Επανερχόμαστε στο θέμα σχετικά με τον 6ο Πανελλήνιο μαθητικό Διαγωνισμό Συγγραφής Παραμυθιού που έχει θέμα: «Να σου πω μια παροιμία;…».‘Όπως είχαμε αναφέρει, έχουμε λάβει μέρος στα πλαίσια υλοποίησης του σχεδίου δράσης του εκπαιδευτικού προγραμματισμού της σχολικής μας μονάδας, το οποίο αφορά την Παιδαγωγική και Μαθησιακή λειτουργία του σχολείου, με εστίαση στον άξονα των Σχέσεων μεταξύ των μαθητών. Ο τίτλος του παραμυθιού-παροιμίας μας είναι: «Κράτα με να σε κρατώ να ανεβούμε στο βουνό», είναι εμπνευσμένη από την σοφία του λαού μας και στόχο έχει να προωθήσει τις έννοιες της αλληλοβοήθειας, της συνεργασίας και του συγχρονισμού μεταξύ των μελών, αλλά και τα οφέλη που αποκομίζουμε όταν δρούμε συλλογικά σαν μια δυνατή ομάδα, όπως ακριβώς έγινε και στο παραμύθι μας.
Έφτασε λοιπόν η ώρα να αναρτήσουμε το παραμύθι μας, το οποίο έχει ως εξής:
Μια φορά κι έναν καιρό, μέσα σε ένα πανέμορφο δάσος με πανύψηλα καταπράσινα δέντρα, όμορφες ρεματιές και γάργαρα ποταμάκια ζούσαν ευτυχισμένα τέσσερα μικρά, στρουμπουλά και χαριτωμένα αρκουδάκια: η Μόλυ και ο Νίνο που ήταν αδελφάκια, η Μίνα και ο Ρίκο που, επίσης, ήταν αδελφάκια.
Οι τέσσερεις φίλοι ήταν πολύ αγαπημένοι και περνούσαν πολλές ώρες μαζί, παίζοντας, κολυμπώντας στα γάργαρα νερά των ποταμών και εξερευνώντας τα κρυμμένα μυστικά του δάσους, ανακαλύπτοντας τις απερίγραπτες ομορφιές του.
Ένα πρωί, αφού πήραν την άδεια από τις μαμάδες τους, συναντήθηκαν ενθουσιασμένοι στο καταπράσινο ξέφωτο, έτοιμοι για νέες περιπέτειες στο απέραντο και ανεξιχνίαστο δάσος. Ήταν μια Ανοιξιάτικη μέρα του Μαρτιού. Ο καιρός ήταν ονειρεμένος: ο ήλιος έλαμπε, τα πουλάκια πετούσαν ξένοιαστα στο ουρανό και οι μελισσούλες χόρευαν χαρούμενες, μαζεύοντας την γύρη των λουλουδιών. Οι τέσσερις φίλοι κατρακυλούσαν ανέμελοι στο καταπράσινο χορταράκι, μύριζαν τα ευωδιαστά λουλούδια, έτρεχαν πολύ και σκαρφάλωναν στους κορμούς των δένδρων. Όταν πείνασαν βρήκαν θρεπτικό και λαχταριστό μέλι και έφαγαν λαίμαργα. Ήπιαν και δροσερό νεράκι από τον ποταμό.
Περνούσαν τόσο ευχάριστα που χωρίς να το καταλάβουν απομακρύνθηκαν πολύ από τα συνηθισμένα τους μονοπάτια και βρέθηκαν μακριά από τις σπηλιές τους.
Ξαφνικά, όπως συμβαίνει συχνά τον μήνα Μάρτη, ο ουρανός συννέφιασε, μαύρα πυκνά σύννεφα μαζεύτηκαν ψηλά στον ουρανό και τα τέσσερα μικρά αρκουδάκια σκέφτηκαν ότι ήταν ώρα να επιστρέψουν γρήγορα. Όμως, δεν ήταν εύκολο! Μάλλον είχαν χαθεί! Τότε η Μόλυ είχε μια καταπληκτική ιδέα: να περπατήσουν κατά μήκος του ποταμού, επειδή ήταν σχεδόν σίγουρη ότι θα τους οδηγούσε στο σωστό σημείο.
Όταν, πήραν τον δρόμο της επιστροφής, άρχισε ένα απρόσμενο και δυνατό μπουρίνι: η βροχή έπεφτε καταρρακτωδώς, ο αέρας λυσσομανούσε και ανακάτευε τα πάντα στο πέρασμά του. Οι τέσσερεις φίλοι τρομοκρατήθηκαν, αλλά δεν υπήρχε άλλη διέξοδος! Έπρεπε να γυρίσουν!
Περπατούσαν γρήγορα αλλά προσεκτικά δίπλα στο ποτάμι που είχε μετατραπεί σε χείμαρρο: τα νερά του μαίνονταν αγριεμένα, είχαν φουσκώσει απειλητικά και ακούγονταν το μουγκρητό της ροής τους.
Κάποια στιγμή ο αέρας στριφογύρισε δυνατά, ο Ρίκο στραβοπάτησε και έχασε την ισορροπία του. Αμέσως, ακούστηκε ένας δυνατός παφλασμός και βρέθηκε μέσα στα αφρισμένα νερά του οργισμένου ποταμού. Με μιας βυθίστηκε στο νερό! Προσπάθησε να ξανανέβει για να πάρει ανάσα και να φωνάξει με όλη του τη δύναμη: βοήθειααα. Οι φίλοι του τον είδαν! Έμοιαζε με μια καφέ γούνινη φουσκωμένη μπάλα, που προσπαθούσε να επιπλεύσει. Η Μόλυ χωρίς να σκεφτεί πολύ, με ένα τίναγμα του σώματός της, έπεσε στο παγωμένο νερό, για να σώσει τον φίλο της! Τον έπιασε γερά! Το νερό άφριζε γύρω τους, τους στριφογύριζε και τους χτυπούσε αλύπητα. Το ορμητικό ρεύμα παρέσερνε τα αρκουδάκια, έπρεπε όμως να παλέψουν για την επιβίωσή τους.
Ο Νίνο και η Μίνα τους ακολούθησαν τρέχοντας με αγωνία κατά μήκος του ποταμού, προσπαθώντας να βρουν τρόπο να μπορέσουν να βουτήξουν και αυτοί στον ποταμό για να γλυτώσουν τους φίλους τους, από την μανία του νερού. Ευτυχώς ήταν τυχεροί, επειδή διέκριναν ένα σημείο με ομαλές όχθες και πλατύτερη κοίτη, που έδινε την δυνατότητα να επέμβουν. Και αυτό έκαναν. Βούτηξαν αποφασιστικά, την κατάλληλη στιγμή, μέσα στο αφρισμένο νερό και με μεγάλη προσπάθεια τράβηξαν δυνατά τους φίλους τους προς την όχθη του ποταμού. Τους έβγαλαν έξω και ξάπλωσαν όλοι αποκαμωμένοι στο βρεγμένο χώμα. Για καλή τους τύχη, σε λίγο άκουσαν τις φωνές των αρκουδομαμάδων τους που τους αναζητούσαν απεγνωσμένα.
Έτσι, η περιπέτειά τους είχε αίσιο τέλος. Όταν το βράδυ μαζεύτηκαν όλοι μαζί γύρω από την φωτιά, συνειδητοποίησαν ότι σώθηκαν, επειδή βοήθησαν ο ένας τον άλλο και έδρασαν συλλογικά σαν μια δυνατή και δεμένη ομάδα. Γιατί, όπως λέει η παροιμία: «Κράτα με να σε κρατώ να ανεβούμε στο βουνό». Δηλαδή, όταν νοιαζόμαστε και βοηθάμε ο ένας τον άλλο μπορούμε να καταφέρουμε τα πιο απίθανα πράγματα.
Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!!!!
Φυσικά, αξίζει ένα τεράστιο ΜΠΡΑΒΟ σε όλα τα παιδιά του σχολείου μας, γι’ αυτό θα απονεμηθεί “Τιμητικός Έπαινος” σε όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες του σχολείου μας!!!
