Το απαρέμφατο & η μετοχή
ΤΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
Το απαρέμφατο είναι άκλιτος ρηματικός τύπος.
Καταλήξεις απαρεμφάτων βαρύτονων ρημάτων στην ενεργητική φωνή
ενεστώτας | μέλλοντας | αόριστος | παρακείμενος | |
φωνηεντόληκτα | -ειν τοξεύειν |
-σειν τοξεύσειν |
-σαι τοξεῦσαι |
-κέναι τετοξευκέναι |
ουρανικόληκτα | -ειν πράττειν |
-ξειν πράξειν |
-ξαι πρᾶξαι |
-χέναι πεπραχέναι |
χειλικόληκτα | -ειν γράφειν |
-ψειν γράψειν |
-ψαι γράψαι |
-φέναι γεγραφέναι |
οδοντικόληκτα | -ειν πείθειν |
-σειν πείσειν |
-σαι πεῖσαι |
-κέναι πεπεικέναι |
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
- Το απαρέμφατο του αορίστου δεν παίρνει αύξηση(όπως και οι εγκλίσεις του ίδιου χρόνου πλην της οριστικής).
- Το απαρέμφατο του παρακειμένου διατηρεί τον αναδιπλασιασμό, π.χ. βε-βουλευκέναι,τε-θαυμακέναι, ἐ-σκευακέναι.
- Το απαρέμφατο ενεστώτα του ρ. εἰμὶ : εἶναι.
ΣΥΝΤΑΞΗ
Το έναρθρο απαρέμφατο παρουσιάζει τις συντακτικές χρήσεις ενός ουσιαστικού (δέχεται άρνηση μή), π.χ. Τὸ λακωνίζειν ἐστὶ φιλοσοφεῖν(το έναρθρο απαρέμφατο τὸ λακωνίζειν είναι υποκείμενο του ρήματος ἐστί).
Το άναρθρο απαρέμφατο:
Είδη του άναρθρου απαρεμφάτου | ||
Ειδικό:
· μεταφράζεται με τις λέξεις «ότι», «πως», |
Τελικό:
· μεταφράζεται με τη λέξη «να» |
|
Βασικές συντακτικές χρήσεις | ||
Αντικείμενο σε προσωπικά ρήματα, π.χ Ἔφησε δώσειν ἐγγυητὴν ἕνα τῶν φίλων.
Υποκείμενο σε απρόσωπα ρήματα, δηλ. ρήματα που απαντούν μόνο στο γ΄ εν. Είναι παρόμοια με τα ν.ε. «πρέπει», «λέγεται», «ενδέχεται» κ.ά.· συνηθέστερα στην α.ε. είναι τα δεῖ, χρή (= πρέπει), προσήκει (= αρμόζει) ή απρόσωπες εκφράσεις, δηλ. φράσεις που αποτελούνται από ένα επίθετο ή ένα επίρρημα και το γ΄ ενικό πρόσωπο των ρημάτων εἰμὶ και ἔχω, π.χ. δίκαιόν ἐστι (= είναι δίκαιο / είναι σωστό), καλόν ἐστι (= είναι όμορφο / είναι καλό), καλῶς ἔχει (= καλόν ἐστι): |
Η ΜΕΤΟΧΗ
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
Η μετοχή έχει τρία γένη και αντίστοιχα τρεις καταλήξεις .
- Καταλήξεις μετοχών βαρύτονων ρημάτων στην ενεργητική φωνή
ενεστώτας | μέλλοντας | αόριστος | παρακείμενος | |
φωνηεντόληκτα | -ων, -ουσα, -ον ὁ τοξεύ-ων ἡ τοξεύ-ουσα τὸ τοξεῦ-ον |
-σων, -σουσα, -σον ὁ τοξεύ-σων ἡ τοξεύ-σουσα τὸ τοξεῦ-σον |
-σας, -σασα, -σαν ὁ τοξεύ-σας ἡ τοξεύ-σασα τὸ τοξεῦ-σαν |
-κώς, -κυῖα, -κός ὁ τετοξευ-κώς ἡ τετοξευ-κυῖα τὸ τετοξευ-κός |
ουρανικόληκτα | -ων, -ουσα, -ον ὁ πράττων ἡ πράττουσα τὸ πρᾶττον |
-ξων, -ξουσα, -ξον ὁ πράξων ἡ πράξουσα τὸ πρᾶξον |
-ξας, -ξασα, -ξαν ὁ πράξας ἡ πράξασα τὸ πρᾶξαν |
-χώς, -χυῖα, -χός ὁ πεπραχώς ἡ πεπραχυῖα τὸ πεπραχός |
χειλικόληκτα | -ων, -ουσα, -ον ὁ γράφων ἡ γράφουσα τὸ γράφον |
-ψων, -ψουσα, -ψον ὁ γράψων ἡ γράψουσα τὸ γράψον |
-ψας, -ψασα, -ψαν ὁ γράψας ἡ γράψασα τὸ γράψαν |
-φώς, -φυῖα, -φός ὁ γεγραφώς ἡ γεγραφυῖα τὸ γεγραφός |
οδοντικόληκτα | -ων, -ουσα, -ον ὁ πείθων ἡ πείθουσα τὸ πεῖθον |
-σων, -σουσα, -σον ὁ πείσων ἡ πείσουσα τὸ πεῖσον |
-σας, -σασα, -σαν ὁ πείσας ἡ πείσασα τὸ πεῖσαν |
-κώς, -κυῖα, -κός ὁ πεπεικώς ἡ πεπεικυῖα τὸ πεπεικός |
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
- Η μετοχή του αορίστου δεν παίρνει αύξηση.
- Η μετοχή του παρακειμένου διατηρεί τον αναδιπλασιασμό, π.χ. ὁ ἐσκευακώς, ἡ ἐσκευακυῖα, τὸ ἐσκευακός.
- Η μετοχή ενεστώτα του ρ. εἰμὶείναι: ὤν, οὖσα, ὄν.
- Το αρσενικόκαι ουδέτερο γένος των μετοχών όλων των χρόνων της ενεργητικής φωνής κλίνονται σύμφωνα με τη γ΄ κλίση, ενώ το θηλυκό σύμφωνα με τα θηλυκά σε -α της α΄ κλίσης.
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ
Οι μετοχές, ανάλογα με τη συντακτική τους λειτουργία, διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: επιθετικές,κατηγορηματικές, επιρρηματικές.
|
|||||
|