ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ: Η «ΙΕΡΗ ΑΓΕΛΑΔΑ» του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Δημοκρατία Εκπαίδευση

https://mathe.gr/2020/10/11/e-georgaki-katalipseis-i-ieri-agelada-tou-ellinikou-ekpaideftikou-systimatos/

Γεωργάκη Ευαγγελία, Διευθύντρια 2ου ΓΕΛ Γέρακα

Χρόνια τώρα τέτοια εποχή παρατηρείται το ενδημικό φαινόμενο του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος: οι καταλήψεις Δημόσιων Σχολείων. Για κάτι που στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι αδιανόητο, κάτι που παλαιότερα θεωρείτο και στη χώρα μας απαράδεκτο ή ακραίο, τώρα καλλιεργείται η εντύπωση ότι  «πάντα έτσι ήταν τα πράγματα». Οι καταλήψεις έχουν περάσει στην κανονικοποίηση. Έχουν καταλήξει να φαίνονται κανονικότητα, έχουν αποκτήσει περιοδικότητα κι έχει αμβλυνθεί η  ικανότητά μας να τις κρίνουμε.

Η διαδικασία είναι κοινή: Γύρω στον Οκτώβριο – Νοέμβριο με αιτία ή πρόσχημα κάποιο «κακώς κείμενο» διακινείται η πληροφορία ανώνυμα στο Διαδίκτυο και καλούνται οι μαθητές σε καταλήψεις. Άλλοτε κηρύσσεται η «Πανελλήνια Ημέρα Κατάληψης». Οι φετινές καταλήψεις ξεκίνησαν λίγο πιο νωρίς με κύριο θέμα τα ελλιπή μέτρα προστασίας απέναντι στην πανδημία του κορωνοϊού.

Μικρές ομάδες μαθητών αναλαμβάνουν να κλείσουν το σχολείο χρησιμοποιώντας αμφιλεγόμενες μεθόδους και κινούμενοι στο όριο της νομιμότητας, δοκιμάζοντας τα όρια της λογικής, πληγώνοντας την αισθητική και καταπατώντας κάθε κανόνα υγιεινής: οι γειτονιές γύρω από τα κατειλημμένα σχολεία στερούνται τους κάδους απορριμμάτων για όσο καιρό διαρκεί η κατάληψη.

Τα Δημόσια Σχολεία κλείνουν για 1, 2 ακόμη και 3 εβδομάδες. Το γεγονός αντιμετωπίζεται με στωικότητα, ηττοπάθεια ή και αποδοχή από την πλευρά της κοινωνίας, της εκπαιδευτικής κοινότητας, της αστυνομίας, των αρχών και του υπουργείου. Οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί, η τοπική αυτοδιοίκηση παραμένουν άπρακτοι, παραλύει κάθε αντίδραση. Όποιος αντιδρά ή τολμήσει να εκφέρει αρνητική άποψη ή να εκφραστεί κριτικά απέναντι στις καταλήψεις και υπέρ των ανοικτών σχολείων υφίσταται την μήνιν όσων αρθρώνουν δημαγωγικό λόγο για τον «δίκαιο αγώνα των παιδιών». Και τελικά το Δημόσιο σχολείο καταλήγει να είναι ο μόνος χώρος όπου ο αγώνας δεν έχει καμία συνέπεια, προφανή τουλάχιστον.

«Γιατί όχι; Έτσι έχω ελεύθερο χρόνο, εδώ περνώ καλά και δεν χάνω τίποτα αφού κάνω τα μαθήματά μου στο φροντιστήριο» απαντά μαθητής με αφοπλιστική κυνικότητα. Αυτή η απλοϊκή αλλά εξοργιστική θέση έχει περάσει και στη νοοτροπία του γονιού, ο οποίος θεωρεί ότι πληρώνοντας το φροντιστήριο έχει εξασφαλίσει  την προετοιμασία του παιδιού του για τις εξετάσεις – όχι τη μόρφωσή του ή την παιδεία του – ποιος νοιάζεται άλλωστε!- και μπορεί να ασελγεί χωρίς καμιά λογοδοσία και συνέπεια πάνω στο Δημόσιο Σχολείο.

Πάντως, το φαινόμενο των καταλήψεων ως μορφή αγώνα έχει εκφυλιστεί.Τα κατειλημμένα σχολεία μετά τις 12.00 το  μεσημέρι, αν όχι και νωρίτερα, αδειάζουν γιατί οι αγωνιζόμενοι αποχωρούν για να πάνε για φαγητό και μετά στο φροντιστήριο. Κι έτσι όμως, αποδεικνύεται εξόχως χρήσιμο. Τα όποια αιτήματα γίνονται το πρόσχημα για τους μαθητές, η εύκολη διέξοδος για την αποφυγή της εκτέλεσης των μαθητικών υποχρεώσεών τους. Όσες ημέρες δεν λειτουργούν τα σχολεία η μεγάλη πλειοψηφία των μαθητών απέχει, αποστασιοποιείται. Άλλη μερίδα μαθητών, κυρίως οι τελειόφοιτοι,  εκμεταλλεύεται την περίοδο αυτή για να συνεχίσει απρόσκοπτα τις εργασίες της στα φροντιστήρια χωρίς τη χρέωση απουσιών. Οι υπόλοιποι μαθαίνουν στην αεργία και οκνηρία και απολαμβάνουν την υποστήριξη ομάδων, πολιτικών ή και  παραπολιτικών οργανώσεων που κολακεύουν τους ανήλικους γιατί στις καταλήψεις βρίσκουν το πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθούν, να προβληθούν, να περάσουν τα δικά τους πολιτικά μηνύματα. Μοιράζουν φωτοτυπημένα φυλλάδια με τα αιτήματα και τις θέσεις τους, χειραγωγώντας το όποιο κίνημα, δίνοντας φωνή και λόγο στο  «άλογο» και στο «παράλογο». Ακόμη και ομάδες, οι οποίες δεν έχουν τόση δύναμη και διεισδυτικότητα στους κόλπους της νεολαίας, δευτερογενώς προσπαθούν να καρπωθούν τις όποιες κινητοποιήσεις με το να καλύψουν το κενό επιδιώκοντας να προσποριστούν τα όποια οφέλη από τον «μαθητικό αγώνα», αδιαφορώντας αν αυτοί οι ίδιοι οι νέοι είναι η καύσιμη ύλη στην πυρά της θυσίας.

Απορίας άξιον!  Είναι άραγε;

Από μια γενιά ενηλίκων που κατέφαγε τα ενεργειακά και ασφαλιστικά αποθέματα εις βάρος  των παιδιών της, που διαμόρφωσε δομές διαφθοράς, που ασκείται στη  διγλωσσία και διπροσωπία; Που βάζει μπροστά τα παιδιά της για να διεκδικήσουν όσα αυτοί δεν τολμούν ή δεν προνόησαν να προσφέρουν και να εξασφαλίσουν;

Και ποιο το αποτέλεσμα; Ποιος ο κύριος χαμένος; Το ελληνικό Δημόσιο Σχολείο που παραμένει κλειστό, λοιδoρείται και απαξιώνεται μέσα από αυτές τις διαδικασίες. Το ελληνικό Δημόσιο Σχολείο, το οποίο στέκεται εκεί, πάντα «ανοικτό στην κοινωνία»,  πάντα έτοιμο να δεχθεί την ασέλγεια του οποιουδήποτε που το αισθάνεται όχι ως «δημόσιο αγαθό» αλλά ως «κοινό κτήμα» που του ανήκει και άρα μπορεί να κάνει ό,τι θέλει χωρίς να πρέπει να λογοδοτήσει σε κανέναν, χωρίς να αναλάβει την οποιαδήποτε ευθύνη για πρόδηλες ζημιές (υλικές φθορές, απώλεια διδακτικών ωρών) και άδηλες απώλειες (το κύρος του δημόσιου σχολείου, τη φθορά των αξιών).

Και στα επιχειρήματα που θα αρθρώσει η άλλη πλευρά ότι οι καταλήψεις είναι μορφή πολιτικοποίησης, διεκδίκησης και  μοχλός άσκησης πολιτικής πίεσης υπάρχει απάντηση:

Η υπόθαλψη των καταλήψεων πόρρω απέχει από τη  διαπαιδαγώγηση ενεργών πολιτών με κριτική σκέψη. Βασίζεται στον παρορμητισμό του νέου και την εκμετάλλευση της ανεπεξέργαστης, ενστικτώδους πρώτης αντίδρασης. Πάντα θα  υπάρχουν ελλείμματα και προβλήματα που αναζητούν λύσεις. Οι μαθητές, ιδιαίτερα των Λυκείων, πρέπει να μαθητεύσουν, μέσα  από τη διαδικασία του εξορθολογισμού,  στη νοητική επεξεργασία της όποιας όχλησης και «συναισθηματικής δυσφορίας», να περάσουν στη  διατύπωση της όχλησης σε «ορθό λόγο». Κι αυτό ακολουθεί κάποια στάδια: τον εντοπισμό των προβλημάτων, τον προβληματισμό και την κριτική επεξεργασία, την  καταγραφή του αιτήματος, την εξεύρεση των πιθανών αποδεκτών σε σχολικό, τοπικό, εθνικό, ακόμη κι ευρωπαϊκό/ παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και την προσπάθεια εξεύρεσης λύσεων και την κατάθεση προτάσεων.  Ειδάλλως, η νεανική ορμή, η παρορμητικότητα γίνονται εύκολα εργαλεία χειραγώγησης από ωριμότερους πολιτικούς μηχανισμούς  οι οποίοι και πλάνο εργασιών έχουν και ευρύτερους πολιτικούς/κομματικούς στόχους .

Η θέση μας ως εκπαιδευτικοί είναι να μυήσουμε τους μαθητές μας στις αξίες της δημοκρατίας, να τους διδάξουμε τις  βασικές αρχές του διαλόγου, της αντιπροσώπευσης, του σεβασμού της αντίθετης άποψης, να τους εξασφαλίσουμε  «χώρο» και «χρόνο»  για την άσκηση του διαλόγου όπου όλες οι απόψεις μπορούν να ακουστούν. Στόχος  δεν είναι η φίμωση μιας λανθασμένης ή και ακραίας γνώμης αλλά η εκπαίδευση των νέων  πολιτών σε υγιείς αντιπαραθέσεις. Η γνώση μπορεί να προκύψει μόνον μέσα από την ανοικτή αντιπαράθεση όλων των απόψεων, από τη σύγκρουση της αλήθειας με το σφάλμα, την ανταλλαγή επιχειρημάτων και διαχείριση των διαφωνιών. Μέσα από τη διαβούλευση με αντίθετες θέσεις θα προκύψει η συνειδητοποίηση. Χωρίς αυτή τη διαδικασία δεν υπάρχει διεκδίκηση. Υπάρχει μόνον μια τυφλή εκτόνωση μιας γενικευμένης ή υποδαυλιζόμενης δυσαρέσκειας που περιμένει τους επιτήδειους να της δώσουν φωνή. Ποια κατάληψη είναι αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας;

Η ενασχόληση με τα κοινά, η άρθρωση λόγου και διεκδίκηση αιτημάτων δεν πρέπει να απουσιάζει από τις εκπαιδευτικές διαδικασίες. Αντίθετα, ένας από τους στόχους του «δημοκρατικού σχολείου» πρέπει να είναι η κατάθεση αιτημάτων για «ανοικτό διάλογο» όπου όλες οι απόψεις μπορούν κι έχουν θέση να ακουστούν. Το όλο εγχείρημα της ελευθερίας του λόγου, όμως,  λειτουργεί μόνον εάν υπάρχει η βαθύτερη εμπιστοσύνη και προδιάθεση της κοινωνίας να δέχεται τη δύναμη της λογικής έναντι της δύναμης της παράλογης δυσαρέσκειας, η ύπαρξη ενός κοινού συνόλου αρχικών παραδοχών για τον κόσμο, μια συμφωνία για τους κανόνες και η αρχή του αμοιβαίου σεβασμού και εμπιστοσύνης ανάμεσα στα συνδιαλεγόμενα μέλη της σχολικής κοινότητας. Αν όμως αυτή η προϋπόθεση εκλείπει τότε ο κάθε διάλογος είναι προσχηματικός, οι βαθύτεροι λόγοι ποτέ δεν εκφράζονται και κάθε δημαγωγός  μπορεί να το εκμεταλλευτεί.

Σίγουρα, ο νέος μαθαίνει καλύτερα την έννοια της κοινωνικής ευθύνης,  τη δημοκρατική συμμετοχή και τη διεκδίκηση των αιτημάτων του μέσα σε ένα σχολείο ανοικτό που λειτουργεί, μέσα στη μικρή του κοινωνία όπου αναλαμβάνει ενεργούς ρόλους και δρα με υπευθυνότητα. Κρατώντας το Δημόσιο Σχολείο κλειστό  προχωρούμε στον εκφασισμό της δημόσιας  ζωής.

Αντί, λοιπόν, να παραμένουμε ακινητοποιημένοι μπροστά στην «ιερή αγελάδα» των καταλήψεων,  άπραγοι παρατηρητές που περιμένουμε να ακούσουμε τον πάταγο της συντριβής του ελληνικού Δημόσιου Σχολείου, όλοι εμείς που το υπηρετούμε, το αγαπούμε και νοιαζόμαστε γι΄αυτό ως  πολύτιμο δημόσιο αγαθό θα πρέπει να αντιστεκόμαστε:

Το Ελληνικό Δημόσιο Σχολείο έχει αξιόλογο δυναμικό και δυναμική να αντέξει και να πάρει τη θέση του στη συνείδηση του κόσμου, όπως του αξίζει!