Διονύσιος Α. Κόκκινος (1884-1967).
Ο Διονύσιος Κόκκινος του Αντωνίου και της Αγγελικής γεννήθηκε στον Πύργο Ηλείας. Πατέρας του ήταν ο αγιογράφος Αντώνιος Κόκκινος, που γεννήθηκε το 1864 στην Αμοργό, και μητέρα του η Αγγελική Γιαννοπούλου, που καταγόταν από οικογένεια αγωνιστών από την Αγουλινίτσα, οι οποίοι συμμετείχαν στην Ελληνική εθνεγερσία του 1821 και ήταν το δευτερότοκο παιδί της οικογένειας που κατοικούσε μόνιμα στον Πύργο. Ο Κόκκινος παρακολούθησε τα μαθήματα του Γυμνασίου στην Κυπαρισσία και τον Πύργο, όπου αποφοίτησε από το Γυμνάσιο με καθηγητή τον διηγηματογράφο Αντώνη Τραυλαντώνη.
Φοίτησε για τέσσερα χρόνια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών καθώς και στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, όμως μετά το πέρας των σπουδών του εγκαταστάθηκε στον Πύργο και για ένα διάστημα βοηθούσε τον πατέρα του στην αγιογραφία. Δεν ολοκλήρωσε όμως τις σπουδές του, καθώς από νωρίς τον κέρδισαν η δημοσιογραφία και η λογοτεχνία. Από το 1935 και για είκοσι χρόνια εργάστηκε ως διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Με τη βοήθεια του Γιώργου Ροδόπουλου, πατέρα του γνωστού μετέπειτα συγγραφέα Μίτια Καραγάτση, ο οποίος, ως Διευθυντής υποκαταστήματος Τράπεζας στον Πύργο, του χορήγησε δάνειο, ο Κόκκινος επέστρεψε στην Αθήνα. Στην πρωτεύουσα ηγήθηκε της προσπάθειας εκδόσεως, από το Νοέμβριο του 1908 έως το 1909, της εφημερίδας «Μέλλον», της πρώτης σοσιαλιστικής εφημερίδας στην Ελλάδα, η οποία εξέφραζε τις απόψεις της ομάδος των «Κοινωνιολογικής Εταιρείας». Πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο των γραμμάτων το 1908 με τη δημοσίευση ενός διηγήματος στο “Νουμά” του Δ.Ταγκόπουλου, ενώ παράλληλα συνέχισε να δημοσιεύει κριτικά άρθρα και χρονογραφήματα σε έντυπα της εποχής (όπως οι εφημερίδες “Ακρόπολις”, “Καθημερινή”, “Έθνος”, “Πρωία”) με διάφορα ψευδώνυμα, κυρίως τα Μακκαβαίος, Βουλεβαρδιέρος, Παλαιός και Άριελ.
Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως οπλίτης και το 1914 εξέδωσε τέσσερις τόμους με εντυπώσεις του. Τιμήθηκε με το Βραβείο Ιστορίας της Ακαδημίας Αθηνών (για το ογκώδες ιστορικό έργο του “Ελληνική Επανάστασις”) και το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών (1948, για τη συνολική προσφορά του). Το 1950 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε στην Αθήνα.
Το λογοτεχνικό έργο του Διονύσιου Κόκκινου, πλούσιο σε ποσότητα καλύπτει τους χώρους του μυθιστορήματος, του διηγήματος, ενώ έγραψε και έργα για το θέατρο, από το οποία το μονόπρακτο “Η χαμένη” παραστάθηκε το 1939 από το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη.
Η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το «Έπαθλο της Ελληνικής Λέσχης της Αλεξάνδρειας» μετά από σχετική εισήγηση του Σωκράτη Κουγέα, ενώ το Μάρτιο του 1947 τιμήθηκε με το «Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών», για τη συνολική προσφορά του. Τιμήθηκε επίσης με το βραβείο Ιστορίας της Ακαδημίας της Αθήνας, για το ογκώδες ιστορικό έργο του. Στις 23 Φεβρουαρίου 1950 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών [5] στην Τάξη των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών για την προσφορά του στα Ελληνικά γράμματα. Το Μάιο του 1951 υπέβαλλε πρόταση στην Ακαδημία Αθηνών για την εκλογή του Άγγελου Σικελιανού ως ακαδημαϊκού, χωρίς επιτυχία, καθώς την εκλογή κέρδισε ο Σωτήρης Σκίπης.
Διακρίσεις
Τιμήθηκε με
Βραβείο Ιστορίας το 1933 από την Ακαδημία Αθηνών,
Εθνικό αριστείο Γραμμάτων το 1948 από την Ακαδημία Αθηνών,
Ταξιάρχη Βασιλέως Γεωργίου Α’,
Χρυσό Σταυρό Αγίου Μάρκου από το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας,
Χρυσό Μετάλλιο της πόλεως των Αθηνών,
Χρυσό Μετάλλιο της Ενώσεως Συντακτών το 1966.
Συγγραφικό έργο
Πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο των γραμμάτων το 1906 με τη δημοσίευση του διηγήματος «Ο Τελευταίος» στο περιοδικό «Νουμάς» του Δημήτριου Ταγκόπουλου. Έγραψε περισσότερα από 250 διηγήματα διάσπαρτα σε διάφορες εφημερίδες και κριτικές για το έργο γνωστών Ελλήνων ζωγράφων στο περιοδικό «Νέα Εστία». Το λογοτεχνικό του έργο, είναι πλούσιο σε ποσότητα και καλύπτει τους χώρους του μυθιστορήματος, του διηγήματος. Αποτελεί ένα μάλλον ανεξερεύνητο κεφάλαιο της νεοελληνικής πνευματικής ζωής του Μεσοπολέμου. Η εικόνα που διαθέτουμε είναι αυτή του πολυγράφου, ρεαλιστή πεζογράφου στα χνάρια του Γρηγορίου Ξενόπουλου, ο οποίος απευθύνεται σε πλατύ αναγνωστικό κοινό, που αντλεί τους ήρωες του από όλο το εύρος της Αθηναϊκής ζωής, από την καλή κοινωνία µε την κοσμοπολίτικη αγωγή μέχρι τον υπόκοσμο.
Θεατρικά
Έγραψε έργα για το θέατρο,
«Το σπίτι», το 1908,
«Η χαμένη», το 1918, μονόπρακτο που παραστάθηκε από το θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη,
«Φλόγα», το 1919,
«Τα καρναβάλια του Καραγκιόζη», το οποίο δημοσίευσε με το ψευδώνυμο «Κύριος Βλάμης».
Μετέφρασε τα θεατρικά έργα
«Γεράκι» του Φρ. ντε Κρουασέ,
«Χαϊδεμένη» του Φρονταί.
Ιστορικά
Έγραψε τα έργα
«Αναμνήσεις από τον πόλεμο 1912-1913», που δημοσιεύθηκε το 1914 σε τέσσερις τόμους,
«Η δράσις των Ευζώνων», το 1914,
«Αι Βουλγαρικαί θηριωδίαι και η καταστροφή των Σερρών», το 1914, Εκδοτικός οίκος Γεωργίου Φέξη,
«Η μάχη της Αετορράχης».
Στις 25 Μαρτίου 1930, άρχισε να δημοσιεύει σε συνέχειες στην εφημερίδα «Πρωία», θέματα από την ιστορία της Ελληνικής επαναστάσεως του 1821, τα οποία αποτέλεσαν υλικό για το έργο του.
«Η Ελληνική Επανάστασις», σε δώδεκα τόμους.
Δεν αποτελεί μόνο έργο επιστημονικό και ιστορικό, αλλά και λογοτεχνικό, όπου τα γεγονότα περιγράφονται χωρίς υπερβολές και τόσο ζωντανά, ώστε νομίζεις ότι βλέπεις τη δράση και ακούς τα ίδια πρόσωπα να μιλούν. Είχε ξεκινήσει ήδη από το 1930 να δημοσιεύει από τις στήλες της εφημερίδας «Πρωΐα» κείμενα για την ιστορία του 1821. Το 1933 ολοκλήρωσε τη σύνθεση της πεντάτομης ιστορίας του, ενώ στη συνεδρία της 1ης Δεκεμβρίου του 1960 παρέδωσε, στην Ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών, ολοκληρωμένη την δωδεκάτομη «Ελληνική Επανάσταση».
«Οι δύο πόλεμοι 1940-1941»,
«Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος», το 1970-72.
Στο έργο του αναφέρεται στον Αριστείδη Στεργιάδη, ύπατο αρμοστή της Ελλάδος στην Μικρά Ασία, τον οποίο χαρακτηρίζει ως «…Μία από τας πλέον περιέργους και πλέον αινιγματικός μορφάς της νεωτέρας ελληνικής ιστορίας υπήρξεν ο διορισθείς ως ύπατος αρμοστής Σμύρνης Αριστειδης Στεργιάδης. Είχεν επιλεγή υπό τού Ελευθερίου Βενιζέλου και είχεν αποσταλή εις την Ήπειρον δια να παραλάβη την περιοχήν από τους Ιταλούς, οι οποίοι την είχον καταλάβει μετά τας συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και Αγγλογάλλων το 1916. Είχεν εκτιμήσει ο Βενιζέλος τον Στεργιάδην κατά την διάρκειαν της εις την Ήπειρον δράσεώς του, αλλ’ ήγνόει τον χαρακτήρα του. Ο Στεργιάδης επροκάλεσε την αντιπάθειαν του ελληνικού στοιχείου της Σμύρνης, και δεν είναι υπερβολή να λεχθή ότι κατέστη μισητός…».
Μυθιστορήματα
Τα μυθιστορήματα του είναι αστικά και αναφέρονται στην αθηναϊκή ζωή. Μερικά απ` αυτά είναι:
«Νοσταλγία»,
«Το παιδί του Μαλτέζου» [6],
«Τα σφυρίγματα των τραίνων», το 1930,
«Κοκτέιλ»,
«Γυαλένια μάτια»,
«Φρατζέσκα ντα Ρίμινι», το 1922,
«Η κυρία με το άσπρο άλογο», το 1922,
«Η μυστική φωλιά», το 1924,
«Μοιραία γυναίκα», το 1932,
«Ο ίλιγγος» ή «Η Νόρα».
Το έργο είναι αφιερωμένο στον εθνικιστή διανοούμενο Άριστο Καμπάνη και δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1927 στην εφημερίδα «Ελληνική», ενώ το 1932 το περιοδικό «Εβδομάς» έδωσε τον τίτλο σε ειδική έκδοση στους αναγνώστες του. Η πρώτη έκδοση του έργου έγινε το 1932. Το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας το μετέδωσε ολόκληρο από τις 8 Νοεμβρίου 1954 έως τις 4 Φεβρουαρίου 1955, στην εκπομπή «Εκλεκτές σελίδες της λογοτεχνίας μας» με εκφωνήτρια την κυρία Μιράντα.
«Η Δις Βέρα Λάμπη»,
«Θρίαμβος»,
«Φώτα που σαλεύουν στο σκοτάδι»,
«Γυμνή γυναίκα»,
«Κυνηγημένος από τον κόσμο» [7].
Διηγήματα
«Ελπίδα» [8].
Δημοσίευσε τις συλλογές διηγημάτων
«Εκείνος που δε χάρηκε τίποτα», το 1926,
«Μια τουφεκιά στο γαλάζιο νερό», το 1945, [9],
«Ο Αλέξης ο αμαξάς», το 1945, [10].
Θεατρικοί διάλογοι
Επίσης έγραψε σειρά θεατρικούς διαλόγους οι οποίοι εκδόθηκαν σε τόμο με τον τίτλο
«Θέατρο της ζωής», το 1924.
Στον τόμο περιέχονται τα έργα
«Ο Οθέλλος»,
«Ο κληρονόμος του Διαμαντή»,
«Τα περασμένα»,
«Ασήμαντη είδησις»,
«Η επικίνδυνη»,
«Τίμια γυναίκα»,
«Όπως ο Ορέστης»,
«Κρίνο στο φθινόπωρο»,
«Τα δεσμά»
(https://el.metapedia.org/wiki/%CE%94%CE%B9%CE%BF%CE%BD%CF%8D%CF%83%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CF%8C%CE%BA%CE%BA%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%82)