Παύλος
Μαλβίνα
Μαλβίνα
Τίποτα δεν έχει αλλάξει, ακόμα σ’ αγαπώ
τίποτα δεν έχει αλλάξει, ακόμα σ’ αγαπώ
άμα δε σε δω, άμα δε σε δω, άμα δε σε δω θα τρελαθώ…
Κράτησα τη μυρωδιά σου να ’χω φυλαχτό
Κράτησα τη μυρωδιά σου να ’χω φυλαχτό
άμα δε σε δω, άμα δε σε δω, άμα δε σε δω θα τρελαθώ…
Άσε με στα μάτια σου για πάντα να χαθώ
άσε με στα μάτια σου για πάντα να χαθώ
άμα δε σε δω, άμα δε σε δω, άμα δε σε δω θα τρελαθώ…
Τίποτα δεν έχει αλλάξει, ακόμα σ’ αγαπώ
μη μ’ αφήνεις άλλο μόνο, σε παρακαλώ
άμα δε σε δω, άμα δε σε δω, άμα δε σε δω θα τρελαθώ…
http://www.youtube.com/watch?v=-HbBRfLmr1M
Είναι τα δυο μου χέρια
σαν πουλιά αβοήθητα
Έστησες καρτέρια
πήρες τα φτερά
Τώρα πληγωμένα
ψάχνουνε τα χέρια σου
Ψάχνουνε εσένα
που ‘σαι μακριά
Αν είναι έτσι η αγάπη
γιατί δεν με φύλαξες;
Σε παρτίδα σκάρτη
τι χαρτί μου μοίρασες;
Μα σ’ αγαπώ για πάντα, πανάθεμά με σ’ αγαπώ
Στο παράλογο δεν ξέρω, πώς να αντισταθώ
Είναι τα δυο μου χέρια
λες και έχουνε φτιαχτεί
Για να δίνουν μόνο
δίνουν μια ζωή
Αν δεν συγκινείσαι
που ‘χω γίνει θρύψαλα
Από πέτρα είσαι
κι είμαι από γυαλί
http://www.youtube.com/watch?v=AqwxRUjQX_o
Για στάσου λίγο μείνε εδώ
να κοιταχτούν τα βλέμματα μας
καινούργια γη και ένα Θεό να βρω
για να στηρίξω τα όνειρα μας
για στάσου λίγο πάρτο αλλιώς
γίνε λιγάκι ειλικρινής
είμαι λιγάκι δύσπιστος μου λες
μα εσύ δεν ξέρεις να ανοιχτείς
Για στάσου λίγο μη μουτρώνεις
δεν σου γκρινιάζω να χαρείς
μάθε λοιπόν να υποχωρείς
νιώθει η καρδιά μου τόσο μόνη
Έλα να γίνουμε ένα
φωτιά στα φρένα
μην το κάνεις θέμα
που στο ζητάω
γιατί χωρίς εσένα
ζωή σα ψέμα
δεν θέλω άλλο
με μέτρο να σ’ αγαπάω
Για στάσου λίγο τι φοβάσαι
παλιές αγάπες μην κοιτάς
το παρελθόν σου σε τρομάζει
μα εγώ είμαι εδώ για να γελάς
μπορείς να κλάψεις και αν θες
για αυτά που χάσαμε οι δυο μας
όταν μαλώνουμε λεπίδες οι στιγμές
μέτρα στιγμές στο θανατό μας
Δύο αντίθετες φωνές
συγκρουόμαστε μεσ’ στο θυμό μας
μα σ’ αγαπώ και μ’ αγαπάς
και έτσι κυλάει το όνειρο μας
Έλα να γίνουμε ένα
φωτιά στα φρένα
μην το κάνεις θέμα
που στο ζητάω
γιατί χωρίς εσένα
ζωή σαν ψέμα
δεν θέλω άλλο
με μέτρο να σ’ αγαπάω
Και αν σου φάνηκαν αυτοί οι μήνες πιο της πλάκας
και αν φέρθηκα λιγάκι σαν μάλλον εσύ
τώρα είσαι αλλού είσαι αλλού καρδιά μου
Ας τους κανόνες σου σου τρώνε τα χρόνια σου
και χάνεις τη στιγμή και τώρα εσύ
σαν να μιλάς και άλλον φιλάς
όπως στο ‘μαθα εγώ μπροστά να κοιτάς
Μια φορά μου ‘χες πει πολλές υποσχέσεις
λόγια μείναν μισά μη πεις ποτέ
πες μόνο ένα ξανά πως ίσως μια μέρα
μια μέρα θα ‘ρθεις θα αφήσεις τα πάντα
κοντά θα σταθείς θα μ’ αγγίξεις
και σα φλασάκι εμείς οι εραστές
αμήχανοι τρόποι κλεφτές ματιές
στο ίδιο το μέρος τη πρώτη φορά
θα πίνω μια κόκα
και εσύ μια σκέτη βότκα ξανά
Πως άλλαξες τόσο πως άλλαξα εγώ
πως άλλαξα λόγια σε ένα λεπτο
μου είπες λυπάμαι έτσι ζω και αγαπώ
σ’ αγκάλιασα τόσο τα δάκρυα βουνό
μου λείπεις ακόμα η ψυχή άδειο στρώμα
μα εσύ σε άλλο σώμα ξεχνιέσαι αγκαλιά
η αγάπη σου στάζει αέρα και μπάζει
μα όλα τα αλλάζει η γλυκιά σου ματιά
Σε ξέρω ακόμα μου ντύνεσαι επώνυμα
κουσούρια όλα μόνιμα μη πίνεις άλλο κάτσε φρόνιμα
και τώρα φοβάμαι μην με ξεχάσεις
αν με δεις κάπου άραγε θα προσπεράσεις
τόσο καιρό μακριά από τη ζωή σου
η αγκαλιά σου η πιο ωραία φυλακή σου
να κλειστώ να σκάσω λίγο να ξεχάσω
να μείνει και ο νους για λίγο ανάπηρος
μου λες είμαι άπειρος και λίγο ανάποδος
πολύ αντίλογος κομμάτι αμφίβολος
μ’ εγώ σ’ αγαπάω και αν αυτό δεν σου φτάνει
μάθε λοιπόν πως με έχεις ξεκάνει
το βράδυ κοιμάσαι μ’ αποφεύγεις φοβάσαι
και όλο στο ίδιο βαρετό σκηνικό
στο κρεβάτι δυο ξένοι ερωτευμένοι χαμένοι
σε στυλ δε βαριέσαι ερωτικόφιλικο
Και έχεις την τάση να με λυτρώνεις
γιατί ότι αγαπάς μετά το σκοτώνεις
φοβάσαι τα πάντα και γω προστασία
ποιος είναι ο θύτης και ποιος η λεία
Και φτάνει το τέλος το χέρι σου βέλος
μου δείχνει τον δρόμο μια έξοδο απ’ τον πόνο
φεύγοντας κλείσε την πόρτα
μα και αν ήτανε λάθος
ξέρεις κατά βάθος
Σ’ αγαπάω μόνο εγώ μόνο εγώ
Στάσου λίγο μη φεύγεις μη φεύγεις μη φεύγεις… μη…
http://www.youtube.com/watch?v=wvFeCpA7T20
Εδώ στου δρόμου τα μισά
έφτασε η ώρα να το πω
άλλα είναι εκείνα που αγαπώ
γι’ αλλού γι’ αλλού ξεκίνησα.
Στ’ αληθινά στα ψεύτικα
το λέω και τ’ ομολογώ.
Σαν να ‘μουν άλλος κι όχι εγώ
μες στη ζωή πορεύτηκα.
Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν το κυνηγά,
πάντα πάντα θα ‘ναι αργά
δεύτερη ζωή δεν έχει.
μαλβίνα
http://www.youtube.com/watch?v=ZbX0AKHPDPA
Σ’ ακολουθώ στην τσέπη σου γλιστράω
σαν διφραγκάκι τόσο δα μικρό
Σ’ ακολουθώ και ξέρω πως χωράω
μες στο λακκάκι που ‘χεις στο λαιμό
Έλα κράτησέ με και περπάτησέ με
μες στο μαγικό σου το βυθό
πάρε με μαζί σου στο βαθύ φιλί σου
μη μ’ αφήνεις μόνο θα χαθώ
Σ’ ακολουθώ και πάνω σου κολλάω
σαν φανελάκι καλοκαιρινό
Σ’ ακολουθώ σ’ αγγίζω και πονάω
κλείνω τα μάτια και σ’ ακολουθώ
http://www.youtube.com/watch?v=88Vz1HQC5wc
Αγάπη που ‘γινες δίκοπο μαχαίρι
κάποτε μου ‘δινες, μόνο τη χαρά
μα τώρα πνίγεις τη χαρά στο δάκρυ
δε βρίσκω άκρη, δε βρίσκω γιατρειά (δις)
Φωτιές ανάβουνε μες στα δυο του μάτια
τ’ αστέρια σβήνουνε όταν με θωρεί
σβήστε τα φώτα σβήστε το φεγγάρι
σαν θα με πάρει τον πόνο μου μη δει(δις)
http://www.youtube.com/watch?v=ymSaAM_02iM
Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
σε περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.
Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.
Μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες.
Γιατί, μόνο γιατί σε ‘σεναν άρεσε
γι’ αυτό έμειν’ ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Μόνο γιατί σε ‘σεναν άρεσε.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
‘μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.
Μαλβίνα
http://www.youtube.com/watch?v=9IKwQiCevOs&feature=related
Είναι τα μάτια σου
ένας διάδρομος παλιός
δάκρυα πνιγμένα
ξεφλουδίζουνε τους τοίχους
που ένας ένοικος αθόρυβος κρυφός
αντί συνθήματα
ζωγράφισε με στίχους
Και μέσα υπάρχουν τα σκαλιά
που οδηγούν
σ’ ένα υπόγειο με παιχνίδια χαλασμένα
όσα οι άνθρωποι βαριούνται και ξεχνούν
μετά τη χρήση
τα φορτώνουνε σε σένα
Μου λες τα μάτια σου
να μη τα αγαπώ
και να μη πάψω
να πιστεύω στα δικά μου
μα αυτά τα μάτια όπου χαθώ
κι όπου βρεθώ
τα έχω πίσω μου
και μέσα και μπροστά μου
Μέσα στην ίριδα ανάβει μια φωτιά
που κάθε άστεγο
και άνεργο ζεσταίνει
κι η καλοσύνη τους
απλώνει σαν λαδιά
να μαλακώσει μιαν ανάγκη
πετρωμένη
Σ΄αυτά τα μάτια δεν υπάρχει λογική
όσο βαθιά κι αν τα κοιτάζω
μ΄αγαπούνε
της ιστορίας πυρπολούν τη φυλακή
στα παραμύθια και στ’ αστέρια
να με βρούνε
http://www.youtube.com/watch?v=rHKvQsEeA4Y
Πάλι μέτρησα τ΄αστέρια κι όμως κάποια λείπουνε
μόνο τα δικά σου χέρια δε μ΄ εγκαταλείπουνε
πώς μ΄αρέσουν τα μαλλιά σου στη βροχή να βρέχονται
τα φεγγάρια στο κορμί σου να πηγαινοέρχονται
Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
και στων φιλιών τη μουσική ρυθμό να δίνει η καρδιά μας
Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
για μια ολόκληρη ζωή να είναι η βραδιά δικιά μας
Τα φιλιά σου στο λαιμό μου μοιάζουνε με θαύματα
σαν τριαντάφυλλα που ανοίγουν πριν απ΄τα χαράματα
στων ματιών σου το γαλάζιο έριξα τα δίχτυα μου
στις δικές σου παραλίες θέλω τα ξενύχτια μου
Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
και στων φιλιών τη μουσική ρυθμό να δίνει η καρδιά μας
Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
για μια ολόκληρη ζωή να είναι η βραδιά δικιά μας
http://www.youtube.com/watch?v=1uStM1Zpah8
Εγώ άμα σε φιλώ
Θα είμαι πια παιδί δικό σου
Και όταν καίει το μέτωπό σου
Εγώ θα σε φιλώ
Και θα σου παίρνω τον καημό σου
Εγώ που σε μισώ
Θα μάθω το συνδυασμό σου
Ν’ ανοίξω ένα γυρισμό σου
Εγώ που σε μισώ
Χαϊδεύω κάθε φέρσιμό σου
Εγώ σ’ ευχαριστώ
Που κολυμπάω στο βυθό σου
Σαν κύμα φτάνω ως το λαιμό σου
Εγώ σ’ ευχαριστώ
Και ας πνιγώ για το καλό σου
http://www.youtube.com/watch?v=9jPM5oq58JI
Ακούω τη βροχή για σένα μου μιλάει
πως χάνεσαι τις νύχτες κάπου στο πουθενά
Κι εκεί που δε μιλάμε για αγάπες ματωμένες
και το φεγγάρι χάνεται μέσα στη συννεφιά
Μα δεν μπορώ ν’ αγγίξω τα όνειρά σου
με τη σιωπή μου χίλιες λέξεις να σου πω
Όταν ο ήλιος θα πάψει ν’ ανατέλλει
ίσως τότε να πάψω να σου λέω σ’ αγαπώ
Περπατάς στα σύννεφα μαζί με τους αγγέλους
και σου χαρίζω της αγάπης τα φτερά.
Τα αστέρια τώρα σβήσανε, θα φέξει όπου να ναι
ξημερώνει τ’ όνειρό μου και φεύγεις μακριά
Μα δεν μπορώ ν’ αγγίξω τα όνειρά σου
με τη σιωπή μου χίλιες λέξεις να σου πω
Όταν ο ήλιος θα πάψει ν’ ανατέλλει
ίσως τότε να πάψω να σου λέω σ’ αγαπώ
Θέλω να κάνω τον πόνο σου τραγούδι
να τ’ ακούς όταν κλαις καμιά φορά
για να διώχνει η μουσική τα δάκρυά σου
και με τα λόγια μου να φεύγει η μοναξιά
Μα δεν μπορώ ν’ αγγίξω τα όνειρά σου
με τη σιωπή μου χίλιες λέξεις να σου πω
Όταν ο ήλιος θα πάψει ν’ ανατέλλει
ίσως τότε να πάψω να σου λέω σ’αγαπώ
http://www.youtube.com/watch?v=9fjWYQ_mwCE
Τα φέραμε από δω τα φέραμε από κει
άντε ξανά τα ίδια τα ίδια απ’ την αρχή
τα φέραμε από δω τα φέραμε από κει
εγώ ξανά στο τίποτα στο γενικά εσύ, στο γενικά
Νύχτες δίχως όνομα νύχτες χωρίς σκοπό
χαμένοι από χέρι χαμένοι και οι δυο
ανόητες αγάπες ανόητα φιλιά
λόγια λόγια λόγια λόγια ψεύτικα
Τώρα τι να σου πω τι να μου πεις κι εμένα
έτσι όπως παίξαμε κι οι δυο με ζάρια πειραγμένα
τα φέραμε από δω τα φέραμε από κει
εγώ ξανά στο τίποτα στο γενικά εσύ στο γενικά
Νύχτες δίχως όνομα νύχτες χωρίς σκοπό
χαμένοι από χέρι χαμένοι και οι δυο
ανόητες αγάπες ανόητα φιλιά
λόγια λόγια λόγια λόγια ψεύτικα
http://www.youtube.com/watch?v=KuW2VMNArKs
Στην άκρη του απείρου, στιγμούλα του ονείρου
σταγόνα που στάζει, πόσο σου μοιάζει
φωτιά και αέρας, στον κόσμο φοβέρα
στη νύχτα που ουρλιάζει, πώς σε τρομάζει…
Σου μοιάζει η σελήνη
πού να ‘βρω γαλήνη
στον Άδη ανατέλλω
πόσο σε θέλω…
Πόσο σε θέλω..
Κόντρα στους νόμους ερήμου προφήτης…
Σημάδια στην άμμο, που απόψε θα σβήσεις…
Ασπρόμαυρο μέλλον, σκυφτός μετανάστης
στάθμος στο ραδιόφωνο, που πρέπει ν’ αλλάξεις
Σου μοιάζει η σελήνη
πού να ‘βρω γαλήνη
στον Άδη ανατέλλω,
πόσο σε θέλω…
Πόσο σε θέλω…
Πόσο σε θέλω…
Πόσο σε θέλω…
http://www.youtube.com/watch?v=Rd7XdzX3Z6k
Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το ‘χω ξανακούσει ούτε κι εγώ
κάτι να σε εντυπωσιάσει,
στον αέρα ένα σημάδι σου να πιάσει
Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το ‘χω ξανακούσει ούτε κι εγώ.
Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το ‘χω ξανακούσει ούτε κι εγώ
μα κολλάω και πάλι σ’ όλα εκείνα,
που έλεγε γελώντας η Μελίνα
Βρήκα κάτι λοιπόν να σου πω,
που είναι πάντα καινούριο κι απλό.
Σ’ αγαπώ,
σ’ αγαπώ για το τώρα το πριν το μετά και το πάντα,
σ’ αγαπώ
η καρδιά μου τρελάθηκε βαράει σαν ξεκούρδιστη μπάντα.
Σ’ αγαπώ,
θα με βρεις το πρωί όταν όλα τα φώτα θα σβήσουν,
θα ‘μαι εδώ,
κι όλα πάλι ξανά όπως τελειώνουν έτσι θ� αρχίσουν.
Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το ‘χω ξανακούσει ούτε κι εγώ
μα νομίζω τίποτα δε μου ανήκει,
τα κρατάει καλά κρυμμένα η Αλίκη
Ψάχνω κάτι καινούργιο να πω,
να μη το ‘χω ξανακούσει ούτε κι εγώ.
Ψάχνω κάτι καινούργιο αλλά
τριγυρνώ συνεχώς στα παλιά
με τη βάρκα του Μάνου σ’ ένα κύμα,
το γαλάζιο του Οδυσσέα σ’ ένα ποίημα
βρήκα κάτι λοιπόν να σου πω
που είναι πάντα καινούργιο κι απλό.
Σ’ αγαπώ,
σ’ αγαπώ για το τώρα το πριν το μετά και το πάντα,
σ’ αγαπώ,
η καρδιά μου τρελάθηκε βαράει σαν ξεκούρδιστη μπάντα.
Σ’ αγαπώ,
θα με βρεις το πρωί όταν όλα τα φώτα θα σβήσουν,
θα ‘μαι εδώ,
κι όλα πάλι ξανά όπως τελειώνουν έτσι θ’ αρχίσουν.
ΟΛΓΑ
ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΠΟΛΥ ΟΜΟΡΦΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ ΠΟΥ Ο ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΟ ΑΠΟΦΥΓΕΙ. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑ ΔΕΝ ΔΙΣΤΑΖΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ!
Ευαγγελία
ΕΑΡΙΝΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

vi
Αγαπημένη
δεν έχω παρά μόνο μιας στιγμής
τη ζωή και το φτερούγισμα.
Δε βλέπεις… πάνω στο δέρμα μου
το πρωτάνοιχτο θάμβος;
Δεν ακούς… μες στις ίνες μου
μύρια φτερά μικρών κορυδαλλών
που μόλις τ’ άγγιξε
η πρώτη ακτίνα της αυγής;
Πόσο είμαι νέος.
Πόσο είμαι νέος
κάτω απ’ τα βλέφαρα σου.
Τα πολυτρίχια των αρχαίων πηγών
που συναθροίζουν τ’ αργυρά τους δάκρυα
σε γαλανούς καθρέφτες ουρανού
κοιμούνται πίσω απ’ τα μάτια μου
που σε βλέπουν.
Καμιά διάσπαση.
Η μνήμη των αποχαιρετισμών
δε ρυτιδώνει τα χέρια μου
που όρθρισαν μέσα στα χέρια σου.
Γεύομαι στα χείλη σου
την πρασινάδα της εξοχής
και τους θρύλους της θάλασσας.
Η ζέστα του κορμιού σου με ντύνει τον ήλιο.
Σφράγισε τις χαραματιές των παραθύρων…
Το φως των ηγεμονικών μαλλιών σου
σκεπάζει τους ώμους της νύχτας….
ΙΙ
Είχα κλείσει τα μάτια
για ν’ ατενίζω το φως.
Τυφλός.
Είχα κάψει τη φλόγα
για ν’ αναπνέω.
Τις νύχτες
αφουγκραζόμουν τους θρόους τής σιγής
κ’ η ανάσα του χαμόγελου
δε γνώριζε τη μετάνοια.
Να δακρύζω
πάνω στα διάφανα χέρια μου
από μια διάφανη χαρά
που δεν επιθυμεί.
Όχι θωπεία. Όχι όνειρο.
Πιο πέρα.
Εκεί που καταλύεται τ’ όνειρο
κι η φθορά έχει φθαρεί.
Κ’ ήρθες εσύ.
ΙΙΙ
Κοίταξε αγαπημένη
πώς σε κοιτάζουν
τα λυπημένα χέρια μου.
Σα δυο παιδιά ορφανά
που κλαίγαν μες στο βράδυ
χωρίς ψωμί
και κοιμηθήκαν τρέμοντας
πάνω στο χιόνι.
Κρύωναν μα δεν επαιτούσαν.
Κρατούσαν
ένα λουλούδι σιωπηλό
και παίζαν τρυφερά κι αδέξια
στους ραγισμένους δρόμους.
Αγαπημένη
κοίταξε πώς διστάζουν
τα νυχτωμένα χέρια μου.
Πώς μπορεί ν’ ανοιχτεί
αυτή η θύρα του φωτός
για μένα που δε γνώρισα
μήτε τον ίσκιο μιας μαρμαρυγής;
Στέκω απ’ έξω στο ψύχος δειλός
και κοιτώ τα μεγάλα παράθυρα
τα φωτισμένα ρόδα
και τα κρύσταλλα
κι όλο λέω να κινήσω να φύγω
προς τη γνώριμη νύχτα
κι όλο λέω να’ ρθώ
κι όλο στέκω
έξω απ’ τη θύρα σου.
Μη με καλέσεις ακόμη.
Ας παρατείνουμε
αυτές τις ώρες τις θαμπές
τις υπερπληρωμένες
που δυο κόσμοι
ανταμώνονται
που δυο βαθιές φωνές
ζυγιάζονται
πάνω σε μια χορδή αργυρή
και μια σταγόνα δρόσου
σκιρτά και ταλαντεύεται
στ’ άνθος της νύχτας.
Εδώ θα μείνει
εκεί θα πέσει.
Αγαπημένη
τι προετοιμάζεται για μάς
μέσα στο βλέμμα των θεών
πίσω απ’ αυτή τη φωταψία;
VI
Οι στοχασμοί και οι στίχοι
μακραίνουν μες τη νύχτα
κ’ εμείς απ’ την κλίνη μας
μόλις ακούμε τις φωνές τους
σαν ομιλίες μεθυσμένων
που αποτείνονται στη σκιά τους
και στη λυμφατική σελήνη.
Το φως των ηγεμονικών μαλλιών σου
σκεπάζει τους ώμους της νύχτας.
Βυθίζονται τ’ άστρα
στους βυθούς των ματιών σου
κι ανθίζουμε εμείς
έμπιστοι κι ωραίοι
καθώς τα πλάσματα
την πρώτη μέρα του Θεού
που δεν είχαν ρωτήσει κι’ απορήσει.
Από τη συγκεντρωτική έκδοση Ποιήματα [Α’ Τόμος] (1978)
X
Αγάπη, Αγάπη,
δε μούχες φέρει εμένα
μήτ’ ένα ψίχουλο φωτός για να δειπνήσω.
Νήστης γυμνός και αδάκρυτος
περιφερόμουν στα όρη
και τ’ ανένδοτα μάτια μου στύλωνα
στους ουρανούς
γυρεύοντας την αμοιβή μου
απ’ τη σιωπή και το τραγούδι.
Τα τρυφερά λυκόφωτα
οι πράες καμπύλες των βουνών
και τα λαμπρά βράδια του θέρους
με ρωτούσανε που είσαι ω Αγάπη.
Μα εγώ δεν είχα τι ν’ αποκριθώ
κι έφευγα σιωπηλός
ρίχνοντας χάμω τη μορφή μου
για να καλύψω την ταπείνωσή μου.
Οι ωχρές αυγές
ακουμπούσαν στο περβάζι μου
το διάφανο πηγούνι τους
κάρφωναν στο πλατύ μου μέτωπο
τα μεγάλα γαλάζια τους μάτια
και με κοιτούσαν με πικρία
ζητώντας ν’ απολογηθώ.
Τι ν’ απαντήσω, Αγάπη;
Και δρασκελούσα το κατώφλι
τίναζα τα κατάμαυρα μαλλιά μου μες στο φως
και τραγουδούσα πλατιά στους ανέμους
το τραγούδι του «αδέσμευτου».
Πεισμωμένος χλωμός κι ακατάδεχτος
κοιτούσα τον κόσμο και κραύγαζα:
«Δεν έχω τίποτα
δικά μου είναι τα πάντα».
Κι όμως μια παιδική φωνή
επίμονα έκλαιγε βαθιά μου
γιατί δεν είχες έλθει, Αγάπη.
Τις νύχτες του έαρος
που η γύρη των άστρων
και των λουλουδιών
αγρυπνούσε στο δέρμα μου
μια λυπημένη ανταύγεια
σερνόταν στην απέραντη ψυχή μου
γιατί αργούσες να ‘ρθεις, Αγάπη.
Γι’ αυτό κ’ οι πιο λαμπροί μου στίχοι
είχαν κρυμμένο στην καρδιά τους
ενός λυγμού το τρεμοσάλεμα
γιατί έλειπες απ’ την καρδιά μου, Αγάπη.
Όταν περιπλανιόμουν
στην ερημία του φθινοπώρου
στα γυμνά δάση
ζητώντας με σφιγμένα δάχτυλα
τον ήλιο που έφευγε χλωμός
πάνω απ’ τις παγωμένες λίμνες
εσένα ζητούσα, ω Αγάπη.
Κι όταν ακόμη επέστρεφα
την όψη μου απ’ τη γη
και τρυπούσα με πύρινα βλέμματα
τα τείχη της νύχτας
ήταν γιατί δεν ήθελα να κλάψω
που δε με συλλογίστηκες, Αγάπη.
Ζητώντας το θεό
ζητούσα εσένα.
Εσένα περιμένοντας
γέμισα τους κήπους μου
με λευκούς κρίνους
για να βυθίζεις τις κνήμες σου
αυτά τα βράδια τ’ αργυρά
που η σελήνη ραντίζει με δρόσο
τη φιλντισένια υψωμένη μορφή σου.
Για σένα, Αγάπη, ετοίμασα τα πάντα
κι αν έμαθα να τραγουδώ τόσο γλυκά
ήταν γιατί στην ίδια τη φωνή μου
ζητούσα να ‘βρω τα ίχνη των βημάτων σου
ζητούσα να φιλήσω
μονάχα και τη σκόνη του ίσκιου σου
ω Αγάπη.
Από τη συγκεντρωτική έκδοση Ποιήματα [Α’ Τόμος] (1978) http://www.blogger.com/profile/13275527017038783167
XVI
Χαρά χαρά.
Δε μας νοιάζει
τι θ’ αφήσει το φιλί μας
μέσα στο χρόνο και στο τραγούδι.
Αγγίξαμε
το μέγα άσκοπο
που δε ζητά το σκοπό του.
Ο Θεός
πραγματοποιεί τον εαυτό του
στο φιλί μας.
Περήφανοι εκτελούμε
την εντολή τού απείρου.
Ένα μικρό παράθυρο
βλέπει τον κόσμο.
Ένα σπουργίτι λέει
τον ουρανό.
Σώπα.
Στην κόγχη των χειλιών μας
εδρεύει το απόλυτο.
Σωπαίνουμε κι ακούμε
μες στο γαλάζιο βράδυ
την ανάσα τής θάλασσας
καθώς το στήθος κοριτσιού ευτυχισμένου
που δε μπορεί να χωρέσει
την ευτυχία του.
Ένα άστρο έπεσε.
Είδες;
Σιωπή.
Κλείσε τα μάτια.
Σοφία & Μαρία
ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ
| Το μονόγραμμα |
Θά πενθώ πάντα — μ’ακούς; — για σένα,
μόνος,στόν Παράδεισο
Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης,η Μοίρα,σάν κλειδούχος
Μιά στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός
Πώς αλλιώς,αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.
ΙΙ.
Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ’άλλα πού πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια
Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες πού έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες πού αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα “πίστεψέ με” και τα “μη”
Μια στον αέρα , μια στη μουσική
Τα δυό μικρά ζώα,τά χέρια μας
Πού γύρευαν ν’ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες πού ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ’τίς ξερολιθιές,πίσω άπ’τούς φράχτες
Την ανεμώνα πού κάθισε στο χέρι σού
Κι έτρεμες τρείς φορές το μώβ τρείς μέρες πάνω από
τούς καταρράχτες
Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο , τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Τη γάτα πού μάς κοίταξε μέσα στα σκοτεινά
Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό
Την ώρα πού βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο πού άγγιξα και μού ήρθε ο κόσμος.
ΙΙΙ.
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ’αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού,γιά το μικρό το πόδι σού μες στ’αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά –κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη,νά φυσώ να σε πηγαίνω
Μες από φεγγαρά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες πού ασημίζουμε
Ακουστά σ’έχουν τα κύματα
Πώς χαιδεύεις,πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το “τί” και το “έ”
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φώς κι η σκιά
Πάντα εσύ τ’αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Το βρεγμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα,καί το νερό πού κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά πού μεγαλώνει
Το γερτό παντζούρι εσύ,ο αέρας πού το ανοίγει εγώ
Επειδή σ’αγαπώ και σ’αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα και εγώ η λατρεία πού το εξαργυρώνει:
Τόσο η νύχτα,τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα,τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ουρανού με τ’άστρα
Τόσο η ελάχιστη σου αναπνοή
Πού πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους,τό ταβάνι,τό πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν’αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’αλλού φερμένο
Δεν τ’αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς,μ’ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.
ΙV.
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν,μ’ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ακούς
Το χαμένο μου το αίμα και το μυτερό,μ’ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι πού τρέχει μες στους ουρανούς
Και των άστρων τούς κλώνους τσακίζει,μ’ακούς
Είμ’εγώ,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,μ’ακούς
Σε κρατώ και σε πάω και σού φορώ
Το λευκό νυφικό της Οφηλίας,μ’ακούς
Πού μ’αφήνεις,πού πάς και ποιός,μ’ακούς
Σού κρατεί το χέρι πάνω απ’τούς κατακλυσμούς
Οι πελώριες λιάνες και των ηφαιστείων οι λάβες
Θά’ρθει μέρα,μ’ακούς
Να μάς θάψουν , κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θα μάς κάνουν περώματα,μ’ακούς
Να γυαλίσει επάνω τούς η απονιά,μ’ακούς
Των ανθρώπων
Και χιλιάδες κομμάτια να μάς ρίξει
Στα νερά ένα ένα , μ’ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ,μ’ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία,μ’ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό,μ’ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά,μ’ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω ,μ’ακους
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί,μ’ακούς
Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και μ’ακούς
Της αγάπης
Μια για πάντα το κόψαμε
Και δεν γίνεται ν’ανθίσει αλλιώς,μ’ακούς
Σ’άλλη γή,σ’άλλο αστέρι,μ’ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα , δεν υπάρχει ο αέρας
Πού αγγίξαμε,ο ίδιος,μ’ακούς
Και κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ’άλλους καιρούς
Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες,μ’ακούς
Να τινάξει λουλούδι,μόνο εμείς,μ’ακούς
Μες στη μέση της θάλασσας
Από το μόνο θέλημα της αγάπης,μ’ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί,μ’ακούς
Με σπηλιές και με κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου,άκου
Ποιός μιλεί στα νερά και ποιός κλαίει — ακούς;
Είμ’εγώ πού φωνάζω κι είμ’εγώ πού κλαίω,μ’ακούς
Σ’αγαπώ,σ’αγαπώ,μ’ακούς.
V.
Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
Με σοφές παραμάνες και μ’αντάρτες απόμαχους
Από τί νά’ναι πού έχεις τη θλίψη του αγριμιού
Την ανταύγεια στο μέτωπο του νερού του τρεμάμενου
Και γιατί,λέει,νά μέλει κοντά σου νά’ρθω
Πού δέν θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τον καλπασμό
Και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει
Για σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι
Στα μέρη τ’αψηλά της Κρήτης τίποτα
Για σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός να μου οδηγεί το χέρι
Πιο δω,πιό κεί,προσεχτικά σ’όλα το γύρο
Του γιαλού του προσώπου,τούς κόλπους,τά μαλλιά
Στο λόφο κυματίζοντας αριστερά
Το σώμα σου στη στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνειας και του διάφανου
Βυθού,μέσα στο σπίτι με το σκρίνιο το παλιό
Τις κίτρινες νταντέλες και το κυπαρισσόξυλο
Μόνος να περιμένω που θα πρωτοφανείς
Ψηλά στό δώμα ή πίσω στίς πλάκες της αυλής
Μέ τ’άλογο του Αγίου καί τό αυγό της Ανάστασης
Σάν από μιά τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σέ θέλησε η μικρή ζωή
Νά χωράς στό κεράκι τή στεντόρεια λάμψη τήν ηφαιστειακή
Πού κανείς νά μήν έχει δεί καί ακούσει
Τίποτα μές στίς ερημιές τά ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στόν αυλόγυρο
Γιά σένα,ούτε η γερόντισσα ν’όλα της τά βοτάνια
Γιά σένα μόνο εγώ,μπορεί,καί η μουσική
Πού διώχνω μέσα μου αλλ’αυτή γυρίζει δυνατότερη
Γιά σένα τό ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Τό στραμμένο στό μέλλον με τόν κρατήρα κόκκινο
Γιά σένα σάν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Πού βρίσκει μές στό σώμα καί πού τρυπάει τή θύμηση
Καί νά τό χώμα,νά τά περιστέρια,νά η αρχαία μας γή.
VI.
Έχω δεί πολλά καί η γή μές’απ’τό νού μου φαίνεται ωραιότερη
Ώραιότερη μές στούς χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή,ωραιότερα
Τά μπλάβα των ισθμών καί οί στέγες μές στά κύματα
Ωραιότερες οί αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τά βουνά
τής θάλασσας
Έτσι σ’έχω κοιτάξει πού μου αρκεί
Νά’χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μές στό αυλάκι που τό πέρασμα σου αφήνει
Σάν δελφίνι πρωτόπειρο ν’ακολουθεί
Καί νά παίζει μέ τ’άσπρο καί τό κυανό η ψυχή μου !
Νίκη,νίκη όπου έχω νικηθεί
Πρίν από τήν αγάπη καί μαζί
Γιά τή ρολογιά καί τό γκιούλ-μπιρσίμι
Πήγαινε,πήγαινε καί ας έχω εγώ χαθεί
Μόνος καί άς είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί
νεογέννητο
Μόνος,καί ας είμ’εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα νά σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος,ο αέρας δυνατός καί μόνος τ’ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στό βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στούς καιρούς τόν Παράδεισο !
VII.
Στόν Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στή θάλασσα
Μέ κρεβάτι μεγάλο καί πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μές στ’άπατα μιάν ηχώ
Νά κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Νά σέ βλέπω μισή να περνάς στό νερό
και μισή να σε κλαίω μές στόν Παράδειο.
Οδυσσέας Ελύτης <<ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ>>



















































