Ποντιακός Ελληνισμός – Γενικά: Ιστορικά γεγονότα

Α ΜΕΡΟΣ ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΠΟΝΤΙΑΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

1. Παναγία Σουμελά, το ιερό μοναστήρι των Ποντίων

Στο όρος Μελά της Τραπεζούντας, στον Πόντο της Τουρκίας, σε μία σπηλιά, ιδρύθηκε το 386 μ.Χ. το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά. 

Δόθηκε το συγκεκριμένο όνομα γιατί οι Πόντιοι που έμεναν εκεί έλεγαν συχνά στην ποντιακή διάλεκτο «θα ανέβουμε σην Παναΐαν σου Μελά», δηλαδή «θα ανεβούμε στην Παναγία στου Μελά».
4ος μ.Χ. αιώνας
Το μοναστήρι χτίστηκε από δύο Aθηναίους μοναχούς, με εντολή που τους δόθηκε από την ίδια την Παναγία σε όραμα. 
Σύμφωνα με την παράδοση, η εικόνα της Παναγίας, το 380 μ.Χ. έφυγε από τον χώρο όπου βρισκόταν στην Αθήνα και έφτασε μυστηριωδώς στα βορειοανατολικά του Πόντου. 
Κι ενώ την αναζητούσαν οι πιστοί, εμφανίστηκε μια λαμπερή γυναίκα στο όνειρο ενός ιερέα, του Βασίλειου, από την Αθήνα, και του λέει:
«Βασίλειε σήκω, και μαζί με τον ανιψιό σου τον Σωτήριχο να γίνετε Μοναχοί. Κι συ να μετονομασθείς Βαρνάβας και ο ανιψιός σου, Σωφρόνιος” κι αφού εξήγησε ότι ήταν η Παναγία, του υποσχέθηκε ότι θα είναι κοντά τους σε όλη τη ζωή τους.  
Έτσι οι δύο ιερείς, ακολουθώντας τις εντολές της Παναγίας, πήγαν στο όρος Μελά, στον Εύξεινο Πόντο για να χτίσουν το μοναστήρι.
Ύστερα από πολύωρη και εξαντλητική προσπάθεια κατάφεραν να σκαρφαλώσουν στην κορυφή του βουνού. 
Ξαφνικά αντίκρισαν μπροστά τους μια σπηλιά. 
Αφού μπήκαν μέσα, στο βάθος αντίκρισαν πάνω σε έναν βράχο, έκπληκτοι, το εικόνισμα της Παναγίας. 
Εκεί ίδρυσαν το πρώτο κτίσμα, το μοναστήρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, με τη βοήθεια και άλλων μοναχών.
Στα χρόνια που ακολούθησαν χτίστηκαν δίπλα και άλλα κτίσματα.
7ος μ.Χ. αιώνας
Κατά καιρούς, η Μονή υπέστη βαρβαρικές επιδρομές που οδήγησαν ακόμα και σε ερήμωση του μοναστηριού.
Μία από αυτές ήταν στα τέλη του 6ου αιώνα, όταν λεηλατήθηκε από επιδρομές ληστών αλλά το 644 επανιδρύθηκε από τον Όσιο Χριστόφορο από την Τραπεζούντα.
14ος μ.Χ. αιώνας
Όταν η Κωνσταντινούπολη καταλήφθηκε από τους Φράγκους και τους Λατίνους, το 1204, δημιουργήθηκαν από τους Βυζαντινούς τέσσερα κρατίδια.
Ένα από αυτά ήταν η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας που ιδρύθηκε από τους αυτοκράτορες Κομνηνούς, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου.
Το μεγαλύτερο και βασικότερο κτίσμα στη Μονή χτίστηκε αυτή την εποχή, από τον Αλέξιο Γ΄ Κομνηνό (1349-1390) κι έτσι αυτός θεωρείται ο κύριος ιδρυτής της Μονής Σουμελά.
Ο Αλέξιος έδωσε ιδιαίτερη σημασία στη Μονή Σουμελά, την οποία επέλεξε για την τελετή στέψης του το 1350. 
Το 1360, η Μονή ξαναχτίστηκε και επεκτάθηκε, ύστερα από 1.000 χρόνια ύπαρξης. 
Μετατράπηκε σε μια τεράστια εγκατάσταση που αποτελείται από 72 δωμάτια, 17 μέτρα ύψος, 40 μέτρα μήκος και 14 μέτρα πλάτος. 
Το μοναστήρι διπλασιάστηκε σε μέγεθος με τη νέα κατασκευή.
Επίσης ο αυτοκράτορας Μανουήλ (1390-1417) φόρεσε το στέμμα του στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο όρος Μελά.
Τη χρονιά που ανέβηκε στον θρόνο, ο Μανουήλ έκανε δώρο στο μοναστήρι έναν πολύτιμο σταυρό που περιείχε κομμάτι του τιμίου ξύλου.
Από την ημέρα ίδρυσής του, οι οικοδομικές εργασίες στο μοναστήρι συνεχίστηκαν για χίλια εξακόσια έτη. 
Οι τοιχογραφίες που υπάρχουν στο μοναστηριακό συγκρότημα και στο εσωτερικό του έγιναν σε διαφορετικές περιόδους. 
Η κάθε περίοδος φαίνεται ξεκάθαρα στην αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική, την λιθοδομή.
H θαυματουργή εικόνα της Παναγίας σύμφωνα με την παράδοση της Ορθοδόξου εκκλησίας είναι έργο του Αποστόλου και Ευαγγελιστή Λουκά. 
Η εικόνα της Παναγίας έδωσε φήμη στη μονή, η οποία και σιγά-σιγά επεκτάθηκε. 
Εν τω μεταξύ είχαν αποκτηθεί κι άλλα κειμήλια, όπως το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστόφορου κι ο Σταυρός του αυτοκράτορα Μανουήλ Γ’. ‍
15ος μ.Χ. αιώνας
Ο Μωάμεθ ο Πορθητής κατέλαβε την Τραπεζούντα το 1461 αλλά δεν άλλαξε τίποτα στη Μονή Σουμελά, την οποία επισκέφθηκε. 
Με διάταγμα παραχώρησε προνόμια στο μοναστήρι. 
Τα προνόμια που δόθηκαν στη Μονή Σουμελά ανανεώνονταν κατά τη διάρκεια της βασιλείας κάθε Οθωμανού σουλτάνου.
19ος μ.Χ. αιώνας
Τον 19ο αιώνα, ο αριθμός των μοναχών έφτασε τους εκατό και η γη που κατείχαν επεκτάθηκε με τις ευλογίες του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ.
Η περιουσία που κατείχε το μοναστήρι ήταν τεράστια.
Το μοναστήρι έγινε ιδιοκτήτης 15 χωριών στη γύρω περιοχή.
20ος μ.Χ. αιώνας
Μετά τον διωγμό των Ποντίων και τη Μικρασιατική καταστροφή, οι περισσότεροι Έλληνες έφυγαν από την Τουρκία.
Το 1923, ύστερα από τη Συνθήκη της Λωζάνης, έφυγαν υποχρεωτικά και οι τελευταίοι μοναχοί από τον Πόντο, αλλά άφησαν πίσω τα περισσότερα από τα ιερά σκεύη και υπάρχοντα της Μονής. 
Τα αντικείμενα αυτά λεηλατήθηκαν τα μετέπειτα χρόνια, ιδιαίτερα από ξένους συλλέκτες. 
Δυστυχώς όλα αυτά τα χρόνια έγιναν πολλές καταστροφές στη Μονή.
Κάποιοι έβαλαν ακόμα και φωτιά στο μοναστήρι για να ζεσταθούν. 
Άλλοι βεβήλωναν επί δεκαετίες τις υπέροχες τοιχογραφίες.
Με τον ξεριζωμό το εικόνισμα της Παναγίας θάφτηκε από τους τελευταίους μοναχούς στα αγιασμένα χώματα της. 
Δέκα χρόνια θαμμένη περίμενε την απελευθέρωση της.
Μετά από άδεια του τότε Τούρκου πρωθυπουργού Ισμέτ Ινονού, πήγε στον Πόντο ο αρχιμανδρίτης Αμβρόσιος από τους τελευταίους μοναχούς της μονής και βρήκε την εικόνα, τον πολύτιμο σταυρό με το τίμιο ξύλο και το χειρόγραφο σε περγαμηνή Ευαγγέλιο του οσίου Χριστόφορου που είχαν ενταφιαστεί μαζί. 
Τα μετέφερε στην Αθήνα και τα τοποθέτησε προσωρινά στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών. 
Δεκαετίες μετά, τα κειμήλια μεταφέρθηκαν στη νέα Παναγία Σουμελά, στο Βέρμιο της Ημαθίας.
21ος μ.Χ. αιώνας
Για αρκετά χρόνια η Παναγία Σουμελά ήταν κλειστή λόγω νέων έργων που γίνονταν για στερέωση βράχων. 
Τώρα έχει ανοίξει για τους πιστούς και τους επισκέπτες.
Κάθε Δεκαπενταύγουστο που η Μονή είναι ανοιχτή ως μνημείο, λειτουργεί εκεί ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Πολλά από τα κειμήλια της Μονής είναι σε ξένα μουσεία. 
Η εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο της Ιρλανδίας, άλλη εικόνα και το βημόθυρο στη Οξφόρδη. 
Τα περισσότερα από τα βιβλία της βιβλιοθήκης του μοναστηριού φυλάσσονται στο Μουσείο Πολιτισμών της Ανατολίας της Άγκυρας.
Η νέα Παναγία Σουμελά στην Ελλάδα
Όταν ήρθαν από τη Μικρά Ασία οι Πόντιοι πρόσφυγες, θέλησαν να έχουν ένα μοναστήρι που να τους θυμίζει την Παναγία Σουμελά.
Επιθυμία των Ποντίων ήταν να βρεθεί κάποιο μέρος βραχώδες και ήσυχο, παρόμοιο με αυτό στον Πόντο.
Έτσι το 1951 χτίστηκε στην Καστανιά Ημαθίας, στο όρος Βέρμιο, η νέα Παναγία Σουμελά.

Γύρω από την Ιερά Μονή υπάρχει πολύ πράσινο και όμορφη θέα. 

Εκτός από την εκκλησία, στον χώρο υπάρχουν εστιατόρια καθώς και μικρά μαγαζιά με αναμνηστικά και άλλα είδη.
Εδώ μεταφέρθηκε από το Βυζαντινό Μουσείο και η εικόνα της Παναγίας, μαζί με τα άλλα κειμήλια.
Κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου, γιορτή της Παναγίας, χιλιάδες επισκέπτες, Πόντιοι και μη, από όλη την Ελλάδα, μαζεύονται στην Παναγία Σουμελά για να προσκυνήσουν αλλά και να παρακολουθήσουν τις εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται.
Β ΜΕΡΟΣ ΓΕΝΙΚΑ: ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Σαν σήμερα
 2/12/2022  Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Δουλείας
End Slavery Now 300x220
Η 2α Δεκεμβρίου καθιερώθηκε ως Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Δουλείας το 1949 από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.
Παρά τους αγώνες αιώνων, η δουλεία δεν έχει εξαλειφθεί εντελώς στον κόσμο μας. Μορφές της δουλείας είναι η καταναγκαστική εργασία, η παιδική εργασία, το εμπόριο λευκής σαρκός και η διακίνηση των λαθρομεταναστών.https://www.slideshare.net/slideshow/embed_code/48250548&doc=random-150517164129-lva1-app6892 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

Σαν σήμερα
 20/5/1835: Ο Όθωνας αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της Ελλάδας.

Η Βασιλεία του Όθωνα – ο Ιωάννης Κωλέττης

Η ενθρόνιση του Όθωνα, η έξωση και η Μεγάλη Ιδέα

Στου Όθωνα τα χρόνια…
Όθωνας και Αμαλία
Η Αντιβασιλεία
Το πρώτο ελληνικό Πανεπιστήμιο επί Όθωνα
Τα φράγκικα ρούχα
Το κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 (Μακρυγιάννης και Καλλέργης)
Η έξωση του Όθωνα το 1862
Η Μεγάλη Ιδέα – Ιωάννης Κωλέττης
Η Βουλή των Ελλήνων (ανάκτορο του Όθωνα) – Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη

Η πρώτη περίοδος του νεοσύστατου ελληνικού κράτους

Τραγουδάμε στου Όθωνα τα χρόνια…

 

Παίζουμε στα χρόνια του Όθωνα

Πατάω παρακάτω link κάτω από την εικόνα του Όθωνα και βρίσκω τις σωστές απαντήσεις
10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Σαν σήμερα 
19 Απριλίου1882 –  Τίθεται σε λειτουργία η σιδηροδρομική γραμμή Πελοποννήσου, δημιούργημα του Χαρίλαου Τρικούπη
Στην Ελλάδα του 19ου αιώνα το οδικό δίκτυο ήταν σε άθλια κατάσταση. Η εξέλιξη στην Τρίπολη καθυστερούσε. Το ταξίδι Αθήνα – Τρίπολη γινόταν σε δύο μέρες. Ο ενδιαφερόμενος πήγαινε από τη θάλασσα στο Ναύπλιο, έπειτα έπαιρνε ιστιοπλοϊκό για τους Μύλους και μετά επιβιβαζόταν σε ημιόνους αρχικά και έπειτα σε άμαξες.
Το 1856 άνοιξε ο δρόμος Μύλοι – Τρίπολη για τις λεγόμενες καρότσες. Το ταξίδι για την Τρίπολη είχε μειωθεί στις δέκα ώρες από το Ναύπλιο και σε τριάντα επτά από Αθήνα. Κάποτε έφτασε η στιγμή του τρένου στο Πελοποννησιακό δίκτυο. Το 1881 ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος αναθέτει την κατασκευή κάποιο μέρος σιδηροδρόμων.

Το 1882 ο Χαρ. Τρικούπης αλλάζει τα παλιά σχέδια και αναθέτει την κατασκευή αυτού του μεγάλου έργου στη Γενική Πιστωτική Τράπεζα. Σκοπός του ήταν το κράτος να βάλει λίγα χρήματα και τα υπόλοιπα να μπούνε ιδιωτικά κεφάλαια. Έτσι υπογράφηκαν οι συμβάσεις για τις γραμμές στην Πελοπόννησο, Θεσσαλία και Αττική, συνολικά 700 χιλιόμετρα. Την 1 Δεκεμβρίου 1882 ιδρύεται η Ανώνυμη Μετοχική Εταιρεία ΣΠΑΠ που σημάνει «Σιδηρόδρομοι Πειραιώς – Αθηνών – Πελοποννήσου». Πρώτος πρόεδρος ήταν ο Μ. Ρενιέρης, πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Κύριος μέτοχος η Γ.Π.Τ. που παραχωρεί στους ΣΠΑΠ τα δικαιώματα κατασκευής του Πελοποννησιακού δικτύου. Στις 14 Απριλίου 1887 ο Χαρ. Τρικούπης με νόμο για την κατασκευή από το δημόσιο με μελέτη από την Γαλλική αποστολή την κατασκευή Μύλοι – Καλαμάτα.

Το 1889 ιδρύεται η ΕΜΣΕ «Εταιρεία Μεσημβρινών Σιδηροδρόμων της Ελλάδας» οι γνωστοί Σιδηρόδρομοι Μύλων – Καλαμάτας, γραμμή που ολοκληρώθηκε το1899. Στις 17 Δεκεμβρίου 1891 η  ΕΜΣΕ κηρύσσεται έκπτωτος λόγω των οικονομικών δυσκολιών και ο πρωθυπουργός Θ. Δηλιγιάννης παραχωρεί το έργο στους  ΣΠΑΠ, με όριο ενός έτους για την αποπεράτωση. Την 1η Φεβρουαρίου 1892 είχε γίνει το πρώτο μέρος της σύνδεσης Μύλων – Τρίπολη, 58,2 χλμ., και συνεχιζόταν για την Καλαμάτα. Στις 11 Δεκεμβρίου 1895 αρχίζει το έργο Τρίπολη – Παραδείσια, τελειώνει στις 10 Σεπτεμβρίου 1897 και αρχίζει η γραμμή Λεύκτρο – Μεγαλόπολη στις 29 Μαΐου 1898. Την ίδια χρονιά λειτουργεί ο κεντρικό Σταθμός στην Τρίπολη.

Πρόκειται για ένα μεγάλο διώροφο πετρόχτιστο κτίριο με πολυγωνική πέτρα, κεραμοσκεπές, με χρώματα το γκρίζο της πέτρας, ώχρα του επιχρίσματος στο όροφο και κεραμίδι στα πλαίσια των παραθύρων. Τα παλιά χρόνια ο πρώτος όροφος ήταν η κατοικία του σταθμάρχη. Ο σταθμός αποτελούταν από εκδοτήριο, σταθμαρχείο, αίθουσα αναμονής, μεγάλη λιθόκτιστη αποθήκη, μηχανοστάσιο, κλειδουχείο, υδατόπυργους, περιστροφική πλάκα, φυλάκιο στην είσοδο και το χαρακτηριστικό ρολόι στη σοφίτα του κτηρίου.

Στις 4 Νοεμβρίου 1899 ενσωματώνεται η ΕΜΣΕ στους ΣΠΑΠ.  τελειώνει το κομμάτι στην Αρκαδία και συνεχίζει για την Μεσσηνία. Στις 5 Οκτωβρίου 1898 παραδίδεται στην κυκλοφορία το τμήμα Παραδείσια – Χράνοι (5,12 χλμ.) στις 26 Μαΐου 1899 παραδίδεται στην κυκλοφορία Λεύκτρο – Μεγαλόπολη (5,27 χλμ.) στις 4 Νοεμβρίου 1899 παραδίδεται στην κυκλοφορία η γραμμή Χράνοι – Δεσύλλας (15,34 χλμ.).  Το ταξίδι από την Αθήνα ως την Τρίπολη διαρκούσε 8 ώρες.

Την εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου οι ΣΠΑΠ επιτάσσονται. Στις 18 Μαρτίου 1920 ο Ελ. Βενιζέλος εντάσσει τους ΣΠΑΠ στους «Σιδηροδρόμους του Ελληνικού Κράτους» μένουν ως το 1922 και αποσπώνται έπειτα. Την εποχή εκείνη άρχισαν να χρησιμοποιούνται οι μηχανές ντίζελ και ο χρόνο μειώθηκε πολύ. Οι ΣΠΑΠ προμηθεύονται από τους ΣΕΚ σιδηροτροχιές και ανανεώνουν το δίκτυο του 130 χλμ.

Το 1940 στις 8 Ιουνίου οι ΣΠΑΠ περνάνε σε περίοδο εκκαθάρισης και τους παίρνει το δημόσιο. Την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Γερμανοί τους επιτάσσουν και τους χρησιμοποιούν για τις δικές τους ανάγκες. Προς το τέλος του πολέμου και την αποχώρηση τους προσπάθησαν να ανατινάξουν τις γέφυρες στην Αρκαδία αλλά αποτυγχάνουν λόγω της καλής κατασκευής τους. Το 1950 οι ΣΠΑΠ εκσυγχρονίζουν δίκτυο 300 χλμ. Τον Δεκέμβριο του 1952 γίνεται το πρώτο νυχτερινό δρομολόγιο. Το 1955 οι ΣΠΑΠ γίνεται κρατικό δίκτυο, το 1962 ενώνονται με τους ΣΕΚ και λειτουργούν ως το 1970, οπότε ιδρύεται ο ΟΣΕ. Το 1979 διακόπτεται η γραμμή Λεύκτρο – Μεγαλόπολη ως ασύμφορη.

Οι σιδηροδρομικές γραμμές περνάνε μέσα από χαράδρες, από απότομες πλαγιές, μέσα από πολλές σήραγγες, με πολλές πέτρινες και μεταλλικές γέφυρες και ήταν ένα πολύ δύσκολο έργο για την εποχή κατασκευή τους. Υπήρχαν πολλά πετρόχτιστα φυλάκια στις διαβάσεις, τους σταθμούς -υδατόπυργους και αποθήκες στους μεγάλους σταθμούς. Οι σιδηροδρομικοί όταν έκαναν το δρομολόγιο Αθήνα – Τρίπολη διανυκτέρευαν στο ξενοδοχείο «Πάνθεον» του Μαχαίρα στην οδό Βασιλίσσης Όλγας (Γρ. Λαμπράκη) και Τηλέφου. Το στέκι των σιδηροδρομικών ήταν το καφενείο του Καραμίτσου στην Βασιλίσσης Όλγας (Γρ. Λαμπράκη) και Κονδάκη, το λεγόμενο «Γυαλί Καφενέ» το στέκι των «σκούρων».

Με τη σύνδεση αναπτύχθηκε το εμπόριο με τη γρήγορη μετακίνηση αγαθών, έρχονται γρήγορα οι ειδήσεις και το ταχυδρομείο και άρχισαν να αναπτύσσονται η περιφέρεια και τα χωριά απ’ όπου περνούσε το τρένο.
12_b_1910_arh._antonis_petropoylos
76-xronopoulos_ose_syllogos_arh._polit_syl._ag._trias_sehi
1290
1797
11211
029651
054401
054481
81281
82001
                          10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Σαν σήμερα
19 Απριλίου 1824- Άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι,
σε ηλικία 36 χρονών ο Λόρδος Βύρων

Άγγλος ποιητής, ηγετική μορφή του ρομαντισμού κι ένας από τους πιο ένθερμους φιλέλληνες, που έδωσε τη ζωή του για την ελευθερία της Ελλάδας.

Ο Λόρδος Βύρων, όπως είναι γνωστός στη χώρα μας ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ος Βαρώνος Μπάιρον (George Gordon Byron, 6th Baron Byron), γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1788 στο Λονδίνο και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια.

Από μικρός αγαπούσε τη μελέτη, διάβασε πολλά βιβλία, σπούδασε σε ανώτερα αγγλικά κολέγια, έμαθε να μιλά τα ελληνικά και τα λατινικά και ταξίδευε πολύ. Σε ηλικία 21 χρόνων έγινε βουλευτής και πολλές φορές βρέθηκε αντίθετος με τους άλλους λόρδους, διότι έδειχνε ενδιαφέρον για τα ζητήματα της εργατικής τάξης.

Το 1809 ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Επισκέφθηκε την Πάτρα, την Πρέβεζα, τη Νικόπολη, την Άρτα, τα Γιάννενα κι έφθασε ως το Τεπελένι, όπου τον φιλοξένησε ο Αλή Πασάς. Ξαναγύρισε στην Πάτρα, πήγε στο Αίγιο, στους Δελφούς, στη Λιβαδειά, στην Αθήνα, όπου έμεινε δυο μήνες και ύστερα στην αρχαία Τροία και την Κωνσταντινούπολη.

Ο Βύρων, με την ποιητική του ευαισθησία, καταμαγεύθηκε από τις ελληνικές φυσικές ομορφιές και τα αρχαία ερείπια. Ενώ ταξίδευε, έγραφε θαυμάσια ποιήματα, που καθρέφτιζαν την καλλιτεχνική του συγκίνηση. Στο μεγάλο του ποιητικό έργο, που έχει τον τίτλο «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», δίνει ωραιότατες περιγραφές της Ηπείρου. Ξεχωριστή θέση έχει ένα ποίημα, όπου περιγράφει μία θύελλα, που τον βρήκε στη Ζίτσα της Ηπείρου.

Στο Σούνιο εμπνεύσθηκε το ποίημα «Νησιά της Ελλάδας», όπου περιγράφει τις εντυπώσεις του και από την αρχαία Τροία. Ο ελληνολάτρης ποιητής αγανάχτησε από τα βάθη της ψυχής του από το ανοσιούργημα του Έλγιν, που έκλεψε από την Ακρόπολη τα μαρμάρινα καλλιτεχνήματα κι έγραψε το ποίημα «Η κατάρα της Αθηνάς». Άλλα ποιήματά του ήταν η «Νύμφη της Αβύδου», τα «Τούρκικα παραμύθια» και ο «Δον Ζουάν», ίσως η κορυφαία ποιητική δημιουργία. Ο Βύρων με τα ποιητικά του αυτά έργα έγινε διάσημος στην Αγγλία, ενώ η παγκόσμια φήμη του όλο και μεγάλωνε.

Ο Βύρων ήταν όμορφος άνδρας με πυκνά πυρόξανθα σγουρά μαλλιά και ωραίο παράστημα, αν και λίγο κουτσός από το δεξί του πόδι. Οι ερωτικές του περιπέτειες άφησαν εποχή στο Λονδίνο και η περιφρόνησή του για τις κοινωνικές συμβάσεις δημιούργησαν μικρά και μεγάλα σκάνδαλα. Από τον σύντομο γάμο του με την Αναμπέλα Μίλμπανκ απέκτησε μία κόρη, την Άντα Λάβλεϊς, μετέπειτα διάσημη μαθηματικό, που θεωρείται από τους πρωτοπόρους της πληροφορικής. Από τη σχέση του με την Κλερ Κλέμοντ, απέκτησε και μία δεύτερη κόρη, την Κλάρα Αλέγκρα, η οποία πέθανε σε ηλικία πέντε χρονών.
Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, ο Βύρων, που με το ποίημά του «Προφητεία του Δάντη» είχε καταδικάσει τα τυραννικά καθεστώτα και είχε εκφράσει τη συμπάθειά του για τους απελευθερωτικούς αγώνες των λαών, έδειξε αμέσως το ενδιαφέρον του. Το 1823 έγινε μέλος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου», ενός συλλόγου από Άγγλους φιλελευθέρους και φιλέλληνες, που είχαν σκοπό να ενισχύσουν τους Έλληνες επαναστάτες. «Αποφάσισα να πάω στην Ελλάδα. Είναι το μοναδικό μέρος, όπου δοκίμασα πραγματική ευχαρίστηση. Αν είμαι ποιητής το χρωστώ στον αέρα της Ελλάδας» έγραφε σε κάποιον φίλο του.

Στις 3 Αυγούστου 1823 έφθασε στο Αργοστόλι. Οι Έλληνες τότε ήταν διχασμένοι κι αυτό πίκραινε τον ευαίσθητο και φλογερό νέο. Περίμενε μήπως πάψουν οι διχόνοιες, αλλά του κάκου. Έχοντας διορισθεί αντιπρόσωπος του «Φιλελληνικού Κομιτάτου», μοίρασε στους επαναστάτες τα εφόδια, που του έστειλαν από το Λονδίνο. Από δικά του χρήματα έστειλε στο Μαυροκορδάτο 4.000 λίρες για τη συντήρηση του στόλου.

Στις 5 Ιανουαρίου 1824 έφθασε στο Μεσολόγγι, όπου οι αγωνιζόμενοι Έλληνες τον υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό. Εκεί συνεργάσθηκε με άλλους ξένους εθελοντές και με δικά του έξοδα οργάνωσε το στρατό και φρόντισε για την οχύρωση του Μεσολογγίου. Στις 25 Ιανουαρίου η κυβέρνηση τον αναγνώρισε αρχιστράτηγο. Οι κόποι του, όμως, για την οργάνωση του στρατού και για τη συμφιλίωση των οπλαρχηγών, καθώς και το κακό κλίμα, υπέσκαψαν την υγεία του.

Στις 9 Απριλίου έπεσε στο κρεβάτι με δυνατό πυρετό. Παραμιλούσε διαρκώς, αλλά και τότε ακόμα παρακινούσε τους Έλληνες να συμφιλιωθούν, για να πετύχουν την απελευθέρωσή τους. Τα χαράματα της 19ης Απριλίου 1824, Δευτέρα του Πάσχα, άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι, σε ηλικία 36 χρονών. Τα τελευταία του λόγια του ήταν για την Ελλάδα: «Της έδωσα τον καιρό, την υγεία μου, την περιουσία μου, και τώρα της δίνω τη ζωή μου. Τι μπορούσα να κάνω περισσότερο;»

Ο θάνατός του άπλωσε βαρύ πένθος σ’ όλους τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Άνδρες και γυναίκες έκλαψαν σαν πραγματικό αδελφό και προστάτη τον Βύρωνα, που έγινε σύμβολο του πατριωτισμού και ανακηρύχθηκε εθνικός ήρωας. Μετά την κηδεία του στο Μεσολόγγι η σορός του μεταφέρθηκε στο Λονδίνο. Τις μέρες εκείνες ο Διονύσιος Σολωμός έγραψε ένα μεγάλο ποίημα («Εις το θάνατο του Λόρδου Μπάιρον») χαρισμένο στο μεγάλο αυτό λάτρη της Ελλάδας, που αρχίζει μ’ αυτούς τους στίχους:

Λευθεριά, για λίγο πάψε
Να χτυπάς με το σπαθί·
Τώρα σίμωσε και κλάψε
Εις του Μπάιρον το κορμί·

Οι Έλληνες μετά την απελευθέρωση τίμησαν τον Βύρωνα και του έκαμαν άγαλμα, που υψώνεται στο Ζάππειο, στη γωνία που βλέπει προς την Ακρόπολη και παριστάνει τον φιλέλληνα κοντά σε μια γυναίκα –την Ελλάδα– που τον στεφανώνει. Το όνομα του Βύρωνα δόθηκε και στο συνοικισμό προσφύγων, που ιδρύθηκε στην Αθήνα, πάνω από το Παγκράτι και σήμερα αποτελεί τον Δήμο Βύρωνα.

10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Σαν σήμερα 
 15 Απριλίου 1912- Βυθίζεται ο «Τιτανικός» στη μέση του Ατλαντικού.
Ήταν 15 Απριλίου του 1912 όταν το υπερωκεάνιο RMS Titanic βυθίστηκε στη μέση του Ατλαντικού ύστερα από σύγκρουση με παγόβουνο

Σήμερα, το «διαμάντι» της White Star Line συμπληρώνει 110 χρόνια στα βάθη του Ατλαντικού. Έμεινε εκεί να θυμίζει πως τίποτα δε μπορεί να πάει κόντρα στη μοίρα του, όσο μεγαλειώδες κι αν είναι.

Την Τετάρτη, 10 Απριλίου 1912, ο Τιτανικός θα ξεκινούσε για το πρώτο και τελευταίο ταξίδι του. Το πολυτελές υπερωκεάνιο, με καπετάνιο τον 62χρονο Εγγλέζο Έντουαρντ Σμιθ (αρχικαπετάνιο της White Star Line) και πλήρωμα 885 άνδρες και γυναίκες, θα μετέφερε 1.339 επιβάτες, με δυο ενδιάμεσες σταθμεύσεις, στον τελικό προορισμό του, που ήταν το λιμάνι της Νέας Υόρκης. Η άφιξή του ήταν προγραμματισμένη για τις 17 Απριλίου.

Από τις 9:30 το πρωί άρχισαν να καταφθάνουν στο Σαουθάμπτον οι πρώτοι επιβάτες, με ειδικούς συρμούς από το Λονδίνο.

Πρώτοι άρχισαν να επιβιβάζονται οι επιβάτες της Γ’ Θέσης, άνθρωποι του μόχθου και τυχοδιώκτες απ’ όλη την Ευρώπη, που αναζητούσαν το «αμερικάνικο όνειρο» και έπρεπε πρώτα να περάσουν από έλεγχο για τυχόν λοιμώδεις αρρώστιες.

Οι επιβάτες της Α’ και Β’ θέσης ήσαν, ως επί το πλείστον, πλούσιοι τουρίστες, που επιβιβάστηκαν στον Τιτανικό μία ώρα πριν από την αναχώρηση του.

Ο Τιτανικός με 922 επιβάτες αναχώρησε στις 12 το μεσημέρι, με κατεύθυνση το Χερβούργο της Γαλλίας, πρώτο σταθμό του ταξιδιού του.

Στο λιμάνι του Σαουθάμπτον παραλίγο να εμπλακεί σε ατύχημα, όταν το κύμα που προκάλεσε το τεράστιο εκτόπισμά του, έσπασε τους κάβους του αγκυροβολημένου πλοίο City of New York, το οποίο παραλίγο να συγκρουσθεί με τον Τιτανικό.

Με καλό, αλλά κρύο καιρό, ο Τιτανικός προσέγγισε την ίδια ημέρα το γαλλικό λιμάνι του Χερβούργου, όπου παρέλαβε 274 επιβάτες και αποβίβασε 24. Με πορεία προς την Ιρλανδία, έφθασε στο λιμάνι του Κορκ στις 11:30 το πρωί της 11ης Απριλίου, όπου παρέλαβε άλλους 120 επιβάτες, ενώ αποβίβασε επτά, ανάμεσά τους και τον πατέρα Φράνσις Μπράουν, ιησουίτη μοναχό και δεινό φωτογράφο, στον οποίο οφείλουμε πολλές από τις φωτογραφίες, που τραβήχτηκαν στα καταστρώματα του Τιτανικού.

Μετά την αναχώρησή του από το Κορκ, το πολυτελές υπερωκεάνειο χάραξε πορεία προς τη Νέα Υόρκη δια μέσου του Βορείου Ατλαντικού.

Οι πρώτες τρεις μέρες του ταξιδιού πέρασαν χωρίς απρόοπτα. Παρά τις προειδοποιήσεις για επιπλέοντα παγόβουνα στην περιοχή του Νιουφάουντλαντ, το πολυτελές υπερωκεάνειο έπλεεε με πρόσω τις μηχανές, καθώς όπως πίστευε ο καπετάνιος Σμιθ τα παγόβουνα δεν αποτελούσαν ιδιαίτερο κίνδυνο για ένα πλοίο της κλάσης του Τιτανικού.

Όμως στις 11:40 μ.μ. της 14ης Απριλίου συνέβη το μοιραίο. Ο Τιτανικός, πλέοντας με σχετικά υψηλή ταχύτητα των 22 κόμβων και χωρίς καμιά προφύλαξη, προσέκρουσε σε παγόβουνο, 37 δευτερόλεπτα αφότου έγινε αντιληπτό από το πλήρωμα.

Πέντε από τα στεγανά του πλοίου αρχίζουν να μπάζουν νερά και η πλώρη άρχισε να καταβυθίζεται.

Πλήρωμα και επιβάτες ήταν ανέτοιμοι για μια τέτοια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Οι σωστικές λέμβοι επαρκούσαν μόνο για τους μισούς επιβαίνοντες. Επικράτησε πανικός.

Στις 12:05 π.μ. της 15ης Απριλίου ο καπετάνιος διατάσσει να ετοιμαστούν οι σωσίβιοι λέμβοι. Στις 12:45 π.μ. η πρώτη σωσίβια λέμβος με γυναικόπαιδα, όπως επιτάσσει το πρωτόκολλο, «κατεβαίνει» στη θάλασσα.

Στις 2:20 μ.μ. ο Τιτανικός βυθίζεται, λίγα δευτερόλεπτα αφότου έσπασε στα δύο. Οι εναπομείναντες επιβάτες και μέλη του πληρώματος πηδούν στα παγωμένα νερά του Β. Ατλαντικού για να σωθούν, αλλά βρίσκουν σχεδόν ακαριαίο θάνατο από υποθερμία ή καρδιακή προσβολή, καθώς η θερμοκρασία του νερού είναι στους -2 βαθμούς Κελσίου.

Τα σήματα κινδύνου του βυθιζόμενου Τιτανικού δεν απέδωσαν αμέσως, καθώς παραπλέοντα πλοία δεν υπήρχαν. Στις 4:10 π.μ. το υπερωκεάνειο Καρπάθια της Cunard Line βρέθηκε στον τόπο του ναυαγίου και περισυνέλλεξε τους πρώτους ναυαγούς.

Στις 8:30 π.μ. περισυλλέγονται και οι επιβάτες της τελευταίας σωστικής λέμβου και το Καρπάθια με τους 711 διασωθέντες θα καταπλεύσει στο λιμάνι της Νέας Υόρκης στις 18 Απριλίου 1912.

 

10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Σαν σήμερα
15/4/421 π.Χ- Η Σπάρτη και η Αθήνα διακόπτουν τις εχθροπραξίες κατά τη διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου, υπογράφοντας τη «Νίκειο Ειρήνη»… Θα διαρκέσει μόνο έξι χρόνια.
                        10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Σαν σήμερα 
12 Απριλίου 1204 – Η Κωνσταντινούπολη καταλαμβάνεται από τους Σταυροφόρους (Α’ Άλωση) – Η συγγνώμη του Πάπα 800 χρόνια αργότερα.

Σαν σήμερα – 12 Απριλίου 1204: Η Κωνσταντινούπολη καταλαμβάνεται από τους Σταυροφόρους (Α’ Άλωση) - Η συγγνώμη του Πάπα 800 χρόνια αργότερα

 Η Δ’ Σταυροφορία ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Πάπα Ιννοκέντιου Γ’ το 1201, για την κατάληψη των Αγίων Τόπων, που κατείχαν οι Μουσουλμάνοι. Ολοκληρώθηκε στις 12 Απριλίου 1204, με την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης και την προσωρινή κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, χωρίς τη θέληση του Ποντίφικα.

Μετά την αποτυχία της τρίτης Σταυροφορίας (1189-1192) για την κατάληψη των Αγίων Τόπων, το ενδιαφέρον των δυτικοευρωπαίων ατόνησε. Την Ιερουσαλήμ, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της Συρίας και της Αιγύπτου, ήλεγχε η μουσουλμανική δυναστεία των Αγιουβιδών. Το λατινικό Βασίλειο της Ιερουσαλήμ μόνο κατ’ όνομα υπήρχε, περιορισμένο σε λίγες πόλεις στις ακτές της Παλαιστίνης.

Το ενδιαφέρον για μια νέα σταυροφορία ανακίνησε ο πάπας Ινοκέντιος Γ’ το 1198. Στην αρχή συνάντησε τη γενική αδιαφορία των εστεμμένων της Ευρώπης, που είχαν τα δικά τους προβλήματα να επιλύσουν. Τον επόμενο χρόνο, κάποιοι ευγενείς, κυρίως από τα εδάφη της σημερινής Γαλλίας, πείσθηκαν να συγκροτήσουν ένα εκστρατευτικό σώμα, με επικεφαλής τον Κόμη Τιμπό της Καμπανίας. Ο Τιμπό πέθανε τον επόμενο χρόνο και αρχηγός της Δ’ Σταυροφορίας ανακηρύχθηκε ο ιταλός κόμης Βονιφάτιος ο Μομφερατικός. Το σχέδιο προέβλεπε τη συγκέντρωση των Σταυροφόρων στη Βενετία και από εκεί θα κατευθύνονταν στην Αίγυπτο, όπου θα άρχιζαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, με σκοπό την κατάληψη της Ιερουσαλήμ.

Τη δύναμη των Σταυροφόρων συγκροτούσαν 33.500 άνδρες και 4.500 άλογα και τη διεκπεραίωσή τους στην Αίγυπτο ανέλαβαν έναντι ανταλλαγμάτων οι Ενετοί το 1200. Ζήτησαν 85.000 αργυρά μάρκα, τα μισά εδάφη που θα κατακτούσαν οι Σταυροφόροι και προθεσμία ενός έτους για τις ετοιμασίες της φιλόδοξης εκστρατείας. Το 1201 το μεγαλύτερο μέρος των Σταυροφόρων έφθασε στη Βενετία. Όμως, οι ηγέτες τους δεν τήρησαν τη συμφωνία και μόλις και μετά βίας συγκέντρωσαν 51.000 αργυρά μάρκα. Οι Ενετοί εξοργίσθηκαν και τους φυλάκισαν στο νησάκι Λίντο, έως ότου αποφασίσουν για την τύχη τους.

Ο γηραιός δόγης Ερρίκος Δάνδολος αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την περίσταση και να χρησιμοποιήσει τους Σταυροφόρους για τους δικούς του σκοπούς. Στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, όπου έγινε η επίσημη τελετή υποδοχής τους, ο δόγης πρότεινε στους αρχηγούς τους να επιτεθούν πρώτα στο λιμάνι της Ζάρας στη Δαλματία (σημερινή Κροατία), προκειμένου να ξεπληρώσουν τα χρέη τους. Η Ζάρα, που προμήθευε με ξυλεία τον στόλο του δόγη, είχε αποσκιρτήσει από τη Βενετία και βρισκόταν υπό προστασία του βασιλιά των Ούγγρων Έμερικ. Οι κάτοικοί της ήταν χριστιανοί και μάλιστα καθολικοί.

Για την επιχείρηση συμφώνησε απρόθυμα ο παπικός αντιπρόσωπος Καρδινάλιος Καπουάνο, όχι όμως και ο Πάπας Ινοκέντιος, που απείλησε με αφορισμό όσους σταυροφόρους στραφούν εναντίον χριστιανών. Τη σχετική επιστολή του φρόντισαν να την κρατήσουν μυστική οι επικεφαλής της εκστρατείας. Η επιχείρηση τελικά πραγματοποιήθηκε. Η πόλη της Ζάρας καταλήφθηκε, ύστερα από σύντομη πολιορκία και ο Πάπας Ινοκέντιος Γ’ πραγματοποίησε την απειλή του.

Η είσοδος των Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη (Ευγένιος Ντελακρουά, 1840)Ο αρχηγός των Σταυροφόρων Βονιφάτιος ο Μομφερατικός δεν πήρε μέρος στην εκστρατεία κατά της Ζάρα, φοβούμενος ίσως τις παπικές κυρώσεις. Πήγε να επισκεφθεί τον εξάδελφό του Φίλιππο της Σουηβίας, ο οποίος φιλοξενούσε τον συγγενή του βυζαντινό πρίγκηπα Αλέξιο Άγγελο, γιο του ανατραπέντος αυτοκράτορα Ισαάκιου Β’ Άγγελου. Ο Αλέξιος Άγγελος ζήτησε βοήθεια από τον Βονιφάτιο για να ανατρέψει τον θείο του αυτοκράτορα Αλέξιο Γ’ Άγγελο και να επαναφέρει στον θρόνο τον τυφλό πατέρα του. Στα ανταλλάγματα που προσέφερε ήταν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, στρατιωτικές δυνάμεις για την ενίσχυση της εκστρατείας των Σταυροφόρων στην Αίγυπτο και την υποταγή της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης στον Πάπα.

Ο Βονιφάτιος θεώρησε δελεαστική την πρόταση και μαζί με τον Αλέξιο Άγγελο μετέβησαν στην Κέρκυρα για να συναντήσουν τους Σταυροφόρους που συμμετείχαν στην κατάληψη της Ζάρα και να ενημερώσουν τους αρχηγούς της Σταυροφορίας. Κάποιοι συμφώνησαν με την εκτροπή της Σταυροφορίας, άλλοι διαφώνησαν και αποχώρησαν, επιστρέφοντας στις πατρίδες τους.

Ανάμεσα σε αυτούς που είδαν με καλό μάτι την πρόταση του Αλέξιου ήταν και οι Ενετοί. Λαός ναυτικός, επιζητούσαν την αύξηση της επιρροής τους στην Ανατολή εις βάρος της Γένουας και της Πίζας, που ήταν οι κύριοι ανταγωνιστές τους. Επιπροσθέτως, τους μισούσαν και ήθελαν να πάρουν εκδίκηση για τη σφαγή των συμπατριωτών τους, στη διάρκεια των αντιπαπικών ταραχών στην Κωνσταντινούπολη το 1182. Από την άλλη πλευρά, το Βυζάντιο σπαρασσόταν από εμφύλιες διαμάχες και την καταστροφική πολιτική των τελευταίων Κομνηνών και της δυναστείας των Αγγέλων. Βρισκόταν σε προφανή παρακμή, ενώ είχαν αρχίσει οι αποσχιστικές τάσεις από φιλόδοξους τοπάρχες. Ο λαός στέναζε από τη βαριά φορολογία.

Ο στόλος των Ενετών και Σταυροφόρων έφθασε προ των τειχών της Κωνσταντινούπολης στις 23 Ιουνίου 1203. Οι νεοφερμένοι έμειναν κατάπληκτοι από όσα έβλεπαν τα μάτια τους: «Δεν μπορούσαν να φαντασθούν ότι υπήρχε στον κόσμο τόσο οχυρή πόλη. Είδαν τα υψηλά τείχη, τους ισχυρούς πύργους, τα θαυμαστά παλάτια, τις μεγάλες εκκλησίες, που ήταν τόσες πολλές ώστε κανείς δεν θα το πίστευε αν δεν τις έβλεπε με τα μάτια του. Το μήκος της, το πλάτος της, έδειχναν πως ήταν βασιλεύουσα». Με τα λόγια αυτά περιγράφει τις πρώτες του εντυπώσεις ο ιστορικός και εκ των ηγετών της Σταυροφορίας Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος.

Αρχικός τους στόχος ήταν να αποκαταστήσουν στον θρόνο τον Ισαάκιο Β’ Άγγελο. Οι κάτοικοι της Πόλης τους υποδέχθηκαν εχθρικά, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις του Αλέξιου Άγγελου. Στις 17 Ιουλίου οι Σταυροφόροι αποβιβάσθηκαν στη στεριά και επιτέθηκαν από τη νοτιοανατολική πλευρά της Πόλης. Έβαλαν μία μεγάλη φωτιά, που προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στην Πόλη. Οι κάτοικοι στράφηκαν κατά του αυτοκράτορα Αλέξιου Γ’ Άγγελου, ο οποίος έφυγε την ίδια νύχτα από την Πόλη. Ο Ισαάκιος Β’ Άγγελος αφέθηκε ελεύθερος και αποκαταστάθηκε στο θρόνο του. Την 1η Αυγούστου ο γιος του Αλέξιος Άγγελος αναγορεύθηκε σε αυτοκράτορα, ως Αλέξιος Δ’ Άγγελος. Το Βυζάντιο βρισκόταν και πάλι σε κατάσταση εμφυλίου πολέμου, αφού υπήρχαν δύο νόμιμοι αυτοκράτορες (Αλέξιος Γ’ Άγγελος και Αλέξιος Δ’ Άγγελος).

Η πολιορκία της ΚωνσταντινούποληςΟ νέος ηγεμόνας βρήκε τα ταμεία άδεια και γρήγορα συνειδητοποίησε ότι δεν θα μπορούσε να ικανοποιήσει τις δεσμεύσεις του προς τους Σταυροφόρους. Διέταξε τότε να καταστραφούν εικόνες και αντικείμενα λατρείας, μόνο και μόνο για να πάρει τον χρυσό και τον άργυρο που περιείχαν. Ο λαός εξαγριώθηκε και θεώρησε ιεροσυλία την απόφαση αυτή του αυτοκράτορα. Ο αυλικός Αλέξιος Δούκας, γνωστός και ως Μούρτζουφλος, εξαιτίας των πυκνών φρυδιών του, εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση. Τον ανέτρεψε και τον στραγγάλισε. Ο Αλέξιος Δούκας ανέβηκε στο θρόνο ως Αλέξιος Ε’. Ο πρώην αυτοκράτορας Ισαάκιος Β’ Άγγελος πέθανε ύστερα από λίγο, από φυσικά αίτια.

Οι Σταυροφόροι και οι Βενετοί, χωρίς προστάτες πλέον σε μια εχθρική γι’ αυτούς περιοχή, βρέθηκαν προς στιγμή σε αμηχανία. Πάντως, στις 8 Απριλίου 1204 επιτέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη για μια ακόμη φορά, προκειμένου να τιμωρήσουν τον δολοφόνο του Αλέξιου Δ’ Άγγελου. Ο Αλέξιος Ε’ αντέταξε ισχυρή άμυνα, με σύμμαχο τον άσχημο καιρό. Οι επιτιθέμενοι το θεώρησαν θεϊκό σημάδι και θέλησαν να λύσουν την πολιορκία. Οι καθολικοί κληρικοί που τους συνόδευαν κατόρθωσαν να τους πείσουν να παραμείνουν και να καταλάβουν την Πόλη, με τα επιχειρήματα ότι οι Βυζαντινοί είναι προδότες και δολοφόνοι επειδή σκότωσαν τον σεβαστό Αλέξιο Δ’ και ότι είναι χειρότεροι από τους Εβραίους. Ο Πάπας Ινοκέντιος Γ’, για μια ακόμη φορά, είχε διαμηνύσει στους Σταυροφόρους να μην επιτεθούν και να μην σκοτώσουν ούτε ένα χριστιανό, αλλά και πάλι η σχετική επιστολή του απεκρύβη από τους παπικούς απεσταλμένους.

Στις 12 Απριλίου 1204, οι Σταυροφόροι πραγματοποίησαν την τελική τους έφοδο κατά της Κωνσταντινούπολης, βοηθούμενοι και από τον καλό καιρό. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Ε’ Μούρτζουφλος την είχε εγκαταλείψει κι έτσι την κατέλαβαν με σχετική ευκολία, παρά την αντίσταση της αυτοκρατορικής φρουράς, που την αποτελούσαν οι Σκανδιναβοί Βάραγγοι. Για τρεις μέρες οι «Στρατιώτες του Χριστού» επιδόθηκαν σε παντός είδους βανδαλισμούς και φρικαλεότητες. Δεν δίστασαν να βεβηλώσουν ακόμη και ιερούς χώρους, ανεβάζοντας στον πατριαρχικό θρόνο μία πόρνη, σύμφωνα με τον ιστορικό Νικήτα Χωνιάτη. Όταν ο Πάπας έμαθε για τις βδελυρές πράξεις των Σταυροφόρων εξέφρασε την ντροπή και τον αποτροπιασμό του.

Για τα επόμενα 59 χρόνια ο ελλαδικός χώρος θα ζήσει υπό καθεστώς Φραγκοκρατίας. Η τάξη θα αποκατασταθεί το 1261, με την εκδίωξη των Λατίνων και την ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τον Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο.

Η Τέταρτη Σταυροφορία, μόνο κατ’ όνομα υπήρξε. Σχεδόν κανένας από τους λατίνους μαχητές δεν πάτησε το πόδι του στους Αγίους Τόπους, παρά μόνο διοχέτευσαν όλη τους την ενέργεια στην καταστροφή του Βυζαντίου. Η κληρονομιά που άφησε πίσω της η Τέταρτη Σταυροφορίας είναι η ολοκλήρωση του Σχίσματος μεταξύ Καθολικής Δύσης και Ορθόδοξης Ανατολής και ο τεμαχισμός της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σε λατινικά (Πριγκιπάτο της Αχαΐας, Βασίλειο της Θεσσαλονίκης, Βασίλειο των Αθηνών, Βασίλειο του Αιγαίου, Ηγεμονία της Κωνσταντινούπολης) και ελληνικά κρατίδια (Δεσποτάτο της Ηπείρου, Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, Αυτοκρατορία της Νικαίας). Η αποτυχία του να ελέγξει του Σταυροφόρους έγινε μάθημα στον Ινοκέντιο και τους διαδόχους του στην Αγία Έδρα κι έτσι δεν υποστήριξαν αμέσως καμία από τις επόμενες Σταυροφορίες.

Οκτακόσια χρόνια αργότερα, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ εξέφρασε τη λύπη του για τις ωμότητες των Σταυροφόρων, οι οποίοι «εστράφησαν εναντίον των εν Χριστώ αδελφών μας», όπως ανέφερε το 2001 σε επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο. Ανάλογη ήταν και η συγγνώμη του προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο Α’, κατά τη συνάντησή τους στο Βατικανό το 2004.

 

10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

Αυτό το ξέρατε;

Λευτέρης Νουφράκης: Ο τολμηρός παπάς από την Κρήτη που κατάφερε να ακουστεί ξανά ο λόγος του Θεού στην Αγιά Σοφία

Τον Ιανουάριο του 1919, στην Κωνσταντινούπολη, έλαβε χώρα ένα γεγονός, το οποίο οι περισσότεροι Έλληνες αγνοούν.

Λευτέρης Νουφράκης: Ο τολμηρός παπάς από την Κρήτη που κατάφερε να ακουστεί ξανά ο λόγος του Θεού στην Αγιά Σοφία

466 χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους, ο ναός της Αγίας Σοφίας που μέχρι τότε λειτουργούσε ως τζαμί, μετετράπη για λίγη ώρα ξανά σε Ελληνικό χριστιανικό ναό και τελέστηκε Θεία Λειτουργία.

Πρωταγωνιστής αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος της εθνικής μας ζωής, ήταν ο παπα-Λευτέρης Νουφράκης από τις Αλώνες Ρεθύμνου, ο οποίος υπηρετούσε ως στρατιωτικός ιερέας στη Β’ Ελληνική Μεραρχία, μια από τις δύο Μεραρχίες που συμμετείχαν στις αρχές του 1919 στο «συμμαχικό» εκστρατευτικό σώμα στην Ουκρανία.

Η Μεραρχία αυτή στο δρόμο προς την Ουκρανία στάθμευσε για λίγο στην Κωνσταντινούπολη, την Πόλη των ονείρων του ελληνικού λαού, η οποία βρισκόταν τότε υπό «συμμαχική επικυριαρχία», ύστερα από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Μια ομάδα Ελλήνων αξιωματικών με επικεφαλής το γενναίο Κρητικό και μαζί του τον ταξίαρχο Φραντζή, τον ταγματάρχη Λιαρομάτη, τον λοχαγό Σταματίου και τον υπολοχαγό Νικολάου αγνάντευαν από το πλοίο την πόλη και την Αγια-Σοφιά, κρύβοντας βαθιά μέσα στην καρδιά τους το μεγάλο μυστικό τους, τη μεγάλη απόφαση που είχαν πάρει το περασμένο βράδυ, ύστερα από πρόταση και έντονη επιμονή του λιονταρόψυχου Κρητικού παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Να βγουν δηλαδή στην πόλη και να λειτουργήσουν στην Αγιά-Σοφιά.

Λευτέρης Νουφράκης: Ο τολμηρός παπάς από την Κρήτη που κατάφερε να ακουστεί ξανά ο λόγος του Θεού στην Αγιά Σοφία

Όλοι τους ήταν διστακτικοί, όταν άκουσαν τον παπα-Λευτέρη να τους προτείνει το μεγάλο εγχείρημα. Ήξεραν ότι τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα.

Η Αγιά-Σοφιά, ήταν ακόμη τζαμί, σίγουρα κάποιοι φύλακες θα ήταν εκεί, κάποιοι άλλοι θα πήγαιναν για προσευχή, δεν ήταν δύσκολο από τη μια στιγμή στην άλλη να γεμίσει η εκκλησία. Ύστερα ήταν και οι ανώτεροί τους που δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι αυτή την ενέργεια, η οποία σίγουρα θα προκαλούσε θύελλα αντιδράσεων από τους «συμμάχους» για την «προκλητικότητά» της.

Ίσως μάλιστα να δημιουργείτο και διπλωματικό επεισόδιο που θα έφερνε σε δύσκολη θέση την ελληνική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Όμως ο παπα-Λευτέρης έχει πάρει την απόφασή του, ήταν αποφασιστικός και κατηγορηματικός.

– Αν δεν έρθετε εσείς, θα πάω μοναχός μου! Μόνο ένα ψάλτη θέλω. Εσύ, Κωνσταντίνε (Λιαρομάτη), θα μου κάνεις τον ψάλτη;

– Εντάξει, παππούλη, του απάντησε ο Ταγματάρχης, που πήρε και αυτός την ίδια απόφαση, κι όλα πια είχαν μπει στο δρόμο τους.

Τελικά, μαζί τους πήγαν και οι άλλοι.

Το πλοίο που μετέφερε τη Μεραρχία είχε αγκυροβολήσει στ’ ανοιχτά, γι αυτό επιβιβάστηκαν σε μια βάρκα στην οποία κωπηλατούσε ένας Ρωμιός της Πόλης και σε λίγο αποβιβάστηκαν στην προκυμαία. Ο Κοσμάς, ο ντόπιος βαρκάρης, έδεσε τη βάρκα και τους οδήγησε από τον συντομότερο δρόμο στην Αγια-Σοφιά. Η πόρτα ήταν ανοιχτή λες και τους περίμενε.

Ο Τούρκος φύλακας κάτι πήγε να πει στη γλώσσα του, όμως τον καθήλωσε στη θέση του και τον άφησε άφωνο ένα άγριο κι αποφασιστικό βλέμμα του ταξίαρχου Φραντζή. Όλοι μπήκαν μέσα σε ευλάβεια και προχώρησαν κάνοντας το σταυρό τους. Ο παπα-Λευτέρης ψιθύρισε με μεγάλη συγκίνηση: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου, προσκυνήσω προς Ναόν Αγίον σου εν φόβω.».

Προχωρεί γρήγορα, δεν χρονοτριβεί. Εντοπίζει το χώρο στον οποίο βρισκόταν το Ιερό και η Αγία Τράπεζα. Βρίσκει ένα τραπεζάκι, το τοποθετεί σ’ αυτή τη θέση, ανοίγει την τσάντα του, βγάζει όλα τα απαραίτητα για τη Θεία Λειτουργία, βάζει το πετραχήλι του και αρχίζει.

– Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.

– Αμήν, αποκρίνεται ο ταγματάρχης Λιαρομάτης και η θεία λειτουργία στην Αγιά-Σοφιά έχει αρχίσει. Οι αξιωματικοί μοιάζουν να τα ‘ χουν χαμένα, όλα έγιναν τόσο ξαφνικά και φαίνονται απίστευτα.

Η Θεία Λειτουργία προχωρεί κανονικά. Η Αγια-Σοφιά ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια ξαναλειτουργείται! Ο παπα-Λευτέρης συνεχίζει. Όλα γίνονται ιεροπρεπώς, σύμφωνα με το τυπικό της Εκκλησίας. Ακούγονται τα «Ειρηνικά», το «Κύριε ελέησον», «ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού.», που γράφτηκε από τον ίδιο τον Ιουστινιανό με την προσταγή και την φροντίδα του οποίου χτίστηκε και η Αγιά-Σοφιά. Ακολουθεί η «Μικρή Είσοδος», το «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ.», ο «Απόστολος» από τον ταξίαρχο Φραντζή και το «Ευαγγελικό Ανάγνωσμα» από τον παπα-Λευτέρη. Χρέη νεωκόρου εκτελεί ο υπολοχαγός Νικολάου.

Στο μεταξύ η Αγιά-Σοφιά αρχίζει να γεμίζει με Τούρκους. Ο παπα-Νουφράκης δεν πτοείται και συνεχίζει. Οι άλλοι κοιτάζουν σαστισμένοι πότε τον ατρόμητο παπά και πότε τους Τούρκους που μέχρι εκείνη τη στιγμή παρακολουθούν σιωπηλοί μη μπορώντας ίσως να πιστέψουν στα μάτια τους, γιατί αυτό που γινόταν εκείνη την ώρα μέσα στην Αγια-Σοφιά, ήταν πραγματικά κάτι το απίστευτο.

Μετά το «Ευαγγέλιο» ακολουθεί το «Χερουβικό» από τον ταγματάρχη Λιαρομάτη, ενώ ο παπα-Λευτέρης τοποθετεί το αντιμήνσιο πάνω στο τραπεζάκι, για να κάνει την «Προσκομιδή». Οι Τούρκοι συνεχώς πληθαίνουν. Οι ώρες είναι δύσκολες, αλλά και ανεπανάληπτες, επικές. Ο παπα-Νουφράκης συνεχίζει. Βγάζει από την τσάντα ένα μικρό «Άγιο Ποτήριο», ένα δισκάριο, ένα μαχαιράκι, ένα μικρό πρόσφορο κι ένα μικρό μπουκαλάκι με νάμα.

Με ιερή συγκίνηση και κατάνυξη κάνει την προσκομιδή, ενώ ο Λιαρομάτης συνεχίζει να ψάλει το «Χερουβικό». Όταν ολοκλήρωσε την «Προσκομιδή», στρέφεται στον υπολοχαγό Νικολάου, του λέει ν’ ανάψει το κερί για να ακολουθήσει η «Μεγάλη Είσοδος». Ο νεαρός υπολοχαγός προχωρεί μπροστά με το αναμμένο κερί και ακολουθεί ο παπάς βροντοφωνάζοντας: «Πάααντων ημών μνησθείη Κύριος ο Θεός.».

Στη συνέχεια ακολουθούν οι «Αιτήσεις» και το «Πιστεύω», το οποίο είπε ο Φραντζής. Στο μεταξύ η Αγια-Σοφιά, έχει γεμίσει με Τούρκους κι ανάμεσά τους υπάρχουν και πολλοί Έλληνες της Πόλης, που βρέθηκαν εκεί αυτή την ώρα και παρακολουθούν με συγκίνηση τη λειτουργία, χωρίς να τολμούν να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους «δια τον φόβον των Ιουδαίων», δηλαδή των Τούρκων.

Μόνο κάποιες στιγμές δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα δάκρυα που τρέχουν από τα μάτια τους και για να μην προδοθούν φροντίζουν και τα σκουπίζουν πριν γίνουν «πύρινο» ποτάμι και τότε ποιός θα μπορούσε να τα συγκρατήσει.

Η Λειτουργία στο μεταξύ φτάνει στο ιερότερο σημείο της, την «Αναφορά». Ο παπα-Λευτέρης με πάλλουσα από τη συγκίνηση φωνή λέει: «Τα σα εκ των Σω, Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα».

Όλοι οι αξιωματικοί γονατίζουν και η φωνή του ταγματάρχη Λιαρομάτη ακούγεται να ψέλνει το «Σε υμνούμεν, Σε ευλογούμεν, Σοι ευχαριστούμεν Κύριε και δεόμεθά Σου ο Θεός ημών».

Σε λίγη ώρα η αναίμακτη θυσία του κυρίου μας έχει τελειώσει στην Αγια-Σοφιά, ύστερα από 466 ολόκληρα χρόνια! Ακολουθεί το «Άξιον Εστί», το «Πάτερ ημών», το «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε» και όλοι οι αξιωματικοί πλησιάζουν και κοινωνούν τα «Άχραντα Μυστήρια».

Ο παπά-Λευτέρης λέει γρήγορα τις ευχές και ενώ ο Λιαρομάτης ψέλνει το «Ειη το όνομα Κυρίου ευλογημένον.» καταλύει το υπόλοιπον της Θείας Κοινωνίας και απευθυνόμενος στον υπολοχαγό Νικολάου του λέει: «Μάζεψέ τα γρήγορα όλα και βάλ’ τα μέσα στην τσάντα». Ύστερα κάνει την «Απόλυση».

Η Θεία Λειτουργία στην Αγιά-Σοφιά, έχει ολοκληρωθεί. Ένα όνειρο δεκάδων γενεών Ελλήνων έχει γίνει πραγματικότητα. Ο παπα-Νουφράκης και οι τέσσερις αξιωματικοί είναι έτοιμοι να αποχωρήσουν και να επιστρέψουν στο πλοίο. Η Εκκλησία όμως είναι γεμάτη Τούρκους, οι οποίοι έχουν αρχίσει να γίνονται άγριοι, επιθετικοί συνειδητοποιώντας τι ακριβώς είχε συμβεί.

Η ζωή τους κινδυνεύει άμεσα. Όμως δε διστάζουν, πλησιάζει ο ένας τον άλλο, γίνονται «ένα σώμα», μια γροθιά και προχωρούν προς την έξοδο.
Οι Τούρκοι είναι έτοιμοι να τους επιτεθούν, όταν ένας Τούρκος αξιωματούχος παρουσιάζεται με την ακολουθία του και τους λέει: «Ντουρούν χέμεν..»

(Αφήστε τους να περάσουν). Το είπε με μίσος. Θα ήθελε να βάψει τα χέρια του στο αίμα τους, όμως εκείνη τη στιγμή έτσι έπρεπε να γίνει, αυτό επέβαλαν τα συμφέροντα της πατρίδας του, δεν ήταν χρήσιμο γι αυτούς να σκοτώσουν τώρα πέντε Ρωμιούς αξιωματικούς μέσα στην Αγιά-Σοφιά.

Δεν ξεχνά ότι στ’ ανοιχτά της Πόλης βρίσκονται δύο ετοιμοπόλεμες ελληνικές Μεραρχίες κι ακόμη ότι η Κωνσταντινούπολη βρίσκεται ουσιαστικά υπό την επικυριαρχία των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στους οποίους βέβαια δεν συμπεριλαμβάνονται οι Τούρκοι.

Στο άκουσμα αυτών των λόγων οι Τούρκοι υποχωρούν.

Ο παπα-Νουφράκης και οι άλλοι αξιωματικοί βγαίνουν από την Αγια-Σοφιά και κατευθυνόμενοι προς την προκυμαία, όπου τους περιμένει η βάρκα. Ένας μεγαλόσωμος Τούρκος τους ακολουθεί, σηκώνει ένα ξύλο και ορμά για να χτυπήσει τον παπα-Νουφράκη. Διαισθάνεται, ξέρει ότι αυτός ο παπάς είναι ο εμπνευστής, ο δημιουργός αυτού του γεγονότος.

Ο ηρωικός παπάς σκύβει για να προφυλαχθεί, αλλά ο Τούρκος καταφέρνει και τον χτυπά στον ώμο. Λυγίζει το σώμα του από τον αβάσταχτο πόνο, όμως μαζεύει τις δυνάμεις του, ανασηκώνεται και συνεχίζει να προχωρεί.

Στο μεταξύ ο ταγματάρχης Λιαρομάτης και ο λοχαγός Σταματίου αφοπλίζουν τον Τούρκο, που είναι έτοιμος για να δώσει το πιο δυνατό κι ίσως το τελειωτικό χτύπημα στον παπά. Ήδη, πλησιάζουν στη βάρκα. Μπαίνουν όλοι μέσα.

Ο Κοσμάς μαζεύει τα σχοινιά και αρχίζει γρήγορα να κωπηλατεί. Σε λίγο βρίσκονται πάνω στο ελληνικό πολεμικό πλοίο ασφαλείς και θριαμβευτές.

Ακολούθησε διπλωματικό επεισόδιο και οι «σύμμαχοι» διαμαρτυρήθηκαν έντονα στον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος αναγκάστηκε να επιπλήξει τον παπα-Λευτέρη Νουφράκη. Όμως κρυφά επικοινώνησε μαζί του και επαίνεσε και συνεχάρη τον πατριώτη ιερέα, που «έστω και για λίγη ώρα ζωντάνεψε μέσα στην Αγια-Σοφιά τα πιο ιερά όνειρα του Έθνους μας».

Λευτέρης Νουφράκης: Ο τολμηρός παπάς από την Κρήτη που κατάφερε να ακουστεί ξανά ο λόγος του Θεού στην Αγιά Σοφία

Αυτό ήταν σε γενικές γραμμές το ιστορικό της Θείας Λειτουργίας που έγινε ύστερα από 446 χρόνια στην Αγια-Σοφιά από τον ηρωικό παπα-Λευτέρη Νουφράκη.Σήμερα δεν υπάρχει καμία προτομή του στο χωριό του, στην πόλη του Ρεθύμνου, στον περίβολο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης ή σε κάποια πλατεία της πρωτεύουσας της Ελλάδας. Κανένας δρόμος, έστω και ο πιο ασήμαντος, δε φέρει το όνομά του. Καμία αναφορά δε γίνεται στη ζωή και στη δράση του στα πλαίσια της τοπικής ή της εθνικής μας ιστορίας.

Τίποτε απ’ όλα δεν έχει γίνει! Όχι γι αυτόν. Αυτός το χρέος του το έκαμε χωρίς να αποβλέπει σε κανενός είδους ανταπόδοση. Αλλά για μας, για μας που έχουμε ανάγκη από τέτοια ηρωικά πρότυπα, από ισχυρά στηρίγματα, για να, μπορέσουμε να κρατήσουμε και να διασώσουμε ό,τι είναι δυνατόν από την ταυτότητά μας, από τα ιδανικά του γένους μας, από την ίδια την ψυχή μας.

 

  10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ

………………………………………………………………………………………………………………………………………..

Σαν σήμερα

 30 Μαρτίου 1822 – Η μεγάλη και τρομερή Σφαγή της Χίου

Eugène Delacroix - Le Massacre de Scio.jpg

Χρονολογία 30 Μαρτίου 1822
Τόπος Χίος
Έκβαση Καταστροφή του νησιού
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
7.000 ενισχύσεις συν οι Τούρκοι του νησιού
Απώλειες
42.000 νεκροί, 52.000 πουλήθηκαν ως σκλάβοι

Η σφαγή της Χίου αναφέρεται στην σφαγή δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων της Χίου από τον Οθωμανικό στρατό. Το γεγονός συνέβη 30 Μαρτίου του 1822. Είχε προηγηθεί ο ξεσηκωμός του νησιού στις 11 Μαρτίου 1822, με την απόβαση εκστρατευτικού σώματος Σαμιωτών. Οι Οθωμανοί (ντόπιοι και άλλοι που είχαν έλθει από την Ασία) κλείστηκαν αρχικά στο κάστρο. Στις 30 Μαρτίου έφθασε ο οθωμανικός στόλος ο οποίος έλυσε την πολιορκία και άρχισε τη σφαγή του ορθόδοξου πληθυσμού με τη συμμετοχή και άτακτων μουσουλμάνων που κατέφθαναν από τις ακτές της Μ. Ασίας με κάθε είδους πλεούμενο.

Τα γεγονότα

Τον Μάρτιο του 1822 η Χίος επαναστάτησε, όταν ο Αντώνιος Μπουρνιάς – που υπήρξε αξιωματικός του Ναπολέοντα κατά την Αιγυπτιακή εκστρατεία – με διακόσιους άνδρες αποβιβάστηκαν στη Σάμο και κάλεσαν τον Λυκούργο Λογοθέτη να συμμετάσχει στην επανάσταση της Χίου. Αποφασιστική σημασία για την έκβαση της εξέγερσης είχε η απραξία της – λεγόμενης – κεντρικής κυβέρνησης η οποία δεν απέστειλε έγκαιρα βοήθεια στους επαναστάτες. Την καθυστέρηση της βοήθειας αναφέρει και ο Γάλλος εθελοντής Maxime Raybaud, γράφοντας ότι οι προετοιμασίες για την αποστολή δύο ολμοβόλων και ξένων στρατιωτικών κράτησαν 13 μέρες, ενώ μόνο για να πλεύσουν από την Πελοπόννησο μέχρι τα Ψαρά έκαναν 8 μέρες. Ο Γερμανός αξιωματικός Bellier de Launay γράφει ότι «αν είχαμε φτάσει 10 ημέρες νωρίτερα θα είχε σωθεί η Χίος». Αναγνωρίζεται ωστόσο ότι αυτή η κυβέρνηση πρακτικά δεν είχε εξουσίες, και ότι ανοργάνωτες εξεγέρσεις γίνονταν και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Επίσης σημαντικό ήταν ότι η εξέγερση άρχισε Μάρτιο, οπότε ο καιρός επέτρεπε την επιχείρηση του οθωμανικού στόλου. Οι μόνοι που έστειλαν βοήθεια στη Χίο ήταν οι Ψαριανοί.

Εκτός των άλλων αιτίων, στην περαιτέρω αποδυνάμωση των επαναστατών συνέβαλε και η διχόνοια μεταξύ των δύο ηγετών, του Μπουρνιά και του Λογοθέτη. Ο Μπουρνιάς κατά την υποχώρηση φώναζε το σύνθημα που είναι γνωστό στη Χίο: «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!… »

Είναι δε τέτοια η ντροπή για τη συμφορά αυτή που δεν υπάρχει ούτε ένα μνημείο της σφαγής στη Χίο. Οι ιστορικοί έχουν επισημάνει ότι η άρχουσα τάξη του νησιού ήταν απρόθυμη να ενταχθεί στην ελληνική εξέγερση, φοβούμενη την απώλεια της ασφάλειας και της ευημερίας της.

Παρόλα αυτά ο Α. Μπουρνιάς προσπάθησε να κάνει επανάσταση με διακόσιους άνδρες συν τους άνδρες του Λ. Λογοθέτη.

Ο ξεσηκωμός του εύφορου νησιού εξαγρίωσε το Σουλτάνο. Έτσι, ο Οθωμανικός στόλος υπό την ηγεσία του Καρά Αλί έπλευσε προς την Χίο για να καταστείλει την επανάσταση και αποβίβασε περί τους 7.000 στρατιώτες από τη Μικρά Ασία. Με την άφιξη του μεγάλου εχθρικού στόλου οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από το νησί με εξαίρεση ένα τμήμα Ψαριανών που παρακολουθούσε από απόσταση τις κινήσεις των Οθωμανών. Χωρίς σημαντική αντίσταση ο Οθωμανικός στρατός προχώρησε σε εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές άμαχου πληθυσμού, παρόλο που η συντριπτική πλειονότητα του νησιού δεν έκανε τίποτα για να προκαλέσει τη σφαγή καθώς δεν συμμετείχε στην εξέγερση κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Οι Οθωμανοί έκαψαν σπίτια και σκότωσαν όλα τα παιδιά κάτω των 3 ετών, όλους τους άνδρες από 12 ετών και πάνω, καθώς και όλες τις γυναίκες από 40 ετών και πάνω, με εξαίρεση αυτούς που ήταν πρόθυμοι να ασπαστούν το Ισλάμ. 

Τελικά, περισσότεροι από 40.000 κάτοικοι του νησιού σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού διέφυγε προς τα Ψαρά, τις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο. Κατά τον ιστορικό Καστάνη που ήταν παρών στη σφαγή της Χίου ο πληθυσμός του νησιού έφθανε τις 180.000 ψυχές. Κατά τον ιστορικό Μαμούκα ο οποίος ήταν επίσης παρών στη σφαγή ο πληθυσμός ανερχόταν στις 140.000 με 150.000 ψυχές και κατά τα κιτάπια των Τούρκων ο πληθυσμός ανερχόταν στις 120.000 ψυχές. Εκείνο που είναι γεγονός είναι ότι στο νησί της Χίου έμειναν περί τους 1.000 – 2.000 χιλιάδες άνθρωποι και περί τους 20.000 διέφυγαν … Όλοι οι υπόλοιποι εκτός των αγοριών από 3 – 12 ετών και των γυναικών από 3 – 40 ετών που αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν από Εβραίους δουλεμπόρους σε παζάρια της Δύσης και της Ανατολής, σφάχθηκαν ανελέητα.

Ο τότε Τούρκος τοποτηρητής της Χίου Βαχίτ πασάς, που κατέγραψε τα συμβάντα, αναφέρει ότι «τους μεν ηλικιωμένους επέρασαν (οι μουσουλμάνοι) γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν αυτών ελεηλάτησαν … τας δε ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσε ποταμηδόν …». Όταν ο ίδιος απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη αναφορά για την ανακατάληψη του νησιού, απέστειλε μαζί και 5 φορτία με κομμένα κεφάλια και 2 φορτία κομμένα αυτιά. Καταμετρώντας τους νεκρούς αναφέρει κεφάλια ιερέων, προεστών και ανταρτών 1.109, «τελειωθέντες εν στόματι μαχαίρας» 25.000, σκλαβωμένα αγόρια και κορίτσια 5.000.

Έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον Σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες ή κληρικούς… Χίλια διακόσια κεφάλια είχαν ήδη καταγραφεί στην ιστορία της αμοιβής που δόθηκε για τον καθένα. Το βιβλίο της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών κάνει λόγο για 33.000 αιχμαλωτισμένες ψυχές και 33.000 σφαγμένους. Εάν όμως συλλογιστούμε τα νούμερα των εναπομεινάντων μαζί με αυτούς που κατόρθωσαν και διέφυγαν τα νούμερα των χαμένων ψυχών είναι κατά πολύ μεγαλύτερα κι αν λάβουμε υπόψιν την εκτίμηση των Τούρκων όσον αφορά τον πληθυσμό.

Η εκδίκηση του Κανάρη

Ο ελληνικός στόλος ήταν πολύ μικρότερος από τον οθωμανικό και δεν μπορούσε να τον αντιμετωπίσει σε μάχη. Γι’ αυτό το λόγο πάρθηκε η απόφαση από τους Έλληνες να εκδικηθούν την καταστροφή της Χίου με πυρπολικά. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά και ο Ανδρέας Πιπίνος από την Ύδρα κατόρθωσαν με τα πυρπολικά τους να μπουν μέσα στο λιμάνι της Χίου, τη νύχτα της 6ης Ιουνίου (1822), όταν οι Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμ και συμποσίαζαν στα πλοία τους. Ο ναύαρχος Καρά Αλής είχε καλέσει στη ναυαρχίδα τους αξιωματικούς του στόλου για ολονύχτιο γλέντι.

Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη

Ο Κανάρης κατόρθωσε να γαντζώσει το πυρπολικό του στη ναυαρχίδα και να του βάλει φωτιά. Ο Πιπίνος το κόλλησε στην υποναυαρχίδα, αλλά δεν το γάντζωσε καλά, αυτό ξεκόλλησε και παρασυρόμενο από τον αέρα κάηκε χωρίς να κάνει ζημιά. Όμως το πυρπολικό του Κανάρη μετέδωσε τη φωτιά στη ναυαρχίδα και γρήγορα πήρε φωτιά η μπαρουταποθήκη της, τινάζοντας τη ναυαρχίδα στον αέρα. 2.000 Τούρκοι βρήκαν το θάνατο μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο αρχηγός του στόλου, ο Καρά Αλή, ο οποίος χτυπημένος από ένα καμένο κομμάτι καταρτιού μπήκε σε μία βάρκα και ξεψύχησε μόλις έφτασε στην ακτή. Το κατόρθωμα αυτό ενθουσίασε την Ελλάδα και όλο τον κόσμο και ενέπνευσε πολλούς σημαντικούς ξένους λογοτέχνες.

Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα)

   10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ    

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Σαν σήμερα

29 Μαρτίου 1896 – Ο Χρυσός Ολυμπιονίκης Σπύρος Λούης

Ο Σπύρος (ή Σπυρίδων) Λούης (12 Ιανουαρίου 1873 – 26 Μαρτίου 1940) ήταν Έλληνας μαραθωνοδρόμος στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 και εθνικός ήρωας. Γεννήθηκε στο Μαρούσι από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν νερουλάς τότε που ακόμα δεν υπήρχε κεντρική ύδρευση και ο Σπύρος τον βοηθούσε κουβαλώντας το νερό.

Όταν αποφασίστηκε να αναβιώσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 1894, άρχισαν οι προετοιμασίες για την διοργάνωση των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα. Ένα από τα αγωνίσματα ήταν ο μαραθώνιος, άθλημα που δεν είχε διοργανωθεί ποτέ μέχρι τότε. Η πρόταση είχε γίνει από τον Γάλλο Μισέλ Μπρεάλ, ο οποίος είχε εμπνευστεί από τον άθλο του αγγελιοφόρου Φειδιππίδη, που είχε διανύσει την απόσταση ξεκινώντας από την πόλη του Μαραθώνα μέχρι στην Αθήνα για να αναγγείλει την νίκη των Αθηναίων στη μάχη του Μαραθώνα.

Οι Έλληνες ήταν κατενθουσιασμένοι για το νέο άθλημα και αποφάσισαν να οργανώσουν προκαταρκτικούς αγώνες για τους Έλληνες αθλητές που θα ήταν να δηλώσουν συμμετοχή. Διοργανωτής των προκαταρκτικών ήταν ο συνταγματάρχης του στρατού, Παπαδιαμαντόπουλος, ο οποίος ήταν διοικητής του Λούη κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας (1893-1895). Ο πρώτος προκαταρκτικός, που ήταν συγχρόνως και ο πρώτος Μαραθώνιος αγώνας, διοργανώθηκε στις 22 Μαρτίου. Νικητής ήταν ο Χαρίλαος Βασιλάκος με 3 ώρες, 18 λεπτά. Ο Λούης συμμετείχε στους δεύτερους προκαταρκτικούς, δύο εβδομάδες αργότερα. Ο Παπαδιαμαντόπουλος που θυμόταν τον Λούη για την αντοχή του στο τρέξιμο, τον είχε πείσει να δηλώσει συμμετοχή, και ο Λούης διέσχισε την τελική γραμμή στην πέμπτη θέση, πίσω από το νικητή Δημήτριο Δεληγιάννη.

Στις 10 Απριλίου (ή στις 29 Μαρτίου σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο που ήταν τότε σε χρήση στην Ελλάδα), ο Μαραθώνιος ήταν να πραγματοποιηθεί.

Ο Παπαδιαμαντόπουλος έδωσε το σήμα εκκίνησης στον Μαραθώνα. Δεκατρείς δρομείς από την Ελλάδα και τέσσερις αθλητές από άλλα έθνη έλαβαν μέρος. Ο Γάλλος Αλμπέν Λερμιζιό (Albin Lermusiaux) που είχε πάρει και χάλκινο στα 1500 μέτρα μπήκε νωρίς μπροστά και προηγείτο. Στο Πικέρμι ο Λούης σταμάτησε σε ένα καφενείο και ζήτησε να πιει ένα ποτήρι κρασί, λέγοντας ότι θα τους φτάσει και θα τους προσπεράσει όλους πριν από το τέλος.

Μετά το 32ο χιλιόμετρο, ο Λερμιζιό κατέρρευσε από την εξάντληση. Το προβάδισμα ανέλαβε τώρα ο Αυστραλός Τέντι Φλακ που πρωτύτερα είχε πάρει μετάλλιο στα 800 και 1500 μέτρα. Ο Λούης άρχισε να ελαττώνει την απόσταση, μέχρι που και ο Αυστραλός, που δεν ήταν συνηθισμένος στις μεγάλες αποστάσεις, κατέρρευσε μερικά χιλιόμετρα αργότερα, αφήνοντας το τελικό προβάδισμα στον Λούη.
Εν τω μεταξύ, στο στάδιο, η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη, ειδικά όταν ένας αγγελιοφόρος με το ποδήλατο είχε βιαστεί να φέρει την είδηση ότι ο Αυστραλός προηγείτο. Ξαφνικά έφτασε και ένας άλλος αγγελιοφόρος που τον είχε στείλει κάποιος αστυνόμος μόλις ο Λούης μπήκε μπροστά, και ανήγγειλε ότι ένας Έλληνας ήταν πρώτος στον αγώνα δρόμου. Οι χιλιάδες θεατές άρχισαν να πανηγυρίζουν και να τον παροτρύνουν φωνάζοντας « Έλλην, Έλλην ! »

Ο Λούης μπήκε στο στάδιο, όπου τον υποδέχτηκε ο λαός μαζί με δυο πρίγκιπες, τον κατοπινό διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον πρίγκιπα Γεώργιο και τον κερνάγανε κρασί, γάλα, μπύρα, αυγά πασχαλινά, πορτοκαλάδα και άλλα δώρα. Πολλοί του έταζαν από κοσμήματα ως τζάμπα ξύρισμα στο κουρείο για πάντα. Δεν ξέρουμε αν τελικά τα πήρε όλα αυτά τα δώρα. Ο βασιλιάς Γεώργιος ρώτησε τον Λούη τι δώρο θα ήθελε να του προσφέρει, και εκείνος του απάντησε : « Ένα γαϊδουράκι να με βοηθάει να κουβαλάω το νερό. »

Ο Λούης έτρεξε τον μαραθώνιο σε χρόνο 2 ώρες, 58 λεπτά και 50 δεύτερα. Μετά τους Ολυμπιακούς γύρισε στο χωριό του και δεν πήρε μέρος σε κανέναν άλλο αγώνα δρόμου. Έζησε μια ζωή ήρεμη, εργαζόμενος ως αγρότης, και αργότερα ως τοπικός αστυνομικός.

Το 1926, ο Λούης κατηγορήθηκε για πλαστογράφηση στρατιωτικών εγγράφων και μπήκε στη φυλακή. Μετά από ένα χρόνο και παραπάνω στη φυλακή, αθωώθηκε και βγήκε, ενώ η υπόθεσή του προκάλεσε σάλο στον Τύπο.

Την τελευταία δημόσια εμφάνισή του έκανε το 1936, όταν προσκλήθηκε ως τιμητικός φιλοξενούμενος από τους διοργανωτές των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1936, που διοργανώθηκαν στο Βερολίνο. Στο ντοκιμαντέρ Ολυμπία – Η γιορτή των εθνών εμφανίζεται ο Λούης σε πρώτο πλάνο όταν πήρε μέρος στην εορταστική εναρκτήρια τελετή των αγώνων. Παρελαύνει κατά την είσοδο της ελληνικής ομάδας. Μπροστά πηγαίνει ένα αγοράκι που κρατάει την ταμπέλα με το όνομα της χώρας (γερμ. Griechenland), ακολουθούμενο από τον σημαιοφόρο που κρατάει την ελληνική σημαία. Αμέσως μετά έρχεται ο Λούης με άσπρη φουστανέλα και σκούρο γιλέκο κρατώντας ένα φουντωτό κλαδί ελιάς στο δεξί του χέρι. Η φορεσιά αυτή, έχει δωρηθεί και φυλάσσεται σήμερα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας. Ο Λούης πέθανε λίγους μήνες πριν από την Ιταλική εισβολή στην Ελλάδα. Πολλές αθλητικές λέσχες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό φέρουν το όνομά του, όπως το κύριο στάδιο στο Ολυμπιακό Αθλητικό Κέντρο Αθήνας, τον τόπο διεξαγωγής των θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, καθώς επίσης και η λεωφόρος που περνά απέξω. Στο Μόναχο, το όνομά του φέρει η λεωφόρος Spiridon-Louis-Ring που περνάει από το εκεί Ολυμπιακό πάρκο.

Spiridon louis.jpg

 

 

Γενικές πληροφορίες
Γέννηση 12  Ιανουαρίου 1873[1][2]
Μαρούσι
Θάνατος 26  Μαρτίου 1940[1][2]
Μαρούσι
Συνθήκες θανάτου φυσικά αίτια
Εθνικότητα Έλληνες
Χώρα πολιτογράφησης Βασίλειο της Ελλάδας
Β΄ Ελληνική Δημοκρατία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσες Νέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητα μαραθωνοδρόμος
δρομέας μεγάλων αποστάσεων
αθλητής του στίβου
γεωργός

 

Ο Λούης με παραδοσιακή ενδυμασία απαθανατισμένος από τον Γερμανό Άλμπερτ Μάγιερ, τον φωτογράφο των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896.
Πίνακας μεταλλίων
Στίβος Ανδρών
Χώρα συμμετοχής: Flag of Greece (1828-1978).svgΕλλάδα
Ολυμπιακοί Αγώνες
Χρυσό 1896 Αθήνα Μαραθώνιος

Η είσοδος του Λούη στο ολυμπιακό στάδιο, συνοδευόμενος στα τελευταία μέτρα από τον πρίγκηπα Κωνσταντίνο.

         Πινακίδα στο Μαρούσι      

 

Ο Σπύρος Λούης στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στο Βερολίνο.

 

                                                10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

28 Μαρτίου 1930: Η Κωνσταντινούπολη μετονομάζεται και επίσημα σε Ιστανμπούλ

 

Σαν σήμερα η Κωνσταντινούπολη μετονομάζεται σε Ιστανμπούλ…

Η πόλη ονομαζόταν από την ίδρυσή της (658/7 π.Χ.) έως και το 330 μ.Χ. Βυζάντιο. Το 196 μ.Χ., και για σύντομο χρονικό διάστημα, έλαβε επίσης την ονομασία Augusta Antonina από τον αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο, προς τιμήν του γιου του, Αντωνίου.

Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄, στα εγκαίνιά της το 330, την μετονόμασε Nova Roma (Νέα Ρώμη), όνομα που όμως δεν επικράτησε, καθώς η πόλη έγινε γρήγορα γνωστή ως Κωνσταντινούπολη (πόλη του Κωνσταντίνου), από το όνομα του ιδρυτή της. Όπως παραδίδει ο ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός στην Εκκλησιαστική ιστορία του, η ονομασία Νέα Ρώμη κατοχυρώθηκε διά νόμου και φαίνεται πως απηχούσε έναν ρητορικό παραλληλισμό μεταξύ Ρώμης και Κωνσταντινούπολης. Άλλες ονομασίες που της αποδόθηκαν είναι «Βασιλεύουσα», «Βασιλίς των πόλεων», «Μεγαλόπολις» και «Επτάλοφος», ενώ αναφορά γίνεται και στο όνομα «Ανθούσα» (Florentia).

Κωνσταντινούπολη ηταν η επίσημη ονομασία μέχρι το 1923. Σημερα σε ολο τον κοσμο ονομαζεται Istanbul, όπως μετονομάστηκε επίσημα από την Τουρκική Δημοκρατία στις 28 Μαρτίου του 1930.

Η ετυμολογία του όρου δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Περισσότερο αποδεκτή είναι η άποψη πως προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «εις την Πόλη». Θεωρείται εξάλλου πιθανό πως με δεδομένα τη σπουδαιότητα και το μέγεθός της, οι κάτοικοί της την αποκαλούσαν απλά «Πόλη», όπως αποκαλείται συχνά μέχρι σήμερα από τους Έλληνες.

Η ονομασία Ιστανμπούλ, μαζί με τις παραλλαγές Ιστινμπόλ (Istinbol) ή Ιστανμπόλ (Istanbol) χρησιμοποιήθηκαν κατά την περίοδο του σουλτανάτου των Σελτζούκων καθώς και κατά την πρώιμη οθωμανική περίοδο, ενώ η προφορά της ονομασίας ως «Εις την Πόλη» (Istinboli) πιστοποιείται σύμφωνα με πηγές από τα τέλη του 14ου αιώνα.

Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, ο όρος Ιστανμπούλ πηγάζει από τη λέξη Ισλαμπούλ (Islambul), δηλαδή πόλη του Ισλάμ, αν και αυτή η υπόθεση φαίνεται να προσκρούει στο γεγονός της χρήσης του ονόματος πριν ακόμα γίνει πρωτεύουσα της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Το ελαφρά παραλλαγμένο όνομα Ισλαμπόλ (Islam-bol), που μεταφράζεται ως «εκεί που το Ισλάμ αφθονεί», φαίνεται πως δόθηκε στην πόλη από τον Μωάμεθ Β΄ και συναντάται σε έγγραφα του 15ου αιώνα, καθώς και σε φιρμάνι του 1760/1 –που τελικά δεν εφαρμόστηκε–, σύμφωνα με το οποίο θα έπρεπε να αποτελεί επίσημο όνομα της πόλης. Η ονομασία Κωνσταντινούπολη (οθ. τουρκ. قسطنطينيه, Konstantiniyye) βρισκόταν σε παράλληλη χρήση κυρίως σε επίσημα οθωμανικά έγγραφα, λογοτεχνικά έργα, αλλά και νομισματικές κοπές. Ήταν σε χρήση περισσότερο σε κύκλους λογίων, ενώ στην καθημερινή επικοινωνία κυριαρχούσαν διάφορες παραλλαγές της ονομασίας Ιστανμπούλ. Υπάρχει μάλιστα και αμερικανικό τραγούδι που είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία, σχετικό με τη διαμάχη, το «Istambul, not Constantinople».

Πηγή: wikipedia.org

10ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΑΣΠΡΟΠΥΡΓΟΥ

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

Αυτό το ξέρατε;

Μαρία Ευθυμίου: 10 πράγματα για την Ελληνική Επανάσταση που πιθανόν δεν γνωρίζεις

Η Μαρία Ευθυμίου είναι καθηγήτρια Ιστορίας στο ΕΚΠΑ, Ερευνήτρια Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Συγγραφέας ιστορικών βιβλίων, Επιμελήτρια και συνεργάτης συλλογικών έργων και Αρθρογράφος στην ελληνική, γαλλική και αγγλική γλώσσα. Η ίδια είναι βραβευμένη με το βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστημονικής Διδασκαλίας.

1. Οι Έλληνες δεν ήταν οι πρώτοι που επαναστάτησαν ενάντια στους Οθωμανούς

Η Ελληνική Επανάσταση, που ξεκίνησε το 1821 και τελείωσε το 1830 με την αναγνώριση εθνικού ανεξάρτητου κράτους με το όνομα Ελλάς, είναι η δεύτερη στα Βαλκάνια. Την πρώτη την έκαναν οι Σέρβοι το 1804. Είχαν αρχηγό τους τον Γεώργιο Πέτροβιτς Καραγκεόργεβιτς, τον Καραγιώργη της Σερβίας, τον οποίον τιμούμε με δρόμο στην πρωτεύουσά μας επειδή υπήρξε σημαντική προσωπικότητα που έπαιξε ρόλο και στα ελληνικά πράγματα. Η σερβική επανάσταση ήταν μακρόσυρτη, ολοκληρώθηκε το 1830, αλλά με αυτονομία. Δηλαδή προέκυψε ένα αυτόνομο κράτος και όχι ανεξάρτητο, όπως αργότερα το ελληνικό.

Ο Καραγιώργης στο κέντρο της Συνέλευσης του Όρασατς στις 14 Φεβρουαρίου 1804, όταν οι Σέρβοι προύχοντες συγκεντρώθηκαν και αποφάσισαν να ξεκινήσουν εξέγερση εναντίον των διοικητών των γενιτσάρων. Η επανάστασή τους δεν έμοιαζε πολύ με τη δική μας, διότι αυτών ξεκίνησε ως εξέγερση και εξελίχθηκε σε επανάσταση. Κατά την έκρηξη, δηλαδή, των γεγονότων, δεν είχαν εθνικό διακύβευμα στον νου τους, καθώς ξεκίνησαν διαμαρτυρόμενοι για την αθέτηση προνομίων που τους είχε παραχωρήσει η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τελικά η διαμαρτυρία έγινε επανάσταση. Αντίθετα, η ελληνική ξεκίνησε προετοιμασμένη ως τέτοια. Τέλος η σερβική συνέβη μέσα στους ναπολεόντειους πολέμους ενώ η ελληνική μετά τους ναπολεόντειους πολέμους. Έχει σημασία αυτό, μια και το συνολικό σκηνικό ήταν διαφορετικό στις δύο περιπτώσεις.

2. Η Ελλάδα ήταν το πρώτο ανεξάρτητο εθνικό κράτος στην ανατολική Μεσόγειο

Η Ελλάδα υπήρξε το πρώτο ανεξάρτητο εθνικό κράτος που δημιουργήθηκε αποκοπτόμενο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό ήταν μεγάλη τομή, αν σκεφθεί κανείς ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία επί αιώνες ήταν νικηφόρα, κι αν έχανε εδάφη ─που έχανε δύσκολα─ ήταν προς όφελος μιας άλλη χώρας, που έπαιρνε τις περιοχές. Και τώρα έρχεται ένα τμήμα της –όχι μεγάλο βέβαια, διότι ήταν μικρά τα σύνορα του πρώτου ελληνικού κράτους– και γίνεται ανεξάρτητο κράτος. Αυτό το γεγονός επηρέασε τις εξελίξεις διότι οι υπόλοιποι Βαλκάνιοι θεώρησαν το ελληνικό παράδειγμα πρότυπο για την δική τους εθνική πορεία κατά το δεύτερο μισό του 19ου και το πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Ο 19ος αιώνας ονομάζεται «ο αιώνας του εθνισμού», της τάσης των λαών να αποκοπούν από τις αυτοκρατορίες και να δημιουργήσουν δικά τους ανεξάρτητα κράτη. Σε αυτό οι Έλληνες είναι μπροστά παγκοσμίως, καθώς στην ίδια περίπου εποχή, με αρχηγούς άτομα σαν τον Σιμόν Μπολιβάρ επαναστατικά γεγονότα γίνονται και στη Λατινική Αμερική, ενάντια στους Ισπανούς, και διαμορφώνονται τα σημερινά εθνικά κράτη στην εκεί περιοχή.

3. Κύρια αιτία της ελληνικής πρωτοπορίας: η παιδεία

Καίριος λόγος για το γεγονός ότι οι Έλληνες προηγήθηκαν ως προς την εθνική τους επανάσταση είναι ότι είχαν την πιο διαδεδομένη και σημαντική παιδεία στα Βαλκάνια, και μία γλώσσα με θαυμαστά χαρακτηριστικά πλούτου και διάρκειας. Η ελληνική γλώσσα, η κινεζική και η χίντι των Ινδών είναι οι μοναδικές ζώσες γλώσσες ανάμεσα στις περισσότερες από τις σημερινές περίπου 6.000 γλώσσες της γης, που την πορεία τους παρακολουθεί κανείς γραπτά επί σχεδόν 4.000 χρόνια. Υπήρξε δε, και ακόμα είναι, η γλώσσα της Ορθοδοξίας. Ξεκίνησε ως γλώσσα ολόκληρου του Χριστιανισμού και παρέμεινε για πολλούς αιώνες η κύρια γλώσσα της Ορθοδοξίας, γι’ αυτό και οι Ορθόδοξοι, ανεξαρτήτως καταγωγής, λέγονται παγκοσμίως Greek Orthodox, μια και τα τέσσερα πατριαρχεία της Ανατολής μιλούσαν ελληνικά – και ακόμα μιλούν, εκτός από αυτό της Αντιοχείας που πρόσφατα υιοθέτησε τα αραβικά, Το λέω αυτό διότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν θεοκρατική, σε χώριζε ανάλογα με το θρήσκευμά σου. Εξ αυτού, το γεγονός ότι τα εκατομμύρια των Χριστιανών Ορθοδόξων των Βαλκανίων, της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής διοικούνταν από ελληνόφωνα Πατριαρχεία προσέθετε μεγάλο ειδικό βάρος στη σπουδαία αυτή γλώσσα. Και στην παιδεία της.

Κατά τον 17ο, 18ο και 19ον αιώνα, οι Έλληνες είχαν τα περισσότερα και καλύτερα σχολεία από κάθε άλλον Χριστιανικό Ορθόδοξο λαό στη Βαλκανική. Όχι κρυφά σχολεία, αντίθετα, ολοφάνερα, και δυναμικά. Εξ αυτού είχαν εγγράμματους, μορφωμένους και λογίους. Πίσω από το επίτευγμα αυτό, κατά τους ίδιους αιώνες, κρύβεται η επίδοσή τους στο χερσαίο και το θαλασσινό εμπόριο που τους έφερνε σε επαφή με Δύση και με Ανατολή, ενισχύοντας την αυτοπεποίθησή τους, την ώρα που έφερνε γνώσεις και εμπειρίες, στον καιρό του εθνισμού.

4. Επαναστατήσαμε λόγω υπεροχής

Αυτό που συνήθως λέγεται είναι πως οι Έλληνες ξεκίνησαν το 1821 την επανάστασή τους απελπισμένοι από τα 400 χρόνια σκλαβιάς. Τούτο φυσικά ισχύει, αλλά παράλληλα ίσχυαν και άλλες πραγματικότητες. Αυτές υπογραμμίζει και ο Σπυρίδωνας Τρικούπης, ο πατέρας του Χαριλάου Τρικούπη, ο οποίος ήταν στέλεχος της Επανάστασης του 1821, λόγιος από το Μεσολόγγι, που όταν τελείωσε η Επανάσταση συνέγραψε την Ιστορία της. Στο προοίμιο του πολύτιμου αυτού έργου του ο Τρικούπης, αναφερόμενος στα αίτια της Επανάστασης, τα τοποθετεί στο γεγονός ότι οι Έλληνες, παρότι «δεσποζόμενοι», υπερείχαν και προόδευαν, ενώ οι Τούρκοι, παρότι «δεσπόζοντες» παρέμεναν στάσιμοι. Στο γεγονός δηλαδή ότι οι Έλληνες είχαν αποκτήσει αυτοπεποίθηση λόγω των επιδόσεών τους στα γράμματα, στο εμπόριο κ.λπ. και εξ αυτού αισθάνθηκαν ότι ήρθε ή ώρα να κάνουν την Επανάσταση. Ότι μπορούσαν να κάνουν την Επανάσταση. Και ότι είχαν πιθανότητες να τα βγάλουν επιτυχώς πέρα.

5. Ο Φιλελληνισμός και η σύνδεση της Επανάστασης με τη Δύση

Ο Φιλελληνισμός που εκδηλώθηκε κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο, μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία. Κανένας λαός δεν θα μπορούσε, σε τέτοια κρίσιμη ώρα, να έχει το προνόμιο που είχαν οι Έλληνες, οι οποίοι ήσαν γνωστοί χάρη στους προγόνους τους, που οι λαοί της Ευρώπης από τον 14ο ήδη αιώνα θαύμαζαν και μελετούσαν. Ο αγώνας των Σέρβων για παράδειγμα, δεν προξένησε τέτοιο κίνημα, γιατί οι Σέρβοι ήταν σχεδόν άγνωστοι για τους Ευρωπαίους. Αντίθετα, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί, όταν πληροφορήθηκαν τον Αγώνα των Ελλήνων, συγκινήθηκαν βαθιά νιώθοντας ότι τους αφορούσε, μια και οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούνταν από τον δυτικό κόσμο η βάση των ιδεών και του πολιτισμού του. Το γεγονός ότι όσο πιο μορφωμένος –άρα, κατά κανόνα, και κοινωνικά πιο ισχυρός και πιο ευκατάστατος– τόσο πιο ελληνομαθής, είχε σημασία στα πράγματα γιατί ισχυρά άτομα στάθηκαν στο πλευρό των Ελλήνων σε πολλές κοινωνίες της Ευρώπης και της Αμερικής την εποχή αυτή. Αυτό έκανε τη διαφορά στην Ελληνική Επανάσταση μια και, από ένα σημείο και πέρα, Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία στάθηκαν υπέρ των Ελλήνων και αποφάσισαν πως θα δημιουργηθεί ένα ελληνικό κράτος που θα είναι ανεξάρτητο. Κάτι που δεν έζησαν οι Σέρβοι, με αποτέλεσμα να γίνουν ανεξάρτητοι πολύ αργότερα, προς το τέλος του 19ου αιώνα, αρχές του 20ού.

Το πιο θερμό φιλελληνικό κίνημα παρατηρήθηκε στη Γερμανία (κυρίως στη Βαυαρία), στην Ελβετία, στη Γαλλία, στην Αγγλία, στις ΗΠΑ. Εκείνο της Αγγλίας ήταν το πιο καίριο γιατί η Αγγλία την εποχή εκείνη ήταν η ισχυρότερη δύναμη του κόσμου και, επομένως, από αυτήν αναμενόταν να δοθεί η λύση –όπως και δόθηκε, τελικά– στο ελληνικό θέμα. Και δάνεια. Και προστασία. Και επαγγελματίες στρατιωτικοί για να διοικήσουν τον ελληνικό Αγώνα – όπως και έγινε, με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης της Τροιζήνας, με τον Τσερτς και τον Κόχραν(10ος κόμης του Ντάντοναλντ) το 1826 και 1827, που τοποθετήθηκαν αρχηγοί των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, της ξηράς και της θάλασσας αντιστοίχως. Δεν είναι εξ άλλου τυχαίο ότι εκείνος που, μετά το 1823, άλλαξε την αρνητική στάση των Ευρωπαίων απέναντι στην ελληνική υπόθεση ήταν ο υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας Τζώρτζ Κάνινγκ, επηρεασμένος από φιλέλληνες Βρετανούς που έπεισαν αυτόν και την αγγλική κυβέρνηση ότι συνέφερε στην Αγγλία και τη δράση της στην Ανατολική Μεσόγειο η δημιουργία ενός ελληνικού κρατικού μορφώματος.

Η αλλαγή στάσης της Αγγλίας συμπαρέσυρε και τη Γαλλία και τη Ρωσία, με το γνωστό θετικό τελικό αποτέλεσμα για την Ελλάδα, το 1830. Εξ αυτού, δεν είναι μη εξηγήσιμο το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία –χάρη κυρίως στους δυτικότροπους λογίους της που οραματίζονταν τη δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους εναρμονισμένου με το πιο προχωρημένο τμήμα της γης, τη Δυτική Ευρώπη– στράφηκε, κατά την Επανάστασή της, προς την Αγγλία και τη Δύση, αντί προς τη Ρωσία, με την οποία συνδεόταν επί αιώνες συναισθηματικά λόγω κοινού θρησκευτικού δόγματος και λόγω του γεγονότος ότι η μεγάλη αυτή δύναμη του Βορρά συγκρουόταν επί αιώνες με τους Οθωμανούς.

6. Το λαϊκό αίσθημα ήταν φιλορωσικό, όχι φιλοδυτικό

Η σύνδεσή μας με την Αγγλία κατά την Επανάσταση του 1821 είναι εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο της νεότερης Ιστορίας μας, γιατί ερμηνεύει και μία εθνική σχιζοφρένεια που ακόμη μάς συνοδεύει, μετά από 200 χρόνια ζωής. Το γεγονός δηλαδή ότι από το ’21 συνδεθήκαμε με τη Δύση, ενώ ο μέσος Έλληνας ήταν –και σε έναν βαθμό εξακολουθεί να είναι– κατά βάση φιλορώσος και αντιδυτικός. Την ίδια στιγμή όμως ήθελε να θεωρείται δυτικός, αφενός για να προστατεύεται από την ισχυρή Δύση και αφετέρου για να συγκαταλέγεται στους ισχυρούς, πρωτοπόρους, και επιτυχημένους του σύγχρονου κόσμου.

Eπί 200 χρόνια υπηρετούμε ως κοινωνία ένα σχήμα που δημιουργήθηκε στην Επανάσταση: αυτό της εχθρότητας μεταξύ «πολιτικών» και «στρατιωτικών». Την επεξεργασία αυτής της πόλωσης ανέλαβαν αργότερα, στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, κατά κύριο λόγο αριστερής κατεύθυνσης συγγραφείς, σαν τον Γιάννη Κορδάτο, οι οποίοι εξήγησαν ότι οι «κακοί πολιτικοί» πήραν στα χέρια τους την επανάσταση και αδίκησαν τους «καλούς στρατιωτικούς». Και αυτό είναι το αφήγημα που έχει περάσει για την Επανάσταση του ’21. Αν ρωτήσει κανείς τον μέσο Έλληνα ποιος ήταν ο καλός της επανάστασης, θα πει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ποιος ήταν ο κακός, θα πει ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος.

Η αντίληψη αυτή πρώτα πρώτα βασίζεται σε κάτι πραγματικό: ότι κατά την επανάσταση, υπήρξε σύγκρουση μεταξύ «πολιτικών» και «στρατιωτικών». Έπειτα, στην επανάσταση την ίδια, ο μέσος απλός άνθρωπος καταλάβαινε περισσότερο τον Κολοκοτρώνη και τη στάση του, παρά τον Μαυροκορδάτο, μια και ο δεύτερος ήταν ένας Ευρωπαίος πολιτικός ενώ ο Κολοκοτρώνης ένας δικός του άνθρωπος, σαν τον ίδιο.

Όμως στο γεγονός ότι γίναμε ανεξάρτητο κράτος μεγάλο ρόλο έπαιξαν τόσο οι στρατιωτικοί όσο και οι πολιτικοί. Ανάμεσα στα άλλα, οι «πολιτικοί» κράτησαν και το διπλωματικό σκέλος των πραγμάτων του Αγώνα. Αν δεν ήταν αυτοί, πιθανά θα είχαμε γίνει αυτόνομο κράτος, όχι ανεξάρτητο. Θα ανήκαμε, δηλαδή, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα της πληρώναμε φόρους, στα εσωτερικά μας θα είχαμε ευρείες ελευθερίες, δεν θα είχαμε δικό μας στρατό ούτε δική μας εξωτερική πολιτική.

Γενικά, η Επανάσταση του 1821 ιδεολογικοποιήθηκε πολύ τα 200 χρόνια που κύλησαν. Όλες οι πολιτικές πλευρές τη διεκδίκησαν ως δική τους και, φυσικά, το ίδιο έκανε η Εκκλησία.

7. Η εχθρότητα «πολιτικών» – «στρατιωτικών»

Eπί 200 χρόνια υπηρετούμε ως κοινωνία ένα σχήμα που δημιουργήθηκε στην Επανάσταση: αυτό της εχθρότητας μεταξύ «πολιτικών» και «στρατιωτικών». Την επεξεργασία αυτής της πόλωσης ανέλαβαν αργότερα, στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, κατά κύριο λόγο αριστερής κατεύθυνσης συγγραφείς, σαν τον Γιάννη Κορδάτο, οι οποίοι εξήγησαν ότι οι «κακοί πολιτικοί» πήραν στα χέρια τους την επανάσταση και αδίκησαν τους «καλούς στρατιωτικούς». Και αυτό είναι το αφήγημα που έχει περάσει για την Επανάσταση του ’21. Αν ρωτήσει κανείς τον μέσο Έλληνα ποιος ήταν ο καλός της επανάστασης, θα πει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ποιος ήταν ο κακός, θα πει ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος.

Η αντίληψη αυτή πρώτα πρώτα βασίζεται σε κάτι πραγματικό: ότι κατά την επανάσταση, υπήρξε σύγκρουση μεταξύ «πολιτικών» και «στρατιωτικών». Έπειτα, στην επανάσταση την ίδια, ο μέσος απλός άνθρωπος καταλάβαινε περισσότερο τον Κολοκοτρώνη και τη στάση του, παρά τον Μαυροκορδάτο, μια και ο δεύτερος ήταν ένας Ευρωπαίος πολιτικός ενώ ο Κολοκοτρώνης ένας δικός του άνθρωπος, σαν τον ίδιο.

Όμως στο γεγονός ότι γίναμε ανεξάρτητο κράτος μεγάλο ρόλο έπαιξαν τόσο οι στρατιωτικοί όσο και οι πολιτικοί. Ανάμεσα στα άλλα, οι «πολιτικοί» κράτησαν και το διπλωματικό σκέλος των πραγμάτων του Αγώνα. Αν δεν ήταν αυτοί, πιθανά θα είχαμε γίνει αυτόνομο κράτος, όχι ανεξάρτητο. Θα ανήκαμε, δηλαδή, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα της πληρώναμε φόρους, στα εσωτερικά μας θα είχαμε ευρείες ελευθερίες, δεν θα είχαμε δικό μας στρατό ούτε δική μας εξωτερική πολιτική.

Γενικά, η Επανάσταση του 1821 ιδεολογικοποιήθηκε πολύ τα 200 χρόνια που κύλησαν. Όλες οι πολιτικές πλευρές τη διεκδίκησαν ως δική τους και, φυσικά, το ίδιο έκανε η Εκκλησία.

8. Οι εμφύλιοι πόλεμοι

Βασικό χαρακτηριστικό της Επανάστασης του ’21 είναι και οι μεγάλης κλίμακας εσωτερικές συγκρούσεις, που πήραν τον χαρακτήρα εμφυλίου –Ελληνικός εμφύλιος πόλεμος (1823–1825). Στην ουσία, όλο το 1824 ήταν χρονιά εμφυλίου πολέμου. Αυτό που οδήγησε την επανάσταση σε δύο κύκλους εμφυλίων ήταν η επιδίωξη του Θ. Κολοκοτρώνη να την ελέγξει πολιτικά. Τελικά, ο Κολοκοτρώνης και οι Πελοποννήσιοι ηττήθηκαν, γι’ αυτό και φυλακίστηκαν.

Ο Κολοκοτρώνης μπήκε στη διαδικασία διεκδίκησης της εξουσίας εκ μέρους των «στρατιωτικών» στηριγμένος στο γεγονός ότι είχε νικήσει, το καλοκαίρι του 1822, τον Δράμαλη στα Δερβενάκια κάτι που εκτίναξε το κύρος και τη δύναμη του ίδιου, αλλά και των «στρατιωτικών» απέναντι στους «πολιτικούς».

Εδώ έχουμε μία πραγματικότητα που αξίζει προβληματισμού: το γεγονός δηλαδή ότι ένας άνθρωπος, ο οποίος πράγματι στα Δερβενάκια έσωσε την Επανάσταση, δρα μετά με τρόπο βλαπτικό για αυτήν, όπως αργότερα έπραξε και ο Ανδρέας Μιαούλης, ο μέγιστος των Ελλήνων ναυτικών της Επανάστασης, ο οποίος, αντιπολιτευόμενος τον Καποδίστρια, έκαψε στον Πόρο τον ελληνικό στόλο το 1831.

Στην πραγματικότητα ο Εμφύλιος δεν σταμάτησε το 1825, παρά υπέβοσκε και τα επόμενα χρόνια, αναζωπυρώθηκε μετά το 1830 ως αντιπολίτευση στον Καποδίστρια, κορυφώθηκε το 1831 μετά τη δολοφονία του Κυβερνήτη, για να πάψει το 1833 με την έλευση της Αντιβασιλείας και του ενόπλου βαυαρικού σώματος που τη συνόδευε.

9. «Ετερόχθονες» και «αυτόχθονες»

Άλλη μία πόλωση της Επανάστασης υπήρξε εκείνη μεταξύ «αυτοχθόνων» και «ετεροχθόνων». Ετερόχθονες θεωρούνταν οι Έλληνες που ήρθαν από αλλού στα σημεία που κρατήθηκε η Επανάσταση – δηλαδή στην Πελοπόννησο, στη Στερεά και σε κάποια νησιά. Αυτοί ήρθαν να πολεμήσουν, μαζί με τους αδελφούς τους, για την ελληνική υπόθεση, ωστόσο Πελοποννήσιοι και Στερεοελλαδίτες τους θεωρούσαν «ετερόχθονες», δηλαδή από άλλη χθόνα, άλλη γη, και τους αντιμετώπιζαν εχθρικά κατηγορώντας τους ότι ήρθαν ακόπως για να τους πάρουν τις δουλειές και τα αξιώματα.

Η διάσταση αυτή διατηρήθηκε επί μακρόν στην ελληνική πολιτική ζωή, μέχρι και τη δεκαετία του 1840. Πάντως, έχει ενδιαφέρον ότι στην Εθνοσυνέλευση της ΕπιδαύρουΑ’ τον Ιανουάριο του 1822, οι Έλληνες ψήφισαν ως πρώτο πρωθυπουργό τους έναν «ετερόχθονα», τον μεγάλης μόρφωσης και ικανοτήτων Φαναριώτη Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Το δε 1827, στην Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, ως πρώτο Κυβερνήτη τους επέλεξαν τον επτανήσιο Ιωάννη Καποδίστρια, επίσης «ετερόχθονα», άνθρωπο εντυπωσιακών ικανοτήτων, παιδείας και ήθους.

10. Αποκοπή από το Πατριαρχείο

Μεγάλης σημασίας είναι τέλος η αποκοπή των Ελλήνων από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Τούτο, όπως και η σύνδεση των Ελλήνων με τη Δύση καθώς και τα εντυπωσιακά, δυτικού τύπου, Συντάγματα που ο Αγώνας υιοθέτησε, δικαιολογούν το γεγονός ότι ο Πόλεμος της Ελληνικής Εθνικής Ανεξαρτησίας θεωρείται Επανάσταση, μια και συνιστούν πολιτικές ανατροπές μεγάλης κλίμακας και εύρους.

Η αποκοπή της Εκκλησίας των επαναστατημένων περιοχών συνέβη αμέσως με την έκρηξη του Αγώνα, σαν να ήταν αυτονόητη, και διατηρήθηκε όλα τα χρόνια μέχρι και το 1833, οπότε το πράγμα έγινε επίσημο με την αναγνώριση το 1850 της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος – με την οποία και πορευόμαστε μέχρι σήμερα. Στη διάρκεια του Αγώνα, τα θέματα της Εκκλησίας λύνονταν από το κράτος μέσω του «Μινιστερίου της Λατρείας» και τον αντίστοιχο υπουργό, τον Μινίστρο της Λατρείας. Με τον τρόπον αυτό, η θρησκεία υπετάγη στο κράτος –στο εθνικό κράτος– κάτι που συνοδεύει τα πράγματα μέχρι σήμερα.

Οι Έλληνες στην επανάστασή τους δημιούργησαν ένα εθνικό σχήμα ελέγχου της Εκκλησίας τους. Τούτο συνέβη, στη συνέχεια, με όλα τα Χριστιανικά Ορθόδοξα κράτη της Βαλκανικής όταν απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, καθώς έσπευσαν –και αυτά– να αποκοπούν από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, με δικούς τους, μάλιστα, Πατριάρχες. Στη βάση των εξελίξεων αυτών βρίσκεται το γεγονός ότι πολιτικός προϊστάμενος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ήταν επί Βυζαντίου ο αυτοκράτορας, επί δε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ο σουλτάνος. Έχοντας δημιουργήσει δικό σου ανεξάρτητο εθνικό κράτος, εάν ο κλήρος σου παρέμενε διοικητικά συνδεδεμένος με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τότε, εμμέσως, ο σουλτάνος θα είχε λόγο στα δικά σου πράγματα. Και τούτο δεν επιθυμούσε κανένα βαλκανικό κράτος την ώρα της εθνικής δημιουργίας του.

images 1