Η ιστορία ενός… διαφορετικού σκιάχτρου που ήθελε να γίνει φίλος των πουλιών
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα σκιάχτρο… ένα σκιάχτρο που δεν είχε φίλους. Δούλευε σε ένα χωράφι σιταριού. Η δουλειά δεν ήταν πολύ δύσκολη, αλλά σίγουρα, ήταν πολύ μοναχική. Μέρες και νύχτες περνούσαν δίχως να μιλήσει σε κανέναν.
Το μόνο πράγμα που μπορούσε να κάνει ήταν να κοιτάει τα πουλιά. Κάθε φορά που περνούσαν, εκείνο τα χαιρετούσε. Αλλά αυτά ποτέ δεν του απαντούσαν. Πετούσαν μακριά σαν να το φοβόντουσαν.
Mία μέρα, το σκιάχτρο έκανε κάτι απαγορευμένο. Προσέφερε σε ένα πουλί μερικούς σπόρους. Αλλά ακόμα κι έτσι, το πουλί δεν έμοιαζε να ενδιαφέρεται.
Το σκιάχτρο αναρωτιόταν γιατί κανένας δεν ήθελε να γίνει φίλος του. Κι έτσι περνούσε ο καιρός….ώσπου μια κρύα νύχτα, ένα τυφλό κοράκι έπεσε μπροστά στα πόδια του.
Το κοράκι έτρεμε, και ήταν έτοιμο να πεθάνει από την πείνα. Το σκιάχτρο αποφάσισε να το φροντίσει. Μετά από μερικές μέρες το κοράκι καλυτέρευσε. Το σκιάχτρο διηγήθηκε στο κοράκι πως το τύλιξε σε ένα κασκόλ και του έδωσε σπόρους για να φάει…
Πριν το κοράκι φύγει, το σκιάχτρο το ρώτησε γιατί τα πουλιά δεν ήθελαν ποτέ να γίνουν φίλοι με τα σκιάχτρα… Και το κοράκι του εξήγησε ότι η δουλειά των σκιάχτρων ήταν να τρομάζουν τα καημένα τα πουλιά… Ήταν αποτρόπαια…Τέρατα!
Την ίδια νύχτα, πήρε μια απόφαση: να βρει άλλη δουλειά. Δεν ήθελε πια να τρομάζει τα πουλιά. Βλέποντας το σκιάχτρο να μιλάει, ο γεωργός ούρλιαξε και τρομοκρατημένος, ξύπνησε όλους τους γείτονες του.
Το σκιάχτρο κάηκε ζωντανό.