Στις μέρες μας, το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού άρχισε να παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις και να τρομάζει τόσο τους γονείς όσο και τους εκπαιδευτικούς. Το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού δύσκολα μπορεί να οριστεί, αφού εκδηλώνεται με διάφορες μορφές. Οι εκδηλώσεις αυτές μπορούν να πάρουν τη μορφή της Ψυχολογικής Βίας και εκφράζονται με διάφορα πειράγματα, παρατσούκλια, κοροϊδία, διάδοση φημών, εξύβριση, ταπείνωση, εξευτελισμός, ρατσιστικά σχόλια, απειλών ή και τρομοκρατίας. Η ψυχολογική βία περιλαμβάνει, επίσης, και τον εσκεμμένο αποκλεισμό μαθητών από διάφορες κοινωνικές και σχολικές δραστηριότητες.
Τα τελευταία χρόνια, στη βιβλιογραφία του bullying προστέθηκε και άλλη μια κατηγορία, αυτή του Ηλεκτρονικού ή Διαδικτυακού Εκφοβισμού (cyber bullying). Ο όρος Cyber bullying αποδόθηκε πρώτα από τον Bill Belsey και χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τις διάφορες μορφές ψυχολογικής κακοποίησης, οι οποίες συνδέονται με τον συμβατικό εκβιασμό, μέσω του διαδικτύου ή παρεμφερή τεχνολογία, με σκοπό τη σκόπιμη ζημιά ενός ατόμου ή μιας ομάδας.
Αυτό που διαχωρίζει τον σχολικό εκφοβισμό από το απλό πείραγμα είναι η ένταση, η διάρκεια και η επανάληψη μιας κατάστασης και κυρίως η ανισορροπία δύναμης μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών. Με άλλα λόγια, στον σχολικό εκφοβισμό το παιδί «θύτης», δηλαδή το παιδί που εκφοβίζει, υπερέχει σωματικά από το παιδί που εκφοβίζεται, δηλαδή το παιδί «θύμα» ή αλλιώς το παιδί «στόχο». Αντιθέτως, όταν για παράδειγμα δυο παιδιά της ιδίας ισχύος έχουν «πιαστεί στα χέρια», αυτό το περιστατικό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως σχολικός εκφοβισμός. Επίσης, ο μαθητής που εκφοβίζεται μπορεί να είναι συχνά μικρότερης ηλικίας και δεν έχει προκαλέσει τον μαθητή-θύτη.
Οι επιπτώσεις του σχολικού εκφοβισμού είναι ποικίλες, σοβαρές και μακροχρόνιες, και αφορούν στα παιδιά που θυματοποιούνται, αλλά και τα παιδιά θύτες, καθώς επίσης και τα παιδιά παρατηρητές. Η τελευταία κατηγορία αναφέρεται στους μαθητές οι οποίοι παραμένουν αμέτοχοι, χωρίς να υποστηρίζουν ή να προστατεύουν μίαν από τις δύο πλευρές. Συνήθως αισθάνονται άβολα και αναποφάσιστοι σχετικά με το ποιος είναι ο υπεύθυνος ή αν το θύμα άξιζε της συγκεκριμένης αντιμετώπισης ή όχι. Ενώ οι παραπάτω επιπτώσεις ενδέχεται να προκαλούνται και από άλλους παράγοντες, οι έρευνες γύρω από το θέμα δείχνουν τις επιπτώσεις αυτές να είναι πολλοί συχνές στα θύματα, στους θύτες, αλλά και στους αμέτοχους μαθητές του σχολικού εκφοβισμού.
Τα παιδιά που εκφοβίζονται
•Έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από κατάθλιψη και άγχος και μερικά από τα συμπτώματα που αναγράφονται παρακάτω, μπορεί να εξακολουθήσουν να υπάρχουν μέχρι την ενηλικίωση:
•Έχουν συχνά τάσεις αυτοκτονίας, που μπορεί να συνεχίσουν και μέχρι την ενηλικίωση. Σε μία μελέτη, οι ενήλικες που υπήρξαν θύματα σχολικού εκφοβισμού ήταν 3 φορές πιο πιθανόν να κάνουν σκέψεις για αυτοκτονία.
•Είναι πιο πιθανόν να παρουσιάσουν σωματικά συμπτώματα, που περιλαμβάνουν πονοκέφαλους, ημικρανίες, δερματικά προβλήματα (π.χ. έκζεμα, ή ψωρίαση) έλκος, τρέμουλο, αυξημένους παλμούς, κρίσεις πανικού κ.ά.
•Σχετική έρευνα έδειξε ότι τα θύματα σχολικού εκφοβισμού -δημοτικής ηλικίας- είχαν τις διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν ψυχωτικά συμπτώματα στην εφηβεία
•Είναι πιο πιθανό να παραπονιούνται για την υγεία τους. Σε μία μελέτη, η θυματοποίηση σχετίστηκε με την κατάσταση υγείας χρόνια αργότερα.
•Μείωση της σχολικής απόδοσης και παρουσίας στο σχολείο, όπως και αυξημένες πιθανότητες να παρατήσουν εντελώς το σχολείο.
•Έχουν περισσότερες πιθανότητες να αντιδράσουν με εξαιρετικά βίαιο τρόπο. Σε 12 από τα 15 περιστατικά στη δεκαετία του 1990, όπου μαθητές έριξαν πυρά στο σχολείο τους, οι σκοπευτές ήταν θύματα σχολικού εκφοβισμού.
•αυξημένο αίσθημα θλίψης και μοναξιάς
•αλλαγές στον ύπνο και στις διατροφικές συνήθειες
•απώλεια ενδιαφέροντος για δραστηριότητες
Τα παιδιά που είναι παθητικά και αγωνιώδη είναι πιθανότερο να είναι θύματα του σχολικού εκφοβισμού. Τείνουν επίσης να αισθάνονται ανασφάλεια, να έχουν αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους και να κλαίνε συχνά. Στην πραγματικότητα, μερικοί ερευνητές θεωρούν ότι η ανασφάλεια και η έλλειψη αυτοπεποίθησης που χαρακτηρίζουν μερικά παιδιά, μπορεί να τα βάζουν στη θέση του «τέλειου θύματος», αφού η αδυναμία τους φαίνεται να προκαλεί τα παιδιά θύτες. Τα παιδιά που είναι θύματα του σχολικού εκφοβισμού είναι συνήθως πιο ήσυχα και ευαίσθητα από άλλα παιδιά.
Τα θύματα του σχολικού εκφοβισμού έχουν λιγότερους φίλους από τα παιδιά που δεν εκφοβίζονται. Είναι λιγότερο αποδεχτά από συνομήλικους, δεν είναι καθόλου δημοφιλή και μπορεί να έχουν δεχτεί και την απόρριψη. Αυτά τα παιδιά είναι συνήθως μόνα τα διαλείμματα. Αυτή η απόρριψη από τους συνομήλικους εμφανίζεται πολύ πριν να αρχίσει ο εκφοβισμός. Τα παιδιά που είναι κοντύτερα, λεπτότερα, ή με λιγότερη μυϊκή δύναμη από τους συνομήλικους αποτελούν συχνότερα στόχο για εκφοβισμό.
Βασικό ρόλο στην αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού έχουν οι γονείς. Σε περίπτωση, λοιπόν, που το παιδί παρουσιάσει διαταραχές συμπεριφοράς και ψυχολογικά ή ψυχοσωματικά προβλήματα, οι γονείς με αγάπη και διάλογο θα πρέπει να προσεγγίσουν το παιδί. Θα πρέπει να κουβεντιάσουν ήρεμα μαζί του για την εμπειρία του αυτή και να καταγράψουν προσεκτικά τη μαρτυρία του. Το παιδί έχει ανάγκη να νιώσει ασφάλεια και στοργή καθώς η ανασφάλεια έχει κατακλύσει ένα τεράστιο μέρος της καθημερινότητάς του. Οι γονείς, λοιπόν, θα πρέπει να το διαβεβαιώσουν ότι δε φταίει αυτό για το συμβάν. Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση το παιδί να νιώσει υπεύθυνο γι’ αυτή την κατάσταση. Η αδιαφορία του παιδιού προς τον εκφοβιστή του δεν είναι λύση. Το παιδί πρέπει να μάθει να κοιτάζει τον εκφοβιστή στα μάτια. Επιπλέον, οι γονείς πρέπει να εξηγήσουν στο παιδί πως ο,τιδήποτε υποπέσει στην αντίληψή του στο μέλλον θα πρέπει να το αναφέρει αμέσως στο δάσκαλο, ενώ οι ίδιοι ενημερώνουν αμέσως τους εκπαιδευτικούς του σχολείου και τη Διεύθυνση. Δεν πρέπει ο γονέας να υποτιμήσει τις επιπτώσεις που έχει ο εκφοβισμός και τα δήθεν πειράγματα στο παιδί του. Διαδίκτυο
Πόπη Κουτελιέρη, τάξη Β΄
Αφήστε μια απάντηση