Γη απέραντη

ανυπεράσπιστη

γυμνή…

Τρωτή στις πυρωμένες αχτίδες μιας ματιάς

που ολοένα δραπετεύει

στις σκιερές γειτονιές πίσω

από την οροσειρά του χρόνου,

χωρίς ν’ αντιλαμβάνεται

την ξηρασία

που πλήττει τους κάμπους της.

 

Μαραμένοι δύο ανθοί στο ύψος

της καρδιάς

που ροδοβόλοι κάποτε,

στερεμένοι τώρα

από γάλα και φιλιά,

γέρνουν διψασμένα

όλο απορία

στο άνυδρο σώμα της.

 

Αχανής σιωπή που καγχάζει.

Φυσάει νοτιάς

και οι δρόμοι που την όρισαν

θαμμένοι σε σκόνη

από στάχτη και γύρη,

μαυροκίτρινη,

με αδιαφορία

να σβήνει τα ίχνη τους.

 

Ύστατη προσπάθεια.

Ανθεκτική, αλλά

ασθμαίνοντας

η υδάτινη ελπίδα.

Από το υπέδαφος

ή εξ ουρανού ενδεχομένως,

ακουστεί

εκείνος ο γάργαρος

αναστεναγμός

που ανοδικά και καρποφόρα

γεμίζει τις χαραμάδες

και σπέρνει αστράκια

και δροσιές

στο περιβόλι τ’ ουρανού

που φύτεψε μέσα της…

 

Αποκαλόκαιρο μίας νέας

ερημιάς.

Με τις βαλίτσες

παραμάσχαλα

στο τρένο της επιστροφής επιβιβάζεται

με αμηχανία,

ένα ακόμη φθινόπωρό της.

 

@ Αύγ.-Σεπτ. 2022, Ι. Μ.

 

farewell 961598 640