ΑΓΙΟΣ ΤΙΤΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΡΗΤΗΣ

  • Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον. Προκληθείς ουρανόθεν προς γνώσιν ένθεον, την εν σαρκί του Δεσπότου επιδημίαν εν γη, αυτοψεί εωρακώς φωτός πεπλήρωσαι, όθεν του Παύλου κοινωνός, θεηγόρος γεγονώς, την Κρήτην πάσαν πυρσεύεις, της ευσεβείας τω λόγο, Τίτε απόστολε μακάριε.

  • αγια τριας

    αγια τριας
  • αγιοι παυλος και τιτος

    αγιοι παυλος και τιτος
  • Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
    Τὴν πανεύφημον νύμφην Χριστοῦ ὑμνήσωμεν, Αἰκατερίναν τὴν θείαν καὶ πολιοῦχον Σινᾶ, τὴν βοήθειαν ἡμῶν καὶ ἀντίληψιν· ὅτι ἐφίμωσε λαμπρῶς, τοὺς κομψοὺς τῶν ἀσεβῶν, τοῦ Πνεύματος τῇ δυνάμει, καὶ νῦν ὡς Μάρτυς στεφθεῖσα, αἰτεῖται πᾶσι τὸ μέγα ἔλεος.

  • οσιος ιωσηφ του εξ αζωκεραμου σητειας

    οσιος ιωσηφ του εξ αζωκεραμου σητειας

    Ἀπολυτίκιον
    Ήχος α\'. Του λίθου σφραγισθέντος.
    Των Κρητών τε τον γόνον και σητειας το καύχημα, των πατέρων κλέος και δόξα Ιωσήφ τον αοίδημον τιμήσωμεν εν ύμνοις οι πιστοί ου δόξη αρρήτω η Τριάς ετιμήσατο το σκήνος διασώσασα άφθορον. Δόξα τω αγιάσαντι αυτόν, δόξα τω στεφανώσαντι, δόξα τω αναδείξαντι φρουρόν και άμισθον πιστοίς ιατρόν τοις κάμνουσι.

  • οσιος ιωσηφ ο γεροντογιαννης

    οσιος ιωσηφ ο γεροντογιαννης

    Βιογραφία
    Ο Ιωάννης Βιτσέντζος ή Γεροντογιάννης γεννήθηκε στο ημιερειπωμένο Μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου Καψά το 1799 μ.Χ. Στα ερειπωμένα κελλιά της άγονης και απόμονωμένης περιοχής είχαν μεταβεί οι ευσεβείς και ενάρετοι γονείς του Εμμανουήλ και Ζαμπία λόγω τουρκικής επιδρομής. Αργότερα, όταν ησύχασε η κατάσταση, διέμειναν μόνιμα στο χωριό Λιθίνες.

    Όταν ήρθε σε νόμιμη ηλικία νυμφεύθηκε την κυνηγημένη από τους Τούρκους Καλλιόπη από την οικογένεια των Γεροντάκηδων ή Γεροντήδων, η οποία ζούσε κρυμμένη και εκείνη στα νοτιοανατολικά παράλια, φοβούμενη μήπως έχει την ίδια τύχη που είχε η μοναδική αδελφή της, η οποία αυτοκτόνησε για να μην ατιμασθεί από ένα Τούρκο που είχε ενδιαφερθεί έντονα γι’ αυτήν. Γι’ αυτό και η Καλλιόπη στάλθηκε από τους γονείς της στις ερημικές ακτές της περιοχής, κοντά στην έρημη τότε Μονή Καψά και τελικά παντρεύθηκε τον Γεροντογιάννη, με τον οποίο απέκτησε τέσσερα παιδιά, τρεις κόρες κι ένα γιο.

    Ο Γεροντογιάννης ήταν ατίθασος, αλλά ιδιαίτερα ευσεβής. Πολλές φορές είχε γίνει στόχαστρο των τουρκικών αρχών και τον είχε καταδιώξει η Τουρκική Αστυνομία. Γι’ αυτό συχνά κατέφευγε με την οικογένειά του στο φαράγγι των Περβολακίων, όπου ήταν αδύνατο να τον ανακαλύψει κανείς. Το περισσότερο διάστημα του έτους διέμεναν στο μετόχι «Κατσαρόλι», κοντά στις Λιθίνες.

    Συμφωνα με την παράδοση, κάποια Κυριακή ο Ιωάννης μάζεψε ξύλα και τα φόρτωσε στο ζώο για να τα πουλήσει, όπως συνήθιζε, στα χωριά Αρμένους και Χανδράς και να αγοράσει κρασί. Πήρε μαζί του και τη σύζυγό του Καλλιόπη και την άφησε στις Λιθίνες για να δει τους συγγενείς της, ενώ τα παιδιά έμειναν μόνα τους στο μετόχι. Στο γυρισμό ένα κακό προαίσθημα είχε φωλιάσει στην καρδιά της Καλλιόπης που παρακινούσε συχνά το σύζυγό της να βαδίσει γρηγορότερα. Οταν έφτασαν βρήκαν τη μικρή τους κόρη Ειρήνη καμμένη έξω στο αλώνι, που την είχαν βγάλει τα άλλα αδέλφιά της, νομίζοντας ότι ο αέρας θα έσβηνε τη φωτιά που είχε πιάσει το φορεματάκι της. Το ατύχημα αυτό που επέφερε τον θάνατο της κόρης του, θεωρήθηκε από τον Ιωάννη θεία τιμωρία για τις αμαρτίες του και κυρίως για την καταπάτηση της Κυριακάτικης αργίας. Το γεγονός αυτό σφράγισε τη ζωή του και στάθηκε η αφορμή για να μεταμορφωθεί.

    Έφυγε από το μετόχι και εγκαταστάθηκε μόνιμα στις Λιθίνες. Οι χωριανοί, οι συγγενείς και όσοι τον γνώριζαν διαπίστωναν καθημερινά την «αλλοίωσή του». Ο σκληρόκαρδος, ευέξαπτος και εριστικός Ιωάννης μεταμορφώθηκε σε έναν μακρόθυμο, ελεήμονα, πράο και ανεξίακακο άνθρωπο. Η συνειδητή συμμετοχή του στη μυστηριακή ζωη της Εκκλησίας, οι νηστείες, οι προσευχές, οι ελεημοσύνες και η διαρκής μετάνοια καθάρισαν την καρδιά του, φώτισαν το νου του και μπόρεσε να δεχθεί μία θεία αποκάλυψη, που έμελλε να σταθεί καθοριστική για τη μετέπειτα ζωη του. Ο Γεροντογιάννης το έτος 1841 μ.Χ. σε ηλικία 42 ετών έπεσε σε βαθύ ύπνο. Αγγελος Κυρίου τον άρπαξε, όπως τον Απόστολο Παύλο, σε υψηλή θεωρία και είδε τις τάξεις των δικαίων που βρίσκονται σε ουράνια δόξα και χαρά, αλλά και τις διάφορες τιμωρίες των καταδικασμένων στην αιώνια κόλαση. Μετά από 43 ώρες ξύπνησε χαρούμενος και γαλήνιος βλέποντας γύρω του πλήθος από συγγενείς, γειτόνους και συγχωριανούς του, οι οποίοι είχαν μαζευθεί για να δουν από κοντά τι του συμβαίνει. Ανάμεσά τους και μια παράλυτη γρια, πάνω στην οποία άπλωσε το χέρι του και ψιθυρίζοντας κάποια ευχή, την θεράπευσε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των πολυάριθμων παρευρισκομένων. Αμέσως μετά άρχισε να κηρύττει και να θαυματουργεί. Πολλοί κάτοικοι της επαρχίας Σητείας περνούσαν καθημερινά από το σπίτι του για να τον συναντήσουν και να πάρουν την ευλογία του, να δεχθούν τις συμβουλές του και να θεραπευθούν από τις διάφορες ασθένειές τους.

    Τα γεγονότα αυτά, όπως ήταν φυσικό, δημιούργησαν θόρυβο γύρω από το όνομά του. Τη χρονιά αυτή επικρατούσε αναστάτωση λόγω της επανάστασης και ο Γεροντογιάννης θεωρήθηκε ύποπτος από τις Τουρκικές αρχές και διαβλήθηκε ως επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, διότι τάχα οι συναθροίσεις στο σπίτι του είχαν σκοπούς επαναστατικούς με θρησκευτικό πρόσχημα. Η αλήθεια είναι ότι τον Όσιο Γεροντογιάννη περιέβαλαν κυρίως ασθενείς και ανάπηροι άνθρωποι, στον οποίο κατεύφευγαν για να βρουν ανακούφιση, παρηγοριά και θεραπεία. Τρεις φορές κλήθηκε για να απολογηθεί ενώπιον του Διοικητού Κρήτης Μουσταφά Πασά. Όμως αυτές οι αλλεπάλληλες διώξεις και προσαγωγές στο Ηράκλειο είχαν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα, αφού από κάθε χωριό που περνούσε ο διωκόμενος καλόγερος σήμαινε συναγερμός και μαζεύονταν πλήθος κόσμου για να τον χαιρετήσει και να λάβει την ευλογία του. Μάλιστα κατά την τρίτη προσαγωγή του Γεροντογιάννη συγκεντρώθηκε πλήθος πιστών με αποτέλεσμα να εξοργιστεί ο Διοικητής και να διατάξει τη φρουρά του να διαλύσει με βία το πλήθος και να οδηγήσει τον Γεροντογιάννη αμέσως στη φυλακή. Ύστερα από παράκληση όμως κάποιου Σητειακού συμβούλου του Διοικητή, του Ιωάννου Καπετανάκη ή Γαλανάκη από το χωριό Κρυά, του επιτράπηκε να πάρει στο σπίτι του τον Γεροντογιάννη, χωρίς όμως να βγαίνει έξω μέχρι να να εκδοθεί η απόφαση, η οποία φημολογούνταν ότι θα ήταν η εξορία εκτός της Κρήτης ή η φυλάκιση. Συνέβη, όμως, ο σοβαρός τραυματισμός του μικρού παιδιού του Διοικητού, που γκρεμίστηκε από τη σκάλα και έμεινε αναίσθητο, χωρίς να μπορεί κανένας ιατρός να το επαναφέρει στις αισθήσεις του. Η πατρική στοργή ανάγκασε τον Τούρκο Διοικητή να καλέσει τον θαυματουργό θεραπευτή των Ρωμιών, τον Γεροντογιάννη, ο οποίος πράγματι μόλις ακούμπησε το χέρι του πάνω στο αναίσθητο παιδί και απήγγειλε μια ευχή, αμέσως το μισοπεθαμένο παιδί απέκτησε τις αισθήσεις του και επανήλθε στη ζωή. Ανάλογη θεραπεία έδωσε και στην πεθερά του Διοικητού την οποία απάλλαξε από χρόνια και ανίατη αρώστια. Τότε ο Τούρκος Διοικητής άφησε ελεύθερο τον Γεροντογιάννη να επιστρέψει στο χωριό του για να συνεχίσει το φιλάνθρωπο έργο του. Μάλιστα με πολλή ευγνωμοσύνη του έστειλε πλούσια δώρα στο χωριό του, αλλά εκείνος δέχθηκε να κρατήσει μόνο 17 κανδύλια για τον ναό της Παναγίας των Λιθινών. Τότε ο Επίσκοπος Ιεράς και Σητείας Ιλαρίων συμβούλευσε τον Γεροντογιάννη να πάει σε μία ερημική μακρινή περιοχή, έτσι ώστε να σταματήσουν οι αντιδράσεις και οι καταγγελίες των Τούρκων. Ως καταλληλότερο χώρο δεν μπορούσε να σκεφθεί ο Όσιος άλλο τόπο εκτός το ημιερειπωμένο Μονύδριο του Καψά, όπου γεννήθηκε, βαπτίσθηκε και νυμφεύθηκε. Ετσι, η νεώτερη ιστορία της Μονής αρχίζει με την απόφαση του να εγκατασταθεί το έτος 1841 μ.Χ., στην έρημο του Καψά.

    Μετά το 1840 μ.Χ. η διοίκηση της Κρήτης από τον Μουσταφά Ναϊλή Πασά ήταν συχνά ανεκτική και οι τουρκικές αρχές έδειχναν ανοχή στην ανακαίνιση μοναστηριών και στην επισκευή πολλών ιερών ναών που είχαν παραμεληθεί για αιώνες ολόκληρους. Έτσι, το 1841 μ.Χ. ο τελευταίος ιδιοκτήτης της περιοχής στην οποία βρισκόταν και το ερειπωμένο Μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου, Χατζη-Νικόλαος Ζαφείρης από το χωριό Αγία Τριάδα Σητείας, ο οποίος την είχε αγοράσει από τον Τούρκο Δερβίς Αγά Χατζαριφάκη, παραχώρησε το σπηλαιώδη ναό και τη γύρω από το έρημο Μονύδριο έκταση στον Όσιο Ιωσήφ τον Γεροντογιάννη, ιδρυτή και ανακαινιστή της Μονής. Ο Όσιος ήταν εντελώς αγράμματος και δεν άφησε γραπτά στοιχεία για να γνωρίζουμε με σιγουριά τι βρήκε στον Καψά τότε. Βέβαιο είναι ότι υπήρχε ο ναός του Αγίου Ιωάννου, που όπως φαίνεται προσέλκυε πολλούς πιστούς από τα γύρω χωριά, καθώς και δύο οικήματα δίπλα στο ναό. Υπήρχε ακόμα ένα πηγάδι με υφάλμυρο νερό, εικόνα που μαρτυρεί την προΰπαρξη μοναστηριού, πάνω στα ερείπια του οποίου κτίσθηκε η νέα Μονή. Το εγκαταλελειμμένο Μονύδριο άρχισε πάλι να αποκτά ζωή και να συρρέουν προσκυνητές και ασθενείς που ήθελαν να γνωρίσουν τον ιδιότυπο ερημίτη και επιζητούσαν την ευλογία του για τη θεραπεία των ασθενειών τους.

    Ο Όσιος Γεροντογιάννης έμενε σ’ ένα απόκρημνο σπήλαιο για δεκαεπτά χρόνια βορειοδυτικά του σπηλαιώδους ναού και τα παλιά κελλιά παραχωρήθηκαν στους πολυάριθμους προσκυνητές, ενώ αρκετοί ήταν και οι υποψήφιοι μοναχοί που ήθελαν να μονάσουν δίπλα στον ερημίτη, ώστε να αρχίσει να δημιουργείται ο πυρήνας της πρώτης συνοδείας του. Τα γεγονότα αυτά επέβαλαν την ανακαίνιση της Μονής, την επισκευή των παλιών κτιρίων και την ανέγερση νέων. Οι οικοδομικές εργασίες συνεχίστηκαν για αρκετά χρόνια, με εξαίρεση μία διακοπή το 1858 μ.Χ., όπου ο Γεροντογιάννης για πέντε μήνες κατέφυγε στην Κάσο, λόγω μιας νέας επανάστασης που ξέσπασε στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη.

    Το 1861 μ.Χ. προστέθηκε και το δεύτερο κλίτος της Αγίας Τριάδος στο Καθολικό της Μονής μέσα στο βράχο. Τα κτίσματα οικοδομήθηκαν σε τέσσερα επίπεδα και περιελάμβαναν κελλιά, ξενώνα, τράπεζα, μαγειρείο, φούρνο, αποθήκες και μια μεγάλη υδατοδεξαμενή για τη συλλογή των ομβρίων υδάτων.

    Το 1863 μ.Χ. το μοναστήρι ήταν εντελώς έτοιμο και ο τότε Επίσκοπος Ιεράς και Σητείας Ιλαρίων τέλεσε τα εγκαίνια του Καθολικού της Μονής και προχείρισε τον κατά κόσμο Ιωάννη σε Μεγαλόσχημο Μοναχό, μετονομάζοντάς τον σε Ιωσήφ.

    Ο Όσιος Γεροντογιάννης εξακολουθούσε να παραμένει στη Μονή Καψά μέχρι που ξέσπασε η επανάσταση του 1866 μ.Χ., και τότε φοβούμενος μήπως οι κατακτητές καταστρέψουν το μοναστήρι, αποφάσισε να εγκατασταθεί μαζί με τη συνοδεία του σε ένα παλιό ξεχασμένο και εγκαταλελειμμένο μοναστήρι την Αγία Σοφία, που βρίσκεται στο οροπέδιο των Αρμένων στη μέση περίπου της επαρχίας Σητείας. Στη Μονή Καψά άφησε μόνο ένα επιστάτη-μοναχό μέχρι το 1870 μ.Χ. Ο Όσιος και στην Αγία Σοφία ασχολήθηκε με την εκ βάθρων ανακαίνιση της Μονής και την καλλιέργεια των κτημάτων της, ώστε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταμόρφωσε κυριολεκτικά την περιοχή, γεγονός που προκέλεσε τον θαυμασμό όλων. Επειδή και εκεί πήγαιναν πολλοί προσκυνητές από τα γύρω χωριά για να τον συναντήσουν, έπεσε θύμα συκοφαντίας, οπότε επέστρεψε στην αρχική Μονή του, ύστερα από εντολή του τότε Επισκόπου Ιεράς και Σητείας Νεοφύτου.

    Ο Όσιος ζούσε με έντονη άσκηση, προσευχή και νηστεία. Έτρωγε ξηρή τροφή, κυρίως ελιές, χόρτα και παξιμάδια. Τις περισσότερες ώρες της ημέρας τις περνούσε στο κελλί του προσευχόμενος. Παρακολουθούσε τις Ακολουθίες από ένα παράθυρο του κελλιού του που έβλεπε προς τον Ναό και μόνο κάθε Κυριακή, όταν κοινωνούσε τα Άχραντα Μυστήρια κατέβαινε στην Εκκλησία. Απέκτησε από τον Θεό πλούσια χαρίσματα, ώστε επιτελούσε καθημερινά πάμπολλα θαύματα σε όσους με πίστη στο Θεό πλησίαζαν κοντά του. Η φήμη του γρήγορα διαδόθηκε σε ολόκληρη την Κρήτη και στα νησιά Χάλκη, Κάσο και Σύμη, ώστε καθημερινά τον επισκέπτονταν πλήθος πιστών, ζητώντας τις σοφές συμβουλές του και οδηγίες για την καθημερινή τους ζωή. Άλλοι ζητούσαν τη θεραπεία τους από ασθένειες και την απαλλαγή τους από ακάθαρτα πνεύματα. Ο Γεροντογιάννης, διατηρώντας την εσωτερική κατάσταση της ησυχίας του και κινούμενος από άπειρη αγάπη προς τον πάσχοντα άνθρωπο κατά το πρότυπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, συμβούλευε, ενίσχυε και θεράπευε όλους τους ασθενείς, χαρίζοντάς τους με την χάρη του Κυρίου την υγεία της ψυχής και του σώματος.

    Ήταν ευρύτατα γνωστό ότι ο Όσιος σταύρωνε το νερό της θάλασσας και γινόταν γλυκό. Ακόμα έριχνε το ράσο του στη θάλασσα και το χρησιμοποιούσε ως σχεδία για να μεταβαίνει τακτικά χάριν ησυχίας στο Κουφονήσι, νησί που απέχει αρκετά μίλια από τη Μονή. Επίσης ο Όσιος είχε προορατικό χάρισμα, γι’ αυτό ξεχώριζε τα κλεμμένα προϊόντα που συχνά οι προσκυνητές του έφερναν ως δώρα, ζητώντας μάλιστα απ’ αυτούς που τα έφερναν να τα γυρίσουν πίσω. Η πολυχρόνια και υπεράνθρωπη άσκηση του σώματος γρήγορα εξεσθένησαν το ασθενικό σώμα του και η φωνή του λεπτύνθηκε, ώστε μετά βίας μπορούσαν να ακούσουν οι παρευρισκόμενοι όσα τους έλεγε. Τους τελευταίους μήνες της ζωής του παρέμενε στο κελλί του κλινήρης. Προείδε τον θάνατό του και προσκάλεσε πριν την εκδημία του προς τον Κύριο όλη την Συνοδεία στο κελλί του για να τους ζητήσει συγχώρηση και να τους δώσει τις τελευταίες συμβουλές του. Άφησε διάδοχο του τον Μοναχό Ανανία, προείπε ό,τι θα συμβεί στη Μονή μετά τον θάνατό του και όρισε την ακριβή ημέρα και ώρα του θανάτου του. Από τον εγγονό του Ιωσήφ, Διάκονο τότε, και τον Ιερομόναχο Γεννάδιο ζήτησε να λειτουργήσουν μαζί και να τον κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων.

    Στις 6 Αυγούστου του έτους 1874 μ.Χ., αφού κοινώνησε, κάλεσε πάλι τους Πατέρες στο κελλί του, τους ζήτησε ξανά συγχώρηση, έκανε το σημείο του Σταυρού, πλάγιασε δεξιά και αφού σταύρωσε τα χέρια του οσιακά παρέδωσε την μεταμορφωμένη ψυχή του στον μεταμορφωθέντα Κύριο.

    Η σωρός του έγινε λαϊκό προσκύνημα και πολύς κόσμος κατέκλυζε καθημερινά τη Μονή για να τον προσκυνήσει και να τον αποχεραιτίσει, ώστε έμεινε επί τρεις μέρες άταφος. Ταφηκε στις 9 Αυγούστου 1874 μ.Χ. μέσα στην Εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου στη νοτιοδυτική γωνία σε πέτρινο λαξευμένο τάφο από τον εγγονό του και μετέπειτα ηγούμενο της Μονής Αρχιμ. Ιωσήφ Γεροντάκη. Αυτός, κινούμενος από την ευλάβεια του ευσεβούς λαού προς τον Όσιο, ανεκόμισε στη συνέχεια την τιμία Κάρα του αγίου, την οποία και απέθεσε στο πάνω μέρος του τάφου. Από την κοίμηση του Οσίου η ευλάβεια των πιστών προς τον Όσιο ήταν αμείωτη και μάλλον μέρα με την ημέρα αύξανε και διαδιδόταν από γενεά σε γενεά. Οι προσερχόμενοι στο Μοναστήρι, προσκυνούσαν την κάρα του Οσίου, όπως και την εικόνα του, ενώ έπαιρναν και χώμα από τον τάφο ως ευλογία και θεραπεύονταν.

    Η ανακομιδή των λειψάνων του Οσίου Ιωσήφ έγινε στις 7 Μαΐου του έτους 1982 μ.Χ., δηλαδή 108 χρόνια από την κοίμησή του, ύστερα από ολονύκτια αγρυπνία και η μνήμη της γιορτάζεται την Τρίτη προς Τετάρτη της Διακαινησίμου. Τα ιερά λείψανα τοποθετήθηκαν μέσα σε αργυρή λάρνακα μαζί με την τίμια κάρα του σε περίβλεπτη θέση του ναού και εκπέμπουν άρρητη ευωδία.

    Ακολουθία του οσίου αυτού συνέγραψε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, την οποία, μαζί με τον βίο του οσίου, εξέδωσε η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Κάψα Σητείας Κρήτης, το 1993 μ.Χ.

    Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον λόγον.
    Τῆς μονῆς τοῦ Προδρόμου τὸν νέον κτίτορα, ἀσκητικῆς ἐποφθέντα ἐν τὴ ἐρήμω Καψὰ ἀγωγῆς ἀρτίως ἄστρον παμφαέστατον, στέψωμεν ἄνθεσιν ᾠδῶν καὶ προσπέσωμεν αὐτοῦ λειψάνοις τοὶς πανιέροις, ταὶς πρεσβείαις σου ἐκβοῶντες σῶσον ἠμᾶς ἐκ πειρασμῶν, Ἰωσήφ.

  • ιεραρχες

    ιεραρχες

    Υπάρχουν μαρτυρίες από τις οποίες αποδεικνύεται η συμμετοχή Ιεραρχών της Κρήτης στις Οικουμενικές Συνόδους. Για την Α΄ Οικ. Συνοδο της Νικαίας το 325 μ.Χ. δεν διασώζονται πλήρεις επισκοπικοί κατάλογοι, όμως υπάρχει γραπτή μαρτυρία ότι ένας από τούς 318 θεοφόρους Πατέρες που έλαβαν μέρος ήταν και ο Αρτάκιος Κρήτης. Στην Σύνοδο της Σαρδικής το 343 μ.Χ. από τούς περίπου εκατό Επισκόπους που έλαβαν μέρος οι τέσσερις ήταν από την Εκκλησία της Κρήτης. Πρόκειται για τούς Σύμφορο Ιεραπύτνης, Κυδώνιο Κυδωνίας, Εύκισσο Κισσάμου και Μουσώνιο Ηρακλείου. Δεν σώζονται πρακτικά της Β΄ Οικ. Συνόδου της Κωσταντινουπόλεως το 381 μ.Χ., γι αυτό δεν γνωρίζουμε τα ονόματα των συμμετεχόντων Κρητών Επισκόπων.

    Στην Γ΄ Οικ. Σύνοδο της Εφέσου το 431 μ.Χ. έλαβαν μέρος τέσσερις Κρήτες Επίσκοποι· ο Γορτύνης Ικόνιος, ο Χερρονήσου Ανδήριος, ο Λάμπης Παύλος και ο Κνωσσού Ζηνόβιος. Στην Δ΄ Οικ. Σύνοδο το 451 μ.Χ. έλαβαν μέρος ως εκπρόσωποι έξι Επίσκοποι της νήσου και ένας Πρεσβύτερος, εκπρόσωπος του Επισκόπου Κατάνων. Πρόκειται για τούς Μαρτύριο Επίσκοπο Γορτύνης, Κνωσού Γεννάδιο, Λάμπης Δημήτριο, Σουβρίτου Κύριλλο, Απολλωνιάδος Ευσέβιο, Ελευθερνών Ευφράτη και τον πρεσβύτερο Χρυσογόνο εκπρόσωπο του Παύλου Κατάνων. Στην Ενδημούσα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 536 μ.Χ. έλαβαν μέρος ο Επίσκοπος Γορτύνης και Μητροπολίτης Κρήτης Θεόδωρος και ο Αρχιμανδρίτης Πολυχρόνιος, οι οποίοι ενδημούσαν στην ΚΠολη.

    Στην Ε΄ Οικ. Συνοδο το 553 μ.Χ. έλαβε μέρος μόνο ο Επίσκοπος Γορτύνης και Μητροπολίτης Κρήτης Θεόδωρος. Στην ΣΤ΄ Οικ. Συνοδο το 680/1 μ.Χ. έλαβαν μέρος ένας Μητροπολίτης και δύο Επίσκοποι. Συγκεκριμένα συμμετείχαν ο Βασίλειος Επίσκοπος πόλεως Γορτύνης και Μητροπολίτης Κρήτης, ο Επίσκοπος Λαμπης Ιωάννης και ο Επίσκοπος Καντάνου Γρηγόριος. Στην Πενθέκτη Οικουμενική Συνοδο 691/2 μ.Χ. έλαβαν μέρος τέσσερις Επίσκοποι της νήσου και συγκεκριμένα ο Επίσκοπος Γορτυνίων Βασίλειος, ο Κυδωνέων Νικήτας, ο Χερρονήσου Σισσίνιος και ο Επίσκοπος Κισσάμου Θεόπεμπτος. Τελος στην Ζ΄ Οικ. Συνοδο το 787 μ.Χ. έλαβαν μέρος 12 Επίσκοποι· ο Γορτύνης Ηλίας, ο Ηρακλειουπόλεως Θεόδωρος, ο Κνωσού Αναστάσιος, ο Κυδωνίας Μελίτων, ο Κισσάμου Λέων, ο Αρκαδίας Ιωάννης, ο Ελευθέρνης Επιφάνιος, ο Καντάνου Φωτεινός, ο Χερρονήσου Σισσίνιος, ο Σουβρίτων Θεόδωρος, ο Φοίνικος Λέων και ο Λάμπης Επιφάνιος.

  • Κατηγορίες

  • Φεβρουάριος 2025
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
     12
    3456789
    10111213141516
    17181920212223
    2425262728  
  • Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης ἀθανάτου Πατρός,
    οὐρανίου, ἁγίου, μάκαρος, Ἰησοῦ Χριστέ,
    ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἡλίου δύσιν, ἰδόντες φῶς ἑσπερινόν,
    ὑμνοῦμεν Πατέρα, Υἱόν, καὶ ἅγιον Πνεῦμα, Θεόν.
    Ἄξιόν σε ἐν πᾶσι καιροῖς ὑμνεῖσθαι φωναῖς αἰσίαις,
    Υἱὲ Θεοῦ, ζωὴν ὁ διδούς· διὸ ὁ κόσμος σὲ δοξάζει.

  • Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν.

  • Ἀπολυτίκιον Ἀγίου Τίτου, Ἦχος δ΄.

    Τοῦ Παύλου συνέκδημος, καὶ μαθητὴς γεγονώς, τὴν Κρήτην κατηύγασας, Τίτε Ἀπόστολε, τῇ αἴγλῃ τῶν λόγων σου. Ὡς οὖν ταύτην ἐῤῥύσω, σκότους τῆς ἀσεβείας, οὕτω καὶ νῦν τοὺς πόθῳ, σὲ τιμῶντας παμμάκαρ, ὡς ἔχων παῤῥησίαν πολλὴν, ῥῦσαι παντὸς πειρασμοῦ.

  • ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΤΟΥ ΛΕΠΡΟΥ

    Ἦχος α´

    «Νικηφόρου Ὁσίου, τοῦ λεπροῦ τὰ παλαίσματα,
    καὶ τὴν ἐν ἀσκήσει ἀνδρείαν, κατεπλάγησαν Ἄγγελοι
    ὡς ἄλλος γὰρ Ἰὼβ τὰ ἀλγεινά, ὑπέμεινε δοξάζων τὸν Θεόν,
    νῦν δὲ δόξῃ ἐστεφάνωται παρ᾽ Αὐτοῦ, θαυμάτων διακρίσεσιν.
    Χαίροις τῶν Μοναστῶν χειραγωγέ, χαίροις φωτὸς ὁ πρόβολος·
    χαίροις ὁ εὐωδίας χαρμονήν, προχέων ἐκ λειψάνων σου.»

  • αγιος αχιλλιος

    αγιος αχιλλιος

    Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος γ´. Θείας πίστεως.
    Χαίρει ἔχουσα, ἡ Θεσσαλία, σὲ ἀκοίμητον, φρουρῶν προστάτην, καὶ τῆς Λαρίσης ἡ πόλις ἀδάμαντα, ἡ Ἐκκλησία τὴν εὔηχον σάλπιγγα, τὸ τοῦ Υἱοῦ ὁμοούσιον κηρύξασαν, Πάτερ Ἅγιε Ἱεράρχα Ἀχίλλιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

  • Αγιοι πεντε νεομαρτυρες εκ Σαμοθρακης

    Αγιοι πεντε νεομαρτυρες εκ Σαμοθρακης

    Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
    Σαμοθράκης λαμπτῆρες καὶ τῆς Μάκρης ἀγλάισμα, Νεομάρτυρες θεῖοι ἀληθῶς ἀνεδείχθητε, ἀθλήσαντες στερρῶς ὑπὲρ Χριστοῦ, καὶ λύσαντες τὴν πλάνην τοῦ ἐχθροῦ, Μανουὴλ σὺν Θεοδώρω καὶ Μιχαήλ, καὶ οἱ διττοὶ Γεώργιοι, δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι δι\' ὑμῶν, ἠμὶν χάριν καὶ ἔλεος.

  • Άγιος Λουκάς Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας

    Άγιος Λουκάς Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας

    Ἀπολυτίκιον
    Ήχος πλ. α\'. Τον συνάναρχον Λόγον.
    Ιατρόν και ποιμένα, Λουκά τιμήσωμεν, Συμφερουπόλεως ποίμνης, Αρχιερέα λαμπρόν, τον βαστάσαντα Χριστού τα θεία στίγματα, τας εξορίας, τα δεινά, εγκλεισμούς εν φυλακαίς, τας θλίψεις και τα ονείδη, τον επ εσχάτων φανέντα, εν Ρωσία νέον Αγιον.

  • Αγιος Ανδρεας κρητης

    Αγιος Ανδρεας κρητης

    Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
    Σοφία διέπρεψας, καί ἀρετῶν τῶ φωτί, καί Κρήτης γεγένησαι, ἀρχιερεύς εὐκλεής, Ἀνδρέα Πατήρ ἡμῶν, ὅθεν ἐν Ἐρεσῶ δέ, κοιμηθείς Ἱεράρχα, ταύτην καθαγιάζεις,τῶ ἁγίω σου σκήνει, αἰτούμενος τοῖς πᾶσιν, εἰρήνην καί θεῖον ἔλεος.

  • Αγιος Χριστοφορος

    Αγιος Χριστοφορος

    Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
    Στολαῖς ταῖς ἐξ αἵματος, ὡραϊζόμενος, Κυρίῳ παρίστασαι, τῷ Βασιλεῖ οὐρανῶν, Χριστοφόρε ἀοίδιμε· ὅθεν σὺν Ἀσωμάτων, καὶ Μαρτύρων χορείαις, ᾄδεις τῆ τρισαγίῳ, καὶ φρικτῇ μελωδίᾳ· διὸ ταῖς ἱκεσίαις ταῖς σαῖς, σῶζε τοὺς δούλους σου.

  • οσιος νικανωρ

    οσιος νικανωρ

    Ἀπολυτίκιον
    Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
    Νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον στέφος, πάτερ ὅσιε, παρὰ τοῦ Κτίστου, τῶν σῶν ἀγώνων ἀντάξιον ἔπαθλον· τὴν γὰρ πατρίδα λιπὼν τὴν ἐπίγειον, τῆς οὐρανίου οἰκήτωρ γεγένησαι· ὅθεν πάντες σὲ πίστει καὶ πόθῳ γεραίρομεν· χαίροις Νικάνορ, Ὁσίων ὁμόσκηνε.

Ο άγιος Σπυρίδων ο θαυματουργός, ο πολιούχος της Κέρκυρας και το άφθαρτο σκήνωμά του

Συγγραφέας: στις 11/12/2014

Ο βίος του αγίου Σπυρίδωνος- πώς συνδέθηκε με την Κέρκυρα;- η πολλαπλή σωτηρία του νησιού από τον άγιο

Ἄς πάρουμε τό πλοῖο πού θά μᾶς ταξιδέψει στά νερά τοῦ Ἰονίου πελάγους καί θά μᾶς ὁδηγήσει στό πανέμορφο νησί τῶν Φαιάκων, τήν περίφημη Κέρκυρα. Ἐκεῖ μᾶς περιμένει ἕνα ἐκπληκτικό θαῦμα: Ὁ ἅγιος Σπυρίδων, ὁ ὁποῖος ἔζησε πρίν ἀπό 1700 χρόνια περίπου κι ὅμως τό ἱερό λείψανότου διατηρεῖται ὁλόσωμο καί ἄφθο ρο καί ἐπιτελεῖ διαρκῶς θαύματα!

***
Ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἔζησε τόν 4ο αἰώνα στήν Κύπρο. Ἦταν ἄνθρωπος ὀλιγογράμματος καί ἐργαζόταν ὡς βοσκός. Ξεχώριζε γιά τήν πίστη στό Θεό, τήν ἁπλότητα, τήν ταπείνωση ἀλλά καί τήν ἀγάπη του, πού ἐκδηλωνόταν μέ διαφόρους τρόπους σέ κάθε ἄνθρωπο πού εἶχε κάποια ἀνάγκη. Ἡ φήμη τῆς μεγάλης ἀρετῆς του ἔγινε αἰτία νά τόν
ἐκλέξουν ἐπίσκοπο τῆς μικρῆς πόλης τῆς Τριμυθοῦντος τῆς Κύπρου. Ὡς ἐπίσκοπος συνέχισε νά φέρεται μέ τήν ἴδια ἁπλότητα πού εἶχε καί ὡς βοσκός.
Ὅταν λειτουργοῦσε, τόν ὑπηρετοῦσαν ἄγγελοι καί μαζί τους ὁ ἐνάρετος ἐπίσκοπος δοξολογοῦσε τόν Θεό! Προσευχόταν μέ τόσο δυνατή πίστη, ὥστε ἔφερνε βροχή σέ καιρό ξηρασίας, θεράπευε ἀσθενεῖς, ὁδηγοῦσε στή μετάνοια, ἀνάσταινε ἀκόμη καί νεκρούς!

Ἄν καί δέν εἶχε ἀποκτήσει κοσμική μόρφωση, γνώριζε καλά τήν ὀρ θόδοξη πίστη καί τήν ὑπερασπίστηκε μέ ἁπλό καί θαυμαστό τρό πο στήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο, ντροπιάζοντας τόν αἱρετι κό Ἄρειο καί ὅλη τή συνοδεία του. Ὁ ταπεινός αὐτός ἐπίσκοπος παρέδωσε εἰρηνικά τήν ψυχή του στόν ἅγιο Θεό στίς 12 Δεκεμβρί ου 348 μ.Χ.,σέ ἡλικία 78 ἐ τῶν.
Ὁ ἅγιος Σπυρίδων ὑπῆρξε γέννημα καί θρέμμα τῆς νήσου τῶν Ἁγίων, τῆς Κύπρου, ἡ ὁποία τόν τιμᾶ μέ σεμνή καύχηση καί καταφεύγει στήν προστασία του.

Πῶς ὅμως συνδέθηκε ὁ Ἅγιος μέ τήν Κέρκυρα, ἀφοῦ οὔτε μιά φορά δέν τήν ἐπισκέφθηκε ὅσο ζοῦσε;
Ἀφοῦ πέρασαν μερικά χρόνια μετά τήν κοίμηση τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ἔγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του
κι οἱ πιστοί χριστιανοί διαπίστωσαν μέ θαυμασμό ὅτι τό σῶμα του εἶχε διατηρηθεῖ ἀκέραιο κι ἀλώβητο ἀπό τή φυσική φθορά. Ἔτσι τοποθέτησαν τό ἱερό του λείψανο σέ εἰδική λάρνακα γιά νά τό προσκυνοῦν καί νά λαμβάνουν χάρη καί εὐλογία. Ὡστόσο, ὅταν ἄρχισαν οἱ ἀραβικές ἐπιδρομές στήν Κύπρο (648 μ.Χ.) τό ἱερό λείψανο μεταφέρθηκε γιά ἀσφάλεια στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρέμεινε μέχρι τήν Ἅλωση. Ἔπειτα τό τίμιο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου, προκειμένου νά μήν βεβηλωθεῖ ἀπό τούς Τούρκους, μεταφέρθηκε κρυφά στήν Κέρκυρα, ὅ που φυλάσσεται μέχρι σήμερα.
Ἀπό τότε ἡ ἱστορία τῆς Κέρκυρας καί ἡ ζωή των κατοίκων της συνδέθηκε σέ τόσο μεγάλο βαθμό μέ τόν Ἅγιο, ὥστε Κέρκυρα καί ἅγιος Σπυρίδωννά ἀποτελοῦν πλέον ἕναν ἀδιάρρηκτο δεσμό, μία ἑνιαία ταυτότητα. Αὐτόδέν συμβαίνει μόνο ἐπειδή ἡ Κέρκυρα ἀξιώθηκε νά διαφυλάττει τόν ἀνεκτίμητο θησαυρό τοῦ ἱεροῦ του λειψάνου, ἀλλά καί διότι ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή πού τό ἄφθαρτο σκήνωμά του βρέθηκε στήν Κέρκυρα ἀ νέλαβε τόνησί κάτω ἀπό τήν προστασία του. Αὐτό ἄλλωστε ἀποδεικνύει ἡ τιμή καί ἡ εὐγνωμοσύνη μέ τήν ὁποία περιβάλλουν τόν Ἅγιο οἱ Κερκυραῖοι, οἱ ὁποῖοι ἐ κτός ἀπό τήν ἡμέρα τῆς μνήμης του στίς 12 Δεκεμβρίου, ἑορτάζουν καί ἄλλες ἡμέρες τήν ἀνάμνηση διαφόρων θαυμάτων του καί περιφέρουν τό ἱερό σκήνωμά του μέ λαμπρές λιτανεῖες τέσσερις φορές τό χρόνο.

Τέσσερις ξεχωριστές ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες ἡ βενετοκρατούμενη Κέρκυρα σώθηκε εἴτε ἀπό θανατηφόρες ἀσθένειες, εἴτε ἀπό τήν πείνα εἴτε ἀπό ἐχθρικές ἐπιδρομές.
Πιό συγκεκριμένα, τό 1553 ὁ Ἅγιος ἔ σωσε τό νησί ἀπό τήν ἔλλειψη σιταριοῦ καί τήν πείνα. Ἦταν Μέγα Σάββατο καί τρία πλοῖα φορτωμένα μέ σιτάρι ταξίδευαν πρός τήν Ἰταλία. Ξαφνικά οἱ ναῦτες εἶδαν ἕνα ρασοφόρο γέροντα νά τούς δείχνει ἄλλη κατεύθυνση. Τήν ἴδια ὥρα ἄκουσαν ἐπιβλητική καί δυνατή μία φωνή: «Στήν Κέρκυρα νά πᾶτε. Πεινοῦν οἱ ἄνθρωποι… Πηγαίνετε καί θά πληρωθεῖτε ἐκεῖ». Καί πράγματι πῆγαν. Καί οἱ Κερκυραῖοι, ὅταν συνειδητοποίησαν μέ ποιό τρόπο ἦλθε τό ἀπρόσμενο δῶρο, εὐχαρίστησαν τόν Θεό καί τόν ἅγιο προστάτη τους. Γιά τό λόγο αὐτό καθιερώθηκε ἡ λιτανεία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου.
Τό 1630 ἀλλά καί τό 1673, ὅταν ἡ ἐπιδημία τῆς πανώλης σκόρπιζε τό θάνατο στό νησί, οἱ παρακλήσεις στόν ἅγιο Σπυρίδωνα προκάλεσαν τήν ἐπέμβασή του, ὥστε νά ἐξαφανιστεῖ κά θε ἴχνος ἀπό τήν ἀ σθένεια. Ἔτσι καθι ερώ θηκαν ἀντιστοίχως ἡ λιτανεία τῆς Κυριακῆς τῶνΒαΐων καί ἡ λιτανεία κάθε πρώτη Κυριακή τοῦ Νοεμβρίου. Τέλος, τό 1716 ὁ Ἅγιος ἀπάλλαξε τό νη σί ἀπό τήν πολιορκία τῶν Τούρκων. Γιά τό λόγο αὐτό καθιε ρώθη κε ἡ λιτανεία τῆς 11ης Αὐγούστου.
Τό 1718, ὅταν ὁ Βενετός διοικητής Ἀν δρέας Πιζάνης ἐπέμενε νά τοποθετήσει ἁγία Τράπεζα γιά νά λειτουργοῦν οἱ παπικοί μέσα στό ναό τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ὁ Ἅγιος μέ θαυμαστό τρόπο ἐπενέβη καί ἀπέτρε ψε τή βεβήλωση αὐτή. Ἡ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος ἑορτάζεται κά θε χρόνο στίς 12 Νοεμβρίου.
Ἀλλά καί στίς 28 Ὀκτωβρίου 1940, χάρη στήν θαυματουργική ἐπέμβαση τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ἡ Κέρκυρα ἔ μεινε ἀλώβητη στίς ἐπιθέσεις τῶν Ἰταλῶν. Οἱ ἐχθρικές βόμβες δέν ἔβρισκαν τό στόχο τους, ἀλλά ἔπεφταν στή θάλασσα. Μία μόνο βόμβα ἔπεσε μέσα στό γυναικωνίτη τοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ἀλλά αὐτή δέν ἐξερρά γη, γιά νά γίνει ἀκόμη πιό χειροπιαστό τό θαῦμα τῆς προστασίας τοῦ Ἁγίου.
Κι εἶναι πολλά ἀκόμη –ἀμέτρητα– τά γνωστά καί ἄγνωστα θαύματα τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, τά ὁποῖα ἔζησαν προσωπικά ὅ σοι εὐλαβοῦνται τόν Ἅγιο καί ζητοῦν μέ πίστη τή βοήθειά του. Εἶναι ὁλοφάνερο λοιπόν γιατί ὁ ἅγιος Σπυρίδων εἶναι καί θεωρεῖται πολιοῦχος τῆς Κέρκυρας. Κι εἶναι ἀκόμη πιό ὁλοφάνε ρο ὅτι κάθε πόλη καί χώρα πού καταφεύγει στή χάρη τῶν Ἁγίων, ἀπολαμβάνει τή θαυματουρ γική προστασία τους.

Δεκεμβρίου 12, 2013 ἀπὸ τὸν/τὴν momyof6
Ο άγιος Σπυρίδων ο θαυματουργός, ο πολιούχος της Κέρκυρας και το άφθαρτο σκήνωμά του
Ο βίος του- κείμενο Φ. Κόντογλου- εικονική περιήγηση στο ναό του στην Κέρκυρα -βίντεο-παραδόσεις και υλικό για παιδιά
Ο βίος του αγίου Σπυρίδωνος- πώς συνδέθηκε με την Κέρκυρα;- η πολλαπλή σωτηρία του νησιού από τον άγιο

(κείμενο και για παιδιά- από το περιοδικό Προς τη Νίκη, Δεκέμβριος 2013)

img_5917_smaller__11759Ἄς πάρουμε τό πλοῖο πού θά μᾶς ταξιδέψει στά νερά τοῦ Ἰονίου πελάγους καί θά μᾶς ὁδηγήσει στό πανέμορφο νησί τῶν Φαιάκων, τήν περίφημη Κέρκυρα. Ἐκεῖ μᾶς περιμένει ἕνα ἐκπληκτικό θαῦμα: Ὁ ἅγιος Σπυρίδων, ὁ ὁποῖος ἔζησε πρίν ἀπό 1700 χρόνια περίπου κι ὅμως τό ἱερό λείψανότου διατηρεῖται ὁλόσωμο καί ἄφθο ρο καί ἐπιτελεῖ διαρκῶς θαύματα!

***
Ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἔζησε τόν 4ο αἰώνα στήν Κύπρο. Ἦταν ἄνθρωπος ὀλιγογράμματος καί ἐργαζόταν ὡς βοσκός. Ξεχώριζε γιά τήν πίστη στό Θεό, τήν ἁπλότητα, τήν ταπείνωση ἀλλά καί τήν ἀγάπη του, πού ἐκδηλωνόταν μέ διαφόρους τρόπους σέ κάθε ἄνθρωπο πού εἶχε κάποια ἀνάγκη. Ἡ φήμη τῆς μεγάλης ἀρετῆς του ἔγινε αἰτία νά τόν
ἐκλέξουν ἐπίσκοπο τῆς μικρῆς πόλης τῆς Τριμυθοῦντος τῆς Κύπρου. Ὡς ἐπίσκοπος συνέχισε νά φέρεται μέ τήν ἴδια ἁπλότητα πού εἶχε καί ὡς βοσκός.
Ὅταν λειτουργοῦσε, τόν ὑπηρετοῦσαν ἄγγελοι καί μαζί τους ὁ ἐνάρετος ἐπίσκοπος δοξολογοῦσε τόν Θεό! Προσευχόταν μέ τόσο δυνατή πίστη, ὥστε ἔφερνε βροχή σέ καιρό ξηρασίας, θεράπευε ἀσθενεῖς, ὁδηγοῦσε στή μετάνοια, ἀνάσταινε ἀκόμη καί νεκρούς!

Ἄν καί δέν εἶχε ἀποκτήσει κοσμική μόρφωση, γνώριζε καλά τήν ὀρ θόδοξη πίστη καί τήν ὑπερασπίστηκε μέ ἁπλό καί θαυμαστό τρό πο στήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο, ντροπιάζοντας τόν αἱρετι κό Ἄρειο καί ὅλη τή συνοδεία του. Ὁ ταπεινός αὐτός ἐπίσκοπος παρέδωσε εἰρηνικά τήν ψυχή του στόν ἅγιο Θεό στίς 12 Δεκεμβρί ου 348 μ.Χ.,σέ ἡλικία 78 ἐ τῶν.
Ὁ ἅγιος Σπυρίδων ὑπῆρξε γέννημα καί θρέμμα τῆς νήσου τῶν Ἁγίων, τῆς Κύπρου, ἡ ὁποία τόν τιμᾶ μέ σεμνή καύχηση καί καταφεύγει στήν προστασία του.

Πῶς ὅμως συνδέθηκε ὁ Ἅγιος μέ τήν Κέρκυρα, ἀφοῦ οὔτε μιά φορά δέν τήν ἐπισκέφθηκε ὅσο ζοῦσε;
Ἀφοῦ πέρασαν μερικά χρόνια μετά τήν κοίμηση τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ἔγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του
κι οἱ πιστοί χριστιανοί διαπίστωσαν μέ θαυμασμό ὅτι τό σῶμα του εἶχε διατηρηθεῖ ἀκέραιο κι ἀλώβητο ἀπό τή φυσική φθορά. Ἔτσι τοποθέτησαν τό ἱερό του λείψανο σέ εἰδική λάρνακα γιά νά τό προσκυνοῦν καί νά λαμβάνουν χάρη καί εὐλογία. Ὡστόσο, ὅταν ἄρχισαν οἱ ἀραβικές ἐπιδρομές στήν Κύπρο (648 μ.Χ.) τό ἱερό λείψανο μεταφέρθηκε γιά ἀσφάλεια στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρέμεινε μέχρι τήν Ἅλωση. Ἔπειτα τό τίμιο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου, προκειμένου νά μήν βεβηλωθεῖ ἀπό τούς Τούρκους, μεταφέρθηκε κρυφά στήν Κέρκυρα, ὅ που φυλάσσεται μέχρι σήμερα.
Ἀπό τότε ἡ ἱστορία τῆς Κέρκυρας καί ἡ ζωή των κατοίκων της συνδέθηκε σέ τόσο μεγάλο βαθμό μέ τόν Ἅγιο, ὥστε Κέρκυρα καί ἅγιος Σπυρίδωννά ἀποτελοῦν πλέον ἕναν ἀδιάρρηκτο δεσμό, μία ἑνιαία ταυτότητα. Αὐτόδέν συμβαίνει μόνο ἐπειδή ἡ Κέρκυρα ἀξιώθηκε νά διαφυλάττει τόν ἀνεκτίμητο θησαυρό τοῦ ἱεροῦ του λειψάνου, ἀλλά καί διότι ὁ ἅγιος Σπυρίδων ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή πού τό ἄφθαρτο σκήνωμά του βρέθηκε στήν Κέρκυρα ἀ νέλαβε τόνησί κάτω ἀπό τήν προστασία του. Αὐτό ἄλλωστε ἀποδεικνύει ἡ τιμή καί ἡ εὐγνωμοσύνη μέ τήν ὁποία περιβάλλουν τόν Ἅγιο οἱ Κερκυραῖοι, οἱ ὁποῖοι ἐ κτός ἀπό τήν ἡμέρα τῆς μνήμης του στίς 12 Δεκεμβρίου, ἑορτάζουν καί ἄλλες ἡμέρες τήν ἀνάμνηση διαφόρων θαυμάτων του καί περιφέρουν τό ἱερό σκήνωμά του μέ λαμπρές λιτανεῖες τέσσερις φορές τό χρόνο.

Τέσσερις ξεχωριστές ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες ἡ βενετοκρατούμενη Κέρκυρα σώθηκε εἴτε ἀπό θανατηφόρες ἀσθένειες, εἴτε ἀπό τήν πείνα εἴτε ἀπό ἐχθρικές ἐπιδρομές.
Πιό συγκεκριμένα, τό 1553 ὁ Ἅγιος ἔ σωσε τό νησί ἀπό τήν ἔλλειψη σιταριοῦ καί τήν πείνα. Ἦταν Μέγα Σάββατο καί τρία πλοῖα φορτωμένα μέ σιτάρι ταξίδευαν πρός τήν Ἰταλία. Ξαφνικά οἱ ναῦτες εἶδαν ἕνα ρασοφόρο γέροντα νά τούς δείχνει ἄλλη κατεύθυνση. Τήν ἴδια ὥρα ἄκουσαν ἐπιβλητική καί δυνατή μία φωνή: «Στήν Κέρκυρα νά πᾶτε. Πεινοῦν οἱ ἄνθρωποι… Πηγαίνετε καί θά πληρωθεῖτε ἐκεῖ». Καί πράγματι πῆγαν. Καί οἱ Κερκυραῖοι, ὅταν συνειδητοποίησαν μέ ποιό τρόπο ἦλθε τό ἀπρόσμενο δῶρο, εὐχαρίστησαν τόν Θεό καί τόν ἅγιο προστάτη τους. Γιά τό λόγο αὐτό καθιερώθηκε ἡ λιτανεία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου.
Τό 1630 ἀλλά καί τό 1673, ὅταν ἡ ἐπιδημία τῆς πανώλης σκόρπιζε τό θάνατο στό νησί, οἱ παρακλήσεις στόν ἅγιο Σπυρίδωνα προκάλεσαν τήν ἐπέμβασή του, ὥστε νά ἐξαφανιστεῖ κά θε ἴχνος ἀπό τήν ἀ σθένεια. Ἔτσι καθι ερώ θηκαν ἀντιστοίχως ἡ λιτανεία τῆς Κυριακῆς τῶνΒαΐων καί ἡ λιτανεία κάθε πρώτη Κυριακή τοῦ Νοεμβρίου. Τέλος, τό 1716 ὁ Ἅγιος ἀπάλλαξε τό νη σί ἀπό τήν πολιορκία τῶν Τούρκων. Γιά τό λόγο αὐτό καθιε ρώθη κε ἡ λιτανεία τῆς 11ης Αὐγούστου.
Τό 1718, ὅταν ὁ Βενετός διοικητής Ἀν δρέας Πιζάνης ἐπέμενε νά τοποθετήσει ἁγία Τράπεζα γιά νά λειτουργοῦν οἱ παπικοί μέσα στό ναό τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ὁ Ἅγιος μέ θαυμαστό τρόπο ἐπενέβη καί ἀπέτρε ψε τή βεβήλωση αὐτή. Ἡ ἀνάμνηση τοῦ θαύματος ἑορτάζεται κά θε χρόνο στίς 12 Νοεμβρίου.
Ἀλλά καί στίς 28 Ὀκτωβρίου 1940, χάρη στήν θαυματουργική ἐπέμβαση τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ἡ Κέρκυρα ἔ μεινε ἀλώβητη στίς ἐπιθέσεις τῶν Ἰταλῶν. Οἱ ἐχθρικές βόμβες δέν ἔβρισκαν τό στόχο τους, ἀλλά ἔπεφταν στή θάλασσα. Μία μόνο βόμβα ἔπεσε μέσα στό γυναικωνίτη τοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, ἀλλά αὐτή δέν ἐξερρά γη, γιά νά γίνει ἀκόμη πιό χειροπιαστό τό θαῦμα τῆς προστασίας τοῦ Ἁγίου.
Κι εἶναι πολλά ἀκόμη –ἀμέτρητα– τά γνωστά καί ἄγνωστα θαύματα τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος, τά ὁποῖα ἔζησαν προσωπικά ὅ σοι εὐλαβοῦνται τόν Ἅγιο καί ζητοῦν μέ πίστη τή βοήθειά του. Εἶναι ὁλοφάνερο λοιπόν γιατί ὁ ἅγιος Σπυρίδων εἶναι καί θεωρεῖται πολιοῦχος τῆς Κέρκυρας. Κι εἶναι ἀκόμη πιό ὁλοφάνε ρο ὅτι κάθε πόλη καί χώρα πού καταφεύγει στή χάρη τῶν Ἁγίων, ἀπολαμβάνει τή θαυματουρ γική προστασία τους.

Ο βίο του αγίου Σπυρίδωνος σε βίντεο από το optiko.net
Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων. Προστάτης τῶν Φτωχῶν, Πατέρας τῶν Ὀρφανῶν, Δάσκαλος τῶν Ἁμαρτωλῶν (Φώτης Κόντογλου)

(ἀπὸ τὸ Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996)

Ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον τιμημένους ἁγίους της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ποὺ τὸν ἐπικαλοῦνται οἱ χριστιανοὶ στὶς περιστάσεις ὅπως τὸν ἅγιο Νικόλαο, τὸν ἅγιο Γεώργιο καὶ τὸν ἅγιο Δημήτριο. Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ ἔχει ἡ Κέρκυρα, ὅπως ἡ Ζάκυνθος ἔχει τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Διονυσίου κ᾿ ἡ Κεφαλληνία τὸν ἅγιο Γεράσιμο.

Γεννήθηκε στὸν καιρὸ τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου στὸ νησὶ τῆς Κύπρου, ἀπὸ γονιοὺς φτωχούς. Γι᾿ αὐτὸ στὰ μικρὰ χρόνια του ἤτανε τσομπάνης καὶ φύλαγε πρόβατα. Ἤτανε πολὺ ἁπλὸς στὴ γνώμη σὰν τοὺς ψαράδες ποὺ διάλεξε ὁ Χριστὸς νὰ τοὺς κάνει μαθητές του. Σὰν ἦρθε σὲ ἡλικία, παντρεύθηκε, καὶ μετὰ χρόνια χήρεψε, καὶ τόση ἤτανε ἡ ἀρετή του, ποὺ τὸν κάνανε ἐπίσκοπο σὲ μία πολιτεία λεγόμενη Τριμυθοῦντα, μ᾿ ὅλο ποὺ ἤτανε ὁλότελα ἀγράμματος. Παίρνοντας αὐτὸ τὸ πνευματικὸ ἀξίωμα ἔγινε ἀκόμα ἁπλούστερος καὶ ταπεινός, καὶ ποίμανε τὰ λογικὰ πρόβατα ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστὸς μὲ ἀγάπη, ἀλλὰ καὶ μὲ αὐστηρότητα ὡσὰν ὑπεύθυνος ὅπου ἤτανε γιὰ τὴ σωτηρία τους. Ἤτανε προστάτης τῶν φτωχῶν, πατέρας τῶν ὀρφανῶν, δάσκαλος τῶν ἁμαρτωλῶν. Καὶ εἶχε τέτοια καθαρότητα καὶ ἁγιότητα, ποὺ τοῦ δόθηκε ἡ χάρη ἄνωθεν νὰ κάνει πολλὰ θαύματα, γιὰ τοῦτο ὀνομάσθηκε θαυματουργός. Μὲ τὴν προσευχή του μάζευε τὰ σύννεφα κ᾿ ἔβρεχε σὲ καιρὸ ξηρασίας, γιάτρευε τὶς ἀρρώστιες, τιμωροῦσε τοὺς πονηροὺς ἀνθρώπους, ὅπως ἔκανε μὲ κάποιους μαυραγορίτες ποὺ γκρέμνισε τὶς ἀποθῆκες ποὺ φυλάγανε τὸ σιτάρι, ἐνῶ ὁ κόσμος πέθαινε ἀπὸ τὴν πείνα, καὶ καταπλακωθήκανε μαζὶ μὲ τὸ σιτάρι: «καὶ μελετώμενον λιμὸν παρὰ τῶν σιτοκαπήλων, ἔλυσε, συμπεσουσῶν αὐτοίς, τῶν ἀποθηκῶν αἷς τὸν σίτον συνέσχον». Καὶ μ᾿ ὅλα αὐτὰ ἐζοῦσε μὲ τόση φτώχεια, ποὺ σὰν πῆγε κάποτε ἕνας φτωχὸς νὰ τὸν βοηθήσει γιὰ νὰ πληρώσει κάποιο χρέος του, δὲν εἶχε νὰ τοῦ δώσει τίποτα, καὶ μὲ θαῦμα ἔκανε μαλαματένιο ἕνα φίδι ποὺ βρέθηκε σ᾿ ἐκεῖνο τὸ μέρος, καὶ τὸ ἔδωσε στὸν φτωχό, κ᾿ ἐκεῖνος τὸ ἕλιωσε καὶ πλήρωσε τὸ χρέος του. Ἄλλη φορὰ πάλι ἔγινε κατακλυσμός, καὶ τὰ ποτάμια ξεχειλίσανε καὶ πλημμύρισε ἡ χώρα, κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας προσευχήθηκε καὶ τραβήξανε τὰ νερὰ καὶ στέγνωσε ὁ νεροπατημένος τόπος. Γιάτρεψε καὶ τὸν βασιλέα Κωνσταντῖνον ποὺ εἶχε ἀρρωστήσει ἀπὸ κάποια ἀγιάτρευτη ἀρρώστια, ἕνα διάκο ποὺ βουβάθηκε τὸν ἔκανε καλά, κακοὺς καὶ πλεονέκτες ἀνθρώπους ἐτιμώρησε μὲ ὑπερφυσικὴ δύναμη, καὶ πλῆθος ἄλλα θαύματα ἔκανε, ὥστε νὰ τὸν φοβοῦνται οἱ ἄδικοι κ᾿ οἱ ἀδικημένοι νὰ τὸν ἔχουνε γιὰ προστάτη καὶ καταφύγιο. Ἀλλὰ πάντα εἶχε μεγάλη ἀγάπη καὶ συμπάθεια στοὺς ἁμαρτωλούς, γι᾿ αὐτὸ κάποιοι κλέφτες ποὺ πήγανε μία νύχτα νὰ κλέψουνε πρόβατα ἀπὸ τὴ μάνδρα του, ποὺ τὴ συντηροῦσε γιὰ νὰ βοηθᾶ τοὺς πεινασμένους, τυφλωθήκανε καὶ δὲν μπορούσανε νὰ φύγουνε, καὶ πιάσανε καὶ φωνάζανε νὰ τοὺς ἐλεήσει. Κι᾿ ὁ ἅγιος ὄχι μοναχὰ τοὺς ξανάδωσε τὸ φῶς τους, ἀλλὰ τοὺς χάρισε κ᾿ ἕνα κριάρι, γιατί, ὅπως τοὺς εἶπε, εἴχανε κακοπαθήσει ὅλη τὴ νύχτα, κι᾿ ἀφοῦ τοὺς νουθέτησε νἆναι καλοὶ ἄνθρωποι, τοὺς ἔστειλε στὰ σπίτια τοὺς χωρὶς νὰ μάθει τίποτα ἡ ἐξουσία γιὰ τὴν κλεψιὰ ποὺ θέλανε νὰ κάνουνε. Προέλεγε δὲ καὶ ὅσα ἤτανε νὰ γίνουνε μὲ ἀκρίβεια, ὥστε νὰ τὸν θαυμάζει ὁ κόσμος σὰν ἕνα ὑπεράνθρωπο πρόσωπο, ἀφοῦ ἀπὸ τσομπάνης ἀξιώθηκε νὰ ἀνεβεῖ σὲ τέτοιο ὕψος. Καὶ στὴν Πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια, ἤτανε κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας ἀνάμεσα στοὺς τριακοσίους δέκα ὀκτὼ θεοφόρους πατέρας καί, παρ᾿ ὅλο ποὺ δὲν γνώριζε γράμματα, ἀποστόμωσε τὸν αἱρεσιάρχην Ἄρειο ποὺ ἤτανε ὁ πιὸ σπουδασμένος στὰ γράμματα ἀπὸ ὅλους τοὺς δεσποτάδες.

Ὅλον τὸν καιρὸ ποὺ ἔζησε δὲν ἔπαψε νὰ κάνει θαύματα. Τὸ μεγαλύτερο ἤτανε ἡ ἀνάσταση τῆς πεθαμένης κόρης του ποὺ σηκώθηκε ἀπὸ τὸ μνῆμα καὶ μαρτύρησε σὲ ποιὸ μέρος εἶχε φυλάξει τὰ χρήματα ποὺ τῆς ἐμπιστεύθηκε κάποια γυναίκα, καὶ πάλι ξανακοιμήθηκε. Κάποτε πῆγε στὸν ἅγιο μία γυναίκα ποὺ εἶχε ἕνα παιδάκι καὶ τῆς πέθανε, καὶ τὸν παρακαλοῦσε μὲ δάκρυα πολλὰ νὰ τὸ ἀναστήσει, τόσο συνηθισμένοι ἤτανε οἱ ἄνθρωποι, ποὺ τὸν γνωρίζανε, στὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ ἅγιος. Καὶ ἐκεῖνος τὸ ἀνάστησε μὲ τὴν προσευχή του. Μὰ ἡ μητέρα του σὰν τὸ εἶδε ζωντανό, ἀπὸ τὴν πολλὴ χαρὰ τῆς πέθανε ἡ ἴδια. Κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας ἀνέστησε καὶ τὴ γυναίκα.

Αὐτὰ τὰ μεγάλα θαύματα ξακουσθήκανε στὸν κόσμο, κι᾿ ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας, ζωντας ἀκόμα, τιμήθηκε σὰν ἅγιος καὶ θαυματουργός. Καὶ ἕως τώρα κάνει πολλὰ θαύματα τὸ σκήνωμά του ποὺ εἶναι ὁ θησαυρὸς τῶν Κερκυραίων.

Ὅταν ἐλειτουργοῦσε, παραστεκότανε Ἄγγελοι ποὺ τοὺς βλέπανε μὲ τὰ μάτια τοὺς πολλοὶ ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς χριστιανούς, καὶ ποὺ ἔλεγε τὸ «Εἰρήνη πᾶσι», οἱ Ἄγγελοι ἀντιφωνούσανε «Καὶ τῷ πνεύματί σου» ἀντὶ τῶν ψαλτάδων, καὶ τὸν περιέλουζε κάποια ὑπερφυσικὴ φωτοχυσία.
Μὲ τέτοια ἀγγελικὴ πολιτεία ἀφοῦ ἔζησε κ᾿ ἔφθασε σὲ βαθὺ γῆρας ποιμαίνοντας τὰ λογικὰ πρόβατα, μετέστη πρὸς Κύριον. Τὸ δὲ ἅγιο λείψανό του ἔμεινε κάμποσον καιρὸ στὴν Τριμυθοῦντα κι᾿ ἀπὸ κεῖ τὸ πήγανε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὸ ἐβάλανε στὴν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ὅπου φυλαγότανε τὰ ἅγια λείψανα πολλῶν ἁγίων. Κατὰ τὴ βασιλεία τῶν Τούρκων εὑρέθη εἰς τὰ χέρια ἑνὸς εὐλαβοῦς χριστιανοῦ ποὺ τὸν λέγανε Βούλγαρη, κι᾿ αὐτὸς μὲ μεγάλα βάσανα καὶ κόπους τὸ ἔφερε ἕως τὴν Ἀλβανία κρυμμένο μέσα σὲ τσουβάλια, κι᾿ ἀπὸ κεῖ τὸ πέρασε μ᾿ ἕνα καΐκι στὴν Κέρκυρα ποὺ τὴν κρατούσανε οἱ Βενετσιάνοι, κι᾿ ἀπὸ τότε βρίσκεται σ᾿ αὐτὸ τὸ νησί, ἀπείραχτο ἀπὸ τὸν καιρό, μὲ ὅλο ὅπου περάσανε 1600 χρόνια ἀπὸ τὴν κοίμησή του. Στὸ κουβούκλιο στέκεται ὄρθιος ὁ ἅγιος, μὲ χέρια σταυρωμένα, ντυμένος μὲ τὰ ἄμφιά του καὶ τὸν βγάζουνε σὲ λιτανεία δυὸ φορὲς τὸ χρόνο. Οἱ Κερκυραῖοι ἔχουνε τὸ ἱερὸ σκήνωμα σὲ μεγάλη εὐλάβεια καὶ τὸ θεωροῦνε θησαυρὸ τοῦ νησιοῦ τους. Τὸν καιρὸ ποὺ δούλεψα στὸ Μουσεῖο τῆς Κέρκυρας γνώρισα τὸν πάπα-Βούλγαρη, ποὺ ἤτανε ἐφημέριος του ναοῦ, κατὰ κληρονομικὸ δικαίωμα, ἄνθρωπος ποὺ ἀγαποῦσε τὴν τέχνη καὶ τὰ γράμματα. Τὸ ἅγιο λείψανο θαυματουργεῖ πάντα ἕως σήμερα σὲ ὅποιους ἐπικαλεσθοῦνε μὲ πίστη τὸν ἅγιο.

Στὴν ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας παριστάνεται γηραλέος μὲ γυριστὴ μύτη καὶ μὲ διχαλωτὸ κοντὸ ἄσπρο γένι, «γέρων διχαλογένης φορῶν σκοῦφον». Ὁ σκοῦφος του εἶναι παράξενος, σὰν κινέζικος, μυτερὸς στὴν κορυφή. Δὲν ζωγραφίζεται ποτὲ ξεσκούφωτος. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς εἰκόνες ἀπάνω σὲ σανίδι εἴτε σὲ τοῖχο σὲ ἄλλο μέρος τῆς ἐκκλησίας, ζωγραφίζεται συχνὰ στὸ ἅγιο Βῆμα μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους μεγάλους ἱεράρχας Βασίλειο, Χρυσόστομο καὶ Γρηγόριο κάτω ἀπὸ τὴν Πλατυτέρα. Στὸ χαρτὶ ποὺ βαστᾶ εἶναι γραμμένο: «Ἔτι προσφέρομέν Σοι τὴν λογικὴν ταύτην καὶ ἀναίμακτον θυσίαν».

Ἡ ὑμνολογία μας τὸν στόλισε μὲ τὰ ἀμάραντα ἄνθη της, ποὺ πολὺ λίγοι ἀπὸ μᾶς τὰ μελετήσανε γιὰ νὰ δοῦνε πὼς ἀληθινὰ εἶναι ἀμάραντα.

«Χαίροις ἀρχιερέων κανών, τῆς Ἐκκλησίας ἀδιάσειστον ἔρεισμα· τὸ κλέος τῶν Ὀρθοδόξων, ἡ τῶν θαυμάτων πηγή, τῆς ἀγάπης ρεῖθρον μὴ κενούμενον…». «Πράος καὶ κληρονόμος τῆς γῆς, Σύ, τῶν πραέων ἀληθῶς ἀναδέδειξαι, Σπυρίδων, πατέρων δόξα, ὁ ταῖς νευραὶς τῶν σοφῶν καὶ ἁπλῶν σου λόγων, θείᾳ χάριτι, ἐχθρὸν τὸν παμπόνηρον καὶ παράφρονα Ἄρειον ἐναποπνίξας, καὶ τὸ δόγμα τὸ ἔνθεον καὶ σωτήριον ἀνυψώσας ἐν Πνεύματι…». «Ἐκ ποιμνίων ὥσπερ τὸν Δαυΐδ, σὲ ἀναλαβόμενος ὁ Πλαστουργός, λογικῆς ποίμνης ἔθετο ποιμένα πανάριστον, τὴ ἁπλότητι καὶ πραότητι λάμποντα καὶ τὴ ἀκακία, ὅσιε, Ποιμὴν καλλωπιζόμενον». «Μωυσέως τὸ ἄπλαστον, Δαυῒδ τὸ πρᾶον, Ἰὼβ τοῦ Αὐσίτιδος τὸ ἄμεμπτον κτησάμενος, τοῦ Πνεύματος γέγονας κατοικητήριον, μέλπων, Ἱερώτατε: Ὁ ὧν εὐλογημένος καὶ ὑπερένδοξος». «Σὲ ἐξ ἀλόγου ποίμνης μετήγαγεν εἰς λογικὴν τὸ Πνεῦμα, πνευματοφόρε, ὡς τὸν Μωσέα καὶ Δαυῒδ ὧν ἐμιμήσω τὸ πράον, Σπυρίδων, φῶς οἰκουμένης». Τὸ ἀπολυτίκιον λέει: «Τῆς Συνόδου τῆς πρώτης ἀνεδείχθης ὑπέρμαχος, καὶ θαυματουργὸς θεοφόρε, Σπυρίδων, πατὴρ ἡμῶν. Διὸ νεκρὰ Σὺ ἐν τάφῳ προσφωνεῖς, καὶ ὄφιν εἰς χρυσοῦν μετέβαλες· καὶ ἐν τῷ μέλπειν τὰς ἁγίας Σου εὐχάς, Ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦντάς Σοι, Ἱερώτατε. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι· δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι· δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ Σοῦ πᾶσιν ἰάματα».