Μπορεί στη χώρα μας να είμαστε εξαρχής απορριπτικοί απέναντι σε κάθε αυταρχικό στυλ διοίκησης, επειδή κατά κάποιο τρόπο παραπέμπει στην κατάπτυστη περίοδο του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» της επταετούς χούντας των συνταγματαρχών. Ωστόσο, είναι προφανές ότι και το ιεραρχικό στυλ «διατάσσω και ελέγχω» που εξακολουθεί να υιοθετείται και να ισχύει για την εταιρική διακυβέρνηση και διοίκηση, απορρίπτεται συνεχώς χάρη στα εντυπωσιακά θετικά αποτελέσματα που αποδίδουν οι αντίθετες πολιτικές και τα διοικητικά στυλ που καλλιεργούν τη δέσμευση και την αφοσίωση των εργαζομένων και την αμοιβαία αλληλεξάρτησή τους με τους μάνατζερ. Πολιτικές, που τις έχουν δοκιμάσει πολλές εταιρείες –οι περισσότερες βρίσκονται στις ΗΠΑ και στη Δυτική Ευρώπη– και τώρα τις αντιπροτάσσουν ως τον δρόμο προς την επιτυχία.
Φαύλος κύκλος
«Τους εξηγούσα ότι η δουλειά η δική τους ήταν να είναι σίγουροι πως η κάθε επαφή και συνεργασία με τους υφισταμένους τους θα έπρεπε να προωθεί την αίσθηση της αλληλεξάρτησης – αυτό που εγώ ονομάζω “αμοιβαιότητα”. Και όλα αυτά τα έχω συμπεριλάβει σε μια σειρά δέκα μαθημάτων, τα οποία και παραθέτω στο παρόν άρθρο μου». Με την παράθεση συγκεκριμένων περιπτώσεων, ο συγγραφέας διευκρινίζει ότι μπορεί μεν οι περιπτώσεις να θεωρηθούν συνήθεις, ωστόσο η αξία έγκειται στις λεπτομέρειες. «Γιατί οι λεπτομέρειες αυτές είναι που θα σας βοηθήσουν να συγκρίνετε αυτό που εσείς και οι άλλοι μέσα στον οργανισμό σας κάνετε, με αυτό που γνωρίζετε πλέον ότι είναι το σωστό και ότι πρέπει να γίνεται».
Το πρώτο μάθημα που είναι αφιερωμένο στη «σεμνότητα» συνιστά να αποφεύγεται η περιαυτολογία και, αντιθέτως, «να συγκεντρώνεστε στις τρέχουσες ανάγκες των ανθρώπων σας. Να μην ξεχνάτε να μιλάτε μπροστά στους άλλους όχι μόνο για τις επιτυχίες αλλά και για τα λάθη σας. Κάτι που σας φέρνει περισσότερο κοντά τους, ενώ κάνει και εσάς να ξανασκεφθείτε για ποιο λόγο αναφέρεστε σε αυτή την ιστορία».
Δεύτερο μάθημα εντέλλεται «να ακούτε τους άλλους με σοβαρότητα που να είναι και εμφανής». Εξηγεί ότι η επικοινωνία έχει πολλές όψεις. «Αλλοι παρακολουθούν τη γλώσσα του σώματος, άλλοι πού κοιτάς και τι κανείς με τα χέρια σου. Βέβαια, είναι δύσκολο να τα θυμάσαι όλα αυτά όταν είσαι σε μια συνάντηση, ωστόσο το να τα διαχειρίζεσαι είναι πολύ σημαντικό». Αναφέρει δε ως απαγορευτικά το να κοιτάς το ρόλοι όταν ο άλλος μιλάει, είτε να ελέγχεις το κινητό σου.
Με το τρίτο μάθημα «καλωσορίζει τη διαφωνία». Εστω και αν σε πολλές εταιρείες έχουν ισοπεδωθεί αρκετά οι ιεραρχικές δομές τους, δεν παύει ωστόσο να ισχύει η κουλτούρα να αποφεύγονται –κυρίως δημοσίως– όπως και σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας. Σε κάθε περίπτωση όμως, η διαφωνία θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από νηφαλιότητα, έτσι ώστε οι διαφωνούντες να μπορούν να ομιλούν με άνεση.
Το τέταρτο μάθημα συνιστά να υπάρχει «εστίαση στην ατζέντα» και ο συγγραφέας εντυπωσιάζει εισάγοντάς το με τη γνωστή φράση «ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις». Και εξηγεί:
«Εχω δει συχνά μάνατζερ που θέλουν, όντως, να παρουσιάσουν μια διαφωνία, να το κάνουν με τον πλέον άναρχο τρόπο, ιδιαιτέρως σε συναντήσεις όπου “όλες οι ιδέες βρίσκονταν επάνω στο τραπέζι”. Το πρόβλημα είναι ότι όσο περισσότερα θέματα βρίσκονται στην ατζέντα τόσο λιγότερο χρόνο έχει ο καθένας για να μιλήσει – εκτός και αν δοθεί απεριόριστος χρόνος. Αν πάλι τεθούν χρονικά όρια για την ατζέντα, αυτό μπορεί να δημιουργήσει εντυπώσεις».
Το πέμπτο μάθημα αναδύεται από τη συνήθη «δεξιότητα» του «…ξερόλα». Με τον τίτλο του συνιστά «μην προσπαθείτε να δίνετε όλες τις απαντήσεις» και εξηγεί ότι η επίλυση προβλημάτων αποτελεί ένα κεντρικό στοιχείο για την αυτοεκτίμηση ενός μάνατζερ. Επίσης, ότι η μη επίλυσή τους, του δημιουργεί την αίσθηση της ανεπάρκειας, στην οποία πολλοί είναι εκείνοι που αντιδρούν με το να απαντούν για όλα και σε όλα.
«Έμαθα να είμαι καχύποπτος με τους μάνατζερ εκείνους που έχουν όλες τις απαντήσεις. Θεωρώ ότι είναι καλύτερο δείγμα διοικητικής δεξιότητας η προθυμία του να παραδεχθεί ότι “δεν είμαι βέβαιος για το ποια είναι η απάντηση. Καλύτερα να πούμε στην ομάδα να δώσουν και εκείνοι τις ιδέες τους. Οι μάνατζερ για να είναι επιτυχείς θα πρέπει να βλέπουν τους εαυτούς τους ως καταλύτες για την επίλυση των προβλημάτων, παρά σαν εκείνους που υπάρχουν για να παρέχουν τις λύσεις τους».
Έκτο μάθημα και τελευταίο, αναφέρεται στη λήψη αποφάσεων και συνιστά «μην επιμένετε ότι μια απόφαση πρέπει να ληφθεί απαραιτήτως». Αν δεν υπάρχει ομοφωνία, τότε το καλύτερο είναι να ξεκινήσετε μια διαδικασία, η οποία με τον καιρό θα παράγει δικές της αποφάσεις, τις οποίες ο καθένας θα αποδέχεται, έστω και αν η απόφαση δεν έχει γίνει ομόφωνα αποδεκτή.
Πηγή: “Η Καθημερινή”, άρθρο της Χριστίνας Δαμουλιάνου