Πριν από ελάχιστα μόνο χρόνια, η αποσύνδεση του τόπου εργασίας από τον τόπο κατοικίας ακουγόταν κάπως ως σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Παράλληλα, οι συνέπειες της εξέλιξης αυτής για τη χώρα μας δεν ήταν απλώς απόμακρες, αλλά ανύπαρκτες. Σήμερα, η σημασία των αλλαγών αυτών έχει γίνει πολύ πιο κατανοητή, ακόμη και αν η σημασία τους παραμένει αόριστη. Ο όρος «ψηφιακοί νομάδες», που χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο και όλο από περισσότερους, παραπέμπει βέβαια στο φαινόμενο αυτό, αλλά μόνο υπό πολύ συγκεκριμένες και αυστηρές προϋποθέσεις. Τελευταία μάλιστα παρατηρώ πως η εξέλιξη αυτή περιγράφεται ως μια οικονομική πανάκεια, το «μάννα εξ ουρανού» που θα λύσει ως διά μαγείας τα οικονομικά μας προβλήματα. Ομως, μια τέτοια αντίληψη δεν είναι μόνο επιπόλαια. Είναι λανθασμένη και τελικά επικίνδυνη.
Η ιδέα πως οι μετακινήσεις νεαρών κυρίως εργαζομένων στο πεδίο των νέων τεχνολογιών μπορούν να αποτελέσουν τη βάση μιας βιώσιμης και μακροχρόνιας ανάπτυξης δεν έχει σοβαρή βάση. Πρόκειται ουσιαστικά για μια μορφή τουρισμού, όπου κάποιοι, νεαροί συνήθως, μετακινούνται από χώρα σε χώρα καταναλώνοντας ορισμένες τοπικές υπηρεσίες μικρής προστιθέμενης αξίας, που προσφέρονται από ένα εγχώριο ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό χαμηλών δεξιοτήτων – τα «γκαρσόνια της Ευρώπης» σε νέα εκδοχή. Το σενάριο αυτό ουσιαστικά απηχεί το χρηματιστήριο της δεκαετίας του 1990 και τις αστακομακαρονάδες της δεκαετίας του 2000: στην καλύτερη εκδοχή, μια «φούσκα» χωρίς μέλλον και στη χειρότερη τη διαιώνιση μιας οικονομίας χαμηλών ταχυτήτων και μιας κοινωνίας χαμηλών προσδοκιών.
Θα ήταν πάντως ασυγχώρητο λάθος εάν ταυτίζαμε τη μεγάλη τεχνολογική επανάσταση, που αποσυνδέει την εργασία από τη διαμονή, με ένα τέτοιο επιφανειακό αφήγημα. Και αυτό γιατί η τεχνολογική αυτή εξέλιξη είναι πραγματική και μπορεί να έχει, αν αντιμετωπιστεί με συνολικό και γόνιμο τρόπο, πολύ σοβαρές συνέπειες. Πώς όμως;
Οι σημερινοί ψηφιακοί νομάδες αποτελούν μόνο μια αρχή και μόνο μια ελάχιστη ψηφίδα ενός πολύ ευρύτερου μελλοντικού φαινομένου. Είναι χρήσιμοι μόνο επειδή ευαισθητοποιούν ευρύτερες ομάδες, διεθνείς αλλά και εγχώριες, για τα πλεονεκτήματα που παρουσιάζει η ζωή στην Ελλάδα. Και το στοιχείο που καθιστά τη ζωή αυτή ελκυστική δεν είναι βέβαια ούτε το κλίμα ούτε η απλή επιδίωξη της πλήρους προσομοίωσης των προηγμένων βόρειων κοινωνιών και μάλιστα με ιθαγενή και επομένως υπέρμετρο ζήλο. Υπάρχει άλλωστε και το Ντουμπάι, που είναι ασυναγώνιστο ως προς αυτά. Από την άποψη αυτή, ο στόχος μας δεν είναι να μαζέψουμε στην Ελλάδα όσο περισσότερους ψηφιακούς νομάδες μπορούμε, κάνοντας τη ζωή τους όσο ευκολότερη μπορούμε. Το αντίθετο: πρέπει να τους περνάμε μέσα από το φίλτρο των ιδιαιτεροτήτων μας.
Και οι ιδιαιτερότητές μας είναι αυτές μιας κοινωνίας που, για να το πω πολύ απλουστευτικά, μπορεί δυνητικά να συνδυάσει με μοναδικό τρόπο κάποιες ευκολίες και ανέσεις του Βορρά με την ανθρωπιά και την ευζωία του Νότου. Καλλιεργώντας τις ιδιαιτερότητες αυτές, θα ελκύσουμε σε ένα δεύτερο στάδιο έναν πολύ διαφορετικό τύπο ανθρώπου, που καταλαβαίνει και επιδιώκει αυτά ακριβώς που προσφέρει η χώρα μας και επιθυμεί να συνδέσει τη ζωή και τη δημιουργία του μαζί της σε μια πιο μόνιμη, μη νομαδική βάση.
Ακριβώς επειδή η σχέση τους με τη χώρα θα καταστεί βαθύτερη και πιο δημιουργική, οι άνθρωποι αυτοί (που θα μας έρθουν και από τον Βορρά, αλλά και από τον Νότο) θα μας βοηθήσουν να θέσουμε τις βάσεις μιας πραγματικής οικονομίας της γνώσης, που θα δώσει κίνητρα στο εγχώριο εργατικό δυναμικό υψηλών δεξιοτήτων να μείνει (ή να επιστρέψει) και να αναπτυχθεί εδώ. Παράλληλα, επειδή η οικονομία που θα ανθήσει σε ένα τέτοιο πλαίσιο αυτό είναι εξ ορισμού εξωστρεφής και βασισμένη στις δεξιότητες των ανθρώπων, θα ανταγωνιστεί αποτελεσματικά και θα περιθωριοποιήσει το υπάρχον κρατικοδίαιτο μοντέλο και τις γνωστές στρεβλώσεις του, τη διαφθορά, τον νεποτισμό, τη μιζέρια και την αναποτελεσματικότητα.
Πηγή: Η Καθημερινή, άρθρο του κ. Στάθη Ν. Καλύβα καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.