”To ζεστό ρούχο της μοναξιάς μου”, του Κριστιάν Νίρκα
“Φορούσα το ζεστό ρούχο της μοναξιάς μου
όταν με κρύωναν οι άνθρωποι τριγύρω….
Δεν ένιωσα όμως ποτέ μου μόνος.
Παρέα μου, οι λέξεις, οι εικόνες, οι ήχοι.
Οι ήρωες που έχτιζα στο μυαλό μου,
τα σενάρια, τα ταξίδια στους λαβυρίνθους της φαντασίας και των συναισθημάτων.
Ήμουν τόσο ίδιος και κοινός, τόσο μικρός στον κόσμο,
μα ένιωθα μεγάλος με τους κόσμους που κουβαλούσα μέσα μου.”
(via ITravelPoetry)
Ήξερες ότι… από την παράδοση των χαϊκού
Το χαϊκού είναι ένα ποιητικό είδος της Άπω Ανατολής με κύρια χαρακτηριστικά τη συντομία, την αυστηρή φόρμα και τον έντονα φυσιολατρικό/φυσιοκρατικό χαρακτήρα. Η δομή των παραδοσιακών χαϊκού περιλαμβάνει 3 στίχους και 17 συλλαβές (5-7-5 συλλαβές ανά στίχο), και υποχρεωτικά την «εποχιακή λέξη» (kigo), που υποδεικνύει την αφορμή της έμπνευσης (συνήθως μια εποχή του χρόνου ή ένα «στιγμιότυπο» του φυσικού κόσμου). Πρόκειται για ποίηση εξαιρετικής πυκνότητας, εκλεπτυσμένης ευαισθησίας και φαντασίας, που στηρίζεται σε μια οργανική αντίληψη του Κόσμου (το όλον βρίσκεται στο ελάχιστο, στη λεπτομέρεια). Η ποίηση αυτή λειτουργεί με τους νόμους της «συναισθησίας» –την «ανάμειξη», δηλαδή, όλων των αισθήσεων–, συνταυτίζοντας παράλληλα τον φυσικό με τον ανθρώπινο ψυχικό κόσμο στο πλαίσιο της κοσμικής Αρμονίας. Στη Δύση το χαϊκού γνωρίζει μεγάλη διάδοση από τα μέσα του 20ού αιώνα. Η εκτός Ιαπωνίας παραγωγή συχνά παρεκκλίνει ως προς τη δομή (οι δυτικές μεταφράσεις των γιαπωνέζικων χαϊκού δεν τηρούν πάντα την 17σύλλαβη πειθαρχία), αλλά και τη θεματολογία, η οποία προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά του τόπου στον οποίο δημιουργεί ο κάθε ποιητής, όπως φαίνεται από τα παρακάτω αντιπροσωπευτικά δείγματα γιαπωνέζικων (από μετάφραση) και ελληνικών (πρωτότυπων) χαϊκού.
Πηγή: Ο λόγος ανάγκη της ψυχής, ΠΙΚ, σελ. 22-23
“Κοιμάται η λίμνη”, του Πέντσο Σλαβέικοφ
Κοιμάται η λίμνη˙ ασπρόκορμες οξιές
με τα στριφτά κλαδιά τους πάνω της λυγίζουν
και ένα δίχτυ από ήλιο και σκιές
τα σιωπηλά βαθιά νερά της καθρεφτίζουν.
Ριγούνε, ψιθυρίζουν οι ασπρόκορμες οξιές
μ’ αυτή, ασάλευτη, μήτε σκιρτάει…
Μονάχα τον καθρέφτη της στιγμές στιγμές
αίφνης το φύλλο πέφτοντας ξυπνάει.
Από τη συλλογή Όνειρο ευτυχίας (1907), μτφρ. Δημήτρης Άλλος. Αίμος. Ανθολογία Βαλκανικής Ποίησης,
Οι Φίλοι του περιοδικού «ΑΝΤΙ», Αθήνα 2007
«Τι είπε ο Κεραυνός» (απόσπασμα), του Τ.Σ. Έλιοτ
Ποιος είναι ο τρίτος που περπατεί πάντα
στο πλάι σου;
Όταν μετρώ, είμαι μονάχα εγώ και συ μαζί μου
Μα όταν κοιτάζω εμπρός τον άσπρο δρόμο
Υπάρχει πάντα κάποιος που περπατεί στο πλάι σου
Γλιστρώντας τυλιγμένος σε καστανό μανδύα,
Κουκουλωμένος
Αν είναι άντρας αν είναι γυναίκα δεν το ξέρω
– Μ’ αυτός εκεί ποιος είναι απ’ τ’ άλλο πλάι σου;
(Τ.Σ. Έλιοτ, Έρημη Χώρα, μετάφρ. Γ. Σεφέρης)
Πηγή: Κέντρο Λεξικολογίας (4/12/2025)
“Ἔχω δεῖ τὸν οὐρανό…” του Γιώργου Σαραντάρη
Ἔχω δεῖ τὸν οὐρανὸ μὲ τὰ μάτια μου
Μὲ τὰ μάτια μου ἄνοιξα τὰ μάτια του
Μὲ τὴ γλῶσσα μου μίλησε
Γίναμε ἀδελφοὶ καὶ κουβεντιάσαμε
Στρώσαμε τραπέζι καὶ δειπνήσαμε
Σὰν νὰ ἦταν ὁ καιρὸς ὅλος μπροστά μας
Καὶ θυμᾶμαι τὸν ἥλιο ποὺ γελοῦσε
Πού γελοῦσε καὶ δάκρυζε θυμᾶμαι.
Λαϊκές ζωγραφιές στην Ήπειρο – Νοέμβριος 1977
Το Αρχείο της ΕΡΤ παρουσιάζει ένα μοναδικό οδοιπορικό-ντοκουμέντο και μας ταξιδεύει στην Ήπειρο του 1977 μέσα από το ντοκιμαντέρ ”Λαϊκές ζωγραφιές στην Ήπειρο” του Γιώργου Μπελεσιώτη, παραγωγής 1977. Το οδοιπορικό ξεκινά στο Νομό Ιωαννίνων. Παρακολουθούμε εικόνες από την πόλη των Ιωαννίνων, όπου παρουσιάζονται οι κάτοικοι, οι δρόμοι στο κέντρο, τα σπίτια, η ψαραγορά στην παραλία της λίμνης, το παζάρι με ποικίλα εμπορεύματα και τα αξιοθέατα της πόλης όπως το Κάστρο. Ακολουθεί η υπαίθρια αγορά των Ιωαννίνων, και οι τεχνίτες που εργάζονται σε εργαστήριο χαλκουργίας-ασημουργίας, παραδοσιακή τέχνη της πρωτεύουσας της Ηπείρου.
“Τα πάθη της βροχής”, της Κικής Δημουλά
Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον νικημένο πάντα ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός κανονικής βροχής.
Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μου ‘μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.
Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα να ‘ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.
Κ. Δημουλά, Το λίγο του κοσμου, Στιγμή
Το ποίημα ανήκει στη συλλογή Το λίγο του κόσμου (1971). Το συναίσθημα της μοναξιάς από την απουσία ενός αγαπημένου προσώπου αναδύεται μέσα από τη μελαγχολική ατμόσφαιρα του ποιήματος. Η ποιήτρια, δημιουργώντας μια υποβλητική ατμόσφαιρα, δίνει στο πραγματικό μια άλλη διάσταση: ο μονότονος ήχος της βροχής που ακούγεται μέσα στη νύχτα, καθρεφτίζοντας τη συναισθηματική της κατάσταση, μεταμορφώνεται στη λέξη που εκείνη επιθυμεί να προφέρει.
H Ιστορικιστική Στροφή στη Φιλοσοφία της Επιστήμης
του Αντώνη Κύρου, καθηγητή Φυσικής του 4ου ΓΕΛ Ιωαννίνων “ΑΚΑΔΗΜΙΑ”
“Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο” (απόσπασμα), του Γιώργου Σεφέρη

[…]
Και παρουσιάζεται μπροστά μου, πάλι και πάλι, το
φάντασμα του Οδυσσέα, με μάτια κοκκινισμένα
από του κυμάτου την αρμύρα
κι από το μεστωμένο πόθο να ξαναδεί τον καπνό
που βγαίνει από τη ζεστασιά του σπιτιού του
και το σκυλί του που γέρασε προσμένοντας στη θύρα.
Στέκεται μεγάλος, ψιθυρίζοντας, ανάμεσα στ’
ασπρισμένα του γένια, λόγια της γλώσσας
μας, όπως τη μιλούσαν πριν τρεις χιλιάδες χρόνια.
Απλώνει μια παλάμη ροζιασμένη από τα σκοινιά
και το δοιάκι, με δέρμα δουλεμένο από το
ξεροβόρι, από την κάψα κι από τα χιόνια.
[…]
Το εμβληματικό αυτό ποίημα του Σεφέρη με την αδιόρατη ομοιοκαταληξία είναι παραλλαγή στον πρώτο στίχο του σονέτου «Το ωραίο ταξίδι» του Γάλλου ποιητή Ιωακείμ ντι Μπελαί (1525-1560) “Heureux qui, comme Ulysse, a fait un beau voyage”.











