Η ξέγνοιαστη εποχή του καλοκαιριού έχει παρέλθει! Αφήνει, βέβαια, πολλές αναμνήσεις, οι οποίες είναι και αρνητικές· η ρήση που λέει «καλοκαίρι χωρίς πυρκαγιές δεν γίνεται» ποτέ –δυστυχώς- δεν διαψεύδεται. Πολλά ήταν τα πύρινα μέτωπα με τα οποία ήρθαμε αντιμέτωποι και εφέτος. Ένα από αυτά χαρακτηρίσθηκε από μία ιδιαιτερότητα: διακυβευόταν όχι μόνον η ασφάλεια μιας περιοχής, αλλά και ενός μνημείου το οποίο αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO. Πρόκειται, όπως πιθανώς θα αντιληφθήκατε, για την πυρκαγιά που ξέσπασε στον αρχαιολογικό χώρο των Μυκηνών.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού, ήταν Κυριακή 30 Αυγούστου 2020 και ώρα 13:30 περίπου όταν η φωτιά εκδηλώθηκε στην περιοχή ανατολικά του «Θησαυρού του Ατρέα», έξω από τον περιφραγμένο χώρο. Αιτία της γρήγορης εξάπλωσής της ήταν οι ισχυροί άνεμοι που έπνεαν. Εν συνεχεία, η πυρκαγιά μέσω της χαράδρας του Χάβου πέρασε στον αρχαιολογικό χώρο, όπου και τελικά έπληξε ένα μεγάλο μέρος του. Ευτυχώς, χάρη στη γρήγορη αντίδραση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και στην αποψίλωση που είχε διεκπεραιωθεί από εργαζόμενους της εφορίας αρχαιοτήτων Αργολίδος προ καιρού αποφεύχθηκαν τα χειρότερα, όπως βλάβες στα μνημεία, οι συνέπειες των οποίων θα ήταν καταστροφικές, καθότι πρόκειται για ένα μνημείο διεθνούς εμβέλειας. Βεβαίως, ας μην παραλειφθεί το γεγονός ότι η εν λόγω υπόθεση –ω της παγκοσμίου πρωτοτυπίας (!)- έγινε αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης και οδήγησε πολλούς σε μια πιο επιφυλακτική προσέγγιση.
Το ερώτημα, βέβαια, το οποίο γεννάται από όλα αυτά τα γεγονότα επικεντρώνεται στην αξία που έχουν για τον σύγχρονο Έλληνα τα μνημεία, ιδίως τα Αρχαία. Αρχικά, ο ρόλος τους στη διαμόρφωση της εθνικής μας συνείδησης είναι μείζονος σημασίας. Αποτελούν, ουσιαστικά, ενωτικό στοιχείο, αφού μας θυμίζουν ότι δεν είμαστε μόνοι σε αυτό τον κόσμο. Άλλωστε, μεγαλώσαμε ανάμεσα σε μνημεία, μάρτυρες του παρελθόντος, που αποτελούν σιωπηλό παρατηρητή των πεπραγμένων, που «συνό-δευαν» τους προγόνους μας, «συνοδεύουν» εμάς και θα «συνοδεύουν» τους απογόνους μας! Συνεπώς, είναι αναπόφευκτη για όλους τους Έλληνες η συναισθηματική σύνδεση με αυτά, γι’ αυτό και πάντα θα προσφεύγουμε σε αυτά, όταν θα θέλουμε να αντλήσουμε αισιοδοξία.
Συνεχίζοντας, αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι τα μνημεία μας συνιστούν πηγή έμπνευσης και σημείο στοχασμού. Το κάλλος τους είναι αδιαμφισβήτητο και η αρμονία που αποπνέουν, ιδιαιτέρως αυτά της Κλασσικής Εποχής, σε συνδυασμό με την επιβλητικότητά τους μεταδίδουν ευφραντικές ιδιότητες που αποτελούν βάλσαμο για την ανθρώπινη ψυχή. Επιπροσθέτως, συντελούν στη διαμόρφωση του νεότερου άυλου και υλικού πολιτισμού μας.
Ακόμη, με μια δεύτερη ματιά, διαπιστώνεται ότι τα μνημεία έχουν υποστεί φθορές, άλλα λιγότερο ενώ άλλα περισσότερο, οι οποίες οφείλονται ως επί το πλείστον στον ανθρώπινο παράγοντα. Μαρτυρούν κατ’ αυτόν τον τρόπο τι μπορεί να διαπράξει στον βωμό του χρήματος και της ματαιοδοξίας ο άνθρωπος, ο εγωισμός του οποίου υποδαυλίζει τις κοινές προσπάθειες. Καταδεικνύουν, επίσης, ότι το Ελληνικό έθνος στη μακραίωνη ιστορία του έχει ζήσει σκοτεινές στιγμές, τις οποίες πρέπει να γνωρίζουμε γιατί –αν και κλισέ- «όποιος λαός δε θυμάται το παρελθόν του είναι αναγκασμένος να το ξαναζήσει1». Θα μπορούσε, λοιπόν, να ειπωθεί ότι η επιρροή που ασκούν στον απανταχού Ελληνισμό τα μνημεία είναι ισχυρότατη και δε διαφαίνονται –ακόμη τουλάχιστον- σημάδια μείωσής της.
Συμπερασματικά, φρονώ ότι τα μνημεία κατέχουν εξέχουσα θέση στη διαμόρφωσή μας και έγκειται στη λογική του καθενός το πώς θα την εκλάβει, απόδειξη αυτού που λέγεται ότι οι εκφάνσεις τους ποικίλλουν. Όλα αυτά αποτελούν λόγο να τα διαφυλάξουμε, τόσο εμείς όσο και η Πολιτεία. Ειδάλλως, αλίμονο μας!
1.George Santayana, 1863-1952,
Ισπανοαμερικανός φιλόσοφος