Ο Δαμοκλής, ο Σίσυφος και ο Προκρούστης στις μέρες μας

Διάφορα

Ο Δαμοκλής και το σπαθί του

Στις Συρακούσες της Σικελίας κυβερνούσε ο τύραννος Διονύσιος ο Πρεσβύτερος. Ανάμεσα στους αυλικούς του συγκαταλεγόταν ο αυλοκόλακας Δαμοκλής, ο οποίος φθονούσε τα πλούτη και ευημερία που απολάμβανε ο τύραννος Διονύσιος και συχνά τον μακάριζε.

Μία ημέρα ο Διονύσιος προσεγγίζοντας τον Δαμοκλή τον ρώτησε αν ήθελε ο ίδιος να πάρει τη θέση του απολαμβάνοντας όλα τα προνόμια του άρχοντα αλλά μόνο για μία ημέρα. Ο Δαμοκλής δέχθηκε με χαρά αυτήν την απρόσμενη πρόσκληση, απολαμβάνοντας όλα τα προνόμια. Με διαταγή του ίδιου του Διονυσίου του φόρεσαν τη βασιλική ενδυμασία και τον συνόδευσαν στη μεγάλη τραπεζαρία όπου μπορούσε να απολαύσει όποιο είδος φαγητού επιθυμούσε. Ο Δαμοκλής απολάμβανε τη βασιλική μεταχείριση περιεργαζόμενος το χώρο γύρω του, όταν παρατήρησε πάνω από το κεφάλι του να κρέμεται ένα μεγάλο σπαθί το οποίο συγκρατούσαν τρίχες αλόγου, οι οποίες θα μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να κοπούν με αποτέλεσμα το σπαθί να πέσει στο κεφάλι του.

Όταν ο Δαμοκλής εξέφρασε την απορία του σχετικά με το σπαθί στον Διονύσιο εκείνος του απάντησε: “Το σπαθί το τοποθέτησα εγώ ο ίδιος εκεί για να μου θυμίζει να παίρνω τις σωστές αποφάσεις για το λαό μου και σε πόσο μεγάλο κίνδυνο είναι η ζωή μου καθημερινά”. Ο Δαμοκλής όταν άκουσε την εξήγηση του Διονυσίου πανικοβλήθηκε συνειδητοποιώντας ταυτόχρονα πόσο διαφορετική είναι η ζωή ενός άρχοντα συγκριτικά με αυτό που πίστευε. Για αυτό το λόγο άφησε αμέσως τη ζωή του άρχοντα αδιαφορώντας για τα μεγαλεία τις αξιώσεις και τις τιμές και ζήτησε να μεταφερθεί στη παλαιά ταπεινή του θέση.

Από αυτό το γεγονός προήλθε η φράση “Δαμόκλειος Σπάθη”.

Όπως ο τύραννος Διονύσιος υπό τον φόβο της τιμωρίας άλλαξε και έγινε ταπεινός έτσι και αυτή η φράση είναι και μια προειδοποίηση για αλλαγή σε όσους ακολουθούν στη ζωής τους τον δρόμο της αλαζονείας και της προσωπικής τους εφήμερης απόλαυσης έναντι του κοινού καλού.


Ο Σίσυφος και η Σισύφεια προσπάθεια του.

Ο Σίσυφος ήταν ιδρυτής και μυθικός βασιλιάς της αρχαίας Εφύρας, που στη συνέχεια ονομάστηκε Κόρινθος. Όλα άρχισαν όταν ο Δίας αποπλάνησε την Αίγινα. Η Αίγινα ήταν κόρη του ποταμού και θεού Ασωπού.Ο Ασωπός ζήτησε από τον Σίσυφο να του πει τι γνωρίζει και αυτός συμφώνησε αφού ο Ασωπός για αντάλλαγμα του έταξε ότι μια πηγή με νερό θα αναβλύζει ασταμάτητα από την ακρόπολη της πόλης του. Ο Σίσυφος γνώριζε πολλά για την υπόθεση και τα είπε στον Ασωπό. Στη συνέχεια ο Ασωπός καταδίωξε τον Δία. Αφού ο Δίας γλίτωσε, αποφάσισε να τιμωρήσει το Σίσυφο. Έτσι έστειλε τον Σίσυφο στον Άδη. Όμως τότε ο Σίσυφος απέδειξε την εξυπνάδα και την πονηριά του καταφέρνοντας να φυλακίσει τον Άδη. Τότε όμως έγινε κάτι πρωτοφανές. Ο Άδης αδυνατούσε να πάρει τις ψυχές των θανάσιμα τραυματισμένων ανθρώπων και ζώων, ο κόσμος γέμιζε σιγά-σιγά από τραυματισμένα, ακρωτηριασμένα και ανήμπορα έμψυχα όντα. Οι θεοί αναστατώθηκαν και ο Άρης ελευθέρωσε τον Άδη από τα δεσμά του, στέλνοντας ξανά τον Σίσυφο στον Άδη. Πάλι όμως ο Σίσυφος είχε προνοήσει. Είχε πει στη γυναίκα του να μη θάψει το σώμα του. Έτσι ζήτησε από τον Άδη τρεις μέρες για να επιστρέψει στη γη για να φροντίσει το ζήτημα με το άταφο σώμα του. Ο Άδης δέχτηκε το αίτημα του Σίσυφου, όμως ο τελευταίος δεν επέστρεψε. Έτσι ήρθε η σειρά του Ερμή να τον πάει στον Άδη. Ο Σίσυφος τιμωρήθηκε για όλη αυτή τη συμπεριφορά. Οι «κριτές των νεκρών» του έβαλαν ως βασανιστήριο να κουβαλάει ένα βράχο στην κορυφή ενός βουνού. Φτάνοντας στην κορυφή, η πέτρα δεν σταθεροποιείτο και έπεφτε από την άλλη. Αυτή η τιμωρία είναι αιώνια για τον «νικητή» του Άδη. Το έγκλημα του Σίσυφου ήταν ότι κατόρθωσε να νικήσει το θάνατο και να ανατρέψει τη φυσική τάξη. Κατόρθωσε να κάνει πραγματικότητα ένα από τα πιο ουτοπικά όνειρα ολόκληρης της ανθρωπότητας, χωρίς όμως να σκέφτεται τις συνέπειες της πράξης του. Γνωστή είναι η μεταφορική χρήση της φράσης “Σισύφεια προσπάθεια” για να δείξουμε ότι η προσπάθεια κάποιου είναι ανώφελη, χωρίς να μπορεί να ολοκληρωθεί.


Ο Προκρούστης και η κλίνη του.


Στην ελληνική μυθολογία, ο Προκρούστης  ήταν μυθικός ληστής της Αθήνας. Το λημέρι του ήταν στην περιοχή των Μεγάρων. Προσκαλούσε κάθε διαβάτη να ξαπλώσει σε ένα σιδερένιο κρεβάτι, γνωστό ως Προκρούστειος κλίνη. Αν το θύμα ήταν ψηλό κι εξείχε από το κρεβάτι, ο Προκρούστης έκοβε το περίσσιο τμήμα του σώματός του. Αντιθέτως, αν το θύμα ήταν πιο κοντό, τότε τραβούσε τα άκρα του μέχρι να φτάσουν στο μήκος του κρεβατιού. Ο Προκρούστης συνέχιζε την αιματηρή δράση του μέχρι που τον συνάντησε ο Θησέας στο δρόμο του από την Τροιζήνα για την Αθήνα. Όντας πολύ δυνατός, κατάφερε να εξουδετερώσει τον Προκρούστη και να τον τοποθετήσει στο ίδιο του το κρεβάτι. Επειδή αποδείχθηκε μεγαλύτερος, ο Θησέας του έκοψε το κεφάλι και τα πόδια, που περίσσευαν. Η φράση στη “κλίνη του Προκρούστη”, λέγεται στην περίπτωση που κάποιος θέλει να προσαρμόσει την πραγματικότητα σ΄ ένα αυθαίρετο σχήμα, ώστε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του.

Πηγή:Βικιπαίδεια