Ένδοξο τέλος

Angela
Άντζελα Ελέζι

Η μοίρα κανονίζει τα πάντα

Με την πρώτη ματιά η Ελένη χύθηκε στα χέρια του Κωνσταντίνου, ενώ ξέσπασαν σε λυγμούς. «Είσαι καλά; Σε πείραξε κάνεις; Πες μου ποιος το έκανε» Τα συναισθήματα του άρχισαν να μετατρέπονται από άγχος σε θυμό. «Είμαι καλά..» έκανε μια παύση, «ήμουν λιπόθυμη κατά την περισσότερη διάρκεια, αλλά θυμάμαι να ανεβαίνω σε ένα μεγάλο καράβι. Δεν ήμουν μόνη, υπήρχαν και άλλες, πολλές κοπέλες, δεμένες όλες μαζί στο καταστρ-»

«Ώστε πειρατές ήταν οι ένοχοι», διέκοψε τη συζήτηση ο καπετάνιος, χαϊδεύοντας το μούσι του. «Όχι κύριε, λαθρέμποροι!», διευκρίνισε ένας από τους άντρες του πληρώματος. «Να σας πω κάτι, Καπετάνιε;» μίλησε επιτέλους ο Κωνσταντίνος μετά από τόση ώρα ανήσυχης σιωπής, «Βαρέθηκα αυτήν την ιστορία, οι άνθρωποι και οι γυναίκες δεν είναι εμπορεύματα. Δεν είναι αντικείμενα που μπορείς να αγοράσεις στο λιμάνι, δεν το δέχομαι άλλο.» «Σε καταλαβαίνω, γιε μου, έχεις δίκιο. Και εγώ είμαι ένοχος, καθώς έχω συμμετάσχει σε συναλλαγές, αλλά τώρα που είδα με τα ίδια μου τα μάτια τη δυστυχία που προκαλεί αυτό το εμπόριο, νομίζω πως όλοι ξέρουμε τι πρέπει να γίνει.»

Αφήνοντας την Ελένη στο πλοίο με δύο μέλη του πληρώματος, για να την προσέχουν, ο Κωνσταντίνος, ο καπετάνιος και όλοι του οι άντρες άρπαξαν τα ξίφη και έτρεξαν προς το καράβι των εμπόρων. Προσπάθησαν να διαπραγματευτούν, αλλά τέτοιου είδους άνθρωποι δύσκολα συμβιβάζονται οπότε, αναπόφευκτο ήταν να χυθεί αίμα. Κάποιοι καλοί άντρες χάθηκαν σε εκείνη την μάχη αλλά κέρδισαν και έπεσαν ένδοξα. Οι υπόλοιπες δεσποινίδες αφέθηκαν ελεύθερες, ενώ τα δυο αδέλφια εγκαταστάθηκαν σε εκείνη την περιοχή. Η μητέρα πίσω στην πατρίδα έλαβε ένα γράμμα που έλεγε «Όλα λύθηκαν πλέον, μητέρα, είμαστε και οι δύο καλά, θα σε έχουμε πάντα στην καρδιά μας. Τα δύο παιδιά σου»

 

Ευχαριστώ την κα Πουταχίδου για την υποστήριξή της!