Δεν εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας με στόχο, ώστε να αναπτύξουν την συναισθηματική τους ευφυΐα.
Οι λόγοι είναι σίγουρα πολλοί και το συγκεκριμένο ερώτημα μπορεί να είναι μια αιτία να γραφτούν εκατοντάδες δοκίμια που προσπαθούν να φωτίσουν την πλευρά του ζητήματος αυτού. Στο συγκεκριμένο άρθρο, θα προσπαθήσω να δείξω την βαθύτερη ρίζα που είναι συνδεδεμένη με την ανατροφή των νέων παιδιών στην Ελλάδα και πως τα ωθεί προς την βία.
Ο τρόπος ανατροφής των παιδιών στην Ελλάδα, έχει στα δικά μου μάτια ένα κοινό μοτίβο που ονομάζεται «κλειστός ορίζοντας». Δεν εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας με στόχο, ώστε να αναπτύξουν την συναισθηματική τους ευφυΐα.
Θεωρώ πως οι νεοέλληνες εμποτίζονται με μια βαθιά πεποίθηση που αναφέρει ρητά πως για να πετύχεις σε αυτή την χώρα, οφείλεις να έχεις μέσον και γνωριμίες. Αν δεν έχεις, απαγορεύεται να ονειρεύεσαι και να προσπαθείς. Δεν είναι τυχαίο πως εκατοντάδες γενιές Ελλήνων γαλουχήθηκαν με το όνειρο διορισμού στο δημόσιο.
Σε αυτό το αφήγημα, οφείλει να προσθέσει κανείς και την κατωτερότητα που νιώθουμε ως Έλληνες σε σχέση με άλλους λαούς της Ευρώπης. Νιώθουμε ανίκανοι να δημιουργήσουμε κάτι μεγάλο που θα περάσει τα σύνορα της χώρας.
Σε αυτή την συρρίκνωση του εαυτού που υφίστανται οι νέοι μας, είναι απαραίτητο να εξετάσουμε μια ακόμη συνιστώσα που σχετίζεται με την έλλειψη ορίων και ευθύνης. Μπορεί ο καθένας και η καθεμιά να κάνει ότι θελήσουν οι ορμόνες του σώματος, χωρίς να έχει κάποιο συγκεκριμένο αντίκτυπο. Πιστεύουν λανθασμένα οι γονείς και οι δάσκαλοι πως τα όρια τραυματίζουν. Η αλήθεια είναι όμως η έλλειψη ορίων δημιουργεί σύγχυση ταυτότητας, επειδή οι έφηβοι , δυσκολεύονται να συγκροτήσουν την προσωπικότητα τους, μην έχοντας βιώσει ποτέ την αίσθηση της αυτοπειθαρχίας και της ευθύνης.
Σκέφτομαι πολλές φορές, πως αν η ελληνική κοινωνία ήταν γονέας, θα τον προσδιορίζαμε ως έναν ανισόρροπο γονέα. Την ίδια στιγμή που «κακομαθαίνει» τα παιδιά, τα κάνει να πιστεύουν πως είναι εντελώς ανίκανα να κάνουν κάποια προσωπική ή συλλογική υπέρβαση σε αυτή την χώρα. Έχουν την επιλογή να μεταναστεύσουν ή να πεθάνουν μέσα στην μετριότητα.
Όλος αυτός ο ευνουχισμός έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργεί έναν ορίζοντα πολύ στενό και περιοριστικό για τους νέους ανθρώπους, κάνοντας τους, να νιώθουν παθητικοί δέκτες μιας ζωής που δεν θέλησαν ποτέ να ζήσουν. Κάποιοι από αυτή την γενιά βιώνουν αυτόν τον ευνουχισμό με μια αίσθηση βαθιάς παραίτησης, ενώ σε άλλους σιγοβράζει μέσα τους ένας θυμός, που δεν έχουν μάθει να τον μετουσιώνουν σε δημιουργία, με αποτέλεσμα να μεταμορφώνεται από τυφλή οργή μέχρι σαδιστική συμπεριφορά.
Θα αναρωτηθεί σίγουρα κάποιος, αν υπάρχει ένας διαφορετικός δρόμος πλεύσης. Αν μπορούσα να τον χαρτογραφήσω, θα περιείχε πρώτα από όλα την έννοια της αυτοπεποίθησης. Να πιστέψουν στους εαυτούς τους, αρκεί να σκάψουν μέσα τους, ανακαλύπτοντας τα ταλέντα τους. Θα τους προέτρεπα να μην τα χρησιμοποιήσουν για να ενταχθούν στο σύστημα που σιχαίνονται, ούτε όμως για να το καταστρέψουν. Να αξιοποιήσουν τα χαρίσματα τους, για να υπερβούν το σύστημα. Να γίνουν καλύτεροι από αυτό. Να κάνουν τον θυμό τους και την απελπισία τους έναν ουσιαστικό σπόρο αλλαγής. Αν γίνει αυτή η αλλαγή, το μέλλον προδιαγράφεται σπουδαίο. Αν όχι, τα χειρότερα είναι ήδη μπροστά μας.