η επιθετικότητα ως αναπτυξιακή διαδικασία,
3) η επιθετικότητα ως κοινωνικοπολιτιστικό φαινόμενο,
4) η επιθετικότητα ως απάντηση στις πιέσεις των συνομηλίκων στο σχολείο
5) η επιθετικότητα από την οπτική της επανορθωτικής δικαιοσύνης.

Σύμφωνα με την πρώτη άποψη, η επιθετικότητα προκύπτει ως αποτέλεσμα των διαφορών της προσωπικής δύναμης των παιδιών. Ειδικότερα, το ισχυρότερο παιδί συχνά καταπιέζει επανειλημμένα τα λιγότερο ισχυρά σωματικά άτομα, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται φαινόμενα θυματοποίησης στο προσχολικό περιβάλλον. Παράλληλα, έχει παρατηρηθεί από πολυάριθμες μελέτες πως τα παιδιά που επιτίθενται συχνά στους άλλους συνήθως είναι σωματικά ισχυρότερα, με διάθεση για χειραγώγηση και με χαμηλή ενσυναίσθηση. Εντούτοις, τα παιδιά που είναι πιο συχνά θύματα σκιαγραφούνται ως σωματικά αδύναμα, εσωστρεφή και με χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Η δεύτερη προσέγγιση θεωρεί ότι η επιθετικότητα ξεκινάει στην πρώιμη παιδική ηλικία όταν τα παιδιά αρχίζουν να διεκδικούν σε βάρος των άλλων, προκειμένου να εδραιώσουν την κοινωνική τους κυριαρχία.

Η τρίτη προσέγγιση εντοπίζει τις ρίζες της επιθετικότητας στην ύπαρξη κοινωνικών ομάδων με διαφορετικά επίπεδα εξουσίας. Αυτές οι διαφορές συχνά έχουν ιστορικές και πολιτιστικές βάσεις, όπως το φύλο, η φυλή, η εθνικότητα και η κοινωνική τάξη, με ιδιαίτερη έμφαση να δίνεται συνήθως στις ανομοιότητες που σχετίζονται με το φύλο. Η κοινωνία θεωρείται κατά κύριο λόγο πατριαρχική, με τους άνδρες να σκιαγραφούνται γενικά ως οι έχοντες περισσότερη δύναμη από ότι οι γυναίκες, λόγω της διάχυσης κοινωνικών πεποιθήσεων που υποστηρίζουν ότι οι άνδρες πρέπει να είναι το κυρίαρχο φύλο. Αυτό έχει ως συνέπεια, την καταπίεση των κοριτσιών από τα αγόρια, διότι τα δεύτερα αισθάνονται ότι έχουν την υποχρέωση να προχωρούν σε τέτοιου είδους ενέργειες. Ταυτοχρόνως, μέσω ερευνών που έχουν διεξαχθεί συνάγεται το συμπέρασμα πως τα αγόρια είναι πιο πιθανό από τα κορίτσια να προβούν στην έναρξη κάποιας εκφοβιστικής ενέργειας.

Η επόμενη προσέγγιση μοιράζεται κάποια κοινά στοιχεία με την κοινωνικοπολιτισμική προσέγγιση, καθώς αναγνωρίζει ότι ο εκφοβισμός πρέπει να κατανοηθεί εντός ενός κοινωνικού πλαισίου. Ωστόσο, αντί να εστιάζει σε κοινωνικοπολιτιστικές κατηγορίες όπως το φύλο, η φυλή και η κοινωνική τάξη, επικεντρώνεται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο που περιλαμβάνει τις συμπεριφορές και τις στάσεις όλων των μελών της σχολικής κοινότητας. Αυτή η θεωρία υποστηρίζει πως τα άτομα είθισται να επηρεάζονται σε κάποιο βαθμό από τις αντιλήψεις τους σχετικά με το τι συνιστά σχολικό ήθος. Επίσης, η επιρροή τους ενδέχεται να είναι μεγαλύτερη από μία μικρότερη ομάδα συνομηλίκων με την οποία έχουν συνάψει στενές σχέσεις. Τέτοιες ομάδες συνήθως σχηματίζονται στο σχολείο λόγω κοινών ενδιαφερόντων και στόχων, παρέχοντας υποστήριξη στα μέλη τους.

Η τελευταία προοπτική τοποθετεί την επιθετικότητα ως βασική προϋπόθεση για την επίτευξη της επανορθωτικής δικαιοσύνης αποσκοπώντας στην επανενσωμάτωση των ατόμων που πλήττονται από τις άδικες πράξεις στην κοινωνία. Σε μία πιο βαθιά ανάλυση, αυτή η αρχή αναγνωρίζει ότι ορισμένα παιδιά είναι πιο πιθανό να εμπλακούν σε προβλήματα επιθετικότητας, είτε ως θύτες είτε ως θύματα, λόγω των χαρακτηριστικών της προσωπικότητάς τους που έχουν διαμορφώσει. Σύμφωνα με την Morrison αυτό έχει ως αποτέλεσμα, τα παιδιά που είναι θύτες να αισθάνονται ελάχιστη ή καθόλου υπερηφάνεια στο σχολείο τους με στοιχεία περιθωριοποίησης λόγω της συμπεριφοράς που εκδηλώνουν, ενώ τα θύματα να είναι επιρρεπή σε υπερβολική ντροπή.

Ένας ακόμη σπουδαίος παράγοντας που θεωρείται σημαντικός μετά τους γονείς για την κοινωνικοποίηση του παιδιού είναι οι ομάδες των συνομηλίκων, κάνοντας λόγο για τις σχέσεις που αναπτύσσει το παιδί με τους ομηλίκους του μαθαίνοντας έτσι να λειτουργεί ανεξάρτητα από την οικογενειακή στέγη επιζητώντας την ανεξαρτησία του.

Αξιοσημείωτη είναι η άποψη που θέλει τα επιθετικά παιδιά να δυσκολεύονται να δημιουργήσουν θετικές σχέσεις με άτομα της ίδιας ηλικίας, με συνέπεια να υπάρχει άνοδος της επιθετικότητας εξαιτίας της απόρριψης που βιώνουν. Άλλες φορές, όταν η επιθετική συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα μίας πρόκλησης, μπορεί να συνδέεται με κοινωνική αποδοχή και αναγνώριση. Με αυτό τον τρόπο οι επιθετικές αντιδράσεις ενισχύονται και αυξάνονται.

Όσον αφορά στην απόρριψη ως παράμετρο επιθετικής συμπεριφοράς, έχει διαπιστωθεί από έρευνες πως εκείνη οδηγεί τα νεαρά άτομα στο να αναπτύξουν σχέσεις με μικρότερης ηλικίας παιδιά ή με άλλα του περιθωρίου. Αυτό έχει ως επακόλουθο, να χρειάζεται τα άτομα να εναρμονιστούν με τους άγραφους κανόνες της ομάδας και τις συνήθειές της, γεγονός που δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για παραβατικές συμπεριφορές

Τα ΜΜΕ συνιστούν εξίσου μία μεταβλητή του κοινωνικού περιβάλλοντος, που γεννούν επιθετική συμπεριφορά, λόγω του ότι είναι εμποτισμένα με παραπληροφόρηση, καθοδηγώντας τα νέα άτομα στην απόκτηση εύκολου κέρδους και στον καταναλωτισμό. Αποτέλεσμα αυτού, τα παιδιά να γίνονται παθητικοί δέκτες πληροφοριών, διαμορφώνοντας έτσι τη σκέψη και τη συμπεριφορά τους. Το πρόβλημα της τηλεοπτικής βίας συνιστά ένα φαινόμενο που «εγκυμονεί» κινδύνους, καθώς τα παιδιά δεν περιορίζονται μόνο στις παιδικές εκπομπές, αλλά παρακολουθούν και προγράμματα που απευθύνονται στους ενήλικες.

Προβολή βίας από τα Μ.Μ.Ε. και επιθετική συμπεριφορά 

Κατόπιν έρευνας που διεξήχθη στις Η.Π.Α., διαπιστώθηκε πως μετά την εισαγωγή της τηλεόρασης στο σπίτι, αυξήθηκαν δραματικά τα ποσοστά βίας και εγκληματικότητας, διότι το παιδί όπως αναφέρει και η θεωρία της κοινωνικής µάθησης (έχει την τάση να µιµείται), άρχισε να πράττει τις βίαιες ενέργειες που παρακολουθούσε στην τηλεόραση.

Ξεκίνησε, λοιπόν, να γίνεται αντικείμενο έρευνας, αν η προβολή τηλεοπτικής βίας δρα ως παράγοντας αύξησης αυτής στην καθημερινή ζωή, με εκείνη να εμφανίζεται συνήθως µε τη μορφή της επιθετικότητας. Με την τελευταία να ερμηνεύεται ως µία συμπεριφορά που έχει πρόθεση να βλάψει κάποιον άλλον άνθρωπο. Παρ’όλα αυτά υπάρχουν κάποιες μελέτες για τις τηλεοπτικές επιδράσεις, οι οποίες εξετάζουν συμπεριφορές, που δεν έχουν πρόθεση να προξενήσουν βλάβη.

Για παράδειγμα, ένα παιδί ασκεί βία σε µια κούκλα, αφού προηγουμένως έχει παρατηρήσει ανάλογη πράξη ενός ενήλικα ή αφού εκτεθεί στην τηλεοπτική βία, καθιστώντας έτσι απίθανο το ενδεχόμενο η κούκλα να έχει προκαλέσει αρνητικά συναισθήματα, ώστε το παιδί να αισθανθεί την επιθυμία να τη βλάψει.

Οι περισσότεροι ερευνητές δεν καθορίζουν με ακρίβεια τι εννοούν με τον όρο «πρόθεση», ενώ οι Tedeschi και Felson ερμηνεύουν «την πρόθεση να βλάψει κάποιος» ως µία συμπεριφορά κατά την οποία το άτομο που ενεργεί επιδιώκει να επιτύχει συγκεκριμένο στόχο, δηλαδή να προκαλέσει ζημία ή κακό στον άλλον, και μάλιστα είναι ικανό να εκτιμήσει το αποτέλεσμα αυτής της ζημιάς. Αυτό συμβαίνει καθώς υπάρχουν άτομα που διαπράττουν κλοπή και άλλα μικρής βαρύτητας εγκλήματα, τα οποία γνωρίζουν ότι θα προκαλέσουν ζημία στο θύμα, αλλά δεν εκτιμούν πλήρως την έκταση της ζημίας.

Συμπεράσματα

Με βάση όλα όσα προαναφέρθηκαν συνάγεται το συμπέρασμα πως η επιθετική συμπεριφορά συνιστά μία αντίδραση του ατόμου, η οποία εκπορεύεται από ανεπάρκειες σε ένα ή περισσότερα επίπεδα, μη αποτελώντας μία συνειδητή επιλογή.

Ο ορθός χειρισμός των ατόμων που παρουσιάζουν επιθετική συμπεριφορά ενισχύει την ανίχνευση των αιτιών που την προκαλούν και επιτρέπει την κατάλληλη παρέμβαση εκ μέρους της οικογένειας, του σχολείου και της ευρύτερης κοινωνίας.

Αντιθέτως, η απόδοση ευθυνών και η κοινωνική απομόνωση των ατόμων αυτών δημιουργεί περισσότερα προβλήματα, τόσο σε προσωπικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι επιτακτική η ανάγκη για έγκυρες και προληπτικές παρεμβάσεις από την προσχολική ηλικία, καθώς μπορούν να μειώσουν σημαντικά τους παράγοντες κινδύνου που οδηγούν σε προβληματικές συμπεριφορές. Σχετικά με την επιθετικότητα στο σχολικό περιβάλλον, τα παιδιά πρέπει να αναπτύξουν δεξιότητες αναγνώρισης και διαχείρισης των συναισθημάτων τους.

Παράλληλα, η εκπαίδευση στην ετοιμότητα για αντιμετώπιση συγκρούσεων και στην επίλυση διαφωνιών αποτελεί σημαντική ευθύνη, καθώς είναι απαραίτητη για την ομαλή ένταξη του ατόμου στην κοινωνία και τη συμβίωσή του με τους άλλους. Επιπλέον, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι αναγνωρισμένες αξίες της κοινωνίας, για τις οποίες οι άνθρωποι παλεύουν, απαιτούν μια ορισμένη μορφή επιθετικότητας για να υπερνικήσουν εσωτερικές και εξωτερικές αντιστάσεις.

Ωστόσο, η έντονη επιθετικότητα χρειάζεται παιδαγωγική προσέγγιση και αρμοδιότητα για τη σωστή διαχείρισή της.

Από την άλλη πλευρά, η βία και ο επιθετικός εκφοβισμός δεν πρέπει να γνωρίζουν πρόσφορο έδαφος σε μία κοινότητα, αλλά και να μην υπάρχει ανοχή στις επιθετικές τιμωρίες ενός παιδιού. Παράλληλα, σε περιπτώσεις όπου η επιθετική συμπεριφορά είναι έντονη, επανειλημμένη και κυρίαρχη, είναι απαραίτητο να αξιολογείται η σοβαρότητα του προβλήματος με βάση την ένταση των εκδηλώσεών της, τη χρονική συχνότητα, τους ανθρώπους που επηρεάζει και τις συνέπειες που έχει για το ίδιο το παιδί. Επιπλέον, είναι σημαντικό να διαπιστωθεί αν η επιθετική συμπεριφορά είναι γενικευμένη ή αν περιορίζεται σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα και να αναζητηθούν οι αιτίες της.

Ταυτόχρονα, πρέπει να εξεταστεί το επίπεδο ωριμότητας του παιδιού και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται τις συνέπειες της επιθετικότητας, όπως η χρήση ανώριμων μηχανισμών άμυνας (π.χ., προβολή, άρνηση, ενοχές) και η αποδοχή ή απόρριψη από την κοινωνική ομάδα.

Αξιοσημείωτη θεωρείται η διερεύνηση των συνθηκών του περιβάλλοντος στο οποίο μεγαλώνει το παιδί, καθώς έρευνες που έχουν εκτυλιχθεί κατά καιρούς φανέρωσαν πως τα παιδιά που μεγαλώνουν σε δύσκολες συνθήκες, συχνά εκδηλώνουν ανεξέλεγκτη επιθετικότητα.

Εντούτοις, η αναστολή ή η καταπίεση της επιθετικότητας μπορεί να είναι εξίσου επιβλαβής με την πλήρη απουσία ελέγχου. Πιο συγκεκριμένα, ένα παιδί που καταπνίγει τις επιθετικές του ενδείξεις μπορεί να εκφράζεται έμμεσα μέσω άλλων μορφών, όπως χαμηλή επίδοση ή εξάρτηση. Αντιθέτως, η υγιής έκφραση και ο έλεγχος της επιθετικότητας συμβάλλουν αποφασιστικά στην επιτυχή προσαρμογή του ατόμου στην κοινωνία, αποτελώντας ένδειξη ισορροπημένης προσωπικότητας και βασικό στόχο της διαπαιδαγώγησης.

Εν κατακλείδι, μία συνειδητή και ολοκληρωμένη προσέγγιση στην αντιμετώπιση της επιθετικής συμπεριφοράς συμβάλλει στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος συνεργασίας, στη βελτίωση της διαδικασίας μάθησης, στην ομαλή ένταξη του παιδιού στη σχολική ζωή και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, καθώς και στην κοινωνικοποίησή του.

Αυτή η προσέγγιση εφοδιάζει το παιδί με τις προϋποθέσεις που χρειάζεται για να καλλιεργήσει υγιείς, δημιουργικές και ειλικρινείς σχέσεις.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ  

1. Edith Lesser Atkin (1979). Παιδική Επιθετικότητα, Εκδ. Τάμασος, Αθήνα.
2. Gabriele – Haug – Schnabel (1999). Η Επιθετικότητα στο νηπιαγωγείο-Κατανόηση και αντιμετώπιση, Εκδ. Κορφή, Αθήνα.
3. Herbert  Martin (1998). Ψυχολογικά προβλήματα παιδικής ηλικίας. (επιμέλεια: Β. Παπαδιώτη – Αθανασίου), Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
4. Herbert Martin(1998). Η κακή συμπεριφορά.(επιμέλεια: Β. Παπαδιώτη – Αθανασίου), Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
5. Βρύζας Κ.(1997). Μέσα επικοινωνίας και παιδική ηλικία, Εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη.
6. Κοντοπούλου Μ. (2007). Παιδί και ψυχοκοινωνικές δυσκολίες, Εκδ.Gutenberg, Αθήνα.
7. Νέστορας  Ι.(1992). Η επιθετικότητα στην οικογένεια, στο σχολείο, στην κοινωνία, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.
8. Παρασκευόπουλος Ν. Ι.(  χ.χ.    ).Εξελικτική Ψυχολογία, Τόμος 2, Αθήνα.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/psychologia-paidiou/8307-epithetikotita-stin-paidiki-ilikia-apo-tis-viologikes-rizes-eos-tis-koinonikes-epirroes.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Μια καλή σχέση δεν αποτελείται από δυο μισά, αλλά από δύο ολόκληρα

Communication

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Οι συνειδητοποιημένοι άνθρωποι δεν ψάχνουν το άλλο τους μισό για να τους ολοκληρώσει. Ξέρουν ότι είναι ολοκληρωμένοι, υπεύθυνοι για τον εαυτό τους ενήλικες και αναζητούν άλλους, ολοκληρωμένους, υπεύθυνους για τον εαυτό τους ενήλικες, ώστε να συνδεθούν και να προχωρήσουν μαζί.

Εκείνος που ξέρει τι θέλει έχει αναγνωρίσει στον εαυτό του ποιος είναι και τι ζητάει, και παράλληλα ξέρει τι κουβαλάει.

Τροφοδοτεί και φροντίζει τον εαυτό του μέσα από την ενασχόλησή του με πράγματα που έχει επιλέξει, κάνοντας μια δουλειά που αγαπάει, έχοντας το δικό του κοινωνικό πλαίσιο, φίλους που τον αγαπούν και τους αγαπάει, γονείς, δραστηριότητες.

Αναζητά λοιπόν να δημιουργήσει σχέση με έναν αντίστοιχο άνθρωπο. Δεν έχει ανάγκη κάποιον.

Θέλει συντροφικότητα και οραματίζεται μια σχέση όπου ο ένας προσφέρει στον άλλο ό,τι καλύτερο κουβαλάει στην ψυχή του. Έχει καλλιεργήσει όμορφα πράγματα μέσα του, που θέλει να τα μοιραστεί με τον άνθρωπό του.

Αν λοιπόν βρεθείς σε μια σχέση στην οποία και εσύ ο ίδιος είσαι ολόκληρος και έχεις δίπλα σου έναν άλλο ολόκληρο άνθρωπο, τότε τροφοδοτείτε και οι δύο τη σχέση με ό,τι πιο όμορφο, με ό,τι πιο πολύτιμο έχετε. Και το κάνετε με πολύ κέφι όλο αυτό.

Φέρε στο μυαλό σου τις πρώτες φορές που βγαίνουμε ραντεβού, που νιώθουμε ερωτευμένοι και είμαστε πολύ ενθουσιασμένοι (η λέξη ενθουσιασμός σημαίνει εν Θεώ ουσία). Κάπως έτσι συμπεριφερόμαστε:

Προσφέρουμε ό,τι καλύτερο έχουμε.

Στα πρώτα ραντεβού κανείς δεν αρχίζει την γκρίνια, τη μουρμούρα και τα παράπονα τύπου:

«Μα γιατί δεν με πήρες δέκα φορές τηλέφωνο… Εγώ σε πήρα και δεν το σήκωνες…». Στα πρώτα ραντεβού δείχνουμε πάντα το καλό μας πρόσωπο, είμαστε πολύ άνετοι και πολύ απελευθερωμένοι και όλα είναι ωραία.

Τις πρώτες φορές λοιπόν κάνουμε το σωστό όσον αφορά την εικόνα μας. Όμως αυτό που δείχνουμε είναι η αλήθεια μας ή μήπως ένα ιδεατό πρόσωπο, που δελεάζει τον άλλο και έτσι γινόμαστε πολύ θελκτικοί, και στη συνέχεια βγαίνουν οι ανασφάλειές μας, ξαφνικά αλλάζουμε ρότα και ο άλλος βλέπει έναν άλλο άνθρωπο και φρικάρει;

Αν θυμάσαι λοιπόν πώς μπαίνουμε σε νέες σχέσεις και ότι όλα στην αρχή πηγαίνουν καλά, τότε θα καταλάβεις ότι μπαίνουμε για να δώσουμε. Και αυτό δεν πρέπει να αλλάξει ποτέ.

Θα μου πεις: «Συγγνώμη, Μάρεα, ναι, να δώσω ευχαρίστως. Εγώ όμως πότε θα πάρω; Δηλαδή δεν θέλω να με πιάσει κανείς κορόιδο. Δίνω, δίνω, δίνω, δίνω… Εγώ πότε παίρνω;».

Αυτό είναι πολύ ανθρώπινο. Καταλαβαίνω αυτόν τον φόβο που έχουμε οι άνθρωποι. Θέλω να σου πω όμως ότι, αν το σκεφτείς λίγο καλύτερα, θα καταλάβεις και μόνος σου ότι, αν δίνεις στη σχέση και μπαίνεις με αυτή την πρόθεση, και κυρίως αν δίνεις αυτά που ο άλλος έχει ανάγκη, τότε τον «γεμίζεις» με έναν άκρως ικανοποιητικό τρόπο, σε τέτοιον βαθμό, που ποια νομίζεις ότι θα είναι η πρώτη του φυσική αντίδραση. Τι θα θέλει να κάνει για εσένα; Εφόσον του δίνεις ΟΛΑ όσα χρειάζεται; Η φυσική του αντίδραση θα είναι να ΘΕΛΕΙ να σου δώσει και εκείνος πίσω.

Δίνεις λοιπόν αυτό που ο άλλος χρειάζεται, χωρίς να νιώθεις ότι σε «κλέβει», χωρίς να νιώθεις ότι «αδειάζεις», χωρίς να λες: «Σου έδωσα 5, μου χρωστάς 5».

Δίνεις γιατί έχεις. Αυτό κάνουν οι ολόκληροι άνθρωποι. Έχουν. Και δεν είναι ούτε δανεικά ούτε λίγα αυτά που έχουν. Δεν δίνουν από το υστέρημά τους. Ξέρουν να τροφοδοτούν τον εαυτό τους ώστε να συνεχίσουν να έχουν γεμάτη την ψυχή τους.

Και επειδή δίνεις όσα χρειάζονται προς την κατεύθυνση του συντρόφου σου, ο άλλος γεμίζει τόσο πολύ από τη δική σου αγάπη και παρουσία, που το μόνο που θέλει να κάνει ως αντίδραση είναι να σου δώσει πίσω αυτό που εσύ έχεις ανάγκη.

Καταλαβαίνεις ότι έτσι δημιουργείται μια ανοδική σπείρα (ίσως έχεις ακούσει και άλλες φορές για σπείρες, αλλά συνήθως είναι καθοδικές οι σπείρες που μας προβληματίζουν και εξετάζουμε).

Υπάρχει η ιδανική σχέση;

Αυτό λοιπόν που περιέγραψα πριν είναι μια ανοδική σπείρα, η οποία δεν τελειώνει, εξελίσσεται αδιαλείπτως. Αυτό που περιγράφω ονομάζεται Ιδανική Σχέση. Μπαίνεις στη σχέση για να δώσεις. Τελεία. Όχι για να πάρεις. Όσο περίεργο και να σου φαίνεται.

Υπάρχουν βέβαια και άλλα επίπεδα σχέσης.

Ένα κατώτερο επίπεδο σχέσης, που είναι το πιο σύνηθες και το βλέπουμε πάρα πολύ συχνά γύρω μας, είναι οι σχέσεις που δίνεις στον σύντροφό σου με απώτερο σκοπό να πάρεις.

Σκέφτεσαι δηλαδή: Θα σου δώσω ευχαρίστως, αλλά μισό λεπτό, δεν είμαι χαζός. Θέλω κι εγώ να πάρω. Και τότε αρχίζει το μέτρημα και στο μέτρημα τα πράγματα δεν είναι καλά.

Ανταλλακτική σχέση

Λειτουργεί ανταλλακτικά και έτσι αυτού του τύπου η σχέση λέγεται Ανταλλακτική σχέση.
Υπάρχουν επίσης κάποιες σχέσεις που είναι σκέτη καταστροφή. Αναφέρομαι στο είδος της σχέσης που μπαίνουμε για να πάρουμε και η οποία ονομάζεται Εγωιστική σχέση ή Η σχέση του μωρού. Γιατί, αν δεν δώσει η μαμά το γάλα στην ώρα του, τι θα κάνει το μωρό; Θα κλαίει σπαρακτικά και θα φωνάζει μέχρι κάποιος να το ταΐσει.

Εγωιστική σχέση κάνει κάποιος που νιώθει ότι του λείπουν πάρα πολλά, που δεν ξέρει πώς να τροφοδοτήσει μόνος του τον εαυτό του ή πιστεύει ότι δεν θα λεγόταν σχέση αν έπρεπε να τροφοδοτεί μόνος του τον εαυτό του. Θεωρεί ότι αυτή είναι δουλειά του συντρόφου του.

Σκέφτεται λοιπόν: Χρειάζομαι πολλά πράγματα. Δεν καταφέρνω ή δεν θέλω μόνος μου να τα καλύψω, οπότε κάνω μια ωραία σχέση και ο άλλος, εφόσον με αγαπάει, πρέπει να μου δίνει και να μου δίνει, ώστε κάποια στιγμή να γεμίσω όλα τα κενά μου. Όταν γεμίσω αρκετά, πιθανόν θα δώσω και εγώ κάτι σε εκείνον. Όμως πρώτα θα πρέπει να αισθανθώ ότι πήρα και δεν με έκλεψαν, δεν με κορόιδεψαν.

Σου κάνω αυτή την περιγραφή ώστε κατ’ αντιπαράσταση να μπορείς να διακρίνεις τις διαφορές αυτών των επιπέδων αγάπης (Εγωιστική και Ανταλλακτική) σε σχέση με την Αληθινή αγάπη, την ιδανική σχέση.

Στην ιδανική σχέση, λοιπόν, δεν κρέμεσαι από τον ώμο του συντρόφου σου. Δεν γαντζώνεσαι πάνω του, έχεις μια ζωή δική σου, πορεύεσαι σε αυτήν, εκτιμάς τον εαυτό σου. Είναι πολύτιμος ο εαυτός σου και τον φροντίζεις με τον καλύτερο τρόπο. Και προφανώς μοιράζεσαι ό,τι καλύτερο έχεις με τον σύντροφό σου.

Και αν το κάνεις με τον σωστό τρόπο, ο άλλος σου δίνει πίσω.

Αν όμως είσαι σε μια σχέση και δίνεις γιατί φοβάσαι μη χάσεις τον άλλο, τότε έχει πολύ συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο αυτή σου η απόφαση. Δεν ξεκινάς από το σωστό «δίνω», και θέλω να ξέρεις ότι δεν θα αντέξεις για πολύ.

Δεν μπορείς να δίνεις για πάντα, μόνο και μόνο για να μη χάσεις τον σύντροφό σου. Πρέπει να δίνεις μόνο με μία προϋπόθεση: Ότι είσαι γεμάτος εσύ, ότι ξέρεις να ικανοποιείς επαρκώς τις ανάγκες σου εσύ ο ίδιος, ότι είσαι ολόκληρος, οπότε έχεις πολλά «δώρα» μέσα σου και θέλεις να τα μοιραστείς με τον σύντροφό σου για να μεγιστοποιήσεις τη χαρά και των δυο σας.

Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο Σχολείο σχέσεων της Μάρεα Λαουτάρη. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα σε όλα τα βιβλιοπωλεία και στο www.dioptra.gr.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/psychologia-sxeseon/8185-mia-kali-sxesi-den-apoteleitai-apo-dyo-misa-alla-apo-dyo-oloklira.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Γιατί φοβόμαστε τόσο την κριτική των άλλων;

fovos kritikis 2Ο φόβος για την κριτική από τους γύρω μας μπορεί να σταθεί εμπόδιο σε πράγματα που θέλουμε να κάνουμε. Γιατί συμβαίνει αυτό και πώς θα το αποφύγουμε;

Ποιος φοβάται την κριτική; Έχετε νιώσει ποτέ έντονο άγχος λόγω της αρνητικής εικόνας που μπορεί να έχει κάποιος για εσάς; Έχετε νιώσει ότι ορισμένες επιλογές σας καθορίζονται με βάση την αποφυγή αρνητικών σχολίων από κάποιο φίλο, συνάδελφο, μέλος της οικογένειας ή ακόμα και κάποιον τυχαίο περαστικό ;

Ο φόβος της κριτικής είναι μια εντελώς φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού κατά την διάρκεια της εξέλιξης. Σκεφτείτε, για παράδειγμα, ένα νεογέννητο που ανακαλύπτει τον κόσμο και οτιδήποτε αγγίζει προσπαθεί να το βάλει σου στόμα του. Τη στιγμή που ο γονιός θα το σταματήσει, θα βιώσει μια πρώτη μορφή «κριτικής». Επίσης, ίσως έχετε παρατηρήσει ότι συχνά το πρώτο πράγμα που κάνουν τα παιδιά μόλις δοκιμάσουν κάτι καινούργιο είναι να γυρίσουν και να δουν την αντίδραση της μητέρας τους. Εάν αυτή έχει μορφή κριτικής, ξέρουν ότι αυτό δεν πρέπει να επαναληφθεί, ενώ αν έχει μορφή επιβράβευσης ξέρουν ότι έκαναν κάτι καλό.

Αυτή λοιπόν η κριτική-οριοθέτηση σχετικά με το τι είναι σωστό ή λάθος, καλό ή κακό, γίνεται αντιληπτή ως κάτι συνήθως δυσάρεστο αλλά απαραίτητο για την επιβίωσή μας. Έτσι εξηγείται το γιατί είναι τόσο βαθιά ριζωμένη μέσα μας.

Κριτική και ασυνείδητος φόβος

Όταν λέμε ότι η άποψη τρίτων μας είναι αδιάφορη, συνήθως δεν λέμε όλη την αλήθεια. Μπορεί σε συνειδητό επίπεδο να ορκιζόμαστε ότι κάτι τέτοιο δεν μας αφορά, αλλά σε συναισθηματικό, κάτι βαθιά μέσα μας μας ενοχλεί, άλλους περισσότερο και άλλους λιγότερο.

Από τη στιγμή που η κριτική ή ο φόβος της πιθανής κριτικής αποτελούν βασικό παράγοντα των όποιων επιλογών μας, τότε υπάρχει πρόβλημα που χρήζει αντιμετώπισης.

Ας δούμε πώς μπορούμε να μειώσουμε τον φόβο μας για κριτική, ώστε να βελτιώσουμε την ποιότητα των επιλογών μας και κατ’ επέκταση της καθημερινότητας μας.

Ερωτήματα και απαντήσεις

Πρώτα απ’ όλα, προσπαθήστε να εξορθολογίσετε τον φόβο της κριτικής. Την επόμενη φορά που θα τον νιώσετε, θέστε στον εαυτό σας το εξής ερώτημα: Αυτό που λένε για μένα πόσο μπορεί να επηρεάσει την καθημερινότητα ή τους στόχους μου, σε πρακτικό επίπεδο;

Εάν η απάντηση είναι  «καθόλου», τότε προσπεράστε την όποια κριτική. Αναγνωρίστε στον άλλον το δικαίωμα να έχει τη γνώμη του, που ως προσωπική του άποψη όμως δεν αφορά εσάς, όπως ενδεχομένως δεν σας αφορά η όποια προσωπική του άποψη για διάφορα άλλα θέματα.

Εάν, από την άλλη, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα φανερώνει ότι η κριτική όντως σας επηρεάζει σε πρακτικό επίπεδο, τότε μην σπαταλάτε τον χρόνο σας σκεπτόμενοι το πόσο άσχημα νιώθετε, αλλά κάντε οτιδήποτε περνάει από το χέρι σας για να το αντιμετωπίσετε.

Όσο πιο πολύ κρίνετε, τόσο πιο πολύ θα σκέφτεστε ότι οι άλλοι σας κρίνουν

Η έννοια της «προβολής»

Το δεύτερο βήμα για να απαλλαγείτε από τα δεσμά της κριτικής των άλλων είναι να κατανοήσετε και αποστασιοποιηθείτε από την έννοια της «προβολής». Στην ψυχολογία, η έννοια της «προβολής» συνίσταται στον ασυνείδητο μηχανισμό βάσει του οποίου έχουμε την τάση αποδίδουμε στους άλλους δικά μας ανεπιθύμητα συναισθήματα ή γνωρίσματα.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα σε ένα ζευγάρι είναι όταν ο σύντροφος που είναι άπιστος γίνεται επίσης ο πιο καχύποπτος. Αντίστοιχα, ο μεγαλύτερος εγωιστής θα κατηγορήσει τους άλλους για το πόσο εγωκεντρικοί ή ατομιστές είναι. Πιθανόν να έχετε αρκετά τέτοια παραδείγματα στην καθημερινότητά σας, όχι μόνο με προβολές που κάνουν άλλοι σε σας, αλλά και με προβολές που –αναπόφευκτα– κάνετε και εσείς σε άλλους.

Πώς μπορεί αυτή η γνώση να μας βοηθήσει; Είναι πολύ απλό. Τώρα που κατανοείτε την έννοια της προβολής, θα παρατηρήσετε ότι τη στιγμή που αρχίζετε να κρίνετε τους άλλους, δημιουργείτε ασυναίσθητα έναν φαύλο κύκλο στον οποίο παγιδεύεστε κι εσείς. Εάν θέλετε να ξεφύγετε από αυτό τον κύκλο, απαλλαγείτε από την συνήθεια να αντιμετωπίζετε τους πάντες και τα πάντα με κριτική διάθεση.

Όσο πιο πολύ κρίνετε, τόσο πιο πολύ θα σκέφτεστε ότι οι άλλοι σας κρίνουν. Μπορεί να μην είναι εύκολο στην αρχή, αλλά σίγουρα μπορείτε να το πετύχετε. Σπάστε τον κύκλο της κριτικής και απελευθερωθείτε.

Ο Κωνσταντίνος-Ρωμανός Ζησιμόπουλος είναι ψυχοθεραπευτής.

ΠΗΓΗ: https://www.ow.gr/psychologia/giati-fovomaste-toso-tin-kritiki-ton-allon/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Ποιες δύο λέξεις να αποφεύγεις όταν ζητάς συγνώμη

συγνωμηΤο να ζητάς συγνώμη δεν είναι εύκολο. Είναι, όμως, κάτι που κατά καιρούς χρειάζεται να κάνεις, γι΄αυτό καλό είναι να αποφεύγεις αυτές τις δύο λέξεις.

Ας ξεκινήσουμε με μια βασική παραδοχή. Το να ζητάς συγγνώμη μπορεί να σε κάνει να αισθάνεσαι άβολα, καθώς σε βάζει σε μια θέση ευαλωτότητας. Παρ’ όλα αυτά, το να μάθεις να την προσφέρεις με ειλικρίνεια μπορεί να βελτιώσει τη σχέση τόσο με τον εαυτό σου όσο και με το άτομο που έχεις απέναντί σου.

Οι συγγραφείς του βιβλίου «Say the Right Thing»,David Glasgow (εκτελεστικός διευθυντής του Meltzer Center for Diversity, Inclusion, and Belonging, επίκουρος καθηγητής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης) και Kenji Yoshino (Διευθυντής του Center for Diversity, Inclusion and Belonging και καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του NYU) αποκαλύπτουν τις δύο λέξεις που αποφεύγουν όσοι είναι καλοί στο να ζητάνε «συγγνώμη».

Αχ, αυτό το «αν»

«Συγγνώμη αν πληγώθηκες τόσο που δεν μπορείς να δεις ότι η αντίδρασή σου είναι υπερβολική»

Όταν χρησιμοποιείς μέσα στη συγγνώμη σου το μόριο «αν», στην ουσία αμφισβητείς την αντίδραση του αποδέκτη στο λάθος σου και όχι το ίδιο το λάθος. Με άλλα λόγια, δεν αναγνωρίζεις τη βλάβη που έχεις προκαλέσει, ενώ στη χειρότερη περίπτωση μετατοπίζεις την ευθύνη κάπου αλλού, έξω από σένα. Βέβαια, αν όντως δεν είσαι βέβαιος για τη ζημιά που έχεις προκαλέσει, το πιο απλό πράγμα που μπορείς να κάνεις είναι να ρωτήσεις.

Ναι μεν, αλλά…

«Συγγνώμη, αλλά είχα μια κακή μέρα»

Όταν ζητάς συγγνώμη, φρόντισε να μην ξεκινάς την πρότασή σου με ένα «συγγνώμη, αλλά…». Με τον τρόπο αυτό, όχι μόνο προσπαθείς να διώξεις την ευθύνη από πάνω σου (λες και μια άγνωστη δύναμη σε ανάγκασε να σφάλεις), αλλά υπονοείς ότι το σφάλμα αυτό μπορεί να επαναληφθεί. Αν έβαλες τις φωνές στο παιδί σου, επειδή είχες μια κακή μέρα, αυτό θα μπορούσε να συμβεί ξανά, όταν πάλι θα έχεις μια κακή μέρα; Πριν μπεις στον πειρασμό να δώσεις μια εξήγηση, σκέψου αν την προσφέρεις επειδή βοηθά εσένα ή το άτομο που έχεις βλάψει.

Πώς να ζητάς συγνώμη

Σύμφωνα με τους δύο συγγραφείς, μιας απλή, ειλικρινής και αποτελεσματική συγγνώμη χρειάζεται να καλύπτει αυτό που ονομάζουν «τα τέσσερα Rs»:

  1. Αναγνώριση (Recognition): Πρόκειται για την αναγνώριση της βλάβης, το να δείξεις ότι αναγνωρίζεις τι έχεις κάνει. Έτσι, αποφεύγεις τα «αν».
  2. Ευθύνη (Responsibility): Αποδέξου το σφάλμα σου. Own it, που λένε και οι Αμερικάνοι. Άσε, λοιπόν, κατά μέρος τα «αλλά».
  3. Μεταμέλεια (Remorse): Εξέφρασε με ειλικρίνεια τη μεταμέλειά σου για τη βλάβη που προκάλεσες. Μην προσπαθείς να δικαιολογήσεις τις πράξεις σου και μην το παρακάνεις με την έκφραση τύψεων. Δεν είναι ώρα να το παίξεις drama queen ή king. Το μόνο που χρειάζεται είναι να εννοείς αυτό που λες.
  4. Αποκατάσταση βλάβης (Redress): Το τελευταίο βήμα σε μια γνήσια συγγνώμη είναι η λήψη μέτρων για τη διόρθωση της βλάβης. Όταν συνδυάζεις μια δήλωσης συγγνώμης με μια δήλωση επανόρθωσης, έχεις περισσότερες πιθανότητες να κερδίσεις τη συγχώρεση. Έχε, φυσικά, στο μυαλό σου ότι η αποκατάσταση μπορεί να απαιτεί σημαντικό χρόνο και ενέργεια.

ΠΗΓΗ: https://www.ow.gr/psychologia/poies-dio-lexeis-na-apofevgeis-otan-zitas-singnomi/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Τι χρειάζεται για να μάθουμε πραγματικά τον εαυτό μας;

7 Βήματα για να αγαπήσετε τον εαυτό σας

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Συχνά διδασκόμαστε από μικροί ένα ισχυρό σύνολο κανόνων, ίσως από τους γονείς μας ή από την κουλτούρα μας, πως τάχα έχουμε την υποχρέωση να ζήσουμε με έναν ορισμένο τρόπο.

Ενστερνιζόμαστε όλα αυτά τα εξωτερικά μηνύματα και φτάνουμε να πάρουμε ως δεδομένο πως οφείλουμε να μελετήσουμε σκληρά στο σχολείο, πως οφείλουμε να πάμε στο πανεπιστήμιο, να εργαστούμε σε μια ανταγωνιστική βιομηχανία, να ανέλθουμε στην κορυφή.

Αυτές είναι συγκεκριμένες γραμμές πλεύσης που ίσως ταιριάζουν σε πολύ κόσμο, αλλά σίγουρα δεν ταιριάζουν σε όλους. Με κάποιον τρόπο, κάποιος ή κάτι άρπαξε το τιμόνι από τα χέρια σας και τώρα είναι δική σας δουλειά να το πάρετε πίσω.

Αναρωτιέμαι πόσοι από εμάς έχουμε υπεύθυνες επαγγελματικές θέσεις, τη στιγμή που θα προτιμούσαμε να εργαζόμαστε σε ένα πάρκο σκύλων. Ίσως έχουμε δουλειά που δεν τη βρίσκουμε ικανοποιητική, όχι μόνο για οικονομικούς λόγους, αλλά επειδή ανησυχούμε για το τι θα σκεφτούν οι άλλοι.

Συμπληρώνουμε τα κουτάκια που θα έπρεπε να συμπληρώσουμε, καθηλωμένοι από όλα τα «πρέπει» που έχουμε διδαχθεί από μικροί. Κι είναι εύκολο να πέσει κανείς στην παγίδα αυτού του παιχνιδιού.

Αποκτούμε τη συνήθεια να μας λένε οι άλλοι τι θέλουμε, τι χρειαζόμαστε και τι θα πρέπει να κάνουμε. Έχω παρατηρήσει πως, όταν κάποιος είναι πολύ άκαμπτος και δεν αφήνει καινούρια άτομα να έρθουν κοντά του, ή, τουλάχιστον, δεν τα αφήνει για πολύ, συνεχίζει να έχει τις παλιές πεποιθήσεις του και να επιτρέπει να τον πλησιάσουν αυτοί που του ενστάλαξαν εξαρχής αυτές τις πεποιθήσεις. Κι έτσι είναι δύσκολο, αν κι όχι ακατόρθωτο, να αλλάξει πορεία.

Για να μάθουμε τι είδους κατεύθυνση θέλουμε να ακολουθήσουμε στη ζωή, πρέπει να επεξεργαστούμε αυτό που νιώθουμε. Αφού κατανοήσουμε τα συναισθήματά μας, θα μπορέσουμε να βρούμε τι θέλουμε, και τότε θα είμαστε σε θέση να το επιδιώξουμε.

Αν νιώθετε ανήσυχοι και ταυτόχρονα παλεύετε να καταλάβετε τι ακριβώς θέλετε να αλλάξετε, μην πιέζεστε. Αντί γι’ αυτό, δοκιμάστε την εξής άσκηση:

Τι σας έρχεται στον νου όταν σκέφτεστε τις λέξεις «αφοσίωση και ενθουσιασμός»;
Σκεφτείτε τη λέξη «επιβράβευση» – τι σας έρχεται στον νου;

Γράψτε αυτές τις λέξεις σε ένα χαρτί και δείτε τι θα προκύψει. Δείτε το ως καταιγισμό ιδεών και μην απορρίψετε καμία.

Μη βιαστείτε. Σημειώστε λέξεις ή εικόνες που έρχονται στο μυαλό σας στη διάρκεια αυτής της άσκησης.Ύστερα κοιτάξτε τες ξανά και δείτε ποια ξεχωρίζει.

Νομίζω πως είναι καλή ιδέα να καταγράψετε τα όνειρά σας και να δείτε τι είδους συναισθήματα και εικόνες σάς γεννούν. Τα όνειρα είναι ικανά να μας εξοπλίζουν με χρήσιμες μεταφορές, που μπορούν να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε τι χρειαζόμαστε.

Είναι σημαντικό να ακούτε τα συναισθήματά σας στη διάρκεια της άσκησης, ώστε να κινητοποιηθείτε και να βάλετε σε εφαρμογή τις αλλαγές που θα σας βοηθήσουν να ζήσετε καλύτερα. Χωρίς συναισθήματα είναι αδύνατον να ξέρουμε τι θέλουμε, κι αν δεν ξέρουμε τι λαχταράμε, πώς θα μπορέσουμε να το αναζητήσουμε;

Συχνά, όταν βρισκόμαστε σε κάποιο σταυροδρόμι, μαρμαρώνουμε από τον φόβο πως θα κάνουμε μια λανθασμένη επιλογή.

Έχουμε την αίσθηση πως θα αποφύγουμε τα λάθη, αν δεν πάρουμε καμία απόφαση. Αλλά κι αυτό ακόμη είναι μία επιλογή κι ενδέχεται, όπως κάθε επιλογή, να είναι λανθασμένη. Πιστεύω πως είναι αδύνατον να γνωρίζουμε εκ των προτέρων αν μια επιλογή είναι σωστή – κανείς μας δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον.
Τα λάθη και οι αποτυχίες είναι κάτι απαραίτητο για να ωριμάσουμε.
Ακόμη «μία διαολεμένη ευκαιρία για μάθηση», όπως θα λέγαμε στην ψυχοθεραπεία.
Να είστε λιγότερο απαισιόδοξοι και να δοκιμάζετε καινούρια πράγματα. Ακόμη κι αν δεν πετύχουν, θα είστε ένα βήμα πιο κοντά στο σημείο που θέλετε να βρεθείτε.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/selfhelp/8197-ti-xreiazetai-gia-na-mathoume-pragmatika-ton-eafto-mas.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Λεκτική βία

Threads of Life

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Είναι δύσκολο να προσδιορίσεις τη λεκτική κακοποίηση και να την αποδείξεις, ακριβώς γιατί σε αντίθεση με τις υπόλοιπες μορφές βίας δεν είναι ορατή. Είναι ύπουλη, δεν αφήνει σημάδια και οι συνέπειές της φαίνονται πολύ αργότερα, ίσως πολλές φορές όταν είναι ήδη πολύ αργά πια.

Λεκτική βία. Η πιο υποτιμημένη και ξεχασμένη μορφή βίας. Όταν ακούμε βία συνήθως μας έρχεται στο μυαλό η σωματική ή σεξουαλική κακοποίηση κάποιου. Ξύλο, μπουνιές, σφαλιάρες, ασέλγεια, κατ’οίκον περιορισμός και παρεμπόδιση του άλλου από το να βγει από το σπίτι, χρήση οποιουδήποτε μέσου για τον τραυματισμό του σώματος κάποιου που βρίσκεται σε μειονεκτική θέση, γιατί είναι πιο αδύναμος και απροστάτευτος απέναντι στο θύτη του, επειδή είναι παιδί ή γυναίκα ή ηλικιωμένος ή οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος που ανήκει σε κάποια ευπαθή ομάδα.

Υπάρχουν χιλιάδες τρόποι με τους οποίους μπορεί να βλάψεις σωματικά και σεξουαλικά έναν άνθρωπο και το χειρότερο είναι ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων το θύμα γνωρίζει το θύτη του. Μπορεί να είναι ο πατέρας του, η μητέρα του, ο θείος, ο παππούς, ο αδερφός, ο/η σύντροφος, ο γείτονας, ο συμμαθητής του, κάποιος φίλος ή συνάδελφος. Κάποιος «οικείος».

Αυτές οι μορφές βίας είναι οι πιο γνωστές και «απτές», συνήθως αφήνουν σημάδια πίσω τους. «Αποδεικτικά στοιχεία». Κι αυτός είναι ένας λόγος που είναι πιο διαδεδομένες. Είναι πιο προφανείς. Έχεις κάτι «χειροπιαστό» που σε διευκολύνει, όσο είναι εφικτό, γιατί ποτέ δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίσεις μια οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης και να δικαιωθείς, ειδικά βάσει νομοθεσίας στην Ελλάδα, να αποδείξεις τη βία που υπέστης, την κακοποίηση. Οι πληγές στο σώμα σου, οι μώλωπες και τα χτυπήματα μιλάνε από μόνα τους. Τι γίνεται όμως με τη λεκτική βία;

Μέχρι πριν κάποια χρόνια ο κόσμος δεν ήξερε καν ότι υπάρχει λεκτική μορφή βίας, πόσο μάλλον τί είναι και ίσως από κάποιους δεν έχει γίνει ακόμα πλήρως αποδεκτή. Είναι δύσκολο να προσδιορίσεις τη λεκτική κακοποίηση και να την αποδείξεις, ακριβώς γιατί σε αντίθεση με τις υπόλοιπες μορφές βίας δεν είναι ορατή.

Είναι ύπουλη, δεν αφήνει σημάδια και οι συνέπειές της φαίνονται πολύ αργότερα, ίσως πολλές φορές όταν είναι ήδη πολύ αργά πια. Παρόλο που και στις άλλες δύο μορφές βίας πέρα από τη σωματική κακοποίηση υπάρχει και η ψυχολογική, γιατί είναι αδύνατον κάποιος να τραυματίσει το σώμα σου χωρίς να τραυματίσει και τη ψυχή σου, η λεκτική κακοποίηση είναι καθαρά ψυχολογική, γιατί σε χτυπάει κατευθείαν στο συναίσθημα.

Κάποιες φορές ο θύτης δεν συνειδητοποιεί ότι ασκεί ψυχολογική βία σε κάποιον. Συνήθως όμως χρησιμοποιείται σαν «όπλο» για να «πείσεις» τον άλλο να κάνει ή να μην κάνει, αυτό που θες εσύ. Ο αδύναμος, ο απροστάτευτος, ο εξαρτημένος από κάποιον λόγω εξουσίας, δύναμης ή ανάγκης, εξαναγκάζεται να υποταχθεί σ’αυτό που επιβάλλει ο πιο δυνατός, γιατί αν δεν το κάνει, θα υπάρξουν συνέπειες.

Ο θύτης ποντάρει στη συναισθηματική ευαλωτότητα του θύματος για να εξασφαλίσει αυτό που θέλει. Τον απειλεί, τον τρομοκρατεί, χρησιμοποιεί κάθε μέσο ή δικαιολογία για να κερδίσει την υποταγή του άλλου στο θέλημά του. Οι περιπτώσεις της λεκτικής βίας είναι πολλές και δεν χρειάζεται να ψάξετε πολύ για να τις βρείτε. Λεκτική βία μπορεί να έχετε υποστεί εσείς οι ίδιοι, ο γείτονάς σας, ο φίλος σας, η αδερφή σας, ο συμμαθητής ή η συμμαθήτριά σας στο σχολείο.

Λεκτική βία μπορεί να έχετε ασκήσει κι εσείς οι ίδιοι, έστω και «άθελά» σας. Λεκτική βία μπορεί να ασκήσει ένας γονιός στο παιδί του, όπως κι ένα παιδί στο γονιό του. Μάλιστα είναι πολύ συνηθισμένο, κάτι που όμως δεν το καθιστά επιτρεπτό κι αποδεκτό, γονείς να ασκούν λεκτική βία στα παιδιά τους για να καταφέρουν να τους επιβάλλουν τη θέλησή τους.

Και η λεκτική κακοποίηση δεν σταματά όταν κάποιος ενηλικιώνεται. Είναι πολλοί οι γονείς που θέλουν να έχουν τα παιδιά τους υπό τον έλεγχό τους κάθε ώρα και στιγμή. Όταν παύουν τα λογικά επιχειρήματα και η όποια «εξουσία» μπορεί να είχαν στο παιδί τους όσο ήταν ανήλικο, αρχίζουν οι απειλές και οι συναισθηματικοί εκβιασμοί. Γιατί δεν συνειδητοποιούν ότι το παιδί μεγάλωσε πλέον, είναι ανεξάρτητο, έχει τις δικές του ανάγκες κι επιθυμίες, τη δική του ζωή να ορίσει και να ζήσει.

Δεν ήταν κανενός μας επιλογή το να γεννηθεί. Είναι όμως δική μας επιλογή να ζήσουμε τη ζωή που θέλουμε κι όχι τη ζωή που θέλει να μας επιβάλλει κάποιος άλλος είτε γιατί έχει απωθημένα είτε γιατί ο κόσμος είναι κακός κι επικίνδυνος και θέλει να μας (υπερ)προστατεύσει είτε γιατί απλώς θέλει να μας ελέγχει είτε γιατί αυτό που λέει είναι για το “καλό” μας.

Το παιδί σου, δεν σου ανήκει, δεν είναι κτήμα σου. Όσο και να θες να το προστατέψεις από τους εξωτερικούς κινδύνους, θα προσπαθείς πάντα για το ανέφικτο, ιδίως αν το παιδί σου είναι πλέον ενήλικας. Η υπερπροστασία μπορεί να αποβεί το ίδιο επιβλαβής με την έλλειψη προστασίας.

Η ζωή είναι απρόβλεπτη και τα πράγματα που μπορούμε να ελέγξουμε είναι πολύ λίγα. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ζούμε ριψοκίνδυνα και να “προκαλούμε” την τύχη μας, αλλά ούτε κι ότι πρέπει να ζούμε με το φόβο για το τί μπορεί να συμβεί αύριο. Δεν έχει νόημα μια τέτοια ζωή μέσα σε καταναγκασμούς και περιορισμούς. Και δεν σου εγγυάται κανένας ότι μην κάνοντας τίποτα από φόβο και μένοντας κλεισμένος στο σπίτι σου θα είσαι ασφαλής.

Συνδέουμε τον κίνδυνο με κάποιον εξωτερικό παράγοντα και φοβόμαστε. Μην βγεις έξω, πρόσεχε, θα σε κλέψουν, θα σε τρακάρουν, θα σε σκοτώσουν, θα…θα…Από το συναισθηματικό τραύμα πώς προστατευόμαστε;

Γιατί όταν μια ζωή δεν κάνεις αυτά που θες επειδή φοβάσαι ή απαγορεύεις και εκβιάζεις συναισθηματικά το παιδί σου ή οποιονδήποτε άλλο να μην κάνει ελεύθερα τις επιλογές του ή ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό σου, φθείρεσαι συναισθηματικά ή φθείρεις τον άλλο. Κάνεις κακό στη ψυχή σου ή στη ψυχή κάποιου. Και δυστυχώς οι συνέπειες της κακοποίησης αυτής, δεν είναι άμεσα διακριτές.

Το άγχος, η θλίψη, ο θυμός που σε γεμίζει η λεκτική κακοποίηση που υφίστασαι ή οι ενοχές που σε πλημμυρίζουν, γιατί άφησες ή αφήνεις το θύτη να σε κακοποιεί λεκτικά και να σε εξουσιάζει, μπορεί να κάνουν πολύ μεγάλη «ζημιά» σε ψυχολογικό επίπεδο, το οποίο επειδή είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το σωματικό θα έχει και άλλες προεκτάσεις. Η λεκτική βία μπορεί να «εκδηλωθεί» στο σώμα μας με διάφορους τρόπους: ταχυκαρδίες, πίεση, ζαλάδες, υπερένταση, εξανθήματα, στομαχικές κράμπες, αϋπνίες, μείωση της όρεξης για φαγητό.

Επιπλέον, η ψυχολογική βία οδηγεί σε απώλεια ενδιαφέροντος, ψυχοκοινωνική απόσυρση, άρνηση να έρθει κάποιος σε επαφή με το περιβάλλον και τους ανθρώπους που σχετίζονται με τη λεκτική κακοποίηση (π.χ. ένας μαθητής μπορεί να αρνείται να πάει στο σχολείο γιατί οι συμμαθητές του τον τραμπουκίζουν και τον κοροϊδεύουν ή κάποιος να μην θέλει να πάει στη δουλειά του γιατί το αφεντικό του ή οι συνάδελφοί του τον βρίζουν και τον εξευτελίζουν).

Η κακή ψυχολογική διάθεση λόγω της πίεσης που δέχεται το άτομο που υφίσταται λεκτική βία μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, με ό, τι προεκτάσεις μπορεί να έχει ένα τέτοιο γεγονός. H κατάθλιψη συνδέεται στενά με την εμφάνιση πολλών σωματικών ασθενειών (καρκίνος, διαβήτης, παχυσαρκία, καρδιαγγειακές παθήσεις κ.λ.π.).

Tέλος, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που αυτοκτόνησαν μη βρίσκοντας άλλη διέξοδο στη συναισθηματική τους βία. Τα λόγια κάποιου έχουν τη δύναμη να σε στραγγαλίσουν κυριολεκτικά και μεταφορικά. Σοφά λέμε «η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει».

Συνεπώς, πρέπει να αντιληφθούμε το μέγεθος των επιπτώσεων της ψυχολογικής βίας και να προσέχουμε πολύ καλά τι κάνουμε και τι λέμε. Όπως επίσης και τι δεν λέμε και δεν κάνουμε όταν πρέπει. Δεν πρέπει να στεκόμαστε θεατές στην κακοποίηση κάποιου είτε είναι σωματική είτε είναι σεξουαλική είτε λεκτική. Μη φοβάστε να μιλήσετε. Είτε είστε το θύμα της κακοποίησης είτε μάρτυρας είτε γνώστης αυτής, μιλήστε, απευθυνθείτε σε κάποιον αρμόδιο και σπάστε τον κύκλο της βίας.

ΠΗΓΗ: https://www.psychologynow.gr/arthra-psyxologias/sxeseis/kakopoiisi/7133-lektiki-via.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Ξετυλίγοντας τον περίπλοκο ιστό του σχολικού εκφοβισμού

image0

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Ο σχολικός εκφοβισμός παραμένει ένα διάχυτο και βαθιά ριζωμένο ζήτημα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα παγκοσμίως, υπερβαίνοντας τα γεωγραφικά, πολιτιστικά και κοινωνικοοικονομικά όρια. Αυτό το άρθρο εμβαθύνει στην πολύπλευρη φύση του σχολικού εκφοβισμού, διερευνώντας τους ορισμούς του, τις διάφορες μορφές, τις υποκείμενες αιτίες, τις συνέπειες και τις πιθανές παρεμβάσεις.

Μέσα από την βιβλιογραφία, αυτή η περιεκτική εξέταση επιδιώκει να ρίξει φως στην περίπλοκη δυναμική του εκφοβισμού στο σχολικό περιβάλλον.

Ορισμός του Σχολικού Εκφοβισμού

Πριν εμβαθύνουμε στην εκτενή βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε με σαφήνεια τον ορισμό του.

Ο σχολικός εκφοβισμός ορίζεται συνήθως ως μια επαναλαμβανόμενη και σκόπιμη επιθετική συμπεριφορά που πραγματοποιείται από ένα άτομο ή μια ομάδα ανθρώπων που κατέχουν μεγαλύτερη δύναμη ή επιρροή πάνω στο θύμα, με στόχο να προκληθεί φόβος, πόνος ή αναστάτωση (Olweus, 1993).

Αυτός ο ορισμός περιλαμβάνει μια σειρά συμπεριφορών, από τη σωματική επιθετικότητα έως τη λεκτική κακοποίηση και τη σχεσιακή χειραγώγηση.

Χαρακτηριστικά Σχολικού Εκφοβισμού

Υπάρχουν ορισμένα χαρακτηριστικά που μπορούν να περιγράψουν το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού ένα εκ των οποίων είναι η πρόθεση του δράστη να βλάψει. Για παράδειγμα, οι φίλοι πειράζονται μεταξύ τους μεν αλλά δεν έχουν πρόθεση να ταπεινώσουν τον άλλο, οπότε δεν θεωρείται μορφή σχολικού εκφοβισμού, όταν ωστόσο το περιπαιχτικό ύφος έχει ως στόχο να υποτιμήσει και να αναστατώσει τον άλλο, τότε θεωρείται ως θυματοποίηση.

Ένα άλλο εξίσου σημαντικό χαρακτηριστικό είναι ότι η πράξη αυτή έχει ως αποτέλεσμα να προκληθεί βλάβη (σωματική/ψυχολογική) στο άτομο που είναι δέκτης αυτής της επιθετικής συμπεριφοράς, καθώς και το γεγονός ότι περιλαμβάνει άμεσους και έμμεσους τύπους. Επιπλέον, υπάρχει επανάληψη της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Ένα μεμονωμένο συμβάν όπως η ανάμειξη σε ένα καβγά δεν λαμβάνεται ως σχολικός εκφοβισμός.

Τέλος, ένα ακόμα χαρακτηριστικό είναι η ασυμμετρία της δύναμης, καθώς υπάρχει κατάχρηση της εξουσίας από την πλευρά του δράστη. Η «ανωτερότητα» αυτή μπορεί να προέρχεται λόγω ηλικίας, φυσικής δύναμης ή ψυχικής αντοχής του θύτη.

Μορφές Σχολικού Εκφοβισμού

Η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό προσδιορίζει ορισμένες διαφορετικές μορφές, καθεμία από τις οποίες αφήνει μοναδικό αντίκτυπο στο θύμα.

Ο σωματικός εκφοβισμός περιλαμβάνει άμεση σωματική βλάβη ή την απειλή του, όπως χτυπήματα, κλωτσιές ή σπρωξίματα.

Ο λεκτικός εκφοβισμός περιλαμβάνει την επωνυμία, τα πειράγματα και τον χλευασμό, ενώ ο κοινωνικός ή σχεσιακός εκφοβισμός περιλαμβάνει σκόπιμα αποκλεισμό ή διάδοση φημών για ένα άτομο.

Ακόμα, υπάρχουν και τα κακοήθη πειράγματα, ο αποκλεισμός του παιδιού από την ομάδα και η αρπαγή ή η καταστροφή πραγμάτων.

Αυτές οι μορφές διακρίνονται σε άμεσες και έμμεσες εκφοβιστικές συμπεριφορές. Ως άμεσες χαρακτηρίζονται η φυσική επίθεση (π.χ. κλωτσιές) και η λεκτική κακοποίηση (π.χ. βρισιές), ενώ ο κοινωνικός αποκλεισμός και η διάδοση φημών, θεωρούνται έμμεσες μορφές.

Επιπλέον, ο διαδικτυακός εκφοβισμός (cyberbullying) έχει αναδειχθεί ως μια σύγχρονη μορφή, χρησιμοποιώντας ψηφιακές πλατφόρμες για την παρενόχληση, τον εκφοβισμό ή τη διάδοση ψευδών πληροφοριών για το θύμα.

Υποκείμενες Αιτίες Σχολικού Εκφοβισμού

Πλήθος παραγόντων συμβάλλουν στην εκδήλωση του σχολικού εκφοβισμού. Ένας παράγοντας που συζητείται ευρέως είναι ο ρόλος του σχολικού περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένης της κουλτούρας, των πολιτικών και της εποπτείας του.

Η δυναμική της οικογένειας και η κοινωνικοοικονομική κατάσταση διαδραματίζουν επίσης κρίσιμο ρόλο, καθώς τα παιδιά από ασταθή ή καταχρηστικά νοικοκυριά μπορεί να εκδηλώσουν συμπεριφορά εκφοβισμού.

Επιπλέον, ψυχολογικοί παράγοντες όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη ενσυναίσθησης ή η επιθυμία για εξουσία και έλεγχο καθώς και η ανασφάλεια και η ανεπάρκεια του παιδιού συμβάλλουν στη διαιώνιση του εκφοβισμού και το καθιστούν εύκολο στόχο για τους εκφοβιστές.

Τέλος, ένας ακόμα παράγοντας που παίζει ρόλο είναι η έλλειψη ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με το θέμα του εκφοβισμού.

Συνέπειες Σχολικού Εκφοβισμού

Οι συνέπειες του σχολικού εκφοβισμού εκτείνονται πέρα από τον άμεσο αντίκτυπο στο θύμα. Τα θύματα συχνά βιώνουν σωματική και ψυχολογική δυσφορία, οδηγώντας σε ζητήματα όπως άγχος, κατάθλιψη, ακόμη και αυτοκτονικό ιδεασμό (Swearer et al., 2010).

Οι δράστες μπορεί να αντιμετωπίσουν πειθαρχικά μέτρα και, μακροπρόθεσμα, μπορεί να εκδηλώσουν παραβατική συμπεριφορά στην ενήλικη ζωή.

Ολόκληρη η σχολική κοινότητα επηρεάζεται επίσης, παρατηρώντας μια πτώση στο συνολικό μαθησιακό περιβάλλον και μια πιθανή διάβρωση της εμπιστοσύνης μεταξύ των μαθητών, των δασκάλων και των γονέων.

Παρεμβάσεις και Στρατηγικές Πρόληψης

Η αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που θα περιλαμβάνει εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Πολυάριθμες στρατηγικές παρέμβασης και πρόληψης έχουν προταθεί και εφαρμοστεί σε διάφορα εκπαιδευτικά περιβάλλοντα.

Οι προσεγγίσεις για ολόκληρο το σχολείο, όπως το Πρόγραμμα Πρόληψης του Εκφοβισμού Olweus, επικεντρώνονται στην αλλαγή ολόκληρης της σχολικής κουλτούρας για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος δυσανεξίας στον εκφοβισμό. Τα προγράμματα κοινωνικο – συναισθηματικής μάθησης στοχεύουν να εξοπλίσουν τους μαθητές με δεξιότητες όπως η ενσυναίσθηση και η επίλυση συγκρούσεων, η καλλιέργεια θετικών σχέσεων και η μείωση των περιστατικών εκφοβισμού.

Ακόμα, σημαντική είναι και η ενίσχυση της ευαισθητοποίησης και πιο συγκεκριμένα η ενημέρωση των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με τον σχολικό εκφοβισμό και τις επιπτώσεις που έχει στα παιδιά.

Επιπλέον, είναι πολύ σημαντικό για την πρόληψη του σχολικού εκφοβισμού η ενίσχυση της επικοινωνίας μεταξύ των μαθητών, των εκπαιδευτικών και των γονέων για την άμεση αναφορά ή αντιμετώπιση ενός συμβάντος εκφοβισμού.

Τέλος, σημαντική είναι, επίσης, η συνεργασία με την τοπική κοινότητα για τη δημιουργία προγραμμάτων αντιμετώπισης και πρόληψης του εκφοβισμού.

Προτάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Με βάση τις προτάσεις που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη εντοπισμού και επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων που έχουν να κάνουν με την νεανική εγκληματικότητα.

Επιπρόσθετα, τονίστηκε ότι είναι πολύ σημαντικός και ο ρόλος τόσο των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών, οι οποίοι θα πρέπει να ακολουθήσουν μία ενιαία γραμμή έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η βία.

Ακόμα, είναι σημαντική η συνεισφορά γονέων και εκπαιδευτικών καθώς μπορούν ακόμα να ενθαρρύνουν τους νέους για συμμετοχή στα κοινά και στον αθλητισμό, να προβάλλουν σωστά πρότυπα συμπεριφοράς αλλά και να συνεργάζονται με φορείς για την εξάλειψη της νεανικής παραβατικότητας.

Συμπέρασμα

Συμπερασματικά, η βιβλιογραφία για τον σχολικό εκφοβισμό παρουσιάζει μια σύνθετη εικόνα ενός διάχυτου ζητήματος με εκτεταμένες συνέπειες.

Η κατανόηση των διαφόρων μορφών, αιτιών και συνεπειών του εκφοβισμού είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών παρεμβάσεων και στρατηγικών πρόληψης.

Καθώς τα σχολεία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν αυτήν την κοινωνική πρόκληση, είναι απαραίτητη μια συντονισμένη προσπάθεια από εκπαιδευτικούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για να δημιουργηθούν ασφαλή και γαλουχητικά περιβάλλοντα όπου όλοι οι μαθητές μπορούν να ευδοκιμήσουν χωρίς να φοβούνται τον εκφοβισμό.

Βιβλιογραφία
Olweus, D. (1993). Bullying at school: What we know and what we can do. Wiley.
Swearer, S. M., Espelage, D. L., & Napolitano, S. A. (2010). Bullying prevention and intervention: Realistic strategies for schools. Guilford Press.

ΠΗΓΗ: https://www.psychology.gr/sholiki-psychologia/8088-ksetyligontas-ton-periploko-isto-tou-sxolikoy-ekfovismoy.html

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο

Τα πιο Μεγάλα «ΛΑΘΗ» των Γονιών του χθες και του σήμερα

istock 000010980924 large 1

επιλογή εικόνας : Νίκος Δημητρίου

Αν μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα γονεϊκό «λάθος», ποιο θα ήταν αυτό που κάνει κατεξοχήν η δική μας γενιά; Και πώς διαφέρει από της προηγούμενης; 

Προτού διαβάσετε αυτό το κείμενο, να ξεκαθαρίσουμε πως η λέξη «λάθος» σε καμία περίπτωση δεν χρησιμοποιείται για να κατακρίνει ή να καταδείξει μια καταστροφική αστοχία εκ μέρους των γονιών. «Πιο εύκολα λέγεται, παρά γίνεται να είσαι ο ιδανικός γονιός. Δεν υπάρχουν τέτοιες συνταγές. Επιπλέον, τα δεδομένα αλλάζουν ταχύτατα. Αυτό που σήμερα θεωρείται σημαντικό, πρέπον ή κατάλληλο θα είναι διαφορετικό μέσα σε λίγα χρόνια, ξεπερασμένο», μας είπε ο Διονύσης Σακκάς, ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Συστημικής Θεραπείας Οικογένειας, Ομάδας και Ατόμου, σχολιάζοντας ορισμένα συνηθισμένα «λάθη» των οικογενειών. 

Λυσάρι καλού γονέα δεν υπάρχει. Ακόμη κι αν στις μέρες μας κυκλοφορούν πολλά βιβλία καθοδήγησης, η θεωρία είναι πάντα διαφορετική από την πράξη. Η κάθε οικογένεια έχει τη δική της δυναμική, που καθορίζεται από τις σχέσεις των μελών της και την προσωπική ιστορία του καθενός. Είναι ανέφικτο να μπούμε όλοι σε μια νόρμα.

Στην αληθινή ζωή, παραλείψεις γίνονται. Κάθε γενιά κάνει τις δικές της. Οι άνθρωποι ανέκαθεν μεγάλωναν παιδιά ανάλογα με τα δεδομένα της εποχής και τον χαρακτήρα τους. Το καλό με τη δική μας εποχή είναι ότι έχουμε αρκετή πληροφορία για να μπορούμε να παίρνουμε τις αποστάσεις μας και να παρατηρούμε τις συνήθειές μας (μερικές φορές, μάλιστα, ίσως περισσότερη από όση χρειαζόμαστε). Αυτό μας βοηθάει να τις εξηγούμε και να τις αλλάζουμε, αν θέλουμε να γινόμαστε καλύτεροι. Και αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός του άρθρου. 

Το «λάθος» των γονιών μας: Η ζωή που δεν έζησαν

Από τη στιγμή που η αστική οικογένεια εξασφάλισε τα προς το ζην και απέκτησε πρόσβαση στη μόρφωση, ξεπέρασε το «κάνουμε οικογένεια γιατί αυτός είναι ο προορισμός του ανθρώπου» και οι προτεραιότητες άλλαξαν. Οι γονείς είναι πλέον συνειδητοποιημένοι. Κάνουν οικογένεια επειδή η οικογένεια τους εξελίσσει ως ανθρώπους. Επειδή μέσω αυτής θέλουν να δώσουν ένα καλύτερο μέλλον στα παιδιά τους. Και κάπου εδώ το καλύτερο μέλλον των παιδιών… ταυτίστηκε με τη ζωή που δεν έζησαν οι γονείς. 

«Οι γονείς παλιότερα ήθελαν να εκπληρώσει το παιδί τις δικές τους ανεκπλήρωτες προσδοκίες, τα δικά τους απωθημένα», σχολιάζει η Βασιλική Παππά, συμβουλευτική ψυχολόγος, επιστημονική υπεύθυνη του Πανελληνίου Συνδέσμου Σχολών Γονέων. Η μαμά στέλνει το κορίτσι της στο μπαλέτο επειδή η ίδια δεν μπόρεσε να κάνει στην παιδική της ηλικία. Τα παιδιά πρέπει να σπουδάσουν επειδή οι γονείς δεν τα κατάφεραν. Να μην γίνουν υπάλληλοι όπως εκείνοι, αλλά δικηγόροι, γιατροί, καθηγητές, επιστήμονες. Το παιδί γίνεται εδώ το μέσο για να εκπληρώσει ο γονιός το δικό του όνειρο.

ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΟ ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΙΣ ΤΑ ΛΑΘΗ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΣΟΥ, ΚΑΘΕ ΓΕΝΙΑ ΤΟ ΞΕΡΕΙ ΑΥΤΟ. ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΕΞΙΣΟΥ ΩΡΑΙΟ ΝΑ ΖΕΙΣ ΤΗ ΔΙΚΗ ΣΟΥ ΖΩΗ, ΟΧΙ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΟΥ.

Το δικό μας «λάθος»: Η ζωή που δεν ζούμε

Στην εποχή μας, η οικογένεια είναι παιδοκεντρική. Παντρευόμαστε για να κάνουμε παιδιά. Και θέλουμε να κάνουμε παιδιά, αφού πρώτα έχουμε φτιάξει ένα πλάνο ζωής που περιλαμβάνει σπουδές και καριέρα. Σε αυτή την οικογένεια, το παιδί έχει μετατραπεί σε αντικείμενο λατρείας που συγκεντρώνει πάνω του όλες τις εξουσίες, επισημαίνει ο Γάλλος παιδίατρος, ψυχαναλυτής και συγγραφέας Aldo Naouri, στο βιβλίο του Εκπαιδεύοντας τα παιδιά. Όρια στην παιδική παντοδυναμία (εκδ. Κέλευθος).

Αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα ο γονιός θέλει για το παιδί του το καλύτερο. Και τα θέλει όλα. «Το μεγάλωμα ενός παιδιού αποτελεί ένα ιδιαιτέρως φιλόδοξο project, που χαρακτηρίζεται από τελειοθηρία και έλλειψη μέτρου: Όχι μόνο να είναι ο γονιός τέλειος στο ρόλο του, αλλά να παρέχει τα πάντα σε ένα παιδί που μπορεί τα πάντα. Μήπως όλη αυτή η τάση κρύβει έναν υπέρμετρο ναρκισσισμό εκ μέρους των γονιών;» αναρωτιέται η κ. Παππά. Και μόνο την παιδική μόδα σε ρούχα και αξεσουάρ να παρατηρήσει κανείς, θα εισπράξει αυτό τον ναρκισσισμό. Πόσες φορές δεν ντύσαμε τα αγόρια σαν τους μπαμπάδες τους και τα κορίτσια ως «mini me» εκδοχές μας; 

Μήπως τώρα που αποδείξαμε πόσο καλά τα καταφέραμε με τις σπουδές και τη δουλειά μας, θέλουμε να κάνουμε το ίδιο και στην αρένα της γονεϊκότητας; Μήπως απλώς μάθαμε να είμαστε ανταγωνιστικοί και επαναλαμβάνουμε το ίδιο μοντέλο στις οικογένειές μας; Μοιάζει σαν ο σύγχρονος γονέας να θέλει να αποδείξει στον εαυτό του, τον/τη σύντροφό του, τους συγγενείς και τους άλλους γονείς πόσο καλά μπορεί να τα καταφέρει σε όλα. Το αποτέλεσμα είναι να παγιδεύεται σε αυτόν τον ρόλο και να παραμελεί τον εαυτό του, τις ανάγκες του, την ίδια του τη σχέση. Κάνοντας τα πάντα για το παιδί του, ξεχνάει να ζήσει ο ίδιος τη ζωή του. 

Επιλέγοντας ζωή

Οι γονείς μας έχουν κάνει αρκετά λάθη. Δεν έφταιγαν. Δεν ήξεραν τίποτα σε σχέση με αυτά που γνωρίζουμε εμείς σήμερα. Κάποτε κάπνιζαν δίπλα μας, ενώ σήμερα κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο. Εμείς, πάλι, ξέροντας πολλά, είμαστε τόσο προσεκτικοί που φτάνουμε στο άλλο άκρο.

Είναι ωραίο να μην επαναλαμβάνεις τα λάθη των γονιών σου – κάθε γενιά το ξέρει αυτό. Είναι όμως εξίσου ωραίο να ζεις τη δική σου ζωή. Με τις καλές και τις κακές της στιγμές. Με τις επιτυχίες και τα λάθη της. Αξίζει να είναι η δική σου. Ούτε των γονιών σου. Ούτε των παιδιών σου. 

ΠΗΓΗ:https://www.ow.gr/psychologia/ta-pio-megala-lathi-ton-gonion-tou-xthes-kai-tou-simera/

Κατηγορίες: Επιστημονικά | Ετικέτες: | Γράψτε σχόλιο